ΤΡΑΠΕΖΑ
ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»
ΑΠ 378/2025
Παραπομπή στην Ολομέλεια - ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ -.
Η
απόφαση πραγματεύεται το νομικό ζήτημα, του κατά πόσο η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ υποχρεούται
να καταβάλει στους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ τόκους υπερημερίας,
στην περίπτωση που καθυστερήσει να εξοφλήσει ποσά τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής
ενέργειας, κατ’ άρθρα 340 και 341 παρ. 1 ΑΚ ή ότι δικαιούται να απαλλαγεί από
αυτή την υποχρέωση προβάλλοντας την κατ’ άρθρο. 342 ΑΚ ένσταση, δεδομένου ότι η
ίδια η ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ δεσμεύεται νομοθετικά να αντλήσει τα απαιτούμενα κεφάλαια μόνο
από τον Ειδικό Λογαριασμό του άρθρου 40 του ν. 2773/1999, που δεν τροφοδοτείται
από την ίδια, και ως εκ τούτου δεν φέρει ευθύνη σε περίπτωση που παρουσιάσει
έστω και παροδικό έλλειμμα, που καθιστά ανέφικτη την έγκαιρη εκπλήρωση της
παροχής. Η απόφαση εκθέτει και τις δύο απόψεις, δεδομένου ότι παραπέμπει το
θέμα στην Ολομέλεια.
(Η
απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία της δικηγόρου
Θεσσαλονίκης Δανάης Αντωνοπούλου)
Αριθμός
378/2025
ΤΟ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
A3'
Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε
από τους Δικαστές: Μαρία Σιμιτσή-Βετούλα, Αντιπρόεδρο
του Αρείου Πάγου, Χρήστο Κατσιάνη-Εισηγητή, Χρυσούλα
Πλατιά, Ηλία Γιαρένη και Αικατερίνη Πατσιαρά, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε
δημόσια στο ακροατήριό του, στις 23 Σεπτεμβρίου 2024, με την παρουσία και της
Γραμματέως Μαρίας Σουλάκα, για να δικάσει την υπόθεση
μεταξύ:
Της
αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία
«ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Α.Ε.» και το διακριτικό τίτλο
«ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε.» {εφεξής ΔΑΠΕΕΠ}, όπως μετονομάστηκε η εταιρεία με την επωνυμία
«ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Α.Ε.» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ
Α.Ε.», που εδρεύει στον Πειραιά και εκπροσωπείται νόμιμα. Εκπροσωπήθηκε από τον
πληρεξούσιο δικηγόρο Θεόδωρο Σερεμετάκη με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.
Των
αναιρεσίβλητων: 1. Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με
την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και
εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο
Γεωργία Γεωργίου και κατέθεσε προτάσεις και 2. ομόρρυθμης εταιρείας με την
επωνυμία «... Ο.Ε.» και ήδη με τη νέα της επωνυμία «... ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.», που
εδρεύει στη Νιγρίτα Σερρών και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από
την πληρεξούσια δικηγόρο Δανάη Αντωνοπούλου με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ.2 ΚΠολΔ και, κατέθεσε προτάσεις.
Η
ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10.09.2017 αγωγή των ήδη αναιρεσίβλητων,
που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: α) 5379/2018 μη
οριστική του ίδιου Δικαστηρίου το οποίο έκρινε εαυτό αναρμόδιο και παρέπεμψε
την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιά, 185/2020 οριστική του Ειρηνοδικείου
Πειραιά και β) 705/2023 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά. Την αναίρεση της
τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από
12.09.2023 αίτησή της.
Κατά
τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι
παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η
πληρεξούσια δικηγόρος της με στοιχ.1 αναιρεσίβλητης
ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου στη δικαστική
δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ
ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι.
Από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης, που παραδεκτώς
επισκοπούνται, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, από το
Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, προκύπτουν επί της διαδικαστικής πορείας της
υπόθεσης, τα ακόλουθα: Με την από 10.9.2017 αγωγή τους ενώπιον του
Ειρηνοδικείου Αθηνών οι αναιρεσίβλητες εταιρίες
ζήτησαν να υποχρεωθεί η αναιρεσείουσα εταιρία (υπό
την τότε επωνυμία της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ») να τους καταβάλει εις ολόκληρον
το συνολικό ποσό των 16.415,53 ευρώ ως τόκους υπερημερίας, που αντιστοιχούσαν
στο χρονικό διάστημα, κατά το οποίο η τελευταία καθυστέρησε να εξοφλήσει τα
ποσά των αναφερόμενων τιμολογίων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες
πηγές ενέργειας, που εκδόθηκαν από τη δεύτερη αυτών (αναιρεσιβλήτων),
ως παραγωγό, κατά το χρονικό διάστημα των ετών 2012 έως και 2017, παρά την
ορισθείσα, με τις μεταξύ αυτής και της δεύτερης αναιρεσίβλητης
καταρτισθείσες σχετικές συμβάσεις, δήλη ημέρα
πληρωμής τους. Επί της ως άνω αγωγής, αφού εκδόθηκε αρχικά η υπ' αριθ.
5379/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που κήρυξε εαυτό κατά τόπο
αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Πειραιώς, εκδόθηκε από το
τελευταίο αυτό δικαστήριο η υπ' αριθ. 185/2020 οριστική απόφασή του, που
απέρριψε αυτήν (αγωγή) ως απαράδεκτη ελλείψει δικαιοδοσίας των πολιτικών
δικαστηρίων, κρίνοντας ότι η μεταξύ των διαδίκων διαφορά υπαγόταν στη
δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Επί της από 30.10.2020 έφεσης των αναιρεσιβλήτων κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου
δικαστηρίου, εκδόθηκε η υπ' αριθ. 705/2023 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου
Πειραιώς (δικάσαντος ως Εφετείου), με την οποία έγινε δεκτή τυπικά και κατ' ουσίαν η ως άνω έφεση και, αφού εξαφανίσθηκε η εκκαλούμενη
απόφαση, κρατήθηκε προς εκδίκαση η υπόθεση και έγινε δεκτή η αγωγή ως ουσία
βάσιμη. Κατά της ανωτέρω τελεσίδικης απόφασης, που εκδόθηκε αντιμωλία των
διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, ασκήθηκε από την εφεσίβλητη-εναγόμενη
εταιρία (ήδη μετονομασθείσα σε «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ
& ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ ΑΕ» και έχουσα τον διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ»)
νομότυπα και εμπρόθεσμα η κρινόμενη από 12.9.2023 αίτηση αναίρεσης (άρθρα 552,
553, 556, 558, 564 παρ. 1 και 566 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Επομένως, η αίτηση αυτή είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ)
και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων
της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
ΙΙ.
Α. Με την Οδηγία 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
θεσπίσθηκαν κοινοί κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή
ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου να δημιουργηθεί σταδιακά μια εσωτερική αγορά
ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε οι δραστηριότητες αυτές (παραγωγή, μεταφορά και
διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας) να καταστούν πιο αποδοτικές, με παράλληλη
ενίσχυση της ασφάλειας του εφοδιασμού και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής
οικονομίας και με σεβασμό της προστασίας του περιβάλλοντος. Η Οδηγία αυτή
μεταφέρθηκε στην εθνική έννομη τάξη με τον ν. 2773/1999 «Απελευθέρωση της
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας -Ρύθμιση θεμάτων ενεργειακής πολιτικής και λοιπές
διατάξεις». Στη συνέχεια, με την Οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
και του Συμβουλίου «σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά
ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ» επιχειρήθηκε η
δεύτερη φάση ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για την
ενσωμάτωση της ως άνω Οδηγίας στην ελληνική έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν.
3426/2005 «Επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας», με τον οποίο επήλθαν ευρείες τροποποιήσεις στον ν.
2773/1999. Ακολούθησε η εντασσόμενη στην τρίτη ενεργειακή δέσμη Οδηγία
2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «σχετικά με τους
κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την
κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ», για τη μεταφορά της οποίας στην εθνική
έννομη τάξη δημοσιεύθηκε ο ν. 4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών
Ηλεκτρισμού και Φυσικού Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς
Υδρογονανθράκων και άλλες ρυθμίσεις». Ειδικότερα, μετά την τροποποίηση του ν.
2773/1999, με τις διατάξεις του ν. 3175/2003 «Αξιοποίηση του γεωθερμικού
δυναμικού, τηλεθέρμανση και άλλες διατάξεις», θεσπίσθηκε, κατά το έτος 2005, ο
Κώδικας Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΔΣ-ΣΗΕ
2005), με τον οποίο υιοθετήθηκε ένα συγκεκριμένο σχήμα οργάνωσης και λειτουργίας
της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ήτοι το σχήμα της υποχρεωτικής χονδρεμπορικής αγοράς. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού δεν
επιτρέπονται διμερή συμβόλαια μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής
ενέργειας, αλλά, αντιθέτως, το σύνολο των συναλλαγών διεξάγεται μέσω της χονδρεμπορικής αγοράς, όπου κεντρικός ρόλος αποδίδεται στον
«Διαχειριστή του Συστήματος». Ως «Διαχειριστής του Συστήματος» ορίσθηκε αρχικώς
η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ), η ίδρυση της οποίας προβλέφθηκε από τη
διάταξη του άρθρου 14 του ν. 2773/1999. Ο ΚΔΣ-ΣΗΕ 2005 αντικαταστάθηκε από
νέους Κώδικες, οι οποίοι θεσπίσθηκαν κατά το έτος 2012, κατ' εξουσιοδότηση του
ν. 4001/2011, ήτοι τον «Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος» (ΚΔΣ) και τον
«Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας» (ΚΣΗΕ), οι οποίοι εγκρίθηκαν, κατά τις
διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 3 και 120 παρ. 2 του ως άνω νόμου, με Απόφαση της
Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και ισχύουν από 1.2.2012. Στο πλαίσιο των εν
λόγω Κωδίκων και του τεθέντος νομοθετικού πλαισίου, ο
παραγωγός πωλεί το παραγόμενο αγαθό και ο προμηθευτής
αγοράζει τούτο, πλην όμως οι παραγωγοί και οι προμηθευτές δεν συνάπτουν μεταξύ
τους διμερείς συμβάσεις πώλησης. Το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής
ενέργειας προβλέπει ένα σύστημα υποχρεωτικής κατάρτισης -με προσχώρηση των
παραγωγών και προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας- αναγκαστικής σύμβασης, η οποία
ρυθμίζεται βάσει των κατωτέρω αναφερομένων κανόνων, χωρίς αυτοί να δύνανται να
επιλέξουν τον αντισυμβαλλόμενό τους, αλλά ούτε και να διαπραγματευθούν τους
όρους της σύμβασης. Την οργάνωση της αγοράς διαχειρίζονται, στα διάφορα στάδια
αυτής, συγκεκριμένοι θεσμικοί φορείς και δη η προαναφερόμενη ανώνυμη εταιρία
«Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ
ΑΕ) και, στη συνέχεια, η ανώνυμη εταιρία υπό την επωνυμία «Λειτουργός Αγοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» και τον διακριτικό τίτλο «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», όπως
μετονομάστηκε η ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ, με την ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων
της τελευταίας στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ, σύμφωνα με το άρθρο 117 του ν. 4001/2011. Ήδη, με
το άρθρο 117Α του ν. 4001/2011 (το οποίο προστέθηκε με το άρθρο 96 του ν.
4512/2018), προβλέφθηκε η ίδρυση της εταιρίας «Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας
Α.Ε.» (ΕΧΕ ΑΕ), ενώ με το άρθρο 118 παρ. 1 του ν. 4001/2011 (όπως το άρθρο αυτό
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν. 4512/2018), ορίσθηκε ότι «Με την
ολοκλήρωση της απόσχισης του κλάδου της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και της
μεταφοράς των δραστηριοτήτων από τη ΛΑΓΗΕ Α. Ε. στην Ελληνικό Χρηματιστήριο
Ενέργειας Α.Ε., όπως ορίζεται στα άρθρα 117Α, 117Β, 117Γ και 117Δ, η ΛΑΓΗΕ Α.Ε.
μετονομάζεται σε «Διαχειριστή ΑΠΕ & Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε.», η οποία θα
λειτουργεί σύμφωνα τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, προσαρμόζοντας αντίστοιχα
το Καταστατικό της». Συγκεκριμένα, στο άρθρο 118 του ν. 4001/2011, που
προβλέπει τον σκοπό και τις αρμοδιότητες της ΛΑΓΗΕ ΑΕ ως Λειτουργού της Αγοράς
(όπως αυτό ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 98 παρ. 5 του ν.
4512/2018 και ειδικότερα ως προς το εδάφιο θ' της παρ. 2 αυτού, όπως αυτό ίσχυε
πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 22 του ν. 4414/2016), οριζόταν ότι:
«1. Ο Λειτουργός της Αγοράς εφαρμόζει τους κανόνες για τη λειτουργία της Αγοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ'
εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων πράξεων και ιδίως τον Ημερήσιο Ενεργειακό
Προγραμματισμό όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2. 2. Στο πλαίσιο του
παραπάνω σκοπού του, ο Λειτουργός της Αγοράς ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες
αρμοδιότητες: (α) Διενεργεί τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό, ως εξής: (αα) Προγραμματίζει τις εγχύσεις ηλεκτρικής ενέργειας στο
ΕΣΜΗΕ, καθώς και τις απορροφήσεις ηλεκτρικής ενέργειας σε αυτό, κατά τα
προβλεπόμενα στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, (ββ)…
(γγ) Εκκαθαρίζει τις συναλλαγές στο πλαίσιο του
Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, (β) ... (γ) Τηρεί ειδικό Μητρώο
Συμμετεχόντων στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας και εγγράφει τους Συμμετέχοντες,
σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής
Ενέργειας. (δ) ... (ε) ... (στ) ... (ζ) ...(η) ...
(θ) Συνάπτει συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα προβλεπόμενα στο
άρθρο 12 του ν. 3468/2006 που παράγονται από εγκαταστάσεις ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ, εφόσον
οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας
είτε μέσω του Δικτύου, και καταβάλει τις πληρωμές που προβλέπονται στις
συμβάσεις αυτές. Τα ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους ανακτώνται
κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 143.(ι) Διενεργεί τη διευθέτηση των χρηματικών
συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού σε συνεργασία
με τους Διαχειριστές του ΕΣΜΗΕ και του ΕΔΔΗΕ. Για τη διενέργεια της διευθέτησης
των χρηματικών συναλλαγών, ο Λειτουργός της Αγοράς δύναται: (αα)... (ββ) Να αναθέτει σε
τρίτους, μετά από σύμφωνη γνώμη της ΡΑΕ, την ως άνω διευθέτηση, ιδίως αναφορικά
με τη διαχείριση και εκκαθάριση χρηματικών συναλλαγών και τη διαχείριση
πιστωτικού και συναλλακτικού κινδύνου, στο πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής
ενέργειας. 3. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος άρθρου,
ο Λειτουργός της Αγοράς διευκολύνει κατά κύριο λόγο την ολοκλήρωση της ενιαίας
εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για το σκοπό αυτόν αναλαμβάνει κάθε
αναγκαία ενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται με τον
παρόντα νόμο, να προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των προβλέψεων του
Κανονισμού 714/2009, της Οδηγίας 72/2009 και όλων των σχετικών κατευθύνσεων και
αποφάσεων που εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Εξάλλου,
ο ν. 3468/2006 «Παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
και Συμπαραγωγή Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης και λοιπές
διατάξεις», με τον οποίο τέθηκαν δεσμευτικοί εθνικοί στόχοι κατά τα
προβλεπόμενα από την Οδηγία 2001/77/ΕΚ, συμπεριέλαβε στις διατάξεις των άρθρων
9 επ. αυτού, μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις σχετικώς με την
κατά προτεραιότητα ένταξη των σταθμών παραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας
(εφεξής ΑΠΕ) στο Σύστημα ή το Δίκτυο (άρθρο 9), ως και στα Μη Διασυνδεδεμένα
Νησιά (άρθρο 10), τη σύναψη συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (άρθρο 12)
και την τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (άρθρο 13), καταργώντας τις
μέχρι τότε ισχύουσες διατάξεις των άρθρων 35 παρ. 1-3, 36, 37, 38 και 39 ν.
2773/1999 (άρθρο 28 παρ. 1 περ. β’, ως και άρθρο 27 παρ. 7). Ακολούθως, με το
ν. 3851/2010 «Επιτάχυνση της ανάπτυξης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας για την
αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και άλλες διατάξεις σε θέματα αρμοδιότητας
του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής», με τον οποίο
επήλθαν ευρείας έκτασης τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων του ν. 3468/2006,
επιδιώχθηκε, με σκοπό συμμόρφωσης προς την Οδηγία 2009/28/ΕΚ, η προώθηση των
ανανεώσιμων πηγών (όπως φωτοβολταϊκοί και αιολικοί
σταθμοί) ως περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη
χώρα. Για το σκοπό της εκπλήρωσης των διεθνών δεσμεύσεων και των συναφών
ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας προς μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου
κρίθηκε αναγκαία η μεταβολή του ισχύοντος πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές
ενέργειας. Με τον ως άνω ν. 3851/2010 καθορίσθηκαν οι εθνικοί στόχοι για τις
ΑΠΕ έως το έτος 2020 και, περαιτέρω, τροποποιήθηκαν οι σχετικές με τις
συμβάσεις πώλησης και την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας διατάξεις του ν.
3468/2006 (άρθρα 1 και 5 παρ. 1-2 ν. 3851/2010). Ειδικότερα, κατά τη διάταξη
του άρθρου 12 ν. 3468/2006 (όπως η παρ. 2 αυτού ίσχυε μετά την τροποποίησή του
με το άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3851/2010), «1. Για την ένταξη σταθμών παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. στο Σύστημα ή στο Δίκτυο,
περιλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, σύμφωνα με τα
άρθρα 9 και 10, ο Διαχειριστής του Συστήματος, εφόσον οι εγκαταστάσεις
παραγωγής συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου ή ο
Διαχειριστής Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής
συνδέονται με το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, υποχρεούνται να
συνάπτουν σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας με τον κάτοχο της άδειας
παραγωγής της. 2. Η Σύμβαση Πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από
σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α. ισχύει για είκοσι (20) έτη και μπορεί να
παρατείνεται, σύμφωνα με τους όρους της άδειας αυτής, μετά από έγγραφη συμφωνία
των μερών, εφόσον ισχύει η σχετική άδεια παραγωγής ... 3. Με Απόφαση του
Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της
Ρ.Α.Ε., καθορίζονται ο τύπος, το περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των
συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος
άρθρου, καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια». Με την
παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου (άρθρου 5 ν. 3851/2010) έλαβε χώρα τροποποίηση των
προβλέψεων του άρθρου 13 του ν. 3468/2006 σχετικώς με την τιμολόγηση της
ηλεκτρικής ενέργειας και με την εκδοθείσα, κατ'
εφαρμογή της προαναφερθείσας εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 12
ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε κατά τα προεκτεθέντα,
υπ' αριθ. Α. Υ/Φ1/οικ. 17149/30.8.2010 Απόφαση της Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΦΕΚ Β' 1497) καθορίσθηκαν (άρθρο 1) ο τύπος
και το συνολικό περιεχόμενο των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, οι
οποίες συνάπτονται μεταξύ του Διαχειριστή του Συστήματος (ήδη της εταιρίας ΔΑΠΕΕΠ
ΑΕ και, κατά το παρελθόν, της ΛΑΓΗΕ ΑΕ και της ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) και των παραγωγών που
αξιοποιούν Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και συμμετέχουν στην συμπαραγωγή
ηλεκτρισμού και θερμότητας υψηλής απόδοσης, συνδεόμενοι στο Σύστημα ή στο
Διασυνδεδεμένο Δίκτυο της χώρας (ΣΗΘΥΑ). Το άρθρο πρώτο του προτύπου της εν
λόγω σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι ο Διαχειριστής του
Συστήματος αναλαμβάνει την υποχρέωση να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τον
παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ και αντιστοίχως ο
παραγωγός να πωλεί την ενέργεια στον Διαχειριστή του
Συστήματος, ενώ το άρθρο δεύτερο της σύμβασης προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα
μέρη υποχρεούνται να ενεργούν συμφώνως προς τις διατάξεις των Κωδίκων
Διαχείρισης, καθώς και προς το σύνολο του διέποντος
την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας νομοθετικού πλαισίου. Περαιτέρω, το άρθρο έβδομο
της σύμβασης αναφέρεται στην τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας και ορίζει,
μεταξύ άλλων, τα εξής: «Ο Παραγωγός, ο σταθμός του οποίου συνδέεται στα δίκτυα
χαμηλής, μέσης ή υψηλής τάσης και λειτουργεί παράλληλα με το διασυνδεδεμένο
σύστημα, δικαιούται να λαμβάνει το τίμημα που αντιστοιχεί στο σύνολο της
καθαρής παραγωγής ενέργειας που παραδίδει στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο
Δίκτυο και απορροφάται από αυτό σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27Α
του Ν. 3734/2009 και το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010, καθώς και τη λοιπή νομοθεσία
που διέπει την αγορά και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας...», ενώ το άρθρο δωδέκατο
της σύμβασης (υπό τον τίτλο «Λογαριασμοί και Πληρωμές») προβλέπει ότι «1. Ο
υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής ενέργειας που εγχύθηκε στο Σύστημα ή
το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό
γίνεται από το ΔΕΣΜΗΕ (σημ.: μετέπειτα ΛΑΓΗΕ) σύμφωνα με τον Κώδικα Διαχείρισης
του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν. 3468/2006, το άρθρο
27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη λοιπή κείμενη
νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό Σημείωμα, στο οποίο
αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος και τυχόν
απαιτήσεις του ΔΕΣΜΗΕ κατ' αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω σημειώματος
εκδίδει τιμολόγιο, στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με το τίμημα που
ο ΔΕΣΜΗΕ πρέπει να καταβάλει στον Παραγωγό. Το τιμολόγιο του Παραγωγού
αποστέλλεται στο ΔΕΣΜΗΕ και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι (20) ημέρες από την
κατάθεσή του στο ΔΕΣΜΗΕ. 2. Η εξόφληση του τιμολογίου του Παραγωγού γίνεται
μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, ακόμη και αν υπάρχουν
αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη όσον αφορά
την ακρίβεια του λογαριασμού. Το συμβαλλόμενο μέρος που έχει αντιρρήσεις ή
επιφυλάξεις τις γνωστοποιεί αμελλητί στο άλλο μέρος. Σε περίπτωση που τελικά
διαπιστωθεί σφάλμα, το συμβαλλόμενο μέρος σε βάρος του οποίου προκύπτει
διαφορά, οφείλει να την επιστρέφει στο άλλο μέρος έντοκα, με το νόμιμο τόκο της
υπερημερίας από την ημέρα εξόφλησης των τιμολογίων, μέχρι την ημέρα επιστροφής
της διαφοράς. 3. Σε περίπτωση καθυστέρησης της εξόφλησης Λογαριασμού ή
τιμολογίου πέραν της προθεσμίας της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ο ΔΕΣΜΗΕ
οφείλει να πληρώσει στον Παραγωγό και τόκο υπερημερίας επί του οφειλομένου ποσού, από την επομένη της λήξης της προθεσμίας
εξόφλησης και χωρίς άλλη ειδοποίηση. 4. Η εκκαθάριση και οι πληρωμές θα
γίνονται από το ΔΕΣΜΗΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης του
Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας». Σύμφωνα με την προβλεφθείσα από τις ανωτέρω διατάξεις οργάνωση της
σχετικής αγοράς παραγωγής ενέργειας από παραγωγούς ΑΠΕ οι υποβάλλοντες προσφορά
εγχύσεως, δηλαδή οι ως άνω παραγωγοί, λαμβάνουν αμοιβή για την εγχεόμενη στο
Σύστημα ενέργεια, ενώ οι Εκπρόσωποι Φορτίου, δηλαδή ιδίως οι προμηθευτές,
πραγματοποιούν πληρωμές για την απορροφώμενη από το
Σύστημα ενέργεια. Κομβικός για την εύρυθμη λειτουργία της χονδρεμπορικής
αυτής αγοράς, είναι ο ρόλος του «Λειτουργού της Αγοράς», ο οποίος κατά το
κρίσιμο, στην ένδικη υπόθεση, χρονικό διάστημα (2012 έως και 2017) έχει
ανατεθεί στην εταιρία «ΛΑΓΗΕ ΑΕ», η οποία ενεργεί εκ του νόμου ως ο κεντρικός
αντισυμβαλλόμενος των συμμετεχόντων στην αγορά παραγωγών ΑΠΕ και προμηθευτών,
συνάπτοντας μαζί τους συμβάσεις συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου
Ενεργειακού Προγραμματισμού (ΗΕΠ) σχετικά με τις συναλλαγές που προβλέπονται
στις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο 1 του
ΚΣΗΕ), ενώ παράλληλα ο νομοθέτης έχει αναθέσει σ' αυτόν και το ρόλο του
αποκλειστικού εκκαθαριστή της αγοράς και συγκεκριμένα τη διευθέτηση των
χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του ΗΕΠ (άρθρο 118 παρ. 2 στοιχ.
ι’ ν. 4001/2011). Επομένως, ο ανωτέρω «Λειτουργός της Αγοράς» (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) είναι,
ως εκ του λειτουργικού και ρυθμιστικού ρόλου που κατά το νόμο καλείται να
επιτελέσει, υπεύθυνος για την εκκαθάριση και καταβολή στους παραγωγούς του ανταλλάγματος
για την παραγόμενη από αυτούς ηλεκτρική ενέργεια καθώς και για την είσπραξη από
τους προμηθευτές των ποσών που οφείλουν για τα φορτία που κατανάλωσαν οι
καταναλωτές πελάτες τους, ενώ, επίσης, είναι υπεύθυνος για την εκκαθάριση και
καταβολή στους παραγωγούς των ειδικά προβλεπόμενων από την σχετική νομοθεσία
χρηματικών ποσών που σχετίζονται με τη δραστηριότητά τους. Εξάλλου, με τη
διάταξη του άρθρου 40 παρ. 1-3 του ν. 2773/1999 συνεστήθη
Ειδικός Λογαριασμός υπό τη διαχείριση της (τότε υφιστάμενης) «ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ» και,
στη συνέχεια, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 143 παρ. 1-2 του ν. 4001/2011,
της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» για την πληρωμή των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και
ΣΗΘΥΑ, με τιμές, οι οποίες ορίζονται, κατά τα προαναφερθέντα, δια νόμου και υπό
τις οποίες συνομολογούνται οι οικείες συμβάσεις
πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Συγκεκριμένα, με την ως άνω διάταξη του άρθρου 40
παρ. 1-3 ν. 2773/1999 (όπως το πρώτο εδάφιο της περ. γ' της παρ. 3 αυτού ισχύει
μετά την αντικατάστασή του με τα άρθρα 23 παρ. 20 του ν. 3175/2003 και 39 παρ.
3 του ν. 4062/2012), ορίσθηκε ότι «1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος και ο
Διαχειριστής του Δικτύου ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους
αντισυμβαλλομένους σύμφωνα με τα άρθρα 35, 37, 38 και 39 μέσω ειδικού
Λογαριασμού τον οποίο διαχειρίζεται ο Διαχειριστής του Συστήματος. 2. Ο
Διαχειριστής του Συστήματος υποχρεούται να συστήσει το αργότερο μέχρι την 30η
Απριλίου 2001 τον ειδικό Λογαριασμό της προηγούμενης παραγράφου. 3. Έσοδα του
ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι κάτοχοι άδειας
παραγωγής και προμήθειας του Συστήματος μέσω της διαδικασίας διευθέτησης των
Αποκλίσεων Παραγωγής - Ζήτησης του άρθρου 20, τα οποία αναλογούν στην ισχύ που
εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο Σύστημα από το Διαχειριστή του Συστήματος
κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 37 και 38. (β) Τα ποσά που καταβάλλει η Δ.Ε.Η.
ως αποκλειστικός Προμηθευτής στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά ... (γ) Το Ειδικό
Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ), που επιμερίζεται ομοιόμορφα
για όλη την ελληνική επικράτεια σε κάθε Πελάτη, περιλαμβανομένων και των αυτοπαραγωγών, σύμφωνα με μεθοδολογία η οποία καθορίζεται
με Απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που
εκδίδεται μετά από γνώμη της Ρ.Α.Ε., και η οποία λαμβάνει υπόψη την κατανάλωση
ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει ο κάθε Πελάτης και συντελεστές που
διαφοροποιούν τον επιμερισμό κατά Κατηγορία Πελατών, έτσι ώστε να προκύπτει
χρέωση που εξισορροπεί τις οικονομικές συνέπειες μεταξύ των κατηγοριών Πελατών.
Οι αριθμητικές τιμές των συντελεστών της ανωτέρω μεθοδολογίας προσδιορίζονται
κάθε έτος με Απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μετά από πρόταση της Ρ.Α.Ε., που
δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως...». Ρύθμιση σχετικά με τον αυτό
λογαριασμό περιέλαβε και το άρθρο 143 του ν. 4001/2011 (όπως ίσχυε μετά την
αντικατάσταση της περ. γ' της παρ. 2 αυτού με τα άρθρα 32 παρ. 1 και 49 παρ. 3
του ν. 4111/2013), με το οποίο ορίσθηκαν τα εξής:«1. Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ και η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ
ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλόμενους κατά τις
διατάξεις της περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 118 και της περίπτωσης
η' της παραγράφου 2 του άρθρου 129 αντίστοιχα, μέσω του ειδικού διαχειριστικού
Λογαριασμού, όπως αυτός δημιουργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν. 2773/1999,
τον οποίο διαχειρίζεται η ΛΑΓΗΕ ΑΕ. 2. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α)
Τα ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές στο πλαίσιο του
ημερήσιου ενεργειακού προγραμματισμού του άρθρου 120 και της Εκκαθάρισης των
Αποκλίσεων παραγωγής - ζήτησης κατά το άρθρο 105, τα οποία αναλογούν στην ισχύ
που εντάσσεται στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο διανομής της ηπειρωτικής
χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών κατά τα οριζόμενα στον ν. 3851/2010.
(β) Τα ποσά που καταβάλλουν οι Προμηθευτές στα Μη Διασυνδεμένα Νησιά, για την
ηλεκτρική ενέργεια που απορροφάται στα συστήματα των
νησιών αυτών, που παράγεται από τις μονάδες που αναφέρονται στην παράγραφο 2
του άρθρου 129.
Για
τον υπολογισμό των ποσών αυτών ως τιμή kwh λαμβάνεται
υπόψη το μέσο μεταβλητό κόστος της παραγωγής των εγκατεστημένων μονάδων
παραγωγής, με εξαίρεση τις μονάδες ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά
για κάθε μήνα, το οποίο τελεί υπό την έγκριση της ΡΑΕ. (γ) Έσοδα από την
επιβολή ειδικού τέλους για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ) επί της
κατανάλωσης, που διαφοροποιείται ανά κατηγορία Πελατών, περιλαμβανομένων και
των αυτοπαραγωγών, ομοιόμορφα για όλη την ελληνική
επικράτεια, σύμφωνα με μεθοδολογία η οποία καθορίζεται με Απόφαση του Υπουργού
Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη
της ΡΑΕ...». Ακολούθησε κατά τα έτη 2012 και 2013 η λήψη διαφόρων νομοθετικών
και κανονιστικών μέτρων με σκοπό την αντιμετώπιση του ελλείμματος του ως άνω
Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 ν. 2773/1999 (εφεξής Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ
και ΣΗΘΥΑ), τα οποία οδήγησαν σε σημαντική μείωση του ρυθμού αύξησης αυτού,
ενώ, στη συνέχεια, με την υποπαράγραφο 1Γ.1 της
παραγράφου ΙΓ του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 έλαβε χώρα επανακαθορισμός
(κατά κανόνα μείωση) των τιμών τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία
παράγεται από λειτουργούντες σταθμούς ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ,
με έναρξη εφαρμογής των νέων τιμών την 1.4.2014 (σύμφωνα με ρητή πρόβλεψη της
ανωτέρω υποπαραγράφου). Ακολούθησε ο ν. 4425/2016
«Επείγουσες ρυθμίσεις των Υπουργείων Οικονομικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και
Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την εφαρμογή της συμφωνίας δημοσιονομικών στόχων και
διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και άλλες διατάξεις», στο άρθρο 11 παρ. 1 του
οποίου (υπό την αρχική του διατύπωση προ της κατάργησής του με το ν. 4512/2018
και της αντικατάστασής του με νεότερες ρυθμίσεις), υπό τον τίτλο «Εκκαθάριση
και Διακανονισμός Συναλλαγών», ορίζονται τα εξής: «Πέραν των αρμοδιοτήτων οι
οποίες προβλέπονται στους Κανονισμούς (ΕΚ) 714/2009 και (EE) 2015/1222, οι
Διαχειριστές των Αγορών είναι αρμόδιοι για την Κάλυψη, την Εκκαθάριση και το
Διακανονισμό των Συναλλαγών, βάσει των κανόνων λειτουργίας των Αγορών του
άρθρου 8, όπως καθορίζονται στους επιμέρους Κώδικες. Οι αρμοδιότητες αυτές
αφορούν ιδίως: α) Την Κάλυψη των Συναλλαγών που διενεργούνται στις Αγορές, σε
περίπτωση αδυναμίας των Συμμετεχόντων να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους
υποχρεώσεις. Ειδικότερα, για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου των
συναλλαγών, οι Διαχειριστές δύνανται ενδεικτικά να ζητούν την παροχή εγγυήσεων
ή άλλης ασφάλειας, ενώ επιπλέον δύνανται να συστήσουν συνεγγυητικό ταμείο
χρηματοδοτούμενο από εισφορές των Συμμετεχόντων στις Αγορές, ανάλογα με το ύψος
των Συναλλαγών τους σε αυτές, και γενικότερα να λάβουν κάθε πρόσφορο μέτρο,
μέσω ειδικών ρυθμίσεων που θα προβλεφθούν στους επιμέρους Κώδικες των Αγορών
και θα περιγράφουν το είδος, το ύψος και τον τρόπο παροχής και καταβολής των
ανωτέρω. β) Την παρακολούθηση της συναλλακτικής συμπεριφοράς των Συμμετεχόντων
στις Αγορές. γ) Την έγκαιρη και διαφανή εκκαθάριση και διακανονισμό των
Συναλλαγών που αφορούν τις επιμέρους Αγορές. δ) Τη σύνταξη εκθέσεων για τις
συναλλαγές, οι οποίες υποβάλλονται κατά τα προβλεπόμενα στους επιμέρους
Κώδικες. Οι Διαχειριστές των Αγορών οφείλουν επίσης, να εγείρουν αξιώσεις κατά
των Συμμετεχόντων με κάθε δυνατό, νόμιμο και πρόσφορο μέσο και λαμβάνοντας
υπόψη τυχόν ειδικότερες ρυθμίσεις στους επιμέρους Κώδικες, με σκοπό την
ανάκτηση των ποσών που καταβλήθηκαν για την Κάλυψη των Συναλλαγών». Επίσης, με
την παρ. 2 του άρθρου 16 του ίδιου ως άνω ν. 4425/2016,υπό τον τίτλο «Τελικές
και μεταβατικές διατάξεις» (όπως ίσχυε πριν προστεθεί νέο άρθρο 16 και
αναριθμηθεί το αρχικό άρθρο 16 σε άρθρο 21, με τα άρθρα 87 και 93 αντίστοιχα
του ν. 4512/2018), οριζόταν ότι «2. Ο Διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ ασκεί τις
αρμοδιότητες του άρθρου 11 μετά την εκκίνηση της Αγοράς Εξισορρόπησης. Η
αρμοδιότητα της περίπτωσης α της παραγράφου 1 του άρθρου 11 δεν αφορά
ελλείμματα που δημιουργήθηκαν από τη λειτουργία της αγοράς που προβλέπεται στο
ν. 4001/2011». Και ναι μεν οι προαναφερόμενες νεότερες ρυθμίσεις του ν.
4425/2016 προβλέπουν (ρητώς πλέον) ευθύνη των διαχειριστών ειδικώς προς κάλυψη
των συναλλαγών σε περίπτωση αδυναμίας των συμμετεχόντων να εκπληρώσουν τις
οικονομικές υποχρεώσεις τους μετά την εκκίνηση της Αγοράς Εξισορρόπησης και
«αναβιβάζουν» τον «Διαχειριστή της Αγοράς» σε «επιχειρηματία» της αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας, πλην όμως δυνάμει του Κανονισμού (EE) 2015/1222 της
Επιτροπής της 24.7.2015 «σχετικά με τον καθορισμό κατευθυντήριων γραμμών για
την κατανομή της δυναμικότητας και τη διαχείριση της συμφόρησης», ο οποίος έχει
άμεση και καθολική ισχύ σε όλα τα κράτη- μέλη από τις 14.8.2015, δηλαδή από την
εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής
Ένωσης (άρθρο 84 του Κανονισμού) που έλαβε χώρα στις 25.7.2015 (δηλαδή προ της
παρέμβασης του Έλληνα νομοθέτη κατά το έτος 2016, με το ν. 4425/2016),
προβλέφθηκε ρητώς ότι ο Διαχειριστής - Λειτουργός της Αγοράς (ο λεγόμενος NEMO:
Nominated Electricity
Market Operator) λειτουργεί ως «Κεντρικός
Αντισυμβαλλόμενος» (Central Counterparty),
με σκοπό ιδίως να επιτελέσει την κομβική λειτουργία της έγκαιρης εκκαθάρισης
των συναλλαγών των συμμετεχόντων στην αγορά.
Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των
άρθρων 6 παρ. 1 στ. θ', 7 παρ. 1 στ.
ζ' και 68 παρ. 1 του ως άνω Κανονισμού συνάγεται η (ήδη υφιστάμενη) πλήρης
ευθύνη της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» (ήδη της εταιρίας ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ) για την κάλυψη του
ελλείμματος των συναλλαγών στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας, τις οποίες
διαχειρίζεται. Δηλαδή, ο Λειτουργός της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ ΑΕ), υπό τον κρίσιμο για
την ομαλή λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας ρόλο του «κεντρικού
αντισυμβαλλόμενου» και «εκκαθαριστή της αγοράς» (clearinghouse),
ο οποίος είχε ήδη ανατεθεί σ' αυτόν με τις διατάξεις των άρθρων 117 και 118 του
ν. 4001/2011 ως προς τους παραγωγούς ΑΠΕ, ενεργεί ως αντισυμβαλλόμενος των
συμμετεχόντων στην αγορά για το σύνολο των συναλλαγών τους, όσον αφορά στις
απορρέουσες από αυτές απαιτήσεις και υποχρεώσεις, ευθυνόμενος
προς κάλυψη των συναλλαγών στις υπό τη διαχείρισή του αγορές, ήτοι αναλαμβάνει
και διαχειρίζεται ο ίδιος τον πιστωτικό κίνδυνο και τη διευθέτηση του τυχόν προκύπτοντος στο πλαίσιο της λειτουργίας των αγορών ηλεκτρικής
ενέργειας ελλείμματος συναλλαγών. Τούτο δε, γιατί (ακόμη και υπό το
προγενέστερο του ν. 4425/2016 και του Κανονισμού (EE) 2015/1222 της Επιτροπής
νομοθετικό καθεστώς) η ανάθεση από το νομοθέτη στη ΛΑΓΗΕ ΑΕ της διευθέτησης,
διαχείρισης και εκκαθάρισης των χρηματικών συναλλαγών εμπεριέχει την κατ' αρχήν
επίρριψη του πιστωτικού και συναλλακτικού κινδύνου στην ίδια τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ, στο
μέτρο που αυτή δεν έχει προβεί στην μετακύλισή του σε
τρίτο φορέα κάλυψης, συνάπτοντας μαζί του σχετική σύμβαση (άρθρο 118 παρ. 2 στοιχ. ι’ περ. ββ' του ν.
4001/2011). Πραγματικά, η ρητή αναφορά στο νόμο της δυνατότητας ανάθεσης σε
τρίτους από τον Λειτουργό της Αγοράς της διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών,
ιδίως αναφορικά με τη διαχείριση και την εκκαθάρισή τους, όπως επίσης και της
διαχείρισης του πιστωτικού και του συναλλακτικού κινδύνου, προδήλως σημαίνει
ότι πριν από την ανάθεση αυτή σε τρίτον, η διαχείριση του πιστωτικού και του
συναλλακτικού κινδύνου βαρύνει πρωτογενώς τον Λειτουργό της Αγοράς. Υιοθέτηση
τυχόν διαφορετικής ερμηνευτικής εκδοχής, θα οδηγούσε στη συναγωγή του άτοπου
συμπεράσματος, ότι η διαχείριση του πιστωτικού και του συναλλακτικού κινδύνου,
πριν από την ανάθεσή της σε τρίτον από τον Λειτουργό της Αγοράς, δεν βαρύνει
κανέναν και, εν προκειμένω, τον τελευταίο (Λειτουργό της Αγοράς) και ότι
γεννάται η διαχείριση του πιστωτικού και του συναλλακτικού κινδύνου το πρώτον
από και με την ανάθεση της σε τρίτον. Εξάλλου, η εταιρία «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» ως
κεντρικός θεσμικός φορέας, δηλαδή ως Λειτουργός της Αγοράς, στον οποίο έχει
ανατεθεί από τον ως άνω νόμο η διενέργεια της εκκαθάρισης και συγκεκριμένα της
διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού
Προγραμματισμού (ΗΕΠ), είναι επιφορτισμένη με την ευθύνη εποπτείας της
λογιστικής επάρκειας του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, έχοντας μάλιστα
εξοπλισθεί με νομικά εργαλεία, τα οποία υποχρεούται να χρησιμοποιεί για τη
διασφάλιση της επάρκειας του εν λόγω Λογαριασμού. Συγκεκριμένα με το άρθρο 60
παρ. 5-9 του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΣΗΕ), ο οποίος εγκρίθηκε
με την απόφαση 56/2012 της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και δημοσιεύθηκε
στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Β' 104/31.1.2012), δηλαδή όπως ίσχυε πριν
την τροποποίησή του με την 461/2013 απόφαση ΡΑΕ, οριζόταν: «5. Για την εξόφληση
των οφειλών που του αναλογούν, κάθε Συμμετέχων οφείλει να προβεί σε κάθε
απαραίτητη ενέργεια ώστε να πραγματοποιηθεί η τραπεζική πράξη της χρέωσης του
Λογαριασμού Συμμετέχοντα, εντός προθεσμίας μίας (1) ώρας από την κοινοποίηση
της Κατάστασης Τελικής Εκκαθάρισης. 6. Εάν μετά την παρέλευση της ανωτέρω
προθεσμίας, ο Λογαριασμός Συμμετέχοντα δεν διαθέτει επαρκές χρηματικό ποσό ως
υπόλοιπο του Λογαριασμού ώστε να πραγματοποιηθεί η σχετική τραπεζική πράξη
χρέωσης που αντιστοιχεί στην Κατάσταση Τελικής Εκκαθάρισης, τεκμαίρεται
αδυναμία του Συμμετέχοντα ως προς την καταβολή των σχετικών ποσών. Το σύνολο
των χρηματικών ποσών που αντιστοιχούν σε αδυναμία καταβολής από Συμμετέχοντα,
συνιστά Έλλειμμα Συναλλαγών για την αντίστοιχη Ημέρα Κατανομής. 7. Σε περίπτωση
αδυναμίας καταβολής, ο Λειτουργός της Αγοράς κοινοποιεί στον Συμμετέχοντα πράξη
καταγγελίας της Σύμβασης Συναλλαγών ΗΕΠ σύμφωνα με το Άρθρο 3, ενημερώνει
σχετικά τον Διαχειριστή του Συστήματος με κάθε πρόσφορο τρόπο, ενημερώνει
σχετικά τους Πελάτες του Συμμετέχοντα με σχετική ανακοίνωση στην ιστοσελίδα του
και προβαίνει σε κάθε νόμιμη ενέργεια κατά του Εκπροσώπου Φορτίου και των
Πελατών που αντιστοιχούν στον Εκπρόσωπο Φορτίου προκειμένου να ανακτήσει κάθε
οφειλή και κάθε ζημία που αντιστοιχεί στη Δήλωση Φορτίου. 8. Τυχόν αδυναμία
καταβολής δεν αναστέλλει ούτε εμποδίζει την εξέλιξη της διαδικασίας Εκκαθάρισης
ΗΕΠ και την πραγματοποίηση των σχετικών τραπεζικών πράξεων. Για το σκοπό αυτό,
ο Λειτουργός της Αγοράς ειδοποιεί τον Φορέα Κάλυψης, ώστε αυτός να καλύψει το
Έλλειμμα Συναλλαγών. 9. Μετά την ολοκλήρωση των τραπεζικών πράξεων και εντός
προθεσμίας έξι (6) ωρών από τη Λήξη της Προθεσμίας Υποβολής, ο Λειτουργός της
Αγοράς αποστέλλει χωριστά σε κάθε Συμμετέχοντα, που εξόφλησε νομίμως τις
οφειλές του, παραστατικό εξοφλήσεως με τα ακόλουθα στοιχεία: Α) Τα ποσά των
χρεώσεων και πληρωμών που τον αφορούν και τα οποία έχουν τακτοποιηθεί. Β)
Περαιτέρω στοιχεία τα οποία καθορίζονται στο Εγχειρίδιο του Κώδικα Συναλλαγών
Ηλεκτρικής Ενέργειας», ενώ όμοιο περιεχόμενο έχουν και οι διατάξεις του άρθρου
60 παρ. 7-11 του τροποποιηθέντος, με την 461/2013
απόφαση ΡΑΕ, Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΦΕΚ Β' 2593/15.10.2013).
Επίσης, κατά την παρ. 1 του άρθρου 91 του ως άνω ΚΣΗΕ (όπως ίσχυε πριν την
τροποποίησή του με την 461/2013 απόφαση ΡΑΕ) «Προκειμένου να έχει δικαίωμα
συμμετοχής στον ΗΕΠ, κάθε Συμμετέχων οφείλει να προσκομίζει στο Λειτουργό της
Αγοράς εγγυήσεις για την εκπλήρωση του συνόλου των υποχρεώσεών του που πηγάζουν
από τη Σύμβαση αυτή. Ο Λειτουργός της Αγοράς δεν δέχεται την συμμετοχή του
Συμμετέχοντα στον ΗΕΠ σε περίπτωση που ο Συμμετέχων κατά την εγγραφή του στο
Μητρώο Συμμετεχόντων δεν προσκομίζει τις εγγυήσεις του παρόντος άρθρου ή σε
περίπτωση καταγγελίας της Σύμβασης του κατά την παράγραφο (5) του παρόντος άρθρου...»,
ενώ κατά την παρ. 4 του ίδιου άρθρου «Η εγγυητική επιστολή που καταθέτει ο
Συμμετέχων για την παροχή εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο αυτό πρέπει να είναι
ανέκκλητη, να έχει εκδοθεί από αναγνωρισμένη τράπεζα που λειτουργεί νόμιμα σε
χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να έχει τον τύπο και το περιεχόμενο που
καθορίζεται από τον Λειτουργό της Αγοράς και να επιτρέπει τμηματικές αναλήψεις
από τον Λειτουργό της Αγοράς για την εξόφληση χρηματικών υποχρεώσεων του
Συμμετέχοντα προς αυτόν που προκύπτουν από τη διαδικασία Εκκαθάρισης ΗΕΠ».
Τέλος, το άρθρο 61 του ως άνω ΚΣΗΕ επιβάλλει στη ΛΑΓΗΕ ΑΕ την υποχρέωση να
τηρεί τον περιγραφόμενο στη διάταξη αυτή μηχανισμό για την κάλυψη του
ελλείμματος συναλλαγών. Από τις ανωτέρω διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών
Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΣΗΕ) προκύπτει ότι ο Λειτουργός της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ ΑΕ)
είναι εξοπλισμένος με τα αναγκαία για την λειτουργία της εκκαθάρισης και της
οικονομικής διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών νομικά εργαλεία, τα οποία
υποχρεούται να αξιοποιήσει προσηκόντως, ώστε να διασφαλίσει την
χρηματοοικονομική ισορροπία του ως άνω Λογαριασμού και να αποτρέψει τον κίνδυνο
ελλειμματικότητας αυτού. Τα ως άνω εξασφαλιστικά εργαλεία αναπτύσσουν τη
σημασία τους ιδίως σε περιπτώσεις τυχόν υπερημερίας συμμετεχόντων ως προς την
εκπλήρωση των χρηματικών υποχρεώσεών τους. Ο ως άνω μηχανισμός, όμως, δεν είναι
απλό «ευχολόγιο», αλλά θεσπίζει την υποχρέωση ενεργοποίησης συγκεκριμένων
νομικών εξουσιών (όπως ικανοποίηση μέσω εγγυήσεων, καταγγελία της σύμβασης
συναλλαγών του υπερήμερου συμμετέχοντος) εκ μέρους του Λειτουργού της Αγοράς ως
επιφορτισμένου με την εκκαθάριση των χρηματικών συναλλαγών και συνακόλουθα, ως
φορέα του σχετικού συναλλακτικού κινδύνου, για την εμπρόθεσμη πληρωμή των
δικαιούχων παραγωγών ΑΠΕ, ώστε να αποτραπεί η μετακύλιση
σ' αυτούς των τυχόν οικονομικών αστοχιών των προμηθευτών. Τα δε εργαλεία αυτά
θα ήταν περιττά για έναν οικονομικά ανεύθυνο, απλώς και μόνον διεκπεραιωτικά - τεχνικά δρώντα οιονεί
«ταμία» της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ο οποίος θα όφειλε να αποδώσει στους
παραγωγούς ΑΠΕ όποιο ποσό εισέπραττε και όταν τύχαινε να το εισπράξει.
Περαιτέρω, τέτοια θεώρηση μίας διεκπεραιωτικής και
μόνο λειτουργίας της ΛΑΓΗΕ ΑΕ δεν θα τελούσε σε αρμονία α) με την πρόβλεψη της
«ανάκτησης», κατά το άρθρο 118 παρ. 2 εδ. θ' του ν.
4001/2011, των ποσών, τα οποία καταβάλλονται στους αντισυμβαλλομένους της ΛΑΓΗΕ
ΑΕ προς εκπλήρωση σχετικής συμβατικής της υποχρέωσης (... Συνάπτει συμβάσεις
πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας ... και καταβάλλει τις πληρωμές που προβλέπονται
στις συμβάσεις αυτές. Τα ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους
ανακτώνται ...), η έννοια της οποίας συνίσταται προδήλως στον εκ των υστέρων
πορισμό από τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ των χρηματικών ποσών, τα οποία σε προηγούμενο χρόνο
έχει καταβάλει στους αντισυμβαλλομένους της, ούτε β) με τη δυνατότητά της, κατά
τη διενέργεια της διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του ΗΕΠ, να
αναθέσει σε τρίτους, μετά από σύμφωνη γνώμη της ΡΑΕ, τη διευθέτηση αυτή, ιδίως
αναφορικά με τη διαχείριση και την εκκαθάριση χρηματικών συναλλαγών και τη
διαχείριση του πιστωτικού και συναλλακτικού κινδύνου. Εξάλλου, βασική στόχευση
των προαναφερόμενων εθνικών και ενωσιακών κανόνων
δικαίου, στη βάση των οποίων συγκροτείται η ενεργειακή αγορά, είναι η
δημιουργία πλαισίου επενδυτικής ασφάλειας για κάθε συμμετέχοντα έναντι πιθανής
αφερεγγυότητας ή καθυστέρησης πληρωμών εκ μέρους έτερου
συμμετέχοντος (βλ. και την υπ' αριθ. 849/2012 απόφαση ΡΑΕ, με την οποία έγιναν
αποδεκτές οι καταγγελίες των εταιριών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά συστήματα ως προς τη μη εμπρόθεσμη καταβολή
από τη ΛΑΓΗΕ ΑΕ των προβλεπόμενων προς αυτές πληρωμών λόγω κυρίως της
ελλειμματικότητας του ειδικού λογαριασμού του άρθρου 40 του ν. 2773/1999 και,
αφού κρίθηκε ότι, αν και η ΛΑΓΗΕ ΑΕ, μέχρι τον χρόνο υποβολής των απόψεών της,
είχε ήδη εξοφλήσει τους παραγωγούς για τα οφειλόμενα ποσά του χρονικού
διαστήματος που αφορούσαν οι καταγγελίες, δεν αναιρείται το πραγματικό γεγονός
της μη έγκαιρης καταβολής τους και η υπερημερία της, επέβαλε σύσταση σε βάρος
αυτής όπως, εφεξής, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την εμπρόθεσμη
εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεών της). Επομένως, η αναγνώριση ενός
κεντρικού θεσμικού φορέα και συγκεκριμένα του Λειτουργού της Αγοράς (ΛΑΓΗΕ ΑΕ)
ως ανεύθυνου δρώντος, μη επιφορτισμένου με καθήκοντα ουσιαστικότερα της απλής
διεκπεραίωσης της εκκαθάρισης των συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας, επιβαρύνει
υπερβολικά τους Παραγωγούς ΑΠΕ ως συμμετέχοντες της σχετικής αγοράς, θέτοντας
κατ' ουσίαν προσκόμματα και εμπόδια στην ίδια την
πρόσβασή τους στο Δίκτυο και καταστρατηγώντας το σκοπό των ανωτέρω ενωσιακών ρυθμίσεων.
Β.
Κατά μεν τη διάταξη του άρθρου 340 ΑΚ «Ο οφειλέτης ληξιπρόθεσμης παροχής
γίνεται υπερήμερος, αν προηγήθηκε δικαστική ή εξώδικη όχληση του οφειλέτη»,
κατά δε τη διάταξη του άρθρου 341 παρ. 1 ΑΚ «Αν για την εκπλήρωση της παροχής
συμφωνηθεί ορισμένη ημέρα, ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση
της ημέρας αυτής», ενώ με τη διάταξη του άρθρου 342 ΑΚ ορίζεται ότι «Ο
οφειλέτης δεν γίνεται υπερήμερος, αν η καθυστέρηση της παροχής οφείλεται σε
γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη». Τέτοιο γεγονός, κατά την έννοια της
διάταξης αυτής, συνιστά κάθε εύλογη αιτία, λόγω της οποίας δικαιολογείται η μη
εκπλήρωση ή η μη προσήκουσα εκπλήρωση της παροχής του οφειλέτη, εφόσον, όμως,
δεν μπορεί να αποδοθεί σε δόλο ή αμέλειά του, αλλά σε τυχηρό,
ήτοι σε γεγονός, που δεν προβλέφθηκε, ούτε μπορούσε να προβλεφθεί ή να
αποτραπεί από ένα μέσο συνετό άνθρωπο (ΑΠ 572/2020, ΑΠ 1184/2019). Η τελευταία
αυτή διάταξη (ΑΚ 342) απηχεί την κρατούσα στον Αστικό Κώδικα αρχή της
υπαιτιότητας, η οποία διέπει το σύστημα των διατάξεων περί μη εκπλήρωσης της
παροχής, παραπέμπει δε στις διατάξεις των άρθρων 330-334 ΑΚ, υπό τις οποίες θα
κριθεί αν η αθέτηση της υποχρέωσης θα καταλογισθεί στον οφειλέτη. Η αρνητική
διατύπωση «δεν γίνεται υπερήμερος» αφορά στο βάρος της απόδειξης και συνάδει
προς τη γενική αρχή της νόθου αντικειμενικής ευθύνης του οφειλέτη, ενώ
παράλληλα δεν αναιρεί τη λειτουργία της υπαιτιότητας ως αυτοτελούς προϋπόθεσης
της υπερημερίας. Επομένως, ο οφειλέτης απαλλάσσεται ως «ανυπαίτιος»,
εάν η καθυστέρηση δεν προκαλείται από δόλο ή από αμέλειά του, αλλά οφείλεται σε
τυχηρά ή σε γεγονότα ανωτέρας βίας (η οποία
περιλαμβάνει τις ακραίες περιπτώσεις τυχηρών
γεγονότων που δεν μπορούν να αποτραπούν ούτε με μέσα ακραίας επιμέλειας και
σύνεσης- ΑΠ 599/2018, ΑΠ 513/2016), καθώς και σε πράξη ή παράλειψη (τρίτου)
προσώπου, για το οποίο δεν φέρει ευθύνη (ΑΠ 2037/2006), εκτός εάν την εν λόγω
πράξη ή παράλειψη όφειλε να έχει προβλέψει, ώστε να την αποφύγει. Εξάλλου,
οικονομική δυσχέρεια του οφειλέτη ή αδυναμία αυτού να εξεύρει χρήματα ή έλλειψη
ταμειακών διαθεσίμων του δεν καθιστούν αυτόν «ανυπαίτιο»,
δηλαδή δεν συνιστούν νόμιμη αιτία ικανή να απαλλάξει τον οφειλέτη μίας παροχής
από την επέλευση και τα αποτελέσματα της υπερημερίας (ΑΠ 159/2015, ΑΠ 850/2014,
ΑΠ 1080/2001, ΑΠ 96/1989), καθόσον η ανάληψη της σχετικής ενοχικής υποχρέωσης
προϋποθέτει την προκαταβολική παραδοχή εκ μέρους του οφειλέτη της ύπαρξης των
οικονομικών μέσων για την εκπλήρωση της παροχής, την οποία υπόσχεται να
αναλάβει με την κατάρτιση της σύμβασης. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι γεγονός
που απαλλάσσει τον οφειλέτη, κατ' άρθρο 342 ΑΚ, είναι η μη καταλογιζόμενη
σ' αυτόν αδυναμία εκπλήρωσης της παροχής από, κατά κανόνα, εξωγενές και τυχαίο
γεγονός, την οποία δεν ηδύνατο να προβλέψει, ώστε να
την αποφύγει. Σύμφωνα δε με τις διατάξεις των άρθρων 330 και 342 ΑΚ, ο
ισχυρισμός αυτός του οφειλέτη αποτελεί ένσταση καταλυτική της αγωγής για
επιδίκαση της οφειλής και, εάν ευδοκιμήσει, επιφέρει την απόρριψή της (ΑΠ
836/2022, ΑΠ 1967/2017, ΑΠ 1011/2010).
Γ.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 αριθ. 1 ΚΠολΔ αναίρεση
επιτρέπεται, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου
παραβιάζεται εάν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συντρέχουν οι πραγματικές προϋποθέσεις για
την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές,
καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή
ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε
αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή
εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που
καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 7/2006). Με τον ανωτέρω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα
σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας
της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά
σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς.
Ελέγχεται, δηλαδή, αν η αγωγή ή η ένσταση ορθώς απορρίφθηκε ως μη νόμιμη ή αν,
κατά παράβαση ουσιαστικού κανόνα δικαίου, έγινε δεκτή ως νόμιμη ή απορρίφθηκε ή
έγινε δεκτή κατ' ουσία (ΟλΑΠ 1/2022, ΟλΑΠ 3/2020).Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 578 ΚΠολΔ, αν το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης
κρίνεται εσφαλμένο αλλά το διατακτικό της ορθό, ο Άρειος Πάγος απορρίπτει την
αναίρεση, εκτός αν υπάρχει έννομο συμφέρον να αποτραπεί δεδικασμένο,
οπότε αναιρείται η απόφαση μόνο ως προς την εσφαλμένη αιτιολογία της. Κατά την
έννοια της ανωτέρω διάταξης, αν ο Άρειος Πάγος διαπιστώσει ότι το διατακτικό
της απόφασης είναι ορθό, αλλά υπάρχει σφάλμα στις αιτιολογίες, απορρίπτει την
αναίρεση, χωρίς να αντικαταστήσει τις αιτιολογίες, οι οποίες όμως, στην ουσία,
αντικαθίστανται με αυτές της αναιρετικής. Απορρίπτεται, επομένως, η αναίρεση
που προσβάλλει την απόφαση ως προς τις αιτιολογίες, όταν αυτές δεν επιδρούν στο
διατακτικό της και, συνεπώς, ο αναιρεσείων δεν έχει
έννομο συμφέρον να ζητήσει την αντικατάστασή τους (ΑΠ 52/2022, ΑΠ 1382/2019, ΑΠ
1385/2018).
Ιll.
Στην προκείμενη περίπτωση, η αναιρεσείουσα εταιρία,
με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον
αριθ. 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ πλημμέλεια, με την
αιτίαση ότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο παραβίασε ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία
και μη εφαρμογή, την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 342 ΑΚ,
απορρίπτοντας, ως μη νόμιμη, την στηριζόμενη στο ανωτέρω άρθρο ένσταση της περί
μη ευθύνης της για την καθυστέρηση πληρωμής των ένδικων τιμολογίων που
αφορούσαν το χρονικό διάστημα των ετών 2012 έως και 2017, η οποία (καθυστέρηση)
οφειλόταν στην ελλειμματικότητα του Ειδικού Λογαριασμού του ν. 2773/1999, από
τον οποίο αντλούνται τα ποσά που καταβάλλονται στους παραγωγούς ηλεκτρικής
ενέργειας, τον οποίο απλώς διαχειρίζεται η ίδια, μη ευθυνόμενη
για την επάρκεια των κεφαλαίων του. Από την παραδεκτή, κατ' άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, επισκόπηση των προτάσεων της αναιρεσείουσας
στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο προκύπτει ότι η τελευταία, ως εφεσίβλητη, επανέφερε σ' αυτό, την προβληθείσα
και πρωτοδίκως προς απόκρουση της εναντίον της αγωγής, ένσταση από το άρθρο 342
ΑΚ περί απαλλαγής της από την ένδικη οφειλή της για τόκους υπερημερίας, οι
οποίοι είχαν προβλεφθεί με τις καταρτισθείσες
συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας για την περίπτωση μη πληρωμής του
τιμήματος εντός 20 ημερών από την κατάθεση των σχετικών τιμολογίων, με την
επίκληση ότι η καθυστέρηση εξόφλησης των αναφερόμενων στην αγωγή (εκδοθέντων κατά τα έτη 2012 έως και 2017) τιμολογίων
οφείλεται σε γεγονός που βρίσκεται εκτός της σφαίρας επιρροής της, για το οποίο
δεν έχει ευθύνη και συγκεκριμένα οφείλεται στην ελλειμματικότητα του Ειδικού
Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, από τα έσοδα του οποίου και μόνο εκτελούνται οι
πληρωμές προς τους παραγωγούς ΑΠΕ, τον οποίο απλώς διαχειρίζεται η ίδια. Το ως
Εφετείο δικάζον δικαστήριο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του,
απέρριψε την ένσταση αυτή της αναιρεσείουσας, ως μη
νόμιμη, με την εξής αιτιολογία: «... το γεγονός της ανεπάρκειας ή
ελλειμματικότητας διαθέσιμων κεφαλαίων στον Ειδικό Λογαριασμό για την
εμπρόθεσμη πληρωμή του τιμήματος δε συνεπάγεται έλλειψη υπαιτιότητας της εναγομένης (αναιρεσείουσας) για
τη μη εμπρόθεσμη πληρωμή του τιμήματος της πωλούμενης ηλεκτρικής ενέργειας,
καθόσον η οικονομική αδυναμία δε συνιστά εύλογη αιτία καθυστέρησης καταβολής
χρηματικής παροχής και δεν απαλλάσσει τον οφειλέτη της από τις συνέπειες της
υπερημερίας. Εξάλλου, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το δημιουργηθέν
από τα τέλη του έτους 2011 έλλειμμα του Ειδικού Λογαριασμού, θεσπίστηκε
ολόκληρο πλέγμα διατάξεων, όπως η διάταξη του άρθρου πρώτου παρ. 1.2 υποπαρ. 1 του ν. 4093/2012, με την οποία ορίσθηκε, ότι
«επιβάλλεται έκτακτη ειδική εισφορά αλληλεγγύης στους παραγωγούς ηλεκτρικής
ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α.», καθώς και ο νόμος 4254/2014 με
τίτλο «Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο
εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις» με σκοπό την αντιμετώπιση του
συσσωρευμένου χρέους του ανωτέρω Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του ν.
2773/1999 και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας αυτού, χωρίς την δημιουργία νέων
ελλειμμάτων. Επομένως, με νομοθετική παρέμβαση σε όλες τις σχετικές συμβατικές
σχέσεις, όπως και στην ένδικη, επιδιώχθηκε η αποκατάσταση της ισορροπίας στη
λειτουργία του εν λόγω Λογαριασμού ... Τέλος, ο εμμέσως προβαλλόμενος
ισχυρισμός της εναγομένης ότι η έλλειψη ευθύνης της
βασίζεται και στο γεγονός ότι αυτή τυγχάνει απλός διαχειριστής του Ειδικού
Λογαριασμού, μη έχουσα ουδεμία αρμοδιότητα ελέγχου και ευθύνης για την ύπαρξη
κεφαλαίων αυτού, ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί, και ως εκ τούτου τυγχάνει
απορριπτέος ως αλυσιτελής, δεδομένου ότι η εκκαλούσα-εναγομένη
... ανέλαβε ρητώς τη συμβατική υποχρέωση, έναντι της αντισυμβαλλομένης
της (ενάγουσας), για εμπρόθεσμη καταβολή του τιμήματος της πώλησης και πληρωμή
τόκων υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη
κεφαλαίων στον Ειδικό Λογαριασμό...».
IV.
Κατά την επικρατήσασα στο Δικαστήριο τούτο γνώμη
τριών μελών του και συγκεκριμένα των Αρεοπαγιτών Χρυσούλας Πλατιά, Ηλία Γιαρένη και Αικατερίνης Πατσιαρά,
έτσι που έκρινε το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, το οποίο απέρριψε την ανωτέρω
ένσταση της αναιρεσείουσας ως μη νόμιμη, δεχόμενο ότι
το γεγονός της ανεπάρκειας ή ελλειμματικότητας διαθέσιμων κεφαλαίων στον Ειδικό
Λογαριασμό του άρθρου 40 του ν. 2773/1999 δεν συνιστά εύλογη αιτία καθυστέρησης
της πληρωμής του τιμήματος της πωλούμενης ηλεκτρικής ενέργειας και δεν
απαλλάσσει αυτήν από τις συνέπειες της υπερημερίας, δεν έσφαλε κατ' αποτέλεσμα,
αν και διέλαβε εν μέρει ελλιπή αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση, και,
συνεπώς, δεν παραβίασε ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία και μη εφαρμογή, την
ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 342 ΑΚ, γιατί πράγματι τα εκτιθέμενα από
την αναιρεσείουσα περιστατικά δεν ήταν ικανά να
θεμελιώσουν, κατά νόμο, την προβαλλόμενη ένσταση. Ειδικότερα, το επικαλούμενο
από αυτήν γεγονός της ελλειμματικότητας του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ
δεν αποτελεί ζήτημα «εξωγενές» για τον αντισυμβαλλόμενο του παραγωγού ΑΠΕ,
«Λειτουργό της Αγοράς» (ΛΑΓΗΕ ΑΕ), ούτε συνιστά τυχηρό
γεγονός, αλλά ούτε και γεγονός ανώτερης βίας κατά την έννοια που προεκτέθηκε. Τούτο δε, γιατί με βάση το παρατιθέμενο στην
προηγούμενη νομική σκέψη, πλέγμα διατάξεων της ενεργειακής νομοθεσίας,
προβλέπεται η υποχρέωση -και όχι απλώς η δυνατότητα- της «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» σε
προληπτική και κατασταλτική παρέμβαση για την αποτελεσματική διαχείριση και
διασφάλιση της χρηματοοικονομικής επάρκειας του ως άνω Ειδικού Λογαριασμού, με
συνέπεια, σε περίπτωση εμφάνισης ελλείμματος στον Λογαριασμό αυτό, να υφίσταται
τεκμήριο υπαιτιότητας της τελευταίας για την πλημμελή εκπλήρωση των ρυθμιστικών
υποχρεώσεών της ως «Λειτουργού της Αγοράς», η οποία υποχρεούται να διασφαλίζει
τη χρηματοοικονομική ισορροπία του Λογαριασμού, ενόψει και της αναγκαιότητας
ταχείας εκκαθάρισης των συναλλαγών εντός της ενεργειακής αγοράς. Επιπροσθέτως,
η πιθανή ελλειμματικότητα του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού, κατά τις συναλλαγές
στο πλαίσιο του ΗΕΠ, αναφέρεται σε περισσότερα από ένα άρθρα του ΚΣΗΕ, τον
οποίο έχει συντάξει ο Λειτουργός της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και, επομένως,
το ενδεχόμενο να γεννώνται ελλείμματα κατά τη διενέργεια των συναλλαγών αυτών
όχι μόνο δεν αποτελούσε γεγονός που δεν προβλέφθηκε, αλλά, εντελώς αντίθετα,
αποτελούσε γεγονός που ρητά προβλέφθηκε, σε περισσότερα από ένα σημεία του
Κώδικα Συναλλαγών. Πολύ δε περισσότερο, ενόψει του ότι στα άρθρα 60, 61 και 91
του ΚΣΗΕ ορίσθηκε συγκεκριμένη διαδικασία για την κάλυψη του πιθανού
ελλείμματος, με ενέργειες και συναφείς υποχρεώσεις, με τις οποίες επιφορτίζεται
η ΛΑΓΗΕ ΑΕ και, επομένως, η ελλειμματικότητα του Ειδικού Λογαριασμού δεν
αποτελούσε τυχαίο ή άλλο γεγονός που δεν καταλογίζεται στη βαρυνόμενη
με την ευθύνη διευθέτησης του ελλείμματος ΛΑΓΗΕ ΑΕ. Εξάλλου, η σύμβαση πώλησης
ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ των παραγωγών ΑΠΕ (όπως η δεύτερη αναιρεσίβλητη) και του «Λειτουργού της Αγοράς» (ΛΑΓΗΕ), το
περιεχόμενο της οποίας έχει προσδιορισθεί με κανονιστική παρέμβαση του ίδιου
του νομοθέτη, κατά τα εκτιθέμενα στην ίδια ως άνω νομική σκέψη, διαλαμβάνει
ρητή πρόβλεψη (άρθρο 12 παρ. 1 και 3) υποχρέωσης καταβολής τόκων υπερημερίας
στον παραγωγό ηλεκτρικής ενέργειας σε περίπτωση μη εξόφλησης του εκάστοτε
συγκεκριμένου τιμολογίου εντός είκοσι (20) ημερών από την κατάθεση αυτού στον
«Λειτουργό της Αγοράς» (άρθρο 1 της υπ' αριθ. Α.Υ/Φ1/οικ.17149/30.8.2010
Απόφασης Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδόθηκε
κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 του άρθρου 12 του Ν. 3468/2006). Συνεπώς, εάν ο
νομοθέτης, ο οποίος ρητώς προέβλεψε την υποχρέωση καταβολής τόκων υπερημερίας
στην ανωτέρω περίπτωση, επιθυμούσε την απαλλαγή της ΛΑΓΗΕ ΑΕ από την υποχρέωση
αυτή και, συνακόλουθα, την, κατ' αποτέλεσμα, άρση της προστατευτικής εμβελείας
των εισαγομένων από τον ίδιο ως άνω συμβατικών ρυθμίσεων δια της επίκλησης
«εξωγενών παραγόντων» (στους οποίους, υπό την εκδοχή αυτή, θα εντασσόταν και η
ελλειμματικότητα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ-ΣΗΘΥΑ), θα περιλάμβανε στο περιεχόμενο
της σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας ειδική προς τούτο ρύθμιση, κάτι το
οποίο, όμως, δεν έπραξε. Τέλος, η υιοθέτηση της αντίθετης θέσης, δηλαδή η
αναγνώριση ενός κεντρικού θεσμικού φορέα και συγκεκριμένα του Λειτουργού της
Αγοράς (ΛΑΓΗΕ ΑΕ) ως ανεύθυνου δρώντος, μη επιφορτισμένου με καθήκοντα
ουσιαστικότερα της απλής διεκπεραίωσης της εκκαθάρισης των συναλλαγών
ηλεκτρικής ενέργειας, εκτός του ότι θα δημιουργούσε δυσλειτουργία και νόθευση
της αγοράς ενέργειας, θα οδηγούσε και στη μετακύλιση
της ευθύνης της καθυστέρησης καταβολής του οφειλόμενου τιμήματος στους
καλόπιστα συναλλασσόμενους παραγωγούς ΑΠΕ, κατ’ αντίθετο τρόπο από αυτόν που
επιδιώκει το ενωσιακό δίκαιο, ήτοι σε βάρος του
ανταγωνισμού και της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας. Επομένως, σύμφωνα με
την γνώμη που επικράτησε στο Δικαστήριο τούτο, αφού ορθά, κατ' αποτέλεσμα,
απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση η από το άρθρο 342 ΑΚ ένσταση της αναιρεσείουσας ως μη νόμιμη, έστω και με εν μέρει ελλιπή
αιτιολογία, ο από τον αριθ. 1 του άρθρου 560 ΚΠολΔ
πρώτος λόγος αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η
πλημμέλεια περί ευθείας παραβίασης του προαναφερόμενου κανόνα ουσιαστικού
δικαίου, είναι, κατ' εφαρμογή του άρθρου 578 ΚΠολΔ,
αβάσιμος.
V.
Κατά τη γνώμη όμως δύο μελών του Δικαστηρίου τούτου, της Προέδρου Μαρίας Σιμιτσή-Βετούλα, Αντιπροέδρου Αρείου Πάγου, και του
Αρεοπαγίτη-Εισηγητή Χρήστου Κατσιάνη, με όσα έκρινε
και όσα δέχθηκε το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, που δίκασε ως Εφετείο, με την
προσβαλλόμενη απόφασή του εσφαλμένα ερμήνευσε τις προπαρατεθείσες
διατάξεις των άρθρων 40 Ν.2773/1999 και 143 Ν.4001/2011 περί της λειτουργίας
του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού, τον οποίο διαχειριζόταν η ΛΑΓΗΕ Α.Ε.,
καθώς και εκείνες των άρθρων 118 Ν.4001/2011, για το σκοπό και τις αρμοδιότητες
του Λειτουργού της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, 12 Ν.3468/2006 για τη νομική
φύση της σύμβασης πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, και 72 παρ.2 σε συνδ. με άρθρο
85 του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας για τους Λογαριασμούς του
Λειτουργού της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και τα έσοδα αυτών, ως και τον τρόπο
πληρωμής εκ μέρους του τελευταίου των Μονάδων ΑΠΕ, και, τέλος και εκείνης της
διάταξης του άρθρου 342 ΑΚ, περί άρσης της υπερημερίας του οφειλέτη, με τη μη
εφαρμογή της, καίτοι συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εφαρμογή της.
Ειδικότερα μετά την τροποποίηση του Ν.2773/1999 περί απελευθερώσεως της αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας με τις διατάξεις του άρθρου 23 του Ν.3175/2003 και εκείνες
του Ν.4001/2011 «Για τη λειτουργία Ενεργειακών Αγορών Ηλεκτρισμού και Φυσικού
Αερίου, για Έρευνα, Παραγωγή και δίκτυα μεταφοράς Υδρογονανθράκων και άλλες
ρυθμίσεις» (Α’179), όπως ίσχυαν, πριν τις τροποποιήσεις που επήλθαν στη
συνέχεια, δυνάμει των Ν.4425/2016 και Ν.4512/2018, και εφαρμόζονται στην υπό
κρίση υπόθεση, ως εκ του χρόνου κατάρτισης των επίδικων συμβάσεων «πώλησης
ηλεκτρικής ενέργειας», ενσωματώθηκαν στην ελληνική νομοθεσία οι διατάξεις της
Οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου «Σχετικά με
τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την
κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ» (L 211), ενισχύθηκε η απελευθέρωση στην
Ελλάδα της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, με τον αποτελεσματικό διαχωρισμό των
δραστηριοτήτων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας από τις
δραστηριότητες της παραγωγής και ενέργειας ως και η οργάνωση της χονδρικής
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με βάση το διαχωρισμό αυτό (άρθρο 1 ως άνω
Ν.4001/2011) και έγιναν αλλαγές ιδίως σε σχέση με τον διαχωρισμό των
μονοπωλιακών δραστηριοτήτων ηλεκτρικής ενέργειας, με τη σύσταση της εταιρείας
«ΑΔΜΗΕ ΑΕ» (άρθρο 97 του Ν. 4001/2011), της εταιρείας «ΛΑΓΗΕ ΑΕ» (άρθρο 117 του
Ν. 4001/2011) και της εταιρείας «ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.» (άρθρο 123 του Ν. 4001/2011).
Κατά το άρθρο 2 του ίδιου νόμου, οι όροι που χρησιμοποιούνται στις διατάξεις
του, έχουν την ακόλουθη έννοια: «Ορισμοί: 1 ...(η) Ενεργειακή Δραστηριότητα: Η
Παραγωγή, Μεταφορά, Διανομή και Προμήθεια Ηλεκτρικής Ενέργειας ή Φυσικού
Αερίου, καθώς και η Χρήση Εγκατάστασης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου και η Χρήση
Εγκατάστασης Αποθήκευσης Φυσικού Αερίου ... (ιγ)
Σύστημα Μεταφοράς: Τα Συστήματα Μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τα Συστήματα
Μεταφοράς Φυσικού Αερίου περιλαμβανομένων των Ανεξάρτητων Συστημάτων Φυσικού
Αερίου (ΑΣΦΑ). (ιδ) Πελάτης ή Καταναλωτής: Ο Πελάτης
Φυσικού Αερίου, περιλαμβανομένων των ΕΠΑ ή/και ο Πελάτης ηλεκτρικής ενέργειας,
εξαιρουμένων των Διαχειριστών Συστημάτων και Δικτύων Διανομής Φυσικού Αερίου
και Διαχειριστών Συστημάτων Μεταφοράς ή Δικτύων Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Για τους σκοπούς αυτού του νόμου οι πελάτες διακρίνονται σε πελάτες χονδρικής
και σε τελικούς πελάτες, σε επιλέγοντες και μη επιλέγοντες και σε οικιακούς και μη οικιακούς, (ιε) Πελάτης χονδρικής: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που
προμηθεύεται Φυσικό Αέριο ή ηλεκτρική ενέργεια με σκοπό τη μεταπώλησή τους
εντός ή εκτός του συστήματος όπου είναι εγκατεστημένο, (ιστ)
Τελικός Πελάτης: Το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αγοράζει Φυσικό Αέριο ή
ηλεκτρική ενέργεια αποκλειστικά για δική του χρήση, (ιζ)
Οικιακός Πελάτης: Ο Πελάτης που αγοράζει Φυσικό Αέριο ή ηλεκτρική ενέργεια για
δική του οικιακή κατανάλωση, αποκλεισμένων των εμπορικών ή επαγγελματικών
δραστηριοτήτων, (ιη) Μη Οικιακός Πελάτης: Ο Πελάτης
που αγοράζει Φυσικό Αέριο ή ηλεκτρική ενέργεια, η οποία δεν προορίζεται για τη
δική του οικιακή χρήση, συμπεριλαμβανομένων των πελατών χονδρικής και των
παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, (ιθ) Επιλέγων Πελάτης: Ο Πελάτης που δικαιούται να επιλέγει
Προμηθευτή ή αγοράζει απευθείας Φυσικό Αέριο ή ηλεκτρική ενέργεια, κατά τις
διατάξεις του παρόντος.... (κα) Προμήθεια: Η πώληση, περιλαμβανομένης της
μεταπώλησης, Φυσικού Αερίου (περιλαμβανομένου του ΥΦΑ) και ηλεκτρικής ενέργειας
σε Πελάτες, (κβ) Προμηθευτής: Το φυσικό και νομικό
πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα Προμήθειας Φυσικού Αερίου ή και Ηλεκτρικής
Ενέργειας, (κγ) Τιμολόγια Μη Ανταγωνιστικών
Δραστηριοτήτων: Τα τιμολόγια για τη χρέωση των Βασικών Δραστηριοτήτων Φυσικού
Αερίου και τα τιμολόγια για τη χρέωση χρήσης του Συστήματος Μεταφοράς και του
Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας.... (κστ)
Συνδεδεμένες Επιχειρήσεις: είναι οι επιχειρήσεις κατά την έννοια της παρ. 5 του
άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 (Α’ 37). 3. Ορισμοί που
αναφέρονται ιδίως στην ηλεκτρική ενέργεια: (α)....(β) Ανανεώσιμες Πηγές
Ενέργειας (Α.Π.Ε.): Οι μη ορυκτές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική
ενέργεια, η ηλιακή ενέργεια, η ενέργεια κυμάτων, η παλιρροϊκή ενέργεια, η
βιομάζα, τα αέρια που εκλύονται από χώρους υγειονομικής ταφής και από
εγκαταστάσεις βιολογικού καθαρισμού, τα βιοαέρια, η
γεωθερμική ενέργεια, η υδραυλική ενέργεια που αξιοποιείται από υδροηλεκτρικούς
σταθμούς... (ε) Αυτοπαραγωγός: είναι ο παραγωγός, ο
οποίος παράγει ηλεκτρική ενέργεια κυρίως για δική του χρήση και διοχετεύει
τυχόν πλεόνασμα της ενέργειας αυτής στο σύστημα μεταφοράς ή στο δίκτυο
διανομής, (ζ) Διανομή ηλεκτρικής ενέργειας: η μεταφορά μέσω δικτύου διανομής
υψηλής, σε περίπτωση που έχει ειδικά καθορισθεί ότι ανήκουν στο δίκτυο
διανομής, μέσης και χαμηλής τάσης της ηλεκτρικής ενεργείας που εγχέεται σε αυτό
από το διασυνδεδεμένο με αυτό σύστημα μεταφοράς και τις μονάδες παραγωγής που
συνδέονται άμεσα στο δίκτυο διανομής με σκοπό την παράδοσή της σε πελάτες, μη
συμπεριλαμβανομένης όμως της προμήθειας, (η) Διασυνδεδεμένο σύστημα ηλεκτρικής
ενέργειας, ένα σύνολο συστημάτων μεταφοράς και δικτύων διανομής ηλεκτρικής
ενέργειας τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με μία ή περισσότερες διασυνδέσεις,
(θ) Διασύνδεση: είναι οι γραμμές, οι εγκαταστάσεις και οι μετρητές που
χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του Ελληνικού
Συστήματος Μεταφοράς από ή προς την Ελληνική Επικράτεια, καθώς και με το Δίκτυο
Διανομής, (ι) Διαχειριστής δικτύου διανομής: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το
οποίο είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία, τη συντήρηση, την παροχή πρόσβασης σε
πελάτες και παραγωγούς που συνδέονται σε αυτό και, αν είναι αναγκαίο, την
ανάπτυξη του δικτύου διανομής σε μία δεδομένη περιοχή και, κατά περίπτωση, των
διασυνδέσεών του με άλλα δίκτυα διανομής και συστήματα μεταφοράς, και για τη
μακροπρόθεσμη ικανότητα του δικτύου να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση
υπηρεσιών διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, (ια)
Διαχειριστής συστήματος μεταφοράς: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι
υπεύθυνο για τη λειτουργία, τη συντήρηση και, αν είναι αναγκαίο, την ανάπτυξη
του συστήματος μεταφοράς σε μία δεδομένη περιοχή και, κατά περίπτωση, των
διασυνδέσεών του με άλλα συστήματα, και για την μακροπρόθεσμη ικανότητα του
συστήματος να ανταποκρίνεται στην εύλογη ζήτηση υπηρεσιών μεταφοράς ηλεκτρικής
ενέργειας ……… (ιγ) Δραστηριότητα Ηλεκτρικής
Ενέργειας: είναι καθεμία από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες παραγωγής,
Μεταφοράς, Διανομής, Προμήθειας και Αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, (ιδ) Ελληνικό Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ):
είναι το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ ΑΕ που είναι
εγκατεστημένο στην Ελληνική Επικράτεια, το οποίο αποτελείται από γραμμές μέσης
και χαμηλής τάσης και εγκαταστάσεις διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και
από γραμμές και εγκαταστάσεις υψηλής τάσης που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο αυτό.
Το Δίκτυο, εκτός από το δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, συνδέεται στο
ΕΣΜΗΕ μέσω των υποσταθμών υψηλής τάσης και μέσης τάσης (ΥΤ/ΜΤ).... (ιε) «Ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας
(ΕΣΜΗΕ): είναι οι γραμμές υψηλής τάσης, οι εγκατεστημένες στην Ελληνική
Επικράτεια διασυνδέσεις, χερσαίες ή θαλάσσιες και όλες οι εγκαταστάσεις,
εξοπλισμός και εγκαταστάσεις ελέγχου που απαιτούνται για την ομαλή, ασφαλή και
αδιάλειπτη διακίνηση ηλεκτρικής ενέργειας από έναν σταθμό παραγωγής σε έναν
υποσταθμό, από έναν υποσταθμό σε έναν άλλο ή προς ή από οποιαδήποτε διασύνδεση.
Τα έργα διασύνδεσης Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών με το ΕΣΜΗΕ εντάσσονται στο
ΕΣΜΗΕ. Στο Σύστημα Μεταφοράς δεν περιλαμβάνονται οι εγκαταστάσεις παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας, οι γραμμές και εγκαταστάσεις υψηλής τάσης που έχουν
ενταχθεί στο Δίκτυο Διανομής, καθώς και τα δίκτυα των μη Διασυνδεδεμένων
Νησιών»... (ιζ) Επικουρική υπηρεσία: κάθε υπηρεσία
που είναι αναγκαία για τη διαχείριση συστήματος μεταφοράς ή δικτύου διανομής,
όπως η ρύθμιση της τάσης, η ρύθμιση της συχνότητας, η παροχή εφεδρειών, η
παροχή αέργου ισχύος, η επανεκκίνηση του Συστήματος
Μεταφοράς, μετά από διακοπή και η παρακολούθηση της διακύμανσης του φορτίου, (ιη) Επιχείρηση ηλεκτρικής ενεργείας: το φυσικό ή νομικό
πρόσωπο που ασκεί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες δραστηριότητες: παραγωγή,
μεταφορά, διανομή, προμήθεια, ή αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και είναι υπεύθυνο
για τα εμπορικά και τεχνικά καθήκοντα ή /και τα καθήκοντα συντήρησης τα σχετικά
με τις δραστηριότητες αυτές. Στον ορισμό αυτόν δεν περιλαμβάνονται οι τελικοί
πελάτες, (ιθ) Κάθετα Ολοκληρωμένη Επιχείρηση
ηλεκτρικής ενεργείας: η επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας ή όμιλος επιχειρήσεων
ηλεκτρικής ενέργειας, στον οποίο το ίδιο πρόσωπο ή πρόσωπα δικαιούνται, άμεσα ή
έμμεσα, να ασκούν τον Έλεγχο, και όπου η εν λόγω επιχείρηση ή ο όμιλος
επιχειρήσεων ασκούν τουλάχιστον μία από τις δραστηριότητες μεταφοράς ή
διανομής, και τουλάχιστον μία από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας
ηλεκτρικής ενέργειας.... (κα) Μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας: Η Μεταφορά μέσω
συστήματος υπερυψηλής και υψηλής τάσης της ηλεκτρικής
ενέργειας που παράγεται από μονάδες παραγωγής που συνδέονται άμεσα σε αυτό,
καθώς και αυτής που εγχέεται σε αυτό μέσω των διασυνδέσεών του με όμορα
συστήματα μεταφοράς με σκοπό την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας σε τελικούς
πελάτες άμεσα συνδεδεμένους στο σύστημα αυτό, σε όμορα συστήματα μεταφοράς με
τα οποία διασυνδέεται και σε δίκτυα διανομής, μη συμπεριλαμβανομένης όμως της
προμήθειας. (κβ) Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά: είναι τα
νησιά της Ελληνικής Επικράτειας των οποίων το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής
ενέργειας δεν συνδέεται με το Σύστημα Μεταφοράς και το Δίκτυο Διανομής της
ηπειρωτικής χώρας... (κδ) Ολοκληρωμένη Επιχείρηση
ηλεκτρικής ενέργειας: η επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας που είναι κάθετα ή
οριζόντια ολοκληρωμένη. (κε) Οριζόντια Ολοκληρωμένη
επιχείρηση: η επιχείρηση που ασκεί μία τουλάχιστον από τις δραστηριότητες
παραγωγής με σκοπό την πώληση ή μεταφορά ή διανομή ή προμήθεια ηλεκτρικής
ενεργείας, και μια δραστηριότητα εκτός του τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.... (κζ) Παραγωγός ηλεκτρικής ενέργειας: κάθε φυσικό ή νομικό
πρόσωπο το οποίο παράγει ηλεκτρική ενέργεια, (κη)
Πρόσβαση: είναι η σύνδεση με το Σύστημα Μεταφοράς και το Δίκτυο Διανομής
ηλεκτρικής ενέργειας και η χρήση αυτών, (κθ) Σύμβαση
Προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας: η σύμβαση για την προμήθεια ηλεκτρικής
ενέργειας, μη συμπεριλαμβανομένου παραγώγου ηλεκτρικής ενέργειας, (λ) Χρήστης
συστήματος: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που τροφοδοτεί με ηλεκτρική ενέργεια ένα
σύστημα μεταφοράς ή δίκτυο διανομής ή που τροφοδοτείται από ένα τέτοιο σύστημα
ή δίκτυο». Κατά, δε, τους κατωτέρω ορισμούς του άρθρου 2 του Ν. 2773/1999, (Α'
286), στον οποίο παραπέμπει η παρ. 4 του ανωτέρω άρθρου 2 του Ν. 4001/2011,
«Δίκτυο, είναι το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ Α.Ε. που είναι
εγκατεστημένο στην ελληνική επικράτεια, το οποίο αποτελείται από γραμμές μέσης
και χαμηλής τάσης και εγκαταστάσεις διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και
από γραμμές και εγκαταστάσεις υψηλής τάσης που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο αυτό.
Το Δίκτυο, εκτός από το δίκτυο των Μη Διασυνδεμένων Νησιών, συνδέεται στο
Σύστημα μέσω των υποσταθμών υψηλής τάσης και μέσης τάσης (ΥΤ/ΜΤ)»,
«Δραστηριότητα Ηλεκτρικής Ενέργειας, είναι καθεμιά από τις επιχειρηματικές
δραστηριότητες παραγωγής, μεταφοράς, διανομής ή προμήθειας ηλεκτρικής
ενέργειας», «Προμήθεια, είναι η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας στους Πελάτες.
Συμπεριλαμβάνεται η εισαγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από έναν Επιλέγοντα
Πελάτη για δική του αποκλειστικώς χρήση». Σύμφωνα με τα άρθρα 97 επ. του Ν. 4001/2011, η διαχείριση του Ελληνικού Συστήματος
Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ- άρθρο 2 παρ. 3 περ. ιε')
ανατίθεται, σε συμμόρφωση με τις διατάξεις της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως του κεφαλαίου V αυτής, σχετικά με το νομικό και
λειτουργικό διαχωρισμό των μονοπωλιακών δραστηριοτήτων Μεταφοράς και Διανομής
των καθετοποιημένων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της
ενέργειας, σε εταιρεία θυγατρική της ΔΕΗ, με την επωνυμία «Ανεξάρτητος
Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ) ΑΕ», η οποία οργανώνεται
και λειτουργεί ως Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς, και στην οποία αφενός
εισφέρεται, κατόπιν αποσχίσεως από τη ΔΕΗ, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου
αυτού, των άρθρων 68-79 του κ.ν. 2190/1920, καθώς και
των άρθρων 1-5 του Ν. 2166/1993, του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων της τα
οποία υπάγονται λειτουργικά στις δραστηριότητες της Γενικής Διεύθυνσης
Μεταφοράς της ΔΕΗ Α.Ε. και ιδίως των παγίων που αποτελούν το Σύστημα Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας, ο κλάδος της Γενικής Διεύθυνσης Μεταφοράς αυτής και
αποκτά έτσι την κυριότητα του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (άρθρο
98), αφετέρου μεταφέρεται από τη ΔΕΣΜΗΕ (άρθρο 99) ο Κλάδος Μεταφοράς αυτής,
ήτοι οι οργανωτικές μονάδες και δραστηριότητες που αφορούν τη διαχείριση,
λειτουργία, ανάπτυξη και συντήρηση του Συστήματος Μεταφοράς που ασκεί,
συμπεριλαμβανομένων των αντίστοιχων παγίων, καθώς και του προσωπικού που
απασχολείται στις εν λόγω δραστηριότητες που συνιστούν τον εν λόγω Κλάδο (άρθρο
99). Οι δραστηριότητες που μεταφέρονται από τη ΔΕΣΜΗΕ στην ΑΔΜΗΕ είναι α) η
δραστηριότητα της λειτουργίας και ελέγχου του Συστήματος, β) η δραστηριότητα
ανάπτυξης και συντήρησης του Συστήματος, γ) η δραστηριότητα της εκκαθάρισης των
Αποκλίσεων, δ) η δραστηριότητα εμπορικών και ρυθμιζόμενων θεμάτων, εξαιρουμένων
των δραστηριοτήτων της περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 118, ε) η
δραστηριότητα των μετρήσεων. Στην παρ. 6 του ίδιου άρθρου 99 ορίζεται ότι
«Εντός προθεσμίας τριών μηνών από τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου η ΔΕΗ ΑΕ
μεταβιβάζει στο Ελληνικό Δημόσιο το σύνολο των μετοχών που κατέχει στην ανώνυμη
εταιρεία με την επωνυμία «Διαχειριστής του Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς
Ηλεκτρικής Ενέργειας ΑΕ» (ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ) που συστήθηκε με το π.δ.
328/2000 χωρίς αντάλλαγμα». Ως εκ τούτου η ΑΔΜΗΕ ΑΕ συστάθηκε κατόπιν
ενσωμάτωσης των αντίστοιχων Κλάδων Μεταφοράς της ΔΕΗ και του ΔΕΣΜΗΕ σε μία
διακριτή εταιρεία, η οποία οργανώνεται και λειτουργεί ως Ανεξάρτητος
Διαχειριστής Μεταφοράς, έχοντας ουσιαστική ανεξαρτησία έναντι της ΔΕΗ ΑΕ,
τελούσα πάντοτε υπό τον έλεγχο (άμεσο ή έμμεσο) του Δημοσίου (άρθρο 97 παρ. 5),
στην οποία μεταφέρθηκαν όλες οι σχετικές οργανωτικές λειτουργίες, το προσωπικό
και τα πάγια στοιχεία του ΕΣΜΗΕ και καθίσταται, βάσει του Ν. 4001/2011 (άρθρα
99 παρ. 2, 3 εδ. στ') καθολικός διάδοχος όλων των
δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που σχετίζονται με τους παραπάνω Κλάδους Μεταφοράς
και η οποία έχει υποχρέωση να ασκεί τις αρμοδιότητες και να εκτελεί τα
καθήκοντα του Κυρίου και Διαχειριστή του Συστήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις
του νόμου αυτού και των πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του (άρθρο 97
παρ. 3), χωρίς να προβαίνει σε διακρίσεις κατά διαφορετικών ατόμων ή φορέων και
χωρίς να περιορίζει, στρεβλώνει ή παρεμποδίζει τη λειτουργία του ελεύθερου
ανταγωνισμού στην παραγωγή ή την προμήθεια, ιδίως προς όφελος των Συνδεδεμένων
με αυτήν επιχειρήσεων. Περαιτέρω, στο άρθρο 117 («Ανεξάρτητος Λειτουργός της
Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας») του Ν. 4001/2011 ορίζεται ότι «1. Με την
ολοκλήρωση της μεταφοράς των δραστηριοτήτων της ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ στην ΑΔΜΗΕ ΑΕ, η
ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ μετονομάζεται σε "ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
ΑΕ" και με διακριτικό τίτλο "ΛΑΓΗΕ ΑΕ" (εφεξής Λειτουργός
Αγοράς), η οποία θα λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας
και θα διέπεται από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και τις διατάξεις του παρόντος νόμου,
προσαρμόζοντας αντίστοιχα το Καταστατικό της. 2. Σύμφωνα με όσα ειδικότερα
ορίζονται στα άρθρα 118 και 119, η ΛΑΓΗΕ ΑΕ ασκεί τις δραστηριότητες που
ασκούνταν από τη ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ, πλην εκείνων που κατά το άρθρο 99 μεταφέρονται στην
ΑΔΜΗΕ ΑΕ. Τα πάγια στοιχεία, που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου,
χρησιμοποιούνται στις παραμένουσες στη ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ δραστηριότητες, παραμένουν σε
αυτήν». Στο άρθρο 118 («Σκοπός-Αρμοδιότητες του Λειτουργού της Αγοράς»)
ορίζεται ότι «1. Ο Λειτουργός της Αγοράς εφαρμόζει τους κανόνες για τη
λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας σύμφωνα με τις διατάξεις του
παρόντος νόμου και των κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδιδομένων πράξεων και ιδίως
τον Ημερήσιο Ενεργειακό Προγραμματισμό όπως αυτός καθορίζεται στην παράγραφο 2.
2. Στο πλαίσιο του παραπάνω σκοπού του, ο Λειτουργός της Αγοράς ασκεί, ιδίως,
τις ακόλουθες αρμοδιότητες: (α) Διενεργεί τον Ημερήσιο Ενεργειακό
Προγραμματισμό, ως εξής: (αα) Προγραμματίζει τις
εγχύσεις ηλεκτρικής ενέργειας στο ΕΣΜΗΕ, καθώς και τις απορροφήσεις ηλεκτρικής
ενέργειας σε αυτό, κατά τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής
Ενέργειας, (ββ) Υπολογίζει την Οριακή Τιμή
Συστήματος, (γγ) Εκκαθαρίζει τις συναλλαγές στο
πλαίσιο του Ημερήσιου Ενεργειακού Προγραμματισμού, (β) Συνεργάζεται με τον
Διαχειριστή του ΕΣΜΗΕ σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα
Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και του Κώδικα Διαχείρισης του ΕΣΜΗΕ. (γ) Τηρεί
ειδικό Μητρώο Συμμετεχόντων στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας και εγγράφει τους
Συμμετέχοντες, σύμφωνα με τις ειδικότερες διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών
Ηλεκτρικής Ενέργειας, (δ) Παρέχει έγκαιρα και με κάθε πρόσφορο τρόπο στους
Συμμετέχοντες στην Αγορά αυτή Ηλεκτρικής Ενέργειας τις απαραίτητες πληροφορίες
για τη συμμετοχή τους στην Αγορά, (ε) Αποφεύγει κάθε διάκριση μεταξύ των
Συμμετεχόντων στην Αγορά Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και εφαρμόζει κατά την
παροχή των υπηρεσιών του διαφανή, αντικειμενικά και αμερόληπτα κριτήρια, (στ) Συμμετέχει σε κοινές επιχειρήσεις, ιδίως με
διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, καθώς και χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας
και άλλους ανάλογους φορείς, με στόχο τη δημιουργία περιφερειακών αγορών στο
πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, (ζ) Εισπράττει από τους Συμμετέχοντες
τέλη για τη διαχείριση και λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και τηρεί
τους αναγκαίους λογαριασμούς, σύμφωνα με τις ειδικότερες προβλέψεις του Κώδικα
Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, (η) Συμμετέχει σε ενώσεις, οργανώσεις ή
εταιρείες, μέλη των οποίων είναι λειτουργοί αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και
χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες έχουν σκοπό την επεξεργασία και
διαμόρφωση κανόνων κοινής δράσης που συντείνουν, στο πλαίσιο της κοινοτικής
νομοθεσίας, στη δημιουργία ενιαίας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, (θ)
Συνάπτει, υποχρεωτικά, συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τα
προβλεπόμενα στο άρθρο 12 του Ν. 3468/2006 που παράγονται από εγκαταστάσεις ΑΠΕ
ή ΣΗΘΥΑ, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται στο
Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου και έχουν διάρκεια ισχύος είκοσι
(20) ετών, καταβάλλει δε τις πληρωμές που προβλέπονται στις συμβάσεις αυτές. Τα
ποσά που καταβάλλονται στους αντισυμβαλλόμενους κατά τις διατάξεις της
περίπτωσης θ' της παραγράφου 2 του άρθρου 118 και της περίπτωσης η' της
παραγράφου 2 του άρθρου 129 αντίστοιχα, ανακτώνται κατά τα προβλεπόμενα στο
άρθρο 143, ήτοι μέσω του ειδικού διαχειριστικού Λογαριασμού, όπως αυτός
δημιουργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 40 του Ν. 2773/1999, τον οποίο διαχειρίζεται
η ΛΑΓΗΕ ΑΕ, και περί του οποίου θα γίνει ειδικότερη αναφορά κατωτέρω, (ι)
Διενεργεί τη διευθέτηση των χρηματικών συναλλαγών στο πλαίσιο του Ημερήσιου
Ενεργειακού Προγραμματισμού σε συνεργασία με τους Διαχειριστές του ΕΣΜΗΕ και του
ΕΔΔΗΕ. Για τη διενέργεια της διευθέτησης των χρηματικών συναλλαγών, ο
Λειτουργός της Αγοράς δύναται: (αα) Να συστήνει ή να
συμμετέχει σε εταιρείες με εξειδικευμένο σκοπό την παροχή χρηματοοικονομικών
υπηρεσιών, (ββ) Να αναθέτει σε τρίτους, μετά από
σύμφωνη γνώμη της Ρ.Α.Ε., την ως άνω διευθέτηση, ιδίως αναφορικά με τη
διαχείριση και εκκαθάριση χρηματικών συναλλαγών και τη διαχείριση πιστωτικού
και συναλλακτικού κινδύνου, στο πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. 3.
Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Λειτουργός
της Αγοράς διευκολύνει κατά κύριο λόγο την ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και για το σκοπό αυτόν αναλαμβάνει κάθε αναγκαία
ενέργεια, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται με τον παρόντα νόμο,
προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή των προβλέψεων του Κανονισμού 714/2009,
της Οδηγίας 72/2009 και όλων των σχετικών κατευθύνσεων και αποφάσεων που
εκδίδονται από τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Περαιτέρω, μετά την
τροποποίηση του ως άνω Ν. 2773/1999 με τις διατάξεις του Ν. 3175/2003, κατά τα προεκτεθέντα, θεσπίσθηκε το έτος 2005 ο Κώδικας Διαχείρισης
του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΔΣ & ΣΗΕ 2005), με τον
οποίο υιοθετήθηκε ένα συγκεκριμένο σχήμα οργάνωσης και λειτουργίας της αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας, που είναι αυτό της υποχρεωτικής χονδρεμπορικής
αγοράς. Στο πλαίσιο του συστήματος αυτού δεν επιτρέπονται διμερή συμβόλαια
μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά αντίθετα, το
σύνολο των συναλλαγών διεξάγεται μέσω της χονδρεμπορικής
αγοράς, όπου κεντρικός ρόλος αποδίδεται στο πρόσωπο που ορίζεται ως «Λειτουργός
της Αγοράς». Ως τέτοιος ορίσθηκε η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία
«Διαχειριστής Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» και το
διακριτικό τίτλο «Δ.Ε.Σ.Μ.Η.Ε.» ή «Διαχειριστής του Συστήματος», η ίδρυση της
οποίας προβλέφθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 2773/1999. Ο ΚΔΣ και ΣΗΕ 2005
αντικαταστάθηκε από τους νέους Κώδικες που θεσπίσθηκαν το 2012, κατ'
εξουσιοδότηση του νόμου 4001/2011, ήτοι τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος
(ΚΔΣ) και τον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΚΣΗΕ), οι οποίοι
εγκρίθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 30 παρ. 3 και 120 παρ. 2 του
ανωτέρω νόμου, με απόφαση της ανεξάρτητης αρχής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας
(ΡΑΕ) και ισχύουν από 1.2.2012. Όπως προκύπτει από τους κανόνες αυτών των
κωδίκων δεν έχει αλλάξει ουσιωδώς το σύστημα οργάνωσης και λειτουργίας της
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα: Με τον Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής
Ενέργειας καθορίζονται οι μηχανισμοί, καθώς και οι οικονομικοί και οι τεχνικοί
κανόνες που διέπουν τον προγραμματισμό, τη διαχείριση και λειτουργία του
Συστήματος αφενός και τις αντίστοιχες συναλλαγές οι οποίες προκύπτουν από τη
λειτουργία της χονδρεμπορικής αγοράς και αφορούν την
εξυπηρέτηση του φορτίου ηλεκτρικής ενέργειας, υπό όρους καλής και ασφαλούς
λειτουργίας του ΕΣΜΗΕ και των εγκαταστάσεων που συνδέονται με αυτό, καθώς,
επίσης, και οι προϋποθέσεις δημιουργίας και οι κανόνες λειτουργίας βραχυχρόνιων
και μακροχρόνιων αγορών ηλεκτρισμού (άρθρο 120 παρ. 1 Ν. 4001/2011).
Με τον άνω Κώδικα ρυθμίζονται ιδίως: (α) Ο
τρόπος, η διαδικασία και οι όροι συνεργασίας μεταξύ του Διαχειριστή του ΕΣΜΗΕ
και του Λειτουργού της Αγοράς για την ομαλή λειτουργία της Αγοράς Ηλεκτρικής
Ενέργειας σε συνάρτηση με την αδιάκοπη, αξιόπιστη και οικονομικά αποδοτική
λειτουργία του ΕΣΜΗΕ. (β) .. (γ).. Ο τρόπος, η διαδικασία και οι όροι
διευθέτησης από τον Λειτουργό της Αγοράς των πληρωμών για τις προγραμματισμένες
εγχύσεις ηλεκτρικής ενέργειας στο ΕΣΜΗΕ και των χρεώσεων για τις
προγραμματισμένες απορροφήσεις ηλεκτρικής ενέργειας από το ΕΣΜΗΕ. (δ) Η χρονική
περίοδος που λαμβάνεται ως βάση για τον ημερήσιο ενεργειακό προγραμματισμό της
κατανομής φορτίου και τον υπολογισμό της Οριακής Τιμής του Συστήματος, (ε) Το
είδος, το ύψος και ο τρόπος παροχής εγγυήσεων ή άλλης ασφάλειας και καταβολής
εισφορών από τους χρήστες του ΕΣΜΗΕ αναλογικά με την ενέργεια που απορροφούν
από αυτό, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η κάλυψη των δαπανών του Διαχειριστή
του ΕΣΜΗΕ και του Λειτουργού της Αγοράς, σε περίπτωση τυχόν αδυναμίας των
χρηστών να εκπληρώνουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις στο πλαίσιο του
ημερήσιου ενεργειακού προγραμματισμού και της κατανομής φορτίου σε πραγματικό
χρόνο, (στ) ... (θ) Κάθε άλλη ρύθμιση απαραίτητη για
την εύρυθμη, διαφανή και αποδοτική λειτουργία της Αγοράς ……. ».. Ο εν λόγω
Κώδικας ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής: Άρθρο 1 Σύμβαση Συναλλαγών Ημερήσιου
Ενεργειακού Προγραμματισμού: «1. Στο Σύστημα Συναλλαγών Ημερήσιου Ενεργειακού
Προγραμματισμού («ΗΕΠ»), στο οποίο περιλαμβάνεται ο ΗΕΠ, συμμετέχουν κατόπιν
εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων, το οποίο τηρεί ο Λειτουργός της Αγοράς, οι
ακόλουθοι (Συμμετέχοντες): Α) οι Παραγωγοί, κάτοχοι άδειας παραγωγής ηλεκτρικής
ενέργειας Μονάδων που έχουν συνδεθεί στο Σύστημα ή το Δίκτυο και πρόκειται να
εγγραφούν στο Μητρώο Μονάδων κατά το άρθρο 4 του παρόντος, Β) οι Προμηθευτές,
κάτοχοι άδειας προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, Γ) οι Έμποροι, κάτοχοι άδειας
εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας, Δ) οι Επιλέγοντες
Πελάτες οι οποίοι επιλέγουν να προμηθεύονται ενέργεια μέσω του Συστήματος
Συναλλαγών ΗΕΠ προς ιδία αποκλειστική χρήση (εφεξής Αυτοπρομηθευόμενοι
Πελάτες). 2. Δια της εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων, οι Συμμετέχοντες
συνάπτουν (α) με το Λειτουργό της Αγοράς «Σύμβαση Συναλλαγών ΗΕΠ», η οποία διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Κώδικα (όπως
εκάστοτε ισχύει) και (β) με το Διαχειριστή του Συστήματος «Σύμβαση Συναλλαγών
Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας», η οποία διέπεται από τις διατάξεις του Κώδικα Διαχείρισης
Συστήματος (όπως εκάστοτε ισχύει). 3. Η Σύμβαση Συναλλαγών ΗΕΠ έχει ως
αντικείμενο τις συναλλαγές που διενεργούνται στο πλαίσιο του Συστήματος
Συναλλαγών ΗΕΠ. Για το σκοπό αυτό, η Σύμβαση Συναλλαγών ΗΕΠ παρέχει στους
Συμμετέχοντες δικαίωμα να συμμετέχουν στο Σύστημα Συναλλαγών ΗΕΠ, τηρώντας τις
διατάξεις του παρόντος Κώδικα, και να λαμβάνουν τις πληρωμές που τους
αναλογούν, και επάγεται την υποχρέωση αυτών να εξοφλούν τις χρεώσεις που τους
αναλογούν, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας.
4. ... 7...». Άρθρο 5 Παρακολούθηση Συστήματος Συναλλαγών ΗΕΠ: «1. Ο Λειτουργός
της Αγοράς οφείλει να παρακολουθεί καθημερινά τη λειτουργία του Συστήματος
Συναλλαγών ΗΕΠ και να τηρεί σχετικά αρχεία, καθώς και το Μητρώο Συμμετεχόντων
που προβλέπεται στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα. 2. ...». Ως προς τις
ρυθμίσεις της λειτουργίας της χονδρεμπορικής αγοράς
ηλεκτρικής ενέργειας (Ημερήσιος Ενεργειακός Προγραμματισμός, εφεξής «ΗΕΠ»),
αυτή λειτουργεί βάσει ενός υποχρεωτικού μηχανισμού χονδρικής της «επόμενης
ημέρας», κατά τον οποίο «επιλύεται» καθημερινά ο Ημερήσιος Ενεργειακός
Προγραμματισμός. Στο πλαίσιο του ΗΕΠ, η πώληση ηλεκτρικής ενέργειας εντός της
Ελλάδος πραγματοποιείται με τη συμμετοχή στην αγορά αυτή, σε πρώτη φάση την
προηγούμενη ημέρα από αυτήν του εφοδιασμού και την υποβολή προσφορών έγχυσης εκ
μέρους των παραγωγών και δηλώσεων φορτίου εκ μέρους των εκπροσώπων φορτίου
(προμηθευτών). Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του ΚΣΗΕ, δια της εγγραφής στο
Μητρώο Συμμετεχόντων, οι τελευταίοι αυτοί συνάπτουν με τη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. «Σύμβαση
Συναλλαγών ΗΕΠ». Δυνάμει της εν λόγω Σύμβασης, οι Συμμετέχοντες, αφενός
λαμβάνουν τις πληρωμές που τους αναλογούν και, αφετέρου, υποχρεούνται να
εξοφλούν τις χρεώσεις που τους βαρύνουν (άρθρα 1 παρ. 3 και 58 του Κώδικα
Συναλλαγών). Ειδικότερα οι υποβάλλοντες προσφορές έγχυσης, δηλαδή ιδίως οι
παραγωγοί, λαμβάνουν αμοιβή για την ενέργεια που εγχέουν στο Σύστημα και οι
Εκπρόσωποι Φορτίου, δηλαδή ιδίως οι προμηθευτές, καταβάλλουν πληρωμές για την
ενέργεια που απορροφούν από το Σύστημα. Οι πληρωμές αυτές πραγματοποιούνται
μέσω του Λειτουργού της αγοράς, ήτοι της εταιρείας ΛΑΓΗΕ ΑΕ, η οποία αποτελεί
τον εκ του νόμου αποκλειστικό εκκαθαριστή της αγοράς (άρθρο 118 του Ν.
4001/2011) και τον υποχρεωτικό ενδιάμεσο φορέα μεταξύ παραγωγών και
προμηθευτών. Ως εκ τούτου ο Λειτουργός της Αγοράς εκκαθαρίζει τις πιστώσεις
(προς τους παραγωγούς) και τις χρεώσεις (προς τους προμηθευτές), οι οποίες
προκύπτουν από τις εγχύσεις και απορροφήσεις, αντιστοίχως, ηλεκτρικής ενέργειας
στο σύστημα. Στο πλαίσιο του ΗΕΠ, η πληρωμή των παραγωγών που εγχέουν ενέργεια
στο Σύστημα προέρχεται από τις αντίστοιχες καταβολές των προμηθευτών
(Εκπροσώπων Φορτίου), οι οποίοι απορροφούν την εν λόγω ενέργεια. Ο Λειτουργός
δε της Αγοράς, με το λογιστικό του σύστημα, τηρεί τους εξής διακριτούς
λογιστικούς λογαριασμούς: (Λ-Α) Λογαριασμός Εκκαθάρισης ΗΕΠ, ο οποίος επίσης
περιλαμβάνει επιμέρους Λογαριασμούς Εκκαθάρισης ΗΕΠ χωριστά για κάθε
Συμμετέχοντα. (Λ-Β) Ειδικός Λογαριασμός Χρηματοοικονομικής Κάλυψης ΗΕΠ σχετικά
με την κάλυψη τυχόν ελλειμμάτων στο πλαίσιο των Συναλλαγών Ηλεκτρικής
Ενέργειας. (Λ-Γ) Ειδικός Λογαριασμός ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ Διασυνδεδεμένου Συστήματος
και Δικτύου κατά το άρθρο 143 του Ν. 4001/2011, ο οποίος διαχωρίζεται λογιστικά
στους εξής δύο υπολογαριασμούς: Λ-Γ1: Υπολογαριασμός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας. Λ-Γ2: Υπολογαριασμός Ενισχύσεων. (Λ-Δ) Λογαριασμός Διοικητικών
Δαπανών του Λειτουργού της Αγοράς. (Λ-Ε) Λογαριασμός Ισοσκελισμού
ΗΕΠ και (Λ-ΣΤ) Λογαριασμός Προσαυξήσεων για τις χρεώσεις των Εκπροσώπων Φορτίου
σύμφωνα με τις προβλέψεις του στοιχείου (ββ) της
παραγράφου 3(α) του άρθρου 143 του Ν.4001/2011 (εφεξής «Προσαυξήσεις Χρέωσης
Εκπροσώπων Φορτίου Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ» ή «ΠΧΕΦΕΛ»). Τα έσοδα του
Υπολογαριασμού Λ-Γ1 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα ποσά:
Α) Τα ποσά που πιστώνονται για τις Προσφορές Έγχυσης από Μονάδες ΑΠΕ και
ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ. Β) Τα ποσά που πιστώνονται (ή χρεώνονται) από τον Διαχειριστή του
Συστήματος για Αποκλίσεις Παραγωγής-Ζήτησης Μονάδων ΑΠΕ και ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ, σύμφωνα
με τον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος, καθώς και άλλα ποσά που προβλέπονται
από την κείμενη νομοθεσία. Τα έσοδα του Υπολογαριασμού
Λ-Γ2 περιλαμβάνουν τα ακόλουθα ποσά: Α) Τα ποσά που χρεώνονται από τον
Διαχειριστή του Συστήματος για το Ειδικό Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων
Ρύπων του άρθρου 143 του Ν. 4001/2011 (εφεξής «ΕΤΜΕΑΡ») στους Εκπροσώπους
Φορτίου και τους Αυτοπαραγωγούς στο Διασυνδεδεμένο
Σύστημα, σύμφωνα με τις προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας και του Κώδικα
Διαχείρισης του Συστήματος. Β) Για τα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (ΜΔΝ) εγγράφεται
ως χρέωση ή πίστωση (πληρωμή ή είσπραξη αντίστοιχα), η τελική διαφορά, το
έλλειμμα ή το πλεόνασμα αντίστοιχα, που προκύπτει για τον ισοσκελισμό
του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ Μη-Διασυνδεδεμένων Νησιών που τηρεί ο
Διαχειριστής ΜΔΝ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον Κώδικα Διαχείρισης ΜΔΝ. Γ) Τα
έσοδα που προέρχονται από τις δημοπρατήσεις των δικαιωμάτων εκπομπών αερίων
θερμοκηπίου που αντιστοιχούν στην Ελλάδα, όπως προβλέπεται από την κείμενη
νομοθεσία. Δ) Τα ποσά που χρεώνονται στους Παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας με
καύσιμο λιγνίτη και αντιστοιχούν στο Ειδικό Τέλος Λιγνιτικής
Παραγωγής. Ε) Άλλα ποσά που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία (άρθρο 72
παρ.1-3 του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας). Επίσης, κατά το άρθρο 85
του ίδιου ως άνω Κώδικα Ηλεκτρικής Ενέργειας με τον τίτλο «Πληρωμή των Μονάδων
ΑΠΕ και ΣΘ/ΣΗΘΥΑ» ορίζονται και τα εξής: «παρ. 1. Ο Λειτουργός της Αγοράς είναι
υπεύθυνος για τη Διαχείριση του ειδικού λογαριασμού κατά το άρθρο 143 του Ν.
4001/2011 και για την πληρωμή των Μονάδων ΑΠΕ και ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ. παρ.2. Με τα ποσά
που περιγράφονται στην παράγραφο (2) του Άρθρου 72, ο Λειτουργός της Αγοράς
διαχειρίζεται τον ειδικό λογαριασμό για Μονάδες ΑΠΕ και ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ, και
διενεργεί τις πληρωμές προς τους κατόχους των Μονάδων του Μητρώου Μονάδων ΑΠΕ
και ΣΗΘ/ΣΗΘΥΑ. παρ.3. Ο Διαχειριστής του Συστήματος οφείλει να καταβάλει ή
εισπράττει από τον Λειτουργό της Αγοράς τα ποσά που αναφέρονται στο άρθρο 72
παράγραφος (2) του παρόντος Κώδικα και στο άρθρο 175 του Κώδικα Διαχείρισης του
Συστήματος, παρ.4. Ο Διαχειριστής του Συστήματος οφείλει να παρέχει στον
Λειτουργό της Αγοράς όλα τα απαραίτητα στοιχεία για την εκτέλεση των καθηκόντων
του κατά τον παρόντα Κώδικα σχετικά με την διαχείριση του ειδικού Λογαριασμού
κατά το Άρθρο 143 του Ν. 4001/2011.». Περαιτέρω, με τον Κώδικα Διαχείρισης του
Ελληνικού Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, καθορίζονται οι μηχανισμοί
καθώς και οι τεχνικοί και οικονομικοί κανόνες που διέπουν τη διαχείριση και
λειτουργία του Συστήματος. Ειδικότερα, στο άρθρο 1 του Κώδικα αυτού ορίζεται
ότι: «Στο Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας
(εφεξής Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος) στο οποίο περιλαμβάνεται το
σύνολο των συναλλαγών που προβλέπεται στις επιμέρους διατάξεις του παρόντος
Κώδικα, συμμετέχουν κατόπιν εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων, το οποίο τηρεί ο
Λειτουργός της Αγοράς, οι ακόλουθοι (Συμμετέχοντες): Α) οι Παραγωγοί, κάτοχοι
άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Μονάδες που έχουν συνδεθεί στο
Σύστημα και πρόκειται να εγγραφούν ή έχουν εγγράφει στο Μητρώο Μονάδων κατά το
άρθρο 4 του παρόντος Κώδικα, Β) οι Προμηθευτές κάτοχοι άδειας προμήθειας
ηλεκτρικής ενέργειας, Γ) οι Έμποροι, κάτοχοι άδειας εμπορίας ηλεκτρικής
ενέργειας, Δ) οι Επιλέγοντες Πελάτες οι οποίοι
επιλέγουν να προμηθεύονται ενέργεια μέσω του Συστήματος Συναλλαγών ΗΕΠ προς
ιδία αποκλειστική χρήση (εφεξής Αυτοπρομηθευόμενοι
Πελάτες). Οι Προμηθευτές, οι Έμποροι, οι Αυτοπρομηθευόμενοι
Πελάτες και οι Παραγωγοί ορίζονται ως «Εκπρόσωποι Φορτίου» όταν υποβάλλουν
Δηλώσεις Φορτίου κατά το άρθρο 16 του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας.
3. Δια της εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων, οι Συμμετέχοντες συνάπτουν (α) με
το Λειτουργό της Αγοράς «Σύμβαση Συναλλαγών ΗΕΠ», η οποία διέπεται
από τις διατάξεις του Κώδικα Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας (όπως εκάστοτε
ισχύει) και (β) με το Διαχειριστή του Συστήματος «Σύμβαση Συναλλαγών
Διαχειριστή Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας» (εφεξής «Σύμβαση Συναλλαγών
Διαχειριστή Συστήματος») η οποία διέπεται από τις
διατάξεις του παρόντος Κώδικα (όπως εκάστοτε ισχύει). Η Σύμβαση Συναλλαγών ΗΕΠ
και η Σύμβαση Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος δεν υπόκεινται σε κανένα άλλο
τύπο πέραν της εγγραφής στο Μητρώο Συμμετεχόντων. 4. Η Σύμβαση Συναλλαγών
Διαχειριστή Συστήματος έχει ως αντικείμενο τις συναλλαγές που διενεργούνται στο
πλαίσιο του παρόντος Κώδικα. Για το σκοπό αυτό, η Σύμβαση Συναλλαγών
Διαχειριστή Συστήματος παρέχει στους Συμμετέχοντες δικαίωμα να συμμετέχουν στο
Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος, τηρώντας τις διατάξεις του παρόντος
Κώδικα και να λαμβάνουν τις πληρωμές που τους αναλογούν και επάγεται την
υποχρέωση αυτών να εξοφλούν τις χρεώσεις που τους αναλογούν, σύμφωνα με τις
διατάξεις του παρόντος Κώδικα. 5. Η Σύμβαση Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος
παρέχει στο Διαχειριστή του Συστήματος τα δικαιώματα και επάγεται τις
υποχρεώσεις που ορίζονται στις διατάξεις του παρόντος Κώδικα σχετικά με το
Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος...., στο άρθρο 2 ότι «1. Το Μητρώο
Συμμετεχόντων τηρείται από το Λειτουργό της Αγοράς. Για την εγγραφή στο Μητρώο
Συμμετεχόντων υποβάλλονται στο Λειτουργό της Αγοράς και τον Διαχειριστή του
Συστήματος, αιτήσεις για σύναψη των επιμέρους συμβάσεων της Σύμβασης Συναλλαγών
ΗΕΠ και της Σύμβασης Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος αντίστοιχα..», στο άρθρο
92 ότι «1. Επικουρικές Υπηρεσίες είναι οι υπηρεσίες που απαιτούνται για τη
μεταφορά της ηλεκτρικής ενέργειας μέσω του Συστήματος από τα σημεία έγχυσης στα
σημεία κατανάλωσης και για τη διασφάλιση της ποιότητας παροχής της ηλεκτρικής
ενέργειας μέσω του Συστήματος... όπως ορίζονται στα άρθρα έως 99 του άνω
Κώδικα», στο άρθρο 100: «Υποχρεώσεις του Διαχειριστή του Συστήματος για τις
Επικουρικές Υπηρεσίες και τη Συμπληρωματική Ενέργεια Συστήματος» ορίζεται ότι
«1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος είναι υπεύθυνος για τον προγραμματισμό και
για τη διαχείριση των Επικουρικών Υπηρεσιών και της Συμπληρωματικής Ενέργειας
Συστήματος. Για το σκοπό αυτό: α) εποπτεύει σχετικά με τη δυνατότητα των Κατανεμόμενων Μονάδων να παρέχουν Επικουρικές Υπηρεσίες
σύμφωνα με τα Καταχωρημένα Χαρακτηριστικά τους, β)... και γ) συνάπτει τις
Συμβάσεις Επικουρικών Υπηρεσιών, τις Συμβάσεις Συμπληρωματικής Ενέργειας
Συστήματος και τις Συμβάσεις Εφεδρείας Εκτάκτων Αναγκών. 2. Ο Διαχειριστής του
Συστήματος μεριμνά ώστε συνολικά να είναι διαθέσιμες οι αναγκαίες Επικουρικές
Υπηρεσίες για την εύρυθμη και ασφαλή λειτουργία του Συστήματος.... 3.... 5. Ο
Διαχειριστής του Συστήματος εκδίδει εντολές παροχής Επικουρικών Υπηρεσιών, και
εντολές Ετοιμότητας Παροχής ή Παροχής Συμπληρωματικής Ενέργειας Συστήματος,
μέσω του Προγράμματος Κατανομής ή/και της έκδοσης Εντολών Κατανομής», στο άρθρο
101 ορίζεται η Μέθοδος υπολογισμού Αναμενόμενου Κόστους Επικουρικών Υπηρεσιών
και Συμπληρωματικής Ενέργειας Συστήματος, και στο άρθρο 102 προβλέπεται η
υποχρέωση των κατόχων άδειας παραγωγής για την παροχή των Επικουρικών Υπηρεσιών
και τη Συμπληρωματική Ενέργεια Συστήματος, συμμορφούμενοι προς τις Εντολές
Κατανομής που εκδίδει ο Διαχειριστής του Συστήματος. Ο τελευταίος οφείλει να
διασφαλίζει μέσω συμβάσεων με Συμβεβλημένες Μονάδες την επαρκή Διαθεσιμότητα Συμπληρωματικής
Ενέργειας Συστήματος, ώστε να υφίσταται Ετοιμότητα Παροχής υπό ανταγωνιστικούς
όρους, προκειμένου να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος μη κάλυψης του συνολικού
φορτίου του Συστήματος λόγω απρόβλεπτων καταστάσεων, καθώς και να μεριμνά για
τη σύναψη κατάλληλων συμβάσεων με Μονάδες Εφεδρείας στο πλαίσιο αποφυγής
Καταστάσεων Έκτακτης Ανάγκης (άρθρο 107 ΚΔΣ). Εξάλλου, στο άρθρο 118 ορίζεται
ότι «1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος επιτρέπεται να συνάπτει, κατόπιν
διαγωνισμού, Συμβάσεις Επικουρικών Υπηρεσιών με κατόχους άδειας παραγωγής
χωριστά κατά Μονάδα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του κατά το άρθρο 94
παράγραφος 3 του Ν. 4001/2011 όπως ισχύει...2. Οι συμβάσεις Επικουρικών
Υπηρεσιών αφορούν σε παροχή Επικουρικών Υπηρεσιών...», ήτοι όταν τούτο
απαιτείται «για την παροχή των επικουρικών υπηρεσιών και για τις ανάγκες
εξισορρόπησης των αποκλίσεων παραγωγής-ζήτησης κατά τη λειτουργία του
συστήματος σε πραγματικό χρόνο και στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του Κώδικα
Διαχείρισης του συστήματος» (άρθρο 94 παρ. 3 Ν. 4001/2011), στο άρθρο 142 ότι
«1. Ως απόκλιση Παραγωγής-Ζήτησης ορίζεται χωριστά κατά Προσφορά Έγχυσης και
Δήλωση Φορτίου και χωριστά κατά περίοδο Κατανομής, η διαφορά σε μεγαβατόρες (Mwh) μεταξύ της
ποσότητας ηλεκτρικής ενέργειας που προγραμματίζεται για έγχυση στο Σύστημα ή
για απορρόφηση από το Σύστημα σύμφωνα με το πρόγραμμα ΗΕΠ και της ποσότητας
ηλεκτρικής ενέργειας που εγχέεται στο Σύστημα ή απορροφάται
από το Σύστημα κατά τον πραγματικό χρόνο λειτουργίας όπως μετράται
για την ίδια Περίοδο Κατανομής και αντιστοιχίζεται στον Συμμετέχοντα και στην
υπόψη Προσφορά Έγχυσης και Δήλωση Φορτίου...», στο άρθρο 143 ότι «Η Εκκαθάριση
Αποκλίσεων περιλαμβάνει τη διευθέτηση των συναλλαγών σχετικά με τις Αποκλίσεις
Παραγωγής - Ζήτησης, τις Επικουρικές Υπηρεσίες και τους Λογαριασμούς
Προσαυξήσεων. Για το σκοπό αυτό, κατά τη διαδικασία Εκκαθάρισης Αποκλίσεων και
για κάθε Ημέρας Κατανομής υπολογίζονται: Α) Η ποσότητα ενέργειας των Αποκλίσεων
Παραγωγής-Ζήτησης και των Επιβεβλημένων καθώς και των Μη Επιβεβλημένων
Μεταβολών Παραγωγής (σε MWh), οι οποίες στη συνέχεια
αντιστοιχίζονται σε κάθε Συμμετέχοντα για κάθε Περίοδο Κατανομής. Β) Το
χρηματικό ποσό χρέωσης ή πίστωσης που αντιστοιχεί σε Αποκλίσεις
Παραγωγής-Ζήτησης και σε κάθε Συμμετέχοντα για μία Ημέρα Κατανομής, καθώς και
οι συμπληρωματικές χρεώσεις ή πιστώσεις οι οποίες αντιστοιχούν σε Επιβεβλημένες
και Μη Επιβεβλημένες Μεταβολές Παραγωγής και σε κάθε Συμμετέχοντα για την ίδια
Ημέρα Κατανομής. Γ) Το χρηματικό ποσό πίστωσης κάθε Συμμετέχοντα για την παροχή
των Επικουρικών Υπηρεσιών, τη Διαθεσιμότητα Παροχής Συμπληρωματικής Ενέργειας
και στο πλαίσιο των Συμβάσεων Εφεδρείας Εκτάκτων Αναγκών, μέσω του Λογαριασμού
Προσαυξήσεων του Διαχειριστή του Συστήματος. Δ) Οι χρεώσεις και πιστώσεις για
το Λογαριασμό Προσαυξήσεων, το Ειδικό Τέλος ΑΠΕ και τις Υπηρεσίες Δημοσίου
Συμφέροντος», στο άρθρο 144 ότι «1. Μετά την παρέλευση κάθε Ημέρας Κατανομής ο
Διαχειριστής του Συστήματος ενεργοποιεί τη Διαδικασία Εκκαθάρισης Αποκλίσεων, η
οποία ολοκληρώνεται εντός χρονικού διαστήματος τεσσάρων (4) ημερολογιακών
ημερών (Περίοδος Υπολογισμού Αποκλίσεων). Ως Ημέρα Υπολογισμού ορίζεται η
τελευταία ημέρα της Περιόδου Υπολογισμού Αποκλίσεων. 2. Οι Αποκλίσεις
Παραγωγής-Ζήτησης εκκαθαρίζονται σε ενιαία τιμή (€/MWh),
(Οριακή Τιμή Αποκλίσεων). 3... 4. Κατά την Περίοδο Υπολογισμού Αποκλίσεων
εκκαθαρίζονται επίσης οι συναλλαγές που σχετίζονται με τους Λογαριασμούς
Προσαυξήσεων, τις Επικουρικές Υπηρεσίες, τη Συμπληρωματική Ενέργεια και την
Εφεδρεία Εκτάκτων Αναγκών για κάθε Περίοδο Κατανομής», στο άρθρο 160 ότι «1.
Για την εκκαθάριση των ημερήσιων χρεώσεων και πιστώσεων στο πλαίσιο Εκκαθάρισης
Αποκλίσεων ο Διαχειριστής χρησιμοποιεί το Σύστημα Επίλυσης και Εκκαθάρισης των
Αποκλίσεων. 2. Κάθε Συμμετέχων οφείλει: Α) Να τηρεί τραπεζικό Λογαριασμό, σε
πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στην Ελλάδα (Λογαριασμός Εκκαθάρισης
Αποκλίσεων), για την πραγματοποίηση των πληρωμών ή εισπράξεων που του αναλογούν
μέσω τραπεζικών πράξεων, κατόπιν εντολών οι οποίες εκδίδονται από τον
Διαχειριστή του Συστήματος ως συνέπεια της Εκκαθάρισης Αποκλίσεων. Β) Να
διατηρεί σε ισχύ, καθόλη τη διάρκεια συμμετοχής του
στο Σύστημα Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος, εξουσιοδότηση προς τον
Διαχειριστή του Συστήματος, η οποία ισχύει και για τον εξουσιοδοτημένο από τον
Διαχειριστή του Συστήματος Φορέα Εκκαθάρισης ΗΕΠ, για την εκτέλεση τραπεζικών
πράξεων σχετικά με τον Λογαριασμό του. Γ) Να ενημερώνει αυθημερόν τον
Διαχειριστή του Συστήματος σχετικά με οποιαδήποτε αλλαγή οποιουδήποτε στοιχείου
του Λογαριασμού του, υποβάλλοντας έγγραφη βεβαίωση του πιστωτικού ιδρύματος....
6. Ο Διαχειριστής του Συστήματος τηρεί ειδικό λογιστικό λογαριασμό Εκκαθάρισης
Αποκλίσεων χωριστά για κάθε Συμμετέχοντα με σκοπό τη λογιστική παρακολούθηση
των πιστώσεων και χρεώσεων που τον αφορούν στο πλαίσιο της Εκκαθάρισης των
Αποκλίσεων...», στο άρθρο 161 ότι «1. Οι εντολές πιστώσεων και χρεώσεων
εκδίδονται κατά την Ημέρα Υπολογισμού και καταγράφονται σε Κατάσταση Αρχικής
Εκκαθάρισης Αποκλίσεων, η οποία κοινοποιείται σε κάθε Συμμετέχοντα κατά το
μέρος που τον αφορά. 2. Η Κατάσταση Αρχικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων περιλαμβάνει
ιδίως: Α) Τις χρεώσεις και πιστώσεις κάθε Συμμετέχοντα για κάθε Περίοδο
Κατανομής και για κάθε μία από τις δραστηριότητές του αναλυτικά. Β) Το συνολικό
χρηματικό ποσό που τελικά προκύπτει ως χρέωση ή πίστωση για κάθε Συμμετέχοντα.
Γ) Τα δεδομένα μετρήσεων για κάθε Περίοδο Κατανομής τόσο για κάθε Μετρητή όσο
και ανά Κατηγορία Μετρητών που εκπροσωπεί κάθε Συμμετέχων. Δ) Τις Εντολές
Κατανομής που σχετίζονται με τον υπολογισμό των παραπάνω χρεώσεων και
πιστώσεων.... 3. Συμμετέχων που αμφισβητεί το περιεχόμενο της Κατάστασης
Αρχικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων, απευθύνει εγγράφως και εντός προθεσμίας
τεσσάρων (4) ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση της Κατάστασης Αρχικής
Εκκαθάρισης Αποκλίσεων αιτιολογημένες αντιρρήσεις στον Διαχειριστή του
Συστήματος. 4. Ο Διαχειριστής του Συστήματος αποφαίνεται αιτιολογημένα επί των
αντιρρήσεων και εκδίδει την Κατάσταση Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων. Τυχόν
διαφορά μεταξύ των μερών επιλύεται κατά τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο
10 του παρόντος Κώδικα. 5. Τη δέκατη τέταρτη (14) ημερολογιακή ημέρα από την
Ημέρα Κατανομής, ο Διαχειριστής του Συστήματος κοινοποιεί σε κάθε Συμμετέχοντα
την Κατάσταση Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων που τον αφορά και αποστέλλει σε
κάθε Συμμετέχοντα τα σχετικά παραστατικά και προβαίνει στην έκδοση των σχετικών
τραπεζικών εντολών. 6. Η Κατάσταση Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων εκδίδεται
κατά τον τόπο και το περιεχόμενο της Κατάστασης Αρχικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων.
7. Σε κάθε περίπτωση, ο Συμμετέχων προς τον οποίο κοινοποιείται Κατάσταση
Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων οφείλει να εξοφλεί τις χρεώσεις και να λαμβάνει
τις πιστώσεις που αναφέρονται σε αυτή κατά την Ημέρα Πληρωμής. Η παραπάνω
υποχρέωση είναι ανεξάρτητη τυχόν ενστάσεων του Συμμετέχοντος και η μη
συμμόρφωση προς αυτήν επάγεται συνέπειες κατά το άρθρο 163 του παρόντος Κώδικα.
8. Ο Συμμετέχων που συνεργάζεται με τον Διαχειριστή του Συστήματος για την
επίλυση της διαφωνίας που προέκυψε σε σχέση με ορισμένη Κατάσταση Αρχικής
Εκκαθάρισης Αποκλίσεων, είναι υποχρεωμένος να καταβάλει τις τυχόν δαπάνες με
τις οποίες επιβαρύνεται ο Διαχειριστής του Συστήματος για την πραγματοποίηση
επαναληπτικών υπολογισμών εκκαθάρισης. Τα ποσά αυτά επιστρέφονται στον
Συμμετέχοντα, εάν από τη διενέργεια επαναληπτικών υπολογισμών προκύψει ότι η
Κατάσταση Αρχικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων ήταν λανθασμένη. Οι δαπάνες αυτές
εγγράφονται στην Κατάσταση Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων. 9...», στο άρθρο 162
ότι «1. Στο πλαίσιο της διαδικασίας Εκκαθάρισης Αποκλίσεων πραγματοποιούνται
μεταφορές κεφαλαίων μεταξύ των Λογαριασμών Εκκαθάρισης Αποκλίσεων του
Εκκαθαριστή και κάθε Συμμετέχοντα αντίστοιχα. 2. Συμμετέχων, ο οποίος έχει
καταστεί οφειλέτης βάσει της Κατάστασης Τελικής Εκκαθάρισης Αποκλίσεων
υποχρεούται να προβεί σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε να ολοκληρωθεί η
μεταφορά των οφειλόμενων ποσών προς το Λογαριασμό Εκκαθάρισης Αποκλίσεων του
Διαχειριστή του Συστήματος εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 161
του παρόντος Κώδικα. 3. Με τη λήξη της ως άνω προθεσμίας ο Διαχειριστής του
Συστήματος ελέγχει τις διενεργηθείσες μεταφορές κεφαλαίων προς τον Λογαριασμό
Εκκαθάρισης Αποκλίσεων του Διαχειριστή του Συστήματος, εγγράφει τις σχετικές
πληρωμές κάθε Συμμετέχοντα στον ειδικό λογιστικό λογαριασμό Αποκλίσεων του
Συμμετέχοντα και μεριμνά για τη μεταφορά τυχόν σχετικού ποσού στον Λογαριασμό
Εκκαθάρισης Αποκλίσεων του κάθε Συμμετέχοντα», στο άρθρο 163 ότι «1. Σε
περίπτωση υπερημερίας Συμμετέχοντος, ο Διαχειριστής του Συστήματος μεριμνά ώστε
να ολοκληρωθεί η εκκαθάριση του Λογαριασμού Εκκαθάρισης Αποκλίσεων πριν από τη
λήξη των τραπεζικών εργασιών της συγκεκριμένης Ημέρας Πληρωμής και για το σκοπό
αυτό ενεργεί τα ακόλουθα: Α) Προβαίνει σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε να
ικανοποιηθεί μέσω των εγγυήσεων που έχει παράσχει ο υπερήμερος Συμμετέχων και
ενημερώνει τον υπερήμερο Συμμετέχοντα, τους λοιπούς Συμμετέχοντες καθώς και τον
Φορέα Εκκαθάρισης σχετικά με την υπερημερία. Β) Εάν δεν εξοφλείται πλήρως η
ληξιπρόθεσμη οφειλή, καλύπτει το έλλειμμα μέσω του Λογαριασμού Αποθεματικού και
προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την έντοκη είσπραξη της ληξιπρόθεσμης
οφειλής καθώς και κάθε θετικής ζημίας που υπέστη λόγω υπερημερίας. Γ) Ο
υπερήμερος Συμμετέχων οφείλει να προβεί άμεσα σε κάθε απαραίτητη ενέργεια ώστε
να εκπληρώνει την υποχρέωση παροχής εγγύησης που του αναλογεί κατά το άρθρο 179
του παρόντος Κώδικα. 2. Ο Διαχειριστής του Συστήματος δικαιούται να καταγγείλει
τη Σύμβαση Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας για τους
Εκπρόσωπους Φορτίου που καθίστανται υπερήμεροι ως προς την εκπλήρωση των οικονομικών
τους υποχρεώσεων κατά την εκκαθάριση Αποκλίσεων», στο άρθρο 164 ότι «1. Για την
κάλυψη τυχόν ελλείμματος των συναλλαγών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του
Συστήματος Συναλλαγών του Διαχειριστή του Συστήματος, ο Διαχειριστής του
Συστήματος τηρεί Λογαριασμό Αποθεματικού. 2. Οι δαπάνες τήρησης του Λογαριασμού
Αποθεματικού, καθώς και κάθε άλλο χρηματοοικονομικό κόστος που σχετίζεται με
αυτόν, χρεώνονται σε ειδικό δευτεροβάθμιο λογαριασμό του Λογαριασμού
προσαυξήσεων σχετικά με το Λογαριασμό Αποθεματικού. 3. Εάν επιτευχθεί είσπραξη
της ληξιπρόθεσμης οφειλής που καλύφθηκε από το Λογαριασμό Αποθεματικού, ο
Διαχειριστής του Συστήματος πιστώνει το ποσό της είσπραξης στο Λογαριασμό
Αποθεματικού», και στο άρθρο 179 ότι «1. Κάθε Συμμετέχων οφείλει κατά τη διάρκεια
ισχύος της Σύμβασης Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας να
προσκομίζει εγγυήσεις για την εκπλήρωση του συνόλου των υποχρεώσεών του που
πηγάζουν από τη Σύμβαση αυτή. Η προσκόμιση των εγγυήσεων αυτών αποτελεί
προϋπόθεση για τη συμμετοχή του Συμμετέχοντος στο Σύστημα ΗΕΠ και στο Σύστημα
Συναλλαγών Διαχειριστή Συστήματος». Επίσης, κατά το άρθρο 276, ο Διαχειριστής
του Συστήματος επιμερίζει το ετήσιο κόστος του Συστήματος κατά 100% σε όλους
τους Χρήστες του Συστήματος και υπολογίζει το ποσό χρέωσης για κάθε Χρήστη του
Συστήματος. Από τα ανωτέρω συνάγονται τα ακόλουθα: Ο εθνικός νομοθέτης,
προκειμένου να εναρμονιστεί με τους θεσπισθέντες με τις Οδηγίες του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου κοινούς κανόνες για την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διανομή
ηλεκτρικής ενέργειας, επέλεξε, ασκώντας την προς τούτο ευχέρεια επιλογής που
του παρεχόταν, ως σχήμα λειτουργίας της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας
αυτό της χονδρεμπορικής αγοράς, αποσκοπώντας στον
εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη όλων των δραστηριοτήτων του ενεργειακού τομέα,
ώστε να εξασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός της χώρας, και την εφαρμογή
βιώσιμης πολιτικής για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την ενίσχυση
της ανταγωνιστικότητας εντός της ενιαίας ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς. Προς
τούτο, η άσκηση Ενεργειακών Δραστηριοτήτων τελεί υπό την εποπτεία του Κράτους,
η οποία ασκείται από Υπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
και τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ). Συμμετέχοντες στις δραστηριότητες
ηλεκτρικής ενέργειας, είναι, εκτός των άλλων, παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας,
δηλαδή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο παράγει ηλεκτρική ενέργεια, οι
οποίοι, ύστερα από την κατάρτιση της κατωτέρω αναφερόμενης Σύμβασης Συναλλαγών
ΗΕΠ, εγχέουν αυτήν στο Ελληνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΜΗΕ),
το οποίο είναι οι γραμμές υψηλής τάσης, οι εγκατεστημένες στην Ελληνική
Επικράτεια διασυνδέσεις, χερσαίες ή θαλάσσιες και όλες οι εγκαταστάσεις,
εξοπλισμός και εγκαταστάσεις ελέγχου που απαιτούνται για την ομαλή, ασφαλή και
αδιάλειπτη διακίνηση ηλεκτρικής ενέργειας από ένα σταθμό παραγωγής σε ένα
υποσταθμό, από ένα υποσταθμό σε έναν άλλο ή προς ή από οποιαδήποτε διασύνδεση,
καθώς και οι προμηθευτές, οι οποίοι, μετά την σύναψη σχετικής σύμβασης, για την
οποία γίνεται λόγος κατωτέρω, απορροφούν την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας για
την οποία έχουν υποβάλει δήλωση, ώστε μετά τη μεταφορά της μέσω του δικτύου
διανομής να παραδοθεί στους πελάτες τους, ήτοι τους τελικούς καταναλωτές. Στο
πλαίσιο αυτό, ο παραγωγός πωλεί το παραγόμενο αγαθό,
ο δε προμηθευτής αγοράζει τούτο. Με τον τρόπο που είναι οργανωμένη, κατά το
νομοθετικό πλαίσιο που αναλύθηκε ανωτέρω, η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, οι
παραγωγοί και οι προμηθευτές αυτής δεν συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς συμβάσεις
για την πώληση. Το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει
ένα σύστημα υποχρεωτικής κατάρτισης, με προσχώρηση των παραγωγών και
προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, μιας αναγκαστικής σύμβασης, η οποία
ρυθμίζεται με τους κατωτέρω κανόνες, χωρίς να μπορούν να επιλέξουν τον
αντισυμβαλλόμενό τους, ούτε να διαπραγματευθούν τους όρους της σύμβασης. Την
οργάνωση της αγοράς διαχειρίζονται στα διάφορα στάδια αυτής, συγκεκριμένοι
θεσμικοί φορείς, ένας από τους οποίους ήταν, υπό το ισχύον στην κρινόμενη
υπόθεση νομικό καθεστώς, ο Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΛΑΓΗΕ Α.Ε.,
πρώην ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.), ήδη μετονομασθείσα ως
«Διαχειριστής ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης» με τον διακριτικό τίτλο «ΔΑΠΕΕΠ
Α.Ε.» (δυνάμει του άρθρου 98 παρ.5 του Ν.4512/2018, το οποίο τροποποίησε το
άρθρο 118 του Ν.4001/2011), δηλαδή η ήδη αναιρεσείουσα
εταιρεία. Σύμφωνα με την προβλεφθείσα οργάνωση της
σχετικής αγοράς οι συμμετέχοντες στην αγορά υποβάλλουν προς τον Λειτουργό της
Αγοράς ανάλογα με τη δραστηριότητά τους είτε (α) «προσφορές έγχυσης», όταν
επιθυμούν να τροφοδοτήσουν το σύστημα με ηλεκτρική ενέργεια (π.χ. παραγωγοί,
εισαγωγείς), είτε (β) «δηλώσεις φορτίου», όταν επιθυμούν να απορροφήσουν
ενέργεια από το σύστημα (π.χ. προμηθευτές, εξαγωγείς).
Με τη Δήλωση Φορτίου ο εκπρόσωπος φορτίου δηλώνει προς τον Λειτουργό της
Αγοράς, κατά το άρθρο 17 του ΚΔΣ, την προβλεπόμενη ποσότητα ενέργειας την οποία
θα απορροφήσουν την επόμενη ημέρα οι πελάτες του. Ο Λειτουργός της Αγοράς
αντιστοιχίζει την προσφορά με τη ζήτηση προκειμένου να προγραμματισθεί η λειτουργία
της αγοράς κατά την επόμενη ημέρα κατά τον πλέον οικονομικό τρόπο, δηλαδή
διαμορφώνει σειρά τάξης μεταξύ των μονάδων παραγωγής που μπορούν να
λειτουργήσουν έτσι ώστε να καλυφθεί η ζήτηση. Όλες οι συναλλαγές εκκαθαρίζονται
στην Οριακή Τιμή του Συστήματος (ΟΤΣ), που καθορίζεται από το σημείο τομής
μεταξύ προσφοράς και ζήτησης. Οι υποβάλλοντες προσφορές έγχυσης, δηλαδή ιδίως
οι παραγωγοί, λαμβάνουν αμοιβή για την ενέργεια που εγχέουν στο Σύστημα και οι
Εκπρόσωποι Φορτίου, δηλαδή ιδίως οι προμηθευτές, καταβάλλουν πληρωμές για την
ενέργεια που απορροφούν από το Σύστημα. Οι πληρωμές αυτές πραγματοποιούνταν
μέσω του Λειτουργού της Αγοράς, ήτοι της εταιρίας «ΛΑΓΗΕ Α.Ε.», η οποία
αποτελούσε τον εκ του νόμου αποκλειστικό εκκαθαριστή της αγοράς (άρθρο 118 Ν. 4001/2011)
και τον υποχρεωτικό ενδιάμεσο φορέα μεταξύ παραγωγών και προμηθευτών. Εξάλλου ο
νόμος 3468/2006, με τον οποίο τέθηκαν δεσμευτικοί εθνικοί στόχοι σύμφωνα με την
Οδηγία 2001/77/ΕΚ, συμπεριέλαβε στα άρθρα 9 επ.,
μεταξύ άλλων, ρυθμίσεις σχετικά με την κατά προτεραιότητα ένταξη των σταθμών
παραγωγής από ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας) στο Σύστημα ή το Δίκτυο (άρθρο
9) καθώς και στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά (άρθρο 10), τη σύναψη συμβάσεων
πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας (άρθρο 12) και την τιμολόγηση της ηλεκτρικής
ενέργειας από ΑΠΕ (άρθρο 13), καταργώντας τις προϊσχύσασες
διατάξεις των άρθρων 35 παρ. 1-3, 36, 37, 38 και 39 του νόμου 2773/1999 (άρθρο
28 παρ. 1 περ. β', βλ. και άρθρο 27 παρ. 7). Ακολούθως, με τον νόμο 3851/2010,
με τον οποίο επήλθαν ευρείας έκτασης τροποποιήσεις επιμέρους διατάξεων του
νόμου 3468/2006, επιδιώχθηκε, σε συμμόρφωση προς την Οδηγία 2009/28/ΕΚ, η
προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ως περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα
ύψιστης σημασίας για την χώρα. Για τον σκοπό της εκπληρώσεως των διεθνών
δεσμεύσεων και των συναφών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων της χώρας προς μείωση των
εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου, κρίθηκε αναγκαία η μεταβολή του ισχύοντος
θεσμικού πλαισίου για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Με τον νόμο δε αυτόν
(3751/2010) καθορίσθηκαν οι εθνικοί στόχοι για τις ΑΠΕ μέχρι το 2020 και,
περαιτέρω, τροποποιήθηκαν οι σχετικές με τις συμβάσεις πώλησης και με την
τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ διατάξεις του Ν. 3468/2006 (άρθρα 1
και 5 παρ. 1 και 2 Ν. 3851/2010). Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Ν.
3468/2006, όπως ίσχυε μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 5 παρ. 1 του νόμου
3851/2010: «1. Για την ένταξη σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε.
ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. στο Σύστημα ή στο Δίκτυο, περιλαμβανομένου και του Δικτύου των Μη
Διασυνδεδεμένων Νησιών, σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 10, ο Διαχειριστής του
Συστήματος, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας συνδέονται
στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου ή ο Διαχειριστής Μη
Διασυνδεδεμένων Νησιών, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται με το
Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών, υποχρεούνται να συνάπτουν σύμβαση πώλησης
ηλεκτρικής ενέργειας με τον κάτοχο της άδειας παραγωγής της. 2. Η Σύμβαση
Πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από σταθμούς Α.Π.Ε. και Σ.Η.Θ.Υ.Α.
ισχύει για είκοσι (20) έτη και μπορεί να παρατείνεται, σύμφωνα με τους όρους
της άδειας αυτής, μετά από έγγραφη συμφωνία των μερών, εφόσον ισχύει η σχετική
άδεια παραγωγής. ... 3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, μετά από εισήγηση
του αρμόδιου Διαχειριστή και γνώμη της Ρ.Α.Ε., καθορίζονται ο τύπος, το
περιεχόμενο και η διαδικασία κατάρτισης των συμβάσεων πώλησης ηλεκτρικής
ενέργειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε
ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια». Με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου
έλαβε χώρα τροποποίηση των προβλέψεων του άρθρου 13 του Ν. 3468/2006 σχετικά με
την τιμολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας. Περαιτέρω, κατ' εφαρμογήν
της προμνησθείσης εξουσιοδοτικής διατάξεως της
παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε κατά τα προεκτεθέντα, εκδόθηκε η απόφαση Α.Υ/Φ1/οικ.17149/30.8.2010
της Υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (ΦΕΚ Β' 1497). Με
αυτήν καθορίσθηκαν (άρθρο 1) ο τύπος και το συνολικό περιεχόμενο των συμβάσεων
πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας που συνάπτονται μεταξύ του Διαχειριστή του
Συστήματος (ήδη τότε ΛΑΓΗΕ ΑΕ) και των παραγωγών, οι οποίοι αξιοποιούν
ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, συμμετέχοντας στη συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και
θερμότητας υψηλής απόδοσης, και συνδέονται στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο
Δίκτυο της χώρας. Το άρθρο πρώτο του προτύπου συμβάσεως προβλέπει ότι η ΛΑΓΗΕ
ΑΕ αναλαμβάνει την υποχρέωση να αγοράζει ηλεκτρική ενέργεια από τον παραγωγό
ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ και αντίστοιχα ο παραγωγός να πωλεί την ενέργεια αυτή στη ΛΑΓΗΕ ΑΕ, ενώ το άρθρο δεύτερο
προβλέπει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη υποχρεούνται να ενεργούν σύμφωνα με τις
διατάξεις των οικείων κωδίκων διαχείρισης «καθώς επίσης και με το σύνολο του
νομοθετικού πλαισίου που διέπει την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας». Το άρθρο
έβδομο αναφέρεται στην τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας και ορίζει, εκτός των
άλλων, τα εξής: «Ο Παραγωγός, ο σταθμός του οποίου συνδέεται στα δίκτυα
χαμηλής, μέσης ή υψηλής τάσης και λειτουργεί παράλληλα με το διασυνδεδεμένο
σύστημα, δικαιούται να λαμβάνει το τίμημα που αντιστοιχεί στο σύνολο της
καθαρής παραγωγής ενέργειας που παραδίδει στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο
Δίκτυο και απορροφάται από αυτό σύμφωνα με τις
διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 3468/2006, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 27Α
του Ν. 3734/2009 και το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010, καθώς και τη λοιπή νομοθεσία
που διέπει την αγορά και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας». Το άρθρο δωδέκατο, με
τίτλο «Λογαριασμοί και Πληρωμές», προβλέπει περαιτέρω τα ακόλουθα: «1. Ο υπολογισμός του τιμήματος της ηλεκτρικής
ενέργειας που εγχύθηκε στο Σύστημα ή το Διασυνδεδεμένο Δίκτυο και απορροφήθηκε από αυτό γίνεται από το ΛΑΓΗΕ σύμφωνα με τον
Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας, το Ν.
3468/2006, το άρθρο 27Α του Ν. 3734/2009, το άρθρο 5 του Ν. 3851/2010 και τη
λοιπή κείμενη νομοθεσία. Προς τούτο αποστέλλεται στον Παραγωγό σχετικό σημείωμα
στο οποίο αναφέρονται και τυχόν χρέωση αέργου ισχύος
και τυχόν απαιτήσεις του ΛΑΓΗΕ κατ' αυτού. Ο Παραγωγός βάσει του πιο πάνω
σημειώματος εκδίδει τιμολόγιο, στο οποίο οι απαιτήσεις αυτές συμψηφίζονται με
το τίμημα που ο ΛΑΓΗΕ πρέπει να καταβάλει στον Παραγωγό. Το τιμολόγιο του
Παραγωγού αποστέλλεται στο ΛΑΓΗΕ για εξόφληση και είναι πληρωτέο μέσα σε είκοσι
(20) ημέρες από την κατάθεσή του στο ΛΑΓΗΕ. 2. Η εξόφληση του τιμολογίου του
Παραγωγού γίνεται μέσα στην προθεσμία της προηγούμενης παραγράφου, ακόμη και αν
υπάρχουν αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις από οποιοδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη
όσον αφορά την ακρίβεια του λογαριασμού. Το συμβαλλόμενο μέρος που έχει
αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις τις γνωστοποιεί αμελλητί στο άλλο μέρος. Σε περίπτωση
που τελικά διαπιστωθεί σφάλμα, το συμβαλλόμενο μέρος σε βάρος του οποίου
προκύπτει διαφορά, οφείλει να την επιστρέψει στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος
έντοκα, με το νόμιμο τόκο της υπερημερίας από την ημέρα εξόφλησης των
τιμολογίων, μέχρι την ημέρα επιστροφής της διαφοράς. 3. Σε περίπτωση
καθυστέρησης της εξόφλησης λογαριασμού ή τιμολογίου πέραν της προθεσμίας της
παρ. 1 του παρόντος άρθρου, ο ΛΑΓΗΕ οφείλει να πληρώσει στον Παραγωγό και τόκο
υπερημερίας επί του οφειλομένου ποσού, από την
επομένη της λήξης της προθεσμίας εξόφλησης και χωρίς άλλη ειδοποίηση. 4. Η
εκκαθάριση και οι πληρωμές θα γίνονται από το ΛΑΓΗΕ σύμφωνα με τις διατάξεις
του Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος και Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας».
Εξάλλου, με το άρθρο 40 του νόμου 2773/1999 συνεστήθη
ειδικός λογαριασμός, υπό την διαχείριση της ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ και μετέπειτα, κατά το
άρθρο 143 του νόμου 4001/2001, της ΛΑΓΗΕ ΑΕ, για την πληρωμή των παραγωγών
ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ και συμπαραγωγή, με τις τιμές που, κατά τα
προαναφερθέντα, ορίζονται με νόμο και δυνάμει των οποίων συνομολογούνται
οι οικείες συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας. Ειδικότερα, προβλέφθηκε ότι
«1. Ο Διαχειριστής του Συστήματος και ο Διαχειριστής του Δικτύου ανακτούν
πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλόμενους σύμφωνα με τα άρθρα 35,
36, 37, 38 και 39 μέσω ειδικού Λογαριασμού τον οποίο διαχειρίζεται ο
Διαχειριστής του Συστήματος. 2. Ο Διαχειριστής του Συστήματος υποχρεούται να
συστήσει το αργότερο μέχρι την 30ή Απριλίου 2001 τον ειδικό Λογαριασμό της
προηγούμενης παραγράφου. 3. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού είναι: (α) Τα ποσά
που καταβάλλουν οι κάτοχοι άδειας παραγωγής και προμήθειας του Συστήματος μέσω
της διαδικασίας διευθέτησης των Αποκλίσεων Παραγωγής-Ζήτησης του άρθρου 20, τα
οποία αναλογούν στην ισχύ που εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο Σύστημα από το
Διαχειριστή του Συστήματος κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 35, 37 και 38. (β) Τα ποσά
που καταβάλλει η Δ.Ε.Η. ως αποκλειστικός Προμηθευτής στα Μη Διασυνδεδεμένα
Νησιά... (γ)... Το Ειδικό Τέλος για τη Μείωση Εκπομπών Αερίων Ρύπων (ΕΤΜΕΑΡ),
που επιμερίζεται ομοιόμορφα για όλη την ελληνική επικράτεια σε κάθε Πελάτη,
περιλαμβανομένων και των αυτοπαραγωγών, σύμφωνα με
μεθοδολογία η οποία καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Περιβάλλοντος,
Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, που εκδίδεται μετά από γνώμη της Ρ.Α.Ε., και
η οποία λαμβάνει υπόψη την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνει ο κάθε
Πελάτης και συντελεστές που διαφοροποιούν τον επιμερισμό κατά κατηγορία
Πελατών, έτσι ώστε να προκύπτει χρέωση που εξισορροπεί τις οικονομικές
συνέπειες μεταξύ των κατηγοριών Πελατών. Οι αριθμητικές τιμές των συντελεστών
της ανωτέρω μεθοδολογίας προσδιορίζονται κάθε έτος με απόφαση του Υπουργού
Ανάπτυξης μετά από πρόταση της Ρ.Α.Ε., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της
Κυβερνήσεως. ...». Ρύθμιση σχετικά με τον αυτό λογαριασμό περιέλαβε και το
άρθρο 143 του νόμου 4001/2011, με το οποίο, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο στην
κρινόμενη περίπτωση χρόνο, ορίσθηκαν τα εξής: «1. Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ και η ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ
ανακτούν πλήρως τα ποσά που καταβάλλουν στους αντισυμβαλλόμενους κατά τις
διατάξεις της περίπτωσης θ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 118 και της περίπτωσης
η' της παραγράφου 2 του άρθρου 129 αντίστοιχα, μέσω του ειδικού διαχειριστικού
Λογαριασμού, όπως αυτός δημιουργήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 40 του νόμου
2779/1999, τον οποίο διαχειρίζεται η ΛΑΓΗΕ ΑΕ. 2. Έσοδα του ειδικού Λογαριασμού
είναι: (α) Τα ποσά που καταβάλλουν οι παραγωγοί και οι προμηθευτές στο πλαίσιο
του ημερήσιου ενεργειακού προγραμματισμού του άρθρου 120 και της Εκκαθάρισης
των Αποκλίσεων παραγωγής - ζήτησης κατά το άρθρο 105, τα οποία αναλογούν στην
ισχύ που εντάσσεται κατά προτεραιότητα στο σύστημα μεταφοράς και στο δίκτυο
διανομής της ηπειρωτικής χώρας και των συνδεδεμένων με αυτά νησιών κατά τα
οριζόμενα στον Ν. 3851/2010 (β) Τα ποσά που καταβάλλουν οι Προμηθευτές στα Μη
Διασυνδεμένα Νησιά, μετά την λήψη διαφόρων νομοθετικών και κανονιστικών μέτρων
κατά τα έτη 2012 και 2013 για την αντιμετώπιση του ελλείμματος του ανωτέρω
Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του Ν. 2773/1999 (εφεξής: "Ειδικός
Λογαριασμός ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ"), τα οποία οδήγησαν σε σημαντική μείωση του
ρυθμού αύξησής του, όχι όμως και στον πλήρη μηδενισμό του (βλ. εισηγητική
έκθεση του Ν. 4254/2014). Με τη διάταξη του άρθρου πρώτου παράγραφος ΙΓ του εν
λόγω νόμου 4254/2014 ("Μέτρα στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής
οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του Ν. 4046/2012 ...") θεσπίσθηκαν νέες
ρυθμίσεις για την τιμολόγηση της παραγόμενης από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ ηλεκτρικής
ενέργειας, προς επίλυση των προβλημάτων που αντιμετώπιζε η αγορά των Α.Π.Ε. και
είχαν οδηγήσει στην έλλειψη ρευστότητας και συνακόλουθα σε μεγάλες
καθυστερήσεις στις πληρωμές προς τους παραγωγούς καθώς και η ρύθμιση θεμάτων
τιμολόγησης ΣΗΘΥΑ. Οι βασικές αρχές σχεδιασμού των εισαχθεισών ρυθμίσεων
συνοψίζονται ως εξής: Διασφάλιση ασφαλούς και φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας
Αντιμετώπιση του συσσωρευμένου χρέους του Ειδικού Λογαριασμού του άρθρου 40 του
Ν. 2773/1999 Διασφάλιση της βιωσιμότητας του ανωτέρω Ειδικού Λογαριασμού χωρίς
την δημιουργία νέων ελλειμμάτων, σε μακροχρόνια βάση Προστασία των καταναλωτών
από υπέρμετρες αυξήσεις στο Ειδικό Τέλος Εκπομπής Αερίων Ρύπων (Ε.Τ.Μ.Ε.Α.Ρ.)
το οποίο, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, θα αυξηθεί σημαντικά· Συμμετοχή στα νέα
μέτρα όλων των έργων και τεχνολογιών κατά το δυνατόν ανάλογα με τα περιθώρια
απόδοσης των σχετικών επενδύσεων, παράγοντας στον οποίο αντικατοπτρίζεται και η
συμμετοχή τους στην δημιουργία του ελλείμματος Θέσπιση κριτηρίων με σκοπό την
αξιολόγηση των αποδόσεων των επενδύσεων και της βιωσιμότητας αυτών .... Στο
πλαίσιο αυτών των αναγκών και προτεραιοτήτων, με την υποπαράγραφο
ΙΓ.1 της ως άνω παραγράφου ΙΓ του άρθρου πρώτου του Ν. 4254/2014 έγινε
επανακαθορισμός (κατά κανόνα μείωση) των τιμών τιμολόγησης της ηλεκτρικής
ενέργειας που παράγεται από λειτουργούντες σταθμούς
ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, με έναρξη εφαρμογής των νέων τιμών την 1η Απριλίου 2014. Στην
επόμενη υποπαράγραφο ΙΓ.3, η οποία φέρει τον τίτλο
"Παροχή έκπτωσης", ορίζονται τα ακόλουθα (περ. 1): «1. Εντός δύο (2)
μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, οι παραγωγοί ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ
... προβαίνουν στην έκδοση και παράδοση πιστωτικού τιμολογίου με βάση το Ειδικό
Ενημερωτικό Σημείωμα που θα εκδώσουν ο ΛΑΓΗΕ για το Διασυνδεδεμένο Σύστημα και
ο ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών. Οι παραγωγοί ΑΠΕ και
ΣΗΘΥΑ υποχρεούνται να εκδώσουν πιστωτικό τιμολόγιο κατά τον Κώδικα Φορολογικής
Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ) (Ν. 4093/2012), με το οποίο παρέχουν έκπτωση επί
της συνολικής αξίας της εγχεόμενης κατά το 2013 ενέργειας α) σε ποσοστό...
2.Μέχρι την έκδοση και παράδοση στο ΛΑΓΗΕ του πιστωτικού τιμολογίου που
αναφέρεται στην περίπτωση αυτή, αναστέλλεται η υποχρέωση του ΛΑΓΗΕ για το
Διασυνδεδεμένο Σύστημα και του ΔΕΔΔΗΕ για το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων
Νησιών, καταβολής τιμήματος για την ποσότητα ενέργειας που έχει παραδοθεί και
δεν έχει εξοφληθεί.». Στην δε υποπαράγραφο ΙΓ.13
προβλέπεται ότι «η ισχύς των διατάξεων της παρούσας παραγράφου αρχίζει από τη
δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν
ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις της». Με τον νεότερο νόμο
4425/2016, με τον οποίο επιχειρείται η αναδιοργάνωση της ελληνικής αγοράς
ενέργειας, σε εφαρμογή της νομοθεσίας για την ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής
αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και ιδίως των διατάξεων των αναφερόμενων στο άρθρο
4 αυτού Κανονισμών (ΕΚ) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου
προβλέφθηκε ρητώς στο άρθρο 11 παρ. 1, υπό την αρχική του μορφή (πριν την
κατάργησή του με τον Ν. 4512/2018 και την αντικατάστασή του με νεότερες
ρυθμίσεις), ότι πέραν των αρμοδιοτήτων οι οποίες προβλέπονται στους Κανονισμούς
(ΕΚ) 714/2009 και (EE) 2015/1222, οι Διαχειριστές των Αγορών είναι αρμόδιοι για
την Κάλυψη, την Εκκαθάριση και το Διακανονισμό των Συναλλαγών, βάσει των
κανόνων λειτουργίας των Αγορών του άρθρου 8, όπως καθορίζονται στους επιμέρους
Κώδικες. Οι αρμοδιότητες αυτές, που αφορούν, μεταξύ άλλων, και την κάλυψη των
Συναλλαγών που διενεργούνται στις Αγορές, σε περίπτωση αδυναμίας των
Συμμετεχόντων να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις (περ. α), ενώ
στην παράγραφο 6 εδ. β' του ίδιου άρθρου προβλεπόταν,
με μεταβατική διάταξη, ότι μέχρι τη θέση σε ισχύ των αντίστοιχων Κωδίκων των
Αγορών, οι ρυθμίσεις σχετικά με την Κάλυψη των Συναλλαγών καθορίζονται με
απόφαση της ΡΑΕ μετά από σχετική εισήγηση του αρμόδιου Διαχειριστή, ενώ και
στην παράγραφο 2 του άρθρου 16 (μεταβατικές διατάξεις) υπό την αρχική του μορφή
προβλεπόταν ότι ο Διαχειριστής του ΕΣΜΗΕ ασκεί τις αρμοδιότητες του άρθρου 11
μετά την εκκίνηση της Αγοράς Εξισορρόπησης και ότι η αρμοδιότητα της ανωτέρω
περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 11 (δηλαδή η αρμοδιότητα κάλυψης) δεν
αφορούσε ελλείμματα που δημιουργήθηκαν από τη λειτουργία της αγοράς που
προβλέπεται στο Ν. 4001/2011. Οι προπαρατιθέμενες
νεότερες ρυθμίσεις αφορούν την εκ του νόμου πλέον προβλεπόμενη ευθύνη των
διαχειριστών ειδικώς προς κάλυψη των συναλλαγών στην περίπτωση αδυναμίας των
συμμετεχόντων να εκπληρώσουν τις οικονομικές τους υποχρεώσεις μετά την εκκίνηση
της Αγοράς Εξισορρόπησης, ευθύνη μη περιλαμβάνουσα τα ελλείμματα από τη
λειτουργία της αγοράς, η οποία προβλεπόταν στον νόμο 4001/2011 και η
θεσπισθείσα αυτή με τον νόμο 4425/2016 ευθύνη του διαχειριστή συνεπάγεται πλέον
υποχρέωσή του να διαθέτει και εξ ιδίων του τα αναγκαία κεφάλαια προς κάλυψη των
τυχόν ελλειμμάτων του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ, αναβιβάζοντας τη θέση του από
απλό διαχειριστή σε επιχειρηματία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η
νεότερη ρητή ρύθμιση δεν αναιρεί αναδρομικώς την αναγόμενη σε προγενέστερο του
νόμου 4425/2016 τυχόν ευθύνη του Διαχειριστή να καταβάλει στους παραγωγούς τα
οφειλόμενα βάσει των δικών του εκκαθαριστικών πράξεων ποσά του αντιτίμου της
παραχθείσας από τους τελευταίους και εγχυθείσας στο
σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας, την οποία είχε αναλάβει με μεταξύ τους καταρτισθείσες συμβάσεις, εφόσον ο ανωτέρω διατιθέμενος
προς κάλυψή τους Λογαριασμός ΑΠΕ αρκούσε για την πληρωμή τους ή, σε κάθε
περίπτωση, κατά τον εκάστοτε χρόνο, κατά τον οποίο αυτός θα καθίστατο επαρκής
προς τούτο. Εξάλλου με την ένταξη των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας
από ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ στο Σύστημα Μεταφοράς ή στο Δίκτυο Διανομής Ηλεκτρικής
Ενέργειας επιδιώκονται σκοποί δημοσίου συμφέροντος, αναγόμενοι, μεταξύ άλλων,
στην προστασία του περιβάλλοντος, την ενίσχυση της οικονομίας και την συμβολή
στην βιώσιμη ανάπτυξη. Ως εργαλείο όμως για την ένταξη των σταθμών παραγωγής
ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ στο Σύστημα ή το Δίκτυο ο νομοθέτης δεν
επέλεξε την μονομερή εξουσιαστική πράξη διοικητικής αρχής ή διφυούς νομικού
προσώπου, ενεργούντος ως φορέως δημόσιας εξουσίας,
αλλά, όπως προσήκει σε καθεστώς μερικής έστω απελευθέρωσης της αγοράς, τη
σύμβαση που καταρτίζεται μεταξύ του κατόχου της οικείας άδειας παραγωγής και
της ΛΑΓΗΕ ΑΕ (ή της ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ, στην περίπτωση που οι εγκαταστάσεις παραγωγής
συνδέονται με το Δίκτυο των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών), η οποία χαρακτηρίζεται
μάλιστα από τον νόμο ως «σύμβαση πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας» (άρθρο 12 παρ. 1
Ν. 3468/2006). Το γεγονός ότι ουσιώδη στοιχεία της συναπτόμενης
σχέσης, μεταξύ των οποίων και το τίμημα της ηλεκτρικής ενέργειας που εγχέεται
στην "δεξαμενή" της χονδρεμπορικής αγοράς,
καθορίζονται, και πάλι για λόγους δημοσίου συμφέροντος, από τον νομοθέτη, με
αποτέλεσμα την αντίστοιχη περιστολή της συμβατικής ελευθερίας των εμπλεκομένων
μερών, δεν αναιρεί τον χαρακτήρα της ως συμβατικής σχέσης, όπως άλλωστε
συμβαίνει και με τις συνήθεις συμβάσεις προσχωρήσεως. Ανεξαρτήτως του ότι δεν
πρόκειται κατά κυριολεξία για σύμβαση πώλησης, όπως ρυθμίζεται από τα άρθρα 513
επ. ΑΚ, αλλά για άλλη σύμβαση, που περιλαμβάνει
ειδικότερους όρους, ενόψει των χαρακτηριστικών και ιδίως της ιδιάζουσας θέσης
της ΛΑΓΗΕ ΑΕ, η οποία ενεργεί κατά κύριο λόγο ως λειτουργός της αγοράς, δηλαδή
ως ενδιάμεσος φορέας και όχι ως πραγματικός αγοραστής, δεν είναι ο πραγματικός
χρήστης του προϊόντος ούτε καταβάλλει την αμοιβή στον παραγωγό από ιδίους
πόρους, αλλά την αποδίδει μέσω του Ειδικού Λογαριασμού, η συναπτόμενη
μεταξύ του παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ ή ΣΗΘΥΑ και της ΛΑΓΗΕ ΑΕ
σχέση αποτελεί ιδιόρρυθμη σύμβαση, που δεν είναι προϊόν ιδιωτικής βούλησης των
Συμμετεχόντων, αλλά πρόκειται για σύμβαση αμφιμερώς
αναγκαστική, έντονα ρυθμισμένη από το νόμο, με περιεχόμενο που προβλέπεται από
τον Κώδικα Διαχείρισης Συναλλαγών, μη διαπραγματεύσιμο από τους εμπλεκόμενους,
δεν μπορεί να υπαχθεί στους κανόνες των συμβάσεων του αστικού δικαίου της
πώλησης, της παροχής υπηρεσιών ή της σύμβασης έργου, ώστε ο τρίτος Διαχειριστής
του Συστήματος (κατά τους Κώδικες), δηλαδή είτε η ΛΑΓΗΕ ΑΕ είτε η ΑΔΜΗΕ ΑΕ, να
οφείλει με βάση τη σύμβαση αυτή στους Παραγωγούς τίμημα από πώληση ή αμοιβή από
σύμβαση παροχής υπηρεσιών ή σύμβαση έργου (ΑΠ 2043/2022, ΑΠ 1589/2022).
Εξάλλου, η χονδρική αγορά της ηλεκτρικής ενέργειας είναι οργανωμένη με τις
ρυθμίσεις του νόμου και των Κανονισμών κατά τέτοιο τρόπο, ώστε, αν δεν
εμφανιστούν προβλήματα στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους από τους Προμηθευτές
και καταβάλουν αυτοί τα ποσά που οφείλουν για την ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας
που πράγματι έχουν απορροφήσει, τότε εξοφλούνται οι αξιώσεις των Παραγωγών για
την ηλεκτρική ενέργεια που έχουν εγχύσει στο Σύστημα και τις λοιπές ρητά
οριζόμενες που προαναφέρθηκαν. Σε περίπτωση, όμως, υπερημερίας κάποιου
Προμηθευτή, εμφανίζεται έλλειμμα και δεν μπορεί να γίνει εξόφληση των αξιώσεων
αυτών όλων των Παραγωγών. Η ΛΑΓΗΕ ΑΕ ή η ΑΔΜΗΕ ΑΕ, ως Διαχειριστής του
Συστήματος, σύμφωνα με τις αυστηρά διαρθρωμένες αρμοδιότητές της για την
αντιμετώπιση του προβλήματος της υπερημερίας Συμμετέχοντος, εάν κατά την
Εκκαθάριση προκύψει, συνεπεία της υπερημερίας αυτής, διαφορά και ο Παραγωγός
δικαιούται χρημάτων που δεν μπορούν, λόγω μη καταβολής τους από τον Προμηθευτή,
να πιστωθούν στο Λογαριασμό του, πρέπει να προσφύγει για την κάλυψη του
ελλείμματος σε συγκεκριμένες, ειδικά προσδιοριζόμενες, πηγές. Έτσι, πρέπει
πρώτα να προκαλέσει κατάπτωση των εγγυήσεων που ο υπερήμερος Συμμετέχων έχει
παράσχει για την ικανοποίηση του Παραγωγού. Εάν και οι εγγυήσεις αυτές δεν
επαρκούν, τότε θα πρέπει να προσφύγει στο Λογαριασμό Αποθεματικού, από τον
οποίο θα λάβει το απαιτούμενο για την ικανοποίηση του Παραγωγού ποσό και
ακολούθως θα πρέπει να προβεί σε κάθε αναγκαία ενέργεια για την έντοκη είσπραξη
της ληξιπρόθεσμης οφειλής καθώς και κάθε θετικής ζημίας που υπέστη λόγω
υπερημερίας, σε περίπτωση δε που πετύχει την είσπραξη της απαίτησης θα πιστώσει
το ποσό που θα εισπράξει στο Λογαριασμό Αποθεματικού. Από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεν ιδρύεται υποχρέωση της ΛΑΓΗΕ
ΑΕ να εξοφλεί από δικούς της πόρους και κεφάλαια υποχρεώσεις των Συμμετεχόντων.
Η ανάληψη πιστωτικού κινδύνου σε σχέση με τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από
τις συναλλαγές της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δεν εμπίπτει στις
αρμοδιότητές της, ούτε κατά το Εθνικό ούτε κατά το Ενωσιακό
δίκαιο. Ουδεμία διάταξη του Ν. 4001/2011 ή του Κανονισμού Διαχείρισης
Συναλλαγών, ορίζει ρητή ή έστω έμμεσα, ότι η ΛΑΓΗΕ ΑΕ, καταβάλει από δικούς της
πόρους, κεφάλαια ή περιουσία τα οφειλόμενα σε παραγωγό ποσά από την έγχυση
ηλεκτρικής ενέργειας στο Σύστημα ή από άλλη αιτία, και συγκεκριμένα για την
παροχή άλλων υπηρεσιών (επικουρικές υπηρεσίες), όπως θα συνέβαινε εάν αυτή ήταν
πρόθεση του νομοθέτη, δεδομένου ότι πρόκειται για υποχρεώσεις τρίτων, ήτοι των
συναλλασσόμενων Προμηθευτών και όχι της ίδιας, η οποία, όπως προαναφέρθηκε, δεν
είναι συναλλασσόμενη. Άλλωστε, η ΛΑΓΗΕ ΑΕ, ως φορέας που ασκεί την προεκτεθείσα λειτουργία, δεν συμπίπτει με τον Κεντρικό
Αντισυμβαλλόμενο, που αναλαμβάνει τον κίνδυνο εκπλήρωσης των οικονομικών
υποχρεώσεων από τις ενεργειακές συναλλαγές, λαμβανομένου υπόψη ότι, όπως σαφώς
προκύπτει και από τον Κανονισμό 2015/1222 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το ρόλο του
Κεντρικού Αντισυμβαλλομένου δεν επιτρέπεται να αναλάβουν οι διαχειριστές
συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά μόνο τα χρηματιστήρια ενέργειας των
Κρατών μελών (ΑΠ 560/2022).Τέλος, κατά τα άρθρα 340 και 341 παρ. 1 ΑΚ, ο
οφειλέτης ληξιπρόθεσμης παροχής γίνεται υπερήμερος αν προηγήθηκε δικαστική ή
εξώδικη όχληση του δανειστή, αν όμως για την εκπλήρωση της παροχής συμφωνήθηκε
ή, κατά μείζονα λόγο, από το νόμο τάσσεται ορισμένη (δήλη) ημέρα καταβολής, ο
οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής. Περαιτέρω,
κατά τη διάταξη του άρθρου 342 ΑΚ, ο οφειλέτης δεν γίνεται υπερήμερος, αν n
καθυστέρηση της παροχής οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη. Την
έλλειψη της υποκειμενικής προϋπόθεσης της ευθύνης του πρέπει να επικαλεστεί και
να αποδείξει ο οφειλέτης. Η τελευταία αυτή διάταξη δεν προσδιορίζει ειδικότερα
σε τι συνίσταται το απαλλακτικό της ευθύνης του οφειλέτη γεγονός, με συνέπεια
αυτό να λαμβάνεται υπό ευρεία έννοια και να επενεργεί υπέρ του οφειλέτη
απαλλακτικά κάθε τυχαίο ή άλλο γεγονός που δεν καταλογίζεται στον ίδιο ή στους
αντιπροσώπους του (ΑΠ 18/2021, 511/2010, 111/2001). Περίπτωση απαλλαγής του
οφειλέτη σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις συντρέχει και όταν η αδυναμία ή η
καθυστέρηση οφείλονται σε συμπεριφορά του δανειστή αντίθετη προς την σύμβαση, ή
τον νόμο, ή την καλή πίστη, ειδικότερα δε και στην περίπτωση κατά την οποία ο
τελευταίος δεν προβαίνει στην απαιτουμένη πράξη ή
σύμπραξη, χωρίς την οποία αδυνατεί ο οφειλέτης να εκπληρώσει την παροχή, οπότε
αυτός περιέρχεται σε υπερημερία δανειστού, κατ' άρθρο 351 ΑΚ. Εύλογη αιτία
καθυστέρησης στην καταβολή χρηματικής οφειλής, αίρουσα
την υπερημερία του οφειλέτη, δεν συνιστά πάντως η οικονομική του δυσχέρεια για
οποιονδήποτε λόγο (ΑΠ 850/2014, 1080/2001, 96/1989, 1496/1986), διότι εκείνος,
αναλαμβάνοντας τη σχετική ενοχική υποχρέωση ουσιαστικώς αποδέχεται ότι διαθέτει
τα οικονομικά μέσα για την εκπλήρωση της παροχής που υπόσχεται. Εάν όμως, βάσει
της ιδιαίτερης ενοχικής σχέσης μεταξύ δανειστή και οφειλέτη και ειδικότερα
βάσει νομοθετικών προβλέψεων ή προβλέψεων της μεταξύ τους συμβάσεως και της
τυχόν ιδιάζουσας φύσεως αυτής, υφίσταται δέσμευση του οφειλέτη να αντλήσει την
οφειλόμενη παροχή αποκλειστικά από συγκεκριμένη μη καλυπτόμενη από εκείνον
πηγή, που τροφοδοτείται από άλλους φορείς, όπως συμβαίνει όταν ο οφειλέτης
λειτουργεί υποχρεωτικά ως εκκαθαριστής ή ενδιάμεσος φορέας, που δεν αναλαμβάνει
υποχρέωση κάλυψης της οφειλής εξ ιδίων του, και η συγκεκριμένη πηγή παρουσιάσει
έστω και παροδικό έλλειμμα, που καθιστά ανέφικτη την έγκαιρη εκπλήρωση της
παροχής, η καθυστέρηση πληρωμής της χρηματικής οφειλής οφείλεται σε γεγονός για
τον οποίο δεν έχει ευθύνη και δεν τον καθιστά υπερήμερο (ΑΠ 2043/2022).
Επομένως, το Μονομελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο και δέχθηκε με την
προσβαλλόμενη απόφαση του τ’ αντίθετα, όπως το περιεχόμενό της εκτέθηκε
αναλυτικά παραπάνω, και ειδικότερα ότι οι επίδικες με αριθμό ./19.1.2010 και ./29.7.2011
συμβάσεις πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας, έφεραν τα χαρακτηριστικά αστικών
συμβάσεων πώλησης ρυθμιζόμενων από τα άρθρα 361, 513 επ.
ΑΚ, και ότι η εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα
όφειλε να πληρώσει στον παραγωγό τόκο υπερημερίας επί των οφειλομένων
ποσών από την επομένη της λήξης της προθεσμίας εξόφλησης των εκδοθέντων επίδικων τιμολογίων, τα οποία δεν πληρώθηκαν
εμπρόθεσμα, αλλά εξοφλήθηκαν με καθυστέρηση χωρίς την καταβολή τόκων
υπερημερίας, κρίνοντας ότι η ανεπάρκεια ή ελλειμματικότητα διαθέσιμων κεφαλαίων
για την εμπρόθεσμη πληρωμή του τιμήματος δε συνεπάγεται έλλειψη υπαιτιότητας
της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας
για τη μη εμπρόθεσμη πληρωμή του τιμήματος της πωλούμενης ηλεκτρικής ενέργειας,
δοθέντος ότι βάσει και των παρατιθέμενων και στο κείμενο της (αναιρεσιβαλλόμενης) διατάξεων προβλεπόταν ότι το τίμημα για
την παραγόμενη ενέργεια από τους Παραγωγούς ΑΠΕ καταβαλλόταν αποκλειστικά μέσω
του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, του οποίου διαχειρίστρια ήταν η αναιρεσείουσα εταιρεία και ο οποίος ήταν το μόνο μέσο
διενέργειας και εξασφάλισης της πληρωμής των οφειλόμενων, και απορρίπτοντας,
περαιτέρω, ως μη νόμιμη τη στηριζόμενη στο άρθρο 342 ΑΚ ένσταση της αναιρεσείουσας περί μη ευθύνης της για την καθυστέρηση της
πληρωμής, που θεμελιωνόταν στα γεγονότα ότι αυτό το γεγονός οφειλόταν σε λόγο
για τον οποίο η ίδια δεν έφερε ευθύνη, επειδή ο συγκεκριμένος λογαριασμός
άρχισε από τα τέλη του 2011 να εμφανίζει συνεχώς διογκούμενο έλλειμμα, το οποίο
υπήρξε συνέπεια του συνδυασμού της μεγάλης αύξησης των εξόδων του και της
ταυτόχρονης μείωσης ή μη αντίστοιχης αύξησης των εσόδων του, εξαιτίας της
μείωσης της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, λόγω της οικονομικής κρίσης και
της μείωσης των εσόδων από την πώληση της ηλεκτρικής ενέργειας, με αποτέλεσμα
να μην είναι δυνατή γι’ αυτό τον λόγο η εμπρόθεσμη εξόφληση των ανωτέρω
τιμολογίων, παραβίασε ευθέως το άρθρο 342 ΑΚ, κρίνοντας τη στηριζόμενη στα ως
άνω πραγματικά περιστατικά σχετική ένσταση της αναιρεσείουσας
μη νόμιμη. Ειδικότερα τα ως άνω επικληθέντα από την αναιρεσείουσα περιστατικά (τα οποία, ενόψει της παραπάνω
επί του θέματος διατύπωσης της αιτιολογίας του Πρωτοδικείου, δεν είναι δυνατό
να διακριβωθεί αν τα δέχεται ως αποδειχθέντα ή αν τα παραθέτει ως περιεχόμενο
της ως άνω ένστασης, την οποία απορρίπτει, σε κάθε περίπτωση, στη συνέχεια ως
μη νόμιμη), συνιστούν με βάση και το ισχύον κατά τον κρίσιμο χρόνο προπαρατιθέμενο πλέγμα διατάξεων, που διήπε
τη λειτουργία και την ευθύνη της αναιρεσείουσας ως
ανεξάρτητης εκκαθαρίστριας και απλού ενδιάμεσου φορέα
(διαχειρίστριας) της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, δυναμένης να ικανοποιήσει
τους παραγωγούς μόνο από συγκεκριμένο λογαριασμό, ο οποίος κατέστη
ελλειμματικός και εξαρτάτο ως προς την επάρκειά του από τους αναφερόμενους στο
περιεχόμενο της ένστασης εξωγενείς παράγοντες της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας,
συνιστούν, κατά την προαναφερόμενη έννοια του άρθρου 342 ΑΚ, λόγο που αίρει την
υπερημερία της και επιστηρίζει την έλλειψη
υπαιτιότητάς της για την εκπρόθεσμη πληρωμή των ένδικων αξιώσεων της δεύτερης
των αναιρεσιβλήτων Παραγωγού, καθόσον αυτά δεν
ταυτίζονται με την περίπτωση οικονομικής αδυναμίας (δυσχέρειας) του οφειλέτη
προς πληρωμή του δανειστή εξ ιδίων πόρων. Επομένως ο σχετικός από τον αριθμό 1
του άρθρου 560 ΚΠολΔ πρώτος λόγος της αίτησης
αναίρεσης, με το οποίο η αναιρεσείουσα προσάπτει στην
προσβαλλόμενη απόφαση την αναφερόμενη στο παραπάνω ζήτημα πλημμέλεια από το
άρθρο 560 αρ. 1 ΚΠολΔ,
είναι βάσιμος.
VI.
Εξάλλου, με τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 563 του ΚΠολΔ
ορίζεται ότι «Στην αρμοδιότητα της Ολομελείας του
Αρείου Πάγου υπάγονται α) αιτήσεις αναίρεσης υπέρ του Νόμου, β) αιτήσεις
αναίρεσης κατά αποφάσεων που παραπέμπονται για εκδίκαση στην ολομέλεια με κοινό
πρακτικό του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ή με απόφαση του
τμήματος που δικάζει. Η παραπομπή μπορεί να γίνει για όλους ή για μερικούς μόνο
από τους λόγους της αναίρεσης, αν σε κάθε περίπτωση κριθεί ότι δημιουργούνται
ζητήματα με γενικότερο ενδιαφέρον ή ότι τούτο είναι αναγκαίο για την ενότητα
της Νομολογίας. Το τμήμα που δικάζει είναι υποχρεωμένο να παραπέμψει την
εκδίκαση της υπόθεσης στην ολομέλεια αν η απόφασή του για την αίτηση αναίρεσης,
ανατρεπτική ή απορριπτική, λαμβάνεται με πλειοψηφία μιας ψήφου ή αν αρνείται να
εφαρμόσει νόμο ως αντισυνταγματικό. Αν όμως το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας
έχει ήδη κριθεί με απόφαση της ολομέλειας, η παραπομπή είναι δυνητική». Με τη
διάταξη αυτή ορίζονται περιοριστικά οι περιπτώσεις υπαγωγής αίτησης αναίρεσης
στην αρμοδιότητα της Ολομελείας του Αρείου Πάγου.
Τέλος, από τη διάταξη του εδαφίου β' της παρ. 2 του άρθρου 27 του Ν. 4938/2022
«Κώδικας Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών και λοιπές
διατάξεις» ορίζεται ότι μεταξύ των υποθέσεων που υπάγονται στη πλήρη Ολομέλεια,
είναι και εκείνες της περίπτωσης δ', δηλαδή οι περιπτώσεις που το τμήμα
πρόκειται να εκδώσει απόφαση αντίθετη με προηγούμενη θέση της ολομέλειας ή
τμήματος του Αρείου Πάγου, για το ίδιο θέμα. Εν προκειμένω για το ίδιο νομικό
ζήτημα έχουν ήδη εκδοθεί οι αποφάσεις ΑΠ 560/2022, 1589/2022 και 2043/2022 του
Α1 Πολιτικού Τμήματος, και επειδή το παρόν A3 Τμήμα πρόκειται να εκδώσει
αντίθετη απόφαση με τις προηγούμενες θέσεις του Α1 Τμήματος, με πλειοψηφία μιας
ψήφου, η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην πλήρη Ολομέλεια. Κατ' ακολουθία των
ανωτέρω, η απόφαση για το βάσιμο του πρώτου λόγου της από 12-9-2023 ένδικης
αναίρεσης από το άρθρου 560 αρ. 1 ΚΠολΔ
πρέπει να παραπεμφθεί στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, κατ' εφαρμογή του
άρθρου 563 στοιχ. β' ΚΠολΔ,
σε συνδυασμό με το άρθρο 27 παρ. 2 εδ β' του Ν.
4938/2022 και να αναβληθεί η συζήτηση των λοιπών λόγων της υπό κρίση αιτήσεως
αναιρέσεως, ως προς τους οποίους το Τμήμα επιφυλάσσεται.
ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ
στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου το αναφερόμενο στο σκεπτικό ζήτημα του
βάσιμου ή μη του πρώτου λόγου από το άρθρο 560 αρ. 1 ΚΠολΔ της από 12-9-2023 αίτησης αναίρεσης της ανώνυμης
εταιρείας με την επωνυμία «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΑΠΕ & ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ Α.Ε.»
κατά της υπ' αριθ. 705/2023 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.
ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ
την έρευνα των λοιπών λόγων αναίρεσης.
ΚΡΙΘΗΚΕ,
αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 25 Νοεμβρίου 2024.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ
σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 5 Μαρτίου 2025.
Η
ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ