ΝΟΜΟΣ 3526/2007 - ΦΕΚ 24/Α'/9.2.2007

Παραγωγή και διάθεση προϊόντων αρτοποιίας και συναφείς διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

 

Αρθρο 1

 

Ορισμοί

 

   ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

   1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, νοούνται:

α) «Αρτοποιός»: Ο επαγγελματίας που παρασκευάζει άρτο ή αρτοπαρασκευάσματα ή αρτοσκευάσματα, με βάση το αλεύρι από δημητριακά παντός τύπου,

β) «Αρτοποιείο»: Η τεχνοοικονομική μονάδα κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρ­θρου 2 του ν. 3325/2005 (ΦΕΚ 68 Α), της οποίας η εγκα­τεστημένη κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 22KW ή η αντίστοιχη θερμική τα 50KW. Η ανωτέρω τεχνοοικονο­μική μονάδα προορίζεται για την παραγωγή προϊόντων αρτοποιίας και άλλων σκευασμάτων τροφίμων τα οποία έχουν ως βάση το αλεύρι, εκτός από τα ζυμαρικά, κα­θώς και για την έψηση φαγητών και λοιπών παρασκευ­ασμάτων. Στο αρτοποιείο, κατά την ανωτέρω έννοια, μπορεί να ολοκληρώνεται, στον εσωτερικό του χώρο, ο κύκλος παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, από την επεξεργασία των πρώτων υλών μέχρι την τελική έψηση αυτών και να επιτρέπεται η πώληση των προϊόντων που παράγονται σε αυτό.

γ) «Αρτοπαρασκεύασμα»: Το προϊόν αρτοποιίας που παρασκευάζεται από άλευρα ενός δημητριακού ή προ­σμείξεις αλεύρων διαφόρων δημητριακών, εφόσον ο τρόπος παρασκευής του δεν συμπίπτει με τον τρόπο παρασκευής των ειδών άρτου που περιγράφονται στην περίπτωση δ' και το οποίο διατίθεται στην κατανάλωση με την ονομασία «αρτοπαρασκεύασμα». Αρτοπαρασκεύ­ασμα αποτελεί και η λαγάνα της Καθαρός Δευτέρας.

δ) «Αρτος» (χωρίς άλλη ένδειξη): Το προϊόν αρτοποι­ίας που παρασκευάζεται με έψηση μέσα σε ειδικούς κλιβάνους, υπό καθορισμένες συνθήκες μάζας, η οποία αποτελείται από αλεύρι σίτου, νερό, ζύμη και μικρή πο­σότητα αλατιού. Αν για την παρασκευή του άρτου χρησιμοποιούνται άλευρα σίτου ή μείγμα αλεύρων άλλων δημητριακών προϊόντων εκτός του σίτου, ο παρασκευ­αζόμενος άρτος φέρει την ονομασία των αντίστοιχων δημητριακών προϊόντων. Ο άρτος διακρίνεται σε:

αα) Λευκό άρτο, που παρασκευάζεται από άλευρα τ. 70%, από μαλακό σίτο και διατίθεται στην κατανάλωση με την ονομασία «άρτος λευκός τ. 70%»,

ββ) Μαύρο άρτο, που παρασκευάζεται από άλευρα τ. 90%, με πρόσθετη ξηρά γλουτένη σε αναλογία 3% από μαλακό σίτο και διατίθεται στην κατανάλωση με την ονομασία «άρτος μαύρος τ. 90%»,

γγ) Σύμμεικτο άρτο, που παρασκευάζε­ται από ισόποση ανάμειξη αλεύρων κατηγορίας Μ, από σκληρό σίτο και άλευρα τ. 70%, από μαλακό σίτο και διατίθεται στην κατανάλωση με την ονομασία «άρτος σύμμεικτος»,

δδ) Βιολογικό άρτο, που παρασκευάζεται από άλευρα, τα οποία προέρχονται από σίτο βιολογικής καλλιέργειας, σύμφωνα με νόμιμες πιστοποιήσεις.

ε) «Αρτοσκεύασμα»: Το προϊόν αρτοποιίας το οποίο παρασκευάζεται κατά τρόπο ανάλογο με αυτόν της παρασκευής του άρτου, με απλό ή διπλό κλιβανισμό, διαφέρει, όμως, από τον άρτο ως προς την μακροσκο­πική υφή και τους οργανοληπτικούς χαρακτήρες του. «Απλά αρτοσκευάσματα»: Τα προϊόντα αρτοποιίας, τα οποία μπορεί να αντικαταστήσουν τον άρτο, όπως φρυ­γανιές, αρτίδια, φραντζολάκια, κουλούρια, παξιμάδια, ο διπυρίτης άρτος, οι πίττες για σουβλάκια. «Διάφορα αρ­τοσκευάσματα»: Τα κάθε μορφής και φύσης αρτοσκευ­άσματα, που παρασκευάζονται κατά τρόπο ανάλογο με τον τρόπο παρασκευής του άρτου, διαφέρουν όμως χαρακτηριστικά από αυτόν, ως προς τους μακροσκο­πικούς και οργανοληπτικούς χαρακτήρες τους, λόγω της προσθήκης σε αυτά, πέραν των πρώτων υλών που επιτρέπονται για την παρασκευή του άρτου και άλλων πρώτων υλών που επιτρέπονται από τον Κώδικα Τρο­φίμων και Ποτών (υπουργική απόφαση 1100/1987 ΦΕΚ Β 788), όπως γάλα, γιαούρτι, βούτυρο, τυροκομικά προϊ­όντα, αυγά, λιπαρές ύλες, γλυκαντικές ύλες, προϊόντα τομάτας, ελιές, αρτυματικές ύλες, προϊόντα αλλαντο­ποιίας. «Διάφορα αρτοσκευάσματα ζαχαροπλαστικής»: Τα προϊόντα αρτοποιίας, όπως παξιμάδια, κουλούρια, φρυγανιές και άλλα βουτήματα ζαχαροπλαστικής, που περιέχουν υποχρεωτικά λιπαρές ύλες και μια από τις φυσικές γλυκαντικές ύλες που προσδίδει σε αυτά γλυκιά ή γλυκίζουσα γεύση.

στ) «Βιομηχανική-βιοτεχνική εγκατάσταση αρτοποι­ίας»: Η τεχνοοικονομική μονάδα κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005, η οποία προορίζεται για την παραγωγή προϊόντων αρτοποιίας, ζύμης και ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας.

ζ) «Διατηρημένος άρτος» ή «διατηρημένο αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα»: Ο άρτος ή το αρτοπαρασκεύασμα ή το αρτοσκεύασμα που, από την φύση τους ή λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, τα οποία οφείλονται στις μεθόδους παραγωγής ή συσκευασίας, προορίζονται για πώληση, μετά την πάροδο τουλάχιστον είκοσι τεσσάρων ωρών από το τέλος της ολοκλήρωσης της διαδικασίας παραγωγής τους. Στα ανωτέρω προϊόντα δεν περιλαμβάνονται ο άρτος, το αρτοπαρασκεύασμα και το αρτοσκεύασμα, που υποβάλλονται σε πρόσθετες διαδικασίες επεξεργασίας με σκοπό την ξήρανση, το φρυγάνισμα και την πρόσθετη έψησή τους.

η) «Δραστηριότητα αρτοποιίας»: Το σύνολο των οι­κονομικών δραστηριοτήτων που αφορούν οποιαδήπο­τε φάση παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, ζύμης και ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας.

θ) «Ενδιάμεσο προϊόν αρτοποιίας»: Η προδιαμορφωμένη ή μη ζύμη ωμού άρτου, με ή χωρίς ζύμωση, η οποία προορίζεται για παρατεταμένη συντήρηση και στη συνέχεια για έψηση, με σκοπό την τελική παραγω­γή προϊόντων αρτοποιίας, καθώς και ο ημιψημένος και κατεψυγμένος ή ο ψημένος και κατεψυγμένος άρτος. Ζύμες, κατά την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, είναι οι ζύμες που υποβάλλονται σε κατάψυξη, ταχεία κατάψυξη ή άλλες μεθόδους συντήρησης και διατη­ρούν αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά του ενδιάμεσου προϊόντος για διάστημα μεγαλύτερο των δύο (2) ημε­ρών, με την ουσιαστική διακοπή του κύκλου παραγωγής τους. Ενδιάμεσα προϊόντα αρτοποιίας αποτελούν και τα προϊόντα των οποίων η μέθοδος συντήρησης είναι διαφορετική από την κατάψυξη.

ι) «Εγκατάσταση περάτωσης έψησης»: Η τεχνοοικονομική μονάδα κατά την έννοια των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005, που είναι εγκατεστημένη σε ειδικά διαρρυθμισμένο χώρο και κατάλληλα εξοπλισμένη για την έψηση ενδιαμέσων προϊόντων αρτοποιίας ή την ολοκλήρωση της έψησης του μερικώς ψημένου-κατεψυγμένου άρτου και των διατηρημένων με κατάψυξη προϊόντων αρτοποιίας (bake off).

ια) «Επαγγελματικό εργαστήριο παραγωγής ζύμης και ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας»: Η τεχνοοικονομική μονάδα κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παρα­γράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005, της οποίας η εγκατεστημένη κινητήρια ισχύς δεν υπερβαίνει τα 22KW ή η αντίστοιχη θερμική τα 50KW.

ιβ) «Επιχείρηση αρτοποιίας»: Το φυσικό ή νομικό πρό­σωπο που ασκεί δραστηριότητα αρτοποιίας.

ιγ) «Κοινά αρτοποιεία»: Τα αρτοποιεία, στα οποία η παρασκευή του άρτου γίνεται χωρίς την χρήση μηχα­νικών μέσων.

ιδ) «Μηχανικά αρτοποιεία»: Τα αρτοποιεία, στα οποία η παρασκευή του άρτου γίνεται με μηχανικά μέσα.

ιε) αα)«Πρατήριο άρτου»: Το αυτοτελές και ανεξάρτητο κατάστημα στον χώρο του οποίου πωλούνται προϊόντα αρτοποιίας και άλλα είδη που επιτρέπεται να πωλούνται στα αρτοποιεία,

ββ) «Αμιγές πρατήριο άρτου»: Το αυτοτελές και ανεξάρτητο κατάστημα, στο χώρο του οποίου πωλούνται αποκλειστικά προϊόντα αρτοποιίας.

ιστ) «Προϊόντα αρτοποιίας»: Ο άρτος, τα αρτοπαρασκευάσματα και τα αρτοσκευάσματα.

ιζ) «Φρέσκος άρτος» ή «Φρέσκο αρτοπαρασκεύασμα»: Ο άρτος ή το αρτοπαρασκεύασμα που πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

αα) πωλούνται στον τελικό καταναλωτή εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας παραγωγής τους,

ββ) παράγο­νται με συνεχή διαδικασία, από την χρήση των πρώτων υλών του μέχρι την τελική έψηση, χωρίς να μεσολαβεί διακοπή της για τη συντήρηση τους,

γγ) παράγονται με έψηση ζύμης, η οποία δεν έχει υποβληθεί σε κατάψυξη, ταχεία κατάψυξη ή ανάλογη διαδικασία που αποσκοπεί στην συντήρηση της για μακρά διάρκεια και διακόπτει τη διαδικασία παραγωγής του άρτου ή του αρτοπαρασκευάσματος.

ιη) «Υπεύθυνος αρτοποιίας»: Το φυσικό πρόσωπο που είναι ιδιοκτήτης της επιχείρησης αρτοποιίας ή ο οι­κογενειακός συνεργάτης αυτού ή ο εταίρος νομικού προσώπου που είναι ιδιοκτήτης επιχείρησης αρτοποιίας ή ο εργαζόμενος σε επιχείρηση αρτοποιίας ο οποίος, με εντολή του νομίμου εκπροσώπου της επιχείρησης αυτής, παρέχει, κατά κύριο λόγο, τις υπηρεσίες του μέσα στον χώρο της εγκατάστασης αρτοποιίας, επιβλέπο­ντας και συντονίζοντας την παραγωγή των προϊόντων αρτοποιίας ή της ζύμης σε όλο τον κύκλο παραγωγής τους. Ο υπεύθυνος αρτοποιίας πρέπει να διαθέτει ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα προσόντα: αα) δίπλωμα διετούς επαγγελματικής σχολής αρτοποιίας, με πρα­κτική εξάσκηση τουλάχιστον ενός έτους σε επιχείρηση αρτοποιίας ή ββ) έχει παράσχει τις υπηρεσίες του, για τρία τουλάχιστον έτη, σε επιχείρηση αρτοποιίας με καθήκοντα ειδικευμένου εργάτη αρτοποιίας ή γγ) έχει ασκήσει, για τρία τουλάχιστον έτη, δραστηριότητα αρ­τοποιίας ως οικογενειακός συνεργάτης ή εταίρος ιδιο­κτήτη επιχείρησης αρτοποιίας, παρέχοντας υπηρεσίες παραγωγικού χαρακτήρα. Για τις εγκαταστάσεις των περιπτώσεων στ' και ία' υπεύθυνος αρτοποιίας είναι ο μηχανικός παραγωγής, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3.

ιθ) «Εγκατάσταση (ίδρυση)», «Λειτουργία», «Εκσυγχρο­νισμός» και «Επέκταση» των επιχειρήσεων αρτοποιίας: Η εγκατάσταση, η λειτουργία, ο εκσυγχρονισμός και η επέκταση, κατά τις αντίστοιχες έννοιες των περιπτώ­σεων ζ, η', ι' και θ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005.

 

   2. Από τις διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εμπο­δίζεται η κυκλοφορία στην αγορά προϊόντων αρτοποι­ίας τα οποία παράγονται ή και διατίθενται νόμιμα στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στην Τουρκία, καθώς και σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (ΕΖΕΣ), που είναι συμβεβλημένο μέλος στη συμφωνία περί Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (Ε.Ο.Χ.), με την ονομασία, το βάρος και τη συσκευασία που έχουν νόμιμα τα προϊόντα αυτά.

 

 

Αρθρο 2

 

Προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας επιχειρήσεων αρτοποιίας

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΡΤΟΠΟΙΙΑΣ

 

   1. Η δραστηριότητα αρτοποιίας, από την επεξεργασία των πρώτων υλών μέχρι την τελική έψηση των προϊόντων αρτοποιίας, μπορεί να ασκείται μόνο από επιχει­ρήσεις αρτοποιίας που είναι εφοδιασμένες με άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας ή με ειδική δή­λωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3325/2005 και, με τις απαιτούμενες υποδομές και την οργάνωση της εργασίας, ολοκληρώνουν στον χώρο της εγκατάστασης τους, τη διαδικασία παραγωγής του άρτου, πλήρους ή μερικής έψησης, καθώς και των λοιπών προϊόντων αρτο­ποιίας. Οι ανωτέρω επιχειρήσεις μπορούν να παράγουν και ζύμη άρτου εφόσον, με τις απαιτούμενες υποδο­μές και την οργάνωση της εργασίας, είναι σε θέση να πραγματοποιούν στο χώρο της εγκατάστασης τους τον κύκλο παραγωγής της ζύμης. Η δραστηριότητα που προ­βλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο αποτελεί επέκταση επιχείρησης, σύμφωνα με τις περιπτώσεις θ' και ι' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005.

Στο αρτοποιείο επιτρέπεται και η παρασκευή και η πώληση γλυκισμάτων, εφόσον τηρούνται οι σχετικές διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας και η δραστηριότητα αυτή προβλέπεται στην άδεια λειτουργίας του.

 

   2. Η εγκατάσταση (ίδρυση), η λειτουργία, η επέκταση, ο εκσυγχρονισμός, η μετεγκατάσταση, η συγχώνευση και η διαρρύθμιση των χώρων των βιομηχανικών - βιοτεχνικών εγκαταστάσεων παραγωγής προϊόντων αρ­τοποιίας, των αρτοποιείων και των πρατηρίων άρτου, επιτρέπονται εφόσον τηρούνται οι σχετικές διατάξεις του παρόντος νόμου, του ν. 3325/2005 και πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που τίθενται από τις διατάξεις του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ. 186/1992 ΦΕΚ 84 Α), και τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας για την ασφάλεια των τροφίμων και τη δημόσια υγεία και ιδίως του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και της υπουργικής απόφασης ΑΙβ/8577/1983 (ΦΕΚ 526 Β), αντίστοιχα.

 

   3.  Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζε­ται η δυναμικότητα παραγωγής κάθε τύπου κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας. Από την δυναμικό­τητα που καθορίζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο, επιτρέπεται απόκλιση ±10%.

 

   4. α) Για την άσκηση δραστηριοτήτων των περιπτώ­σεων β', στ', ι' και ία' του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, απαιτείται άδεια εγκατάστασης και άδεια λειτουργίας ή ειδική δήλωση, που χορηγούνται από την Αδειοδοτούσα Αρχή η οποία προβλέπεται στην περίπτωση ιδ' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 3325/2005, μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπηρεσίας Υγεί­ας της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 4 του ν. 3325/2005.

β) Οι άδειες ή η ειδική δήλωση που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο, συνοδεύονται υποχρεωτικά από σχετικό σχεδιάγραμμα θεωρημένο από την Αδειοδοτούσα Αρχή.

 

   5.  α) Το κτίριο ή το τμήμα αυτού στα οποία εγκαθί­στανται και λειτουργούν οι δραστηριότητες που ανα­φέρονται στις περιπτώσεις β', στ', ι' και ια' του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, υπάγονται στη Κατηγορία «Βιομηχανία - Βιοτεχνία», σύμφωνα με το άρθρο 3 του ισχύ­οντος Κτιριοδομικού Κανονισμού (υπουργική απόφαση 304/1989, ΦΕΚ 59 Δ').

β) Εντός του ενιαίου χώρου του κτιρίου, όπως προσ­διορίζεται στις περιπτώσεις β' και στ' του άρθρου 1, περιλαμβάνονται τα εξής διαμερίσματα και χώροι: ζυμω­τήριο, πρατήριο άρτου ή αποθήκη άρτου, αποθήκη αλεύρων, κλίβανος παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας και θερμοθάλαμος με χώρο εκκλιβάνισης, αποθήκη στερεών καυσίμων, όπου απαιτείται, αποδυτήριο, αποχωρητήριο, και λουτρό εργαζομένων. Ειδικότερα, τα διαμερίσματα και οι χώροι του ζυμωτηρίου, του πρατηρίου άρτου ή της αποθήκης άρτου, της αποθήκης αλεύρων και του κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας και θερμοθαλάμου με χώρο εκκλιβάνισης, δεν επιτρέπεται να αποτελούν διαμερίσματα ή χώρους υπογείου. Αν τα διαμερίσματα του ζυμωτηρίου και της αποθήκης αλεύρων βρίσκονται σε διαφορετικούς ορόφους, απαιτείται η εγκατάσταση αναβατορίου, ανελκυστήρα φορτίων ή άλλων μηχανικών μέσων για τη μεταφορά των αλεύρων. Ο κλίβανος παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας - θερμοθάλαμος με τον χώρο εκκλιβάνισης μπορεί να απο­τελούν συνέχεια του διαμερίσματος του ζυμωτηρίου. Στη περίπτωση αυτή, ο χώρος που καταλαμβάνει ο θερμοθάλαμος, αποτελεί χώρο του ζυμωτηρίου.

γ) Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι οκτώ χιλι­άδες (8.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, τα ανω­τέρω διαμερίσματα και οι χώροι, απαιτείται να έχουν τις ακόλουθες ελάχιστες διαστάσεις: Το ζυμωτήριο, πενή­ντα έξι (56) τετραγωνικά μέτρα. Το πρατήριο άρτου ή η αποθήκη άρτου (σε περίπτωση που δεν γίνεται λιανική πώληση), είκοσι πέντε (25) τετραγωνικά μέτρα. Ο κλίβα­νος και ο θερμοθάλαμος, όση επιφάνεια καταλαμβάνουν. Ο χώρος εκκλιβάνισης, δέκα (10) τετραγωνικά μέτρα. Η αποθήκη αλεύρων, είκοσι (20) τετραγωνικά μέτρα. Η αποθήκη στερεών καυσίμων, όπου απαιτείται, έξι (6) τετραγωνικά μέτρα. Το αποδυτήριο δέκα τέσσερα (14) τετραγωνικά μέτρα. Το αποχωρητήριο, με τον προθά­λαμο του και το λουτρό εργαζομένων, την επιφάνεια και τις προδιαγραφές, που ορίζονται, για κάθε περίπτωση, από τις διατάξεις του Κτιριοδομικού Κανονισμού και τις κείμενες υγειονομικές διατάξεις.

Το ύψος των διαμερισμάτων του ζυμωτηρίου και του πρατηρίου άρτου, καθώς και του χώρου εκκλιβάνισης καθορίζεται τουλάχιστον σε τέσσερα (4) μέτρα. Το ύψος των λοιπών διαμερισμάτων και χώρων καθορίζεται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κτιριοδομικού Κανονισμού και τις κείμενες υγειονομικές διατάξεις.

Κατά τους υπολογισμούς των ανωτέρω διαστάσεων (επιφανειών και ύψους), εφόσον προκύπτει κλασματικό υπόλοιπο το οποίο υπερβαίνει τα 0,75 της μονάδας, το υπόλοιπο αυτό λογίζεται ως μονάδα, διαφορετικά δεν λαμβάνεται υπόψη.

δ) Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας από τρεις χιλιάδες (3.000) μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, η επιφάνεια των διαμερισμάτων και των χώρων που ορί­ζεται στην περίπτωση γ' μειώνεται κατά είκοσι επί τοις εκατό (20%) και το ύψος των διαμερισμάτων και χώρων καθορίζεται σε τρία μέτρα και σαράντα εκατοστά του μέτρου (3.40).

ε) Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας μέχρι και τρεις χιλιάδες (3.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, η επιφάνεια των διαμερισμάτων και των χώρων που ορίζεται στην περίπτωση γ' μειώ­νεται κατά τριάντα επί τοις εκατό (30%) και το ύψος των διαμερισμάτων και χώρων καθορίζεται σε τρία (3) μέτρα.

στ) Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας πάνω από οκτώ χιλιάδες (8.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, οι επιφάνειες που ορίζονται στην περίπτωση γ', αυξάνονται κατά επτά επί τοις εκατό (7%) ανά χίλια χιλιόγραμμα πρόσθετης δυναμικότη­τας παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας. Σε περίπτωση επέκτασης και εκσυγχρονισμού των αρτοποιείων και των βιομηχανικών-βιοτεχνικών εγκαταστάσεων παρα­γωγής προϊόντων αρτοποιίας που αναφέρονται στις περιπτώσεις δ' και ε', που συνεπάγονται αύξηση της δυναμικότητας του κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, ισχύουν για την περίπτωση δ' τα ελάχιστα όρια επιφάνειας που ορίζονται για την περίπτωση γ' και για την περίπτωση ε' τα ελάχιστα όρια επιφάνειας που ορίζονται για την περίπτωση δ'.

ζ) Σε περίπτωση που τα αρτοποιεία χρησιμοποιούν υγρά καύσιμα ή υγραέριο ή φυσικό αέριο, εφαρμόζο­νται ο Κτιριοδομικός Κανονισμός, καθώς και οι διατά­ξεις των κοινών υπουργικών αποφάσεων με αριθμούς: α) Φ15/οίκ.1589/104/2006 (ΦΕΚ 90 Β') και η από 29.7.1991 (ΦΕΚ 578Β), β) Δ3/14858/1993 (ΦΕΚ 477 Β') και γ) Δ3/ Α/11346/2003 (ΦΕΚ 963 Β') ή Δ3/5286/1997 (ΦΕΚ 236 Β).

 

   6.  Για την επαναλειτουργία αρτοποιείου, μετά από τη διακοπή της λειτουργίας του για χρονικό διάστημα πέραν του έτους που οφείλεται σε λόγους ανωτέρας βίας, απαιτείται σχετική άδεια, η οποία χορηγείται, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, από το όργανο που είναι αρμόδιο για την έκδοση της άδειας εγκατάστα­σης (ίδρυσης) και λειτουργίας αρτοποιείου. Στην αίτηση αυτή επισυνάπτονται τα δικαιολογητικά που απαιτού­νται για τη συνέχιση της λειτουργίας του αρτοποιείου κατά τον ν. 3325/2005, καθώς και τα αποδεικτικά στοι­χεία της συνδρομής λόγου ανωτέρας βίας στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου.

Αν διακοπεί η λειτουργία του αρτοποιείου για χρό­νο που υπερβαίνει μια συνεχόμενη πενταετία, για την επαναλειτουργία του απαιτείται νέα άδεια, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1.

 

   7. Η τροποποίηση των αδειών εγκατάστασης και λει­τουργίας, καθώς και της ειδικής δήλωσης των δραστη­ριοτήτων που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', στ', ι' και ια' του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, σχετικά με τον φορέα ή την επωνυμία του, γίνεται σύμφωνα με τις δια­τάξεις του άρθρου 11 του ν. 3325/2005. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για τα πρατήρια άρτου. Δεν λογίζονται ως μεταβολή του φορέα της επιχείρησης αρ­τοποιίας, η σύσταση από αυτόν, προσωπικής εταιρίας, η λύση της εταιρείας αυτής, αν η σχετική δραστηριότητα εξακολουθεί να ασκείται από ένα τουλάχιστον εταίρο, η νομική μεταβολή των προσώπων τα οποία ασκούν τις δραστηριότητες της επιχείρησης, η πρόσληψη ή η αποχώρηση εταίρου από την εταιρεία, καθώς και η κληρονομική διαδοχή.

 

   8. Η χρήση του όρου «αρτοποιός», καθώς και η εμπο­ρική χρήση των διακριτικών τίτλων «αρτοποιός» ή «αρ­τοποιείο» ή «φούρνος», επιτρέπεται μόνο σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που επιμελούνται άμεσα, από το στά­διο των επιλεγόμενων πρώτων υλών, το ζύμωμα της ζύμης, την εξέλιξη αυτής μέχρι την πλήρη μορφοποίηση της, καθώς και την έψηση του άρτου στον τόπο της πώλησης του προς τον καταναλωτή. Δεν επιτρέπεται σε άλλα πρόσωπα, εκτός από αυτά που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, η χρήση όρου συναφούς με τους όρους «αρτοποιός» ή «αρτοποιείο», εφόσον η χρήση αυτή μπορεί να προκαλέσει σύγχυση στον καταναλωτή ως προς τον τόπο παραγωγής του άρτου.

 

 

Αρθρο 3

 

Υπεύθυνος Αρτοποιίας

 

   1. Δεν επιτρέπεται η λειτουργία αρτοποιείου χωρίς να έχει ορισθεί ο υπεύθυνος αρτοποιίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περίπτωση ιη' του άρθρου 1 και η λειτουργία εγκατάστασης περάτωσης έψησης χωρίς να έχει ορισθεί γι' αυτήν υπεύθυνο πρόσωπο.

 

   2. Ο υπεύθυνος αρτοποιίας αναπτύσσει την δραστηρι­ότητα του σε μία μόνο εγκατάσταση αρτοποιίας.

 

   3. Ο υπεύθυνος αρτοποιίας:

α) ασκεί τη δραστηριότητα του με ανεξαρτησία κατά το παραγωγικό στάδιο, που περιλαμβάνει τη διαχείριση, την οργάνωση και την εφαρμογή της παραγωγής,

β) διασφαλίζει, στο πλαίσιο λειτουργίας της επιχείρη­σης, την τήρηση των κανόνων της ορθής επαγγελματι­κής πρακτικής, τη χρήση των πρώτων υλών, κατά την κείμενη νομοθεσία, την τήρηση των κανόνων υγιεινής και ασφάλειας στο χώρο εργασίας, καθώς και την ποι­ότητα του τελικού προϊόντος,

 

   4. Ο υπεύθυνος αρτοποιίας υποχρεούται να τηρεί τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καθώς και τις υγειονο­μικές διατάξεις που αφορούν στη διάθεση, πώληση και διανομή των προϊόντων αρτοποιίας και ζύμης.

 

  

Αρθρο 4

 

Ίδρυση και Επαναλειτουργία Πρατηρίου Αρτου

 

   1.  Για την ίδρυση και λειτουργία αμιγούς πρατηρίου άρτου απαιτείται αυτοτελής ισόγειος χώρος, επιφανεί­ας δώδεκα (12) τουλάχιστον τετραγωνικών μέτρων με ανεξάρτητη είσοδο, σαφώς διαχωρισμένος από οποι­οδήποτε άλλο χώρο. Αν στο ίδιο πρατήριο πωλούνται εκτός του άρτου και άλλα προϊόντα από τα αναφερό­μενα στην περίπτωση ιε' του άρθρου 1, η απαιτούμενη ελάχιστη επιφάνεια του πρατηρίου ορίζεται σε είκοσι (20) τ.μ.. Αν το πρατήριο άρτου βρίσκεται εντός χώρου καταστήματος τροφίμων, μεικτού καταστήματος τροφί­μων ή υπεραγοράς τροφίμων, η απαιτούμενη ελάχιστη επιφάνεια ορίζεται σε δώδεκα (12) τ.μ.. Αν στους χώρους που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο λειτουργεί εγκατάσταση περάτωσης έψησης σύμφωνα με το άρθρο 5, ως απαιτούμενη ελάχιστη επιφάνεια του πρατηρίου ορίζεται το άθροισμα των ελάχιστων επιφανειών που απαιτούνται, κατά περίπτωση, για το αμιγές ή μη πρα­τήριο άρτου και την εγκατάσταση έψησης. Τα πρατήρια άρτου, αμιγή ή μη, που βρίσκονται εντός των χώρων, οι οποίοι αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο, διαχωρίζονται από τους χώρους αυτούς, όπου πωλούνται άλλα προϊ­όντα, με κατάλληλο υλικό, που συνδέεται στερεά με το δάπεδο και έχει ύψος τουλάχιστον δύο (2) μέτρα.

 

   2. Το πρατήριο άρτου πρέπει να πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις, που ορίζονται στις διατάξεις των άρθρων 15 έως και 36 και του άρθρου 43 της υπουργι­κής απόφασης ΑΙβ/8577/8.9.1983, όπως αυτή κάθε φορά ισχύει.

 

   3.  Οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 2, εφαρμόζονται αναλόγως και στα πρατήρια άρτου, εφόσον η διακοπή της λειτουργίας τους υπερβαίνει το ήμισυ των αντιστοίχων χρόνων διακοπής λειτουργίας αρτοποιείων.

 

   4. Οι διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 2 εφαρ­μόζονται αναλόγως και στην περίπτωση που μεταβληθεί ο φορέας της επιχείρησης πρατηρίου άρτου.

 

   5.  Για την ίδρυση και λειτουργία πρατηρίου άρτου απαιτείται σχετική άδεια η οποία χορηγείται από τον οικείο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου βαθμού, μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπη­ρεσίας Υγείας της οικείας Ν.Α.. Αν το πρατήριο άρτου βρίσκεται εντός χώρου καταστήματος τροφίμων, μει­κτού καταστήματος τροφίμων ή υπεραγοράς τροφίμων, η άδεια που χορηγείται κατά το προηγούμενο εδάφιο ενσωματώνεται στην άδεια λειτουργίας των καταστη­μάτων αυτών.

 

  

Αρθρο 5

 

Εγκατάσταση περάτωσης έψησης

 

   1. Η εγκατάσταση περάτωσης έψησης μπορεί να απο­τελεί είτε αυτοτελές και ανεξάρτητο κατάστημα είτε τμήμα μικτού καταστήματος τροφίμων ή υπεραγοράς τροφίμων, που διαχωρίζεται, στην περίπτωση αυτή, με μόνιμη κατασκευή. Αν η εγκατάσταση αυτή αποτελεί τμήμα μικτού καταστήματος τροφίμων ή υπεραγοράς τροφίμων, μπορεί να βρίσκεται μέσα ή έξω από το κα­τάστημα ή την υπεραγορά τροφίμων, ως αυτοτελής και ανεξάρτητος χώρος.

Ο χώρος της εγκατάστασης περάτωσης έψησης πε­ριλαμβάνει: χώρο αποθήκευσης των ενδιάμεσων προϊ­όντων αρτοποιίας, χώρο προετοιμασίας των προϊόντων αυτών προς έψηση, χώρο εκκλιβάνισης, χώρο επαναφο­ράς των ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας, μετά την έψησή τους, στη θερμοκρασία του περιβάλλοντος και χώρο συσκευασίας, που μπορεί να είναι κοινός με τον προηγούμενο χώρο.

Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) χι­λιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, οι επιμέρους χώροι περάτωσης έψησης απαιτείται να έχουν τις ακόλουθες ελάχιστες διαστάσεις: ο χώρος αποθήκευσης των εν­διάμεσων προϊόντων αρτοποιίας οκτώ (8) τετραγωνικά μέτρα, ο χώρος προετοιμασίας των προϊόντων αυτών προς έψηση οκτώ (8) τετραγωνικά μέτρα, ο χώρος εκ­κλιβάνισης τέσσερα (4) τετραγωνικά μέτρα, ο χώρος επαναφοράς των ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας, μετά την έψησή τους, στη θερμοκρασία του περιβάλ­λοντος τέσσερα (4) τετραγωνικά μέτρα και ο χώρος συσκευασίας οκτώ (8) τετραγωνικά μέτρα. Ο κλίβανος και ο θερμοθάλαμος, όση επιφάνεια καταλαμβάνουν. Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής από τρεις χιλιάδες (3.000) μέχρι πέντε χιλιάδες (5.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, η επιφάνεια των χώρων εγκατάστασης περάτωσης έψησης αυξάνεται κατά είκοσι τοις εκατό (20%). Για δυναμικότητα κλιβάνου παραγωγής από πέντε χιλιάδες (5.000) μέχρι οκτώ χιλιάδες (8.000) χιλιόγραμμα ανά εικοσιτετράωρο, η επιφάνεια των χώρων εγκατά­στασης περάτωσης έψησης αυξάνεται κατά τριάντα τοις εκατό (30%).

Αν η εγκατάσταση περάτωσης έψησης αποτελεί αυτο­τελές και ανεξάρτητο κατάστημα, απαιτείται να διαθέτει αποδυτήριο και αποχωρητήριο, με τον προθάλαμο του και το λουτρό των εργαζομένων, με την επιφάνεια και τις προδιαγραφές που ορίζονται, για κάθε περίπτωση, από τις διατάξεις του Κτιριοδομικού Κανονισμού και τις κείμενες υγειονομικές διατάξεις.

 

   2.  Για την εγκατάσταση (ίδρυση), την επέκταση, τον εκσυγχρονισμό και τη μετεγκατάσταση εγκατάστασης περάτωσης έψησης, καθώς και την συγχώνευση εγκα­ταστάσεων περάτωσης έψησης, απαιτείται σχετική άδεια που χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3325/2005 από την Διεύθυνση Ανάπτυξης της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, μετά από σύμφωνη γνώμη της αρμόδιας Υπηρεσίας Υγείας.

 

   3.  Η διάθεση των προϊόντων της εγκατάστασης πε­ράτωσης έψησης επιτρέπεται σε χώρο πλήρως διαχω­ρισμένο και ανεξάρτητο από τον χώρο αυτής, με ελά­χιστη επιφάνεια την οριζόμενη για το αμιγές πρατήριο άρτου, εφόσον τηρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 13 και στην παράγραφο 3 του άρθρου 14.

 

   4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζο­νται στα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος που ορίζονται στα άρθρα 37 και 38 της υπουργικής απόφα­σης ΑΙβ/8577/1983, καθώς και στα παρασκευαστήρια κα­ταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος που ορίζονται στο άρθρο 39 της ιδίας απόφασης και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της περίπτωσης ι' της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 3325/2005.

 

  

Αρθρο 6

 

Δικαιολογητικά έκδοσης αδειών ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίων άρτου

 

   Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δη­μόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται η διαδικασία, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έκδοση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας πρατη­ρίου άρτου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτο­μέρεια.

 

 

Αρθρο 7

 

Ενίσχυση επιχειρήσεων αρτοποιίας

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

ΜΕΤΡΑ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΑΡΤΟΠΟΙΙΑΣ

 

   1. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού, καθορίζονται τα κριτήρια και η διαδικασία υπαγωγής των επιχειρήσεων αρτοποιίας σε προγράμματα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας, για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους, την ανανέωση και τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεων τους, καθώς και τη βελτίωση της ποιότητας των παραγόμενων προϊ­όντων.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης μπορεί να επιχορηγείται η ίδρυση παραδοσιακού αρτοποιείου (ξυλόφουρνου) σε χωριά με πληθυσμό κάτω των 200 κα­τοίκων, με εφάπαξ ποσό από τέσσερις έως έξι χιλιάδες ευρώ. Οι δαπάνες που προκαλούνται από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου καλύπτονται από τον προ­ϋπολογισμό του Υπουργείου Ανάπτυξης. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης καθορίζονται τα κριτήρια, οι όροι, οι προϋποθέσεις, καθώς και η διαδικασία καταβο­λής της επιχορήγησης αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

 

  

Αρθρο 8

 

   Επαγγελματική κατάρτιση

 

   1.  Η επαγγελματική κατάρτιση των μαθητευόμενων αρτοποιών και των υπεύθυνων αρτοποιίας γίνεται είτε σε επίπεδο τυπικής επαγγελματικής κατάρτισης με βάση τις διατάξεις του ν. 2009/1992 (ΦΕΚ 18 Α) είτε σε επίπεδο συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης με βάση το επαγγελματικό περίγραμμα που προσδιορίζεται στο άρθρο 3 του ν. 3369/2005 (ΦΕΚ 171 Α) και σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις για την συνεχιζόμενη επαγ­γελματική κατάρτιση.

 

   2. Με την επιφύλαξη της προηγούμενης παραγράφου, η επαγγελματική κατάρτιση των μαθητευόμενων αρ­τοποιών και των υπεύθυνων αρτοποιίας περιλαμβάνει μαθήματα σχετικά με την παραγωγή άρτου σε όλα τα στάδια, τη συντήρηση, την επεξεργασία και τη μεταποί­ηση φρέσκων και διατηρημένων τροφίμων, την υγιεινή και την ασφάλεια του χώρου εργασίας, το περιβάλλον, την ενημέρωση και την προστασία του καταναλωτή και κάθε άλλο μάθημα που κρίνεται αναγκαίο.

 

   3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Εθνι­κής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθορίζονται οικονομικά ή άλλα κίνητρα για τη συμμετοχή των απασχολουμένων σε επιχειρήσεις αρτοποιίας, μικρού και μεσαίου μεγέ­θους, στα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης που οργανώνονται κατά την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού.

 

   4. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Εθνι­κής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία πιστοποίησης της επαγγελματικής ικα­νότητας των εργαζομένων σε κάθε είδους επιχειρήσεις παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, ζύμης και ενδιάμε­σων προϊόντων αρτοποιίας.

 

   5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης, Εθνι­κής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθορίζονται τα θέματα της επαγγελματικής κατάρτισης των υπευθύνων για τη λει­τουργία της εγκατάστασης περάτωσης έψησης και κάθε σχετική λεπτομέρεια.

 

 

Αρθρο 9

 

Αρτος

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΑΡΤΟΠΟΙΙΑΣ

 

   Για τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για τη πα­ρασκευή προϊόντων αρτοποιίας, ζύμης και ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας, τον τρόπο έψησης, συσκευα­σίας και διάθεσης των προϊόντων αυτών, καθώς και για τη διαδικασία του ελέγχου τους, εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, όπως ισχύει κάθε φορά.

 

 

Αρθρο 10

 

Φρέσκος άρτος - φρέσκο αρτοπαρασκεύασμα

 

   1. Απαγορεύεται η χρήση του όρου «φρέσκος άρτος» και «φρέσκο αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα»:

α) σε άρτο ή αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα που προορίζονται για πώληση, μετά την πάροδο είκοσι τεσσάρων ωρών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας παραγωγής τους, ανεξάρτητα από τις μεθόδους συντή­ρησης τους,

β) σε άρτο ή αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα που πωλούνται μετά την ολοκλήρωση της έψησης, του μερι­κώς ψημένου, του διατηρημένου ή κατεψυγμένου άρτου ή του αρτοπαρασκευάσματος ή του αρτοσκευάσματος, ανεξάρτητα από τις μεθόδους συντήρησης τους,

γ) σε άρτο ή αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα, που παράγονται με την έψηση ενδιαμέσων προϊόντων αρτοποιίας, ανεξάρτητα από τις μεθόδους συντήρησης τους,

 

   2. Ο άρτος παρασκευάζεται και διατίθεται, ανεξάρτητα από το σχήμα και τη μορφή του, σε βάρος 500 ή 1000 ή 1500 ή 2000 γραμμαρίων.

 

   3. Τα αρτοπαρασκευάσματα παρασκευάζονται και δια­τίθενται, ανεξάρτητα από το σχήμα και τη μορφή τους, σε βάρος 250 ή 350 ή 500 ή 750 ή 1000 γραμμαρίων.

 

   4. Τα κουλούρια τύπου Θεσσαλονίκης παρασκευάζο­νται και διατίθενται σε βάρος 40 γραμμαρίων τουλάχι­στον, κατά τεμάχιο.

 

  

Αρθρο 11

 

Διάθεση διατηρημένων προϊόντων αρτοποιίας και αρτοπαρασκευασμάτων

 

   1.  Τα διατηρημένα προϊόντα αρτοποιίας πωλούνται υποχρεωτικά σε συσκευασία, στην οποία αναγράφονται οι πληροφορίες που ορίζουν οι κανόνες επισήμανσης και, σε εμφανή θέση, οι ενδείξεις «διατηρημένος άρ­τος από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη» ή «αρτοπαρασκεύασμα από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη» ή «αρτοσκεύασμα από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη». Οι ενδείξεις αυτές συμπληρώνονται από την ένδειξη της χρησιμοποιούμενης μεθόδου συντήρησης, η οποία μπο­ρεί να είναι κατάψυξη, ταχεία κατάψυξη ή συντήρηση σε τροποποιημένη ατμόσφαιρα, καθώς και από τις τυχόν συνθήκες συντήρησης και χρήσης.

 

   2.  Τα προϊόντα αρτοποιίας, που υποβάλλονται σε διαδικασίες ξήρανσης, φρυγανίσματος και πρόσθετης έψησης, πωλούνται υποχρεωτικά σε συσκευασία που φέρει την ένδειξη «αποξηραμένο» ή «φρυγανισμένο» ή «διπλοψημένο» προϊόν αρτοποιίας.

 

   3.  Τα προϊόντα αρτοποιίας που προορίζονται για τον τελικό καταναλωτή και προέρχονται από μη ολο­κληρωμένη έψηση ζύμης, πωλούνται υποχρεωτικά σε συσκευασία στην οποία αναγράφονται, με ευδιάκριτα γράμματα και σε ορατό σημείο αυτής, εκτός από τις άλλες υποχρεωτικές ενδείξεις και η ένδειξη «Αρτος μερικώς ψημένος από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη» ή «αρτοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύ­ασμα, μερικώς ψημένο από κατεψυγμένη ή με άλλη μέ­θοδο συντηρημένη ζύμη». Στη συσκευασία προϊόντος αρτοποιίας που προέρχεται από την τελική έψηση του αντιστοίχου μερικώς ψημένου-κατεψυγμένου προϊόντος, τίθεται η ένδειξη «άρτος προερχόμενος από μερικώς ψημένη ή μερικώς ψημένη και κατεψυγμένη ζύμη» ή «αρ­τοπαρασκεύασμα ή αρτοσκεύασμα από μερικώς ψημένη ή μερικώς ψημένη και κατεψυγμένη ζύμη». Η ίδια ένδειξη τίθεται στο χώρο πώλησης, με μεγάλα και ευκρινή γράμ­ματα, σε πινακίδα με διαστάσεις τουλάχιστον 50X30 εκατοστών του μέτρου.

 

   4. Τα ξενοδοχεία, τα εστιατόρια και τα καταστήματα μαζικής εστίασης, υποχρεούνται να διαθέτουν, χωρίς συσκευασία, τα διατηρημένα ή κατεψυγμένα προϊόντα αρτοποιίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόντα νόμο και να αναγράφουν στο τιμοκατάλογο τις αντί­στοιχες ενδείξεις που ορίζονται στην προηγούμενη παράγραφο.

 

 

Αρθρο 12

 

   Ενδιάμεσα προϊόντα αρτοποιίας

 

   1.  Τα ενδιάμεσα προϊόντα αρτοποιίας που προορί­ζονται για διάθεση, στην κατάσταση που βρίσκονται στον τελικό καταναλωτή, πωλούνται σε συσκευασία, στην οποία αναγράφονται υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, τα ακό­λουθα στοιχεία:

α) Η ένδειξη κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 του παραπάνω Κώδικα,

β) Ο κατάλογος των συστατικών του προϊόντος,

γ) Η καθαρή ποσότητα ή το βάρος του προϊόντος,

δ) Η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας του προϊόντος με την ένδειξη «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από...»,

ε) Η ένδειξη που επιτρέπει τον προσδιορισμό της παρτίδας,

στ) Οι συνθήκες συντήρησης και χρήσης του προϊ­όντος,

ζ) Η ένδειξη «απαγορεύεται η εκ νέου κατάψυξη μετά την απόψυξη του προϊόντος», στην περίπτωση κατε­ψυγμένου προϊόντος,

η) Το όνομα ή η εμπορική επωνυμία και η διεύθυνση του παρασκευαστή ή του συσκευαστή ή ενός πωλητή εγκατεστημένου στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένω­σης.

 

   2. Το ενδιάμεσο προϊόν αρτοποιίας που προορίζεται για μετέπειτα επεξεργασία και πώληση, πωλείται σε συσκευασία στην οποία αναγράφονται, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Η ονομασία πώλησης,

β) Η χρονολογία ελάχιστης διατηρησιμότητας,

γ) Το όνομα ή η εμπορική επωνυμία και η διεύθυνση του παρασκευαστή ή του συσκευαστή ή ενός πωλη­τή, εγκατεστημένου σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Οι υπόλοιπες ενδείξεις που ορίζονται στην παράγρα­φο 1, μπορούν να αναγράφονται μόνο στα έγγραφα που είναι σχετικά με τα τρόφιμα αυτά, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 10 του άρθρου 11 του Κώδικα Τροφί­μων και Ποτών.

 

  

Αρθρο 13

 

   Αρτος από ενδιάμεσα προϊόντα αρτοποιίας

 

   1. Τα προϊόντα αρτοποιίας που παράγονται από επι­χείρηση η οποία έχει ως αντικείμενο την ζύμωση και την έψηση ή μόνο την έψηση του ενδιάμεσου προϊόντος αρτοποιίας, πωλούνται σε διαφορετικές προθήκες από τις προθήκες του φρέσκου άρτου. Στις προθήκες αυτές αναγράφονται, με ευκρινή γράμματα, οι πληροφορίες που ορίζουν οι σχετικές αγορανομικές διατάξεις και τοποθετείται, σε εμφανές σημείο, πινακίδα με τις δια­στάσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 11 με την ένδειξη «Διατηρημένος άρτος από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη» ή «αρτοπαρασκεύασμα από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη» ή «αρτοσκεύασμα από κατεψυγμένη ή με άλλη μέθοδο συντηρημένη ζύμη».

 

   2.  Τα προϊόντα αρτοποιίας που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, διατίθενται σε θερμοκρα­σία περιβάλλοντος, μέσα σε χάρτινη συσκευασία ή σε συσκευασία από κατάλληλο υλικό για τρόφιμα, με τις ενδείξεις που ορίζονται στο άρθρο 12.

 

   3. Οι διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων εφαρ­μόζονται και για τα προϊόντα αρτοποιίας και ζύμης που είναι διατηρημένα ή κατεψυγμένα και διατίθενται σε μεγάλες ποσότητες σε μονάδες ομαδικής εστίασης ή σε καταστήματα πώλησης τους.

 

 

Αρθρο 14

 

Διάθεση - Πώληση - Διανομή άρτου και αρτοπαρασκευασμάτων

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΔΙΑΘΕΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΡΤΟΠΟΙΙΑΣ

 

   1.  Η πώληση των προϊόντων αρτοποιίας επιτρέπεται μόνο από τα αρτοποιεία και τα πρατήρια άρτου, από τα οποία είναι υποχρεωτική η διάθεση άρτου και αρτοπα­ρασκευασμάτων. Κατ' εξαίρεση, η πώληση προϊόντων αρτοποιίας επιτρέπεται και στα ζαχαροπλαστεία, στα γαλακτοπωλεία, στα καταστήματα τροφίμων και ζαχα­ρωδών προϊόντων, στα μεικτά καταστήματα τροφίμων και στις υπεραγορές τροφίμων, με τις προϋποθέσεις που απαιτούνται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4, εφόσον χορηγηθεί για τα καταστήματα αυτά άδεια ίδρυσης και λειτουργίας πρατηρίου άρτου. Ο χώρος πώλησης των προϊόντων αρτοποιίας στα κατα­στήματα τροφίμων, στα μεικτά καταστήματα τροφίμων και στις υπεραγορές τροφίμων διαχωρίζεται υποχρεω­τικά από τον υπόλοιπο χώρο των καταστημάτων αυτών, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5, και ο χώρος πώλησης των προϊόντων αρτοποιίας στα ζαχαροπλαστεία, στα γαλακτοπωλεία και στα καταστή­ματα ζαχαρωδών προϊόντων διαχωρίζεται υποχρεωτικά κατά τρόπο που αποτρέπει την επαφή των προϊόντων αρτοποιίας από τα λοιπά προϊόντα. Σε όλα τα ανωτέρω καταστήματα, εκτός από τα αρτοποιεία και τα πρατήρια άρτου, δεν είναι υποχρεωτική η ύπαρξη αποχωρητηρίου στον χώρο πώλησης των προϊόντων τους.

 

   2. Η πώληση προϊόντων αρτοποιίας από τα καταστή­ματα που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο και τα πρατήρια άρτου, γίνεται με τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:

α) Τα προϊόντα αρτοποιίας πρέπει να συσκευάζονται στο χώρο παραγωγής τους, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 13. Αρτοσκευάσματα με χα­μηλό ποσοστό υγρασίας, όπως παξιμάδια, φρυγανιές, μπορεί να συσκευάζονται και σε σακίδια από πλαστική ύλη, κλεισμένα με συνδετική μηχανή, εφόσον τα σακίδια αυτά πληρούν τους όρους που καθορίζονται από τις διατάξεις του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών.

β) Η τοποθέτηση των πωλούμενων ειδών στη συσκευ­ασία που αναφέρεται στην προηγούμενη περίπτωση, πρέπει να γίνεται όταν τα είδη αυτά αποκτήσουν την θερμοκρασία του περιβάλλοντος.

γ) Στο εξωτερικό μέρος των προαναφερόμενων συ­σκευασιών πρέπει να υπάρχουν, έντυπες και καθαρο­γραμμένες, οι εξής ενδείξεις:

αα) Η επωνυμία και η διεύθυνση της επιχείρησης πα­ρασκευής των πωλούμενων ειδών,

ββ) Η ονομασία πώλησης,

γγ) Το καθαρό βάρος και η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας των πωλούμενων ειδών, με ανεξίτηλη σφραγίδα,

δδ) Ο κατάλογος των συστατικών.

 

   3. Ο διατηρημένος άρτος, που περιγράφεται στο άρ­θρο 13 και πωλείται στον τελικό καταναλωτή σε χώρο διαφορετικό από τον χώρο της έψησης, πρέπει:

α) να συσκευάζεται σε υλικό που προβλέπεται από τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών,

β) να αναγράφονται επί της συσκευασίας, με ευδιά­κριτα γράμματα και σε εμφανές σημείο αυτής, οι ακό­λουθες ενδείξεις:

αα) Το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία του παρασκευα­στή ή του συσκευαστή ή ενός πωλητή, εγκατεστημένου σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και η διεύθυνση του.

ββ) Το είδος του άρτου.

γγ) Η ένδειξη «άρτος μερικώς ψημένος-να ψηθεί πριν την βρώση του», εφόσον πρόκειται για άρτο που παρα­σκευάζεται από μη ολοκληρωμένη έψηση ζύμης.

δδ) Η ένδειξη «άρτος ψημένος εξ ολοκλήρου παρα­σκευασθείς από μερικώς ψημένο άρτο», εφόσον το αρ­χικό προϊόν δεν είναι κατεψυγμένο.

εε) Η ένδειξη «άρτος ψημένος εξ ολοκλήρου, πα­ρασκευασθείς από μερικώς ψημένο και κατεψυγμένο άρτο», εφόσον το αρχικό προϊόν είναι μερικώς ψημένο και κατεψυγμένο,.

στστ) Η ένδειξη «κατεψυγμένος άρτος», εφόσον το αρχικό προϊόν είναι κατεψυγμένο.

ζζ) Το καθαρό βάρος του περιεχομένου της συσκευ­ασίας.

ηη) Η ημερομηνία ελάχιστης διατηρησιμότητας του άρτου με την ένδειξη «Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από...».

θθ) Ο τρόπος παρασκευής.

ιι) Οι συνθήκες συντήρησης.

ιαια) Ο κατάλογος των συστατικών του προϊόντος.

Τα είδη του άρτου που αναφέρονται στην παράγρα­φο αυτή, όταν διατίθενται από καταστήματα λιανικής πώλησης, τοποθετούνται σε χώρους που διαχωρίζονται από τους χώρους έψησης τους και από τους χώρους πώλησης του φρέσκου άρτου.

 

   4. Ο φρέσκος άρτος και τα πάσης φύσεως αρτο­σκευάσματα και αρτοπαρασκευάσματα που πωλούνται στα αρτοποιεία, παραδίδονται στον καταναλωτή μέσα σε συσκευασία που πληροί τις απαιτήσεις του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών.

 

   5. Δεν επιτρέπεται η έκθεση (τοποθέτηση) προϊόντων αρτοποιίας εκτός του χώρου καταστήματος πώλησης.

 

   6. Η πώληση κουλουριών και άλλων αρτοσκευασμάτων από πλανόδιους και στάσιμους μικροπωλητές, γίνεται, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται από τις κεί­μενες υγειονομικές διατάξεις.

 

   7. Ο άρτος κάθε τύπου, που προβλέπεται την περί­πτωση δ' του άρθρου 1, ζυγίζεται υποχρεωτικά, ενώπιον του καταναλωτή.

 

   8. Κάθε αρτοποιείο υποχρεούται να διαθέτει επαρκή και κατάλληλο χώρο για την αποθήκευση και τη συντή­ρηση των προϊόντων του. Τα προϊόντα αρτοποιίας που πωλούνται χωρίς κλειστή συσκευασία, τοποθετούνται σε ειδικές προθήκες, των οποίων η βάση απέχει 70 εκατοστά από το έδαφος και ίση απόσταση από τον χώρο κυκλοφορίας των πελατών. Οι προθήκες αυτές καλύπτονται από δικτυωτό πλέγμα ή διάτρητα καλύμματα, μεταλλικά, ξύλινα ή πλαστικά. Η τοποθέτηση των προϊόντων αρτοποιίας στις προθήκες γίνεται χωριστά για κάθε τύπο και είδος των προϊόντων αυτών, με την αντίστοιχη επί των προθηκών ένδειξη.

 

   9.  Στα αρτοποιεία επιτρέπεται και η πώληση σκευ­ασμάτων γαλακτοκομικών προϊόντων, καθώς και ανα­ψυκτικών.

 

   10. Για τη διάθεση συσκευασμένων αρτοσκευασμά­των, που πληρούν τις προϋποθέσεις των υγειονομικών διατάξεων, του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και τις απαιτήσεις των διατάξεων των άρθρων 10, 11, και 12 του παρόντος νόμου, δεν απαιτείται άδεια πρατηρίου άρτου.

 

  

Αρθρο 15

 

   Μεταφορά προϊόντων αρτοποιίας

 

   1. Η μεταφορά, η διανομή και η διάθεση των προϊόντων αρτοποιίας επιτρέπεται με οχήματα που διαθέτουν κα­τάλληλο αμάξωμα, κλειστό από όλες τις πλευρές και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τη μετα­φορά των προϊόντων αυτών. Στο εξωτερικό μέρος των οχημάτων πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία της επιχείρησης.

 

   2.  Ο άρτος και τα λοιπά προϊόντα αρτοποιίας είτε σε ατομική είτε σε μαζική συσκευασία, όταν μεταφέ­ρονται προς πώληση από το χώρο παραγωγής τους σε πρατήρια άρτου, σε ξενοδοχεία, σε νοσοκομεία και σε λοιπά ιδρύματα, σε τόπους ομαδικής σίτισης, σε εστιατόρια, ταβέρνες και σε κάθε άλλο τόπο προο­ρισμού, τοποθετούνται μέσα σε κλειστά κιβώτια, που είναι κατασκευασμένα από υλικό που είναι κατάλληλο για επαφή με τρόφιμα. Απαγορεύεται η μεταφορά των προϊόντων αρτοποιίας με άλλο τρόπο. Η μεταφορά άλ­λων, μη συσκευασμένων ειδών αρτοποιίας, γίνεται με τις ίδιες προϋποθέσεις υγιεινής και καθαριότητας που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο.

 

   3. Επιτρέπεται η μεταφορά προϊόντων αρτοποιίας με οχήματα που δεν χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την μεταφορά των προϊόντων αυτών, εφόσον τα προϊ­όντα αυτά τοποθετούνται σε ειδικά ξύλινα κιβώτια, που έχουν εσωτερική επένδυση από γαλβανισμένη λαμαρίνα ή σε μεταλλικά ή πλαστικά κιβώτια, με επαρκή χωρητι­κότητα, τα οποία κλείνουν ερμητικά και χρησιμοποιού­νται αποκλειστικά για τον σκοπό της μεταφοράς αυτής και είναι κατάλληλα για επαφή με τρόφιμα. Ομοίως, επιτρέπεται με τα οχήματα που αναφέρονται στο προ­ηγούμενο εδάφιο, η διακίνηση και η μεταφορά, προς πώληση προϊόντων αρτοποιίας, τα οποία διατίθενται στον καταναλωτή σε αεροστεγή συσκευασία, το υλικό της οποίας προβλέπεται από τον Κώδικα Τροφίμων και Ποτών.

 

   4. Απαγορεύεται η μεταφορά, με οποιοδήποτε τρόπο, προϊόντων αρτοποιίας με οχήματα που μεταφέρουν ρυπαρά αντικείμενα ή τοξικές ύλες ή υγρά, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν, με οιοδήποτε τρόπο, την ποι­ότητα και την υγιεινή των προϊόντων αυτών.

 

  

   Αρθρο 16

 

Αποθέματα πρώτων και βοηθητικών υλών

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

 

   1. Οι επιχειρήσεις αρτοποιίας υποχρεούνται να δια­τηρούν στον χώρο τους αποθέματα αλεύρων, καύσιμης ύλης και αλατιού, σε ποσότητες που καλύπτουν τις ανάγκες παραγωγής, με βάση την ημερήσια κατανάλω­ση των ειδών αυτών, για την παρασκευή άρτου τριών ημερών, κατά την περίοδο από 15 Ιουνίου μέχρι 15 Σεπτεμβρίου και μιας εβδομάδας, κατά την περίοδο από 16 Σεπτεμβρίου μέχρι 14 Ιουνίου.

 

   2. Τα ανωτέρω αποθέματα ανανεώνονται κατά την χρησιμοποίηση τους, με τρόπο που εξασφαλίζει αμε­τάβλητη την ποσότητα τους και αποτρέπει τον κίνδυνο της αλλοίωσης των αλεύρων και του αλατιού.

 

  

Αρθρο 17

 

Έψηση φαγητών και γλυκισμάτων του κοινού

 

   1. Τα αρτοποιεία υποχρεούνται να δέχονται, για έψηση, φαγητά, παρασκευάσματα και γλυκίσματα του κοινού και να διαθέτουν, προς τούτο, τους κλιβάνους τους. Η παραλαβή για έψηση των ανωτέρω ειδών γίνεται καθημερινά μέχρι την 12:30 ώρα.

 

   2. Τα αρτοποιεία παραμένουν ανοικτά για την έψηση φαγητών και γλυκισμάτων μέχρι την 14:00 ώρα, τρεις ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και την ημέρα των Χριστουγέννων, τέσσερις ημέρες πριν το νέο έτος και την ημέρα του νέου έτους, την παραμονή και την ημέρα των Θεοφανείων, την ημέρα του Πάσχα και την ημέρα της Κοίμησης της Θεοτόκου. Σε περιοχές, στις οποίες το κοινό εξυπηρετείται από ένα και μόνο αρτοποιείο, τούτο υποχρεούται να παραμένει ανοικτό για έψηση φαγητών, γλυκισμάτων και παρασκευασμάτων του κοι­νού τις Κυριακές και τις αργίες.

 

   3. Τα αρτοποιεία και οι εγκαταστάσεις περάτωσης έψησης δεν επιτρέπεται να παράγουν οποιοδήποτε τύπο προϊόντων αρτοποιίας κατά τις Κυριακές και τις αργίες. Με αποφάσεις του οικείου Νομάρχη, μπορεί να επιτρα­πεί η παραγωγή προϊόντων αρτοποιίας από αρτοποιεία, που βρίσκονται σε κοινότητες, με πληθυσμό μικρότερο των 1000 κατοίκων. Απαγορεύεται κάθε εργασία για πα­ραγωγή προϊόντων αρτοποιίας πριν από την 04:00 ώρα και μετά την 21:00 ώρα. Οταν τα αρτοποιεία παρασκευ­άζουν προϊόντα αρτοποιίας για δύο και πλέον ημέρες, λόγω αργιών, οι εργασίες παραγωγής των προϊόντων αυτών επιτρέπεται να αρχίζουν από το μεσονύκτιο της προηγουμένης ημέρας. Η παραγωγή προϊόντων αρτο­ποιίας δεν υπόκειται στους χρονικούς περιορισμούς που προβλέπονται στα προηγούμενα εδάφια, κατά το διάστημα από 15 μέχρι 31 Δεκεμβρίου, κάθε έτους και από το Σάββατο του Λαζάρου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο, κάθε έτους. Με την επιφύλαξη των διατάξε­ων της κείμενης εργατικής νομοθεσίας, οι περιορισμοί που επιβάλλονται από τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, δεν εφαρμόζονται στις βιομηχανικές - βιοτεχνικές εγκαταστάσεις παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, ζύμης και ενδιάμεσων προϊόντων αρτοποιίας.

 

   4. Στα αρτοποιεία τοποθετείται υποχρεωτικά, σε εμ­φανές σημείο, πινακίδα διαστάσεων 35X45 εκατοστών περίπου, στην οποία αναγράφονται με ευανάγνωστα στοιχεία, οι τιμές έψησης και οι ώρες που παραλαμβά­νονται για έψηση τα ανωτέρω είδη.

 

 

Αρθρο 18

 

Ποινικές και Διοικητικές Κυρώσεις

 

   1. Όποιος εκμεταλλεύεται, χωρίς άδεια, αρτοποιείο, πρατήριο άρτου ή εγκατάσταση περάτωσης έψησης, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός (1) έτους ή με χρηματική ποινή. Η χρηματική ποινή μπορεί να επιβληθεί και μαζί με την ποινή της φυλάκισης.

 

   2. Ανεξάρτητα από την επιβολή των ανωτέρω ποινικών κυρώσεων, σε όσους παραβαίνουν απαγορευτικές δια­τάξεις του νόμου αυτού, επιβάλλεται διοικητικό πρόστι­μο από 500 ως 50.000 ευρώ, ανάλογα με την βαρύτητα και τη συχνότητα της πράξης ή παράλειψης και τις επιπτώσεις που μπορεί να έχουν στην δημόσια υγεία και τα συμφέροντα των καταναλωτών. Μπορεί, επίσης, να διατάσσεται η διακοπή της λειτουργίας της επιχεί­ρησης αρτοποιίας για διάστημα μέχρι έξι (6) μηνών ή και οριστικά, σε περίπτωση υποτροπής. Οι διοικητικές κυρώσεις, που ορίζονται στην παράγραφο αυτή, επιβάλ­λονται με απόφαση της αρχής που είναι αρμόδια για την χορήγηση της σχετικής άδειας λειτουργίας.

 

   3. Για παραβάσεις διατάξεων που διέπουν τις δραστη­ριότητες των περιπτώσεων β', στ', ι' και ία' του άρθρου 2, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 24 του ν. 3325/2005.

 

  

Αρθρο 19

 

Χορήγηση σύμφωνης γνώμης

 

   1.  Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθορίζονται για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', στ', ι' και ία' του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, στο άρθρο 52 της υπουργικής απόφασης Α1β/8577/1983 και στην υπουργική απόφαση Α5α/5333/1987 (ΦΕΚ 721 Β'), τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, η διαδικασία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη χορήγηση της σύμφω­νης γνώμης που παρέχεται από την αρμόδια Υπηρεσία Υγείας, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 9 του άρθρου 4 του ν. 3325/2005.

 

   2. Στις δραστηριότητες που υπάγονται στις διατάξεις της υπουργικής απόφασης Α5α/5333/1987, χορηγείται μία μόνο άδεια ή ειδική δήλωση από την Αδειοδοτούσα Αρχή που προβλέπεται στην περίπτωση ιδ' της παρα­γράφου 1 του άρθρου 2 του ν.3325/2005.

 

  

Αρθρο 20

 

   Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

 

   1. Εντός τριών μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, στα πρατήρια άρτου τοποθετείται υποχρεωτικά προθήκη για την εξασφάλιση των προϊόντων αρτοποι­ίας από κάθε είδους ρύπανση, καθώς και εγκατάσταση ύδρευσης και αποχέτευσης, από την οποία εξαιρούνται τα πρατήρια άρτου που λειτουργούν στο χώρο των καταστημάτων τροφίμων κάθε κατηγορίας.

 

   2. Τα ίδια πρατήρια πρέπει, εκτός από το χώρο που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4, να διαθέτουν αποχωρητήριο τουλάχιστον 2 τ.μ. με προθάλαμο 1 τ.μ.. Για την ύπαρξη αποχωρητηρίου στα πρατήρια άρτου που υφίστανται και λειτουργούν κατά την δημοσίευ­ση του νόμου αυτού, εφαρμόζονται οι διατάξεις της περίπτωσης ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 25 της υπουργικής απόφασης 8577/8.9.1983, όπως ισχύει κάθε φορά.

 

   3. Τα πρατήρια άρτου που λειτουργούν νόμιμα κατά τη δημοσίευση του νόμου αυτού, διέπονται από τις διατά­ξεις με βάση τις οποίες εκδόθηκε η άδεια λειτουργίας τους.

 

   4. Για τον μηχανολογικό εξοπλισμό των βιομηχανικών-βιοτεχνικών εγκαταστάσεων αρτοποιίας, των επαγγελματικών εργαστηρίων παραγωγής ζύμης, καθώς και των αρτοποιείων, που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ν. 3325/2005.

 

   5. Για τις βιομηχανικές-βιοτεχνικές εγκαταστάσεις πα­ραγωγής προϊόντων αρτοποιίας και τα αρτοποιεία, που λειτουργούν νόμιμα κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν οι ειδικοί όροι που αναγράφονται στην άδεια ίδρυσης και λειτουργίας τους και για τον μηχανολογικό εξοπλισμό τους οι σχετικές διατάξεις του ν. 3325/2005.

 

   6. Οι άδειες εγκατάστασης των δραστηριοτήτων που ορίζονται στις περιπτώσεις β', στ' και ία' του άρθρου 2 του παρόντος νόμου, που έχουν εκδοθεί πριν από τη δημοσίευση αυτού και είναι σε ισχύ, εξακολουθούν να ισχύουν, μέχρι τη λήξη τους. Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας ή της ειδικής δήλωσης που αφο­ρούν στις δραστηριότητες του προηγούμενου εδαφίου, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του ν. 3325/2005 και εξακολουθούν να ισχύουν οι προϋποθέσεις ίδρυσης των τεχνοοικονομικών αυτών μονάδων που ίσχυαν κατά το χρόνο έκδοσης της σχετικής άδειας εγκατάστασης.

 

   7. Η επέκταση και ο εκσυγχρονισμός των αρτοποιείων και των βιομηχανικών-βιοτεχνικών εγκαταστάσεων πα­ραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3325/2005. Αν η επέκταση ή ο εκσυγχρονισμός συνεπάγονται αύξηση της δυναμικότη­τας του κλιβάνου παραγωγής προϊόντων αρτοποιίας, εφόσον η αύξηση αυτή δεν υπερβαίνει το 30% της υφι­σταμένης δυναμικότητας, οι εγκεκριμένοι με την άδεια λειτουργίας χώροι και τα διαμερίσματα παραμένουν ως έχουν. Αν η μεταβολή αυτή υπερβαίνει το 30% της υφι­σταμένης δυναμικότητας, τηρούνται, κατά περίπτωση, οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στις περιπτώσεις γ', δ' και ε' της παραγράφου 5 του άρθρου 2.

 

   8.  Για τα προϋφιστάμενα του π.δ. 15/25.8.1934 (ΦΕΚ 309 Α') αρτοποιεία, που εξακολουθούν να λειτουργούν στους εγκεκριμένους με την άδεια λειτουργίας χώρους, καθόσον αφορά την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό τους, ισχύουν οι διατάξεις της προηγουμένης παρα­γράφου.

 

   9. Αιτήσεις για χορήγηση άδειας βιομηχανικής-βιοτεχνικής εγκατάστασης αρτοποιίας, επαγγελματικού εργαστηρίου παραγωγής ζύμης και ενδιαμέσων προϊόντων αρτοποιίας και αρτοποιείου, που εκκρεμούν κατά την δημοσίευση του νόμου αυτού, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο υποβολής των σχετικών αιτήσεων, εφόσον έχουν υποβληθεί όλα τα απαιτούμενα δικαιολογη­τικά ή έχουν γίνει οι απαραίτητες ενέργειες για την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης των επιμέρους απαιτουμένων αδειών, εγκρίσεων ή βεβαιώσεων.

 

   10. Όπου στον παρόντα νόμο αναφέρεται ορισμένος πληθυσμός, λαμβάνεται υπόψη ο πληθυσμός της τελευ­ταίας κάθε φορά επίσημης απογραφής.

 

   11. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού.

 

   12.  Υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί μέχρι την έναρξη της ισχύος του νόμου αυτού σχετικά με τους τύπους των κλιβάνων παραγωγής προϊόντων αρ­τοποιίας, των οποίων η παραγωγικότητα τους έχει καθορισθεί, εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος νόμου.

 

   13.  Κατά την θέσπιση των ρυθμίσεων του παρόντος νόμου ελήφθησαν υπόψη οι διατάξεις της Οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22ας Ιουνίου 1998 (L-204).

 

   14. Οι εγκαταστάσεις των περιπτώσεων β', στ', ι' και ία' προσαρμόζονται υποχρεωτικά στις απαιτήσεις του παρόντος νόμου μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2007. Η ίδια προθεσμία ισχύει και για την τήρηση των όρων και προϋποθέσεων του παρόντος νόμου που ορίζονται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4, των παραγράφων 1,2 και 3 του άρθρου 5 και των παραγρά­φων 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

 

  

Αρθρο 21

 

Καταργούμενες διατάξεις

 

   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20 κα­ταργούνται οι διατάξεις: α) του π.δ. 15/25.8.1934 (ΦΕΚ 309 Α'), β) του β.δ. της 3/25.5.1950 (ΦΕΚ 119 Α'), γ) του ν.726/1977 (ΦΕΚ316Α'), δ) του άρθρου 65 του ν.2065/1992 (ΦΕΚ 113 Α'), ε) του π.δ.369/1992 (ΦΕΚ 186 Α'), στ) του ν. 2394/1996 (ΦΕΚ 64 Α'), ζ) των υπουργικών αποφάσε­ων Α5α/5333/1987 και 390/1993 (ΦΕΚ 70 Β') καθώς και κάθε άλλη, γενική ή ειδική διάταξη, που είναι αντίθετη ή ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο θέματα που ρυθμίζο­νται από τις διατάξεις του νόμου αυτού. Οι διατάξεις που ρυθμίζουν τα θέματα του άρθρου 6 του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την δημοσίευση και θέση σε ισχύ της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο.

 

  

Αρθρο 22

 

Η παράγραφος 2 του άρθρου 16 του ν. 3390/2005 (ΦΕΚ 233 Α) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

 

   «2. Οι μισθώσεις των χειμερινών και θερινών κινηματο­γράφων και θεάτρων, διατηρητέων και μη, που σύμφωνα με το άρθρο 40 του ν. 3066/2002 (ΦΕΚ 252 Α) έληγαν την 31η Δεκεμβρίου 2005, καθώς και όσες από τις συμβάσεις αυτές έχουν λήξει μετά την ημερομηνία αυτή ή λήγουν ή ενδέχεται να λήξουν, για οποιονδήποτε λόγο, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2008, παρατείνονται, αυτοδικαίως, μέχρι την ημερομηνία αυτή. Κατά της εκτέλεσης των αποφάσεων που εκδόθηκαν ή ενδέχεται να εκδοθούν για τη λήξη των μισθώσεων του προηγούμενου εδαφίου, χωρεί ανακοπή, λόγω της παράτασης των μισθώσε­ων αυτών κατά το παρόν άρθρο. Με την άσκηση της ανακοπής χορηγείται, από τον δικαστή του αρμόδιου Πρωτοδικείου, αναστολή της εκτέλεσης των ανωτέρω αποφάσεων, οι οποίες εκτελούνται μόνο ως προς τις διατάξεις περί δικαστικών εξόδων.»

 

  

Αρθρο 23

 

Ρύθμιση θεμάτων της «Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων Α.Ε.» Θεσσαλονίκης

 

   1. Οι μισθωτοί της «ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΦΩΣΦΟΡΙΚΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ Α.Ε.» που απασχολούνται στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης των οποίων η σύμβαση εργασίας καταγ­γέλθηκε από 4.12.2006 και μέχρι τις 31.1.2007, και δεν έχουν ήδη συμπληρωμένες τις προϋποθέσεις πλήρους συνταξιοδότησης από τον κύριο ασφαλιστικό τους φο­ρέα, δικαιούνται να επιλέξουν ένα από τα παρακάτω προγράμματα του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.):

α) Αυτοαπασχόλησης

β) Νέων θέσεων εργασίας

γ) Επανακατάρτισης

δ) τακτικής επιδότησης ανεργίας

ε) ειδικής επιδότησης ανεργίας.

Στα ανωτέρω προγράμματα μπορούν να ενταχθούν και όσοι απασχολούνται με σύμβαση έργου ή άλλη πα­ρεμφερή μορφή απασχόλησης που έχει συμφωνηθεί με τη Β.Φ.Λ. Α.Ε., εφόσον εργάζονται στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της Β.Φ.Λ. Α.Ε. τουλάχιστον δύο (2) χρόνια και καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.

Οι δικαιούχοι υποβάλλουν εντός τριών (3) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου υπεύθυνη δήλω­ση - αίτηση στον Ο.Α.Ε.Δ. για την υπαγωγή τους στο πρόγραμμα.

Όσοι επιλέξουν το πρόγραμμα της επανακατάρτισης, δικαιούνται να επιλέξουν και οποιοδήποτε άλλο, με την προϋπόθεση της μη ταυτόχρονης με το πρόγραμμα κατάρτισης υπαγωγής τους και σε άλλο πρόγραμμα.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Απασχόλησης και Κοι­νωνικής Προστασίας καθορίζονται οι όροι, οι προϋπο­θέσεις και η διαδικασία υπαγωγής των μισθωτών που τους καταγγέλθηκε η σύμβαση στα προγράμματα α έως και δ της παραγράφου 1, καθώς επίσης η διάρκεια των προγραμμάτων αυτών και το ύψος των καταβαλλόμενων χρηματικών ποσών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

   3.  Στο πρόγραμμα της ειδικής επιδότησης ανεργί­ας έχουν δικαίωμα να ενταχθούν μισθωτοί που είναι ασφαλισμένοι στο Ι.Κ.Α. ή Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε., εφόσον κατά την ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας τους απασχολούνται ήδη στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΦΩΣΦΟΡΙΚΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ Α.Ε. τουλά­χιστον επί δύο (2) χρόνια. Επίσης στο πρόγραμμα ειδι­κής επιδότησης ανεργίας μπορούν να ενταχθούν όσοι απασχολούνται με σύμβαση έργου ή άλλη παρεμφερή μορφή απασχόλησης που έχει συμφωνηθεί με τη Β.Φ.Λ. Α.Ε., εφόσον εργάζονται στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της Β.Φ.Λ. Α.Ε. τουλάχιστον τρία (3) χρόνια και καλύ­πτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.

 

   4. Η διάρκεια της ειδικής επιδότησης ανεργίας θα είναι μέχρι τη συμπλήρωση των ισχυουσών σήμερα προϋ­ποθέσεων για λήψη πλήρους ή μειωμένης συντάξεως γήρατος και δεν θα υπερβαίνει τους εβδομήντα δύο (72) μήνες. Αν συμπληρωθούν οι προϋποθέσεις για τη λήψη μειωμένης συντάξεως γήρατος, όχι όμως και πλήρους, η ειδική επιδότηση συνεχίζεται μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου πλήρους συνταξιοδότησης, όχι όμως πέραν του ανώτατου χρονικού ορίου αυτής, ήτοι των εβδομήντα δύο (72) μηνών. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινωνικής Προ­στασίας το ανώτατο χρονικό όριο ειδικής επιδότησης εβδομήντα δύο (72) μηνών μπορεί να παραταθεί.

Το μηνιαίο επίδομα της ειδικής επιδότησης ανεργίας θα είναι ίσο με το 80% του καταβαλλόμενου κατά τη λύση της σύμβασης μηνιαίου μισθού ή του εικοσιπενταπλασίου του καταβαλλόμενου ημερομισθίου και δεν θα υπερβαίνει το ποσό των 1.500 ευρώ. Η μηνιαία αυτή ειδική επιδότηση ανεργίας θα αναπροσαρμόζεται κατ' έτος κατά το ποσοστό μεταβολής του δείκτη τιμών κα­ταναλωτή της Ε.Σ.Υ.Ε. αρχής γενομένης από 1.1.2007.

 

   5.  Κατά το διάστημα της ειδικής επιδότησης ανεργί­ας συνεχίζεται η ασφάλιση των επιδοτουμένων στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης και για όλους τους κλάδους στους οποίους ασφαλίζονται ως μισθωτοί. Υπόχρεος για την παρα­κράτηση και απόδοση των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών για όλους τους κλάδους είναι ο Ο.Α.Ε.Δ.. Ο παραπάνω χρόνος ασφάλισης λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για συνταξιοδότηση με πλήρη ή μειωμένη σύνταξη, καθώς και των απαιτούμενων από την παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 825/1978, όπως ισχύει κάθε φορά, χρονικών προϋποθέσεων. Οι εισφορές για κύρια ασφάλιση υπολογίζονται επί της ανώτερης ασφα­λιστικής κλάσης του τελευταίου τριμήνου πριν από την καταγγελία της σύμβασης στην οποία κατατάσσονται οι επιδοτούμενοι βάσει των πράγματι καταβληθεισών αποδοχών τους. Επί της βάσης αυτής, όπως κάθε φορά ισχύει, θα εξακολουθήσει η καταβολή των εισφορών καθ' όλη τη διάρκεια της ειδικής επιδότησης.

Οι εισφορές για επικουρική ασφάλιση υπολογίζονται επί των αυτών ποσών της κύριας ασφάλισης.

Όσοι μισθωτοί ήταν ασφαλισμένοι για τουλάχιστον έξι (6) μήνες κατά τους τελευταίους δώδεκα (12) μήνες της εργασίας τους στον κλάδο των βαρέων και ανθυγιεινών ή των οικοδομικών του Ι. Κ. Α. λόγω της ειδικότητας τους ή της φύσης της εργασίας τους θα συνεχίσουν να ασφαλίζονται στον κλάδο αυτόν καθ' όλη τη διάρκεια της ειδικής επιδότησης ανεργίας.

 

   6.  Στον αριθμό ημερών ασφάλισης κατά το χρόνο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας κατά τα παρα­πάνω, συνυπολογίζεται ο χρόνος στρατιωτικής θητείας κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν. 1358/1983, όπως κάθε φορά ισχύουν, καθώς και το σύνολο των ημερών εργασίας σε οποιονδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, με εξαίρεση την περίπτωση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος με βάση τις διατάξεις περί 35ετίας στην οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 825/1978, όπως κάθε φορά ισχύουν.

 

   7. Για την ένταξη και την επιδότηση των μισθωτών στο πρόγραμμα της ειδικής επιδότησης ανεργίας, πέραν των παραπάνω διατάξεων, ισχύουν οι διατάξεις περί επιδο­τήσεως των κοινών ανέργων από τον Ο.Α.Ε.Δ.. Η ειδική επιδότηση ανεργίας θα αναστέλλεται αν υπάρξει οποι­ασδήποτε μορφής απασχόληση του επιδοτούμενου.

 

   8.  Στους μισθωτούς των οποίων θα καταγγελθεί η σύμβαση εργασίας ή θα παραιτηθούν σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 12 του παρόντος άρθρου, στα πλαίσια της εξυγίανσης της εταιρείας, καταβάλλε­ται από τον Ο.Α.Ε.Δ., πέραν από την αποζημίωση απολύ­σεως που έλαβαν ήδη από τη Β.Φ.Λ. Α.Ε., ένα επιπλέον βοήθημα το οποίο υπολογίζεται κλιμακωτά ως εξής:

- Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης μέχρι 15.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 100% της νόμιμης αποζημίωσης.

- Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 15.001 ευρώ μέ­χρι 20.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 80% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 20.001 ευρώ μέχρι 30.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 70% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 30.001 ευρώ μέχρι 40.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 60% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 40.001 ευρώ μέχρι 50.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 50% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 50.001 ευρώ μέχρι 60.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 45% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 60.001 ευρώ μέχρι 70.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 40% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης από 70.001 ευρώ μέχρι 80.000 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 35% της νόμιμης αποζημίωσης.

-  Για ποσό νόμιμης αποζημίωσης πάνω από 80.001 ευρώ το βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. ισούται με το 20% της νόμιμης αποζημίωσης.

Από το άνω βοήθημα του Ο.Α.Ε.Δ. αφαιρείται το ποσό εκείνο πέραν της νόμιμης αποζημίωσης το οποίο έχει ήδη καταβάλει η Β.Φ.Λ. Α.Ε. κατά την καταγγελία της συμβάσεως εργασίας.

Με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικο­νομίας και Οικονομικών και Απασχόλησης και Κοινω­νικής Προστασίας, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζονται οι όροι, οι προ­ϋποθέσεις και το ύψος της δαπάνης, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την καταβολή του επιπλέον βο­ηθήματος.

 

   9. Όσοι εργαζόμενοι έχουν συμπληρώσει κατά την ημέρα της δημοσίευσης του παρόντος νόμου προϋπο­θέσεις πλήρους συνταξιοδοτήσεως, δεν υπάγονται στις διατάξεις αυτού.

 

   10.  Για το σύνολο των εργαζομένων από την ημε­ρομηνία απόλυσης τους από τη Β.Φ.Λ. Α.Ε. ή από την ημερομηνία παραίτησης τους κατά τους ορισμούς της παραγράφου 12 του παρόντος άρθρου, προσαυξάνεται κατά 3% η συνολική βαθμολογία που συγκεντρώνουν κατά τη συμμετοχή τους σε διαδικασίες διορισμού ή πρόσληψης βάσει προκηρύξεων οι οποίες θα εκδοθούν από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου μέχρι 31.12.2011 σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 18 του ν. 2190/1994, όπως ισχύει.

 

   11.  Εργαζόμενοι στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της Β.Φ.Λ. Α.Ε., των οποίων η σύμβαση εργασίας καταγγέλ­θηκε ή παραιτήθηκαν στα πλαίσια της εξυγίανσης της εταιρείας από 4.12.2006 μέχρι 31.1.2007, έχουν δικαίωμα να ενταχθούν σε καθεστώς μερικής απασχόλησης σύμ­φωνα με το άρθρο 34 παρ. 3 του ν. 3448/2006.

 

   12.  Εργαζόμενοι οι οποίοι θα συνεχίσουν να εργά­ζονται στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της Β.Φ.Λ. Α.Ε., καθώς και εκείνοι που θα μετακινηθούν στο εργοστάσιο Καβάλας και απολυθούν για λόγο μη οφειλόμενο σε υπαιτιότητα τους, ή παραιτηθούν μέσα σε έξι (6) μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, μπορούν να ενταχθούν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υπο­βάλλοντας σχετική υπεύθυνη δήλωση - αίτηση στον Ο.Α.Ε.Δ. εντός μηνός από την απόλυση ή παραίτηση τους.

Ειδικά εργαζόμενοι οι οποίοι θα συνεχίσουν να εργά­ζονται στο εργοστάσιο Θεσσαλονίκης της Β.Φ.Λ. Α.Ε. και μετά την παρέλευση της παραπάνω εξάμηνης προθε­σμίας αποκλειστικά για να θέσουν σε ασφαλή μακρο­χρόνια κράτηση τις εγκαταστάσεις και παραγωγικές μονάδες του εργοστασίου Θεσσαλονίκης, καθώς και να προσφέρουν τις αναγκαίες προς τούτο οικονομικές και διοικητικές υπηρεσίες, μπορούν να ενταχθούν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου υποβάλλοντας σχετική υπεύθυνη δήλωση - αίτηση στον Ο.Α.Ε.Δ. εντός μηνός από την απόλυση τους.

 

   13. Οι δαπάνες που προκαλούνται για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού πλην του προγράμματος της ειδικής επιδότησης ανεργί­ας, καλύπτονται από τον προϋπολογισμό του Ο.Α.Ε.Δ..

 

   14. Οι δαπάνες που προκαλούνται από την εφαρμογή του προγράμματος της ειδικής επιδότησης ανεργίας της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, καθώς και από το επιπλέον βοήθημα της παραγράφου 8 καλύπτονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

 

  

Αρθρο 24

 

   Έναρξη ισχύος

 

   Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσί­ευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

 

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους.