ΝΟΜΟΣ 4465 ΦΕΚ Α 47/4.4.2017

 

Ενσωμάτωση στην εθνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 για τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και άλλες διατάξεις

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2014/92/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 23ΗΣ ΙΟΥΛΙΟΥ 2014

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΣΚΟΠΟΣ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

 

’ρθρο 1

Σκοπός, αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής (Αρθρο 1 της Οδηγίας)

 

   1. Σκοπός του Πρώτου Μέρους του παρόντος νόμου είναι η εναρμόνιση της νομοθεσίας με την Οδηγία 2014/92/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 σχετικά με τη συγκρισιμότητα των τελών που συνδέονται με λογαριασμούς πληρωμών, την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών και την πρόσβαση σε λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (ΕΕ L 275 της 28.8.2014).

 

   2. Με το Πρώτο Μέρος του παρόντος νόμου θεσπίζονται κανόνες σχετικά με τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των τελών που χρεώνονται στους καταναλωτές για τους λογαριασμούς πληρωμών τους, καθώς και κανόνες αναφορικά με την αλλαγή λογαριασμού πληρωμών εντός Ελλάδος, και για τη διευκόλυνση του διασυνοριακού ανοίγματος λογαριασμού πληρωμών για τους καταναλωτές εντός Ε.Ε..

   Θεσπίζεται επίσης πλαίσιο κανόνων και όρων σύμφωνα με τους οποίους διασφαλίζεται το δικαίωμα των καταναλωτών για το άνοιγμα και τη χρήση λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

 

   3. Τα Κεφάλαια B' και Γ εφαρμόζονται στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών.

 

   4. Το Κεφάλαιο Δ' εφαρμόζεται στα πιστωτικά ιδρύματα.

 

   5. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους δεν εφαρμόζονται στις οντότητες που αναφέρονται στην παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 4261/2014 (Α' 107).

 

   6. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται στους λογαριασμούς πληρωμών μέσω των οποίων οι καταναλωτές είναι τουλάχιστον σε θέση:

   α) να τοποθετούν χρηματικά ποσά σε λογαριασμό πληρωμών,

   β) να αναλαμβάνουν μετρητά από λογαριασμό πληρωμών,

   γ) να εκτελούν και να λαμβάνουν πράξεις πληρωμής, περιλαμβανομένων των μεταφορών πιστώσεων, προς και από τρίτο μέρος.

 

   7. Το άνοιγμα και η χρήση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά σύμφωνα με το παρόν Μέρος διενεργείται με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3691/2008 (Α'166).

 

’ρθρο 2

Ορισμοί (Αρθρο 2 της Οδηγίας)

 

   Για τους σκοπούς του Πρώτου Μέρους του παρόντος νόμου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

 

   1) «καταναλωτής»: κάθε φυσικό πρόσωπο, το οποίο ενεργεί για σκοπούς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στην εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή ελευθέρια επαγγελματική του δραστηριότητα,

 

   2) «νομίμως διαμένων στην Ένωση»: η κατάσταση κατά την οποία φυσικό πρόσωπο δικαιούται να διαμένει σε κράτος-μέλος δυνάμει του ενωσιακού ή εθνικού δικαίου, περιλαμβανομένων των καταναλωτών που δεν έχουν σταθερή διεύθυνση κατοικίας και των προσώπων που ζητούν άσυλο σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων, το πρωτόκολλο της 31ης Ιανουαρίου 1967 της εν λόγω σύμβασης και άλλων σχετικών διεθνών συνθηκών,

 

   3) «λογαριασμός πληρωμών»: ο λογαριασμός που τηρείται στο όνομα ενός ή περισσότερων καταναλωτών και χρησιμοποιείται για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής,

 

   4) «υπηρεσίες πληρωμών»: υπηρεσίες πληρωμών κατά την έννοια του στοιχείου 3 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010 (Α' 113),

 

   5) «πράξη πληρωμής»: ενέργεια στην οποία προβαίνει ο πληρωτής ή ο δικαιούχος και η οποία συνίσταται στη διάθεση, μεταβίβαση ή ανάληψη χρηματικών ποσών, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε υποκείμενη υποχρέωση μεταξύ πληρωτή και δικαιούχου,

 

   6) «υπηρεσίες που συνδέονται με το λογαριασμό πληρωμών»: όλες οι υπηρεσίες που συνδέονται με το άνοιγμα, την τήρηση και το κλείσιμο λογαριασμού πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών πληρωμών και των πράξεων πληρωμών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του στοιχείου ζ' του άρθρου 3 του ν. 3862/2010 και των δυνατοτήτων υπερανάληψης και υπέρβασης,

 

   7) «πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: πάροχος υπηρεσιών πληρωμών κατά την έννοια του στοιχείου 9 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010,

 

   8) «πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 1 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (EE L 176 της 27.6.2013),

 

   9) «μέσο πληρωμών»: μέσο πληρωμών κατά την έννοια του στοιχείου 23 του άρθρου 4 του ν. 3862/2010,

 

   10) «αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών από τον οποίο αποστέλλεται η πληροφόρηση που απαιτείται για την εκτέλεση της αλλαγής λογαριασμού,

 

   11) «λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών»: ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών προς τον οποίο αποστέλλεται η πληροφόρηση που απαιτείται για την εκτέλεση της αλλαγής λογαριασμού,

 

   12) «εντολή πληρωμής»: κάθε οδηγία εκ μέρους του πληρωτή ή του δικαιούχου προς τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών με την οποία του ζητείται να εκτελέσει μια πράξη πληρωμής,

 

   13) «πληρωτής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατέχει λογαριασμό πληρωμών και επιτρέπει εντολή πληρωμής από αυτόν το λογαριασμό ή, εάν δεν υπάρχει λογαριασμός πληρωμών του πληρωτή, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που δίνει εντολή πληρωμής σε λογαριασμό πληρωμών του δικαιούχου,

 

   14) «δικαιούχος»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο είναι ο τελικός αποδέκτης των χρηματικών ποσών που έχουν αποτελέσει αντικείμενο της πράξης πληρωμής,

 

   15) «τέλη»: όλες οι χρεώσεις και οι επιβαρύνσεις με χαρακτήρα κυρώσεων, εάν υπάρχουν, τις οποίες οφείλει ο καταναλωτής στον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών για υπηρεσίες που συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών ή σε σχέση με αυτές,

 

   16) «πιστωτικό επιτόκιο»: οποιοδήποτε επιτόκιο πληρώνεται στον καταναλωτή σε σχέση με χρηματικά ποσά που τηρούνται σε λογαριασμό πληρωμών,

 

   17) «σταθερό μέσο»: κάθε μέσο το οποίο επιτρέπει στον καταναλωτή να αποθηκεύει τις πληροφορίες που του απευθύνονται προσωπικά, ώστε να μπορεί να ανατρέξει σε αυτές μελλοντικά, για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τους σκοπούς των πληροφοριών, και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών,

 

   18) «αλλαγή» ή «αλλαγή λογαριασμού»: μεταφορά, κατόπιν αίτησης του καταναλωτή, από έναν πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σε άλλον, είτε των πληροφοριών σχετικά με το σύνολο ή μέρος των πάγιων εντολών για μεταφορές πιστώσεων, των επαναλαμβανόμενων άμεσων χρεώσεων και των επαναλαμβανόμενων εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων που διενεργούνται σε λογαριασμό πληρωμών, είτε οποιουδήποτε θετικού υπολοίπου λογαριασμού πληρωμών από τον ένα λογαριασμό πληρωμών σε άλλον ή και τα δύο, με ή χωρίς κλείσιμο του προηγούμενου λογαριασμού πληρωμών,

 

   19) «άμεση χρέωση»: η εθνική ή διασυνοριακή υπηρεσία πληρωμής για τη χρέωση λογαριασμού πληρωμών του πληρωτή, όταν η πράξη πληρωμής πραγματοποιείται με πρωτοβουλία του δικαιούχου κατόπιν συναίνεσης του πληρωτή,

 

   20) «μεταφορά πίστωσης»: η εθνική ή διασυνοριακή υπηρεσία πληρωμών για την πίστωση λογαριασμού πληρωμών του δικαιούχου με πράξη πληρωμής ή μια σειρά πράξεων πληρωμής από λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή μέσω του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί το λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή, βάσει εντολής του πληρωτή,

 

   21) «πάγια εντολή»: οδηγία του πληρωτή προς τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που τηρεί το λογαριασμό πληρωμών του πληρωτή να εκτελεί μεταφορές πιστώσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα ή σε προκαθορισμένες ημερομηνίες,

 

   22) «χρηματικά ποσά»: τραπεζογραμμάτια και κέρματα, λογιστικό χρήμα και ηλεκτρονικό χρήμα, κατά την έννοια του στοιχείου 1 του άρθρου 10 του ν. 4021/2011 (Α' 218),

 

   23) «σύμβαση-πλαίσιο»: σύμβαση παροχής υπηρεσιών πληρωμών που διέπει τη μελλοντική εκτέλεση επιμέρους και διαδοχικών πράξεων πληρωμής και η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την υποχρέωση και τους όρους σύστασης λογαριασμού πληρωμών,

 

   24) «εργάσιμη ημέρα»: η ημέρα κατά την οποία ο σχετικός πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εργάζεται, όπως απαιτείται για την εκτέλεση της πράξης πληρωμής,

 

   25) «δυνατότητα υπερανάληψης»: ρητή σύμβαση πίστωσης με την οποία πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαθέτει σε καταναλωτή χρηματικά ποσά που υπερβαίνουν το τρέχον υπόλοιπο του λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή,

 

   26) «υπέρβαση»: σιωπηρή αποδοχή υπερανάληψης στο πλαίσιο της οποίας ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών διαθέτει σε καταναλωτή χρηματικά ποσά που υπερβαίνουν το τρέχον υπόλοιπο του λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή ή τη συμφωνημένη δυνατότητα υπερανάληψης,

 

   27) «αρμόδια αρχή»: η αρχή που ορίζεται αρμόδια σύμφωνα με το άρθρο 21,

 

   28) «κατάλογος»: ο κατάλογος των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών και υπόκεινται στην καταβολή τέλους, σύμφωνα με το άρθρο 3,

 

   29) όπου αναφέρεται «διαδικασίες» ή/και «φορείς» εναλλακτικής επίλυσης διαφορών νοούνται οι διαδικασίες και οι φορείς κατά την έννοια της 70330οικ/30.6.2015 υπουργικής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Β'1421).

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΣΥΓΚΡΙΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

 

Αρθρο 3

Κατάλογος των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών και υπόκεινται στην καταβολή τέλους και τυποποιημένη ορολογία (Αρθρο 3 της Οδηγίας)

 

   1. Χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός τριών μηνών αφού τεθούν σε ισχύ τα σχετικά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που υιοθετεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2014/92/ ΕΕ, η αρμόδια αρχή καταρτίζει και δημοσιεύει κατάλογο των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών και υπόκεινται στην καταβολή τέλους. Για την κατάρτιση του καταλόγου η αρμόδια αρχή λαμβάνει, σύμφωνα και με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 3, παρ. 2 της Οδηγίας 2014/92/ΕΕ κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (Ε.Α.Τ.), υπόψη τις υπηρεσίες, οι οποίες:

   α) χρησιμοποιούνται συχνότερα από τους καταναλωτές σε σχέση με τους λογαριασμούς πληρωμών και

   β) συνεπάγονται το υψηλότερο συνολικό κόστος για τους καταναλωτές, τόσο συνολικά όσο και σε μοναδιαία βάση.

 

   2. Ο ως άνω κατάλογος περιλαμβάνει:

   α) τουλάχιστον 10 και όχι άνω των 20 από τις πλέον αντιπροσωπευτικές υπηρεσίες οι οποίες συνδέονται με λογαριασμό πληρωμών, υπόκεινται στην καταβολή τέλους και προσφέρονται από έναν τουλάχιστον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών στην Ελλάδα,

   β) όρους και ορισμούς για κάθε μία από τις παραπάνω υπηρεσίες,

   γ) όπου συντρέχει περίπτωση, την τυποποιημένη ορολογία της Ένωσης για τις υπηρεσίες που είναι κοινές τουλάχιστον στην πλειονότητα των κρατών-μελών.

 

   3. Ανά τετραετία, από τη δημοσίευση του καταλόγου, η αρμόδια αρχή τον αξιολογεί και, εάν συντρέχει περίπτωση, τον επικαιροποιεί. Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης αυτής και, εάν συντρέχει περίπτωση, ο επικαιροποιημένος κατάλογος κοινοποιούνται από την αρμόδια αρχή στην (Ε.Α.Τ.).

 

   4. Χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός τριών μηνών από τη θέση σε ισχύ οποιασδήποτε τροποποίησης στα σχετικά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που υιοθετεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η αρμόδια αρχή ενημερώνει και δημοσιεύει τον επικαιροποιημένο κατάλογο και διασφαλίζει ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιούν τους επικαιροποιημένους όρους και ορισμούς.

 

’ρθρο 4

Δελτίο πληροφόρησης περί τελών και γλωσσάριο (Αρθρο 4 της Οδηγίας)

 

   1. Με την επιφύλαξη του στοιχείου 3 του άρθρου 39 του ν. 3862/2010 και των άρθρων 4 έως 8 της Ζ1-699/23.6.2010 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Β' 917), οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στον καταναλωτή, εγκαίρως πριν από την υπογραφή σύμβασης για λογαριασμό πληρωμών, δελτίο πληροφόρησης περί τελών σε έντυπη μορφή ή άλλο σταθερό μέσο, το οποίο περιλαμβάνει τους τυποποιημένους όρους του καταλόγου του άρθρου 3 και, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές προσφέρονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, τα αντίστοιχα τέλη για κάθε υπηρεσία.

 

   2. Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών:

   α) είναι σύντομο και χωριστό έγγραφο,

   β) παρουσιάζεται και είναι διαμορφωμένο έτσι ώστε να είναι σαφές και ευανάγνωστο, με χαρακτήρες αναγνώσιμου μεγέθους,

   γ) παραμένει το ίδιο κατανοητό και στην περίπτωση που, ενώ αρχικά ήταν έγχρωμο, εκτυπώνεται ή αντιγράφεται σε φωτοτυπικό μηχάνημα σε ασπρόμαυρη μορφή,

   δ) συντάσσεται στην ελληνική γλώσσα ή, εάν συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, σε άλλη γλώσσα,

   ε) είναι ακριβές, μη παραπλανητικό και εκφράζεται στο νόμισμα του λογαριασμού πληρωμών ή, εάν συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, σε άλλο νόμισμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

   στ) περιέχει τον τίτλο «δελτίο πληροφόρησης περί τελών» στην αρχή της πρώτης σελίδας του, δίπλα σε ένα κοινό σύμβολο, που διακρίνει το συγκεκριμένο έγγραφο από άλλα έγγραφα, και

   ζ) περιλαμβάνει δήλωση ότι περιέχει τα τέλη των πλέον αντιπροσωπευτικών υπηρεσιών που συνδέονται με το λογαριασμό πληρωμών και ότι πλήρεις προσυμβατικές και συμβατικές πληροφορίες για όλες τις υπηρεσίες παρέχονται σε άλλα έγγραφα.

   Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών μπορεί να παρέχεται από κοινού με τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν. 3862/2010, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλες οι ανωτέρω απαιτήσεις.

 

   3. Όταν μία ή περισσότερες υπηρεσίες προσφέρονται ως μέρος πακέτου υπηρεσιών που συνδέονται με κάποιο λογαριασμό πληρωμών, στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών δηλώνονται:

   α) το τέλος για το σύνολο του πακέτου,

   β) οι υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο πακέτο και τα ποσοτικά όρια αυτών και

   γ) το πρόσθετο τέλος για κάθε υπηρεσία που υπερβαίνει το όριο που καλύπτεται από το πακέτο αμοιβής.

 

   4. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους καταναλωτές γλωσσάριο το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον τους τυποποιημένους όρους που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3 και τους σχετικούς ορισμούς.

   Το γλωσσάριο που παρέχεται δυνάμει του πρώτου εδαφίου, συμπεριλαμβανομένων ενδεχομένως άλλων ορισμών, συντάσσεται σε σαφή γλώσσα, χωρίς αμφισημίες και τεχνικούς όρους και δεν έχει παραπλανητικό χαρακτήρα.

 

   5. Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών και το γλωσσάριο καθίστανται διαθέσιμα στους καταναλωτές από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, ανά πάσα στιγμή. Παρέχονται με εύκολα προσβάσιμο τρόπο, μεταξύ άλλων και σε μη πελάτες, σε ηλεκτρονική μορφή στους διαδικτυακούς τόπους των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, εφόσον υπάρχουν, και στο δίκτυο των καταστημάτων τους. Παρέχονται επίσης σε έντυπη μορφή ή άλλο σταθερό μέσο, δωρεάν μετά από αίτηση του καταναλωτή.

 

   6. Το δελτίο πληροφόρησης περί τελών συντάσσεται με βάση τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την τυποποιημένη μορφή παρουσίασής του και το κοινό του σύμβολο, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2014/92/ΕΕ.

 

’ρθρο 5

Κατάσταση τελών (Αρθρο 5 της Οδηγίας)

 

   1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 44 και 45 του ν. 3862/2010 και του άρθρου 12 της Ζ1-699/23.6.2010 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στον καταναλωτή, σε τριμηνιαία, τουλάχιστον βάση και δωρεάν, κατάσταση όλων των τελών που καταβάλλουν, καθώς και, εάν συντρέχει περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τα επιτόκια που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ' και δ' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, για τις υπηρεσίες που συνδέονται με κάποιο λογαριασμό πληρωμών. Εάν συντρέχει περίπτωση, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιούν τους τυποποιημένους όρους που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3. Το μέσο επικοινωνίας που χρησιμοποιείται για την παροχή της κατάστασης τελών συμφωνείται με τον καταναλωτή. Η κατάσταση τελών παρέχεται σε έντυπη μορφή, μετά από αίτηση του καταναλωτή.

 

   2. Η κατάσταση τελών αναφέρει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

   α) το τέλος μονάδας που χρεώνεται για κάθε υπηρεσία και τον αριθμό των περιπτώσεων στις οποίες χρησιμοποιήθηκε η υπηρεσία κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου. Όταν οι υπηρεσίες συνδυάζονται σε πακέτο, αναφέρεται το τέλος που χρεώνεται για το πακέτο συνολικά, ο αριθμός των περιπτώσεων στις οποίες χρεώθηκε το τέλος πακέτου κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου και το πρόσθετο τέλος που χρεώνεται για κάθε υπηρεσία που υπερβαίνει το ποσοτικό όριο που καλύπτεται από το τέλος του πακέτου,

   β) το συνολικό ποσό των τελών που καταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου για κάθε υπηρεσία, για κάθε πακέτο παρεχόμενων υπηρεσιών και για τις υπηρεσίες που υπερβαίνουν το ποσοτικό όριο που καλύπτεται από το τέλος του πακέτου,

   γ) εφόσον συντρέχει περίπτωση, το επιτόκιο υπερανάληψης που ισχύει για το λογαριασμό πληρωμών και το συνολικό ποσό των τόκων υπερανάληψης που χρεώθηκαν κατά τη διάρκεια της αντίστοιχης περιόδου,

   δ) το πιστωτικό επιτόκιο που ισχύει για το λογαριασμό πληρωμών και το συνολικό ποσό των τόκων που εισπράχθηκε κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου, εφόσον συντρέχει περίπτωση,

   ε) το συνολικό ποσό των τελών που χρεώθηκαν για όλες τις υπηρεσίες οι οποίες παρασχέθηκαν κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου.

 

   3. Η κατάσταση τελών:

   α) παρουσιάζεται και είναι διαμορφωμένη έτσι ώστε να είναι σαφής και ευανάγνωστη, με χαρακτήρες αναγνώσιμου μεγέθους,

   β) είναι ακριβής, μη παραπλανητική και εκφράζεται στο νόμισμα του λογαριασμού πληρωμών ή, εάν συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, σε άλλο νόμισμα,

   γ) περιέχει τον τίτλο «κατάσταση τελών» στην αρχή της πρώτης σελίδας της κατάστασης, δίπλα σε ένα κοινό σύμβολο, προκειμένου να διακρίνεται το συγκεκριμένο έγγραφο από άλλα έγγραφα, και

   δ) συντάσσεται στην ελληνική γλώσσα ή, εάν συμφωνήσουν ο καταναλωτής και ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, σε άλλη γλώσσα.

   Η κατάσταση τελών παρέχεται από κοινού με τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 39 του ν. 3862/2010 για λογαριασμούς πληρωμών και τις συναφείς υπηρεσίες, αρκεί να πληρούνται οι ανωτέρω απαιτήσεις.

 

   4. Η κατάσταση τελών συντάσσεται με βάση τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την τυποποιημένη μορφή της και το κοινό σύμβολό της.

 

’ρθρο 6

Ενημέρωση των καταναλωτών (Αρθρο 6 της Οδηγίας)

 

   1. Όπου απαιτείται, οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών χρησιμοποιούν, στις συμβατικές και εμπορικές πληροφορίες και στις πληροφορίες προβολής, προώθησης και διάθεσης στην αγορά προς τους καταναλωτές, τους τυποποιημένους όρους που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να χρησιμοποιούν εμπορικές ονομασίες στο δελτίο πληροφόρησης περί τελών και στην κατάσταση τελών, υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπορικές αυτές ονομασίες χρησιμοποιούνται επιπροσθέτως των τυποποιημένων όρων που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3 ως δευτερεύοντα προσδιοριστικά στοιχεία των εν λόγω υπηρεσιών.

 

   2. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να χρησιμοποιούν εμπορικές ονομασίες για το χαρακτηρισμό των υπηρεσιών τους, στις συμβατικές και εμπορικές πληροφορίες και στις πληροφορίες προβολής, προώθησης και διάθεσης στην αγορά προς τους καταναλωτές, υπό την προϋπόθεση ότι προσδιορίζουν με σαφήνεια, όπου απαιτείται, τους αντίστοιχους τυποποιημένους όρους που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3.

 

’ρθρο 7

Διαδικτυακός τόπος σύγκρισης και πίνακας σύγκρισης τελών (Αρθρο 7 της Οδηγίας)

 

   1. Η αρμόδια αρχή τηρεί, ενημερώνει και δημοσιεύει στο διαδικτυακό της τόπο πίνακα σύγκρισης τελών, τα οποία χρεώνονται από τους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών, τουλάχιστον για τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του άρθρου 3.

   Η πρόσβαση στον ως άνω διαδικτυακό τόπο είναι δωρεάν.

   Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στην αρμόδια αρχή τα απαραίτητα για την τήρηση και ενημέρωση του πίνακα σύγκρισης τελών, στοιχεία και πληροφορίες, σύμφωνα με τις οδηγίες αυτής.

 

   2. Η αρμόδια αρχή, με απόφασή της μπορεί, να συμπεριλάβει στον πίνακα σύγκρισης τελών της παραγράφου 1 περαιτέρω συγκριτικούς παράγοντες σχετικά με το επίπεδο των υπηρεσιών που παρέχονται από τον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, όπως ο αριθμός κι ο τόπος εγκατάστασης υποκαταστημάτων ή αυτόματων ταμειακών μηχανών.

 

   3. Ο διαδικτυακός τόπος σύγκρισης της παραγράφου 1:

   α) διασφαλίζει ότι οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών έχουν ίση μεταχείριση στα αποτελέσματα της αναζήτησης,

   β) εφαρμόζει σαφή και αντικειμενικά κριτήρια βάσει των οποίων διενεργείται η σύγκριση,

   γ) χρησιμοποιεί απλή και σαφή γλώσσα και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τους τυποποιημένους όρους που καθορίζονται στον κατάλογο του άρθρου 3,

   δ) παρέχει ακριβή και επικαιροποιημένη πληροφόρηση και αναφέρει την ώρα της τελευταίας ενημέρωσης του περιεχομένου του,

   ε) περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα προσφορών για λογαριασμούς πληρωμών το οποίο καλύπτει ένα σημαντικό μέρος της αγοράς και, εάν οι προβαλλόμενες πληροφορίες δεν δημιουργούν πλήρη εικόνα της αγοράς, μια σαφή δήλωση αυτού του γεγονότος, πριν από την παρουσίαση των αποτελεσμάτων, και

   στ) παρέχει μια αποτελεσματική διαδικασία για την αναφορά της εσφαλμένης πληροφόρησης ως προς τα δημοσιοποιούμενα τέλη.

 

’ρθρο 8

Λογαριασμοί πληρωμών σε συνδυασμό με άλλο προϊόν ή υπηρεσία (Αρθρο 8 της Οδηγίας)

 

   Όταν προσφέρεται ένας λογαριασμός πληρωμών ως μέρος πακέτου μαζί με ένα άλλο προϊόν ή υπηρεσία που δεν συνδέεται με λογαριασμό πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει τον καταναλωτή αν υπάρχει η δυνατότητα να αγοράσει το λογαριασμό πληρωμών χωριστά και, στην περίπτωση αυτή, παρέχει ξεχωριστή πληροφόρηση σχετικά με τις δαπάνες και τα τέλη που συνδέονται με κάθε ένα από τα λοιπά προϊόντα και υπηρεσίες που προσφέρονται στο εν λόγω πακέτο και που μπορούν να αγοραστούν χωριστά.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΑΛΛΑΓΗ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ

 

Αρθρο 9

Παροχή της υπηρεσίας αλλαγής λογαριασμού (Αρθρο 9 της Οδηγίας)

 

   Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν σε οποιονδήποτε καταναλωτή που ανοίγει ή τηρεί λογαριασμό σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών που εδρεύει στην Ελλάδα υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού, όπως περιγράφεται στο άρθρο 10, μεταξύ λογαριασμών πληρωμών που τηρούνται στο ίδιο νόμισμα.

 

’ρθρο 10

Η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού (Αρθρο 10 της Οδηγίας)

 

   1. Η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού κινείται από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών μετά από αίτηση του καταναλωτή. Η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού πληροί τουλάχιστον τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 έως 6.2. Ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών εκτελεί την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού μόλις λάβει σχετική εξουσιοδότηση από τον καταναλωτή. Στην περίπτωση δύο ή περισσοτέρων δικαιούχων του λογαριασμού, η εξουσιοδότηση παρέχεται από καθέναν εξ αυτών.

   Η εξουσιοδότηση συντάσσεται στην ελληνική γλώσσα ή σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα συμφωνηθεί μεταξύ των μερών.

   Η εξουσιοδότηση επιτρέπει στον καταναλωτή να παρέχει ειδική συγκατάθεση για την εκτέλεση:

   α) των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και

   β) των ενεργειών που αναφέρονται στην παράγραφο 5 από το λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

   Με την εξουσιοδότηση ο καταναλωτής προσδιορίζει ρητά τις εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων, τις πάγιες εντολές για μεταφορές πιστώσεων και τις εντολές άμεσης χρέωσης για τις οποίες επιθυμεί να του παρασχεθεί η υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού. Στην εξουσιοδότηση ορίζεται επίσης από τον καταναλωτή η ημερομηνία από την οποία οι πάγιες εντολές για μεταφορές πιστώσεων και οι εντολές άμεσης χρέωσης πρέπει να εκτελούνται μέσω του λογαριασμού πληρωμών που ανοίγεται ή τηρείται στο λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Η ημερομηνία αυτή τοποθετείται τουλάχιστον έξι εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών λαμβάνει τα έγγραφα που αποστέλλονται από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με την παράγραφο 4. Η εν λόγω εξουσιοδότηση παρέχεται εγγράφως ή, μετά από σχετική συμφωνία των μερών και με άλλο σταθερό μέσο και ο καταναλωτής λαμβάνει αντίγραφο αυτής.

 

   3. Εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της εξουσιοδότησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ζητά από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να προβεί στις εξής ενέργειες, εφόσον προβλέπονται στην εξουσιοδότηση του καταναλωτή:

   α) να διαβιβάσει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και, εφόσον ο καταναλωτής το έχει ζητήσει ειδικά, και στον ίδιο, κατάλογο των υφιστάμενων πάγιων εντολών για μεταφορές πιστώσεων και τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις εντολές άμεσης χρέωσης που αλλάζουν,

   β) να διαβιβάσει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και, εφόσον το έχει ζητήσει ειδικά ο καταναλωτής, και στον ίδιο, τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις επαναλαμβανόμενες εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων και τις άμεσες χρεώσεις που έχει εξουσιοδοτήσει ο πιστωτής και οι οποίες εκτελέστηκαν στο λογαριασμό πληρωμών του καταναλωτή κατά τους προηγούμενους δεκατρείς (13) μήνες,

   γ) αν ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν διαθέτει σύστημα αυτοματοποιημένης ανακατεύθυνσης των εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων και των άμεσων χρεώσεων προς το λογαριασμό πληρωμών που διατηρεί ο καταναλωτής στο λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, να διακόψει την αποδοχή άμεσων χρεώσεων και εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   δ) να ακυρώσει τις πάγιες εντολές από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   ε) να μεταφέρει οποιοδήποτε πιστωτικό υπόλοιπο στο λογαριασμό πληρωμών που ανοίχθηκε ή τηρείται στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται από τον καταναλωτή και

   στ) να κλείσει το λογαριασμό πληρωμών που τηρείται στον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται από τον καταναλωτή.

 

   4. Ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, αφού λάβει σχετική αίτηση από τον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, εκτελεί τις ακόλουθες ενέργειες, εφόσον προβλέπονται στην εξουσιοδότηση του καταναλωτή:

   α) αποστέλλει στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών τις πληροφορίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 3, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης,

   β) σε περίπτωση που ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν διαθέτει σύστημα αυτοματοποιημένης ανακατεύθυνσης των εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων και των άμεσων χρεώσεων προς το λογαριασμό που τηρείται ή ανοίγεται από τον καταναλωτή στο λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, διακόπτει την αποδοχή εισερχόμενων μεταφορών πιστώσεων και άμεσων χρεώσεων στο λογαριασμό πληρωμών από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   γ) ακυρώνει τις πάγιες εντολές από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   δ) μεταφέρει οποιοδήποτε πιστωτικό υπόλοιπο από το λογαριασμό πληρωμών στο λογαριασμό πληρωμών που ανοίχθηκε ή τηρείται στο λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   ε) με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 3862/2010, κλείνει το λογαριασμό πληρωμών κατά την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση, εφόσον ο καταναλωτής δεν έχει εκκρεμείς υποχρεώσεις όσον αφορά τον εν λόγω λογαριασμό και υπό την προϋπόθεση ότι οι ενέργειες που απαριθμούνται στις περιπτώσεις α', β' και δ' της παρούσας παραγράφου έχουν ολοκληρωθεί. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει αμέσως τον καταναλωτή σε περίπτωση που οι εν λόγω εκκρεμείς υποχρεώσεις δεν επιτρέπουν το κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή.

 

   5. Εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή των πληροφοριών που ζητήθηκαν από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών σύμφωνα με την παράγραφο 3, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών, εφόσον αυτό προβλέπεται στην εξουσιοδότηση και στο βαθμό που οι πληροφορίες που έχει παράσχει ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ή ο καταναλωτής του το επιτρέπουν, εκτελεί τις ακόλουθες ενέργειες:

   α) προσδιορίζει τις πάγιες εντολές για τις μεταφορές πιστώσεων που ζητεί ο καταναλωτής και τις εκτελεί από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   β) προβαίνει στις απαραίτητες προετοιμασίες για να δέχεται άμεσες χρεώσεις από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση,

   γ) κατά περίπτωση, ενημερώνει τους καταναλωτές για τα δικαιώματά τους δυνάμει του στοιχείου δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 260/2012,

   δ) γνωστοποιεί στους πληρωτές που ορίζονται στην εξουσιοδότηση και οι οποίοι προβαίνουν σε επαναλαμβανόμενες εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων προς λογαριασμό πληρωμών του καταναλωτή τα στοιχεία του λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή που τηρείται στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και διαβιβάζει στους πληρωτές αντίγραφο της εξουσιοδότησης του καταναλωτή. Εάν ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται για να ενημερώσει τους πληρωτές, ζητεί από τον καταναλωτή ή από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παράσχει τις πληροφορίες που λείπουν,

   ε) γνωστοποιεί στους δικαιούχους που ορίζονται στην εξουσιοδότηση και οι οποίοι λαμβάνουν χρηματικά ποσά από το λογαριασμό πληρωμών του καταναλωτή με άμεση χρέωση τα στοιχεία του λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή που τηρείται στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και την ημερομηνία από την οποία θα λαμβάνονται χρηματικά ποσά από το λογαριασμό πληρωμών με άμεση χρέωση και διαβιβάζει στους δικαιούχους αντίγραφο της εξουσιοδότησης του καταναλωτή. Εάν ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν έχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται για να ενημερώσει τους δικαιούχους, ζητεί από τον καταναλωτή ή από τον αποστέλλοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να παράσχει τις πληροφορίες που λείπουν.

   Σε περίπτωση που ο καταναλωτής επιλέξει να παράσχει προσωπικά τις πληροφορίες που αναφέρονται στις ανωτέρω περιπτώσεις δ' και ε' στους πληρωτές ή δικαιούχους, αντί να δώσει ρητή συγκατάθεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 στον λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να το πράξει, ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει στον καταναλωτή τυποποιημένες επιστολές με τα στοιχεία του λογαριασμού πληρωμών και την ημερομηνία έναρξης που προσδιορίζεται στην εξουσιοδότηση εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

 

   6. Με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 52 του ν. 3862/2010, ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν αναστέλλει τη χρήση των μέσων πληρωμών πριν από την ημερομηνία που ορίζεται στην εξουσιοδότηση του καταναλωτή, έτσι ώστε η παροχή υπηρεσιών πληρωμών προς τον καταναλωτή να μη διακοπεί κατά τη διάρκεια της παροχής της υπηρεσίας αλλαγής λογαριασμού.

 

’ρθρο11

Διευκόλυνση του διασυνοριακού ανοίγματος λογαριασμού για καταναλωτές (Αρθρο 11 της Οδηγίας)

 

   1. Σε περίπτωση που ο καταναλωτής αναφέρει στον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών ότι επιθυμεί να ανοίξει λογαριασμό πληρωμών σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών εγκατεστημένο σε άλλο κράτος-μέλος, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον οποίο ο καταναλωτής τηρεί ήδη λογαριασμό πληρωμών παρέχει, μετά την παραλαβή ενός τέτοιου αιτήματος, την ακόλουθη βοήθεια στον καταναλωτή:

   α) παρέχει δωρεάν στον καταναλωτή κατάλογο με όλες τις ενεργές πάγιες εντολές για μεταφορές πιστώσεων και τις εντολές άμεσης χρέωσης τις οποίες έχει δώσει ο οφειλέτης, εφόσον διατίθενται, και πληροφορίες σχετικά με τις επαναλαμβανόμενες εισερχόμενες μεταφορές πιστώσεων και τις άμεσες χρεώσεις που έχει εξουσιοδοτήσει ο πιστωτής και οι οποίες εκτελέστηκαν στο λογαριασμό πληρωμών του καταναλωτή κατά τους προηγούμενους δεκατρείς (13) μήνες. Ο εν λόγω κατάλογος δεν επιφέρει καμία υποχρέωση για το νέο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών να προσφέρει υπηρεσίες που δεν παρέχει ήδη,

   β) μεταφέρει οποιοδήποτε πιστωτικό υπόλοιπο παραμένει στο λογαριασμό πληρωμών που τηρεί ο καταναλωτής στο λογαριασμό που ανοίχτηκε ή τηρείται στο νέο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, υπό την προϋπόθεση ότι το αίτημα περιλαμβάνει πλήρη στοιχεία για την αναγνώριση του νέου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών και του σχετικού λογαριασμού πληρωμών του καταναλωτή,

   γ) κλείνει τον λογαριασμό πληρωμών που τηρεί ο καταναλωτής.

 

   2. Με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 42 του ν. 3862/2010 και εάν ο καταναλωτής δεν έχει εκκρεμείς υποχρεώσεις επί λογαριασμού πληρωμών, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον οποίο ο καταναλωτής τηρεί τον εν λόγω λογαριασμό πληρωμών προβαίνει στις ενέργειες που προβλέπονται στις περιπτώσεις α', β' και γ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου κατά την ημερομηνία που ορίζεται από τον καταναλωτή, η οποία απέχει τουλάχιστον έξι (6) εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληρωμών του αιτήματος του καταναλωτή, εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των μερών. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενημερώνει αμέσως τον καταναλωτή σε περίπτωση που οι εν λόγω εκκρεμείς υποχρεώσεις δεν επιτρέπουν το κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών του.

 

’ρθρο 12

Τέλη που συνδέονται με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού (Αρθρο 12 της Οδηγίας)

 

   1. Οι καταναλωτές έχουν δωρεάν πρόσβαση στις προσωπικές τους πληροφορίες όσον αφορά υφιστάμενες πάγιες εντολές και άμεσες χρεώσεις που τηρούνται είτε στον αποστέλλοντα είτε στο λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

 

   2. Ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών παρέχει τις πληροφορίες που έχει ζητήσει ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δυνάμει της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 10 χωρίς να χρεώνει τον καταναλωτή ή το λαμβάνοντα πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

 

   3. Τα τέλη, εάν υπάρχουν, που χρεώνει ο αποστέλλων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον καταναλωτή για το κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών που τηρείται σε αυτόν καθορίζονται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4 του άρθρου 42 του ν. 3862/2010.

 

   4. Τα τέλη, εάν υπάρχουν, που χρεώνει ο αποστέλλων ή ο λαμβάνων πάροχος υπηρεσιών πληρωμών στον καταναλωτή για οποιαδήποτε υπηρεσία παρέχεται δυνάμει του άρθρου 10, εκτός εκείνων που αναφέρονται στις παραγράφοους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου, είναι εύλογα και αντιστοιχούν στο πραγματικό κόστος στο οποίο υποβάλλεται ο εν λόγω πάροχος υπηρεσιών πληρωμών.

 

’ρθρο 13

Οικονομική ζημία για τους καταναλωτές (Αρθρο 13 της Οδηγίας)

 

   1. Οποιαδήποτε οικονομική ζημία, περιλαμβανομένων των χρεώσεων και των τόκων, την οποία υφίσταται ο καταναλωτής και η οποία προκύπτει άμεσα από τη μη συμμόρφωση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που συμμετέχει στη διαδικασία αλλαγής λογαριασμού προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 10, αποκαθίσταται χωρίς καθυστέρηση από τον εν λόγω πάροχο υπηρεσιών πληρωμών.

 

   2. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών δεν υπέχει την ευθύνη σύμφωνα με την παράγραφο 1 εφόσον η οικονομική ζημία του καταναλωτή οφείλεται σε ασυνήθεις και απρόβλεπτες περιστάσεις, εκτός του ελέγχου του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που τις επικαλείται και των οποίων οι συνέπειες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν παρ' όλες τις προσπάθειες για το αντίθετο, καθώς και σε περιπτώσεις που ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών ενεργεί σε εκπλήρωση άλλων νομικών υποχρεώσεων που προβλέπονται από ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις.

 

’ρθρο 14

Πληροφόρηση σχετικά με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού (Αρθρο 14 της Οδηγίας)

 

   1. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών παρέχουν στους καταναλωτές τις εξής πληροφορίες σχετικά με την υπηρεσία αλλαγής λογαριασμού:

   α) το ρόλο του αποστέλλοντος και του λαμβάνοντος παρόχου υπηρεσιών πληρωμών σε κάθε βήμα της διαδικασίας αλλαγής λογαριασμού, όπως ορίζεται στο άρθρο 10,

   β) το χρονοδιάγραμμα ολοκλήρωσης των σχετικών βημάτων,

   γ) τα τέλη, εάν υπάρχουν, που χρεώνονται για τη διαδικασία αλλαγής λογαριασμού,

   δ) κάθε πληροφορία που θα κληθεί να παράσχει ο καταναλωτής και

   ε) τις διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με την 70330οικ/30.6.2015 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Β'1421).

   Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, μπορεί να καθορίζονται και άλλες πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν στους καταναλωτές οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών, μεταξύ των οποίων, κατά περίπτωση, και τις αναγκαίες πληροφορίες για την ταυτοποίηση του συστήματος εγγύησης των καταθέσεων στο οποίο συμμετέχει ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών.

 

   2. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διατίθενται σε έντυπη μορφή ή άλλο σταθερό μέσο στο δίκτυο των καταστημάτων του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών, καθώς και σε ηλεκτρονική μορφή στο διαδικτυακό τόπο του ανά πάσα στιγμή, παρέχονται δε στους καταναλωτές κατόπιν αιτήματός τους. Οι πληροφορίες αυτές διατίθενται δωρεάν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

 

Αρθρο 15

Απαγόρευση των διακρίσεων (Αρθρο 15 της Οδηγίας)

 

   Τα πιστωτικά ιδρύματα δεν προβαίνουν σε διακρίσεις εις βάρος των καταναλωτών που διαμένουν νόμιμα στην Ένωση λόγω της ιθαγένειάς τους ή του τόπου διαμονής τους ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τη διαδικασία ανοίγματος λογαριασμού πληρωμών ή πρόσβασης σε αυτόν. Οι προϋποθέσεις για το άνοιγμα και την τήρηση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν μπορεί να συνεπάγονται οποιουδήποτε είδους διακριτική μεταχείριση.

 

’ρθρο 16

Δικαίωμα πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (Αρθρο 16 της Οδηγίας)

 

   1. Οι λογαριασμοί πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά προσφέρονται στους καταναλωτές από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία προσφέρουν υπηρεσίες πληρωμών σε καταναλωτές. Οι λογαριασμοί πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν προσφέρονται από τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν λογαριασμούς πληρωμών αποκλειστικά μέσω διαδικτύου.

 

   2. Οι καταναλωτές που διαμένουν νόμιμα στην Ένωση έχουν το δικαίωμα να ανοίγουν και να χρησιμοποιούν λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα. Το δικαίωμα αυτό ισχύει ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής του καταναλωτή.

   Οι καταναλωτές που δεν έχουν σταθερή διεύθυνση κατοικίας, οι αιτούντες άσυλο και οι καταναλωτές που δεν είναι κάτοχοι άδειας παραμονής, αλλά των οποίων η απέλαση είναι αδύνατη για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, θα πρέπει να προσκομίζουν τα απαραίτητα δημόσια δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την ταυτότητα ή/και ιδιότητά τους για το άνοιγμα και χρήση λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα. Στις περιπτώσεις αυτές, το άνοιγμα του λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά επιτρέπεται για κάθε νόμιμη αιτία.

 

   3. Τα πιστωτικά ιδρύματα που προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά ανοίγουν το λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά ή απορρίπτουν την αίτηση του καταναλωτή για το άνοιγμα λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, χωρίς αναίτια καθυστέρηση και το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή ολοκληρωμένης αίτησης.

 

   4. Τα πιστωτικά ιδρύματα απορρίπτουν αίτηση για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά στην περίπτωση που το άνοιγμά του θα είχε ως αποτέλεσμα την παράβαση του Κεφαλαίου Ε' του ν. 3691/2008.

 

   5. Τα πιστωτικά ιδρύματα που προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, μπορούν να απορρίπτουν αίτηση για σχετικό λογαριασμό όταν ο καταναλωτής κατέχει ήδη λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά σε πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο στην Ελλάδα και το οποίο του επιτρέπει να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του άρθρου 17, εκτός εάν ο καταναλωτής δηλώνει υπεύθυνα ότι έχει προειδοποιηθεί για το προσεχές κλείσιμο του λογαριασμού πληρωμών του.

   Σε αυτές τις περιπτώσεις, πριν από το άνοιγμα ενός λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, το πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να επαληθεύει κατά πόσον ο καταναλωτής διατηρεί ή όχι λογαριασμό πληρωμών σε πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ελλάδα, που δίνει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες της παραγράφου 1 του άρθρου 17, ζητώντας υπεύθυνη δήλωση υπογεγραμμένη από τον καταναλωτή για το σκοπό αυτόν.

 

   6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης δύνανται να προσδιορίζονται ειδικές πρόσθετες περιπτώσεις απόρριψης από τα πιστωτικά ιδρύματα της αίτησης για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, με στόχο την αποτροπή καταχρήσεων από τους καταναλωτές, σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

 

   7. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3691/2008 και των περιορισμών που δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης, αν το αίτημα απορριφθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 4, 5 και 6, το πιστωτικό ίδρυμα ενημερώνει αμέσως τον καταναλωτή για την απόρριψη της αίτησής του και για τους ειδικούς προς τούτο λόγους, γραπτώς και δωρεάν. Στην περίπτωση αυτή, το πιστωτικό ίδρυμα υποδεικνύει στον καταναλωτή τη διαδικασία που μπορεί να ακολουθήσει για την υποβολή παραπόνου κατά της απόρριψης, καθώς και το δικαίωμα του καταναλωτή να απευθυνθεί στην αρμόδια αρχή του άρθρου 21 και σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών της 70330οικ/30.6.2015 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, παρέχοντας τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας.

 

   8. Η πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά δεν εξαρτάται από την αγορά πρόσθετων υπηρεσιών ή μετοχών ή μεριδίων του πιστωτικού ιδρύματος, εκτός εάν το τελευταίο αποτελεί προϋπόθεση για όλους τους πελάτες του πιστωτικού ιδρύματος.

 

’ρθρο 17

Παράμετροι λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (Αρθρο 17 της Οδηγίας)

 

   1. Ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά περιλαμβάνει τις εξής υπηρεσίες:

   α) τη διενέργεια όλων των πράξεων που απαιτούνται για το άνοιγμα, τη λειτουργία και το κλείσιμο λογαριασμού πληρωμών,

   β) υπηρεσίες που επιτρέπουν την τοποθέτηση χρηματικών ποσών σε λογαριασμό πληρωμών,

   γ) υπηρεσίες που επιτρέπουν τις αναλήψεις μετρητών εντός της Ένωσης από λογαριασμό πληρωμών στο ταμείο ή σε αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές (ΑΤΜ$), κατά τη διάρκεια ή εκτός του ωραρίου λειτουργίας του πιστωτικού ιδρύματος,

   δ) την εκτέλεση των εξής πράξεων πληρωμής εντός της Ένωσης:

   αα) άμεσων χρεώσεων,

   ββ) πράξεων πληρωμής μέσω κάρτας πληρωμών, περιλαμβανομένων των διαδικτυακών (online) πληρωμών,

   γγ) μεταφορών πιστώσεων, συμπεριλαμβανομένων των πάγιων εντολών, σε τερματικά, εφόσον υπάρχουν, και ταμεία καταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων και μέσω διαδικτυακών (online) υποδομών του πιστωτικού ιδρύματος.

   Οι υπηρεσίες που απαριθμούνται στις περιπτώσεις α' έως και δ' προσφέρονται από τα πιστωτικά ιδρύματα στο βαθμό που ήδη προσφέρονται στους καταναλωτές, οι οποίοι τηρούν άλλο υς λογαριασμούς πληρωμών, εκτός εκείνων με βασικά χαρακτηριστικά.

 

   2. Ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά προσφέρεται από τα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα, τουλάχιστον σε ευρώ.

 

   3. Ο λογαριασμός πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά επιτρέπει στους καταναλωτές να διενεργούν απεριόριστο αριθμό πράξεων σχετικά με τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

 

   4. Ανεξαρτήτως του αριθμού των πράξεων που εκτελούνται στο λογαριασμό πληρωμών, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν επιβάλλουν τέλη πέραν των τυχόν ευλόγων, που αναφέρονται στο άρθρο 18, όσον αφορά τις υπηρεσίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α', β' και γ 'και στην υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1, εξαιρουμένων των πράξεων πληρωμής μέσω πιστωτικής κάρτας.

 

   5. Ο καταναλωτής είναι σε θέση να διαχειρίζεται και να εκκινεί συναλλαγές πληρωμής από το λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τον οποίο τηρεί, στις εγκαταστάσεις του πιστωτικού ιδρύματος ή και μέσω διαδικτυακών (online) υποδομών, εφόσον αυτές υπάρχουν.

 

   6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από γνωμοδότηση του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτή και Αγοράς:

   α) μπορεί να επιβάλλεται στα πιστωτικά ιδρύματα που είναι εγκατεστημένα στην Ελλάδα να παρέχουν, στο πλαίσιο λογαριασμού πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, πρόσθετες υπηρεσίες, οι οποίες θεωρούνται ουσιώδεις για τους καταναλωτές βάσει των συνήθων πρακτικών στην ελληνική αγορά,

   β) για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην υποπερίπτωση αα', στην υποπερίπτωση ββ' μόνο όσον αφορά πράξεις πληρωμών μέσω πιστωτικής κάρτας και στην υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1, μπορεί να προβλέπεται ελάχιστος αριθμός πράξεων για τις οποίες τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να καταλογίζουν μόνο τα εύλογα τέλη, εάν ισχύουν, που αναφέρονται στο άρθρο 18. Ο ελάχιστος αριθμός των πράξεων πρέπει να είναι επαρκής για να καλύψει την προσωπική χρήση από τον καταναλωτή, λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες κοινές συναλλακτικές πρακτικές και τη συμπεριφορά των καταναλωτών. Τα τέλη που χρεώνονται για τις πράξεις πέραν του ελάχιστου προβλεπόμενου αριθμού δεν είναι ποτέ υψηλότερα από εκείνα που χρεώνονται κατά τη συνήθη τιμολογιακή πολιτική του πιστωτικού ιδρύματος,

   γ) ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

   7. Τα αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης αξιολογούνται ανά τριετία ή όποτε άλλοτε κρίνεται αναγκαίο από τα συναρμόδια Υπουργεία, λαμβάνοντας υπόψη σχετική γνωμοδότηση του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτή και Αγοράς.

 

’ρθρο 18

Συναφή τέλη (Αρθρο 18 της Οδηγίας)

 

   1. Οι υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 17 προσφέρονται από τα πιστωτικά ιδρύματα δωρεάν ή έναντι καταβολής εύλογου τέλους.

 

   2. Τα τέλη που χρεώνονται στον καταναλωτή σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις δεσμεύσεις του, σύμφωνα με τη σύμβαση-πλαίσιο, είναι εύλογα.

 

   3. Τα εύλογα τέλη που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καθορίζονται λαμβανομένων υπόψη τουλάχιστον των ακόλουθων κριτηρίων:

   α) του εθνικού επιπέδου εισοδήματος,

   β) του μέσου όρου των τελών που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα για τις υπηρεσίες που παρέχονται σε σχέση με λογαριασμούς πληρωμών.

 

   4. Με την επιφύλαξη του δικαιώματος της παραγράφου 2 του άρθρου 16 και της υποχρέωσης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, που εκδίδεται λαμβάνοντας υπόψη σχετική γνωμοδότηση του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτή και Αγοράς, μπορεί να επιβάλλεται στα πιστωτικά ιδρύματα να εφαρμόζουν διαφορετικά συστήματα τιμολόγησης ανάλογα με το επίπεδο ένταξης του καταναλωτή στο τραπεζικό σύστημα, ώστε να παρέχονται ευνοϊκότεροι όροι για τους ευάλωτους καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες και να διασφαλίζεται, στις περιπτώσεις αυτές, η ευχερής πρόσβαση των καταναλωτών σε επαρκείς και κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τις διαθέσιμες επιλογές, καθώς και να ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό θέμα.

   Τα αποτελέσματα από την εφαρμογή των διατάξεων της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης, αξιολογούνται ανά τριετία ή όποτε άλλοτε κρίνεται αναγκαίο από τα συναρμόδια Υπουργεία, λαμβάνοντας υπόψη σχετική γνωμοδότηση του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτή και Αγοράς.

 

’ρθρο 19

Συμβάσεις - πλαίσιο και καταγγελία (Αρθρο 19 της Οδηγίας)

 

   1. Οι συμβάσεις - πλαίσιο για την παροχή πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά υπόκεινται στις διατάξεις του ν. 3862/2010, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις παραγράφους 2 και 4.

 

   2. Το πιστωτικό ίδρυμα μπορεί να καταγγείλει μονομερώς τη σύμβαση - πλαίσιο, μόνο εάν πληρούται τουλάχιστον μία από τις εξής προϋποθέσεις:

   α) ο καταναλωτής χρησιμοποίησε εσκεμμένα το λογαριασμό πληρωμών για παράνομους σκοπούς,

   β) δεν έχει εκτελεσθεί καμία συναλλαγή στο λογαριασμό πληρωμών για διάστημα μεγαλύτερο των 24 διαδοχικών μηνών,

   γ) ο καταναλωτής παρέσχε ανακριβή στοιχεία προκειμένου να ανοίξει το λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, εφόσον τα πραγματικά στοιχεία θα τον απέκλειαν από το δικαίωμα αυτό,

   δ) ο καταναλωτής δεν διαμένει πλέον νομίμως στην Ένωση,

   ε) ο καταναλωτής που ήδη τηρεί στην Ελλάδα λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά έχει ακολούθως ανοίξει στην Ελλάδα δεύτερο λογαριασμό πληρωμών, ο οποίος του επιτρέπει να χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του άρθρου 17.

 

   3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης μπορεί να καθορίζονται και άλλες ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες μπορεί να καταγγελθεί μονομερώς από το πιστωτικό ίδρυμα σύμβαση - πλαίσιο για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, για την αποτροπή καταχρήσεων από τους καταναλωτές, σχετικά με το δικαίωμά τους να έχουν πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

 

   4. Με την επιφύλαξη των περιορισμών που δικαιολογούνται από λόγους εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης, όταν ένα πιστωτικό ίδρυμα καταγγέλλει τη σύμβαση για λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που αναφέρονται στις περιπτώσεις β', δ' και ε' της παραγράφου 2 και στην παράγραφο 3, ενημερώνει τον καταναλωτή για τους λόγους της καταγγελίας, τουλάχιστον δύο (2) μήνες πριν από την έναρξη ισχύος της, γραπτώς και δωρεάν. Όταν το πιστωτικό ίδρυμα καταγγέλει τη σύμβαση σύμφωνα με την περίπτωση α' ή γ' της παραγράφου 2, η καταγγελία ισχύει αμέσως.

 

   5. Με την γνωστοποίηση της καταγγελίας υποδεικνύεται στον καταναλωτή η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει για την υποβολή παραπόνου κατά της καταγγελίας, καθώς και το δικαίωμά του να απευθυνθεί στην αρμόδια αρχή του άρθρου 21 και σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών της 70330οικ./30.6.2015 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομίας, Υποδομών, Ναυτιλίας και Τουρισμού και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και παρέχονται στον καταναλωτή τα σχετικά στοιχεία επικοινωνίας.

 

’ρθρο 20

Γενικές πληροφορίες για λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά (Αρθρο 20 της Οδηγίας)

 

   1. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει τη θέσπιση πρόσφορων μέτρων για την ενίσχυση της συνειδητοποίησης του κοινού, σχετικά με τη διαθεσιμότητα λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τους γενικούς όρους τιμολόγησής τους, τις διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την άσκηση του δικαιώματος πρόσβασης σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά και τις μεθόδους πρόσβασης σε διαδικασίες εναλλακτικής επίλυσης διαφορών. Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι τα μέτρα επικοινωνίας είναι επαρκή και καλά στοχευμένα, ιδίως σε σχέση με την προβολή τους σε καταναλωτές, που δεν χρησιμοποιούν τραπεζικές υπηρεσίες και σε ευπαθείς και μετακινούμενους καταναλωτές.

 

   2. Τα πιστωτικά ιδρύματα διαθέτουν δωρεάν στους καταναλωτές προσβάσιμες πληροφορίες και συνδρομή σχετικά με τα ειδικά χαρακτηριστικά των παρεχόμενων λογαριασμών πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τα σχετικά τέλη και τους όρους χρήσης τους, με τις οποίες να καθίσταται σαφές, μεταξύ άλλων, ότι η αγορά πρόσθετων υπηρεσιών δεν είναι υποχρεωτική για την πρόσβαση σε λογαριασμό πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε'

ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

’ρθρο 21

Αρμόδιες αρχές (Αρθρο 21 της Οδηγίας)

 

   1. α) Για την εφαρμογή των άρθρων 3 και 7 αρμόδια είναι η Τράπεζα της Ελλάδος.

   β) Για την εφαρμογή των άρθρων 4 έως 6, 8 έως 16 και 19 έως 20 αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης.

   γ) Για την εφαρμογή των άρθρων 17 και 18 ορίζονται συναρμόδια τα Υπουργεία Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών.

   δ) Για την εφαρμογή του άρθρου 25, αρμόδιο είναι το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, στο οποίο οι αρμόδιες αρχές παρέχουν τα αναγκαία στοιχεία για τη συνολική πληροφόρηση.

 

   2. Οι αρμόδιες αρχές και όλα τα πρόσωπα που εργάζονται ή έχουν εργαστεί για αρμόδιες αρχές, καθώς και οι εντεταλμένοι από αρμόδιες αρχές ελεγκτές λογαριασμών ή εμπειρογνώμονες, δεσμεύονται από το επαγγελματικό απόρρητο. Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που περιέρχονται εις γνώσην τους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, δεν επιτρέπεται να γνωστοποιούνται σε κανένα απολύτως πρόσωπο ή αρχή, παρά μόνο με συνοπτική ή συγκεντρωτική μορφή, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων που εμπίπτουν στο ποινικό δίκαιο ή στον παρόντα νόμο. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανταλλάσσουν ή να διαβιβάζουν εμπιστευτικές πληροφορίες σύμφωνα με το ενωσιακό και εθνικό δίκαιο.

 

   3. Για την εφαρμογή των διατάξεων του Πρώτου Μέρους του παρόντος νόμου, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους.

 

’ρθρο 22

Υποχρέωση συνεργασίας (Αρθρο 22 της Οδηγίας)

 

   1.α. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με τις αντίστοιχες αρχές των λοιπών κρατών-μελών όποτε αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

   Στο πλαίσιο αυτό, οι αρμόδιες αρχές επικουρούν τις αντίστοιχες αρχές των λοιπών κρατών-μελών, ιδίως, ανταλλάσσουν πληροφορίες και συνεργάζονται σε τυχόν δραστηριότητες έρευνας ή εποπτείας.

   β. Για τη διευκόλυνση και την επίσπευση της συνεργασίας και ιδίως της ανταλλαγής πληροφοριών, ως σημείο επαφής για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ορίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος.

 

   2. Για τους σκοπούς εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου η αρμόδια αρχή διαθέτει την οργανωτική δομή, πρόσωπα και υπηρεσίες με αντικείμενο τη διευκόλυνση της συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών.

 

   3. Η αρμόδια αρχή της παραγράφου 1β ανταλλάσσει με τις αντίστοιχες αρχές των λοιπών κρατών-μελών χωρίς αδικαιολόγητη, καθυστέρηση όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων των αρμόδιων αρχών.

   Η αρμόδια αρχή της παραγράφου 1β και οι αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών-μελών που ανταλλάσσουν πληροφορίες, μπορούν να ορίσουν κατά την ανταλλαγή ότι οι εν λόγω πληροφορίες δεν πρέπει να αποκαλυφθούν χωρίς τη ρητή συμφωνία τους και, στην περίπτωση αυτή, οι πληροφορίες αυτές ανταλλάσσονται μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έδωσαν τη συναίνεσή τους.

   Η αρμόδια αρχή της παραγράφου 1β μπορεί να διαβιβάζει τις ληφθείσες πληροφορίες στις άλλες αρμόδιες αρχές. Εντούτοις δεν διαβιβάζει τις πληροφορίες σε άλλους φορείς ή φυσικά ή νομικά πρόσωπα χωρίς τη ρητή συγκατάθεση των αρμόδιων αρχών που τις κοινοποίησαν και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους οι εν λόγω αρχές έχουν συναινέσει, πλην δεόντως αιτιολογημένων περιστάσεων, οπότε ενημερώνει αμέσως το σημείο επαφής που παρέσχε τις πληροφορίες.

 

   4. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αρνηθεί να ενεργήσει κατόπιν αιτήματος για συνεργασία σε δραστηριότητα έρευνας ή εποπτείας ή να ανταλλάξει πληροφορίες όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3 μόνο εάν:

   α) αυτή η έρευνα, η επιτόπου εξακρίβωση, η δραστηριότητα εποπτείας ή η ανταλλαγή πληροφοριών που ενδέχονται να προσβάλουν την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη στην Ελλάδα,

   β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τα ίδια πραγματικά περιστατικά και κατά των ιδίων προσώπων στην Ελλάδα,

   γ) έχει ήδη εκδοθεί στην Ελλάδα τελεσίδικη απόφαση αναφορικά με τα ίδια άτομα και τις ίδιες πράξεις.

   Σε περίπτωση τέτοιας άρνησης, η αρμόδια αρχή ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή που υπέβαλε το αίτημα και της παρέχει όσο το δυνατόν λεπτομερέστερες πληροφορίες.

 

’ρθρο 23

Επίλυση διαφωνιών μεταξύ αρμόδιων αρχών διαφορετικών κρατών-μελών (Αρθρο 23 της Οδηγίας)

 

   Οι αρμόδιες αρχές μπορεί να παραπέμπουν το ζήτημα στην Ε.Α.Τ., σε περίπτωση που απορρίφθηκε αίτημα για συνεργασία, ιδίως όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών ή δεν δόθηκε συνέχεια σε εύλογο χρονικό διάστημα, και μπορούν να ζητούν τη βοήθεια της Ε.Α.Τ., σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010 (EE L 331 της 15.12.2010). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η απόφαση που λαμβάνει η Ε.Α.Τ. είναι δεσμευτική για τις ενδιαφερόμενες ελληνικές αρμόδιες αρχές.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΚΥΡΩΣΕΙΣ

 

’ρθρο 24

Κυρώσεις (Αρθρο 26 της Οδηγίας)

 

   1. α) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 4 έως 6 και 8 έως 20 του παρόντος νόμου, εφαρμόζεται το άρθρο 13α του ν. 2251/1994 (Α' 191). Ειδικώς σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των άρθρων 17 και 18 του παρόντος νόμου, οι κυρώσεις του άρθρου 13α του ν. 2251/1994 επιβάλλονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών.

   β) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 7 και της παραγράφου 2 του άρθρου 25 του παρόντος νόμου, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Καταστατικού αυτής, καθώς και να επιβάλει τις κυρώσεις της παρ. 2 του άρθρου 59 του ν. 4261/2014.

 

   2. Οι διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δημοσιοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 60 του ν. 4261/2014.

 

’ρθρο 25

Αξιολόγηση (Αρθρο 27 της Οδηγίας)

 

   1. Η αρμόδια αρχή παρέχει στην Επιτροπή πληροφόρηση σχετικά με τα ακόλουθα, για πρώτη φορά έως τις 18 Σεπτεμβρίου 2018 και έκτοτε ανά διετία:

   α) τη συμμόρφωση των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών με τα άρθρα 4, 5 και 6,

   β) τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις διασφάλισης της ύπαρξης δικτυακών τόπων σύγκρισης σύμφωνα με το άρθρο 7,

   γ) τον αριθμό των λογαριασμών πληρωμών για τους οποίους έχει γίνει αλλαγή και την αναλογία των αιτήσεων αλλαγής που έχουν απορριφθεί,

   δ) τον αριθμό των πιστωτικών ιδρυμάτων που προσφέρουν λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά, τον αριθμό αυτών των λογαριασμών που έχουν ανοιχτεί και την αναλογία των αιτήσεων για λογαριασμούς πληρωμών με βασικά χαρακτηριστικά που απορρίφθηκαν.

 

   2. Οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών και τα πιστωτικά ιδρύματα υποβάλλουν την πληροφόρηση των περιπτώσεων γ' και δ' της παραγράφου 1 στην Τράπεζα της Ελλάδος, κατόπιν αιτήματός της, η οποία μπορεί με απόφασή της να εξειδικεύει τις επιμέρους απαιτήσεις για την εφαρμογή της εν λόγω υποχρέωσης.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 26

Έναρξη ισχύος (Αρθρο 29 της Οδηγίας)

 

   Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος Μέρους αρχίζει από τη δημοσίευσή τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του. Κατ' εξαίρεση, η ισχύς των διατάξεων: α) των παραγράφων 1 έως 5 του άρθρου 4, β) των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 5, γ) των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 6 και δ) του άρθρου 7, αρχίζει εννέα (9) μήνες μετά τη θέση σε ισχύ των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα, με την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του νόμου αυτού.

 

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

 

’ρθρο 27

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4440/2016

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4440/2016 (Α' 224) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του προϋπολογισμού, τα Υπουργεία και οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις μεταφέρουν σε ειδικούς Κωδικούς Αριθμούς Εξόδων του προϋπολογισμού τους μέρος των πιστώσεών τους που έχουν προβλεφθεί για πάσης φύσεως μεταβιβάσεις, προκειμένου να καλυφθεί η δαπάνη μισθοδοσίας υπαλλήλων των εποπτευόμενων φορέων τους που αποσπώνται ή μετατάσσονται σε άλλους φορείς.».

 

   2. Στο άρθρο 15 του ν. 4440/2016 (Α' 224) προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

 

   «4. Στις περιπτώσεις μετάταξης ή απόσπασης υπαλλήλων που προέρχονται από φορείς Γενικής Κυβέρνησης σε άλλους φορείς που δεν επιχορηγούνται από τον τακτικό προϋπολογισμό, γενικά ή ειδικά για την κάλυψη δαπανών μισθοδοσίας, οι φορείς υποδοχής δύνανται να επιχορηγούνται ειδικά για την κάλυψη της δαπάνης μισθοδοσίας των υπαλλήλων αυτών από διακριτό Κωδικό Αριθμό Εξόδων. Η επιχορήγηση αφορά αποκλειστικά και μόνο το οικονομικό έτος διενέργειας της απόσπασης ή της μετάταξης και καλύπτεται από τις πιστώσεις που μεταφέρουν τα Υπουργεία και οι Αποκεντρωμένες Διοικήσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος.».

 

   3. Η παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 4440/2016 (Α' 224) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Μετατάξεις για τις οποίες είτε εκδόθηκε ανακοίνωση - πρόσκληση πριν από τις 15.3.2017 είτε υποβλήθηκε αίτηση του υπαλλήλου πριν από την ίδια ημερομηνία, δύνανται να ολοκληρωθούν σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά τις 2.12.2016.».

 

   4. Στο άρθρο 18 του ν. 4440/2016 (Α' 224) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

 

   «6. Η κάλυψη των σχετικών δαπανών μισθοδοσίας των αποσπάσεων και μετατάξεων του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος.»

 

’ρθρο 28

 

   Οι υπάλληλοι της παρ. 8 του άρθρου 16 του ν. 3345/2005 (Α' 138) εξελίσσονται στα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) της Τ.Ε. κατηγορίας του άρθρου 9 του ν. 4354/2015 (Α' 176). Για την τελική κατάταξη των ανωτέρω απαιτείται η προσθήκη πλασματικού χρόνου δύο (2) ετών. Οποιαδήποτε αύξηση του βασικού μισθού συμψηφίζεται με την προσωπική διαφορά της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015.

 

’ρθρο 29

Τροποποίηση άρθρου 4 του ν. 2628/1998

 

   Στην παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 2628/1998 (Α' 151) προστίθεται τέταρτο εδάφιο ως εξής:

 

   «Για τις αποδοχές και τις εν γένει πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές και αποζημιώσεις των προσλαμβανόμενων της παρούσας παραγράφου εφαρμόζεται αναλόγως η περίπτωση α' της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 4354/2015 (Α' 176).».

 

’ρθρο 30

Τροποποίηση άρθρου 24 του ν. 4270/2014

 

   Η περίπτωση γ' της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 4270/2014 (Α'143) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «γ. Μέχρι την ολοκλήρωση εφαρμογής της διαδικασίας ηλεκτρονικής διακίνησης εγγράφων του άρθρου 69ΣΤ, για δαπάνες που διενεργούνται από:

   i) περιφερειακές υπηρεσίες Υπουργείων, Ανεξάρτητων Αρχών, του Ελεγκτικού Συνεδρίου και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

   ii) την Προεδρία της Δημοκρατίας,

   iii) δημόσιες αρχές της δικαστικής λειτουργίας του Κράτους, δημόσια μουσεία και ειδικές αποκεντρωμένες υπηρεσίες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), δύναται, είτε με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του οικείου Υπουργού ή της Ανεξάρτητης Αρχής είτε με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών κατόπιν εισήγησης του αρμόδιου οργάνου του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, είτε με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Γενικού Γραμματέα της Προεδρίας της Δημοκρατίας αντίστοιχα, αρμοδιότητες των παραγράφων 4 και 5, καθώς και των άρθρων 26, 66 και 69Γ, να ασκούνται από τις κατά τόπον αρμόδιες Δημοσιονομικές Υπηρεσίες Εποπτείας και Ελέγχου (άρθρο 69Δ παρ. 1).».

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

 

’ρθρο 31

Τροποποίηση άρθρου 4 του ν. 3429/2005

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 (Α' 314) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Οι δημόσιες επιχειρήσεις, οι οργανισμοί, καθώς και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που είναι φορείς Γενικής Κυβέρνησης με προϋπολογισμό που υπερβαίνει το όριο της υπουργικής απόφασης της παρ. 2 του άρθρου 147 του ν. 4270/2014 (Α'143), καταρτίζουν εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας. Ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας καταρτίζεται με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου ή του οργάνου διοίκησης των προαναφερόμενων φορέων και δημοσιεύεται σε περίληψη στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.».

 

   2. Η παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Ο εσωτερικός κανονισμός λειτουργίας περιλαμβάνει τουλάχιστον:

   α) τη διάρθρωση των υπηρεσιών των φορέων της παραγράφου 1, τα αντικείμενά τους, καθώς και τη σχέση των υπηρεσιών μεταξύ τους και με τη διοίκηση. Μεταξύ των υπηρεσιών πρέπει υποχρεωτικά να προβλέπεται υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου,

   β) τις διαδικασίες αξιολόγησης της απόδοσης των διευθυντικών στελεχών,

   γ) τον Κανονισμό Προσωπικού, ο οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.».

 

   3. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Κάθε δημόσια επιχείρηση και οργανισμός και νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 1 οργανώνει υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου. Η υπηρεσία εσωτερικού ελέγχου έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

   α) παρακολουθεί την εφαρμογή του εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας και του καταστατικού των προαναφερόμενων φορέων, καθώς και της εν γένει νομοθεσίας που τους αφορά,

   β) παρακολουθεί και αναφέρει στο διοικητικό συμβούλιο ή στο όργανο διοίκησης, καθώς και στη γενική συνέλευση των μετόχων ή στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών και την Γ.Δ.Ο.Υ. του εποπτεύοντος Υπουργείου, περιπτώσεις σύγκρουσης των ιδιωτικών συμφερόντων των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή του οργάνου διοίκησης με τα συμφέροντα της επιχείρησης και οργανισμού ή του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου ή παράβασης των διατάξεων του νόμου αυτού από μέλη του διοικητικού συμβουλίου ή του οργάνου διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου, του διοικητή ή του γενικού διευθυντή,

   γ) ενημερώνει εγγράφως μία φορά τουλάχιστον κάθε τρίμηνο το διοικητικό συμβούλιο ή το όργανο διοίκησης, καθώς και τη γενική συνέλευση των μετόχων ή την αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών και την Γ.Δ.Ο.Υ. του εποπτεύοντος Υπουργείου, για τους ελέγχους που διενεργεί,

   δ) είναι υπεύθυνη για την παροχή και την ακρίβεια οποιασδήποτε πληροφορίας ζητηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών και του εποπτεύοντος Υπουργείου και διευκολύνει με κάθε πρόσφορο μέσο το έργο παρακολούθησης, ελέγχου και εποπτείας που αυτές ασκούν.».

 

   4. Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 4 του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «4. Συνιστάται Μητρώο Εσωτερικών Ελεγκτών του Υπουργείου Οικονομικών. Στο μητρώο αυτό εντάσσονται εσωτερικοί ελεγκτές οι οποίοι είναι κάτοχοι τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας πανεπιστημιακής εκπαίδευσης (Α.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή αναγνωρισμένου ως ισότιμου τίτλου σπουδών της αλλοδαπή, ή κάτοχοι τίτλου σπουδών τριτοβάθμιας τεχνολογικής εκπαίδευσης (Τ.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή αναγνωρισμένου ως ισότιμου τίτλου σπουδών της αλλοδαπής και διαθέτουν αποδεδειγμένη επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον 3 ετών στο αντικείμενο του εσωτερικού ελέγχου.

   Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες και κάθε συναφές διαδικαστικό θέμα τόσο για την ένταξη των υποψηφίων στο μητρώο όσο και για τη λειτουργία και οργάνωση του μητρώου.

   Μέχρι την έκδοση των ως άνω αποφάσεων του Υπουργού Οικονομικών και τη δημοσίευση της ανοικτής πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος, το υφιστάμενο Μητρώο Εσωτερικών Ελεγκτών παραμένει σε ισχύ.

   Στις δημόσιες επιχειρήσεις απασχολείται τουλάχιστον ένας εσωτερικός ελεγκτής, που ορίζεται από τη γενική συνέλευση των μετόχων. Σε κάθε οργανισμό, καθώς και στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 1 ορίζεται τουλάχιστον ένας εσωτερικός ελεγκτής με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Οι εσωτερικοί ελεγκτές όλων των ανωτέρω φορέων ορίζονται από το Μητρώο του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής.

   Οι εσωτερικοί ελεγκτές είναι ανεξάρτητοι, δεν υπάγονται ιεραρχικά σε καμία υπηρεσιακή μονάδα των φορέων που ελέγχουν, παρέχουν υπηρεσίες με σύμβαση παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών και δεν αποκτούν ιδιότητα υπαλλήλου ή σχέση εξαρτημένης εργασίας.».

 

   5. Η περίπτωση α' της παρ. 5, που προστέθηκε στο άρθρο 4 του ν. 3429/2005 με την παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 3965/2011 (Α' 113), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «α) Σε κάθε δημόσια επιχείρηση συνιστάται επιτροπή ελέγχου, η οποία αποτελείται από τρία τουλάχιστον μη εκτελεστικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της, ένα από τα οποία πρέπει να είναι ανεξάρτητο, εφαρμοζόμενων αναλόγως για το μέλος αυτό των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3016/2002 (Α' 110) και να έχει αποδεδειγμένα επαρκή γνώση σε θέματα λογιστικής και ελεγκτικής. Τα μέλη της επιτροπής ελέγχου ορίζονται και παύονται με απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων της επιχείρησης. Σε κάθε οργανισμό, καθώς και στα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου της παραγράφου 1, συνιστάται επιτροπή ελέγχου, η οποία αποτελείται από τρία τουλάχιστον μέλη του οργάνου διοίκησής του, ένα από τα οποία πρέπει να έχει αποδεδειγμένα επαρκή γνώση σε θέματα λογιστικής και ελεγκτικής. Η επιτροπή ελέγχου συγκροτείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του εποπτεύοντος Υπουργού.».

 

   6. Η περίπτωση γ' της παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 3429/2005 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «γ) Η επιτροπή ελέγχου αξιολογεί την απόδοση των εκτελεστικών μελών του διοικητικού συμβουλίου της δημόσιας επιχείρησης ή του οργάνου διοίκησης του οργανισμού και του Ν.Π.Ι.Δ., με κριτήριο, μεταξύ άλλων, την υλοποίηση του επιχειρησιακού σχεδίου και υποβάλλει τα πορίσματά της στον Υπουργό Οικονομικών και στον Υπουργό που ασκεί την εποπτεία της δημόσιας επιχείρησης και οργανισμού ή του Ν.Π.Ι.Δ..».

 

’ρθρο 32

Τροποποιήσεις του άρθρου 52 ΚΦΕ

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 52 του ν. 4172/2013 (Α' 167), όπως η παράγραφος αυτή τροποποιήθηκε με την περιπτωση δ' της παρ. 6 του άρθρου 23 του ν. 4223/2013 (Α' 287) και την παρ. 3 του άρθρου 99 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η λήπτρια εταιρεία δεν αποδίδει στα εισφερόμενα περιουσιακά στοιχεία φορολογητέα αξία μεγαλύτερη από την αξία που είχαν στην εισφέρουσα, αμέσως πριν από την εισφορά ενεργητικού.».

 

   2. Η παρ. 7 του άρθρου 52 του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «7. Κατά την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η εισφέρουσα εταιρεία απαλλάσσεται οριστικά από το φόρο για την τυχόν υπεραξία που προκύπτει λόγω της εισφοράς ενεργητικού. Η εισφέρουσα εταιρεία αποτιμά τους τίτλους που λαμβάνει από τη λήπτρια εταιρεία στην αγοραία τους αξία, κατά το χρόνο της εισφοράς ενεργητικού.

Εξαιρετικά, εάν η εισφέρουσα εταιρία μεταβιβάσει τους αποκτώμενους τίτλους εντός τριετίας από την ολοκλήρωση της εισφοράς ενεργητικού, ως τιμή κτήσης των τίτλων αυτών λαμβάνεται η αξία που είχαν τα εισφερόμενα περιουσιακά στοιχεία αμέσως πριν από την εισφορά.».

 

   3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 52 του ν. 4172/2013, όπως το εδάφιο αυτό τροποποιήθηκε με την περίπτωση στ' της παρ. 6 του άρθρου 23 του ν. 4223/2013, καταργείται.

 

’ρθρο 33

Τροποποίηση διατάξεων Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας

 

   1. Η περίπτωση ε', που προστέθηκε στην παρ. 2 του άρθρου 54 του ν. 4174/2013 (Α'170) με την περίπτωση ζ' της παρ. 9 της υποπαραγράφου Δ2 του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 (Α' 85) και αντικαταστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 73 του ν. 4446/2016, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ε) δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, στις περιπτώσεις ε', ζ', η' και ιδ' της παραγράφου 1».

 

   2. Η διάταξη της παραγράφου 1 ισχύει από την έναρξη της ισχύος του ν. 4446/2016.

 

’ρθρο 34

Τροποποίηση του άρθρου 30 του ν. 4264/2014

 

   Στην περίπτωση θ' της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4264/2014 (Α' 118) διαγράφονται οι λέξεις «και οι Τελωνειακές Αρχές».

 

’ρθρο 35

Ρυθμίσεις για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης

 

   Στο άρθρο 26 του ν. 4416/2016 (Α' 160) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

 

   «3. Οι εργασίες και οι συναλλαγές της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των επίσημων δραστηριοτήτων της δυνάμει της ανωτέρω συμφωνίας ίδρυσής της, απαλλάσσονται, με την επιφύλαξη των σχετικών διατάξεων του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000, Α' 248), από κάθε φόρο, δικαίωμα ή τέλος και εισφορά, συμπεριλαμβανομένου του φόρου χρηματιστηριακών συναλλαγών του άρθρου 9 του ν. 2579/1998 (Α' 31), καθώς και από κάθε είδους ή φύσεως επιβαρύνσεις υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και γενικά υπέρ οποιουδήποτε τρίτου.».

 

’ρθρο 36

 

   Οι παράγραφοι 9 και 10 του άρθρου 111 του ν. 4446/2016 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού ορίζονται οι όροι συνεργασίας του Ελληνικού Δημοσίου με την εκάστοτε ηλεκτρονική πλατφόρμα, οι ειδικότεροι όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

   10. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν μετά την πάροδο ενός μήνα από τη δημοσίευση της κοινής υπουργικής απόφασης της προηγούμενης παραγράφου.».

 

’ρθρο 37

Τροποποίηση του Σχεδίου Σύμβασης Δωρεάς Μετοχής της Α.Ε. με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ Α.Ε.»

 

   1. Το Παράρτημα 2 της από 26.3.2009 Σύμβασης Δωρεάς μεταξύ του Ιδρύματος «Κοινωφελές Ίδρυμα Σταύρος Σ. Νιάρχος», του Ελληνικού Δημοσίου, του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος», του Ν.Π.Ι.Δ. με την επωνυμία «Εθνική Λυρική Σκηνή», της Α.Ε. με την επωνυμία «Ολυμπιακά Ακίνητα» και της Α.Ε. με την επωνυμία «Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου», που κυρώθηκε με τη διάταξη της περίπτωσης α' της παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του ν. 3785/2009 (Α' 138), αντικαθίσταται ως εξής:

 

«συμβαση δωρεασ μιασ (1) κοινησ ονομασττκησ μετοχησ τησ ανωνυμησ εταιρειασ με την επωνυμια «κεντρο πολιτισμου ιδρυμα σταυροσ νιαρχοσ α.ε

 

Στην Αθήνα σήμερα, [...] 2017, ημέρα [...] και στ......................................., τα κάτωθι συμβαλλόμενα μέρη παρασταθήκαμε για την υπογραφή της παρούσας σύμβασης δωρεάς μετοχής (εφεξής η «Σύμβαση Δωρεάς Μετοχής»), μεταξύ

αφενός

Της εταιρείας ειδικού (κοινωφελούς αποκλειστικά) σκοπού με την επωνυμία «Κοινωφελές Ίδρυμα ΣΤΑΥΡΟΣ Σ. ΝΙΑΡΧΟΣ», που εδρεύει στις Βερμούδες, η οποία έχει συσταθεί νόμιμα με την υπ' αριθμ. 39569 βεβαίωση σύστασης εταιρείας του οικείου μητρώου εταιρειών με ημερομηνία 15 Φεβρουαρίου 2007 και εκπροσωπείται νόμιμα για την υπογραφή της Σύμβασης Δωρεάς  Μετοχής  από  τ...... ........................................, με εντολή και πληρεξουσιότητα που δόθηκε σε αυτ........ με την από......2017 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής, νόμιμα θεωρημένης, που επισυνάπτεται στην παρούσα ως Παράρτημα 2 (εφεξής αποκαλούμενο ως Δωρητής) και

αφετερου

Του Ελληνικού Δημοσίου, νόμιμα εκπροσωπούμενου για την υπογραφή της Σύμβασης Δωρεάς Μετοχής από τον Υπουργό Οικονομικών..............με γραφεία στην Αθήνα, οδός Νίκης αρ. 5-7, (εφεξής αποκαλούμενο ως Δωρεοδόχος),

Στην παρούσα Σύμβαση Δωρεάς Μετοχής ο Δωρητής και ο Δωρεοδόχος θα αναφέρονται από κοινού ως τα «Μέρη».

ΕΠΕΙΔΗ, τα Μέρη με την από 26.3.2009 Σύμβαση που κυρώθηκε με το ν. 3785/2009 (Α' 138) συμφώνησαν την δωρεά της μετοχής της εταιρείας με την επωνυμία «ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΔΡΥΜΑ ΣΤΑΥΡΟΣ ΝΙΑΡΧΟΣ Α.Ε.», ελληνικής Ανώνυμης Εταιρείας συσταθείσας και λειτουργούσας σύμφωνα με τους νόμους της Ελλάδας με έδρα στο Δήμο Καλλιθέας Αττικής, με Γ.Ε.ΜΗ. 8952201000 και πρώην Αρ.ΜΑΕ. 68544/01/Β/09/280 και Α.Φ.Μ. 998092132 στη Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε. Πειραιά (εφεξής η «Εταιρεία),

ΕΠΕΙΔΗ, για την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας τα Μέρη συμφωνούν να συνάψουν τη Σύμβαση Δωρεάς Μετοχής σχετικά με τη δωρεά της μετοχής της Εταιρείας

Σε πίστωση των ανωτέρω, συντάσσεται το παρόν με το οποίο τα Μέρη συμφωνούν, συνομολογούν και συναποδέχονται τα ακόλουθα:

1. Το συνολικό καταβεβλημένο μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας ανέρχεται σήμερα σε ποσό τετρακοσίων εβδομήντα τριών εκατομμυρίων επτακοσίων πενήντα μία χιλιάδων διακοσίων εξήντα ενός Ευρώ και εβδομήντα ενός λεπτών (473.751.261,71 ευρώ) διαιρεμένο σε μία μετοχή ονομαστικής αξίας τετρακοσίων εβδομήντα τριών εκατομμυρίων επτακοσίων πενήντα μίας χιλιάδων διακοσίων εξήντα ενός Ευρώ και εβδομήντα ενός λεπτών (473.751.261,71 ευρώ) (εφεξής η «Μετοχή»). Η Μετοχή δεν είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών. Ο Δωρητής είναι ο μόνος και αδιαφιλονίκητος κύριος και κάτοχος της Μετοχής. Για την Μετοχή αυτή έχει εκδοθεί ένας προσωρινός τίτλος.

2. Ο Δωρητής με το παρόν δωρίζει στον Δωρεοδόχο την πλήρη και αποκλειστική κυριότητα της Μετοχής της Εταιρείας που ενσωματώνεται στον ως άνω προσωρινό τίτλο, ελεύθερης από κάθε βάρος μαζί με όλα τα δικαιώματα επ' αυτής ή που απορρέουν από αυτή και ο Δωρεοδόχος παραλαμβάνει και αποδέχεται την Μετοχή. Τα Μέρη συμφωνούν ότι για την πραγματοποίηση της παρούσας δωρεάς θα πρέπει να συνυπογράψουν στο ειδικό βιβλίο μετόχων της Εταιρείας και ο Δωρητής να παραδώσει στον Δωρεοδόχο τον προσωρινό τίτλο της μίας (1) κοινής ονομαστικής μετοχής με την δέουσα επισημείωση επ' αυτού κατά τα οριζόμενα στην παρ. 6 του άρθ. 8β του ν.2190/1920 (Α' 37).

Για τη σύσταση δωρεάς της Μετοχής δεν υφίσταται υποχρέωση υποβολής δήλωσης φόρου δωρεάς λόγω ρητής πρόβλεψης στην παρ. 4.4 του άρθ. 3 της από 26.3.2009 Σύμβασης.

Ο Δωρητής δηλώνει ότι αναλαμβάνει ο ίδιος την κάλυψη της υπέρβασης του προϋπολογισμού της υλοποίησης του «Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος», όπως αυτή ορίζεται στο Παράρτημα 1, και δεν θα απαιτήσει να καλυφθεί οποιοδήποτε μέρος αυτής από το Ελληνικό Δημόσιο κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 2 του άρθ. 6 της από 26.3.2009 Σύμβασης παραιτούμενος ρητά και ανέκκλητα οπό το σχετικό δικαίωμα εκ της ανωτέρω διάταξης

Τα Μέρη αναγνωρίζουν, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στην τελευταία παράγραφο του Προοιμίου και στο άρθ. 26 της από 26.3.2009 Σύμβασης Δωρεάς που κυρώθηκε με το άρθ. δεύτερο του ν. 3785/2009, ότι δεν θα μπορούν να στραφούν κατά οποιουδήποτε μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου του Δωρητή (τα οποία προβαίνουν σε ενέργειες σχετικά με κάθε ζήτημα της ως άνω σύμβασης και του έργου, το οποίο αυτή αφορά, αποκλειστικά υπό την ιδιότητα τους ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Δωρητή και όχι ατομικά), σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα συνδεόμενο με την υλοποίηση του «Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος», καθώς και ότι, μετά την Ολοκλήρωση του «Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος», η Εταιρεία, το Διοικητικό της Συμβούλιο, οι εργαζόμενοι σε αυτήν και οι προστηθέντες ή/και βοηθοί εκπλήρωσής της κατά την Περίοδο Υλοποίησης του «Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος» δεν φέρουν ευθύνη που σχετίζεται με οποιονδήποτε τρόπο με την υλοποίηση του «Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος».

   Στην παρούσα προσαρτάται, ως Παράρτημα 1, η Εκθεση για το συνολικό κόστος υλοποίησης του «Κέντρου Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος» της παρ. 3 του αρθρ. 29 της από 26.3.2009 Σύμβασης και ως Παράρτημα 2 η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δωρητή.

   Τα παραπάνω συμφωνήθηκαν και έγιναν αμοιβαία αποδεκτά από τα Μέρη και σε πίστωση των ανωτέρω η Σύμβαση Δωρεάς Μετοχής συντάχθηκε σε δύο (2) πρωτότυπα, ένα για κάθε Μέρος, και αφού αναγνώσθηκε, υπογράφηκε από τα Μέρη ως εξής:

 

Για το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ                               Για το ΚΟΙΝΩΦΕΛΕΣ ΙΔΡΥΜΑ

Ο Υπουργός Οικονομικών                                  «ΣΤΑΥΡΟΣ Σ ΝΙΑΡΧΟΣ»

 

Παράρτημα 1

 

Εκθεση συνολικού κόστους υλοποίησης του Κ.Π.

 

Παράρτημα 2

 

Απόφαση Δ.Σ. Δωρητή

 

   2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο τροποποίηση της σύμβασης γίνεται τηρουμένων των όρων που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 31 της ίδιας, όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 3785/2009.

 

   3. Η ισχύς του παρόντος άρθρου αρχίζει από τις 22.2.2017.

 

’ρθρο 38

Τροποποιήσεις του Κεφαλαίου Α' του ν. 2667/1998 (Α' 281)

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Η Επιτροπή έχει δικό της επιστημονικό και διοικητικό προσωπικό. Ο Πρόεδρος της ΕΕΔΑ επιβλέπει και συντονίζει το έργο του συνόλου του προσωπικού της Επιτροπής.».

 

   2. Στην παρ. 6 του άρθρου 1του ν. 2667/1998 προστίθεται στοιχείο ια' ως εξής:

 

   «ια) παρακολουθεί και διατυπώνει γνωμοδοτήσεις προς την πολιτεία για τη μόνιμη και σταθερή ανάλυση των επιπτώσεων των μέτρων πολιτικής στα δικαιώματα του ανθρώπου και την τήρηση αξιόπιστου και αποτελεσματικού συστήματος καταγραφής περιστατικών διακρίσεων, ρατσισμού και μισαλλοδοξίας».

 

   3. Το στοιχείο β' της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) από ένα πρόσωπο οριζόμενο από τη Γ.Σ.Ε.Ε., ένα πρόσωπο οριζόμενο από την Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και ένα πρόσωπο οριζόμενο από την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.)».

 

   4.α) Η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Οι φορείς που ορίζουν τα μέλη της Επιτροπής επιλέγουν τα κατάλληλα πρόσωπα με διαφανή τρόπο και σύμφωνα με τους ειδικούς κανόνες λειτουργίας τους. Για τα μέλη της Επιτροπής προβλέπονται ισάριθμοι αναπληρωτές, που ορίζονται όπως και τα τακτικά μέλη της.

   Ως μέλη της Επιτροπής ορίζονται πρόσωπα με αποδεδειγμένες γνώσεις και εμπειρία στο πεδίο της προστασίας και προώθησης των δικαιωμάτων του ανθρώπου.

   Για όλες τις περιπτώσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, πλην της περίπτωσης του στοιχείου ια', δεν ορίζονται ως μέλη της Επιτροπής: α) πρόσωπα που έχουν τη βουλευτική ιδιότητα, εκτός του Προέδρου της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, β) μέλη της Κυβέρνησης και Υφυπουργοί, Γενικοί και Ειδικοί Γραμματείς, αιρετοί σε ΟΤΑ α' και β' βαθμού. Επιγενόμενη απόκτηση των ιδιοτήτων αυτών επιφέρει αυτοδίκαιη απώλεια της ιδιότητας του μέλους της Επιτροπής.».

   β) Η παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως αντικαθίσταται με το εδάφιο α' της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται από την αμέσως επόμενη μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου συγκρότηση της Επιτροπής.

 

   5. Η παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3.α. Τα μέλη της Επιτροπής και οι αναπληρωτές τους διορίζονται με απόφαση του Πρωθυπουργού για θητεία τριών (3) ετών. Ο διορισμός των μελών ανακαλείται μόνο για ανικανότητα εκτέλεσης των καθηκόντων τους, καθώς και για αποδεδειγμένη ανεπάρκεια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Τα μέλη της Επιτροπής εκπίπτουν αυτοδικαίως από τη θέση τους, αν εκδοθεί σε βάρος τους αμετάκλητη δικαστική απόφαση για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημοσίου υπαλλήλου ή έκπτωση δημοσίου υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα (ν. 3528/2007). Σε περίπτωση ανάκλησης ή έκπτωσης το νέο μέλος συμπληρώνει την αρξάμενη θητεία του προκατόχου του. Η θητεία των μελών παρατείνεται μέχρι τη νόμιμη συγκρότηση της Επιτροπής για την επόμενη κάθε φορά θητεία των μελών της.

   β. Οι εκπρόσωποι των Υπουργείων είναι δυνατόν να αντικαθίστανται με πρόταση του αρμοδίου Υπουργού για σοβαρούς υπηρεσιακούς λόγους που εμποδίζουν τη συμμετοχή τους στις εργασίες της Επιτροπής. Ο νέος εκπρόσωπος συμπληρώνει την αρξάμενη θητεία του προκατόχου του.».

 

   6. Η παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και οι εκπρόσωποι των Υπουργείων συμμετέχουν στις εργασίες της Επιτροπής χωρίς δικαίωμα ψήφου και αποχωρούν πριν τη λήψη αποφάσεως. Οι εκπρόσωποι των Υπουργείων ενημερώνουν στην αρχή κάθε συνεδρίασης την Ολομέλεια ή τα Τμήματα της Επιτροπής για τα ζητήματα της αρμοδιότητάς τους.».

 

   7. Η παρ. 6 του άρθρου 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «6. Η Επιτροπή θεωρείται ότι έχει νόμιμα συγκροτηθεί εφόσον έχουν ορισθεί ένα από τα μέλη του εδαφίου β', δύο από τα μέλη του εδαφίου γ', ένα από τα μέλη του εδαφίου ιβ' και τα μέλη των εδαφίων θ' και ιγ' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.».

 

   8. Στο άρθρο 2 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, προστίθεται νέα παράγραφος 8 ως εξής:

 

   «8. Τα μέλη της Επιτροπής δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους βάσει του παρόντος νόμου. Δίωξη επιτρέπεται κατόπιν εγκλήσεως μόνο για συκοφαντική δυσφήμιση, εξύβριση ή παραβίαση του απορρήτου.».

 

   9. Στο άρθρο 3 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

 

   «3. Η Επιτροπή, με απόφαση της Ολομέλειας μπορεί να συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και άλλους φορείς για την εκπλήρωση της αποστολής της.».

 

   10. Η παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Ο Πρόεδρος έχει τη διαρκή παρακολούθηση, επίβλεψη και συντονισμό των εργασιών της Επιτροπής. Την εκπροσωπεί ενώπιον κάθε αρχής, ημεδαπής ή αλλοδαπής, καθώς και ενώπιον των διεθνών οργανισμών και των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ). Όταν αυτός κωλύεται, ελλείπει ή απουσιάζει, εκπροσωπούν την ΕΕΔΑ κατά σειρά οι Αντιπρόεδροι (Α' Αντιπρόεδρος, Β' Αντιπρόεδρος). Ο Πρόεδρος και οι δύο Αντιπρόεδροι αποτελούν το Προεδρείο της Επιτροπής, το οποίο επιλαμβάνεται των τρεχόντων και εκτάκτων θεμάτων που σχετίζονται με την αποστολή ή τη λειτουργία της Επιτροπής στο μεταξύ δύο τακτικών συνεδριάσεων της Ολομέλειας διάστημα.».

 

   11. Η παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «7. Με απόφαση της Ολομέλειας καταρτίζεται και τροποποιείται ο Κανονισμός λειτουργίας της Επιτροπής, ο οποίος δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με πράξη του Προέδρου της. Με τον Κανονισμό ρυθμίζονται, μεταξύ άλλων, η δημιουργία τμημάτων, η κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των τμημάτων και των μελών, η διαδικασία κλήσης και ακρόασης των προσώπων που καλούνται και κάθε άλλη λεπτομέρεια.».

 

   12. Το άρθρο 5 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Η Επιτροπή υποβάλλει την ετήσια έκθεσή της στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, στον Πρωθυπουργό, στον Πρόεδρο της Βουλής, στους Υπουργούς, στους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στους Προέδρους των Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας. Η συζήτηση της ετήσιας έκθεσης στη Βουλή γίνεται κατά τα προβλεπόμενα στον Κανονισμό της.».

 

   13. Η παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2667/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Συνιστώνται έξι (6) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού, κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 1943/1991 (Α' 50) και του πρώτου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 4 του ν. 3051/2002 (Α' 220), με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου διάρκειας τριών (3) ετών. Η σύμβαση αυτή μπορεί να ανανεωθεί μέχρι δύο (2) φορές. Η πλήρωση τριών (3) εκ των ανωτέρω θέσεων πραγματοποιείται ύστερα από δημόσια πρόσκληση της Επιτροπής για υποβολή υποψηφιοτήτων. Η επιλογή μεταξύ των υποψηφίων γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 2, 5 και 6 του άρθρου 19 του ν. 2190/1994 (Α' 28), όπως ισχύει, από πέντε (5) μέλη της Επιτροπής που διαθέτουν ψήφο, τα οποία ορίζονται από τον Πρόεδρό της. Οι λοιπές τρεις (3) θέσεις ειδικού επιστημονικού προσωπικού καλύπτονται είτε με απόσπαση μόνιμων ή με σύμβαση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), εφόσον συγκεντρώνουν τα προσόντα που προβλέπονται στο εδάφιο α' της παρούσας είτε με μετάταξη υπαλλήλων κατηγορίας θέσεων Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού με σύμβαση αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου. Η επιλογή, η απόσπαση και η μετάταξη διενεργούνται σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.».

 

   14. Στο άρθρο 7 του ν. 2667/1998 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

 

   «4. Του επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού της Επιτροπής προΐσταται ένας εκ των μελών του ειδικού επιστημονικού προσωπικού της Επιτροπής, ο οποίος ασκεί καθήκοντα Συντονιστή. Ο Συντονιστής ορίζεται με απόφαση της Ολομέλειας μετά από εισήγηση του Προέδρου της Επιτροπής. Ο Συντονιστής επικουρεί τον Πρόεδρο της Επιτροπής στην επίβλεψη και το συντονισμό των εργασιών του διοικητικού και επιστημονικού προσωπικού της, παρίσταται στις συνεδριάσεις του Προεδρείου της Επιτροπής και παρέχει την αναγκαία ενημέρωση για την πρόοδο των εργασιών της Επιτροπής, επικουρεί από κοινού με το λοιπό επιστημονικό προσωπικό της Επιτροπής την Ολομέλεια και τα τμήματα στη λειτουργία τους και μετέχει στις εργασίες τους. Ο Συντονιστής λαμβάνει πρόσθετη αμοιβή ίση με το ποσό της περίπτωσης αζ' του στοιχείου α' της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 4354/2015 (Α' 176).».

 

   15. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 2667/1998, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Συνιστώνται μία (1) οργανική θέση γραμματέα κατηγορίας ΠΕ και πέντε (5) οργανικές θέσεις γραμματειακής και τεχνικής υποστήριξης της Επιτροπής κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ.».

 

   16. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 2667/1998, αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται μετά από εισήγηση της Ολομέλειας της Επιτροπής:».

 

   17. Το στοιχείο β' της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 2667/1998 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β. Η πλήρωση των θέσεων της παραγράφου 1 μπορεί να γίνει και με απόσπαση ή μετάταξη ή μετακίνηση δημοσίων υπαλλήλων ή υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ. ή εργαζομένων με σύμβαση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου στο Δημόσιο, στα Ν.Π.Δ.Δ. ή σε Ν.Π.Ι.Δ. οποιασδήποτε μορφής που τελούν υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο του κράτους, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα και της κείμενης νομοθεσίας.».

 

’ρθρο 39

 

   Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 59 του ν. 4403/2016 (Α' 125) η ημερομηνία «30.12.2016» αντικαθίσταται με την ημερομηνία «30.12.2017».

 

’ρθρο 40

Ρυθμίσεις για την υποχρέωση κατάθεσης παραβόλου

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 135 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α' 97), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 37 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Με αίτηση του διαδίκου μπορεί να αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης μόνο μία (1) φορά ανά βαθμό δικαιοδοσίας, εφόσον, κατά την κρίση του δικαστηρίου, συντρέχει σπουδαίος λόγος. Το δικαστήριο μπορεί πάντοτε να αναβάλλει τη συζήτηση της υπόθεσης αυτεπαγγέλτως, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής:

   α) ποσού τριάντα (30) ευρώ, ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου,

   β) ποσού σαράντα (40) ευρώ, ενώπιον του τριμελούς πρωτοδικείου και

   γ) ποσού πενήντα (50) ευρώ, ενώπιον του εφετείου.

   Σε κοινό αίτημα αναβολής περισσότερων διαδίκων, καταβάλλεται ένα παράβολο το οποίο επιμερίζεται ισομερώς. Δεν υπέχουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.). Δεν καταβάλλεται παράβολο σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο.».

 

   2. Η παρ. 5 του άρθρου 33 του π.δ. 18/1989 (Α' 8), η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Με αίτηση του διαδίκου μπορεί να αναβληθεί η συζήτηση της υπόθεσης, εφόσον, κατά την κρίση του δικαστηρίου, συντρέχει σπουδαίος λόγος. Το δικαστήριο μπορεί πάντοτε να αναβάλλει τη συζήτηση της υπόθεσης αυτεπαγγέλτως, όταν συντρέχει σπουδαίος λόγος. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ύψους πενήντα (50) ευρώ. Σε κοινό αίτημα αναβολής περισσότερων διαδίκων, καταβάλλεται ένα παράβολο το οποίο επιμερίζεται ισομερώς. Δεν υπέχουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α). Δεν καταβάλλεται παράβολο σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο.».

 

   3. Η παρ. 3 του άρθρου 241 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α' 182), η οποία προστέθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 35 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ως εξής:

   α) είκοσι (20) ευρώ, ενώπιον Ειρηνοδικείου και Μονομελούς Πρωτοδικείου,

   β) τριάντα (30) ευρώ, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου,

   γ) σαράντα (40) ευρώ, ενώπιον του Εφετείου.

   Σε κοινό αίτημα αναβολής περισσότερων διαδίκων, καταβάλλεται ένα παράβολο το οποίο επιμερίζεται ισομερώς. Δεν υπέχουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.). Δεν καταβάλλεται παράβολο σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο.».

 

   4. Το άρθρο 575 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α' 182), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Με αίτηση του εισαγγελέα ή κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως το δικαστήριο μπορεί να αναβάλει τη συζήτηση της υπόθεσης μόνο μία (1) φορά σε μεταγενέστερη δικάσιμο, που ορίζεται αμέσως με επισημείωση στο πινάκιο. Τα εδάφια τρίτο και τέταρτο της παραγράφου 4 του άρθρου 226 εφαρμόζονται και εδώ. Σε κάθε περίπτωση αναβολής της συζήτησης το δικαστήριο μπορεί να διατηρήσει την, κατά το άρθρο 565 παράγραφος 2, αναστολή. Για την υποβολή αιτήματος αναβολής ο διάδικος καταβάλλει παράβολο υπέρ του Ταμείου Χρηματοδότησης Δικαστικών Κτιρίων (ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ.) ποσού πενήντα (50) ευρώ. Σε κοινό αίτημα αναβολής περισσότερων διαδίκων, καταβάλλεται ένα παράβολο το οποίο επιμερίζεται ισομερώς. Δεν υπέχουν υποχρέωση καταβολής παραβόλου το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.). Δεν καταβάλλεται παράβολο σε περίπτωση αποχής των δικηγόρων. Το παράβολο επιστρέφεται αν το αίτημα της αναβολής απορριφθεί από το δικαστήριο.».

 

   5. Το άρθρο 44 του ν. 4446/2016 (Α' 240) με τίτλο «Μεταβατικές διατάξεις» αντικαθίσταται ως εξής:

 

«Αρθρο 44

 

   Τα δικαστικά τέλη, τα παράβολα και τα άλλα καταβλητέα κατά τις διατάξεις του παρόντος Μέρους ποσά, όπως διαμορφώνονται σύμφωνα με το τελευταίο, καταβάλλονται για τα ένδικα βοηθήματα, τα ένδικα μέσα, τις αιτήσεις και τα άλλα δικόγραφα που κατατίθενται μετά την έναρξη ισχύος του, εκτός αν σε ειδικότερες διατάξεις του ορίζεται διαφορετικά.»

 

   6. Η υποχρέωση καταβολής παραβόλου επί αιτήματος αναβολής καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4446/2016 (Α' 240) υποθέσεις.

 

’ρθρο 41

Έκτακτη εισφορά στις αλλοδαπές αεροπορικές εταιρείες

 

   1. Κατά την αληθή έννοια των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3808/2009 (Α' 227) και της παρ. 1 του άρθρου πέμπτου του ν. 3845/2010 (Α' 65), ως καθαρό εισόδημα για την επιβολή της έκτακτης εισφοράς σε αλλοδαπές αεροπορικές εταιρείες νοείται αυτό που προκύπτει κατά την παρ. 8 του άρθρου 105 του ν. 2238/1994 (Α' 151).

 

   2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και στις κατά τη δημοσίευση του παρόντος εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον της Διοίκησης, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

’ρθρο 42

Ρυθμίσεις ζητημάτων Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων

 

   Στο τέλος της περίπτωσης α' της παρ. 2 του άρθρου 26 του ν. 4389/2016 (Α' 94) προστίθεται διαζευκτικό «ή» και υποπερίπτωση εε' ως εξής:

 

   «εε) κατέχουν τον βαθμό Α' με πλεονάζοντα χρόνο τουλάχιστον ένα (1) έτος στο βαθμό αυτόν και έχουν ασκήσει συνολικά τουλάχιστον για δύο (2) έτη καθήκοντα προϊσταμένου Τμήματος.»

 

’ρθρο 43

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 4172/2013

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 27 του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3.α. Η χρεωστική διαφορά λόγω πιστωτικού κινδύνου η οποία προκύπτει για τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται στις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 26 του παρόντος και τα οποία εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος ή, κατά περίπτωση, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, από:

   αα) τη διαγραφή χρεών οφειλετών τους,

   i) κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 61 του ν. 4307/2014 (Α'246),

   ii) κατά τις διατάξεις του ν. 3869/2010 (Α' 130),

   iii) ή ως αποτέλεσμα οριστικής διαγραφής ή συμφωνίας ρύθμισης χρεών των οφειλετών δανείων ή πιστώσεων,

   ββ) τη μεταβίβαση, δηλαδή την πώληση ή την εισφορά δανείων ή πιστώσεων κατά τις διατάξεις του ν. 4354/2015 (Α' 176) ή του ν. 3156/2003 (Α' 157) ή τη μεταβίβασή τους σε χρηματοδοτικό ή πιστωτικό ίδρυμα ή σε άλλη εταιρεία ή νομική οντότητα εφόσον τη διαχείρισή τους πραγματοποιεί πιστωτικό ίδρυμα κατά τις διατάξεις του ν. 4261/2014 (Α' 107) ή Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις του ν. 4354/2015, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους σε είκοσι (20) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση στην οποία πραγματοποιήθηκε η διαγραφή του χρέους ή η μεταβίβαση του δανείου ή της πίστωσης, αντιστοίχως. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, η χρεωστική διαφορά ισούται με το συνολικό ποσό της διαγραφής μείον τους μη εγγεγραμμένους τόκους, οι οποίοι και δεν εγγράφονται ή, αντιστοίχως, με το ποσό της ζημίας στην περίπτωση μεταβίβασης δανείων ή πιστώσεων.

   β. Τυχόν λογιστικές διαγραφές δανείων ή πιστώσεων των νομικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26, οι οποίες αφορούν διαγραφές χρέους ή μεταβιβάσεις κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση α', που δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος του εκάστοτε φορολογικού έτους της λογιστικής διαγραφής, δεν επηρεάζουν το φορολογικό αποτέλεσμα του έτους αυτού έως την επέλευση των γεγονότων της περίπτωσης α', οπότε και μετατρέπονται σε χρεωστικές διαφορές, εφαρμοζομένης της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου.

   γ. Το συνολικό ποσό της ανωτέρω χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α', καθώς και της προσωρινής διαφοράς της περίπτωσης β' της παρούσας παραγράφου δεν θα υπερβαίνει το ποσό των αναφερομένων στην περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 27Α, συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες έχουν λογιστεί έως τις 30 Ιουνίου 2015. Η απόσβεση της ανωτέρω χρεωστικής διαφοράς καταχωρείται σε χρέωση των αποτελεσμάτων της οικείας χρήσης. Σε περίπτωση που τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα έχουν σχηματίσει και εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδά τους, για το χρέος που διαγράφεται ή μεταβιβάζεται, πρόσθετη ειδική πρόβλεψη, η εν λόγω πρόβλεψη αντιλογίζεται σε πίστωση των αποτελεσμάτων του φορολογικού έτους στο οποίο πραγματοποιήθηκε η διαγραφή ή η μεταβίβαση του δανείου ή της πίστωσης και αποτελεί για αυτά φορολογητέο κέρδος από επιχειρηματική δραστηριότητα.

   Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται από 1.1.2016.».

 

   2.α. Οι παράγραφοι 2,4,9 και 10 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «2. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, λαμβάνεται υπόψη ο φόρος εισοδήματος, όπως αυτός υπολογίζεται με βάση τον εκάστοτε φορολογικό συντελεστή και εφόσον ο συντελεστής αυτός δεν θα υπερβαίνει το φορολογικό συντελεστή που ίσχυε για το φορολογικό έτος 2015, ο οποίος αναλογεί:

   α) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο υπολειπόμενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς της παραγράφου 2 του άρθρου 27 που έχει προκύψει σε βάρος των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος ή τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, νομικών προσώπων των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26,

   β) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο υπολειπόμενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και στις προσωρινές διαφορές που προβλέπονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και

   γ) σε προσωρινές διαφορές που αφορούν στο ποσό των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, οι οποίες έχουν λογισθεί αναφορικά με απαιτήσεις των προαναφερθέντων νομικών προσώπων, για το οποίο έχει ή θα λογισθεί «αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση», σύμφωνα με τις διατάξεις των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) και τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή τις αντίστοιχες διατάξεις του προϊσχύσαντος ν. 2238/1994 (Α' 151) και εμφανίζεται στις τελευταίες εκάστοτε νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ή συνεταίρων, ετήσιες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις των ανωτέρω νομικών προσώπων, εφόσον έχουν συνταχθεί με βάση τα ΔΠΧΑ.

   Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό ποσό του φόρου που υπολογίζεται στις ανωτέρω περιπτώσεις β' και γ' δεν μπορεί καθ' οιονδήποτε τρόπο να υπερβεί το συνολικό ποσό φόρου που αναλογεί στις προσωρινές διαφορές από συσσωρευμένες προβλέψεις και λοιπές εν γένει ζημίες λόγω πιστωτικού κινδύνου, που είχαν λογισθεί έως τις 30 Ιουνίου 2015, αφού αφαιρεθούν:

   αα) Τυχόν ποσό οριστικής και εκκαθαρισμένης απαίτησης, το οποίο προέκυψε σε περίπτωση λογιστικής ζημίας χρήσης κατά τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου και το οποίο αφορά στις ανωτέρω συσσωρευμένες προβλέψεις,

   ββ) το ποσό του φόρου που αναλογεί σε τυχόν μεταγενέστερες ειδικές φορολογικές προβλέψεις οι οποίες αφορούν στις ανωτέρω συσσωρευμένες προβλέψεις και

   γγ) το ποσό του φόρου που αναλογεί στις ετήσιες αποσβέσεις της χρεωστικής διαφοράς της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 27, εφόσον και κατά το μέρος που η χρεωστική διαφορά αντιστοιχίζεται με τις ανωτέρω προβλέψεις και λοιπές εν γένει ζημίες λόγω πιστωτικού κινδύνου. Η αντιστοίχιση της χρεωστικής διαφοράς με τις προβλέψεις και λοιπές ζημίες λόγω πιστωτικού κινδύνου πραγματοποιείται εξατομικευμένα, ανά οφειλέτη ή ανά χαρτοφυλάκιο δανείων ή πιστώσεων κατά την αναλογία των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου που είχαν λογισθεί έως τις 30 Ιουνίου 2015 προς το σύνολο: i) των ανωτέρω συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου και ii) των προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών που λογίσθηκαν μετά την ημερομηνία αυτή. Προκειμένου για τον υπολογισμό της ανωτέρω αναλογίας κατ' έτος αφαιρούνται από τον αριθμητή και από τον παρονομαστή τα ποσά των χρεωστικών διαφορών που προέκυψαν και αντιστοιχίσθηκαν στα προηγούμενα φορολογικά έτη.

   Ο φόρος που υπολογίζεται στις περιπτώσεις α', β' και γ' κατ' εφαρμογή των ανωτέρω, μετατρέπεται, στο σύνολό του ή μερικά με τον τρόπο που περιγράφεται κατωτέρω, κατά περίπτωση, σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση αυτού έναντι του Δημοσίου, σε περίπτωση κατά την οποία το λογιστικό, μετά από φόρους, αποτέλεσμα χρήσης του νομικού προσώπου είναι ζημία, σύμφωνα με τις, κατά τα παραπάνω, νομίμως ελεγμένες και εγκεκριμένες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ή συνεταίρων.

   Το ποσό της οριστικής και εκκαθαρισμένης απαίτησης προσδιορίζεται δια του πολλαπλασιασμού του συνολικού ποσού της, κατά τα παραπάνω, οριζόμενης αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης με το ποσοστό που αντιπροσωπεύει η λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης στο σύνολο των ιδίων κεφαλαίων, όπως αυτά εμφανίζονται στις εκάστοτε ετήσιες εταιρικές οικονομικές καταστάσεις του νομικού προσώπου, οι οποίες έχουν συνταχθεί για το οικείο φορολογικό έτος, μη συμπεριλαμβανομένης σε αυτά της λογιστικής ζημίας χρήσης [Φορολογική Απαίτηση = Ποσό Αναβαλλόμενης Φορολογικής Απαίτησης οικονομικών καταστάσεων X λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης/(ίδια κεφάλαια - Λογιστική, μετά από φόρους, ζημία χρήσης)].

   Η απαίτηση της παρούσας παραγράφου γεννάται κατά το χρόνο έγκρισης των εκάστοτε ετήσιων εταιρικών οικονομικών καταστάσεων από την τακτική γενική συνέλευση των μετόχων ή συνεταίρων και συμψηφίζεται με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος του νομικού προσώπου ή και εταιρειών του ιδίου εταιρικού ομίλου («συνδεδεμένων επιχειρήσεων» κατά την έννοια του παρόντος νόμου) του φορολογικού έτους το οποίο αφορούν οι εγκριθείσες οικονομικές καταστάσεις. Προκειμένου για το συμψηφισμό με τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος, το νομικό πρόσωπο ή η συνδεδεμένη επιχείρηση μπορεί να υποβάλει εμπρόθεσμα συμπληρωματική δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία γέννησης της απαίτησης κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Σε περίπτωση που ο αναλογών φόρος εισοδήματος του φορολογικού έτους στο οποίο προέκυψε η λογιστική ζημία δεν επαρκεί για τον ολοσχερή συμψηφισμό της απαίτησης και κατά το μέρος που αυτή δεν έχει συμψηφισθεί, το νομικό πρόσωπο έχει άμεσα εισπράξιμη απαίτηση έναντι του Ελληνικού Δημοσίου για το υπόλοιπο (μη συμψηφισθέν) ποσό. Η απαίτηση αυτή καλύπτεται εντός ενός (1) μηνός από την υποβολή της (αρχικής ή συμπληρωματικής) δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, το νομικό πρόσωπο εκδίδει δωρεάν παραστατικούς τίτλους δικαιωμάτων κτήσεως κοινών μετοχών ή συνεταιριστικών μερίδων (δικαιώματα μετατροπής), κατά τις διατάξεις της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου, οι οποίοι ανήκουν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και αντιστοιχούν σε κοινές μετοχές ή συνεταιριστικές μερίδες συνολικής αγοραίας αξίας ίσης με το εκατό τοις εκατό (100%) του ποσού της οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης, προ του συμψηφισμού της με το φόρο εισοδήματος του φορολογικού έτους στο οποίο προέκυψε η λογιστική ζημία. Ως αγοραία αξία των μετοχών ή συνεταιριστικών μερίδων νοείται: α) εφόσον οι μετοχές του νομικού προσώπου είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών ο μέσος όρος της χρηματιστηριακής τιμής τους σταθμισμένος με βάση τον όγκο συναλλαγών, κατά τις προηγούμενες τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία που καθίσταται εισπρακτέα η, κατά τα παραπάνω, φορολογική απαίτηση ή β) εφόσον πρόκειται για συνεταιριστικές μερίδες ή μετοχές που δεν είναι εισηγμένες, η εσωτερική λογιστική αξία τους, όπως προκύπτει από τον νόμιμα συνταγμένο τελευταίο ισολογισμό του νομικού προσώπου, αφού ληφθούν υπόψη τυχόν παρατηρήσεις στην έκθεση ελέγχου του νόμιμου ελεγκτή. Η άσκηση των δικαιωμάτων μετατροπής πραγματοποιείται χωρίς την καταβολή ανταλλάγματος, με την κεφαλαιοποίηση του ειδικού αποθεματικού.».

 

   «4. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εφαρμόζονται στο ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης που έχει λογισθεί επί των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω πιστωτικού κινδύνου, καθώς και επί της χρεωστικής διαφοράς και των λογιστικών διαγραφών των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 27, αναφορικά με απαιτήσεις από δάνεια ή πιστώσεις σε εταιρείες του ιδίου εταιρικού ομίλου, καθώς και σε μετόχους, συνεταίρους που κατέχουν ποσοστό άνω του τρία τοις εκατό (3%) του συνολικού συνεταιριστικού κεφαλαίου, μέλη διοικητικών συμβουλίων, διευθύνοντες συμβούλους, γενικούς διευθυντές και διευθυντές αυτών. Ως εταιρεία του ιδίου εταιρικού ομίλου νοείται κάθε συνδεδεμένη επιχείρηση κατά την έννοια του παρόντος νόμου.».

 

   «9. Σε περίπτωση μετατροπής της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης επί του ποσού των συσσωρευμένων προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, καθώς και επί των προσωρινών διαφορών της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του άρθρου 27, σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση έναντι του Δημοσίου, το δικαιούχο νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημά του, το ποσό των προβλέψεων και λοιπών εν γένει ζημιών λόγω κάλυψης πιστωτικού κινδύνου, που αφορούν στο ποσό της κατά τα ανωτέρω μετατραπείσας φορολογικής απαίτησης σε οριστική. Το ως άνω ποσό εγγράφεται σε ειδικό λογαριασμό του νομικού προσώπου.

 

   10. Το ποσό της χρεωστικής διαφοράς, για το οποίο έχει πραγματοποιηθεί μετατροπή της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης σε οριστική και εκκαθαρισμένη απαίτηση έναντι του Δημοσίου, αφαιρείται από το υπολειπόμενο (αναπόσβεστο) ποσό της χρεωστικής διαφοράς, που εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα του νομικού προσώπου κατά τις διατάξεις της παραγράφου 2 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 3 του άρθρου 27.».

   β. Η έναρξη ισχύος των διατάξεων της παρούσας παραγράφου είναι η οριζόμενη στην παρ. 11 του άρθρου 27Α του ν. 4172/2013.

 

’ρθρο 44

Τροποποίηση διατάξεων του άρθρου 16 του ν. 27/1975

 

   1.α) Η παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 27/1975 (Α' 77) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Ο φόρος και η εισφορά, που προβλέπονται από τις διατάξεις των άρθρων 6, 8 και 10 του παρόντος νόμου, καταβάλλεται σε δολάρια Η.Π.Α. ή σε λίρες Αγγλίας, κατόπιν επιλογής του υπόχρεου με βάση την επίσημη ισοτιμία μεταξύ των νομισμάτων αυτών, τα οποία μετατρέπονται σε ευρώ με βάση την τιμή αναφοράς τους έναντι του ευρώ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης.».

 

   β) Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 16 του ν. 27/1975 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Ποσά φόρου και εισφοράς του παρόντος νόμου που με την υποβολή τροποποιητικών δηλώσεων μειώνουν τα βεβαιωθέντα ποσά των αρχικών δηλώσεων, συμψηφίζονται με τυχόν οφειλόμενο φόρο ή εισφορά και αν δεν υπάρχουν τέτοια, επιστρέφονται σε ευρώ με βάση την επίσημη ισοτιμία των νομισμάτων της παραγράφου 1 κατά το χρόνο υποβολής της αρχικής δήλωσης.».

 

   2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν για δηλώσεις που υποβάλλονται από 1.1.2017 και αφορούν σε φορολογικές περιόδους από την ημερομηνία αυτή και εφεξής.

 

’ρθρο 45

 

   1. Τίθεται προθεσμία δώδεκα (12) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου για την εναρμόνιση των καταστατικών των οικοδομικών συνεταιρισμών, οι οποίοι δεν έχουν λυθεί και εκκαθαρισθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 39 του ν. 4030/2011(Α' 249), όπως ισχύει.

 

   2. Για την εναρμόνιση, οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί υποχρεούνται, πέραν των λοιπών στοιχείων που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις και στην προσκόμιση φορολογικής ενημερότητας στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο.

 

   3. Τα τελευταία τέσσερα εδάφια της παρ. 14 του άρθρου 39 του ν. 4030/2011, όπως προστέθηκαν με τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 36 του ν. 4223/2013 (Α' 287), αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης οικοδομικού συνεταιρισμού στην υποχρέωση εναρμόνισης του καταστατικού του εντός της ως άνω προθεσμίας, ο συνεταιρισμός διαλύεται αυτοδίκαια. Η διάλυση αναγνωρίζεται με πράξη του Ειρηνοδίκη, μετά από αίτηση της αρμόδιας Υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών ή οποιουδήποτε έχοντος έννομο συμφέρον. Η πράξη του Ειρηνοδίκη καταχωρίζεται στο μητρώο της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1667/1986 (Α' 196) και κοινοποιείται αμελλητί στην ως άνω Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, εφαρμόζεται δε αναλόγως και η διάταξη του τρίτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1667/1986.».

 

’ρθρο 46

Ρύθμιση θεμάτων αναπληρωτών εκπαιδευτικών

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου τρίτου του ν. 4395/2016 (Α' 110) εφαρμόζεται και για τις προσλήψεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και αναπληρωτών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (ΕΒΠ) για τα σχολικά έτη 2017-2018 και 2018- 2019.

 

   2. α) Το άρθρο 22 του ν. 3699/2008 (Α' 199), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 11 παρ. 2 του ν. 4229/2014 (Α' 8), αντικαθίσταται ως εξής:

 

«Αρθρο 22

Αναπληρωτές εκπαιδευτικοί ΕΑΕ

 

   1. Αν υπάρχουν εκπαιδευτικές ανάγκες που δεν καλύπτονται με μετάθεση, διορισμό, απόσπαση ή συμπλήρωση ωραρίου, προσλαμβάνονται αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι εκπαιδευτικοί ΕΑΕ, σύμφωνα με τα ισχύοντα στη γενική εκπαίδευση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 16.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση της Διεύθυνσης Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Υπουργείου, μπορεί να καθορίζονται διαφοροποιήσεις από τα κατά την προηγούμενη παράγραφο ισχύοντα στη γενική εκπαίδευση για την πρόσληψη προσωρινών αναπληρωτών, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών στην ΕΑΕ. Στις διαφοροποιήσεις περιλαμβάνονται, ιδίως, η κατάρτιση κύριου πίνακα κατάταξης στον οποίο εντάσσονται εκπαιδευτικοί που πληρούν τα προσόντα της παραγράφου 1 του άρθρου 16, και, σε περίπτωση εξάντλησής του, η κατάρτιση επικουρικού πίνακα στον οποίο εντάσσονται εκπαιδευτικοί που πληρούν τα προσόντα των υποπεριπτώσεων αα', ββ' και γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 4 του άρθρου 21, καθώς και τα κριτήρια κατάταξης στους ανωτέρω πίνακες και η μοριοδότησή τους, με γνώμονα την καλύτερη εξυπηρέτηση των αναγκών της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης.

   Σε περίπτωση εξάντλησης των πινάκων του προηγούμενου εδαφίου, οι προσλήψεις προσωρινών αναπληρωτών πραγματοποιούνται από τους πίνακες προσωρινών αναπληρωτών της γενικής εκπαίδευσης, με ανάλογη εφαρμογή της περίπτωσης γ' της παραγράφου 4 του άρθρου 21.».

   β) Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται από το σχολικό έτος 2017-2018.».

 

’ρθρο 47

Αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων και επιβολή ειδικής χρηματικής κύρωσης

 

   1. Μετά το άρθρο 13 του ν. 2523/1997 (Α' 179) προστίθεται νέο άρθρο 13Α ως εξής:

 

«Αρθρο 13Α

Αναστολή λειτουργίας επαγγελματικών εγκαταστάσεων και επιβολή ειδικής χρηματικής κύρωσης

 

   1. Εφόσον, από τον ίδιο μερικό επιτόπιο φορολογικό έλεγχο διαπιστώνεται η μη έκδοση ή η κατά την έννοια του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας ανακριβής έκδοση πλέον των δέκα (10) προβλεπόμενων παραστατικών πώλησης, ή, ανεξαρτήτως του πλήθους, η αξία των αγαθών ή των υπηρεσιών για τα οποία δεν εκδόθηκε παραστατικό πώλησης ή αυτό εκδόθηκε ανακριβώς υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ, αναστέλλεται άμεσα για σαράντα οκτώ (48) ώρες, η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος. Εάν, εντός του ίδιου ή του επόμενου φορολογικού έτους από τη διαπίστωση των ως άνω παραβάσεων διαπιστωθεί εκ νέου, από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο η μη έκδοση ή η ανακριβής έκδοση τουλάχιστον τριών (3) παραστατικών πώλησης, ανεξαρτήτως αξίας αυτών, στην ίδια ή σε άλλη επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου, η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος αναστέλλεται αμελλητί για ενενήντα έξι (96) ώρες. Σε κάθε επόμενη διαπίστωση από τον ίδιο μερικό επιτόπιο έλεγχο των παραβάσεων του προηγούμενου εδαφίου εντός δύο (2) φορολογικών ετών από τη διαπίστωσή τους σε οποιαδήποτε επαγγελματική εγκατάσταση του υπόχρεου, η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης στην οποία διενεργήθηκε ο έλεγχος αναστέλλεται αμελλητί για δέκα (10) ημέρες.

 

   2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται με πράξη των οργάνων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων υπό την προϋπόθεση ότι έχει εκδοθεί ειδική εντολή ελέγχου από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για την εφαρμογή του ως άνω μέτρου κατά την ημερομηνία έκδοσης της ειδικής εντολής.

 

   3. Σε περίπτωση που παρεμποδίζεται η διενέργεια του φορολογικού ελέγχου με χρησιμοποίηση βίας ή απειλής κατά των οργάνων που διενεργούν φορολογικό έλεγχο αναστέλλεται η λειτουργία της επαγγελματικής εγκατάστασης, στην οποία αφορά ο έλεγχος με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μέχρι ένα (1) μήνα.

   Η αναστολή λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 1 δεν εμποδίζει την αναστολή λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην παρούσα παράγραφο επιδίδεται σημείωμα διαπιστώσεων με τα αποτελέσματα του φορολογικού ελέγχου με κλήση προς ακρόαση για την αναστολή λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης εντός χρονικού διαστήματος πέντε (5) ημερών.

 

   4. Η επαγγελματική εγκατάσταση σφραγίζεται με τη συνδρομή της αστυνομικής ή κάθε άλλης αρμόδιας αρχής. Με κοινές αποφάσεις του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και του Υπουργού Εσωτερικών, καθορίζεται ο τρόπος, η διαδικασία και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

 

   5. Πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, σε κάθε περίπτωση παραβίασης της αναστολής από τον υπόχρεο, επιβάλλεται με πράξη των οργάνων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, κάθε φορά, επιπλέον αναστολή της επαγγελματικής εγκατάστασης του υπόχρεου για δέκα (10) ημέρες.

 

   6. Η τυχόν αλλαγή στη νομική μορφή ή στο πρόσωπο του φορέα της επιχείρησης ή η διακοπή της επιχείρησης από το χρόνο διαπίστωσης μέχρι το χρόνο της εκτέλεσης της απόφασης των προηγούμενων παραγράφων, δεν κωλύει την επιβολή και την εκτέλεση της απόφασης (ή πράξης) αναστολής, εφόσον στον ίδιο χώρο δραστηριοποιείται επιχείρηση με ίδιο ή παραπλήσιο αντικείμενο εργασιών ή σε αυτήν συμμετέχουν ένα ή περισσότερα από τα αρχικά μέλη του φορέα ή συνδεόμενα με αυτούς πρόσωπα.

 

   7. Η αναστολή λειτουργίας της επαγγελματικής εγκατάστασης ουδεμία ασκεί επιρροή στις ενοχικές σχέσεις του υπόχρεου με μισθωτούς που συνδέονται με αυτόν με σύμβαση παροχής εξαρτημένης εργασίας.

 

   8. Σε κατηγορίες υπόχρεων μπορεί, αντί της αναστολής λειτουργίας, να επιβάλλεται, με τους όρους και τις προϋποθέσεις των οριζομένων ανωτέρω, κατά περίπτωση, ειδική χρηματική κύρωση ως εξής: α) εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 από χίλια (1.000) έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, β) εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 από δύο χιλιάδες πεντακόσια ένα (2.501) έως πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ, γ) εφόσον συντρέχουν οι διαπιστώσεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 και της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, για τις πράξεις επιβολής της ειδικής χρηματικής κύρωσης της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 62 του ν. 4174/2013 (Α' 170).

 

   9. Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στις διατάξεις του άρθρου 63 του ν. 4174/2013 για τις πράξεις και τις αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997.

 

   10. Εφόσον οι παραβάσεις της παραγράφου 1 διαπιστώνονται από άλλες Αρχές στο πλαίσιο ελέγχων της αρμοδιότητάς τους, τα σχετικά έγγραφα διαπίστωσης των παραβάσεων διαβιβάζονται αμελλητί στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Η αναστολή λειτουργίας της παραγράφου 1 και οι χρηματικές κυρώσεις της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου επιβάλλονται αμελλητί με πράξη των οργάνων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 και 8 του παρόντος άρθρου, αντίστοιχα.

 

   11. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ανεξάρτητη από την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4174/2013 ή άλλων διατάξεων με τις οποίες επιβάλλονται διοικητικές ή λοιπές φορολογικές κυρώσεις.

 

   12. Για τις πράξεις, τις αποφάσεις και τις εντολές που εκδίδονται με βάση το παρόν άρθρο εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 4174/2013.

 

   13α. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών προσδιορίζονται οι κατηγορίες των υπόχρεων της παραγράφου 8.

   β. Με αποφάσεις του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων προσδιορίζεται το είδος του φορολογικού ελέγχου στο πλαίσιο του οποίου επιβάλλονται το μέτρο της αναστολής λειτουργίας και η ειδική χρηματική κύρωση, καθώς και ο τρόπος, η διαδικασία, τα όργανα και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.».

 

   2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου ισχύουν για διαπιστώσεις από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 2523/1997 εφαρμόζονται για διαπιστώσεις μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

 

   3. Υπουργικές αποφάσεις και κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 13 του ν. 2523/1997 εξακολουθούν να εφαρμόζονται αναλόγως μέχρι την έκδοση των, κατά περίπτωση οριζομένων στο άρθρο αυτό, αποφάσεων.

 

’ρθρο 48

Τροποποίηση του ν. 3475/1955 «Περί τυποποίησης νωπών αγροτικών προϊόντων - ίδρυση αγορών» (Α' 353)

 

   Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3475/1955 «Περί τυποποίησης νωπών αγροτικών προϊόντων - ίδρυση αγορών» (Α' 353) προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:

 

   «Επιπλέον, σε όλες τις περιφέρειες της επικράτειας δύνανται να ιδρύονται οργανωμένες αγορές χονδρικής πώλησης νωπών αγροτικών προϊόντων ή χονδρεμπορικές αγορές οπωροκηπευτικών ή/και κρεάτων από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Οι αγορές αυτές ιδρύονται, εγκαθίστανται και λειτουργούν εντός Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων του άρθρου 41 παρ. 4 του ν. 3982/2011 και δεν υπόκεινται στις διατάξεις περί Κεντρικών Αγορών της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου και του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.».

 

’ρθρο 49

Τροποποίηση του ν. 3982/2011 «Απλοποίηση της αδειοδότησης τεχνικών επαγγελματικών και μεταποιητικών δραστηριοτήτων και επιχειρηματικών πάρκων και άλλες διατάξεις» (Α' 143)

 

   Μετά την υποπερίπτωση δδ' της περίπτωσης δ' της παρ. 1 του άρθρου 41 του ν. 3982/2011 (Α' 143) προστίθεται υποπερίπτωση εε' ως εξής:

 

   «εε. ΕΠ χονδρικής πώλησης νωπών προϊόντων, όπου οι δραστηριότητες αυτού του τύπου καταλαμβάνουν τουλάχιστον το 60% της συνολικής έκτασης των γηπέδων του ΕΠ, το δε υπόλοιπο καταλαμβάνεται από δραστηριότητες υπαγόμενες στο δεύτερο μέρος του παρόντος. Το ΕΠ χονδρικής πώλησης νωπών προϊόντων αναπτύσσεται και σε περιοχές χονδρεμπορίου.».

 

’ρθρο 50

Καταργητική διάταξη

 

   Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργείται η παρ. 2 του άρθρου 15 του β.δ. 746/1969 «Περί της νομικής μορφής διοικήσεως, διαχειρίσεως και οργανώσεως της λειτουργίας της Κεντρικής Λαχαναγοράς Πατρών» (Α' 234).

 

’ρθρο 51

Παραχώρηση ποσοστού συγκυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου επί ακινήτου προς το Ταμείο Εθνικής Αμυνας (Τ.ΕΘ.Α.)

 

   Το Ελληνικό Δημόσιο παραχωρεί χωρίς αντάλλαγμα στο Ταμείο Εθνικής ’μυνας ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) αδιαίρετα, της κυριότητάς του, επί του ακινήτου με ΚΑΕΚ 191116101020, συνολικού εμβαδού 73.627,36 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στο Δήμο Παύλου Μελά, της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, όπως αυτό εμφαίνεται στο συνημμένο Παράρτημα 1 που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του παρόντος νόμου. Το Ταμείο Εθνικής ’μυνας υποχρεούται να παραχωρήσει το ανωτέρω ακίνητο, κατά χρήση και χωρίς αντάλλαγμα, κατ' άρθρο 84 του ν. 3883/2010 (Α' 167), στο Δήμο Παύλου Μελά της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, προς εξυπηρέτηση λόγων γενικού συμφέροντος.

’ρθρο 52

Ρυθμίσεις για τα Τέλη Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αερολιμένων

 

   1. Οι παράγραφοι 7 έως 13 του άρθρου 40 του ν. 2065/1992 (Α' 113), όπως συμπληρώθηκαν με την περίπτωση β' της παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 2668/1998 (Α' 282), αντικαταστάθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2892/2001, συμπληρώθηκαν με τις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου και τροποποιήθηκαν με την παρ. 1 του άρθρου 46 του ν. 2963/2001 (Α' 268), αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «7. Επιβάλλεται ενιαίο Τέλος Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αερολιμένων (Τ.Ε.Α.Α.) σε κάθε επιβάτη εμπορικών και ιδιωτικών αεροσκαφών και ελικοπτέρων άνω των δύο (2) ετών, που αναχωρεί από όλους τους ελληνικούς αερολιμένες, ως ακολούθως:

   α) για το διάστημα έως την 1η Νοεμβρίου 2024 επιβάλλεται τέλος που ανέρχεται σε δώδεκα (12) ευρώ και

   β) για το διάστημα μετά την 1η Νοεμβρίου 2024 και εφεξής, επιβάλλεται τέλος που ανέρχεται σε τρία (3) ευρώ.

 

   8. Από την καταβολή του τέλους της παραγράφου 7 απαλλάσσονται:

   α) οι αναχωρούντες επιβάτες από/προς αερολιμένες στους οποίους λειτουργούν αεροπορικές γραμμές που υπάγονται στο καθεστώς των άρθρων 16 έως 13 του Κανονισμού 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από/προς αεροδρόμια επί υδάτινων επιφανειών,

   β) οι επιβάτες σε πτήση διαμετακόμισης δηλαδή ίδιος αριθμός πτήσης αφιχθέντος και αναχωρούντος αεροσκάφους,

   γ) οι αεροπορικώς διερχόμενοι επιβάτες, οι οποίοι συνεχίζουν το ταξίδι τους με την ίδια ή άλλη αεροπορική εταιρεία, κάνοντας χρήση όλων των εξυπηρετήσεων που παρέχονται σε έναν αερολιμένα (transfer επιβάτες), εφόσον συνεχίζουν το ταξίδι τους εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, το οποίο θα αποδεικνύεται είτε με την προσκόμιση ενιαίου εισιτηρίου, είτε με το απόκομμα του εισιτηρίου της προηγούμενης διαδρομής. Οι εν λόγω επιβάτες καταβάλλουν στο αεροδρόμιο αναχώρησης εφάπαξ το εν λόγω τέλος,

   δ) οι επιβάτες πτήσεων κρατικών αεροσκαφών που μεταφέρουν προσωπικότητες για τις οποίες γίνεται επίσημη υποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση, οι επιβάτες ελληνικών κρατικών αεροσκαφών χρησιμοποιούμενων για στρατιωτικούς, τελωνειακούς, αστυνομικούς και γενικά κρατικούς σκοπούς, καθώς και οι επιβάτες αλλοδαπών κρατικών αεροσκαφών για κράτη με τα οποία υπάρχει αμοιβαιότητα,

   ε) τα μέλη του πληρώματος των αεροσκαφών, καθώς και μέλη του πληρώματος που επιβιβάζονται για ανάληψη υπηρεσίας σε άλλο σταθμό, για αντικατάσταση των εν υπηρεσία πληρωμάτων,

   στ) οι επιβάτες που φθάνουν σε αεροδρόμιο λόγω έκτακτης ανάγκης, βλάβης, κακών καιρικών συνθηκών ή άλλου γεγονότος ανωτέρας βίας, ανεξαρτήτως αν εξέλθουν από τον τελωνειακά ελεγχόμενο χώρο ή συνεχίσουν το ταξίδι τους με άλλο αεροσκάφος την ίδια ή άλλη μέρα, καθώς και επιβάτες πτήσεων έρευνας και διάσωσης,

   ζ) οι επιβαίνοντες σε αεροσκάφη που συμμετέχουν σε επίσημα οργανωμένες αεραθλητικές εκδηλώσεις που πραγματοποιούνται σε ελληνικούς αερολιμένες.

   Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως μπορούν να τροποποιούνται οι διατάξεις του παρόντος που ρυθμίζουν τις κατηγορίες απαλλαγών.

 

   9. Το κατά την παράγραφο 7 τέλος εισπράττεται με μέριμνα και ευθύνη των αεροπορικών εταιρειών και σε ειδικές περιπτώσεις από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας (Υ.Π.Α.) και την Αρχή Πολιτικής Αεροπορίας (Α.Π.Α.) μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13), πριν από την επιβίβαση των επιβατών στο αεροσκάφος. Το εισπραττόμενο τέλος εκάστου μηνός κατατίθεται από τις αεροπορικές εταιρείες και λοιπούς υπόχρεους είτε εντός των πρώτων είκοσι (20) ημερών του επομένου μηνός από την αναχώρηση των επιβατών στις περιπτώσεις μηνιαίας καταβολής, είτε άμεσα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων στις περιπτώσεις επιτόπιας είσπραξης, στους ειδικούς λογαριασμούς που προβλέπονται στις παρακάτω περιπτώσεις α', β' και γ' της παραγράφου αυτής, οι οποίοι τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος. Η Υ.Π.Α. ή η Α.Π.Α. μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13), χρεώνει τις αεροπορικές εταιρείες με το ποσό του Τ.Ε.Α.Α. που προεισπράχθηκε από τους επιβάτες και ελέγχει την απόδοσή του στους αντίστοιχους ειδικούς λογαριασμούς. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης από τις αεροπορικές εταιρείες, η Υ.Π.Α., και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13) η Α.Π.Α., επιβάλλει τους κατά τις κείμενες διατάξεις πρόσθετους φόρους ή τέλη ή/και τόκους υπερημερίας σε περίπτωση καθυστέρησης οφειλόμενων Τ.Ε.Α.Α., λαμβάνει τα προβλεπόμενα μέτρα, προσδιορίζει τα οφειλόμενα ποσά και αποστέλλει χρηματικό κατάλογο ληξιπρόθεσμων οφειλών στην οικεία Δ.Ο.Υ. για βεβαίωση και είσπραξη.

   Τα ποσά που εισπράττονται κατά τα ανωτέρω κατατίθενται και διατίθενται ως εξής:

   α) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» κατατίθενται στο λογαριασμό με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων» (Τ.Α.Α.Σ.) και διατίθενται κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), σύμφωνα με την υπογραφείσα Σύμβαση Ανάπτυξης του Διεθνούς Αεροδρομίου της Αθήνας στα Σπάτα, που κυρώθηκε με το ν. 2338/1995 (Α' 202). Ο λογαριασμός «Ταμείο Ανάπτυξης Αερολιμένα Σπάτων (Τ.Α.Α.Σ.)» χρεώνεται με ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των καταθέσεων την επόμενη ημέρα της κατάθεσης με πίστωση του ειδικού λογαριασμού «ποσοστά Τ.Α.Α.Σ. και Τ.Α.Ε.Α. υπέρ Υ.Π.Α.» με αξία την ημερομηνία κατάθεσης. Τα πιστούμενα στον ανωτέρω λογαριασμό ποσά διατίθενται στην Υ.Π.Α. και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13) στην Α.Π.Α., για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της.

   Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών αναπροσαρμόζονται τα ως άνω ποσοστά και ο τρόπος διάθεσής τους.

   β) Από την Ημερομηνία Έναρξης Παραχώρησης των αερολιμένων Ακτίου, Ζακύνθου, Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Κέρκυρας, Κεφαλονιάς, Κω, Μυκόνου, Μυτιλήνης, Ρόδου, Σάμου, Σαντορίνης, Σκιάθου και Χανίων, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 6.2.2. των Συμβάσεων Παραχώρησης των ως άνω αερολιμένων, τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες των εν λόγω αερολιμένων κατατίθενται σε δεκατέσσερις (14) ειδικούς λογαριασμούς με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα» που συμπληρώνονται με το όνομα του αντίστοιχου αερολιμένα, οι οποίοι τηρούνται στην Τράπεζα της Ελλάδος και διατίθενται κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%) στους αντίστοιχους Παραχωρησιούχους των Συμβάσεων Παραχώρησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 217 του ν. 4389/2016 (Α' 94), στις, κατ' εξουσιοδότηση των παραπάνω διατάξεων, κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών, καθώς και στο άρθρο 28.10 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, οι οποίες έχουν κυρωθεί με τα άρθρα 215 και 216 του ν. 4389/2016 (Α' 94).

   γ) Τα εισπραττόμενα ποσά του τέλους από αναχωρούντες επιβάτες για τους λοιπούς κρατικούς αερολιμένες της χώρας, εξαιρουμένων του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών της περίπτωσης α' της παραγράφου 9 και των περιφερειακών αεροδρομίων της περίπτωσης β' της παραγράφου 9, κατατίθενται σε λογαριασμό με τίτλο «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα....... (Τ.Α.Ε.Α.)», που συμπληρώνεται με το όνομα του αερολιμένα. Τα ως άνω ποσά διατίθενται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) για τη χρηματοδότηση έργων και εξοπλισμού στους αερολιμένες αυτούς, καθώς και την εν γένει κάλυψη του λειτουργικού και επενδυτικού τους κόστους. Τα ανωτέρω ποσά δύναται να χρησιμοποιούνται, επίσης, για την ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό του αερολιμένα και ζώνης πέριξ του χώρου του εκάστοτε αεροδρομίου, η έκταση της οποίας προσδιορίζεται με απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, στον οποίο αφορούν, ή και για κάθε άλλο αερολιμένα ή για τη μελέτη, κατασκευή και λειτουργία κάθε νέου αερολιμένα, εφόσον αυτός υπόκειται στη διαχείριση του ίδιου φορέα, καθώς και για την επιδότηση υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας που προβλέπονται από την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία στον τομέα των αεροπορικών μεταφορών.

   Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται η διαδικασία και οι προϋποθέσεις της επιδότησης. Οι λογαριασμοί «Ταμείο Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού Αερολιμένα......(Τ.Α.Ε.Α.)» χρεώνονται με το υπόλοιπο ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων την επόμενη ημέρα της κατάθεσης με πίστωση του ειδικού λογαριασμού «ποσοστά Τ.Α.Α.Σ. και Τ.Α.Ε.Α. υπέρ Υ.Π.Α.» με αξία την ημερομηνία κατάθεσης. Τα πιστούμενα στον ανωτέρω λογαριασμό ποσά διατίθενται στην Υ.Π.Α., και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13) στην Α.Π.Α., για την κάλυψη των λειτουργικών και επενδυτικών δαπανών της.

   Με κοινή απόφαση των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών αναπροσαρμόζονται τα ως άνω ποσοστά και ο τρόπος διάθεσής τους.

 

   10. Η είσπραξη των Τελών Εκσυγχρονισμού και Ανάπτυξης Αερολιμένων θα πραγματοποιείται με τη χρήση, αποκλειστικά ηλεκτρονικών μέσων και η παρακολούθηση και ο έλεγχος των εισπράξεων θα πραγματοποιείται από την Υ.Π.Α., και μετά την έναρξη ισχύος των Κεφαλαίων Α' και Β' του ν. 4427/2016 (Α' 13) την Α.Π.Α., σε κεντρικό επίπεδο. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών και του Υπουργού Οικονομικών, η οποία θα εκδοθεί εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος, καθορίζεται ο τρόπος, οι μέθοδοι, οι διαδικασίες πληρωμής και ελέγχου και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα σχετικό με την ηλεκτρονική πληρωμή και είσπραξη των Τ.Ε.Α.Α.. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται και η είσπραξη των τελών χρήσης αερολιμένων.

 

   11. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών, ρυθμίζονται οι διαδικασίες απόδοσης, χρέωσης, είσπραξης, διαχείρισης, ελέγχου και παρακολούθησης των ειδικών λογαριασμών των περιπτώσεων α' και γ' της ως άνω παραγράφου 9, η λήψη μέτρων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μεταφορών και Υποδομών δύνανται να εξαιρούνται της επιβολής Τ.Ε.Α.Α., σε μεμονωμένες περιπτώσεις, επιβάτες συγκεκριμένων πτήσεων για λόγους κοινωνικής πολιτικής.

   Με όμοιες αποφάσεις γίνονται εκταμιεύσεις από τους λογαριασμούς των περιπτώσεων α' και γ' της παραγράφου 9.

 

   12. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υποδομών και Μεταφορών καθορίζονται τα ποσοστά και ο τρόπος διάθεσης του τέλους νέου αερολιμένα.

 

   13. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της Σύμβασης Ανάπτυξης του Νέου Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος» και του κυρωτικού νόμου 2338/1995 (Α' 202), της Σύμβασης Παραχώρησης. Αναβάθμισης, Συντήρησης, Διαχείρισης και Λειτουργίας περιφερειακών αεροδρομίων Κρήτης, Ηπειρωτικής Ελλάδας και Ιονίου, καθώς και της Σύμβασης Παραχώρησης, Αναβάθμισης. Συντήρησης, Διαχείρισης και Λειτουργίας περιφερειακών αεροδρομίων Αιγαίου και του κυρωτικού νόμου 4389/2016 (Α' 94), οποιαδήποτε άλλη διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα των διατάξεων των παραγράφων 7 έως 13 του παρόντος άρθρου καταργείται.»

 

   2. Η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων, με εξαίρεση τις διατάξεις που προβλέπουν εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικής πράξης, αρχίζει από την παράδοση όλων των αερολιμένων της περίπτωσης β' της παρ. 9 του άρθρου 40 του ν. 2065/1992, όπως αυτή τροποποιείται και ισχύει με το παρόν, στους αντίστοιχους Παραχωρησιούχους των Συμβάσεων Παραχώρησης, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 4 του άρθρου 217 του ν. 4389/2016 (Α' 94), στις, κατ' εξουσιοδότηση των παραπάνω διατάξεων, κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υποδομών και Μεταφορών και Οικονομικών, καθώς και στο άρθρο 28.10 έκαστης Σύμβασης Παραχώρησης, οι οποίες έχουν κυρωθεί με τα άρθρα 215 και 216 του ν. 4389/2016 (Α' 94).

 

’ρθρο 53

 

   Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης δ' της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3270/2004 (Α' 187) προστίθενται εδάφια ως εξής:

 

   «Η διαδικασία υλοποίησης των συμφωνιών για τα προγράμματα συμπαραγωγής και συνδιαφήμισης του EOT άρχεται με πρωτοβουλία και πρόσκληση του αντισυμβαλλομένου του EOT, φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο υλοποιεί με δικά του μέσα και χρήματα συγκεκριμένη προωθητική ενέργεια και προσκαλεί τον EOT να συμπράξει στην παραγωγή του προωθητικού προϊόντος για την προβολή του ελληνικού τουρισμού, καλύπτοντας μέρος του κόστους υλοποίησης.

   Οι προϋποθέσεις και οι ειδικότεροι όροι υλοποίησης του προγράμματος προωθητικών ενεργειών, όπως αυτοί διατυπώνονται στις σχετικές συμφωνίες, διαμορφώνονται από τον αντισυμβαλλόμενο σε συνεργασία με τον EOT.

   Για τη συμμετοχή του EOT στις συμφωνίες αυτές απαιτείται αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται μετά από εισήγηση του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού και εγκρίνεται από τον Υπουργό Τουρισμού. Λεπτομέρειες ως προς την υλοποίηση των ανωτέρω συμφωνιών καθορίζονται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Τουρισμού».

 

’ρθρο 54

Τροποποίηση του ν. 4412/2016 (Α' 147)

 

   1. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 349 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:

 

   «Η διάταξη της παρ. 13 του άρθρου 13 του ν. 2703/1999 (Α' 72), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 53 του ν. 4456/2017 (Α' 24), έχει εφαρμογή για τον Πρόεδρο της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών.»

 

   2. Στις παραγράφους 7 και 8 του άρθρου 379, όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 50 του ν. 4446/2016 (Α' 240), η φράση «31η Μαρτίου 2017» αντικαθίσταται από τη φράση «31η Μαΐου 2017». Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει αναδρομικά από 1η Απριλίου 2017.

 

   3. Στην παράγραφο 11 του άρθρου 379, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 4445/2017 (Α' 24), η φράση «31η Μαρτίου 2017» αντικαθίσταται από τη φράση «31η Μαΐου 2017». Το προηγούμενο εδάφιο ισχύει αναδρομικά από 1η Ιανουαρίου 2017.

 

’ρθρο 55

 

   Η προβλεπόμενη στη σύμβαση παραχώρησης του Έργου «Μελέτη - Κατασκευή - Χρηματοδότηση - Λειτουργία - Συντήρηση και Εκμετάλλευση του Έργου «Αυτοκινητόδρομος Κόρινθος - Τρίπολη - Καλαμάτα και Κλάδος Λεύκτρο - Σπάρτη»», που κυρώθηκε με το ν. 3559/2007 (Α' 102), όπως αυτή τροποποιήθηκε με τους νόμους 4354/2015 (Α' 176) και 4368/2016 (Α' 21), δαπάνη της επιδότησης λειτουργίας και της πρόσθετης επιδότησης λειτουργίας του παραχωρησιούχου που καταβάλλεται κατά τη συμβατική περίοδο επιδοτούμενης λειτουργίας και την περίοδο πρόσθετης επιδότησης λειτουργίας, αντίστοιχα, δύναται να βαρύνει το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.

 

’ρθρο 56

 

   Τα προγράμματα και οι δράσεις του Υπουργείου Τουρισμού για την κατάρτιση και μετεκπαίδευση εργαζομένων, εποχιακά ανέργων, εμπειροτεχνών και ανέργων στον τουριστικό τομέα με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας στον τουριστικό κλάδο δύναται να χρηματοδοτούνται από το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Τουρισμού των ετών 2017, 2018 και 2019.

 

’ρθρο 57

 

   1. Στην παρ. 5 του άρθρου 76 του ν. 4375/2016 (Α' 51) προστίθεται περίπτωση γ' ως εξής:

 

   «γ. Η υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού της ΕΥΣΥΔ ΕΠ ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, στην οποία αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που δικαιολογούν την ανωτέρω υπερωριακή εργασία. Στην απόφαση αυτή καθορίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων, το χρονικό διάστημα και οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής τους. Οι πιστώσεις για την υπερωριακή απασχόληση των παραπάνω υπαλλήλων εγγράφονται σε ειδικό έργο συλλογικής απόφασης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης εκάστου έτους. Η αποζημίωση για το σύνολο του προσωπικού δύναται να καταβάλλεται από τη ΜΟΔ ΑΕ και θα καλύπτεται από τη συγχρηματοδοτούμενη Τεχνική Βοήθεια Εθνικών Προγραμμάτων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας. Ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.»

 

   2. Η παρ. 6 του άρθρου 76 του ν. 4375/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «6.α. Οι ενέργειες της τεχνικής βοήθειας που αφορούν στον προγραμματισμό, σχεδιασμό, προετοιμασία, διαχείριση, παρακολούθηση, αξιολόγηση, δημοσιότητα, εφαρμογή και έλεγχο των Εθνικών Προγραμμάτων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή ενωσιακούς πόρους των ως άνω ταμείων μέσω του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

   β. Δικαιούχοι ενεργειών τεχνικής βοήθειας είναι η Ειδική Υπηρεσία Συντονισμού και Διαχείρισης Προγραμμάτων ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ, οι Εντεταλμένες Αρχές του άρθρου 77 και η ΜΟΔ ΑΕ. Η ΕΥΣΥΔ ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ σε συνεργασία με τις Εντεταλμένες Αρχές καταρτίζουν και εκτελούν πρόγραμμα ενεργειών τεχνικής βοήθειας, το οποίο εγκρίνεται από τον Ειδικό Γραμματέα ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ. Η Αρχή Ελέγχου καταρτίζει και εκτελεί πρόγραμμα ενεργειών τεχνικής βοήθειας που χρηματοδοτείται αποκλειστικά από εθνικούς πόρους.

   γ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης μπορούν να καθορίζονται οι επιλέξιμες κατηγορίες ενεργειών τεχνικής βοήθειας, τα όρια χρηματοδότησης ανά κατηγορία ενεργειών, οι κατηγορίες δαπανών για το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος και το σκέλος που καλύπτεται από εθνικούς πόρους, οι διαδικασίες δημοσιότητας που εφαρμόζονται για την ανάθεση προμηθειών και υπηρεσιών, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα. Μέχρι την έκδοση της ως άνω απόφασης εφαρμόζεται αναλογικά η υπ' αριθμ. 23451/ΕΥΣΣΑ 493/24.2.2017 (Β' 677) απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, όπως εκάστοτε ισχύει, με την επιφύλαξη των διατάξεων των ειδικών Κανονισμών (ΕΕ) 513/2014, 515/2014 και 516/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,

   δ. Τα προγράμματα ενεργειών τεχνικής βοήθειας διακρίνονται σε συγχρηματοδοτούμενες ενέργειες και σε ενέργειες που καλύπτονται από εθνικούς πόρους του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΠΔΕ. Οι ενέργειες που χρηματοδοτούνται από εθνικούς πόρους εγκρίνονται σε ετήσια βάση από τον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, ύστερα από σχετική εισήγηση της ΕΥΣΥΔ ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ.

   ε. Η απόφαση που εκδίδεται κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 8 του άρθρου 48 του ν. 4314/2014 (Α' 265), εφαρμόζεται και για τις μετακινήσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο ενεργειών τεχνικής βοήθειας των προγραμμάτων του Ταμείου Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης και του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας.

   στ. Με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, δύναται να συγκροτούνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας και να ορίζονται εμπειρογνώμονες ή/και αξιολογητές στο πλαίσιο ενεργειών τεχνικής βοήθειας της παρούσας παραγράφου, για την υποβοήθηση του έργου της ΕΥΣΥΔ ΤΑΜΕΤΕΑΑΠ και των Εντεταλμένων Αρχών.».

 

’ρθρο 58

 

   1. Η παρ. 7 στοιχείο α' του άρθρου 13 του ν. 4314/2014 (Α' 265) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «7. Με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή Περιφερειάρχη, δύναται να ορίζονται Ενδιάμεσοι Φορείς, οι οποίοι αναλαμβάνουν τη διαχείριση μέρους ΕΠ ή συγκεκριμένα καθήκοντα της Διαχειριστικής Αρχής του εν λόγω ΕΠ για δράσεις ολοκληρωμένων χωρικών επενδύσεων ή βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, σύμφωνα με το άρθρο 123 παράγραφοι 7 και 6 του Κανονισμού αντίστοιχα.»

 

   2. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 4314/2014 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Οι Προϊστάμενοι των Ειδικών Υπηρεσιών και των Μονάδων τους, της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΜΟΔ ΑΕ και ο Προϊστάμενος της Εθνικής Αρχής Συντονισμού επιλέγονται μετά από δημόσια εσωτερική προκήρυξη, που πραγματοποιείται από την ΜΟΔ ΑΕ και απευθύνεται στο σύνολο του προσωπικού της ΜΟΔ ΑΕ και του προσωπικού που κατά τη δημοσίευση της προκήρυξης υπηρετεί με απόσπαση ή μετακίνηση στις Ειδικές Υπηρεσίες και στην Κεντρική Υπηρεσία της ΜΟΔ ΑΕ.».

 

   3. Η παρ. 9 του άρθρου 48 του ν. 4314/2014 αντικαθίσταται, ως εξής:

 

   «9. Η υπερωριακή απασχόληση του προσωπικού των Ειδικών Υπηρεσιών του ΕΣΠΑ 2014-2020 και της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΜΟΔ ΑΕ εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, στην οποία αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που δικαιολογούν την ανωτέρω υπερωριακή εργασία. Στην απόφαση αυτή καθορίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων, το χρονικό διάστημα και οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής τους. Οι πιστώσεις για την υπερωριακή απασχόληση των παραπάνω υπαλλήλων εγγράφονται σε ειδικό έργο συλλογικής απόφασης του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης εκάστου έτους. Η αποζημίωση για το σύνολο του προσωπικού δύναται να καταβάλλεται από τη ΜΟΔ ΑΕ και θα καλύπτεται από τη συγχρηματοδοτούμενη Τεχνική Βοήθεια των ΕΠ του ΕΣΠΑ 2014-2020. Ειδικότερα ζητήματα εφαρμογής του προηγούμενου εδαφίου δύναται να ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης.».

 

   4. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρθρου 59 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Οι προϊστάμενοι επιλέγονται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα αντίστοιχα Περιγράμματα Θέσεων Εργασίας που περιλαμβάνονται στο Σύστημα Διαχείρισης και Ελέγχου και όπου αυτά δεν υφίστανται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις αντίστοιχες υπουργικές ή κοινές υπουργικές αποφάσεις διάρθρωσης και στις κοινές υπουργικές αποφάσεις περί καθορισμού τυπικών, ουσιαστικών ή πρόσθετων προσόντων. Κατά την πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας της παραγράφου 2 του άρθρου 39, η επιλογή των ανωτέρω προϊσταμένων γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υπουργική απόφαση της παραγράφου 2 του άρθρου 39 ως προς τα τυπικά, ουσιαστικά και πρόσθετα προσόντα.».

 

   5. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 20 του άρθρου 59 του ν. 4314/2014 καταργείται.

 

’ρθρο 59

 

   Στο ν. 4314/2014 (Α' 265) προστίθεται άρθρο 53Α, ως εξής:

 

«Αρθρο 53Α

Σύσταση Ειδικής Υπηρεσίας Προγραμματισμού, Συντονισμού και Παρακολούθησης της υλοποίησης των Χρηματοδοτικών Μηχανισμών Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΥ - ΧΜ ΕΟΧ)»

 

   1. Στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης συστήνεται Ειδική Υπηρεσία Προγραμματισμού, Συντονισμού και Παρακολούθησης της υλοποίησης των Χρηματοδοτικών Μηχανισμών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΥ - ΧΜ ΕΟΧ), επιπέδου Διεύθυνσης, η οποία υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ και αποτελεί το Εθνικό Σημείο Επαφής, κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό για την εφαρμογή του ΕΟΧ και των Χρηματοδοτικών Μηχανισμών, όπως εκάστοτε ισχύει.

 

   2. Η ΕΥ - ΧΜ ΕΟΧ είναι αρμόδια για το σχεδιασμό, την οργάνωση της εθνικής στρατηγικής και τις διαβουλεύσεις με την Επιτροπή ΧΜ ΕΟΧ, για τη συνεργασία με την Επιτροπή για την υπογραφή των Μνημονίων Κατανόησης, την εκπροσώπηση της χώρας στις σχέσεις της με την Επιτροπή και το Γραφείο ΧΜ ΕΟΧ, την κατάρτιση και υποβολή των εκθέσεων στρατηγικής και την παρακολούθηση και εποπτεία της φυσικής και οικονομικής προόδου των εγκριθέντων έργων και προγραμμάτων των ΧΜ ΕΟΧ.

 

   3. Το προσωπικό της Ειδικής Υπηρεσίας ανέρχεται σε δέκα (10) άτομα. Για τα θέματα προσωπικού και επιλογής Προϊσταμένου της Ειδικής Υπηρεσίας ΧΜ ΕΟΧ εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κεφαλαίου Θ' και του άρθρου 59 του παρόντος νόμου.

 

   4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης, η οποία εκδίδεται κατόπιν εισήγησης του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ εξειδικεύονται οι αρμοδιότητες και καθορίζονται η διάρθρωση σε Μονάδες, η κατανομή του προσωπικού της Ειδικής Υπηρεσίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

 

   5. Καταργείται το άρθρο 39 του π.δ. 116/2014 (Α' 185) και οι αρμοδιότητες και το προσωπικό που υπηρετεί στο καταργούμενο Αυτοτελές Τμήμα Προγραμματισμού, Συντονισμού και Παρακολούθησης της υλοποίησης των Χρηματοδοτικών Μηχανισμών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου μεταφέρονται στη συνιστώμενη με το παρόν Ειδική Υπηρεσία ΧΜ ΕΟΧ.».

 

’ρθρο 60

 

   Αναστέλλεται η έκδοση, η βεβαίωση, η είσπραξη και η εκτέλεση Πρωτοκόλλων Διοικητικής Αποβολής, Πρωτοκόλλων Καθορισμού Αποζημίωσης Αυθαίρετης Χρήσης και Πρωτοκόλλων Επιβολής Ειδικής Αποζημίωσης για τις περιοχές που περιγράφονται στην υπ' αριθμ. 1151/72 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, στις υπ' αριθμ. 116/68 και 698/76 αποφάσεις του Εφετείου Ναυπλίου και στην υπ' αριθμ. 110/78 απόφαση του Αρείου Πάγου και ανήκουν στο Δήμο Λαυρεωτικής και Σαρωνικού και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου επί δασικών εκτάσεων, μέχρι την κύρωση των οριστικών εγγραφών του Εθνικού Κτηματολογίου των ανωτέρω Δήμων.

 

’ρθρο 61

 

   1. Στο άρθρο 46 του ν. 4172/2013 (Α' 167) προστίθεται περίπτωση στ', ως εξής:

 

   «στ) Οι σχολικές επιτροπές και οι σχολικές εφορείες μειονοτικών σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.».

 

   2. Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου ισχύει από 1.1.2016 και εφεξής.

 

’ρθρο 62

 

   Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά σε επιμέρους διατάξεις του.

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.