ΝΟΜΟΣ 3763/2009 - ΦΕΚ 80/Α'/27.5.2009

Ενσωμάτωση Οδηγιών 2006/98/ΕΚ, 2008/8/ΕΚ και 2007/74/EK, διατάξεων των Οδηγιών 2006/112/ΕΚ και 2006/69/ΕΚ, διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, κεφαλαίου, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών και λοιπές διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

   Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

Αρθρο 1

Δήλωση εισοδήματος ανηλίκων

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

   1. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 5 του Κώδικα Φο­ρολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.), που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (ΦΕΚ151 Α'), προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

 

   «Τα προηγούμενα εδάφια έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση που το εισόδημα των ανηλίκων τέκνων προέρχεται από ακίνητα που περιήλθαν σε αυτά από ανιόντες, στους οποίους είχαν μεταβιβασθεί από τους γονείς των ανηλίκων».

 

   2. Στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύει, προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:

 

   «Σε περίπτωση που για το ανήλικο τέκνο, συντρέχει μία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις α' έως στ' της παραγράφου αυτής, τότε στην υποβαλλόμενη δήλωσή του περιλαμβάνεται και το εισόδημα που προέρχεται από περιουσιακά στοιχεία που περιήλθαν σε αυτό από χαριστικές παροχές από τους γονείς του, καθώς και το αντίστοιχο υποκατάστατό τους».

 

   3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από το οικονομικό έτος 2010.

 

Αρθρο 2

Ρυθμίσεις στη φορολογία των εμπορικών και γεωργικών επιχειρήσεων

 

   1. Οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κ.Φ.Ε. ισχύουν και για τη χρήση 2009.

 

   2. Τα ποσά φόρου που αναφέρονται στο πρώτο εδά­φιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, εφαρμόζονται και για τη χρήση 2009.

 

   3. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρ­θρου 10 του ν. 2579/1998 (ΦΕΚ 31 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται και για μεταβιβάσεις που πραγματοποιού­νται από 1.1.2009 μέχρι την 31.12.2009».

 

   4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του ν.2579/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Τα οριζόμενα με την παράγραφο αυτή ποσά φόρου επιβάλλονται και για μεταβιβάσεις που πραγματοποιού­νται από 1.1.2009 μέχρι την 31.12.2009».

 

   5. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β' της παρ.1 του άρθρου 43 του Κ.Φ.Ε. όπως ισχύει, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την 1.9.2004.

 

   6. Το τρίτο εδάφιο της παρ.1 του άρθρου 44 του Κ.Φ.Ε. όπως ισχύει, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την 1.9.2007.

 

   7. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 58 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, προστίθεται νέο πέμπτο εδάφιο ως εξής:

 

   «Εξαιρούνται της παρακράτησης φόρου εισοδήματος όσοι αποκτούν εισόδημα από τη διανομή διαφημιστικών εντύπων το οποίο δεν υπερβαίνει το ποσό των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ ετησίως».

 

Αρθρο 3

Φορολογικό απόρρητο και λοιπές διατάξεις

 

   1. Η διάταξη της παραγράφου 4 του άρθρου 47 του Κ.Φ.Ε. καταργείται.

 

   2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 70 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

Ειδικώς, όταν στο φύλλο ελέγχου περιλαμβάνονται και εισοδήματα που προέρχονται από γεωργικές ή εμπορικές επιχειρήσεις ή από την άσκηση ελευθερίου επαγγέλματος ή μόνο τέτοια εισοδήματα, που προέρ­χονται όμως αποκλειστικά από άσκηση επιχειρήσεων, που τηρούν βιβλία και στοιχεία της τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων: α) υποχρεωτικά λόγω ύψους ακαθάριστων εσόδων ή β) υποχρεωτικά λόγω νομικής μορφής ή προαιρετικά, εφόσον στις περιπτώσεις αυτές το ύψος των ακαθάριστων εσόδων υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) των ακαθάριστων εσόδων που απαιτούνται για την υποχρεωτική τήρηση βιβλίων και στοιχείων της τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, τότε η διοικητική επίλυση της διαφο­ράς γίνεται από επιτροπή που αποτελείται από τον αρμόδιο επιθεωρητή, τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας ή τους νόμιμους αναπληρωτές τους και, ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας της κρινόμενης υπόθεσης, από εκπρόσωπο του Εμπορικού και Βιομηχανικού ή του Οικονομικού ή του Βιοτεχνικού και Επαγγελματικού Επιμελητηρίου ή του εμπορικού ή επαγγελματικού συλλόγου της περιοχής, στην οποία εδρεύει η αρμόδια δημόσια οικονομική υπηρεσία».

 

   3. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 85 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, προστίθεται περίπτωση θ, ως εξής:

 

   «θ) Η χορήγηση στοιχείων στα Γραφεία και τα μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για την υπο­στήριξη των δικαιωμάτων του Δημοσίου ή απόκρουση των κατ' αυτού αξιώσεων τρίτων ενώπιον των δικα­στηρίων».

 

   4. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης ζ' της παρα­γράφου 2 του άρθρου 19 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται και προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο ως εξής:

 

   «Για τον προσδιορισμό του κεφαλαίου κάθε έτους από τα πραγματικά εισοδήματα που έχουν φορολογηθεί ή νόμιμα απαλλαγεί από το φόρο, τα οποία προκύπτουν από συμψηφισμό των θετικών και αρνητικών στοιχείων αυτών, από τα χρηματικά ποσά, τα οριζόμενα στις πε­ριπτώσεις β γ δ ε ' και στ ' και από οποιοδήποτε άλλο ποσό το οποίο αποδεδειγμένα έχει εισπραχθεί, εκπίπτουν οι δαπάνες που προσδιορίζονται στα άρ­θρα 16 και 17, εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις περί εφαρμογής του τεκμηρίου. Το προηγούμενο εδάφιο εφαρμόζεται για εισοδήματα που αποκτώνται και δαπάνες που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2009 και επόμενα».

 

   5. Ο συντελεστής παρακράτησης φόρου της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος μειώνεται μέχρι 31.12.2010 στο ένα τοις εκατό (1%).

 

   6. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 62 του Κ.Φ.Ε. καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2009.

 

Αρθρο 4

Υποκαταστήματα αλλοδαπών προσωπικών εταιρειών

 

   1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

 

   «Ειδικά για τα υποκαταστήματα αλλοδαπών ομορρύ­θμων ή ετερορρύθμων εταιρειών, ο φόρος υπολογίζεται με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) στα καθαρά κέρδη που απομένουν μετά την αφαίρεση από αυτά επιχειρηματικής αμοιβής για μέχρι τρεις (3) ομόρρυθμους εταίρους της αλλοδαπής εταιρείας, οι οποίοι είναι φυ­σικά πρόσωπα με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής. Σε περίπτωση περισσοτέρων με το ίδιο ποσοστό συμμετοχής, οι δικαιούχοι επιχειρηματικής αμοιβής ορίζονται με την αρχική δήλωση. Η επιχειρηματική αμοιβή προσδιορίζεται, με την εφαρμογή του ποσοστού συμμετοχής στα κέρδη της εταιρείας του καθένα από τους πιο πάνω εταίρους, στο ήμισυ των κερδών της εταιρείας που δηλώνονται με την οικεία δήλωση φο­ρολογίας εισοδήματος. Το εισόδημα αυτό υπόκειται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις, ανεξάρτητα αν ο δι­καιούχος της αμοιβής αυτής είναι κάτοικος ημεδαπής ή αλλοδαπής. Οι διατάξεις των τεσσάρων προηγούμενων εδαφίων έχουν εφαρμογή εφόσον οι ομόρρυθμοι εταί­ροι ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρον με βάση τη νομοθεσία του κράτους-μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η προσωπική εταιρεία».

 

   2. Η περίπτωση ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ε) Η επιχειρηματική αμοιβή του ομόρρυθμου εταίρου και του κοινωνού, η οποία προβλέπεται από τις διατά­ξεις των άρθρων 10 και 109».

 

   3. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν για εισοδή­ματα οικονομικού έτους 2010 που προκύπτουν από 1ης Ιανουαρίου 2009 και μετά.

 

Αρθρο 5

Έκπτωση δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα

 

   Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης ιγ' της παρα­γράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Σε περίπτωση κατά την οποία ο ετήσιος συντελεστής απόσβεσης που προκύπτει με τον τρόπο αυτόν είναι μικρότερος από το συντελεστή που ορίζεται από το π.δ. 299/2003 (ΦΕΚ 255 Α') για το ίδιο πάγιο στοιχείο, όταν αυτό είναι ιδιόκτητο, εφαρμόζονται τα οριζόμενα από το προεδρικό διάταγμα».

 

Αρθρο 6

Ενιαίο Τέλος Ακινήτων

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 

   1. Η περίπτωση ια' του άρθρου 8 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α'), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3670/2008 (ΦΕΚ 117 Α'), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ια) Τα Μουσεία, το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, τα Κοινωφελή Ιδρύματα, τα Ιδρύματα για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α') και οι Ξένες Αρχαιολογικές και Γεωργικές Σχολές, καθώς και τα μη κερδοσκοπικά σωματεία που επιδιώκουν αποδεδειγμένα εκπαιδευτικούς σκοπούς και τα σχολεία τους έχουν αναγνωρισθεί ως ισότιμα προς τα δημόσια για τα ι-διοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους».

 

   2. Οι δύο πρώτες παράγραφοι του άρθρου 9 του ν. 3634/2008 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «Από τη συνολική αξία των κατοικιών των φυσικών προσώπων αφαιρείται ποσό μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ (100.000 €) για τους άγαμους. Για τους έγγαμους, αφαι­ρείται ποσό μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (200.000 €), επιμεριζόμενο αναλογικά μεταξύ των κατοικιών των ιδιοκτητών που αναγράφονται στην ίδια δήλωση. Μέχρι το ποσό του προηγούμενου εδαφίου αφαιρείται και για χήρους ή διαζευγμένους ή άγαμους που βαρύνονται με προστατευόμενα σύμφωνα με τον Κώδικα Φορο­λογίας Εισοδήματος τέκνα, όπως αυτά αναγράφονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους. Το ποσό των διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000 €) προσαυξάνεται κατά τριάντα χιλιάδες ευρώ (30.000 €), όταν στη δήλωση φόρου εισοδήματος του οικείου οικονομικού έτους περιλαμβάνονται τρία προστατευόμενα κατά τον Κ.Φ.Ε. τέκνα και άνω».

 

   3. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου 9 του ν. 3634/ 2008 καταργείται.

 

   4. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' «Φυσικά Πρό­σωπα» του άρθρου 11 του ν. 3634/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Επί της συνολικής αξίας της ακίνητης περιουσίας μετά την αφαίρεση των ποσών που προβλέπονται στο άρθρο 9 του ν. 3634/2008, επιβάλλεται τέλος με συντε­λεστή ένα τοις χιλίοις (1%ο)».

 

   5. Το τρίτο από το τέλος εδάφιο του άρθρου 11 του ν. 3634/2008, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Το τέλος που αναλογεί στη συνολική αξία των κτισμάτων που υπόκεινται σε φορολογία, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από ένα (1) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο με εξαίρεση τα ημιτελή κτίσματα και τα γεωργικά και κτηνοτροφικά κτήρια».

 

   6. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 16 του ν. 3634/2008 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «2. Για την επιβολή των πρόσθετων φόρων και προστίμων των φυσικών προσώπων εφαρμόζονται ανα­λόγως οι διατάξεις των παραγράφων 1, 4, 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 1, καθώς και των άρθρων 2, 4, 9, 15, 22, 23 και 24 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 197 Α'), όπως ισχύουν. Δεν επιβάλλεται το αυτοτελές πρόστιμο όταν δεν προκύ­πτει διαφορά φόρου για καταβολή, εφόσον έχει ήδη επιβληθεί αυτοτελές πρόστιμο για τη δήλωση στοιχείων ακινήτων.

 

   3. Ως αφετηρία για την επιβολή των πρόσθετων φό­ρων και προστίμων της προηγούμενης παραγράφου, ορίζεται η επομένη της καταληκτικής ημερομηνίας υπο­βολής δήλωσης Ε9. Ειδικότερα για το έτος 2008, ως αφετηρία για την επιβολή των ανωτέρω πρόσθετων φόρων και προστίμων, ορίζεται η επόμενη της κατα­ληκτικής ημερομηνίας υποβολής δήλωσης Ε9, εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των εξήντα εργάσιμων ημερών από την έκδοση του εκκαθαριστικού».

 

   7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του ν. 3634/2008 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Στα νομικά πρόσωπα, τα οποία δεν υπέβαλαν αρ­χικές δηλώσεις ενιαίου τέλους ακινήτων μετά από πα­ρέλευση τριών μηνών από την καταληκτική προθεσμία υποβολής της δήλωσης, επιβάλλεται αυτοτελές πρόστιμο που ορίζεται σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του προϊσταμένου της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας στην οποία γίνεται σύντομη περιγραφή της παράβασης, η οποία καταχωρείται και κοινοποιείται αρμοδίως. Για τη διοικητική επίλυση της διαφοράς, τη βεβαίωση και την καταβολή του προστίμου εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ν. 2523/1997, όπως ισχύουν. Σε διοικη­τική επίλυση της διαφοράς ή δικαστικό συμβιβασμό, το πρόστιμο της παραγράφου αυτής περιορίζεται στα τρία πέμπτα (3/5) αυτού. Σε περίπτωση αποδεδειγμένης ανυπαρξίας της παράβασης το πρόστιμο διαγράφεται. Η πράξη διαγραφής πρέπει να περιέχει πλήρη και ειδική αιτιολογία για την ανυπαρξία της παράβασης».

 

   8. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 6 ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2008 και των παραγράφων 2, 3, 4, 5 και 7 από 1ης Ιανουαρίου 2009.

 

   9. Η περίπτωση ιβ' του άρθρου 8 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α'), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, αντικα­θίσταται ως εξής:

 

   «ιβ) Τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. 3647/2008 (ΦΕΚ 37 Α') για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητά τους. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2009».

 

Αρθρο 7

Δήλωση στοιχείων ακινήτων

 

   1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 23 του ν. 3427/2005 (ΦΕΚ 312 Α'), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Η δήλωση στοιχείων ακινήτων υποβάλλεται τις ίδιες ημερομηνίες με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος.

Τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 101 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994) τα οποία δεν έχουν υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, υποβάλλουν τη δήλωση στοι­χείων ακινήτων στις προθεσμίες που ορίζονται από την περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 107 του ίδιου νόμου.

Τα νομικά πρόσωπα τα οποία, λόγω υπερδωδεκάμηνης χρήσης, δεν υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισο­δήματος με τη λήξη του πρώτου τμήματος αυτής, δωδεκάμηνης ή μικρότερης χρονικής διάρκειας, εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η μεταβολή, υποβάλ­λουν τη δήλωση στοιχείων ακινήτων μέχρι τη δέκα­τη ημέρα του πέμπτου μήνα από τη λήξη του οικείου ημερολογιακού έτους.

Σε περίπτωση μετασχηματισμού επιχειρήσεων, η προερχόμενη από τη μετατροπή ή συγχώνευση επιχεί­ρηση, καθώς και η απορροφώσα, σε περίπτωση συγ­χώνευσης με απορρόφηση, υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης στοιχείων ακινήτων για λογαριασμό της επι­χείρησης που μετασχηματίστηκε, την ίδια ημερομηνία με την υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος που υποβάλλει στο όνομα της τελευταίας.

Τα νομικά πρόσωπα που υποβάλλουν δήλωση φο­ρολογίας εισοδήματος με τη λήξη της εκκαθάρισης ή της διάλυσης υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση στοιχείων ακινήτων την ίδια ημερομηνία.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­μικών, δύναται να παρατείνεται η προθεσμία υποβολής της δήλωσης στοιχείων ακινήτων, καθορίζεται κατ' έτος ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης στοιχείων ακινήτων, ο τρόπος υποβολής και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος».

 

   2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2009.

 

Αρθρο 8

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

 

   1. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 27 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, ΦΕΚ 248 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Εξαιρείται η ναύλωση ή η μίσθωση σκαφών ή αερο­σκαφών ιδιωτικής χρήσης που προορίζονται για ανα­ψυχή ή αθλητισμό. Η ναύλωση επαγγελματικών πλοίων αναψυχής του ν. 2743/1999 απαλλάσσεται, εφόσον αυτά προσεγγίζουν κατά την πραγματοποίηση των πλόων τους και σε λιμένες εκτός Ελλάδας».

 

   2. Το τέταρτο εδάφιο της περίπτωσης δ' της παρα­γράφου 1 του άρθρου 27 του ίδιου Κώδικα, αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «Οι διατάξεις αυτής της περίπτωσης που αφορούν στα πλοία του ν. 2743/1999 εφαρμόζονται και για τα λοιπά επαγγελματικά πλοία».

 

   3. Στην περίπτωση γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθεται νέα υποπερίπτωση iv, ως εξής:

 

   «iv) Υπεύθυνη δήλωση με την οποία γνωστοποιεί τις τυχόν αιτίες για τις οποίες πρόκειται να συνταχθεί έγ­γραφο με το οποίο διορθώνεται, συμπληρώνεται, τρο­ποποιείται ή επαναλαμβάνεται άλλο έγγραφο το οποίο αφορά πράξεις της παραγράφου 1 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 6».

 

   4. Η περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 37 του Κώδικα ΦΠΑ αναριθμείται σε γ ' και προστίθεται νέα περίπτωση β, ως εξής:

 

   «β) να μην συντάσσουν έγγραφα διορθωτικά, συμπλη­ρωματικά, τροποποιητικά ή επαναληπτικά των εγγρά­φων που αναφέρονται στην προηγούμενη περίπτωση α, εφόσον δεν παραδίδεται σε αυτούς θεωρημένο αντί­γραφο της πράξης προσδιορισμού του φόρου που εκδί­δεται σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 49».

 

   5. Η παράγραφος 4 του άρθρου 37 του Κώδικα ΦΠΑ αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Ο υποθηκοφύλακας ή ο προϊστάμενος του κτηματο­λογικού γραφείου είναι υποχρεωμένος να αρνηθεί τη μεταγραφή σύμβασης ή δικαστικής απόφασης ή οποιασ­δήποτε άλλης πράξης που αφορά πράξεις επί ακινήτων που προβλέπουν οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 περίπτωση α' του άρθρου 6, πλην της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, αν δεν προσκομίζεται σε αυτόν αντί­γραφο της ειδικής δήλωσης της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36 ή θεωρημένο αντίγραφο της πράξης προσδιορισμού του φόρου, η οποία εκδίδε­ται σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 49 προκειμένου για έγγραφα διορθωτικά, συμπληρωματικά, τροποποιητικά ή επαναληπτικά των παραπάνω εγγράφων».

 

   6. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 38 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθενται νέα εδάφια ως εξής:

 

   «Μετά την παρέλευση της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1 και σε κάθε περίπτωση πριν από την καταχώρηση της πράξης προσδιορισμού του φόρου στο οικείο βιβλίο, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 49 ή 50, επιτρέπεται επίσης η υποβολή αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων.

Αρχική ή τροποποιητική δήλωση, η οποία υποβάλλεται μετά την καταχώρηση της πράξης προσδιορισμού του φόρου στα οικεία βιβλία, για τη συγκεκριμένη φορο­λογική ή διαχειριστική περίοδο που ελέγχθηκε, είναι απαράδεκτη και δεν παράγει έννομο αποτέλεσμα».

 

   7. Η παράγραφος 2 του άρθρου 49 του Κώδικα ΦΠΑ αναριθμείται σε περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού και προστίθεται νέα περίπτωση β' ως εξής:

 

   «β) Μερική πράξη είναι και η πράξη που εκδίδεται επί ειδικής δήλωσης για τη μεταβίβαση ακινήτων κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 48. Η έκδοση της πράξης αυτής δεν αποκλείει την έκδοση συμπληρωματικής πράξης επί της ειδικής δήλωσης όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της υποπερίπτωσης iv της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36».

 

   8. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 50 του Κώδικα ΦΠΑ καταργείται.

 

   9. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 52 του Κώδικα ΦΠΑ προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

 

   «Αν υποβληθεί αίτημα για διοικητική επίλυση της δια­φοράς με ιδιαίτερη αίτηση, η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναστέλλεται με την υποβολή της αίτη­σης, μη υπολογιζόμενης της ημέρας υποβολής αυτής και συνεχίζεται από την επόμενη εργάσιμη για τις δημόσιες υπηρεσίες ημέρα, της ημέρας υπογραφής της πράξης ματαίωσης ή μερικής επίλυσης της διαφοράς».

 

Αρθρο 9

Περαίωση υποβαλλόμενων φορολογικών δηλώσεων χωρίς έλεγχο, διοικητική επίλυση της διαφοράς

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΘΕΜΑΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ ΚΑΙ Κ.Β.Σ.

 

   1. Η παράγραφος 4 του άρθρου 14 του ν. 3296/2004 (ΦΕΚ 253 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Εξαιρούνται γενικώς της διαδικασίας περαίωσης κατά τις διατάξεις του προηγούμενου άρθρου οι δη­λώσεις των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την ερ­γοληπτική κατασκευή δημόσιων ή ιδιωτικών τεχνικών έργων ή την εκτέλεση μηχανολογικών και ηλεκτρολογι­κών εγκαταστάσεων, των γεωργικών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων των παραγράφων 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 33 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α'), εφόσον οι ως άνω επιχειρήσεις δεν προσδιορίζουν τα καθαρά τους κέρδη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 αυτού του Κώδικα, καθώς και των επιχειρήσεων που ασχολούνται με την ανέ­γερση και πώληση οικοδομών, των επιχειρήσεων που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς φορολογίας πλοίων για τη δραστηριότητα της εκμετάλλευσης του πλοίου και των επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών που δεν τήρησαν βιβλία, αν και είχαν σχετική υποχρέωση».

 

   2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για τις δηλώσεις που αφορούν διαχειρι­στικές περιόδους που λήγουν από 31.12.2008 και μετά.

 

   3. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 10 του άρθρου 70 του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «10. Επί διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 7, περιο­ρίζεται στο μισό (1/2) το προβλεπόμενο ποσοστό προ­σαύξησης του συντελεστή καθαρού κέρδους ή καθα­ρού εισοδήματος ή καθαρών αμοιβών, στις περιπτώσεις εφαρμογής των διατάξεων των παραγράφων 2 του άρθρου 32, 2 και 5 του άρθρου 34 και 5 του άρθρου 49, καθώς και σε κάθε άλλη περίπτωση που σύμφωνα με τον παρόντα Κώδικα οι πιο πάνω διατάξεις έχουν ανάλογη εφαρμογή».

 

Αρθρο 10

Ρύθμιση εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων

 

   1. Οι επιτηδευματίες με υποθέσεις της παραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004 (ΦΕΚ 149 Α') μπορούν να υποβάλουν την προβλεπόμενη από την παράγραφο αυτή αίτηση μέχρι 15.6.2009.

 

   2. Η έκδοση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3259/2004, καθώς και η υποβολή αυτών από τους ίδιους τους επιτηδευματίες στον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, για την περαί­ωση των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 11 του ανωτέρω νόμου και των άρθρων 28 του ν. 3697/2008 (ΦΕΚ 194 Α') και 89 του ν. 3746/2009 (ΦΕΚ 27 Α'), λήγει την 30.6.2009.

 

   3. Υποθέσεις για τις οποίες εκδόθηκαν και κοινοποι­ήθηκαν τα εκκαθαριστικά σημειώματα του άρθρου 9 του ν. 3259/2004 στο πλαίσιο εφαρμογής των διατά­ξεων των άρθρων 1 έως 11 του νόμου αυτού, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 28 του ν. 3697/2008 και 89 του ν. 3746/2009, αλλά δεν επήλθε περαίωση κατά τις ανωτέρω διατάξεις, μπορούν να περαιώνονται κατά τις διατάξεις αυτές εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την υποβολή σχετικής γραπτής αίτησης του επιτηδευματία στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., η οποία υποβάλλεται μέχρι 30.4.2009.

 

   4. Εφόσον για τις υποθέσεις της προηγούμενης πα­ραγράφου έχουν περιέλθει στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. πάσης φύσεως στοιχεία και πληροφορίες οι οποίες αρχικά δεν υφίσταντο και γενικά εφόσον έχουν μεταβληθεί τα δεδομένα του οικείου φακέλου, η περαίωση γίνεται κατά τα οριζόμενα στην εν λόγω παράγραφο, λαμβανομένων υπόψη των νέων δεδομένων και με την προϋπόθεση ότι οι υποθέσεις αυτές συνεχίζουν να είναι εκκρεμείς και δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος εξαίρεσης.

 

Αρθρο 11

 

   Στο άρθρο 53 του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ 166 Α') προστί­θενται νέες παράγραφοι 3 και 4 ως εξής:

 

   «3. Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του δεύτε­ρου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου από τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του π.δ. 16/1989 «Κανονισμός λει­τουργίας Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.) και των Τοπικών Γραφείων και καθήκοντα υπαλλήλων αυτών» (ΦΕΚ 6 Α'), όπως αυτές ισχύουν, που αφορούν τα Τμήματα ή Γραφεία Ελέγχου και τις διαδικασίες και τα θέματα του φορολογικού ελέγχου γενικά. Τα πιο πάνω Τμήματα ή Γραφεία έχουν και την αρμοδιότητα επιμέλειας έκδοσης των κατά περίπτωση διοικητικών πράξεων επιβολής των προβλεπόμενων κυρώσεων και περαιτέρω βεβαίωσης ειδικά των προστίμων, καθώς και τήρησης στατιστικών στοιχείων και λοιπών πληροφο­ριών σε σχέση με τους διενεργούμενους ελέγχους και τα αποτελέσματά τους.

 

   4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 28 του ν. 3016/2002 (ΦΕΚ 110 Α') προστίθεται νέα περίπτωση στ' που έχει ως εξής:

 

   «στ) Την υποστήριξη γενικώς, μέσω της δημιουργίας βάσεων δεδομένων και πληροφοριών και της επεξερ­γασίας αυτών, των υπόλοιπων Τμημάτων της Διεύθυν­σης. Ισχύουσες διατάξεις που αφορούν το Τμήμα Ε' της Διεύθυνσης και σχετίζονται με θέματα πληροφο­ριών εμπιστευτικής φύσεως ισχύουν ανάλογα και για το Τμήμα Δ'»».

 

Αρθρο 12

Σύσταση Ειδικής Επιτελικής Ομάδας Εργασίας στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών για τη μελέτη και δημιουργία σχεδίου εφαρμογής ηλεκτρονικών διασταυρώσεων

 

   1. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονο­μικών Ειδική Επιτελική Ομάδα Εργασίας (εφεξής Ειδική Επιτελική Ομάδα), για τη μελέτη και δημιουργία Σχεδίου Εφαρμογής ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, με σκοπό την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονο­μικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνή­σεως, η Ειδική Επιτελική Ομάδα συγκροτείται από:

α. Τον Γενικό Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων, ως Συντονιστή.

β. Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορο­λογίας, ως μέλος, με αναπληρωτή Προϊστάμενο Διεύ­θυνσης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης, ανάλογα με το αντικείμενο της συνεδρίασης.

γ. Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Φορολο­γικών Ελέγχων, ως μέλος, με αναπληρωτή Προϊστάμενο Διεύθυνσης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης, ανάλογα με το αντικείμενο της συνεδρίασης.

δ. Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Τελω­νείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, ως μέλος, με αναπληρωτή Προϊστάμενο Διεύθυνσης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης, ανάλογα με το αντικείμενο της συνεδρί­ασης.

ε. Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Οικο­νομικής Επιθεώρησης, ως μέλος, με αναπληρωτή τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εποπτείας Εσωτερικού Ελέγχου ή τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Δημόσιων Διαχειρίσεων, Ν.Π. και ΔΕ.ΚΟ.

στ. Τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Κ.Ε.Π.Υ.Ο., ως μέλος, με αναπληρωτή τον Προϊστάμενο της Διεύ­θυνσης Εφαρμογών Η/Υ (Δ30).

ζ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Φορολογίας Εισοδήματος, ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του στη Διεύθυνση.

η. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ελέγχου, ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του στη Διεύθυνση.

θ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Μητρώου, ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του στη Διεύθυνση.

ι. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εφαρμογών Η/Υ (Δ30), ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπλη­ρωτή του στη Διεύθυνση.

ια. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εκμετάλλευσης Συστημάτων Η/Υ (Δ31), ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του στη Διεύθυνση.

ιβ. Τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Εισαγωγής και Ελέγχου Στοιχείων Η/Υ (Δ32), ως μέλος, με αναπληρωτή τον νόμιμο αναπληρωτή του στη Διεύθυνση.

 

   3. Ο Συντονιστής της Ειδικής Επιτελικής Ομάδας, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του και ανάλογα με το αντικείμενο της συνεδρίασης, δύναται να καλεί πρόσθε­τα και τα στελέχη εκείνα, που κρίνονται απαραίτητα, για τη διευκόλυνση του έργου της Ομάδας αυτής.

 

   4. Η Ειδική Επιτελική Ομάδα συνεργάζεται με όλες τις αρμόδιες Υπηρεσίες, ανάλογα με το είδος της δια­σταύρωσης, οι οποίες υποχρεούνται να προσφέρουν τη συνδρομή τους, ώστε τα αποτελέσματα των διασταυρώ­σεων που τελικά αποστέλλονται σε φορολογουμένους, να εξυπηρετούν με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο την ανάδειξη μη δηλούμενων εισοδημάτων.

 

   5. Το έργο της Ειδικής Επιτελικής Ομάδας, συνίστα­ται στη δημιουργία Σχεδίου Εφαρμογής ηλεκτρονικών διασταυρώσεων με σκοπό την καταπολέμηση της φο­ροδιαφυγής. Σε αυτό περιλαμβάνεται ο συντονισμός, η μελέτη, ο σχεδιασμός και η παρακολούθηση της υλοποί­ησης διασταυρώσεων στοιχείων φορολογουμένων, που μπορούν να πραγματοποιηθούν στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) και ειδικότερα:

α. Η αναζήτηση νέων τρόπων αποτελεσματικών δια­σταυρώσεων με χρήση σύγχρονων τεχνολογιών πλη­ροφορικής και ο προσδιορισμός διαθέσιμων αλλά και νέων πηγών προς διασταύρωση στοιχείων.

β. Ο προσδιορισμός και η ιεράρχηση των διασταυρώ­σεων που μπορούν να υλοποιηθούν και o προσδιορισμός της κατάλληλης χρονικής στιγμής για την υλοποίηση μιας διασταύρωσης.

γ. Η πρόταση εύρους εφαρμογής μιας διασταύρω­σης και ο καθορισμός ορίων και έκτασης πληθυσμού φορολογουμένων.

δ. Η αξιολόγηση της αξιοπιστίας και πληρότητας των συλλεγόμενων προς διασταύρωση φορολογικών στοι­χείων, οι προτάσεις βελτίωσης της ποιότητας των στοι­χείων αυτών και η συνεχής επικαιροποίηση αυτών, με βάση το είδος της παραβατικότητας και τις μεθόδους φοροδιαφυγής.

ε. Η απόφαση για τον προγραμματισμό της απο­στολής των αποτελεσμάτων, που προκύπτουν από τις διασταυρώσεις, με επιστολές απευθείας στους φορολογουμένους, με ταυτόχρονη κοινοποίηση στις αρμόδιες οικονομικές Υπηρεσίες.

στ. Η αξιολόγηση της απόδοσης και της αποτελε­σματικότητας κάθε διασταύρωσης.

ζ. Η υποβολή εκθέσεων με τα στοιχεία αξιολόγησης των αποτελεσμάτων κάθε υλοποιούμενης διασταύρω­σης στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών.

η. Η εισήγηση προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών προς έγκριση του τρόπου και της διαδι­κασίας αξιοποίησης των διασταυρώσεων, ακόμα και με τη διερεύνηση ενδεικτικού δείγματος.

 

   6. Τα Σχέδια Εφαρμογής Ηλεκτρονικών Διασταυρώ­σεων, που καταρτίζει η Ειδική Επιτελική Ομάδα, αφού εγκριθούν από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, τίθενται υπόψη της Διεύθυνσης Ελέγχων του Υπουρ­γείου Οικονομίας και Οικονομικών και διαβιβάζονται στη Γ.Γ.Π.Σ.

 

   7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, δύναται να τροποποιείται η συγκρότηση της Ειδικής Επιτελικής Ομάδας και να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με την οργάνωση, τη γραμματειακή υποστήριξη και εν γένει τη λειτουργία της Ομάδας αυτής.

 

Αρθρο 13

Αξιοποίηση αποτελεσμάτων διασταυρώσεων

 

   Τα αποτελέσματα των εγκεκριμένων από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών διασταυρώσεων που διενερ­γεί η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων αξιοποιούνται κατόπιν έγκρισης του Υπουργού, είτε κατά τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3610/2007 (ΦΕΚ 258 Α') είτε μέσω των αρμοδίων ελεγκτικών αρ­χών με την παροχή σχετικών οδηγιών, σύμφωνα με τις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Ελέγχου, υπόψη της οποίας τίθενται και των συναρμόδιων κατά αντικείμενο Διευθύνσεων.

Η Διεύθυνση Ελέγχου εποπτεύει την αξιοποίηση των πιο πάνω αποτελεσμάτων από τις αρμόδιες ελε­γκτικές αρχές και παρακολουθεί και συγκεντρώνει τα βεβαιούμενα σχετικά ποσά και τα τελικά εν γένει αποτελέσματα.

 

Αρθρο 14

Πρόστιμο ΦΠΑ και άλλες διατάξεις περί κυρώσεων

 

   1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 (ΦΕΚ 179 Α'/11.9.1997) προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

 

   «Το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται, ανεξάρτητα αν μετά την ημερομηνία έκδοσης της οικείας εντολής ελέγ­χου υποβληθεί εκπρόθεσμη αρχική ή συμπληρωματική περιοδική ή εκκαθαριστική δήλωση».

 

   2. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2523/1997 προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:

 

   «Ειδικά στην περίπτωση οριστικοποίησης της κατα-λογιστικής πράξης λόγω μη άσκησης ή εκπρόθεσμης άσκησης προσφυγής, τα ως άνω ποσοστά πρόσθετων φόρων υπολογίζονται μέχρι το χρόνο οριστικοποίησης της πράξης».

 

   3. Τα δύο πρώτα εδάφια της παραγράφου 2 και η παράγραφος 4 του άρθρου 4 του ν. 3610/2007 αντικα­θίστανται ως εξής:

 

   «2. Στις περιπτώσεις εφαρμογής της προηγούμενης παραγράφου, μειώνονται στο 1/5 και τα προβλεπόμενα από τα άρθρα 4, 5 και 6 του ν. 2523/1997 πρόστιμα για φορολογικές παραβάσεις που σχετίζονται άμεσα με τις υποβαλλόμενες δηλώσεις ή τη δηλωθείσα φορολογητέα ύλη. Ειδικά σε ό,τι αφορά τα πρόστιμα των άρθρων 5 και 6 του ν. 2523/1997, η ανωτέρω μείωση ισχύει με την προϋπόθεση ότι η φορολογητέα ύλη που σχετίζεται με τις οικείες παραβάσεις έχει δηλωθεί σε όλες τις φορολογίες.

 

   4. Επί προστίμων των άρθρων 5 και 6 του ν. 2523/1997 που μειώνονται στο 1/5 στο πλαίσιο εφαρμογής των οριζομένων στην παράγραφο 2, εφόσον διαπιστώνεται ότι δεν συντρέχει η προϋπόθεση του δεύτερου εδαφίου της ίδιας παραγράφου, επιβάλλεται με συμπληρωματική πράξη το υπόλοιπο ποσό του προστίμου που αντιστοι­χεί στα 4/5 αυτού, χωρίς στις περιπτώσεις αυτές να εφαρμόζονται οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της πα­ραγράφου 6 του άρθρου 9 του ν. 2523/1997 περί μείωσης επί συμβιβασμού».

 

   4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 14 του ν.2523/1997, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Η αρμόδια για την έκδοση των οικείων καταλογιστικών πράξεων των φόρων, τελών και εισφορών ή των αποφάσεων επιβολής προστίμου του Κώδικα Βι­βλίων και Στοιχείων φορολογική αρχή, υποχρεούται να ενημερώσει άμεσα με οποιονδήποτε τρόπο όλες τις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, το Ταμείο Παρα­καταθηκών και Δανείων και την Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να ενημερωθούν εκ μέρους της τα λειτουρ­γούντα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα».

 

Αρθρο 15

Τροποποίηση του άρθρου 8 του π.δ. 249/1998

 

   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 8 του π.δ. 249/1998 (ΦΕΚ 186 Α') αντικαθίστανται ως ακολούθως:

 

   «1. Στη Διεύθυνση Βιβλίων και Στοιχείων συνιστάται τμήμα με τίτλο «Τμήμα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Συστημάτων Ηλεκτρονικής Διασφάλισης Συναλλαγών», στο οποίο κατανέμονται οι πιο κάτω αρμοδιότητες:

α) Η παρακολούθηση των εξελίξεων σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, των νέων τεχνικών δυνατοτήτων στη χρήση τεχνολογιών πληροφορικής και ηλεκτρο­νικών μέσων και συστημάτων και η μέριμνα για την κατάρτιση και εισήγηση τεχνικών προδιαγραφών των παραπάνω συστημάτων και μέσων, με σκοπό τη διαρκή προσαρμογή τους στις εξελισσόμενες τεχνικές και στις απαιτήσεις του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών στη διασφάλιση των καταγραφόμενων δεδομένων φο­ρολογικού ενδιαφέροντος των συναλλαγών και την περιστολή της φοροδιαφυγής.

β) Η παρακολούθηση της ευρωπαϊκής και της διε­θνούς νομοθεσίας για την αξιοποίηση της διαθέσιμης εμπειρίας, την εναρμόνιση και την παραγωγή αντίστοι­χων εθνικών κανονιστικών διατάξεων για τη διασφάλιση των ηλεκτρονικών συναλλαγών.

γ) Η υποστήριξη των άλλων τμημάτων της Διεύθυνσης και άλλων διευθύνσεων και υπηρεσιών του Υπουργείου σε θέματα προδιαγραφών λογισμικού, απαιτήσεων και επεκτάσεων μηχανογραφικών εφαρμογών και χρήσης κατάλληλων ηλεκτρονικών μέσων και συστημάτων, για την αποτελεσματικότερη καταγραφή και παρακολούθη­ση των συναλλαγών που σχετίζονται με την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων των επιτηδευματιών.

δ) Η υποστήριξη της Επιτροπής του άρθρου 7 του ν. 1809/1988 (ΦΕΚ 222 Α') στις διαδικασίες χορήγησης νέων ή ανάκλησης παλαιών αδειών καταλληλότητας φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων ή άλλων μέσων τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα χορήγησης άδειας καταλληλότητας από την Επιτροπή, η υποβοήθηση του έργου της Επιτροπής για κάθε άλλο θέμα της αρμοδιότητάς της και η μέριμνα για την υλο­ποίηση των αποφάσεών της.

ε) Η παρακολούθηση και η συνεργασία με τους φορείς που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 του ν. 1809/ 1988, για τον αναγκαίο έλεγχο πιστότητας των προς έγκριση φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων, καθώς και αυτών που έχουν διατεθεί στην αγορά.

στ) Η συλλογή και η αξιοποίηση στοιχείων και η τήρηση σχετικών ηλεκτρονικών αρχείων δεδομένων, υπό τον όρο της εχεμύθειας και της προστασίας του επιχειρηματικού απορρήτου και της προστασίας δεδομένων προσωπι­κού χαρακτήρα, σχετικά με τις επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας ή άδεια παροχής υπηρεσιών τεχνικής υποστήριξης φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς και η εποπτεία των εξουσιοδοτημένων τεχνικών και των επιχειρήσεων αυτών του άρθρου 3 του ν. 1809/1988.

ζ) Η τήρηση ηλεκτρονικού αρχείου με όλα τα μοντέλα και τα χαρακτηριστικά των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών και συστημάτων που έχουν λάβει άδεια καταλληλότητας και των μέσων που αναφέρονται ανω­τέρω, καθώς επίσης και αρχείου βλαβών των μέσων αυτών.

η) Η συνδρομή των ελεγκτικών και διωκτικών υπη­ρεσιών στον έλεγχο πιστότητας ή των περιπτώσεων παραποίησης των χαρακτηριστικών ή παραβίασης των διατεθέντων στην αγορά εγκεκριμένων μοντέλων φο­ρολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, καθώς και τον έλεγχο ακεραιότητας των ηλεκτρονικών δεδομένων των συναλλαγών που έχουν σημανθεί με τη χρήση των ανωτέρω φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών ή συστημάτων και μέσων.

θ) Η εισήγηση για τη λήψη νέων ή συμπληρωματικών μέτρων σε θέματα αρμοδιότητας του τμήματος, για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου.

 

   2. Του Τμήματος Τεχνολογιών Πληροφορικής και Συ­στημάτων Ηλεκτρονικής Διασφάλισης Συναλλαγών προΐσταται υπάλληλος του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Μηχανικού Η/Υ (Hardware) ή Επιστήμης Η/Υ (Software). Το τμήμα αυτό στελεχώνεται από υπαλλή­λους των κατωτέρω κλάδων, ως εξής:

έναν (1) υπάλληλο ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Μη­χανικού Η/Υ (Hardware)

έναν (1) υπάλληλο ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Επιστήμης Η/Υ (Software)

δύο (2) υπαλλήλους ΤΕ Πληροφορικής ειδικότητας Η/Υ Συστημάτων (Hardware)

δύο (2) υπαλλήλους ΠΕ Εφοριακών

δύο (2) υπαλλήλους TE Εφοριακών

έναν (1) υπάλληλο ΔΕ Εφοριακών».

 

Αρθρο 16

Τροποποίηση του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων

 

   1. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/1992, ΦΕΚ 84 Α') προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως ακολούθως:

 

   «Επίσης απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων ο ασφαλιστικός σύμβουλος και ο συντονιστής ασφα­λιστικών συμβούλων, εφόσον είναι φυσικά πρόσωπα, δεν έχουν επαγγελματική εγκατάσταση και δεν είναι επιτηδευματίες από άλλη αιτία».

 

   2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύ­ει για τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 1.1.2009.

 

Αρθρο 17

Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ

 

   Η παράγραφος 2 του άρθρου 82 του ν. 3746/2009 (ΦΕΚ 27 Α) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να κατατεθεί μέχρι και τις 30.6.2009 στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη».

 

Αρθρο 18

Ακατάσχετα

 

   Στο άρθρο 11 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247 Α') προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

 

   «3. Οι εισπράξεις δημοσίων εσόδων που πραγματοποιούνται από τους διαχειριστές ή τους ταμίες των Δ.Ο.Υ., τους ειδικούς ταμίες ή τα πρόσωπα (φυσικά ή νομικά) στα οποία έχει ανατεθεί η είσπραξη, καθώς και το περιε­χόμενο των χρηματοκιβωτίων των Δ.Ο.Υ. είναι ακατά­σχετα.»

 

Αρθρο 19

Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 2006/98/ΕΚ για την προσαρμογή ορισμένων οδηγιών στον τομέα της φορολογίας, λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΟΔΗΓΙΩΝ

 

   1. Στο Παράρτημα Β' του ν. 2578/1998 (ΦΕΚ 30 Α'), όπως ισχύει, προστίθενται περιπτώσεις ιζ' και ιηως εξής:

 

   «ιζ) KopnopaTMBeH gaHtK στη Βουλγαρία, ιη) impozit pe profit στη Ρουμανία.»

 

   2. Στο Παράρτημα Α' του ν. 2578/1998, όπως ισχύει, προστίθενται περιπτώσεις κζ' και κη', ως εξής:

 

   «κζ) εταιρείες του βουλγαρικού δικαίου με την επωνυ­μία: Mct6upaTe^HOTO gpyxecTBo", "komshamthoto gpy>kecTBO""ApykecTBOTO c orpaHuneHa OTroBop-hoct", "aKuuoHepHOTO gpyxecrBo", "komshamthoto gpyxecrBO c skumm", "Koonepauuu", "KOonepaTHBHM ctro3M""gtpaBHM npegnpu^TM^" που έχουν συσταθεί βάσει του βουλγαρικού δικαίου και έχουν εμπορικό χα­ρακτήρα,

κη) εταιρείες του ρουμανικού δικαίου με την επωνυμία: "societate pe actiuni", "societate Tn comandita pe actiuni", "societate cu raspundere limitata"».

 

   3.Το Παράρτημα Α1 του ν. 2578/1998, όπως ισχύει, α­ντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ΠΙΝΑΚΑΣΑ1 Πίνακας νομικών μορφών

α) οι εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του κανονι­σμού (ΕΚ) αριθ. 2157/2001 του Συμβουλίου, της 8ης Ο­κτωβρίου 2001, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας (SE) και της Οδηγίας 2001/86/ΕΚ του Συμβου­λίου, της 8ης Οκτωβρίου 2001, για τη συμπλήρωση του καταστατικού της ευρωπαϊκής εταιρείας όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων και οι συνεταιριστικές εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, περί του καταστατικού της ευρωπαϊκής συνεταιριστικής εται­ρείας και της Οδηγίας 2003/72/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για τη συμπλήρωση του καταστατι­κού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά τον ρό­λο των εργαζομένων,

β) oι εταιρείες του βελγικού δικαίου που αποκαλούνται "societe anonyme"/"naamloze vennootschap", "societe en commandite par actions"/"commanditaire vennootschap op aandelen", "societe privee a responsabilite limitee"/"besloten vennootschap met beperkte aansprake-lijkheid" "societe cooperative a responsabilite limitee"/"cooperatieve vennootschap met beperkte aansprakelijkheid", "societe cooperative a responsabilite il-limitee'Vcooperatieve vennootschap met onbeperkte aansprakelijkheid", "societe en nom collectif"/"ven-nootschap onder firma", "societe en commandite sim-ple"/"gewone commanditaire vennootschap", τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που έχουν υιοθετήσει μία α­πό τις παραπάνω νομικές μορφές, καθώς και άλλες εται­ρείες που έχουν συσταθεί βάσει του βελγικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στο Βέλγιο,

γ) οι εταιρείες του βουλγαρικού δικαίου που αποκα­λούνται: "ct6upaTe^HOTO gpyxecrBo", "komshamtho-to gpyxecTBo", "gpyxecTBOTO c orpaHuneHa OTro-bophoct", "aKuuoHepHOTO gpyxecTBo", "komshamt-hoto gpyxecTBO c skumm", "HenepcoHuumupaHO gpyxecrBo", "Koonepauuu", "KOonepaTMBHM ciio3m" "gtpxaBHM npeAnpuiflTkifl" που έχουν συσταθεί βάσει του βουλγαρικού δικαίου και έχουν εμπορικό χαρακτήρα,

δ) οι εταιρείες του τσεχικού δικαίου που αποκαλού­νται: "akciova spolecnost", "spolecnost s rucenim omezenym",

ε) οι εταιρείες του δανικού δικαίου που αποκαλούνται "aktieselskab" και "anpartsselskab". Οι άλλες εταιρείες που υπόκεινται στο φόρο σύμφωνα με το νόμο για τη φορολόγηση εταιρειών, στο βαθμό που το φορολογητέο εισόδημά τους υπολογίζεται και φορολογείται σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας που εφαρμόζονται στις "aktieselskaber",

στ) οι εταιρείες του γερμανικού δικαίου που αποκα­λούνται "Aktiengesellschaft", "Kommanditgesellschaft auf Aktien", "Gesellschaft mit beschrankter Haftung", "Ver-sicherungsverein auf Gegenseitigkeit", "Erwerbs und Wirtschaftsgenossenschaft", "Betriebe gewerblicher Art von juristischen Personen des offentlichen Rechts", καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του γερ­μανικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στη Γερμανία,

ζ) οι εταιρείες του εσθονικού δικαίου που αποκαλού­νται: "taisuhing", "usaldusuhing", "osauhing", "aktsiaselts", "tulundusuhistu",

η) οι εταιρείες του ελληνικού δικαίου που αποκαλού­νται "ανώνυμη εταιρεία", "εταιρεία περιορισμένης ευθύ­νης (Ε.Π.Ε.)", καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συ­σταθεί βάσει του ελληνικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στην Ελλάδα,

θ) οι εταιρείες του ισπανικού δικαίου που αποκαλού­νται: "sociedad anonima", "sociedad comanditaria por ac-ciones", "sociedad de responsabilidad limitada", τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που λειτουργούν υπό καθε­στώς ιδιωτικού δικαίου και άλλες οντότητες που έχουν συσταθεί βάσει του ισπανικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών ("impuesto sobre so-ciedades") στην Ισπανία,

ι) οι εταιρείες του γαλλικού δικαίου που αποκαλούνται "societe anonyme", "societe en commandite par actions", "societe a responsabilite limitee", "societes par actions sim-plifiees", "societes d'assurances mutuelles", "caisses d'e-pargne et de prevoyance", "societes civiles" που υπόκει­νται αυτόματα στο φόρο εταιρειών, οι "cooperatives", "u­nions de cooperatives", οι δημόσιοι οργανισμοί και επιχει­ρήσεις βιομηχανικού και εμπορικού χαρακτήρα, καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του γαλ­λικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων ε­ταιρειών στη Γαλλία,

ια) οι εταιρείες που έχουν συσταθεί ή είναι εγγεγραμ­μένες σύμφωνα με το ιρλανδικό δίκαιο, τα νομικά πρό­σωπα που είναι εγγεγραμμένα υπό το καθεστώς του "In­dustrial and Provident Societies Act", οι "building societies" που είναι εγγεγραμμένες υπό το καθεστώς των "Building Societies Acts" και οι "Trustee Savings Banks" κατά την έννοια του "Trustee Savings Banks Act, 1989",

ιβ) οι εταιρείες του ιταλικού δικαίου που αποκαλούνται "societa per azioni", "societa in accomandita per azioni", "societa a responsibilita limitata", "societa cooperative", "societa di mutua assicurazione", και οι δημόσιες και ιδιω­τικές οντότητες των οποίων οι δραστηριότητες είναι, εξ ολοκλήρου ή κυρίως, εμπορικές,

ιγ) στο κυπριακό δίκαιο: οι "εταιρείες", όπως αυτές ορίζονται στους περί Φορολογίας του Εισοδήματος νόμους,

ιδ) οι εταιρείες του λετονικού δικαίου που αποκαλούνται: "akciju sabiednba", "sabiednba ar ierobezotu at-bildTbu",

ιε) οι εταιρείες που έχουν συγκροτηθεί βάσει του λι­θουανικού δικαίου,

ιστ) οι εταιρείες του δικαίου του Λουξεμβούργου που αποκαλούνται "societe anonyme", "societe en commandite par actions", "societe a responsabilite limitee", "societe cooperative", "societe cooperative organisee comme une societe anonyme", "association d'assurances mutuelles", "association d'epargne-pension", "entreprise de nature commerciale, industrielle ou miniere de l'Etat, des com­munes, des syndicats de communes, des etablissements publics et des autres personnes morales de droit public", καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου του Λουξεμβούργου και υπόκεινται σε φορο­λογία ανωνύμων εταιρειών στο Λουξεμβούργο,

ιζ) οι εταιρείες του ουγγρικού δικαίου που αποκαλούνται: "kozkereseti tarsasag", "beteti tarsasag", "kozos val-lalat", "korlatolt felelossegu tarsasag", "reszvenytarsasag", "egyesules", "szovetkezet",

ιη) οι εταιρείες του μαλτέζικου δικαίου που αποκαλούνται: "Kumpaniji ta' Responsabilita' Limitata", "So jetajiet en commandite li l-kapital tagfihom maqsum f'azzjonijiet",

ιθ) οι εταιρείες του ολλανδικού δικαίου που αποκαλούνται "naamloze vennnootschap", "besloten vennootschap met beperkte aansprakelijkheid", "Open commanditaire vennootschap", "Cooperatie", "onderlinge waar-borgmaatschappij", "Fonds voor gemene rekening", "vereniging op cooperatieve grondslag", "vereniging welke op onderlinge grondslag als verzekeraar of kredietinstelling optreedt", καθώς και άλλες εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του ολλανδικού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στην Ολλανδία,

κ) οι εταιρείες του αυστριακού δικαίου που αποκαλούνται "Aktiengesellschaft", "Gesellschaft mit beschrankter Haftung", "Versicherungsvereine auf Gegenseitigkeit", "Er-werbs und Wirtschaftsgenossenschaften", "Betriebe gewerblicher Art von Korperschaften des offentlichen Rechts", "Sparkassen", καθώς και άλλες εταιρείες που έ­χουν συσταθεί βάσει του αυστριακού δικαίου και υπόκεινται σε φορολογία ανωνύμων εταιρειών στην Αυστρία,

κα) οι εταιρείες του πολωνικού δικαίου που αποκαλούνται: "spotka akcyjna", "spotka z ograniczona odpowiedzialnoscia",

κβ) οι εμπορικές ή οι εμπορικού χαρακτήρα αστικές ε­ταιρείες, οι συνεταιρισμοί και οι δημόσιες επιχειρήσεις που έχουν συσταθεί βάσει του πορτογαλικού δικαίου,

κγ) οι εταιρείες του ρουμανικού δικαίου που αποκα­λούνται: "societatipeactiuni", "societatiTncomandita pe actiuni", "societaticuraspundere limitata",

κδ) οι εταιρείες του σλοβενικού δικαίου που αποκα­λούνται: "delniska druzba", "komanditna druzba", "druzba z omejeno odgovornostjo",

κε) οι εταιρείες του σλοβακικού δικαίου που αποκα­λούνται: "akciova spolocnost'", "spolocnost' srucenim obmedzenym", "komanditna spolocnost",

κστ) οι εταιρείες του φινλανδικού δικαίου που αποκα­λούνται "osakeyhtio"/"aktiebolag","osuuskunta"/"andelslag","saastopankki"/"sparbank" και "vakuutusyhtio"/ "forsakringsbolag",

κζ) οι εταιρείες του σουηδικού δικαίου που αποκαλού­νται: "aktiebolag", "forsakringsaktiebolag", "ekonomiska foreningar", "sparbanker", "omsesidiga forsakringsbolag",

(κη) οι εταιρείες που έχουν συσταθεί βάσει του δικαίου του Ηνωμένου Βασιλείου.»

 

Αρθρο 20

Ενσωμάτωση στο εθνικό) δίκαιο της Οδηγίας 2007/74/ΕΚ του Συμβουλίου για την απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας; και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης των εμπορευμάτων που εισάγονται από πρόσωπα που ταξιδεύουν από τρίτες χώρες

 

«Α'. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ - ΟΡΙΣΜΟΙ

 

Αρθρο πρώτο

 

   Με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου 20 καθορίζο­νται οι κανόνες σχετικά με την απαλλαγή από το φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) και τον ειδικό φόρο κατανά­λωσης επί των εμπορευμάτων που εισάγονται με τις προσωπικές αποσκευές προσώπων που ταξιδεύουν από τρίτη χώρα ή από έδαφος όπου δεν εφαρμόζονται οι κοι­νοτικές διατάξεις σχετικά με το ΦΠΑ ή τους ειδικούς φό­ρους κατανάλωσης, ή και τους δύο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο τρίτο.

 

   Αρθρο δεύτερο

 

   Όταν το ταξίδι περιλαμβάνει διέλευση από το έδαφος τρίτης χώρας ή αρχίζει σε έδαφος που αναφέρεται στο άρθρο πρώτο, ο παρών νόμος εφαρμόζεται εάν ο ταξι­διώτης δεν είναι σε θέση να αποδείξει ότι τα εμπορεύμα­τα που μεταφέρει στις αποσκευές του αποκτήθηκαν σύμ­φωνα με τους γενικούς όρους φορολογίας της εγχώριας αγοράς κράτους - μέλους και δεν δικαιούται επιστροφής του ΦΠΑ ή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Οι υπερπτήσεις του εδάφους χωρίς προσγείωση δεν θεωρούνται διέλευση.

 

   Αρθρο τρίτο

 

   Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, ισχύουν οι α­κόλουθοι ορισμοί:

1. Ως «τρίτη χώρα» νοείται κάθε χώρα η οποία δεν εί­ναι κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Λαμβανομένης υπόψη της φορολογικής συμφωνίας της 18ης Μαΐου 1963 μεταξύ Γαλλίας και Πριγκιπάτου του Μονακό και της συμφωνίας σχέσεων φιλίας και κα­λής γειτονίας της 31ης Μαρτίου 1939 μεταξύ της Ιταλίας και της Δημοκρατίας του Σαν Μαρίνο, το Μονακό δεν θε­ωρείται τρίτη χώρα και το Σαν Μαρίνο δεν θεωρείται τρί­τη χώρα όσον αφορά τους ειδικούς φόρους κατανάλω­σης.

2. Ως «έδαφος όπου δεν εφαρμόζονται οι κοινοτικές διατάξεις σχετικά με το ΦΠΑ ή τους ειδικούς φόρους κα­τανάλωσης» νοείται κάθε έδαφος, πλην του εδάφους τρίτης χώρας, όπου δεν εφαρμόζονται οι Οδηγίες 2006/112/ΕΚ ή 92/12/ΕΟΚ ή και οι δύο.

Λαμβανομένης υπόψη της συμφωνίας της 15ης Οκτω­βρίου 1979 μεταξύ των Κυβερνήσεων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Νήσου του Μαν για τους τελωνεια­κούς δασμούς και τους ειδικούς φόρους κατανάλω­σης, η Νήσος του Μαν δεν θεωρείται έδαφος όπου δεν εφαρμόζονται οι κοινοτικές διατάξεις σχετικά με το ΦΠΑ ή τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης ή και τους δύο.

3. Ως «επιβάτες αεροπλάνων» και «επιβάτες πλοίων» νοούνται οι ταξιδιώτες που μετακινούνται δια αέρος ή θαλάσσης πλην αυτών που πραγματοποιούν ιδιωτική πτήση αναψυχής ή ιδιωτική θαλάσσια πλεύση αναψυ­χής.

4. Ως «ιδιωτική πτήση αναψυχής» και «ιδιωτική θαλάσ­σια πλεύση αναψυχής» νοείται η χρησιμοποίηση αερο­σκάφους ή θαλάσσιου σκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο το χρησιμοποιεί βάσει μισθώσεως ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς, και ειδικότερα όταν δεν πρό­κειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των δημοσίων αρχών.

5. Ως «παραμεθόρια ζώνη» νοείται η ζώνη η οποία σε ευθεία γραμμή δεν υπερβαίνει τα 15 χιλιόμετρα από τα σύνορα κράτους - μέλους και η οποία περιλαμβάνει τις τοπικές διοικητικές περιφέρειες, τμήμα του εδάφους των οποίων περιλαμβάνεται σε αυτή τη ζώνη.

6. Ως «μεθοριακός εργαζόμενος» νοείται κάθε πρόσω­πο του οποίου οι συνήθεις δραστηριότητες απαιτούν να διέρχεται τα σύνορα τις ημέρες εργασίας του.

 

   Β' ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ

α) Κοινές Διατάξεις Αρθρο τέταρτο

Τα εμπορεύματα που εισάγονται με τις προσωπικές αποσκευές ταξιδιωτών απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, με βάση χρηματικά ή ποσοτικά όρια του παρόντος νόμου, εφό­σον δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα.

 

   Αρθρο πέμπτο

 

   Για την εφαρμογή των διατάξεων περί απαλλαγών, ως προσωπικές αποσκευές θεωρούνται όλες οι αποσκευές τις οποίες ένας ταξιδιώτης είναι σε θέση να παρουσιά­σει στις τελωνειακές αρχές κατά την άφιξή του, καθώς και οι αποσκευές τις οποίες παρουσιάζει αργότερα στις εν λόγω αρχές, υπό τον όρο ότι προσκομίζει απόδειξη ότι είχαν καταχωρισθεί ως συνοδευόμενες αποσκευές, κατά την αναχώρησή του, από την εταιρεία που ήταν υπεύθυνη για τη μεταφορά του. Τα καύσιμα, εκτός από τα αναφερόμενα στο άρθρο ενδέκατο, δεν θεωρούνται προσωπικές αποσκευές.

 

   Αρθρο έκτο

 

   Για την εφαρμογή των διατάξεων περί απαλλαγών, οι εισαγωγές θεωρείται ότι δεν έχουν εμπορικό χαρακτή­ρα εφόσον πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α) είναι περιστασιακές,

β) συνίστανται μόνο σε εμπορεύματα για προσωπική ή οικογενειακή χρήση των ταξιδιωτών ή σε εμπορεύματα που προορίζονται για δώρα.

Η φύση ή η ποσότητα των εμπορευμάτων δεν πρέ­πει να υποδηλώνει ότι εισάγονται για εμπορικούς σκο­πούς.

 

   β) Χρηματικά Όρια

 

   Αρθρο έβδομο

 

   1. Οι εισαγωγές εμπορευμάτων, εκτός αυτών που ανα­φέρονται στην ενότητα «γ) ποσοτικά όρια», των οποίων η συνολική αξία δεν υπερβαίνει τα 300 ευρώ ανά άτομο, απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

Σε περίπτωση επιβατών αεροπλάνων και πλοίων, το χρηματικό όριο απαλλαγής είναι 430 ευρώ.

 

   2. Για τους ταξιδιώτες κάτω των 15 ετών το χρηματικό όριο απαλλαγής είναι 150 ευρώ ανεξάρτητα από το μεταφορικό μέσο.

 

   3. Για την εφαρμογή των χρηματικών ορίων, η αξία ενός μεμονωμένου είδους δεν δύναται να υποδιαιρεθεί.

 

   4. Η αξία των προσωπικών αποσκευών ενός ταξιδι­ώτη, οι οποίες εισάγονται προσωρινά ή επανεισάγο­νται μετά την προσωρινή εξαγωγή τους, και η αξία των φαρμακευτικών προϊόντων που απαιτούνται για την κάλυψη των προσωπικών αναγκών ενός ταξιδιώτη, δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.

 

   γ) Ποσοτικά Όρια

 

   Αρθρο όγδοο

 

   1. Απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και τους ειδικούς φό­ρους κατανάλωσης οι εισαγωγές των ακόλουθων τύ­πων προϊόντων καπνού, που υπόκεινται στα ακόλουθα ποσοτικά όρια:

Α. Για τους ταξιδιώτες που ταξιδεύουν αεροπορικώς: α) Τσιγάρα 200 τεμάχια β) Πουράκια 100 τεμάχια γ) Πούρα 50 τεμάχια δ) Καπνός για κάπνισμα 250 γραμμάρια Β. Για ταξιδιώτες που ταξιδεύουν με τα λοιπά μεταφορικά μέσα: α) Τσιγάρα 40 τεμάχια β) Πουράκια 20 τεμάχια γ) Πούρα 10 τεμάχια δ) Καπνός για κάπνισμα 50 γραμμάρια Καθένα από τα όρια που αναφέρονται στα στοιχεία α' έως δ' αντιπρο­σωπεύει, για την εφαρμογή της παραγράφου 2, το 100% της συνολικής απαλλαγής για τα προϊόντα καπνού.

Τα πουράκια είναι πούρα μέγιστου βάρους 3 γραμμα­ρίων το καθένα.

 

   2. Για οποιονδήποτε ταξιδιώτη, η απαλλαγή μπορεί να εφαρμοσθεί σε κάθε συνδυασμό προϊόντων καπνού, εφόσον το άθροισμα των ποσοστών ατομικής απαλλα­γής που χρησιμοποιήθηκαν δεν υπερβαίνει το 100%.

 

   Αρθρο ένατο

 

   1. Απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης η αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά, εκτός του μη αφρώδους οίνου και της μπύρας, που υπόκεινται στα ακόλουθα ποσοτικά όρια:

α) συνολικά 1 λίτρο αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών με αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο από 22% vol ή αιθυλική αλκοόλη μη μετουσιωμένη με αλκοολικό τίτλο 80% vol ή περισσότερο,

β) συνολικά 2 λίτρα αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών με αλκοολικό τίτλο που δεν υπερβαίνει το 22% vol.

Καθένα από τα όρια που καθορίζονται στα στοιχεία α' και β' αντιπροσωπεύει, για τους σκοπούς της παρα­γράφου 2, το 100% της συνολικής απαλλαγής για την αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά.

 

   2. Για οποιονδήποτε ταξιδιώτη, η απαλλαγή μπορεί να εφαρμοσθεί σε κάθε συνδυασμό των τύπων αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον το άθροισμα των ποσοστών ατομικών απαλλα­γών που χρησιμοποιήθηκαν δεν υπερβαίνει το 100%.

 

   3. Απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και τους ειδικούς φό­ρους κατανάλωσης συνολικά 4 λίτρα μη αφρώδους οί­νου και 16 λίτρα μπύρας.

 

   Αρθρο δέκατο

 

   Οι απαλλαγές που αναφέρονται στα άρθρα όγδοο και ένατο δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση ταξιδιωτών κάτω των 17 ετών.

 

   Αρθρο ενδέκατο

 

   Απαλλάσσονται από το ΦΠΑ και από τους ειδικούς φό­ρους κατανάλωσης, στην περίπτωση κάθε μεταφορικού μέσου με κινητήρα, τα καύσιμα που περιέχονται στην κα­νονική δεξαμενή και μια ποσότητα καυσίμων η οποία περι­έχεται σε φορητό δοχείο και δεν υπερβαίνει τα 10 λίτρα.

 

   Αρθρο δωδέκατο

 

   Η αξία των εμπορευμάτων που αναφέρονται στα άρ­θρα όγδοο, ένατο ή ενδέκατο δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπονται στο άρθρο έβδομο, παράγραφοι 1 και 2.

 

   Γ'. ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

 

   Αρθρο δέκατο τρίτο

 

   1. Παρέχεται ατέλεια 175 ευρώ, για εισαγωγές εμπορευμάτων χωρίς εμπορικό χαρακτήρα που εισά­γονται από:

α) πρόσωπα που κατοικούν στην παραμεθόρια ζώνη,

β) μεθοριακούς εργαζομένους,

γ) μέλη του πληρώματος μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιούνται για ταξίδι από τρίτη χώρα ή από έδα­φος όπου δεν εφαρμόζονται οι κοινοτικές διατάξεις περί ΦΠΑ ή ειδικών φόρων κατανάλωσης ή και των δύο.

 

   2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται όταν ένας τα­ξιδιώτης που ανήκει σε μία από τις κατηγορίες που αναφέρονται σε αυτήν αποδεικνύει ότι μεταβαίνει πέρα από την παραμεθόρια ζώνη του κράτους - μέλους ή ότι δεν επιστρέφει από την παραμεθόρια ζώνη της γειτο­νικής τρίτης χώρας.

 

   3. Ωστόσο, η παράγραφος 1 εφαρμόζεται όταν οι μεθοριακοί εργαζόμενοι ή τα μέλη του πληρώματος μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιούνται για διεθνείς μετακινήσεις εισάγουν εμπορεύματα όταν ταξιδεύουν στο πλαίσιο της εργασίας τους.

 

   Αρθρο δέκατο τέταρτο

 

   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου 20 αποτελούν εναρμόνιση της Εθνικής νομοθεσίας προς τις διατά­ξεις της Οδηγίας 2007/74/εΚ του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 2007 (L 346/29.12.2007).

Τα όρια των ατελειών, που προβλέπονται από τις δι­ατάξεις των Β' και Γ' ενοτήτων του παρόντος άρθρου 20, μπορούν με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών να προσαρμόζονται σε εκείνα που καθορί­ζονται κάθε φορά από σχετικές κοινοτικές πράξεις».

 

   Αρθρο 21

 

   Ενσωμάτωση διατάξεων της Οδηγίας 2006/112/ΕΚ και της Οδηγίας 2006/69/ΕΚ

 

   1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 4 του άρθρου 11 του Κώδικα ΦΠΑ (ν.

2859/2000), όπως ισχύει, αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «α) νοούνται ως «προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης», τα ενεργειακά προϊόντα, η αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά και τα βιομηχανοποιημένα καπνά, όπως αυτά ορίζονται από τις ισχύουσες κοινοτικές δι­ατάξεις».

 

   2. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παρα­γράφου 2 του άρθρου 19 του Κώδικα ΦΠΑ αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «Ως «κανονική αξία» θεωρείται το συνολικό ποσό το οποίο αυτός που αποκτά αγαθά ή λαμβάνει υπηρε­σίες, ευρισκόμενος στο ίδιο στάδιο εμπορίας με το στάδιο κατά το οποίο πραγματοποιείται η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών, θα έπρεπε να καταβάλει κατά το χρόνο της εν λόγω παράδοσης ή παροχής σε ανεξάρτητο προμηθευτή αγαθού ή πάροχο υπηρεσίας στο εσωτερικό της χώρας, υπό συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού, προκειμένου να αποκτήσει το εν λόγω αγαθό ή την υπηρεσία.

Εάν δεν μπορεί να διαπιστωθεί ανάλογη παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, η «κανονική αξία» δεν μπορεί να είναι κατώτερη της τιμής της αγοράς των αγαθών αυτών ή παρόμοιων αγαθών ή ελλείψει τιμής αγοράς, του κόστους των αγαθών κατά το χρόνο της παράδοσης και προκειμένου περί υπηρεσιών, από το συνολικό κόστος που συνεπάγεται για τον υποκείμενο στο φόρο η παροχή των υπηρεσιών».

 

   Αρθρο 22

Ενσωμάτωση του άρθρου 2 της Οδηγίας 2008/8/ΕΚ, σχετικά με τον προσδιορισμό του τόπου φορολόγησης της παροχής υπηρεσιών

 

   1. Το άρθρο 14 του Κώδικα ΦΠΑ, όπως ισχύει, αντικα­θίσταται ως εξής:

 

   «Αρθρο 14

Τόπος παροχής υπηρεσιών

 

   1. Ορισμοί

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος άρ­θρου:

α) Υποκείμενος στον φόρο ο οποίος ασκεί επίσης δραστηριότητες ή πραγματοποιεί συναλλαγές που δεν θεωρούνται φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή πα­ροχές υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 2 θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο όσον αφορά όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτόν.

β) Μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει αριθμό μητρώου ΦΠΑ θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο.

γ) Για την εφαρμογή της παραγράφου 6:

αα) Ως «ενδοκοινοτική μεταφορά αγαθών» νοείται κάθε μεταφορά αγαθών της οποίας ο τόπος αναχώ­ρησης και ο τόπος άφιξης βρίσκονται στα εδάφη δύο διαφορετικών κρατών - μελών.

ββ) Ως «τόπος αναχώρησης ενδοκοινοτικής μεταφοράς αγαθών» νοείται ο τόπος όπου αρχίζει πραγματικά η μεταφορά των αγαθών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διαδρομές που πραγματοποιούνται προς τον τόπο όπου βρίσκονται τα αγαθά, και ως «τόπος άφιξης ενδο­κοινοτικής μεταφοράς αγαθών» νοείται ο τόπος όπου περατώνεται πραγματικά η μεταφορά των αγαθών.

δ) Για την εφαρμογή της παραγράφου 10:

αα) Ως «τμήμα μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοινότητας» νοείται το τμήμα της μεταφοράς που πραγματοποιείται, χωρίς ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας, μεταξύ του σημείου αναχώρησης και του σημείου άφιξης της μεταφοράς επιβατών.

ββ) Ως «σημείο αναχώρησης της μεταφοράς επιβατών» νοείται το πρώτο προγραμματισμένο σημείο επιβίβασης επιβατών εντός της Κοινότητας, ενδεχομένως μετά από ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας και ως «σημείο άφιξης της μεταφοράς επιβατών» νοείται το τελευταίο προγραμματισμένο σημείο αποβίβασης εντός της Κοι­νότητας επιβατών που έχουν επιβιβασθεί εντός της Κοινότητας, ενδεχομένως πριν από ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας. Εάν πρόκειται για μεταφορά με επιστροφή, η διαδρομή της επιστροφής θεωρείται ως αυτοτελής μεταφορά.

ε) Για την εφαρμογή της παραγράφου 12, ως «βρα­χυχρόνια μίσθωση» νοείται η συνεχής κατοχή ή χρήση μεταφορικού μέσου για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες, ενώ, όσον αφορά τα πλωτά μέσα, η συνεχής κατοχή ή χρήση για διάστημα που δεν υπερ­βαίνει τις ενενήντα ημέρες.

 

   2. Γενικοί κανόνες

Με την επιφύλαξη των επόμενων παραγράφων:

α) Ο τόπος παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο, που ενεργεί με την ιδιότητα αυτή, εί­ναι ο τόπος όπου το εν λόγω πρόσωπο έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας. Ωστόσο, εάν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται σε μόνιμη εγκατάσταση του υποκείμενου στον φόρο προσώπου που βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο όπου έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας, ως τόπος πα­ροχής των υπηρεσιών αυτών θεωρείται ο τόπος όπου βρίσκεται η μόνιμη εγκατάστασή του. Ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, ως τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ο τόπος της μόνιμης κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του υποκείμενου στον φόρο στον οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες.

β) Ο τόπος παροχής υπηρεσιών προς μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο είναι ο τόπος της έδρας της οικονομικής δραστηριότητας του παρέχοντος τις υπη­ρεσίες. Ωστόσο, εάν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από μόνιμη εγκατάσταση του παρέχοντος που βρίσκε­ται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο της έδρας της οικονομικής του δραστηριότητας, ως τόπος παροχής των υπηρεσιών αυτών θεωρείται ο τόπος όπου βρί­σκεται η μόνιμη αυτή εγκατάσταση. Ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, ως τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ο τόπος της μόνιμης κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του παρέχοντος.

 

   3. Παροχή υπηρεσιών από μεσάζοντες προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών που πραγματοποιούνται από πρόσωπα που μεσολαβούν, ενεργώντας στο όνομα και για λογαριασμό άλλων προσώπων, στην περίπτωση που ο λήπτης των υπηρεσιών αυτών είναι μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο τόπος πραγματοποίησης της πράξης την οποία αφορά η μεσολάβηση είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο τό­πος πραγματοποίησης της πράξης την οποία αφορά η μεσολάβηση δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

 

   4. Παροχή υπηρεσιών σχετικών με ακίνητα

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών σχετικών με ακίνητα, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών εμπειρογνωμόνων και κτηματομεσιτών, της παροχής καταλύματος στον ξενοδοχειακό τομέα ή σε τομείς παρεμφερούς χαρακτή­ρα, όπως σε κατασκηνώσεις διακοπών ή σε τοποθεσίες που έχουν διαμορφωθεί για να χρησιμοποιηθούν ως κα­τασκήνωση, της παροχής του δικαιώματος χρήσης ακι­νήτου και της παροχής υπηρεσιών για την προετοιμασία και συντονισμό κατασκευαστικών εργασιών, όπως οι υπηρεσίες αρχιτεκτόνων ή επιχειρήσεων επίβλεψης:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον αφορούν ακίνητο το οποίο βρίσκεται στο εσωτερικό της χώ­ρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον αφο­ρούν ακίνητο το οποίο δεν βρίσκεται στο εσωτερικό

της χώρας.

 

   5. Παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, κατά το μέρος της διαδρομής που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, κατά το μέρος της διαδρομής που πραγματοποιείται εκτός του εσω­τερικού της χώρας.

 

   6. Παροχή υπηρεσιών μεταφοράς αγαθών προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα

i) Ο τόπος παροχής υπηρεσιών μεταφοράς αγαθών προς μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο, εκτός της ενδοκοινοτικής μεταφοράς αγαθών:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, κατά το μέρος της διαδρομής που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, κατά το μέρος της διαδρομής που πραγματοποιείται εκτός του εσω­τερικού της χώρας.

ii) Ο τόπος παροχής υπηρεσιών ενδοκοινοτικής μετα- φο­ράς αγαθών προς μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο τόπος αναχώρησης βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο τό­πος αναχώρησης βρίσκεται εκτός του εσωτερικού της χώρας.

 

   7. Υπηρεσίες παρεπόμενες της μεταφοράς προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα

Ο τόπος παροχής παρεπόμενων της μεταφοράς υπηρεσιών προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσω­πα, όπως η φόρτωση, εκφόρτωση και διευθέτηση των μεταφερόμενων ειδών και παρόμοιες δραστηριότητες:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπηρε­σίες αυτές εκτελούνται πράγματι στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπη­ρεσίες αυτές εκτελούνται πράγματι εκτός του εσωτε­ρικού της χώρας.

 

   8. Παροχή πολιτιστικών, καλλιτεχνικών, αθλητικών, επιστημονικών, εκπαιδευτικών, ψυχαγωγικών και παρόμοιων υπηρεσιών

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών οι οποίες αφορούν πο­λιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκ­παιδευτικές, ψυχαγωγικές ή παρόμοιες δραστηριότητες, όπως εμπορικές και άλλες εκθέσεις, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών των διοργανωτών τέτοιων δραστηριο­τήτων, καθώς και της παροχής παρεπόμενων προς τις υπηρεσίες αυτές υπηρεσιών:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι εκδη­λώσεις αυτές πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι εκδη­λώσεις αυτές πραγματοποιούνται εκτός του εσωτερικού της χώρας.

 

   9. Πραγματογνωμοσύνες ή εργασίες που αφορούν κινητά ενσώματα αγαθά προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα.

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών με αντικείμενο πραγματο­γνωμοσύνες ή εργασίες που αφορούν κινητά ενσώματα αγαθά και παρέχονται προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπηρε­σίες αυτές εκτελούνται πράγματι στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπη­ρεσίες αυτές εκτελούνται πράγματι εκτός του εσωτε­ρικού της χώρας.

 

   10. Παροχή υπηρεσιών εστιατορίου και εστίασης.

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών εστιατορίου και εστία­σης (catering), εκτός από αυτές που πράγματι εκτελού­νται επί πλοίων, αεροπλάνων ή τρένων κατά τη διάρκεια τμήματος μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοινότητας:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπηρε­σίες αυτές εκτελούνται πράγματι στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι υπη­ρεσίες αυτές εκτελούνται πράγματι εκτός του εσωτε­ρικού της χώρας.

 

   11. Παροχή υπηρεσιών εστιατορίου και εστίασης επί μεταφορικού μέσου κατά τη διάρκεια ενδοκοινοτικού ταξιδιού

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών εστιατορίου και εστί­ασης (catering), που πράγματι εκτελούνται επί πλοί­ων, αεροπλάνων ή τρένων κατά τη διάρκεια τμήματος μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοι­νότητας:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το σημείο αναχώρησης της μεταφοράς βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το σημείο αναχώρησης της μεταφοράς βρίσκεται εκτός του εσωτερικού της χώρας.

 

   12. Μίσθωση μεταφορικών μέσων

Ο τόπος βραχυχρόνιας μίσθωσης μεταφορικού μέσου:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το μεταφορικό μέσο τίθεται πράγματι στη διάθεση του πελάτη στο εσωτερικό της χώρας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το μεταφορικό μέσο τίθεται πράγματι στη διάθεση του πελάτη εκτός του εσωτερικού της χώρας.

 

   13. Παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε μη υποκεί­μενους στον φόρο

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών που παρέχονται με ηλε­κτρονικό τρόπο και ιδίως αυτών που προβλέπονται στο Παράρτημα VII, προς μη υποκείμενο στον φόρο:

α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο λήπτης μη υποκείμενος στον φόρο είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο εσωτερικό της χώρας και ο παρέχων έχει την έδρα της επιχείρησής του εκτός της Κοινότητας ή διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση εκτός της Κοινότητας από την οποία παρέχεται η υπηρεσία ή, ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας.

β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο λή­πτης μη υποκείμενος στον φόρο είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας και ο παρέχων έχει την έδρα της επιχείρησής του στο εσωτερικό της χώρας ή διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας από την οποία παρέχεται η υπηρεσία ή, ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή στο εσωτερικό της χώρας.

Το γεγονός ότι ο παρέχων την υπηρεσία και ο λήπτης επικοινωνούν μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι πρόκειται για υπηρεσία παρεχόμενη ηλεκτρονικά.

 

   14. Τόπος παροχής ορισμένων υπηρεσιών που πα­ρέχονται προς μη υποκείμενα στον φόρο πρόσωπα εγκατεστημένα εκτός Κοινότητας

Ο τόπος παροχής των κατωτέρω υπηρεσιών δεν είναι το εσωτερικό της χώρας στην περίπτωση που παρέχο­νται από υποκείμενο στον φόρο που έχει την έδρα της επιχείρησής του στο εσωτερικό της χώρας ή διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας από την οποία παρέχεται η υπηρεσία ή, ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο εσωτερικό της χώρας και ο λήπτης είναι μη υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο ο οποίος είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός Κοινότητας:

α) μεταβίβαση και παραχώρηση δικαιωμάτων πνευμα­τικής ιδιοκτησίας, δικαιωμάτων εκ διπλωμάτων ευρεσιτε­χνίας, αδειών εκμετάλλευσης, βιομηχανικών και εμπορικών σημάτων και άλλων παρόμοιων δικαιωμάτων,

β) διαφημιστικές υπηρεσίες,

γ) παροχή υπηρεσιών από συμβούλους, μηχανικούς, γραφεία μελετών, δικηγόρους, λογιστές και άλ­λες παρόμοιες υπηρεσίες, καθώς και επεξεργασία δεδομένων και παροχή πληροφοριών,

δ) ανάληψη υποχρέωσης για μη άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, εν όλω ή εν μέρει, ή δικαιώματος προβλεπόμενου στο παρόν άρθρο,

ε) τραπεζικές, χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές εργασίες, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών αντα-σφάλισης, με εξαίρεση τη μίσθωση χρηματοθυρίδων, στ) διάθεση προσωπικού,

ζ) μίσθωση ενσώματων κινητών αγαθών, με εξαίρεση όλα τα μεταφορικά μέσα,

η) παροχή πρόσβασης στα συστήματα διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και μεταφοράς ή διοχέτευσης μέσω των συστημάτων αυτών και παροχή άλλων υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με αυτές,

θ) τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες,

ι) ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες.

 

   15. Τόπος παροχής το εσωτερικό της χώρας ορι­σμένων υπηρεσιών για την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού

Με σκοπό την αποφυγή στρεβλώσεων του ανταγω­νισμού, για τις υπηρεσίες για τις οποίες ο τόπος παρο­χής είναι εκτός Κοινότητας σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2, 12 και 14, ο τόπος είναι το εσω­τερικό της χώρας, στην περίπτωση που η χρήση και εκμετάλλευση των υπηρεσιών αυτών πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας.

 

   16. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται τα κριτήρια, με βάση τα οποία θεωρείται ότι για τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την παράγραφο 15 η χρήση και εκμετάλλευση πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας και ρυθμίζεται κάθε διαδικαστικό θέμα και λεπτομέρεια για την εφαρμογή του άρθρου αυτού».

 

   2. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Ο συντελεστής Φ.Π.Α. που ορίζεται για τα αγαθά και τις υπηρεσίες του Παραρτήματος ΙΙΙ δεν εφαρμόζεται στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες της παραγράφου 13 του άρθρου 14».

 

   3. Οι παράγραφοι 2 έως 7 του άρθρου 34 του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίστανται και προστίθενται παράγραφοι 8 έως 11, ως εξής:

 

   «2. Επίσης επιστρέφεται στον υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., ο φόρος που επιβάρυνε τις παραδόσεις αγα­θών ή τις παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν προς αυτόν από άλλους υποκείμενους στον φόρο στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και τις εισαγωγές αγα­θών που πραγματοποίησε στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο υποκείμενος αυτός πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Κατά την περίοδο επιστροφής, η οποία ορίζε­ται στην παράγραφο 5, δεν διατηρούσε στην Ελλά­δα την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας ή μόνιμη εγκατάσταση από την οποία πραγματοποιούσε οικονομικές δραστηριότητες ή σε περίπτωση μη ύπαρ­ξης τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης την κατοι­κία ή τον τόπο της συνήθους διαμονής του.

β) Κατά την περίοδο επιστροφής δεν πραγματοποίησε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, με εξαίρεση τις ακόλουθες πράξεις:

αα) παροχή υπηρεσιών μεταφοράς και συναφείς προς αυτές υπηρεσίες που ενεργούνται στο εσωτερικό της χώρας και οι οποίες απαλλάσσονται σύμφωνα με τα άρθρα 22 παρ. 1 περίπτωση λ', 24, 25 και 27,

ββ) παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών σε πρό­σωπο που έχει οριστεί ως υπόχρεο για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ε', στ' και η ' της παραγράφου 1 του άρθρου 35.

γ) Τα αγαθά που παραδόθηκαν ή οι υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν χρησιμοποιήθηκαν για φορο­λογητέες πράξεις που υπάγονται στον φόρο στο κράτος - μέλος όπου είναι εγκατεστημένος και για τις οποίες θα είχε δικαίωμα έκπτωσης του φόρου, αν αυτές ενερ­γούνταν στην Ελλάδα ή χρησιμοποιήθηκαν για πράξεις που απαλλάσσονται του φόρου σύμφωνα με τα άρθρα 22 παρ. 1 περίπτωση λ', 24, 25, 27, 28 και 47.

 

   3. Η επιστροφή του φόρου πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 και κατά το μέρος που ο υποκείμενος στον φόρο ενεργεί πράξεις με δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών του στο κράτος -μέλος εγκατάστασής του.

 

   4. Δεν παρέχεται δικαίωμα επιστροφής:

α) Στην περίπτωση που ο αιτών στο κράτος - μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος:

αα) δεν είναι υποκείμενος στον φόρο προστιθέμενης αξίας,

ββ) πραγματοποιεί αποκλειστικά και μόνο παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που απαλλάσσονται από τον φόρο χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του φόρου των εισροών του,

γγ) υπάγεται στο καθεστώς απαλλαγής για μικρές επιχειρήσεις,

δδ) υπάγεται στο ειδικό καθεστώς αγροτών.

β) Για ποσά φόρου με τα οποία επιβαρύνονται οι πα­ραδόσεις αγαθών που πραγματοποιούνται στο εσω­τερικό της χώρας, οι οποίες υπάγονται ή πρέπει να υπάγονται στην απαλλαγή που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 24 και των περιπτώσεων α', β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 28.

γ) Για ποσά φόρου τα οποία έχουν τιμολογηθεί εσφαλμένα.

 

   5. Η επιστροφή του φόρου που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 γίνεται κατόπιν υποβολής αίτησης και δεν μπορεί να αφορά περίοδο μικρότερη των τριών μηνών ή μεγαλύτερη ενός ημερολογιακού έτους εκτός της περίπτωσης που η περίοδος αυτή αφο­ρά το υπόλοιπο ενός ημερολογιακού έτους.

 

   6. Οι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος - μέλος υποκείμενοι στον φόρο υποβάλλουν την αίτηση επιστρο­φής με χρήση ηλεκτρονικών μέσων στο κράτος - μέλος εγκατάστασής τους και την απευθύνουν στην Ελλάδα στην οποία επιβαρύνθηκαν με φόρο προστιθέμενης αξίας.

 

   7. Οι υποκείμενοι στον φόρο που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα έχουν δικαίωμα επιστροφής από άλλο κράτος - μέλος, κατά ανάλογο τρόπο των διατάξεων των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 του άρθρου αυτού, υπο­βάλλοντας τη σχετική αίτηση επιστροφής με χρήση ηλεκτρονικών μέσων στην αρμόδια αρχή της χώρας μας και η οποία απευθύνεται στο κράτος - μέλος στο οποίο επιβαρύνθηκαν με φόρο προστιθέμενης αξίας.

 

   8. Οι διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 και 5 εφαρμόζονται και για υποκείμενο στον φόρο που είναι εγκατεστημένος εκτός Κοινότητας, με τον όρο ότι το κράτος της εγκατάστασής του παρέχει στον υποκείμενο στον φόρο που είναι εγκατεστημένος στην Ελλάδα αντί­στοιχο δικαίωμα επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας ή άλλου γενικού φόρου κατανάλωσης που ισχύει στο κράτος αυτό. Η αίτηση επιστροφής στην περίπτω­ση αυτή υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή της χώρας μας.

 

   9. Για την εφαρμογή των παραγράφων 2 και 8, τα δι­καιούχα πρόσωπα δεν θεωρείται ότι αποκτούν εγκατά­σταση στο εσωτερικό της χώρας, όταν πραγματοποιούν στο εσωτερικό της χώρας παραδόσεις αγαθών ή παρο­χές υπηρεσιών για τις οποίες υπόχρεος στον φόρο είναι ο παραλήπτης των αγαθών ή ο λήπτης των υπηρεσιών, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων ε', στ' και η' της παραγράφου 1 του άρθρου 35.

 

   10. Επίσης επιστρέφεται στο μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος ο φόρος που καταβλήθηκε κατά την εισαγωγή αγαθών, των οποίων ο τελικός προορισμός είναι το κράτος -μέλος της εγκατάστασής του, εφόσον αποδει­κνύει ότι καταβλήθηκε ο φόρος που αναλογεί για την ενδοκοινοτική απόκτηση στο κράτος - μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς των αγαθών αυτών.

 

   11. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζεται η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων επιστροφής, ο χρόνος επιστροφής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την πραγματοποίηση αυτής».

 

   4. Οι διατάξεις του άρθρου 35 του Κώδικα Φ.Π.Α. τρο­ποποιούνται ή συμπληρώνονται ως εξής:

 

   α) Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Για την παράδοση αγαθών, την ενδοκοινοτική από­κτηση αγαθών και την παροχή υπηρεσιών, υπόχρεοι στο φόρο είναι:

α) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυ­τόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρί­σκεται στο εσωτερικό της χώρας,

β) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό άλλου κράτους -μέλους υποκείμενος στον φόρο, για τις ενεργούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πρά­ξεων που αναφέρονται στις περιπτώσεις ε', στ' και η' και εφόσον δεν έχει ορίσει φορολογικό αντιπρόσωπο, σύμφωνα με την περίπτωση ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,

γ) ο φορολογικός αντιπρόσωπος του εγκατεστημένου εκτός Ελλάδος υποκείμενου στον φόρο, για τις πραγματοποιούμενες από αυτόν πράξεις, για τις οποί­ες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εκτός των πράξεων που αναφέρονται στις κα­τωτέρω περιπτώσεις ε', στ ' και η',

δ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης των αγαθών, στην περίπτωση παράδοσης αγαθών που πραγματοποιείται κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 39α, καθώς και σε κάθε περίπτωση που ο αγοραστής ή εισαγωγέας αγαθών ή λήπτης υπηρεσιών έτυχε μερικής ή ολικής απαλλαγής από τον φόρο με υπουργικές αποφάσεις,

ε) ο λήπτης των αγαθών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο, για τις κατωτέρω πράξεις για τις οποίες ο τόπος φορολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, εφόσον οι πράξεις αυτές πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο:

αα) παράδοση αγαθών κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15, και στο τιμολόγιο ή άλλο ισοδύναμο με αυτό στοιχείο που εκδίδεται, γίνεται ρητή αναφορά ότι πρόκειται για παράδοση αγαθών που πραγματοποιείται μετά από ενδοκοινοτική απόκτηση κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 και αναγράφεται τόσο ο αριθμός φορο­λογικού μητρώου, με τον οποίο ο υποκείμενος αυτός πραγματοποίησε την ενδοκοινοτική απόκτηση και τη μετέπειτα παράδοση αγαθών, όσο και ο αριθμός φο­ρολογικού μητρώου του παραλήπτη,

ββ) παράδοση αγαθών, που πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας κατά την έννοια των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 13,

στ) ο λήπτης των υπηρεσιών, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, για τις παροχές υπηρεσιών για τις οποίες ο τόπος φο­ρολογίας βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχο­νται από μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο,

ζ) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών, για τις πράξεις για τις οποίες υπόχρεος, κατ' αρχήν, είναι ο φορολογικός αντι­πρόσωπος σύμφωνα με την περίπτωση γ' και για τις οποίες δεν έχει οριστεί φορολογικός αντιπρόσωπος, σύμφωνα με την περίπτωση δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 36,

η) ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώρας λή­πτης αγαθών και υπηρεσιών σε κάθε άλλη περίπτωση, εφόσον είναι υποκείμενος στον φόρο και οι πράξεις πραγματοποιούνται από μη εγκατεστημένο στο εσω­τερικό της χώρας υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος δεν διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας,

θ) το πρόσωπο που πραγματοποιεί ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών,

ι) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, το οποίο αναγρά­φει τον φόρο στα τιμολόγια που εκδίδει ή σε άλλα ισοδύναμα με αυτά στοιχεία».

 

   β) Προστίθεται νέα παράγραφος 1α, ως εξής:

 

   «1α. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, ένας υποκείμενος στον φόρο που έχει μόνιμη εγκατάσταση στο εσωτερικό της χώρας, θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο μη εγκατεστημένος στο εσωτερικό της χώ­ρας όταν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋ­ποθέσεις:

α) πραγματοποιεί φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο εσωτερικό της χώρας,

β) η ενδεχόμενη εγκατάσταση που ο προμηθευτής ή ο παρέχων διατηρεί στο εσωτερικό της χώρας δεν παρεμβαίνει στην εν λόγω παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών».

 

   5. Η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 35α του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) «ηλεκτρονικές υπηρεσίες» και «ηλεκτρονικά παρε­χόμενες υπηρεσίες», οι υπηρεσίες που προβλέπονται στην παράγραφο 13 του άρθρου 14,».

 

   6. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 35α του Κώδικα Φ.Π.Α. αντικαθίσταται ως εξής:

 

   δ) «κράτος - μέλος κατανάλωσης», το κράτος -μέλος στο οποίο θεωρείται ότι βρίσκεται ο τόπος πραγματοποίησης των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 14,».

 

   7. Οι διατάξεις του άρθρου 36 του Κώδικα Φ.Π.Α. τρο­ποποιούνται ή συμπληρώνονται, ως εξής:

 

   α) Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 προστίθενται νέες περιπτώσεις δ ' και ε ', ως εξής:

 

   «δ) ο υποκείμενος στον φόρο υποχρεούται να δηλώ­νει την έναρξη ή την παύση παροχής υπηρεσιών προς υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παρα­γράφου 2 του άρθρου 14,

ε) ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας υποχρεούται να δηλώνει την έναρξη ή παύση λήψης υπηρεσιών από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος φορολόγησης είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14».

 

   β) Προστίθενται νέες παράγραφοι 5α και 5β, ως εξής:

 

   «5.α. Ο υποκείμενος στον φόρο που πραγματοποιεί παροχές υπηρεσιών, για τις οποίες ο τόπος δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες ο λήπτης είναι υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο ή μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ σε άλλο κράτος - μέλος, υποχρεούται:

α) να χρησιμοποιεί, για τις εν λόγω παροχές υπη­ρεσιών, τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν, καθώς επίσης και να αναγράφει στα στοιχεία που εκδίδει τον αριθμό του φορολογικού μητρώου (Φ.Π.Α.) του συναλλασσόμενου με το ανάλογο πρόθεμα που ισχύει σε κάθε κράτος-μέλος και

β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα, για τις εν λόγω παροχές υπηρεσιών.

Οι ανωτέρω υποχρεώσεις δεν ισχύουν προκειμένου για υπηρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο κράτος - μέλος του λήπτη των υπηρεσιών αυτών.

 

   5.β. Ο υποκείμενος στον φόρο ή το μη υποκείμενο στον φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει ΑΦΜ/ΦΠΑ στο εσωτερικό της χώρας, που λαμβάνει υπηρεσίες από υποκείμενο στον φόρο εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, για τις οποίες ο τόπος είναι το εσω­τερικό της χώρας, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 14, και για τις οποίες είναι ο ίδιος υπόχρεος στον φόρο, υποχρεούται για τις εν λόγω υπηρεσίες που λαμβάνει:

α) να χρησιμοποιεί τον αριθμό φορολογικού μητρώου του με το πρόθεμα «EL» πριν από αυτόν,

β) να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα.

Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για υπη­ρεσίες οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο στο εσωτερικό της χώρας».

 

   γ) Η περίπτωση γ' της παραγράφου 9 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «γ) ο τύπος, το περιεχόμενο και ο χρόνος υποβολής των ανακεφαλαιωτικών πινάκων, που προβλέπονται από τις διατάξεις των περιπτώσεων α' και δ' της παραγρά­φου 5, καθώς και των παραγράφων 5α και 5β».

 

   δ) Η περίπτωση στ' της παραγράφου 9 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «στ) ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης έναρξης και παύσης πραγματοποίησης ενδοκοινοτικών αποκτή­σεων αγαθών, ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών, ενδοκοινοτικών λήψεων υπηρεσιών και ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών,».

 

   ε) Η παράγραφος 11 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «11. Οι δηλώσεις που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 4, καθώς και οι ανακεφαλαιωτικοί πίνακες που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 5α και 5β, επιτρέπεται να υποβάλλονται μέσω διαβίβασης του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα.

Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μπορεί να ορίζεται υποχρεωτική η ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων και των πινάκων αυτών ή υποχρεωτική η διαβίβαση του αρχείου με ηλεκτρονικά μέσα και να κα­θορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλο σχετικό θέμα».

 

   8. Μετά το Παράρτημα VI, του Κώδικα ΦΠΑ προστί­θεται νέο παράρτημα VII, ως εξής:

 

   «ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΠΑΡΕΧΟΜΕΝΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟ 13 ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 14

 

   1. Η δημιουργία και η φιλοξενία ιστοσελίδων, η εξ απο­στάσεως συντήρηση προγραμμάτων και εξοπλισμού,

2. η παροχή λογισμικού και η ενημέρωσή του,

3. η παροχή εικόνων, κειμένων και πληροφοριών και η διάθεση βάσεων δεδομένων,

4. η παροχή μουσικής, κινηματογραφικών ταινιών και παιχνιδιών, περιλαμβανομένων των κάθε είδους τυχε­ρών παιχνιδιών,

5. η παροχή διδασκαλίας εξ αποστάσεως».

9. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν από 1.1.2010.

 

 

   Αρθρο 23

Μείωση τέλους χαρτοσήμου επί των εγγραφών στα βιβλία κοινοπραξιών

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

    1. Μειώνεται κατά το ήμισυ το τέλος χαρτοσήμου που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης γ' της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του π.δ. της 28.7.1931 (ΦΕΚ 239 Α), όπως ισχύει, για τις εγγραφές περί κα­ταθέσεως ή αναλήψεως χρημάτων από τα μέλη τους στα βιβλία των κοινοπραξιών των οποίων η σύσταση προβλέπεται ειδικά με διατάξεις νόμων για την ανάλη­ψη και εκτέλεση δημοσίων έργων. Η μείωση αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που από την εγγραφή ή άλλο έγγραφο αποδεικνύεται ότι η κατάθεση ή η ανά­ληψη αφορά σύμβαση, πράξη κ.λπ. υποκείμενη σε τέλος χαρτοσήμου, οπότε οφείλεται το προβλεπόμενο για τη σύμβαση, πράξη κ.λπ. τέλος χαρτοσήμου.

 

   2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για εγγραφές στα βιβλία των κοινοπραξιών που πραγματοποιούνται από την 1η του μεθεπόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010.

 

   Αρθρο 24

Ρυθμίσεις στον φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου

 

   1. Καταργούνται οι διατάξεις των περιπτώσεων γ' και δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α).

 

   2. Καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης δ' της παραγράφου 4 του άρθρου 18 του ν. 1676/1986 και οι περιπτώσεις ε' και στ' αναριθμούνται σε δ' και ε' αντί­στοιχα.

 

   3. Καταργούνται οι διατάξεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 1676/1986.

 

   Αρθρο 25

Μείωση συντελεστών τέλους ταξινόμησης και άλλες διατάξεις

 

   1. Οι συντελεστές τέλους ταξινόμησης των περιπτώ­σεων α', β' και ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 121, των περιπτώσεων α', β', γ', δ', ε' και ζ' της παραγράφου 1 του άρθρου 123 και της παραγράφου 1 του άρθρου 124 του ν. 2960/2001, από την επομένη της ημερομηνίας κατάθεσης στη Βουλή του παρόντος νόμου έως και 7.8.2009, μειώνονται κατά πενήντα τοις εκατό (50%).

 

   2. Αυτοκίνητα οχήματα και μοτοσικλέτες που εμπίπτουν στις ανωτέρω αναφερόμενες περιπτώσεις της παραγράφου 1 και για τα οποία μέχρι την έναρξη ισχύος της είχαν κατατεθεί παραστατικά τελωνισμού και δεν έχουν εκδοθεί αποδεικτικά είσπραξης ή είχαν παραληφθεί κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρα­γράφου 3 του άρθρου 11 του ν. 1477/1984 (ΦΕ Κ 144 Α) ή της παραγράφου 3 του άρθρου 133 του ν. 2960/2001 διέπονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παρα­γράφου.

Αυτοκίνητα οχήματα και μοτοσικλέτες που εμπίπτουν στις διατάξεις της ανωτέρω παραγράφου 1 για τα οποία έχουν εκδοθεί αποδεικτικά είσπραξης του τέ­λους ταξινόμησης, πλην όμως δεν έχουν ταξινομηθεί μπορούν, μετά από αίτηση των εμπορικών επιχειρήσεων ή των ιδιοκτητών τους να υπαχθούν στις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου με επανυπολογισμό του τέ­λους ταξινόμησης και συμψηφισμό του καταβληθέντος τέλους και επιστροφή της προκύπτουσας διαφοράς, με την προϋπόθεση ότι θα έχουν ταξινομηθεί μέχρι τη λήξη ισχύος της διάταξης της ανωτέρω παραγράφου 1.

 

   3. Στην παράγραφο 2 του 121 μετά την Οδηγία 98/69 ΕΚ της περίπτωσης α' προστίθεται η φράση «Φάση Β», η αναφερόμενη Οδηγία 94/12 ΕΚ της περίπτωσης β' αντικαθίσταται από την Οδηγία 98/69 ΕΚ Φάση Α και στις οδηγίες της περίπτωσης γ' προστίθεται και η Οδηγία 94/12 ΕΚ.

 

   4. Καταργείται το τέλος μεταβίβασης αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών τα οποία έχουν ταξινομηθεί έως και την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή και το οποίο επιβάλλεται, σύμφωνα με τις διατά­ξεις του άρθρου 27 του ν. 2873/2000 (ΦΕΚ 285 Α), όπως οι διατάξεις αυτές ισχύουν, για τη μεταβίβαση, από επαχθή αιτία, της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας, με αίρεση ή χωρίς αίρεση.

Η κατάργηση ισχύει για μεταβιβάσεις από επα­χθή αιτία, της κυριότητας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας, οι οποίες πραγματοποιούνται από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης του παρόντος νόμου στη Βουλή μέχρι 7.8.2009.

 

   5. Καταργείται το τέλος αδείας αυτοκινήτων οχημά­των και μοτοσικλετών που μεταβιβάζονται και έχουν ταξινομηθεί έως και την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος στη Βουλή, το οποίο επιβάλλεται, σύμφωνα με το άρθρο 26 του ν. 2873/2000, όπως ισχύει, για την έκδοση της άδειας κυκλοφορίας αυτοκινήτου οχήματος και μοτοσικλέτας και για την αντικατάσταση ή ανανέ­ωση αυτής.

Η κατάργηση ισχύει για τις άδειες κυκλοφορίας αυ­τοκινήτων οχημάτων και μοτοσικλετών, οι οποίες εκ­δίδονται από την επόμενη ημέρα της κατάθεσης του παρόντος νόμου στη Βουλή μέχρι 7.8.2009.

 

   Αρθρο 26

Τροποποίηση τελωνειακών διατάξεων

 

   1. Στο άρθρο 122 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα (ν. 2960/2001, ΦΕΚ 265 Α) προστίθεται παράγραφος 6 ως ακολούθως:

 

   «6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρό­ντος άρθρου».

 

   2. α. Στο τέλος της παραγράφου 8 του άρθρου 123 του ίδιου Κώδικα, προστίθεται νέο εδάφιο ως ακολούθως:

 

   «Για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης, ως φορολο­γητέα αξία για τα φορτηγά οχήματα της δασμολογικής κλάσης 87.04 της Συνδυασμένης Ονοματολογίας λαμβάνεται η αξία της βάσης, όπως αυτή διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην προηγούμενη παρά­γραφο 4, στην οποία προστίθεται και το κόστος της διασκευής».

 

   β. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 9 διαγράφε­ται.

 

   γ. Μετά την παράγραφο 9, προστίθεται νέα παράγρα­φος 10, ως ακολούθως:

 

   «10. Τα δικαιολογητικά στοιχεία και κάθε άλλη ανα­γκαία λεπτομέρεια, για τον προσδιορισμό της φορολο­γητέας αξίας των φορτηγών οχημάτων ανεξαρτήτου προελεύσεως ή των εγχωρίως παραγομένων, καθορί­ζονται με την απόφαση του πρώτου εδαφίου της πα­ραγράφου 4 του άρθρου 126 του παρόντος».

 

   3. Τα εδάφια δεύτερο και τρίτο της παραγράφου 4 του άρθρου 126 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «Με όμοια απόφαση συνιστάται Ειδική Επιτροπή για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας για την επιβολή του τέλους ταξινόμησης των αυτοκινήτων οχημάτων της επόμενης παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου».

 

   4.α. Η παράγραφος 2 του άρθρου 4 του ν. 1573/1985 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Για τη διαμόρφωση της φορολογητέας αξί­ας, λαμβάνεται υπόψη η εργοστασιακή τιμή, όπως αυτή εμφανίζεται στους υποβαλλόμενους από την αυτοκινητοβιομηχανία καταλόγους στην αρμόδια τε­λωνειακή υπηρεσία αξιών. Δεν αποτελούν διαμορφωτικά στοιχεία της τιμής αυτής οι κάθε είδους φορολογικού χαρακτήρα επιβαρύνσεις που έχουν ενσωματωθεί στο κόστος παραγωγής».

 

   β. Η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου καταργείται.

 

   5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 5 του ν. 1573/1985 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

 

   «2. Η φορολογητέα αξία για τα παραγόμενα οχήματα διαμορφώνεται σύμφωνα με τα κατά περίπτωση οριζόμενα στις διατάξεις του ν. 2960/2001, για κάθε κατηγορία οχήματος, προστιθεμένου του κόστους δι­ασκευής του οχήματος».

 

   Αρθρο 27

   1. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρ­θρου 9 του ν. 3697/2008 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

 

   «Επίσης, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, δύναται να παύονται αζημίως για το Δημόσιο, ο πρόεδρος, ο διευθύνων σύμβουλος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου των ως άνω φορέων».

 

   2. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 78 Α', που προστέθηκε στο ν. 1969/1991 με την παρά­γραφο 4 του άρθρου 10 του ν. 3756/2009 (ΦΕΚ 53 Α), οι πέντε τελευταίες λέξεις αντικαθίστανται με τις λέξεις: «τον Σύνδεσμο Επενδυτών και Διαδικτύου (ΣΕΔ)».

 

   Αρθρο 28

Μείωση μετοχικού κεφαλαίου Α.Ε. Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών

 

   Οι παράγραφοι 1 έως 3 του άρθρου 10 του ν. 3606/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «1. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΠΕΥ ανέρχεται τουλάχι­στον σε ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ.

 

   2. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΠΕΥ η οποία προβαί­νει σε διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό, σε αναδοχή χρηματοπιστωτικών μέσων ή τοποθέτηση χρηματοπιστωτικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, ή σε λειτουργία ΠΜΔ ανέρχεται τουλάχιστον σε τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ.

 

   3. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΠΕΥ η οποία παρέχει μόνο την επενδυτική υπηρεσία της λήψης και διαβίβασης εντολών, παροχής συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυ­λακίου, χωρίς να κατέχει σε κάθε περίπτωση κεφάλαια ή χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών, ανέρχεται σε τρι­ακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ».

 

   Αρθρο 29

Καταστροφή αρχειακού υλικού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (τ.ΥΠ.ΕΘ.Ο.)

 

   Το αρχειακό υλικό το αποτελούμενο από τους φα­κέλους:

α) που είχαν υποβληθεί στο πλαίσιο εφαρμογής των επενδυτικών νόμων 849/1978, 1116/1981, 1262/1982 και 1682/1987 (Μ.Ο.Π.), καθώς και αυτών του ν. 2601/1998 που απορρίφθηκαν, και

β) όσων είχαν υποβληθεί στο πλαίσιο εφαρμογής των ν.δ. 2687/1953, ν. 4171/1961, α.ν. 89/1967, α.ν. 378/1968 και ν. 27/1975 τουλάχιστον πριν από οκτώ έτη, το οποίο βρίσκεται στους υπόγειους χώρους του κτιρίου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, απομακρύνεται και καταστρέφεται. Τη μέριμνα για την απομάκρυνση και καταστροφή του υλικού αυτού, που δεν περιέχει έγ­γραφα διαβαθμισμένα ούτε ιστορικής αξίας, έχουν από κοινού οι Γενικές Διευθύνσεις Διοικητικής Υποστήριξης και Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.

 

   Αρθρο 30

Τροποποίηση Οργανισμού του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού

 

   1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του Οργανισμού του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, ο οποίος κυρώθηκε με το άρθρο 54 του ν. 2169/1993 (ΦΕΚ 149 Α) προστίθε­νται εδάφια (ζ) και (η) ως εξής:

 

   «(ζ) Τη δημιουργία, οργάνωση και τη λειτουργία υποδομών και δραστηριοτήτων προβολής, διακίνησης και ανάδειξης της σύγχρονης πολιτιστικής και καλλιτε­χνικής δημιουργίας του Ελληνισμού και η επικοινωνία και σύνδεσή του με άλλους πολιτισμούς, με έμφαση στη χρήση νέων τεχνολογικών μέσων.

(η) Την προώθηση κάθε είδους δράσεων επίδειξης και καλών πρακτικών στον τομέα του περιβάλλοντος και της αειφόρου ανάπτυξης, που συνδέεται με την πολιτιστική δράση».

 

   2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15 του πιο πάνω Οργανισμού του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού αντι­καθίσταται ως εξής:

 

   «2. Σε περίπτωση διάλυσης του Ιδρύματος η κινητή και ακίνητη περιουσία του θα μεταβιβασθεί κατά πλήρη κυριότητα είτε στην Ακαδημία Αθηνών είτε στο Μουσείο Μπενάκη είτε και στα δύο, με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος».

 

   Η αρίθμηση της επόμενης παραγράφου του ίδιου άρ­θρου διορθώνεται σε 3 και οι επόμενες υφιστάμενες παράγραφοι 3 έως 6 αναριθμούνται σε 4 έως 7 αντί­στοιχα.

 

   Αρθρο 31

Θέματα προσωπικού Ελληνικής Αστυνομίας

 

   1. Το μηνιαίο επίδομα ειδικών συνθηκών, που προ­βλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 2 της υπ' αριθμ. 2/9276/ 0022/18.6.2002 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης (ΦΕΚ 829 Β), το οποίο αναπροσαρμόστηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 1 του ν. 3554/2007 (ΦΕΚ 80 Α') και χο­ρηγείται στο προσωπικό των Υπηρεσιών Αστυνομικών Επιχειρήσεων, αναπροσαρμόζεται από 1.1.2009 στο ποσό των εκατόν πενήντα ευρώ (150) μηνιαίως.

 

   2. Το επίδομα της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου χορηγείται σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) στο προσωπικό των Διμοιριών Υποστήριξης των Αστυνομικών Διευθύνσεων.

 

   Αρθρο 32

 

   Προστίθεται παράγραφος 4α μετά από την παράγρα­φο 4 του άρθρου 4 του κ.ν. 2190/1920 ως εξής:

 

   «4α. Μείωση μετοχικού κεφαλαίου επιτρέπεται και με σκοπό το σχηματισμό ειδικού αποθεματικού, όταν η χρηματιστηριακή τιμή είναι κατώτερη, ίδια ή υπερβαίνει έως 10% την ονομαστική αξία της μετοχής. Το ειδικό αυτό αποθεματικό μπορεί, μόνον: α) να κεφαλαιοποι­ηθεί και β) να συμψηφισθεί για απόσβεση ζημιών της Εταιρείας».

 

   Αρθρο 33

Τροποποίηση του ν.δ. 400/1970

 

   1. Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 6 του ν.δ. 400/1970 (ΦΕΚ 10 Α), όπως ισχύει, προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

   «Με αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (ΕΠ.Ε.Ι.Α.) επιτρέπεται, τηρουμένης της διατάξεως του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του παρόντος διατάγματος, σε εξαιρετικές οικονομικές περιστάσεις και μετά από αίτηση της ασφα­λιστικής επιχείρησης, η χρησιμοποίηση στοιχείων του ενεργητικού για την κάλυψη των τεχνικών αποθεμάτων, άλλων από αυτά που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8 του παρόντος, καθώς και παρέκκλιση από τις μεθόδους υπολογισμού που ορίζονται στην παρ. 5 του άρθρου 8 του παρόντος, από τους περιορισμούς που ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 8 του παρόντος και τις μεθόδους καθορισμού της υπεραξί­ας χρεογράφων και ακινήτων από τα οριζόμενα στην παράγραφο 5 του άρθρου 17α του παρόντος. Ακόμη η ΕΠ.Ε.Ι.Α., με την απόφασή της αυτή θα θέτει κάθε φορά χρονικό περιορισμό έως δύο (2) χρήσεων, κατά τις οποί­ες θα ισχύουν στην αιτούσα ασφαλιστική επιχείρηση τα προηγούμενα εδάφια. Περαιτέρω, η ΕΠ.Ε.Ι.Α. θα δύ­ναται με την ανωτέρω απόφασή της να θέτει όρους και προϋποθέσεις υπό τους οποίους και θα εφαρμόζονται οι ανωτέρω αναφερθείσες παρεκκλίσεις, αιτιολογώ­ντας την απόφασή της ανά περίπτωση, ενώ μπορεί να παρατείνει για ένα ακόμη δίμηνο, χωρίς ειδική αιτιο­λογία, τους χρόνους υλοποίησης των προγραμμάτων βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης και οικονομικής ανασυγκρότησης που προβλέπονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 17γ του παρόντος διατάγματος».

 

   2. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 11 του π.δ. 23/2005, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που ήδη λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος υποχρεούνται να διαθέτουν ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο: α) 3.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15, β) 2.000.000 ευρώ για τους κλάδους 1 μέχρι και 9 και 16 έως και 18, και γ) 3.000.000 ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2005. Ελάχιστο εγγυητικό κεφάλαιο 4.500.000 ευρώ για τους κλάδους 10 μέχρι και 15, και για τις ασφαλίσεις ζωής μέχρι 31.12.2007 και 6.000.000 ευρώ για τους κλάδους ασφάλισης 10 μέχρι και 15 και τις ασφαλίσεις ζωής, μέχρι την 31.12.2010».

 

   3. Η περίπτωση (α) της παρ. 4 του άρθρου 111 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «(α) να έχουν πρόσβαση σε έγγραφα, βιβλία και άλλα στοιχεία, που τηρούνται σε οποιαδήποτε μορφή (ηλεκτρονική, έγγραφη, μαγνητική ή άλλη) στους εποπτευόμενους φορείς ή σε άλλους οργανισμούς που εκτελούν χρέη θεματοφύλακα της περιουσίας ή ελεγκτή της οικονομικής κατάστασης των εποπτευόμενων φορέ­ων, καθώς και να λαμβάνουν αντίγραφα ή αποσπάσματα από αυτά. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των δια­τάξεων του ν. 2472/1997, όπως ισχύει, τα πρόσωπα αυτά δεν δικαιούνται να επικαλεστούν επαγγελματικό ή άλλο απόρρητο έναντι της ΕΠ.Ε.Ι.Α»..

 

   4. Στο άρθρο 120 του ν.δ. 400/1970, όπως ισχύει, προ­στίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

 

   «5. Τα πρόστιμα που επιβάλλει η ΕΠ.Ε.Ι.Α. αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου αρχίζει από την 16.2.2009».

 

   Αρθρο 34

Τροποποίηση του ν. 3229/2004

 

   1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 6 του ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α), όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ι' ως εξής:

 

   «ι) Δύναται να αναθέτει σε τρίτους υπηρεσίες που λόγω εξαιρετικών ή κατεπειγουσών περιστάσεων δεν μπορεί να εκτελέσει η Επιτροπή, λόγω εξειδίκευσης αντικειμένου εργασίας ή αδυναμίας αντιμετώπισής του από το υπάρχον προσωπικό. Μπορεί επίσης να συνάπτει συμφωνίες με τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα για τη μερική ή θερινή απασχόληση φοιτητών προπτυχια­κού ή μεταπτυχιακού κύκλου, των οποίων το γνωστικό αντικείμενο είναι συναφές με το έργο της Επιτροπής, με σκοπό αφ' ενός την πρακτική εξάσκηση των φοι­τητών σε θέματα της Επιτροπής και αφ' ετέρου την υποβοήθηση του έργου των υπηρεσιών της Επιτροπής. Στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις για ανάθεση υπηρεσιών από το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ»..

 

   2. Η περ. β' της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3229/2004, όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) Τα έσοδα της Επιτροπής, τα οποία εισπράττονται κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων».

 

   3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 10 του ν. 3229/2004, όπως ισχύει, προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφια ως εξής:

 

   «Στους δικηγόρους, που προσλαμβάνονται στην Επι­τροπή ως ειδικό επιστημονικό προσωπικό με σχέση ερ­γασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφαρμόζεται, από το χρόνο προσλήψεώς τους, η διάταξη του άρθρου 17 παρ. 2 (γ) του ν. 3152/2003 (ΦΕΚ 152 Α'), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από την παρ. 6 του άρθρου 87 του ν. 3606/2007. Η επιβαλλόμενη δια του άρθρου 24 παρ. 2 του ν. 1868/1989 (ΦΕΚ 230 Α') υποχρέωση του ερ­γοδότη καταλαμβάνει και τους ως άνω δικηγόρους».

 

   4. Η παράγραφος 6 του άρθρου 10 του ν. 3229/2004, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «6. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προ­βλέπονται στις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, ενδεικτικά κατά την άσκηση αρμοδιοτήτων του ν.δ. 400/1970, του π.δ. 237/1986, του π.δ. 190/2006, του ν. 1569/1985 και του ν. 2496/1997, όπως κάθε φορά ισχύουν, τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Γενικός Διευθυντής και το προσωπικό των υπηρεσιών της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης δεν υπέχουν αστική ευθύνη έναντι τρίτων για πράξεις ή παραλείψεις τους».

 

   5. Η παράγραφος 7 του άρθρου 71 του ν. 3746/2009 (ΦΕΚ 27 Α') καταργείται.

 

   Αρθρο 35

Σύσταση Γενικής Διεύθυνσης Μισθών

 

   1. α. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικο­νομικών Γενική Διεύθυνση Μισθών (Γ.Δ.Μ.), υπαγόμενη στη Γενική Γραμματεία Δημοσιονομικής Πολιτικής (Γε­νικό Λογιστήριο του Κράτους).

β. Αποστολή της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών είναι η ενιαία διενέργεια ελέγχου, εκκαθάρισης και εντολής πληρωμής των πάσης φύσεως αποδοχών και επιδομάτων του προσωπικού των υπηρεσιών του Δημοσίου, Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και των μονίμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας.

γ. Η Γ.Δ.Μ. αποτελείται από: έξι (6) Διευθύνσεις μετά των Τμημάτων τους, οι οποίες συνιστώνται με τον παρόντα νόμο και από τη Διεύθυνση 22η Μισθολογίου και τη Διεύθυνση 50ή Εκκαθάρισης, Ελέγχου και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών των υπαλλήλων του Υπουργεί­ου Οικονομίας και Οικονομικών, που μετονομάζεται σε Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Αμυνας, Μεταφορών και Επικοι­νωνιών, Πολιτισμού, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προ­στασίας, Εσωτερικών, Περιφερειών και Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, και εφεξής υπάγονται στη συνιστώμενη Γενική Διεύθυνση, καθώς και από ένα (1) Ανεξάρτητο Τμήμα που συνιστάται με τον παρόντα νόμο.

δ. Η Γενική Διεύθυνση Μισθών και Συντάξεων μετονομάζεται σε Γενική Διεύθυνση Συντάξεων.

 

   2. Η διάρθρωση της μετονομαζόμενης κατά το στοι­χείο γ' της προηγούμενης παραγράφου Διεύθυνσης και των έξι συνιστώμενων Διευθύνσεων καθορίζεται ως εξής:

α. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντο­λής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Αμυνας, Μεταφο­ρών και Επικοινωνιών, Πολιτισμού, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εσωτερικών, Περιφερειών και Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων (πρώην Διεύθυνση 50ή).

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείων Εθνικής Αμυνας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Πολιτισμού.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας.

Τμήμα Δ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείου Εσωτε­ρικών, Περιφερειών και Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.

β. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείων Εξωτε­ρικών, Δικαιοσύνης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, Ανάπτυξης, Τουριστικής Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χω­ροταξίας και Δημόσιων Έργων, Μακεδονίας-Θράκης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, λειτουργών και μισθοδοτούμενων με ειδικά μισθολόγια, Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, Κληρικών.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείων Εξωτερικών, Δικαιο­σύνης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Υπουργείων Ανάπτυ­ξης, Τουριστικής Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροτα­ξίας και Δημόσιων Έργων, Μακεδονίας-Θράκης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών λειτουργών και μισθοδοτούμενων με ειδικά μισθολόγια, Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, Κληρι­κών.

γ. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών ιατρών Ε.Σ.Υ. και υπαλλήλων Νοσοκομείων.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών ιατρών Ε.Σ.Υ.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Νοσοκομείων Περι­φέρειας Αττικής.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Νοσοκομείων λοιπής Ελλάδας.

δ. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και διοικητικών υπαλλήλων Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Περιφέρειας Αττικής και διοικητικών υπαλλήλων Υπουρ­γείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Περιφέρειας Μακεδονίας-Θράκης.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης λοιπών Περιφερειών.

ε. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Περιφέρειας Αττικής.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Περιφέρειας Μακεδονίας-Θράκης.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών εκπαιδευτικών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης λοιπών Περιφερειών.

στ. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Ο.Τ.Α. α' βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Ο.Τ.Α. α' βαθμού Πε­ριφερειών Αττικής, Πελοποννήσου, Κρήτης.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Ο.Τ.Α. α' βαθμού λοι­πών Περιφερειών.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ..

ζ. Διεύθυνση Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών μονίμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας.

Τμήμα Α': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών μονίμων στελεχών του Γενικού Επιτελείου Στρατού.

Τμήμα Β': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών μονίμων στελεχών του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, Λιμενικού Σώματος, Πυροσβεστικού Σώματος και Αγροφυλακής.

Τμήμα Γ': Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών μονίμων στελεχών της Ελληνι­κής Αστυνομίας.

η. Ανεξάρτητο Τμήμα Πρωτοκόλλου και Αρχείου.

 

   3.α. Τα κατ' ιδίαν Τμήματα των Διευθύνσεων της προηγούμενης παραγράφου έχουν τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

- Παραλαβή, ταξινόμηση, έλεγχος και επεξεργασία των πράξεων μεταβολών της υπηρεσιακής και οικογενειακής κατάστασης των μισθοδοτούμενων.

- Έλεγχος των απαραίτητων δεδομένων για τη λει­τουργία του μηχανογραφικού συστήματος εκκαθάρισης αποδοχών και ενημέρωση των αρχείων προσωπικού.

- Εκκαθάριση αποδοχών, επιδομάτων, λοιπών αμοιβών και εκτύπωση μισθολογικών καταστάσεων.

- Αποστολή στοιχείων στις αρμόδιες υπηρεσίες.

β. Στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης της περίπτω­σης στ' της παραγράφου 2 ανήκει και η κοινοποίηση στοιχείων μισθοδοσίας στις περιπτώσεις που αυτή δεν βαρύνει το Δημόσιο.

γ. Το Ανεξάρτητο Τμήμα Πρωτοκόλλου και Αρχείου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

- Τήρηση πρωτοκόλλου εισερχομένων εγγράφων στις Διευθύνσεις Ελέγχου, Εκκαθάρισης και Εντολής Πληρωμής Αποδοχών.

- Διεκπεραίωση εγγράφων.

- Καταχώρηση στα βιβλία πρωτοκόλλου των σχεδίων εξερχομένων εγγράφων.

- Χορήγηση σχετικών αντιγράφων

- Επιμέλεια δακτυλογράφησης και παραβολής των σχετικών εγγράφων.

 

   4. Της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών, των Διευθύνσεων και των Τμημάτων του παρόντος άρθρου προΐστανται υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α' του Κλάδου Δημοσιονομικών του Γ.Λ.Κ..

 

   5. Για τη στελέχωση των Διευθύνσεων και του Ανεξάρ­τητου Τμήματος της παραγράφου 2, στους υφιστάμενους κλάδους προσωπικού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους συνιστώνται επιπλέον οι παρακάτω θέσεις: 110 θέσεις υπαλλήλων με βαθμούς Δ-Α του κλάδου Δημοσιονομικών, κατηγορίας ΠΕ, 110 θέσεις υπαλλήλων με βαθμούς Δ-Α του κλάδου Δημοσιονομικών, κατηγο­ρίες ΤΕ, 127 θέσεις υπαλλήλων με βαθμούς Δ-Α του κλάδου Δημοσιονομικών, κατηγορίας ΔΕ, 3 θέσεις υπαλ­λήλων με βαθμούς Ε-Β του κλάδου Δημοσιονομικών, κατηγορίας ΥΕ. Ως προς τα προσόντα για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και επόμενα του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α), όπως ισχύουν.

 

   6. Η στελέχωση των ανωτέρω θέσεων σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο του 30% γίνεται με διαγωνισμό, ο οποίος διενεργείται με μέριμνα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται η κατανομή των θέσεων κατά κλάδο εντός του προβλεπόμενου ποσοστού, η διαδικασία και ο τρό­πος διεξαγωγής του ανωτέρω διαγωνισμού, καθώς και κάθε συναφές θέμα.

Η σχετική προκήρυξη δημοσιεύεται ολόκληρη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Προκηρύξε­ων Α.Σ.Ε.Π.) και περίληψή της σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες των Αθηνών. Η προκήρυξη αποστέλλεται πριν τη δημοσίευσή της στο Α.Σ.Ε.Π., το οποίο οφείλει να την ελέγξει από άποψη νομιμότητας εντός δέκα (10) ημερών. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των δέκα (10) ημερών, τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη του Α.Σ.Ε.Π.. Οι σχετικοί πίνακες των επιτυχόντων αποστέλλονται στο Α.Σ.Ε.Π. προς έλεγχο νομιμότητας.

 

   7. Η στελέχωση των υπόλοιπων θέσεων των Διευ­θύνσεων και του Ανεξάρτητου Τμήματος γίνεται με υπαλλήλους που αποσπώνται ή μετατάσσονται από το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα Ν.Π.Δ.Δ. με κοινή απόφα­ση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι προϋποθέσεις και τα τυχόν πρόσθετα προσόντα των υπαλλήλων που αποσπώνται ή μετατάσσονται από το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα Ν.Π.Δ.Δ. στις Διευθύνσεις και το Ανεξάρτητο Τμήμα της Γ.Δ.Μ..

 

   8. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των υπηρεσιακών μονάδων της παραγράφου 2. Με όμοιες αποφάσεις δύνανται να εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες αυτών και να ρυθμίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

 

   Αρθρο 36

 

   Οι προμήθειες των νοσοκομείων του Εθνικού Συστήματος Υγείας, περιλαμβανομένων των ψυχιατρικών και των πανεπιστημιακών Κλινικών, των Νοσοκομείων «Αρεταίειο» και «Αιγινίτειο», του Ωνάσειου Καρδιοχει­ρουργικού Κέντρου και του Νοσοκομείου «Παπαγεωργίου» της Θεσσαλονίκης και των νοσοκομείων και των υγειονομικών μονάδων ΙΚΑ, που έγιναν μέχρι την κατά­θεση της παρούσας διάταξης στη Βουλή των Ελλήνων, δυνάμει παρατάσεων των συμβάσεων μεταξύ αυτών και των προμηθευτών, καθώς και δυνάμει των κοινών υπουρ­γικών αποφάσεων που εκδόθηκαν βάσει των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 2955/2001 (ΦΕΚ 256 Α'), θεωρούνται ότι πραγματοποιήθηκαν νόμιμα.

 

   Αρθρο 37

 

   1. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του π.δ. 151/1998 (ΦΕΚ 116 Α'), μετά το τέταρτο εδάφιο, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

 

   «Προκειμένου περί των Αρχών Εξωτερικής Υπηρε­σίας του Υπουργείου Εξωτερικών, γίνονται δεκτά και επικυρωμένα από αυτές αντίγραφα δικαιολογητικών δαπανών, εφόσον τα πρωτότυπα δικαιολογητικά έχουν υποβληθεί στις αρμόδιες υπηρεσίες του Κράτους δια­πίστευσης για την επιστροφή του ΦΠΑ και δεν έχουν επιστραφεί από αυτές εντός τριμήνου από της υποβολής τους. Η υποβολή των κυρωμένων αντιγράφων συ­νοδεύεται από βεβαίωση του Προϊσταμένου της Αρχής περί καταθέσεως των πρωτοτύπων παραστατικών προς επιστροφή ΦΠΑ, καθώς και βεβαίωση της Γενικής Επι­θεώρησης του Υπουργείου Εξωτερικών περί των προ­ϋποθέσεων που ισχύουν στο Κράτος διαπίστευσης για την επιστροφή του ΦΠΑ.

Κατ' εξαίρεση γίνονται δεκτά επικυρωμένα αντίγραφα από τις Αρχές Εξωτερικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών δικαιολογητικών δαπανών, όταν τα πρωτό­τυπα υποβάλλονται στις αρμόδιες Αρχές του Κράτους διαπίστευσης, προκειμένου να επιστραφεί ο ΦΠΑ που έχει παρακρατηθεί, στις περιπτώσεις που τα πρωτότυ­πα δικαιολογητικά κρατούνται από τις εν λόγω Αρχές πέραν του τριμήνου. Η υποβολή των κυρωμένων αντι­γράφων συνοδεύεται από βεβαίωση του Προϊσταμένου της Αρχής, περί καταθέσεως των πρωτοτύπων παρα­στατικών προς επιστροφή ΦΠΑ, ως και βεβαίωση της Γενικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Εξωτερικών περί των ισχυουσών προϋποθέσεων στις εν λόγω Αρχές δι­απίστευσης, για επιστροφή του ΦΠΑ».

 

   2. Η παράγραφος 5β του άρθρου 1 του ν. 3752/2009 (ΦΕΚ 40 Α) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

 

   «5β. Η αποκλειστική προθεσμία των τριών (3) μηνών για την υποβολή των αιτήσεων μετάταξης των ενδιαφερόμενων υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι στις ειδικές υπηρεσίες Υπουργείων και Περιφερειών ξεκινάει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου».

 

   Αρθρο 38

 

   1. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κατάσχονται χερ­σαία ή εναέρια και πλωτά μεταφορικά μέσα, μηχανήματα έργου και εμπορευματοκιβώτια που έχουν κατασχεθεί ή κατάσχονται λόγω διάπραξης οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος, πλην αυτών που αναφέρονται στο άρθρο 177 του Τελωνειακού Κώδικα, το υπηρεσιακό όργανο το οποίο επέβαλε την κατάσχεση ή η Υπηρεσία στην οποία υπηρετεί αυτό, τα παραδίδει μαζί με αντίγραφο της Έκθεσης Κατάσχεσης στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημόσιου Υλικού (Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε.), συντασσομένης Έκθεσης Παράδοσης και Παραλαβής. Το ίδιο ως άνω όργανο ή η Υπηρεσία επισυνάπτει τα πρωτότυπα της Έκθεσης Κα­τάσχεσης και της Έκθεσης Παράδοσης και Παραλαβής στα υποβαλλόμενα στον αρμόδιο Εισαγγελέα στοιχεία της προανάκρισης και κοινοποιεί υποχρεωτικά προς τον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. αντίγραφο του διαβιβαστικού εγγράφου της προανάκρισης.

Όταν κατάσχονται πλωτά μέσα για τους λόγους του εδαφίου α', η κατά τόπο αρμόδια Λιμενική Αρχή φυλάσ­σει αυτά και αν είναι η κατασχούσα Αρχή διαβιβάζει αντίγραφο της Έκθεσης Κατάσχεσης στον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε., ο οποίος έχει τη διαχείριση αυτών και προβαίνει στην εκποίηση ή στη διάθεσή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.

Τα πλωτά μέσα παραμένουν στην παραφυλακή της Λιμενικής Αρχής, μέχρις ότου παραδοθούν στον αναδειχθέντα από τις δημοπρασίες του Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. αγοραστή ή έως ότου δοθεί η εντολή καταστροφής τους, εφόσον δεν προκύψει αγοραστής.

Αν ήθελε διορισθεί ειδικός μεσεγγυούχος από την κατασχούσα Αρχή, αυτός ορίζεται από τον ειδικό κα­τάλογο πραγματογνωμόνων και οφείλει να παραδώσει πλήρη παραστατικά για τα πραγματοποιηθέντα έξοδά του στην κατά τόπο αρμόδια φορολογική αρχή.

 

   2. Κάθε βούλευμα ή απόφαση σχετικά με άρση της κατάσχεσης και απόδοσης των κατασχεμένων, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στον ιδιοκτήτη, κα­θώς και κάθε απόφαση για δήμευση τους κοινοποιείται αμελλητί από τον Εισαγγελέα στον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. μαζί με βεβαίωση περί αμετακλήτου. Αν μέσα σε τρεις (3) μήνες από την ημερομηνία που επιβλήθηκε η κατάσχεση δεν έχει εκδοθεί ή δεν έγινε αμετάκλητο τέτοιο βούλευμα ή απόφαση, ο Εισαγγελέας είναι υποχρεωμένος να ανακοινώσει αμελλητί το στοιχείο αυτό στον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε.. Τις ως άνω συνέπειες επιφέρει και κοινοποίηση ή γνωστοποίηση που ενεργεί κάθε ενδιαφερόμενος. Ο Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. εάν, μετά την παρέλευση τριών (3) μηνών από την ημερομηνία κατάσχεσης, δεν έχει λάβει από τον Εισαγγελέα έγγραφη γνωστοποίηση ή ανακοίνω­ση περί δήμευσης του κατασχεθέντος, προβαίνει στην εκποίηση ή διάθεσή του.

Όμοια εκποίηση ή διάθεση από τον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. γί­νεται αν περάσουν έξι (6) μήνες, από τότε που έγι­ναν αμετάκλητα η απόφαση ή το βούλευμα για άρση της κατάσχεσης των μεταφορικών μέσων του πρώτου εδαφίου και απόδοσής τους στον ιδιοκτήτη και δεν έχουν παραληφθεί από τον ιδιοκτήτη από αποκλειστική αυτού υπαιτιότητα και το οποιοδήποτε αντάλλαγμά τους εισάγεται ως δημόσιο έσοδο, αποκλειομένου του δικαιώματος αποζημίωσης.

Η προαναφερόμενη εκποίηση ή διάθεση γίνεται, σύμ­φωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις, για την από τον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. εκποίηση ή διάθεση ειδών που ανήκουν στο Δημόσιο και οι οποίες εφαρμόζονται σε αυτές τις περιπτώσεις ανάλογα. Για τα πλωτά μέσα μπορούν να γίνουν μέχρι τέσσερις δημοπρασίες εκποί­ησης. Εάν αποβεί άκαρπη και η τέταρτη δημοπρασία, τότε η Λιμενική Αρχή φύλαξης του πλωτού μέσου θα προβαίνει, μετά από σχετική βεβαίωση του Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε., σε πρόταση προς το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής και το Υπουργείο Εθνικής Αμυνας για καταστροφή των πλωτών μέσων, σύμφωνα με τα ισχύοντα για τις καταστροφές των πλω­τών μέσων των ανωτέρω Υπουργείων.

Μεταφορικά μέσα που έχουν κατασχεθεί για τους ανωτέρω λόγους και φυλάσσονται στις αποθήκες του Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. και για τα οποία έχουν παρέλθει κατά τη δημοσίευση του παρόντος τρεις (3) μήνες από την επι­βολή της κατάσχεσης, εκποιούνται ή διατίθενται όπως ορίζεται στο παρόν άρθρο.

 

   3. Αν, μετά την εκποίηση ή διάθεση των κατασχεμένων για τους ανωτέρω λόγους διατάχθηκε αμετάκλητα η απόδοσή τους στον ιδιοκτήτη, καταβάλλεται σε αυτόν από τον Ο.Δ.Δ.Υ. Α.Ε. ως αποζημίωση:

α. ποσό ίσο με την αναφερόμενη στην Έκθεση Κοστο­λόγησης αξία, αν τα κατασχεμένα έχουν παραχωρηθεί και

β. ποσό ίσο με το τίμημα που επιτεύχθηκε στη δημοπρασία, αν έχουν εκποιηθεί.

 

   Αρθρο 39

   Το άρθρο 35 του ν. 814/1978 (ΦΕΚ 144 Α ) αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «Αρθρον 35

Έκδοση πιστοποιητικών για εταιρείες χαρτοφυλακί­ου που κατέχουν αποκλειστικά μετοχές πλοιοκτητριών εταιρειών πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία

 

   Απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση το εισόδημα που αποκτάται από εταίρους ή μετόχους Εταιρείας Χαρτοφυλακίου (Holding Company), η οποία έχει αποκλειστικά μετοχές εταιρειών πλοιοκτη­τριών πλοίων με ελληνική σημαία ή ξένη σημαία, εφόσον οι πλοιοκτήτριες εταιρείες είναι συμβεβλημένες με το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο ή η εκμετάλλευση ή διαχεί­ριση των πλοίων τους γίνεται από ημεδαπή ή αλλοδαπή επιχείρηση εγκατεστημένη στην Ελλάδα με βάση το άρθρο 25 του ν. 27/1975 (ΦΕΚ 77 Α), όπως ισχύει. Το ότι η Εταιρεία Χαρτοφυλακίου (Holding Company) κατέχει αποκλειστικά μετοχές πλοιοκτητριών εταιρειών πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία αποδεικνύεται:

(α) με την προσκόμιση σχετικού πιστοποιητικού της αρμόδιας δημόσιας αρχής της καταστατικής έδρας της εταιρείας, στο οποίο θα πρέπει να αναφέρονται η επωνυμία κάθε πλοιοκτήτριας εταιρείας, στην οποία μετέχει η Εταιρεία Χαρτοφυλακίου (Holding Company), όπως και το όνομα και τα λοιπά στοιχεία ταυτότητας των πλοίων που ανήκουν σε κάθε πλοιοκτήτρια εται­ρεία. Η αρμοδιότητα της αλλοδαπής δημόσιας αρχής για την έκδοση του πιστοποιητικού βεβαιώνεται από το Υπουργείο Εξωτερικών ή την Ελληνική Προξενική Αρχή, είτε

(β) με την προσκόμιση πιστοποιητικού από το οποίο να προκύπτει ότι η Εταιρεία Χαρτοφυλακίου (Holding Company) είναι σε ισχύ (good standing), καθώς και αντί­γραφου πρακτικού του Δ.Σ. της Εταιρείας Χαρτοφυ­λακίου, από το οποίο να προκύπτει η επωνυμία των πλοιοκτητριών εταιρειών, στις οποίες μετέχει η Εταιρεία Χαρτοφυλακίου (Holding Company), το όνομα, η σημαία και ο λιμένας νηολόγησης του πλοίου ή των πλοίων, το οποίο θα πρέπει να είναι θεωρημένο από την οικεία Προξενική Αρχή της χώρας της καταστατικής έδρας της Εταιρείας Χαρτοφυλακίου (Holding Company) που εδρεύει στην Ελλάδα.

Ειδικά οι συμβεβλημένες με το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο πλοιοκτήτριες εταιρείες πλοίων με ξένη σημαία υποχρεούνται να προσκομίζουν και πιστοποιητικό του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου, από το οποίο να αποδει­κνύεται ότι τα ως άνω πλοία τους είναι συμβεβλημένα με αυτό».

 

   Αρθρο 40

Σύσταση Α.Ε. «Αναπτυξιακός Οργανισμός της Εκκλησίας της Ελλάδος»

 

   1. Συνιστάται ανώνυμη εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑ­ΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΑΝ.Ο.Ε.Ε.) ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ». Η εταιρεία λειτουργεί χάριν του δημοσίου συμφέροντος και κατά τους κανόνες της ιδι­ωτικής οικονομίας και εποπτεύεται από τους Υπουρ­γούς Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ισχύει επ' αυτής και η εποπτεία της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά τις διατάξεις του ν. 590/1977 (ΦΕΚ 146 Α) και των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων Κανονισμών. Η εταιρεία δεν υπάγεται στο δημόσιο τομέα, όπως αυτός κάθε φορά καθορίζε­ται. Η λειτουργία της διέπεται από τον παρόντα νόμο, συμπληρωματικά δε από τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν. 849/1978 (ΦΕΚ 232 Α' ) και του κ.ν. 2190/1920, όπως κάθε φορά ισχύουν

 

   Το καταστατικό της εταιρείας έχει ως εξής:

 

   «Αρθρο 1: Σκοπός - Μέσα επίτευξης

 

   1. (α) Σκοπός της εταιρείας είναι η υποστήριξη της υλοποίησης των δράσεων δημόσιου χαρακτήρα που χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή κοινοτικούς ή άλλους πόρους στους τομείς ευθύνης της Εκκλησίας της Ελλά­δος ή των εκκλησιαστικών νομικών προσώπων δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου.

(β) Επίσης δύναται να υποστηρίξει την υλοποίηση δρά­σεων προς όφελος δικαιούχων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων διεθνούς, δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου, ως και εκκλησιαστικών ενώσεων προσώπων, που εδρεύουν στην αλλοδαπή και ανήκουν στο Κλίμα της Ανατολι­κής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας ή προωθούν θρησκευτικούς σκοπούς του αυτού Κλίματος προς το σκοπό της συνεισφοράς στην ποιμαντική, πολιτιστική, αναπτυξιακή και φιλανθρωπική δράση τους.

 

   2. Για την επίτευξη του σκοπού της η εταιρεία:

(α) Υποστηρίζει την προετοιμασία και τη σύνταξη όλων των απαραίτητων εγγράφων για ένταξη έργων στους τομείς ευθύνης της Εκκλησίας της Ελλάδος ή των νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων των παραγράφων 1 (α) και 1(β) του παρόντος άρθρου, σε προγράμματα που χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή κοινοτικούς ή άλλους πόρους.

(β) Υποστηρίζει τους φορείς των παραγράφων 1 (α) και 1(β) του παρόντος άρθρου στην προετοιμασία και ωρίμανση των έργων τους, δηλαδή την εκτέλεση μελετών, τη λήψη των απαραίτητων αδειών και τη σύ­νταξη προκηρύξεων και των τευχών δημοπράτησης για την κατασκευή τεχνικών έργων, προμηθειών και την παροχή υπηρεσιών.

(γ) Αναλαμβάνει την ευθύνη ανάθεσης και εκτέλε­σης συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών στους τομείς ευθύνης της Εκκλησίας της Ελλάδος ή των νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων των παραγράφων 1 (α) και 1 (β) του παρόντος άρθρου, με όλες τις μεθόδους που προβλέπει η εκάστοτε κείμενη νομοθεσία. Ειδικότερα για πράξεις που εντάσσο­νται σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα της Προγραμματικής Περιόδου 2007 - 2013, δύναται να ασκεί αρμοδιότητες δικαιούχου είτε αυτοτελώς είτε ως συμβαλλόμενη με τους φορείς της παραγράφου 1(α) του παρόντος άρθρου σε προγραμματική σύμβαση της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 3614/2007.

Στην εταιρεία δύνανται να απευθύνονται η Εκκλησία της Ελλάδος, καθώς και όλα τα νομικά πρόσωπα και οι ενώσεις προσώπων των παραγράφων 1(α) και 1(β) του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων της Ιεράς Κοινότητας, των Ιερών Μονών και των εξαρτημάτων των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους.

Για τα ανωτέρω εδάφια (α), (β) και (γ) η εταιρεία δύ­ναται να ενεργεί στο πλαίσιο υλοποίησης του έργου και για τις εξ αυτού απορρέουσες έννομες σχέσεις επ' ονόματί της ή ασκώντας εξουσίες εκπροσώπησης του κυρίου του έργου, διαχειριζόμενη τους πόρους που προ­ορίζονται για την υλοποίηση του έργου.

 

   Αρθρο 2: Έδρα -Διάρκεια

 

   1. Έδρα της εταιρείας ορίζεται ο Δήμος Αθηναίων.

 

   2. Η εταιρεία μπορεί με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της να ιδρύει παραρτήματα, γραφεία ή υποκαταστήματα ή να διορίζει αντιπροσώπους της.

 

   3. Η διάρκεια της εταιρείας ορίζεται πεντηκονταετής (50ετής). Η λήξη της ορίζεται η αντίστοιχη ημερομηνία του έτους 2059. Η διάρκεια της εταιρεί­ας μπορεί να παραταθεί ή να συντμηθεί με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης και έγκριση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

 

   Αρθρο 3: Κεφάλαιο

 

   1. Το κεφάλαιο της εταιρείας ανέρχεται σε εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, αντιστοιχεί σε μία ονομαστική μετοχή και καλύπτεται από την Εκκλη­σία της Ελλάδος, η οποία αποτελεί τον μοναδικό της μέτοχο.

 

   2. Για κάθε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου εφαρμό­ζονται οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.

 

   Αρθρο 4: Πόροι

Οι πόροι της εταιρείας προέρχονται:

α) από τη χρηματοδότηση της Εκκλησίας της Ελλάδος,

β) από αποζημίωση προερχόμενη από τα νομικά πρό­σωπα των παραγράφων 1(α) και 1(β) του άρθρου 1 για τις υπηρεσίες της στον τομέα της ένταξης, ανάθεσης, διοίκησης και εκτέλεσης συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ανάλογα με τον προϋπολογισμό των έργων που διαχειρίζεται,

γ) από επιχορηγήσεις, δωρεές, κληρονομίες, κληρο­δοσίες, από την εκμετάλλευση της περιουσίας της και από κάθε άλλη νόμιμη πηγή,

δ) από επιχορήγηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και λοιπούς πόρους του Κρατικού Προϋπο­λογισμού, κατ' εφαρμογή των διαδικασιών διαχείρισης και ελέγχου του ν. 3614/2007 (ΦΕΚ 267 Α).

 

   Αρθρο 5: Διοίκηση - Εκπροσώπηση

 

   1. Η εταιρεία διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο, δύο μέλη του οποίου ορίζονται με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και τα υπόλοιπα πέντε μέλη με απόφαση της Δ.Ι.Σ., μετά από πρόταση της Ε.Κ.Υ.Ο. της Εκκλησίας της Ελλάδος. Το Δ.Σ. λειτουργεί κατά τις κείμενες διατάξεις για τις ανώνυμες εταιρείες και η θη­τεία του είναι τριετής με δυνατότητα εκ νέου διορισμού των ιδίων μελών.

 

   2. Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου έχει την εξουσία δικαστικής ή εξώδικης εκπροσώπησης της εταιρείας, συγκαλεί τις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου και καθορίζει την ημερήσια διάταξη. Το Διοι­κητικό Συμβούλιο δύναται με ειδική απόφασή του να αναθέτει αρμοδιότητες εκπροσώπησης και διαχείρισης της εταιρείας σε ένα ή περισσότερα μέλη του, καθώς και αρμοδιότητες εκπροσώπησης σε τρίτα πρόσωπα.

 

   3. Το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να διορίζει Γενικό Διευθυντή μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέ­ροντος με σύμβαση ορισμένου χρόνου τριών (3) ετών ή να προβεί σε απόσπαση στελέχους από φορείς του δημόσιου τομέα μετά από απόφαση των εποπτευόντων Υπουργών και πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ο Γενικός Διευθυντής διευθύνει τις εταιρικές εργασίες, προΐσταται των υπηρεσιών της, εισηγείται στο Διοικη­τικό Συμβούλιο τα προς ψήφιση θέματα και μετέχει σε αυτό χωρίς δικαίωμα ψήφου.

 

   4. Ο εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος στη Γενική Συνέλευση ορίζεται με απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου.

 

   Αρθρο 6: Έλεγχος

 

   1. Η οικονομική διαχείριση της εταιρείας υπόκειται σε ετήσιο κατασταλτικό έλεγχο από ορκωτούς ελεγκτές, οι οποίοι υποβάλλουν την έκθεσή τους στο Διοικητικό Συμβούλιο και στους εποπτεύοντες Υπουργούς. Εκ πα­ραλλήλου αρμοδιότητες ελέγχου νομιμότητας ασκεί δια των αρμοδίων οργάνων της η Εκκλησία της Ελλάδος κατά το ν. 590/1977 και τους κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδόμενους Κανονισμούς, όπως κάθε φορά ισχύουν, καθώς και οι δημοσιονομικοί ελεγκτές του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών».

 

   2. Η απαλλαγή από το φόρο συγκέντρωσης κεφα­λαίων παρέχεται εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν. 1676/1986 (ΦΕΚ 204 Α).

 

   3.α. Το προσωπικό της εταιρείας προσλαμβάνεται από τον ιδιωτικό τομέα ή αποσπάται από το δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.

β. Οι αποδοχές του προσωπικού της εταιρείας καθο­ρίζονται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία.

γ. Οι αποσπάσεις των στελεχών του δημόσιου και ευ­ρύτερου δημόσιου τομέα στην εταιρεία γίνονται με κοι­νή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών, χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού ή Διοικητικού Συμβουλίου του φορέα προέλευσης. Με αντίστοιχες αποφάσεις και διαδικασία παρατείνονται οι αποσπάσεις για μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα.

δ. Οι αποσπώμενοι στην εταιρεία εξακολουθούν να λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών τους από την υπηρεσία ή εταιρεία, από την οποία προέρχονται, με τα πάσης φύσεως, γενικά ή ειδικά επιδόματα της ορ­γανικής τους θέσης και τις προβλεπόμενες πρόσθετες αμοιβές ή αποζημιώσεις, πλην αυτών που συνδέονται με την ενεργό άσκηση καθηκόντων. Με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας είναι δυνατή η χορήγηση σε αυτούς ειδικού επιδόματος εξίσωσης των αποδοχών τους με τις συνολικές αποδο­χές του αντίστοιχου προσωπικού της εταιρείας.

 

   4.α. Όλα τα ειδικότερα θέματα τα σχετικά με το προ­σωπικό της εταιρείας, ιδίως η αξιολόγηση απόδοσης, η εξέλιξη και ο πειθαρχικός έλεγχος αυτού, ρυθμίζονται με τον Κανονισμό Εσωτερικής Οργάνωσης που υποβάλ­λεται με πρόταση του Διοικητικού της Συμβουλίου προς την Εκκλησία της Ελλάδος και ακολούθως εγκρίνεται από τους εποπτεύοντες Υπουργούς. Στον Κανονισμό αυτόν επίσης προβλέπονται όλες οι αναγκαίες οργα­νωτικές διευθετήσεις της δομής της εταιρείας (διαιρέ­σεις σε τμήματα, διευθύνσεις, γενική διεύθυνση, τεχνικά και γνωμοδοτικά συμβούλια, κατανομή αρμοδιοτήτων, κατάρτιση της ιεραρχίας των υπηρεσιών κ.λπ.) που εί­ναι αναγκαίες κάθε φορά, ώστε να εναρμονίζεται η δομή της προς το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο που δι­έπει την εκτέλεση των ανωτέρω σκοπών της. Υπάγο­νται στον εν λόγω Κανονισμό ως προς την αξιολόγησή τους και οι αποσπασμένοι στην εταιρεία υπάλληλοι του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα. Μετά τη λήξη της απόσπασης οι αξιολογήσεις και τα σχετικά στοιχεία αποστέλλονται από την εταιρεία στον φορέα προέλευσης.

β. Η εταιρεία δύναται να μετέχει σε προγραμματικές συμβάσεις κατά τις διατάξεις του άρθρου 225 παράγρα­φος 1β του ν. 3463/2006 (ΦΕΚ 114 Α) και του άρθρου 12 του ν. 3513/2006 (ΦΕΚ 265 Α).

γ. Το Καταστατικό ως προς τα ειδικότερα θέματα μπορεί να τροποποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέ­λευσης, που εγκρίνεται με απόφαση των εποπτευόντων Υπουργών.

 

   Αρθρο 41

 

   Στην Αρετή Γρηγοροπούλου του Ευαγγέλου, αδελφή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, ο οποίος υπήρξε θύμα θανάσιμου τραυματισμού στις 6.12.2008, εφαρμόζονται αναλόγως ως προς τις ενδοσχολικές εξετάσεις όλων των μαθημάτων της Γ' τάξης του Λυκείου οι ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 27 παράγραφος 1 εδάφιο α του π.δ. 60/2006 (ΦΕΚ 65 Α), όπως ισχύει. Η αναφερόμενη εισάγεται σε Σχολή ή Τμήμα προτίμησής της των Ανώ­τατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων καθ' υπέρβαση του αριθμού των εισακτέων. Για την εγγραφή της πρέπει να καταθέσει, κατά την προθεσμία εγγραφής των πρω­τοετών φοιτητών, σχετική αίτηση στη Γραμματεία της Σχολής ή του Τμήματος που επιθυμεί να εγγραφεί, κα­θώς και το Απολυτήριο Λυκείου.

 

   Αρθρο 42

Σύσταση Διεύθυνσης Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα στη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και άλλες διατάξεις

 

   1. Α.ί. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών Διεύθυνση Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα, υπαγόμενη στη Γενική Διεύθυνση ΚΕΠΥΟ της Γενικής Γραμματείας Πληροφο­ριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.).

ii. Αποστολή της Διεύθυνσης Εφαρμογών Μισθο­δοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα είναι η μηχανογραφική ανάπτυξη, υποστήριξη και συντήρηση εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα και η ανάπτυξη, υποστήριξη και συντήρηση των εφαρμογών διαχείρισης του προσωπικού του Υπουρ­γείου Οικονομίας και Οικονομικών.

iii. Η Διεύθυνση Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξε­ων του Δημοσίου διαρθρώνεται σε τρία (3) τμήματα στα οποία κατανέμονται οι αρμοδιότητές της, ως εξής:

ΤΜΗΜΑ Α ' - Μισθοδοσίας Υπαλλήλων του Δημόσιου Τομέα

Η ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση μηχανογραφικών εφαρμογών που αφορούν στους τομείς της μισθοδοσίας και κάθε πρόσθετης αμοιβής των υπαλλήλων του Δημόσιου Τομέα και κυρίως στα παρακάτω θέματα αυτών:

- Ομοιόμορφη εφαρμογή των μισθολογικών διατάξεων στο Δημόσιο Τομέα,

- Υπολογισμός μισθοδοσίας κάθε υπαλλήλου,

- Υπολογισμός πρόσθετων αμοιβών,

- Διαδικασίες πληρωμής μέσω διατραπεζικού συστήματος,

-Βεβαιώσεις αποδοχών,

- Εφαρμογή εισοδηματικής πολιτικής επί των αμοιβών των υπαλλήλων,

- Συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Μισθών του Γ.Λ.Κ.,

- Συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις των Υπουρ­γείων - Φορέων που υπηρετούν οι μισθοδοτούμενοι υπάλληλοι για την ενημέρωση του ηλεκτρονικού φακέλου των αμοιβών του μισθοδοτουμένου,

-Σύγχρονη εκχώρηση οικονομικών στοιχείων για τη συνταξιοδότηση του υπαλλήλου,

- Συνεργασία με επικουρικά Ταμεία ασφάλισης των υπαλλήλων όπως ΜΤΠΥ, ΤΕΑΔΥ, Ι ΚΑ και λοιπά, για τις παρακρατήσεις και αποδόσεις,

- Έκδοση στατιστικών στοιχείων.

Οι ανωτέρω αρμοδιότητες κατανέμονται στα εξής γραφεία:

Ι) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών υπαλ­λήλων Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εθνι­κής Αμυνας, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Πολιτισμού, Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Εσωτερικών, Περιφερειών και Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων.

II) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών υπαλ­λήλων Υπουργείων Εξωτερικών, Δικαιοσύνης, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαί­ου και Νησιωτικής Πολιτικής, Ανάπτυξης, Τουριστικής Ανάπτυξης, Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Μακεδονίας-Θράκης, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, υπαλλήλων Βουλής, λειτουργών και μισθοδοτούμενων με ειδικά μισθολόγια, Ανεξαρτήτων Διοικητικών Αρχών, Κληρικών.

III) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών ια­τρών Ε.Σ.Υ. και υπαλλήλων Νοσοκομείων.

IV) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών εκ­παιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκ­παίδευσης και διοικητικών υπαλλήλων του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

V) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών υπαλ­λήλων Ο.Τ.Α. α' βαθμού και Ν.Π.Δ.Δ..

VI) Γραφείο εφαρμογών εκκαθάρισης αποδοχών μόνιμων στελεχών των ενόπλων δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας.

ΤΜΗΜΑ Β ' - Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα Η ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση μηχανογραφικών εφαρμογών που αφορούν στους τομείς των συντάξεων του Δημόσιου Τομέα και κυρίως στα παρακάτω θέματα αυτών:

- Υπολογισμός σύνταξης κάθε συνταξιούχου,

- Υπολογισμός αναδρομικών, μεταβολών, διακοπών κ.λπ.,

- Διαδικασίες πληρωμής μέσω διατραπεζικού συστή­ματος,

- Βεβαιώσεις αποδοχών των συνταξιούχων,

- Διαδικασίες σύγχρονης εξυπηρέτησης και ενημέ­ρωσης των συνταξιούχων,

- Συνεργασία με την αρμόδια Γενική Διεύθυνση Συ­ντάξεων του Γ.Λ.Κ.,

- Συνεργασία με τις διοικήσεις προσωπικού των Υπουργείων για τον κανονισμό της σύνταξης κάθε συ­νταξιούχου,

- Εφαρμογή εισοδηματικής πολιτικής επί των συντά­ξεων των συνταξιούχων,

-Συνεργασία με επικουρικά Ταμεία ασφάλισης των συ­νταξιούχων, ΜΤΠΥ, ΤΕΑΔΥ και λοιπά, για ενιαία πληρωμή συντάξεων και μερισμάτων,

- Δημιουργία και χρήση ηλεκτρονικού φακέλου συ­νταξιούχου,

- Έκδοση στατιστικών στοιχείων.

Οι ανωτέρω αρμοδιότητες κατανέμονται στα εξής γραφεία:

Ι) Γραφείο κανονισμού συντάξεων συνταξιούχων

II) Γραφείο εκτέλεσης συντάξεων συνταξιούχων.

ΤΜΗΜΑ Γ' - Υποστήριξης της διαχείρισης του προσω­πικού και των ηλεκτρονικών εγγράφων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.

Η ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση μηχανογραφικών εφαρμογών που αφορούν τους τομείς της διαχείρισης του προσωπικού και των εγγράφων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και κυρίως στα παρακάτω θέματα αυτών:

- Ανάπτυξη, υποστήριξη και συντήρηση των εφαρμογών διαχείρισης προσωπικού όπως ο ηλεκτρο­νικός υπηρεσιακός φάκελος υπαλλήλου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών (προσωπικά στοιχεία, θέση, βαθμολογική εξέλιξη, μεταβολές, μετατάξεις, αποσπά­σεις, άδειες, επιμορφώσεις, ποινές, ιστορικότητα, και λοιπά στοιχεία).

- Ανάπτυξη, υποστήριξη και συντήρηση της εφαρμογής των μεταβολών της περιουσίας των δημόσιων και κοι­νοτικών (Ο.Τ.Α.) υπαλλήλων.

- Συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις Διοικη­τικού των Υπουργείων και Ο.Τ.Α. για την υποστήριξη της διάθεσης των στοιχείων των υπαλλήλων για τη συνταξιοδότησή τους.

- Ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση εφαρμογών σχετικών με την ηλεκτρονική διαχείριση εγγράφων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών και ειδικότερα στα παρακάτω θέματα:

- υποστήριξη του υποσυστήματος ηλεκτρονικού πρω­τοκόλλου του Υπουργείου,

- υποστήριξη του υποσυστήματος διαχείρισης εγγρά­φων,

- υποστήριξη του υποσυστήματος της ηλεκτρονικής διεκπεραίωσης,

- τυποποίηση και δημιουργία προτύπων εγγράφων,

- συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Υπουρ­γείου,

- την έκδοση στατιστικών στοιχείων.

Β. Στις αρμοδιότητες όλων των Τμημάτων της Διεύ­θυνσης περιλαμβάνονται επίσης:

- Η μέριμνα, σε συνεργασία με τα Τμήματα και τις Διευθύνσεις της Γ.Γ.Π.Σ., για την τεχνολογική ενημέρωση του προσωπικού (με την προμήθεια επιστημονικών και τεχνολογικών περιοδικών, τη συμμετοχή σε εκπαιδευτικά σεμινάρια ή συνέδρια, τις επισκέψεις σε εξειδικευμένες εκθέσεις και συγγενή κέντρα πληροφορικής) και εισήγη­ση για την εκπαίδευση και κατάρτιση του προσωπικού σε νέες τεχνολογίες, συστήματα και μεθόδους.

- Η παροχή συνδρομής στην εκπαίδευση υπαλλήλων χρηστών των συστημάτων - υπαλλήλων του Υπουρ­γείου Οικονομίας και Οικονομικών, αλλά και των εξυπηρετούμενων Υπουργείων, καθώς και η συγγραφή σχετικών ενημερωτικών κειμένων σε συνεργασία με τις αρμόδιες Διευθύνσεις της Γ.Γ.Π.Σ..

- Η σύνταξη μελετών, τεχνικών προδιαγραφών ή τεχνι­κών απαιτήσεων, για έργα ή προμήθειες του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, σχετικών με το αντικείμενο ή τη λειτουργία του Τμήματος.

- Η παρακολούθηση, επίβλεψη και παραλαβή των ως άνω έργων ή προμηθειών.

- Η συνεργασία με την αρμόδια Διεύθυνση, για την απρόσκοπτη συνεργασία των συναφών Συστημάτων και για τη βελτίωση και διεύρυνση των παρεχόμενων διαδικτυακών υπηρεσιών.

- Η συμμετοχή σε εθνικά και ευρωπαϊκά πιλοτικά ερευ­νητικά προγράμματα.

Γ. Το Τμήμα Ε' (Τμήμα Μισθοδοσίας και Συντάξεων) της 30ής Διεύθυνσης (Εφαρμογών Η/Υ της Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών καταργείται. Οι υπηρετούντες υπάλληλοι του ανωτέρω Τμήματος στελεχώνουν το Α' και το Β' Τμήμα της ως άνω Διεύθυνσης Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξεων του Δημόσιου Τομέα με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.

Δ. Της Διεύθυνσης Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συ­ντάξεων του Δημόσιου Τομέα του παρόντος άρθρου, καθώς και των Τμημάτων της προΐστανται υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α' του κλάδου ΠΕ Πλη­ροφορικής S/W.

α. Για τη στελέχωση της Διεύθυνσης στους υφιστάμενους κλάδους προσωπικού συνιστώνται επι­πλέον οι παρακάτω θέσεις: i) σαράντα (40) θέσεις υπαλ­λήλων με βαθμούς Δ' - Α' του κλάδου ΠΕ Πληροφορικής, ειδικότητας Επιστήμης Η/Υ (software), από τις οποίες οι δέκα (10) θέσεις με εξειδίκευση στην πληροφορι­κή εφαρμογών και ii) δέκα (10) θέσεις υπαλλήλων με βαθμούς Δ' -Α' του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής ειδικό­τητας Επιστήμης Η/Υ (software).

Ως προς τα προσόντα για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων εφαρμόζονται τα άρθρα 6 και 14 του π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α), όπως ισχύουν.

β. Η στελέχωση των ανωτέρω θέσεων σε ποσο­στό όχι μεγαλύτερο του 30% γίνεται με διαγωνισμό, ο οποίος διενεργείται από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται η κατανομή των θέσεων κατά κλάδο εντός του προβλεπόμενου ποσοστού, η διαδικα­σία και ο τρόπος διεξαγωγής του ανωτέρω διαγωνισμού, καθώς και κάθε συναφές θέμα.

γ. Η σχετική προκήρυξη δημοσιεύεται ολόκληρη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Προκηρύ­ξεων Α.Σ.Ε.Π.) και περίληψή της σε δύο τουλάχιστον εφημερίδες των Αθηνών. Η προκήρυξη αποστέλλεται πριν τη δημοσίευσή της στο Α.Σ.Ε.Π., το οποίο οφείλει να την ελέγξει από άποψη νομιμότητας εντός δέκα (10) ημερών. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των δέκα (10) ημερών, τεκμαίρεται η σύμφωνη γνώμη του Α.Σ.Ε.Π.. Οι σχετικοί πίνακες των επιτυχόντων αποστέλλονται στο Α.Σ.Ε.Π. προς έλεγχο νομιμότητας.

δ. Η στελέχωση των υπόλοιπων θέσεων της Διεύ­θυνσης γίνεται με υπαλλήλους που αποσπώνται ή μετατάσσονται από το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα Ν.Π.Δ.Δ. με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατά­ξεων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζονται οι προϋποθέσεις και τα τυχόν πρόσθετα προσόντα των υπαλλήλων που αποσπώνται ή μετατάσσονται από το Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. και τα Ν.Π.Δ.Δ. στην ως άνω Διεύθυνση. Η μισθοδοσία των αποσπώμενων υπαλλήλων βαρύνει τους φορείς στους οποίους ανήκουν οργανικά.

ε. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών ορίζεται ο χρόνος έναρξης λειτουργίας της Διεύθυνσης και των Τμημάτων αυτής. Με όμοιες απο­φάσεις δύνανται να συμπληρώνονται ή τροποποιούνται οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης, να ανακατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων και να ρυθμίζονται λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

στ. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του π.δ. 43/1997 (ΦΕΚ 42 Α), προστίθεται περίπτωση δ' ως εξής:

 

   «δ) Διεύθυνση Εφαρμογών Μισθοδοσίας και Συντάξε­ων του Δημόσιου Τομέα».

 

   2. Επενδυτικά σχέδια επιχειρήσεων που έχουν υπα­χθεί ή υπάγονται στο ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α), όπως ισχύει, καθώς και σε προγράμματα του Ταμείου Εγ­γυοδοσίας Μικρών και πολύ Μικρών Επιχειρήσεων χρηματοδοτούνται, υπό την προϋπόθεση ότι η συνο­λικά παρεχόμενη ενίσχυση, αναγόμενη σε ακαθάριστο Ισοδύναμο Επιχορήγησης, δεν υπερβαίνει τα ποσοστά του εγκεκριμένου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων.

Ο έλεγχος της εφαρμογής της ρύθμισης του ανωτέρω εδαφίου αναφορικά με την εντός των ορίων του Χάρ­τη Περιφερειακών Ενισχύσεων συνολικά παρεχόμενη ενίσχυση πραγματοποιείται με μέριμνα του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και πολύ Μικρών Επιχειρήσεων.

 

   Αρθρο 43

 

   Στο άρθρο 3 του σχεδίου νόμου «Ενσωμάτωση Οδη­γιών 2006/98/ΕΚ, 2008/8/ΕΚ και 2007/74/ΕΚ, διατάξεων των Οδηγιών 2006/112/ΕΚ και 2006/69/ΕΚ, διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, κεφαλαίου, ΦΠΑ και λοιπών φορολογιών και λοιπές διατάξεις» προστίθεται παρά­γραφος 7:

 

   «7. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9 του Κώδικα Φο­ρολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε.) που κυρώθηκε με το ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α'), οι υφιστάμενες περιπτώσεις δ' και ε' αναριθμούνται σε ε' και στ' , αντίστοιχα και προστίθεται νέα περίπτωση δ', ως εξής:

 

   «δ) Κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%) του συνολικού ετήσιου ποσού των δεδουλευμένων τόκων που καταβάλλονται από τον φορολογούμενο, ειδικά για συμβάσεις στεγαστικών δανείων που συνάπτονται από 1ης Ιανουαρίου 2009 μέχρι 31ης Δεκεμβρίου 2010, για απόκτηση, κατά πλήρη κυριότητα, οποιασδήποτε κατοικίας μέχρι 200 τ.μ. και για ύψος δανείων μέχρι τριακόσιες πενήντα χιλιάδες (350.000) ευρώ. Κατά τα λοιπά ισχύουν όσα ορίζονται στην περίπτωση γ', εκτός από τα δύο τελευταία εδάφια της υποπερίπτωσης αα' και από την υποπερίπτωση δδ'».

 

   Αρθρο 44

Τροποποιήσεις στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων

 

   Κατά τη σύνταξη με αυτοσύμβαση οριστικών συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία σε εκτέλε­ση προσυμφώνων, που έχουν συνταχθεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2000, επιτρέπεται η υποβολή της δήλωσης φόρου μεταβίβασης μόνο από τον αγοραστή ή τους ειδι­κούς ή καθολικούς διαδόχους αυτού, εφόσον συνταχθούν μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Κατά τη σύ­νταξη των συμβολαίων αυτών, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, δεν απαιτείται η αναγραφή του αριθμού φορολογικού μητρώου του πωλητή και η προσκόμιση από αυτόν του αποδεικτικού φορολογικής ενημερότητας, του πιστοποιητικού ή της δήλωσης του άρθρου 81 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, του πιστοποιητικού του άρ­θρου 105 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών και Γονικών Παροχών και του πιστοποιητικού του άρθρου 18 του ν. 3634/2008 (ΦΕΚ 9 Α'). Αντίγραφα των οριστικών συμβολαίων, που καταρτίζονται κατά τα προηγούμενα, αποστέλλονται, με ευθύνη του συμβολαιογράφου, στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του πωλητή δημόσια οικονομική υπηρεσία.

 

   Αρθρο 45

Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου

 

   Α.1. Σε υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που εκκρεμούν ενώπιον των φο­ρολογικών αρχών και αφορούν ακίνητα που βρίσκο­νται σε περιοχές εντός ή εκτός σχεδίου, στις οποίες εφαρμόζεται, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου, το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας τους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 και 41Α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α'), οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία εκείνη που προκύ­πτει αντικειμενικά με την πρώτη εφαρμογή των ανω­τέρω διατάξεων στην περιοχή, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέσα στο έτος της πρώτης εφαρμογής και πριν από αυτή. Για την αποδοχή της φορολογητέ­ας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον προϊστάμενο της αρμόδιας δημόσιας οικονομικής υπη­ρεσίας (ΔΟΥ), εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρ­χίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009, η οικεία φορολογική δήλωση, στην οποία επισυνάπτονται και τα αντίστοιχα φύλλα υπολογισμού της αξίας των ακι­νήτων.

 

   2. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κατά την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα προβλεπόμενα στοιχεία στο φύλλο υπολογισμού της αξίας του ακι­νήτου είναι ειλικρινή. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες δι­ατάξεις.

 

   3. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρχική δήλωση είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει με τη δήλωση της παραγράφου 1 της ενότητας αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

 

   4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται αναλόγως και στις υποθέσεις για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη προσφυγή για την αξία των ακινήτων και εκκρεμούν ενώπιον των διοικη­τικών δικαστηρίων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης απο­δοχής της κατά την παράγραφο 1 φορολογητέας αξίας, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι' αυτές προδικαστικές απο­φάσεις. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι, κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στο διοικητι­κό δικαστήριο την υποβολή της φορολογικής δήλωσης. Η δίκη καταργείται ως προς το ακίνητο για το οποίο υποβλήθηκε η δήλωση και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φορολογική δήλωση, ο φά­κελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

 

   5. Οι υπόχρεοι που θα υποβάλουν τη φορολογική δή­λωση που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 4 του παρόντος άρθρου απαλλάσσονται από την καταβολή οποιουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύρωσης, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2. Ο φόρος μεταβίβασης ακινήτων, ο φόρος αυτομάτου υπερτιμήματος και το τέλος συ­ναλλαγής ακινήτων που προκύπτει με τη δήλωση αυτή καταβάλλεται σε έξι (6) ίσες μηνιαίες δόσεις, ο δε φόρος κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών και προικών καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες διμηνιαίες δόσεις, με τον περιορισμό ότι η κάθε δόση δεν είναι μικρότερη των πεντακοσίων (500) ευρώ, εκτός από την τελευταία. Η πρώτη δόση καταβάλλεται με την υποβολή της δή­λωσης και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των μηνών ή διμήνων αντίστοιχα από τη βεβαίωση.

 

   6. Αν εξοφληθεί ολόκληρος ο οφειλόμενος φόρος μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%).

 

   Β.1. Υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επα­χθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που αφορούν ακίνητα που βρί­σκονται σε περιοχές, στις οποίες δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους και οι οποίες, μέχρι τη δημοσίευση του πα­ρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκκρεμούν ενώπιον των ΔΟΥ, περαιώνονται οριστικά ως εξής:

α) Σε υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, δωρεών, γονικών παροχών και προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλ­λαγής ακινήτων, για τις οποίες η οικεία δήλωση έχει υποβληθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την προεκτίμηση που προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ στην αρχική δήλωση, μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγ­χου ή πράξη μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να αποδε­χθούν ως φορολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

β) Σε υποθέσεις φόρου κληρονομιών, εφόσον γι' αυτές έχουν κοινοποιηθεί πράξεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φο­ρολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσ­διόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

γ) Σε υποθέσεις φόρου κληρονομιών, εφόσον γι' αυτές δεν έχουν κοινοποιηθεί πράξεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία τη δηλωθείσα αξία κάθε ακινήτου προσαυξημένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

Για την αποδοχή της φορολογητέας αυτής αξίας υποβάλλεται από τον υπόχρεο στον προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ η οικεία φορολογική δήλωση, εντός ανα­τρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009.

 

   2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις φόρου μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, προικών, φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων που αφορούν ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές, στις οποίες δεν ισχύει το σύστημα του αντικειμενικού προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας τους, για τις οποίες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμη ή εκπρόθεσμη προσφυγή για την αξία των ακινήτων και εκκρεμούν ενώπιον των διοι­κητικών δικαστηρίων, εφόσον δεν έχουν συζητηθεί στην ουσία τους, κατά το χρόνο υποβολής της δή­λωσης αποδοχής της φορολογητέας αξίας, έστω και αν έχουν εκδοθεί γι' αυτές προδικαστικές αποφάσεις. Για τις υποθέσεις αυτές οι υπόχρεοι μπορούν να απο­δεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία της πράξης την οποία προσδιόρισε ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ μειωμένη κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%). Κατά την υποβολή της φορολογικής δήλωσης στην αρμόδια ΔΟΥ πρέπει να προσκομίσουν βεβαίωση του γραμματέα του διοικητικού δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η υπόθεση, ότι αυτή εκκρεμεί και δεν έχει συζητηθεί στην ουσία της. Η βεβαίωση αυτή μπορεί να αναγραφεί και πάνω στη φορολογική δήλωση που θα υποβληθεί. Ο προϊστάμενος της ΔΟΥ γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στο διοικητικό δικαστήριο την υποβολή της φορολογικής δήλωσης. Η δίκη καταργείται ως προς το ακίνητο για το οποίο υποβλήθηκε η δήλωση και ο φάκελος επαναφέρεται στην αρμόδια φορολογική αρχή. Αν η προσφυγή αφορά και άλλα περιουσιακά στοιχεία, εκτός από τα ακίνητα για τα οποία υποβλήθηκε η φο­ρολογική δήλωση, ο φάκελος παραμένει στο δικαστήριο και η δίκη συνεχίζεται ως προς αυτά.

 

   3. Με την υποβολή της φορολογικής δήλωσης κατά την προηγούμενη παράγραφο επέρχεται εξώδικη λύση της διαφοράς, υπό τον όρο ότι όλα τα στοιχεία του ακινήτου είναι ειλικρινή. Αν διαπιστωθεί ανακρίβεια των στοιχείων αυτών, επιβάλλονται οι πρόσθετοι φόροι και τα πρόστιμα που προβλέπονται από τις ισχύουσες δι­ατάξεις.

 

   4. Αν η αξία του ακινήτου που δηλώθηκε με την αρ­χική δήλωση είναι μεγαλύτερη εκείνης που προκύπτει κατά τις παραγράφους 1 και 2 της ενότητας αυτής, η φορολογική υπόθεση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του δεύτερου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, περαιώνεται ως ειλικρινής με βάση την αξία της αρχικής δήλωσης.

 

   5. Οι διατάξεις των παραγράφων 5 και 6 της ενότητας Α του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις της ενότητας αυτής.

 

   Γ. Οι διατάξεις της ενότητας Α του παρόντος άρ­θρου εφαρμόζονται ανάλογα στις υποθέσεις φορο­λογίας κεφαλαίου για τα ακίνητα τα οποία βρίσκο­νται σε περιοχές στις οποίες σταδιακά επεκτείνεται το σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας τους και εκκρεμούν κατά την έναρξη εφαρμογής του στις περιοχές αυτές. Η προθεσμία υποβολής της δήλω­σης αποδοχής της φορολογητέας αξίας των ακινήτων ορίζεται σε τέσσερις (4) μήνες από την εφαρμογή του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της φορο­λογητέας αξίας. Η προθεσμία αυτή, εάν υπερβαίνει το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την επιβολή του οικείου φόρου, περιορίζεται μέχρι ένα μήνα πριν από τη λήξη του χρόνου αυτού.

 

   Δ. Οι υπόχρεοι που δεν έχουν υποβάλει δήλωση φό­ρου μεταβίβασης ακινήτων, φόρου κληρονομιών, δωρε­ών, γονικών παροχών ή προίκας και φόρου αυτομάτου υπερτιμήματος και τέλους συναλλαγής ακινήτων, δύ­νανται εντός ανατρεπτικής προθεσμίας που αρχίζει από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και λήγει στις 31.12.2009, να υποβάλουν την οικεία αρχική ή συμπληρωματική δήλωση χωρίς την επιβολή πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κύ­ρωσης, εφόσον η φορολογική ενοχή γεννήθηκε μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου και δεν έχει κοινοποιηθεί η οικεία πράξη ή φύλλο ελέγχου.

 

   Ε.1. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μπορεί να ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, με ταυτόχρονη εφαρμογή της ενότητας Α.

 

   2. Οι διατάξεις της ενότητας Β του άρθρου 14 του ν. 2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α') καταργούνται.

 

   Αρθρο 46

Περαίωση εκκρεμών υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας

 

   1. Υποθέσεις Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας των ετών 1997 έως και 2007, που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών, περαιώνονται οριστικά με οί­κοθεν ενέργεια του προϊσταμένου της αρμόδιας ΔΟΥ. Αν ο υπόχρεος επιθυμεί την περαίωση των ανέλεγκτων υποθέσεων του Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσί­ας, μπορεί να υποβάλει σχετική αίτηση στον αρμόδιο προϊστάμενο ΔΟΥ μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2009. Οι υποθέσεις περαιώνονται με βάση τη δηλωθείσα αξία των ακινήτων προσαυξημένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%). Ειδικά για το έτος 1997 η αξία των εντός αντικειμενικού συστήματος ακινήτων δεν προσαυξά­νεται με το ανωτέρω ποσοστό, εφόσον ο υπόχρεος έχει αποδεχθεί την προταθείσα από το Υπουργείο Οικονομικών αξία για τα ακίνητα αυτά.

 

   2. Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ως εκκρεμείς ορίζονται οι υποθέσεις για τις οποίες έχει υποβληθεί δήλωση Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας και δεν έχει εκδοθεί καταλογιστική πράξη. Η ρύθμιση αυτή δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις για τις οποίες έχει υπο­βληθεί στο οικείο έτος μερική δήλωση και δεν έχει ακολουθήσει η υποβολή αρχικής δήλωσης.

 

   3. Σε περιπτώσεις που έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγ­χου μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, οι υπόχρεοι μπορούν να αποδεχθούν ως φορολογητέα αξία την αξία που προσδιόρισε ο αρμόδιος προϊστάμενος με το φύλλο ελέγχου, μειωμένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη της δηλωθείσας αξίας, προσαυξανομένης κατά το ποσοστό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

 

   4. Υποθέσεις Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας για τις οποίες δεν έχει υποβληθεί δήλωση αλλά έχει εκδο­θεί και καταχωρηθεί στο οικείο βιβλίο φύλλο ελέγχου Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας ή έχει κοινοποιη­θεί φύλλο ελέγχου μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, περαιώνονται με βάση την αξία που έχει προσδιορίσει ο προϊστάμενος της αρμόδιας φορολογικής αρχής, μειωμένη κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

 

   5. Οι υπόχρεοι που θα υπαχθούν στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού απαλλάσσονται από την καταβολή οποι­ουδήποτε πρόσθετου φόρου, προστίμου ή άλλης κυρώ­σεως, για τα ακίνητα που έχουν υπαχθεί στις διατάξεις του παρόντος.

 

   6. Η κατά τις παρούσες διατάξεις περαίωση των ανέλε­γκτων υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας γίνεται με τους πιο κάτω όρους και προϋποθέσεις:

α) Περαιώνεται υποχρεωτικά η πρώτη κατά σειρά ανέ­λεγκτη και οι συνεχόμενες με αυτή ανέλεγκτες υποθέ­σεις που υπάγονται στη ρύθμιση του νόμου αυτού.

β) Επιτρέπεται η περαίωση ορισμένων, μόνο, από τις ανέλεγκτες υποθέσεις που υπάγονται στη ρύθμιση, με την επιφύλαξη των διατάξεων της ανωτέρω περίπτω­σης α'.

γ) Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται στο Δημόσιο κατ' εφαρμογή του άρθρου αυτού δεν αναζη­τούνται ούτε συμψηφίζονται.

 

   7. Για την υλοποίηση της περαίωσης των εκκρεμών υποθέσεων του άρθρου αυτού ο προϊστάμενος της αρμόδιας ΔΟΥ συντάσσει Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας σε δύο (2) αντίτυπα στο οποίο περιέχονται για καθεμία υπόθεση και τα ακόλουθα στοιχεία:

α) το ονοματεπώνυμο του φυσικού προσώπου ή η επωνυμία του νομικού προσώπου,

β) η διεύθυνση,

γ) ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου,

δ) η αρμόδια ΔΟΥ και ο κωδικός της ΔΟΥ στην οποία υπεβλήθη η τελευταία ανέλεγκτη δήλωση,

ε) τα έτη που εκκρεμούν,

στ) το σύνολο της φορολογητέας αξίας κατ' έτος και κατά δήλωση,

ζ) ο φόρος που καταβλήθηκε κατ' έτος βάσει δήλω­σης,

η) το σύνολο της φορολογητέας αξίας κατ' έτος που προκύπτει σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 4 του παρόντος,

θ) ο φόρος πού προκύπτει κατ' έτος σύμφωνα με τη φορολογητέα αξία των παραγράφων 1, 3 και 4 του παρόντος,

ι) το σύνολο του φόρου περαίωσης κατ' έτος και το σύνολο της οφειλής,

ια) το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) της συνολικής οφειλής που πρέπει να καταβληθεί με την υπογραφή του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περαίωσης.

 

   8. Αν οι αρμόδιες για τα ανέλεγκτα έτη ΔΟΥ είναι πε­ρισσότερες από μία, το Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαί­ωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας εκδίδεται από τον Προϊστάμενο της ΔΟΥ που είναι αρμόδιος για το τελευταίο ανέλεγκτο έτος, μετά την αποστολή των Εκκαθαριστικών Σημειωμάτων περαίωσης από τις ΔΟΥ που είναι αρμόδιες για τα προηγούμενα έτη, μέχρι την 15η Σεπτεμβρίου 2009.

 

   9. Ο προϊστάμενος της αρμόδιας για την έκδοση του Εκκαθαριστικού Σημειώματος περαίωσης Φόρου Με­γάλης Ακίνητης Περιουσίας ΔΟΥ επιδίδει ένα αντίτυπο αυτού στον υπόχρεο, ο οποίος δύναται να το αποδεχθεί εντός δέκα (10) ημερών από την επίδοσή του, καταβάλλοντας το δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού ποσού περαίωσης. Η υπογραφή από τον υπόχρεο του Εκκαθα­ριστικού Σημειώματος περαίωσης και η καταβολή του ανωτέρω ποσοστού συνεπάγεται την ανεπιφύλακτη και αμετάκλητη αποδοχή του περιεχομένου του, καθώς και όσων ορίζονται στο άρθρο αυτό σχετικά με την περαίω­ση των υποθέσεων Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσί­ας. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε δώδεκα (12) ίσες μηνιαίες δόσεις όχι μικρότερες των εκατό (100) ευρώ με εξαίρεση την τελευταία. Η πρώτη δόση καταβάλλε­ται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από εκείνον εντός του οποίου υπογράφηκε από τον υπόχρεο το Εκκαθαριστικό Σημείωμα περαίωσης Φόρου Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα των αντίστοιχων επόμενων μηνών, χωρίς να απαιτείται σχετική ειδοποί­ηση του υποχρέου. Σε περίπτωση που καταβληθεί το σύνολο του ποσού μέσα στην προθεσμία καταβολής της πρώτης δόσης, παρέχεται έκπτωση ποσοστού πέντε τοις εκατό (5%).

 

   10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

   11. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος άρθρου αρ­χίζει από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και λήγει την 30ή Οκτωβρίου 2009.

 

   12. Οι διατάξεις της ενότητας Γ του προηγούμενου άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα και στις υποθέσεις ενι­αίου τέλους ακινήτων νομικών προσώπων.

 

   Αρθρο 47

 

   1. Κατά παρέκκλιση του άρθρου 9 του κ.ν. 2190/1920, για τους σκοπούς της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου πι­στωτικού ιδρύματος που πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 1 του ν. 3723/2008 (ΦΕΚ 250 Α'), σε συνδυασμό με την υπ' αριθμ. 54201/Β2884/26.11.2008 (ΦΕΚ 2471 Β'/ 4.12.2008) απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η εκτίμηση της αξίας των εισφερόμενων ομολόγων διενεργείται πριν από την ανάληψη των μετοχών από το Ελληνικό Δημόσιο, από Επιτροπή που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, αποτελούμενη από δύο ανεξάρτητους Ορκωτούς Ελεγκτές και βασίζεται στα χαρακτηριστι­κά των εισφερόμενων ομολόγων, όπως αυτά καθο­ρίζονται από την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών. Η κατά την παράγρα­φο 1 του άρθρου 1 του ν. 3723/ 2008 επαναγορά των προνομιούχων μετοχών δεν διέπεται από τις διατά­ξεις του άρθρου 17β του κ.ν. 2190/1920 και διενεργείται με τη μεταβίβαση ομολόγων έκδοσης του Ελληνικού Δημοσίου ή και την καταβολή μετρητών. Στην περίπτω­ση επαναγοράς των προνομιούχων μετοχών με ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, η αποτίμηση των ομολόγων θα πραγματοποιηθεί από την ίδια Επιτροπή.

 

   2. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο χρόνος υπο­βολής της έκθεσης της Επιτροπής στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών και στο ενδιαφερόμενο πιστωτικό ίδρυμα και η αμοιβή των μελών της ανωτέρω Επιτροπής.

 

   3. H ανωτέρω έκθεση αποτίμησης δεν υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β του κ.ν. 2190/1920.

 

   4. Σε περίπτωση αυξήσεως κεφαλαίου πιστωτικών ιδρυμάτων για επαναγορά των προνομιούχων μετοχών, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 1 του ν. 3723/2008, η σχετική απόφαση λαμβάνεται σύμφωνα με τα άρ­θρα 29 παράγραφοι 1 και 2 και 31 παράγραφος 1 του κ.ν. 2190/ 1920 από τη Γενική Συνέλευση των κοινών μόνο μετόχων, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 13 του κ.ν. 2190/1920. Δικαίωμα συμμετοχής ή και ενάσκησης δικαιωμάτων προτίμησης στην ως άνω αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δεν έχουν οι δικαιούχοι των προνομιούχων μετοχών της παραγράφου 1 του άρ­θρου 1 του ν. 3723/2008.

 

   5. Οι ρυθμίσεις του παρόντος κατισχύουν, τυχόν, αντί­θετων ή και διάφορων ρυθμίσεων των αποφάσεων γενι­κών συνελεύσεων των ανωτέρω πιστωτικών ιδρυμάτων που ελήφθησαν από την 1.1.2009 και μετά και έχουν εφαρμογή από την ημερομηνία αυτή.

 

   Αρθρο 48

 

   Κυρώνεται η από 15 Απριλίου 2009 απόφαση της 76ης Ετήσιας Τακτικής Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της Τράπεζας της Ελλάδος περί τροποποιήσεως των κατω­τέρω άρθρων του Καταστατικού της ίδιας Τράπεζας, το κείμενο της οποίας έχει ως εξής:

 

   «1. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 55 αριθμός 4 προστίθενται οι ακόλουθες πέντε (5) λέξεις: «καθώς και ενέχυρο επί απαιτήσεων»».

 

   2. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 55 αριθμός 10 αντι­καθίσταται ως εξής:

 

   «Οι παρεχόμενες πιστώσεις πρέπει να καλύπτονται από επαρκείς ασφάλειες, που μπορεί να συνίστανται και σε ενέχυρο επί τίτλων με λογιστική μορφή, σε ενέχυρο επί απαιτήσεων, καθώς και σε αγορά τίτλων με σύμφωνο επαναπωλήσεως ή με άλλες ειδικές συμφωνίες».

 

   3. Η πρώτη παράγραφος του άρθρου 57Α αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «Για την εξασφάλιση του συνόλου των απαιτήσεων της Τράπεζας κατά πιστωτικού ιδρύματος ή εν γένει επιχείρησης από την παροχή πιστώσεων στο πλαίσιο άσκησης της νομισματικής πολιτικής και των κάθε εί­δους απαιτήσεων της Τράπεζας από συναλλαγές μέσω των συστημάτων του άρθρου 55 αριθμός 5, η Τράπεζα έχει νόμιμο ενέχυρο επί των εκάστοτε κατατιθέμενων σε αυτήν, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, εκ μέρους των ως άνω προσώπων, περιουσιακών στοιχείων, μέχρι του συνολικού ποσού των ως άνω απαιτήσεων και των προβλεπόμενων προσαυξήσεων».

 

   4. Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 57Α αντικαθί­σταται ως εξής:

 

   «Εφόσον υφίστανται ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις πι­στωτικών ιδρυμάτων ή εν γένει επιχειρήσεων έναντι της Τράπεζας από πράξεις που συνδέονται με την άσκηση νομισματικής πολιτικής ή από συναλλαγές μέσω των συστημάτων του άρθρου 55 αριθμός 5, η Τράπεζα, προς ικανοποίηση των απαιτήσεών της, δύναται, κατά παρέκ­κλιση των διατάξεων περί ενεχύρου και αναγκαστικής εκποίησης, να προχωρεί σε εκποίηση των ενεχυρασμένων τίτλων ή απαιτήσεων, είτε χρηματιστηριακώς, μέσω μέλους οργανωμένης αγοράς που ορίζει η ίδια, είτε εξωχρηματιστηριακώς, κατ' επιλογή της, ή εφόσον οι τίτλοι ή απαιτήσεις είναι ληξιπρόθεσμοι και απαιτητοί, να εισπράττει ιδίω ονόματι τα σχετικά ποσά. Η Τράπεζα επιλέγει, κατά την κρίση της, από τους ενεχυρασμένους τίτλους και απαιτήσεις, εκείνους που θα εκποιήσει ή εισπράξει προς ικανοποίηση των ασφαλισμένων απαι­τήσεων. Το προϊόν της εκποίησης ή ρευστοποίησης διατίθεται για την ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης, κατά δαπάνες, τόκους, κεφάλαιο, κατά προ­τεραιότητα έναντι παντός άλλου πιστωτή».

 

   5. Μετά την τρίτη παράγραφο του άρθρου 57Α, τίθεται νέα παράγραφος ως εξής:

 

   «Οι λογαριασμοί που τηρούνται σε συστήματα πληρωμών ή εκκαθάρισης εξωχρηματιστηριακών συναλ­λαγών που λειτουργούν στην Τράπεζα της Ελλάδος δεν υπόκεινται σε αναγκαστική ή συντηρητική κατάσχεση από τρίτους ή σε άλλη ισοδύναμη δέσμευση».

 

   Αρθρο 49

Έναρξη ισχύος

 

   1. Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται ειδικότερα στις επί μέρους διατάξεις του.

 

   2. Ειδικά η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 9 και των άρθρων 10 και 17 αρχίζει από την κατάθεση του παρόντος νόμου στη Βουλή.