ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΕιρΑθ 1223/2023

 

Ακύρωση αναγκαστικής κατάσχεσης ως καταχρηστικής -.

 

Στην κατηγορία των ελαττωμάτων που αφορούν την κύρια διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης εντάσσεται και η κατά το άρθρο 951 παρ. 2 ΚΠολΔ παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι ο επισπεύδων δανειστής κατέσχεσε περισσότερα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη απ’ όσα είναι αναγκαία για την ικανοποίηση της απαίτησής του. Τα ελαττώματα της απαίτησης επιδρούν σε όλες τις πράξεις της εκτέλεσης, από την πρώτη μέχρι και την προτελευταία που είναι η δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης. Δεκτή η ανακοπή διότι η καθής επέσπευσε καταχρηστικώς αναγκαστική εκτέλεση κατά μη υπαρκτού προσώπου, ενώ η ανακόπτουσα οφειλέτρια είχε την εύλογη πεποίθηση ότι η δανείστρια δεν θα συνέχιζε, εφόσον της πρότεινε την καταβολή ολόκληρου του ποσού.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία  της δικηγόρου Αθηνών Ευφροσύνης Εικοσιπεντίδη

 

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1223/2023

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ - ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΚΟΠΩΝ)

 

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Ασημίνα Γωνιάδου, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Ειρήνη Μαυρομμάτη.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Οκτωβρίου 2023, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της ανακόπτουσας: . χήρας . . το γένος .  και . ., κατοίκου Δήμου . Αττικής, θέση ., οδός Δ. . με ΑΦΜ., η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της, Ευφροσύνης Εικοσιπεντίδη.

 

Της καθ’ ης η ανακοπή: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «CEPAL HELLAS ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», που εδρεύει στη Νέα Σμύρνη Αττικής (Λεωφόρος Συγγρού αρ. 209-211), με αρ. ΓΕΜΗ .  και ΑΦΜ ., υπό την ιδιότητα της ως διαχειρίστριας απαιτήσεων, εντολοδόχου και ειδικού πληρεξουσίου, αντιπροσώπου και αντικλήτου της εταιρείας με την επωνυμία «GALAXY II FUNDING DESIGNATED COMPANY» (ΓΚΑΛΑΞΥ II ΦΑΝΤΙΝΓΚ ΝΤΕΣΙΓΚΝΕΗΤΕΝΤ ΑΚΤΙΒΙΤΥ ΚΟΜΠΑΝΥ), της τελευταίας αλλοδαπής εταιρείας ως ειδικής διαδόχου της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ALPHA ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «ALPHA ΒΑΝΚ», που εδρεύει στην Αθήνα (Σταδίου 40), η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά του πληρεξούσιου δικηγόρου της, Μάριου Πολίτη.

 

Η ανακόπτουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 28-8-2023 (αριθμός έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ./2023) ανακοπή της, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις που κατέθεσαν.

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 934 παρ. 1α ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά το Ν. 4335/2015: «ανακοπή, σύμφωνα με το άρθρο 933, είναι παραδεκτή: α) αν αφορά ελαττώματα από τη σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης κατά τα άρθρα 955 και 995 ή την απαίτηση, μέσα σε σαράντα πέντε (45) ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης». Κατά το εδ. β της ίδιας διάταξης: «αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης εκτέλεσης και αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων μέσα σε τριάντα (30) μέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού, αν πρόκειται για κινητά, και εξήντα (60) μέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα». Σύμφωνα με την παρ. 2 της ίδιας διάταξης: «αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, τελευταία πράξη εκτέλεσης είναι η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης». Σταδιακή προσβολή των πράξεων εκτέλεσης σημαίνει ότι ανάλογα με το αντικείμενο της, η εκάστοτε ανακοπή κατά της εκτέλεσης θα πρέπει να ασκείται σε καθορισμένες από το νόμο προθεσμίες. Το πρώτο στάδιο προσβολής των πράξεων εκτέλεσης περιλαμβάνει τους λόγους ανακοπής που βάλλουν κατά του κύρους του εκτελεστού τίτλου της προδικασίας και της κύριας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης κατά τα άρθρα 955 ΙΙ 2 και 995 IV 2, καθώς επίσης και κατά της εκτελούμενης απαίτησης. Η προθεσμία της ανακοπής που επιδιώκει την ακύρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης λόγω των ανωτέρω ελαττωμάτων, ορίζεται ενιαία σε 45 ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης (εν είδει απώτατου χρονικού ορίου άσκησης ανακοπής), όταν η εκτέλεση επισπεύδεται για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων. Κατά το γράμμα του νόμου, αφετηρία της προθεσμίας των 45 ημερών αποτελεί η ημέρα της κατάσχεσης. Αποτελεί όμως η διατύπωση αυτή μάλλον σχήμα κατά συνεκδοχή. Η γνώση του καθ’ ου είναι απαραίτητη για την εκκίνηση της ανωτέρω προθεσμίας και η γνώση αυτή εξασφαλίζεται με την επίσημη επίδοση στον ίδιο του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης. Και αν μεν αυτός είναι παρών κατά την κατάσχεση, το αντίγραφο αυτό επιδίδεται στον ίδιο, μόλις περατωθεί η κατάσχεση. Αν αυτός αρνηθεί να παραλάβει το επιδιδόμενο έγγραφο, τότε συντάσσεται απλώς έκθεση για την άρνηση του. Αν όμως αυτός είναι απών κατά την κατάσχεση ή δεν είναι δυνατή η άμεση κατάρτιση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης, επακολουθεί επίδοση αντιγράφου αυτού στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη το αργότερο την επόμενη ημέρα της περατώσεως της κατασχέσεως, αν αυτός έχει την κατοικία του στην περιφέρεια του δήμου όπου έγινε η κατάσχεση, διαφορετικά μέσα σε 8 ημέρες από την περάτωση της κατάσχεσης (955 I, 995 I). Επομένως η προθεσμία των 45 ημερών ξεκινά κανονικά από την επίδοση του αντιγράφου της κατασχετήριας έκθεσης στον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη. Αν όμως αυτός παρίσταται κατά την κατάσχεση αλλά αρνείται να παραλάβει το αντίγραφο αυτό, δεν προβλέπεται από το νόμο επίδοση του στον ίδιο, οπότε η αφετηρία της προθεσμίας θα είναι, για τη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, αναπόφευκτα, η ημέρα περατώσεως της κατάσχεσης. Στο πρώτο στάδιο ανήκουν πρωτίστως οι αντιρρήσεις κατά του εκτελεστού τίτλου (αντιρρήσεις που αφορούν την εγκυρότητα του τίτλου) καίτοι αυτό δεν αναφέρεται στο άρθρο 934 I στοιχ. α' ΚΠολΔ (προφανώς από παραδρομή). Οι λόγοι που αφορούν την εγκυρότητα του τίτλου είναι τα διάφορα τυπικά ή ουσιαστικά ελαττώματα. Τυπικά ελαττώματα του τίτλου είναι οι ελλείψεις που αφορούν τον τίτλο ως έγγραφο λ.χ. δεν έχει περιαφθεί αυτός τον εκτελεστήριο τύπο, το συμβολαιογραφικό έγγραφο έχει ελλείψεις που οδηγούν σε ακυρότητα κτλ. Ουσιαστικά ελαττώματα του τίτλου είναι όλα τα υπόλοιπα ελαττώματα του τίτλου λ.χ. δεν προκύπτει η ποσότητα της παροχής (916 ΚΠολΔ) ή δεν συγκοινοποιήθηκαν μ’ αυτόν και τα έγγραφα που αποδεικνύουν την πλήρωση της αίρεσης ή επισπεύδεται εκτέλεση με βάση οριστική απόφαση που δεν κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή κ.ο.κ. Ουσιαστικό ελάττωμα υφίσταται και όταν ο επισπεύδων δεν φέρεται ως δικαιούχος της ενσωματωμένης στον τίτλο αξίωσης ή ο καθ’ ου η εκτέλεση δεν είναι από τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται παθητικά να ανεχθούν την εκτέλεση με βάση τον τίτλο αυτό. Η δεύτερη κατηγορία ελαττωμάτων που εντάσσονται στο πρώτο στάδιο αφορά στις ακυρότητες των πράξεων της προδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Η προδικασία εξαντλείται κυρίως στην επίδοση προς τον καθ’ ου η εκτέλεση οφειλέτη αντιγράφου του απογράφου με επιταγή προς εκτέλεση. Οι λόγοι που στρέφονται κατά του κύρους της επιταγής υπόκεινται στην ανωτέρω προθεσμία των 45 ημερών του άρθρου 934 Ι στοιχ. α', είτε αφορούν στο περιεχόμενο, είτε στην επίδοση της στον καθ’ ου η εκτέλεση (λ.χ. η επίδοση δεν είναι νόμιμη, επειδή η θυροκόλληση του επιδοτέου εγγράφου δεν συνοδεύθηκε από τις ενέργειες που επιτάσσει το άρθρο 128 παρ. 4 ΚΠολΔ) ή δεν συνοδεύθηκε και από τα έγγραφα που νομιμοποιούν τον επισπεύδοντα καθολικό ή ειδικό διάδοχο (925 ΚΠολΔ). Στην ίδια προθεσμία υπάγονται και οι λόγοι της ανακοπής που αφορούν σε προγενέστερες (ή και μεταγενέστερες) της επιταγής πράξης εκτέλεσης, λ.χ. στη χορήγηση της εντολής (927 ΚΠολΔ) στο δικαστικό επιμελητή ή και σε μεταγενέστερες, εφόσον αυτές προηγούνται χρονικά από την κατάσχεση ή άλλη αντίστοιχη μ’ αυτή διαδικαστική πράξη. Στο πρώτο στάδιο (934 στοιχ. α) ανήκουν φυσικά και οι αιτιάσεις που αφορούν στη μη τήρηση της τριήμερης προθεσμίας του άρθρου 926 ΚΠολΔ. Στο πρώτο στάδιο προσβολής των πράξεων εκτέλεσης μετατοπίσθηκαν και οι λόγοι ανακοπής που αμφισβητούν την εγκυρότητα των πράξεων της κύριας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης (934 στοιχ. α'). Πρόκειται για ατασθαλίες οι οποίες επιδρούν ακυρωτικά σε κάποια πράξη της διαδικασίας της εκτέλεσης που επιχειρήθηκε από την πρώτη μετά την επιταγή πράξη εκτέλεσης μέχρι και, τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης κατά τα άρθρα 955 II 2 και 995 IV 2. Στην πρώτη γραμμή εντάσσονται ελαττώματα της εκθέσεως κατασχέσεως (λχ. κατασχέθηκε πράγμα ακατάσχετο κατά νόμο), ή επιβλήθηκε κατάσχεση σε ακίνητο που αγοράσθηκε από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας και απαγορευόταν η διάθεση του (175 ΑΚ) κατά τις διατάξεις του ν. 1641/1986 κτλ. Στην κατηγορία των ελαττωμάτων που αφορούν την κύρια διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης εντάσσεται και η κατά το άρθρο 951 παρ. 2 ΚΠολΔ παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, υπό την έννοια ότι ο επισπεύδων δανειστής κατέσχεσε περισσότερα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη απ’ όσα είναι αναγκαία για την ικανοποίηση της απαίτησης του [Νικ. Θ. Νίκας, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτέλεσης, τόμος II, ειδικό μέρος, 2η έκδοση, σελ. 162-163, αριθμ. 22]. Τέλος στην προθεσμία του πρώτου σταδίου ασκούνται και οι ανακοπές που αμφισβητούν την εκτελούμενη αξίωση (απαίτηση). Τα ελαττώματα της απαίτησης επιδρούν σε όλες τις πράξεις της εκτελέσεως, από την πρώτη μέχρι και την προτελευταία που είναι η δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης (955 II 2, 995 IV 2). Η τελευταία πράξη της εκτέλεσης, (ο πλειστηριασμός στην περίπτωση της εκτέλεσης προς ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων) δεν προσβάλλεται με λόγο που αφορά στην απαίτηση. Διευκρινίζεται ότι η ανακοπή κατά της εκτέλεσης, που αφορά στην απαίτηση, έχει πάντοτε ως αίτημα την ακύρωση συγκεκριμένης πράξης εκτέλεσης (λχ. της επιταγής, της εκθέσεως κατασχέσεως) και απλώς ο λόγος που προκαλεί την ακυρότητα αυτή και στηρίζει το αίτημα της ανακοπής είναι η ελαττωματικότητα της απαίτησης. Οποιοσδήποτε φύσεως ελάττωμα της εκτελούμενης απαίτησης, είτε αφορά στη γένεση, είτε στην άσκηση, είτε στην απόσβεση αυτής, μπορεί να προβληθεί με την εν λόγω ανακοπή. Ως και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχέσεως στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων μπορεί να ασκηθεί ανακοπή, η οποία στηρίζεται σε οποιοδήποτε γεγονός παρακωλυτικό ή δικαιοκωλυτικό της γενέσεως (πχ. εικονικότητα, αίρεση, προθεσμία, έλλειψη τύπου, αντίθεση στα χρηστά ήθη κτλ.) ή της ασκήσεως (πχ. παραγραφή, κατάχρηση δικαιώματος) ή της αποσβέσεώς της (εξόφληση, άφεση χρέους, ανανέωση, συμβιβασμός, συμψηφισμός κτλ.).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η ανακόπτουσα ζητεί με την υπό κρίση ανακοπή της, να ακυρωθεί, για τους λόγους που ειδικότερα αναφέρονται σε αυτήν, η επιβληθείσα αναγκαστική κατάσχεση δυνάμει της με αριθμό ./4-1-2023 κατασχετήριας έκθεσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου ., καταχωρηθείσας την 4-1-2023 με αρ. . στο Κτηματολογικό Γραφείο ..., καθώς και να αναγνωριστεί ότι απέκτησε το περιγραφόμενο κατασχεθέν διαμέρισμα από κληρονομιά εκ διαθήκης του θανόντος την … 5-2022 συζύγου της, . . Επίσης ζητεί να καταδικαστεί η καθ' ης στη δικαστική της δαπάνη.

 

Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, καθώς το παρόν είναι το Δικαστήριο του τόπου της αναγκαστικής εκτέλεσης, εφόσον το εκπλειστηριασθέν ακίνητο βρίσκεται στο Δήμο Αττικής (άρθρο 933 παρ.1 και 3 ΚΠολΔ), κατά την προκειμένη διαδικασία των περιουσιακών διαφορών (άρθρα 937 παρ.3, 614 επ. ΚΠολΔ). Ασκήθηκε δε, νομότυπα και εμπρόθεσμα από την ανακόπτουσα, η οποία έχει έννομο συμφέρον (ως μοναδική εκ διαθήκης κληρονόμος του αποβιώσαντος, πριν τη σύνταξη της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, συζύγου της), καθώς δεν υπόκειται στις προθεσμίες του άρθρου 934 ΚΠολΔ, η οποία (ανακόπτουσα) το πρώτον πληροφορήθηκε την ύπαρξη του επικείμενου δια της προσβαλλόμενης πράξεως εκτελέσεως πλειστηριασμού κατά τον χρόνο ασκήσεως αυτής (κρινόμενης ανακοπής), καθόσον στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη από 4-1-2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης επιβλήθηκε κατά προσώπου - οφειλέτη μη υπαρκτού, ήτοι του αποβιώσαντος την 2 -5-2022 συζύγου της ανακόπτουσας, ., και όχι κατά της τελευταίας, με την ιδιότητά της ως κληρονόμου αυτού, με αποτέλεσμα να μην έχει εκκινήσει καμία προθεσμία ως προς αυτήν για την προσβολή της προσβαλλόμενης αναγκαστικής κατάσχεσης και του επισπευδόμενου πλειστηριασμού του επίδικου ακινήτου. Μη νόμιμο, και ως εκ τούτου απορριπτέο, είναι το αίτημα να αναγνωριστεί ότι η αιτούσα απέκτησε το ακίνητο που περιγράφεται στην υπό κρίση ανακοπή από κληρονομιά του θανόντος συζύγου της, καθώς το αναγνωριστικό αυτό αίτημα δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της κρινόμενης ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αφού το αίτημα αυτής είναι μόνο διαπλαστικό και συνίσταται στην ακύρωση ορισμένης πράξης της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Επομένως, η κρινόμενη ανακοπή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω η νομική και ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.

 

Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 του ΑΚ, 116 και 933 του ΚΠολΔ και 25 παρ. 3 του Συντάγματος προκύπτει ότι η πραγμάτωση με αναγκαστική εκτέλεση της απαίτησης του δανειστή κατά του οφειλέτη αποτελεί ενάσκηση ουσιαστικού δικαιώματος δημοσίου δικαίου. Ως εκ τούτου, λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 του ΚΠολΔ μπορεί να αποτελέσει και η προφανής αντίθεση της επισπευδόμενης διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης στα αντικειμενικά όρια της καλής πίστης ή των χρηστών ηθών ή του κοινωνικού ή οικονομικού σκοπού του δικαιώματος που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ (βλ. ΕφΑιγαίου 5/2019). Κατά την έννοια της διάταξης αυτής (άρθρο 281 του ΑΚ), για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική, θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του -κατά .τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (βλ. ΟλΑΠ 17/1995 ΕλλΔνη 1995.1531, ΟλΑΠ 62/1990 ΕλλΔνη 1991.501, ΑΠ 893/2008, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου η αντίθεση της από μέρους του δανειστή επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης στην καλή πίστη και τα χρηστά ήθη αποτελεί ουσιαστικό ελάττωμα του εκτελεστού τίτλου, το οποίο είναι δυνατόν να οδηγήσει σε ακύρωση αυτού (ΕφΑθ 4032/1985, ΕλλΔνη 1985.946). Περαιτέρω οι πράξεις κατάσχεσης και πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη παραβιάζουν την αρχή της αναγκαιότητας ή του ηπιότερου μέσου, όταν η αξίωση του δανειστή είναι δυνατό να ικανοποιηθεί με άλλο μέσο ασυγκρίτως ηπιότερο για τον οφειλέτη, όπως με κατάσχεση άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, η αξία των οποίων είναι μικρότερη του αρχικά κατασχεθέντος στοιχείου, αξία, βέβαια, που καλύπτει την αξίωση του δανειστή, οπότε η επιδίωξη ικανοποίησης αυτής με κατάσχεση περιουσιακού στοιχείου δυσανάλογης αξίας με την απαίτηση και με ζημία του οφειλέτη είναι άκυρη ως καταχρηστική (ΑΠ 558/1995 ΝοΒ 97.35, ΑΠ 152/1989 ΕλλΔνη 90.1424, ΑΠ 431/1981 ΝοΒ 30.413). Επίσης, πράξεις κατάσχεσης και πλειστηριασμού περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας, υπό στενή έννοια, όταν εμφανίζονται ως μέτρα εξαιρετικής σκληρότητας για τον συγκεκριμένο οφειλέτη, τα οποία υπερβαίνουν τα ανεκτά όρια της θυσίας του, ενώ ταυτόχρονα η απαίτηση που εκτελείται είναι μικρής αξίας και, συνεπώς έκδηλη η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ του μέσου εκτελέσεως και του σκοπού για τον οποίο αυτό επιβάλλεται. Μάλιστα η ακυρότητα των εν λόγω πράξεων εκτελέσεως επέρχεται έστω και αν δεν υπάρχουν άλλα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, τα οποία θα μπορούσαν να κατασχεθούν (ΑΠ 431/1981 ΝοΒ 30.413). Το ζήτημα δε, αν οι συνέπειες, που συνεπάγεται η άσκηση του δικαιώματος, είναι επαχθείς για τον υπόχρεο, πρέπει να αντιμετωπίζεται και σε συνάρτηση με τις αντίστοιχες συνέπειες που μπορεί να επέλθουν σε βάρος του δικαιούχου από την παρακώλυση της ικανοποιήσεως του δικαιώματος του (ΕΦ ΠΑΤΡ 488/2021-ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 385/2010, ΑΠ 381/2009).

 

Με τον δεύτερο λόγο της κρινόμενης ανακοπής, η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η καθ’ ης επισπεύδει παράνομα και καταχρηστικά πλειστηριασμό του ακινήτου της, προσδιορισθείσας εμπορικής αξίας 73.000 ευρώ, για οφειλή ποσού 11.710,33 ευρώ, παρά το γεγονός ότι της γνωστοποίησε από τον Μάρτιο 2023 τον θάνατο του συζύγου της και ακολούθησε ανταλλαγή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτή (καθ’ ης) είχε πλήρη γνώση του θανάτου του συζύγου της, δοθέντος ότι της ζητήθηκε να προσκομίσει τα απαιτούμενά δικαιολογητικά για τη νομιμοποίηση των κληρονόμων, τα οποία και της απέστειλε ήδη από 7-4-2023, ζητώντας της να της κάνει γνωστό το ύψος των οφειλών του αποβιώσαντος συζύγου της με σκοπό την ρύθμιση τους. Στη συνέχεια εκθέτει ότι η καθ’ ης στις 24-4-2023 της απάντησε ότι το αίτημα της έχει δρομολογηθεί και θα ενημερωθεί από το αρμόδιο τμήμα σε εύλογο χρόνο και μη έχοντας (η ανακόπτουσα) ουδεμία ενημέρωση μέχρι την κατάθεση της κρινόμενης ανακοπής της δημιουργήθηκε ευλόγως η πεποίθηση ότι η καθ’ ης θα πράξει τούτο (γνωστοποίηση των οφειλών του αποβιώσαντος συζύγου της με σκοπό τη διευθέτηση τους). Τέλος, εκθέτει, ότι στις 23-8-2023 η πληρεξούσια δικηγόρος της απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα στον υπογράφοντα την προσβαλλόμενη κατασχετήρια έκθεση .  δικαστικό επιμελητή, στην ορισθείσα για τον πλειστηριασμό συμβολαιογράφο, καθώς και στην καθ’ ης, προτείνοντας την καταβολή ολόκληρου του ποσού των 11.710,33 ευρώ της επιβληθείσας κατάσχεσης χωρίς να λάβει ουδεμία απάντηση, η συμπεριφορά αυτή δε, της καθ’ ης είναι προφανώς καταχρηστική και παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, αφού επισπεύδει πλειστηριασμό ακινήτου αξίας τουλάχιστον 100.000 ευρώ έναντι απαιτήσεως 11.710,33 ευρώ, το οποίο της προτάθηκε να καταβληθεί εφάπαξ.

 

Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος της ανακόπτουσας στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, όλα τα έγγραφα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, άλλα από τα οποία λαμβάνονται υπόψη προς άμεση απόδειξη, άλλα δε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ορισμένα από τα οποία μνημονεύονται παρακάτω, χωρίς όμως κάποιο από αυτά να παραλειφθεί κατά την ουσιαστική εκτίμηση της διαφοράς, αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν της από 18-11-2021 αιτήσεως της καθ’ ης ανακοπή, ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «CEPAL HELLAS ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ», στην οποία έχει ανατεθεί, δυνάμει της από 18-6-2021 σύμβασης διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων, καταχωρισθείσας νομίμως στις 22-6-2021 με αρ. πρωτ. ./22-6-2021 στον τόμο .  και με α.α. ., η διαχείριση των απαιτήσεων της αλλοδαπής εταιρείας ειδικού σκοπού με την επωνυμία «GALAXY II FUNDING DESIGNATED COMPANY», η οποία, δυνάμει της από 30-4-2020 σύμβασης μεταβίβασης τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, καταχωρισθείσας νομίμως στα βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών στις 30-4-2020 με αρ. πρωτ. ./30-4-2020 στον τόμο .  και με α.α. ., κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΑΛΦΑ ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», κατά του .  ο οποίος απεβίωσε στις .5-2022 στην οικία του στα .  Δήμου Αττικής, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. . /2022 Διαταγή Πληρωμής της Ειρηνοδίκη του Ειρηνοδικείου, με την οποία ο τελευταίος διατάχθηκε να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 10.661,21 ευρώ, πλέον νομίμων τόκων υπερημερίας και δικαστικής δαπάνης, για οφειλή του απορρέουσα από την υπ’ αριθμ. ./19-5-2016 σύμβαση «ALPHA ΡΥΘΜΙΣΗ ΧΑΜΗΛΗΣ ΕΚΚΙΝΗΣΗΣ».

 

Περαιτέρω αποδείχθηκε ότι με την από 21-12-2022 εντολή για κατάσχεση του πληρεξούσιου δικηγόρου της καθ’ ης η ανακοπή, η τελευταία προέβη σε αναγκαστική εκτέλεση της ακίνητης περιουσίας του ως άνω αποβιώσαντος στο μεταξύ συζύγου της ανακόπτουσας, ειδικότερα δε, με την υπ’ αριθμ. ./4-1-2023 Έκθεση Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο .  με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, .  κατασχέθηκε αναγκαστικά από την καθ’ ης η ανακοπή, και σε εκτέλεση της ως άνω Διαταγής Πληρωμής, το υπ’ αριθμ. ένα (1) διαμέρισμα του δευτέρου πάνω από το ισόγειο (πυλωτή) ορόφου πολυκατοικίας κτισμένης το έτος 1979 επί οικοπέδου εκτάσεως .  τ.μ. ευρισκόμενου στη θέση . του Δήμου . της Περιφερειακής Ενότητας . της Περιφέρειας Αττικής και επί των οδών ..., το οποίο (διαμέρισμα) έχει επιφάνεια 30,00 τ.μ., το οποίο απέκτησε ο αποβιώσας σύζυγος της ανακόπτουσας δι’ αγοράς δυνάμει του υπ’ αριθμ. . συμβολαίου αγοραπωλησίας οριζοντίου ιδιοκτησίας του Συμβολαιογράφου Πειραιά . στη συνέχεια δε, απέκτησε τούτο η ανακόπτουσα εκ κληρονομιάς, καθώς αυτή κατέστη μοναδική κληρονόμος του εκ διαθήκης (βλ. την από . 2007 ιδιόγραφη διαθήκη του αποβιώσαντος συζύγου της ανακόπτουσας, η οποία δημοσιεύθηκε με το υπ’ αριθμ. . 11-2022 πρακτικό του Ειρηνοδικείου . . Ο πλειστηριασμός του εν λόγω ακινήτου επρόκειτο να λάβει χώρα στις . ενώπιον της πιστοποιημένης για τη διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών Συμβολαιογράφου Αθηνών, . ή ενώπιον του νόμιμου πιστοποιημένου αναπληρωτή της σε περίπτωση νομίμου κωλύματος της, με τιμή πρώτης προσφοράς το ποσό των 73.000,00 ευρώ, ο οποίος ανεστάλη με την υπ’ αριθμ. ./2023 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου, εκδοθείσα κατόπιν αιτήσεως, κατ’ άρθρα 731, 732 ΚΠολΔ, της ανακόπτουσας. Αποδείχθηκε επίσης ότι η ανακόπτουσα είχε γνωστοποιήσει από τις αρχές Μαρτίου του 2023 στην καθ’ ης η ανακοπή τον θάνατο του συζύγου της, η τελευταία δε, στις αρχές Μαρτίου του 2023, της ζήτησε να προσκομίσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά για τη νομιμοποίηση των κληρονόμων του, τα οποία και της έστειλε (η ανακόπτουσα) στις 7-4-2023, ζητώντας της παράλληλα να της κάνει γνωστό το ύψος των οφειλών του αποβιώσαντος συζύγου της και της ιδίας με σκοπό την ρύθμιση τους, ενώ στις 24-4-2023 η καθ’ ης της απάντησε ότι το αίτημα της δρομολογήθηκε και θα ενημερωθεί (η ανακόπτουσα) από το αρμόδιο τμήμα της (καθ’ ης) σε εύλογο χρόνο, δημιουργώντας της έτσι την εύλογη πεποίθηση ότι η τελευταία θα πράξει τούτο. Τέλος αποδείχθηκε ότι η πληρεξούσια δικηγόρος της ανακόπτουσας στις 23-8-2023 απέστειλε ηλεκτρονικό μήνυμα τόσο στον ως άνω υπογράφοντα την προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής δικαστικό επιμελητή, όσο και στην ορισθείσα για τη διενέργεια του πλειστηριασμού ως άνω Συμβολαιογράφο, καθώς και στην καθ’ ης η ανακοπή, προτείνοντας την καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού των 11.710,33 ευρώ, πλην όμως ουδεμία απάντηση έλαβε.

 

Ενόψει των ανωτέρω, το Δικαστήριο άγεται στην κρίση ότι η καθ' ης η ανακοπή όχι μόνο επέσπευσε καταχρηστικώς αναγκαστική εκτέλεση κατά μη υπαρκτού προσώπου μάλιστα, ενώ η ανακόπτουσα - οφειλέτρια είχε την εύλογη πεποίθηση ότι αυτή δεν θα την συνέχιζε, αλλά και της πρότεινε την καταβολή ολόκληρου του ποσού των 11.710,33 ευρώ της επιβληθείσας αναγκαστικής κατάσχεσης σε βάρος του αποβιώσαντος συζύγου της, του οποίου και κατέστη μοναδική του κληρονόμος εκ διαθήκης, επέλεξε και μέτρο ιδιαίτερα επαχθές, ευρισκόμενο σε λογική ανακολουθία συγκριτικά με την ωφέλεια από την είσπραξη της απαίτησής της, ύψους 11.710,33 ευρώ, δεδομένου ότι επέλεξε να κατασχέσει για το ποσό αυτό το ένδικο ακίνητο, συνολικής εμπορικής αξίας ασυγκρίτως μεγαλύτερης, υπερβαίνουσας το ποσό των 73.000 ευρώ, προκαλώντας υπέρμετρη βλάβη σε αυτήν (ανακόπτουσα). Συνεπώς, η εν λόγω κατάσχεση εμφανίζεται ως μέτρο εξαιρετικής σκληρότητας για την ανακόπτουσα, το οποίο υπερβαίνει τα ανεκτά όρια θυσίας της, αφού υπάρχει δυσαναλογία μεταξύ του μέσου αναγκαστικής εκτελέσεως και του σκοπού, για τον οποίο επιβάλλεται, κατά παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η άσκηση από την καθ' ης η ανακοπή του δικαιώματος να επισπεύσει την ανωτέρω αναγκαστική εκτέλεση και μάλιστα κατά μη υπαρκτού προσώπου, ήτοι του αποβιώσαντος πριν τη σύνταξη της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης συζύγου της ανακόπτουσας, αντίκειται στην καλή πίστη και τα χρηστά ήθη αλλά και στον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος της προς επίσπευση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά και στην αρχή της αναλογικότητας και είναι καταχρηστική, κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 281 του ΑΚ, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη. Ως εκ τούτου, πρέπει η κρινόμενη ανακοπή να γίνει δεκτή, κατά παραδοχή του δεύτερου λόγου της, και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας, ενώ παρέλκει η εξέταση των λοιπών λόγων ανακοπής, καθόσον επί ανακοπής του άρθρου 933 ΚΠολΔ, αρκεί να γίνει δεκτός ένας λόγος που επιφέρει την ακυρότητα των προσβαλλόμενων πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας, καθιστώντας την εξέταση των υπολοίπων λόγων άνευ αντικειμένου. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί η καθ’ ης η ανακοπή, λόγω της ήττας της, στη δικαστική δαπάνη της ανακόπτουσας (άρθρα 176, 191 παρ. 2), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

 

Δέχεται κατά τα λοιπά την ανακοπή.

 

Ακυρώνει την υπ' αριθμ. ./4-1-2023 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου . .

 

Επιβάλλει σε βάρος της καθ' ης η ανακοπή τη δικαστική δαπάνη της ανακόπτουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα ευρώ (350,00 €).

 

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 13 Δεκεμβρίου 2023.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΑΣΗΜΙΝΑ ΓΩΝΙΑΔΟΥ                   ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ