ΝΟΜΟΣ 3297/2004 - ΦΕΚ Α/259/23.12.2004
Συνήγορος του Καταναλωτή - Ρύθμιση
θεμάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
Aρθρο 1
Ίδρυση - Αποστολή.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ
1. Συνιστάται ανεξάρτητη αρχή με την επωνυμία
«Συνήγορος του Καταναλωτή», ως εξωδικαστικό όργανο
συναινετικής επίλυσης των καταναλωτικών διαφορών.
2. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή εποπτεύεται από τον
Υπουργό Ανάπτυξης και κατά την άσκηση των καθηκόντων του απολαμβάνει προσωπικής
και λειτουργικής ανεξαρτησίας.
3. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή δεν διώκεται και δεν
εξετάζεται για γνώμη που διατύπωσε ή πράξη που εκτέλεσε κατά την άσκηση των
καθηκόντων του. Δίωξη επιτρέπεται ύστερα από έγκληση μόνο για συκοφαντική
δυσφήμιση, εξύβριση ή παραβίαση του απορρήτου.
4. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή επικουρείται
από δύο Βοηθούς Συνηγόρους.
5. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή, οι Βοηθοί Συνήγοροι,
οι ειδικοί επιστήμονες και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι με προσόντα ειδικών
επιστημόνων, σε περίπτωση που ενάγονται ή διώκονται για πράξη ή παράλειψη κατά
την εκτέλεση των καθηκόντων τους, μπορούν να παρίστανται ενώπιον των
δικαστηρίων δια μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
6. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή υποστηρίζεται από
είκοσι πέντε (25) ειδικούς επιστήμονες.
7. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία της
Αρχής εγγράφονται σε ειδικό φορέα και ενσωματώνονται στον ετήσιο προϋπολογισμό
του Υπουργείου Ανάπτυξης.
Διατάκτης της δαπάνης είναι ο Συνήγορος του Καταναλωτή, ο
οποίος και εισηγείται τον προϋπολογισμό στον Υπουργό Οικονομίας και
Οικονομικών.
Ειδικά, για το έτος 2005 οι δαπάνες της Αρχής θα
βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης.
8. Τα θέματα της οικονομικής διαχείρισης της Αρχής,
όπως είναι ιδίως η ανάληψη υποχρεώσεων, η διενέργεια δαπανών, τα βιβλία που
πρέπει να τηρούνται και γενικά το λογιστικό της Αρχής, ρυθμίζονται με κανονισμό
που καταρτίζεται από τον Συνήγορο του Καταναλωτή και εγκρίνεται από τους
Υπουργούς Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης.
Αρθρο 2
Εκλογή - Θητεία
1. Ως Συνήγορος του Καταναλωτή και Βοηθοί Συνήγοροι
επιλέγονται πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, που διαθέτουν υψηλή επιστημονική
κατάρτιση, γνώση και εμπειρία επί θεμάτων που σχετίζονται με την αρμοδιότητα
και την αποστολή της Αρχής και απολαύουν ευρείας κοινωνικής αποδοχής.
2. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή επιλέγεται από το
Υπουργικό Συμβούλιο μετά από πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης και γνώμη της
Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και διορίζεται με απόφαση του Υπουργού
Ανάπτυξης.
3. Οι Βοηθοί Συνήγοροι διορίζονται με απόφαση του
Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή.
4. Αναπλήρωση του Συνηγόρου του Καταναλωτή χωρεί,
εφόσον απουσιάζει ή κωλύεται προσκαίρως να ασκήσει τα
καθήκοντα του για οποιονδήποτε λόγο. Αναπληρωτής του Συνηγόρου του Καταναλωτή
είναι ένας εκ των Βοηθών Συνηγόρων που ορίζεται με την απόφαση του διορισμού
του.
5. Η θητεία του Συνηγόρου του Καταναλωτή και των
Βοηθών Συνηγόρων ορίζεται πενταετής. Επανεκλογή του ίδιου προσώπου ως Συνηγόρου
του Καταναλωτή δεν επιτρέπεται.
6. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί να παυθεί με πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου, ύστερα από
πρόταση του Υπουργού Ανάπτυξης, για σωματική ή πνευματική ανικανότητα εκτέλεσης
των καθηκόντων του.
7. Οι Βοηθοί Συνήγοροι μπορεί να παυθούν με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση
του Συνηγόρου του Καταναλωτή, για σωματική ή πνευματική ανικανότητα εκτέλεσης
των καθηκόντων τους, καθώς και για ανεπάρκεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων
τους.
8. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους ο Συνήγορος
του Καταναλωτή και οι Βοηθοί Συνήγοροι δεν επιτρέπεται να ασκούν καμία
επαγγελματική δραστηριότητα ή να αναλαμβάνουν άλλα καθήκοντα, αμειβόμενα ή μη,
στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Η άσκηση οποιουδήποτε δημοσίου λειτουργήματος,
καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. ή
νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αναστέλλεται κατά τη διάρκεια
της θητείας τους.
9. Οι αποδοχές του Συνηγόρου του Καταναλωτή και των
Βοηθών Συνηγόρων καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και
Οικονομίας και Οικονομικών, κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις.
Αρθρο 3
Αρμοδιότητες
1. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή είναι αρμόδιος για
την εξώδικη επίλυση διαφορών μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών ή ενώσεων
καταναλωτών, όπως οι έννοιες των προμηθευτών και των καταναλωτών ή των ενώσεων
τους ορίζονται κάθε φορά στο Νόμο. Στο πλαίσιο αυτής της αρμοδιότητας ο
Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί να προβαίνει σε συστάσεις και υποδείξεις προς
τους προμηθευτές, ιδίως όταν από την επιχειρηματική συμπεριφορά τους θίγεται
μεγάλος αριθμός καταναλωτών.
2. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή επιλαμβάνεται των
υποθέσεων της αρμοδιότητας του, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν σχετικής ενυπόγραφης
αναφοράς ενός τουλάχιστον των ενδιαφερόμενων μερών. Επίσης, επιλαμβάνεται με
όμοιο τρόπο και αιτημάτων των καταναλωτών ή ενώσεων των καταναλωτών και των
προμηθευτών, που έχουν απορριφθεί στο πλαίσιο διαδικασιών που εφαρμόζονται από
άλλους καθιερωμένους φορείς εξώδικης ρύθμισης επί μέρους καταναλωτικών
διαφορών.
3. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή δεν επιλαμβάνεται
υποθέσεων που εκκρεμούν ενώπιον των δικαστικών αρχών.
4. Οι επιτροπές που έχουν συσταθεί με τις διατάξεις
του άρθρου 11 του Ν. 2251/1994 (ΦΕΚ191 Α') για την εξώδικη επίλυση των διαφορών
μεταξύ των προμηθευτών και των καταναλωτών ή ενώσεων των καταναλωτών
επιλαμβάνονται των αιτήσεων που υποβάλλονται από καταναλωτές ή ενώσεις των
καταναλωτών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 5 και 6 του
προαναφερόμενου άρθρου. Οι επιτροπές υπάγονται στον Συνήγορο του Καταναλωτή, ο
οποίος με απόφαση του διορίζει και παύει τα μέλη τους σύμφωνα με τα οριζόμενα
στις διατάξεις αυτές. Η γραμματειακή υποστήριξη των επιτροπών αυτών παρέχεται
από τις οικείες Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας
και Οικονομικών και Ανάπτυξης καθορίζεται η αμοιβή των μελών των επιτροπών
φιλικού διακανονισμού και των προσώπων, που παρέχουν τη γραμματειακή
υποστήριξη. Η σχετική δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Συνηγόρου του
Καταναλωτή.
5. Ζητήματα που ανάγονται στις λεπτομέρειες
εφαρμογής του άρθρου 11 του Ν. 2251/1994 ρυθμίζονται με απόφαση του Συνηγόρου
του Καταναλωτή.
6. Τα πορίσματα των επιτροπών κοινοποιούνται
υποχρεωτικά, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση τους στον
Συνήγορο του Καταναλωτή, ο οποίος μπορεί αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν σχετικής
αναφοράς ενός τουλάχιστον των ενδιαφερόμενων μερών, να επανεξετάσει την υπόθεση
και να εκδώσει νέο πόρισμα, το οποίο κοινοποιείται στα ενδιαφερόμενα μέρη και
στην επιτροπή που εξέδωσε το πρώτο πόρισμα.
7. Τα
πορίσματα του Συνηγόρου του Καταναλωτή και των επιτροπών, με την επιφύλαξη των
διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 4, δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση ή ανάκληση και
δεν επηρεάζουν τη διαδικασία ενώπιον άλλων θεσμοθετημένων φορέων.
8. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή συντονίζει και
κατευθύνει το έργο των Βοηθών Συνηγόρων προς τους οποίους μπορεί να μεταβιβάζει
με απόφαση του μέρος των αρμοδιοτήτων του. Η απόφαση του ανακαλείται
οποτεδήποτε.
9. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή εποπτεύει και
κατευθύνει τους ειδικούς επιστήμονες και το προσωπικό πάσης φύσεως, που
υπηρετεί στην Αρχή. Είναι πειθαρχικώς προϊστάμενος του προσωπικού και μπορεί να
επιβάλλει ποινές, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Εσωτερικής
Λειτουργίας της Αρχής, ο οποίος εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος.
10. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή συντάσσει ετήσια
έκθεση, στην οποία παρουσιάζει το έργο της Αρχής, παραθέτει τις σημαντικότερες
υποθέσεις και διατυπώνει προτάσεις για τη θεραπεία των προβλημάτων, που
εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του, καθώς και τις τυχόν αναγκαίες κατά την κρίση
του νομοθετικές παρεμβάσεις.
11. Η έκθεση του Συνηγόρου του Καταναλωτή
υποβάλλεται τον Ιούνιο κάθε έτους στον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο της Βουλής
και κοινοποιείται στον Υπουργό Ανάπτυξης. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί να
υποβάλλει στον Πρωθυπουργό, τον Πρόεδρο της Βουλής και τον Υπουργό Ανάπτυξης
ειδικές εκθέσεις και κατά τη διάρκεια του έτους. Η ετήσια έκθεση του Συνηγόρου
του Καταναλωτή συζητείται σε ειδική συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής κατά
τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της και δημοσιεύεται σε ειδική έκδοση του
Εθνικού Τυπογραφείου.
Αρθρο 4
Διαδικασία έρευνας
1. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή επιλαμβάνεται κάθε
θέματος που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του είτε αυτεπαγγέλτως είτε ύστερα από
παραπομπή σε αυτόν της υπόθεσης από τις επιτροπές της παρ. 4 του άρθρου 3 είτε
ύστερα από ενυπόγραφη αναφορά κάθε άμεσα ενδιαφερόμενου φυσικού ή νομικού
προσώπου ή ένωσης προσώπων που κατοικούν ή εδρεύουν σε οποιοδήποτε κράτος
-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή και οι επιτροπές
μπορούν να ζητούν από τα εμπλεκόμενα μέρη τη χορήγηση οποιουδήποτε εγγράφου που
έχει σχέση με τη διαφορά και κρίνεται πρόσφορο για τη διευθέτηση της,
τηρουμένων των διατάξεων περί απορρήτου και προστασίας δεδομένων προσωπικού
χαρακτήρα.
2. Η αναφορά υποβάλεται
εντός τριών (3) μηνών, αφότου ο ενδιαφερόμενος έλαβε πλήρη γνώση της βλαπτικής
γι' αυτόν πράξης ή παράλειψης που συνιστά την καταναλωτική διαφορά και
καταχωρείται σε ειδικό μητρώο. Η υποβολή της δεν διακόπτει ούτε αναστέλλει τις
προβλεπόμενες από το νόμο προθεσμίες για την άσκηση ένδικου βοηθήματος.
3. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί με απόφαση του
να θέτει στο αρχείο αναφορά που κρίνεται προδήλως αόριστη, αβάσιμη, ασήμαντη ή
ασκείται κατά τρόπο καταχρηστικό ή κατά παράβαση της αρχής της καλής πίστης.
4. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή εξετάζει
αντικειμενικά και αμερόληπτα τις υποθέσεις της αρμοδιότητας του, με βάση την
αρχή της εκατέρωθεν ακρόασης, κατά τρόπο ώστε η διαδικασία που ακολουθείται να
παρέχει τη δυνατότητα σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να κοινοποιούν τις απόψεις
τους στην Αρχή και να ενημερώνονται για τα επιχειρήματα και τα γεγονότα που
ισχυρίζεται το άλλο μέρος και ενδεχομένως για τις εκθέσεις των εμπειρογνωμόνων
ή των ειδικών επιστημόνων.
5. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή και οι επιτροπές
προτείνουν τη φιλική διευθέτηση της διαφοράς, επιδιώκοντας να συμβιβάζουν τα
εμπλεκόμενα μέρη. Εφόσον επιτευχθεί συμβιβασμός, συντάσσεται περί αυτού
πρακτικό από τον Συνήγορο του Καταναλωτή ή τον Πρόεδρο της οικείας επιτροπής
φιλικού διακανονισμού κατά περίπτωση, το οποίο υπογράφεται από τα εμπλεκόμενα
μέρη ή τους νόμιμους εκπροσώπους τους και επέχει θέση δικαστικού συμβιβασμού.
Αν δεν επιτευχθεί συμβιβασμός ο Συνήγορος του Καταναλωτή προβαίνει στη διατύπωση
έγγραφης σύστασης προς τα δύο μέρη με σκοπό την επίλυση της διαφοράς. Σε
περίπτωση που κάποιο από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν αποδεχθεί τα διαλαμβανόμενα
στην έγγραφη σύσταση της Αρχής, ο Συνήγορος του Καταναλωτή δύναται να
δημοσιοποιήσει το γεγονός κοινοποιώντας καταλλήλως το πόρισμα του.
6. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή ενημερώνει σε κάθε
περίπτωση τον ενδιαφερόμενο για την τύχη της υπόθεσης του.
7. Το προσωπικό της Αρχής έχει καθήκον εχεμύθειας
για έγγραφα και στοιχεία των οποίων λαμβάνει γνώση στο πλαίσιο της έρευνας.
8. Αν προκύψουν επαρκείς ενδείξεις για τέλεση
αξιόποινης πράξης από ένα έκτων ενδιαφερόμενων μερών, ο Συνήγορος του
Καταναλωτή μπορεί, εφόσον η πράξη διώκεται μετά από έγκληση, να υποδείξει στο
άλλο μέρος την προσφυγή του στη δικαιοσύνη. Στην περίπτωση που η πράξη διώκεται
αυτεπαγγέλτως, ο Συνήγορος του Καταναλωτή ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις των
παρ. 2 και 3 του άρθρου 37 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
9. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί να
συνεργάζεται με άλλες Αρχές ή υπηρεσίες, οι οποίες επιλαμβάνονται θεμάτων που
αφορούν τον καταναλωτή.
10. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή ανακοινώνει αμέσως
στην Επιτροπή Ανταγωνισμού ό,τι περιέρχεται σε γνώση του με οποιονδήποτε τρόπο
και σχετίζεται με παραβάσεις των διατάξεων των άρθρων 1 παρ. 1 και 2,2 και 4
έως 4στ, του Ν. 703/1977 (ΦΕΚ278 Α').
11. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή μπορεί, στο πλαίσιο
άσκησης των καθηκόντων του, να απευθύνεται στις δημόσιες υπηρεσίες, στα νομικά
πρόσωπα δημοσίου δικαίου, στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης α' και β' βαθμού,
καθώς και στα νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα και να ζητά κάθε στοιχείο και
πληροφορία, που έχουν σχέση με την καταναλωτική διαφορά και συμβάλλουν στην
επίλυση της.
Αρθρο 5
Ειδικοί Επιστήμονες - Γραμματεία
1. Συνιστώνται είκοσι πέντε (25) θέσεις ειδικών
επιστημόνων με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου και δέκα (10)
θέσεις τακτικού προσωπικού, κατηγορίας Π Ε Διοικητικού - Οικονομικού για τη
διοικητική υποστήριξη της Αρχής.
2. Για τα προσόντα και τη διαδικασία διορισμού των
ειδικών επιστημόνων εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2
του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003 (ΦΕΚ10Α').
3. Στον Συνήγορο του Καταναλωτή μπορεί να
αποσπώνται και να ασκούν καθήκοντα ειδικού επιστήμονα έως δέκα (10) μόνιμοι ή
με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπάλληλοι του Δημοσίου,
των Ο.Τ.Α. α' και β' βαθμού και των Ν.Π.Δ.Δ. και
Ν.Π.Ι.Δ. του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που συγκεντρώνουν τα απαιτούμενα
προσόντα σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 ή είναι υπάλληλοι κατηγορίας
ΠΕ του δημόσιου τομέα με οκταετή τουλάχιστον υπηρεσία
και κατάλληλη γνώση ξένης γλώσσας. Η απόσπαση διενεργείται με απόφαση του
οικείου Υπουργού μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, κατά παρέκκλιση
από κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη. Η απόσπαση διαρκεί τρία (3) έτη και
μπορεί να παρατείνεται, μία ή περισσότερες φορές για ίσο χρόνο κάθε φορά και
είναι υποχρεωτική για την υπηρεσία του αποσπώμενου υπαλλήλου.
4. Με την επιφύλαξη της παρ. 4 του άρθρου 4 του Ν.
3051/2002 (ΦΕΚ220 Α'), οι αποδοχές των ειδικών επιστημόνων καθορίζονται με
κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης που
εκδίδεται μετά από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή.
5. Στη Γραμματεία της Αρχής προΐσταται δημόσιος
υπάλληλος κατηγορίας Π Ε με βαθμό διευθυντή του άρθρου 79 παρ. 2 του
Υπαλληλικού Κώδικα (Ν. 2683/1999 ΦΕΚ19 Α'), που επιλέγεται με ανάλογη εφαρμογή
των διατάξεων της παρ. 7 του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003.
Αρθρο 6
Τίτλος της Αρχής
Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο
η χρήση του τίτλου «Συνήγορος του Καταναλωτή» ή άλλου παρεμφερούς τίτλου, που
μπορεί να δημιουργήσει στο κοινό σύγχυση σχετικά με την Αρχή.
Αρθρο 7
Κώδικας Καταναλωτικής Δεοντολογίας
Με απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτών, μετά
από πρόταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, καταρτίζεται εντός έτους από τη
δημοσίευση του παρόντος «Κώδικας Καταναλωτικής Δεοντολογίας», ο οποίος
κυρώνεται με προεδρικό διάταγμα εκδιδόμενο ύστερα από πρόταση του Υπουργού
Ανάπτυξης. Στον Κώδικα αυτόν καθορίζονται ιδίως οι αρχές που πρέπει να διέπουν
τη συναλλακτική συμπεριφορά και τις σχέσεις μεταξύ των προμηθευτών και των
καταναλωτών και των ενώσεων τους.
Αρθρο 8
Κανονισμός Εσωτερικής Λειτουργίας
Τα θέματα οργάνωσης και λειτουργίας της Αρχής και
των επιτροπών φιλικού διακανονισμού, καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια
καθορίζονται στον Κανονισμό Εσωτερικής Λειτουργίας, ο οποίος συντάσσεται από
τον Συνήγορο του Καταναλωτή και εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται
ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και
Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης και Οικονομίας και Οικονομικών.
Αρθρο 9
Αντικατάσταση - τροποποίηση - συμπλήρωση του Ν.
3066/2002 (ΦΕΚ 252 Α'), όπως ισχύει
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΡΥΘΜΙΣΗ ΘΕΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
1. Το τελευταίο εδάφιο του στοιχείου γ' της παρ. 1
του άρθρου 6 τροποποιείται ως εξής:
«Με απόφαση του Δ.Σ. μπορεί να ανατεθούν στον
Πρόεδρο, τον Γενικό Διευθυντή ή σε άλλα μέλη του Δ.Σ. ορισμένες από τις εξουσίες
αυτές.»
2. Η παρ. 3 του άρθρου 7, όπως προστέθηκε με την
παρ. 3 του άρθρου 14 του Ν. 3190/2003 (ΦΕΚ 249 Α')
αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Επί τέσσερα (4) έτη από την έναρξη ισχύος του
παρόντος νόμου, για τη στελέχωση του Ταμείου με κάθε φύσεως προσωπικό
εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2919/2001 (ΦΕΚ 128 Α').»
3. Το στοιχείο γ' του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως
εξής:
«γ.α'. Όταν δεν ασκείται
η ένσταση διζήσεως, το ποσό που καλύπτεται με την
εγγύηση, σε περίπτωση κατάπτωσης αυτής, προκύπτει από το ποσό της οφειλής της
ΜΕ κατά την ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης πίστωσης, μείον τυχόν
εισπραχθέντα ποσά μέχρι την ημερομηνία καταβολής του οφειλόμενου από το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε.Α.Ε. ποσού, επί το ποσοστό εγγύησης του ΤΕ.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε.
β'. Όταν ασκείται η ένσταση διζήσεως,
το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α. Ε. καταβάλλει προκαταβολή που
αντιστοιχεί στο είκοσι τοις εκατό (20%) της εγγύησης της, όπως αυτή
υπολογίζεται κατά την ημέρα καταγγελίας της σύμβασης πίστωσης, με βάση την
οφειλή της ΜΕ και το ποσοστό της εγγύησης της.
Όταν ασκείται η ένσταση διζήσεως,
το ποσό που καλύπτεται με την εγγύηση, σε περίπτωση κατάπτωσης αυτής προκύπτει
από:
αα) την οφειλή της ΜΕ κατά την ημερομηνία καταγγελίας
της σύμβασης πίστωσης,
ββ) πλέον τόκων μέχρι δεκαοκτώ (18) μήνες κατ'
ανώτατο όριο επί του ποσού που προκύπτει από την αφαίρεση της προκαταβολής του Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε. από την οφειλή της ΜΕ, κατά την
ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης πίστωσης,
γγ) μείον τυχόν εισπραχθέντα ποσά.
Το ποσό που προκύπτει σύμφωνα με τα παραπάνω
πολλαπλασιάζεται επί το ποσοστό της εγγύησης του Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε.
Α.Ε. Από το ποσό αυτό αφαιρείται η καταβληθείσα προκαταβολή, για να υπολογιστεί
το τελικό ποσό που θα καταβάλει το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε.
στην τράπεζα.
Το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε.
καταβάλλει την παραπάνω προκαταβολή εντός τριμήνου από την ημερομηνία παραλαβής
από την τράπεζα συστημένης επιστολής για την καταγγελία της σύμβασης πίστωσης.
Στις περιπτώσεις που:
α) δεν καταπέσει τελικώς η εγγύηση του Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε.,
β) ανακληθεί η εγγύηση του Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε.
Α.Ε. και
γ) ρυθμιστεί η οφειλή της ΜΕ από την τράπεζα, η
καταβληθείσα προκαταβολή επιστρέφεται στο Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε.
Α.Ε. εντός διμήνου, έντοκα από την ημέρα της καταβολής της έως την ημέρα της
επιστροφής, με επιτόκιο ίσο με αυτό των μεσομακροπρόθεσμων
ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, της έκδοσης που προηγείται από την ημερομηνία
επιστροφής της προκαταβολής.»
4. Το στοιχείο ε' του άρθρου 8 τροποποιείται ως
εξής:
«ε. Οι επιχειρήσεις για τις οποίες εγγυάται το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε.
Α.Ε. καταβάλλουν σε αυτό προμήθειες, το ύψος των οποίων καθορίζεται με βάση την
τιμολογιακή πολιτική του και εξαρτάται από το ύψος του αναλαμβανόμενου
κινδύνου. Η προμήθεια για τις εγγυήσεις επί δανείων δεν μπορεί να υπολείπεται
του ενάμισι τοις εκατό (1,5%) επί του αναλαμβανόμενου κινδύνου:»
5. Η παρ. 1 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το Ταμείο δεν υπόκειται σε φόρο συγκέντρωσης
κεφαλαίου, απαλλάσσεται από το φόρο έναρξης της δραστηριότητας και την καταβολή
του ανταποδοτικού τέλους υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού και έχει όλα τα
διοικητικά, οικονομικά και δικαστικά προνόμια του Δημοσίου, ουσιαστικού και
δικονομικού δικαίου.»
6. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 10, προστίθενται
παράγραφοι 3 και 4 που έχουν ως εξής:
«3. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 105 του Ν.
2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α') εφαρμόζονται ανάλογα και στο Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε., για το οποίο, το ποσοστό επί του ποσού
του ετήσιου μέσου όρου των εν ενεργεία εγγυήσεων ορίζεται ένα τοις εκατό (1 %).
4. Το Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. Α.Ε.
μπορεί να ανοίγει λογαριασμούς Ταμειακής Διαχείρισης και Διαθεσίμων Κεφαλαίων
στην Τράπεζα της Ελλάδος και ειδικότερα στη Διεύθυνση Εργασιών του Δημοσίου -
Τμήμα Δημοσίων Οργανισμών, με σκοπό τη διαχείριση των διαθεσίμων κεφαλαίων του
και από την Τράπεζα αυτή.»
7. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων 3, 5
και η υπ' αριθμόν 3 που προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου αυτού εφαρμόζονται
αναδρομικά από την έναρξη ισχύος του Ν. 3066/2002.
Αρθρο 10
Προϊστάμενοι Οργανικών Μονάδων του Ο.Λ.Α.
Μετά την παρ. 3 του άρθρου 6 του Ν. 3190/2003 (ΦΕΚ 249 Α') προστίθεται παράγραφος 4, που έχει ως εξής:
«4. Όταν στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών (Ο.Λ.Α.) δεν υπάρχουν οι αναγκαίοι υπάλληλοι σε διπλάσιο
αριθμό προς κρίση ή αυτοί δεν επιθυμούν ή δεν έχουν τα προσόντα για την
κατάληψη της θέσης του Προϊσταμένου των Διευθύνσεων ή των Τμημάτων αυτού,
μπορούν να προΐστανται των Διευθύνσεων και των Τμημάτων του Οργανισμού, εκτός
από τους υπαλλήλους των κλάδων προσωπικού που αναφέρονται στο άρθρο 7 του Π.Δ.
489/1987(ΦΕΚ 226 Α') «Οργανισμός του Ταμείου Λαϊκών
Αγορών» και υπάλληλοι του κλάδου Π Ε Διοικητικού - Εμπορικού της Γενικής
Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, οι οποίοι λογίζονται ως
αυτοδίκαια αποσπασμένοι για όλο το χρονικό διάστημα που κατέχουν τις θέσεις
αυτές.
Αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο για τις προαγωγές ή
επιλογές Προϊσταμένων Διευθύνσεων και Τμημάτων του Ο.Λ.Α.,
στις παραπάνω περιπτώσεις, είναι το Υπηρεσιακό Συμβούλιο της Γενικής
Γραμματείας του Υπουργείου Ανάπτυξης.»
Αρθρο 11
Συγκρότηση επιτροπών
Η παρ. 3 του άρθρου 7 του Ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α'), όπως έχει αντικατασταθεί με την περίπτωση α'
της παρ. 2 του άρθρου 17 του Ν. 2308/1995 (ΦΕΚ 114
Α'), αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης ορίζονται
επιτροπές, που αποτελούνται από δύο τουλάχιστον υπαλλήλους του Υπουργείου
Ανάπτυξης, οι οποίες ελέγχουν την οικονομική διαχείριση και την πραγματοποίηση
του σκοπού για τον οποίο χρηματοδοτούνται οι μελέτες, τα έργα και τα
προγράμματα της παραγράφου 1. Με τις αποφάσεις αυτές μπορεί να εξειδικεύεται το
έργο των επιτροπών.»
Αρθρο 12
Πρόγραμμα ανάπτυξης έρευνας και τεχνολογίας
Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 1514/1985
(ΦΕΚ 13 Α'), όπως ισχύει, προστίθεται νέο εδάφιο που
έχει ως εξής:
«Η επιστημονική έρευνα που διεξάγεται από τα
Ιδρύματα της Ακαδημίας Αθηνών, το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, το Ίδρυμα
Ευγενίδου, «το Ιερό Κοινόβιον
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (I. K.E.Θ.)»,
το Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών, το Ιδρυμα
Μείζονος Ελληνισμού και το Εθνικό Ινστιτούτο Μετρολογίας εντάσσεται στη
συνολική ερευνητική προσπάθεια της χώρας και τα Ιδρύματα αυτά δύνανται να
χρηματοδοτούνται και μέσω των προγραμμάτων της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας, με τους ίδιους όρους και τις
προϋποθέσεις που χρηματοδοτούνται τα A.E.I, και τα
εποπτευόμενα από τη Γ.Γ.Ε.Τ. ερευνητικά κέντρα.»
Αρθρο 13
1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του Ν.
2955/2001 (ΦΕΚ256 Α72.11.2001) προστίθεται η φράση:
«καθώς και Φίλτρων Αιμοκάθαρσης Τεχνητού Νεφρού,
Συστημάτων Περιτοναϊκής Κάθαρσης, Βελονών Τεχνητού Νεφρού και οστομικών υλικών».
2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 7 του Ν. 2955/2001,
όπως εκάστοτε ισχύει, έχει εφαρμογή και για το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τα
λοιπά Ασφαλιστικά Ταμεία, Στρατιωτικά Νοσοκομεία και το Αρεταίειον
Νοσοκομείο.
Αρθρο 14
1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 1
του Ν. 2669/1998 (ΦΕΚ 283 Α') αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται
στον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδος (Ο.Σ.Ε.) και τις θυγατρικές του, με
εξαίρεση την εταιρεία ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε., η οποία εντάσσεται στο σχεδιασμό,
προγραμματισμό και συντονισμό του Ο.Α.Σ.Α. για τη
διεξαγωγή του συγκοινωνιακού έργου που εκτελεί στη γεωγραφική περιοχή
αρμοδιότητας του. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται επίσης στις
εταιρείες υποδομής και εκμετάλλευσης του λοιπού σιδηροδρομικού δικτύου της
χώρας.»
2. Οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 1 του Ν. 2669/
1998 αντικαθίστανται ως εξής:
«5. Για την εκτέλεση του συγκοινωνιακού έργου ο Ο.Α.Σ.Α. συμβάλλεται με τους Ε.Φ.Σ.Ε.
και τις εταιρείες ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Α.Ε., ΤΡΑΜ Α.Ε. και
ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε.
6. Ως εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου
νοούνται οι Ε.Φ.Σ.Ε. και οι εταιρείες ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Α.Ε., ΤΡΑΜ Α.Ε. και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε.».
3. α) Στην περίπτωση ιη'
της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Ν. 2669/1998 η φράση «Ε.Φ.Σ.Ε.»
αντικαθίσταται με τη φράση «εταιρειών παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές
ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 του παρόντος».
β) Στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του Ν. 2669/1998 η
φράση «Ε.Φ.Σ.Ε.» αντικαθίσταται με τη φράση «εταιρειών
παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο 6 του άρθρου
1 του παρόντος».
4. Στο τέλος του άρθρου 5 του Ν. 2669/1998
προστίθεται παράγραφος 19 ως εξής:
«19. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν
εφαρμόζονται στις εταιρείες ΤΡΑΜ Α.Ε. και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε. εκτός από την
περίπτωση γ' της παραγράφου 6. Οι ανωτέρω εταιρείες διαθέτουν στον Ο.Α.Σ.Α. ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) των εσόδων από την
είσπραξη κομίστρου στην περιοχή αρμοδιότητας του Ο.Α.Σ.Α.
για την κάλυψη των αναγκών λειτουργίας του.»
5. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' της
παραγράφου 2 του άρθρου 6 του Ν. 2669/1998 η φράση «στον οικείο Ε.Φ.Σ.Ε. ή σε εταιρεία αυτού» αντικαθίσταται με τη φράση
«στις εταιρείες παροχής συγκοινωνιακού έργου, όπως αυτές ορίζονται στην παράγραφο
6 του άρθρου 1 του παρόντος».
Αρθρο 15
1. Για τη φύλαξη των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων
δύναται να διατίθεται και προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, για το οποίο δεν
ισχύουν τα προβλεπόμενα ανώτατα χρονικά όρια αποσπάσεων. Κατά την εκτέλεση των
καθηκόντων του το προσωπικό αυτό φέρει οπλισμό για τη χρήση του οποίου
εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν. 3169/2003 (ΦΕΚ 189
Α'). Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Αμυνας,
Πολιτισμού, Εμπορικής Ναυτιλίας και Δημόσιας Τάξης, που δεν δημοσιεύεται στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι εγκαταστάσεις που φυλάσσονται, ο
χρόνος φύλαξης αυτών, ο αριθμός του διατιθέμενου προσωπικού, τα ειδικότερα
καθήκοντα και ο τρόπος εκτέλεσης τους, η διοικητική υπαγωγή του προσωπικού και
κάθε άλλο σχετικό θέμα.
2. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από
28.9.2004.
Αρθρο 16
1. Οφειλές του Ελληνικού Δημοσίου προς το Ταμείο
Νομικών που απορρέουν από τις διατάξεις του Ν.Δ.
317/1969 (ΦΕΚ211 Α'), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14του Ν. 1512/1985 (ΦΕΚ4
Α') και μέχρι ποσού τετρακοσίων εκατομμυρίων (400.000.000) ευρώ
που αφορούν τη χρονική περίοδο 1998-2004 δύναται να εξοφληθούν με την έκδοση
ομολόγων. Το ακριβές ύψος της οφειλής προσδιορίζεται με σύμβαση που υπογράφεται
μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, εκπροσωπούμενου από τους Υπουργούς Οικονομίας
και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας και του αρμόδιου
εκπροσώπου του Ταμείου Νομικών. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και
Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος των ομολόγων, η διάρκεια και οι λοιποί όροι
έκδοσης αυτών.
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 85 του Ν. 1969/1991
(ΦΕΚ197 Α') αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«1. Το Δημόσιο δύναται να αγοράζει τοις μετρητοίς ή
με έκδοση ομολογιακών δανείων μετοχές και άλλους τίτλους εκδόσεως τραπεζών στο
εσωτερικό και στο εξωτερικό. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και
Οικονομικών καθορίζεται ο τύπος των ομολόγων, η διάρκεια και οι λοιποί όροι
έκδοσης αυτών.»
Αρθρο 17
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του Νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση
του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην
Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως Νόμου του Κράτους.