ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 82 ΦΕΚ 145/Α/ 1.9.2010

 

Ελάχιστες προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας όσον αφορά στην έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (τεχνη­τή οπτική ακτινοβολία), σε συμμόρφωση με την οδη­γία 2006/25/ΕΚ.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

   Έχοντας υπόψη:

   1. Τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1, 2, 3 και 5 του ν.1338/1983 (ΦΕΚ Α' 34), όπως η παρ. 1 τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν.1440/1984 (ΦΕΚ Α' 70), του άρ­θρου 3 του ν.1338/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του ν.1892/1990 (ΦΕΚ Α' 101), του άρθρου 4 του ίδιου νόμου 1338/1983, όπως τελικώς ισχύει μετά την τροποποίηση του με το άρθρο 48 του ν.3427/2005 (ΦΕΚ Α' 312).

 

   2. Τις διατάξεις του άρθρου δεύτερου του ν.2077/1992 «Κύρωση της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και των σχετικών πρωτοκόλλων και δηλώσεων που περι­λαμβάνονται στην τελική Πράξη» (ΦΕΚ Α' 136).

 

   3. Τις διατάξεις των άρθρων 41 και 73 παρ. 1 του «ΚΩΔΙΚΑ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3850/2010 «Κύρωση του Κώδικα νό­μων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» (ΦΕΚ Α' 84).

 

   4. Την υπ' αριθ. 6/14.7.2009 γνώμη του Συμβουλίου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Σ.Υ.Α.Ε.).

 

   5. Τις διατάξεις του άρθρου 90 του Κώδικα που κυ­ρώθηκε με το άρθρο πρώτο του π.δ. 63/2005 «Κωδι­κοποίηση της νομοθεσίας για την Κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα» (ΦΕΚ Α' 98).

 

   6. Ότι με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος δεν θα προκληθεί πρόσθετη δαπάνη σε βάρος του κρα­τικού προϋπολογισμού ή προϋπολογισμού ν.π.δ.δ.

 

   7. Την υπ' αριθ. 129/2010 γνωμοδότηση του Συμβουλίου Επικρατείας, μετά από πρόταση των Υπουργών Εσωτε­ρικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυ­τιλίας, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλα­γής, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, αποφασίζουμε:

 

’ρθρο 1

(άρθρο 1 οδηγίας)

Σκοπός και πεδίο εφαρμογής

 

TMHMA I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   1. Σκοπός του παρόντος διατάγματος είναι η εναρμόνι­ση της ελληνικής νομοθεσίας περί ασφάλειας και υγεί­ας των εργαζομένων προς τις διατάξεις της οδηγίας 2006/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ­βουλίου, της 5ης Απριλίου 2006 (Ε.Ε. L 114/38/27.4.2006) «Περί των ελαχίστων προδιαγραφών υγείας και ασφά­λειας όσον αφορά στην έκθεση των εργαζομένων σε κινδύνους προερχόμενους από φυσικούς παράγοντες (τεχνητή οπτική ακτινοβολία) (δέκατη ένατη ειδική οδη­γία κατά την έννοια του άρθρου 16 παρ. 1 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ)».

   Το παρόν προεδρικό διάταγμα εφαρμόζεται στον δη­μόσιο και ιδιωτικό τομέα και καθορίζει τις ελάχιστες προδιαγραφές όσον αφορά στην προστασία των ερ­γαζομένων από τους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία τους, οι οποίοι προκύπτουν ή ενδέχεται να προκύψουν λόγω της έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτι­νοβολία κατά την εργασία τους.

 

   2. Οι διατάξεις του παρόντος διατάγματος αφορούν στους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, που οφείλονται σε δυσμενή αποτελέσμα­τα στα μάτια και το δέρμα λόγω έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία.

 

   3. Ο «ΚΩΔΙΚΑΣ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΣΦΑ­ΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ» (Κ.Ν.Υ.Α.Ε.) εφαρμόζονται πλήρως στους τομείς που αναφέρονται στην παρ. 1, με την επιφύλαξη των αυστηρότερων ή/και ειδικότερων διατάξεων του παρόντος διατάγματος.

 

’ρθρο 2

(άρθρο 2 οδηγίας)

Ορισμοί

 

   Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

   α) οπτική ακτινοβολία: κάθε ηλεκτρομαγνητική ακτι­νοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 100nm και 1mm. Το φάσμα της οπτικής ακτινοβολίας υποδιαι­ρείται σε υπεριώδη ακτινοβολία, ορατή ακτινοβολία και υπέρυθρη ακτινοβολία:

   i) υπεριώδης ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 100nm και 400nm. Η υπεριώδης περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος υποδιαιρείται σε UVA (315-400nm), UVB (280-315nm) και UVC (100-280nm),

   ii) ορατή ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περι­οχή μήκους κύματος μεταξύ 380nm και 780nm,

   iii) υπέρυθρη ακτινοβολία: οπτική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος μεταξύ 780nm και 1mm. Η υπέρυθρη περιοχή του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος υποδιαιρείται σε IRA (780-1400nm), IRB (1400-3000nm) και IRC (3000nm - 1mm),

   β) λέιζερ (ενίσχυση φωτός με εξαναγκασμένη εκπο­μπή ακτινοβολίας): κάθε διάταξη που μπορεί να εξανα­γκασθεί να παράγει ή να ενισχύει ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία στην περιοχή μήκους κύματος της οπτικής ακτινοβολίας κυρίως μέσω της διεργασίας της ελεγχό­μενης εξαναγκασμένης εκπομπής,

   γ) ακτινοβολία λέιζερ: οπτική ακτινοβολία που προ­έρχεται από λέιζερ,

   δ) ασύμφωνη ακτινοβολία: κάθε οπτική ακτινοβολία που δεν είναι ακτινοβολία λέιζερ,

   ε) οριακές τιμές έκθεσης: όρια έκθεσης σε οπτική ακτι­νοβολία τα οποία βασίζονται άμεσα σε διαπιστωμένες επιπτώσεις στην υγεία και σε βιολογικές μελέτες. Η τήρηση των ορίων αυτών διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβο­λίας προστατεύονται από όλες τις γνωστές δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία,

   στ) ακτινοβολισμός ή πυκνότητα ισχύος (Ε - irradiance): η ισχύς ακτινοβολίας που προσπίπτει πάνω σε μια επι­φάνεια, ανά μονάδα επιφανείας. Εκφράζεται σε βατ ανά τετραγωνικό μέτρο (Wm-2),

   ζ) έκθεση σε ακτινοβολία (Η - radiant exposure): το ολοκλήρωμα χρόνου του ακτινοβολισμού. Εκφράζεται σε τζάουλ ανά τετραγωνικό μέτρο (Jm-2),

   η) ακτινοβόληση (L - radiance): η ροή ή ισχύς ακτι­νοβολίας που διαδίδεται ανά μονάδα στερεάς γωνίας και ανά μονάδα επιφανείας. Εκφράζεται σε βατ ανά τετραγωνικό μέτρο και ανά στερακτίνιο (Wm-2sr-1),

   θ) επίπεδο: ο συνδυασμός ακτινοβολισμού, έκθεσης σε ακτινοβολία και ακτινοβόλησης στον οποίον εκτίθεται ένας εργαζόμενος.

 

’ρθρο 3

(άρθρο 3 οδηγίας)

Οριακές τιμές έκθεσης

 

   1. Οι οριακές τιμές έκθεσης σε ασύμφωνη ακτινοβολία, πλην της εκπεμπόμενης από φυσικές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, καθορίζονται στο παράρτημα I του άρ­θρου 11 του παρόντος διατάγματος.

 

   2. Οι οριακές τιμές έκθεσης σε ακτινοβολία λέιζερ καθορίζονται στο παράρτημα II του άρθρου 11 του πα­ρόντος διατάγματος.

 

’ρθρο 4

(άρθρο 4 οδηγίας)

Προσδιορισμός και εκτίμηση των κινδύνων

 

ΤΜΗΜΑ II

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ

 

   1. Ο εργοδότης, ανταποκρινόμενος στις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 42 παρ. 8 και στο άρθρο 43 παρ. 1 και 2 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και προκειμένου περί ερ­γαζομένων που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, εκτιμά και, αν είναι αναγκαίο, μετρά ή/ και υπολογίζει τα επίπεδα οπτικής ακτινοβολίας στα οποία ενδέχεται να εκτεθούν οι εργαζόμενοι, ώστε να είναι δυνατόν να καθοριστούν και να εφαρμοστούν τα μέτρα που απαιτούνται για να περιοριστεί η έκθεση στα αντιστοίχως προβλεπόμενα όρια. Η μεθοδολογία που ακολουθείται κατά την εκτίμηση, τη μέτρηση και τους υπολογισμούς ακολουθεί τα πρότυπα της Διε­θνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC) όσον αφορά στην ακτινοβολία λέιζερ και τις συστάσεις της Διεθνούς Επιτροπής Φωτισμού (CIE) καθώς και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τυποποίησης (CEN) όσον αφορά στην ασύμ­φωνη ακτινοβολία. Σε περιπτώσεις έκθεσης που δεν καλύπτονται από τα ανωτέρω πρότυπα και συστάσεις και εν αναμονή κατάλληλων προτύπων ή συστάσεων της Ε.Ε., η εκτίμηση, η μέτρηση ή/και οι υπολογισμοί διενεργούνται βάσει των διαθέσιμων εθνικών ή διεθνών επιστημονικώς τεκμηριωμένων κατευθυντήριων οδηγιών. Και στις δύο περιπτώσεις έκθεσης, κατά την εκτίμηση είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα που παρέχουν οι κατασκευαστές του εξοπλισμού όταν αυτός καλύπτεται από οικείες κοινοτικές οδηγίες.

 

   2. Η εκτίμηση, η μέτρηση ή/και οι υπολογισμοί που αναφέρονται στην παρ. 1 σχεδιάζονται και διενερ­γούνται, ανά κατάλληλα χρονικά διαστήματα, από τις προβλεπόμενες στις διατάξεις του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. αρμόδιες υπηρεσίες ή πρόσωπα [άρθρα 8, 9 και 23 (όπως το άρ­θρο 23 συμπληρώνεται με το π.δ. 95/1999 «Όροι ίδρυσης και λειτουργίας Υπηρεσιών Προστασίας και Πρόληψης» (ΦΕΚ Α' 102)] λαμβανομένου υπόψη και του άρθρου 46 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. για τις διαβουλεύσεις και τη συμμετο­χή των εργαζομένων. Τα δεδομένα που προκύπτουν από τις εκτιμήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκύπτουν από τη μέτρηση ή/και τον υπολογισμό του επιπέδου έκθεσης που αναφέρονται στην παρ. 1, κα­ταγράφονται ή/και φυλάσσονται σε κατάλληλη μορφή ώστε να είναι δυνατόν να τα συμβουλευθεί κανείς σε μεταγενέστερο στάδιο.

 

   3. Σύμφωνα με το άρθρο 42 παρ. 8 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., ο εργοδότης αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή, κατά τη διενέρ­γεια της εκτίμησης των κινδύνων, στα εξής:

   α) στο επίπεδο, την περιοχή μήκους κύματος και τη διάρκεια της έκθεσης σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτι­νοβολίας,

   β) στις οριακές τιμές έκθεσης που αναφέρονται στο άρθρο 3 του παρόντος διατάγματος,

   γ) σε οποιεσδήποτε επιπτώσεις επί της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων οι οποίοι ανήκουν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου,

   δ) σε κάθε ενδεχόμενη επίπτωση στην υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων που προκύπτει από αλλη­λεπιδράσεις, στο χώρο εργασίας, μεταξύ οπτικής ακτι­νοβολίας και φωτοευαισθητοποιών (photosensitizing) χημικών ουσιών,

   ε) σε οποιεσδήποτε έμμεσες επιπτώσεις, όπως προ­σωρινή τύφλωση, έκρηξη ή πυρκαγιά,

   στ) στην ύπαρξη εναλλακτικού εξοπλισμού σχεδιασμέ­νου για τη μείωση των επιπέδων έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία,

   ζ) σε κατάλληλες πληροφορίες που συγκεντρώνονται από την επίβλεψη της υγείας, συμπεριλαμβανομένων, στο μέτρο του δυνατού, και των σχετικών δημοσιευμέ­νων πληροφοριών,

   η) στις πολλαπλές πηγές έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία,

   θ) σε ταξινόμηση των λέιζερ σύμφωνα με το οικείο IEC πρότυπο και, όσον αφορά σε τεχνητές πηγές που ενδέχεται να προκαλέσουν βλάβες παρόμοιες με εκεί­νες από λέιζερ κατηγορίας 3Β ή 4, σε κάθε ανάλογη ταξινόμηση,

   ι) σε πληροφορίες που παρέχουν οι κατασκευαστές πηγών οπτικής ακτινοβολίας και συναφούς εξοπλισμού εργασίας σύμφωνα με τις οικείες κοινοτικές οδηγίες.

 

   4. Ο εργοδότης πρέπει να έχει στη διάθεση του μια εκτίμηση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 1 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. και να επισημαίνει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος διατάγματος. Η εκτίμηση αυτή πρέπει να καταγράφεται σε κατάλληλο μέσο και μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολό­γηση εκ μέρους του εργοδότη για το ότι η φύση και η έκταση των κινδύνων που σχετίζονται με οπτική ακτινο­βολία καθιστούν μη αναγκαία μια περαιτέρω λεπτομερή εκτίμηση των κινδύνων. Η εκτίμηση των κινδύνων πρέπει να επικαιροποιείται, τακτικά ιδίως όταν έχουν επέλθει σημαντικές μεταβολές που μπορεί να την καθιστούν ξεπερασμένη ή αν το επιβάλλουν τα αποτελέσματα της επίβλεψης της υγείας.

 

’ρθρο 5

(άρθρο 5 οδηγίας)

Διατάξεις που αποσκοπούν στην αποφυγή ή τη μείωση των κινδύνων

 

   1. Λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική πρόοδο και τα διαθέσιμα μέτρα ελέγχου του κινδύνου στην πηγή προ­έλευσης, οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την έκθεση σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία πρέπει να εξαλείφονται ή να μειώνονται στο ελάχιστο.

   Η μείωση αυτών των κινδύνων γίνεται βάσει των γενικών αρχών πρόληψης που καθορίζονται στον Κ.Ν.Υ.Α.Ε.

 

   2. Όταν η εκτίμηση των κινδύνων που διενεργείται κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 παρ. 1 για εργαζόμενους που εκτίθενται σε τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας υποδεικνύει οιαδήποτε πιθανότητα υπέρβασης των ορι­ακών τιμών έκθεσης, ο εργοδότης καταρτίζει και εφαρ­μόζει σχέδιο δράσης, το οποίο περιλαμβάνει τεχνικά ή/και οργανωτικά μέτρα πρόληψης της υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη:

   α) άλλες μεθόδους εργασίας που μειώνουν τον κίν­δυνο από οπτική ακτινοβολία,

   β) την επιλογή εξοπλισμού εργασίας που εκπέμπει χαμηλότερων επιπέδων οπτική ακτινοβολία, λαμβάνο­ντας υπόψη την προς εκτέλεση εργασία,

   γ) τεχνικά μέτρα για τη μείωση της εκπομπής οπτικής ακτινοβολίας, συμπεριλαμβανομένης, όπου χρειάζεται, της χρήσης συστημάτων αυτόματης απενεργοποίησης, θωράκισης ή παρόμοιων μηχανισμών προστασίας της υγείας,

   δ) κατάλληλα προγράμματα συντήρησης του εξοπλι­σμού εργασίας, των χώρων εργασίας και των συστη­μάτων της θέσης εργασίας,

   ε) το σχεδιασμό και τη διαμόρφωση των χώρων και θέσεων εργασίας,

   στ) τον περιορισμό της διάρκειας και του επιπέδου της έκθεσης,

   ζ) τη διαθεσιμότητα κατάλληλου εξοπλισμού ατομικής προστασίας,

   η) τις οδηγίες του κατασκευαστή του εξοπλισμού εφό­σον αυτός καλύπτεται από οικείες κοινοτικές οδηγίες.

 

   3. Με βάση την εκτίμηση των κινδύνων που διενερ­γείται κατ' εφαρμογή του άρθρου 4, οι χώροι εργασίας, στους οποίους οι εργαζόμενοι ενδέχεται να εκτεθούν σε επίπεδα οπτικής ακτινοβολίας από τεχνητές πηγές που υπερβαίνουν τις οριακές τιμές έκθεσης, επισημαίνονται με κατάλληλη σήμανση σύμφωνα με το π.δ. 105/1995 «Ελάχιστες προδιαγραφές για την σήμανση ασφάλειας ή/και υγείας στην εργασία σε συμμόρφωση με την Οδη­γία 92/58/ΕΟΚ» (ΦΕΚ Α' 67). Οι εν λόγω χώροι προσδι­ορίζονται και η πρόσβαση σ' αυτούς περιορίζεται όπου αυτό είναι τεχνικώς εφικτό και όταν υπάρχει κίνδυνος ενδεχόμενης υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης.

 

   4. Σε καμία περίπτωση η έκθεση των εργαζομένων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις οριακές τιμές έκ­θεσης. Αν, παρά τα μέτρα που λαμβάνει ο εργοδότης κατ' εφαρμογή του παρόντος διατάγματος, όσον αφορά στις τεχνητές πηγές οπτικής ακτινοβολίας, σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών έκθεσης, ο εργοδότης λαμβάνει αμέσως τα κατάλληλα μέτρα ώστε να μει­ωθεί η έκθεση σε επίπεδα χαμηλότερα των οριακών τιμών έκθεσης. Ο εργοδότης προσδιορίζει τους λόγους υπέρβασης των οριακών τιμών έκθεσης και προσαρμόζει αναλόγως τα μέτρα προστασίας και πρόληψης, ώστε να αποφευχθεί η εκ νέου υπέρβαση των τιμών αυτών.

 

   5. Ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου πρέπει να προστατεύονται από τους κινδύνους που τις αφορούν ειδικότερα. Για το σκοπό αυτό ο εργοδότης προσαρ­μόζει τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο προς τις απαιτήσεις των εργαζομένων που ανήκουν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες ομάδες κινδύνου.

 

’ρθρο 6

(άρθρο 6 οδηγίας)

Ενημέρωση και εκπαίδευση των εργαζομένων

 

   Με την επιφύλαξη των άρθρων 47 και 48 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., ο εργοδότης διασφαλίζει ότι στους εργαζόμενους οι οποίοι εκτίθενται σε κινδύνους από τεχνητή οπτική ακτινοβολία κατά την εργασία ή/και στους εκπροσώ­πους τους, παρέχεται κάθε αναγκαία πληροφόρηση και εκπαίδευση σε σχέση με το αποτέλεσμα της εκτίμησης των κινδύνων που προβλέπεται στο άρθρο 4 του παρό­ντος διατάγματος, και ιδίως σχετικά με:

   α) τα μέτρα που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του πα­ρόντος διατάγματος,

   β) τις οριακές τιμές έκθεσης και τους συναφείς δυ­νητικούς κινδύνους,

   γ) τα αποτελέσματα της εκτίμησης, της μέτρησης ή/ και των υπολογισμών των επιπέδων έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία που διενεργούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 4 του παρόντος διατάγματος, με παράλ­ληλη εξήγηση της σημαντικότητάς τους καθώς και των δυνητικών κινδύνων,

   δ) τις μεθόδους εντοπισμού και αναφοράς των δυσμε­νών επιπτώσεων επί της υγείας λόγω της έκθεσης,

   ε) τις περιστάσεις υπό τις οποίες οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα επίβλεψης της υγείας τους,

   στ) τις ασφαλείς εργασιακές πρακτικές για την ελα­χιστοποίηση των κινδύνων από την έκθεση,

   ζ) την ορθή χρήση κατάλληλου εξοπλισμού ατομικής προστασίας.

 

’ρθρο 7

(άρθρο 7 οδηγίας)

Διαβουλεύσεις και συμμετοχή των εργαζομένων

 

   Οι διαβουλεύσεις και η συμμετοχή των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους πραγματοποιούνται σύμ­φωνα με το άρθρο 46 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. για τα θέματα που καλύπτονται από το παρόν διάταγμα.

 

’ρθρο 8

(άρθρο 8 οδηγίας)

Επίβλεψη της υγείας

 

ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   1. Αν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου, που προβλέπεται στο άρθρο 4, παρ. 1, του παρόντος διατάγ­ματος και στο άρθρο 43 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., καταδεικνύουν κίνδυνο για την υγεία των εργαζομένων, διενεργείται επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές ρυθμίσεις στη νομοθεσία για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων.

   Όταν τα αποτελέσματα της εκτίμησης κινδύνου είναι σημαντικά για την επίβλεψη της υγείας, ο εργοδότης πρέπει να λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να έχουν πρόσβαση σε αυτά όσοι σύμφωνα με τις κείμενες δια­τάξεις είναι υπεύθυνοι για την επίβλεψη της υγείας.

   Η επίβλεψη της υγείας αποσκοπεί στην πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση κάθε πάθησης που συνδέεται με την έκθεση σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία.

 

   2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 19 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε., η επίβλεψη της υγείας διενεργείται όπως ορίζεται από την ισχύουσα νομοθεσία για την υγεία και την ασφά­λεια των εργαζομένων, και σύμφωνα με τις σύγχρονες επιστημονικές πρακτικές της ιατρικής της εργασίας.

 

   3. Για κάθε εργαζόμενο ο οποίος υπόκειται σε επί­βλεψη της υγείας όπως καθορίζεται στην παρ. 2, πρέ­πει να τηρείται και να ενημερώνεται ατομικός ιατρικός φάκελος.

   Οι ατομικοί ιατρικοί φάκελοι περιλαμβάνουν περίληψη των αποτελεσμάτων της επίβλεψης της υγείας. Τηρού­νται υπό κατάλληλη μορφή έτσι ώστε να είναι δυνατό να τους συμβουλεύεται κανείς αργότερα, χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο. Η τήρηση και ενημέρωση των ατομικών ιατρικών φακέλων των εργαζομένων, καθώς και η επεξεργασία του περιεχομένου τους, τελούν υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 6 και 7 του ν.2472/1997 «Προστασία ατόμου από την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων» (ΦΕΚ Α' 50).

   Ο ατομικός ιατρικός φάκελος περιλαμβάνει τα εξής τουλάχιστον στοιχεία:

   α) το ονοματεπώνυμο και το είδος της εργασίας του εργαζόμενου,

   β) τους λόγους για τους οποίους ασκείται η ιατρική επίβλεψη,

   γ) τις ημερομηνίες διενέργειας των ιατρικών εξετά­σεων,

   δ) τα αποτελέσματα των κλινικών εξετάσεων,

   ε) την ερμηνεία των αποτελεσμάτων,

   στ) τα στοιχεία από το ιατρικό και επαγγελματικό ιστορικό του εργαζόμενου και

   ζ) τα μέτρα που λήφθηκαν με βάση τα αποτελέσματα των εξετάσεων.

   Τα παραπάνω στοιχεία καταχωρούνται το συντομό­τερο δυνατό και πάντως μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέ­ρες από τη διενέργεια των αντίστοιχων ελέγχων και εξετάσεων και τηρούνται για είκοσι (20) τουλάχιστον χρόνια.

   Μετά την παρέλευση του διαστήματος αυτού, οι φά­κελοι αποστέλλονται με μέριμνα του εργοδότη στο Κέντρο Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (Κ.Υ.Α.Ε.) για ερευνητικούς σκοπούς χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο.

   Αντίγραφα των ατομικών ιατρικών φακέλων παρέ­χονται στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας και στο Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κατόπιν σχετικής αίτησης.

   Κάθε εργαζόμενος, κατόπιν σχετικής αίτησης, έχει πρόσβαση στον ατομικό του ιατρικό φάκελο.

   Σε περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση παύει τις δραστηριότητες της, οι ατομικοί ιατρικοί φάκελοι παραδίδονται στο Κ.Υ.Α.Ε.

 

   4. Σε κάθε περίπτωση που διαπιστώνεται έκθεση των εργαζομένων πάνω από τις οριακές τιμές που αναφέρο­νται στα παραρτήματα I και II, πρέπει να παρέχεται, σε όσους εργαζόμενους έχουν εκτεθεί, κατάλληλη ιατρική επίβλεψη της υγείας τους.

   Κατάλληλη ιατρική επίβλεψη της υγείας παρέχεται επίσης και σε κάθε εργαζόμενο που πάσχει από δια-γνώσιμη ασθένεια ή έχει υποστεί δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του, οι οποίες, κατά την εκτίμηση του ιατρού εργασίας ή ιατρού με συναφή ειδικότητα προς την πά­θηση, είναι αποτέλεσμα της έκθεσης σε τεχνητή οπτική ακτινοβολία κατά την εργασία.

   Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, όταν γίνεται υπέρβαση οριακών τιμών ή διαπιστώνονται αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία (συμπεριλαμβανομένων ασθενειών):

   α) ο εργαζόμενος ενημερώνεται από τον ιατρό εργα­σίας ή από την αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας για το αποτέλεσμα που τον αφορά προσωπικά και του παρέχο­νται πληροφορίες και συμβουλές οι οποίες αφορούν την επίβλεψη της υγείας στην οποία θα πρέπει να υπόκειται, μετά το τέλος της έκθεσης,

   β) ο εργοδότης ενημερώνεται για κάθε σημαντικό εύ­ρημα στο πλαίσιο της επίβλεψης της υγείας, χωρίς να θίγεται το ιατρικό απόρρητο,

   γ) ο εργοδότης:

- επανεξετάζει την εκτίμηση των κινδύνων η οποία πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 4,

- επανεξετάζει τα μέτρα που προβλέπονται για την εξάλειψη ή τη μείωση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 5,

- λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του ιατρού εργασίας και του τεχνικού ασφάλειας ή τις υποδείξεις των αρμοδί­ων οργάνων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, προκειμένου να εφαρμόσει τα μέτρα τα οποία απαιτούνται για την εξάλειψη ή τη μείωση των κινδύνων σύμφωνα με το άρθρο 5, (συμπεριλαμβανομέ­νης της δυνατότητας τοποθέτησης του εργαζομένου σε άλλη θέση εργασίας όπου δεν υπάρχει κίνδυνος έκθεσης του) και

- μεριμνά για τη συνεχή επίβλεψη της υγείας και λαμβάνει μέτρα για την επανεξέταση της κατάστασης της υγείας οποιουδήποτε άλλου εργαζομένου που έχει υποστεί παρόμοια έκθεση. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ιατρός εργασίας ή τα αρμόδια όργανα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προ­τείνουν την υποβολή σε ιατρική εξέταση των ατόμων που υφίστανται έκθεση.

 

’ρθρο 9

Έλεγχος εφαρμογής

 

   Ο έλεγχος της εφαρμογής του παρόντος ανατίθεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.). Για τις επιχειρήσεις των μεταλλείων, λατομείων, ορυχείων, ο έλεγχος του παρόντος διατάγματος ανατίθεται στις Επιθεωρήσεις Μεταλλείων της Γενικής Γραμματείας Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιμα­τικής Αλλαγής.

 

’ρθρο 10

Κυρώσεις

(άρθρο 9 οδηγίας)

 

   1. Σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε.. Μετά την επιβολή κύρωσης κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 71 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε. δεν επιβάλλεται κύρωση κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού για την ίδια παράβαση.

 

   2. Ως προς την ποινική ευθύνη για παραβάσεις του παρόντος, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 72 του Κ.Ν.Υ.Α.Ε..

 

’ρθρο 11

Προσάρτηση Παραρτημάτων

 

ΤΜΗΜΑ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   Προσαρτώνται και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του παρόντος διατάγματος το παράρτημα Ι «Ασύμφω-νη οπτική ακτινοβολία» και το παράρτημα ΙΙ «Οπτική ακτινοβολία λέιζερ».

 

 

’ρθρο 12

(άρθρο 15 οδηγίας)

Έναρξη ισχύος

 

   Η ισχύς του παρόντος διατάγματος αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

   Στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης αναθέτουμε τη δημοσίευση και την εκτέλεση του πα­ρόντος διατάγματος.

 

Αθήνα, 31 Αυγούστου 2010