ΥΑ 1089532/Π.Ε./8205Π.Ε./2005 - ΦΕΚ 595/B'/4.5.2005
Στοιχεία καθορισμού αιγιαλού και παραλίας.
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ -
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρου 9 του Ν. 2971/2001 (ΦΕΚ 285 Α/19.12.2001).
2. Την ανάγκη εξειδίκευσης των κριτηρίων για τη
χάραξη των οριογραμμών αιγιαλού και παραλίας.
3. Το γεγονός ότι από τις διατάξεις αυτής της
απόφασης δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.
4. Την υπ' αριθμ. 14650/ΔΙΟΕ 85/17.3.2004 (ΦΕΚ 519 Β/17.3.2004) κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του
Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών «περί καθορισμού αρμοδιοτήτων των
Υφυπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, αποφασίζουμε:
Τα στοιχεία που λαμβάνει υπόψη της η Επιτροπή
προκειμένου να προβεί στη χάραξη των οριογραμμών αιγιαλού και παραλίας
εξειδικεύονται στα επόμενα άρθρα ως εξής:
Αρθρο 1
Η γεωμορφολογία του εδάφους
1. Στην έννοια της γεωμορφολογίας του εδάφους
εντάσσονται οι κατηγορίες υψηλών και χαμηλών ακτών, η εδαφική σύσταση της
ακτής, η αποσάθρωση της από την επίδραση του κυματισμού και το φυσικό όριο
βλάστησης δενδρωδών, θαμνωδών και ποωδών παράκτιων
φυτών.
2. Ακτές υψηλές (βραχώδη πρανή με μεγάλες κλίσεις
-μεγάλες υψομετρικές διαφορές) έχουν κατά κανόνα περιορισμένο εύρος αιγιαλού,
αφού τα πρανή αυτά περιορίζουν τη δράση του κυματισμού. Η οριογραμμή του
αιγιαλού στις περιπτώσεις αυτές χαράσσεται σε θέση με υψόμετρο ανάλογο το ύψους
κύματος στη συγκεκριμένη περιοχή, λαμβανομένης υπόψη και της θραύσης του
κυματισμού στην βραχώδη ακτή. Σε κατακόρυφα πρανή η οριογραμμή του αιγιαλού
χαράσσεται στη στέψη του πρανούς προκειμένου να καθίσταται υλοποιήσιμη.
3. Ακτές
χαμηλές (εδάφη με μικρές κλίσεις - μικρές υψομετρικές διαφορές) έχουν κατά
κανόνα μεγάλο εύρος αιγιαλού, αφού για να εκτονωθεί η ενέργεια του κυματισμού
το κύμα διανύει αρκετή απόσταση στην ξηρά.
4. Το φυσικό όριο βλάστησης κατά κανόνα αποτελεί
σαφή ένδειξη του ορίου μέχρι του οποίου φθάνουν οι μέγιστες συνήθεις αναβάσεις
του κυματισμού και αποτελεί κατά τεκμήριο την φυσική θέση της οριογραμμής του
αιγιαλού. Τούτο γιατί η συνήθης φυσική βλάστηση δεν αναπτύσσεται σε περιοχές
που επηρεάζονται άμεσα από το νερό της θάλασσας.
Αρθρο 2
Τα μετεωρολογικά στοιχεία της περιοχής
1. Η εκτίμηση των μετεωρολογικών στοιχείων της
περιοχής αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία για τον υπολογισμό του κυματικού
πεδίου που προσπίπτει στην ακτή και διαμορφώνει το όριο του αιγιαλού. Περιοχές
που προσβάλλονται από διευθύνσεις ανέμων μεγάλης έντασης παρουσιάζουν μεγάλο
εύρος αιγιαλού σε συνάρτηση πάντοτε με την γεωμορφολογία της συγκεκριμένης
ακτής. Περιοχές προστατευμένες από σφοδρούς ανέμους αναμένεται να παρουσιάζουν
μικρότερο γενικά εύρος αιγιαλού.
2. Σε κάθε περιοχή καθορισμού των ορίων αιγιαλού
αναζητούνται οι διευθύνσεις των ανέμων με την ισχυρότερη ένταση με βάση τα
αρχειοθετημένα στοιχεία της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας και εξετάζονται οι
διευθύνσεις που προσβάλλουν την παράκτια ζώνη.
3. Συνδυασμός ισχυρών ανέμων που πλήττουν την ακτή
με ταυτόχρονη επικράτηση χαμηλού βαρομετρικού πεδίου και τυχόν ύπαρξη
παλιρροιακού φαινομένου έχουν ως αποτέλεσμα την αθροιστική άνοδο της στάθμης
της θάλασσας.
Αρθρο 3
Τα κυματικά στοιχεία της περιοχής
1. Ο υπολογισμός του κυματικού πεδίου της ακτής
βασίζεται στη μέγιστη ένταση των επικρατούντων ανέμων που την προσβάλλουν, το
ανάπτυγμα της θαλάσσιας έκτασης έμπροσθεν της ακτογραμμής και τη μορφολογία του
βυθού στην παράκτια ζώνη.
2. Για τον υπολογισμό του μέγιστου ύψους κύματος
για συγκεκριμένη θέση στην παράκτια ζώνη λαμβάνονται υπόψη η βαθυμετρία της
περιοχής, η μορφολογία του βυθού και το επίπεδο της μέγιστης στάθμης της
θάλασσας. Το τελευταίο εκτιμάται με βάση τα στατιστικά στοιχεία που παρέχονται
από το δίκτυο των μετρητών στάθμης της θάλασσας, το οποίο λειτουργεί με την
ευθύνη της Υδρογραφικής Υπηρεσίας του Γ.Ε.Ν.
3. Μεγάλο
ανάπτυγμα θαλάσσιας έκτασης συμβάλλει στη δημιουργία μεγαλύτερης έντασης
κυματικού πεδίου σε σχέση με κλειστές θαλάσσιες περιοχές (όρμους ή κόλπους) που
έχουν ίδια ένταση ανέμου.
4. Σε περιοχές με μικρά βάθη και μικρές κλίσεις του
βυθού, όπου η θραύση του κύματος και η εκτόνωση της ενέργειας του γίνεται σε
μεγάλη απόσταση από την ακτογραμμή, η επίδραση του κύματος στην ακτή είναι
μικρή.
5. Σε περιπτώσεις ακτών με μεγάλες κλίσεις βυθού
και μεγάλα βάθη κοντά στην ακτή, όπου η θραύση των κυμάτων συντελείται κοντά
στην ακτή ή ακόμη και πάνω σ'αυτή, ο κυματισμός
καλύπτει κατά κανόνα μεγάλο εύρος ακτής προκειμένου να εκτονωθεί.
6. Η ύπαρξη ανώμαλου, βραχώδους πυθμένα ή υφάλων
μπροστά στην εξεταζόμενη ακτή επιδρά στη χάραξη της γραμμής του αιγιαλού,
δεδομένου ότι τέτοιου είδους σχηματισμοί συντελούν στη διαφοροποίηση του
κυματικού πεδίου από θέση σε θέση εντός της παράκτιας ζώνης.
Αρθρο 4
Η ύπαρξη τεχνικών έργων που νομίμως υφίστανται
1. Ένα τεχνικό έργο επηρεάζει κατά κανόνα το
κυματικό πεδίο και κατ' επέκταση την ανάβαση του κυματισμού. Επίσης διαμορφώνει
άμεσα ή έμμεσα την ακτή και περαιτέρω τη ζώνη του αιγιαλού.
2. Για να ληφθεί υπόψη το τεχνικό έργο από την
επιτροπή του άρθρου 3 του Ν. 2971/2001, θα πρέπει αυτό να είναι νόμιμο. Στη
περίπτωση αυτή ο αιγιαλός χαράσσεται στη νέα διαμορφωμένη κατάσταση της ακτής.
3. Στη περίπτωση που το έργο είναι παράνομο, αυτό
δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον καθορισμό του αιγιαλού και ο αιγιαλός καθορίζεται
στο αρχικό φυσικό του όριο που είναι δυνατό να αναγνωριστεί ή που προκύπτει από
άλλα στοιχεία.
Αρθρο 5
Στοιχεία καθορισμού ζώνης παραλίας
1. Η ύπαρξη, τα όρια και το είδος των παράκτιων
φυσικών πόρων, οι τυχόν εγκεκριμένες χωροταξικές κατευθύνσεις και χρήσεις γης
που επηρεάζουν τη παράκτια ζώνη, η ύπαρξη δημοσίων κτημάτων κάθε κατηγορίας που
βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με την παράκτια ζώνη και η ύπαρξη ευπαθών
οικοσυστημάτων και προστατευόμενων περιοχών αποτελούν στοιχεία που λαμβάνει
υπόψη της η επιτροπή του άρθρου 3του Ν.2971/2001, προκειμένου να καθορίσει την
οριογραμμή και κατ' επέκταση τη ζώνη παραλίας. Η επιτροπή αξιολογεί τα στοιχεία
αυτά ενόψει των σκοπών που εξυπηρετούνται με τη δημιουργία της ζώνης της
παραλίας και αποφασίζει αιτιολογημένα για τον καθορισμό και το εύρος αυτής με
ειδική αναφορά στα ως άνω πραγματικά στοιχεία.
2. Τα προς τη θάλασσα όρια των κτηματομεριδίων
που κυρώθηκαν με το Κ.Δ. 132/1929 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου
λαμβάνονται υπόψη για καθορισμό ζώνης παραλίας μέχρις αυτών.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως.