ΜΠρΘεσ 43451/2006

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Εκούσια διαδικασία - Διάδικος - Κτηματολόγιο - Ακίνητο “αγνώστου ιδιοκτήτη” - Αίτηση διόρθωση πρώτης εγγραφής -.

 

Ο καθ' ού η αίτηση δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου με μόνη την απεύθυνση της αίτησης εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε ύστερα από διαταγή του. Μη νόμιμη η αίτηση ως προς τους ΟΚΧΕ και Προισταμένη του Κτηματολογικού Γραφείου, διότι, αν και στρέφεται εναντίον τους, αυτοί δεν κατέστησαν διάδικοι, διότι δεν συντρέχουν οι ως άνω προυποθέσεις, ο δε από το Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου, ορισμός, κατά την κατάθεση της αίτησης, της 7ημερης προθεσμίας για την κοινοποίησή της σε αυτούς, δεν συνιστά κλήτευση με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη. Σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσδοκά συμφέρον ο τηρών δημόσια βιβλία, ώστε να μπορεί να καταστεί διάδικος. Η αρχική εγγραφή οικοπέδου με φερόμενους δικαιούχους κατά ποσοστό 54,32% «άγνωστο» και κατά ποσοστό 22,84% συνδικαιούχους, είναι ανακριβής και προσβάλλει το δικαίωμα συγκυριότητας της αιτούσας επί του ανωτέρω ακινήτου, διότι το ανήκον σε αυτή ποσοστό εκ 10,54%, συμπεριλαμβάνεται στο μείζον ποσοστό εκ 54,32% με δικαιούχο «άγνωστο». Δεκτή η αίτηση διόρθωσης ανακριβούς πρώτης εγγραφής.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

ΑΠΟΦΑΣΗ 43451/2006

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Κτηματολογικό Δικαστή Κωνσταντία Εμμανουηλίδου, που ορίσθηκε με την 90/2004 απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης και από τη Γραμματέα Βασιλική Αλεξάκη.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριό του, στις 21 Σεπτεμβρίου 2006, για να δικάσει την αίτηση με αριθμό καταθέσεως 37994/2006 και με αντικείμενο κτηματολόγιο, μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: ............. ............., κατοίκoυ Θεσσαλονίκης, που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου της δικηγόρου Κυριακής Ακαντζιλιώτη (ΑΜ 3871), η οποία κατέθεσε προτάσεις.

 

ΤΟΥ ΚΑΘ ΟΥ: 1) Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου, με την επωνυμία «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΣΕΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ» (Ο.Κ.Χ.Ε.) ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΑΕ, που εκπροσωπείται νόμιμα, και 2) Προϊσταμένης του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς, κατοίκου Θεσσαλονίκης, που δεν παραστάθηκαν.

 

ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υποθέσεως η πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις της.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Η έννοια του διαδίκου στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από την ελαστικότητα της διαδικασίας, έχει άλλο περιεχόμενο από ότι έχει στο πεδίο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας. Και τούτο, διότι στη διαδικασία αυτή δεν υφίσταται κατά κανόνα, αντιδικία (είναι όμως δυνατόν να υπάρξουν και στη διαδικασία αυτή περισσότεροι διάδικοι και με αντιτιθέμενα συμφέροντα και κατά συνέπεια να διεξαχθεί η δίκη κατ' αντιδικία) και για το λόγο αυτό δεν υπάρχουν αντιδικούντα πρόσωπα. Τα πρόσωπα τα οποία μετέχουν στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας ονομάζονται μεν «διάδικοι», όμως στην ουσία πρόκειται περί «ενδιαφερομένων» θετικώς ή αρνητικώς ως προς τη ρύθμιση που θα αποφασισθεί και αποτελεί το αντικείμενο της αίτησης. Ετσι, η έννοια του διαδίκου, που προσδιορίζεται τόσο με το τυπικό όσο και με το ουσιαστικό κριτήριο, προσλαμβάνεται στην εκούσια δικαιοδοσία με τον ακόλουθο τρόπο: α) με την υποβολή αίτησης για την εκδίκαση ορισμένης υπόθεσης της εκούσιας δικαιοδοσίας, β) με την κλήτευση τρίτων στη διαδικασία, κατόπιν διαταγής του αρμόδιου δικαστηρίου (αρθρ. 748 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ), γ) με την προσεπίκληση τρίτων κατόπιν πρωτοβουλίας του διαδίκου ή αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρο 753 ΚΠολΔ), δ) με την άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης, ε) με την άσκηση τριτανακοπής αρθρ. 773, 583 επ. Κ.Πολ.Δ (βλ. Α.Π 646/1975 ΝοΒ 24, 50, ΕφΔωδ 120/2004 Νόμος, ΕφΑθ. 341/1991 Δ 22. 847, Εφ.Αθ.10018/1986, ΝοΒ 35. 551, Εφ.Θεσ. 1969/1986 Αρμ. 40. 808, Εφ.Αθ. 612/1985 Αρχ.Ν. 36. 140, Εφ.Αθ. 10025/1982 ΕλλΔικ. 24. 284, Εφ.Αθ. 238/1983 ΕλλΔ/νη 24. 814, Εφ.Αθ. 8210/1980 ΝοΒ 29. 564, Εφ.Αθ. 3506/1980 Αρμ. 35, 494).Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 761, 748 παρ. 3, 753 παρ. 1 και 752 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι ο καθ` ού η αίτηση δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου με μόνη την απεύθυνση της αίτησης εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε ύστερα από διαταγή του δικαστηρίου, δεν προσεπικλήθηκε ή δεν άσκησε παρέμβαση, ακόμη και όταν, χωρίς πάντως να ασκήσει παρέμβαση, παραστεί στη δίκη. Επομένως, δεν έχει δικαίωμα έφεσης κατά της απόφασης που θα εκδοθεί, αλλά αν προκαλεί σ' αυτόν βλάβη ή εκθέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντά του, μπορεί να την τριτανακόψει. Ούτε άλλωστε ο από το δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου ορισμός, κατά την κατάθεση της αίτησης, απλώς της προθεσμίας για την τυχόν κοινοποίησή της στον καθ' ού για να ασκήσει παρέμβαση ή να προστατεύσει κατ' άλλο, ενδεχομένως, τρόπο τα πιθανά συμφέροντά του, συνιστά ή μπορεί να αναπληρώσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 748 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ., κλήτευση, με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, ώστε να προσδίδει στον καθ` ού η αίτηση ιδιότητα διαδίκου (βλ. Α.Π 1305/1994 ΕλλΔ/νη 37. 638, Α.Π 646/1978 ΝοΒ 24. 50, Εφ.Αθ. 2295/1998 ΕλλΔ/νη 39. 617 Εφ.Αθ. 1948/1994 ΝοΒ 43. 64.)

 

 

Κατά το άρθρο 6 παρ. 1, 2 και 3 του Ν. 2664/1998 , όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από τους Ν. 3127/2003 και 3481/2006, ορίζεται « 1. Πρώτες εγγραφές είναι εκείνες που καταχωρίζονται ως αρχικές εγγραφές στο κτηματολογικό βιβλίο, κατά μεταφορά από τους κτηματολογικούς πίνακες, σύμφωνα με την παράγραφο 2 περίπτωση β` του άρθρου 3. Οι πρώτες εγγραφές, επί των οποίων στηρίζεται κάθε μεταγενέστερη εγγραφή, υπόκεινται στις ρυθμίσεις του παρόντος κεφαλαίου. -2. Σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής μπορεί να ζητηθεί, με αγωγή ενώπιον του αρμόδιου καθ` ύλην και κατά τόπον Πρωτοδικείου, η αναγνώριση του δικαιώματος που προσβάλλεται με την ανακριβή εγγραφή και η διόρθωση, ολικά ή μερικά, της πρώτης εγγραφής. Η αγωγή (αναγνωριστική ή διεκδικητική) ασκείται από όποιον έχει έννομο συμφέρον μέσα σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ετών,… Η αποκλειστική προθεσμία αυτής της παραγράφου αρχίζει από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, της απόφασης του Οργανισμού Κτηματολογίου και Χαρτογραφήσεων Ελλάδος, που προβλέπει το άρθρο 1 παράγραφος 3. Η αγωγή απευθύνεται κατά του αναγραφόμενου ως δικαιούχου του δικαιώματος στο οποίο αφορά η πρώτη εγγραφή ή κατά των καθολικών του διαδόχων και κοινοποιείται, με ποινή απαραδέκτου της συζητήσεως, στον Προϊστάμενο του οικείου Κτηματολογικού Γραφείου….-.3. α) Στην περίπτωση των αρχικών εγγραφών με την ένδειξη "άγνωστου ιδιοκτήτη" κατά την έννοια της παραγράφου 1 του όρθρου 9, αντί της προβλεπόμενης στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αγωγής, η διόρθωση μπορεί να ζητηθεί με αίτηση εκείνου που ισχυρίζεται ότι έχει εγγραπτέο στο Κτηματολόγιο δικαίωμα, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή της τοποθεσίας του ακινήτου… που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κατάθεσή της και επί ποινή απαραδέκτου, η αίτηση αυτή κοινοποιείται από τον αιτούντα στο Ελληνικό Δημόσιο και εγγράφεται στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου. Τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση της κύριας παρέμβασης. Εάν στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου έχουν ήδη καταχωρισθεί και άλλες αιτήσεις ή κύριες παρεμβάσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο, η μεταγενέστερη αίτηση κοινοποιείται από τον αιτούντα επί ποινή απαραδέκτου και εντός της ως άνω προθεσμίας στους προηγούμενους αιτούντες ή κυρίως παρεμβαίνοντες. Η κοινοποίηση της αιτήσεως στις ανωτέρω περιπτώσεις γίνεται με επίδοση επικυρωμένου αντιγράφου της. Εφόσον η αίτηση γίνει τελεσιδίκως δεκτή, διορθώνεται η εγγραφή. Εάν η αίτηση απορριφθεί ως νόμω ή ουσία αβάσιμη, ο αιτών μπορεί να ασκήσει αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του όρθρου αυτού…. β) Με την αίτηση της προηγούμενης παραγράφου μπορεί να ζητηθεί η διόρθωση της εγγραφής και στην περίπτωση που ο αιτών επικαλείται ως τίτλο κτήσης πράξη μεταγραπτέα κατά το όρθρο 1192 αρ. 1-4 ΑΚ, η οποία δεν έχει μεταγραφεί στο υποθηκοφυλακείο. Στην περίπτωση αυτή, με την αίτηση ζητείται η διόρθωση της πρώτης εγγραφής και η καταχώριση του δικαιώματος στον φερόμενο στο μη μεταγεγραμμένο τίτλο ως αποκτώντα, εφόσον συντρέχουν όλες οι κατά το ουσιαστικό δίκαιο προϋποθέσεις για την κτήση του δικαιώματος…» Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι όταν πρόκειται για ακίνητο, το οποίο στα κτηματολογικά βιβλία και συγκεκριμένα στις πρώτες εγγραφές φέρεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», ο επικαλούμενος ότι είναι κύριος αυτού ή δικαιούχος οποιουδήποτε άλλου εγγραπτέου στο Κτηματολόγιο δικαιώματος επί του ακινήτου αυτού και επιπλέον- κατ` αναλογική εφαρμογή της παρ.2 του ιδίου άρθρου (6 του Ν.2664/1998)- και  όποιος έχει έννομο συμφέρον (πχ δανειστής του πραγματικού κυρίου) μπορεί, προκειμένου να διορθώσει την ανακριβή αυτή εγγραφή, να υποβάλλει αίτηση ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή της τοποθεσίας του ακινήτου, δικάζοντος κατά την εκουσία δικαιοδοσία, με την οποία θα αιτείται τη διόρθωση του οικείου κτηματολογικού φύλλου, ώστε αντί για «άγνωστος» να αναγράφεται ο πραγματικός κύριος. Η εν λόγω αίτηση δεν στρέφεται κατ` ουδενός, ο δε ΟΚΧΕ όπως και οι Προ:iστάμενοι των Κτηματολογικών Γραφείων στα πλαίσια των δικών της εκουσίας δικαιοδοσίας, δεν καθίστανται διάδικοι` άλλωστε στην αιτιολογική έκθεση του πρόσφατου Ν. 3481/2006 (που αντικατέστησε για τα ακίνητα «αγνώστου ιδιοκτήτη» την αγωγή του άρθρου 6 παρ.3 του Ν. 2664/1998, ως ίσχυε με το Ν.3127/2003, που εκδικάζετο κατά την τακτική διαδικασία και εστρέφετο κατά του ΟΚΧΕ, με την αίτηση ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή δικάζοντος κατά την εκουσία) αναφέρεται ότι «από την εγγραφή υπέρ αγνώστου ιδιοκτήτη και μόνο δεν δημιουργείται πραγματική ιδιωτική διαφορά μεταξύ συγκεκριμένων προσώπων και πάντως όχι μεταξύ του ενάγοντος και του ΟΚΧΕ, υπό την έννοια ότι είναι η Αρχή που εξέδωσε την πράξη για την ολοκλήρωση των πρώτων εγγραφών - και επομένως αμφισβήτησε την κυριότητα του ενάγοντος». Επίσης, η  διατύπωση της διάταξης «αντί της προβλεπομένης στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 αγωγής, η διόρθωση μ π ο ρ ε ί να ζητηθεί με αίτηση εκείνου που ισχυρίζεται ότι έχει εγγραπτέο στο Κτηματολόγιο δικαίωμα, η οποία υποβάλλεται ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή…που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας» δεν έχει την έννοια της δυνατότητας του αξιώνοντος δικαίωμα κυριότητας επί ακινήτου , που φέρεται ως «αγνώστου» , να επιλέξει αν θα ασκήσει την αγωγή του άρθρου 6 παρ.2 κατά την τακτική διαδικασία ή την αίτηση του άρθρου 6 παρ.3 κατά την εκουσία, αλλά εάν θα επιλέξει μεταξύ  α)της εξωδικαστικής διόρθωσης της ανακριβούς εγγραφής κατά τη διαδικασία την προβλεπόμενη από την παρ. 4 του ίδιου άρθρου και εφόσον συντρέχουν οι σχετικές προυποθέσεις και β)της διορθώσεως με δικαστική απόφαση εκδιδόμενη επί αιτήσεως του άρθρου 6 παρ.3 . Μόνο σε περίπτωση που απορριφθεί ως αβάσιμη η τελευταία, μπορεί ο αξιώνων εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου «αγνώστου ιδιοκτήτη» να εγείρει την αγωγή του άρθρου 6 παρ.2 στρεφόμενος πλέον κατά του Ελληνικού Δημοσίου. Ζήτημα γεννάται αν με την εν λόγω αίτηση του άρθρου 6 παρ. 3 μπορεί να περιληφθεί και αίτημα αναγνώρισης της κυριότητας, πέραν της διορθώσεως της ανακριβούς εγγραφής. Με δεδομένο ότι η εκδιδόμενη επί της αιτήσεως του άρθρου 6 παρ. 3 απόφαση είναι αναγκαίο να κρίνει επί της κυριότητας του ακινήτου, ώστε ακολούθως να διατάξει τη διόρθωση της ανακριβούς εγγραφής, κατά την άποψη του παρόντος Δικαστηρίου , αν και δεν ορίζεται ρητά στη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3, αλλά κατ` ανάλογη εφαρμογή της παρ.2 του ίδιου άρθρου, πρέπει στην αίτηση να περιλαμβάνεται και αίτημα αναγνωριστικό της κυριότητας και κατ` επέκταση σχετική διάταξη στην εκδιδόμενη απόφαση. Η επιλογή από το νομοθέτη της εκουσίας δικαιοδοσίας για την επίλυση της εν λόγω διαφοράς, η οποία επιβλήθηκε από λόγους οικονομίας και επιτάχυνσης της δίκης, δεν εμποδίζει την κρίση του Δικαστηρίου επί της κυριότητας με σχετική διάταξη και τούτο διότι 1) Για το παραδεκτό της αναγνωριστικής αγωγής πρέπει να συντρέχουν δύο διαδικαστικές προυποθέσεις, ήτοι α) η έννομη σχέση της οποίας ζητείται η διάγνωση υπό την έννοια της βιοτικής σχέσης ενός προσώπου προς άλλο πρόσωπο ή πράγμα, η οποία ρυθμίζεται από την έννομη τάξη και β) το έννομο συμφέρον που δικαιολογεί την άσκησή της από τον ενάγοντα (βλ. Β.Βαθρακοκοίλης Ερμ ΚΠΟλΔ στο άρθρο 70 τόμος Α σελ. 438 επ.), αμφότερες οι προϋποθέσεις συντρέχουν και στην περίπτωση της αιτήσεως του άρθρου 6 παρ. 3 του Ν. 2664/1998, όπως ισχύει σήμερα και 2) υπάρχει νομοθετικό και νομολογιακό προηγούμενο, όπου με διάταξη νόμου υποθέσεις κυριότητας ακινήτων υπάγονται στη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας` συγκεκριμένα η προσφυγή κατά της απόφασης της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων, που αφορά την κυριότητα των κτημάτων που απαλλοτριώνονται προς αποκατάσταση ακτημόνων γεωργών, εκδικάζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά την εκούσια δικαιοδοσία σύμφωνα με το άρθρο 246 παρ. 1 και 5 του Αγροτικού Κώδικα, όπως η παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 27 παρ. 1 ν.δ. 3194/1955` στις εν λόγω υποθέσεις το Δικαστήριο με διάταξή του αναγνωρίζει την κυριότητα του προσφεύγοντος επί ακινήτου (βλ. ΑΠ 526/1980 ΝοΒ 1980 σελ. 1947, ΕφΘες 2318/1990 Αρμ 1990 σελ. 1122, ΕφΘεσ 516/1990 ΕλλΔνη 31 σελ. 1330, ΕφΑθ 11566/1986 Αρμ. 1987 σελ. 508, Μον Πρ Δρ 114/1995 αδημ. ΜονΠρ Δρ 91 /1993 αδημ. και Β.Βαθρακοκοίλης Ερμ ΚΠολΔ στο άρθρο 739 τόμος Δ σελ. 401-402). Επίσης, σύμφωνα με τη νέα διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3, για το παραδεκτό της εν λόγω αίτησης θα πρέπει να συντρέχουν οι ακόλουθες προυποθέσεις 1) να ασκηθεί αυτή εντός της αποκλειστικής προθεσμίας των πέντε ετών, αρχομένης από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της αποφάσεως του ΟΚΧΕ περί ενάρξεως του Κτηματολογίου στη συγκεκριμένη περιοχή, 2) να καταχωρηθεί στο οικείο κτηματολογικό φύλλο μέσα σε προθεσμία, κατ` ανώτατο όριο, είκοσι (20) ημερών από την κατάθεσή της, 3) να κοινοποιηθεί, ήτοι με επίδοση αντιγράφου της αίτησης, στο Ελληνικό Δημόσιο εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κατάθεση και 4) σε περίπτωση που στο οικείο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου έχουν ήδη καταχωρηθεί και άλλες αιτήσεις ή κύριες παρεμβάσεις με αντίστοιχο περιεχόμενο, η μεταγενέστερη αίτηση πρέπει να κοινοποιείται από τον αιτούντα εντός 20 ημερών από την κατάθεσή της στους προηγούμενους αιτούντες ή κυρίως παρεμβαίνοντες. Τέλος, η καινοτομία που εισήγαγε ο Ν.3481/2006 είναι ότι με την αίτηση του άρθρου 6 παρ.3 μπορεί να ζητηθεί διόρθωση της πρώτης εγγραφής και στην περίπτωση που ο αιτών επικαλείται ως τίτλο κτήσης πράξη μεταγγραπτέα, χωρίς να έχει μεταγραφεί για οποιοδήποτε λόγο στο υποθηκοφυλάκειο, η εν λόγω διάταξη έχει πρακτική σημασία και για τις πράξεις εφαρμογής που δεν έχουν μεταγραφεί στη μερίδα κάθε ιδιοκτήτη. Εννοείται ότι ο τίτλος κτήσης πρέπει να φέρει ημερομηνία σύνταξης πριν την ημερομηνία έναρξης του Κτηματολογίου στη συγκεκριμένη περιοχή, όσο δηλαδή λειτουργούσε σε αυτή το Υποθηκοφυλάκειο.

 

 

Με την υπό κρίση με αριθμό καταθέσεως 37994/30-8-2006 αίτησή της, κατ' εκτίμηση του δικογράφου αυτής, η αιτούσα στρεφόμενη κατά του ΟΚΧΕ και της Προϊσταμένης του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς ισχυρίζεται ότι δυνάμει των αναφερομένων στην αγωγή τίτλων ιδιοκτησίας, είναι συγκύρια κατά ποσοστό 10,54% του λεπτομερώς περιγραφομένου στην αγωγή ακινήτου -οικοπέδου κείμενου στο Δήμο Καλαμαριάς, που έλαβε ΚΑΕΚ …., ότι το επ' αυτού εμπράγματο δικαίωμά της δεν καταχωρήθηκε στα βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς και συγκεκριμένα για ποσοστό συγκυριότητας εκ 54,32%, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το ανήκον σε αυτή ποσοστό, αναγράφεται ως δικαιούχος κυριότητας «άγνωστος», ότι η ανωτέρω αρχική εγγραφή είναι ανακριβής και προσβάλλει το δικαίωμα κυριότητας της ιδίας επί του περιγραφομένου ως άνω ακινήτου. Με βάση αυτό το ιστορικό ζητεί  να αναγνωρισθεί το δικαίωμα συγκυριότητάς της κατά το αναφερόμενο στην αγωγή ποσοστό εξ αδιαιρέτου επί του ακινήτου με ΚΑΕΚ 19 047 53 12 001/0/0 και να υποχρεωθούν οι καθών να διορθώσουν σχετικά τις αρχικές εγγραφές στα Κτηματολογικά Βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς που αφορούν το ανωτέρω ακίνητο. Αν και η εν λόγω αίτηση στρέφεται κατά του ΟΚΧΕ και της Προϊσταμένης του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς, αυτοί δεν κατέστησαν διάδικοι, διότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στη προηγηθείσα μείζονα σκέψη, ο δε από το Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης ορισμός, κατά την κατάθεση της αίτησης, της 7ημερης προθεσμίας για την κοινοποίησή της σε αυτούς δεν συνιστά την προβλεπόμενη από το άρθρο 748 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. κλήτευση με διαταγή του αρμόδιου δικαστή, εκείνου που έχει έννομο συμφέρον από τη δίκη, άλλωστε, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προσδοκά συμφέρον ο τηρών δημόσια βιβλία κατ' άρθρο 791 του ΚΠολΔ, ώστε να μπορεί να καταστεί διάδικος. Επομένως, ως προς αυτούς η αίτηση κρίνεται μη νόμιμη.

 

 

Περαιτέρω, με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως και παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου (άρθρα 6 παρ. 3 του Ν. 2664/1998, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 3481/2006 και 29 του ΚΠολΔ) κατά την προκείμενη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, είναι επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1033, 1192 του ΑΚ, 12 παρ.1 και 7 περ. α του Ν. 1337/1983, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του Ν. 1772/1998, 49 παρ. 2-9του Ν. 947/1979, 70 του ΚΠολΔ και 6 παρ. 1, 2 και 3 του Ν. 2664/1998, όπως τροποποιήθηκε από το Ν. 3481/2006. Κατά τα λοιπά, δεδομένου ότι για το παραδεκτό της αιτήσεως 1) ασκήθηκε αυτή  εμπρόθεσμα (εντός της πενταετούς προθεσμίας του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν.2664/1998) καθότι κατά το άρθρο 2 της υπ` αριθμόν 313/8-7-2005 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του ΟΚΧΕ ορίστηκε ημερομηνία έναρξης του Κτηματολογίου στην περιοχή Καλαμαριάς η 14-7-2005,2) κοινοποιήθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο εντός εικοσαημέρου από την κατάθεσή της (βλ. υπ` αριθμόν 4602/5-9-2006 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Ηλία Τριάντου) και 3) καταχωρήθηκε αυτή την 12-9-2006 στο οικείο κτηματολογικό  φύλλο (βλ. υπ` αριθμόν 53/9/13011/12-9-2006 πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς) πρέπει να εξετασθεί αυτή περαιτέρω κατ` ουσίαν, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη.

 

 

Από την εκτίμηση των εγγράφων που η αιτούσα επικαλείται και προσκομίζει νόμιμα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Με το υπ` αριθμόν 7806/13-5-1963 πωλητήριο συμβόλαιο του τ. συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης ...................... , νομίμως μεταγραφέν στα Βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Θεσσαλονίκης εις τόμο 319 και αριθμό 14, περιήλθε στην αποκλειστική κυριότητα της αιτούσας, ένα τεμάχιο αγρού εκτάσεως 160 τμ περίπου, που βρίσκεται στην θέση "Καστούμπα" της κτηματικής περιοχής του χωρίου Πυλαίας, παρά το φυλάκιο του Δημοτικού φόρου, πλησίον της περιφερειακής τάφρου, συνορευόμενο γύρωθεν βόρεια επί πλευράς 12,30μ. με ιδιοκτησία ................ , ανατολικά επί πλευράς 13μ. με ιδιοκτησία .......... , νότια επί πλευράς 12,50μ. με ιδιοκτησία ................

και δυτικά επί πλευράς 13μ. με ιδιοκτησία .............. . Τμήμα του  ανωτέρω αγρού εμβαδού 21,18 τμ εντάχθηκε στο σχέδιο πόλης του Δήμου Καλαμαριάς με την υπ`αριθμόν 47 πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης  επέκτασης του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Καλαμαριάς η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν ΔΠ/ΠΕ/29/5960/ΤΠΕ/658/23-4-1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης που μεταγράφηκε στις 28-11-1996 στον τόμο 173 και αριθμό 280 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς , όπως τροποποιήθηκε 1) με την  υπ` αριθμόν 47/478 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν  29/ΠΕ/13067/19-5-2004 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία μεταγράφηκε στον τόμο 297 και αριθμό 84 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς και 2) με την υπ` αριθμόν 47/512 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν 29/ΠΕ/26/22-6-2005 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία δεν  μεταγράφηκε. Δυνάμει της ανωτέρω πράξης εφαρμογής περιήλθε στην πλήρη κυριότητα της αιτούσας και κατά πρωτότυπο τρόπο κτήσης (ΑΠ 1175/2005 Νόμος, ΑΠ 261/2003 ΕλλΔνη 2004 σελ. 801, ΕφΘεσ 647/2005 Νόμος) ποσοστό (έτσι όπως αναγράφονται στον αντίστοιχο πίνακα της πράξης εφαρμογής) 10,54% του υπ` αριθμόν 06 οικοπέδου του Γ 301 οικοδομικού τετραγώνου του Δήμου Καλαμαριάς επί της οδού ......, εμβαδού 180,51 τμ, συνορευόμενο βόρεια με δρόμο με ΚΑΕΚ ….., νότια με γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ 10 047 53 12 003 , ανατολικά με γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ 19 047 53 12 002 και δυτικά με δρόμο. Η αιτούσα κατά την κτηματογράφηση της περιοχής δεν υπέβαλε δήλωση ιδιοκτησίας για το ως άνω ακίνητό της. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι το ανωτέρω οικόπεδο καταχωρήθηκε στο Κτηματολογικό Γραφείο Καλαμαριάς και στο Κτηματολογικό Βιβλίο αυτού με αρχική εγγραφή κατά μεταφορά από τους κτηματολογικούς πίνακες και στο ΚΑΕΚ 19 047 53 12 001/0/0, με έκταση 180 τμ και φερόμενους δικαιούχους κατά ποσοστό 54,32 % «άγνωστο» και κατά ποσοστό 22,84 % έκαστο των ....... και ....... Η ανωτέρω αρχική εγγραφή είναι ανακριβής και προσβάλλει το δικαίωμα συγκυριότητας της αιτούσας επί του ανωτέρω ακινήτου, και τούτο διότι το ανήκον σε αυτή ποσοστό εκ 10,54%, συμπεριλαμβάνεται στο μείζον ποσοστό εκ 54,32% με δικαιούχο «άγνωστο».

 

 

Συνακόλουθα, θα πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, ως βάσιμη και κατ` ουσίαν και να αναγνωρισθεί ότι η αιτούσα είναι συγκύρια κατά ποσοστό 10,54% εξ αδιαιρέτου του αναφερόμενου ανωτέρω οικοπέδου και με ΚΑΕΚ 19 047 53 12 001/0/0 και να διορθωθεί η ανακριβής πρώτη εγγραφή στο κτηματολογικό βιβλίο του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς, ώστε στο ΚΑΕΚ 19 047 53 12 001/0/0 να αναγραφεί ως συγκύρια η .......... κατά ποσοστό 10,54%, με τίτλο κτήσης την υπ` αριθμόν 47 πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης επέκτασης του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Καλαμαριάς η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν ΔΠ/ΠΕ/29/5960/ΤΠΕ/658/23-4-1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης που μεταγράφηκε στις 28-11-1996 στον τόμο 173 και αριθμό 280 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς, όπως τροποποιήθηκε 1) με την υπ` αριθμόν 47/478 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν 29/ΠΕ/13067/19-5-2004 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία μεταγράφηκε στον τόμο 297 και αριθμό 84 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς και 2) με την υπ` αριθμόν 47/512 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν 29/ΠΕ/26/22-6-2005 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία δεν μεταγράφηκε και μόνο κατά το υπόλοιπο ποσοστό εκ 43,78% (54,32%-10,54%) να παραμείνει δικαιούχος «άγνωστος».

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ τα ως απορριπτέα κριθέντα στο σκεπτικό της παρούσης.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

 

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η αιτούσα είναι συγκύρια κατά ποσοστό 10,54% εξ αδιαιρέτου ενός ακινήτου-οικοπέδου, ήτοι του με αριθμό 06 οικοπέδου του Γ301 οικοδομικού τετραγώνου του Δήμου Καλαμαριάς επί της οδού ........ , εμβαδού 180,51 τμ , που έλαβε ΚΑΕΚ ……, συνορευόμενου βόρεια με δρόμο με ΚΑΕΚ …, νότια με γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ ….., ανατολικά με γεωτεμάχιο με ΚΑΕΚ …..και δυτικά με δρόμο.

 

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ ΤΗ ΔΙΟΡΘΩΣΗ της ανακριβούς πρώτης εγγραφής στο κτηματολογικό βιβλίο του Κτηματολογικού Γραφείου Καλαμαριάς, ώστε στο ΚΑΕΚ ….., αντί του εσφαλμένου «άγνωστος» κατά ποσοστό 54,32% να αναγραφεί η ............ δικαιούχος κυριότητας κατά ποσοστό 10,54%, με τίτλο κτήσης την υπ` αριθμόν 47 πράξη εφαρμογής πολεοδομικής μελέτης επέκτασης του ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Καλαμαριάς η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν ΔΠ/ΠΕ/29/5960/ΤΠΕ/658/23-4-1996 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης που μεταγράφηκε στις 28-11-1996 στον τόμο 173 και αριθμό 280 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς, όπως τροποποιήθηκε 1) με την υπ` αριθμόν 47/478 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν 29/ΠΕ/13067/19-5-2004 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία μεταγράφηκε στον τόμο 297 και αριθμό 84 των Βιβλίων του Υποθηκοφυλακείου Καλαμαριάς και 2) με την υπ' αριθμόν 47/512 διορθωτική πράξη, η οποία κυρώθηκε με την υπ` αριθμόν 29/ΠΕ/26/22-6-2005 απόφαση του Νομάρχη Θεσσαλονίκης, η οποία δεν μεταγράφηκε και μόνο κατά το υπόλοιπο ποσοστό εκ 43,78% να παραμείνει δικαιούχος «άγνωστος».

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στη Θεσσαλονίκη στις 12 Δεκεμβρίου 2006.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ