ΠΠρΘεσ 45854/2007
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κτηματολόγιο - Σχέδιο πόλης - Εκτακτη χρησικτησία - Αγωγή διόρθωσης πρώτης εγγραφής -
Ακίνητο "αγνώστου ιδιοκτήτη" -Διαδικασία -
Προκειμένης
μεταβολής στην ιδιοκτησία, που δεν εμπίπτει στην περίπτωση στην οποία οφείλεται
αποζημίωση, με τη μεταγραφή της κυρωτικής απόφασης της πράξης εφαρμογής
επέρχεται ταύτη, χωρίς καμία άλλη διαδικασία. Το δικαίωμα κτήσης κυριότητας των
ιδιοκτησιών (ακινήτων) αποκτάται πρωτοτύπως, το δε
νέο ακίνητο μόνο έκτοτε, δηλ. μετά την μεταγραφή της πράξης εφαρμογής, μπορεί
να καταληφθεί και να διατεθεί. Ταυτόχρονα επέρχεται άμεση απόσβεση κάθε
εμπραγμάτου δικαιώματος στο αρχικό ακίνητο. Αν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου
αμφισβητεί το μέγεθος της ιδιοκτησίας, καθώς και το μέγεθος της εισφορά σε γη,
όπως αυτή καθορίστηκε με την πράξη εφαρμογής, δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει την
ανάκληση ή ανασύνταξη της πράξης αυτής. Τυχόν εμπράγματα δικαιώματα της
ενάγουσας που επικαλείται ότι είχε θεμελιώσει επί του αρχικού ακινήτου - πριν
την ένταξη στο σχέδιο πόλης - με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας έχουν
αποσβεσθεί μετά την μεταγραφή της απόφασης του Νομάρχη της κυρωτικής της
προρρηθείσης πράξης εφαρμογής το 1997. Η υπό κρίση διαφορά, που αφορά ακίνητο
«αγνώστου ιδιοκτήτη» έπρεπε να εισαχθεί κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή
και μόνο σε περίπτωση που απορρίπτονταν ως νόμω ή
ουσία αβάσιμη να εισάγονταν κατά την τακτική διαδικασία με εναγόμενο το
Ελληνικό Δημόσιο.
ΚΕΙΜΕΝΟ
Αριθμός
απόφασης
45854/2007
ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ
από τους Δικαστές Μαρία Γούλα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Κωνσταντία
Εμμανουηλίδου, Κτηματολογική Δικαστή, Πρωτοδίκη -
Εισηγήτρια, Θεοδώρα Τσαμαδιά, Πρωτοδίκη και από το
Γραμματέα Αλκιβιάδη Παυλίδη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ
δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 15 Ιουνίου 2007, για να δικάσει στην αγωγή με
αριθμό καταθέσεως 16123/3-4-2007, με αντικείμενο αναγνώριση κυριότητας
ακινήτου, μεταξύ:
ΤΗΣ
ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ : ............. , που παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων της δικηγόρων
Γεωργίου Γώγου (ΑΜ 2871) και Σωτηρίου - Βύρωνα Καπετανόπουλου (ΑΜ 1320), οι
οποίοι κατέθεσαν προτάσεις. Συμπαραστάθηκαν και οι ασκούμενοι δικηγόροι Χρήστος
Τερζίδης, Χρήστος Κωνσταντίδης
και Δήμητρα Παλληκάρι.
ΤΩΝ
ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ : 1) έως και 3) ... , που οι μεν 1η και 2η δεν παραστάθηκαν, ο δε
3ος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Ιβου
Τουφεξή (ΑΜ 3043), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
ΚΑΤΑ τη
συζήτηση της υποθέσεως οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ζήτησαν να
γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Από το
συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.2 εδ.α και
3, 6 παρ.1-3 και 7 του Ν. 2664/1998, όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις με τους
Ν.3127/2003 και 3481/2006- προκύπτει ότι α) Στο Κτηματολόγιο καταχωρούνται
νομικές και τεχνικές πληροφορίες που αποσκοπούν στον ακριβή καθορισμό των ορίων
των ακινήτων και στη δημοσιότητα των εγγραπτέων στα
κτηματολογικά βιβλία δικαιωμάτων και βαρών, με τρόπο που διασφαλίζει τη δημόσια
πίστη, προστατεύοντας κάθε καλόπιστο συναλλασσόμενο που στηρίζεται στις
κτηματολογικές εγγραφές, β) Από την έναρξη ισχύος του Κτηματολογίου σε καθεμία
από τις κατά το ν. 2308/1995 κτηματογραφηθείσες
περιοχές αντικαθίσταται το υφιστάμενο έως τότε στις περιοχές αυτές σύστημα
μεταγραφών και υποθηκών. Η ημερομηνία έναρξης ισχύος του ορίζεται για καθεμία
από τις κτηματογραφηθείσες περιοχές με απόφαση του
Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος (ΟΚΧΕ),
αμέσως μετά την ολοκλήρωση των πρώτων εγγραφών στα κτηματολογικά βιβλία και την
τήρηση των προβλεπόμενων στη διάταξη αυτή διατυπώσεων, γ) Πρώτες εγγραφές είναι
εκείνες που καταχωρούνται ως αρχικές εγγραφές στο κτηματολογικό βιβλίο, κατά
μεταφορά από τους κτηματολογικούς πίνακες. δ) Οι πρώτες εγγραφές, επί των
οποίων στηρίζεται κάθε μεταγενέστερη εγγραφή, αποτελούν πράξη δημόσιας αρχής με
διαπιστωτικό χαρακτήρα των υφισταμένων- κατά το χρόνο έναρξης του Κτηματολογίου
σε μία περιοχή- εμπράγματων δικαιωμάτων, που μετά την οριστικοποίησή τους
παράγουν αμάχητο τεκμήριο ακριβείας. ε) Σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής
στα κτηματολογικά βιβλία, αναφορικά με το δικαιούχο κυριότητας ενός ακινήτου,
μπορεί, όποιος έχει έννομο συμφέρον (ο πραγματικός κύριος, ο καθολικός ή
ειδικός διάδοχος αυτού, ο δανειστής του κλπ), να ζητήσει με αγωγή, που
απευθύνεται ενώπιον του κατά τις γενικές διατάξεις αρμοδίου καθ` ύλην και κατά τόπο (Μονομελούς ή Πολυμελούς) Πρωτοδικείου,
την αναγνώριση του προσβαλλόμενου με την ανακριβή εγγραφή δικαιώματος και τη
διόρθωση της πρώτης εγγραφής. Πρέπει δε να τονισθεί ότι κρίσιμος χρόνος για την
ύπαρξη εμπράγματου δικαιώματος, που προσβάλλεται με τις ανακριβείς πρώτες
εγγραφές είναι αυτός της έναρξης του Κτηματολογίου σε μία περιοχή όπως
καθορίζεται με σχετική απόφασης του ΟΚΧΕ και όχι
αυτός της έγερσης της αγωγής του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν.2664/1998. Η τελευταία
πρέπει να στρέφεται κατά του (ανακριβώς) αναγραφομένου στο κτηματολογικό φύλλο
ως δικαιούχου κυριότητας του επιδίκου ακινήτου ή των καθολικών του διαδόχων και
σε περίπτωση μεταβίβασης του επιδίκου και κατά του ειδικού διαδόχου,
δημιουργείται δε εκ του νόμου(άρθρο 6 παρ. 2 εδ. δ
και ε του Ν.2664/1998) σχέση αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ των
εναγομένων-καθολικών και ειδικών διαδόχων-, διότι προβλέπεται η υποχρεωτική
κοινή παθητική νομιμοποίησή τους. Η εν λόγω αγωγή πρέπει να ασκηθεί εντός
αποκλειστικής προθεσμίας 8 ετών- ή 10 ετών αν ενάγων είναι το Ελληνικό Δημόσιο
ή μόνιμος κάτοικος εξωτερικού-(βλ. άρθρο 5 του Ν.3559/3007 ), αρχομένης από τη
δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της προρρηθείσης αποφάσεως του ΟΚΧΕ, δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία και
κοινοποιείται με ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως της στον Προιστάμενο
του οικείου Κτηματολογικού Γραφείου. Επίσης, κατά τις παραγράφους 1 περ. ιβ και 5 του άρθρου 12 και 2 εδ.
4 του άρθρου 13 του ιδίου νόμου, σε συνδυασμό με το άρθρο 220 του ΚΠολΔ, η σχετική αγωγή πρέπει να καταχωρείται στο οικείο
κτηματολογικό φύλλο μέσα σε προθεσμία, κατ' ανώτατο όριο, τριάντα (30) ημερών
από την κατάθεσή της, αλλιώς απορρίπτεται ως απαράδεκτη, στ) όταν πρόκειται,
όμως, για ακίνητο, το οποίο στα κτηματολογικά βιβλία και συγκεκριμένα στις
πρώτες εγγραφές φέρεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», ο επικαλούμενος ότι είναι
κύριος αυτού, αλλά και κατ` αναλογική εφαρμογή της παρ. 2 του ιδίου άρθρου (6
του Ν.2664/1998) και όποιος έχει έννομο συμφέρον μπορεί, προκειμένου να
διορθώσει την ανακριβή αυτή εγγραφή, να υποβάλλει αίτηση ενώπιον του
Κτηματολογικού Δικαστή της τοποθεσίας του ακινήτου, δικάζοντος κατά την εκουσία δικαιοδοσία, με την οποία θα αιτείται τη διόρθωση
του οικείου κτηματολογικού φύλλου, ώστε αντί για «άγνωστος» να αναγραφεί ο
πραγματικός κύριος καθώς και ο τυχόν δικαιούχος άλλου εμπράγματου δικαιώματος.
Η εν λόγω αίτηση δεν στρέφεται κατ` ουδενός, το δε Ελληνικό Δημόσιο, όπως ο ΟΚΧΕ και οι Προιστάμενοι των
Κτηματολογικών Γραφείων στα πλαίσια των δικών της εκουσίας
δικαιοδοσίας, δεν καθίστανται διάδικοι (βλ. ενδεικτ. ΜονΠρΘεσ 43451/2006 ΝΟΜΟΣ). Επίσης, σύμφωνα με τη νέα
διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3, για το παραδεκτό της εν λόγω αίτησης θα πρέπει να
συντρέχουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις 1) να ασκηθεί αυτή εντός της προρρηθείσης
αποκλειστικής προθεσμίας των οκτώ ετών, 2) να καταχωρηθεί στο οικείο
κτηματολογικό φύλλο μέσα σε προθεσμία, κατ` ανώτατο όριο, είκοσι (20) ημερών
από την κατάθεσή της 3) να κοινοποιηθεί, ήτοι με επίδοση αντιγράφου της
αίτησης, στο Ελληνικό Δημόσιο εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την
κατάθεση και 4) σε περίπτωση που στο οικείο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου
έχουν ήδη καταχωρηθεί και άλλες αιτήσεις ή κύριες παρεμβάσεις με αντίστοιχο
περιεχόμενο, η μεταγενέστερη αίτηση πρέπει να κοινοποιείται από τον αιτούντα
εντός 20 ημερών από την κατάθεσή της στους προηγούμενους αιτούντες ή κυρίως
παρεμβαίνοντες. Μόνο αν η εν λόγω αίτηση απορριφθεί ως νόμω
ή ουσία αβάσιμη, ο αιτών μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά την τακτική διαδικασία
στρεφόμενος πλέον κατά του Ελληνικού Δημοσίου ζ) Οι πρώτες εγγραφές, των οποίων
δεν αμφισβητήθηκε η ακρίβεια δικαστικά εντός της προρρηθείσης αποκλειστικής
προθεσμίας των 8 ή 10 ετών, καθίστανται άμεσα οριστικές και παράγουν αμάχητο
τεκμήριο ακριβείας υπέρ των αναγραφομένων ως δικαιούχων κυριότητας, ενώ σε
περίπτωση δικαστικής τους αμφισβήτησης, οριστικοποιούνται μόλις καταστεί
αμετάκλητη η δικαστική απόφαση που απορρίπτει την αγωγή. Αν αντίθετα γίνει
ολικά ή μερικά δεκτή η ασκηθείσα αγωγή, μόλις καταστεί αμετάκλητη η σχετικώς
εκδοθείσα απόφαση, διορθώνονται αντίστοιχα οι πρώτες εγγραφές και έκτοτε
παράγουν αμάχητο τεκμήριο ακριβείας.
2.
Επειδή, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3, 6, 7,
8, 9 και 12 του ν. 1337/1983 "Επέκταση των πολεοδομικών σχεδίων, οικιστική
ανάπτυξη και σχετικές ρυθμίσεις" (όπως οι διατάξεις αυτές συμπληρώθηκαν
και τροποποιήθηκαν με το άρθρο 8 παρ. 5α του ν. 1512/1985 και με το άρθρο 6
παρ. 5 του ν. 2242/1994), για την επέκταση σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών
που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, όπως και για την ένταξη σε πολεοδομικό
σχέδιο και επέκταση οικισμών μεταγενέστερων του 1923, καταρτίζεται και
εγκρίνεται, με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. γενικό
πολεοδομικό σχέδιο, ακολούθως συντάσσεται και εγκρίνεται με π.δ/μα,
που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.
πολεοδομική μελέτη και τέλος καταρτίζεται πράξη εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης,
συνοδευόμενη από κτηματολογικό διάγραμμα εφαρμογής και πίνακα εφαρμογής, η
οποία κυρώνεται με απόφαση του Νομάρχη και μεταγράφεται στο οικείο
Υποθηκοφυλακείο. Μετά την κύρωσή της, με απόφαση του Νομάρχη, η πράξη
εφαρμογής, η οποία μεταγράφεται στο οικείο Υποθηκοφυλακείο, γίνεται οριστική
και αμετάκλητη και αποτελεί ταυτόχρονα και πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση
των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη, όπως και κάθε μεταβολής που επέρχεται με αυτή
στα ακίνητα. Με τη μεταγραφή, ειδικότερα, της πράξης εφαρμογής επέρχονται όλες
οι αναφερόμενες σε αυτήν μεταβολές στις ιδιοκτησίες, εκτός από εκείνες για τις
οποίες οφείλεται αποζημίωση και για την εκτέλεση των οποίων πρέπει να
ολοκληρωθούν οι διαδικασίες του ν.δ. από 17-7-1923
και του ν.δ. 797/1971 (ήδη του ν. 2882/2001 - Κ.Α.Α.). Αν, λοιπόν, πρόκειται για μεταβολή, που δεν
εμπίπτει στην περίπτωση στην οποία οφείλεται αποζημίωση, με τη μεταγραφή της
κυρωτικής απόφασης της πράξης εφαρμογής επέρχεται ταύτη, χωρίς καμία άλλη διαδικασία.Το δικαίωμα κτήσης κυριότητας των ιδιοκτησιών
(ακινήτων) αποκτάται πρωτοτύπως, το δε νέο ακίνητο
μόνο έκτοτε, δηλ. μετά την μεταγραφή της πράξης εφαρμογής, μπορεί να καταληφθεί
και να διατεθεί. Ταυτόχρονα επέρχεται άμεση απόσβεση κάθε εμπραγμάτου
δικαιώματος στο αρχικό ακίνητο. Αν ο ιδιοκτήτης του ακινήτου αμφισβητεί το
μέγεθος της ιδιοκτησίας, καθώς και το μέγεθος της εισφορά σε γη, όπως αυτή
καθορίστηκε με την πράξη εφαρμογής, δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει την ανάκληση ή
ανασύνταξη της πράξης αυτής (ολΣτΕ 1730/2000, ΑΠ
356/2007 ΝΟΜΟΣ, Απ 1175/2005 ΕλλΔνη 2005-1120, Εφθεσ 647/2005 ΝΟΜΟΣ,Μον Πρ Θεσ Κτηματολογικός Δικαστής
8590,8592/2006 ΝΟΜΟΣ, Δημ.Χριστοφιλόπουλου Πράξη
Εφαρμογής Β έκδ. σελ. 192επ).
3. Με την
υπό κρίση με αριθμό καταθέσεως 16123/3-4-2007 αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι
είναι αποκλειστική κυρία ενός οικοπέδου, εμβαδού 364,72 τμ,
το οποίο αποτελεί αυτοτελές και διαιρετό τμήμα ευρύτερου οικοπέδου εκτάσεως
1021,34 τμ κείμενου στην θέση «Σπαχή» της κτηματικής
περιοχής του Δήμου Καλαμαριάς, όπως λεπτομερώς περιγράφεται κατά θέση, όρια και
πλευρικές διαστάσεις στο αγωγικό δικόγραφο, το οποίο
προέρχεται από την κατάτμηση του υπ` αριθμόν ΑΚ
8102/Α αγροκτήματος, εκτάσεως 8000 τμ, που είχε
περιέλθει στον ......... δυνάμει του υπ` αριθμόν 4322/29-7-1978 διανεμητηρίου συμβολαίου του τ. συμβολαιογράφου
Θεσσαλονίκης Δ.Π., νομίμως μεταγραφέντος
στα Βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης εις τόμο 1041 και αριθμό 321` ότι
ο ........... κατ` έτος 1953 μεταβίβασε άτυπα λόγω πωλήσεως α)στον .......
ποσοστό 395/1106 εξ αδιαιρέτου αυτοτελούς και διαιρετού τμήματος εμβαδού 1106 τμ του αρχικού αγροκτήματος, ο οποίος στη συνέχεια κατ`
έτος 1978 το μεταβίβασε άτυπα λόγω δωρεάς στην ενάγουσα (θυγατέρα του) και β)
στον ...... ποσοστό 395/1106 εξ αδιαιρέτου του αυτού τμήματος του αρχικού
αγροκτήματος, ο οποίος στη συνέχεια το μεταβίβασε άτυπα λόγω δωρεάς στις 1η και
2η των εναγομένων` ότι με το υπ` αριθμόν 4382/6-10-1978 πωλητήριο συμβόλαιο του
συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Δ. Π., νομίμως μεταγραφέν
στα Βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης εις τόμο 1050 και αριθμό 483,
ποσοστό 316/1106 εξ αδιαιρέτου του ανωτέρω τμήματος του αρχικού αγροκτήματος
μεταβιβάσθηκε στον 3ο εναγόμενο` ότι κατ΄έτος 1978
δυνάμει άτυπης διανομής περιήλθε στη νομή του 3ου εναγομένου το ανατολικό τμήμα
εμβαδού 316 τμ , στις 1η και 2η των εναγομένων το
μεσαίο τμήμα εμβαδού 395 τμ και στην ενάγουσα το
δυτικό τμήμα εμβαδού 395 τμ, έκτοτε δε έκαστος εξ
αυτών ενέμετο και κατείχε το συγκεκριμένο τμήμα χωρίς
να ενοχληθεί από οιονδήποτε, με συνέπεια να αποκτήσει την πλήρη κυριότητα αυτού
με έκτακτη χρησικτησία` ότι ειδικότερα η ενάγουσα περιέφραξε το τμήμα που
περιήλθε σε αυτήν και το καλλιεργούσε με οπωροφόρα δένδρα και ελαιόδενδρα ότι «μετά την ένταξη του Συνοικισμού Αγίου
Ιωάννη Καλαμαριάς στο σχέδιο πόλης δυνάμει του από 2-6-1988 διατάγματος
ρυμοτομίας και της κυρώσεως της υπ` αριθμόν 47 Πράξης Εφαρμογής με την υπ`
αριθμόν ΔΠ/ΠΕ/29/5960/ΤΠΕ/658/23-4-1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, το
ανωτέρω ακίνητο της ενάγουσας περιελήφθη στο υπ` αριθμόν 4 οικόπεδο του ΟΤ Γ 338 του Δήμου Καλαμαριάς, μαζί με τα επιμέρους
οικόπεδα των εναγομένων, φερόμενοι άπαντες ως συγκύριοι κατ΄ ιδανικά μερίδια
του ευρύτερου οικοπέδου, έκτασης λόγω ρυμοτομίας 903,52 τμ,
ήτοι κατά ποσοστό 316,78 /903,52 εξ αδιαιρέτου η ενάγουσα, κατά ποσοστό
164,14/903,52 έκαστη των 1ης και 2ης των εναγομένων και κατά ποσοστό
258,46/903,52 εξ αδιαιρέτου ο 3ος εναγόμενος»` ότι κατά την κτηματογράφηση της
περιοχής η ενάγουσα δεν υπέβαλλε δήλωση ιδιοκτησίας αναφορικά με το εν λόγω
εμπράγματο δικαίωμά της, με συνέπεια στις πρώτες εγγραφές στα κτηματολογικά
βιβλία το υπ` αριθμόν 4 οικόπεδο του ΟΤ Γ 338 του
Δήμου Καλαμαριάς καταχωρήθηκε με ΚΑΕΚ 19 047 76 06
003/0/0 και δικαιούχους κυριότητας «άγνωστο» κατά ποσοστό 35,05%, την 2η
εναγομένη κατά ποσοστό 18,17%, τον 3ο εναγόμενο κατά ποσοστό 28,61% και την 1η
εναγομένη κατά ποσοστό 18,17% , ότι η εν λόγω αρχική εγγραφή είναι ανακριβής
και προσβάλλει το δικαίωμά κυριότητάς της, αφενός διότι δεν αποτυπώνεται ως
αυτοτελές ακίνητο το διαιρετό τμήμα των 364,72 τμ και
αφετέρου διότι δεν αναγράφεται ως δικαιούχος κυριότητας η ίδια. Με βάση αυτό
ιστορικό η ενάγουσα ζητεί α) να αναγνωρισθεί αποκλειστική κυρία ενός αυτοτελούς
και διαιρετού τμήματος του υπ` αριθμόν 4 οικοπέδου του ΟΤ
Γ 338 του Δήμου Καλαμαριάς, εμβαδού 364,72 τμ, όπως
λεπτομερώς περιγράφεται κατά θέση και όρια στο αγωγικό
δικόγραφο, αξίας 176.000 ευρώβ) να διορθωθεί η
ανακριβής πρώτη εγγραφή, ώστε να αποτυπωθεί το ανωτέρω οικοπεδικό
τμήμα ως αυτοτελές ακίνητο και να αναγραφεί η ενάγουσα ως αποκλειστική κυρία
αυτού και γ) να καταδικασθούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών της
εξόδων.
4. Με
αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η υπό κρίση αγωγή κρίνεται απορριπτέα πρωτίστως
ως απαράδεκτη ελλείψει δικαιοδοσίας(ΑΠ 617/1986 ΕΕΕΝ
1987 σελ. 111, ΕφΑθ 3537/1992 ΝοΒ
1992 σελ.891 ), διότι - σύμφωνα με όσα εκτέθησαν στην
προηγηθείσα μείζονα σκέψη, κατ' άρθρο 6 παρ. 3 του Ν. 2664/1998, όπως
τροποποιήθηκε με το Ν. 3481/2006, η υπό κρίση διαφορά, που αφορά ακίνητο
«αγνώστου ιδιοκτήτη» έπρεπε να εισαχθεί κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή
και μόνο σε περίπτωση που απορρίπτονταν ως νόμω ή
ουσία αβάσιμη να εισάγονταν κατά την τακτική διαδικασία με εναγόμενο το
Ελληνικό Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι και μη νόμιμη, διότι σύμφωνα
με τα εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο η ανακριβής
εγγραφή αναφέρεται στο ακίνητο με ΚΑΕΚ 19 047 76 06
003/0/0. Ο εν λόγω ΚΑΕΚ αναφέρεται στο υπ` αριθμόν 04
οικόπεδο του ΟΤ Γ338 του Δήμου Καλαμαριάς, εμβαδού
903 τμ. Οτι εμπράγματο
δικαίωμα επικαλείται ότι έχει η ενάγουσα επ` αυτού
βασίζεται στην υπ` αριθμόν 47 πράξη εφαρμογής, η οποία κυρώθηκε με την υπ`
αριθμόν ΔΠ/ΠΕ/29/5960/ΤΠΕ/658/23-4-1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης(η
οποία αν και μεταγράφηκε ήδη από το 19967, όπως προκύπτει από το φάκελο δικογραφίας,
η ενάγουσα δεν το επικαλείται), πρόκειται δηλαδή για ποσοστό 316,78 /903,52 εξ
αδιαιρέτου (και κατά τον πίνακα της Πράξης Εφαρμογής που υπάρχει στο φάκελο
δικογραφίας 35,06%) και όχι για αυτοτελές και διαιρετό τμήμα. Τυχόν εμπράγματα
δικαιώματα της ενάγουσας που επικαλείται ότι είχε θεμελιώσει επί του αρχικού
ακινήτου - πριν την ένταξη στο σχέδιο πόλης - με τα προσόντα της έκτακτης
χρησικτησίας έχουν αποσβεσθεί μετά την μεταγραφή της απόφασης του Νομάρχη της
κυρωτικής της προρρηθείσης πράξης εφαρμογής το 1997, σύμφωνα με τα εκτειθέμενα στην προηηγηθείσα
μείζονα σκέψη. Κατά την έναρξη του Κτηματολογίου στην περιοχή του Δήμου
Καλαμαριάς την 14-7-2005, η ενάγουσα έχει θεμελιώσει δικαίωμα κυριότητας επί
του επιδίκου μόνο με βάση την Πράξη Εφαρμογής. Αλλωστε
το υπ` αριθμόν 04 οικόπεδο του ΟΤ Γ 338, επειδή
πρόκειται για ένα νέο πλέον ακίνητο, καθίσταται δεκτικό χρησικτησίας μετά το
1997 και συνέπεια ταύτης, δεκτικό κατατμήσεως σε αυτοτελή τμήματα (μετά την
μεταγραφή της απόφασης του Νομάρχη της κυρωτικής προρρηθείσης πράξης
εφαρμογής), ενώ ο διαδραμών χρόνος νομής επί του
αρχικού ακινήτου δεν προσμετράται. Σύμφωνα με το
εκτιθέμενα στο αγωγικό δικόγραφο η ενάγουσα ενέμετο και κατείχε αυτοτελές και διαιρετό τμήμα του
αρχικού ακινήτου από το 1978 επομένως κατά την ένταξη της περιοχής στο σχέδιο
πόλης αυτή δεν είχε θεμελιώσει δικαίωμα κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία επί
του αυτοτελούς τμήματος λόγω μη παρέλευσης εικοσαετίας (1045 του ΑΚ)` αλλά και ούτε και μετά έχει αποκτήσει τέτοιο επί του
νέου ακινήτου (04 οικόπεδο του ΟΤ Γ 338), διότι από
το 1997 μέχρι την έναρξη του κτηματολογίου την 14-7-2005 δεν παρήλθε
εικοσαετία. Κατόπιν τούτων, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να απορριφθεί, τα δε
δικαστικά έξοδα των εναγομένων, θα πρέπει να καταδικασθεί να καταβάλλει η
ενάγουσα λόγω της ήττας της (άρθρο 176 του ΚΠολΔ)
κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ
ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ
κατ` αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ
την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ
την ενάγουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων των εναγομένων,
τα οποία
ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι (3520) ευρώ.
Κρίθηκε,
αποφασίσθηκε στις 30 Μοεμβρίου 2007 και δημοσιεύθηκε
στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στη Θεσσαλονίκη, στις 10
Δεκεμβρίου 2007.
Η
ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ