ΝΟΜΟΣ 4475/ΦΕΚ Α 83/12.06.2017

Κύρωση της τροποποιημένης Συμφωνίας για την ίδρυση της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο, συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΜΕΡΟΣ Α'

’ρθρο πρώτο

 

   Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος, η Συμφωνία για την ίδρυση της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο, όπως αυτή τροποποιήθηκε από την Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο (Μάιος 2014) και εγκρίθηκε από το Συμβούλιο του Οργανισμού για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία (FAO) κατά την εκατοστή πεντηκοστή σύνοδό του (Δεκέμβριος 2014), της οποίας το κείμενο σε πρωτότυπο στην αγγλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

 

   Συμφωνία για την Ίδρυση της Γενικής Επιτροπής Αλιείας για τη Μεσόγειο

   Όπως τροποποιήθηκε από το Γενικό Συμβούλιο Αλιείας για τη Μεσόγειο κατά την πρώτη του Έκτακτη Σύνοδο (Μάιος 1963), κατά τη δέκατη τρίτη συνοδό του (Ιούλιος 1976), κατά την εικοστή δεύτερη συνοδό του (Οκτώβριος 1997) και από τη Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο κατά την τριακοστή όγδοη συνοδό της (Μάιος 2014) και εγκρίθηκε από τη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) κατά τη δωδέκατη σύνοδο του (Δεκέμβριος 1963) και από το Συμβούλιο του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) κατά την εβδομηκοστή συνοδό του (Δεκέμβριος 1976), κατά την εκατοστή δέκατη τρίτη συνοδό του (Νοέμβριος 1997) και κατά την εκατοστή πεντηκοστή συνοδό του (Δεκέμβριος 2014)

 

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

 

Τα Μέρη

 

   Υπενθυμίζοντας το διεθνές δίκαιο, όπως αποτυπώνεται στις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982,

   Υπενθυμίζοντας περαιτέρω τη Συμφωνία για την Εφαρμογή των Διατάξεων του Δικαίου της Θάλασσας, της 10ης Δεκεμβρίου 1982, σχετικά με τη Διατήρηση και τη Διαχείριση των Αλληλοεπικαλυπτόμενων Αποθεμάτων και των Ακρως Μεταναστευτικών Αποθεμάτων Υδροβίων Ζώων της 4ης Δεκεμβρίου 1995, τη Συμφωνία για την Προώθηση της Συμμόρφωσης στα Διεθνή Μέτρα για τη Διατήρηση και τη Διαχείριση των Αλιευτικών Σκαφών στην Ανοιχτή Θάλασσα της 24ης Νοεμβρίου 1993, καθώς και άλλες σχετικές διεθνείς πράξεις σχετικά με τη διατήρηση και τη διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   Λαμβάνοντας υπόψη τον Δεοντολογικό Κώδικα για μία Υπεύθυνη Αλιεία, όπως υιοθετήθηκε από το Συνέδριο του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) κατά την εικοστή όγδοη συνοδό του στις 31 Οκτωβρίου 1995, και σχετικές πράξεις που έχουν εκδοθεί από το Συνέδριο του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας,

   Έχοντας αμοιβαίο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη και την ορθή χρήση των έμβιων θαλάσσιων πόρων στη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα (εφεξής το «πεδίο εφαρμογής»),

   Αναγνωρίζοντας τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων υποπεριοχών στο πεδίο εφαρμογής,

   Αποφασισμένα να διασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη διατήρηση και βιώσιμη διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων πόρων και των θαλάσσιων οικοσυστημάτων στο πεδίο εφαρμογής,

   Αναγνωρίζοντας τα οικονομικά, τα κοινωνικά και τα θρεπτικά οφέλη που απορρέουν από τη βιώσιμη διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων χωρών στο πεδίο εφαρμογής,

   Αναγνωρίζοντας περαιτέρω ότι, βάσει του διεθνούς δικαίου, τα Κράτη υποχρεούνται να συνεργάζονται για τη διατήρηση και τη διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων πόρων και την προστασία των οικοσυστημάτων τους,

   Επιβεβαιώνοντας ότι η υπεύθυνη υδατοκαλλιέργεια μειώνει την πίεση επί των έμβιων θαλάσσιων πόρων και παίζει σημαντικό ρόλο στην προώθηση και την καλύτερη χρήση των έμβιων υδρόβιων πόρων, συμπεριλαμβανομένης της επισιτιστικής ασφάλειας,

   Έχοντας επίγνωση της ανάγκης αποφυγής δυσμενών επιπτώσεων στο θαλάσσιο περιβάλλον, διατήρησης της βιοποικιλότητας και ελαχιστοποίησης του κινδύνου μακροπρόθεσμων ή μη αναστρέψιμων επιπτώσεων από τη χρήση και την εκμετάλλευση των έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   Έχοντας επίγνωση ότι η αποτελεσματική διατήρηση και διαχείριση πρέπει να βασίζεται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές πληροφορίες και σε μία προληπτική προσέγγιση,

   Έχοντας επίγνωση της σημασίας των παράκτιων αλιευτικών κοινοτήτων και την ανάγκη συμμετοχής των αλιέων, των σχετικών επαγγελματικών οργανώσεων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων,

   Αποφασισμένα να συνεργαστούν αποτελεσματικά και να αναλάβουν δράση για την πρόληψη, την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας,

   Αναγνωρίζοντας τις ειδικές απαιτήσεις των αναπτυσσόμενων κρατών ώστε να βοηθηθούν για να συμμετέχουν αποτελεσματικά στη διατήρηση, τη διαχείριση και την καλλιέργεια των έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   Πεπεισμένα ότι η διατήρηση και η βιώσιμη διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων πόρων στο πεδίο εφαρμογής και η προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων στα οποία βρίσκονται οι πόροι αυτοί παίζουν σημαντικό ρόλο στη γαλάζια και βιώσιμη ανάπτυξη,

   Αναγνωρίζοντας την ανάγκη να δημιουργηθεί για τους σκοπούς αυτούς η Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο (της οποίας το ακρωνύμιο θα είναι «ΓΕΑΜ») στο πλαίσιο του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με το άρθρο XIV του Συντάγματος του,

   Συμφώνησαν τα εξής:

 

’ρθρο 1

Xρήση των όρων

 

   Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας:

   α) «Σύμβαση του 1982» σημαίνει τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982,

   β),«Συμφωνία του 1995» σημαίνει τη Συμφωνία για την Εφαρμογή των Διατάξεων της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982, σχετικά με τη Διατήρηση και τη Διαχείριση των Αλληλοεπικαλυπτόμενων Αποθεμάτων και των Ακρως Μεταναστευτικών Αποθεμάτων Υδροβίων Ζώων της 4ης Δεκεμβρίου 1995,

   γ) «υδατοκαλλιέργεια» σημαίνει την εκτροφή υδρόβιων έμβιων πόρων,

   δ) «Μέρος» σημαίνει κάθε Κράτος και οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης που συμμετέχει στην Επιτροπή σύμφωνα με το Αρθρο 4,

   ε) «Συνεργαζόμενο μη-Μέρος» σημαίνει ένα Μέλος ή Συνδεδεμένο Μέλος του Οργανισμού και τα μη-μέλη Κράτη που είναι μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή οποιοσδήποτε από τους ειδικευμένους οργανισμούς των HE που δεν συνδέεται επισήμως ως Μέρος με την Επιτροπή, το οποίο οποία τηρεί τα μέτρα που αναφέρονται στο Αρθρο 8(β),

   στ) «αλιεία» σημαίνει την αναζήτηση, προσέλκυση, εντοπισμό, αλίευση, λήψη ή συγκομιδή έμβιων θαλάσσιων πόρων ή οποιαδήποτε δραστηριότητα που ευλόγως αναμένεται να οδηγήσει στην προσέλκυση, τον εντοπισμό, την αλίευση, τη λήψη ή τη συγκομιδή έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   ζ) «αλιευτική ικανότητα» σημαίνει τη μέγιστη ποσότητα αλιευμάτων που θα μπορούσαν να αλιευθούν από έναν τύπο αλιείας ή από μια μόνο μονάδα αλιείας (π.χ. έναν αλιέα, μία κοινότητα, ένα σκάφος ή έναν στόλο) κατά τη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου (π.χ. ανά εποχή, ανά έτος), δεδομένης της βιομάζας και της ηλικιακής διάρθρωσης των αποθεμάτων αλιευμάτων και της παρούσας κατάστασης της τεχνολογίας, ελλείψει οποιουδήποτε δια νόμου περιορισμού αλίευσης και εφόσον χρησιμοποιούνται πλήρως τα διαθέσιμα μέσα,

   η) «αλιευτική προσπάθεια» σημαίνει το πλήθος των αλιευτικών εργαλείων συγκεκριμένου τύπου που χρησιμοποιούνται στα αλιευτικά πεδία ανά δεδομένη μονάδα χρόνου (π.χ. οι ώρες χρήσης τράτας ανά ημέρα, ο αριθμός των αγκίστρων που τοποθετούνται ανά ημέρα ή το πλήθος ανασύρσεων ενός γρίπου ακτής ανά ημέρα). Όταν χρησιμοποιούνται δύο ή περισσότερα είδη αλιευτικών εργαλείων, οι αντίστοιχες προσπάθειες πρέπει να προσαρμόζονται ανά πρότυπο προτού προστεθούν,

   θ) «αλιευτικές δραστηριότητες» σημαίνει κάθε δραστηριότητα για την υποστήριξη ή την προετοιμασία για αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της εκφόρτωσης, της συσκευασίας, της επεξεργασίας, της μεταφόρτωσης ή της μεταφοράς αλιευμάτων, καθώς και την παροχή προσωπικού, καυσίμων, εργαλείων και άλλων προμηθειών,

   ι) «παράνομη, λαθραία και άναρχη αλιεία» σημαίνει τις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Διεθνούς Σχεδίου Δράσης του 2001 του FAO για την Πρόληψη, την Αποτροπή και την Εξάλειψη της Παράνομης, Λαθραίας και ’ναρχης Αλιείας,

   ια) «μέγιστη βιώσιμη απόδοση» σημαίνει τη μέγιστη θεωρητική απόδοση σε ισορροπία που μπορεί να λαμβάνεται διαρκώς (κατά μέσο όρο) από ένα απόθεμα σύμφωνα υπό τις υφιστάμενες (κατά μέσο όρο) περιβαλλοντικές συνθήκες χωρίς να θίγεται η διαδικασία αναπαραγωγής,

   ιβ) «αλληλοεπικαλυπτόμενα αποθέματα» σημαίνει τα αποθέματα που απαντώνται τόσο εντός των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών όσο και σε περιοχές πέραν και πλησίον των αποκλειστικών οικονομικών ζωνών, και

   ιγ) «σκάφος» σημαίνει κάθε σκάφος, άλλου τύπου πλοίο ή λέμβο που χρησιμοποιείται ή προορίζεται να χρησιμοποιηθεί στην αλιεία ή σε αλιευτικές δραστηριότητες.

 

’ρθρο 2

Στόχος

 

   1. Τα Συμβαλλόμενα μέρη ιδρύουν δια της παρούσης, στο πλαίσιο του Οργανισμού Επισιτισμού και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (ο οποίος στο εξής αναφέρεται ως «ο Οργανισμός») μία Επιτροπή, με την ονομασία Γενική Επιτροπή Αλιείας για τη Μεσόγειο (η οποία στο εξής αναφέρεται ως «η Επιτροπή»), επιφορτισμένη με την άσκηση των αρμοδιοτήτων που ορίζονται στην παρούσα Συμφωνία.

 

   2. Στόχος της Συμφωνίας είναι να εξασφαλιστεί η διατήρηση και η βιώσιμη διαχείριση, σε βιολογικό, κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό επίπεδο, των έμβιων θαλάσσιων πόρων, καθώς και η βιώσιμη ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας στο πεδίο εφαρμογής.

 

   3. Η έδρα της Επιτροπής βρίσκεται στη Ρώμη, Ιταλία.

 

Αρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

 

   1. Το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας περιλαμβάνει όλα τα θαλάσσια ύδατα της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας.

 

   2. Ουδεμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας και ουδεμία πράξη ή δραστηριότητα που ασκείται κατ 'εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, δεν συνιστά αναγνώριση αξιώσεων ή θέσεων οποιουδήποτε Μέρους σχετικά με το νομικό καθεστώς και την επέκταση υδάτων και ζωνών από το εν λόγω Μέρος.

 

’ρθρο 4

Προσχώρηση

 

   1. Η προσχώρηση στην Επιτροπή είναι ανοικτή για Μέλη και Συνδεδεμένα Μέλη του Οργανισμού καθώς και εκείνα τα μη κράτη-μέλη που είναι μέλη των Ηνωμένων Εθνών ή των ειδικευμένων οργανισμών του,

   α) τα οποία είναι:

   i) παράκτια Κράτη ή Συνδεδεμένα Μέλη που βρίσκονται πλήρως ή μερικώς εντός του πεδίου εφαρμογής,

   ii) Κράτη ή Συνδεδεμένα Μέλη τα σκάφη των οποίων μετέχουν σε αλιευτικές δραστηριότητες, ή σκοπεύουν να διεξάγουν αλιεία εντός του πεδίου εφαρμογής για αποθέματα που καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία, ή

   iii) οργανισμοί περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης στους οποίους μετέχει ως Μέλος οποιοδήποτε Κράτος που αναφέρεται στα εδάφια (i) ή (ii) ανωτέρω και στον οποίο το εκάστοτε Κράτος έχει μεταβιβάσει την αρμοδιότητα για θέματα που εμπίπτουν στο πλαίσιο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας,

   β) και τα οποία αποδέχονται την παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με τις διατάξεις του Aρθρου 23 κατωτέρω.

 

   2. Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, ο όρος "τα σκάφη των οποίων" σε σχέση με κάποιον οργανισμό περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης Μέρους σημαίνει τα σκάφη ενός Κράτους Μέλους του εκάστοτε οργανισμού περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης Μέρους.

 

Αρθρο 5

Γενικές αρχές

 

   Για την εκπλήρωση του σκοπού της παρούσας Συμφωνίας, η Επιτροπή:

   α) υιοθετεί συστάσεις για μέτρα διατήρησης και διαχείρισης που αποσκοπούν στη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας των αλιευτικών δραστηριοτήτων, προκειμένου να διατηρηθούν οι θαλάσσιοι έμβιοι πόροι, η οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας. Για την υιοθέτηση των συστάσεων αυτών, η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη προσοχή στα μέτρα πρόληψης της υπεραλίευσης και ελαχιστοποίησης των απορριμμάτων. Η Επιτροπή δίνει επίσης ιδιαίτερη προσοχή στις πιθανές επιπτώσεις στην αλιεία μικρής κλίμακας και τις τοπικές κοινότητες.

   β) θεσπίζει, σύμφωνα με το Αρθρο 8(β), τα κατάλληλα μέτρα που βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνώμες, λαμβανομένων υπόψη σχετικών περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων,

   γ) εφαρμόζει την προσέγγιση προφύλαξης σύμφωνα με τη Συμφωνία του 1995 και τον Δεοντολογικό Κώδικα για μία Υπεύθυνη Αλιεία,

   δ) εξετάζει την υδατοκαλλιέργεια, συμπεριλαμβανομένης της αλιείας εκτροφής, ως μέσο για την προώθηση της διαφοροποίησης εισοδημάτων και διατροφής και, με τον τρόπο αυτό, εξασφαλίζει ότι οι έμβιοι θαλάσσιοι πόροι χρησιμοποιούνται υπεύθυνα, ότι διατηρείται η γενετική ποικιλότητα και ότι ελαχιστοποιούνται .οι δυσμενείς εκπτώσεις στο περιβάλλον και τις τοπικές κοινότητες,

   ε) προάγει, αναλόγως, μία υπο-περιφερειακή προσέγγιση για τη διαχείριση της αλιείας και την ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας, προκειμένου να αντιμετωπιστούν καλύτερα οι ιδιαιτερότητες της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας,

   στ) λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις συστάσεις της για την αποτροπή και την εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας,

   ζ) προάγει τη διαφάνεια στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και σε άλλες δραστηριότητες της, και

   η) διενεργεί άλλες συναφείς δραστηριότητες που ενδεχομένως απαιτούνται ώστε η Επιτροπή να επιτύχει τις αρχές της, όπως ορίζονται ανωτέρω.

 

’ρθρο 6

Η Επιτροπή

 

   1. Κάθε Μέρος αντιπροσωπεύεται στις συνόδους της Επιτροπής από έναν μόνον αντιπρόσωπο, ο οποίος μπορεί να συνοδεύεται από έναν αναπληρωτή καθώς και από εμπειρογνώμονες και συμβούλους. Η συμμετοχή στις συνεδριάσεις της Επιτροπής των αναπληρωτών, εμπειρογνωμόνων και συμβούλων δεν παρέχει δικαίωμα ψήφου, εκτός από την περίπτωση αναπληρωτή ο οποίος αντικαθιστά τον αντιπρόσωπο κατά τη διάρκεια της απουσίας του.

 

   2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3, κάθε Μέρος διαθέτει μια ψήφο. Οι αποφάσεις της Επιτροπής λαμβάνονται με πλειοψηφία των ψηφισάντων, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά από την παρούσα Συμφωνία. Η πλειοψηφία του συνόλου των μελών της Επιτροπής συνιστά απαρτία.

 

   3. Ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, διαθέτει, σε οποιαδήποτε συνεδρίαση της Επιτροπής ή οποιουδήποτε επικουρικού οργάνου της Επιτροπής, αριθμό ψήφων ίσο προς εκείνο των Κρατών Μελών του τα οποία δικαιούνται ψήφου κατά τη συνεδρίαση αυτή.

 

   4. Ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, ασκεί τα δικαιώματα που διαθέτει ως μέλος κατ' εναλλαγή με τα Κράτη μέλη του, τα οποία είναι Μέρη της Επιτροπής, στους τομείς που υπάγονται στην αντίστοιχη αρμοδιότητα τους. Όταν ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, ασκεί το δικαίωμα ψήφου του, τα Κράτη μέλη του δεν ασκούν το δικαίωμα ψήφου τους, και αντιστρόφως.

 

   5. Οποιοδήποτε Μέρος της Επιτροπής μπορεί να ζητήσει από τον περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, ή από τα Κράτη Μέλη του, τα οποία είναι Μέρη της επιτροπής, να υποδείξουν ποιος, μεταξύ του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης Μέρους και των Κρατών Μελών του, έχει αρμοδιότητα αναφορικά με ένα συγκεκριμένο θέμα. Ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης ή τα σχετικά Κράτη Μέλη παρέχουν την πληροφορία αυτή κατόπιν σχετικού αιτήματος.

 

   6. Πριν από οποιαδήποτε συνεδρίαση της Επιτροπής ή επικουρικού οργάνου της Επιτροπής, ένας περιφερειακός οργανισμός οικονομικής, ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, ή τα Κράτη Μέλη του, τα οποία είναι Μέρη της Επιτροπής, υποδεικνύουν ποιος, μεταξύ του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης ή των Κρατών Μελών του, έχει αρμοδιότητα αναφορικά με οποιοδήποτε συγκεκριμένο θέμα που πρόκειται να εξεταστεί στη συνεδρίαση, και ποιος, μεταξύ του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης ή των Κρατών Μελών του, ασκεί το δικαίωμα ψήφου αναφορικά με ένα συγκεκριμένο θέμα της ημερήσιας διάταξης. Καμία διάταξη της παρούσας παραγράφου δεν παρεμποδίζει έναν περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, ή τα Κράτη Μέλη του, τα οποία είναι Μέρη της Επιτροπής, να προβούν σε ενιαία δήλωση για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η οποία δήλωση παραμένει σε ισχύ για όλα τα ζητήματα και θέματα της ημερήσιας διάταξης που πρόκειται να εξεταστούν σε όλες τις μεταγενέστερες συνεδριάσεις, υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων ή τροποποιήσεων που πιθανόν να προσδιοριστούν πριν από οποιαδήποτε επιμέρους συνεδρίαση.

 

   7. Όταν ένα θέμα της ημερήσιας διάταξης καλύπτει τόσο ζητήματα για τα οποία η αρμοδιότητα ανήκει στον περιφερειακό οργανισμό οικονομικής ολοκλήρωσης, όσο και θέματα τα οποία εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών του, τόσο ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης όσο και τα Κράτη Μέλη του μπορούν να συμμετέχουν στις συζητήσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, η συνεδρίαση λαμβάνει υπόψη, όταν πρόκειται να λάβει αποφάσεις, μόνο την παρέμβαση του Μέρους το οποίο έχει δικαίωμα ψήφου.

 

   8. Για τους σκοπούς του καθορισμού απαρτίας οποιασδήποτε συνεδρίασης της Επιτροπής, η αντιπροσωπεία ενός περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης, ο οποίος είναι Μέρος της Επιτροπής, λαμβάνεται υπόψη μόνον εφόσον διαθέτει δικαίωμα ψήφου στη συνεδρίαση για την οποία επιζητείται απαρτία.

 

   9. Η αρχή της αποτελεσματικότητας ως προς το κόστος εφαρμόζεται όσον αφορά τη συχνότητα, τη διάρκεια και τον προγραμματισμό των συνεδριάσεων και άλλων συσκέψεων και δραστηριοτήτων που τελούνται υπό την αιγίδα της Επιτροπής.

 

’ρθρο 7

Το Προεδρείο

 

   Η Επιτροπή εκλέγει έναν Πρόεδρο και δύο Αντιπροέδρους με πλειοψηφία δύο τρίτων. Οι τρεις αποτελούν το Προεδρείο, της Επιτροπής το οποίο θα λειτουργείς σύμφωνα με τους όρους αναφοράς που Καθορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό.

 

’ρθρο 8

Καθήκοντα της Επιτροπής

 

   Σύμφωνα με τους στόχους και τις γενικές αρχές που έχει θέσει, η Επιτροπή ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

   α) συνεχής παρακολούθηση και αξιολόγηση της κατάστασης των έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   β) διατύπωση και υποβολή συστάσεων για τη λήψη κατάλληλων μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις του Aρθρου 13, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για:

   i) τη διατήρηση και διαχείριση των έμβιων θαλάσσιων πόρων του πεδίου εφαρμογής,

Η) την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων των αλιευτικών δραστηριοτήτων στους έμβιους θαλάσσιους πόρους και τα οικοσυστήματα τους,

   iii) την υιοθέτηση πολυετών σχεδίων διαχείρισης εφαρμοζόμενων στο σύνολο των σχετικών υπο-περιφερειών βάσει μία προσέγγισης οικοσυστήματος στις αλιευτικές δραστηριότητες, προκειμένου να διασφαλιστεί η συντήρηση των αποθεμάτων άνω των ορίων που δύναται να παράγουν μέγιστη βιώσιμη απόδοση και σε συνέπεια με δράσεις που έχουν ήδη ληφθεί σε εθνικό επίπεδο,

   iν) τη θέσπιση απαγορευμένων περιοχών αλιείας για την προστασία ευάλωτων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, περιοχών συγκέντρωσης ιχθυδίων και αναπαραγωγής, επιπροσθέτως ή συμπληρωματικά προς παρόμοια μέτρα που θα μπορούσαν ήδη να συμπεριλαμβάνονται σε σχέδια διαχείρισης,

   ν) τη διασφάλιση, ει δυνατόν μέσω ηλεκτρονικών μέσων, της συλλογής, υποβολής, επαλήθευσης, φύλαξης και διάδοσης δεδομένων και πληροφοριών, σύμφωνα προς τις σχετικές πολιτικές και απαιτήσεις εμπιστευτικότητας δεδομένων,

   νi) την ανάληψη δράσεων για την πρόληψη, αποτροπή και εξάλειψη της παράνομης, λαθραίας και άναρχης αλιείας, περιλαμβανομένων μηχανισμών για την αποτελεσματική παρακολούθηση, έλεγχο καί εποπτεία,

   vii) την επίλυση καταστάσεων μη-συμμόρφωσης, μέσω ενός κατάλληλου συστήματος μέτρων. Η Επιτροπή ορίζει το συγκεκριμένο σύστημα μέτρων και τον τρόπο εφαρμογής αυτών στον Εσωτερικό Κανονισμό της,

   γ) προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης της υδατοκαλλιέργειας,

   δ) τακτική παρακολούθηση των κοινωνικο-οικονομικών παραμέτρων της βιομηχανίας της αλιείας, περιλαμβανομένης της λήψης και αξιολόγησης οικονομικών και άλλων δεδομένων και πληροφοριών σχετικών με το έργο της Επιτροπής,

   ε) προώθηση της ανάπτυξης της θεσμικής ικανότητας και των ανθρώπινων πόρων, κυρίως μέσω εκπαίδευσης, κατάρτισης και επαγγελματικών δραστηριοτήτων στους τομείς αρμοδιότητας της Επιτροπής,

   στ) ενίσχυση της επικοινωνίας και της διαβούλευσης με την κοινωνία των πολιτών που ασχολείται με θέματα υδατοκαλλιέργειας και αλιείας,

   ζ) ενθάρρυνση, θέσπιση, συντονισμός, ανάληψη δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης, περιλαμβανομένων έργων συνεργασίας στους τομείς της αλιείας και της προστασίας των έμβιων θαλάσσιων πόρων,

   η) υιοθέτηση και τροποποίηση, με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών της, του Εσωτερικού Κανονισμού και των Οικονομικών Κανονισμών αυτής, και οποιουδήποτε άλλου εσωτερικού διοικητικού κανονισμού που κρίνεται απαραίτητο για την εκτέλεση των καθηκόντων της,

   θ) έγκριση του προϋπολογισμού και του προγράμματος εργασιών της, άσκηση οποιασδήποτε άλλης λειτουργίας κρίνεται απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου της παρούσας Συμφωνίας.

 

’ρθρο 9

Επικουρικά όργανα της Επιτροπής

 

   1. Η Επιτροπή δύναται να συνιστά, όπως κρίνεται απαραίτητο, προσωρινά, ειδικά ή μόνιμα επικουρικά όργανα για τη μελέτη και υποβολή αναφορών για θέματα-που άπτονται των σκοπών της Επιτροπής, καθώς και ομάδες εργασίας για τη μελέτη και υποβολή συστάσεων σχετικά με ειδικά τεχνικά προβλήματα. Η αποστολή των θεσπισμένων επικουρικών οργάνων καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για μια υπο-περιφερειακή προσέγγιση. Η Επιτροπή δύναται επίσης να θεσπίζει ειδικούς μηχανισμούς για την περιοχή της. Μαύρης Θάλασσας, αποσκοπώντας να εξασφαλίσει την πλήρη συμμετοχή όλων των παρόχθιων κρατών, σύμφωνα με το καθεστώς τους εντός της Επιτροπής, στις αποφάσεις που σχετίζονται με τη διαχείριση της αλιείας.

 

   2. Τα επικουρικά όργανα και οι ομάδες εργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω συγκαλούνται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής σε χρόνο και τόπο που καθορίζονται από τον Πρόεδρο σε συνεννόηση με τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού, ανάλογα με την περίπτωση.

 

   3. Η σύσταση από την Επιτροπή των επικουρικών οργάνων και των ομάδων εργασίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανωτέρω προϋποθέτει τη διαθεσιμότητα των απαιτούμενων κεφαλαίων και, πριν τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικά με τις δαπάνες, η Επιτροπή πρέπει να διαθέτει έκθεση από τον Εκτελεστικό Γραμματέα σχετικά με τις διοικητικές και οικονομικές επιπτώσεις.

 

   4. Κάθε Μέρος δικαιούται να διορίσει έναν αντιπρόσωπο σε κάθε επικουρικό όργανο και ομάδα εργασίας, ο οποίος στις συνεδριάσεις δύναται να συνοδεύεται από αναπληρωτές, εμπειρογνώμονες και συμβούλους.

 

   5. Τα Μέρη οφείλουν να παρέχουν τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία κάθε επικουρικού οργάνου και ομάδας εργασίας με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους.

 

’ρθρο 10

Η Γραμματεία

 

   1. Η Γραμματεία απαρτίζεται από τον Εκτελεστικό Γραμματέα και το προσωπικό που υπηρετεί στην Επιτροπή. Ο Εκτελεστικός Γραμματέας και το προσωπικό της τις διαδικασίες που καθορίζονται στο Διοικητικό Εγχειρίδιο, τους Υπηρεσιακούς Κανονισμούς και τους Υπηρεσιακούς Κανόνες του Οργανισμού οι οποίοι γενικά ισχύουν και στους λοιπούς υπαλλήλους του Οργανισμού.

 

   2. Ο Εκτελεστικός Γραμματέας της Επιτροπής διορίζεται από τον Γενικό Διευθυντή με την έγκριση της Επιτροπής, ή σε περίπτωση διορισμού μεταξύ τακτικών συνόδων της Επιτροπής, με την έγκριση των Μερών.

 

   3. Ο Εκτελεστικός Γραμματέας είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της υλοποίησης των πολιτικών και των δραστηριοτήτων της Επιτροπής και υποβάλλει σχετικές εκθέσεις στην Επιτροπή, σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στον Εσωτερικό Κανονισμό. Ο Εκτελεστικός Γραμματέας εκτελεί χρέη εκτελεστικού γραμματέα και στα λοιπά επικουρικά όργανα που θεσπίζονται από την Επιτροπή, όπως απαιτείται.

 

’ρθρο 11

Οικονομικές Ρυθμίσεις

 

   1. Σε κάθε τακτική σύνοδο, η Επιτροπή εγκρίνει τον αυτόνομο προϋπολογισμό της για τρία έτη, ο οποίος δύναται να αναθεωρείται σε ετήσια βάση στην τακτική σύνοδο της Επιτροπής. Ο προϋπολογισμός υιοθετείται με γενική συναίνεση (consensus) των Μερών της, υπό την προϋπόθεση ωστόσο, ότι, αφού καταβληθεί κάθε προσπάθεια και δεν επιτευχθεί γενική συναίνεση κατά τη διάρκεια της σχετικής συνόδου, το θέμα θα τίθεται σε ψηφοφορία και ο προϋπολογισμός θα εγκρίνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων των Μερών της.

 

   2. Κάθε Μέρος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εισφέρει ετησίως το μερίδιο του στον αυτόνομο προϋπολογισμό ανάλογα με την κλίμακα των εισφορών που καθορίζονται βάσει ενός συστήματος το οποίο υιοθετείται ή τροποποιείται με γενική συναίνεση από την Επιτροπή. Το σύστημα ορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό.

 

   3. Κάθε μη-μέλος του Οργανισμού που γίνεται Μέρος της Επιτροπής υποχρεούται να καταβάλλει εισφορά έναντι των δαπανών του Οργανισμού για τις δραστηριότητες της Επιτροπής, όπως τις ορίζει η Επιτροπή.

 

   4. Οι εισφορές είναι πληρωτέες σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα, εκτός εάν η Επιτροπή καθορίσει διαφορετικά με τη συναίνεση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού.

 

   5. Η Επιτροπή δύναται να δέχεται δωρεές και άλλες μορφές συνδρομής από οργανισμούς, ιδιώτες και άλλες πηγές, για σκοπούς που συνδέονται με την άσκηση οιουδήποτε εκ των λειτουργιών της. Η Επιτροπή δύναται επίσης να δέχεται εθελοντικές εισφορές γενικά ή σε σχέση με συγκεκριμένα έργα ή δραστηριότητες της Επιτροπής, που εκτελούνται από τη Γραμματεία. Οι εθελοντικές εισφορές, δωρεές και λοιπές μορφές συνδρομής που λαμβάνει, κατατίθενται σε ειδικό ταμείο που θα συσταθεί και θα τελεί υπό τη διαχείριση του Οργανισμού σύμφωνα με τους Οικονομικούς Κανονισμούς και Κανόνες του Οργανισμού.

 

   6. Ένα Μέρος της Επιτροπής που καθυστερεί την πληρωμή της οικονομικής εισφοράς του στην Επιτροπή δεν έχει δικαίωμα ψήφου στην Επιτροπή, εάν το ποσό των καθυστερούμενων οφειλών του είναι ίσο ή μεγαλύτερο από το ποσό των εισφορών του για τα δύο προηγούμενα ημερολογιακά έτη. Ή Επιτροπή δύναται, ωστόσο, να επιτρέψει στο μέλος αυτό να ψηφίσει εάν βεβαιωθεί ότι η παράλειψη της πληρωμής οφείλεται σε παράγοντες που δεν υπόκεινται στον έλεγχο του συγκεκριμένου Μέρους, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα παρατείνει το δικαίωμα ψήφου για περισσότερο από δύο επιπλέον ημερολογιακά έτη.

 

’ρθρο 12

Δαπάνες

 

   1. Οι δαπάνες της Γραμματείας, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των δημοσιεύσεων και ανακοινώσεων, καθώς και οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τον Πρόεδρο και τους Αντιπροέδρους της Επιτροπής, κατά την εκτέλεση καθηκόντων για λογαριασμό της Επιτροπής μεταξύ δύο συνόδων της υπολογίζονται και πληρώνονται από τον προϋπολογισμό της Επιτροπής.

 

   2. Οι δαπάνες των ερευνητικών και αναπτυξιακών έργων που αναλαμβάνονται από επιμέρους Μέρη της Επιτροπής, είτε ανεξάρτητα είτε κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, υπολογίζονται και πληρώνονται από τα αντίστοιχα Μέρη.

 

   3. Οι δαπάνες που απορρέουν από έργα συνεργασίας στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης, εφόσον δεν καλύπτονται από άλλη πηγή, υπολογίζονται και πληρώνονται από τα Μέρη υπό τη μορφή και στην αναλογία για την οποία τα Μέρη συμφωνούν αμοιβαίως.

 

   4. Οι δαπάνες των εμπειρογνωμόνων που καλούνται να παραστούν ιδιωτικώς σε συνεδριάσεις της Επιτροπής και των επικουρικών της οργάνων καλύπτονται από τον προϋπολογισμό της Επιτροπής.

 

   5. Οι δαπάνες της Επιτροπής καταβάλλονται από τον αυτόνομο προϋπολογισμό της, εκτός εκείνων που σχετίζονται με το προσωπικό και τις εγκαταστάσεις που διατίθενται από τον Οργανισμό. Οι δαπάνες που βαρύνουν τον Οργανισμό καθορίζονται και καταβάλλονται εντός των ορίων του διετούς προϋπολογισμού που καταρτίζεται από τον Γενικό Διευθυντή και εγκρίνεται από τη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού σύμφωνα με τους Οικονομικούς Κανονισμούς και Κανόνες του Οργανισμού.

 

   6. Οι δαπάνες που προκύπτουν από τους συνέδρους, τους αναπληρωτές τους εμπειρογνώμονες και τους συμβούλους που μετέχουν ως αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων στις συνόδους της Επιτροπής και των επικουρικών οργάνων αυτής, καθώς και οι δαπάνες των παρατηρητών στις συνόδους, βαρύνουν τις αντίστοιχες κυβερνήσεις ή οργανισμούς. Σε αναγνώριση των ειδικών απαιτήσεων των αναπτυσσόμενων Κρατών - Μερών, σύμφωνα με το Αρθρο 17 και με την επιφύλαξη της διαθεσιμότητας πόρων, οι δαπάνες δύνανται να βαρύνουν τον προϋπολογισμό της Επιτροπής.

 

’ρθρο 13

Διαδικασία λήψης αποφάσεων

 

   1. Οι συστάσεις του Αρθρου 8(β) υιοθετούνται με πλειοψηφία δύο τρίτων των Μερών της Επιτροπής που είναι παρόντα και ψηφίζουν. Το κείμενο των συστάσεων ανακοινώνεται από τον Εκτελεστικό Γραμματέα στα Μέρη, τα συνεργαζόμενα μη-Μέρη και τα σχετικά μη-Μέρη.

 

   2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Αρθρου, τα Μέρη της Επιτροπής· δεσμεύονται να θέσουν σε εφαρμογή οποιεσδήποτε συστάσεις υιοθετούνται δυνάμει του Αρθρου 8(β), από την ημερομηνία που καθορίζεται από την Επιτροπή, η οποία δεν πρέπει να είναι πριν την παρέλευση της περιόδου υποβολής ενστάσεων που προβλέπεται σε αυτό το άρθρο.

 

   3. Κάθε Μέρος της Επιτροπής δύναται, εντός εκατόν είκοσι ημερών από: την ημερομηνία κοινοποίησης μίας σύστασης, να υποβάλει ένσταση κατά της συγκεκριμένης σύστασης και, στην περίπτωση αυτή, δεν τελεί υπό την υποχρέωση εφαρμογής της. Η ένσταση πρέπει να περιλαμβάνει μια γραπτή εξήγηση των λόγων υποβολής ένστασης, και, όπου κρίνεται σκόπιμο, προτάσεις για εναλλακτικά μέτρα. Σε περίπτωση υποβολής ένστασης εντός της προθεσμίας των εκατόν είκοσι ημερών, οποιοδήποτε άλλο Μέρος δύναται ομοίως να υποβάλει ένσταση οποτεδήποτε εντός περαιτέρω προθεσμίας εξήντα ημερών. Ένα Μέρος δύναται, επίσης, ανά πάσα στιγμή, να αποσύρει την ένσταση του καινά εφαρμόσει τη σύσταση.

 

   4. Εάν υποβληθούν ενστάσεις κατά μίας σύστασης από περισσότερα από το ένα τρίτο των Μερών της Επιτροπής, τα υπόλοιπα Μέρη απαλλάσσονται άμεσα από οποιαδήποτε υποχρέωση να εφαρμόσουν την εν λόγω σύσταση. Ωστόσο, ορισμένα ή όλα τα Μέρη στο σύνολο τους δύνανται να συμφωνήσουν μεταξύ τους ώστε να τεθεί σε ισχύ η συγκεκριμένη σύσταση.

 

   5. Ο Εκτελεστικός Γραμματέας ενημερώνει εγκαίρως κάθε Μέρος, αμέσως μετά την παραλαβή ή την απόσυρση οποιασδήποτε ένστασης.

 

   6. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν απαιτείται από ένα Μέρος, όπως καθορίζεται από τον Εκτελεστικό Γραμματέα, σε συνεννόηση με τον Πρόεδρο, εάν επείγοντα θέματα απαιτούν από τα Μέρη να προβούν σε λήψη αποφάσεων μεταξύ των συνόδων της Επιτροπής, οποιαδήποτε ταχεία μέσα επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν για τη λήψη αποφάσεων σε σχέση με διαδικαστικά και διοικητικά θέματα της Επιτροπής μόνο, συμπεριλαμβανομένων των επικουρικών οργάνων της, εξαιρουμένων των θεμάτων που αφορούν στην ερμηνεία και την υιοθέτηση τροποποιήσεων της Συμφωνίας ή του Εσωτερικού Κανονισμού της.

 

’ρθρο 14

Υποχρεώσεις σχετικά με την υλοποίηση αποφάσεων από τα Μέρη

 

   1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Αρθρου, τα Μέρη της Επιτροπής αναλαμβάνουν να θέτουν σε εφαρμογή οποιεσδήποτε συστάσεις της Επιτροπής σύμφωνα με το Αρθρο 8(β), από την ημερομηνία που καθορίζεται από την Επιτροπή, η οποία δεν πρέπει να είναι πριν την παρέλευση της περιόδου υποβολής ενστάσεων που προβλέπεται στο Αρθρο 13.

 

   2. Κάθε Μέρος μεταφέρει, όπως κρίνεται σκόπιμο, τις υιοθετηθείσες συστάσεις στο εθνικό του δίκαιο, τους εθνικούς κανονισμούς ή στις αντίστοιχες επίσημες πράξεις του περιφερειακού οργανισμού οικονομικής ολοκλήρωσης. Κάθε Μέρος οφείλει να υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή, αναφέροντας πώς έχουν υλοποιηθεί ή/και μεταφερθεί οι συστάσεις, παρέχοντας επίσης τις σχετικές νομοθετικές πράξεις σε σχέση με τις συστάσεις αυτές, όπως ενδεχομένως απαιτηθεί από την Επιτροπή, και τις πληροφορίες σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων του. Η Επιτροπή χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον οι συστάσεις υλοποιούνται κατά τρόπο ομοιόμορφο.

 

   3. Κάθε Μέρος λαμβάνει μέτρα και συνεργάζεται ώστε να εξασφαλίζει ότι τα καθήκοντα του ως κράτος σημαίας και κράτος λιμένα πληρούνται σύμφωνα με τις σχετικές διεθνείς πράξεις στις οποίες μετέχει και σύμφωνα με τις υιοθετηθείσες από την Επιτροπή συστάσεις.

 

   4. Η Επιτροπή, μέσω μιας διαδικασίας που οδηγεί στην ταυτοποίηση περιπτώσεων μη-συμμόρφωσης, αντιμετωπίζει τα Μέρη που δεν συμμορφώνονται με τις υιοθετηθείσες από την Επιτροπή συστάσεις, με σκοπό την επίλυση των καταστάσεων μη-συμμόρφωσης.

 

   5. Μέσω του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Επιτροπή καθορίζει τα κατάλληλα μέτρα που δύνανται να ληφθούν από αυτήν όταν διαπιστώνεται ότι κάποιο Μέρος τελεί υπό παρατεταμένη και αδικαιολόγητη μη συμμόρφωση προς τις συστάσεις της.

 

’ρθρο 15

Παρατηρητές

 

   1. Σύμφωνα με τους Κανόνες του Οργανισμού, η Επιτροπή δύναται να προσκαλεί ή, κατόπιν αιτήματος τους, να επιτρέπει τη συμμετοχή υπό την ιδιότητα του παρατηρητή, περιφερειακούς ή διεθνείς κυβερνητικούς οργανισμούς και περιφερειακούς ή διεθνείς ή λοιπούς μη κυβερνητικούς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του ιδιωτικού τομέα, με συμφέροντα και στόχους κοινούς με εκείνους της Επιτροπής ή των οποίων οι δραστηριότητες έχουν σχέση με το έργο της Επιτροπής ή των επικουρικών οργάνων αυτής.

 

   2. Κάθε Μέλος ή Συνδεδεμένο Μέλος του Οργανισμού που δεν είναι Μέρος δύναται, κατόπιν αιτήσεως του, να προσκληθεί ως παρατηρητής στις συνόδους της Επιτροπής και των επικουρικών οργάνων της. Δύναται να υποβάλλει υπομνήματα και να συμμετέχει στις συζητήσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου.

 

’ρθρο 16

Συνεργασία με άλλους οργανισμούς και φορείς

 

   1. Η Επιτροπή συνεργάζεται με άλλους διεθνείς οργανισμούς και φορείς σε θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος.

 

   2. Η Επιτροπή επιδιώκει τη σύναψη κατάλληλων συμφωνιών για διαβούλευση, συνεργασία και .επαφές με άλλους σχετικούς οργανισμούς και φορείς, περιλαμβανομένης της σύναψης μνημονίων και συμφωνιών συνεργασίας.

 

’ρθρο 17

Αναγνώριση των ειδικών απαιτήσεων των αναπτυσσόμενων Κρατών Μερών

 

   1. Η Επιτροπή αναγνωρίζει πλήρως τις ειδικές απαιτήσεις των αναπτυσσόμενων Κρατών Μερών της παρούσας Συμφωνίας, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της Συμφωνίας του 1995.

 

   2. Τα Μέρη δύνανται να συνεργάζονται, είτε άμεσα είτε μέσω της Επιτροπής, για τους σκοπούς που περιγράφονται στην παρούσα Συμφωνία και να παρέχουν συνδρομή για

συγκεκριμένες ανάγκες.

 

’ρθρο 18

Μη-Μέρη

 

   1. Η Επιτροπή, μέσω της Γραμματείας, δύναται να προσκαλεί μη-Μέρη των οποίων τα σκάφη αλιεύουν εντός του πεδίου εφαρμογής, με ειδική αναφορά στα παράκτια Κράτη, να συνεργάζονται πλήρως για την υλοποίηση των συστάσεων της, περιλαμβανομένης της δυνατότητας να καταστούν συνεργαζόμενα μη-Μέρη. Η Επιτροπή δύναται να αποδεχθεί με συναίνεση των Μερών της κάθε αίτημα για τη χορήγηση καθεστώτος συνεργαζόμενου μη-Μέρους, υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι εάν, μετά από κάθε δυνατή προσπάθεια, δεν επιτευχθεί συναίνεση, το θέμα θα τίθεται σε ψηφοφορία και το καθεστώς συνεργαζόμενου μη-Μέρους θα χορηγείται από την πλειοψηφία των δύο τρίτων των Μερών της.

 

   2. Η Επιτροπή, μέσω της Γραμματείας, ανταλλάσσει πληροφορίες σχετικές με σκάφη που ασχολούνται με την αλιεία ή με αλιευτικές δραστηριότητες εντός του πεδίου εφαρμογής της Συμφωνίας, τα οποία φέρουν σημαίες μη-Μερών της παρούσας Συμφωνίας. Επίσης προσδιορίζει και αντιμετωπίζει, ανάλογα με την περίπτωση, ακόμη και μέσω της επιβολής κυρώσεων σύμφωνων με το διεθνές δίκαιο και οριζόμενων από τον Εσωτερικό Κανονισμό, περιπτώσεις δραστηριοτήτων από μη-Μέρη που θίγουν δυσμενώς τον σκοπό της Συμφωνίας. Οι κυρώσεις δύνανται να περιλαμβάνουν σχετικά με την αγορά μέτρα χωρίς διακρίσεις.

 

   3. Η Επιτροπή λαμβάνει μέτρα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και την παρούσα Συμφωνία, ώστε να αποτρέπονται οι δραστηριότητες σκαφών οι οποίες υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των εφαρμοζόμενων συστάσεων και υποβάλλει τακτικές εκθέσεις για τα μέτρα που λαμβάνονται σε σχέση με την αλιεία ή τις αλιευτικές δραστηριότητες εντός του πεδίου εφαρμογής της Συμφωνίας από μη-Μέρη.

 

   4. Η Επιτροπή εφιστά την προσοχή κάθε μη-Μέρους για οποιαδήποτε δραστηριότητα η οποία, κατά τη γνώμη του εκάστοτε Μέρους, θίγει αρνητικά την υλοποίηση του σκοπού της Συμφωνίας.

 

Αρθρο 19

Διευθέτηση διαφορών σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή της Συμφωνίας

 

   1. Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ δύο ή περισσοτέρων Μερών σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, τα ενδιαφερόμενα Μέρη πρέπει να προβούν σε μεταξύ τους διαβουλεύσεις προκειμένου να αναζητήσουν λύσεις μέσω διαπραγματεύσεων, διαμεσολάβησης, υποβολής αιτήματος ή άλλων ειρηνικών μέσων της επιλογής τους.

 

   2. Σε περίπτωση που τα ενδιαφερόμενα Μέρη δεν δύνανται να καταλήξουν σε συμφωνία βάσει της παραγράφου 19.1, μπορούν από κοινού να παραπέμψουν το θέμα σε μία επιτροπή που να απαρτίζεται από έναν εκπρόσωπο κάθε μέρους που μετέχει στη διαφορά, και επιπλέον από τον Πρόεδρο της Επιτροπής. Τα ευρήματα από την εν λόγω επιτροπή, αν και δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα, αποτελούν τη βάση για την εκ νέου εξέταση του θέματος από τα ενδιαφερόμενα Μέρη, από τα οποία προέκυψε η διαφωνία.

 

   3. Κάθε διαφορά σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας που δεν επιλύεται σύμφωνα με τις παραγράφους 19.1 και 19.2 μπορεί, με τη συναίνεση - σε κάθε περίπτωση - όλων των μερών που μετέχουν στη διαφορά, να παραπεμφθεί προς επίλυση σε διαιτησία. Τα αποτελέσματα της διαδικασίας διαιτησίας θα είναι δεσμευτικά για τα Μέρη.

 

   4. Στις περιπτώσεις που μία διαφορά παραπέμπεται σε διαιτησία, η σύσταση του διαιτητικού δικαστηρίου ορίζεται στο Παράρτημα της παρούσας Συμφωνίας. Το Παράρτημα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας Συμφωνίας.

 

Αρθρο 20

Σχέση με άλλες συμφωνίες

 

   Οι αναφορές της παρούσας Συμφωνίας στη Σύμβαση του 1982 ή σε άλλες διεθνείς συμφωνίες δεν θίγει τη θέση οποιουδήποτε Κράτους όσον αφορά την υπογραφή, την κύρωση ή την προσχώρηση στη Σύμβαση του 1982 ή σε άλλες συμφωνίες, ούτε τα δικαιώματα, τη δικαιοδοσία και τις υποχρεώσεις των Μερών βάσει της Σύμβασης του 1982 ή της Συμφωνίας του 1995.

 

Αρθρο 21

Επίσημες γλώσσες της Επιτροπής

 

   Οι επίσημες γλώσσες της Επιτροπής είναι οι επίσημες γλώσσες του Οργανισμού, όπως η ίδια η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει. Οι αντιπροσωπείες μπορούν να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις γλώσσες αυτές κατά τις συνόδους αλλά και στις εκθέσεις και την επικοινωνία τους. Η χρήση των επίσημων γλωσσών για την ταυτόχρονη διερμηνεία και μετάφραση εγγράφων κατά τις καταστατικές συνόδους της Επιτροπής καθορίζεται από τον Εσωτερικό Κανονισμό.

 

Αρθρο 22

Τροποποιήσεις

 

   1. Η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει την παρούσα Συμφωνία με πλειοψηφία δύο τρίτων των Μερών της. Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 2 κατωτέρω, οι τροποποιήσεις τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία της υιοθέτησης τους από την Επιτροπή.

 

   2. Τροποποιήσεις που αφορούν σε νέες υποχρεώσεις των Μερών τίθενται σε ισχύ μετά από αποδοχή από τα δύο τρίτα των Μερών, ενώ για τις νέες υποχρεώσεις ενός Μέρους, μόνο κατόπιν αποδοχής τους από το εν λόγω Μέρος. Τα επίσημα έγγραφα αποδοχής των τροποποιήσεων αναφορικά σε νέες υποχρεώσεις κατατίθενται στον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού, ο οποίος ενημερώνει όλα τα Μέλη του Οργανισμού, καθώς και τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, σχετικά με την παραλαβή των εγγράφων αποδοχής και την έναρξη ισχύος των εν λόγω τροποποιήσεων. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις οποιουδήποτε Μέρους το οποίο δεν έχει αποδεχθεί μια τροποποίηση που συνεπάγεται πρόσθετες υποχρεώσεις, συνεχίζουν να διέπονται από τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας όπως ίσχυαν πριν την τροποποίηση.

 

   3. Οι τροποποιήσεις της παρούσας Συμφωνίας υποβάλλονται στο Συμβούλιο του Οργανισμού, το οποίο έχει την εξουσία να απορρίπτει οποιαδήποτε τροποποίηση, εάν κρίνει ότι δεν είναι συνεπής με τους στόχους και τους σκοπούς του Οργανισμού ή με τις διατάξεις του Καταστατικού του Οργανισμού. Εάν το Συμβούλιο του Οργανισμού το επιθυμεί, μπορεί να παραπέμψει την τροποποίηση στη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού, η οποία διαθέτει την ίδια εξουσία.

 

’ρθρο 23

Αποδοχή

 

   1. Η παρούσα Συμφωνία είναι ανοιχτή προς αποδοχή από τα Μέλη ή τα Συνδεδεμένα Μέλη του Οργανισμού.

 

   2. Η Επιτροπή δύναται, με πλειοψηφία δύο τρίτων των μελών της, να δεχθεί ως μέλη άλλα Κράτη, τα οποία είναι μέλη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών ή οποιουδήποτε από τους ειδικευμένους οργανισμούς του, εφόσον υποβάλουν αίτηση απόκτησης ιδιότητας μέλους και δήλωση η οποία συνιστά επίσημο έγγραφο αποδοχής της παρούσας Συμφωνίας, όπως αυτή ισχύει κατά το χρόνο της εισδοχής.

 

   3. Η συμμετοχή στις δραστηριότητες της Επιτροπής από Μέρη που δεν είναι Μέλη ή Συνδεδεμένα Μέλη του Οργανισμού εξαρτάται από την προϋπόθεση συμμετοχής στις δαπάνες της Γραμματείας που τους αναλογούν, όπως ορίζονται βάσει των σχετικών διατάξεων των Οικονομικών Κανονισμών και Κανόνων του Οργανισμού.

 

   4. Η αποδοχή της παρούσας Συμφωνίας από οποιοδήποτε Μέλος ή Συνδεδεμένο Μέλος του Οργανισμού πραγματοποιείται με κατάθεση του εγγράφου αποδοχής στον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού και τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία παραλαβής του συγκεκριμένου εγγράφου από τον Γενικό Διευθυντή.

 

   5. Η αποδοχή της παρούσας Συμφωνίας από μη-μέλη του Οργανισμού πραγματοποιείται με κατάθεση του εγγράφου αποδοχής στον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού. Η ιδιότητα μέλους τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία κατά την οποία η Επιτροπή εγκρίνει την ιδιότητα μέλους, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του παρόντος Αρθρου.

 

   6. Ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού ενημερώνει όλα τα Μέρη της Επιτροπής, όλα τα Μέλη του Οργανισμού και τον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών για την έναρξη ισχύος όλων των αποδοχών.

 

   7. Η αποδοχή της παρούσας Συμφωνίας από μη-Μέρη μπορεί να τεθεί υπό επιφυλάξεις που ισχύουν μόνον κατόπιν έγκρισης των δύο τρίτων των Μερών. Τα Μέρη των οποίων οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν απαντήσει εντός τριμήνου από την ημερομηνία της κοινοποίησης, θεωρούνται ότι έχουν αποδεχθεί την εν λόγω επιφύλαξη. Εφόσον δεν δοθεί η συγκεκριμένη έγκριση, το κράτος ή ο περιφερειακός οργανισμός οικονομικής ολοκλήρωσης που έχει διατυπώσει επιφυλάξεις, δεν καθίσταται μέρος της παρούσας Συμφωνίας. Ο Γενικός Διευθυντής του Οργανισμού ανακοινώνει πάραυτα σε όλα τα Μέρη οποιεσδήποτε επιφυλάξεις.

 

’ρθρο 24

Θέση σε ισχύ

 

   Η παρούσα Συμφωνία τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία παραλαβής του πέμπτου εγγράφου αποδοχής.

 

’ρθρο 25

Επιφυλάξεις

 

   1. Η παρούσα Συμφωνία δύναται να γίνει δεκτή υπό επιφυλάξεις, οι οποίες δεν μπορεί να είναι αντίθετες με τους στόχους της Συμφωνίας και σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του δημοσίου διεθνούς δικαίου, όπως αυτοί αποτυπώνονται στις διατάξεις του Μέρους II, Κεφάλαιο 2 της Σύμβασης της Βιέννης του 1969 για το Δίκαιο των Συνθηκών.

 

   2. Η Επιτροπή αξιολογεί τακτικά εάν μία επιφύλαξη δύναται να δημιουργήσει θέματα μη-συμμόρφωσης με τις συστάσεις που υιοθετούνται δυνάμει του Αρθρου 8(β) και εξετάζει τα κατάλληλα μέτρα, όπως προβλέπεται από τον Εσωτερικό Κανονισμό της.

 

’ρθρο 26

Απόσυρση

 

   1. Οποιοδήποτε Μέρος δύναται να αποσυρθεί από την παρούσα Συμφωνία, οποτεδήποτε μετά την παρέλευση δύο ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Συμφωνίας όσον αφορά το συγκεκριμένο Μέρος, μέσω γραπτής κοινοποίησης της απόσυρσης προς τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού, ο οποίος ενημερώνει αμέσως όλα τα Μέρη και τα Μέλη του Οργανισμού σχετικά με τη συγκεκριμένη απόσυρση. Η απόσυρση τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού.

 

   2. Τα Μέρη δύνανται να κοινοποιήσουν την απόσυρση τους αναφορικά με μία ή περισσότερες από τις περιοχές, για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνα.

Όταν ένα Μέρος κοινοποιήσει την απόσυρση του από την Επιτροπή, οφείλει να δηλώσει την περιοχή ή τις περιοχές για τις οποίες ισχύει η απόσυρση. Εάν δεν υποβληθεί σχετική δήλωση, η απόσυρση θεωρείται ότι ισχύει για όλες τις περιοχές, για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων το Μέρος είναι υπεύθυνο, εξαιρουμένων των Συνδεδεμένων Μελών.

 

   3. Οποιοδήποτε Μέρος κοινοποιεί την απόσυρση του από τον Οργανισμό θεωρείται ότι αποσύρεται ταυτόχρονα και από την Επιτροπή, και η απόσυρση αυτή θεωρείται ότι ισχύει για όλες τις περιοχές, για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο το συγκεκριμένο Μέρος, εκτός του ότι η εν λόγω απόσυρση δεν θεωρείται ότι ισχύει για τα Συνδεδεμένα Μέλη του.

 

’ρθρο 27

Λύση

 

   Η παρούσα Συμφωνία λύεται αυτομάτως εάν και όταν, λόγω αποσύρσεων, ο αριθμός των Μερών μειωθεί κάτω από πέντε, εκτός εάν τα εναπομείναντα Μέρη αποφασίσουν ομοφώνως διαφορετικά.

 

’ρθρο 28

Επικύρωση και καταχώρηση

 

   Το κείμενο της παρούσας Συμφωνίας διατυπώθηκε αρχικά στη Ρώμη στις 24 Σεπτεμβρίου χίλια εννιακόσια σαράντα εννέα στη γαλλική γλώσσα. Δύο αντίγραφα της εν λόγω Συμφωνίας στην αραβική, την αγγλική, τη γαλλική και την ισπανική γλώσσα, καθώς και όλων των σχετικών τροποποιήσεων επικυρώνονται δι' υπογραφής από τον Πρόεδρο της Επιτροπής και από τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού. Το ένα από τα αντίγραφα αυτά κατατίθεται στα αρχεία του Οργανισμού. Το άλλο αντίγραφο διαβιβάζεται στον Γενικό Γραμματέα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών προς καταχώρηση. Επιπροσθέτως, ο Γενικός Διευθυντής επικυρώνει αντίγραφα της παρούσας Συμφωνίας και διαβιβάζει ένα αντίγραφο σε κάθε μέλος του Οργανισμού και στα μη-μέλη του Οργανισμού που είναι, ή είναι δυνατόν να καταστούν, Μέρη της παρούσας Συμφωνίας.

 

Παράρτημα

Διαιτητικό Δικαστήριο

 

  1. Το διαιτητικό δικαστήριο που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του Αρθρου 19, απαρτίζεται από τρεις διαιτητές, οριζόμενους ως εξής:

   α) Το Μέρος που εγείρει τη διαδικασία γνωστοποιεί το όνομα ενός διαιτητή στο έτερο Μέρος το οποίο, με τη σειρά του, εντός προθεσμίας σαράντα ημερών από την ανωτέρω κοινοποίηση, γνωστοποιεί το όνομα του δεύτερου διαιτητή. Σε περιπτώσεις διαφορών με περισσότερα από δύο Μέρη, τα διαφωνούντα μέρη με τα ίδια συμφέροντα ορίζουν από κοινού έναν διαιτητή κατόπιν συμφωνίας. Τα Μέρη, εντός προθεσμίας εξήντα ημερών από τον διορισμό του δεύτερου διαιτητή, ορίζουν τον τρίτο διαιτητή, ο οποίος δεν επιτρέπεται να είναι υπήκοος οποιουδήποτε εκ των Μέρων και δεν πρέπει να έχει την ίδια εθνικότητα με κανέναν από τους δύο πρώτους διαιτητές. Ο τρίτος διαιτητής προεδρεύει του δικαστηρίου

   β) Εάν ο δεύτερος διαιτητής δεν διοριστεί εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, ή αν τα Μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας ως προς τον διορισμό του τρίτου διαιτητή, ο διαιτητής διορίζεται κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους, από τον Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού εντός δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος.

 

   2. Το διαιτητικό δικαστήριο αποφασίζει πού θα βρίσκεται η έδρα του και θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

 

   3. Το διαιτητικό δικαστήριο εκδίδει τις αποφάσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας και του διεθνούς δικαίου.

 

   4. Η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου λαμβάνεται με πλειοψηφία των μελών του, τα οποία δεν μπορούν να απέχουν από την ψηφοφορία.

 

   5. Οποιοδήποτε Μέρος που δεν είναι μέρος στη διαφορά δύναται να παρέμβει στη διαδικασία κατόπιν συναίνεσης του διαιτητικού δικαστηρίου.

 

   6. Η απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου είναι οριστική και δεσμευτική για τα Μέρη της διαφοράς και για κάθε Μέρος που παρεμβαίνει στη διαδικασία. Η απόφαση πρέπει να εφαρμόζεται χωρίς καθυστέρηση. Το διαιτητικό δικαστήριο ερμηνεύει την απόφαση του κατόπιν αιτήματος ενός εκ των Μερών της διαφοράς ή οποιουδήποτε παρεμβαίνοντος Μέρους.

 

   7. Εάν το διαιτητικό δικαστήριο δεν αποφασίσει διαφορετικά λόγω των ιδιαίτερων περιστάσεων της υπόθεσης, οι δικαστικές δαπάνες, περιλαμβανομένης της αμοιβής των μελών του, βαρύνουν ισόποσα τα Μέρη της διαφοράς.

 

’ρθρο δεύτερο

 

   Η ισχύς του άρθρου πρώτου αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και της Συμφωνίας που κυρώνεται από την πλήρωση των προϋποθέσεων των άρθρων 24 και 23 παράγραφος 4 αυτής.

 

ΜΕΡΟΣ Β'

ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

 

’ρθρο τρίτο

Τροποποίηση του άρθρου 1 του ν. 4472/2017 (Α' 74)

 

   Η παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 4472/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Η περίπτωση α' της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 4387/ 2016 τροποποιείται ως εξής:

 

   «α. Το συνολικό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος αυξάνεται από την 1.1.2023 κατ' έτος, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ και κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.»».

 

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Αρθρο τέταρτο

Τροποποίηση του άρθρου 15 του ν. 4472/2017 (Α' 74)

 

   Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 4472/2017 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Στην περίπτωση αυτή, προκειμένου να διασφαλιστεί, ως αποτέλεσμα της εν λόγω εμπροσθοβαρούς εφαρμογής, η επίτευξη του ανωτέρω δημοσιονομικού στόχου κατά τρόπο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, οι ελληνικές αρχές μπορούν, σε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, να εφαρμόζουν τις αναγκαίες προσαρμογές στο άρθρο 10.».

 

’ρθρο πέμπτο

Ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις

 

   1. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 1876/1990 (Α' 27) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Έως το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του νόμου αυτού.».

 

   2. Η παρ. 6 του άρθρου 37 του ν. 4024/2011 (Α' 226) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «6. Η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 11 του ν. 1876/1990 αναστέλλεται έως το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής.».

 

’ρθρο έκτο

 

   1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3023/2002 (Α' 146), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 4304/2014 (Α' 234) και την παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 4472/2017 (Α' 74), η φράση «τα Πιστωτικά Ιδρύματα» διαγράφεται.

 

   2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 3023/2002, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 5 του ν. 4304/2014 και με την παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 4472/2017, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Απαγορεύεται η χορήγηση δανείων από τις τράπεζες προς τους δικαιούχους κρατικής χρηματοδότησης της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 1, εφόσον, προς εξασφάλιση των δανείων αυτών, εκχωρείται ή ενεχυριάζεται είτε η κρατική χρηματοδότηση που αφορά σε οικονομικό έτος μεταγενέστερο του έτους χορήγησης του δανείου είτε ποσοστό της κρατικής χρηματοδότησης που υπερβαίνει το 50% της ετήσιας χρηματοδότησης του δικαιούχου.».

 

’ρθρο έβδομο

 

   1. Η παράγραφος 5 του άρθρου 959Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 59 του ν. 4472/2017 (Α' 74), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Κάθε υποψήφιος πλειοδότης δηλώνει τη συμμετοχή του σε συγκεκριμένο πλειστηριασμό, σύμφωνα με τους όρους αυτού, αφού έχει καταβάλει την εγγύηση της παραγράφου 1 του άρθρου 965 και έχει υποβάλει ηλεκτρονικά το πληρεξούσιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1003, μέχρι ώρα 15:00, δύο (2) εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημέρα του πλειστηριασμού. Το τέλος χρήσης των συστημάτων για τη διενέργεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού καταβάλλεται από τον υπερθεματιστή. Η κατάθεση της εγγύησης, του τέλους χρήσης των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμών και του πλειστηριάσματος γίνεται αποκλειστικά σε ειδικό ακατάσχετο επαγγελματικό λογαριασμό που θα διατηρείται σε Ελληνικό Τραπεζικό Ίδρυμα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού. Κάθε υποψήφιος πλειοδότης διορίζει με ηλεκτρονική δήλωση αντίκλητο που κατοικεί στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης μέχρι ώρα 15:00, δύο (2) εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημέρα του πλειστηριασμού, διαφορετικά αντίκλητος θεωρείται ο γραμματέας του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης.»

 

   2. Η παράγραφος 13 του άρθρου 959Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 59 του ν. 4472/2017 (Α' 74), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «13. Στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό κινητών, ο υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό. Με την καταβολή του πλειστηριάσματος και του τέλους χρήσης, το κατακυρωμένο πράγμα παραδίδεται στον υπερθεματιστή. Η παράδοση του πράγματος στον υπερθεματιστή δεν μπορεί να γίνει πριν την καταβολή του πλειστηριάσματος και του τέλους χρήσης. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η κατάθεση του πλειστηριάσματος είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αποδίδει το τέλος χρήσης στον οικείο Συμβολαιογραφικό Σύλλογο του οποίου αυτός είναι μέλος. Εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, μέρος του ανωτέρω ποσού, το οποίο καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 4 του παρόντος, αποδίδεται από τον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ.. Οι ειδικότεροι όροι της τήρησης των επαγγελματικών τραπεζικών λογαριασμών των υπαλλήλων των πλειστηριασμών θα ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ορίζει τον τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο γίνονται οι καταθέσεις.».

 

   3. Η παράγραφος 14 του άρθρου 959Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 59 του ν. 4472/2017 (Α' 74), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «14. Στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό ακινήτων ο υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης το αργότερο τη δέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο τη δωδέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η κατάθεση του πλειστηριάσματος είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αποδίδει το τέλος χρήσης στον οικείο Συμβολαιογραφικό Σύλλογο του οποίου αυτός είναι μέλος. Εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, μέρος του ανωτέρω ποσού, το οποίο καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 4 του παρόντος, αποδίδεται από τον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ..».

 

   4. Η παράγραφος 15 του άρθρου 959Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το οποίο προστέθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 59 του ν. 4472/2017 (Α' 74), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «15. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι λειτουργίας των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού, οι λεπτομέρειες υποβολής των πλειοδοτικών προσφορών, η διαδικασία πιστοποίησης και εγγραφής χρηστών στα συστήματα, το ύψος και ο τρόπος καθορισμού, επιμερισμού, είσπραξης και απόδοσης του τέλους χρήσης των συστημάτων, αναπροσαρμογής του τέλους χρήσης και του μέρους αυτού που αποδίδεται στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ., καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια.».

 

   5. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 965 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Η παράδοση του πράγματος στον υπερθεματιστή δεν μπορεί να γίνει πριν αυτός καταβάλει το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης.».

 

   6. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 965 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Αν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει εμπροθέσμως το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει μέσα στις επόμενες δύο (2) εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή.»

 

   7. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1005 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης.».

 

’ρθρο όγδοο

 

   Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.