ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ 332/2003 ΦΕΚ 285 Α/12.12.2003

 

Συμμόρφωση προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/17/ΕΚ για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Έχοντας υπόψη:

1. Τις διατάξεις του άρθρου 4 του Ν. 1337/1983 «Εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου» (Α' 34), όπως αντικαταστάθηκαν με τα άρθρα 6 παραγρ. 4 του Ν. 1440/1984 (Α' 70) και τροποποιήθηκαν με τα άρθρα 7 του Ν. 1775/1988 (Α' 101), 31 του Ν. 2076/1992 (Α' 130), 19του Ν. 2367/1995 (Α' 261) και 22 του Ν. 2789/2000 (Α' 21), καθώς και τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 1338/1983, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990 (Α' 101).

 

2. Τις διατάξεις του Ν. 1558/1985 «Κυβέρνηση και Κυβερνητικά Όργανα» (Α' 137), όπως ισχύει.

 

3. Τις διατάξεις του άρθρου 29Α του Ν. 1558/1985, όπως προσετέθη με το άρθρο 27 του Ν. 2081/1992 (Α' 154) και τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 (παραγ. 2περίπ. α') του Ν. 2469/1997 (Α'38).

 

4. Τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 του Π.Δ. 81/2002 (Α'57) «Συγχώνευση των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών».

 

5. Την 21386/16.7.2003 κοινή απόφαση του Πρωθυπουργού και του Υπουργού Ανάπτυξης «Ανάθεση αρμοδιοτήτων στον Υφυπουργό Ανάπτυξης Κίμωνα Κουλούρη» (Β'985).

 

6. Το γεγονός ότι δεν προκαλείται δαπάνη εις βάρος του Κρατικού Προϋπολογισμού.

 

7. Την 386/2003 Γνωμοδότηση του Συμβουλίου της Επικρατείας, μετά από πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του Υφυπουργού Ανάπτυξης, αποφασίζουμε:

 

 

’ρθρο 1

Σκοπός του διατάγματος αυτού είναι η προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως (Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει) προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2001/17/ΕΚτου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2001 «για την εξυγίανση και την εκκαθάριση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων» (L110/28/20.4.2001). Για το σκοπό αυτό αντικαθίστανται, τροποποιούνται και συμπληρώνονται οι διατάξεις του Ν.Δ. 400/70 (Α' 10) «Περί Ιδιωτικής Επιχειρήσεως Ασφαλίσεως» όπως ισχύει τροποποιημένο.

 

 

 

’ρθρο 2

 

άρθρο 2 οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Στο άρθρο 2α Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει προστίθενται εδάφια λ, λα, λβ, λγ και λδ και τα υπάρχοντα λ και λα αναριθμούνται ως λε και λστ αντίστοιχα.

«λ. «Μέτρα εξυγίανσης» θεωρούνται όσα μέτρα συνεπάγονται οιανδήποτε παρέμβαση διοικητικών αρχών και σκοπό έχουν να διασφαλίσουν ή να αποκαταστήσουν την οικονομική κατάσταση ασφαλιστικής επιχείρησης σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 9 και 17 γ του παρόντος ακόμα και αν θίγονται προϋπάρχοντα δικαιώματα άλλων συμβαλλομένων μερών και όχι αυτής καθ' αυτής της ασφαλιστικής επιχείρησης.

λα. «Διαδικασίες εκκαθάρισης» θεωρούνται οι συλλογικές διαδικασίες που συνεπάγονται τη ρευστοποίηση του ενεργητικού μιας ασφαλιστικής επιχείρησης και τη διανομή των εσόδων της μεταξύ των πιστωτών, των μετόχων ή των μελών και οι οποίες οπωσδήποτε συνεπάγονται παρέμβαση διοικητικών ή δικαστικών αρχών ακόμα και όταν οι συλλογικές διαδικασίες περατώνονται με συμβιβασμό ή άλλο ανάλογο μέτρο, είτε βασίζονται σε αφερεγγυότητα είτε όχι, και είτε είναι εκούσιες είτε υποχρεωτικές.

λβ. «Αρμόδιες αρχές» για τα μέτρα εξυγίανσης ή τη διαδικασία εκκαθάρισης είναι οι σε κάθε περίπτωση αρμόδιες διοικητικές ή δικαστικές αρχές.

λγ. «Εκκαθαριστής» είναι κάθε πρόσωπο ή όργανο διοριζόμενο από τις αρμόδιες αρχές ή κατά περίπτωση από τα διοικητικά όργανα ασφαλιστικής επιχείρησης, έργο του οποίου είναι η διαχείριση των διαδικασιών εκκαθάρισης.

λδ. «Απαίτηση από ασφάλιση» για τις ανάγκες των διαδικασιών εκκαθάρισης, θεωρείται κάθε ποσό που οφείλει η ασφαλιστική επιχείρηση σε ασφαλισμένους, κατόχους ασφαλιστηρίων συμβολαίων, δικαιούχους, ή σε κάθε ζημιωθέντα, οι οποίοι έχουν δικαίωμα άσκησης ευθείας αγωγής κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης που απορρέει από την ασφαλιστική σύμβαση, περιλαμβανομένων των ποσών που αποθεματοποιούνται για τα προαναφερόμενα πρόσωπα, όταν δεν έχουν ακόμη καταστεί γνωστά ορισμένα στοιχεία της οφειλής.

Τα ασφάλιστρα που οφείλονται από ασφαλιστική επιχείρηση λόγω μη κατάρτισης ή ακύρωσης ασφαλιστικών συμβάσεων θεωρούνται επίσης απαιτήσεις από ασφάλιση για τις ανάγκες των διαδικασιών εκκαθάρισης».

 

 

’ρθρο 3

 

(άρθρο 4 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Μετά το άρθρο 6γ του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει προστίθεται άρθρο 6δ, ως εξής :

 

«’ρθρο 6δ

1. Αποφάσεις των άλλων κρατών - μελών για τη λήψη μέτρων εξυγίανσης παράγουν πλήρη αποτελέσματα στην Ελλάδα. Αντίστοιχα τα κατά το άρθρο 2α εδ. λ του παρόντος μέτρα εξυγίανσης ασφαλιστικής επιχείρησης και των υποκαταστημάτων της σε άλλα κράτη - μέλη, τα οποία λαμβάνονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο, παράγουν πλήρη αποτελέσματα στα άλλα κράτη - μέλη.

Η λήψη μέτρων εξυγίανσης δεν εμποδίζει την έναρξη διαδικασιών εκκαθάρισης.

 

2. Εφαρμοστέο δίκαιο στη λήψη των μέτρων εξυγίανσης είναι το ελληνικό με την επιφύλαξη των άρθρων 9β και 12β του παρόντος».

 

 

’ρθρο 4

 

(άρθρα 5 και 6 παρ. 1, 2, 3 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

1. Η παρ. 3 του άρθρου 9 Ν.Δ. 400/70 όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

«3. Το Υπουργείο Ανάπτυξης ειδοποιεί επειγόντως τις εποπτικές αρχές όλων των άλλων κρατών-μελών για την απόφαση του να λάβει τα μέτρα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου καθώς και για τα ενδεχόμενα πρακτικά αποτελέσματα των μέτρων αυτών.

Η σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης δημοσιεύεται, αμελλητί και στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Με τη δημοσίευση αυτή καθορίζεται ως εφαρμοστέο δίκαιο για τα ληφθέντα μέτρα το ελληνικό.

Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανεξάρτητα από την εφαρμογή των διατάξεων περί δημοσίευσης του προηγουμένου εδαφίου».

 

2. Μετά την παράγραφο 4 του άρθρου 17γ του Ν.Δ. 400/70 όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 5 και οι παράγραφοι 5 και 6 αναριθμούνται σε 6 και 7.

 

«5. Το Υπουργείο Ανάπτυξης ειδοποιεί επειγόντως τις εποπτικές αρχές όλων των άλλων κρατών μελών για την υποβολή σχεδίου οικονομικής ανασυγκρότησης ή βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης από ασφαλιστική επιχείρηση κατ' εφαρμογήν των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος άρθρου, καθώς και για τα ενδεχόμενα πρακτικά αποτελέσματα των μέτρων αυτών».

 

’ρθρο 5

(άρθρα 8 και 18 παρ. 2 και άρθρα 9, 22, 24 και 26 της οδηγίας 2001 /17/ΕΚ)

 

Μετά το άρθρο 9 του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει, προστίθενται άρθρα 9α και 9β ως εξής:

 

«’ρθρο 9α

1. Η απόφαση για την έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης ελληνικής ασφαλιστικής επιχείρησης, κατά την έννοια του άρθρου 2α εδ. λα του παρόντος, περιλαμβάνει και τα υποκαταστήματα της σε άλλα κράτη - μέλη. Η σχετική απόφαση παράγει τα αποτελέσματα της σε όλα τα κράτη-μέλη και μπορεί να λαμβάνεται ανεξάρτητα από τη λήψη μέτρων εξυγίανσης. Ανάλογες αποφάσεις των άλλων κρατών - μελών παράγουν αποτελέσματα στην Ελλάδα.

2. Το Υπουργείο Ανάπτυξης ενημερώνει επειγόντως τις εποπτικές αρχές όλων των άλλων κρατών - μελών για την απόφαση να κινηθεί διαδικασία εκκαθάρισης και για τα πιθανά πρακτικά αποτελέσματα που συνεπάγεται η έναρξη αυτής της διαδικασίας. Επίσης ενημερώνει τις εποπτικές αρχές των άλλων κρατών-μελών για την εξέλιξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, εφόσον τούτο ζητηθεί από αυτές».

 

«’ρθρο 9β

1.  Εφαρμοστέο δίκαιο στην έκδοση απόφασης για την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης, καθώς και στη διαδικασία και τα αποτελέσματα της, είναι το Ελληνικό Δίκαιο, με την επιφύλαξη του άρθρου 12β του παρόντος.

2. Το Ελληνικό δίκαιο καθορίζει ιδίως:

Α) Τα στοιχεία του ενεργητικού που αποτελούν την περιουσία και την μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού που απέκτησε η ασφαλιστική επιχείρηση ή έχουν υπαχθεί σε αυτήν, μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης.

Β) Τις αντίστοιχες αρμοδιότητες και δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης και του εκκαθαριστή.

Γ) Τις προϋποθέσεις επιτρεπτού του συμψηφισμού, άλλως οι πιστωτές έχουν το δικαίωμα να προτείνουν συμψηφισμό κατά το δίκαιο που διέπει την απαίτηση της ασφαλιστικής επιχείρησης.

Δ) Τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης στις ισχύουσες συμβάσεις στις οποίες η ασφαλιστική επιχείρηση είναι συμβαλλόμενο μέρος.

Ε) Τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης στις εκκρεμείς δίκες που έχουν κινήσει οι πιστωτές, με εξαίρεση των εκκρεμοδικιών που αφορούν στοιχεία του ενεργητικού ή δικαίωμα του οποίου έχει απεκδυθεί η ασφαλιστική επιχείρηση, οπότε εφαρμοστέο δίκαιο καθίσταται μόνον το δίκαιο του κράτους-μέλους στο οποίο υφίσταται η εκκρεμοδικία.

ΣΤ) Τις απαιτήσεις που μπορούν να αναγγελθούν και τη νομική μεταχείριση αυτών που γεννώνται μετά την έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης.

Ζ) Τις προϋποθέσεις αναγγελίας, επαλήθευσης και αποδοχής των απαιτήσεων.

Η) Τις προϋποθέσεις που διέπουν τη διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης, τη σειρά κατάταξης των πιστωτών και τα δικαιώματα των πιστωτών που ικανοποιήθηκαν μερικώς μετά την εκκαθάριση με βάση εμπράγματο δικαίωμα ή δια συμψηφισμού.

Θ) Τους όρους, τα αποτελέσματα της περάτωσης της διαδικασίας εκκαθάρισης, ιδίως μετά από συμβιβασμό καθώς και τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την περάτωση της διαδικασίας εκκαθάρισης.

Ι) Τον καταλογισμό των εξόδων και των δαπανών της διαδικασίας εκκαθάρισης.

ΙΑ) Τους κανόνες περί ακυρότητας, ακύρωσης και κήρυξης του ανενεργού των επιβλαβών για τους πιστωτές δικαιοπραξιών, εκτός εάν, το πρόσωπο που ωφελήθηκε από δικαιοπραξία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών αποδείξει ότι: α) η εν λόγω δικαιοπραξία διέπεται από το δίκαιο άλλου κράτους-μέλους και β) το δίκαιο αυτό δεν προβλέπει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσβολή της δικαιοπραξίας.

 

3. Οι εξαιρέσεις των περιπτώσεων Γ, Ε' και ΙΑ' της παραπάνω παραγράφου ισχύουν και για τα αποτελέσματα των μέτρων εξυγίανσης».

 

 

’ρθρο 6

 

(άρθρο 10 παρ. 1α της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Το άρθρο 10 παρ. 1 εδ. 1 του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

«1. Οι δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση και οι καθολικοί και ειδικοί τους διάδοχοι έχουν προνόμιο στην ασφαλιστική τοποθέτηση, που προηγείται από κάθε άλλο γενικό ή ειδικό προνόμιο εκτός από το προνόμιο της παραγράφου 9 του άρθρου 12α του παρόντος».

 

 

’ρθρο 7

(άρθρο 10 παρ. 3 και Παράρτημα παρ. 1, 2, 3 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Στο τέλος του άρθρου 8 παρ. 2 του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει προστίθενται εδάφια, ως εξής:

«Τα στοιχεία αυτά εγγράφονται σε ειδικά μητρώα, τα οποία τηρούν χωριστά για κάθε είδος ασφαλιστικής τοποθέτησης οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα θέματα τήρησης των μητρώων αυτών, καθώς και του χρόνου καταχώρησης των περιουσιακών στοιχείων όλων των ασφαλιστικών τοποθετήσεων.

Τα περιουσιακά στοιχεία που απαρτίζουν την ασφαλιστική τοποθέτηση ασφαλιστικής επιχείρησης που ασκεί ασφαλίσεις ζωής και συγχρόνως και τους κλάδους 1 και 2 των ασφαλίσεων κατά ζημιών, κατ' εφαρμογή του άρθρου 3α παρ. 3 του παρόντος, εγγράφονται στο ειδικό μητρώο της ασφαλιστικής τοποθέτησης ασφαλίσεων ζωής».

 

 

’ρθρο 8

(άρθρα 10 παρ. 3, 13, 14, 15, 17 παρ. 1, 18 παρ. 1, 27, 28 και Παράρτημα παρ. 5,6,7, και 8 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ).

 

Το άρθρο 12α του Ν.Δ. 400/70 όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

«’ρθρο 12α

1. Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης για παράβαση νόμου, καθώς και σε κάθε περίπτωση λύσης του νομικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης στην οποία έχει απαγορευθεί η ελεύθερη διάθεση περιουσιακών στοιχείων, ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης.

Η απόφαση περί ασφαλιστικής εκκαθάρισης που ορίζει τον επόπτη και το εφαρμοστέο δίκαιο καταχωρείται στο Μητρώο ασφαλιστικών ανωνύμων εταιριών και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθώς και στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η απόφαση για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα σε άλλο κράτος - μέλος καταχωρείται στο μητρώο που τηρείται για το λόγο αυτό στο Υπουργείο Ανάπτυξης, το περιεχόμενο του οποίου καθορίζεται με Υπουργική Απόφαση.

Κατά το στάδιο αυτό και μέχρι την περάτωση της εκκαθάρισης η ασφαλιστική επιχείρηση δεν μπορεί να κηρυχθεί σε πτώχευση.

 

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παρ. 7 του παρόντος, σε περίπτωση έναρξης της διαδικασίας εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης οι εγγραφές στα ειδικά μητρώα του άρθρου 8 παρ. 2 του παρόντος δεν μεταβάλλονται εκτός των διορθώσεων ή τεχνικών λαθών, χωρίς προηγούμενη άδεια του Υπουργού Ανάπτυξης.

Με απόφαση του εκκαθαριστή, η αξία των ασφαλίστρων που εισπράττονται, ως και κάθε άλλη απόδοση αυτών, που προκύπτει για την ασφαλιστική επιχείρηση μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης και μέχρι τη λήξη της, προστίθενται με εγγραφή στα ειδικά μητρώα του άρθρου 8 παρ. 2 του παρόντος.

Εάν το προϊόν ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που απαρτίζουν την ασφαλιστική τοποθέτηση υστερεί της αναγραφόμενης στα ειδικά μητρώα του άρθρου 8 παρ. 2 του παρόντος, αξίας, ο εκκαθαριστής και ο επόπτης εκκαθάρισης αιτιολογούν το γεγονός αυτό εγγράφως στον Υπουργό Ανάπτυξης.

 

3. Ο Υπουργός Ανάπτυξης διορίζει και ανακαλεί ως επόπτη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης πρόσωπο με ειδικές γνώσεις και πείρα σε θέματα λειτουργίας ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Με την ίδια απόφαση ορίζεται και η αμοιβή του επόπτη. Ο επόπτης υποβάλλει μέσα σε τρεις ημέρες από την επίδοση του διορισμού του, αίτηση διορισμού εκκαθαριστή στο αρμόδιο δικαστήριο. Μέχρι το διορισμό εκκαθαριστή ο επόπτης ασκεί όλες τις εξουσίες του εκκαθαριστή.

Μετά το διορισμό εκκαθαριστή ο επόπτης παρακολουθεί τις επί μέρους εργασίες της εκκαθάρισης, γνωματεύει, εφόσον το ζητήσει ο εκκαθαριστής, σε θέματα της εκκαθάρισης, ενημερώνει γραπτά τον Υπουργό Ανάπτυξης για την πορεία της εκκαθάρισης τουλάχιστον ανά δίμηνο και όποτε άλλοτε του ζητηθεί και υποβάλλει έκθεση μετά τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης.

Ο επόπτης, μπορεί επίσης να παρεμβαίνει πρόσθετα σε δίκες που διεξάγει ο εκκαθαριστής. Τυχόν ακυρότητα του διορισμού του επόπτη δε θίγει το κύρος των πράξεων του κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

 

4. Σε περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης ο εκκαθαριστής διορίζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 739 και επόμενα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αντίθετες διατάξεις των καταστατικών δεν ισχύουν. Εκκαθαριστής διορίζεται πρόσωπο με ειδική γνώση και πείρα σε θέματα ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων από κατάλογο 30 τουλάχιστον προσώπων που καταρτίζεται και τηρείται στο Υπουργείο Ανάπτυξης, μετά από πρόταση της επιτροπής ιδιωτικής ασφάλισης. Το δικαστήριο οφείλει να δικάσει την αίτηση μέσα σε πέντε ημέρες και να εκδώσει την απόφαση του το αργότερο μέσα σε πέντε ημέρες. Αναστολή της ισχύος της απόφασης δεν χωρεί.

Με την ίδια δικαστική απόφαση ορίζεται και η αμοιβή του εκκαθαριστή.

Ο κατά τα ανωτέρω διοριζόμενος εκκαθαριστής δικαιούται να ασκεί όλες τις κατά το παρόν αρμοδιότητες του εντός όλων των κρατών-μελών. Ο διορισμός του αποδεικνύεται με την προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του πρωτοτύπου της δικαστικής απόφασης διορισμού του. Ο εκκαθαριστής δύναται να ορίζει με ειδικό πληρεξούσιο κατόπιν έγκρισης του επόπτη, πρόσωπα για τη διευθέτηση θεμάτων που προκύπτουν σε άλλο κράτος - μέλος, εάν τούτο είναι αναγκαίο, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εκκαθάρισης. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του σε άλλο κράτος - μέλος, ο εκκαθαριστής τηρεί τους νόμους του κράτους αυτού και ιδίως τις διαδικασίες ρευστοποίησης του ενεργητικού και ενημέρωσης των εργαζομένων. Οι αρμοδιότητες αυτές δεν περιλαμβάνουν δικαίωμα χρήσης βίας ούτε δικαίωμα λήψης απόφασης επί νομικών διαδικασιών ή διαφορών. Επίσης ο εκκαθαριστής και κάθε άλλο δεόντως εξουσιοδοτημένο πρόσωπο μπορούν να ζητούν καταχώρηση της απόφασης για τη διαδικασία εκκαθάρισης στα δημόσια βιβλία που τηρούνται στα άλλα κράτη-μέλη. Τα έξοδα καταχώρησης λογίζονται ως έξοδα και δαπάνες της διαδικασίας.

Για την απόδειξη διορισμού εκκαθαριστή άλλου κράτους - μέλους απαιτείται προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου του πρωτοτύπου της απόφασης διορισμού του ή οποιασδήποτε άλλης βεβαίωσης που εκδίδει η αρμόδια αρχή αυτού του κράτους-μέλους μεταφρασμένων στην ελληνική γλώσσα.

 

5. Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της ασφαλίσεων αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται σε ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση.

Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων ασφαλίσματος κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης.

 

6. Με τη θέση της επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση οι εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων με πρωτοβουλία των δικαιούχων ασφαλίσματος ή του επόπτη εκκαθάρισης και του εκκαθαριστή ή του επόπτη πτώχευσης και του συνδίκου. Εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιουδήποτε νομιμοποιουμένου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό.

 

7. Ο εκκαθαριστής μπορεί να συνάπτει δάνεια με πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό να εξοφλεί δικαιούχους ασφαλίσματος. Οι απαιτήσεις από τα δάνεια αυτά έχουν το προνόμιο της παρ. 1 του άρθρου 10.

 

8. Η αίτηση πτώχευσης ασφαλιστικής επιχείρησης πρέπει για το παραδεκτό της συζήτησης να έχει κοινοποιηθεί προ δέκα ημερών στην αρμόδια διεύθυνση του Υπουργείου Ανάπτυξης. Ο γραμματέας του δικαστηρίου που κηρύσσει την πτώχευση κοινοποιεί απόσπασμα της σχετικής απόφασης στο Υπουργείο Ανάπτυξης μέσα σε πέντε ημέρες από τη δημοσίευση της. Ο Υπουργός Ανάπτυξης διορίζει αμέσως επόπτη (επόπτης πτώχευσης) για τον οποίο εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις οι σχετικές με τον επόπτη εκκαθάρισης.

 

9. Οι αμοιβές και τα έξοδα του επόπτη εκκαθάρισης ή πτώχευσης και του εκκαθαριστή της ασφαλιστικής εκκαθάρισης έχουν προνόμιο που προηγείται από κάθε άλλο γενικής ή ειδικής κατηγορίας σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης. Οι αμοιβές και τα έξοδα του συνδίκου για τις εργασίες εκκαθάρισης του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου έχουν το ίδιο προνόμιο.

 

10. Ύστερα από αίτηση μετόχων ή εταίρων που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) του κεφαλαίου ασφαλιστικής επιχείρησης, του εκκαθαριστή ή του επόπτη, ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί, εφόσον έχει περατωθεί η εκκαθάριση του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου, να κηρύξει τη λήξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Η εκκαθάριση δοσοληψιών εκτός ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου συνεχίζεται κατά τις διατάξεις που διέπουν την εκκαθάριση του νομικού προσώπου της επιχείρησης (κοινή εκκαθάριση).

Ανεξάρτητα από την υπαγωγή της επιχείρησης στο καθεστώς της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, η περάτωση των εκτός του ασφαλιστικού χαρτοφυλακίου εκκρεμών υποθέσεων συνεχίζεται κατά τις διατάξεις της κοινής εκκαθάρισης.

 

11. Λύση του νομικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης, που επέρχεται για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από πτώχευση και από λόγους της παραγράφου 1, γνωστοποιείται αμέσως στο Υπουργείο Ανάπτυξης. Ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί με απόφαση του, που εκδίδεται μέσα σε δεκαπέντε ημέρες, να θέσει την επιχείρηση σε ασφαλιστική εκκαθάριση. Απαγορεύεται και είναι άκυρη κάθε απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης κατά το χρονικό διάστημα από τη λύση του νομικού προσώπου μέχρι την έκδοση της ως άνω απόφασης του Υπουργού ή τη λήξη της ως άνω προθεσμίας.

 

12. Σε κάθε περίπτωση έναρξης διαδικασίας εκκαθάρισης ασφαλιστικής επιχείρησης ανακαλείται η άδεια λειτουργίας της. Η ως άνω ανάκληση δεν εμποδίζει τον εκκαθαριστή και κάθε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο προς τούτο από τις αρμόδιες αρχές να συνεχίζει ορισμένες δραστηριότητες της ασφαλιστικής επιχείρησης εφόσον αυτό απαιτείται ή ενδείκνυται για τους σκοπούς της εκκαθάρισης με τη συναίνεση και υπό τον έλεγχο του Υπουργού Ανάπτυξης.

 

13. Ο Υπουργός Ανάπτυξης μπορεί με απόφαση του να υπαγάγει στις διατάξεις για την ασφαλιστική εκκαθάριση ασφαλιστική επιχείρηση που βρίσκεται σε κοινή εκκαθάριση.

 

14. Ο εκκαθαριστής και ο επόπτης της εκκαθάρισης δεν υπέχουν ποινική ευθύνη ούτε προσωποκρατούνται ούτε υπέχουν οποιαδήποτε άλλη ευθύνη για χρέη της ασφαλιστικής επιχείρησης προς το Δημόσιο ή τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους. Το χρονικό διάστημα της θητείας τους ανέρχεται σε δύο (2) χρόνια, που μπορεί να ανανεώνεται.

 

15. Το κατ' άρθρο 19 του Ν. 489/76 Επικουρικό Κεφάλαιο, το οποίο υπεισέρχεται αυτοδικαίως στις υποχρεώσεις και στα δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης, διαχειρίζεται από κοινού με τα άλλα αρμόδια όργανα ειδικά το χαρτοφυλάκιο κλάδου αστικής ευθύνης αυτοκινήτων που βρίσκεται σε ασφαλιστική ή κοινή εκκαθάριση ή πτώχευση.

 

16. Με την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, ο εκκαθαριστής ενημερώνει αμελλητί και ατομικά με γραπτό σημείωμα κάθε γνωστό πιστωτή που έχει συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα σε άλλο κράτος-μέλος.

Το αναφερόμενο ως άνω σημείωμα αναφέρει ιδίως τις προθεσμίες, τις κυρώσεις που ορίζονται για τις εν λόγω προθεσμίες, το όργανο ή την αρχή που έχει εξουσιοδοτηθεί προκειμένου να δεχθεί την αναγγελία απαιτήσεων ή παρατηρήσεις σχετικά με τις απαιτήσεις καθώς και τα υπόλοιπα επιβληθέντα μέτρα. Το σημείωμα αναφέρει επίσης αν οι πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις είναι προνομιακές ή έχουν εμπράγματη ασφάλεια οφείλουν να προβούν σε αναγγελία των απαιτήσεων τους.

Στην περίπτωση απαιτήσεων από ασφάλιση το σημείωμα αναφέρει επίσης τα γενικά αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης επί των ασφαλιστηρίων συμβολαίων, και ιδίως την ημερομηνία από την οποία τα ασφαλιστήρια συμβόλαια ή οι πράξεις παύουν να παράγουν αποτελέσματα και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του ασφαλισμένου όσον αφορά το ασφαλιστήριο ή την πράξη.

Οι πληροφορίες του σημειώματος παρέχονται στην ελληνική γλώσσα σε έντυπο που φέρει τον τίτλο «πρόσκληση για αναγγελία απαιτήσεως τηρητέες προθεσμίες» διατυπωμένο σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατ' εξαίρεση, οι πληροφορίες του σημειώματος παρέχονται στην επίσημη γλώσσα του κράτους συνήθους διαμονής, κατοικίας ή έδρας του πιστωτή που είναι δικαιούχος απαιτήσεως από ασφάλιση.

 

17. Ο εκκαθαριστής ενημερώνει τακτικά με τον πλέον πρόσφορο τρόπο τους πιστωτές, ιδίως σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης.

 

18. Η κατά την παράγραφο 1 του παρόντος καταχώρηση της απόφασης για εκκαθάριση στο Μητρώο ασφαλιστικών ανωνύμων εταιριών, οι κατά την παράγραφο 2 του παρόντος προβλέψεις για τα ειδικά μητρώα του άρθρου 8 παρ. 2, ο κατά την παράγραφο 4 του παρόντος διορισμός από τον εκκαθαριστή άλλων προσώπων και η κατά τις παραγράφους 16 και 17 του παρόντος υποχρέωση ενημέρωσης των πιστωτών ισχύουν και στην κοινή εκκαθάριση».

 

 

’ρθρο 9

 

(άρθρα 16 και 17 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν.Δ. 400/70 όπως ισχύει προστίθενται εδάφια, ως εξής:

«Δικαιούχοι απαιτήσεων από ασφάλιση που έχουν συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα σε άλλο κράτος-μέλος, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων αρχών των κρατών-μελών, δικαιούνται να αναγγέλλουν τις απαιτήσεις τους, τυγχάνοντας της αυτής μεταχείρισης και κατάταξης με τις ομοειδείς απαιτήσεις δικαιούχων, οι οποίοι έχουν συνήθη διαμονή, κατοικία ή έδρα στην Ελλάδα.

Η αναγγελία των προαναφερομένων απαιτήσεων μπορεί να γίνεται στην επίσημη γλώσσα του κράτους-μέλους συνήθους διαμονής, κατοικίας ή έδρας των δικαιούχων.«

 

 

’ρθρο 10

 

(άρθρα 19, 20, 21, 23 και 25 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Μετά το άρθρο 12α του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 12β ως εξής:

 

«’ρθρο12β

1. Κατά παρέκκλιση των άρθρων 6δ και 9β του παρόντος, τα αποτελέσματα της έναρξης μέτρων εξυγίανσης ή διαδικασίας εκκαθάρισης επί των συμβάσεων και των δικαιωμάτων που προσδιορίζονται κατωτέρω, διέπονται από τους ακόλουθους κανόνες:

α) Οι συμβάσεις απασχόλησης και οι εργασιακές σχέσεις διέπονται μόνον από το δίκαιο του κράτους-μέλους το οποίο διέπει τη σύμβαση απασχόλησης ή την εργασιακή σχέση.

β) Η σύμβαση η οποία παρέχει δικαίωμα χρήσεως ακινήτου ή κτήσεως κυριότητος επ' αυτού, διέπεται μόνον από το δίκαιο του κράτους-μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο.

γ) Τα δικαιώματα της ασφαλιστικής επιχείρησης επί ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους που υπόκεινται σε υποχρεωτική εγγραφή σε δημόσιο βιβλίο, διέπονται από το δίκαιο του κράτους-μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου.

 

2. Η έναρξη μέτρων εξυγίανσης ή διαδικασίας εκκαθάρισης δε θίγει τα εμπράγματα δικαιώματα πιστωτών ή τρίτων επί ενσωμάτων ή αυλών πραγμάτων, κινητών ή ακινήτων, επί συγκεκριμένων στοιχείων του ενεργητικού ή και στοιχείων του ενεργητικού ως συνόλου, που κατά καιρούς αλλάζει, τα οποία ανήκουν στην ασφαλιστική επιχείρηση και ευρίσκονται εντός της επικράτειας άλλου κράτους-μέλους κατά την έναρξη των εν λόγω μέτρων ή της διαδικασίας.

 

3. Τα δικαιώματα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο είναι ιδίως:

α) Το δικαίωμα απευθείας ή μέσω τρίτου διάθεσης στοιχείου του ενεργητικού και ικανοποίησης από το τίμημα ή τις προσόδους του, ιδίως δυνάμει ενεχύρου ή υποθήκης.

β) Το αποκλειστικό δικαίωμα είσπραξης μιας απαιτήσεως και ιδίως το δικαίωμα, το ασφαλιζόμενο είτε με ενέχυρο, αντικείμενο του οποίου είναι η απαίτηση, είτε με εκχώρηση απαιτήσεως ως εγγύηση.

γ) Το δικαίωμα διεκδίκησης και η απαίτηση επιστροφής του στοιχείου του ενεργητικού εις χείρας οιουδήποτε κατέχοντος ή καρπουμένου αντίθετα προς τη βούληση του δικαιούχου.

δ) Το εμπράγματο δικαίωμα καρπώσεως στοιχείου του ενεργητικού.

4. Εξομοιώνεται προς εμπράγματο δικαίωμα, το δικαίωμα το εγγεγραμμένο σε δημόσιο βιβλίο και αντιτάξιμο έναντι τρίτων, δια του οποίου είναι δυνατή η απόκτηση εμπραγμάτου δικαιώματος κατά την έννοια της παραγράφου 2.

5. Η παράγραφος 2 δεν πρέπει να κωλύει τις κατά το άρθρο 9β παρ. 2 ΙΑ' του παρόντος, αγωγές για αναγνώριση της ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης του ανενεργού της δικαιοπραξίας.

6. Η έναρξη μέτρων εξυγίανσης ή διαδικασίας εκκαθάρισης κατά ασφαλιστικής επιχείρησης, ως αγοραστή στοιχείου του ενεργητικού, δε θίγει τα δικαιώματα του πωλητή που βασίζονται σε επιφύλαξη κυριότητας εάν, κατά την έναρξη των εν λόγω μέτρων ή της διαδικασίας, το στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος-μέλος.

7. Η έναρξη μέτρων εξυγίανσης ή διαδικασίας εκκαθάρισης κατά ασφαλιστικής επιχείρησης, μετά την παράδοση του πωληθέντος από αυτήν στοιχείου του ενεργητικού, δεν αποτελεί λόγο λύσεως ή καταγγελίας της πωλήσεως ούτε κωλύει τον αγοραστή να αποκτήσει την κυριότητα του πωληθέντος εάν, κατά την έναρξη των εν λόγω μέτρων ή της διαδικασίας, το πωληθέν στοιχείο του ενεργητικού ευρίσκεται σε άλλο κράτος - μέλος.

8. Οι παραπάνω παράγραφοι 6 και 7 δεν κωλύουν τις, κατά το άρθρο 9β παρ. 2, ΙΑ' του παρόντος, αγωγές για αναγνώριση ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης του ανενεργού της δικαιοπραξίας.

9. Με την επιφύλαξη των παραπάνω παραγράφων 2, 3, 4 και 5, τα αποτελέσματα ενός μέτρου εξυγίανσης ή της έναρξης διαδικασίας εκκαθάρισης επί των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμμετεχόντων σε οργανωμένη αγορά, διέπονται μόνον από το δίκαιο που διέπει την εν λόγω αγορά.

10. Η προηγούμενη παράγραφος δεν κωλύει τις, κατά το άρθρο 9β πα. 2 ΙΑ' του παρόντος, αγωγές για αναγνώριση ακυρότητας, ακύρωσης ή κήρυξης του ανενεργού πληρωμών ή συναλλαγών βάσει του δικαίου που διέπει την εν λόγω οργανωμένη αγορά.

11. Εάν η ασφαλιστική επιχείρηση μετά τη λήψη μέτρου εξυγίανσης ή την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης συνάπτει δικαιοπραξία με την οποία διατίθενται εξ επαχθούς αιτίας:

α) ακίνητο,

β) πλοίο ή αεροσκάφος εγγραφόμενο υποχρεωτικά σε δημόσιο βιβλίο ή

γ) κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι, προϋπόθεση της ύπαρξης ή της μεταβίβασης των οποίων είναι η εγγραφή σε βιβλίο ή λογαριασμό, κατά τα οριζόμενα από το νόμο, ή οι οποίες κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι τοποθετούνται σε κεντρικό σύστημα καταθέσεων διεπόμενο από το δίκαιο κράτους-μέλους, το κύρος της δικαιοπραξίας διέπεται από το δίκαιο του κράτους-μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το ακίνητο, ή το δίκαιο του κράτους-μέλους το οποίο επιτάσσει την τήρηση του βιβλίου, του συστήματος ή του λογαριασμού».

 

 

’ρθρο 11

 

(άρθρο 29 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 άρθρο 50 του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

«Επίσης με το επαγγελματικό απόρρητο δεσμεύονται όλα τα πρόσωπα στα οποία διαβιβάζονται ή τα οποία παρέχουν πληροφορίες κατ εφαρμογή των άρθρων 9 παρ. 3 και 9α του παρόντος, εξαιρέσει των δικαστικών αρχών, για τις οποίες εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις».

 

 

’ρθρο 12

 

(άρθρο 30 της οδηγίας 2001/17/ΕΚ)

 

Μετά το άρθρο 20 του Ν.Δ. 400/1970 όπως ισχύει, προστίθεται άρθρο 20α ως εξής:

 

«’ρθρο 20α

 

1. Για την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τη λήψη μέτρων εξυγίανσης και διαδικασίας εκκαθάρισης που αφορούν υποκατάστημα αλλοδαπής ασφαλιστικής επιχείρησης τρίτων χωρών νοείται ως κράτος-μέλος καταγωγής, η Ελλάδα, η εποπτική αρχή της οποίας χορήγησε στο υποκατάστημα την άδεια λειτουργίας και ως αρμόδιες αρχές, οι αναφερόμενες στο άρθρο 2α εδ. λβ του παρόντος.

2. Όταν η αλλοδαπή ασφαλιστική επιχείρηση έχει υποκατάστημα εγκατεστημένο και σε άλλα κράτη - μέλη, κάθε υποκατάστημα αντιμετωπίζεται για τις ανάγκες των μέτρων εξυγίανσης και διαδικασίας εκκαθάρισης αυτόνομα».

 

 

’ρθρο 13

Οι διατάξεις του παρόντος Π.Δ. ισχύουν από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Στον Υφυπουργό Ανάπτυξης αναθέτουμε τη δημοσίευση και την εκτέλεση αυτού το Προεδρικού Διατάγματος.