ΜΠρΒόλου 26/2017

 

Διαταγή πληρωμής - Ακυροι ΓΟΣ - Τόκοι -.

 

Τελεσίδικη ακύρωση διαταγής πληρωμής μετά από έφεση που ασκήθηκε από την τράπεζα κατά πρωτόδικης απόφασης, που σε πρώτο βαθμό είχε ακυρώσει τη διαταγή πληρωμής. ΓΟΣ που ορίζει ότι το συμβατικό επιτόκιο της δανειακής σύμβασης υπερβαίνει τα εκάστοτε ισχύοντα εξωτραπεζικά είναι άκυρος. Ακυρο το κονδύλιο των τόκων, αλλά και το συνολικό ποσό που επιδίκασε η διαταγή πληρωμής, καθώς οι τόκοι αυτοί στη συνέχεια κεφαλαιοποιήθηκαν και ανατοκίσθηκαν παράγοντας το τελικό ποσό για το οποίο εκδόθηκε η διαταγή πληρωμής.

 

 

 

Αριθμός Απόφασης 26/2017

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΒΟΛΟΥ

 

(ΔΙΚΑΖΟΝ ΩΣ ΕΦΕΤΕΙΟ)

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Κωνσταντίνο Μαρτίνο, Πρωτοδίκη, που ορίσθηκε από την Πρόεδρο Πρωτοδικών του Πρωτοδικείου Βόλου και τη Γραμματέα Μαγδαληνή Κυπαρισσού.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, την 18η Οκτωβρίου 2016 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «Τράπεζα ...» μετά την τροποποίηση της επωνυμίας της από «Τράπεζα ... Ανώνυμη Εταιρεία» και τον διακριτικό τίτλο ... που εδρεύει στην Αθήνα (οδός ...) και εκπροσωπείται νόμιμα (ΦΕΚ Α.Ε & Ε.Π.Ε. 8195/3-8.2012), που παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά του πληρεξούσιου δικηγόρου Βόλου, ...

 

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ ... κατοίκου Φυτόκου Ν. Ιωνίας Βόλου, που παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου Βόλου, Χριστίνας Γιαννακίδου.

 

Η εκκαλούσα άσκησε την με αρ. εκθ. κατ. 38/2-4-2015 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Βόλου και 64/3-4-2015 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου έφεση της παραπονούμενη κατά της υπ' αριθμ. 234/2013 απόφασης του Ειρηνοδικείου Βόλου, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας (έφεσης) προσδιορίστηκε η στην αρχή της παρούσας αναφερόμενη και ζητεί να γίνει δεκτή για τους λόγους επικαλείται σε αυτή.

 

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως αναφέρεται ανωτέρω και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και τις έγγραφες προτάσεις τους.

 

Η υπό κρίση με αρ. εκθ. κατ. 38/2-4-2015 ενώπιον του Ειρηνοδικείου Βόλου (64/3-4-2015 ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου) έφεση της πρωτοδίκως ηττηθείσας καθ' ης η ανακοπή κατά της υπ' αριθμ. 234/2013 οριστικής αποφάσεως του Ειρηνοδικείου Βόλου, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί κατά τις νόμιμες διατυπώσεις και εμπροθέσμως, εφόσον οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε άλλωστε προκύπτει επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως (άρθρα 495 παρ. 1, 511 επ., 518 παρ. 2, 591 παρ. 1 ΚΠολΔικ). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της.

 

Με την με αρ. εκθ. κατ. 266/23-7-2012 ανακοπή του ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος ζήτησε, για τους λόγους που εξέθεσε, την ακύρωση της υπ' αριθ. 919/2012 διαταγής πληρωμής του Ειρηνοδικείου Βόλου, η οποία εκδόθηκε βάσει του εκεί διαλαμβανομένου ιδιωτικού συμφωνητικού συνάψεως σύμβασης έκδοσης πιστωτικής κάρτας και τον υποχρέωνε να καταβάλει στην καθ' ης τα σε αυτή αναφερόμενα ποσά πλέον τόκων και εξόδων. Επ' αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 234/2013 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου, η οποία δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται τώρα η καθ' ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα για τους λόγους που αναφέρει στο δικόγραφο της εφέσεως της και ζητεί την εξαφάνιση της, προκειμένου να απορριφθεί η ανακοπή, με σκοπό να επικυρωθεί η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Σύμφωνα με την ΠΔ/ΤΕ υπ' αριθ. 2286/28.1.1994 που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθ. 1 του ν. 1266/1982 σχετικώς με τα καταναλωτικά δάνεια και τα χρεωστικά υπόλοιπα λογαριασμών πιστωτικών δελτίων, τα επιτόκια καθορίζονται ελεύθερα από τα πιστωτικά ιδρύματα, με την επιφύλαξη, όμως, των διατάξεων περί ελάχιστων ορίων επιτοκίων χορηγήσεων που τυχόν ισχύουν. Τα τραπεζικά επιτόκια είναι σήμερα κατά κανόνα ελευθέρως διαπραγματεύσιμα και το ισχύον γι' αυτά καθεστώς δεν συνοδεύεται από τη θέσπιση ανωτάτων ορίων. Η επέμβαση του νομοθέτη περιορίζεται στη ρύθμιση των εξωτραπεζικών μόνο επιτοκίων. Εξάλλου τα εξωτραπεζικά επιτόκια παρά τον περιορισμό τους στις εξωτραπεζικές συναλλαγές δεν παύουν να έχουν γενικότερη κοινωνικοοικονομική σημασία και να αφορούν και τις τραπεζικές συμβατικές σχέσεις. Ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος στην ελεύθερη διαμόρφωση των τραπεζικών επιτοκίων είναι η συμπίεση τους κάτω από τα όρια των εξωτραπεζικών. Έτσι η συμφωνία για επιτόκια που υπερβαίνουν τα ανώτατα αυτά όρια δεν παύει να απαγορεύεται από το νόμο (ΑΚ 281). Ενόψει των ανωτέρω γενικός όρος που επιτρέπει στην τράπεζα να καθορίζει εκάστοτε συμβατικό τόκο με τον οποίο θα χρεώνεται ο λογαριασμός του πελάτη στις περιπτώσεις τμηματικών εξοφλήσεων (καταβολών σε δόσεις) είναι καταχρηστικός και συνεπώς άκυρος λόγω αντιθέσεως του στο άρθ. 2 παρ. 7 περ. ια' του ν. 2251/1994 όταν δεν καθορίζονται κριτήρια ειδικά εκ των προτέρων και εύλογα για τον καταναλωτή-πελάτη. Σύμφωνα επίσης με το άρθρο 295 περ. α' ΑΚ, αν οφείλεται τόκος από δικαιοπραξία χωρίς να ορίζεται το ποσοστό του, ισχύει ο νόμιμος τόκος. Για τα χρεωστικά υπόλοιπα λογαριασμών πιστωτικών καρτών δεν υφίσταται νόμιμα καθοριζόμενος δικαιοπρακτικός τόκος. Γι' αυτό και η 2286/28.1.1994 Πράξη Διοικητή Τράπεζας Ελλάδος, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 1 του ν. 1266/1982, όρισε ότι, «τα επιτόκια καθορίζονται ελεύθερα από τη δανείστρια Τράπεζα, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί ελάχιστων ορίων επιτοκίων χορηγήσεων που εκάστοτε ισχύουν».

 

Επομένως, ο άνω συμβατικός τόκος που θα καθορίζεται εκάστοτε από την Τράπεζα και με τον οποίο θα χρεώνεται ο λογαριασμός του κατόχου κάρτας, σε περίπτωση τμηματικών εξοφλήσεων, δεν μπορεί να υπερβαίνει τον ισχύοντα κάθε φορά νόμιμο τόκο. Με βάση τις παραδοχές αυτές σε σχέση με τον διαληφθέντα γενικό όρο, είναι καταχρηστικός ο όρος του ΓΟΣ που επιτρέπει στην προμηθεύτρια κατά την έννοια του νόμου τράπεζα να προσδιορίζει οποτεδήποτε συμβατικό τόκο χωρίς να είναι εκ των προτέρων γνωστά στον καταναλωτή-πελάτη κριτήρια ειδικά και εύλογα πράγμα που οδηγεί στη διάψευση των τυπικών και δικαιολογημένων προσδοκιών του πελάτη ως προς την εξέλιξη της συναλλακτικής σχέσεως με την τράπεζα. Παραβιάζεται έτσι από την τράπεζα η βαρύνουσα αυτήν υποχρέωση σαφήνειας και διαφάνειας του σχετικού ΓΟΣ χωρίς να εξετάζεται αν η πρακτική εφαρμογή του όρου αυτού από τη τράπεζα έχει οδηγήσει πράγματι σε ανεπιεική για τους καταναλωτές επιτόκια (ΑΠ 1219/2001, ΔΕΕ 2001). Ο ’ρειος Πάγος με την ως άνω απόφαση με αριθμό 1219/2001, αν και αναγνώρισε ότι τα τραπεζικά επιτόκια είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμα χωρίς ανώτατα ή κατώτατα όρια, διατύπωσε την κρίση ότι: «τα εξωτραπεζικά επιτόκια έχουν γενικότερη κοινωνικοοικονομική σημασία και αφορούν και τις τραπεζικές συμβάσεις, ο σκοπός της ελεύθερης διαπραγμάτευσης των τραπεζικών επιτοκίων είναι η συμπίεση τους κάτω από τα εξωτραπεζικά, και συνεπώς, συμφωνία για επιτόκια μεγαλύτερα των εξωτραπεζικών «δεν παύει να απαγορεύεται από το νόμο». Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι, οι όροι της σύμβασης της κάρτας που επιτρέπουν στην καθής να χρεώνει υπέρμετρα ποσά τόκων υπολογίζοντας αυτά με επιτόκια ανώτερα των εξωτραπεζικών, είναι άκυροι και υποχρεούται η καθ' ής να εφαρμόσει κατά τους υπολογισμούς τόκων, κατ' ανώτατο όριο, τα ισχύσαντα εξωτραπεζικά επιτόκια.

 

Από την επανεκτίμηση του αποδεικτικού υλικού που προσκομίσθηκε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ειδικότερα από το έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν εκ νέου οι διάδικοι, αποδεικνύονται τα εξής: Η εκκαλούσα με την από 30-5-2012 αίτηση της πέτυχε την έκδοση σε βάρος του εφεσίβλητου της υπ' αριθμ. 919/2012 Διαταγής Πληρωμής της κ. Ειρηνοδίκη Βόλου που συνοδεύονταν με το από 5-7-2012 παρά πόδας αντίγραφο εξ απογράφου επιταγής προς εκούσια συμμόρφωση, με την οποία διατάσσονταν να της καταβάλει το ποσό των 8.762,14 ευρώ πλέον τόκων και εξόδων. Η ως άνω Διαταγή Πληρωμής εκδόθηκε επί τη βάσει της α) από 11-10-2004 σύμβασης πίστωσης και χορήγησης της με αρ. ... πιστωτικής κάρτας, β) της κίνησης λογαριασμού που έχει εξαχθεί από τα εμπορικά βιβλία της τράπεζας γ) της υπ' αρ. 9400Β - 22/11/2011 έκθεσης επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Βόλου ..., από την οποία προκύπτει η καταγγελία της ως άνω σύμβασης πίστωσης για τη χρήση πιστωτικής κάρτας και το κατά την ημερομηνία της καταγγελίας οφειλόμενο για κεφάλαιο ποσό των 8.762,14 ευρώ εντόκως με το συμβατικό επιτόκιο υπερημερίας από 23/11/2011 (επομένη της επίδοσης της καταγγελίας) μέχρι ολοσχερούς εξόφλησης. Ο εφεσίβλητος, κατόπιν, άσκησε την με αρ. εκθ. κατ. 266/23-7-2012 ανακοπή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Βόλου ζητώντας την ακύρωση της ανωτέρω Διαταγής Πληρωμής. Με τον πρώτο λόγο της ανακοπής ισχυρίζονταν ότι κατά την εξέλιξη της ως άνω σύμβασης έλαβε χώρα καθορισμός συμβατικού τόκου καθ' υπέρβαση του εξωτραπεζικού επιτοκίου, κάτι που είναι παράνομο και καταχρηστικό παραθέτοντας και πίνακα διαμόρφωσης του εξωτραπεζικού επιτοκίου κατά τη διάρκεια λειτουργίας της σύμβασης από 11 -1 0-2004 μέχρι 22-11 -201 1. Ειδικότερα, ανέφερε ότι «στην ένδικη περίπτωση τα επιτόκια που ίσχυσαν δυνάμει των άκυρων ΓΟΣ της συμβάσεως ήταν για την περίοδο από 11-10-2004 (έναρξη της λειτουργίας της σύμβασης) έως 19-10-2011 (ημερομηνία καταγγελίας της σύμβασης) συμβατικό επιτόκιο 16,80 % + εισφορά του Ν.128/1975 0,60% = 17,40 % (παράρτημα στη σύμβαση χορήγησης κάρτας Eurobank Visa που βρίσκεται στη δεύτερη σελίδα της αίτησης-σύμβασης για έκδοση Eurobank Visa, την οποία η καθ' ης προσκόμισε για την έκδοση τη ο ανακοπτόμενης). Το επιτόκιο υπερημερίας ορίζεται συμβατικά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω του βασικού (παράρτημα στη σύμβαση χορήγησης κάρτας Eurobank Visa που βρίσκεται στη δεύτερη σελίδα της αίτησης-σύμβασης για έκδοση Eurobank Visa, την οποία η καθ' ης προσκόμισε για την έκδοση της ανακοπτόμενης). Συνεπώς δυνάμει της μη νόμιμης υπέρβασης του επιτοκίου από 11-10-04 έως 19-10-2011, χρεώθηκαν και καταβλήθηκαν αχρεωστήτως τόκοι δικαιοπρακτικοί ύψους 3191.08 ευρώ, ήτοι περίπου το 35% της συνολικής απαίτησης (όπως αναλυτικώς παρατίθεται από την καθ' ης στην κίνηση του λογαριασμού που προσκόμισε για να επιτύχει την έκδοση της ανακοπτόμενης, ήτοι 11,95 ευρώ στις 27/4/06, 27,19 ευρώ στις 27/5/06, 41,70 ευρώ στις 27/6/06, 67,38 ευρώ στις 27/7/06, 61,62 ευρώ στις 27/8/06, 46,15 ευρώ στις 27/9/06, 45,48 ευρώ στις 27/10/06, 33,33 ευρώ στις 27/11/06, 50,98 ευρώ στις 27/12/06, 53,11 ευρώ στις 27/1/07, 59,80 ευρώ στις 27/2/07, 0,67 ευρώ στις 27/3/07, 16,37 ευρώ στις 27/10/07, 21,47 ευρώ στις 27/5/08, 33,65 ευρώ στις 27/6/08, 32,92 ευρώ στις 27/7/08, 34,51 ευρώ στις 27/8/08, 32,34 στις 27/9/08, 24,98 στις 27/10/08, 19,75 ευρώ στις 27/9/09, 69,09 ευρώ στις 27/10/09, 76,17 ευρώ στις 27/11/09, 74,22 ευρώ στις 27/12/09, 75,09 ευρώ στις 27/01/10, 74,57 ευρώ στις 27/02/10, 66,80 ευρώ στις 27/3/10, 71,93 ευρώ στις 27/4/10, 70,98 ευρώ στις 27/5/10, 71,89 ευρώ στις 27/6/10, 86,10 ευρώ στις 27/7/10, 102,99 ευρώ στις 27/8/10, 102,17 ευρώ στις 27/9/10, 110,04 ευρώ στις 27/10/10, 114,94 ευρώ στις 27/11/10, 115,72 ευρώ στις 27/12/10, 130,61 ευρώ στις 27/1/11, 132,38 ευρώ στις 27/2/11, 117,48 ευρώ στις 27/3/11, 130,89 ευρώ στις 27/4/11, 132,36 ευρώ στις 27/5/11, 136,77 ευρώ στις 27/6/11, 133,16 ευρώ στις 27/7/11, 139,17 ευρώ στις 27/8/11, 140,21 ευρώ στις 27/9/11), οι οποίοι, όμως, προέκυψαν (και στη συνέχεια κεφαλαιοποιήθηκαν και ανατοκίσθηκαν) με τις ακόλουθες υπερβάσεις παρανόμως και πέραν του εξωτραπεζικού δικαιοπρακτικού επιτοκίου:

 

από 11/10/04 έως 05/12/05 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.4%

από 06/12/05 έως 07/03/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.15%

από 08/03/06 έως 14/06/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8.9%

από 15/06/06 έως 08/08/06 υπέρβαση επιτοκίου 8.65 %

από 09/08/06 έως 10/10/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8,4%

από 11/10/06 έως 12/12/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8.15%

από 13/12/06 έως 13/03/07 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8.15%

από 13/12/06 έως 13/03/07 υπέρβαση επιτοκίου κατά 7.9%

από 14/03/07 έως 12/06/07 υπέρβαση επιτοκίου κατά 7.65%

από 13/06/2007 έως 08/07/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 7.40%

από 09/07/2008 έως 07/10/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 7.15%

από 08/10/2008 έως 08/10/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 7.65%

από 09/10/2008 έως 11/11/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8.15%

από 12/11/2008 έως 09/12/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 8.65%

από 10/12/2008 έως 10/03/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.4%

από 11/03/2009 έως 07/04/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.9%

από 08/04/2009 έως 12/05/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.15%

από 13/05/2009 έως 12/04/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.65%

από 13/04/2011 έως 12/07/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.4%

από 13/07/2011 έως 08/11/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10,15%

 

 

Περαιτέρω, επίσης, δυνάμει μη νόμιμης υπέρβασης του επιτοκίου από 11 -10-2004 ως 19-10-2011 χρεώθηκαν και καταβλήθηκαν αχρεωστήτως τόκοι υπερημερίας (όπως αναλυτικώς παρατίθενται από την καθ' ης στην κίνηση του λογαριασμού που προσεκόμισε για να πετύχει την έκδοση της ανακοπτόμενης), οι οποίοι, όμως, προέκυψαν (και στη συνέχεια κεφαλαιοποιήθηκαν και ανατοκίσθηκαν) με τις ακόλουθες υπερβάσεις παρανόμως και πέραν του εξωτραπεζικού επιτοκίου υπερημερίας:

 

από 11/10/04 έως 05/12/05 υπέρβαση επιτοκίου κατά 11,4 %

από 06/12/05 έως 07/03/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 11.15%

από 08/03/06 έως 14/06/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.9% 

από 15/06/06 έως 08/08/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.65 %

από 09/08/06 έως 10/10/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.4 %

από 11/10/06 έως 12/12/06 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.15%

από 13/12/06 έως 13/03/07 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.9%

από 14/03/07 έως 12/06/07 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.4%

από 13/06/07 έως 08/07/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.65%

από 09/07/08 έως 07/10/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.15%

από 08/10/08 έως 08/10/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 9.65%

από 09/10/08 έως 11/11/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10.15%

από 12/11/08 έως 09/12/2008 υπέρβαση επιτοκίου κατά 10,65%

από 10/12/08 έως 10/03/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 11.4%

από 11/03/09 έως 07/04/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 11.9%

από 08/04/09 έως 12/05/2009 υπέρβαση επιτοκίου κατά 12.15%

από 13/05/09 έως 12/04/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 12.65%

από 13/04/2011 έως 12/07/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 12.4%

από 13/07/2011 έως 8/11/2011 υπέρβαση επιτοκίου κατά 12,15%»

 

Κατά συνέπεια, όπως προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω, στην ανακοπή καταγράφεται το αμφισβητούμενο ποσό τόκων, οι χρεώσεις από την εφαρμογή παράνομων επιτοκίων και συνδέονται για το διαδραμόν διάστημα από 11-10-2004 ως 19-10-2011 οι ως άνω χρεώσεις τόσο με την ακυρότητα συγκεκριμένου κονδυλίου του λογαριασμού, ήτοι των τόκων 3191,08 ευρώ, όσο και με το συνολικό ποσό που επιδίκασε η Διαταγή Πληρωμής (8.762,14 ευρώ), καθώς οι τόκοι αυτοί στη συνέχεια κεφαλαιοποιήθηκαν και ανατοκίσθηκαν, παράγοντας το τελικό ποσό για το οποίο εκδόθηκε η Διαταγή Πληρωμής, ενώ σε κάθε περίπτωση την ακυρότητα αυτή κατά το χρόνο κατάρτισης της σύμβασης δεν μπορούσε να γνωρίζει ο ανακόπτων - εφεσίβλητος. Επομένως, ο πρώτο λόγος της κρινόμενης έφεσης περί αοριστίας της ανακοπής και του σχετικού ειδικότερα λόγου, διότι δεν προσδιορίζονται οι παράνομες χρεώσεις από την εφαρμογή παρανόμων επιτοκίων, ούτε καθορίζεται το αμφισβητούμενο ποσό των τόκων και κατά ποιο ποσό είναι ενδεχομένως άκυρη η επίδικη σύμβαση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος κατ' ουσία. Επίσης και ο δεύτερος λόγος της κρινόμενης έφεσης, ότι, δηλαδή, η εκκαλούμενη απόφαση έσφαλε θεωρώντας ότι ο υπολογισμός των τόκων της επίδικης συμβάσεως έγινε με επιτόκιο ανώτερο του ισχύοντος εξωτραπεζικού, με συνέπεια ο ως άνω υπολογισμός να μην είναι νόμιμος και να προσκρούει στη διάταξη του άρθρου 281  ΑΚ, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος σύμφωνα με τα ανωτέρω. Αναφορικά, τέλος, με το τρίτο λόγο της έφεσης ότι η απαίτηση της εκκαλούσας είναι εκκαθαρισμένη, διότι τόσο στην αίτηση της περί έκδοσης Διαταγής Πληρωμής, όσο και στη Διαταγή Πληρωμής περιέχονται με πληρότητα και σαφήνεια τα δικαιογόνα περιστατικά που εξατομικεύουν την απαίτηση, ενόψει του ότι εκτίθενται σε αυτές και προσκομίζονται η σύμβαση, η συμφωνία περί αναγωγής των βιβλίων της τράπεζας σε έγγραφο αποδείξεως της απαιτήσεως και του ύψους αυτής, το οριστικό κλείσιμο του λογαριασμού και το ύψος του χρεωστικού υπολοίπου, καθώς και το απόσπασμα κινήσεως του λογαριασμού, από την έναρξη του έως το κλείσιμο, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος. Ειδικότερα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλούμενη απόφαση του ακύρωσε τη Διαταγή Πληρωμής όχι γιατί δεν προσκομίσθηκε κάποιο από τα παραπάνω έγγραφα, αλλά γιατί ο υπολογισμός της κίνησης έγινε με τρόπο μη νόμιμο, ήτοι με υπολογισμό των τόκων με τρόπο μη νόμιμο και καταχρηστικό. Επομένως, αφού και υπό τις αυτές σκέψεις κατέληξε στην ίδια κρίση και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και ακολούθως δέχθηκε την ανακοπή και ακύρωσε την δι' αυτής προσβληθείσα ως άνω Διαταγή Πληρωμής, δεν έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, παρισταμένων αβασίμων των περί του αντιθέτου διαλαμβανομένων στο εφετήριο δικόγραφο ισχυρισμών της εκκαλούσας.

 

Απορριπτόμενης, μετά ταύτα ως κατ' ουσίαν αβασίμου της ενδίκου εφέσεως, πρέπει να καταδικασθεί η ηττώμενη διάδικος - εκκαλούσα στα δικαστικά έξοδα του νικήσαντος αντιδίκου της - εφεσίβλητου στον παρόντα βαθμό (άρθρα 183 και 176 ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσία την έφεση.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ στην εκκαλούσα τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου στον παρόντα βαθμό, τα οποία ορίζει στο ποσόν των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο Βόλο, σε δημόσια, έκτακτη συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 16 Ιουνίου 2017.

 

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ