ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΑθ 2496/2025

 

Απορρίπτει την έφεση της πιστώτριας κατά απόφασης που είχε κάνει δεκτή την ανακοπή εκτέλεσης του άρθρου 933 ΚΠολΔ. Ακύρωσε την αναγκαστική εκτέλεση (κατάσχεση – πλειστηριασμός) της κύριας κατοικίας του εφεσιβλήτου. Ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, λόγω αοριστίας, καθώς δεν αναγράφονται οι κεφαλαιοποιημένοι τόκοι, δεδομένης και της δικονομικής βλάβης του εφεσίβλητου που συνίσταται στην αδυναμία του να αντικρούσει το κονδύλιο αυτό, το ύψος του οποίου δε γνωρίζει και μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κήρυξη ακυρότητας.

 

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών Μιχαήλ Ι. Κούβαρη, MSC Alba Graduate Business School, Διαπιστευμένου Διαμεσολαβητή στο Υ.Δ.Δ.Α.Δ. και της δικηγόρου Πειραιώς Σοφίας Μαραγκοπούλου)

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

15ο Τμήμα

 

Αριθμός αποφάσεως 2496/2025

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(Διαδικασία Περιουσιακών Διαφορών)

 

Συγκροτούμενο από το Δικαστή Χρήστο Παπαγεωργόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Μαρία Αναγνωστοπούλου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Μαρτίου 2025, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «ΙΝΤRUM HELLAS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ» και έδρα την Αθήνα, Λεωφόρος Μεσογείων, αρ. 109-111, ΑΦΜ: .  Δ.Ο.Υ Φ.Α.Ε Αθηνών, νομίμως εκπροσωπούμενης, ως διαχειρίστριας των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρίας με την επωνυμία «SUNRISE I NPL FINANCE DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» και έδρα το Δουβλίνο της Ιρλανδίας (με αρ. μητρώου .  και δ/νση 3 George’s Dock, ΙFSC, 4ος όροφος, Δουβλίνο 1), νομίμως εκπροσωπουμένης η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΙΑ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Αμερικής, αρ.4, δυνάμει σύμβασης μεταβίβασης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις κατά τις διατάξεις του ν. 3156/2003, των άρθρων 455 επ. ΑΚ και του άρθρου 61 Ν.4548/2018, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της·…

 

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: …. Κατοίκου … (ΑΦΜ …), ο οποίος παραστάθηκε διά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Μιχαήλ Κούβαρη (ΑΜ ΔΣΑ 31778).

 

Ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος με την από 29-6-2023 ανακοπή του, με αριθμό κατάθεσης … που άσκησε κατά της καθ’ ης και ήδη εκκαλούσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ζήτησε να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στο ανωτέρω δικόγραφο. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την υπ' αριθμ. … οριστική απόφασή του έκανε δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε την υπ' αριθ. … διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου από το πρώτο εκτελεστό με αριθμό … απογράφου της άνω διαταγής πληρωμής, και, τέλος, τη με αριθμό … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …

 

Την απόφαση αυτή προσέβαλε η καθ’ ης η ανακοπή-εκκαλούσα, με την από 23- 2-2024 έφεσή της που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … και στη Γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου … για την οποία ορίστηκε δικάσιμος η παραπάνω αναφερόμενη.

 

Κατά την ανωτέρω δικάσιμο η έφεση εκφωνήθηκε από το οικείο πινάκιο και οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Η από … έφεση της καθ’ ης και ήδη εκκαλούσας κατά της υπ’ αριθμ. … οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, αρμοδίως φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ ), έχει δε ασκηθεί νομότυπα (άρθρα 495, 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516 παρ. 1, 517 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα, εντός της προθεσμίας των τριάντα ημερών από την επίδοση της εκκαλουμένης, καθόσον αυτή επιδόθηκε στις 26.1.2024 και η έφεση κατατέθηκε στη γραμματεία του εκδόσαντος την προσβαλλομένη απόφαση δικαστηρίου στις 26.2.2024. άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ). Εξάλλου, για το παραδεκτό της άσκησης της υπό κρίση έφεσης έχει κατατεθεί και το παράβολο που προβλέπεται στο άρθρο 495 παρ. 3 ΚΠολΔ (βλ. τη σημείωση της Γραμματέως του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου επί της έκθεσης κατάθεσης της έφεσης, με μνεία του υπ' αριθμ. …/2023 ηλεκτρονικού παράβολου, ποσού 100 ευρώ). Συνεπώς, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή η έφεση και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια ως άνω διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Με την από … (αρ. καταθ. δικογρ.././2023) ανακοπή, ο ανακόπτων και ήδη εφεσίβλητος, ζήτησε την ακύρωση της υπ’ αριθ.7031/2020 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, της από 26-05-2023 επιταγής προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου από το πρώτο εκτελεστό με αριθμό … απογράφου της άνω διαταγής πληρωμής, καθώς και της με αριθμό … έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, …

 

Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που δίκασε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών των άρθρων 614 επ. ΚΠολΔ, την ένδικη ανακοπή αντιμωλία των διαδίκων, εξέδωσε την εκκαλουμένη υπ' αριθμ. 140/2024 απόφασή του με την οποία έκανε δεκτή την ανακοπή. Κατά της απόφασης αυτής, παραπονείται η καθ' ης η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα για τους λόγους που εκθέτει στο δικόγραφο της έφεσης και που ανάγονται ειδικότερα σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου, καθώς και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ώστε να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν η ανακοπή και να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 630 του ΚΠολΔ η διαταγή πληρωμής καταρτίζεται εγγράφως και πρέπει να περιέχει, μεταξύ άλλων, το ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων, που πρέπει να καταβληθεί. Σε ό,τι δε αφορά το καταβλητέο ποσό χρημάτων ή χρεογράφων, αυτό είναι αναγκαίο για την πλήρωση της προϋποθέσεως για την αναγκαστική εκτέλεση (άρθρο 916 του ΚΠολΔ), καθόσον για να γίνει αυτή πρέπει να προκύπτει από τον εκτελεστό τίτλο το ποσό και το ποιόν της παροχής. Πρέπει δε με το ποσό να προστίθενται, αν υπάρχει αίτημα, και οι τόκοι, αλλά όχι με συνυπολογισμό του ορισμένου ποσού αυτών, αλλά με την προσθήκη της λέξεως νομιμότοκα και του προσδιορισμού του χρόνου έναρξης αυτών. Η αναφορά ειδικότερα στη διαταγή πληρωμής του καταβλητέου ποσού χρημάτων απαιτείται να γίνεται με τρόπο που να μπορεί να καθοριστεί κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στον τίτλο στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκους ορισμένου κεφαλαίου, των οποίων η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από το νόμο (ΑΠ 1349/2013, ΑΠ 1094/2006 ΤΝΠ ΔΣΑ). Οι τόκοι των τόκων όμως που προκύπτουν από ανατοκισμό πρέπει να επιδικάζονται ρητώς (ΑΠ 998/2008, ΑΠ 1509/2003, ΑΠ 675/2001, ΑΠ 528/99, ΕφΑΘ 213/2017 όλες δημ. ΝΟΜΟΣ) και να γράφονται κατά ποσό ορισμένο (ΕφΑΘ 1132/2008 α’ δημ. ΝΟΜΟΣ). Από την παράλειψη ενός των παραπάνω στοιχείων δημιουργείται ακυρότητα της διαταγής πληρωμής, ακυρότητα που δεν επέρχεται αυτοδικαίως, αφού ο νόμος δεν ορίζει αυτό, αλλά Θεμελιώνει λόγο ανακοπής (βλ. σχετ. Β. Βαθρακοκοίλης Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τόμος Γ, άρ 630 ΚΠολΔ , σελ. 829-830 παρ. δ). Εξάλλου κάθε υπερημερία στην καταβολή της συμβατικής δόσης, αφού πρώτα υπολογιστεί με επιτόκιο επιπλέον του συμβατικού κατά 2,5 μονάδες (+2,5 %) για χρονικό διάστημα έξι μηνών, συγκροτεί στο τέλος του εν λόγω εξαμήνου ένα νέο αυτοτελές χρεολύσιο (κεφάλαιο), το οποίο προστίθεται στο αρχικό δανεισθέν κεφάλαιο. Αυτό αποτελεί τον κεφαλαιοποιημένο τόκο, ήτοι τον τόκο που κάθε μία υπερημερία ξεχωριστά δημιούργησε για ένα εξάμηνο. Η αναγραφή των κεφαλαιοποιημένων τόκων, κατατείνει στο να υποδειχθεί α) πόσες εξαμηνιαίες υπερημερίες δημιουργήθηκαν από την έναρξη τη επίδικης σύμβασης μέχρι της καταγγελίας της, β) ποιο ήταν το ανεξόφλητο χρηματικό ποσό που υπολογίστηκε με τόκο υπερημερίας, γ) ποιο το εξάμηνο κάθε μίας υπερημερίας και τελικά δ) το κεφάλαιο που προέκυψε κατά την ημερομηνία λήξης έκαστης υπερημερίας, καταλήγοντας να κεφαλαιοποιηθεί, δηλαδή να ενσωματωθεί στο κεφάλαιο, κατά την εκπνοή του έκαστου εξαμήνου. Εκκαθαρισμένη είναι η απαίτηση όταν από τον τίτλο προκύπτει κατά ποσόν και ποιόν, είναι δε εκκαθαρισμένη η χρηματική απαίτηση όταν το ποσό αυτής δεν είναι ακριβώς καθορισμένο, αλλά μπορεί να εξευρεθεί με τη διενέργεια μαθηματικών πράξεων (ΑΠ 1543/2015 ΝΟΜΟΣ). Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 916 του ΚΠολΔ αναγκαστική εκτέλεση δεν μπορεί να γίνει, αν από τον εκτελεστό τίτλο δεν προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής. Η διάταξη αυτή έχει τεθεί κυρίως για την προστασία των συμφερόντων του οφειλέτη, ο οποίος κατά την έκδοση ή κατά την κατάρτιση του τίτλου πρέπει να τελεί σε γνώση του ποσού και του ποιού της παροχής, για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται σε βάρος του εκτέλεση (ΑΠ 572/1980, ΝοΒ 1980/1961, Οικονομόπουλος Δ. 1972, 413,1. Μπρίνιας 1 άρθρο 916 παρ. 73 σελ. 208). Συμπλήρωση δε του εκκαθαρισμένου της απαιτήσεως από στοιχεία ή έγγραφα εκτός του εκτελεστού τίτλου δεν είναι επιτρεπτή, η απαίτηση πρέπει να προκύπτει από τον ίδιο τον εκτελεστό τίτλο, διαφορετικά ο τίτλος θεωρείται ανύπαρκτος (ΑΠ 572/1980, ΝοΒ 1980/1961, ΕφΑΘ 1132/2008 ό.π.). Κατά την έννοια, δε, της διάταξης του άρθρου 630 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι η διαταγή πληρωμής πρέπει να περιέχει, πλην άλλων στοιχείων, την αιτία της πληρωμής και το ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων που πρέπει να καταβληθεί, προκύπτει ότι αυτή, που δεν είναι δικαστική απόφαση, αλλά μόνον τίτλος εκτελεστός (άρθρα 631 και 904 παρ. 1 ΚΠολΔ), δεν απαιτείται να περιλαμβάνει πλήρεις και εμπεριστατωμένες αιτιολογίες, αλλά αρκεί ο συνοπτικός σε αυτή προσδιορισμός του γενεσιουργού λόγου της απαίτησης, κατά τρόπο που αυτή απλώς να εξατομικεύεται και να μη δημιουργείται αμφιβολία για την ταυτότητά της, δηλαδή δεν απαιτείται πλήρης περιγραφή όλων των περιστατικών που την συγκροτούν. Η αναφορά ειδικότερα στη διαταγή πληρωμής του καταβλητέου ποσού χρημάτων απαιτείται προκειμένου η σχετική απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη κατά την έννοια του άρθρου 916 ΚΠολΔ και να μπορεί έτσι η διαταγή πληρωμής να λειτουργήσει πράγματι ως εκτελεστός τίτλος, είναι δε εκκαθαρισμένη η απαίτηση του τίτλου, αν μπορεί να καθορισθεί κατά ποσό με απλό αριθμητικό υπολογισμό ή σύμφωνα με τα περιλαμβανόμενα στον τίτλο στοιχεία, όπως όταν υπάρχει καταδίκη σε τόκους ορισμένου κεφαλαίου, των οποίων η έναρξη και το ποσοστό ορίζεται από τον τίτλο ή από το νόμο (ΑΠ 1349/2013 ΤΝΠ Νόμος). Από το άρθρο 924 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η επιταγή, με την οποία αρχίζει η αναγκαστική εκτέλεση, πρέπει να περιέχει σύντομη μνεία του ποσού που οφείλεται, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται το ιστορικό κάθε κονδυλίου. Ειδικότερα αρκεί να προκύπτει από την επιταγή η αιτία της απαίτησης η οποία κατ' αρχήν θα προκύπτει από το αντίγραφο του τίτλου, κάτω από το οποίο γράφεται η επιταγή, καθώς και η οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα. Αν η επιταγή δεν περιέχει τα ως άνω στοιχεία, επέρχεται ακυρότητα, που κηρύσσεται από το δικαστήριο, εφόσον κατά την κρίση του προκαλείται από την αοριστία της επιταγής στον οφειλέτη δικονομική βλάβη, που δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλο τρόπο παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας. Τέλος, η άσκηση της ανακοπής του άρθρου 632 Κ.Πολ.Δ δεν αποκλείει την άσκηση, μετά από την έναρξη της εκτέλεσης κατά του οφειλέτη, ανακοπής του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ. εναντίον των πράξεων εκτέλεσης, ακόμη και όταν η τελευταία βασίζεται στους ίδιους λόγους, που προβλήθηκαν, ήδη, με την κατ' άρθρο 632 Κ.Πολ.Δ ανακοπή. Το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος θεμελιώνεται, επαρκώς, στην ανάγκη τήρησης των προθεσμιών του άρθρου 934 ΚΠολΔ, αλλά και στο δεδομένο ότι η ακύρωση της ανακοπτόμενης πράξης εκτέλεσης, μόνον, με την ανακοπή του άρθρου 933 Κ.Πολ.Δ μπορεί να επιτευχθεί. Επιπλέον, δεν αποκλείεται η παράλληλη επίκληση των ίδιων λόγων και ως αντιρρήσεων κατά της εκτέλεσης, ούτε προκύπτει κάτι αντίθετο από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 269 και 935 ΚΠολΔ, διότι οι διατάξεις αυτές αφορούν, μόνον τη σχέση μεταξύ διαδοχικών ανακοπών του άρθρου 933 ΚΠολΔ ούτε, άλλωστε, τίθεται ζήτημα εκκρεμοδικίας, όταν ο ανακόπτων ασκεί, ταυτόχρονα, για τους ίδιους λόγους και ανακοπή του άρθρου 933, διότι τα αντικείμενα των δύο δικών δεν συμπίπτουν, λόγω της διαφοράς των αιτημάτων των δύο ανακοπών (Εφ. Αθ. 1340/2019 ΝΟΜΟΣ).

 

Στην προκειμένη περίπτωση από την επισκόπηση όλων των εγγράφων που επαναπροσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι αποδείχθηκαν σε σχέση και με τους λόγους έφεσης τα εξής: Δυνάμει της υπ' αριθμ. … σύμβασης στεγαστικού δανείου, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία MILLENIUM ΒΑΝΚ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ παρείχε στον οφειλέτη …δάνειο ποσού 120.000 ευρώ, για την αγορά και την επισκευή κατοικίας. Τη σύμβαση αυτή υπέγραψε ο ανακόπτων - εφεσίβλητος ως εγγυητής. Εξαιτίας της μηεμπρόθεσμης καταβολής των μηνιαίων δόσεων, η εκκαλούσα επέδωσε στον εφεσίβλητο στις 9.1.2020 την από 06-12-2019 εξώδικη καταγγελία της μεταξύ τους σύμβασης, (βλ. τη με αριθμό ./09-0Ι-2020 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών …..), με την οποία του δήλωσε ότι καταγγέλλει την ένδικη σύμβαση και τον κάλεσε να της καταβάλλει το οφειλόμενο ποσό και δη το ποσό των 131.642,72 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων από την επομένη της επίδοσης της καταγγελίας έως την ολοσχερή εξόφληση. Ακολούθως με την από … αίτησή της, η εκκαλούσα ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της με αριθμ. … διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για την οποία συντάχθηκε η από … επιταγής προς εκτέλεση στο διατακτικό της οποίας αναφέρεται η υποχρέωση του εφεσίβλητου να καταβάλλει στην εκκαλούσα το συνολικό ποσό των 86.619,46 ευρώ, πλην των κονδυλίων των τόκων, νομιμοτόκως από την επίδοση της παρούσας μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, άλλως θα εκτελεστεί αναγκαστικά η παρούσα, οπότε θα προστεθούν επιπλέον 30,00 ευρώ, και, συγκεκριμένα, το ποσό των 83.969,46 ευρώ, για επιδικασθέν κεφάλαιο, το ποσό των 2.570,00 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, το ποσό των 30,00 ευρώ για την έκδοση του αντιγράφου και τη σύνταξη της επιταγής και το ποσό των 50,00 ευρώ για την σύνταξη παραγγελίας προς επίδοση και επίδοση αυτής (επιταγής προς πληρωμή). Περαιτέρω με την υπ'αριθμ. … έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών Αδριανού Δαμιανού και δυνάμει του υπ’αριθμ. … εκτελεστού απογράφου της ./2020 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για το ποσό των 86.619,46 ευρώ και το ποσό αυτό (πλην του κονδυλίου των τόκων) νομιμότοκα από την επίδοση της παρούσας μέχρις ολοσχερούς εξόφλησης, πλέον εξόδων αναγκαστικής κατάσχεσης και πλειστηριασμού ως το τέλος αυτού και ποσό 30,00 ευρώ για τη σύνταξη της εντολής αυτής, κατασχέθηκε ένα διαμέρισμα εμβαδού 95 τ.μ. του πρώτου ορόφου στην Καισαριανή Αττικής (οδός .), ορίστηκε δε ημερομηνία πλειστηριασμού η 7η.2.2024 με τιμή πρώτη προσφοράς την εμπορική αξία αυτού, ήτοι στο ποσό των 142.680 ευρώ. Από το ως άνω περιεχόμενο της ως άνω διαταγής πληρωμής σαφώς συνάγεται ότι ζητείται από τον εφεσίβλητο να καταβάλει πέραν από τους τόκους υπερημερίας, ο υπολογισμός των οποίων γίνεται σχετικά ευχερώς δοθέντος του κεφαλαίου (83.969,46 ευρώ), του χρονικού σημείου έναρξης υπολογισμού τους και του συμβατικού επιτοκίου υπερημερίας το ποσοστό του οποίου πρέπει να αναζητηθεί στα άρθρα της ένδικης σύμβασης και τόκους τόκων οι οποίοι υπολογίζονται με εξαμηνιαίο ανατοκισμό. Ο υπολογισμός των τόκων αυτών (κεφαλαιοποιημένων) είναι ιδιαίτερα σύνθετος, και για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να αναγράφονται στο διατακτικό της διαταγής πληρωμής διαφορετικά αυτή είναι αόριστη, καθώς αν παραλειφθεί η αναγραφή τους δεν προκύπτει με σαφήνεια το ύψος της απαίτησης. Ωστόσο, σε κανένα σημείο της προσβαλλόμενης πράξης δεν προσδιορίζεται το ποσό των κεφαλαιοποιημένων τόκων, καθώς δε γίνεται μνεία του εφαρμοζόμενου επιτοκίου. Επομένως, ορθώς το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, λόγω αοριστίας, καθώς δεν αναγράφονται οι κεφαλαιοποιημένοι τόκοι, δεδομένης και της δικονομική βλάβης του εφεσίβλητου που συνίσταται στην αδυναμία του να αντικρούσει το κονδύλια αυτό, το ύψος του οποίου δε γνωρίζει και μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο με την κήρυξη ακυρότητας.

 

Συνεπώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που έκρινε ομοίως και δέχτηκε την ανακοπή και ακύρωσε την υπ’ αριθ../2020 διαταγή πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 26-05-2023 επιταγή προς εκτέλεση κάτωθι αντιγράφου από το πρώτο εκτελεστό με αριθμό ./2020 απογράφου της άνω διαταγής πληρωμής, καθώς και τη με αριθμό ./16.6.2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, … δεν έσφαλε ως προς τούτο και ως εκ τούτου πρέπει ν’ απορριφθούν ως αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι έφεσης στο σύνολό τους, και να απορριφθεί ως αβάσιμη η κρινόμενη η έφεση. Πρέπει, δε, να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου της έφεσης που κατατέθηκε στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ.4 Κ.ΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της (άρθρο (άρθρα 176, 180, 182 αρ.3, 183, 189, 191 παρ.2 ΚΠολΔ)), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ την έφεση αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει ουσιαστικά την έφεση.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του υπ’ αριθμ. …παράβολου στο Δημόσιο Ταμείο.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στις 14 Μαϊου 2025.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ        Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ