ΝΟΜΟΣ 3388/2005 - ΦΕΚ Α'/225/12.9.2005

Θέματα εξωτερικών φρουρών και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

 

Αρθρο 1

 

1. Η παρ. 3 του άρθρου 48 του ν. 2721/1999 (ΦΕΚ 112 Α), καταργείται. Η παράγραφος 4 του ιδίου νόμου αναριθμείται και λαμβάνει τον αριθμό 3.

 

2. Οι παράγραφοι 4, 5, 6 και 7 του άρθρου 49 του ν.2721/1999 αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Για την πλήρωση των θέσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2 διορίζονται Έλληνες πολίτες απόφοιτοι λυκείου ή άλλης ισότιμης σχολής της ημεδαπής ή της αλλοδαπής. Οι υποψήφιοι δεν πρέπει να έχουν ηλικία μεγαλύτερη των 30 ετών και οι άνδρες υποψήφιοι πρέπει να έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Για την επιλογή τους εφαρμόζονται τα ακόλουθα αντικειμενικά κριτήρια:

α) Η εκπλήρωση της στρατιωτικής τους θητείας στις Ένοπλες Δυνάμεις με το βαθμό του εφέδρου αξιωματικού ή στις Ειδικές Δυνάμεις των Ενόπλων Δυνάμεων ή η προϋπηρεσία ως εθελοντών πενταετούς θητείας στις Ένοπλες Δυνάμεις.

β) Ο βαθμός του απολυτηρίου τίτλου σπουδών.

γ) Η μόνιμη κατοικία στο νομό που εδρεύει το Κατάστημα Κράτησης τουλάχιστον δύο χρόνια μέχρι την έκδοση της προκήρυξης. Υποψήφιοι που λαμβάνουν μόρια μόνιμης κατοικίας, υποχρεούνται να υπηρετήσουν στο νομό για τον οποίο έλαβαν τα μόρια τουλάχιστον δέκα χρόνια, εκτός εάν λόγω βαθμολογικής προαγωγής τους ή υπηρεσιακών αναγκών καταστεί αναγκαία η μετάθεση ή η απόσπασή τους σε Κατάστημα άλλου νομού. δ) Η κατοχή άδειας ικανότητας οδηγού Γ' ή Δ' κατηγορίας.

Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης προκηρύσσονται οι κενές θέσεις και καθορίζονται ο αριθμός των μορίων για κάθε κριτήριο, η διαδικασία με την οποία διαπιστώνονται τα κριτήρια, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται και ο τρόπος κατάθεσής τους, ο τρόπος βεβαίωσης της μόνιμης κατοικίας, οι δοκιμασίες στα αθλήματα, η διαδικασία υγειονομικής και ψυχοτεχνικής εξέτασης των υποψηφίων και κάθε άλλο αναγκαίο στοιχείο για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.

5. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης συγκροτούνται:

α) Τριμελής επιτροπή για την επιλογή των υποψηφίων, η οποία αποτελείται από: αα) έναν Νομικό Σύμβουλο του Κράτους, με το νόμιμο αναπληρωτή του, οριζόμενους από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ββ) έναν εκπρόσωπο του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού, με τον αναπληρωτή του, οριζόμενους από τον Πρόεδρό του και γγ) τον Γενικό Διευθυντή Σωφρονιστικής Πολιτικής της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, με το νόμιμο αναπληρωτή του. Με όμοια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας της Επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί υπάλληλος της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α' ή Β' και

β) Τριμελείς επιτροπές από πρόσωπα με τις κατάλληλες επιστημονικές γνώσεις και αντίστοιχης ειδικότητας προκειμένου να υποβάλλουν τους υποψηφίους σε ψυχοτεχνική και υγειονομική εξέταση, καθώς και στις αναγκαίες αθλητικές δοκιμασίες η επιτυχία στις οποίες αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την περαιτέρω συμμετοχή των υποψηφίων στη διαδικασία επιλογής. Με όμοια απόφαση ορίζεται ο γραμματέας κάθε Επιτροπής και ο αναπληρωτής του. Χρέη γραμματέα της Επιτροπής εκτελεί υπάλληλος της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης με βαθμό Α΄ ή Β΄.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης ορίζεται η αμοιβή των μελών των επιτροπών και του γραμματέως.

6. Οι επιλεγόμενοι διορίζονται στις θέσεις κλάδου ΔΕ Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης με το βαθμό του Φρουρού, ύστερα από επιτυχή παρακολούθηση προγράμματος βασικής εκπαίδευσης σε σχολές του Υπουργείου Δικαιοσύνης ή της Ελληνικής Αστυνομίας διάρκειας δύο μηνών. Οι διοριζόμενοι ολοκληρώνουν τη βασική τους εκπαίδευση με τρίμηνη υποχρεωτική πρακτική άσκηση στις Υπηρεσίες Εξωτερικής Φρούρησης των Καταστημάτων Κράτησης. Η επίδοσή τους κατά το παραπάνω στάδιο εκτιμάται υποχρεωτικά, προκειμένου να μονιμοποιηθούν. Οι δαπάνες εκπαίδευσης, στέγασης και σίτισης στη σχολή, βαρύνουν τις πιστώσεις του προϋπολογισμού του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης προσδιορίζεται το ύψος της αποζημίωσης που λαμβάνουν οι εκπαιδευόμενοι στις ανωτέρω σχολές.

7. Κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του το προσωπικό της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης φέρει στολή και οπλισμό.»

 

3. Στο άρθρο 49 του ν. 2721/1999 προστίθενται οι παράγραφοι 8, 9, 10, 11 και 12 ως εξής:

«8. Οι βαθμοί του προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης καθορίζονται ιεραρχικά, ως εξής:

α) Αρχιφύλακας Α'.

β) Αρχιφύλακας Β'.

γ) Υπαρχιφύλακας Α'.

δ) Υπαρχιφύλακας Β'.

ε) Φρουρός.

Αξιωματικοί της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης είναι οι Αρχιφύλακες Α' και Β' οι οποίοι ασκούν, αντιστοίχως, καθήκοντα Διοικητή και Υποδιοικητή του τμήματος Εξωτερικής Φρούρησης κάθε Καταστήματος Κράτησης.

Όποιος μονιμοποιείται ή προάγεται δεν επιτρέπεται να παραιτηθεί από την υπηρεσία πριν παρέλθει πενταετία από την ημέρα της μονιμοποίησης ή της προαγωγής του.

Όποιος υποβάλλει παραίτηση πριν την παρέλευση του παραπάνω χρόνου, υποχρεούται να επιστρέψει τις κάθε είδους αποδοχές που του έχουν καταβληθεί κατά το χρόνο της εκπαίδευσής του, καθώς και τις δαπάνες που προέκυψαν για αυτήν (εισαγωγική και προαγωγική). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι όροι, η διαδικασία, οι προϋποθέσεις προσδιορισμού και επιστροφής των δαπανών και κάθε άλλο θέμα αναγκαίο για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

Μέχρι να προαχθούν στο βαθμό του Αρχιφύλακα Β' όσοι εξωτερικοί φρουροί ήδη υπηρετούν, καθήκοντα Διοικητή της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης ασκούν Αξιωματικοί της Ελληνικής Αστυνομίας.

9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και των αρμόδιων, για κάθε περίπτωση, Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης, καθορίζεται η σύσταση, η στελέχωση και ο τρόπος οργάνωσης της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης, ο χρόνος και η διαδικασία προαγωγών, η στολή και ο οπλισμός, τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις του προσωπικού, ο χρόνος εργασίας, η εκπαίδευση και η επιμόρφωσή του, καθώς και η κατανομή των θέσεων στους βαθμούς της ιεραρχίας, οι υπηρεσιακές μεταβολές, τα διοικητικά και πειθαρχικά μέτρα που λαμβάνονται σε βάρος των υπαλλήλων του κλάδου ΔΕ του παραπάνω προσωπικού, όπως και οι σχέσεις της Ελληνικής Αστυνομίας με τις Υπηρεσίες Εξωτερικής Φρούρησης.

Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεών τους.

10. Δεν επιτρέπεται μετάταξη υπαλλήλου προς και από τον κλάδο ΔΕ Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης. Μετάθεση και απόσπαση του παραπάνω προσωπικού επιτρέπεται μόνον αν παρέλθει χρονικό διάστημα υπηρεσίας δύο ετών στο Κατάστημα Κράτησης που τοποθετήθηκε μετά από το διορισμό του ή μετά την προαγωγή του στο βαθμό, εκτός εάν έχουν εφαρμοσθεί οι διατάξεις της περίπτωσης γ ΄ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

11. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο των υπαλλήλων των Καταστημάτων Κράτησης είναι αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο για θέματα του παραπάνω προσωπικού. Ως αιρετά μέλη στο Συμβούλιο αυτό, όταν εξετάζονται θέματα του κλάδου υπαλλήλων ΔΕ Εξωτερικής Φρούρησης, λαμβάνουν μέρος εκπρόσωποι των υπαλλήλων της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν υπηρετήσει τόσο χρόνο όσος απαιτείται για να προαχθούν στο βαθμό του Αρχιφύλακα Α'. Για θέματα που αφορούν στη διαδικασία και όλους γενικά τους όρους εκλογής των εκπροσώπων, ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 158 έως 164 του ν.2683/1999 (ΦΕΚ 19 Α') που αναφέρονται στους δημόσιους πολιτικούς υπαλλήλους. Για το χρονικό διάστημα που απαιτείται προς ολοκλήρωση του χρόνου για την εκλογή των πιο πάνω εκπροσώπων, εκλέγονται ως μέλη υπάλληλοι του κλάδου ΔΕ του Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης, οι οποίοι έχουν μονιμοποιηθεί στη θέση που διορίστηκαν.

12. Για κάθε άλλο θέμα που δεν ρυθμίζεται από τις διατάξεις αυτού του νόμου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που αναφέρονται στους υπαλλήλους του κλάδου ΔΕ Φύλαξης των Καταστημάτων Κράτησης.»

 

 

Αρθρο 2

 

Στο άρθρο 50 του ν. 2721/1999 προστίθενται παράγραφοι 4, 5 και 6 ως εξής:

«4. Οι υπάλληλοι του κλάδου ΔΕ Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης που σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις κατέχουν υπηρεσιακό ατομικό οπλισμό, επιτρέπεται, με τις ίδιες προϋποθέσεις, και ύστερα από άδεια, να κατέχουν και να φέρουν και ιδιωτικό ατομικό οπλισμό. Η άδεια αγοράς του ιδιωτικού ατομικού οπλισμού εκδίδεται από την αστυνομική αρχή του τόπου όπου υπηρετεί ο υπάλληλος, κατόπιν εισήγησης του Αρχιφύλακα Α' ή του νόμιμου αναπληρωτή του και με σύμφωνη γνώμη του οικείου Διευθυντή της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης, η οποία χορηγείται εφόσον ο υπάλληλος έχει μονιμοποιηθεί. Η αγορά, η συντήρηση και η εκπαίδευση στη χρήση του ιδιωτικού ατομικού οπλισμού βαρύνει τον υπάλληλο.

Με απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα όργανα που είναι αρμόδια για τη χορήγηση των αδειών κατοχής ιδιωτικού οπλισμού και οπλοφορίας του παραπάνω προσωπικού, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

5. Ο ιδιωτικός ατομικός οπλισμός που φέρει το παραπάνω προσωπικό κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του θεωρείται υπηρεσιακός. Οι διατάξεις που αφορούν στον υπηρεσιακό ατομικό οπλισμό εφαρμόζονται και για τον ιδιωτικό ατομικό οπλισμό. Οι ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 του ν. 3169/2003 (ΦΕΚ 189 Α') επιβάλλονται και στους εξωτερικούς φρουρούς των Καταστημάτων Κράτησης σε περίπτωση τελέσεως εκ μέρους τους των εγκλημάτων που προβλέπονται στο ίδιο άρθρο.

6. Μετά τη λύση για οποιονδήποτε λόγο της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου της υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης ο ιδιωτικός ατομικός οπλισμός παραδίδεται υποχρεωτικά στην υπηρεσία του όπου φυλάσσεται μέχρι δύο χρόνια. Αν στο διάστημα αυτό χορηγηθεί στον ενδιαφερόμενο άδεια οπλοφορίας και κατοχής όπλου, επιστρέφεται. Με άδεια της αρμόδιας αστυνομικής αρχής επιτρέπεται η πώληση ή διάθεση του ιδιωτικού ατομικού οπλισμού από τον ιδιοκτήτη του κατά το διάστημα της διετίας ή πριν από τη λήξη ή ανάκληση της άδειας σε έμπορο ή άτομο που κατέχει άδεια για την αγορά.

Αν ο ιδιωτικός ατομικός οπλισμός δεν πωληθεί ή διατεθεί και δεν χορηγηθεί νέα άδεια, μετά την παρέλευση της διετίας περιέρχεται αυτοδικαίως στο Δημόσιο και καταχωρίζεται στο βιβλίο υλικού του Υπουργείου Δικαιοσύνης.

Με απόφαση των Υπουργών Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι όροι, η διαδικασία, οι προϋποθέσεις και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.»

 

 

Αρθρο 3

 

1. Η προθεσμία της παραγράφου 2 του άρθρου 51 του ν.2721/1999 (ΦΕΚ 112 Α'), η οποία παρατάθηκε με το άρθρο 14 του ν. 2943/2001 (ΦΕΚ 203 Α'), το άρθρο 14 παρ. 11 του ν. 3038/ 2002 (ΦΕΚ 180 Α') και την κοινή απόφαση 196445/16.12.2002 (ΦΕΚ 153 Β') των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, το άρθρο 60 του ν. 3160/2003 (ΦΕΚ 165 Α') και την κοινή απόφαση 170260/27.11.2003 (ΦΕΚ 1826 Β') των Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, καθώς και το άρθρο 18 παρ. 1 του ν.3242/2004 (ΦΕΚ 102 Α'), σχετικά με τη δύναμη των βαθμοφόρων της Ελληνικής Αστυνομίας, που διατίθεται για την ενίσχυση της Υπηρεσίας Εξωτερικής Φρούρησης Καταστημάτων Κράτησης Υπουργείου Δικαιοσύνης, παρατείνεται από τότε που έληξε μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

2. Οι προθεσμίες της παραγράφου 12 του άρθρου 14 του ν.3038/2002, οι οποίες παρατάθηκαν με το άρθρο 60 παρ. 5 του ν. 3160/2003 και με το άρθρο 18 παρ. 2 του ν.3242/2004, σχετικά με τις μεταγωγές κρατουμένων από την Ελληνική Αστυνομία, παρατείνονται από τότε που έληξαν μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

 

Αρθρο 4

 

Κάθε άλλη διάταξη αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου καταργείται.

 

 

Αρθρο

 

Δικαστικά συμβούλια και ολομέλειες

 

1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο εισαγγελέας του δικαστηρίου παρίσταται κατά τις συνεδριάσεις της ολομέλειας, μετέχει της συζητήσεως και αποχωρεί πριν την έναρξη της ψηφοφορίας.»

 

2. Στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 14 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α') προστίθεται στοιχείο δ' ως εξής:

«δ) ζητηθεί με απόφαση του οικείου δικηγορικού συλλόγου για θέματα που άπτονται της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος, κατά τη συζήτηση των οποίων δικαιούται ο πρόεδρος ή εκπρόσωπος του οικείου δικηγορικού συλλόγου να παρίσταται, να μετέχει της συζητήσεως, αποχωρεί δε πριν την έναρξη της ψηφοφορίας.»

 

3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 14Α του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν.1756/ 1988, ΦΕΚ 35 Α'), όπως ισχύει, προστίθεται στοιχείο γ' ως εξής:

«γ) ζητηθεί με απόφαση του οικείου δικηγορικού συλλόγου για θέματα που άπτονται της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος, κατά τη συζήτηση των οποίων δικαιούται ο πρόεδρος ή εκπρόσωπος του οικείου δικηγορικού συλλόγου να παρίσταται και να μετέχει της συζητήσεως και αποχωρεί πριν την έναρξη της ψηφοφορίας.»

 

 

Αρθρο

 

Διεύθυνση Δικαστηρίων

 

1. Οι παράγραφοι 4, 5, και 6 του άρθρου 15 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 1756/1988, ΦΕΚ 35 Α') αντικαθίστανται ως εξής:

«4. Ο πρόεδρος και τα μέλη των συμβουλίων, καθώς και οι αναπληρωτές τους, εκλέγονται με μυστική ψηφοφορία από τις ολομέλειες των οικείων δικαστηρίων, οι οποίες συνέρχονται αυτοδικαίως για το σκοπό αυτόν ανά διετία την ενδέκατη πρωινή ώρα του τρίτου Σαββάτου του μηνός Σεπτεμβρίου.

Αν κατά τη συνεδρίαση αυτή δεν υπάρχει η απαρτία που προβλέπεται από τις διατάξεις των δύο πρώτων εδαφίων της παραγράφου 5 του άρθρου 14, οι ολομέλειες συνέρχονται αυτοδικαίως την ίδια ώρα του επόμενου Σαββάτου και τα παρόντα κατά τη συνεδρίαση μέλη τους εκλέγουν τον πρόεδρο και τα μέλη των συμβουλίων.

Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 6, υποψήφιοι για τη θέση του προέδρου του συμβουλίου είναι υποχρεωτικά οι 15 αρχαιότεροι πρόεδροι του πολιτικού Εφετείου Αθηνών, οι 10 αρχαιότεροι του διοικητικού Εφετείου Αθηνών, οι 25 αρχαιότεροι του πολιτικού Πρωτοδικείου Αθηνών, οι 15 αρχαιότεροι του διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, οι 10 αρχαιότεροι του πολιτικού και του διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, οι 10 αρχαιότεροι του πολιτικού και του διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά και οι 15 αρχαιότεροι ειρηνοδίκες του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Για τις θέσεις των μελών του συμβουλίου υποψήφιοι είναι υποχρεωτικά οι αρχαιότεροι εφέτες, πρωτοδίκες και ειρηνοδίκες, που υπηρετούν στα παραπάνω δικαστήρια και σε αριθμό που είναι ίσος με το ένα τέταρτο (1/4) των οικείων οργανικών θέσεων.

Η εκλογή διενεργείται από τριμελή εφορευτική επιτροπή, αποτελούμενη από το νεότερο πρόεδρο ή ειρηνοδίκη Α' τάξεως και δύο νεότερους δικαστές με ένα ψηφοδέλτιο για τον πρόεδρο και ένα για τα μέλη, στα οποία έχουν αναγραφεί κατ' αλφαβητική σειρά τα ονόματα όλων των εκλόγιμων προέδρων και όλων των εκλόγιμων μελών. Κάθε μέλος της ολομέλειας εκφράζει την προτίμησή του σε ένα μόνο υποψήφιο με σταυρό προτίμησης που τίθεται στο ψηφοδέλτιο μόνο πριν από το όνομα του υποψηφίου με γραφίδα μπλε ή μαύρου χρώματος. Προκειμένου για την εκλογή μελών δύναται να τίθενται δύο σταυροί.

Πρόεδρος του συμβουλίου εκλέγεται ο εκ των υποψηφίων για την προεδρία που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και ο αμέσως επόμενος σε αριθμό ψήφων εκλέγεται αναπληρωτής του. Μέλη του συμβουλίου εκλέγονται οι δύο πρώτοι κατά σειρά ψήφων εκ των υποψηφίων μελών, αναπληρωτές τους δε οι δύο επόμενοι. Αν υπάρχει ισοψηφία διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή.

Για την εκλογή η εφορευτική επιτροπή συντάσσει πρακτικό το οποίο παραδίδει στον πρόεδρο του τριμελούς συμβουλίου προκειμένου να υποβληθεί στις προϊστάμενες αρχές και να κοινοποιηθεί στους εκλεγόμενους.

5. Η θητεία του συμβουλίου είναι διετής και αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου του μεθεπόμενου έτους. Από την εκλογή τους και έως τη λήξη της θητείας τους, ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου, καθώς και οι αναπληρωτές τους δεν επιτρέπεται να μετατεθούν, εκτός αν υποβάλουν σχετική αίτηση ή αν υπέπεσαν σε βαρύ παράπτωμα για το οποίο έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη.

Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου αναπληρώνονται από τους αναπληρωτές τους, αν δεν μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους από πρόσκαιρο κώλυμα. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η συγκρότηση του συμβουλίου λόγω θανάτου, παραίτησης ή εξόδου από την υπηρεσία κατά οποιονδήποτε τρόπο του προέδρου, των μελών του συμβουλίου ή των αναπληρωτών τους διενεργείται αναπληρωματική εκλογή, για την οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παραγράφου 4. Αυτοί που εκλέγονται γίνονται τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη χωρίς καμιά άλλη διατύπωση και η θητεία τους λήγει μαζί με τη θητεία των λοιπών μελών. Σε περίπτωση προαγωγής οι ανωτέρω παραμένουν στη θέση τους και ασκούν τα καθήκοντά τους έως τη λήξη της θητείας τους.

6. Δεν μπορεί να είναι πρόεδροι ή μέλη των συμβουλίων οι δικαστές που:

α) Έχουν τιμωρηθεί με οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή πλην της επίπληξης ή έχουν τεθεί εκτός υπηρεσίας κατά το χρόνο της εκλογής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57α του παρόντος.

β) Εκκρεμεί εναντίον τους ποινική δίωξη για κακούργημα ή πλημμέλημα που τελέστηκε με δόλο.

γ) Έχουν κριθεί μη προακτέοι στον επόμενο βαθμό από αυτόν που κατέχουν.

δ) Είναι ή ήταν στο παρελθόν πρόεδροι ή τακτικά μέλη τριμελών συμβουλίων στον ίδιο βαθμό δικαιοδοσίας.

ε) Είναι τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου δικαστικών ενώσεων ή ήταν τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη του αμέσως προηγούμενου διοικητικού συμβουλίου δικαστικών ενώσεων, περιλαμβανομένων και των παραιτηθέντων.»

 

2. Στο στοιχείο ββ) της περίπτωσης α' της παρ. 7 του άρθρου 15 του ν. 1756/1988 προστίθεται εδάφιο ως ακολούθως:

«Στα δικαστήρια που λειτουργούν περισσότερα των δύο τμημάτων, ο δικαστής δεν επιτρέπεται να υπηρετεί στο ίδιο τμήμα του δικαστηρίου πέραν της τετραετίας. Στην τετραετία αυτή συνυπολογίζεται και χρόνος υπηρεσίας, στο αυτό τμήμα, προγενέστερος της ισχύος του παρόντος.»

 

3. Η πρώτη περίοδος της παρ. 8 του άρθρου 15 του ν.1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι πράξεις και οι αποφάσεις του τριμελούς συμβουλίου για όλα τα θέματα των αρμοδιοτήτων του, καθώς και του δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο για τις αντίστοιχες αρμοδιότητες, υπόκεινται σε προσφυγή στην ολομέλεια του δικαστηρίου, που συγκαλείται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α΄, καθώς και αν ζητηθεί από το μέλος ή τα μέλη της ολομέλειας, στα οποία αφορούν οι πράξεις και οι αποφάσεις αυτές, όπως και από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους για θέματα που άπτονται της άσκησης του δικηγορικού λειτουργήματος.»

 

4. Στο άρθρο 15 του ν. 1756/1988 προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:

«9. Στα δικαστήρια στα οποία δεν εκλέγονται διοικήσεις και στα οποία υπηρετούν περισσότεροι του ενός πρόεδροι, δεν μπορεί να ασκεί τη διεύθυνση του δικαστηρίου αυτού πρόεδρος για τον οποίο συντρέχει κώλυμα της ως άνω παραγράφου 6.»

 

 

Αρθρο

 

Διεύθυνση εισαγγελιών

 

1. Στην πρώτη περίοδο της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν.1756/1988 η λέξη «προτελευταίου» αντικαθίσταται με τη λέξη «τρίτου».

 

2. Η δεύτερη περίοδος της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν.1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:

«Υποψήφιοι είναι υποχρεωτικά οι δέκα αρχαιότεροι εισαγγελείς της Εισαγγελίας Εφετών, οι δεκαπέντε αρχαιότεροι της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών και οι πέντε αρχαιότεροι εισαγγελείς της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης. Δεν μπορεί να εκλέγονται ως διευθύνοντες στις ανωτέρω εισαγγελίες οι εισαγγελείς για τους οποίους συντρέχει κώλυμα εκλογής αναφερόμενο στην παράγραφο 6 του άρθρου 15.»

 

3. Η τελευταία περίοδος της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν.1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:

«Διευθύνων την εισαγγελία εκλέγεται ο εκ των υποψηφίων που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και ο αμέσως επόμενος σε αριθμό ψήφων εκλέγεται αναπληρωτής του. Αν υπάρξει ισοψηφία διενεργείται κλήρωση από την εφορευτική επιτροπή. Η θητεία τους είναι διετής και αρχίζει την 1η Οκτωβρίου του έτους της εκλογής και λήγει την 30ή Σεπτεμβρίου του μεθεπόμενου έτους.»

 

4. Η δεύτερη περίοδος της παρ. 3 του άρθρου 16 του ν.1756/1988 αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι εισαγγελείς που διευθύνουν τις ανωτέρω εισαγγελίες, αν δεν μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους από πρόσκαιρο κώλυμα, αναπληρώνονται από τον αναπληρωτή τους. Σε περίπτωση θανάτου ή εξόδου με οποιονδήποτε τρόπο από την υπηρεσία αυτού που διευθύνει κάποια από τις ανωτέρω εισαγγελίες, ενεργείται αναπληρωματική εκλογή για την οποία εφαρμόζεται αναλόγως η διαδικασία της παραγράφου 2. Η θητεία αυτών που εκλέγονται με αναπληρωματική εκλογή διαρκεί μέχρι το χρόνο λήξεως της θητείας του θανόντος ή εξελθόντος από την υπηρεσία.»

 

 

Αρθρο

 

Χρόνος διενέργειας εκλογών

 

Οι πρώτες εκλογές για την ανάδειξη των τριμελών συμβουλίων διοίκησης των παραπάνω δικαστηρίων και των διευθυνόντων τις παραπάνω εισαγγελίες αντίστοιχα θα διενεργηθούν στις πιο πάνω οριζόμενες ημέρες και ώρες του μήνα Σεπτεμβρίου του έτους 2006 και θα αναλάβουν τη διοίκηση των αντίστοιχων δικαστηρίων και εισαγγελιών την 1η Οκτωβρίου του 2006. Η θητεία των ήδη σήμερα εκλεγμένων μελών των τριμελών συμβουλίων διοίκησης των ανωτέρω δικαστηρίων και των διευθυνόντων τις ανωτέρω εισαγγελίες παρατείνεται μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2006.

 

 

Αρθρο

 

1. Το άρθρο 693 Κ.Πολ.Δ. τροποποιείται ως ακολούθως:

«1. Αν το ασφαλιστικό μέτρο έχει διαταχθεί πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ο αιτών οφείλει, μέσα σε τριάντα ημέρες από την έκδοση της απόφασης η οποία διατάσσει το ασφαλιστικό μέτρο, να ασκήσει αγωγή για την κύρια υπόθεση, εκτός αν το δικαστήριο όρισε κατά την κρίση του μεγαλύτερη προθεσμία για την άσκηση της αγωγής.

 

2. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παραγράφου 1 αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο, εκτός αν ο αιτών μέσα στην προθεσμία αυτή πέτυχε την έκδοση διαταγής πληρωμής.

 

3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού δεν εφαρμόζονται αν πρόκειται για τα ασφαλιστικά μέτρα τα οποία έχουν διαταχθεί με κοινή συναίνεση όλων των διαδίκων.»

 

2. Το άρθρο 693 Κ.Πολ.Δ., όπως τροποποιείται με τον παρόντα νόμο, ισχύει και για τα ασφαλιστικά μέτρα που έχουν διαταχθεί πριν από την έναρξη ισχύος αυτού του νόμου. Στην περίπτωση αυτή ως πρώτη ημέρα έναρξης της προθεσμίας των τριάντα ημερών για την άσκηση αγωγής για την κύρια υπόθεση ορίζεται η 1η Οκτωβρίου 2005.

 

3. Στο άρθρο 1 του ν. 3068/2002 (ΦΕΚ 274 Α΄), μετά το τελευταίο εδάφιο που προστέθηκε με το άρθρο 20 του ν.3301/2004 (ΦΕΚ 263 Α΄), προστίθεται νέο εδάφιο το οποίο έχει ως εξής:

«Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν και για τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, τα οποία ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο.»

 

4. Στο άρθρο 699 Κ.Πολ.Δ. προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου δικαιούται να ασκήσει αναίρεση εναντίον κάθε απόφασης, αν κατά την κρίση του δημιουργούνται ζητήματα με γενικότερο ενδιαφέρον, η οποία εκδίδεται σε αιτήσεις λήψης, μεταρρύθμισης ή ανάκλησης των ασφαλιστικών μέτρων και στην οποία διάδικοι είναι το Δημόσιο, οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ανήκουν εξ ολοκλήρου στο Δημόσιο. Οι αποφάσεις αυτές επιδίδονται υποχρεωτικά επί ποινή ακυρότητας και στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Ως προς την προθεσμία για άσκηση αναίρεσης και ως προς τη διαδικασία της εκδίκασής της ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 552 επ. Κ.Πολ.Δ. Η απόφαση η οποία εκδίδεται για την αναίρεση αυτή παράγει για τους διαδίκους τα αποτελέσματα τα οποία προβλέπονται από τα άρθρα 579 έως και 582 Κ.Πολ.Δ. Η προθεσμία της αναίρεσης, καθώς και η άσκησή της αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.»

 

 

Αρθρο 4ΣΤ

 

Οι προθεσμίες των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου είναι δυνατόν να παρατείνονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης και μέχρι ένα (1) έτος από την έναρξη ισχύος του παρόντος.

 

 

Αρθρο

 

Καταστήματα Κράτησης

 

1. Οι θέσεις του προσωπικού των Καταστημάτων Κράτησης που προβλέπονται από τις διατάξεις: α) του άρθρου 24 παρ. 3 του π.δ. 36/2000 (ΦΕΚ 29 Α'), και αυξήθηκαν με το ν.3060/2002 (ΦΕΚ 242 Α') και β) του άρθρου 49 παρ. 2 του ν.2721/1999 (ΦΕΚ 112 Α') και αυξήθηκαν με το άρθρο 14 παρ. 13 του ν. 3038/2002 (ΦΕΚ 180 Α') αυξάνονται ως εξής:

 

1. Του κλάδου ΠΕ Σωφρονιστικού Ενηλίκων κατά δεκαπέντε (15) θέσεις.

 

2. Του κλάδου ΠΕ Ιατρών ειδικοτήτων κατά έξι (6) θέσεις (ειδικότητες: Παθολογίας θέσεις τρεις (3), Ψυχιατρικής θέσεις τρεις (3)).

 

3. Του κλάδου ΠΕ Οδοντιάτρων κατά τρεις (3) θέσεις.

 

4. Του κλάδου ΠΕ Εγκληματολόγων κατά τρεις (3) θέσεις.

 

5. Του κλάδου ΠΕ Ψυχολόγων κατά τρεις (3) θέσεις.

 

6. Του κλάδου ΤΕ Διοικητικού - Λογιστικού κατά έξι (6) θέσεις.

 

7. Του κλάδου ΤΕ Πληροφορικής κατά τρεις (3) θέσεις.

 

8. Του κλάδου ΤΕ Υγείας - Πρόνοιας κατά είκοσι τέσσερις (24) θέσεις (ειδικότητες: Νοσηλευτικής θέσεις δεκαπέντε (15), Κοινωνικής Εργασίας θέσεις εννέα (9)).

 

9. Του κλάδου ΤΕ Ηλεκτρονικών κατά τρεις (3) θέσεις.

 

10. Του κλάδου ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ειδικότητας ηλεκτρολογίας κατά τρεις (3) θέσεις.

 

11. Του κλάδου ΔΕ Διοικητικού - Λογιστικού κατά τριάντα (30) θέσεις.

 

12. Του κλάδου ΔΕ Τεχνικού κατά έξι (6) θέσεις (ειδικότητες: ηλεκτρολόγων θέσεις τρεις (3), υδραυλικών θέσεις τρεις (3)).

 

13. Του κλάδου ΔΕ Φύλαξης κατά τριακόσιες σαράντα πέντε (345) θέσεις.

 

14. Του κλάδου ΔΕ Προσωπικού Εξωτερικής Φρούρησης κατά διακόσιες σαράντα (240) θέσεις.

 

2. Η παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 2776/1999 (ΦΕΚ 291 Α') τροποποιείται και αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η δυναμικότητα των υφιστάμενων αυτοτελών καταστημάτων κράτησης δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τριακόσιους κρατούμενους. Η δυναμικότητα των αυτοτελών καταστημάτων κράτησης που θα συσταθούν στο εξής δεν πρέπει να υπερβαίνει τους τετρακόσιους κρατούμενους. Στα συγκροτήματα κτιρίων, τα οποία έχουν δυνατότητα στέγασης μεγάλου αριθμού κρατουμένων είναι δυνατόν να λειτουργούν περισσότερα αυτοτελή καταστήματα κράτησης, σε ανεξάρτητα, αυτόνομα κτίρια, με κοινή διοίκηση, θυρωρείο, επαρκείς υποστηρικτικές λειτουργίες και εγκαταστάσεις.»

 

 

Αρθρο 5

 

Έναρξη ισχύος

 

Ο παρών νόμος ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν στις επί μέρους διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.

Αθήνα, 9 Σεπτεμβρίου 2005