ΝΟΜΟΣ 4209 ΦΕΚ Α 253/21.11.2013

 

Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2011/61/ΕΕ σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και την Οδηγία 2011/89/ΕΕ σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012/ΕΕ περί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, κεντρικών αντισυμβαλλόμενων και αρχείων καταγραφής συναλλαγών και άλλες διατάξεις.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

 

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΜΕΡΟΣ Α'

ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2011/61/ΕΕ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A'

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 1

Σκοπός

 

   Με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 53 του Μέρους Α' του παρόντος νόμου προσαρμόζεται η νομοθεσία προς την Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2011 (ΕΕ L 174/1.7.2011) «σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που διαχειρίζονται ή προωθούν εμπορικά τέτοιους οργανισμούς, καθώς και για την τροποποίηση των Οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των Κανονισμών (ΕΚ) 1060/2009 και (ΕΕ) 1095/2010», όπως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2013/14/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2013 (ΕΕ L 145/31.5.2013).

 

’ρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 2 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 3, οι διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) εφαρμόζονται:

 

   α) σε διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) με έδρα στην Ελλάδα, οι οποίοι διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ), ασχέτως αν οι εν λόγω ΟΕΕ είναι ΟΕΕ με έδρα στην Ελλάδα, με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ ή ΟΕΕ με έδρα εκτός ΕΕ,

   β) σε ΔΟΕΕ με έδρα εκτός της ΕΕ, οι οποίοι διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ με έδρα στην Ελλάδα και

   γ) σε ΔΟΕΕ με έδρα εκτός της ΕΕ, οι οποίοι προωθούν εμπορικά στην Ελλάδα έναν ή περισσότερους ΟΕΕ, ασχέτως αν οι εν λόγω ΟΕΕ είναι ΟΕΕ με έδρα στην Ελλάδα, ΟΕΕ με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ ή ΟΕΕ με έδρα εκτός ΕΕ.

 

   2. Η εφαρμογή των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) δεν επηρεάζεται:

 

   α) αν ο ΟΕΕ είναι ανοικτού τύπου ή κλειστού τύπου,

   β) αν ο ΟΕΕ έχει συμβατική ή καταστατική μορφή ή μορφή εμπιστεύματος (trust) ή έχει οποιαδήποτε άλλη νομική μορφή,

   γ) από τη νομική δομή του ΔΟΕΕ.

 

   3. Οι διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) δεν έχουν εφαρμογή στις ακόλουθες οντότητες:

 

   α) εταιρείες συμμετοχών (holding companies),

   β) ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης του ν. 3029/2002 (Α' 160) ή ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών που εμπίπτουν στην Οδηγία 2003/41/ΕΚ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται, οι αδειοδοτημένοι φορείς που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση τέτοιων ιδρυμάτων και ενεργούν για λογαριασμό τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της ίδιας Οδηγίας ή οι διαχειριστές επενδύσεων οι οποίοι ορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 της ίδιας Οδηγίας, αν δεν διαχειρίζονται ΟΕΕ,

   γ) υπερεθνικά όργανα, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων, οι Ευρωπαϊκοί αναπτυξιακοί χρηματοδοτικοί οργανισμοί και οι διμερείς αναπτυξιακές τράπεζες, η Παγκόσμια Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και άλλα υπερεθνικά όργανα και παρεμφερείς διεθνείς οργανισμοί, αν τα εν λόγω όργανα ή οργανισμοί διαχειρίζονται ΟΕΕ και αν οι εν λόγω ΟΕΕ ενεργούν υπέρ του δημοσίου συμφέροντος,

   δ) εθνικές κεντρικές τράπεζες,

   ε) εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές και οργανισμούς ή άλλα ιδρύματα που διαχειρίζονται κεφάλαια στήριξης συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και συντάξεων,

   στ) σχήματα συμμετοχής εργαζομένων ή σχήματα αποταμίευσης εργαζομένων,

   ζ) οντότητες ειδικού σκοπού τιτλοποίησης.

 

   4. Οι ΔΟΕΕ της παραγράφου 1 συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) σε διαρκή βάση.

 

’ρθρο 3

Εξαιρέσεις (άρθρο 3 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) δεν εφαρμόζονται σε ΔΟΕΕ, αν διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ των οποίων οι μόνοι επενδυτές είναι οι ίδιοι οι ΔΟΕΕ ή οι μητρικές επιχειρήσεις ή οι θυγατρικές επιχειρήσεις αυτών των ΔΟΕΕ ή άλλες θυγατρικές επιχειρήσεις των μητρικών επιχειρήσεων αυτών των ΔΟΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι κανένας από αυτούς τους επενδυτές δεν αποτελεί ο ίδιος ΟΕΕ.

 

   2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 44, μόνον οι παράγραφοι 3 και 4 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται στους ακόλουθους ΔΟΕΕ με έδρα στην Ελλάδα:

 

   α) ΔΟΕΕ οι οποίοι, άμεσα ή έμμεσα, μέσω εταιρείας με την οποία ο ΔΟΕΕ συνδέεται μέσω κοινής διαχείρισης ή ελέγχου ή μέσω ουσιαστικής άμεσης ή έμμεσης συμμετοχής, διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των περιουσιακών στοιχείων τα οποία αποκτήθηκαν μέσω της χρήσης μόχλευσης, δεν υπερβαίνουν συνολικά το όριο των εκατό εκατομμυρίων ευρώ (100.000.000 ευρώ) ή

   β) ΔΟΕΕ οι οποίοι, άμεσα ή έμμεσα, μέσω εταιρείας με την οποία ο ΔΟΕΕ συνδέεται μέσω κοινής διαχείρισης ή ελέγχου ή μέσω ουσιαστικής άμεσης ή έμμεσης συμμετοχής, διαχειρίζονται χαρτοφυλάκια ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, δεν υπερβαίνουν συνολικά το όριο των πεντακοσίων εκατομμυρίων ευρώ (500.000.000 ευρώ), αν τα ως άνω χαρτοφυλάκια αποτελούνται από ΟΕΕ χωρίς μόχλευση και δεν έχουν χορηγήσει στους επενδυτές τους δικαίωμα εξαγοράς που να μπορεί να ασκηθεί κατά τη διάρκεια πέντε ετών από την ημερομηνία της αρχικής επένδυσης σε κάθε ΟΕΕ.

 

   3. Οι ΔΟΕΕ της παραγράφου 2 κατ' ελάχιστον:

 

   α) υποχρεούνται σε καταχώριση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς,

   β) γνωστοποιούν τη στιγμή της ως άνω καταχώρισης στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τόσο τα στοιχεία των ιδίων, όσο και των ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή τους,

   γ) παρέχουν τη στιγμή της ως άνω καταχώρισης στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορίες σχετικά με τις επενδυτικές στρατηγικές των ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή τους,

   δ) παρέχουν τακτικά στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορίες σχετικά με τα κύρια μέσα επί των οποίων συναλλάσσονται και τις βασικές εκθέσεις σε κινδύνους, καθώς και τις πιο σημαντικές συγκεντρώσεις συμμετοχών των ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται, ώστε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να είναι σε θέση να παρακολουθεί αποτελεσματικά το συστημικό κίνδυνο και

   ε) ενημερώνουν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στην περίπτωση που δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

 

   Αν δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, οι συγκεκριμένοι ΔΟΕΕ αιτούνται τη χορήγηση άδειας εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών, σύμφωνα με τις σχετικές διαδικασίες που προβλέπονται στο Κεφάλαιο Β' (άρθρα 6-11) του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

 

   4. Οι ΔΟΕΕ της παραγράφου 2 δεν απολαμβάνουν κανένα από τα δικαιώματα που χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), εκτός αν επιλέξουν την υπαγωγή τους σε αυτόν, μέσω της διαδικασίας αδειοδότησης που προβλέπεται στο Κεφάλαιο Β' του Μέρους Α'. Αν οι ΔΟΕΕ επιλέξουν την εν λόγω υπαγωγή, οι διατάξεις του Μέρους Α' του παρόντος νόμου εφαρμόζονται στο σύνολό τους.

 

   5. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τον προσδιορισμό των διαδικασιών για τους ΔΟΕΕ που επιλέγουν την υπαγωγή στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) σύμφωνα με την παράγραφο 4,

   β) τον τρόπο κατά τον οποίο πρέπει να υπολογίζονται τα κατά την παράγραφο 2 όρια και την αντιμετώπιση των ΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ των οποίων τα υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων όσων περιουσιακών στοιχείων αποκτώνται κάνοντας χρήση της μόχλευσης, υπερβαίνουν ή/και υπολείπονται του σχετικού ορίου περιστασιακά μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος,

   γ) τις υποχρεώσεις καταχώρισης και παροχής πληροφοριών για τους σκοπούς της αποτελεσματικής παρακολούθησης των συστημικών κινδύνων, όπως προβλέπει η παράγραφος 3 και

   δ) την υποχρέωση ενημέρωσης προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά την παράγραφο 3.

 

’ρθρο 4

Ορισμοί

(άρθρο 4 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Για τους σκοπούς του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

 

   α) Ως «ΟΕΕ» νοείται οποιοσδήποτε οργανισμός συλλογικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επενδυτικών του τμημάτων, ο οποίος:

   αα) Συγκεντρώνει κεφάλαια από επενδυτές με σκοπό την επένδυσή τους σύμφωνα με καθορισμένη επενδυτική πολιτική προς όφελος των εν λόγω επενδυτών και

   ββ) δεν χρειάζεται άδεια σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4099/2012 (Α' 250) ή το άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

 

   β) αα) Ως «ΔΟΕΕ» νοείται κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου η συνήθης δραστηριότητα είναι η διαχείριση ενός ή περισσότερων ΟΕΕ.

   ββ) Ως «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΑΕΔΟΕΕ)» νοείται ο ΔΟΕΕ που είναι ανώνυμη εταιρεία, έχει έδρα στην Ελλάδα και έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

   γ) Ως «υποκατάστημα» σχετικά με ένα ΔΟΕΕ νοείται μονάδα εκμετάλλευσης που αποτελεί τμήμα του ΔΟΕΕ, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει λάβει άδεια ο ΔΟΕΕ. Όλες οι μονάδες εκμετάλλευσης με εγκατάσταση στο ίδιο κράτος - μέλος από έναν ΔΟΕΕ με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος-μέλος ή σε τρίτη χώρα θεωρούνται ένα και μόνο υποκατάστημα.

   δ) Ως «συμμετοχή επί της πρόσθετης απόδοσης» (carried interest) νοείται μερίδιο στα κέρδη του ΟΕΕ που περιέρχεται στον ΔΟΕΕ ως πρόσθετη αμοιβή για τη διαχείριση του ΟΕΕ, εξαιρουμένου κάθε μεριδίου στα κέρδη του ΟΕΕ που περιέρχεται στον ΔΟΕΕ ως απόδοση επένδυσης του ΔΟΕΕ στον ΟΕΕ.

   ε) Ως «στενοί δεσμοί» νοείται η κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με:

   αα) Σχέση συμμετοχής, δηλαδή κατοχή, άμεσα ή μέσω ελέγχου, του 20% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης,

   ββ) σχέση ελέγχου, δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης, όπως αναφέρεται στην παρ. 5 του άρθρου 42ε και στην παρ. 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή παρόμοια σχέση μεταξύ ενός φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης. Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, θυγατρική επιχείρηση άλλης θυγατρικής επιχείρησης θεωρείται επίσης θυγατρική της μητρικής επιχείρησης αυτών των θυγατρικών.

   Η κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται μόνιμα με το ίδιο πρόσωπο με σχέση ελέγχου θεωρείται επίσης ότι συνιστά «στενό δεσμό» μεταξύ αυτών των προσώπων.

   στ) Ως «αρμόδιες αρχές» νοούνται οι εθνικές αρχές των κρατών-μελών οι οποίες εξουσιοδοτούνται, διά νόμου ή κανονιστικής ρύθμισης, να εποπτεύουν τους ΔΟΕΕ. Αρμόδια αρχή για την Ελλάδα ορίζεται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

   ζ) Ως «αρμόδιες αρχές» σε σχέση με το θεματοφύλακα, νοούνται:

   αα) Αν ο θεματοφύλακας είναι πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια στο πλαίσιο του ν. 3601/2007 (Α' 178), η αρμόδια αρχή είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Αν ο θεματοφύλακας είναι πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια βάσει της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, αρμόδια αρχή είναι αυτή του κράτους - μέλους καταγωγής του.

   ββ) Αν ο θεματοφύλακας είναι επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (ΕΠΕΥ) που έχει λάβει άδεια στο πλαίσιο του ν. 3606/2007 (Α'195), η αρμόδια αρχή είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Αν ο θεματοφύλακας είναι επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (ΕΠΕΥ) που έχει λάβει άδεια βάσει της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, αρμόδια αρχή είναι αυτή του κράτους - μέλους καταγωγής του.

   γγ) Αν ο θεματοφύλακας εμπίπτει σε κατηγορία ιδρύματος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 21 του παρόντος νόμου, αρμόδια αρχή είναι αυτή του κράτους - μέλους καταγωγής του.

   δδ) Αν ο θεματοφύλακας είναι οντότητα στην οποία αναφέρεται το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, αρμόδια αρχή είναι αυτή του κράτους - μέλους καταγωγής του.

   εε) Αν ο θεματοφύλακας διορίζεται ως θεματοφύλακας για εκτός ΕΕ ΟΕΕ σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 5 του άρθρου 21 του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και δεν είναι μία από τις προαναφερθείσες οντότητες, αρμόδιες αρχές είναι οι σχετικές εθνικές αρχές της τρίτης χώρας στην οποία ο θεματοφύλακας έχει την καταστατική του έδρα.

   η) Ως «αρμόδιες αρχές ΟΕΕ της ΕΕ» νοούνται οι εθνικές αρχές κράτους - μέλους, οι οποίες εξουσιοδοτούνται, δια νόμου ή κανονιστικής ρύθμισης, να εποπτεύουν τον ΟΕΕ.

   θ) Ως «έλεγχος» νοείται η ύπαρξη μίας τουλάχιστον από τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 42ε και στην παρ. 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή στο άρθρο 1 της έβδομης οδηγίας 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1983, για τους ενοποιημένους λογαριασμούς ή παρόμοια σχέση μεταξύ ενός φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης.

   ι) Ως «εγκατεστημένος» νοείται:

   αα) Προκειμένου περί ΔΟΕΕ, εκεί που έχει την καταστατική του έδρα,

   ββ) προκειμένου περί ΟΕΕ, εκεί που έχει λάβει άδεια ή καταχωρηθεί ή, κατά περίπτωση, αν ο ΟΕΕ δεν έχει λάβει άδεια ούτε έχει καταχωρηθεί, εκεί που έχει την καταστατική του έδρα,

   γγ) προκειμένου περί θεματοφύλακα, εκεί που έχει την καταστατική του έδρα ή υποκατάστημα,

   δδ) προκειμένου περί νομίμου εκπροσώπου, ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο, εκεί που έχει την καταστατική του έδρα ή υποκατάστημα,

   εε) προκειμένου περί νομίμου εκπροσώπου, ο οποίος είναι φυσικό πρόσωπο, εκεί που έχει τον τόπο κατοικίας του.

   ια) Ως «ΟΕΕ της ΕΕ» νοείται:

   αα) κάθε ΟΕΕ που έχει λάβει άδεια ή έχει καταχωρηθεί σε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία ή

   ββ) κάθε ΟΕΕ που δεν έχει λάβει άδεια ούτε έχει καταχωρηθεί σε κράτος - μέλος, αλλά έχει την καταστατική του έδρα και/ή τα κεντρικά γραφεία του σε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

   ιβ) Ως «ΔΟΕΕ της ΕΕ» νοείται κάθε ΔΟΕΕ που έχει την καταστατική του έδρα σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

   ιγ) Ως «τροφοδοτικός ΟΕΕ» νοείται κάθε ΟΕΕ ο οποίος:

   αα) Επενδύει τουλάχιστον ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των περιουσιακών του στοιχείων σε μερίδια ή μετοχές άλλου ΟΕΕ (του «κύριου ΟΕΕ») ή

   ββ) επενδύει τουλάχιστον ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των περιουσιακών του στοιχείων σε περισσότερους του ενός κύριους ΟΕΕ, αν οι εν λόγω κύριοι ΟΕΕ έχουν ταυτόσημες επενδυτικές στρατηγικές ή

   γγ) έχει κατ' άλλον τρόπο έκθεση ύψους τουλάχιστον ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) των περιουσιακών του στοιχείων σε κύριο ΟΕΕ.

   ιδ) Ως «χρηματοπιστωτικό μέσο» νοείται ένα μέσο, όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 του ν. 3606/2007.

   ιε) Ως «εταιρεία συμμετοχών» νοείται εταιρεία με συμμετοχή σε μία ή περισσότερες άλλες εταιρείες, εμπορικός σκοπός της οποίας είναι η εφαρμογή επιχειρηματικής στρατηγικής ή στρατηγικών μέσω των θυγατρικών ή συνδεδεμένων εταιρειών της ή των συμμετοχών της, προκειμένου να αυξηθεί η μακροπρόθεσμη αξία τους, και η οποία είναι εταιρεία που:

   αα) Λειτουργεί για ίδιο λογαριασμό και της οποίας οι μετοχές έχουν εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά της ΕΕ ή

   ββ) δεν έχει συσταθεί με κύριο σκοπό την εξασφάλιση κέρδους για τους επενδυτές της μέσω αποεπένδυσης από τις θυγατρικές ή τις συνδεδεμένες εταιρείες της, όπως προκύπτει από την ετήσια έκθεση της εταιρείας ή άλλα επίσημα έγγραφα.

   ιστ) Ως «κράτος - μέλος καταγωγής ενός ΟΕΕ» νοείται:

   αα) Το κράτος - μέλος στο οποίο ο ΟΕΕ έχει λάβει άδεια ή έχει καταχωρηθεί σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο ή, σε περίπτωση πολλαπλών αδειών ή καταχωρίσεων, το κράτος - μέλος στο οποίο ο ΟΕΕ έχει λάβει άδεια ή έχει καταχωρηθεί για πρώτη φορά ή

   ββ) αν ο ΟΕΕ δεν έχει λάβει άδεια ή δεν έχει καταχωρηθεί σε κράτος - μέλος, το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΟΕΕ έχει την καταστατική του έδρα και/ή τα κεντρικά γραφεία του.

   ιζ) Ως «κράτος - μέλος καταγωγής του ΔΟΕΕ» νοείται το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ έχει την καταστατική του έδρα. Για τους εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ, κάθε παραπομπή στο «κράτος - μέλος καταγωγής του ΔΟΕΕ» στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) νοείται ως παραπομπή στο «κράτος - μέλος αναφοράς», όπως προβλέπεται στο Κεφάλαιο Ζ' (άρθρα 34-40).

   ιη) Ως «κράτος - μέλος υποδοχής του ΔΟΕΕ» νοείται, κατά περίπτωση:

   αα) Το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους καταγωγής, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ της ΕΕ διαχειρίζεται ΟΕΕ της ΕΕ,

   ββ) το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους καταγωγής, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ της ΕΕ προωθεί εμπορικά τα μερίδια ή τις μετοχές ενός ΟΕΕ της ΕΕ,

   γγ) το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους καταγωγής, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ της ΕΕ προωθεί εμπορικά τα μερίδια ή τις μετοχές ενός ΟΕΕ εκτός ΕΕ,

   δδ) το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους αναφοράς, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ διαχειρίζεται ΟΕΕ της ΕΕ,

   εε) το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους αναφοράς, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προωθεί εμπορικά μερίδια ή μετοχές ενός ΟΕΕ της ΕΕ ή

   στστ) το κράτος - μέλος, εκτός του κράτους - μέλους αναφοράς, στο οποίο ένας ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προωθεί εμπορικά μερίδια ή μετοχές ενός ΟΕΕ εκτός ΕΕ.

   ιθ) Ως «αρχικό κεφάλαιο» νοούνται τα κεφάλαια κατά την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007.

   κ) ως «εκδότης» νοείται κάθε εκδότης κατά την έννοια της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/ 2007 (Α' 91), ο οποίος έχει την καταστατική του έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και του οποίου οι μετοχές έχουν εισαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007.

   κα) Ως «νόμιμος εκπρόσωπος» νοείται κάθε φυσικό πρόσωπο με τόπο κατοικίας ή κάθε νομικό πρόσωπο με καταστατική έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο, ύστερα από ρητό καθορισμό του από ένα ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ, ενεργεί στο όνομα του εν λόγω ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ έναντι των αρχών, των πελατών, των οργάνων και των αντισυμβαλλόμενων του εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όσον αφορά τις υποχρεώσεις του εν λόγω εκτός ΕΕ ΔΟΕΕ στο πλαίσιο του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

   κβ) Ως «μόχλευση» νοείται κάθε μέθοδος διά της οποίας ο ΔΟΕΕ αυξάνει την έκθεση σε κινδύνους ενός ΟΕΕ που διαχειρίζεται είτε μέσω δανεισμού μετρητών ή κινητών αξιών είτε μέσω μόχλευσης ενσωματωμένης σε θέσεις παραγώγων ή μέσω οποιωνδήποτε άλλων μέσων.

   κγ) Ως «διαχείριση ΟΕΕ» νοείται η διενέργεια τουλάχιστον των λειτουργιών διαχείρισης επενδύσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.

   κδ) Ως «εμπορική προώθηση» νοείται κάθε άμεση ή έμμεση προσφορά ή τοποθέτηση, με πρωτοβουλία του ΔΟΕΕ ή εξ ονόματος του ΔΟΕΕ, μεριδίων ή μετοχών ενός ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται σε επενδυτές με κατοικία ή καταστατική έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

   κε) Ως «κύριος ΟΕΕ» νοείται κάθε ΟΕΕ στον οποίο επενδύει ή έχει έκθεση ένας άλλος ΟΕΕ, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην ανωτέρω περίπτωση ιγ'.

   κστ) Ως «κράτος - μέλος αναφοράς» νοείται το κράτος- μέλος που καθορίζεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο A' της παραγράφου 2 του άρθρου 37.

   κζ) Ως «ΟΕΕ εκτός ΕΕ» νοείται κάθε ΟΕΕ που δεν είναι ΟΕΕ της ΕΕ.

   κη) ως «ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ» νοείται κάθε ΔΟΕΕ που δεν είναι ΔΟΕΕ της ΕΕ.

   κθ) Ως «μη εισηγμένη εταιρεία» νοείται κάθε εταιρεία η οποία έχει την καταστατική της έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και της οποίας οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007.

   λ) Ως «ίδια κεφάλαια» νοούνται τα ίδια κεφάλαια όπως ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 72 του ν. 3601/2007, τον τίτλο V Κεφάλαιο 2 Τμήμα 1 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ και τα άρθρα 13 έως 16 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ.

   λα) Ως «μητρική επιχείρηση» νοείται η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε ή της παρ. 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή, αν πρόκειται για μητρική επιχείρηση με καταστατική έδρα εκτός Ελλάδος, κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ.

   λβ) Ως «βασικός διαμεσολαβητής» νοείται πιστωτικό ίδρυμα, ΕΠΕΥ ή άλλη οντότητα που υπόκειται σε προληπτικό θεσμικό πλαίσιο και συνεχή εποπτεία και προσφέρει μία ή περισσότερες υπηρεσίες σε επαγγελματίες επενδυτές, κυρίως για τη χρηματοδότηση ή πραγματοποίηση συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα ως αντισυμβαλλόμενο μέρος, και μπορεί επίσης να παρέχει άλλες υπηρεσίες, όπως εκκαθάριση και διακανονισμό συναλλαγών, υπηρεσίες θεματοφυλακής, δανειοδοσία τίτλων, εξειδικευμένη τεχνολογία, και μέσα και εγκαταστάσεις επιχειρησιακής υποστήριξης.

   λγ) Ως «επαγγελματίας επενδυτής» νοείται κάθε επενδυτής που θεωρείται επαγγελματίας πελάτης ή μπορεί κατόπιν αιτήσεώς του να αντιμετωπίζεται ως επαγγελματίας πελάτης κατά την έννοια της παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007.

   λδ) Ως «ειδική συμμετοχή» νοείται κάθε άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε ΔΟΕΕ η οποία αντιπροσωπεύει το δέκα τοις εκατό (10%) τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 9 και 10 της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των όρων για την άθροισή τους που προβλέπονται στα άρθρα 9 και 10 του ν. 3556/2007 και στο άρθρο 12 παράγραφοι 4 και 5 της Οδηγίας 2004/109/ΕΚ ή συμμετοχή η οποία επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διοίκηση του ΔΟΕΕ στον οποίο υφίσταται η εν λόγω συμμετοχή.

   λε) Ως «εκπρόσωποι των εργαζομένων» νοούνται οι εκπρόσωποι των εργαζομένων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του π.δ. 240/2006 (Α' 252) ή στο στοιχείο ε' του άρθρου 2 της Οδηγίας 2002/14/ΕΚ.

   λστ) Ως «ιδιώτης επενδυτής» νοείται επενδυτής ο οποίος δεν είναι επαγγελματίας επενδυτής.

   λζ) Ως «θυγατρική επιχείρηση» νοείται η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε ή της παρ. 1 του άρθρου 106 του κ.ν. 2190/1920 ή, αν πρόκειται για θυγατρική επιχείρηση με καταστατική έδρα εκτός Ελλάδος, κατά την έννοια των άρθρων 1 και 2 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ.

   λη) Ως «εποπτικές αρχές» σε σχέση με ΟΕΕ εκτός ΕΕ νοούνται οι εθνικές αρχές τρίτης χώρας οι οποίες έχουν εξουσιοδοτηθεί, διά νόμου ή κανονιστικής ρύθμισης, να εποπτεύουν τον ΟΕΕ.

   λθ) Ως «εποπτικές αρχές» σε σχέση με ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ νοούνται οι εθνικές αρχές τρίτης χώρας οι οποίες έχουν εξουσιοδοτηθεί, διά νόμου ή κανονιστικής ρύθμισης, να εποπτεύουν τον ΔΟΕΕ.

   μ) Ως «οντότητα ειδικού σκοπού τιτλοποίησης» νοείται, για τους σκοπούς της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 3 του άρθρου 2, μια οντότητα μοναδικός σκοπός της οποίας είναι να διεξάγει τιτλοποίηση ή τιτλοποιήσεις κατά την έννοια του άρθρου 10 του ν. 3156/2003 και της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 24/2009 της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της 19ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με στατιστικά στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού των χρηματοδοτικών εταιρειών ειδικού σκοπού οι οποίες μετέχουν σε συναλλαγές τιτλοποίησης και άλλες δραστηριότητες κατάλληλες για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού.

   μα) Ως «ΟΣΕΚΑ» νοούνται οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες οι οποίοι έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4099/2012 ή το άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

   μβ) Ως «υπερκείμενος ΟΕΕ» νοείται ο ΟΕΕ που επενδύει σε άλλους ΟΕΕ.

   μγ) Ως «υποκείμενοι ΟΕΕ» νοούνται οι ΟΕΕ στους οποίους επενδύει ο υπερκείμενος ΟΕΕ.

 

   2. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παρ. 3 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τις μεθόδους μόχλευσης, όπως ορίζονται στο στοιχείο κβ' της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε χρηματοοικονομικών και/ή νομικών δομών με συμμετοχή τρίτων οι οποίες ελέγχονται από τον σχετικό ΟΕΕ και

   β) τον τρόπο υπολογισμού της μόχλευσης.

 

’ρθρο 5

Προσδιορισμός του ΔΟΕΕ (άρθρο 5 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Κάθε ΟΕΕ που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) έχει έναν και μόνον ΔΟΕΕ, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη συμμόρφωση προς τις ανωτέρω διατάξεις. Ο ΔΟΕΕ είναι είτε:

 

   α) εξωτερικός διαχειριστής (εξωτερικός ΔΟΕΕ) ο οποίος είναι το νομικό πρόσωπο που διορίζεται από τον ΟΕΕ ή για λογαριασμό του ΟΕΕ και ο οποίος μέσω του διορισμού αυτού είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση του ΟΕΕ ή

   β) ο ίδιος ο ΟΕΕ, που λαμβάνει άδεια ως ΔΟΕΕ, στην περίπτωση που η νομική μορφή του ΟΕΕ επιτρέπει εσωτερική διαχείριση και αν το διευθυντικό όργανο του ΟΕΕ επιλέγει να μη διορίσει εξωτερικό ΔΟΕΕ.

 

   2. Σε περιπτώσεις που ο εξωτερικός ΔΟΕΕ δεν διασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) του ΟΕΕ ή άλλης οντότητας η οποία ενεργεί για λογαριασμό του, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και, αν πρόκειται για ΟΕΕ με έδρα σε άλλο κράτος - μέλος της ΕΕ, την αρμόδια αρχή του σχετικού ΟΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καλεί τον ΔΟΕΕ να λάβει τα αναγκαία μέτρα για τη διόρθωση της κατάστασης.

 

   3. Αν, παρά τις ενέργειες που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συνεχίζεται η μη συμμόρφωση, και στον βαθμό που αφορά ΔΟΕΕ της ΕΕ ή ΟΕΕ της ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαιτεί από τον ΔΟΕΕ να παραιτηθεί από ΔΟΕΕ του συγκεκριμένου ΟΕΕ. Σε αυτή την περίπτωση, ο ΟΕΕ δεν μπορεί πλέον να προωθείται εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν η μη συμμόρφωση αφορά ΔΟΕΕ με έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διαχειρίζεται ΟΕΕ με έδρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ΟΕΕ πλέον δεν προωθείται εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους υποδοχής του ΔΟΕΕ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ B

ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΕ ΑΕΔΟΕΕ

 

’ρθρο 6

Προϋποθέσεις για την ανάληψη δραστηριοτήτων ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 6 και Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ διέπεται από τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920. Οι μετοχές της ΑΕΔΟΕΕ είναι ονομαστικές. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης ΑΕΔΟΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920, απαιτείται να έχει χορηγηθεί προηγουμένως άδεια λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. ’δεια λειτουργίας απαιτείται και για τη μετατροπή υφιστάμενης εταιρείας σε ΑΕΔΟΕΕ. Μόλις χορηγηθεί η άδεια λειτουργίας και η άδεια σύστασης, η ΑΕΔΟΕΕ δύναται να διαχειριστεί ΟΕΕ.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ που λαμβάνει άδεια λειτουργίας δυνάμει των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) συμμορφώνεται καθ' όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της προς τους όρους χορήγησης άδειας λειτουργίας που προβλέπονται στις ανωτέρω διατάξεις.

 

   2. α) Η εξωτερική ΑΕΔΟΕΕ έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη διαχείριση ΟΕΕ και επιπροσθέτως, τη διαχείριση ΟΣΕΚΑ, αν έχει λάβει άδεια λειτουργίας βάσει του ν. 4099/2012.

   β) Η δραστηριότητα της διαχείρισης ΟΕΕ περιλαμβάνει, για τους σκοπούς του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), τουλάχιστον τη λειτουργία της διαχείρισης επενδύσεων, όπου ως διαχείριση επενδύσεων νοείται η διαχείριση χαρτοφυλακίου και η διαχείριση κινδύνων, και επιπροσθέτως, τις παρακάτω λειτουργίες:

   αα) τη διοίκηση των ΟΕΕ: νομικές υπηρεσίες, υπηρεσίες λογιστικής διαχείρισης, υπηρεσίες εξυπηρέτησης πελατών, αποτίμηση του χαρτοφυλακίου και καθορισμό της αξίας των μεριδίων/μετοχών του (συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών δηλώσεων), έλεγχο της τήρησης των κανονιστικών διατάξεων, τήρηση μητρώου μεριδιούχων/μετόχων, διανομή εισοδήματος, έκδοση και εξαγορά μεριδίων/μετοχών, διεκπεραίωση συναλλαγών επί μεριδίων/μετοχών, αποστολή εντύπων και βεβαιώσεων και τήρηση αρχείων,

   ββ) τη διαφήμιση των ΟΕΕ και την εμπορική προώθησή τους και

   γγ) δραστηριότητες που αφορούν στα περιουσιακά στοιχεία των ΟΕΕ, όπως υπηρεσίες απαραίτητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων πίστης του ΔΟΕΕ, της διαχείρισης υποδομών και εγκαταστάσεων, των δραστηριοτήτων διαχείρισης ακινήτων, της παροχής συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση των κεφαλαίων τους, της βιομηχανικής στρατηγικής και σχετικών θεμάτων, της παροχής συμβουλών και υπηρεσιών σχετικά με συγχωνεύσεις και την εξαγορά επιχειρήσεων και άλλες υπηρεσίες που συνδέονται με τη διαχείριση του ΟΕΕ και των εταιρειών και άλλων περιουσιακών στοιχείων στα οποία έχει επενδύσει.

 

   3. Ο ΟΕΕ με εσωτερική διαχείριση δεν αναπτύσσει δραστηριότητες άλλες από την εσωτερική διαχείριση του συγκεκριμένου ΟΕΕ σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

 

   4. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2 και κατόπιν άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η εξωτερική ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να παρέχει, επιπροσθέτως, τις ακόλουθες υπηρεσίες:

 

   α) Διαχείριση χαρτοφυλακίων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν σε συνταξιοδοτικά ταμεία και σε ιδρύματα που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, σύμφωνα με την απόφαση Φ.Επαγγ.ασφ./οικ.16/9.4.2003 «Όροι λειτουργίας των Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης» του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β' 462), σύμφωνα με εντολές που δίδονται από πελάτες και για κάθε πελάτη χωριστά και

   β) παρεπόμενες υπηρεσίες:

   αα) Παροχή επενδυτικών συμβουλών,

   ββ) φύλαξη και διοικητική διαχείριση μετοχών ή μεριδίων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων και

   γγ) λήψη και διαβίβαση εντολών επί χρηματοπιστωτικών μέσων.

 

   5. Οι ΑΕΔΟΕΕ δεν δύνανται να λάβουν άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, βάσει του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), για:

   α) την παροχή μόνο των υπηρεσιών της παραγράφου 4,

   β) την παροχή των παρεπόμενων υπηρεσιών της περίπτωσης β' της παραγράφου 4, χωρίς να έχουν λάβει άδεια για την παροχή της υπηρεσίας της περίπτωσης α' της παραγράφου 4,

   γ) την άσκηση μόνον των δραστηριοτήτων των υποπεριπτώσεων αα', ββ' και γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου,

   δ) την παροχή της υπηρεσίας της διαχείρισης χαρτοφυλακίου χωρίς να παρέχουν την υπηρεσία της διαχείρισης κινδύνων, οι οποίες αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, και αντιστρόφως.

 

   6. Η ΑΕΔΟΕΕ εφαρμόζει την παράγραφο 5 του άρθρου 3 και τα άρθρα 10, 12, 14, 19 και 25 του ν. 3606/2007 κατά την παροχή των υπηρεσιών της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να ρυθμίζει λεπτομέρειες και τεχνικά θέματα σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.

 

   7. Οι ΑΕΔΟΕΕ παρέχουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις πληροφορίες που χρειάζεται για την ευχερή παρακολούθηση της συνεχούς συμμόρφωσης των ΑΕ-ΔΟΕΕ με τους όρους των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

 

   8. Οι ανώνυμες εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το ν. 3606/2007, οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος σύμφωνα με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ και τα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα σύμφωνα με το ν. 3601/2007 ή σε άλλο κράτος-μέλος σύμφωνα με την Οδηγία 2006/48/ ΕΚ δεν υποχρεούνται να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας βάσει του παρόντος νόμου προκειμένου να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, όπως ατομική διαχείριση χαρτοφυλακίου σε σχέση με ΟΕΕ. Οι ως άνω εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών μπορούν, άμεσα ή έμμεσα, να προσφέρουν ή να διαθέτουν μερίδια ΟΕΕ σε επενδυτές στην Ελλάδα, μόνον στο βαθμό κατά τον οποίο τα μερίδια μπορούν να προωθηθούν εμπορικά σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

 

’ρθρο 7

Αίτηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 7 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ υποβάλλει αίτηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ που αιτείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις ακόλουθες πληροφορίες, όσον αφορά στην ίδια, σχετικά με:

 

   α) τα φυσικά πρόσωπα που πραγματικά διεξάγουν τις εργασίες της,

   β) την ταυτότητα των φυσικών και νομικών προσώπων που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα ειδική συμμετοχή, καθώς και το ύψος της συμμετοχής αυτής,

   γ) το πρόγραμμα δραστηριοτήτων της το οποίο καθορίζει και την οργανωτική δομή του, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η ΑΕΔΟΕΕ σκοπεύει να συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις της δυνάμει των Κεφαλαίων Β' (άρθρα 6-11), Γ' (άρθρα 12-21), Δ' (άρθρα 22-24) και, κατά περίπτωση, των Κεφαλαίων Ε' (άρθρα 25-30), ΣΤ' (άρθρα 31-33), Ζ' (άρθρα 34-40) και Η' (άρθρο 41) του Μέρους Α' (άρθρα 1-53),

   δ) πληροφορίες σχετικά με τις πολιτικές και πρακτικές αμοιβών κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 και

   ε) πληροφορίες σχετικά με τις ρυθμίσεις οι οποίες πραγματοποιούνται για την ανάθεση και τη δευτερεύουσα ανάθεση λειτουργιών σε τρίτους, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 20.

 

   3. Η ΑΕΔΟΕΕ που αιτείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας παρέχει επιπλέον στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις ακόλουθες πληροφορίες, αναφορικά με τους ΟΕΕ τους οποίους προτίθεται να διαχειριστεί, σχετικά με:

 

   α) τις επενδυτικές στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων των τύπων των υποκείμενων επενδυτικών κεφαλαίων στην περίπτωση που ο ΟΕΕ αποτελεί επενδυτικό κεφάλαιο που επενδύει σε άλλα επενδυτικά κεφάλαια, και της πολιτικής της ΑΕΔΟΕΕ όσον αφορά τη χρήση μόχλευσης, καθώς και το προφίλ κινδύνου και τα άλλα χαρακτηριστικά των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή σκοπεύει να διαχειρισθεί, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τα κράτη-μέλη ή τα τρίτα κράτη στα οποία οι ΟΕΕ είναι εγκατεστημένοι ή αναμένεται να εγκατασταθούν,

   β) τον τόπο εγκατάστασης του κύριου ΟΕΕ στην περίπτωση που ο ΟΕΕ αποτελεί τροφοδοτικό ΟΕΕ,

   γ) τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα κάθε ΟΕΕ που σκοπεύει να διαχειρισθεί η ΑΕΔΟΕΕ,

   δ) τις ρυθμίσεις που έγιναν για το διορισμό θεματοφύλακα, σύμφωνα με το άρθρο 21, για κάθε ΟΕΕ που σκοπεύει να διαχειρισθεί η ΑΕΔΟΕΕ και

   ε) οποιεσδήποτε επιπλέον πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή προτίθεται να διαχειρισθεί η ΑΕΔΟΕΕ.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν απαιτεί από ΑΕ-ΔΑΚ του ν. 4099/2012, που αιτείται τη χορήγηση άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) του παρόντος νόμου, να παράσχει πληροφορίες ή έγγραφα τα οποία η ΑΕΔΑΚ είχε ήδη παράσχει αν ζήτησε άδεια λειτουργίας βάσει του ν. 4099/2012, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πληροφορίες ή έγγραφα εξακολουθούν να είναι επικαιροποιημένα.

 

   5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών σε τριμηνιαία βάση για τις άδειες λειτουργίας που χορηγήθηκαν ή ανακλήθηκαν σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο (άρθρα 6-11).

 

’ρθρο 8

Προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 8 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ, μόνον αν:

 

   α) βεβαιωθεί ότι η ΑΕΔΟΕΕ είναι σε θέση να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53),

   β) η ΑΕΔΟΕΕ έχει επαρκές μετοχικό κεφάλαιο και ίδια κεφάλαια κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 9,

   γ) τα πρόσωπα που πραγματικά διεξάγουν τις εργασίες της ΑΕΔΟΕΕ διαθέτουν την απαιτούμενη αξιοπιστία και επαγγελματική εμπειρία σε σχέση και με τις επενδυτικές στρατηγικές που ακολουθούν οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ. Η ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τα στοιχεία των προσώπων αυτών, καθώς και κάθε αντικατάσταση των εν λόγω προσώπων. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι τα παραπάνω πρόσωπα δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα ήθους και εμπειρίας ζητεί την απομάκρυνσή τους. Σε κάθε περίπτωση, οι εργασίες της ΑΕΔΟΕΕ διευθύνονται από δύο (2) τουλάχιστον πρόσωπα που πληρούν τις ανωτέρω προϋποθέσεις. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να ρυθμίζει κάθε θέμα σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας περίπτωσης, καθώς και με τα κριτήρια καταλληλότητας των μελών του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΔΟΕΕ και των λοιπών προσώπων που πραγματικά διεξάγουν τις εργασίες της,

   δ) οι μέτοχοι της ΑΕΔΟΕΕ που κατέχουν ειδική συμμετοχή είναι κατάλληλοι, λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να εξασφαλισθεί η χρηστή και συνετή διαχείριση της ΑΕΔΟΕΕ και

   ε) η καταστατική έδρα και η κεντρική διοίκηση της ΑΕΔΟΕΕ βρίσκονται στην Ελλάδα.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητεί προηγουμένως τη γνώμη των αρμόδιων αρχών των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών - μελών, προκειμένου να χορηγήσει άδεια λειτουργίας σε ΑΕΔΟΕΕ, η οποία είναι:

 

  α) θυγατρική άλλου ΔΟΕΕ, εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος ή

   β) θυγατρική της μητρικής επιχείρησης άλλου ΔΟΕΕ, εταιρείας διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος ή

   γ) εταιρεία που ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα με αυτά που ελέγχουν άλλο ΔΟΕΕ, εταιρεία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ, επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος.

 

   3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητεί προηγουμένως τη γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδος, προκειμένου να χορηγήσει άδεια λειτουργίας σε ΑΕΔΟΕΕ, η οποία:

 

   α) είναι θυγατρική πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που εδρεύει στην Ελλάδα ή

   β) είναι θυγατρική της μητρικής επιχείρησης πιστωτικού ιδρύματος ή ασφαλιστικής επιχείρησης που εδρεύει στην Ελλάδα ή

   γ) ελέγχεται από τα ίδια φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ελέγχουν πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση που εδρεύει στην Ελλάδα.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν χορηγεί άδεια λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ αν η αποτελεσματική άσκηση των εποπτικών της καθηκόντων παρεμποδίζεται εξαιτίας κάποιας από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

   α) από στενούς δεσμούς μεταξύ της ΑΕΔΟΕΕ και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων,

   β) από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτου κράτους, οι οποίες διέπουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα με τα οποία η ΑΕΔΟΕΕ έχει στενές σχέσεις,

   γ) από δυσκολίες στην επιβολή των εν λόγω νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων.

 

   5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να περιορίσει το αντικείμενο της άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ, ιδίως όσον αφορά τις επενδυτικές στρατηγικές των ΟΕΕ που επιτρέπεται στην ΑΕΔΟΕΕ να διαχειρισθεί.

 

   6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει εγγράφως την ΑΕΔΟΕΕ που αιτείται άδεια λειτουργίας, εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της πλήρους αίτησης, για τη χορήγηση ή μη της άδειας. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να παρατείνει την προθεσμία αυτή κατά τρεις (3) επιπλέον μήνες, αν το θεωρήσει αναγκαίο λόγω των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης και αφού ενημερώσει σχετικά την ΑΕΔΟΕΕ.

 

   Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, μια αίτηση κρίνεται πλήρης, αν η ΑΕΔΟΕΕ έχει υποβάλει τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' έως και δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 7 και στις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 7.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει να διαχειρίζεται ΟΕΕ στην Ελλάδα που έχουν τις επενδυτικές στρατηγικές που περιγράφονται, κατά τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 7, στην αίτηση που υπέβαλε για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, αμέσως μετά τη λήψη της εν λόγω άδειας, αλλά όχι νωρίτερα από έναν (1) μήνα μετά την υποβολή των πληροφοριών που τυχόν έλειπαν και αναφέρονται στην περίπτωση ε' της παραγράφου 2 του άρθρου 7 και στις περιπτώσεις γ', δ' και ε' της παραγράφου 3 του άρθρου 7.

 

’ρθρο 9

Μετοχικό κεφάλαιο και ίδια κεφάλαια ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 9 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕΔΟΕΕ που αποτελεί εσωτερικά διαχειριζόμενο ΟΕΕ έχει ελάχιστο ύψος τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.

 

   2. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΔΟΕΕ που έχει οριστεί ως εξωτερική διαχειρίστρια ΟΕΕ έχει ελάχιστο ύψος εκατόν είκοσι πέντε χιλιάδες (125.000) ευρώ.

 

   3. Κατ' εξαίρεση, για τις υφιστάμενες εταιρείες που διαχειρίζονται ΟΕΕ τα όρια των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται για τα ίδια κεφάλαιά τους. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, δύναται να τροποποιούνται τα ποσά των παραγράφων 1 και 2. Στην περίπτωση αυτή, για τον υπολογισμό του ελαχίστου ύψους του μετοχικού κεφαλαίου των ΑΕΔΟΕΕ που λειτουργούν κατά το χρόνο της αλλαγής, λαμβάνονται υπόψη τα ίδια κεφάλαιά τους.

 

   4. Στην περίπτωση που η αξία των χαρτοφυλακίων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα εκατομμύρια (250.000.000) ευρώ, η ΑΕΔΟΕΕ οφείλει να αυξήσει τα ίδια κεφάλαιά της κατά το ποσό που αντιστοιχεί στο 0,02% του ποσού κατά το οποίο η αξία των χαρτοφυλακίων της ΑΕΔΟΕΕ υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα εκατομμύρια (250.000.000) ευρώ. Η κατά το παραπάνω εδάφιο αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου δεν απαιτείται αν το σύνολο του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΔΟΕΕ και του ποσού της αύξησης υπερβαίνει τα δέκα εκατομμύρια (10.000.000) ευρώ.

 

   5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 4, ως χαρτοφυλάκια της ΑΕΔΟΕΕ θεωρούνται οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των ΟΕΕ για τους οποίους η ΑΕΔΟΕΕ έχει αναθέσει λειτουργίες σύμφωνα με το άρθρο 20, αλλά εξαιρουμένων των χαρτοφυλακίων ΟΕΕ τα οποία η ΑΕΔΟΕΕ διαχειρίζεται κατόπιν ανάθεσης.

 

   6. Ανεξαρτήτως της παραγράφου 4, τα ίδια κεφάλαια της ΑΕΔΟΕΕ δεν πρέπει να υπολείπονται του ποσού που ορίζεται με την απόφαση 1/459/27.12.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία ενσωματώνει το άρθρο 21 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ.

 

   7. Τα ίδια κεφάλαια της ΑΕΔΟΕΕ δεν μπορεί να είναι μικρότερα από τα ποσά που ορίζονται στις παραγράφους 1, 2, 4 και 6 του παρόντος άρθρου. Για το λόγο αυτόν, η ΑΕΔΟΕΕ υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις οικονομικές της καταστάσεις αμέσως μετά τη δημοσίευσή τους. Αν τα ίδια κεφάλαια της ΑΕΔΟΕΕ είναι μικρότερα από τα ποσά που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της, όποτε το δικαιολογούν οι περιστάσεις, να θέτει στην ΑΕΔΟΕΕ περιορισμένη προθεσμία για την προσαρμογή των ιδίων κεφαλαίων της, άλλως, την παύση του συνόλου ή μέρους των δραστηριοτήτων της.

 

   8. Η ΑΕΔΟΕΕ επιτρέπεται να μην καταβάλει μέχρι και το πενήντα τοις εκατό (50%) του ποσού της αύξησης των ιδίων κεφαλαίων που αναφέρεται στην παράγραφο 4, αν προσκομίσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ισόποση εγγύηση στην οποία θα αναφέρεται ότι σε πρώτη ζήτηση θα κατατεθεί σε λογαριασμό της ΑΕΔΟΕΕ το ως άνω ποσό της αύξησης των ιδίων κεφαλαίων της. Εκδότης της εγγύησης δύναται να είναι πιστωτικό ίδρυμα ή ασφαλιστική επιχείρηση που έχουν την καταστατική τους έδρα σε κράτος - μέλος ή σε τρίτο κράτος, αν υπόκεινται σε κανόνες προληπτικής εποπτείας που θεωρούνται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τουλάχιστον ισοδύναμοι με τους κανόνες προληπτικής εποπτείας της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντολείς της εν λόγω εγγύησης είναι η ΑΕΔΟΕΕ ή οι μέτοχοί της.

 

   9. Για την κάλυψη ενδεχόμενων κινδύνων επαγγελματικής ευθύνης που προκύπτουν από δραστηριότητες της ΑΕΔΟΕΕ κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, τόσο οι εσωτερικά διαχειριζόμενοι ΟΕΕ όσο και οι εξωτερικές ΑΕΔΟΕΕ είτε:

 

   α) διαθέτουν πρόσθετα ίδια κεφάλαια που επαρκούν για την κάλυψη ενδεχόμενων κινδύνων αστικής ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια είτε

   β) διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης για την κάλυψη της αστικής ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, η οποία είναι επαρκής για τους κινδύνους που καλύπτει.

 

   10. Τα ίδια κεφάλαια, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων κατά την έννοια της περίπτωσης α' της παραγράφου 9, επενδύονται σε ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία ή σε περιουσιακά στοιχεία που δύνανται να μετατραπούν άμεσα σε μετρητά και δεν περιλαμβάνουν κερδοσκοπικές θέσεις.

 

   11. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 9 του άρθρου 9 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, βάσει των οποίων εκδόθηκε ο Κανονισμός (ΕΕ) 231/2013, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου τα οποία καθορίζουν:

 

   α) τους κινδύνους που πρέπει να καλύπτουν τα πρόσθετα ίδια κεφάλαια ή η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης,

   β) τις προϋποθέσεις για την αξιολόγηση της επάρκειας των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων ή της κάλυψης που παρέχει η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης και

   γ) τον τρόπο προσδιορισμού των απαιτούμενων προσαρμογών των πρόσθετων ιδίων κεφαλαίων ή της κάλυψης που παρέχει η ασφάλιση επαγγελματικής ευθύνης.

 

   12. Με την εξαίρεση των παραγράφων 9 και 10 και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 11, το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε ΑΕΔΟΕΕ που είναι ταυτοχρόνως ΑΕΔΑΚ του ν. 4099/ 2012 ή εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

 

’ρθρο 10

Αλλαγές στο πεδίο εφαρμογής της άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 10 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κάθε ουσιώδη αλλαγή στις προϋποθέσεις για την αρχική άδεια λειτουργίας, και ιδίως τις ουσιώδεις αλλαγές στις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 7, πριν από την εφαρμογή τους.

 

   2. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίσει να επιβάλει περιορισμούς ή να απορρίψει τις εν λόγω αλλαγές, ενημερώνει την ΑΕΔΟΕΕ, εντός ενός (1) μηνός από τη λήψη της γνωστοποίησης της παραγράφου 1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να παρατείνει την προθεσμία αυτήν κατά έναν (1) επιπλέον μήνα, αν το θεωρήσει αναγκαίο λόγω των ειδικών περιστάσεων της υπόθεσης και αφού ενημερώσει σχετικά την ΑΕΔΟΕΕ. Οι αλλαγές αυτές τίθενται σε ισχύ αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν αντιταχθεί σε αυτές εντός της σχετικής περιόδου αξιολόγησής τους, κατά τα προηγούμενα εδάφια.

 

’ρθρο 11

Ανάκληση άδειας λειτουργίας ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 11 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγήσει σε ΑΕΔΟΕΕ, μόνον αν αυτή:

 

   α) δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας που της χορηγήθηκε εντός δώδεκα (12) μηνών ή παραιτηθεί ρητά από αυτήν ή έχει παύσει να ασκεί τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει αδειοδοτηθεί για διάστημα μεγαλύτερο από έξι (6) μήνες,

   β) έλαβε την άδεια λειτουργίας βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλον αντικανονικό τρόπο,

   γ) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας της,

   δ) δεν τηρεί πλέον τις σχετικές διατάξεις του ν. 3606/ 2007, αν η άδεια λειτουργίας της καλύπτει και την υπηρεσία διαχείρισης χαρτοφυλακίων πελατών της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου,

   ε) έχει παραβεί σοβαρά και συστηματικά τις διατάξεις που θεσπίζονται βάσει του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή

   στ) συντρέχει άλλος λόγος για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ο οποίος προκύπτει από την ισχύουσα νομοθεσία.

 

   2. Πριν προχωρήσει στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην ΑΕΔΟΕΕ τις διαπιστωθείσες ελλείψεις ή παραβάσεις, καθώς και την πρόθεσή της να προχωρήσει σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας της, τάσσοντάς της ταυτόχρονα προθεσμία, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την παραπάνω γνωστοποίηση, μέσα στην οποία η ΑΕΔΟΕΕ οφείλει να διατυπώσει τις απόψεις της και να λάβει, αν συντρέχει περίπτωση, τα κατάλληλα μέτρα για την παύση των παραβάσεων ή την άρση των συνεπειών τους. Μετά την πάροδο της προθεσμίας και αφού λάβει υπόψη της τις θέσεις της ΑΕΔΟΕΕ και αξιολογήσει τα μέτρα που έχει λάβει, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει οριστικώς.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΑΠΟ ΑΕΔΟΕΕ

ΤΜΗΜΑ 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

 

’ρθρο 12

Γενικές αρχές (άρθρο 12 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ τηρούν διαρκώς τους ακόλουθους κανόνες:

   α) ενεργούν εντίμως και νομίμως, με τη δέουσα προσοχή, μέριμνα και επιμέλεια κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους,

   β) ενεργούν προς το συμφέρον των ΟΕΕ ή των επενδυτών των ΟΕΕ που διαχειρίζονται και της ακεραιότητας της αγοράς,

   γ) διαθέτουν και χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη βέλτιστη διεκπεραίωση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων,

   δ) λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο για την αποτροπή συγκρούσεων συμφερόντων και, αν αυτές δεν είναι δυνατόν να αποφευχθούν, για τον εντοπισμό, τη διαχείριση και την παρακολούθηση, και, κατά περίπτωση, τη γνωστοποίηση των εν λόγω συγκρούσεων συμφερόντων προκειμένου να αποτρέπεται η επιζήμια επίδρασή τους στα συμφέροντα των ΟΕΕ και των επενδυτών τους και να εξασφαλίζεται η δίκαιη μεταχείριση των ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται,

   ε) τηρούν όλες τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που διέπουν την άσκηση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, έτσι ώστε να προωθούνται κατά τον πλέον επωφελή τρόπο τα συμφέροντα των ΟΕΕ που διαχειρίζονται ή των επενδυτών τους και να διασφαλίζεται η ακεραιότητα της αγοράς και

   στ) μεριμνούν ώστε όλοι οι επενδυτές των ΟΕΕ να τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης.

Κανένας επενδυτής ΟΕΕ δεν μπορεί να τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης, εκτός αν αυτή γνωστοποιείται στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα του συγκεκριμένου ΟΕΕ.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ, που έχει λάβει άδεια για την παροχή της υπηρεσίας της διαχείρισης χαρτοφυλακίων πελατών της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 6:

   α) δεν επιτρέπεται να επενδύει το σύνολο ή μέρος του χαρτοφυλακίου των πελατών σε μερίδια ή μετοχές των ΟΕΕ που διαχειρίζεται, εκτός αν λάβει προηγούμενη γενική έγκριση από τον πελάτη και

   β) υπόκειται, όσον αφορά τις υπηρεσίες της παραγράφου 4 του άρθρου 6, στις διατάξεις των άρθρων 61 έως και 78 του ν. 2533/1997 (Α' 228) σχετικά με τα συστήματα αποζημίωσης των επενδυτών.

 

   3. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 12 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τα κριτήρια που χρησιμοποιεί για την εποπτεία της τήρησης από τις ΑΕΔΟΕΕ των υποχρεώσεών τους βάσει της παραγράφου 1.

 

’ρθρο 13

Πολιτική αποδοχών

(άρθρο 13 και Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ θεσπίζουν και τηρούν πολιτικές και πρακτικές αποδοχών για εκείνες τις κατηγορίες προσωπικού των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στο προφίλ κινδύνου των ΑΕΔΟΕΕ ή των ΟΕΕ που διαχειρίζονται, συμπεριλαμβανομένων των ανωτέρων διευθυντικών στελεχών, των στελεχών που ασκούν διαχείριση κινδύνων, των στελεχών που ασκούν λειτουργίες ελέγχου και οποιωνδήποτε υπαλλήλων, των οποίων οι συνολικές αποδοχές τους εντάσσουν στην ίδια κατηγορία αποδοχών με τα ανώτερα διευθυντικά στελέχη και τα στελέχη που ασκούν διαχείριση κινδύνων. Οι πολιτικές και πρακτικές αποδοχών πρέπει να είναι συμβατές και να εξυπηρετούν τη χρηστή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και να μην ενθαρρύνουν την ανάληψη κινδύνων ασύμβατων προς το προφίλ κινδύνου, τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ που διαχειρίζονται.

 

   Οι ΑΕΔΟΕΕ καθορίζουν τις ανωτέρω πολιτικές και πρακτικές αποδοχών σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 3 και 4.

 

   2. Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών αποδοχών, συμπεριλαμβανομένων των μισθών και των προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών, για τις κατηγορίες προσωπικού της παραγράφου 1, οι ΑΕΔΟΕΕ συμμορφώνονται προς τις ακόλουθες αρχές κατά τρόπο και σε βαθμό ενδεδειγμένο προς το μέγεθός τους, την εσωτερική οργάνωση και τη φύση, το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων τους:

 

   α) Η πολιτική αποδοχών συνάδει και προάγει την ορθή και αποτελεσματική διαχείριση των κινδύνων και δεν ενθαρρύνει την ανάληψη κινδύνων που είναι ασύμβατη προς το προφίλ κινδύνου, τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ που διαχειρίζονται.

   β) Η πολιτική αποδοχών είναι σύμφωνη με την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα συμφέροντα της ΑΕΔΟΕΕ και των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ή των επενδυτών των ΟΕΕ και περιλαμβάνει μέτρα για την αποφυγή των συγκρούσεων συμφερόντων.

   γ) Το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΔΟΕΕ, κατά την άσκηση της εποπτικής του αρμοδιότητας, υιοθετεί και περιοδικώς αξιολογεί τις γενικές αρχές της πολιτικής αποδοχών και είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή της.

   δ) Η εφαρμογή της πολιτικής αποδοχών υπόκειται, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, σε κεντρική και ανεξάρτητη εσωτερική επαναξιολόγηση ως προς τη συμ-μόρφωσή της προς τις πολιτικές και διαδικασίες αποδοχών που έχουν υιοθετηθεί από το διοικητικό συμβούλιο στο πλαίσιο της εποπτικής του αρμοδιότητας.

   ε) Τα στελέχη που ασκούν λειτουργίες ελέγχου αποζημιώνονται σε συνάρτηση με την επίτευξη ή μη των στόχων που συνδέονται με τις λειτουργίες τους, ανεξάρτητα από τις επιδόσεις των επιχειρηματικών τομέων που ελέγχουν.

   στ) Οι αποδοχές των ανωτέρων διευθυντικών στελεχών στις λειτουργίες διαχείρισης κινδύνων και κανονιστικής συμμόρφωσης παρακολουθούνται από την επιτροπή αποδοχών, αν έχει συσταθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4.

   ζ) Στην περίπτωση που οι αποδοχές συναρτώνται προς τις επιδόσεις, το συνολικό ποσό των αποδοχών βασίζεται σε ένα συνδυασμό της αξιολογούμενης επίδοσης του προσώπου και της υπηρεσιακής μονάδας ή του υπό εξέταση ΟΕΕ με τα συνολικά αποτελέσματα της ΑΕΔΟΕΕ. Κατά την αξιολόγηση των ατομικών επιδόσεων, λαμβάνονται υπόψη χρηματοοικονομικά και μη κριτήρια.

   η) Η αξιολόγηση των επιδόσεων εντάσσεται σε ένα πολυετές πλαίσιο προσαρμοσμένο στον κύκλο ζωής των ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί ότι η διαδικασία αξιολόγησης βασίζεται σε μακροπρόθεσμες επιδόσεις και ότι η πραγματική καταβολή των αποδοχών κατά το σκέλος που συναρτώνται προς τις επιδόσεις κατανέμεται σε χρονική περίοδο που λαμβάνει υπόψη την πολιτική εξαγοράς μεριδίων ή μετοχών των ΟΕΕ που η ΑΕΔΟΕΕ διαχειρίζεται και τους αντίστοιχους επενδυτικούς τους κινδύνους.

   θ) Οι εγγυημένες μεταβλητές αποδοχές αποτελούν εξαίρεση, ισχύουν μόνο σε περίπτωση πρόσληψης νέου προσωπικού και περιορίζονται στο πρώτο έτος απασχόλησης.

   ι) Οι σταθερές και οι μεταβλητές συνιστώσες των συνολικών αποδοχών καθορίζονται με την κατάλληλη αναλογία, με το σταθερό τμήμα τους να αντιπροσωπεύει ένα επαρκώς υψηλό ποσοστό των συνολικών αποδοχών, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η εφαρμογή μιας πλήρως ευέλικτης πολιτικής για τις μεταβλητές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να μην καταβληθούν μεταβλητές αποδοχές.

   ια) Οι πληρωμές που συνδέονται με την πρόωρη καταγγελία σύμβασης αντικατοπτρίζουν τις επιδόσεις που επιτεύχθηκαν σε βάθος χρόνου και είναι σχεδιασμένες κατά τρόπο ώστε να μην ανταμείβεται η αποτυχία.

   ιβ) Η μέτρηση των επιδόσεων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των μεταβλητών αποδοχών ή ομάδων μεταβλητών αποδοχών, περιλαμβάνει ένα αναλυτικό μηχανισμό προσαρμογής που ενσωματώνει όλους τους σημαντικούς τύπους τρεχόντων και μελλοντικών κινδύνων.

   ιγ) Με βάση τη νομική μορφή του ΟΕΕ και τον κανονισμό ή τα καταστατικά του έγγραφα, σημαντικό ποσοστό, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) οποιωνδήποτε μεταβλητών αποδοχών αποτελείται από μερίδια ή μετοχές του σχετικού ΟΕΕ ή ισοδύναμα ιδιοκτησιακά συμφέροντα ή χρηματοπιστωτικά μέσα που συνδέονται με μετοχές ή ισοδύναμα μη ρευστά μέσα. Στην περίπτωση που η αξία του χαρτοφυλακίου των υπό διαχείριση ΟΕΕ ισοδυναμεί με λιγότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου του χαρτοφυλακίου που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ, το ελάχιστο ποσοστό του πενήντα τοις εκατό (50%) δεν ισχύει.

   Τα μέσα της παρούσας περίπτωσης υπόκεινται σε ενδεδειγμένη πολιτική διακράτησης με σκοπό την ευθυγράμμιση των κινήτρων προς τα συμφέροντα της ΑΕΔΟΕΕ και των ΟΕΕ που διαχειρίζεται και των επενδυτών των ΟΕΕ. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται τόσο στο μέρος των μεταβλητών αποδοχών, των οποίων η καταβολή αναστέλλεται σύμφωνα με την επόμενη περίπτωση ιδ' όσο και στο μέρος των μεταβλητών αποδοχών που δεν τελεί υπό αναστολή. Με απόφασή της, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να θέτει περιορισμούς στο είδος και στο σχεδιασμό αυτών των μέσων ή να απαγορεύει ορισμένα μέσα όπως αρμόζει.

   ιδ) Η καταβολή σημαντικού μέρους, και σε κάθε περίπτωση τουλάχιστον σαράντα τοις εκατό (40%) των μεταβλητών αποδοχών, αναστέλλεται για περίοδο η οποία είναι αρμόζουσα του κύκλου ζωής και της πολιτικής εξαγοράς των μεριδίων ή μετοχών του οικείου ΟΕΕ και ευθυγραμμίζεται ορθά με τη φύση των κινδύνων του εν λόγω ΟΕΕ.

   Η περίοδος που αναφέρεται στην παρούσα περίπτωση είναι από τρία (3) έως πέντε (5) έτη εκτός αν ο κύκλος ζωής του σχετικού ΟΕΕ είναι συντομότερος. Οι πληρωτέες αποδοχές που τελούν υπό αναστολή κατοχυρώνονται κατ' αναλογία του εναπομένοντος χρονικού διαστήματος μέχρι τη λήξη της περιόδου αναστολής. Στην περίπτωση μεταβλητών αποδοχών ιδιαίτερα υψηλού ποσού, αναστέλλεται η καταβολή τουλάχιστον του εξήντα τοις εκατό (60%) του εν λόγω ποσού.

   ιε) Οι μεταβλητές αποδοχές, συμπεριλαμβανομένου του υπό αναστολή τμήματός τους, καταβάλλονται ή κατοχυρώνονται μόνο αν είναι αποδεκτές βάσει της οικονομικής κατάστασης της ΑΕΔΟΕΕ συνολικά και δικαιολογημένες βάσει των επιδόσεων της επιχειρησιακής μονάδας, του ΟΕΕ και του συγκεκριμένου προσώπου.

   Με την επιφύλαξη των γενικών αρχών του εθνικού εργατικού δικαίου, περιλαμβανομένων και των διατάξεων περί συμβάσεων εργασίας, το σύνολο των μεταβλητών αποδοχών κατά κανόνα συρρικνώνεται σημαντικά αν η ΑΕΔΟΕΕ ή ο σχετικός ΟΕΕ παρουσιάζει χαμηλές ή αρνητικές χρηματοοικονομικές επιδόσεις, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις τρέχουσες αποδοχές όσο και τις μειώσεις σε ποσά που είχαν προηγουμένως εισπραχθεί, μεταξύ άλλων μέσω ρυθμίσεων αρνητικού πριμ (malus) ή επιστροφής ποσών (clawback).

   ιστ) Η συνταξιοδοτική πολιτική είναι σύμφωνη προς την επιχειρηματική στρατηγική, τους στόχους, τις αξίες και τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα της ΑΕΔΟΕΕ και των ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

   Αν ο υπάλληλος αποχωρήσει από την ΑΕΔΟΕΕ πριν από τη συνταξιοδότησή του, οι προαιρετικές συνταξιοδοτικές παροχές διατηρούνται από την ΑΕΔΟΕΕ για χρονικό διάστημα πέντε (5) ετών με τη μορφή των μέσων της περίπτωσης ιγ'. Στην περίπτωση υπαλλήλου που συνταξιοδοτείται, οι προαιρετικές συνταξιοδοτικές παροχές καταβάλλονται στον υπάλληλο με τη μορφή των μέσων της περίπτωσης ιγ' με την επιφύλαξη πενταετούς περιόδου διακράτησης.

   ιζ) Το προσωπικό υποχρεούται να μην χρησιμοποιεί προσωπικές στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου ή ασφάλιση συνδεδεμένη με αποδοχές ή ευθύνη με σκοπό την καταστρατήγηση των μηχανισμών ευθυγράμμισης με τον κίνδυνο που περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις περί αποδοχών.

   ιη) Οι μεταβλητές αποδοχές δεν καταβάλλονται μέσω μηχανισμών ή μεθόδων που διευκολύνουν την αποφυγή των απαιτήσεων του παρόντος νόμου.

 

   3. Οι αρχές της παραγράφου 2 εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε μορφή αποδοχών καταβάλλει η ΑΕΔΟΕΕ, σε οποιοδήποτε ποσό καταβάλλει άμεσα ο ίδιος ο ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής επί της πρόσθετης απόδοσης, και σε οποιαδήποτε μεταβίβαση μεριδίων του ΟΕΕ προς όφελος εκείνων των κατηγοριών προσωπικού της παραγράφου 1.

 

   4. Οι ΑΕΔΟΕΕ που είναι σημαντικές από την άποψη του μεγέθους τους ή του μεγέθους των ΟΕΕ που διαχειρίζονται, της εσωτερικής τους οργάνωσης και της φύσης, του εύρους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων τους, συγκροτούν επιτροπή αποδοχών. Η επιτροπή αποδοχών συγκροτείται κατά τρόπο που της επιτρέπει να εκφέρει εμπεριστατωμένη και ανεξάρτητη κρίση για τις πολιτικές και πρακτικές αποδοχών και για τα κίνητρα που δημιουργούνται για τη διαχείριση κινδύνων.

 

   Η επιτροπή αποδοχών είναι υπεύθυνη για την προπαρασκευή των αποφάσεων που αφορούν τις αποδοχές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν επιπτώσεις για τους κινδύνους και τη διαχείριση κινδύνων της ΑΕ-ΔΟΕΕ ή των ΟΕΕ που αφορούν, και οι οποίες αποφάσεις λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο στο πλαίσιο της εποπτικής του αρμοδιότητας. Ο πρόεδρος και τα μέλη της επιτροπής αποδοχών είναι μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΔΟΕΕ.

 

’ρθρο 14

Σύγκρουση συμφερόντων (άρθρο 14 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο για τον εντοπισμό συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν, κατά τη διαχείριση ΟΕΕ μεταξύ:

 

   α) της ΑΕΔΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των διαχειριστών της, των υπαλλήλων της ή οποιουδήποτε προσώπου συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την ΑΕΔΟΕΕ με σχέση ελέγχου και του ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ ή των επενδυτών αυτού του ΟΕΕ,

   β) ενός ΟΕΕ ή των επενδυτών του και ενός άλλου ΟΕΕ ή των επενδυτών του άλλου ΟΕΕ,

   γ) του ΟΕΕ ή των επενδυτών του και άλλου πελάτη της ΑΕΔΟΕΕ,

   δ) του ΟΕΕ ή των επενδυτών του και ενός ΟΣΕΚΑ τον οποίο διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ ή των μεριδιούχων αυτού του ΟΣΕΚΑ ή

   ε) δύο (2) πελατών της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   Οι ΑΕΔΟΕΕ θεσπίζουν και εφαρμόζουν οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις με σκοπό τη λήψη κάθε εύλογου μέτρου για την αναγνώριση, την αποτροπή, τη διαχείριση και την παρακολούθηση συγκρούσεων συμφερόντων, προκειμένου να αποτρέπουν αυτές να επηρεάζουν αρνητικά τα συμφέροντα των ΟΕΕ και των επενδυτών τους.

 

   Οι ΑΕΔΟΕΕ διαχωρίζουν, εντός του ιδίου του λειτουργικού τους περιβάλλοντος, καθήκοντα και ευθύνες που μπορούν να θεωρηθούν ασυμβίβαστα μεταξύ τους ή ενδέχεται να προκαλέσουν συστηματικές συγκρούσεις συμφερόντων. Οι ΑΕΔΟΕΕ εκτιμούν το βαθμό στον οποίο οι λειτουργικές τους συνθήκες μπορεί να συνεπάγονται οποιεσδήποτε άλλες ουσιώδεις συγκρούσεις συμφερόντων και τις γνωστοποιούν στους επενδυτές των ΟΕΕ.

 

   2. Στην περίπτωση που οι οργανωτικές ρυθμίσεις τις οποίες πραγματοποιούν οι ΑΕΔΟΕΕ για την αναγνώριση, την αποτροπή, τη διαχείριση και την παρακολούθηση συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλισθεί, με εύλογη βεβαιότητα, η αποτροπή κινδύνων πρόκλησης ζημίας στα συμφέροντα των επενδυτών, οι ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιούν με σαφήνεια τη γενική φύση ή τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων στους επενδυτές πριν αναλάβουν να ασκήσουν δραστηριότητες για λογαριασμό τους, και αναπτύσσουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες.

 

   3. Στην περίπτωση που η ΑΕΔΟΕΕ χρησιμοποιεί για λογαριασμό του ΟΕΕ τις υπηρεσίες βασικού διαμεσολαβητή, οι όροι της συνεργασίας αυτής περιλαμβάνονται σε γραπτή σύμβαση. Ειδικότερα, η ενδεχόμενη δυνατότητα μεταφοράς και επαναχρησιμοποίησης περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ πρέπει να προβλέπεται στην εν λόγω σύμβαση και να συνάδει με τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ. Η ως άνω σύμβαση προβλέπει επίσης ότι ο θεματοφύλακας ενημερώνεται σχετικά με αυτήν.

 

   Οι ΑΕΔΟΕΕ επιδεικνύουν τη δέουσα προσοχή, μέριμνα και επιμέλεια κατά την επιλογή και το διορισμό των βασικών διαμεσολαβητών με τους οποίους πρόκειται να συνάψουν σύμβαση συνεργασίας.

 

   4. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 4 του άρθρου 14 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τα είδη των συγκρούσεων συμφερόντων, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 και

   β) τα εύλογα μέτρα τα οποία αναμένεται να λάβουν οι ΑΕΔΟΕΕ αναφορικά με δομές και οργανωτικές και διοικητικές διαδικασίες για την αναγνώριση, την αποτροπή, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και τη γνωστοποίηση συγκρούσεων συμφερόντων.

 

’ρθρο 15

Διαχείριση κινδύνων (άρθρο 15 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ και άρθρο 3 της Οδηγίας 2013/14/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ διαχωρίζουν, λειτουργικά και ιεραρχικά, τις λειτουργίες διαχείρισης κινδύνων από τις επιχειρησιακές μονάδες, καθώς και από τις λειτουργίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εποπτεύει το λειτουργικό και ιεραρχικό διαχωρισμό των λειτουργιών διαχείρισης κινδύνων, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, στη βάση της αρχής της αναλογικότητας, δεδομένου ότι οι ΑΕΔΟ-ΕΕ πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση σε θέση να αποδεικνύουν ότι συγκεκριμένες διασφαλίσεις για τις περιπτώσεις σύγκρουσης συμφερόντων επιτρέπουν την ανεξάρτητη διεξαγωγή των δραστηριοτήτων διαχείρισης κινδύνων και ότι η διαδικασία διαχείρισης κινδύνων ικανοποιεί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου και είναι διαρκώς αποτελεσματική.

 

   2. Οι ΑΕΔΟΕΕ εφαρμόζουν επαρκή συστήματα διαχείρισης κινδύνων για την αναγνώριση, μέτρηση, διαχείριση και παρακολούθηση όλων των σχετικών κινδύνων με κάθε επενδυτική στρατηγική ΟΕΕ και στους οποίους κάθε ΟΕΕ είναι εκτεθειμένος ή δύναται να εκτεθεί. Ειδικότερα, οι ΑΕΔΟΕΕ, κατά την εκτίμηση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας των στοιχείων ενεργητικού των ΟΕΕ, δεν στηρίζονται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όπως αυτοί ορίζονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας.

 

   Οι ΑΕΔΟΕΕ επανεξετάζουν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων με τη δέουσα συχνότητα και τουλάχιστον μία φορά ετησίως και τα αναπροσαρμόζουν, όποτε είναι αναγκαίο.

 

   3. Οι ΑΕΔΟΕΕ πρέπει τουλάχιστον να:

 

   α) εφαρμόζουν κατάλληλη, τεκμηριωμένη και τακτικά επικαιροποιημένη διαδικασία δέουσας επιμέλειας, κατά την πραγματοποίηση επενδύσεων για λογαριασμό του ΟΕΕ, σύμφωνα με την επενδυτική στρατηγική, τους στόχους και το προφίλ κινδύνου του ΟΕΕ,

   β) διασφαλίζουν ότι οι κίνδυνοι οι οποίοι συνδέονται με κάθε επενδυτική θέση του ΟΕΕ και η συνολική τους επίδραση στο χαρτοφυλάκιο του ΟΕΕ μπορούν να αναγνωρίζονται, να μετρώνται, να τίθενται υπό διαχείριση και να παρακολουθούνται κατάλληλα σε συνεχή βάση, μεταξύ άλλων μέσω της χρήσης κατάλληλων διαδικασιών μέτρησης κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress testing) και

   γ) διασφαλίζουν ότι το προφίλ κινδύνου του ΟΕΕ ανταποκρίνεται στο μέγεθος, τη διάρθρωση χαρτοφυλακίου και τις επενδυτικές στρατηγικές και στόχους του ΟΕΕ, όπως αυτά αποτυπώνονται στον κανονισμό ή στα καταστατικά του έγγραφα, στο ενημερωτικό δελτίο και στα λοιπά έντυπα προσφοράς.

 

   4. Λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των ΟΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρακολουθεί την επάρκεια των διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εφαρμόζουν οι ΑΕΔΟΕΕ, αξιολογεί τη χρήση αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, κατά τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, στο πλαίσιο των επενδυτικών πολιτικών των ΟΕΕ και, κατά περίπτωση, ενθαρρύνει την άμβλυνση του αντίκτυπου των αναφορών αυτών, προκειμένου να μειωθεί η αποκλειστική και μηχανιστική στήριξη σε τέτοιες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.

 

   5. Οι ΑΕΔΟΕΕ ορίζουν ανώτατο επίπεδο μόχλευσης το οποίο μπορούν να χρησιμοποιούν για λογαριασμό κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζονται, καθώς και το εύρος του δικαιώματος επαναχρησιμοποίησης κάθε πρόσθετης ασφάλειας ή εγγύησης που μπορούν να παράσχουν δυνάμει του διακανονισμού μόχλευσης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων:

 

   α) το είδος του ΟΕΕ,

   β) την επενδυτική στρατηγική του ΟΕΕ,

   γ) τις πηγές μόχλευσης του ΟΕΕ,

   δ) κάθε άλλη διασύνδεση ή σχέση με άλλα ιδρύματα χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει συστημικό κίνδυνο,

   ε) την ανάγκη περιορισμού της έκθεσης σε κίνδυνο έναντι κάθε επιμέρους αντισυμβαλλομένου,

   στ) το βαθμό στον οποίο η μόχλευση συνοδεύεται από ασφάλειες,

   ζ) το λόγο ενεργητικού/υποχρεώσεις και

   η) την κλίμακα, τη φύση και την έκταση της δραστηριότητας της ΑΕΔΟΕΕ στις αγορές που δραστηριοποιείται.

 

   6. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 5 του άρθρου 15 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τις ΑΕΔΟΕΕ αναφορικά με τους κινδύνους τους οποίους διατρέχουν για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζονται,

   β) την κατάλληλη συχνότητα επανεξέτασης του συστήματος διαχείρισης κινδύνων,

   γ) τον τρόπο λειτουργικού και ιεραρχικού διαχωρισμού της λειτουργίας διαχείρισης κινδύνων από τις επιχειρησιακές μονάδες, συμπεριλαμβανομένης της λειτουργίας διαχείρισης χαρτοφυλακίων,

   δ) τις ειδικές διασφαλίσεις κατά των συγκρούσεων συμφερόντων, κατά τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 και

   ε) τις απαιτήσεις της παραγράφου 3.

 

   Τα μέτρα που εξειδικεύουν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου διασφαλίζουν ότι οι ΑΕΔΟΕΕ παρακωλύονται να στηρίζονται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας κατά την εκτίμηση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας των στοιχείων ενεργητικού των ΟΕΕ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2.

 

’ρθρο 16

Διαχείριση ρευστότητας (άρθρο 16 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ εφαρμόζει, για κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται που δεν αποτελεί ΟΕΕ κλειστού τύπου χωρίς μόχλευση, κατάλληλο σύστημα διαχείρισης ρευστότητας και καθορίζει διαδικασίες που της επιτρέπουν να παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας του ΟΕΕ και να διασφαλίζει ότι τα χαρακτηριστικά ως προς τη ρευστότητα των επενδύσεων του ΟΕΕ συνάδουν με τις υποκείμενες υποχρεώσεις του.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ διεξάγει τακτικά μετρήσεις κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress tests), υπό κανονικές και υπό έκτακτες συνθήκες ρευστότητας, που της επιτρέπουν να εκτιμά και να παρακολουθεί τον κίνδυνο ρευστότητας των ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, η επενδυτική στρατηγική, τα χαρακτηριστικά ρευστότητας και η πολιτική εξαγορών είναι συνεπείς μεταξύ τους.

 

   3. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 16 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τα συστήματα και τις διαδικασίες διαχείρισης ρευστότητας και

   β) την ευθυγράμμιση της επενδυτικής στρατηγικής, των χαρακτηριστικών ρευστότητας και της πολιτικής εξαγορών κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2.

 

’ρθρο 17

Επενδύσεις σε θέσεις τιτλοποίησης

(άρθρο 17 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα του άρθρου 17 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ και προκειμένου να μην υπάρχει απόκλιση μεταξύ των συμφερόντων των εταιρειών που μετατρέπουν δάνεια σε διαπραγματεύσιμες κινητές αξίες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα (τιτλοποίηση απαιτήσεων) και των ΑΕΔΟΕΕ που επενδύουν σε αυτές τις διαπραγματεύσιμες κινητές αξίες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζονται, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τις απαιτήσεις στις οποίες χρειάζεται να ανταποκρίνονται οι εταιρείες τιτλοποίησης απαιτήσεων, προκειμένου να επιτρέπεται σε ΑΕΔΟΕΕ να επενδύει, για λογαριασμό των ΟΕΕ, σε κινητές αξίες ή άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα αυτού του τύπου που εκδίδονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2011, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω εταιρείες διατηρούν καθαρή οικονομική συμμετοχή όχι κατώτερη του πέντε τοις εκατό (5%) και

   β) τις ποιοτικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι ΑΕΔΟΕΕ που επενδύουν στις εν λόγω κινητές αξίες ή τα άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα για λογαριασμό ενός ή περισσότερων ΟΕΕ.

 

ΤΜΗΜΑ 2

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

 

’ρθρο 18

Γενικές αρχές (άρθρο 18 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ χρησιμοποιεί διαρκώς επαρκείς και κατάλληλους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την ορθή διαχείριση των ΟΕΕ.

Ειδικότερα, η ΑΕΔΟΕΕ, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των ΟΕΕ που διαχειρίζεται, διαθέτει κατάλληλες και επαρκείς διοικητικές και λογιστικές διαδικασίες, μηχανισμούς ελέγχου και διαδικασίες ασφάλειας για την ηλεκτρονική επεξεργασία των δεδομένων, καθώς και κατάλληλους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου που περιλαμβάνουν, ιδίως, κανόνες για τις προσωπικές συναλλαγές των υπαλλήλων της ή για την κατοχή ή διαχείριση επενδύσεων με σκοπό την επένδυση για ίδιο λογαριασμό. Οι ανωτέρω διαδικασίες και μηχανισμοί εξασφαλίζουν τουλάχιστον ότι για κάθε συναλλαγή στην οποία συμμετέχουν οι ΟΕΕ είναι δυνατή η εξακρίβωση της προέλευσής της, των συναλλασσομένων σε αυτήν, της φύσης της, καθώς και του τόπου και χρόνου πραγματοποίησής της, και ότι τα στοιχεία του ενεργητικού των ΟΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ επενδύονται σύμφωνα με τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ, καθώς και σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.

 

   2. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 2 του άρθρου 18 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις διαδικασίες και τις ρυθμίσεις της παραγράφου 1.

 

’ρθρο 19

Αποτίμηση (άρθρο 19 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ θεσπίζει, για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται, κατάλληλες και συνεπείς διαδικασίες, ούτως ώστε να είναι δυνατή η ορθή και ανεξάρτητη αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, της ισχύουσας νομοθεσίας και του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ.

 

   2. α) Η ΑΕΔΟΕΕ αποτιμά τα στοιχεία του ενεργητικού του ΟΕΕ σύμφωνα με λογιστικούς κανόνες που θεσπίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ύστερα από γνώμη της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων.

   β) Για τον προσδιορισμό της καθαρής αξίας του ενεργητικού του ΟΕΕ αφαιρούνται οι δαπάνες που σύμφωνα με τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα βαρύνουν τον ΟΕΕ, καθώς και τα κέρδη που διανέμονται στους μεριδιούχους ή μετόχους του. Για τον προσδιορισμό της καθαρής αξίας του μεριδίου ή μετοχής του ΟΕΕ διαιρείται η καθαρή αξία ενεργητικού του ΟΕΕ με τον αριθμό των μεριδίων ή μετοχών του.

   γ) Η καθαρή αξία του ενεργητικού του ΟΕΕ, ο αριθμός των μεριδίων ή μετοχών του και η καθαρή αξία του μεριδίου ή μετοχής του ΟΕΕ γνωστοποιούνται στους μεριδιούχους του.

   δ) Στον κανονισμό ή στα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ γίνεται ρητή αναφορά στον τρόπο αποτίμησης των στοιχείων ενεργητικού του ΟΕΕ και στον προσδιορισμό της συνολικής και ανά μερίδιο ή μετοχή καθαρής αξίας ενεργητικού του, καθώς και στον τρόπο γνωστοποίησης των πληροφοριών της περίπτωσης γ' της παρούσας παραγράφου.

 

   3. Οι διαδικασίες αποτίμησης που εφαρμόζει η ΑΕΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι τα στοιχεία ενεργητικού αποτιμώνται και η καθαρή αξία του μεριδίου ή μετοχής υπολογίζονται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.

 

   Αν ο ΟΕΕ είναι ανοικτού τύπου, αυτές οι αποτιμήσεις και υπολογισμοί διενεργούνται με τη συχνότητα η οποία είναι η αρμόζουσα για τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον ΟΕΕ και για τη συχνότητα έκδοσης και εξαγοράς ή εξόφλησης των μεριδίων ή μετοχών του.

 

   Αν ο ΟΕΕ είναι κλειστού τύπου, οι αποτιμήσεις και οι υπολογισμοί αυτοί πραγματοποιούνται επίσης σε περιπτώσεις αύξησης ή μείωσης του κεφαλαίου του ΟΕΕ.

 

   4. Οι ΑΕΔΟΕΕ διασφαλίζουν ότι η λειτουργία της αποτίμησης επιτελείται είτε:

 

   α) από έναν εξωτερικό εκτιμητή, ο οποίος είναι νομικό ή φυσικό πρόσωπο ανεξάρτητο από τον ΟΕΕ, την ΑΕΔΟΕΕ ή οποιοδήποτε πρόσωπο που διατηρεί στενούς δεσμούς με τον ΟΕΕ ή την ΑΕΔΟΕΕ ή

   β) από την ίδια την ΑΕΔΟΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι η δραστηριότητα της αποτίμησης είναι λειτουργικά ανεξάρτητη από τη διαχείριση χαρτοφυλακίου, καθώς και ότι η πολιτική αποδοχών και άλλα μέτρα διασφαλίζουν τον περιορισμό των συγκρούσεων συμφερόντων και την αποτροπή άσκησης αθέμιτης επιρροής στους υπαλλήλους.

 

   Ο θεματοφύλακας του ΟΕΕ δεν δύναται να ορισθεί ως εξωτερικός εκτιμητής του ίδιου ΟΕΕ, εκτός αν έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την επιτέλεση των λειτουργιών του θεματοφύλακα από τα καθήκοντά του ως εξωτερικού εκτιμητή και προσδιορίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί κατάλληλα στους επενδυτές του ΟΕΕ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων.

 

   5. Στην περίπτωση που η λειτουργία της αποτίμησης επιτελείται από εξωτερικό εκτιμητή η ΑΕΔΟΕΕ αποδεικνύει ότι:

 

   α) ο εξωτερικός εκτιμητής υπόκειται σε υποχρεωτική επαγγελματική καταχώριση διά νόμου αναγνωρισμένη ή σε νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή κανόνες επαγγελματικής συμπεριφοράς,

   β) ο εξωτερικός εκτιμητής είναι σε θέση να προσφέρει επαρκείς επαγγελματικές εγγυήσεις ότι μπορεί να φέρει αποτελεσματικά σε πέρας τη συγκεκριμένη λειτουργία αποτίμησης σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 και

   γ) ο διορισμός του εξωτερικού εκτιμητής είναι συμβατός με τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 20 και με τα εκτελεστικά μέτρα που λαμβάνονται κατ' εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 του άρθρου 20.

 

   6. Ο εξωτερικός εκτιμητής που έχει ορισθεί δεν δύναται να αναθέσει τη λειτουργία της αποτίμησης σε τρίτους.

 

   7. Οι ΑΕΔΟΕΕ κοινοποιούν το διορισμό του εξωτερικού εκτιμητή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η οποία δύναται να απαιτήσει την αντικατάστασή του, αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 5.

 

   8. Η αποτίμηση πραγματοποιείται αμερόληπτα και με την απαιτούμενη ικανότητα, μέριμνα και επιμέλεια.

 

   9. Στην περίπτωση που η αποτίμηση δεν πραγματοποιείται από ανεξάρτητο εξωτερικό εκτιμητή, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτήσει από την ΑΕΔΟΕΕ να υποβάλει προς επαλήθευση από εξωτερικό εκτιμητή ή, αν κρίνεται σκόπιμο, από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο του ν. 3693/2008 (Α' 174), τις διαδικασίες αποτίμησης που εφαρμόζει και/ή τις αποτιμήσεις στις οποίες προβαίνει.

 

   10. Οι ΑΕΔΟΕΕ φέρουν την ευθύνη για την ορθή αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, για τον υπολογισμό της καθαρής αξίας του ενεργητικού του ΟΕΕ και για τη δημοσιοποίηση αυτής της καθαρής αξίας ενεργητικού. Η ευθύνη της ΑΕΔΟΕΕ έναντι του ΟΕΕ και των επενδυτών του δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η ΑΕΔΟΕΕ έχει διορίσει εξωτερικό εκτιμητή.

 

   Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου και ανεξαρτήτως τυχόν συμβατικών ρυθμίσεων που ορίζουν άλλως, ο εξωτερικός εκτιμητής υπέχει ευθύνη απέναντι στην ΑΕΔΟΕΕ για ζημίες που ενδέχεται να υποστεί η ΑΕΔΟ-ΕΕ, ως συνέπεια αμέλειας ή σκόπιμης μη εκπλήρωσης των καθηκόντων του.

 

   11. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 11 του άρθρου 19 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τα κριτήρια που αφορούν τις διαδικασίες για την ορθή αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και τον υπολογισμό της καθαρής αξίας των μεριδίων ή μετοχών,

   β) τις επαγγελματικές εγγυήσεις που πρέπει να είναι σε θέση να παράσχει ο εξωτερικός εκτιμητής ότι μπορεί να εκτελέσει αποτελεσματικά τη λειτουργία της αποτίμησης και

   γ) τη συχνότητα με την οποία διενεργείται η αποτίμηση από ΟΕΕ ανοικτού τύπου και η οποία είναι η αρμόζουσα τόσο για τα περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον ΟΕΕ, όσο και για την πολιτική έκδοσης και εξαγοράς ή εξόφλησης των μεριδίων ή μετοχών του.

 

ΤΜΗΜΑ 3

ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΩΝ ΤΗΣ ΑΕΔΟΕΕ

 

’ρθρο 20

Προϋποθέσεις ανάθεσης λειτουργιών (άρθρο 20 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ, οι οποίοι σκοπεύουν να αναθέσουν σε τρίτα μέρη την εκτέλεση λειτουργιών για λογαριασμό τους, ενημερώνουν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πριν τη θέση σε ισχύ των ρυθμίσεων σχετικά με την ανάθεση. Προκειμένου να υλοποιηθεί η ανάθεση, πρέπει να πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

   α) Η ΑΕΔΟΕΕ πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογήσει επαρκώς και με αντικειμενικούς λόγους ολόκληρη τη δομή ανάθεσης.

   β) Το τρίτο μέρος διαθέτει επαρκείς πόρους για την εκτέλεση των αντίστοιχων καθηκόντων και τα πρόσωπα τα οποία πραγματικά διεξάγουν τις εργασίες του διαθέτουν την απαιτούμενη αξιοπιστία και επαγγελματική εμπειρία.

   γ) Αν η ανάθεση αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίου ή τη διαχείριση κινδύνων, η εντολή δίδεται μόνο σε εταιρείες που έχουν λάβει άδεια ή έχουν καταχωρηθεί για τη διαχείριση κεφαλαίων και υπόκεινται σε εποπτεία ή, αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί αυτή η προϋπόθεση, η ανάθεση υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

   δ) Αν η ανάθεση αφορά τη διαχείριση χαρτοφυλακίου ή τη διαχείριση κινδύνων και πραγματοποιείται προς εταιρεία τρίτου κράτους, πέραν των προϋποθέσεων της περίπτωσης γ', πρέπει να διασφαλίζεται ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει υπογράψει με την αντίστοιχη εποπτική αρχή του τρίτου κράτους συμφωνία συνεργασίας και ανταλλαγής εμπιστευτικών πληροφοριών.

   ε) Η ανάθεση δεν παρεμποδίζει την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας επί της ΑΕΔΟΕΕ και ειδικότερα, δεν πρέπει να αποτελεί εμπόδιο στην άσκηση της δραστηριότητας της ΑΕΔΟΕΕ, ούτως ώστε να εξυπηρετούνται κατά τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των επενδυτών του ΟΕΕ και

   στ) η ΑΕΔΟΕΕ πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι το τρίτο μέρος έχει τα προσόντα και την ικανότητα για την ανάληψη των εν λόγω λειτουργιών, ότι η επιλογή του πραγματοποιήθηκε με τη δέουσα προσοχή και ότι η ΑΕΔΟΕΕ είναι σε θέση να παρακολουθεί αποτελεσματικά σε διαρκή βάση την ανατεθείσα δραστηριότητα, να παρέχει ανά πάσα στιγμή περαιτέρω οδηγίες στο τρίτο μέρος και να ανακαλεί την ανάθεση με άμεση ισχύ, αν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντα των επενδυτών.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ επανεξετάζει σε διαρκή βάση τις υπηρεσίες που παρέχονται από κάθε τρίτο μέρος.

 

   2. Η διαχείριση χαρτοφυλακίου ή η διαχείριση κινδύνων δεν επιτρέπεται να ανατίθεται:

   α) στον θεματοφύλακα ή σε υποθεματοφύλακα ή

   β) σε οποιαδήποτε άλλη οντότητα τα συμφέροντα της οποίας μπορεί να συγκρούονται με αυτά της ΑΕΔΟΕΕ ή των επενδυτών του ΟΕΕ, εκτός αν η οντότητα αυτή έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την επιτέλεση των καθηκόντων διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή διαχείρισης κινδύνων από άλλα καθήκοντά της που ενδέχεται να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων και αν προσδιορίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί κατάλληλα στους επενδυτές του ΟΕΕ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων.

 

   3. Η ευθύνη της ΑΕΔΟΕΕ απέναντι στον ΟΕΕ και τους επενδυτές του δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι η ΑΕΔΟΕΕ έχει αναθέσει λειτουργίες σε τρίτο μέρος, ούτε και από καμία περαιτέρω ανάθεση, ούτε αν αναθέτει λειτουργίες της σε τρίτους, στο βαθμό που κατ' ουσία να μην θεωρείται πλέον η διαχειρίστρια του ΟΕΕ και στο βαθμό που να την καθιστά εταιρεία χωρίς ουσιαστική αρμοδιότητα.

 

   4. Το τρίτο μέρος δύναται να αναθέτει περαιτέρω τις λειτουργίες που του έχουν ανατεθεί, αν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

   α) η ΑΕΔΟΕΕ έχει συναινέσει πριν από την περαιτέρω ανάθεση,

   β) η ΑΕΔΟΕΕ έχει ενημερώσει σχετικά την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πριν να τεθούν σε ισχύ οι ρυθμίσεις σχετικά με την περαιτέρω ανάθεση και

   γ) πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, υπό την έννοια ότι όλες οι αναφορές στο «τρίτο μέρος» νοούνται ως αναφορές στο μέρος προς το οποίο έχει γίνει περαιτέρω ανάθεση.

 

   5. Δεν πραγματοποιείται καμία περαιτέρω ανάθεση της διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή της διαχείρισης κινδύνου:

 

   α) στον θεματοφύλακα ή σε υποθεματοφύλακα ή

   β) σε οποιαδήποτε άλλη οντότητα της οποίας τα συμφέροντα μπορεί να έρχονται σε σύγκρουση με αυτά της ΑΕΔΟΕΕ ή των επενδυτών του ΟΕΕ, εκτός αν η οντότητα αυτή έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την επιτέλεση των καθηκόντων διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή διαχείρισης κινδύνων από τα άλλα καθήκοντά της που ενδέχεται να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων και αν προσδιορίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί κατάλληλα στους επενδυτές του ΟΕΕ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων.

 

   Το τρίτο μέρος επανεξετάζει σε διαρκή βάση τις υπηρεσίες που παρέχονται από κάθε μέρος προς το οποίο έχει γίνει περαιτέρω ανάθεση.

 

   6. Στην περίπτωση που το μέρος προς το οποίο έχει γίνει περαιτέρω ανάθεση αναθέτει περαιτέρω κάποιες από τις λειτουργίες που του έχουν ανατεθεί, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4.

 

   7. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 7 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τους όρους εκπλήρωσης των απαιτήσεων που τίθενται στις παραγράφους 1, 2, 4 και 5 και

   β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο διαχειριστής έχει αναθέσει λειτουργίες του σε βαθμό που τον καθιστά εταιρεία χωρίς ουσιαστική αρμοδιότητα και δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ότι είναι ο διαχειριστής του ΟΕΕ, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 3.

 

ΤΜΗΜΑ 4

ΘΕΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑΣ

 

’ρθρο 21

Θεματοφύλακας

(άρθρο 21 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ διασφαλίζει ότι διορίζεται και υφίσταται σε διαρκή βάση ένας μόνον θεματοφύλακας για κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 

   2. Ο διορισμός του θεματοφύλακα αποδεικνύεται με γραπτή σύμβαση. Η σύμβαση ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, τη ροή των πληροφοριών που κρίνονται απαραίτητες προκειμένου ο θεματοφύλακας να επιτελέσει τις λειτουργίες του για τον ΟΕΕ για τον οποίο ορίσθηκε θεματοφύλακας, κατά τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και στη λοιπή σχετική νομοθεσία, κανονισμούς ή διοικητικές ρυθμίσεις.

 

   3. Ο θεματοφύλακας είναι:

   α) πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει την καταστατική του έδρα στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το ν. 3601/2007 ή την Οδηγία 2006/48/ΕΚ ή

   β) επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που έχει την καταστατική έδρα της στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία υπόκειται σε απαιτήσεις επάρκειας των ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με το άρθρο 72 του ν. 3601/2007 ή την παράγραφο 1 του άρθρου 20 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλαιακών απαιτήσεων για λειτουργικούς κινδύνους, και έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το ν. 3606/2007 ή την Οδηγία 2004/39/ΕΚ, και η οποία παρέχει επίσης την παρεπόμενη υπηρεσία της φύλαξης και διοικητικής διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών σύμφωνα με την περίπτωση α' της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 ή το σημείο 1 του Τμήματος Β' του Παραρτήματος I της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ. Οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών διαθέτουν, σε κάθε περίπτωση, ίδια κεφάλαια μεγαλύτερα από το αρχικό μετοχικό κεφάλαιο που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3606/ 2007 ή στο άρθρο 9 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ αντίστοιχα,

   γ) άλλη κατηγορία ιδρύματος που υπόκειται σε προληπτική ρύθμιση και διαρκή εποπτεία και εμπίπτει στις κατηγορίες ιδρυμάτων που ορίζονται από τα κράτη -μέλη ως επιλέξιμα για θεματοφύλακες σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 23 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.

   Για τους ΟΕΕ εκτός ΕΕ μόνον, και με την επιφύλαξη της περίπτωσης β' της παραγράφου 5, ο θεματοφύλακας μπορεί επίσης να είναι πιστωτικό ίδρυμα ή οποιαδήποτε άλλη οντότητα ίδιας φύσης με τις προαναφερθείσες στις περιπτώσεις α' και β' του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου οντότητες, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της περίπτωσης β' της παραγράφου 6.

 

   4. Για την αποφυγή συγκρούσεων συμφερόντων μεταξύ του θεματοφύλακα, της ΑΕΔΟΕΕ και/ή του ΟΕΕ και/ή των επενδυτών του δεν επιτρέπεται:

   α) ΑΕΔΟΕΕ να ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα,

   β) βασικός διαμεσολαβητής που ενεργεί ως αντισυμβαλλόμενο μέρος ΟΕΕ να ασκεί καθήκοντα θεματοφύλακα του ίδιου ΟΕΕ, εκτός αν έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την επιτέλεση των λειτουργιών του θεματοφύλακα από τα καθήκοντά του ως βασικού διαμεσολαβητή και προσδιορίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί κατάλληλα στους επενδυτές του ΟΕΕ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων. Η ανάθεση των καθηκόντων θεματοφυλακής, σύμφωνα με την παράγραφο 11, από τον θεματοφύλακα σε έναν τέτοιον βασικό διαμεσολαβητή επιτρέπεται αν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.

 

   5. Ο θεματοφύλακας είναι εγκατεστημένος:

   α) για ΟΕΕ της ΕΕ, στο κράτος - μέλος καταγωγής του ΟΕΕ,

   β) για ΟΕΕ εκτός ΕΕ, στο τρίτο κράτος στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ ή στην Ελλάδα ή στο κράτος-μέλος αναφοράς του ΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον ΟΕΕ.

 

   6. Με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της παραγράφου 3, ο διορισμός θεματοφύλακα που είναι εγκατεστημένος σε τρίτο κράτος υπόκειται σε διαρκή βάση στις εξής προϋποθέσεις:

   α) οι αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών στα οποία πρόκειται να προωθηθούν εμπορικά τα μερίδια του ΟΕΕ εκτός ΕΕ και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχουν υπογράψει συμφωνίες συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές του θεματοφύλακα,

   β) ο θεματοφύλακας υπόκειται στο τρίτο κράτος όπου είναι εγκατεστημένος σε αποτελεσματική προληπτική ρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων, και εποπτεία, ισοδύναμου αποτελέσματος με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης που τυγχάνει αποτελεσματικής εφαρμογής,

   γ) το τρίτο κράτος όπου είναι εγκατεστημένος ο θεματοφύλακας δεν συμπεριλαμβάνεται στις μη συνεργάσιμες χώρες και εδάφη από την Ειδική Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF),

   δ) το κράτος - μέλος στο οποίο πρόκειται να προωθηθούν εμπορικά τα μερίδια του ΟΕΕ εκτός ΕΕ και η Ελλάδα έχουν υπογράψει συμφωνία με το τρίτο κράτος όπου είναι εγκατεστημένος ο θεματοφύλακας, η οποία είναι απολύτως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν πολυμερών φορολογικών συμφωνιών και

   ε) ο θεματοφύλακας υπέχει συμβατική ευθύνη έναντι του ΟΕΕ ή των επενδυτών του ΟΕΕ, σύμφωνα με τις παραγράφους 12 και 13 και συμφωνεί ρητά να συμμορφώνεται προς την παράγραφο 11.

 

   Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαφωνεί με την εκτίμηση που έχει γίνει από τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ αναφορικά με την εφαρμογή των περιπτώσεων α', γ' ή ε' του πρώτου εδαφίου, δύναται να φέρει το θέμα ενώπιον της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών.

 

   Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με το κατά πόσον η προληπτική ρύθμιση και εποπτεία ενός τρίτου κράτους είναι ισοδύναμου αποτελέσματος με τις διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφαρμόζεται αποτελεσματικά.

 

   7. Ο θεματοφύλακας διασφαλίζει γενικότερα την κατάλληλη παρακολούθηση των ταμειακών ροών του ΟΕΕ και ειδικότερα ότι όλες οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από επενδυτές ή για λογαριασμό επενδυτών κατά την υποβολή αίτησης για απόκτηση μεριδίων ή μετοχών ΟΕΕ έχουν εισπραχθεί. Διασφαλίζει, επίσης, ότι όλα τα μετρητά του ΟΕΕ καταχωρούνται με ορθό τρόπο σε λογαριασμούς που ανοίγονται στο όνομα του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ ή στο όνομα του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, σε οντότητα που αναφέρεται στις περιπτώσεις α', β' και γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 18 της απόφασης 2/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Β' 2137/1.11.2007) ή σε άλλη οντότητα της ίδιας φύσης, στην αντίστοιχη αγορά όπου απαιτούνται λογαριασμοί μετρητών, υπό την προϋπόθεση ότι η οντότητα αυτή υπόκειται σε αποτελεσματική προληπτική ρύθμιση και εποπτεία η οποία είναι ισοδύναμου αποτελέσματος με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εφαρμόζεται αποτελεσματικά, σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 16 της απόφασης 2/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

   Στην περίπτωση που οι λογαριασμοί μετρητών ανοίγονται στο όνομα του θεματοφύλακα που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, δεν μπορούν να καταχωρούνται στους λογαριασμούς αυτούς μετρητά της οντότητας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο ή μετρητά που ανήκουν στον θεματοφύλακα.

 

   8. Η φύλαξη των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό ενός ΟΕΕ ανατίθεται στον θεματοφύλακα ως εξής:

 

   α) Για χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορούν να τεθούν σε θεματοφυλακή:

   αα) ο θεματοφύλακας θέτει σε θεματοφυλακή όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορούν να καταχωρηθούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα, καθώς και όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορούν να παραδοθούν σε φυσική μορφή στον θεματοφύλακα,

   ββ) προς το σκοπό αυτόν, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που μπορούν να καταχωρηθούν σε λογαριασμό χρηματοπιστωτικών μέσων ο οποίος ανοίγεται στα βιβλία του θεματοφύλακα καταχωρούνται στα βιβλία του θεματοφύλακα σε χωριστούς λογαριασμούς, σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται στο άρθρο 16 της απόφασης 2/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, οι οποίοι ανοίγονται στο όνομα του ΟΕΕ ή στο όνομα της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, ούτως ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναγνωρισθούν με σαφή τρόπο ότι ανήκουν στον ΟΕΕ, σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία.

   β) Για άλλα στοιχεία ενεργητικού:

   αα) ο θεματοφύλακας επαληθεύει ότι τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού βρίσκονται στην κυριότητα του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και τηρεί αρχείο των περιουσιακών στοιχείων για τα οποία έχει βεβαιωθεί ότι βρίσκονται στην κυριότητα του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ,

   ββ) η εκτίμηση του κατά πόσον ο ΟΕΕ ή η ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, έχει την κυριότητα αυτών των περιουσιακών στοιχείων βασίζεται σε πληροφορίες ή έγγραφα που προμηθεύει ο ΟΕΕ ή η ΑΕΔΟΕΕ και, όποτε αυτές είναι διαθέσιμες, σε εξωτερικές αποδείξεις,

   γγ) ο θεματοφύλακας έχει το αρχείο του πάντοτε επικαιροποιημένο.

 

   9. Επιπροσθέτως των καθηκόντων κατά τις παραγράφους 7 και 8, ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι:

 

   α) η πώληση, η έκδοση, η επαναγορά, η εξαγορά και η ακύρωση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ,

   β) η αξία των μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ και με τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 19,

   γ) οι οδηγίες της ΑΕΔΟΕΕ εκτελούνται, εκτός αν είναι αντίθετες προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ,

   δ) το τίμημα από τις συναλλαγές που αφορούν τα περιουσιακά στοιχεία του ΟΕΕ καταβάλλεται σε αυτόν μέσα στις συνήθεις προθεσμίες και

   ε) τα κέρδη του ΟΕΕ διατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του κανονισμού ή των καταστατικών εγγράφων του ΟΕΕ.

 

   10. Η ΑΕΔΟΕΕ και ο θεματοφύλακας ενεργούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους με αμεροληψία, εντιμότητα, επαγγελματισμό, ανεξαρτησία και προς το συμφέρον του ΟΕΕ και των επενδυτών του ΟΕΕ.

 

   Ο θεματοφύλακας δεν προβαίνει σε ενέργειες σε σχέση με τον ΟΕΕ ή με την ΑΕΔΟΕΕ για λογαριασμό του ΟΕΕ, που ενδέχεται να προκαλέσουν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ του ΟΕΕ, των επενδυτών του ΟΕΕ, της ΑΕΔΟΕΕ και αυτού του ιδίου, εκτός αν έχει διαχωρίσει λειτουργικά και ιεραρχικά την επιτέλεση των καθηκόντων του θεματοφύλακα από τα άλλα καθήκοντά του που ενδέχεται να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων και αν προσδιορίζει, διαχειρίζεται, παρακολουθεί και γνωστοποιεί κατάλληλα στους επενδυτές του ΟΕΕ τις ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων.

 

   Τα περιουσιακά στοιχεία στα οποία αναφέρεται η παράγραφος 8 δεν επαναχρησιμοποιούνται από τον θεματοφύλακα χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ.

 

   11. Α. Ο θεματοφύλακας δεν αναθέτει σε τρίτους καμία από τις λειτουργίες του, όπως περιγράφονται στο παρόν άρθρο, εκτός από εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 8.

 

   Ο θεματοφύλακας δύναται να αναθέτει σε τρίτους τις λειτουργίες που αναφέρονται στην παράγραφο 8, αν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

   α) τα καθήκοντα αυτά δεν ανατίθενται με σκοπό την αποφυγή των απαιτήσεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53),

   β) ο θεματοφύλακας μπορεί να αποδείξει ότι υπάρχει αντικειμενικός λόγος για την ανάθεση αυτή,

   γ) ο θεματοφύλακας έχει επιδείξει κάθε αρμόζουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια για την επιλογή και το διορισμό κάθε τρίτου στον οποίο προτίθεται να αναθέσει μέρος των καθηκόντων του και συνεχίζει να επιδεικνύει κάθε αρμόζουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια για την περιοδική επανεξέταση και το συνεχή έλεγχο κάθε τρίτου στον οποίο έχει αναθέσει μέρος των καθηκόντων του και των ρυθμίσεων εκ μέρους του τρίτου σε σχέση με τα θέματα που του έχουν ανατεθεί και

   δ) ο θεματοφύλακας διασφαλίζει ότι ο τρίτος πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις, σε διαρκή βάση κατά την εκτέλεση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί:

   αα) διαθέτει τις δομές και την εξειδίκευση που είναι κατάλληλες και ανάλογες προς τη φύση και την πολυπλοκότητα των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, τα οποία του έχουν ανατεθεί,

   ββ) υπόκειται σε αποτελεσματική προληπτική ρύθμιση, συμπεριλαμβανομένων ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων, και εποπτεία στη σχετική δικαιοδοσία, καθώς και σε εξωτερικό περιοδικό έλεγχο προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα είναι στην κατοχή του, στην περίπτωση ανάθεσης καθηκόντων θεματοφυλακής της περίπτωσης α' της παραγράφου 8,

   γγ) διαχωρίζει τα περιουσιακά στοιχεία των πελατών του θεματοφύλακα από τα δικά του και από τα περιουσιακά στοιχεία του θεματοφύλακα, ούτως ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να αναγνωρισθούν ότι ανήκουν σε πελάτες συγκεκριμένου θεματοφύλακα,

   δδ) δεν χρησιμοποιεί τα περιουσιακά στοιχεία χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ και χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του θεματοφύλακα και

   εε) συμμορφώνεται προς τις γενικές υποχρεώσεις και απαγορεύσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 8 και 10.

 

   Β. Παρά την υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης δ' του δευτέρου εδαφίου, αν το δίκαιο τρίτου κράτους απαιτεί, ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα να τίθενται σε θεματοφυλακή από τοπική οντότητα και δεν υπάρχουν τοπικές οντότητες που να πληρούν τις απαιτήσεις για την ανάθεση της συγκεκριμένης υποπερίπτωσης, ο θεματοφύλακας δύναται να αναθέτει τις λειτουργίες του σε τέτοια τοπική οντότητα. Η εν λόγω ανάθεση πραγματοποιείται μόνο στο βαθμό που απαιτείται από τη νομοθεσία του τρίτου κράτους, και μόνον αν δεν υπάρχουν τοπικές οντότητες που να πληρούν τις απαιτήσεις για ανάθεση, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

   α) οι επενδυτές του σχετικού ΟΕΕ έχουν ενημερωθεί δεόντως, πριν από την επένδυσή τους, για την εν λόγω ανάθεση, η οποία απαιτείται λόγω νομικών περιορισμών στη νομοθεσία του τρίτου κράτους, καθώς και για τις περιστάσεις που δικαιολογούν την ανάθεση και

   β) ο ΟΕΕ ή η ΑΕΔΟΕΕ εξ ονόματος του ΟΕΕ πρέπει να παραγγείλει στον θεματοφύλακα να αναθέσει τη θεματοφυλακή αυτών των χρηματοπιστωτικών μέσων σε τέτοια τοπική οντότητα.

 

   Γ. Ο τρίτος δύναται, με τη σειρά του, να αναθέσει περαιτέρω τις λειτουργίες αυτές, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των ίδιων απαιτήσεων. Στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις της παραγράφου 13 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα αντίστοιχα μέρη.

   Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η παροχή των υπηρεσιών που περιγράφονται στο ν. 2789/2000 από τα συστήματα διακανονισμού χρηματοπιστωτικών μέσων, όπως ορίζεται για τους σκοπούς του ως άνω νόμου ή η παροχή παρόμοιων υπηρεσιών από συστήματα διακανονισμού χρηματοπιστωτικών μέσων τρίτων κρατών, δεν θεωρούνται ανάθεση λειτουργιών θεματοφυλακής.

 

   12. Ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι του ΟΕΕ ή των επενδυτών του ΟΕΕ, για την απώλεια από τον ίδιο ή από τρίτο μέρος στο οποίο έχει ανατεθεί η θεματοφυλακή χρηματοπιστωτικών μέσων που τίθενται σε θεματοφυλακή σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 8.

 

   Σε περίπτωση απώλειας χρηματοπιστωτικού μέσου που έχει τεθεί σε θεματοφυλακή, ο θεματοφύλακας επιστρέφει, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, χρηματοπιστωτικό μέσο του ίδιου είδους ή το αντίστοιχο ποσό, στον ΟΕΕ ή στην ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ. Ο θεματοφύλακας δεν υπέχει ευθύνη αν είναι σε θέση να αποδείξει ότι η απώλεια οφείλεται σε εξωτερικό γεγονός που ευλόγως εκφεύγει των δυνατοτήτων ελέγχου του και οι συνέπειες του οποίου δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν όσες προσπάθειες και αν ήταν ευλόγως δυνατόν να καταβληθούν για την αποτροπή τους.

 

   Ο θεματοφύλακας ευθύνεται επίσης έναντι του ΟΕΕ ή έναντι των επενδυτών του ΟΕΕ, για οποιεσδήποτε ζημίες υποστούν ως αποτέλεσμα της εκ προθέσεως ή εξ αμελείας μη ορθής εκπλήρωσης των υποχρεώσεών του σύμφωνα με τις υποχρεώσεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

 

   13. Η ευθύνη του θεματοφύλακα δεν επηρεάζεται από οποιαδήποτε ανάθεση πραγματοποιείται βάσει της παραγράφου 11.

 

   Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, στην περίπτωση απώλειας χρηματοπιστωτικού μέσου που έχει τεθεί σε θεματοφυλακή από τρίτο σύμφωνα με την παράγραφο 11, ο θεματοφύλακας είναι δυνατόν να απαλλαγεί από την ευθύνη του αν είναι σε θέση να αποδείξει ότι:

 

   α) πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για την εκ μέρους του ανάθεση των καθηκόντων θεματοφυλακής, όπως αυτές αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 11,

   β) υπάρχει γραπτή σύμβαση μεταξύ του θεματοφύλακα και του τρίτου η οποία μεταβιβάζει ρητά την ευθύνη του θεματοφύλακα στον εν λόγω τρίτο και καθιστά δυνατόν για τον ΟΕΕ ή για την ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, να προβάλει αξίωση κατά του τρίτου για την απώλεια των χρηματοπιστωτικών μέσων ή για τον θεματοφύλακα να προβάλει μια τέτοια αξίωση για λογαριασμό τους και

   γ) υπάρχει γραπτή σύμβαση μεταξύ του θεματοφύλακα και του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, η οποία ρητά επιτρέπει απαλλαγή της ευθύνης του θεματοφύλακα και ορίζει τον αντικειμενικό λόγο για τη σύναψη μιας τέτοιας σύμβασης απαλλαγής.

 

   14. Επιπλέον, αν το δίκαιο τρίτου κράτους απαιτεί για ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα να τίθενται σε θεματοφυλακή από τοπική οντότητα και δεν υπάρχουν τοπικές οντότητες που να πληρούν τις προϋποθέσεις για την ανάθεση της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης δ' της παραγράφου 11, ο θεματοφύλακας μπορεί να απαλλάσσεται από την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

 

   α) ο κανονισμός ή τα καταστατικά έγγραφα του σχετικού ΟΕΕ επιτρέπουν ρητά την απαλλαγή, υπό τους όρους που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο,

   β) οι επενδυτές του σχετικού ΟΕΕ έχουν ενημερωθεί δεόντως, πριν από την επένδυσή τους, για την απαλλαγή αυτή και τις περιστάσεις που τη δικαιολογούν,

   γ) ο ΟΕΕ ή η ΑΕΔΟΕΕ εξ ονόματος του ΟΕΕ παρήγγειλε στον θεματοφύλακα την ανάθεση της θεματοφυλακής των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων σε τοπική οντότητα,

   δ) υπάρχει γραπτή σύμβαση μεταξύ του θεματοφύλακα και του ΟΕΕ ή της ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, η οποία επιτρέπει ρητά μια τέτοια απαλλαγή και

   ε) υπάρχει γραπτή σύμβαση μεταξύ του θεματοφύλακα και του τρίτου η οποία μεταβιβάζει ρητά την ευθύνη του θεματοφύλακα στην εν λόγω τοπική οντότητα και καθιστά δυνατόν για τον ΟΕΕ ή την ΑΕΔΟΕΕ που ενεργεί για λογαριασμό του ΟΕΕ, να προβάλει αξίωση κατά της τοπικής οντότητας για την απώλεια των χρηματοπιστωτικών μέσων ή για τον θεματοφύλακα να προβάλει μια τέτοια αξίωση για λογαριασμό τους.

 

   15. Επίκληση της ευθύνης έναντι των επενδυτών του ΟΕΕ μπορεί να πραγματοποιηθεί, άμεσα ή έμμεσα, μέσω της ΑΕΔΟΕΕ, ανάλογα με τη νομική φύση της σχέσης ανάμεσα σε θεματοφύλακα, ΑΕΔΟΕΕ και επενδυτές.

 

   16. Ο εγκατεστημένος στην Ελλάδα θεματοφύλακας θέτει στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, κατόπιν αιτήματός της, όλες τις πληροφορίες που απέκτησε κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων του και οι οποίες είναι ενδεχομένως αναγκαίες για την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή για τις αρμόδιες αρχές του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ αν είναι διαφορετικές. Αν οι αρμόδιες αρχές του ΟΕΕ ή του ΔΟΕΕ είναι άλλες από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδιας αρχής του θεματοφύλακα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανταλλάσσει χωρίς καθυστέρηση τις πληροφορίες που λαμβάνει με τις αρμόδιες αρχές του ΟΕΕ και του ΔΟΕΕ.

 

   17. Ο θεματοφύλακας που επιθυμεί να παραιτηθεί των καθηκόντων του οφείλει να ειδοποιήσει σχετικά την ΑΕ-ΔΟΕΕ τρεις (3) τουλάχιστον μήνες νωρίτερα, συνεχίζοντας την άσκηση των καθηκόντων του μέχρι την πλήρη ανάληψη των καθηκόντων από νέο θεματοφύλακα. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, επίσης, να ζητά από την ΑΕΔΟΕΕ την αντικατάσταση του θεματοφύλακα, αν ο τελευταίος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας. Ο παλαιός θεματοφύλακας παραδίδει, βάσει πρωτοκόλλου, τα στοιχεία του ενεργητικού του ΟΕΕ στον νέο θεματοφύλακα. Σε περίπτωση παραίτησης ή αντικατάστασης του θεματοφύλακα, η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει αμελλητί τους μεριδιούχους ή μετόχους του ΟΕΕ σχετικά με την ανάληψη των καθηκόντων του νέου θεματοφύλακα.

 

   18. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 17 του άρθρου 21 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τα στοιχεία που χρειάζεται να περιλαμβάνονται στη γραπτή σύμβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2,

   β) τα γενικά κριτήρια εκτίμησης τού κατά πόσον η προληπτική ρύθμιση και εποπτεία των τρίτων κρατών, όπως αναφέρεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 6, είναι ισοδύναμου αποτελέσματος με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής'Ενωσης και εφαρμόζονται αποτελεσματικά,

   γ) τους όρους άσκησης των λειτουργιών του θεματοφύλακα σύμφωνα με τις παραγράφους 7, 8 και 9, στους οποίους περιλαμβάνονται:

   αα) το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που θα ενταχθούν στο πεδίο των καθηκόντων θεματοφυλακής του θεματοφύλακα, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 8,

   ββ) οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο θεματοφύλακας μπορεί να ασκήσει τα καθήκοντα θεματοφυλακής χρηματοπιστωτικών μέσων καταχωρημένων σε κεντρικό αποθετήριο και

   γγ) οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες ο θεματοφύλακας φυλάσσει, σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 8, τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκδίδονται σε ονομαστική μορφή και καταχωρούνται σε εκδότη ή φορέα τήρησης μητρώου,

   δ) τα καθήκοντα δέουσας επιμέλειας του θεματοφύλακα, σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 11,

   ε) την υποχρέωση διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων που ορίζεται στην υποπερίπτωση γγ' της περίπτωσης δ' της παραγράφου 11,

   στ) τις προϋποθέσεις και περιστάσεις υπό τις οποίες τα υπό θεματοφυλακή χρηματοπιστωτικά μέσα θεωρούνται απολεσθέντα,

   ζ) την έννοια των εξωτερικών γεγονότων που ευλόγως εκφεύγουν των δυνατοτήτων ελέγχου, των οποίων οι συνέπειες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν όσες προσπάθειες και αν ήταν ευλόγως δυνατόν να καταβληθούν για την αποτροπή τους, σύμφωνα με την παράγραφο 12, και

   η) τις προϋποθέσεις και περιστάσεις υπό τις οποίες υφίσταται αντικειμενικός λόγος συμβατικής απαλλαγής από την ευθύνη, σύμφωνα με την παράγραφο 13.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ

 

’ρθρο 22

Ετήσια έκθεση (άρθρο 22 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ διαθέτει, για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται και για κάθε ΟΕΕ τα μερίδια ή τις μετοχές του οποίου προωθεί εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ετήσια έκθεση για κάθε οικονομικό έτος, το αργότερο έξι (6) μήνες μετά τη λήξη του οικονομικού έτους. Η ετήσια έκθεση παρέχεται στους επενδυτές μετά από αίτησή τους. Η ετήσια έκθεση διατίθεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και, κατά περίπτωση, στις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής του ΟΕΕ αν ο τελευταίος έχει έδρα σε άλλο κράτος - μέλος.

 

   Αν ΟΕΕ υποχρεούται να δημοσιοποιήσει ετήσια οικονομική έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 3556/2007 ή, αν πρόκειται για ΟΕΕ με έδρα στην ΕΕ, σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες ενσωματώθηκε στη χώρα καταγωγής του εν λόγω ΟΕΕ η Οδηγία 2004/109/ ΕΚ, μόνο οι πρόσθετες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παρέχονται στους επενδυτές κατ' αίτησή τους είτε χωριστά είτε ως πρόσθετο τμήμα της ετήσιας οικονομικής έκθεσης. Στην τελευταία περίπτωση, η ετήσια οικονομική έκθεση δημοσιοποιείται το αργότερο τέσσερις (4) μήνες μετά τη λήξη του οικονομικού έτους.

 

   2. Η ετήσια έκθεση περιέχει τουλάχιστον τα εξής:

 

   α) ισολογισμό ή κατάσταση περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων,

   β) λογαριασμό των εσόδων και των δαπανών του οικονομικού έτους,

   γ) έκθεση για τις δραστηριότητες του οικονομικού έτους,

   δ) τυχόν ουσιαστικές αλλαγές στις πληροφορίες του άρθρου 23 κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους που καλύπτει η έκθεση,

   ε) το συνολικό ποσό αμοιβών για το οικονομικό έτος, με διάκριση μεταξύ σταθερών και μεταβλητών αμοιβών που καταβάλλει η ΑΕΔΟΕΕ και τον αριθμό των δικαιούχων, καθώς και τη συμμετοχή επί της πρόσθετης απόδοσης την οποία καταβάλλει ο ΟΕΕ,

   στ) το συνολικό ποσό αμοιβής των διευθυντικών στελεχών και το συνολικό ποσό αμοιβής του υπαλληλικού προσωπικού του οποίου οι ενέργειες έχουν ουσιώδη αντίκτυπο στα χαρακτηριστικά κινδύνου του ΟΕΕ.

 

   3. Τα λογιστικά στοιχεία τα οποία περιέχονται στην ετήσια έκθεση συντάσσονται βάσει των λογιστικών προτύπων του κράτους - μέλους καταγωγής του ΟΕΕ ή βάσει των λογιστικών προτύπων της τρίτης χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ, και βάσει των λογιστικών κανόνων που επιβάλλει ο κανονισμός ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ.

 

   Τα λογιστικά στοιχεία τα οποία περιέχονται στην ετήσια έκθεση ελέγχονται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από το νόμο να διενεργούν λογιστικούς ελέγχους σύμφωνα με το ν. 3693/2008 (Α' 174) ή σε περίπτωση ΟΕΕ με έδρα στην ΕΕ, τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες ενσωματώθηκε στη χώρα καταγωγής του εν λόγω ΟΕΕ η Οδηγία 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 2006, για τους υποχρεωτικούς ελέγχους των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών. Η έκθεση ελέγχου, συμπεριλαμβανομένων τυχόν παρατηρήσεων, περιλαμβάνεται στο σύνολό της στην ετήσια έκθεση.

 

   Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο και τρίτο εδάφιο, επιτρέπεται σε ΑΕΔΟΕΕ που προωθεί εμπορικά ΟΕΕ εκτός ΕΕ να υποβάλει τις ετήσιες εκθέσεις του εν λόγω ΟΕΕ σε έλεγχο που πληροί τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα που ισχύουν στο κράτος στο οποίο έχει την καταστατική έδρα του ο ΟΕΕ.

 

   4. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 4 του άρθρου 22 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τα μέτρα που καθορίζουν το περιεχόμενο και τη μορφή της ετήσιας έκθεσης. Τα εν λόγω μέτρα προσαρμόζονται στον τύπο του ΟΕΕ στον οποίο εφαρμόζονται.

 

’ρθρο 23

Πληροφόρηση των επενδυτών (άρθρο 23 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ διαθέτει στους επενδυτές των ΟΕΕ, για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται και για κάθε ΟΕΕ τον οποίο προωθεί εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον τρόπο που ορίζεται στον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα των ΟΕΕ, τις ακόλουθες πληροφορίες πριν επενδύσουν στους ΟΕΕ, καθώς και τις όποιες ουσιαστικές αλλαγές τους:

 

   α) περιγραφή της επενδυτικής στρατηγικής και των στόχων του ΟΕΕ, πληροφορίες σχετικά με τον τόπο σύστασης του κύριου ΟΕΕ και τον τόπο σύστασης των υποκείμενων OEE υπερκείμενου ΟΕΕ, περιγραφή των τύπων όλων των περιουσιακών στοιχείων στα οποία μπορεί να επενδύσει ο ΟΕΕ, τις τεχνικές που μπορεί να χρησιμοποιήσει και όλους τους παρεπόμενους κινδύνους, τυχόν άλλους επενδυτικούς περιορισμούς, τις περιστάσεις στις οποίες ο ΟΕΕ μπορεί να κάνει χρήση της μόχλευσης, τους τύπους και τις πηγές μόχλευσης που επιτρέπονται και τους παρεπόμενους κινδύνους, κάθε περιορισμό σχετικά με τη χρήση μόχλευσης και τυχόν πρόσθετες ασφάλειες και ρυθμίσεις επαναχρησιμοποίησης κεφαλαίων, καθώς και το μέγιστο επίπεδο μόχλευσης που έχει δικαίωμα να χρησιμοποιήσει η ΑΕ-ΔΟΕΕ εξ ονόματος του ΟΕΕ,

   β) περιγραφή των διαδικασιών με τις οποίες ο ΟΕΕ μπορεί να αλλάζει την επενδυτική στρατηγική του ή την επενδυτική πολιτική του ή και τις δύο,

   γ) περιγραφή των κύριων νομικών συνεπειών της συμβατικής σχέσης που συνάπτεται για τους σκοπούς της επένδυσης, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τη δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο και σχετικά με την ύπαρξη ή όχι, νομικών κειμένων που προβλέπουν την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων στον τόπο εγκατάστασης του ΟΕΕ,

   δ) την ταυτότητα της ΑΕΔΟΕΕ, του θεματοφύλακα του ΟΕΕ, του ελεγκτή και οποιωνδήποτε άλλων παρόχων υπηρεσιών, καθώς και περιγραφή των καθηκόντων τους και των δικαιωμάτων των επενδυτών,

   ε) περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η ΑΕΔΟΕΕ συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παραγράφου 7 του άρθρου 9,

   στ) περιγραφή κάθε ανατεθειμένης λειτουργίας διαχείρισης όπως αναφέρεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 6 από την ΑΕΔΟΕΕ και κάθε λειτουργίας φύλαξης που ανατίθεται από τον θεματοφύλακα, του τρίτου μέρους στο οποίο γίνεται η ανάθεση και τυχόν συγκρούσεων συμφερόντων που μπορεί να ανακύψουν από τέτοιες αναθέσεις,

   ζ) περιγραφή της διαδικασίας αποτίμησης του ΟΕΕ και της μεθοδολογίας καθορισμού των τιμών για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 19, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την αποτίμηση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δύσκολα αποτιμώνται,

   η) περιγραφή της διαχείρισης κινδύνων ρευστότητας του ΟΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων εξαγοράς τόσο σε κανονικές όσο και σε έκτακτες περιστάσεις, και των υφιστάμενων διακανονισμών εξαγοράς με επενδυτές,

   θ) περιγραφή όλων των αμοιβών, των χρεώσεων και των δαπανών, καθώς και των ανώτατων ποσών τους με τα οποία οι επενδυτές επιβαρύνονται άμεσα ή έμμεσα,

   ι) περιγραφή του τρόπου με τον οποίο η ΑΕΔΟΕΕ διασφαλίζει την ίση μεταχείριση των επενδυτών και, κάθε φορά που ένας επενδυτής τυγχάνει προνομιακής μεταχείρισης ή λαμβάνει το δικαίωμα προνομιακής μεταχείρισης, περιγραφή της εν λόγω προνομιακής μεταχείρισης και αναφορά του τύπου των επενδυτών που τυγχάνουν επίσης τέτοιας προνομιακής μεταχείρισης και, όπου είναι σκόπιμο, της νομικής ή οικονομικής σχέση τους με τον ΟΕΕ ή την ΑΕΔΟΕΕ,

   ια) την τελευταία ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 22,

   ιβ) τη διαδικασία και τους όρους έκδοσης και διάθεσης των μεριδίων ή μετοχών,

   ιγ) την τελευταία καθαρή αξία ενεργητικού του ΟΕΕ ή την τελευταία αγοραία τιμή του μεριδίου του ΟΕΕ, σύμφωνα με το άρθρο 19,

   ιδ) αν είναι διαθέσιμες, τις ιστορικές αποδόσεις του ΟΕΕ,

   ιε) την ταυτότητα του βασικού διαμεσολαβητή και περιγραφή των σημαντικών ρυθμίσεων του ΟΕΕ με τους βασικούς διαμεσολαβητές του και του τρόπου διαχείρισης των αντίστοιχων συγκρούσεων συμφερόντων και τον όρο της σύμβασης με τον θεματοφύλακα σχετικά με τη δυνατότητα μεταφοράς και επαναχρησιμοποίησης περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ, καθώς και πληροφορίες σχετικά με ενδεχόμενη μεταφορά ευθύνης στο βασικό διαμεσολαβητή,

   ιστ) περιγραφή του τρόπου και του χρόνου δημοσιοποίησης των πληροφοριών που προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει τους επενδυτές, πριν να επενδύσουν στον ΟΕΕ, για οποιαδήποτε ρύθμιση στην οποία προέβη ο θεματοφύλακας προκειμένου να απαλλαγεί συμβατικά από την ευθύνη σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 21. Η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει επίσης χωρίς καθυστέρηση τους επενδυτές για οποιεσδήποτε αλλαγές όσον αφορά την ευθύνη του θεματοφύλακα.

 

   3. Αν ο ΟΕΕ υποχρεούται να δημοσιεύσει ενημερωτικό δελτίο σύμφωνα με το ν. 3401/2005 (Α' 257) ή σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις άλλου κράτους - μέλους με τις οποίες ενσωματώθηκε η Οδηγία 2003/71/ΕΚ, δημοσιοποιούνται χωριστά ή ως πρόσθετες πληροφορίες στο ενημερωτικό δελτίο μόνο οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 και δεν περιέχονται στο ενημερωτικό δελτίο.

 

   4. Η ΑΕΔΟΕΕ παρέχει περιοδικά στους επενδυτές των ΟΕΕ, για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται και για κάθε ΟΕΕ μερίδια ή μετοχές του οποίου διαθέτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τις ακόλουθες πληροφορίες:

 

   α) το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους,

   β) οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ,

   γ) τα τρέχοντα χαρακτηριστικά κινδύνου του ΟΕΕ και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων τα οποία χρησιμοποιεί η ΑΕΔΟΕΕ για τη διαχείριση των εν λόγω κινδύνων.

 

   5. Αν ΑΕΔΟΕΕ διαχειρίζεται ΟΕΕ οι οποίοι χρησιμοποιούν μόχλευση ή προωθεί εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΟΕΕ που χρησιμοποιούν μόχλευση, δημοσιεύει σε τακτική βάση:

 

   α) οποιεσδήποτε αλλαγές ως προς το ανώτατο επίπεδο μόχλευσης το οποίο μπορεί να χρησιμοποιεί η ΑΕΔΟΕΕ για λογαριασμό του ΟΕΕ, καθώς και οποιοδήποτε δικαίωμα επαναχρησιμοποίησης πρόσθετης ασφάλειας ή οποιασδήποτε εγγύησης παρέχεται δυνάμει ρυθμίσεων μόχλευσης,

   β) το συνολικό ποσό μόχλευσης το οποίο χρησιμοποίησε αυτός ο ΟΕΕ.

 

   6. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 6 του άρθρου 23 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις υποχρεώσεις κοινοποίησης της ΑΕΔΟΕΕ που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, συμπεριλαμβανομένης της συχνότητας κοινοποίησης που καθορίζεται στην παράγραφο 5. Τα εν λόγω μέτρα προσαρμόζονται στον τύπο της ΑΕΔΟΕΕ στον οποίο εφαρμόζονται.

 

’ρθρο 24

Υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 24 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ υποβάλλει τακτικά εκθέσεις στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με τις κύριες αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται και τα μέσα στα οποία πραγματοποιεί συναλλαγές, για λογαριασμό των ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ παρέχει πληροφορίες σχετικά με τα κύρια μέσα στα οποία πραγματοποιεί συναλλαγές, στις αγορές των οποίων είναι μέλος ή στις οποίες ενεργά συμμετέχει και σχετικά με τις βασικές εκθέσεις σε κινδύνους και τις σημαντικότερες συγκεντρώσεις συμμετοχών καθενός εκ των ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ, για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται και για κάθε ΟΕΕ που προωθεί εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρέχει τα εξής στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς:

 

   α) το ποσοστό των περιουσιακών στοιχείων του ΟΕΕ το οποίο υπόκειται σε ειδικούς διακανονισμούς που προκύπτουν λόγω της μη ρευστοποιήσιμης φύσης τους,

   β) οποιουσδήποτε νέους διακανονισμούς για τη διαχείριση της ρευστότητας του ΟΕΕ,

   γ) τα τρέχοντα χαρακτηριστικά κινδύνου του ΟΕΕ και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων τα οποία χρησιμοποιεί ο ΔΟΕΕ για τη διαχείριση του κινδύνου αγοράς, του κινδύνου ρευστότητας, του κινδύνου αντισυμβαλλομένων και άλλων κινδύνων, περιλαμβανομένου του λειτουργικού κινδύνου,

   δ) πληροφορίες για τις βασικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων στα οποία επενδύει ο ΟΕΕ και

   ε) τα αποτελέσματα των μετρήσεων κινδύνων σε ακραίες καταστάσεις (stress tests), που διεξάγονται σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 15 και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 16.

 

   3. Η ΑΕΔΟΕΕ παρέχει τα ακόλουθα έγγραφα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατ' αίτησή της:

   α) ετήσια έκθεση για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ και για κάθε ΟΕΕ που προωθείται εμπορικά από αυτόν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για κάθε οικονομικό έτος, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 22,

   β) αναλυτικό κατάλογο όλων των ΟΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ στη λήξη κάθε τριμήνου.

 

   4. Η ΑΕΔΟΕΕ η οποία διαχειρίζεται ΟΕΕ που χρησιμοποιούν μόχλευση σε σημαντικό βαθμό διαθέτει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορίες σχετικά με το συνολικό επίπεδο μόχλευσης που χρησιμοποιείται από κάθε ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται, λεπτομερή ανάλυση μεταξύ της μόχλευσης που προκύπτει από το δανεισμό μετρητών ή κινητών αξιών και της μόχλευσης που ενσωματώνεται σε χρηματοοικονομικά παράγωγα, καθώς και σχετικά με το βαθμό στον οποίο επαναχρησιμοποιήθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία ΟΕΕ δυνάμει ρυθμίσεων μόχλευσης.

 

   Οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν την ταυτότητα των πέντε (5) μεγαλύτερων δανειστών σε μετρητά ή κινητές αξίες για καθέναν από τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ και τα ποσά μόχλευσης που λήφθηκαν από καθεμία από αυτές τις πηγές για καθέναν από τους εν λόγω ΟΕΕ.

 

   Για ΔΟΕΕ τρίτων κρατών για τους οποίους η Ελλάδα είναι κράτος - μέλος αναφοράς, οι υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο περιορίζονται στους ΟΕΕ με έδρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκονται υπό τη διαχείρισή τους και ΟΕΕ τρίτων χωρών που προωθούν εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

 

   5. Αν απαιτείται για την αποτελεσματική παρακολούθηση του συστημικού κινδύνου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι δυνατόν να ζητάει πρόσθετες πληροφορίες πέρα από αυτές που περιγράφονται στο παρόν άρθρο, τόσο σε περιοδική βάση όσο και κατά περίπτωση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) όσον αφορά τις πρόσθετες απαιτήσεις υποβολής στοιχείων.

 

   6. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 6 του άρθρου 24 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με:

 

   α) τους σκοπούς της παραγράφου 4, πότε θεωρείται ότι ασκείται σημαντική μόχλευση και

   β) τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και παροχής πληροφοριών κατά το παρόν άρθρο.

 

   Στα μέτρα αυτά η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεκτιμά την ανάγκη αποφυγής υπερβολικού διοικητικού φόρτου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε’

ΑΕΔΟΕΕ ΠΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΥΣ ΤΥΠΟΥΣ ΟΕΕ

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΕΔΟΕΕ ΠΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΟΧΛΕΥΜΕΝΟΥΣ ΟΕΕ

 

’ρθρο 25

Χρήση πληροφοριών από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εποπτική συνεργασία και όρια του βαθμού μόχλευσης (άρθρο 25 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χρησιμοποιεί τις πληροφορίες που συλλέγονται δυνάμει του άρθρου 24 για σκοπούς προσδιορισμού του βαθμού στον οποίο η χρήση της μόχλευσης συμβάλλει στη δημιουργία συστημικού κινδύνου στο χρηματοοικονομικό σύστημα, κινδύνων μη ομαλής λειτουργίας των αγορών ή κινδύνων για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θέτει στη διάθεση των αρμόδιων αρχών των άλλων ενδιαφερόμενων κρατών - μελών, της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, μέσω των διαδικασιών που περιγράφονται στο άρθρο 46 σχετικά με την εποπτική συνεργασία, όλες τις πληροφορίες που συγκεντρώνει σύμφωνα με το άρθρο 24 σχετικά με όλες τις ΑΕΔΟΕΕ που επιτηρεί, καθώς και τις πληροφορίες που συγκεντρώνει σύμφωνα με το άρθρο 7. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχει επίσης, χωρίς καθυστέρηση, πληροφορίες, μέσω του εν λόγω μηχανισμού και διμερώς στις αρμόδιες αρχές άλλων άμεσα ενδιαφερόμενων κρατών - μελών, αν μια ΑΕΔΟΕΕ για την οποία είναι υπεύθυνη ή ένας ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται η εν λόγω ΑΕΔΟΕΕ μπορεί ενδεχομένως να αποτελεί σημαντική πηγή κινδύνου αντισυμβαλλομένου για ένα πιστωτικό ίδρυμα ή άλλα συστημικώς σχετικά ιδρύματα σε άλλα κράτη - μέλη.

 

   3. Η ΑΕΔΟΕΕ αποδεικνύει ότι τα όρια μόχλευσης που καθορίζει για κάθε ΟΕΕ που διαχειρίζεται είναι εύλογα και ότι συμμορφώνεται με αυτά συνεχώς. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εκτιμά τους κινδύνους που προκύπτουν από τη χρήση μόχλευσης από ΑΕΔΟΕΕ όσον αφορά τον ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται και, αν το κρίνει αναγκαίο προκειμένου να εξασφαλισθούν η σταθερότητα και η ακεραιότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, αφού γνωστοποιήσει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου και στις αρμόδιες αρχές του σχετικού ΟΕΕ, αν το κράτος - μέλος καταγωγής του δεν είναι η Ελλάδα, επιβάλλει όρια στο επίπεδο μόχλευσης που δικαιούται να χρησιμοποιήσει η ΑΕΔΟΕΕ ή άλλους περιορισμούς στη διαχείριση του ΟΕΕ, προκειμένου να περιοριστεί ο βαθμός στον οποίο η χρήση της μόχλευσης συμβάλλει στη δημιουργία συστημικού κινδύνου στο χρηματοοικονομικό σύστημα ή κινδύνων μη ομαλής λειτουργίας των αγορών. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, καθώς επίσης και τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής του ΟΕΕ, αν το κράτος - μέλος καταγωγής του δεν είναι η Ελλάδα, σχετικά με τις δράσεις που αναλαμβάνονται εν προκειμένω, μέσω των διαδικασιών που περιγράφονται στο άρθρο 46.

 

   4. Η γνωστοποίηση της παραγράφου 3 πραγματοποιείται τουλάχιστον δέκα (10) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημερομηνία κατά την οποία τα προτεινόμενα μέτρα πρόκειται να τεθούν σε ισχύ ή να ανανεωθούν. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει λεπτομέρειες των προτεινόμενων μέτρων, τους λόγους για τη λήψη τους και την ημερομηνία κατά την οποία πρόκειται να τεθούν σε ισχύ. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να αποφασίζει την έναρξη ισχύος του προτεινόμενου μέτρου εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την κατά το πρώτο εδάφιο γνωστοποίηση.

 

   5. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 9 του άρθρου 25 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις διατάξεις της παραγράφου 3, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων στρατηγικών των ΟΕΕ, των διάφορων συνθηκών των αγορών στις οποίες δρουν οι ΟΕΕ και των ενδεχόμενων προκυκλικών συνεπειών της εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων.

 

ΤΜΗΜΑ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΕΔΟΕΕ ΠΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΕΕ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΑΠΟΚΤΟΥΝ ΕΛΕΓΧΟ ΣΕ ΜΗ ΕΙΣΗΓΜΕΝΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΕΚΔΟΤΕΣ

 

’ρθρο 26

Πεδίο εφαρμογής (άρθρο 26 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Το παρόν τμήμα (άρθρα 26-30) αφορά τις ακόλουθες περιπτώσεις:

 

   α) ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζονται έναν ή περισσότερους ΟΕΕ οι οποίοι, μεμονωμένα ή από κοινού, στη βάση συμφωνίας για την απόκτηση ελέγχου, αποκτούν τον έλεγχο μη εισηγμένης εταιρείας, κατά την έννοια της παραγράφου 5

   β) ΑΕΔΟΕΕ που συνεργάζονται με έναν ή περισσότερους ΑΕΔΟΕΕ στη βάση συμφωνίας με την οποία οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται από κοινού οι εν λόγω ΑΕΔΟΕΕ αποκτούν έλεγχο μη εισηγμένης εταιρείας, σύμφωνα με την παράγραφο 5.

 

   2. Το παρόν τμήμα δεν έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις όπου οι εν λόγω μη εισηγμένες εταιρείες είναι:

 

   α) μικρομεσαίες επιχειρήσεις κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Παραρτήματος της Σύστασης 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003 ή

   β) οντότητες ειδικού σκοπού με στόχο την αγορά, κατοχή ή διαχείριση ακινήτων.

 

   3. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η παράγραφος 1 του άρθρου 27 έχει επίσης εφαρμογή σε ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ οι οποίοι αποκτούν συμμετοχή σε μη εισηγμένες εταιρείες, που δεν τους δίνει δικαίωμα ελέγχου αυτών κατά την έννοια της παραγράφου 5.

 

   4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 28 και το άρθρο 30 εφαρμόζονται και σε ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ που αποκτούν έλεγχο σε εκδότες. Για τους σκοπούς των εν λόγω άρθρων εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου.

 

   5. Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, για τις μη εισηγμένες εταιρείες, έλεγχος σημαίνει κατοχή άνω του πενήντα τοις εκατό (50%) των δικαιωμάτων ψήφου των εταιρειών.

 

   Για τον υπολογισμό του ποσοστού των δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει άμεσα ο ΟΕΕ, αθροίζονται τα δικαιώματα ψήφου των ακολούθων προσώπων, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά ελέγχονται από τον ΟΕΕ κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου:

 

   α) κάθε επιχείρησης που ελέγχεται από τον ΟΕΕ και

   β) των φυσικών ή νομικών προσώπων που ενεργούν στο όνομά τους αλλά για λογαριασμό του ΟΕΕ ή για λογαριασμό οποιασδήποτε επιχείρησης ελεγχόμενης από τον ΟΕΕ.

 

   Το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου υπολογίζεται με βάση το σύνολο των μετοχών οι οποίες ενσωματώνουν δικαιώματα ψήφου, έστω και αν η άσκησή τους έχει ανασταλεί.

 

   Παρά τις ρυθμίσεις της περίπτωσης θ' της παραγράφου 1 του άρθρου 4, για τους σκοπούς των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 28 και του άρθρου 30, ο έλεγχος καθορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7 του ν. 3461/2006 (Α' 106).

 

   6. Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των όρων και των περιορισμών που αφορούν στο δικαίωμα ενημέρωσης των εργαζομένων που εκτίθενται στο άρθρο 6 του π.δ. 240/2006 (Α' 252).

 

’ρθρο 27

Κοινοποίηση της απόκτησης σημαντικής συμμετοχής και ελέγχου σε μη εισηγμένες εταιρείες (άρθρο 27 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται ΟΕΕ ο οποίος αποκτά, διαθέτει ή κατέχει μετοχές σε μη εισηγμένη εταιρεία, κοινοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς το ποσοστό των δικαιωμάτων ψήφου στη μη εισηγμένη εταιρεία που κατέχει ο ΟΕΕ, αν το ποσοστό αυτό φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται του 10%, του 20%, του 30%, του 50% και του 75%.

 

   2. Αν ΟΕΕ αποκτά, μόνος του ή από κοινού, έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του εν λόγω άρθρου, η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον εν λόγω ΟΕΕ, υποχρεούται να κοινοποιεί την απόκτηση του ελέγχου από τον ΟΕΕ στους εξής:

   α) στη μη εισηγμένη εταιρεία,

   β) σε κάθε μέτοχο, η ταυτότητα και η διεύθυνση του οποίου έχει τεθεί στη διάθεση της ΑΕΔΟΕΕ ή μπορεί να τεθεί στη διάθεσή της από τη μη εισηγμένη εταιρεία ή μέσω μητρώου στο οποίο η ΑΕΔΟΕΕ έχει ή μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση και

   γ) στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   3. Η κοινοποίηση της παραγράφου 2 περιέχει τις ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:

   α) την κατάσταση που προκύπτει όσον αφορά τα δικαιώματα ψήφου,

   β) τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες αποκτήθηκε ο έλεγχος, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με την ταυτότητα των διαφόρων συμμετεχόντων μετόχων και οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου εξουσιοδοτημένου να ασκεί τα δικαιώματα ψήφου για λογαριασμό τους και, κατά περίπτωση, την αλυσίδα επιχειρήσεων μέσω της οποίας κατέχονται στην πραγματικότητα τα δικαιώματα ψήφου,

   γ) την ημερομηνία κατά την οποία αποκτήθηκε ο έλεγχος.

 

   4. Στην κοινοποίησή της σχετικά με τη μη εισηγμένη εταιρεία, η ΑΕΔΟΕΕ καλεί το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας να ενημερώσει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση τους εκπροσώπους των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, του ίδιους τους εργαζομένους, σχετικά με την απόκτηση του ελέγχου από τον ΟΕΕ που διαχειρίζεται η ΑΕΔΟΕΕ και να τους δώσει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3. Η ΑΕΔΟΕΕ καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλίσει ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, ενημερώνονται προσηκόντως από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 

   5. Οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 πραγματοποιούνται το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο ΟΕΕ έφτασε, υπερέβη ή κατήλθε του σχετικού ορίου ή απέκτησε έλεγχο στη μη εισηγμένη εταιρεία.

 

’ρθρο 28

Γνωστοποίηση πληροφοριών σε περίπτωση απόκτησης ελέγχου (άρθρο 28 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Αν ΟΕΕ αποκτά, μόνος του ή από κοινού, έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία ή σε εκδότη σύμφωνα με την παράγραφο 1 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του άρθρου 26, η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον εν λόγω ΟΕΕ διαθέτει τις πληροφορίες της παραγράφου 2 στους εξής:

 

   α) στην εν λόγω εταιρεία

   β) σε κάθε μέτοχο της εταιρείας, η ταυτότητα και η διεύθυνση του οποίου έχει τεθεί στη διάθεση της ΑΕΔΟΕΕ ή μπορεί να τεθεί στη διάθεσή της από την εταιρεία ή μέσω μητρώου στο οποίο η ΑΕΔΟΕΕ έχει ή μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση και

   γ) στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ κοινοποιεί:

   α) την ταυτότητα της ΑΕΔΟΕΕ, η οποία μεμονωμένα ή σε συμφωνία με άλλους ΔΟΕΕ διαχειρίζεται τον ΟΕΕ που έχει αποκτήσει έλεγχο,

   β) την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, ιδίως μεταξύ της ΑΕΔΟ-ΕΕ, του ΟΕΕ και της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με τις ειδικές διασφαλίσεις που έχουν ληφθεί προκειμένου οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ της ΑΕΔΟΕΕ και/ή του ΟΕΕ και της εταιρείας να συνάπτεται με όρους αγοράς («at arm's length») και

   γ) την πολιτική εξωτερικής και εσωτερικής επικοινωνίας σε σχέση με την εταιρεία, ιδίως όσον αφορά στους εργαζομένους σε αυτήν.

 

   3. Στην κοινοποίησή του σχετικά με την εταιρεία, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1, η ΑΕΔΟΕΕ καλεί το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας να διαβιβάσει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση στους εκπροσώπους των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, στους ίδιους τους εργαζομένους, τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Η ΑΕΔΟΕΕ καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διασφαλίσει ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, ενημερώνονται προσηκόντως από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

 

   4. Αν ΟΕΕ αποκτά, μόνος του ή από κοινού, έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία σύμφωνα με την παράγραφο 1, σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του άρθρου 26, η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον εν λόγω ΟΕΕ διασφαλίζει ότι ο ΟΕΕ ή η ΑΕΔΟΕΕ που λειτουργεί εξ ονόματος του ΟΕΕ δημοσιοποιεί τις προθέσεις του όσον αφορά τη μελλοντική επιχειρηματική δραστηριότητα της μη εισηγμένης εταιρείας και τις ενδεχόμενες συνέπειες για τις εργασιακές σχέσεις, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή στις συνθήκες απασχόλησης:

 

   α) στη μη εισηγμένη εταιρεία και

   β) σε κάθε μέτοχο αυτής, η ταυτότητα και η διεύθυνση του οποίου έχει τεθεί στη διάθεση της ΑΕΔΟΕΕ ή μπορεί να τεθεί στη διάθεσή του από τη μη εισηγμένη εταιρεία ή μέσω μητρώου στο οποίο η ΑΕΔΟΕΕ έχει ή μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση.

 

   Η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον ΟΕΕ ζητεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης της μη εισηγμένης εταιρείας να κοινοποιεί στους εκπροσώπους των εργαζομένων της ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, στους ίδιους τους εργαζομένους, τις πληροφορίες που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο. Η ΑΕΔΟΕΕ λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ενημερώνονται προσηκόντως από το αρμόδιο όργανο διοίκησης.

 

   5. Αν ένας ΟΕΕ αποκτά έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του ίδιου άρθρου, η ΑΕΔΟΕΕ που τον διαχειρίζεται, παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στους επενδυτές του συγκεκριμένου ΟΕΕ πληροφορίες για τη χρηματοδότηση της απόκτησης.

 

’ρθρο 29

Ειδικές διατάξεις σχετικά με την ετήσια έκθεση των ΟΕΕ που ασκούν έλεγχο σε μη εισηγμένες εταιρείες (άρθρο 29 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Αν ΟΕΕ αποκτά, μόνος του ή από κοινού, έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 26 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του εν λόγω άρθρου, η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον εν λόγω ΟΕΕ:

 

   α) ζητεί από το όργανο διοίκησης της μη εισηγμένης εταιρείας και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε αυτό να κοινοποιεί σε όλους τους εκπροσώπους των εργαζομένων ή, αν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, στους ίδιους τους εργαζομένους, την ετήσια έκθεση που καταρτίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, μέσα στην προθεσμία για την κατάρτιση ετήσιας έκθεσης του οργάνου διοίκησης της μη εισηγμένης εταιρείας σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό εταιρικό δίκαιο ή

   β) συμπεριλαμβάνει στην ετήσια έκθεση, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 22, για κάθε ΟΕΕ, τις πληροφορίες της παραγράφου 2 σχετικά με τη μη εισηγμένη εταιρεία.

 

   2. Οι πρόσθετες πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην ετήσια έκθεση της εταιρείας ή του ΟΕΕ, σύμφωνα με την παράγραφο 1, περιλαμβάνουν κατ' ελάχιστο μια αντικειμενική επισκόπηση της εξέλιξης της επιχειρηματικής δραστηριότητας της εταιρείας, που απεικονίζει την κατάσταση στο τέλος της περιόδου που καλύπτει η ετήσια έκθεση. Η έκθεση πρέπει επίσης να αναφέρει:

 

   α) κάθε σημαντικό γεγονός που συνέβη μετά τη λήξη του οικονομικού έτους,

   β) την προβλεπόμενη εξέλιξη της εταιρείας και

   γ) τις πληροφορίες σχετικά με την απόκτηση ιδίων μετοχών που προβλέπονται στην παράγραφο 9 του άρθρου 16 του κ.ν. 2190/1920 (Α' 37) ή, σε περίπτωση εταιρείας εντός της ΕΕ, κατά τις εθνικές διατάξεις με τις οποίες ενσωματώθηκε στη χώρα καταγωγής της εν λόγω εταιρείας η παράγραφος 2 του άρθρου 22 της Οδηγίας 77/91/ΕΟΚ του Συμβουλίου.

 

   3. Η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται το σχετικό ΟΕΕ:

   α) ζητεί από το αρμόδιο όργανο διοίκησης της μη εισηγμένης εταιρείας και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε αυτό να κοινοποιεί στους εκπροσώπους των εργαζομένων της ενδιαφερόμενης επιχείρησης τις πληροφορίες σχετικά με την ενδιαφερόμενη επιχείρηση που αναφέρονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1, μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 22 και καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να το εξασφαλίσει ή

   β) θέτει στη διάθεση των επενδυτών του ΟΕΕ τις πληροφορίες που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1, αν είναι ήδη διαθέσιμες, εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 22 και σε κάθε περίπτωση όχι αργότερα από την ημερομηνία κατά την οποία έχει καταρτισθεί η ετήσια έκθεση της μη εισηγμένης εταιρείας σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό εταιρικό δίκαιο.

 

’ρθρο 30

Εκποίηση περιουσιακών στοιχείων (άρθρο 30 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Αν ΟΕΕ αποκτά, μόνος του ή από κοινού, έλεγχο σε μη εισηγμένη εταιρεία ή σε εκδότη σύμφωνα με την παράγραφο 1 σε συνδυασμό με την παράγραφο 5 του άρθρου 26, η ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζεται τον εν λόγω ΟΕΕ, πριν από την παρέλευση είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την απόκτηση του ελέγχου της εταιρείας από τον ΟΕΕ:

 

   α) δεν επιτρέπεται να διευκολύνει, υποστηρίζει ή δίνει εντολή για οποιαδήποτε διανομή, μείωση κεφαλαίου, ακύρωση ή απόκτηση ιδίων μετοχών από την εταιρεία, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2,

   β) δεν επιτρέπεται να ψηφίζει υπέρ διανομής, μείωσης κεφαλαίου, ακύρωσης ή απόκτησης ιδίων μετοχών από την εταιρεία, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2, αν είναι εξουσιοδοτημένη να ψηφίζει εξ ονόματος του ΟΕΕ στα αρμόδια όργανα της εταιρείας και

   γ) καταβάλλει, σε κάθε περίπτωση, κάθε δυνατή προσπάθεια για να παρεμποδίσει διανομές, μειώσεις κεφαλαίου, ακύρωση ή απόκτηση ιδίων μετοχών από την εταιρεία, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2.

 

   2. Στην ΑΕΔΟΕΕ επιβάλλονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 οι ακόλουθες υποχρεώσεις:

   α) κάθε διανομή σε μετόχους που θα είχε ως συνέπεια να καταστήσει το ενεργητικό κατά το κλείσιμο του προηγούμενου οικονομικού έτους, σύμφωνα με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της εταιρείας, χαμηλότερο από το άθροισμα του καλυφθέντος κεφαλαίου και των αποθεματικών που δεν επιτρέπεται από τη νομοθεσία ή το καταστατικό να διανεμηθούν.

   Αν το ποσό του κεφαλαίου έχει καλυφθεί αλλά δεν έχει καταβληθεί, αυτό δεν εμφανίζεται στο ενεργητικό του ισολογισμού και αφαιρείται από το ποσό του καλυφθέντος κεφαλαίου

   β) κάθε διανομή σε μετόχους, το ποσό της οποίας υπερβαίνει το άθροισμα των κερδών του τελευταίου οικονομικού έτους, και των κερδών προηγούμενων οικονομικών ετών και των ποσών που αναλήφθηκαν από αποθεματικά προς διανομή, μετά την αφαίρεση των ζημιών που έχουν μεταφερθεί από προηγούμενες χρήσεις, καθώς και των ποσών που επιβάλλεται να διατεθούν για το σχηματισμό αποθεματικών σύμφωνα με τη νομοθεσία ή το καταστατικό

   γ) στο βαθμό που επιτρέπονται αγορές ιδίων μετοχών, οι αγορές που πραγματοποιεί η εταιρεία, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών της που έχει ήδη αποκτήσει και διακρατεί και μετοχών της τις οποίες απέκτησε πρόσωπο το οποίο ενεργούσε στο όνομά του αλλά για λογαριασμό της εταιρείας, δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα τη μείωση του καθαρού ενεργητικού σε ποσό κατώτερο από εκείνο που προσδιορίζεται στην περίπτωση α'.

 

   3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2:

   α) η έκφραση «διανομή» που χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις α' και β' περιλαμβάνει ειδικότερα την καταβολή μερισμάτων και τόκων σε σχέση με μετοχές,

   β) οι διατάξεις περί μειώσεων κεφαλαίου δεν έχουν εφαρμογή στη μείωση του καλυφθέντος κεφαλαίου που προορίζεται για την αντιστάθμιση ζημιών ή τη διοχέτευση χρημάτων σε αποθεματικό το οποίο δεν διανέμεται υπό την προϋπόθεση ότι, μετά την πράξη αυτή, το ποσό του αποθεματικού αυτού δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) του μειωμένου καλυφθέντος κεφαλαίου και

   γ) ο περιορισμός σύμφωνα με την περίπτωση γ' της παραγράφου 2 υπόκειται, προκειμένου περί εταιρίας με έδρα στην Ελλάδα, στις περιπτώσεις β' έως ε' της παραγράφου 4 του άρθρου 16 του κ.ν. 2190/1920 και προκειμένου περί εταιρίας με έδρα στην ΕΕ, στις εθνικές διατάξεις με τις οποίες ενσωματώθηκαν στην χώρα καταγωγής της εν λόγω εταιρίας οι περιπτώσεις β' έως η' της παραγράφου 1 του άρθρου 20 της Οδηγίας 77/91/ ΕΟΚ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ'

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΟΕΕ ΝΑ ΠΡΟΩΘΟΥΝ ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΕΕ ΤΗΣ ΕΕ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

 

’ρθρο 31

Εμπορική προώθηση στην Ελλάδα μεριδίων ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζονται ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 31 και Παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΑΕΔΟΕΕ μπορούν να προωθούν εμπορικά στην Ελλάδα σε επαγγελματίες επενδυτές, μερίδια ή μετοχές οποιουδήποτε ΟΕΕ της ΕΕ τον οποίο διαχειρίζονται αν πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

 

   Αν ο ΟΕΕ της ΕΕ είναι τροφοδοτικός ΟΕΕ, το δικαίωμα εμπορικής προώθησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο υπόκειται στον όρο ότι ο κύριος ΟΕΕ είναι επίσης ΟΕΕ της ΕΕ υπό τη διαχείριση αδειοδοτημένου ΔΟΕΕ της ΕΕ.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ μερίδια ή μετοχές του οποίου προτίθεται να προωθήσει εμπορικά στην Ελλάδα, τις εξής πληροφορίες:

   α) επιστολή γνωστοποίησης, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων στο οποίο προσδιορίζεται ο ΟΕΕ, τον οποίο η ΑΕΔΟΕΕ σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά και πληροφορίες σχετικά με τον τόπο εγκατάστασης του ΟΕΕ,

   β) τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ,

   γ) την ταυτότητα του θεματοφύλακα του ΟΕΕ,

   δ) περιγραφή ή οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τον ΟΕΕ είναι διαθέσιμες για τους επενδυτές,

   ε) τον τόπο εγκατάστασης του κύριου ΟΕΕ αν ο ΟΕΕ είναι τροφοδοτικός ΟΕΕ,

   στ) οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 για κάθε ΟΕΕ που προτίθεται να προωθήσει εμπορικά η ΑΕΔΟΕΕ,

   ζ) αν συντρέχει περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με ρυθμίσεις που έχουν καθορισθεί για τη μη εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η ΑΕΔΟΕΕ βασίζεται σε δραστηριότητες ανεξάρτητων οντοτήτων για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών αναφορικά με τον ΟΕΕ.

 

   3. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από τη λήψη του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης της παραγράφου 2, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την ΑΕΔΟΕΕ σχετικά με το αν μπορεί ή όχι να προβεί στην έναρξη εμπορικής προώθησης του ΟΕΕ που προσδιορίζεται στη γνωστοποίηση της παραγράφου 2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαγορεύει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι ή δεν θα είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, άλλως, αν η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται ή δεν θα συμμορφωθεί με τις ανωτέρω διατάξεις. Σε περίπτωση θετικής απόφασης, η ΑΕΔΟΕΕ δύναται να αρχίσει να προωθεί εμπορικά τον ΟΕΕ μετά τη λήψη σχετικής έγγραφης επιβεβαίωσης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   Αν ο ΟΕΕ εδρεύει σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής του ΟΕΕ ότι η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ.

 

   4. Αν επέλθει σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία της γνωστοποίησης της παραγράφου 2, η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής, αν πρόκειται για αλλαγή που έχει σχεδιαστεί από την ΑΕΔΟΕΕ ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν σε εκτέλεση σχεδιασθείσας αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορεί την ΑΕΔΟΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή αν επέλθει κάποια απρογραμμάτιστη αλλαγή ως απόρροια της οποίας η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' του παρόντος νόμου ή, γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 46, συμπεριλαμβανομένης, αν χρειαστεί, της ρητής απαγόρευσης της εμπορικής προώθησης του ΟΕΕ.

 

   5. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41, οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται και προωθούν εμπορικά ΑΕΔΟΕΕ με χώρα καταγωγής την Ελλάδα προωθούνται εμπορικά μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές.

 

’ρθρο 32

Εμπορική προώθηση σε άλλα κράτη - μέλη μεριδίων ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζονται ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 32 και Παράρτημα Ιν της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να προωθεί εμπορικά μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται, σε επαγγελματίες επενδυτές σε άλλο κράτος - μέλος, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

 

   Αν ο ΟΕΕ της ΕΕ είναι τροφοδοτικός ΟΕΕ, το δικαίωμα εμπορικής προώθησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο υπόκειται στον όρο ότι ο κύριος ΟΕΕ είναι επίσης ΟΕΕ της ΕΕ υπό τη διαχείριση αδειοδοτημένου ΔΟΕΕ της ΕΕ.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ μερίδια ή μετοχές του οποίου προτίθεται να προωθήσει εμπορικά σε άλλο κράτος - μέλος, τις εξής πληροφορίες:

 

   α) επιστολή γνωστοποίησης, συμπεριλαμβανομένου προγράμματος δραστηριοτήτων στο οποίο προσδιορίζεται ο ΟΕΕ, τον οποίο η ΑΕΔΟΕΕ σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά και πληροφορίες σχετικά με τον τόπο εγκατάστασης του ΟΕΕ,

   β) τον κανονισμό ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ,

   γ) την ταυτότητα του θεματοφύλακα του ΟΕΕ,

   δ) περιγραφή ή οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τον ΟΕΕ είναι διαθέσιμες για τους επενδυτές,

   ε) τον τόπο εγκατάστασης του κύριου ΟΕΕ αν ο ΟΕΕ είναι τροφοδοτικός ΟΕΕ,

   στ) οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 23 για κάθε ΟΕΕ που προτίθεται να προωθήσει εμπορικά η ΑΕΔΟΕΕ,

  ζ) τα κράτη - μέλη στα οποία σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά τα μερίδια ή τις μετοχές του ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές,

   η) πληροφορίες σχετικά με ρυθμίσεις για την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ και, αν συντρέχει περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με ρυθμίσεις που έχουν καθορισθεί για τη μη εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η εμπορική προώθηση γίνεται μέσω επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες.

 

   3. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης της παραγράφου 2, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει το φάκελο αυτόν στις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους στο οποίο η ΑΕΔΟΕΕ προτίθεται να διαθέσει τον ΟΕΕ. Η διαβίβαση αυτή πραγματοποιείται μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ είναι και θα είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ συμμορφώνεται προς τις διατάξεις αυτές.

 

   Η ως άνω διαβίβαση περιλαμβάνει δήλωση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ότι η ΑΕΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια να διαχειρίζεται ΟΕΕ με συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την ΑΕΔΟΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση σχετικά με τη διαβίβαση της παραγράφου 3. Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ στο κράτος -μέλος υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ από την ημερομηνία της ως άνω ενημέρωσης από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

Αν ο ΟΕΕ εδρεύει σε άλλο κράτος - μέλος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους καταγωγής του ΟΕΕ ότι η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων του ΟΕΕ στο κράτος - μέλος υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   5. Η επιστολή γνωστοποίησης της παραγράφου 2 και η δήλωση της παραγράφου 3 παρέχονται σε γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στο διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να διαβιβάζει σε ηλεκτρονική μορφή και υποχρεούται να λαμβάνει από αρχές άλλων κρατών - μελών τα έγγραφα και τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 και σε ηλεκτρονική μορφή.

 

   6. Αν επέλθει σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής αν πρόκειται για αλλαγή που έχει σχεδιαστεί από την ΑΕΔΟΕΕ ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν σε εκτέλεση σχεδιασθείσας αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ δεν θα συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορεί την ΑΕΔΟΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη ως απόρροια της οποίας η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι πλέον σύμφωνη με τον παρόντα νόμο ή, γενικότερα, η ΑΕΔΟ-ΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 44, συμπεριλαμβανομένης, αν χρειαστεί, της ρητής απαγόρευσης της εμπορικής προώθησης του ΟΕΕ.

 

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, επειδή δεν επηρεάζουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα νόμο της διαχείρισης του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ ή, εν γένει, τη συμμόρφωση της ΑΕΔΟΕΕ προς τον παρόντα νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση για τις αλλαγές αυτές τις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   7. Αν η Ελλάδα είναι κράτος - μέλος υποδοχής, αδειοδοτημένος ΔΟΕΕ άλλου κράτους - μέλους μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση ΟΕΕ της ΕΕ στην Ελλάδα, μόνο αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λάβει από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους - μέλους ισοδύναμη κοινοποίηση με το περιεχόμενο της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και από την ημερομηνία της εν λόγω κοινοποίησης. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41, οι εν λόγω ΟΕΕ προωθούνται εμπορικά μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές. Σε αυτήν την περίπτωση, οι ρυθμίσεις που καθορίζονται για την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ και, αν συντρέχει περίπτωση, για τη μη εμπορική προώθηση μεριδίων του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η εμπορική προώθηση γίνεται μέσω επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, διέπονται από τους κανόνες του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και υπόκεινται στην εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

’ρθρο 33

Προϋποθέσεις για τη διαχείριση ΟΕΕ της ΕΕ εγκατεστημένων σε άλλα κράτη - μέλη  άρθρο 33 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να διαχειρίζεται ΟΕΕ εγκατεστημένους σε άλλο κράτος - μέλος χωρίς εγκατάσταση ή μέσω της ίδρυσης υποκαταστήματος στο άλλο κράτος - μέλος, υπό τον όρο ότι η ΑΕΔΟΕΕ έχει λάβει από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια για τη διαχείριση αυτού του τύπου ΟΕΕ.

 

   2. Η ΑΕΔΟΕΕ η οποία προτίθεται να διαχειριστεί ΟΕΕ εγκατεστημένο σε άλλο κράτος - μέλος, την πρώτη φορά υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις ακόλουθες πληροφορίες:

 

   α) το κράτος - μέλος στο οποίο σκοπεύει να διαχειριστεί τον ΟΕΕ χωρίς εγκατάσταση ή με ίδρυση υποκαταστήματος,

   β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων στο οποίο δηλώνονται συγκεκριμένα οι υπηρεσίες τις οποίες σκοπεύει να παρέχει και στο οποίο προσδιορίζονται οι ΟΕΕ τους οποίους σκοπεύει να διαχειρίζεται.

 

   3. Αν η ΑΕΔΟΕΕ σκοπεύει να ιδρύσει υποκατάστημα παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εκτός από τις πληροφορίες της παραγράφου 2, και τις εξής πληροφορίες:

 

   α) την οργανωτική δομή του υποκαταστήματος,

   β) τη διεύθυνση στο κράτος - μέλος καταγωγής του ΟΕΕ από την οποία μπορούν να ληφθούν έγγραφα,

   γ) τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση του υποκαταστήματος.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει, μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία λήψης του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης της παραγράφου 2 ή μέσα σε δύο (2) μήνες από τη λήψη του πλήρους φακέλου γνωστοποίησης της παραγράφου 3, στις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ τον πλήρη φάκελο της εν λόγω γνωστοποίησης. Η διαβίβαση αυτή πραγματοποιείται μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ είναι και θα είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και η ΑΕΔΟΕΕ συμμορφώνεται εν γένει προς τις διατάξεις αυτές.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εσωκλείει δήλωση ότι έχει χορηγήσει άδεια λειτουργίας στην εν λόγω ΑΕΔΟΕΕ.

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει αμέσως την ΑΕΔΟΕΕ σχετικά με τη διαβίβαση της παρούσας παραγράφου.

   Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες της στο κράτος - μέλος υποδοχής της μετά τη λήψη της ενημέρωσης του προηγούμενου εδαφίου.

 

   5. Αν επέλθει αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που υποβάλλονται με τη γνωστοποίηση της παραγράφου 2 και, κατά περίπτωση, της παραγράφου 3, η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σχετικά με την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής αν πρόκειται για αλλαγή που έχει σχεδιαστεί από την ΑΕΔΟΕΕ ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν σε εκτέλεση σχεδιασθείσας αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' ή γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ δεν θα συμμορφώνεται πλέον προς αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορεί την ΑΕΔΟΕΕ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη το πρώτο και δεύτερο εδάφιο ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη ως απόρροια της οποίας η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' του παρόντος νόμου ή, γενικότερα, η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 44.

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, δηλαδή αν δεν επηρεάζουν τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) της διαχείρισης του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ ή, εν γένει, τη συμμόρφωση της ΑΕΔΟΕΕ προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για τις αλλαγές αυτές τις αρμόδιες αρχές των κρατών - μελών υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   6. Αν η Ελλάδα είναι το κράτος - μέλος υποδοχής ΔΟΕΕ άλλου κράτους - μέλους που επιθυμεί να διαχειριστεί ΟΕΕ εγκατεστημένο στην Ελλάδα, δεν επιβάλλεται καμία επιπλέον απαίτηση στον ενδιαφερόμενο ΔΟΕΕ όσον αφορά τα ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και καλύπτονται από την Οδηγία 2011/61/ΕΕ.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ'

ΕΙΔΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

 

’ρθρο 34

Προϋποθέσεις διαχείρισης από ΑΕΔΟΕΕ ΟΕΕ εκτός ΕΕ που δεν προωθούνται εμπορικά στα κράτη - μέλη (άρθρο 34 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να διαχειρίζεται ΟΕΕ εκτός ΕΕ που δεν προωθούνται εμπορικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν:

   α) η ΑΕΔΟΕΕ πληροί όλες τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου εκτός των άρθρων 21 και 22 ως προς τους εν λόγω ΟΕΕ και

   β) υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των εποπτικών αρχών του τρίτου κράτους όπου είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται τουλάχιστον επαρκής ανταλλαγή πληροφοριών που να επιτρέπει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον παρόντα νόμο.

 

   2. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 2 του άρθρου 34 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τη διευκόλυνση της σύναψης των ρυθμίσεων συνεργασίας με τρίτα κράτη.

 

’ρθρο 35

Προϋποθέσεις εμπορικής προώθησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με διαβατήριο, ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζεται ΔΟΕΕ της ΕΕ (άρθρο 35 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να προωθεί εμπορικά σε επαγγελματίες επενδυτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ εκτός ΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή της και τροφοδοτικών ΟΕΕ της ΕΕ που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 31 αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

 

   2. Με την εξαίρεση των διατάξεων του Κεφαλαίου ΣΤ' (άρθρα 31-33), η ΑΕΔΟΕΕ της παραγράφου 1 συμμορφώνεται προς όλες τις λοιπές απαιτήσεις των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και επιπλέον, πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

   α) υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των εποπτικών αρχών της τρίτης χώρας, όπου είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται τουλάχιστον επαρκής ανταλλαγή πληροφοριών, λαμβανομένης υπόψη της παραγράφου 3 του άρθρου 46, η οποία επιτρέπει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τις παρούσες διατάξεις,

   β) η τρίτη χώρα, στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, δεν έχει περιληφθεί στις μη συνεργάσιμες χώρες και εδάφη, από την Ειδική Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης,

   γ) η τρίτη χώρα, στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, έχει υπογράψει συμφωνία με την Ελλάδα, καθώς και με κάθε άλλο κράτος - μέλος όπου σχεδιάζεται να προωθηθούν εμπορικά τα μερίδια ή οι μετοχές του ΟΕΕ εκτός ΕΕ, και η συμφωνία αυτή είναι πλήρως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ ως προς το εισόδημα και το κεφάλαιο και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων, αν υπάρχουν, των πολυμερών φορολογικών συμφωνιών.

   Αν η αρμόδια αρχή άλλου κράτους - μέλους διαφωνεί με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως προς την εκτίμηση για τη συνδρομή των προϋποθέσεων των περιπτώσεων α' και β' της παρούσας παραγράφου σχετικά με ΑΕ-ΔΟΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να θέσει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   3. Αν η ΑΕΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές του ΟΕΕ εκτός ΕΕ στην ελληνική επικράτεια, υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποίηση για κάθε ΟΕΕ εκτός ΕΕ τον οποίο σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 31.

 

   4. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή πλήρους γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την ΑΕΔΟΕΕ κατά πόσο μπορεί να αρχίσει να προωθεί εμπορικά στη ελληνική επικράτεια τον ΟΕΕ που προσδιορίζεται στη γνωστοποίηση της παραγράφου 3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να απαγορεύει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν είναι ή δεν θα είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται ή δεν θα συμμορφωθεί με τις διατάξεις αυτές. Σε περίπτωση θετικής απόφασης, η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να προωθεί εμπορικά τον ΟΕΕ από την ημερομηνία της σχετικής ενημέρωσης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης την ΕΑΚΑΑ ότι η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στην Ελλάδα.

 

   5. Αν η ΑΕΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικώς μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ εκτός ΕΕ σε άλλα κράτη - μέλη, η ΑΕΔΟΕΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την πρόθεσή του αυτή ως προς κάθε ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τον οποίο σκοπεύει να προωθήσει εμπορικώς. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 32.

 

   6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης της παραγράφου 5, τον διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους -μέλους, στο οποίο η ΑΕΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικώς τον ΟΕΕ εκτός ΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει τον φάκελο μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ είναι και θα είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και γενικότερα η ΑΕΔΟΕΕ συμμορφώνεται προς τις διατάξεις αυτές.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επισυνάπτει δήλωση ότι η ΑΕΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια να διαχειρίζεται ΟΕΕ με συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική.

 

   7. Μετά τη διαβίβαση του φακέλου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει σχετικώς χωρίς υπαίτια βραδύτητα την ΑΕΔΟΕΕ. Η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ στο εν λόγω κράτος -μέλος υποδοχής από την ημερομηνία που πραγματοποιήθηκε η παραπάνω γνωστοποίηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στις αρμόδιες αρχές του κράτους - μέλους υποδοχής. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης την ΕΑΚΑΑ ότι η ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στο κράτος - μέλος υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   8. Η επιστολή γνωστοποίησης της παραγράφου 5 και η δήλωση της παραγράφου 6 συντάσσονται σε γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στον διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα. Τα έγγραφα της παραγράφου 6 μπορεί να διαβιβασθούν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και ηλεκτρονικώς.

 

   9. Αν επέλθει σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 5, η ΑΕΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως προς την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την υλοποίηση προγραμματισμένης αλλαγής ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν σε εκτέλεση σχεδιασθείσας αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, η ΑΕΔΟΕΕ δεν θα συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορεί την ΑΕΔΟΕΕ χωρίς υπαίτια βραδύτητα ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη ως απόρροια της οποίας η διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, η ΑΕΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον με τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 46, μεταξύ άλλων δε, αν είναι αναγκαίο, απαγορεύει άμεσα την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ.

 

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, επειδή δεν επηρεάζουν τη σύμφωνη με το νόμο διαχείριση του ΟΕΕ από την ΑΕΔΟΕΕ ή εν γένει τη συμμόρφωση της ΑΕΔΟΕΕ προς το νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τις αλλαγές αυτές: α) την ΕΑΚΑΑ, αν οι αλλαγές αφορούν την παύση της εμπορικής προώθησης ΟΕΕ ή την εμπορική προώθηση πρόσθετων ΟΕΕ και β) τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών υποδοχής.

 

   10. ΔΟΕΕ που εδρεύουν σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να προωθούν στην Ελλάδα σε επαγγελματίες επενδυτές μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ εκτός ΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή τους και τροφοδοτικών ΟΕΕ της ΕΕ που δεν πληρούν τις απαιτήσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 31, αν η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους καταγωγής, κατόπιν ελέγχου που έχει διενεργήσει κατ' ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 και σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου, με τις οποίες ενσωματώθηκαν στο οικείο δίκαιο οι διατάξεις του άρθρου 35 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, αποστείλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποίηση του ΔΟΕΕ προς την εν λόγω αρμόδια αρχή με την πρόθεσή του να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές συγκεκριμένων ΟΕΕ εκτός ΕΕ στην Ελλάδα με τα έγγραφα και τις πληροφορίες, που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 32. Η εμπορική προώθηση επιτρέπεται από την ημέρα κατά την οποία θα περιέλθει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ο πλήρης φάκελος που θα της αποστείλει η αρμόδια εποπτική αρχή του κράτους-μέλους καταγωγής.

 

   11. Κατά την εμπορική προώθηση των ΟΕΕ εκτός ΕΕ στην Ελλάδα ο ΔΟΕΕ υποχρεούται να τηρεί τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου ως προς την εμπορική προώθηση μεριδίων και μετοχών του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η εμπορική προώθηση γίνεται μέσω επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες.

 

   12. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41, οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται και προωθούν εμπορικά ΔΟΕΕ, προωθούνται εμπορικά μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές.

 

   13. Αν αρμόδιες αρχές άλλου κράτους-μέλους απορρίψουν αίτημα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την ανταλλαγή πληροφοριών, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να αναφέρει το ζήτημα στην ΕΑΚΑΑ.

 

   14. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 11 του άρθρου 35 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις ρυθμίσεις συνεργασίας που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 2.

 

’ρθρο 36

Προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση στην Ελλάδα, χωρίς διαβατήριο, ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζεται ΑΕΔΟΕΕ (άρθρο 36 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 35, ΑΕΔΟΕΕ μπορεί να προωθεί εμπορικά στην Ελλάδα σε επαγγελματίες επενδυτές μερίδια ή μετοχές διαχειριζόμενων από αυτήν ΟΕΕ εκτός ΕΕ και τροφοδοτικών ΟΕΕ της ΕΕ που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 31, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

 

   α) Η ΑΕΔΟΕΕ πληροί όλες τις προϋποθέσεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), εξαιρουμένων όσων προβλέπονται στο άρθρο 21. Η ΑΕΔΟΕΕ εξασφαλίζει ότι έχουν ορισθεί ένα ή περισσότερα πρόσωπα, εκτός της ΑΕΔΟΕΕ, για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 7, 8 και 9 του άρθρου 21. Η ΑΕΔΟΕΕ παρέχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πληροφορίες ως προς την ταυτότητα των προσώπων που αναλαμβάνουν να εκτελούν τα καθήκοντα που αναφέρονται στις παραγράφους 7, 8 και 9 του άρθρου 21,

   β) υπάρχουν κατάλληλες, κατά τα διεθνή πρότυπα, συμφωνίες συνεργασίας για την εποπτεία του συστημικού κινδύνου μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των εποπτικών αρχών της τρίτης χώρας, όπου είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται επαρκής ανταλλαγή πληροφοριών που να επιτρέπει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να εκτελεί τα καθήκοντά της σύμφωνα με τον παρόντα νόμο,

   γ) η τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ δεν έχει περιληφθεί στις μη συνεργαζόμενες χώρες και εδάφη, από την ΕΟΧΔ.

 

   2. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 36 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις συμφωνίες συνεργασίας της παραγράφου 1.

 

’ρθρο 37

Παροχή άδειας σε ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ για τη διαχείριση ΟΕΕ της ΕΕ ή την εμπορική προώθηση ΟΕΕ που διαχειρίζεται στην ΕΕ κατά τα άρθρα 38 ή 39 (άρθρο 37 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που προτίθεται να διαχειρίζεται ΟΕΕ της ΕΕ ή να προωθεί εμπορικώς ΟΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 39, πρέπει να έχει προηγουμένως λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν κράτος-μέλος αναφοράς είναι η Ελλάδα.

 

   2. Α. Η Ελλάδα είναι κράτος-μέλος αναφοράς ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ στις εξής περιπτώσεις:

   α) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να διαχειρισθεί έναν ή περισσότερους ΟΕΕ εγκατεστημένους στην Ελλάδα και δεν προτίθεται να προωθήσει εμπορικά κανέναν ΟΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 39 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αρμόδια για τη διαδικασία χορήγησης άδειας και για την εποπτεία του ΔΟΕΕ είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

   β) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να διαχειρισθεί περισσοτέρους του ενός ΟΕΕ της ΕΕ εγκατεστημένους σε διαφορετικά κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα, και δεν προτίθεται να προωθήσει εμπορικά κανέναν ΟΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 39 στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν:

   αα) στην Ελλάδα είναι εγκατεστημένοι οι περισσότεροι ΟΕΕ που προτίθεται να διαχειρισθεί ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή

   ββ) στην Ελλάδα πραγματοποιείται η διαχείριση του μεγαλύτερου μέρους των περιουσιακών στοιχείων.

   γ) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μόνον έναν ΟΕΕ της ΕΕ σε ένα μόνο κράτος-μέλος:

   αα) προκειμένου περί ΟΕΕ που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά τον ΟΕΕ,

   ββ) προκειμένου περί ΟΕΕ που δεν έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή δεν έχει καταχωρηθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά τον ΟΕΕ.

   δ) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μόνον έναν ΟΕΕ εκτός ΕΕ και μόνο στην Ελλάδα.

   ε) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά έναν μόνον ΟΕΕ της ΕΕ αλλά σε διάφορα/ περισσότερα κράτη-μέλη και:

   αα) ο ΟΕΕ έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή έχει καταχωρηθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Ελλάδα είναι ένα από τα κράτη-μέλη στα οποία ο ΔΟΕΕ προτίθεται να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση ή

   ββ) ο ΟΕΕ δεν έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή δεν έχει καταχωρηθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αλλά η Ελλάδα είναι ένα από τα κράτη-μέλη στα οποία ο ΔΟΕΕ προτίθεται να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση.

   στ) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μόνον έναν ΟΕΕ εκτός ΕΕ σε περισσότερα κράτη - μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

   ζ) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά περισσότερους ΟΕΕ της ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση:

   αα) στο βαθμό που οι εν λόγω ΟΕΕ έχουν όλοι λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή έχουν καταχωρηθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ προτίθεται να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση για τους περισσότερους από αυτούς τους ΟΕΕ,

   ββ) στο βαθμό που οι εν λόγω ΟΕΕ δεν έχουν όλοι λάβει άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή δεν έχουν καταχωρηθεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αλλά η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος στο οποίο ο ΔΟΕΕ προτίθεται να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση για τους περισσότερους από αυτούς τους ΟΕΕ.

   η) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά περισσότερους ΟΕΕ της ΕΕ και ΟΕΕ εκτός ΕΕ ή περισσότερους ΟΕΕ εκτός ΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν η Ελλάδα είναι το κράτος-μέλος στο οποίο προτίθεται να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση για τους περισσότερους από αυτούς τους ΟΕΕ.

 

   Β. α) Σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στις περιπτώσεις Α. β', γ' υποπερίπτωση αα', ε', στ' και ζ' υποπερίπτωση αα', μπορεί να προκύπτουν περισσότερα κράτη-μέλη αναφοράς μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που προτίθεται να διαχειρισθεί ΟΕΕ της ΕΕ χωρίς εμπορική προώθηση αυτών ή και να προωθήσει εμπορικά ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή του στην Ευρωπαϊκή Ενωση σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 39, υποβάλλει αίτηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, καθώς και στις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών-μελών που είναι υποψήφια κράτη-μέλη αναφοράς, σύμφωνα με τα κριτήρια των εν λόγω περιπτώσεων, για να καθορίσουν το κράτος-μέλος αναφοράς του. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι αρμόδιες εποπτικές αρχές των λοιπών κρατών-μελών διαβουλεύονται και αποφασίζουν από κοινού εντός ενός (1) μηνός ποιο θα είναι το κράτος-μέλος αναφοράς για αυτόν τον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ. Αν ορισθεί ως κράτος-μέλος αναφοράς η Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει σχετικά χωρίς υπαίτια βραδύτητα το ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ.

   β) Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ δεν ενημερωθεί δεόντως για την απόφαση που λαμβάνουν οι αρμόδιες εποπτικές αρχές κατά τα προβλεπόμενα στην περίπτωση Β.α' εντός επτά (7) ημερών από την ημερομηνία λήψης της απόφασης ή αν οι αρμόδιες εποπτικές αρχές δεν έχουν λάβει την απόφαση εντός της ως άνω περιόδου του ενός (1) μηνός, μπορεί ο ίδιος να επιλέξει την Ελλάδα ή άλλο κράτος ως το κράτος-μέλος αναφοράς του, βασιζόμενος στα ανωτέρω κριτήρια.

   γ ) Ο ΔΟΕΕ πρέπει να μπορεί να αποδεικνύει την πρόθεσή του να αναπτύξει ουσιαστική εμπορική προώθηση σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος έχει επιλέξει γνωστοποιώντας τη στρατηγική που θα ακολουθήσει για την εμπορική προώθηση στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους που έχει επιλέξει. Αν το εν λόγω κράτος-μέλος είναι η Ελλάδα, η παραπάνω γνωστοποίηση γίνεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   3. Ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που λαμβάνει άδεια κατά την παράγραφο 1 συμμορφώνεται προς τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), με την εξαίρεση του Κεφαλαίου ΣΤ' (άρθρα 31-33). Αν και στο βαθμό που η συμμόρφωση προς διάταξη του νόμου δεν συμβιβάζεται με τη συμμόρφωση προς το δίκαιο το οποίο διέπει τον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή και τον ΟΕΕ εκτός ΕΕ που προωθείται εμπορικά στην Ελλάδα, ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ δεν έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις διατάξεις αυτές, αν μπορεί να αποδείξει ότι:

   α) οι διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) είναι αντίθετες προς υποχρεωτική διάταξη του δικαίου που διέπει τον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή και, κατά περίπτωση, τον ΟΕΕ εκτός ΕΕ που προωθείται εμπορικά στην Ελλάδα,

   β) το δίκαιο που διέπει τον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή και τον ΟΕΕ εκτός ΕΕ περιέχει ισοδύναμο κανόνα, που έχει τον ίδιο ρυθμιστικό σκοπό και περιεχόμενο παρέχοντας το ίδιο επίπεδο προστασίας στους επενδυτές του σχετικού ΟΕΕ και

   γ) ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή και ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ συμμορφώνεται προς τον ισοδύναμο κανόνα που αναφέρεται στην περίπτωση β'.

 

   4. Ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που λαμβάνει άδεια κατά την παράγραφο 1 πρέπει να έχει νόμιμο εκπρόσωπο εγκατεστημένο στην Ελλάδα. Ο νόμιμος εκπρόσωπος είναι το σημείο επαφής του ΔΟΕΕ στην Ελλάδα και οποιαδήποτε επίσημη αλληλογραφία μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του ΔΟΕΕ και μεταξύ των επενδυτών της ΕΕ του σχετικού ΟΕΕ και του ΔΟΕΕ, όπως ορίζεται στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), διενεργείται μέσω αυτού του νόμιμου εκπροσώπου. Ο νόμιμος εκπρόσωπος ασκεί τη λειτουργία κανονιστικής συμμόρφωσης σχετικά με τη διαχείριση και την εμπορική προώθηση δραστηριοτήτων που επιτελούνται από τον ΔΟΕΕ δυνάμει των διατάξεων του Μέρους Α' του παρόντος νόμου από κοινού με τον ΔΟΕΕ.

 

   5. Α. Ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που προτίθεται να διαχειρισθεί ΟΕΕ εγκατεστημένο στην Ελλάδα χωρίς εμπορική προώθηση αυτού ή και να προωθήσει εμπορικά ΟΕΕ που τελούν υπό τη διαχείρισή του στην Ελλάδα σύμφωνα με τα άρθρα 38 ή 39 πρέπει να λάβει σχετική άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατόπιν σχετικής αιτήσεως που υποβάλλει ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ. Για τη χορήγηση της άδειας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει, αρχικά, κατά πόσο ο ορισμός από τον ΔΟΕΕ της Ελλάδας ως κράτους-μέλους αναφοράς είναι σύμφωνη με τα κριτήρια της παραγράφου 2.

   Β. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι δεν πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, απορρίπτει την αίτηση χορήγησης άδειας του ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ με αιτιολογημένη απόφαση. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δικαιούται, ιδίως σε περιπτώσεις αμφιβολίας, πριν εκδώσει την απόφασή της, να ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, κρίνει δε οριστικά αφού τη λάβει.

   Γ. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, ανακοινώνει το γεγονός αυτό στην ΕΑΚΑΑ και ζητεί από αυτή τη γνώμη της. Στην εν λόγω γνωστοποίηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στην ΕΑΚΑΑ περιλαμβάνεται και η αιτιολόγηση από τον ΔΟΕΕ για τον ορισμό της Ελλάδος ως κράτους-μέλους αναφοράς, καθώς και πληροφορίες ως προς τη στρατηγική του ΔΟΕΕ για την εμπορική προώθηση των ΟΕΕ. Αν η γνώμη της ΕΑΚΑΑ είναι αρνητική, επειδή θεωρεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να παραθέσει τους λόγους για τους οποίους κρίνει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, αντικρούοντας την αιτιολογία της ΕΑΚΑΑ και να ανακοινώσει στην τελευταία ότι προτίθεται να χορηγήσει άδεια λειτουργίας στον ΔΟΕΕ. Αν ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά ΟΕΕ σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει τις θέσεις της για την πλήρωση των προϋποθέσεων της παραγράφου 2 τόσο στις αρμόδιες εποπτικές αρχές των κρατών-μελών, στα οποία ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ, όσο και τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των κρατών-μελών καταγωγής των ΟΕΕ.

 

   6. Με την επιφύλαξη των προηγουμένων παραγράφων, καθώς και της παραγράφου 7, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χορηγεί άδεια λειτουργίας μόνον αν πληρούνται και οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

   α) η Ελλάδα έχει υποδειχθεί από τον ΔΟΕΕ ως κράτος-μέλος αναφοράς σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 2 και τη στρατηγική εμπορικής προώθησης που έχει ανακοινωθεί και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει εφαρμόσει τη διαδικασία της παραγράφου 5,

   β) ο ΔΟΕΕ έχει ορίσει νόμιμο εκπρόσωπο εγκατεστημένο στην Ελλάδα,

   γ) ο νόμιμος εκπρόσωπος, από κοινού με τον ίδιο ΔΟΕΕ, είναι υπεύθυνος επικοινωνίας του ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ με τους επενδυτές του σχετικού ΟΕΕ, με την ΕΑΚΑΑ και με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς όσον αφορά τις δραστηριότητες τις οποίες ο ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια να ασκεί στην Ελλάδα και διαθέτει, κατ' ελάχιστον, επαρκή οργάνωση και υποδομή για την άσκηση της λειτουργίας της κανονιστικής συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53),

   δ) υπάρχουν κατάλληλες συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, των αρμόδιων εποπτικών αρχών του κράτους-μέλους καταγωγής του σχετικού ΟΕΕ της ΕΕ και των εποπτικών αρχών της τρίτης χώρας, όπου είναι εγκατεστημένος ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται τουλάχιστον αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών που να επιτρέπει στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές να εκτελούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με το Μέρος Α' (άρθρα 1-53). Αν η αρμόδια αρχή ΟΕΕ της ΕΕ δεν συνάπτει τις απαιτούμενες συμφωνίες συνεργασίας μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ,

   ε) η τρίτη χώρα, όπου είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ δεν έχει περιληφθεί στις μη συνεργάσιμες χώρες και εδάφη από την Ειδική Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης,

   στ) η τρίτη χώρα, όπου είναι εγκατεστημένος ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ, έχει υπογράψει συμφωνία με την Ελλάδα, η οποία είναι απολύτως σύμφωνη με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο και εξασφαλίζει αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, στα οποία περιλαμβάνονται τυχόν πολυμερείς φορολογικές συμφωνίες,

   ζ) η αποτελεσματική άσκηση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και άλλες αρμόδιες εποπτικές αρχές κρατών-μελών των εποπτικών λειτουργιών τους δυνάμει των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), της εθνικής νομοθεσίας των οικείων κρατών-μελών προς εναρμόνιση με την Οδηγία 2011/66/ΕΕ, καθώς και των άμεσης εφαρμογής διατάξεων των εκτελεστικών πράξεων αυτής, δεν κωλύεται από τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας, οι οποίες διέπουν τον ΔΟΕΕ ή από περιορισμούς που επιβάλλουν οι εποπτικές αρχές τρίτης χώρας ως προς την εξουσία και αρμοδιότητα εποπτείας και διερεύνησης.

 

   7. Αν περιέλθει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς οποιαδήποτε γνωστοποίηση για ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή βρίσκεται υπό καθεστώς αδειοδότησης από εποπτική αρχή άλλου κράτους-μέλους, ως κράτους-μέλους αναφοράς, και προτίθεται αυτός ο ΔΟΕΕ να προωθήσει εμπορικώς στην Ελλάδα ΟΕΕ, αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαφωνεί με την εκτίμηση που έχει γίνει από την αρμόδια εποπτική αρχή κράτους-μέλους αναφοράς όσον αφορά την εφαρμογή των περιπτώσεων α' έως ε' και ζ' της παραγράφου 6, μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   8. Α. Η άδεια λειτουργίας χορηγείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' (άρθρα 6-11), που εφαρμόζονται αναλόγως, υπό τις παρακάτω πρόσθετες προϋποθέσεις:

 

   α) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 7 συμπληρώνονται από:

   αα) αιτιολόγηση από τον ΔΟΕΕ της εκτίμησής του ως προς την Ελλάδα ως κράτος-μέλος αναφοράς σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και πληροφορίες για τη στρατηγική εμπορικής προώθησης,

   ββ) κατάλογο των διατάξεων του παρόντος νόμου, προς τις οποίες ο ΔΟΕΕ δεν δύναται να συμμορφώνεται, επειδή, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2, η συμμόρφωση δεν είναι δυνατή λόγω διατάξεων αναγκαστικού δικαίου του δικαίου που διέπει τον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ ή/και, κατά περίπτωση, τον ΟΕΕ εκτός ΕΕ που προωθείται εμπορικά στην Ελλάδα,

   γγ) γραπτά αποδεικτικά στοιχεία βάσει των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που έχει επεξεργαστεί και διαμορφώσει η ΕΑΚΑΑ, σύμφωνα με τα οποία οι σχετικές διατάξεις της τρίτης χώρας περιλαμβάνουν κανόνες ισοδύναμους προς τις διατάξεις με τις οποίες δεν επέρχεται συμμόρφωση, επιδιώκουν τον ίδιο ρυθμιστικό σκοπό και παρέχουν το ίδιο επίπεδο προστασίας στους επενδυτές του ΟΕΕ και επιπλέον, ο ΔΟΕΕ συμμορφώνεται προς αυτές τις ισοδύναμες διατάξεις. Τα εν λόγω γραπτά αποδεικτικά στοιχεία συνοδεύονται από νομική γνωμοδότηση που βεβαιώνει την ύπαρξη των σχετικών μη συμβατών διατάξεων στο δίκαιο της τρίτης χώρας και περιγράφει το ρυθμιστικό σκοπό και το αντικείμενο της προστασίας των επενδυτών που αυτές επιδιώκουν και

   δδ) το όνομα του νόμιμου εκπροσώπου του ΔΟΕΕ και τον τόπο όπου αυτός είναι εγκατεστημένος.

   β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 7 μπορούν να περιορίζονται στον ΟΕΕ της ΕΕ που προτίθεται να διαχειρισθεί ο ΔΟΕΕ και, κατά περίπτωση, σε εκείνους τους ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ τους οποίους αυτός προτίθεται να προωθήσει εμπορικά στην Ελλάδα με διαβατήριο.

   γ) Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 δεν θίγει την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

   δ) Η περίπτωση ε' της παραγράφου 1 του άρθρου 8 δεν ισχύει.

   ε) Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 8 νοείται ότι συμπεριλαμβάνει αναφορά στις πληροφορίες που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 8 του άρθρου 37.

 

   Β. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως αρμόδια αρχή κράτους-μέλους υποδοχής, διαφωνεί με την άδεια που χορηγείται από την αρμόδια εποπτική αρχή άλλου κράτους ως προς ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που πρόκειται να διαχειριστεί ΟΕΕ εγκατεστημένους στην Ελλάδα ή και να δραστηριοποιηθεί στην Ελλάδα προωθώντας εμπορικώς ΟΕΕ της ΕΕ, δύναται να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   9. Α. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θεωρεί ότι ο ΔΟΕΕ βασίζεται στην παράγραφο 3 για να εξαιρεθεί από τη συμμόρφωση προς ορισμένες διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), ενημερώνει σχετικά, χωρίς υπαίτια βραδύτητα, την ΕΑΚΑΑ, στηρίζοντας αυτήν την εκτίμηση στις πληροφορίες που παρέχονται από τον ΔΟΕΕ σύμφωνα με τις υποπεριπτώσεις ββ' και γγ' της περίπτωσης α' της παραγράφου 8, και ζητεί τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ σχετικώς.

 

   Η κατά την παράγραφο 8 προθεσμία για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας στον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναστέλλεται για χρονικό διάστημα έως ενός (1) μηνός, έως ότου σταλεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς η γνώμη της ΕΑΚΑΑ ως προς την εφαρμογή της εξαίρεσης για συμμόρφωση προς τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) που απορρέει από το ασυμβίβαστο σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 3.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει υπόψη της και αξιολογεί τη γνώμη, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων της ΕΑΚΑΑ ως προς το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για τέτοια εξαίρεση βάσει των πληροφοριών που παρέχει ο ΔΟΕΕ σύμφωνα με τις υποπεριπτώσεις ii) και iii) της περίπτωσης α' της παραγράφου 8 και των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για την ισοδυναμία και της ανάγκης διαμόρφωσης κοινής ευρωπαϊκής εποπτικής νοοτροπίας και συνεκτικών εποπτικών πρακτικών.

 

   Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει ότι πρέπει να χορηγηθεί άδεια σε αντίθεση προς τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ αναφέροντας τους λόγους της απόκλισης. Στην περίπτωση αυτή, αν ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές του ΟΕΕ που διαχειρίζεται σε κράτη-μέλη διαφορετικά από την Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών-μελών, αναφέροντας τους λόγους για τους οποίους αποκλίνει από τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ.

 

   Β. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως εποπτική αρχή κράτους-μέλους υποδοχής διαφωνεί με την εκτίμηση που έχει γίνει όσον αφορά την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου από την αρμόδια εποπτική αρχή άλλου κράτους-μέλους προκειμένου περί ΔΟΕΕ που προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές του ΟΕΕ που διαχειρίζεται στην Ελλάδα, μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   10. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα την ΕΑΚΑΑ ως προς τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και την έκβαση της αρχικής διεργασίας χορήγησης άδειας, ως προς οποιεσδήποτε αλλαγές στην αδειοδότηση του ΔΟΕΕ και οποιαδήποτε ανάκληση της άδειας. Επίσης ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ ως προς τις αιτήσεις χορήγησης άδειας που απορρίπτει, παρέχοντας στοιχεία για τον ΔΟΕΕ που ζητεί την άδεια και τους λόγους της απόρριψης. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τηρεί τη δέουσα εχεμύθεια ως προς τις πληροφορίες που λαμβάνει από το κεντρικό μητρώο της ΕΑΚΑΑ.

 

   11. Ο καθορισμός της Ελλάδας ως κράτους-μέλους αναφοράς δεν επηρεάζεται από την περαιτέρω επιχειρηματική δραστηριότητα του ΔΟΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο αν ο ΔΟΕΕ μεταβάλλει τη στρατηγική που ακολουθεί στην εμπορική προώθηση εντός δύο (2) ετών από την αρχική χορήγηση άδειας λειτουργίας και η μεταβολή αυτή θα επηρέαζε τον καθορισμό της Ελλάδας ως κράτους-μέλους αναφοράς, αν η μεταβληθείσα στρατηγική εμπορικής προώθησης ήταν η αρχική στρατηγική εμπορικής προώθησης, ο ΔΟΕΕ κοινοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την αλλαγή αυτή πριν την εκτέλεση και υποδεικνύει το κράτος-μέλος αναφοράς του σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 2 και βάσει της νέας στρατηγικής.

 

   Ο ΔΟΕΕ αιτιολογεί την εκτίμησή του, γνωστοποιώντας στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τη νέα στρατηγική εμπορικής προώθησης. Ταυτόχρονα ο ΔΟΕΕ παρέχει πληροφορίες σχετικά με το ποιος θα είναι ο νόμιμος εκπρόσωπός του μετά την αλλαγή, συμπεριλαμβάνοντας το όνομά του και τον τόπο όπου είναι εγκατεστημένος. Ο νόμιμος εκπρόσωπος πρέπει να είναι εγκατεστημένος στο νέο κράτος-μέλος αναφοράς.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν η Ελλάδα είναι αρχικό κράτος-μέλος αναφοράς, εκτιμά κατά πόσο ο καθορισμός του ΔΟΕΕ σύμφωνα με όλα τα ανωτέρω είναι σωστός και γνωστοποιεί στην ΕΑΚΑΑ την αξιολόγησή της, προκειμένου η ΕΑΚΑΑ να διατυπώσει σχετικώς τη γνώμη της. Στην ανακοίνωσή της προς την ΕΑΚΑΑ η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς περιλαμβάνει και την αιτιολόγηση από τον ΔΟΕΕ της εκτίμησής του ως προς το κράτος-μέλος αναφοράς παράλληλα με πληροφορίες για τη νέα στρατηγική που θα ακολουθήσει ο ΔΟΕΕ για την εμπορική προώθηση.

 

   Αφού λάβει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφαίνεται και ανακοινώνει την απόφασή της στον ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ και τον αρχικό νόμιμο εκ-πρόσωπό του, ενημερώνει δε σχετικώς και την ΕΑΚΑΑ.

 

   Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει συμφωνήσει με την εκτίμηση που διενήργησε ο ΔΟΕΕ, ενημερώνει και τις αρμόδιες αρχές του νέου κράτους-μέλους αναφοράς για την αλλαγή. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει χωρίς υπαίτια βραδύτητα αντίγραφο του φακέλου αδειοδότησης και εποπτείας του ΔΟΕΕ στο νέο κράτος-μέλος αναφοράς. Από τη διαβίβαση του φακέλου αδειοδότησης και εποπτείας, μεταβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές του νέου κράτους-μέλους αναφοράς οι αρμοδιότητες για τη διαδικασία αδειοδότησης και για την εποπτεία του ΔΟΕΕ.

 

   Αν η απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είναι αντίθετη προς τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ:

   α) ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ αναφέροντας τους λόγους,

   β) αν ο ΔΟΕΕ προωθεί εμπορικά μερίδια ή μετοχές των ΟΕΕ που αυτός διαχειρίζεται σε άλλα κράτη-μέλη εκτός από την Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης σχετικά τις αρμόδιες αρχές των εν λόγω κρατών - μελών, αναφέροντας τους λόγους της απόφασής της. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης σχετικά τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών καταγωγής των ΟΕΕ που διαχειρίζεται ο ΔΟΕΕ αναφέροντας τους λόγους της απόφασής της.

 

   12. Αν, από την εξέλιξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας του ΔΟΕΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εντός δύο (2) ετών από την αδειοδότησή του, προκύπτει ότι δεν ακολουθήθηκε από αυτόν η στρατηγική εμπορικής προώθησης, όπως αυτή παρουσιάσθηκε από τον ΔΟΕΕ κατά το χρόνο της αδειοδότησής του ή ότι ο ΔΟΕΕ προέβη σε ψευδείς δηλώσεις σχετικά με αυτήν ή ότι ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται προς την παράγραφο 11 αν μεταβάλλει τη στρατηγική εμπορικής προώθησης, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ζητεί από αυτόν να υποδείξει το ορθό κράτος-μέλος αναφοράς βάσει της πραγματικής στρατηγικής εμπορικής προώθησης. Η διαδικασία της παραγράφου 11 εφαρμόζεται αναλόγως. Αν ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται προς την εν λόγω απαίτηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αυτή ανακαλεί την άδεια λειτουργίας που χορήγησε.

 

   Αν ο ΔΟΕΕ μεταβάλλει τη στρατηγική εμπορικής προώθησης μετά την περίοδο που ορίζεται στην παράγραφο 11 και επιθυμεί να αλλάξει το κράτος-μέλος αναφοράς του βάσει της νέας στρατηγικής εμπορικής προώθησης, μπορεί να υποβάλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αίτηση για αλλαγή του κράτους-μέλους αναφοράς. Η αίτηση αντιμετωπίζεται με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 11.

 

   Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαφωνεί με την εκτίμηση του ΔΟΕΕ ως προς τον καθορισμό του κράτους-μέλους αναφοράς σύμφωνα με αυτήν την παράγραφο ή την παράγραφο 11, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   13. Θέματα που αφορούν τη σχέση μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του ΔΟΕΕ διέπονται από το ελληνικό δίκαιο και τυχόν διαφορές επιλύονται ενώπιον των αρμοδίων ελληνικών δικαστηρίων.

 

   Οι σχέσεις του ΔΟΕΕ ή του ΟΕΕ και των επενδυτών της ΕΕ του σχετικού ΟΕΕ διέπονται από το ελληνικό δίκαιο.

 

   14. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα των παραγράφων 14 και 15 του άρθρου 37 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με την εφαρμογή των περιπτώσεων Βα', β' και γ' της παραγράφου 2 και της περίπτωσης δ' της παραγράφου 6.

 

’ρθρο 38

Προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με διαβατήριο, ΟΕΕ της ΕΕ τον οποίο διαχειρίζεται ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ (άρθρο 39 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Αν κράτος-μέλος αναφοράς είναι η Ελλάδα, ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που έχουν αδειοδοτηθεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, μπορούν να προωθούν εμπορικώς, με διαβατήριο, σε επαγγελματίες επενδυτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μερίδια ή μετοχές των ΟΕΕ της ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

 

   2. Αν κράτος-μέλος αναφοράς ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ είναι η Ελλάδα και ο εν λόγω ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά στην Ελλάδα μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ της ΕΕ που διαχειρίζεται, γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την πρόθεσή του αυτή με αναφορά κάθε ΟΕΕ της ΕΕ, μερίδια ή μετοχές του οποίου προτίθεται να προωθήσει στην Ελλάδα. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 31.

 

   3. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή πλήρους γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει στον ΔΟΕΕ κατά πόσο μπορεί να αρχίσει να προωθεί εμπορικά στην Ελλάδα τον ΟΕΕ που προσδιορίζεται στη γνωστοποίηση της παραγράφου 2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαγορεύει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις αυτές. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει να προωθεί εμπορικά τον ΟΕΕ στην Ελλάδα από την ημερομηνία της ανακοίνωσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο σε αυτόν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης σχετικά την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές του ΟΕΕ.

 

   4. Αν ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές του ΟΕΕ της ΕΕ σε άλλο κράτος-μέλος, ο ΔΟΕΕ ανακοινώνει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την πρόθεσή του αυτή για κάθε ΟΕΕ της ΕΕ τον οποίο προτίθεται να προωθήσει εμπορικά σε άλλο κράτος - μέλος. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες, που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 32.

 

   5. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 4, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει το φάκελο αυτόν στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους όπου σχεδιάζεται να προωθηθούν εμπορικά οι μετοχές ή τα μερίδια του ΟΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν διαβιβάζει τον φάκελο αν η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, αν ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις αυτές. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εσωκλείει στο φάκελο που διαβιβάζει δήλωση ότι ο εν λόγω ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια να διαχειρίζεται ΟΕΕ με συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική.

 

   6. Μετά τη διαβίβαση του φακέλου με τη γνωστοποίηση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τη διαβίβαση τον ΔΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ στα σχετικά κράτη-μέλη υποδοχής του ΔΟΕΕ από την ημερομηνία της εν λόγω ενημέρωσης.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές του ΟΕΕ ότι ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στα κράτη-μέλη υποδοχής του ΔΟΕΕ.

 

   7. Η επιστολή γνωστοποίησης που αποστέλλει ο ΔΟΕΕ κατά την παράγραφο 4 και η δήλωση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 5 συντάσσονται σε γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στο διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα.

 

   Η κατά την παράγραφο 6 αλληλογραφία και κατάθεση εγγράφων δύναται να πραγματοποιείται και ηλεκτρονικώς.

 

   8. Σε περίπτωση σημαντικής αλλαγής σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 4, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως προς την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής που έχει σχεδιασθεί ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν σε εκτέλεση σχεδιασθείσας αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τον παρόντα νόμο ή ο ΔΟΕΕ δεν θα συμμορφώνεται πλέον προς τον παρόντα νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια βραδύτητα στον ΔΟΕΕ ότι δεν μπορεί να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχει ληφθεί υπόψη το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη με αποτέλεσμα η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ να μην είναι πλέον σύμφωνη με τον παρόντα νόμο ή γενικότερα ο ΔΟΕΕ να μην συμμορφώνεται πλέον προς τον παρόντα νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει τα δέοντα μέτρα κατά το άρθρο 44, μεταξύ άλλων δε, αν χρειασθεί, απαγορεύει ρητά την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ.

 

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, καθόσον δεν επηρεάζουν τη σύμφωνη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ ή εν γένει τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ προς τον παρόντα νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν οι αλλαγές αφορούν την παύση της εμπορικής προώθησης συγκεκριμένων ΟΕΕ ή την εμπορική προώθηση πρόσθετων ΟΕΕ, ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τις αλλαγές αυτές την ΕΑΚΑΑ και, κατά περίπτωση, τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών υποδοχής.

 

   9. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41, οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται και προωθούν εμπορικώς ΔΟΕΕ κατά το παρόν άρθρο επιτρέπεται να προωθούνται εμπορικώς μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές.

 

   10. Οι ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που έχουν αδειοδοτηθεί από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές άλλου κράτους-μέλους, ως κράτους-μέλους αναφοράς, μπορούν να προωθούν εμπορικά, με διαβατήριο, σε επαγγελματίες επενδυτές στην Ελλάδα, μερίδια ή μετοχές των ΟΕΕ της ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζονται, αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει λάβει προσηκόντως πλήρεις γνωστοποιήσεις κατά τις οικείες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας του κράτους-μέλους αναφοράς, με τις οποίες διατάξεις ενσωματώθηκε στο οικείο εθνικό δίκαιο το άρθρο 39 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

 

   Η κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 39 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ αλληλογραφία και κατάθεση εγγράφων μπορεί να πραγματοποιείται και ηλεκτρονικά.

 

   11. Κατά την εμπορική προώθηση των ΟΕΕ της ΕΕ στην Ελλάδα ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ υποχρεούται να τηρεί τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου ως προς την εμπορική προώθηση μεριδίων και μετοχών του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η εμπορική προώθηση γίνεται μέσω επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες.

 

’ρθρο 39

Προϋποθέσεις για την εμπορική προώθηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με διαβατήριο, ΟΕΕ εκτός ΕΕ τους οποίους διαχειρίζεται ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ (άρθρο 40 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που έχουν αδειοδοτηθεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν κράτος-μέλος αναφοράς είναι η Ελλάδα, μπορούν να προωθούν εμπορικώς, με διαβατήριο, σε επαγγελματίες επενδυτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζονται, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου.

 

   2. Εκτός από τις απαιτήσεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) για τους ΔΟΕΕ της ΕΕ, για τους ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ πρέπει να πληρούνται και οι ακόλουθοι όροι:

   α) να υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, ώστε να εξασφαλίζεται τουλάχιστον επαρκής ανταλλαγή πληροφοριών που να επιτρέπει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να εκτελούν τα καθήκοντά της σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53),

   β) η τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ να μην έχει περιληφθεί στις μη συνεργάσιμες χώρες και εδάφη από την Ειδική Ομάδα Χρηματοοικονομικής Δράσης (FATF),

   γ) η τρίτη χώρα, στην οποία είναι εγκατεστημένος ο ΟΕΕ εκτός ΕΕ, να έχει υπογράψει συμφωνία με την Ελλάδα και με κάθε άλλο κράτος-μέλος, στο οποίο ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά τα μερίδια ή τις μετοχές του ΟΕΕ εκτός ΕΕ, να συμμορφώνεται πλήρως με τα πρότυπα που ορίζονται στο άρθρο 26 του υποδείγματος φορολογικής σύμβασης του ΟΟΣΑ σχετικά με το εισόδημα και το κεφάλαιο, και να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών σε φορολογικά θέματα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και οι πολυμερείς φορολογικές συμφωνίες.

 

   3. Ο ΔΟΕΕ καταθέτει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποίηση ως προς κάθε ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τον οποίο σκοπεύει να προωθήσει εμπορικά στην Ελλάδα ως κράτος-μέλος αναφοράς του. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες, όπως ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 31.

 

   4. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή πλήρους γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 3, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει στον ΔΟΕΕ κατά πόσο μπορεί να αρχίσει να προωθεί εμπορικά στην ελληνική επικράτεια τον ΟΕΕ που προσδιορίζεται στη γνωστοποίηση της παραγράφου 3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς απαγορεύει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει να προωθεί εμπορικά τον ΟΕΕ στην ελληνική επικράτεια από την ημερομηνία της ανακοίνωσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο σε αυτόν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης σχετικά την ΕΑΚΑΑ.

 

   5. Αν ο ΔΟΕΕ προτίθεται να προωθήσει εμπορικά μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ εκτός ΕΕ σε άλλο, εκτός της Ελλάδος, κράτος-μέλος, ο ΔΟΕΕ γνωστοποιεί στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την πρόθεσή του αυτή για κάθε ΟΕΕ εκτός ΕΕ τον οποίο προτίθεται να προωθήσει εμπορικά σε άλλο κράτος-μέλος. Η εν λόγω γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα έγγραφα και τις πληροφορίες, που ορίζονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 32.

 

   6. Εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή του πλήρους φακέλου της γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει το φάκελο αυτόν στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους όπου σχεδιάζεται να προωθηθούν εμπορικά οι μετοχές ή τα μερίδια του ΟΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν διαβιβάζει το φάκελο αν η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα, αν ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις αυτές. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εσωκλείει στο φάκελο που διαβιβάζει δήλωση ότι ο εν λόγω ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια να διαχειρίζεται ΟΕΕ με συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική.

 

   7. Μετά τη διαβίβαση του φακέλου με τη γνωστοποίηση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τη διαβίβαση τον ΔΟΕΕ. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ στα σχετικά κράτη-μέλη υποδοχής του ΔΟΕΕ από την ημερομηνία της εν λόγω γνωστοποίησης. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης σχετικά την ΕΑΚΑΑ.

 

   8. Η επιστολή γνωστοποίησης που αποστέλλει ο ΔΟΕΕ κατά την παράγραφο 5 και η δήλωση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 6 συντάσσονται σε γλώσσα που χρησιμοποιείται συνήθως στο διεθνή χρηματοπιστωτικό τομέα. Η κατά την παράγραφο 6 αλληλογραφία και κατάθεση εγγράφων μπορεί να πραγματοποιείται και ηλεκτρονικά.

 

   9. Αν επέλθει σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 5, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως προς την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής που έχει σχεδιασθεί ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν συνεπεία της σχεδιαζόμενης αλλαγής η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν είναι πλέον σύμφωνη με τον παρόντα νόμο ή ο ΔΟΕΕ δεν συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια βραδύτητα στον ΔΟΕΕ ότι δεν επιτρέπεται να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα παραπάνω εδάφια ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη, με αποτέλεσμα η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ να μην είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' ή γενικότερα ο ΔΟΕΕ να μην συμμορφώνεται πλέον προς τις ανωτέρω διατάξεις, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει τα δέοντα μέτρα κατά το άρθρο 44, μεταξύ άλλων δε, αν χρειασθεί, απαγορεύει ρητά την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ.

 

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, καθόσον δεν επηρεάζουν τη σύμφωνη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ ή εν γένει τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ προς τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53), η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν οι αλλαγές αφορούν την παύση της εμπορικής προώθησης συγκεκριμένων ΟΕΕ ή την εμπορική προώθηση πρόσθετων ΟΕΕ, ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τις αλλαγές αυτές την ΕΑΚΑΑ και, κατά περίπτωση, τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών υποδοχής.

 

   10. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 41, οι ΟΕΕ τους οποίους διαχειρίζονται και προωθούν εμπορικά ΔΟΕΕ κατά το παρόν άρθρο επιτρέπεται να προωθούνται εμπορικά μόνο σε επαγγελματίες επενδυτές.

 

   11. Οι ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που έχουν αδειοδοτηθεί από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές άλλου κράτους-μέλους, ως κράτους-μέλους αναφοράς, μπορούν να προωθούν εμπορικώς, με διαβατήριο, σε επαγγελματίες επενδυτές στην Ελλάδα, μερίδια ή μετοχές των ΟΕΕ εκτός ΕΕ, τους οποίους διαχειρίζονται, αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει λάβει πλήρεις γνωστοποιήσεις κατά τις οικείες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας του κράτους-μέλους αναφοράς, με τις οποίες διατάξεις ενσωματώθηκε στο οικείο εθνικό δίκαιο το άρθρο 40 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

 

   Η κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 40 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ αλληλογραφία και κατάθεση εγγράφων δύναται να πραγματοποιείται και ηλεκτρονικά.

 

   12. Κατά την εμπορική προώθηση των ΟΕΕ εκτός ΕΕ στην Ελλάδα ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ υποχρεούται να τηρεί τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου ως προς την εμπορική προώθηση μεριδίων και μετοχών του ΟΕΕ στο ευρύ επενδυτικό κοινό, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης κατά την οποία η εμπορική προώθηση γίνεται μέσω επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες.

 

   13. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα της παραγράφου 11 του άρθρου 40 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με τις ρυθμίσεις συνεργασίας που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 2.

 

’ρθρο 40

Προϋποθέσεις διαχείρισης ΟΕΕ εγκατεστημένου σε άλλο κράτος - μέλος, πλην της Ελλάδας ως κράτους - μέλους αναφοράς, από ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ (άρθρο 41 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Οι ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ που έχουν αδειοδοτηθεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δικαιούνται να διαχειρίζονται ΟΕΕ της ΕΕ εγκατεστημένους σε άλλο, πλην της Ελλάδας, κράτος-μέλος είτε άμεσα είτε μέσω της ίδρυσης υποκαταστήματος, αν ο ΔΟΕΕ έχει λάβει άδεια διαχείρισης ΟΕΕ του συγκεκριμένου τύπου.

 

   2. Κάθε ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ με κράτος-μέλος αναφοράς την Ελλάδα, ο οποίος προτίθεται να διαχειριστεί για πρώτη φορά ΟΕΕ της ΕΕ εγκατεστημένο σε άλλο, πλην της Ελλάδας, κράτος-μέλος γνωστοποιεί, ως προς κάθε νέο κράτος-μέλος, τις ακόλουθες πληροφορίες στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς:

   α) το κράτος-μέλος στο οποίο σκοπεύει να διαχειριστεί τον ΟΕΕ άμεσα ή μέσω υποκαταστήματος,

   β) πρόγραμμα δραστηριοτήτων, που περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες υπηρεσίες που σκοπεύει να παρέχει και τους ΟΕΕ, τους οποίους προτίθεται να διαχειρίζεται.

 

   3. Αν ο ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ προτίθεται να ιδρύσει υποκατάστημα παρέχει, πέρα από τις πληροφορίες της παραγράφου 2, και τις ακόλουθες πληροφορίες:

   α) την οργανωτική δομή του υποκαταστήματος,

   β) τη διεύθυνση στο κράτος-μέλος καταγωγής του ΟΕΕ, στην οποία μπορούν να ληφθούν έγγραφα,

   γ) τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας των προσώπων που είναι υπεύθυνα για τη διοίκηση του υποκαταστήματος.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβιβάζει, μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία παραλαβής πλήρους φακέλου με τα στοιχεία της παραγράφου 2 ή μέσα σε δύο (2) μήνες από την παραλαβή του πλήρους φακέλου στην περίπτωση της παραγράφου 3, στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής του ΔΟΕΕ τον εν λόγω πλήρη φάκελο. Ο φάκελος διαβιβάζεται μόνον αν η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ πραγματοποιείται, και αναμένεται να πραγματοποιείται, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο και ο ΔΟΕΕ συμμορφώνεται προς τον παρόντα νόμο.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εσωκλείει στο φάκελο που διαβιβάζει δήλωση ότι έχει χορηγήσει άδεια λειτουργίας στον εν λόγω ΔΟΕΕ.

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα τον ΔΟΕΕ για τη διαβίβαση του φακέλου. Ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει να παρέχει τις υπηρεσίες του στο κράτος-μέλος υποδοχής αφού παραλάβει τη γνωστοποίηση για τη διαβίβαση.

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει επίσης την ΕΑΚΑΑ ότι ο ΔΟΕΕ μπορεί να αρχίσει την εμπορική προώθηση μεριδίων ή μετοχών του ΟΕΕ στο κράτος-μέλος υποδοχής του ΔΟΕΕ.

 

   5. Αν επέλθει σημαντική αλλαγή σε οποιοδήποτε από τα στοιχεία που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 και, κατά περίπτωση, την παράγραφο 3, ο ΔΟΕΕ ενημερώνει εγγράφως την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως προς την εν λόγω αλλαγή, τουλάχιστον ένα (1) μήνα πριν από την υλοποίηση της αλλαγής που προτίθεται να πραγματοποιήσει ή αμέσως μόλις συμβεί αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη.

 

   Αν συνεπεία της σχεδιαζόμενης αλλαγής, η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ δεν θα είναι πλέον σύμφωνη με τον παρόντα νόμο ή ο ΔΟΕΕ δεν θα συμμορφώνεται πλέον προς τον παρόντα νόμο, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα στον ΔΟΕΕ ότι δεν επιτρέπεται να πραγματοποιήσει την αλλαγή.

 

   Αν η σχεδιασθείσα αλλαγή πραγματοποιηθεί χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα παραπάνω εδάφια ή αν επέλθει αλλαγή που δεν ήταν προγραμματισμένη, με αποτέλεσμα η διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ να μην είναι πλέον σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή, γενικότερα ο ΔΟΕΕ να μην συμμορφώνεται πλέον προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει τα δέοντα μέτρα κατά το άρθρο 46, μεταξύ άλλων δε, αν τούτο απαιτείται, απαγορεύει ρητά την εμπορική προώθηση του ΟΕΕ.

 

   Αν οι αλλαγές είναι αποδεκτές, καθόσον δεν επηρεάζουν τη σύμφωνη με τις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) διαχείριση του ΟΕΕ από τον ΔΟΕΕ ή, εν γένει τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ προς τις διατάξεις αυτές, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει χωρίς υπαίτια βραδύτητα για τις αλλαγές αυτές τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών υποδοχής.

 

   6. Αν κράτος-μέλος υποδοχής είναι η Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν δικαιούται να επιβάλλει επιπλέον απαιτήσεις στους ενδιαφερόμενους ΔΟΕΕ που θα παρέχουν υπηρεσίες στην Ελλάδα ως προς ζητήματα που εμπίπτουν στον παρόντα νόμο.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η'

’ρθρο 41

Εμπορική προώθηση ΟΕΕ από ΔΟΕΕ σε ιδιώτες επενδυτές (άρθρο 43 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Μόνο ΑΕΔΟΕΕ ή άλλος ΔΟΕΕ που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα με βάση το διαβατήριο των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) μπορεί να προωθεί εμπορικά σε ιδιώτες επενδυτές στην Ελλάδα μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ που διαχειρίζεται.

 

   2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, μόνο ΔΟΕΕ ο οποίος μπορεί να προωθεί εμπορικά στην Ελλάδα μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ σε επαγγελματίες επενδυτές με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, επιτρέπεται να προωθεί εμπορικά μερίδια ή μετοχές ΟΕΕ στην Ελλάδα σε ιδιώτες επενδυτές που:

 

   α) δεσμεύονται να επενδύσουν ποσό ύψους τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ ανά ΟΕΕ και ανά επενδυτή και

   β) δηλώνουν εγγράφως, σε ξεχωριστό έγγραφο από τη σύμβαση που θα συναφθεί για τη δέσμευση επένδυσης, ότι γνωρίζουν και κατανοούν τους κινδύνους που συνδέονται με τη σχεδιαζόμενη δέσμευση ή επένδυση.

 

   3. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να εξειδικεύεται κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, με στόχο την προστασία των επενδυτών και την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει έως τις 22 Ιουλίου 2014 την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, σχετικά με:

   α) τους τύπους των ΟΕΕ που μπορούν να διαθέσουν οι ΔΟΕΕ σε ιδιώτες επενδυτές στην Ελλάδα και

   β) κάθε πρόσθετη απαίτηση που επιβάλλει αναφορικά με τη διάθεση ΟΕΕ σε ιδιώτες επενδυτές στην Ελλάδα.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών για κάθε μεταβολή των στοιχείων που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' και β' της παρούσας παραγράφου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Θ'

ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ ΤΜΗΜΑ 1

ΟΡΙΣΜΟΣ, ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

’ρθρο 42

Ορισμός αρμόδιας αρχής (άρθρο 44 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι η αρμόδια αρχή για την εποπτεία της εφαρμογής των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53).

 

   2. Στο πλαίσιο της εποπτείας που ασκεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να διενεργεί γενικούς ή ειδικούς, επιτόπιους ή μη, ελέγχους στους εποπτευόμενους φορείς, και να παρακολουθεί τη συμμόρφωση των ΔΟΕΕ με τις υποχρεώσεις τους, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΚΑΑ. Οι παραπάνω έλεγχοι είναι δειγματοληπτικοί.

 

’ρθρο 43

Αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (άρθρα 45 και 49 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί την προληπτική εποπτεία ενός ΑΕΔΟΕΕ ανεξαρτήτως του αν η ΑΕΔΟΕΕ διαχειρίζεται και/ή προωθεί εμπορικά ΟΕΕ σε άλλο κράτος-μέλος, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) που αναθέτουν την ευθύνη εποπτείας στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής του ΔΟΕΕ εποπτεύει τη συμμόρφωση του ΔΟΕΕ προς τα άρθρα 12 και 14 αν ο ΔΟΕΕ διαχειρίζεται και/ή προωθεί εμπορικά ΟΕΕ μέσω υποκαταστήματος στην Ελλάδα.

 

   3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής, να απαιτεί από ΔΟΕΕ ο οποίος διαχειρίζεται ή προωθεί εμπορικά ΟΕΕ στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως του αν τα ανωτέρω πραγματοποιούνται μέσω υποκαταστήματος, να παρέχει τις απαιτούμενες πληροφορίες για την εποπτεία της συμμόρφωσης του ΔΟΕΕ προς τους κανόνες που εφαρμόζονται σε αυτούς για τους οποίους ευθύνεται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.

 

   4. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής διαπιστώσει ότι ΔΟΕΕ ο οποίος διαχειρίζεται και προωθεί εμπορικά ΟΕΕ στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως του αν τα ανωτέρω πραγματοποιούνται μέσω υποκαταστήματος, έχει παραβεί έναν από τους κανόνες σε σχέση με τον οποίο είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της συμμόρφωσης, απαιτεί από το συγκεκριμένο ΔΟΕΕ να παύσει την παράβαση και ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του.

 

   5. Αν ο ΔΟΕΕ αρνηθεί να παράσχει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής του τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 ή δεν λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε να παύσει την παράβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής. Αν ΑΕΔΟΟΕ αρνείται να παράσχει στην αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής τις πληροφορίες που εμπίπτουν στο πεδίο ευθύνης της ή δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής διαπιστώσει παράβαση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς το συντομότερο δυνατόν:

 

   α) λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η ΑΕΔΟΕΕ θα παράσχει τις πληροφορίες που ζητούν οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή θα παύσει την παράβαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4,

   β) ζητεί τις απαραίτητες πληροφορίες από τις σχετικές αρχές εποπτείας τρίτων χωρών.

   Η φύση των μέτρων κατά την περίπτωση α' ανακοινώνεται στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής της ΑΕΔΟΕΕ.

 

   6. Αν, παρά τη λήψη των μέτρων από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 ή λόγω ανεπάρκειας των μέτρων αυτών ή μη εφαρμογής τους στο υπόψη κράτος - μέλος, ο ΔΟΕΕ εξακολουθεί να αρνείται να παράσχει τις πληροφορίες που ζητεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής του σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή να παραβαίνει τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις του ελληνικού δικαίου, που αναφέρονται στην παράγραφο 4, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, αφού ειδοποιήσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ, να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που ορίζονται στα άρθρα 44 και 45, για την πρόληψη ή την επιβολή κυρώσεων και, αν είναι αναγκαίο, να απαγορεύσει στον εν λόγω ΔΟΕΕ να πραγματοποιήσει περαιτέρω συναλλαγές στην Ελλάδα. Αν η λειτουργία που ασκείται στην Ελλάδα συνίσταται στη διαχείριση ΟΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να απαιτήσει από τον ΔΟΕΕ να παύσει τη διαχείριση αυτών των ΟΕΕ.

 

   7. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής ενός ΔΟΕΕ έχει συγκεκριμένους και εξακριβώσιμους λόγους να πιστεύει ότι ο ΔΟΕΕ παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τους κανόνες σε σχέση με τους οποίους δεν είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της συμμόρφωσης, αναφέρει τις διαπιστώσεις της στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ.

 

   8. Αν, οι αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ δεν προβαίνουν σε ενέργειες εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ή παρά τη λήψη μέτρων από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ ή λόγω ανεπάρκειας των μέτρων αυτών, ο ΔΟΕΕ εμμένει σε ενέργειες που είναι σαφώς επιζήμιες για τα συμφέροντα των επενδυτών του σχετικού ΟΕΕ, τη χρηματοοικονομική σταθερότητα ή την ακεραιότητα της αγοράς στην Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, αφού ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους καταγωγής του ΔΟΕΕ, να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα που χρειάζονται για την προστασία των επενδυτών του σχετικού ΟΕΕ, της χρηματοοικονομικής σταθερότητας ή της ακεραιότητας της αγοράς. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται, η δυνατότητα να απαγορεύει στον ΔΟΕΕ να προωθεί εμπορικά περαιτέρω στην αγορά τα μερίδια ή τις μετοχές του σχετικού ΟΕΕ εντός της Ελληνικής Επικράτειας.

 

   9. Η διαδικασία που ορίζεται στις παραγράφους 7 και 8 εφαρμόζεται και στην περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής έχει συγκεκριμένους και εξακριβώσιμους λόγους να διαφωνεί με την αδειοδότηση ενός ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ από το κράτος-μέλος αναφοράς.

 

   10. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαφωνεί με οποιδήποτε από τα μέτρα έχει λάβει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις παραγράφους 4 έως 9, μπορεί να θέσει το θέμα υπόψη της ΕΑΚΑΑ.

 

’ρθρο 44

Εξουσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (άρθρο 46 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχονται όλες οι εξουσίες εποπτείας και διερεύνησης που είναι απαραίτητες για την άσκηση των λειτουργιών της. Οι εν λόγω εξουσίες ασκούνται με τους ακόλουθους τρόπους:

   α) άμεσα,

   β) σε συνεργασία με άλλες αρχές,

   γ) κατόπιν αιτήσεως στις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει τις ακόλουθες εξουσίες:

   α) να έχει πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνει αντίγραφό του,

   β) να ζητεί πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο σε σχέση με τις δραστηριότητες του ΔΟΕΕ ή του ΟΕΕ και, αν είναι απαραίτητο, να καλεί και να προβαίνει στη λήψη ανώμοτων καταθέσεων για τη συγκέντρωση πληροφοριών,

   γ) να διενεργεί επιτόπιους ελέγχους με ή χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση,

   δ) να ζητεί τις υπάρχουσες καταγεγραμμένες τηλεφωνικές συνδιαλέξεις ή τα αρχεία ανταλλαγής δεδομένων,

   ε) να απαιτεί τη διακοπή κάθε πρακτικής που είναι αντίθετη με τις διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του παρόντος νόμου,

   στ) να ζητεί τη δέσμευση ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων,

   ζ) να επιβάλει την προσωρινή απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας,

   η) να απαιτεί την παροχή πληροφοριών από τους αδειοδοτημένους ΔΟΕΕ, τους θεματοφύλακες ή τους νόμιμους ελεγκτές,

   θ) να λαμβάνει κάθε μέτρο που μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι ΔΟΕΕ ή οι θεματοφύλακες θα συνεχίσουν να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του παρόντος νόμου που εφαρμόζονται σε αυτούς,

   ι) να απαιτεί την αναστολή της έκδοσης, της εξαγοράς ή της εξόφλησης των μεριδίων, προς το συμφέρον των μεριδιούχων, των μετόχων ή του κοινού,

   ια) να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγηθεί σε ΑΕΔΟΕΕ ή σε ΔΟΕΕ,

   ιβ) να ζητεί την άσκηση ποινικής δίωξης,

   ιγ) να επιτρέπει σε νόμιμους ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες να διενεργούν ελέγχους.

 

   3. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους αναφοράς θεωρεί ότι ένας αδειοδοτημένος ΔΟΕΕ εκτός ΕΕ παραβαίνει τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ, με λεπτομερή αιτιολόγηση το συντομότερο δυνατόν.

 

’ρθρο 45

Διοικητικές κυρώσεις (άρθρο 48 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλει, σε οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο παραβιάζει τις διατάξεις του νόμου αυτού, των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότησή του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ ή ίσο με το διπλάσιο του τυχόν οφέλους που απεκόμισε ο παραβάτης. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε σε επενδυτές και η τυχόν ανόρθωσή της, η λήψη μέτρων για την άρση της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ' υποτροπήν τέλεση παραβάσεων του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) ή της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ έως τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ σε περίπτωση μη συνεργασίας σε έρευνα που διεξάγεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 44.

 

   3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ανακοινώνει δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του νόμου αυτού, των κανονιστικών πράξεων που θεσπίζονται κατ' εξουσιοδότησή του, καθώς και των εκτελεστικών μέτρων της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, εκτός αν, η ανακοίνωση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, να βλάψει τα συμφέροντα των επενδυτών ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

ΤΜΗΜΑ 2

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

’ρθρο 46

Υποχρέωση συνεργασίας (άρθρο 50 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών και με την ΕΑΚΑΑ και το ΕΣΣΚ, αν αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων της. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχει συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών - μελών, ιδίως με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συνεργασία στο πλαίσιο ερευνών.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ασκεί τις αρμοδιότητες της για τους σκοπούς της συνεργασίας, ακόμα και σε περιπτώσεις στις οποίες η υπό έρευνα συμπεριφορά δεν αποτελεί παράβαση των κανόνων που ισχύουν στην Ελλάδα.

 

   3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους καταγωγής διαβιβάζει αντίγραφο των σχετικών ρυθμίσεων συνεργασίας που συνήψε σύμφωνα με τα άρθρα 35, 37 ή 39 στα κράτη-μέλη υποδοχής του σχετικού ΔΟΕΕ. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους καταγωγής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στους εφαρμοστέους κανονιστικούς κανόνες της παραγράφου 14 του άρθρου 35, της παραγράφου 17 του άρθρου 37 ή της παραγράφου 14 του άρθρου 40 της Οδηγίας 2011/61/ ΕΕ, διαβιβάζει τις πληροφορίες που λαμβάνει από τις εποπτικές αρχές τρίτων χωρών όσον αφορά τον ΔΟΕΕ ή κατά περίπτωση, σύμφωνα με τις παραγράφους 6 ή 7 του άρθρου 43, στις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους υποδοχής του σχετικού ΔΟΕΕ.

 

   Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής θεωρεί ότι το περιεχόμενο της ρύθμισης συνεργασίας που συνήφθη από το κράτος-μέλος καταγωγής του σχετικού ΔΟΕΕ σύμφωνα με τα άρθρα 35, 37 ή 39 δεν συμμορφώνεται προς όσα απαιτούνται σε εκτέλεση των εφαρμοστέων κανονιστικών τεχνικών κανόνων, μπορεί να θέσει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

   4. Αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει βάσιμες υπόνοιες ότι πράξεις αντίθετες προς το νόμο αυτόν διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφος άλλου κράτους - μέλους από ΔΟΕΕ που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό στην ΕΑ-ΚΑΑ και στις αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους-μέλους προκειμένου να λάβει εκείνη τα κατάλληλα μέτρα. Η παράγραφος αυτή δεν θίγει τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

   5. Αν η αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους γνωστοποιήσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ότι πράξεις αντίθετες προς το νόμο αυτό διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφός του από ΔΟΕΕ που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα και ενημερώνει την ΕΑ-ΚΑΑ και την εν λόγω αρμόδια αρχή για τα αποτελέσματα των τυχόν ενεργειών της και, στο μέτρο του δυνατού, για τις κυριότερες ενδιάμεσες εξελίξεις.

 

’ρθρο 47

Διαβίβαση και διατήρηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 51 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Όσον αφορά τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς προς άλλες αρμόδιες αρχές, εφαρμόζονται οι διατάξεις του

ν. 2472/1997 (Α' 50).

 

   2. Τα δεδομένα διατηρούνται για μέγιστη περίοδο πέντε (5) ετών.

 

’ρθρο 48

Κοινοποίηση πληροφοριών σε τρίτες χώρες (άρθρο 52 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να διαβιβάζει σε τρίτη χώρα δεδομένα και την ανάλυση δεδομένων, κατά περίπτωση, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 9 του ν. 2472/1997, όπως ισχύει και αν πεισθεί ότι η διαβίβαση είναι αναγκαία για τους σκοπούς του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) του παρόντος νόμου, υπό τον όρο ότι η τρίτη χώρα, στην οποία θα τα διαβιβάσει, συμφωνεί ρητά ότι δεν θα τα διαβιβάσει περαιτέρω χωρίς τη ρητή γραπτή άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί τις πληροφορίες που λαμβάνει από μια αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους σε μια εποπτική αρχή τρίτης χώρας μόνο αν η αρμόδια αρχή του σχετικού κράτους-μέλους διαθέτει ρητή συμφωνία της αρμόδιας αρχής που έχει διαβιβάσει τις πληροφορίες και, κατά περίπτωση, αν οι πληροφορίες γνωστοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τους σκοπούς για τους οποίους η εν λόγω αρμόδια αρχή έδωσε τη σύμφωνη γνώμη της.

 

’ρθρο 49

Ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις δυνητικές συστημικές συνέπειες της δραστηριότητας των ΔΟΕΕ (άρθρο 53 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών - μελών, στις περιπτώσεις όπου αυτό είναι σκόπιμο για την παρακολούθηση και την ανταπόκριση στις δυνητικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων μεμονωμένων ΔΟΕΕ ή των ΔΟΕΕ συλλογικά για τη σταθερότητα των συστημικά σχετικών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και την ομαλή λειτουργία των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται οι ΔΟΕΕ. Ενημερώνονται επίσης η ΕΑΚΑΑ και το ΕΣΣΚ, οι οποίες διαβιβάζουν τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών - μελών.

 

   2. Με βάση τα εκτελεστικά μέτρα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εξειδικεύει με απόφασή της κάθε λεπτομέρεια ή τεχνικό θέμα σχετικά με το περιεχόμενο, τον τρόπο και τη συχνότητα ανταλλαγής των πληροφοριών βάσει της παραγράφου 1.

 

’ρθρο 50

Συνεργασία σε εποπτικές δραστηριότητες (άρθρο 54 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ζητήσει τη συνεργασία της αρμόδιας αρχής άλλου κράτους-μέλους σε εποπτική δραστηριότητα ή για επιτόπια εξακρίβωση ή σε έρευνα στην επικράτεια του τελευταίου, στο πλαίσιο των εξουσιών τους δυνάμει της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ. H Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν λαμβάνει από αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους αίτημα για επιτόπια εξακρίβωση ή έρευνα:

 

   α) προβαίνει η ίδια στην έρευνα ή

   β) επιτρέπει στην αιτούσα αρχή να πραγματοποιήσει η ίδια την εξακρίβωση ή έρευνα ή

   γ) αναθέτει σε ορκωτό ελεγκτή - λογιστή ή εμπειρογνώμονα τη διενέργεια της εν λόγω εξακρίβωσης ή έρευνας.

 

   2. Στην περίπτωση που αναφέρεται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1, η αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους το οποίο έχει ζητήσει συνεργασία μπορεί να ζητήσει να συνδράμουν τα στελέχη του προσωπικού της το προσωπικό που διενεργεί την εξακρίβωση ή έρευνα. Ωστόσο, η εξακρίβωση ή έρευνα, τίθεται υπό τον πλήρη έλεγχο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.

 

   Στην περίπτωση που αναφέρεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ζητήσει να συνδράμουν τα στελέχη του προσωπικού της το προσωπικό που διενεργεί την εξακρίβωση ή έρευνα.

 

   3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να αρνηθεί να ανταλλάξει πληροφορίες ή να ενεργήσει κατόπιν αιτήματος για συνεργασία σε μια έρευνα ή επιτόπια εξακρίβωση, μόνο αν:

 

   α) μια έρευνα, επιτόπια εξακρίβωση ή ανταλλαγή πληροφοριών ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την εθνική κυριαρχία, την ασφάλεια ή τη δημόσια τάξη της Ελλάδας,

   β) έχει ήδη κινηθεί δικαστική διαδικασία για τις ίδιες ενέργειες και κατά των ιδίων προσώπων ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων,

   γ) έχει ήδη εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση ελληνικού δικαστηρίου αναφορικά με τα ίδια άτομα και τις ίδιες ενέργειες.

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την αιτούσα αρμόδια αρχή σχετικά με κάθε απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει του πρώτου εδαφίου, αιτιολογώντας σχετικά.

 

’ρθρο 51

Διευθέτηση διαφορών (άρθρο 55 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και άλλων αρμόδιων αρχών των κρατών-μελών σχετικά με εκτίμηση, δράση ή παράλειψη μιας από τις αρμόδιες αρχές σε τομείς στους οποίους ο νόμος αυτός απαιτεί συνεργασία ή συντονισμό μεταξύ αρμόδιων αρχών από πλείονα κράτη - μέλη, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να φέρει το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ.

 

’ρθρο 52

Τροποποίηση του ν. 4099/2012 (άρθρο 2 της Οδηγίας 2013/14/ΕΕ)

 

   1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 60 του ν. 4099/2012 (Α' 250) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «α) χρησιμοποιεί διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων που της επιτρέπουν να ελέγχει και να υπολογίζει ανά πάσα στιγμή τους κινδύνους των θέσεων και την επίδρασή τους στη συνολική έκθεση κινδύνου του χαρτοφυλακίου του ΟΣΕΚΑ. Ειδικότερα, η εταιρεία διαχείρισης για τους ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ, κατά την εκτίμηση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας των στοιχείων ενεργητικού των ΟΣΕΚΑ, δεν στηρίζεται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας που εκδίδονται από οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, όπως αυτοί ορίζονται στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας,»

 

   2. Στο άρθρο 60 του ν. 4099/2012 μετά την παράγραφο 3 προστίθεται παράγραφος 3α ως εξής:

 

   «3α. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων των ΟΣΕΚΑ, παρακολουθεί την επάρκεια των διαδικασιών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που εφαρμόζει η εταιρεία διαχείρισης ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ, αξιολογεί τη χρήση αναφορών σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας, κατά τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α' της παραγράφου 1, στο πλαίσιο των επενδυτικών πολιτικών των ΟΣΕΚΑ και, κατά περίπτωση, ενθαρρύνει την άμβλυνση του αντίκτυπου των αναφορών αυτών, προκειμένου να μειωθεί η αποκλειστική και μηχανιστική στήριξη σε τέτοιες αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας.»

 

   3. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 60 του ν. 4099/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

   «Τα κριτήρια για την αξιολόγηση της επάρκειας των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνων διασφαλίζουν ότι η εταιρεία διαχείρισης ή, κατά περίπτωση, η ΑΕΕΜΚ, παρακωλύεται να στηρίζεται αποκλειστικά ή μηχανιστικά σε αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας κατά την εκτίμηση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας των στοιχείων ενεργητικού των ΟΣΕΚΑ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α' της παραγράφου 1.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι'

’ρθρο 53

Μεταβατικές διατάξεις (άρθρο 61 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Εταιρείες που ασκούν δραστηριότητες που αναφέρονται στο Μέρος Α' (άρθρα 1-53), πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωσή τους με τις διατάξεις του, υποβάλλουν δε αίτηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας, σύμφωνα με το άρθρο 6, το αργότερο έως την 22η Ιουλίου 2014.

 

   2. Τα άρθρα 31-33 δεν εφαρμόζονται στη διάθεση μεριδίων ΟΕΕ που αποτελούν, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου, αντικείμενο δημόσιας προσφοράς με βάση ενημερωτικό δελτίο που έχει συνταχθεί και δημοσιευθεί σύμφωνα με το ν. 3401/2005 πριν από τις 22 Ιουλίου 2013, για όσο χρονικό διάστημα θα ισχύει το συγκεκριμένο δελτίο.

 

   3. Οι ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ κλειστού τύπου πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου και δεν προβαίνουν σε πρόσθετες επενδύσεις μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος νόμου, δύνανται ωστόσο να εξακολουθήσουν να διαχειρίζονται αυτούς τους ΟΕΕ, χωρίς να λάβουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 6.

 

   4. Οι ΑΕΔΟΕΕ που διαχειρίζονται ΟΕΕ κλειστού τύπου, για τα μερίδια των οποίων η περίοδος εγγραφής έχει λήξει πριν από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος και έχουν συσταθεί για περίοδο που λήγει το αργότερο την 22η Ιουλίου 2016, δύνανται να συνεχίσουν να διαχειρίζονται αυτούς τους ΟΕΕ, χωρίς να χρειάζεται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του νόμου, με εξαίρεση το άρθρο 22 και, κατά περίπτωση, τα άρθρα 26 έως 30 ή να υποβάλουν αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας, σύμφωνα με το άρθρο 6.

 

   5. Οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου του ν. 3371/2005 (Α' 178), οι Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων σε Ακίνητη Περιουσία του ν. 2778/1999 (Α' 295), οι Ανώνυμες Εταιρείες Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας του ν. 2778/1999, οι διαχειριστές των Αμοιβαίων Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών του ν. 2992/2002 (Α' 54) και οι διαχειριστές των Εταιρειών Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών του ν. 2367/1995 (Α' 261) υπόκεινται στις διατάξεις του Μέρους Α' (άρθρα 1-53) και υπό την επιφύλαξη του άρθρου 3 οφείλουν να προσαρμοσθούν κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1.

 

ΜΕΡΟΣ Β'

ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2011/89/ΕΕ

 

’ρθρο 54

Σκοπός

 

   Με τις διατάξεις των άρθρων 54 έως και 98 του παρόντος νόμου μεταφέρεται στην εθνική έννομη τάξη η Οδηγία 2011/89/ΕΕ της 16ης Νοεμβρίου 2011 «για τροποποίηση των Οδηγιών 98/78/ΕΚ, 2002/87/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ και 2009/138/ΕΚ όσον αφορά τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων» (ΕΕ L 326/8.12.2011, σελ. 113).

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν.Δ. 400/1970

 

’ρθρο 55

Τροποποίηση των άρθρων 2α και 80 του ν.δ. 400/1970 (άρθρο 1 παρ. 1 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η περίπτωση κα' του άρθρου 2α του ν.δ. 400/1970 (Α' 10) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «κα) «Ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου μικτής δραστηριότητας»: νοείται η μητρική επιχείρηση, η οποία δεν είναι ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αν η μία τουλάχιστον από τις θυγατρικές της είναι ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση.»

 

   2. Στο τέλος του άρθρου 2α του ν.δ. 400/1970 προστίθεται περίπτωση λη' ως εξής:

 

   «λη) «Μικτή Χρηματοοικονομική Εταιρεία Συμμετοχών»: νοείται κάθε μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών σύμφωνα με την παράγραφο 15 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α' 84).»

 

   3. Η υποπερίπτωση ii) της περίπτωσης ιε' του άρθρου 80 του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών κατά την έννοια των οικείων διατάξεων του παρόντος διατάγματος,».

 

’ρθρο 56

Τροποποίηση του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 (άρθρο 1 παράγραφοι 2, 3, 4, 5, 6 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η περίπτωση Β' της παρ. 1 του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) Σε κάθε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα στην Ελλάδα, η μητρική επιχείρηση της οποίας είναι ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας.»

 

   2. Μετά την παρ. 1 του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 προστίθεται παράγραφος 1Α ως εξής:

 

   «1Α. α. Αν μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος και του ν. 3455/2006, ειδικότερα όσον αφορά την εποπτεία με βάση τους κινδύνους, η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη να ασκεί τη συμπληρωματική εποπτεία μπορεί να αποφασίσει, μετά από διαβούλευση με τις λοιπές ενδιαφερόμενες εποπτικές αρχές, να εφαρμόσει στην εν λόγω μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών μόνο τις οικείες διατάξεις του ν. 3455/2006.

   β) Αν μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος και του ν. 3601/2007, ειδικότερα όσον αφορά την εποπτεία με βάση τους κινδύνους, η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη να ασκεί τη συμπληρωματική εποπτεία, σύμφωνα με το παρόν, μπορεί να αποφασίσει, κατόπιν συμφωνίας με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας του τραπεζικού τομέα και του τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών, να εφαρμόσει μόνον τις διατάξεις σχετικά με τον πλέον σημαντικό τομέα, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3455/2006 ή της Οδηγίας 2002/87/ΕΚ.

   γ) Η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την άσκηση συμπληρωματικής εποπτείας ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου.»

 

   3. Η παρ. 2 του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Κατά την άσκηση της συμπληρωματικής εποπτείας, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Τράπεζα της Ελλάδος δεν μπορεί να εποπτεύει δια του παρόντος ατομικώς την ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, την αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας, την ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή την μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή την ασφαλιστική εταιρία χαρτοφυλακίου μεικτής δραστηριότητας, με την επιφύλαξη των άρθρων 62 έως 78 του παρόντος διατάγματος.»

 

   4. Η παρ. 5 του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Αν ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα στην Ελλάδα μαζί με άλλη ή άλλες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις, που έχουν έδρα στην Ε.Ε. και στον Ε.Ο.Χ., έχουν ως μητρική τους επιχείρηση την ίδια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, αντασφαλι-στική ή ασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας ή μεικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου μεικτής δραστηριότητας, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να συμφωνήσει με τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των εν λόγω κρατών-μελών ποια εξ αυτών θα ασκεί τη συμπληρωματική εποπτεία.»

 

   5. Οι περιπτώσεις β' και γ' της παρ. 12 του άρθρου 6α του ν.δ. 400/1970 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «β) Στην ίδια ανωτέρω περίπτωση, στο σχετικό υπολογισμό συμπεριλαμβάνονται όλες οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις της ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, της αντασφαλιστικής ή ασφαλιστικής επιχείρησης τρίτης χώρας, σύμφωνα με τη μέθοδο που προβλέπεται στο άρθρο 6γ του παρόντος διατάγματος.

 

   γ) Αν, με βάση τον ανωτέρω υπολογισμό, η Τράπεζα της Ελλάδος κρίνει ότι τίθεται σε κίνδυνο ή ενδέχεται να υπονομευθεί το περιθώριο φερεγγυότητας και η εν γένει φερεγγυότητα μιας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα στην Ελλάδα θυγατρικής της ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, της αντασφαλιστικής ή της ασφαλιστικής επιχείρησης τρίτης χώρας, λαμβάνει τα ανάλογα μέτρα, που αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του άρθρου 17γ του παρόντος.»

 

’ρθρο 57

Τροποποίηση των άρθρων 6β και 6γ του ν.δ. 400/1970 (άρθρο 1 παρ. 7 και Παράρτημα Ι της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 6β του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Σχετικά με τις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και τις ενδιάμεσες ασφαλιστικές εταιρίες χαρτοφυλακίου ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, που είναι συνδεδεμένες επιχειρήσεις και λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό της προσαρμοσμένης φερεγγυότητας της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανωτέρω, ισχύουν τα εξής :».

 

   2. Η υποπερίπτωση i. της περίπτωσης γ' της παρ. 4 του άρθρου 6β του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «γ) i. Μπορεί να μην πραγματοποιηθεί υπολογισμός προσαρμοσμένης φερεγγυότητας μίας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα την Ελλάδα:

   αα) Αν είναι συνδεδεμένη επιχείρηση άλλης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα στην Ελλάδα, και αν αυτή η συνδεδεμένη επιχείρηση έχει ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό της προσαρμοσμένης φερεγγυότητας της συμμετέχουσας ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης.

   ββ) Αν είναι συνδεδεμένη επιχείρηση μιας ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή μιας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα στην Ελλάδα και αν αυτή η ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και αυτή η συνδεδεμένη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό που πραγματοποιείται.

   γγ) Αν είναι συνδεδεμένη επιχείρηση άλλης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή μιας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. και του Ε.Ο.Χ., αν η Τράπεζα της Ελλάδος και η αρμόδια εποπτική αρχή του άλλου κράτους-μέλους συμφωνήσουν να ανατεθεί στην αρμόδια εποπτική αρχή του άλλου κράτους - μέλους η άσκηση της συμπληρωματικής εποπτείας.»

 

   3. Η περίπτωση ε' της παρ. 4 του άρθρου 6β του ν.δ. 400/1970 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ε) Αν η ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση έχει συμμετοχή σε ασφαλιστική ή σε αντασφαλιστική επιχείρηση ή σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση τρίτης χώρας μέσω ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή μιας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό η κατάσταση της ενδιάμεσης ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου ή της ενδιάμεσης μικτής χρηματοοικονομικής Εταιρείας Συμμετοχών. Για τις ανάγκες αποκλειστικά αυτού του υπολογισμού, ο οποίος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις γενικές αρχές και μεθόδους που περιγράφονται στο παρόν άρθρο, η εν λόγω ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών αντιμετωπίζεται σαν να επρόκειτο για ασφαλιστική ή αντασφαλιστι-κή επιχείρηση με αναγκαίο περιθώριο φερεγγυότητας μηδέν και με στοιχεία επιλέξιμα για την κάλυψη του περιθωρίου φερεγγυότητας αυτά που προβλέπονται στο άρθρο 17α του παρόντος διατάγματος.»

 

   4. Οι περιπτώσεις α', β' και γ' της παρ. 1 του άρθρου 6γ του ν.δ. 400/1970 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «1. α. Ο υπολογισμός που προβλέπεται στην παράγραφο 12 του άρθρου 6α, ο οποίος πρέπει να είναι ανάλογος προς αυτόν που προβλέπεται στο άρθρο 6β, πραγματοποιείται στο επίπεδο της ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, της αντασφαλιστικής ή ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα σε τρίτη χώρα.

 

   β. Η αναλογία υπολογισμού που προβλέπεται στην περίπτωση α', συνίσταται στην εφαρμογή των γενικών αρχών και μεθόδων, που προβλέπονται στο άρθρο 6β, στο επίπεδο της ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, της αντασφαλιστικής ή ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα σε τρίτη χώρα.

 

   γ. Για τον αποκλειστικό σκοπό του ανωτέρω υπολογισμού, η μητρική επιχείρηση που αναφέρεται στις περιπτώσεις α' και β', θεωρείται ως ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση που υπόκειται:

   αα) Σε μηδενικό αναγκαίο περιθώριο φερεγγυότητας, αν πρόκειται για ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών.

   ββ) Σε αναγκαίο περιθώριο φερεγγυότητας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6β (παράγραφος 4 εδάφιο στ'), αν πρόκειται για ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε τρίτη χώρα.

   γγ) Στις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες, που ορίζονται στο άρθρο 17α, όσον αφορά τα στοιχεία που είναι επιλέξιμα για την κάλυψη του περιθωρίου φερεγγυότητας.»

 

   5. Οι περιπτώσεις α' έως και γ' της παρ. 2 του άρθρου 6γ του ν.δ. 400/1970 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «α) Στην περίπτωση που μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα στην Ελλάδα μαζί με άλλη ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση ή άλλες με έδρα στην Ε.Ε. και στον Ε.Ο.Χ. είναι θυγατρικές ασφαλιστικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, αντασφαλιστικής επιχείρησης ή ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα σε τρίτη χώρα, η Τράπεζα της Ελλάδος μαζί με τις άλλες αρμόδιες εποπτικές αρχές εξασφαλίζουν τη συνεπή εφαρμογή της μεθόδου που περιγράφεται στο παρόν άρθρο.

   β) Για μια ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα στην Ελλάδα μπορεί να μην πραγματοποιηθεί ο υπολογισμός που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω:

   αα) Αν είναι συνδεδεμένη επιχείρηση άλλης ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα την Ε.Ε. και στον Ε.Ο.Χ. και έχει συμπεριληφθεί στον υπολογισμό που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω για την άλλη επιχείρηση.

   ββ) Αν αυτή και μια ή περισσότερες άλλες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα την Ελλάδα έχουν ως μητρική τους επιχείρηση την ίδια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε τρίτη χώρα, και αυτή έχει ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω για μία από αυτές τις άλλες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις.

   γγ) Αν αυτή και μία ή περισσότερες άλλες ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ε.Ε. και στον Ε.Ο.Χ. έχουν ως μητρική τους επιχείρηση την ίδια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα τρίτη χώρα, και έχει συναφθεί συμφωνία κατά την παράγραφο 5 του άρθρου 6α, με την οποία η άσκηση συμπληρωματικής χρηματοοικονομικής εποπτείας που αναφέρεται στο παρόν άρθρο ανατίθεται στην αρμόδια εποπτική αρχή άλλου κράτους - μέλους.

   γ) Στην περίπτωση διαδοχικών συμμετοχών, όπως αν μια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου ή μια μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή μία ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε τρίτη χώρα ανήκει σε άλλη ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε τρίτη χώρα, ο υπολογισμός που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανωτέρω μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο στο επίπεδο της βασικής μητρικής επιχείρησης της ασφαλιστικής επιχείρησης με έδρα στην Ελλάδα, η οποία είναι μια ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, μια αντασφαλιστική ή ασφαλιστική επιχείρηση με έδρα σε τρίτη χώρα.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3455/2006

’ρθρο 58

Τροποποίηση των άρθρων 1 και 2 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 1 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Στο άρθρο 1 του ν. 3455/2006 (Α' 84):

   α. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 1 αριθμείται σε παράγραφο 1.

   β. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 1 καταργείται.

 

   2. Στο άρθρο 1 του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής:

 

   «2. Με τον παρόντα νόμο καθορίζονται οι κανόνες συμπληρωματικής εποπτείας των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν λάβει άδεια λειτουργίας:

 

   α. στην Ελλάδα, σύμφωνα με την περίπτωση α' του άρθρου 2α και το άρθρο 83 του ν.δ. 400/1970 (Α'10), το άρθρο 9 του ν. 3606/2007 (Α' 195), το άρθρο 5 του ν. 3601/2007 (Α' 178), το άρθρο 14 του ν. 4099/2012 (Α' 250) ή τα άρθρα 6 έως 11 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ ή

   β. σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις, με τις οποίες έχουν ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο κάθε κράτους - μέλους το άρθρο 6 της Οδηγίας 73/239/ΕΟΚ (ΕΕ L 228/16.8.1973), το άρθρο 4 της Οδηγίας 2002/83/ΕΚ (ΕΕ L 345/19.12.2002), το άρθρο 5 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ (ΕΕ L 145/30.4.2004), το άρθρο 3 της Οδηγίας 2005/68/ΕΚ (ΕΕ L 323/9.12.2005), το άρθρο 6 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ (ΕΕ L 177/30.6.2006), τα άρθρα 6 έως 12 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ (ΕΕ L 302/17.11.2009), το άρθρο 14 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ (ΕΕ L 335/17.12.2009) ή τα άρθρα 6 έως 11 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 174/1.7.2011) και οι οποίες ανήκουν σε Όμιλο Ετερογενών Χρηματοοικονομικών Δραστηριοτήτων (Ο.Ε.Χ.Δ.).

 

   Με τον παρόντα νόμο τροποποιούνται, επίσης, οι εθνικές διατάξεις, με τις οποίες έχουν ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο οι σχετικοί τομεακοί κανόνες που ισχύουν για τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις.»

 

   3. Το άρθρο 2 του ν. 3455/2006 τροποποιείται ως εξής:

 

   α. Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. «Πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007 (Α' 178) ή, αν πρόκειται για πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε, πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του σημείου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ.» β. Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής: «3. «Επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών»: η επιχείρηση κατά την έννοια της παρ. 2 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 ή, αν πρόκειται για επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., επιχείρηση επενδύσεων κατά την έννοια του σημείου 1 της παρ. 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2004/39/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των επιχειρήσεων που ορίζονται στο στοιχείο δ' της παρ. 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ ή επιχείρηση η οποία έχει την καταστατική της έδρα σε τρίτη χώρα και η οποία θα ήταν υποχρεωμένη, σύμφωνα με την Οδηγία 2004/39/ΕΚ, να ζητήσει άδεια λειτουργίας, αν είχε την καταστατική της έδρα εντός της Ε.Ε.. » γ. Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής: «4. «Ρυθμιζόμενη επιχείρηση»: πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, εταιρεία διαχείρισης ή διαχειριστής οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.» δ. Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής: «5. «Εταιρεία διαχείρισης»: η εταιρεία διαχείρισης κατά την έννοια του στοιχείου β' του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 (Α' 250) ή, αν πρόκειται για εταιρεία διαχείρισης με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., η επιχείρηση κατά την έννοια του στοιχείου β' της παρ. 1 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένης της Ανώνυμης Εταιρείας Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων της περίπτωσης γ' του άρθρου 3 του ν. 4099/2012, καθώς και κάθε επιχείρηση η οποία έχει την καταστατική της έδρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η οποία θα ήταν υποχρεωμένη να ζητήσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την εν λόγω Οδηγία, αν είχε την καταστατική της έδρα εντός της Ε.Ε.. »

 

   ε. Μετά την παράγραφο 5 προστίθεται παράγραφος 5α ως εξής:

 

   «5α. «Διαχειριστής οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων»: κάθε νομικό πρόσωπο κατά την έννοια του άρθρου 4 παρ. 1 στοιχεία β', ιβ' και κη' της Οδηγίας 2011/61/ΕΚ ή η επιχείρηση η οποία έχει την καταστατική της έδρα σε τρίτη χώρα και η οποία θα ήταν υποχρεωμένη, σύμφωνα με την εν λόγω Οδηγία, να ζητήσει άδεια λειτουργίας, αν είχε την καταστατική της έδρα εντός της Ε.Ε.. » στ. Η παράγραφος 7 αντικαθίσταται ως εξής: «7. «Τομεακοί κανόνες»: οι κανόνες προληπτικής εποπτείας των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων, οι οποίοι προβλέπονται ιδίως στο ν. 3606/2007, στο ν. 3601/2007, στο ν.δ. 400/1970 και στο ν. 4099/2012, καθώς και στις κατ' εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσες κανονιστικές διατάξεις ή στις εθνικές διατάξεις με τις οποίες έχουν ενσωματωθεί στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. οι διατάξεις των Οδηγιών 2004/39/ΕΚ, 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ.»

 

   ζ. Η παράγραφος 8 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «8. «Χρηματοοικονομικός τομέας»: ο τομέας που αποτελείται από μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες επιχειρήσεις:

   α) πιστωτικό ίδρυμα, όπως ορίζεται ανωτέρω, χρηματοδοτικό ίδρυμα κατά την έννοια της παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007 ή επιχείρηση παροχής επικουρικών τραπεζικών υπηρεσιών κατά την έννοια της παρ. 9 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 ή, αν πρόκειται για χρηματοδοτικό ίδρυμα ή επιχείρηση παροχής τραπεζικών υπηρεσιών με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε., οι επιχειρήσεις κατά την έννοια των σημείων 5 ή 21 του άρθρου 4 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ (στο εξής υπό τη συλλογική ονομασία «τραπεζικός τομέας»),

   β) ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου, κατά την έννοια της περίπτωσης κ' του άρθρου 2α του ν.δ. 400/1970 ή, αν πρόκειται για ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου με καταστατική έδρα σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., η επιχείρηση κατά την έννοια της περίπτωσης θ' του άρθρου 1 της Οδηγίας 98/78/ΕΚ (στο εξής υπό τη συλλογική ονομασία «ασφαλιστικός τομέας»),

   γ) επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, η επιχείρηση κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 ή αν πρόκειται για επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος - μέλος της Ε.Ε., επιχείρηση κατά την έννοια του στοιχείου β' της παρ. 1 του άρθρου 3 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ (στο εξής υπό τη συλλογική ονομασία «τομέας επενδυτικών υπηρεσιών»).»

 

   η. Η παράγραφος 12 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «12. «Όμιλος»: ο όμιλος επιχειρήσεων, περιλαμβανομένου τυχόν υπο-ομίλου, ο οποίος αποτελείται από μητρική επιχείρηση, τις θυγατρικές της και τις επιχειρήσεις, στις οποίες η μητρική επιχείρηση ή οι θυγατρικές της κατέχουν συμμετοχή ή επιχειρήσεις που συνδέονται μεταξύ τους κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 96 του κ.ν. 2190/1920 ή επιχειρήσεις, οι οποίες συνδέονται μεταξύ τους κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ και η μία τουλάχιστον εξ αυτών έχει την καταστατική της έδρα σε άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

 

   θ. Μετά την παράγραφο 12 προστίθεται παράγραφος 12α ως εξής:

 

   «12α. «Ελεγχος»: μία σχέση μεταξύ της μητρικής επιχείρησης και μίας θυγατρικής επιχείρησης, όπως ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή στο άρθρο 1 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ ή παρόμοια σχέση μεταξύ φυσικού ή νομικού προσώπου και επιχείρησης.»

 

   ι. Η παράγραφος 13 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «13. «Στενοί δεσμοί»: μια κατάσταση, κατά την οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με έλεγχο ή συμμετοχή ή μια κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται μονίμως με ένα και το αυτό πρόσωπο με σχέση ελέγχου.»

 

   ια. Η παράγραφος 14 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «14. «Όμιλος Ετερογενών Χρηματοοικονομικών Δραστηριοτήτων» (εφεξής Ο.Ε.Χ.Δ.): ο όμιλος ή ο υπο-όμιλος, η επικεφαλής του οποίου είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση ή τουλάχιστον μια από τις θυγατρικές επιχειρήσεις, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο, αποτελεί ρυθμιζόμενη επιχείρηση, και ο οποίος επιπλέον πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

   α) αν η επικεφαλής του ομίλου ή υπο-ομίλου είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση:

   αα) πρόκειται για μητρική μίας επιχείρησης που υπάγεται στο χρηματοοικονομικό τομέα, για επιχείρηση που κατέχει συμμετοχή σε μία επιχείρηση που υπάγεται στο χρηματοοικονομικό τομέα ή για επιχείρηση συνδεόμενη, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 96 του κ.ν. 2190/1920 ή της παρ. 1 του άρθρου 12 της Οδηγίας 83/349/ΕΟΚ, με επιχείρηση που υπάγεται στο χρηματοοικονομικό τομέα,

   ββ) από τις επιχειρήσεις, οι οποίες ανήκουν στον ομίλου ή στον υπο-όμιλο, μία τουλάχιστον υπάγεται στον ασφαλιστικό τομέα και μία τουλάχιστον υπάγεται στον τραπεζικό τομέα ή στον τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών και

   γγ) οι υπολογιζόμενες σε ενοποιημένη ή αθροιστική βάση δραστηριότητες των επιχειρήσεων, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο και υπάγονται στον ασφαλιστικό τομέα, και των επιχειρήσεων, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο και υπάγονται στον τραπεζικό τομέα και στον τομέα επενδυτικών υπηρεσιών, είναι αμφότερες ουσιώδεις κατά την έννοια των παραγράφων 2 ή 3 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου ή

   β) αν η επικεφαλής του ομίλου ή του υπο-ομίλου δεν είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση:

αα) οι δραστηριότητες του ομίλου ή του υπο-ομίλου ασκούνται κυρίως στο χρηματοοικονομικό τομέα, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου,

   ββ) μία τουλάχιστον από τις επιχειρήσεις, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο, υπάγεται στον ασφαλιστικό τομέα και μία τουλάχιστον υπάγεται στον τραπεζικό τομέα ή στον τομέα επενδυτικών υπηρεσιών και

   γγ) οι υπολογιζόμενες σε ενοποιημένη ή αθροιστική βάση δραστηριότητες των επιχειρήσεων, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο και υπάγονται στον ασφαλιστικό τομέα, και των επιχειρήσεων, οι οποίες ανήκουν στον όμιλο ή στον υπο-όμιλο και υπάγονται στον τραπεζικό τομέα και στον τομέα επενδυτικών υπηρεσιών, είναι αμφότερες ουσιώδεις κατά την έννοια των παραγράφων 2 ή 3 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.»

 

   ιβ. Η παράγραφος 15 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «15. «Μικτή Χρηματοοικονομική Εταιρεία Συμμετοχών» («Μ.Χ.Ε.Σ.»): η μητρική επιχείρηση, η οποία δεν είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση και η οποία μαζί με τις θυγατρικές της, εκ των οποίων μία τουλάχιστον είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση με καταστατική έδρα στην Ε.Ε., καθώς και άλλες επιχειρήσεις, συνιστά Ο.Ε.Χ.Δ.. »

 

   ιγ. Η παράγραφος 16 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «16. «Αρμόδιες Αρχές»: οι Αρμόδιες Αρχές των κρατών - μελών που είναι εξουσιοδοτημένες βάσει νομοθετικής ή κανονιστικής διάταξης να ασκούν εποπτεία επί των πιστωτικών ιδρυμάτων, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, των αντασφαλιστικών επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, των εταιρειών διαχείρισης ή των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων είτε σε ατομική βάση είτε σε επίπεδο ομίλου. Οι Αρμόδιες, κατά περίπτωση, Αρχές στην Ελλάδα είναι η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως νόμος ορίζει.»

 

   ιδ. Η παράγραφος 17 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «17. «Σχετικές Αρμόδιες Αρχές»:

 

   α) Οι Αρχές που είναι αρμόδιες για την τομεακή εποπτεία σε επίπεδο ομίλου οποιασδήποτε από τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις ενός Ο.Ε.Χ.Δ., ιδιαίτερα της τελικής μητρικής επιχείρησης ενός τομέα.

   β) Ο Συντονιστής, ο οποίος ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11, αν δεν ταυτίζεται με τις ανωτέρω Αρχές της περίπτωσης α'.

   γ) Αν κρίνεται σκόπιμο, άλλες Αρμόδιες Αρχές, σύμφωνα με τη γνώμη των Αρχών σύμφωνα με τις περιπτώσεις α' και β'.

   Μέχρις ότου τεθούν σε ισχύ τα σχετικά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 21α, παρ. 1, στοιχείο β' της Οδηγίας 2002/87/ΕΕ, η γνώμη που αναφέρεται στο στοιχείο γ' ανωτέρω λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη: αα) το μερίδιο αγοράς που κατέχουν οι ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις που ανήκουν στον όμιλο σε άλλα κράτη-μέλη, ιδίως αν υπερβαίνει το ποσοστό του 5%, και ββ) τη βαρύτητα που έχει εντός του Ο.Ε.Χ.Δ. οποιαδήποτε ρυθμιζόμενη επιχείρηση που είναι εγκατεστημένη σε άλλο κράτος - μέλος.»

 

   ιε. Η παράγραφος 20 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «20. «Συγκέντρωση κινδύνων»: κάθε έκθεση σε κίνδυνο με ενδεχόμενο πρόκλησης ζημίας αρκετά σημαντικής, ώστε να θέτει σε κίνδυνο τη φερεγγυότητα ή τη γενική χρηματοοικονομική κατάσταση των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων του Ο.Ε.Χ.Δ.. Η ενδεχόμενη ζημία μπορεί να προκληθεί από έκθεση σε κίνδυνο αντισυμβαλλομένου ή πιστωτικό κίνδυνο ή επενδυτικό κίνδυνο ή ασφαλιστικό κίνδυνο ή κίνδυνο αγοράς ή άλλους κινδύνους ή από συνδυασμό ή αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των κινδύνων.»

 

   ιστ. Μετά την παράγραφο 20 του άρθρου 2 προστίθενται παράγραφοι 21, 22, 23, 24 και 25 ως εξής:

 

   «21. «Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών»: η Αρχή που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 331/15.12.2010, σελ. 12).

 

   22. «Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων»: η Αρχή που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 331/15.12.2010, σελ. 48).

 

   23. «Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών»: η Αρχή που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 331/15.12.2010, σελ. 84).

 

   24. «Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου»: η Αρχή που έχει συσταθεί με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 331/15.12.2010, σελ. 1).

 

   25. «Μικτή Επιτροπή»: η Μικτή Επιτροπή Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών που έχει συγκροτηθεί με τα άρθρα 54 των Κανονισμών (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010, 1094/2010 και 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.»

 

’ρθρο 59

Τροποποίηση του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 2 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «1. Προκειμένου να προσδιοριστεί αν οι δραστηριότητες ενός ομίλου ασκούνται κυρίως στο χρηματοοικονομικό τομέα, κατά την έννοια της υποπερίπτωσης αα' της περίπτωσης β' της παραγράφου 14 του άρθρου 2, ο λόγος του συνόλου του ισολογισμού των ρυθμιζόμενων και μη ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων του χρηματοοικονομικού τομέα του ομίλου προς το σύνολο του ισολογισμού ολόκληρου του ομίλου πρέπει να υπερβαίνει το 40%.

 

   2. Προκειμένου να προσδιοριστεί αν οι δραστηριότητες ενός ομίλου στους επί μέρους χρηματοοικονομικούς τομείς είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' ή της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 14 του άρθρου 2, πρέπει για κάθε επιμέρους χρηματοοικονομικό τομέα ο μέσος όρος μεταξύ: α) του λόγου του συνόλου του ισολογισμού του συγκεκριμένου χρηματοοικονομικού τομέα προς το σύνολο του ισολογισμού όλων των επιχειρήσεων του ομίλου που ανήκουν στο χρηματοοικονομικό τομέα και β) του λόγου των απαιτήσεων φερεγγυότητας του ίδιου χρηματοοικονομικού τομέα προς το σύνολο των απαιτήσεων φερεγγυότητας όλων των επιχειρήσεων του ομίλου που ανήκουν στο χρηματοοικονομικό τομέα να υπερβαίνει το 10%. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως λιγότερο σημαντικός χρηματοοικονομικός τομέας σε έναν Ο.Ε.Χ.Δ. νοείται ο τομέας με το μικρότερο μέσο όρο, όπως αυτός υπολογίζεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο και ως σημαντικότερος χρηματοοικονομικός τομέας νοείται εκείνος με τον υψηλότερο μέσο όρο. Για τον υπολογισμό του μέσου όρου και τη μέτρηση του λιγότερο σημαντικού και του σημαντικότερου χρηματοοικονομικού τομέα, ο τραπεζικός τομέας και ο τομέας παροχής επενδυτικών υπηρεσιών λαμβάνονται υπόψη από κοινού. Οι εταιρείες διαχείρισης προστίθενται στον τομέα, στον οποίο ανήκουν εντός του ομίλου. Αν δεν ανήκουν αποκλειστικά σε έναν τομέα εντός του ομίλου, προστίθενται στο σημαντικότερο χρηματοοικονομικό τομέα. Οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων προστίθενται στον τομέα, στον οποίο ανήκουν εντός του ομίλου. Αν δεν ανήκουν αποκλειστικά σε έναν τομέα εντός του ομίλου, προστίθενται στο λιγότερο σημαντικό χρηματοοικονομικό τομέα.

 

   3. Οι διατομεακές δραστηριότητες θεωρούνται επίσης ουσιώδεις, κατά την έννοια της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' ή της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 14 του άρθρου 2, αν το σύνολο του ισολογισμού του λιγότερο σημαντικού χρηματοοικονομικού τομέα του ομίλου υπερβαίνει το ποσό των έξι δισεκατομμυρίων (6.000.000.000) ευρώ. Αν ο όμιλος πληροί το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2, αλλά πληροί το όριο που τίθεται στο παραπάνω εδάφιο, οι Σχετικές Αρμόδιες Αρχές δύνανται, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να μην θεωρήσουν τον όμιλο ως Ο.Ε.Χ.Δ. ή να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις των άρθρων 7, 8 ή 10, αν έχουν τη γνώμη ότι η υπαγωγή του ομίλου στο πεδίο εφαρμογής του νόμου αυτού ή η εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν είναι απαραίτητη ή δεν θα ήταν κατάλληλη ή θα ήταν παραπλανητική σε σχέση με τους στόχους της συμπληρωματικής εποπτείας. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο κοινοποιούνται στις άλλες Αρμόδιες Αρχές και δημοσιοποιούνται, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις Αρμόδιες Αρχές.»

 

   2. Μετά την παρ. 3 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 3α ως εξής:

 

   «3α. Αν ο όμιλος καλύπτει το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 2, αλλά ο λιγότερο σημαντικός τομέας δεν υπερβαίνει τα 6 δισεκατομμύρια (6.000.000.000) ευρώ, οι Σχετικές Αρμόδιες Αρχές δύνανται να αποφασίσουν, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να μην θεωρήσουν τον όμιλο ως Ο.Ε.Χ.Δ.. Δύνανται, επίσης, να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν τις διατάξεις των άρθρων 7, 8, 9 ή 10, αν κρίνουν ότι η υπαγωγή του ομίλου στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου ή η εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν είναι απαραίτητη ή δεν θα ήταν κατάλληλη ή θα ήταν παραπλανητική σε σχέση με τους στόχους της συμπληρωματικής εποπτείας ή ότι δεν εξυπηρετεί τους στόχους της συμπληρωματικής εποπτείας. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο κοινοποιούνται στις άλλες Αρμόδιες Αρχές και δημοσιοποιούνται, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, από τις Αρμόδιες Αρχές.»

 

   3. Η παρ. 4 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 τροποποιείται ως εξής:

 

   α. Το εισαγωγικό εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Για την εφαρμογή των παραγράφων 1, 2, 3 και 3α οι Σχετικές Αρμόδιες Αρχές δύνανται κατόπιν κοινής συμφωνίας:».

 

   β. Η περίπτωση α' αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «α. Να μην λαμβάνουν υπόψη συγκεκριμένη επιχείρηση κατά τον υπολογισμό των δεικτών στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 5 του άρθρου 6, εκτός αν η επιχείρηση μεταφέρθηκε από ένα κράτος-μέλος προς τρίτη χώρα και είναι προφανές ότι η μεταφορά αυτή πραγματοποιήθηκε με σκοπό την αποφυγή ρυθμίσεων.»

 

   γ. Μετά την περίπτωση β' προστίθεται περίπτωση γ' ως εξής:

 

   «γ. Να αποκλείουν μία ή περισσότερες συμμετοχές στο λιγότερο σημαντικό τομέα, αν οι συμμετοχές αυτές είναι καθοριστικές για τον προσδιορισμό ενός Ο.Ε.Χ.Δ. και συλλογικά είναι αμελητέας σημασίας σε σχέση με τους στόχους της συμπληρωματικής εποπτείας.»

 

   4. Η παρ. 5 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 οι Σχετικές Αρμόδιες Αρχές δύνανται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κατόπιν κοινής συμφωνίας, να αντικαθιστούν το κριτήριο που βασίζεται στο σύνολο του ισολογισμού με μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες παραμέτρους ή να προσθέτουν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες παραμέτρους, αν εκτιμούν ότι αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία για τους σκοπούς της συμπληρωματικής εποπτείας, όπως αυτή προβλέπεται στον παρόντα νόμο:

   α) διάρθρωση εσόδων,

   β) δραστηριότητες εκτός ισολογισμού,

   γ) σύνολο των υπό διαχείριση περιουσιακών στοιχείων.»

 

   5. Η παρ. 8 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «8. Οι απαιτήσεις φερεγγυότητας που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο 2 υπολογίζονται σύμφωνα με τους τομεακούς κανόνες.»

 

   6. Στο τέλος του άρθρου 3 του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 9 ως εξής:

 

   «9. Οι Αρμόδιες Αρχές επανεξετάζουν σε ετήσια βάση τις παρεκκλίσεις από την εφαρμογή της συμπληρωματικής εποπτείας και αναθεωρούν τους ποσοτικούς δείκτες που ορίζονται στο παρόν άρθρο και τις αξιολογήσεις με βάση τον κίνδυνο που εφαρμόζονται στους χρηματοοικονομικούς ομίλους.»

 

’ρθρο 60

Τροποποίηση του άρθρου 4 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 3 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Στο τέλος της περίπτωσης α' του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3455/2006 διαγράφονται οι λέξεις «όπου αυτό απαιτείται».

 

   2. Στο τέλος της περίπτωσης β' του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3455/2006 προστίθενται οι λέξεις «, καθώς και στη Μεικτή Επιτροπή».

 

   3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Ο Συντονιστής ενημερώνει, επίσης, τις Αρμόδιες Αρχές που έχουν δώσει άδεια λειτουργίας σε ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις του ομίλου και τις Αρμόδιες Αρχές του κράτους-μέλους στο οποίο έχει την έδρα της η Μ.Χ.Ε.Σ., καθώς και τη Μεικτή Επιτροπή.»

 

’ρθρο 61

Τροποποίηση του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 4 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η περίπτωση β' της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β. οποιαδήποτε ρυθμιζόμενη επιχείρηση, η μητρική επιχείρηση της οποίας είναι Μ.Χ.Ε.Σ. που έχει την κεντρική της διοίκηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

 

   2. Η παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Κάθε ρυθμιζόμενη επιχείρηση, η οποία δεν υπόκειται σε συμπληρωματική εποπτεία σύμφωνα με την παράγραφο 2 και της οποίας η μητρική επιχείρηση είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση ή Μ.Χ.Ε.Σ. που έχει την κεντρική της διοίκηση σε τρίτη χώρα, υπόκειται σε συμπληρωματική εποπτεία σε επίπεδο Ο.Ε.Χ.Δ., σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19.»

 

   3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Προκειμένου να εφαρμοστεί η κατά τα ανωτέρω συμπληρωματική εποπτεία, πρέπει μία τουλάχιστον από τις επιχειρήσεις να είναι ρυθμιζόμενη επιχείρηση κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 1α του παρόντος νόμου και να πληρούνται οι προϋποθέσεις:

 

   1) της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης α' ή της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 14 του άρθρου 2 και

 

   2) της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης α' ή της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης β' της παραγράφου 14 του άρθρου 2.

 

   Οι Σχετικές Αρμόδιες Αρχές αποφασίζουν λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους της συμπληρωματικής εποπτείας, όπως αυτοί καθορίζονται στον παρόντα νόμο.»

 

’ρθρο 62

Τροποποίηση του άρθρου 6 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2 παρ. 5 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Στην παρ. 3 του άρθρου 6 του ν. 3455/2006 οι περιπτώσεις α' έως και δ' αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «α. Πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτικό ίδρυμα ή επιχείρηση παροχής επικουρικών τραπεζικών υπηρεσιών.

   β. Ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστική εταιρεία χαρτοφυλακίου.

   γ. Επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.

   δ. Μ.Χ.Ε.Σ.. »

 

   2. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3455/2006 οι λέξεις «όπως αυτοί ιδίως καθορίζονται στο άρθρο 6 του π.δ. 267/1995» αντικαθίστανται από τις λέξεις «όπως αυτοί καθορίζονται ιδίως στο άρθρο 40 του ν. 3601/2007».

 

   3. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3455/2006 οι λέξεις «ή η μέθοδος 3, που προβλέπονται» αντικαθίστανται από τις λέξεις «που προβλέπεται».

 

’ρθρο 63

Τροποποίηση του άρθρου 10 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2 παρ. 8 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Στην παρ. 4 του άρθρου 10 του ν. 3455/2006, μετά το πρώτο εδάφιο προστίθενται εδάφια ως εξής:

   «Οι ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις, στο επίπεδο του Ο.Ε.Χ.Δ., υποβάλλουν τακτικά στην Αρμόδια Αρχή τους λεπτομερή στοιχεία για τη νομική και οργανωτική δομή τους, καθώς και το σύστημα διακυβέρνησής τους, συμπεριλαμβανομένων όλων των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων, των θυγατρικών που δεν αποτελούν ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις και των σημαντικών υποκαταστημάτων.

   Οι ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις δημοσιοποιούν, στο επίπεδο του Ο.Ε.Χ.Δ., σε ετήσια βάση, είτε αυτούσια είτε μέσω παραπομπών σε ισοδύναμες πληροφορίες, περιγραφή της νομικής και οργανωτικής δομής τους και του συστήματος διακυβέρνησής τους.»

 

   2. Μετά την παρ. 5 του άρθρου 10 του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

 

   «6. Οι Αρμόδιες Αρχές εναρμονίζουν την εφαρμογή της συμπληρωματικής εποπτείας των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου και των διαδικασιών διαχείρισης κινδύνων, όπως προβλέπεται στο παρόν άρθρο, με τις διαδικασίες εποπτικής αξιολόγησης, όπως αυτή προβλέπεται ιδίως στα άρθρα 25 του ν. 3601/2007 και 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ.»

 

’ρθρο 64

Προσομοίωση ακραίων καταστάσεων (άρθρο 2 παρ. 9 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο ν. 3455/2006 μετά το άρθρο 10 προστίθεται άρθρο 10Α ως εξής:

 

«Aρθρο 10Α

Προσομοίωση ακραίων καταστάσεων

 

   1. Ο Συντονιστής διασφαλίζει τη διενέργεια σε τακτική βάση από τους Ο.Ε.Χ.Δ. κατάλληλων ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Οι Αρμόδιες Αρχές συνεργάζονται πλήρως με τον Συντονιστή.

 

   2. Ο Συντονιστής κοινοποιεί τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στη Μεικτή Επιτροπή.»

 

’ρθρο 65

Τροποποίηση του άρθρου 11 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2 παρ. 10 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Το πρώτο εδάφιο της υποπερίπτωσης ββ' της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ββ. Όταν τουλάχιστον δύο από τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις που έχουν την καταστατική έδρα τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ως μητρική επιχείρηση την ίδια Μ.Χ.Ε.Σ. και μία από αυτές τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος - μέλος όπου έχει την κεντρική διοίκησή της η Μ.Χ.Ε.Σ., το ρόλο του Συντονιστή ασκεί η Αρμόδια Αρχή της ρυθμιζόμενης επιχείρησης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο εν λόγω κράτος - μέλος.»

 

   2. Η υποπερίπτωση βγ' της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «βγ. Όταν τουλάχιστον δύο από τις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις που έχουν την καταστατική έδρα τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν ως μητρική επιχείρηση την ίδια Μ.Χ.Ε.Σ., αλλά καμία από αυτές τις επιχειρήσεις δεν έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος - μέλος όπου έχει την κεντρική διοίκησή της η Μ.Χ.Ε.Σ., το ρόλο του Συντονιστή ασκεί η Αρμόδια Αρχή που έχει εκδώσει την άδεια λειτουργίας για τη ρυθμιζόμενη επιχείρηση με το υψηλότερο σύνολο ισολογισμού στο σημαντικότερο χρηματοοικονομικό τομέα.»

 

’ρθρο 66

Τροποποίηση του άρθρου 12 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 11 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο άρθρο 12 του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

 

   «4. Η απαιτούμενη συνεργασία δυνάμει του παρόντος Τμήματος και η άσκηση των καθηκόντων που παρατίθενται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 13 του παρόντος νόμου και, σύμφωνα με τις απαιτήσεις εμπιστευτικότητας και με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία με σχετικές εποπτικές αρχές τρίτων χωρών, όπου αυτό ενδείκνυται, διασφαλίζεται μέσω σωμάτων εποπτών που έχουν συσταθεί δυνάμει του άρθρου 43α του ν. 3601/2007 ή του άρθρου 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ).

 

   Οι διαδικασίες συντονισμού που περιλαμβάνονται στα πρωτόκολλα συνεργασίας που αναφέρονται στη δεύτερη υποπαράγραφο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου παρατίθενται σε διακριτή ενότητα των έγγραφων συμφωνιών που συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 46 του ν. 3601/2007 ή του άρθρου 248 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ).

 

   Ο Συντονιστής, ως πρόεδρος του σώματος εποπτών που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 43α του ν. 3601/2007 ή του άρθρου 248, παρ. 2 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ) αποφασίζει ποιες άλλες Αρμόδιες Αρχές συμμετέχουν σε μια συνεδρίαση ή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα του σώματος εποπτών.»

 

’ρθρο 67

Τροποποίηση του άρθρου 13 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 12 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η περίπτωση α' του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «α. τον προσδιορισμό της νομικής και οργανωτικής δομής και το σύστημα διακυβέρνησης του ομίλου, συμπεριλαμβανομένων όλων των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων, των θυγατρικών που δεν είναι ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις και των σημαντικών υποκαταστημάτων του Ο.Ε.Χ.Δ., των κατόχων ειδικών συμμετοχών στο επίπεδο της τελικής μητρικής εταιρείας, καθώς και των Αρμοδίων Αρχών των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων του Ο.Ε.Χ.Δ..»

 

’ρθρο 68

Τροποποίηση του άρθρου 13Α του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 13 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο άρθρο 13Α του ν. 3455/2006 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:

 

   «3. Οι Συντονιστές παρέχουν στη Μεικτή Επιτροπή τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 και στην περίπτωση α' του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 13.»

 

’ρθρο 69

Τροποποίηση του άρθρου 19 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 15 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Ο τίτλος του άρθρου 19 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Μητρικές επιχειρήσεις σε τρίτη χώρα».

 

   2. Η παρ. 3 του άρθρου 19 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Οι Αρμόδιες Αρχές μπορούν να εφαρμόζουν άλλες μεθόδους προκειμένου να διασφαλίζουν την κατάλληλη συμπληρωματική εποπτεία των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων του Ο.Ε.Χ.Δ.. Για την εφαρμογή των μεθόδων αυτών θα διασφαλίζεται η συναίνεση του Συντονιστή, μετά από διαβούλευση με τις άλλες Σχετικές Αρμόδιες Αρχές. Οι Αρμόδιες Αρχές μπορούν ιδίως να ζητούν την ίδρυση μίας Μ.Χ.Ε.Σ., που έχει την κεντρική διοίκησή της εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να εφαρμόζουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου στις ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις του Ο.Ε.Χ.Δ., επικεφαλής του οποίου είναι αυτή η Μ.Χ.Ε.Σ..

 

   Οι Αρμόδιες Αρχές διασφαλίζουν ότι οι μέθοδοι αυτές επιτυγχάνουν τους στόχους που τίθενται στον παρόντα νόμο για τη συμπληρωματική εποπτεία και πρέπει να κοινοποιούνται στις άλλες εμπλεκόμενες Αρμόδιες Αρχές και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.»

 

’ρθρο 70

Συνεργασία με τις Αρμόδιες Αρχές τρίτων χωρών (άρθρο 2, παρ. 16 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Το άρθρο 20 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

«Aρθρο 20

 

   Συνεργασία με τις Αρμόδιες Αρχές τρίτων χωρών Το άρθρο 39 παράγραφοι 1 και 2 της Οδηγίας 2006/48/ ΕΚ, το άρθρο 10α της Οδηγίας 98/78/ΕΚ και το άρθρο 264 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών κατά τη διαπραγμάτευση συμφωνιών με μια ή περισσότερες τρίτες χώρες σχετικά με τις λεπτομέρειες άσκησης της συμπληρωματικής εποπτείας των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων ενός Ο.Ε.Χ.Δ.. »

 

’ρθρο 71

Τροποποίηση του άρθρου 24 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2 παρ. 22 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 3455/2006 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Έως ότου επιτευχθεί περαιτέρω συντονισμός των τομεακών κανόνων, οι Αρμόδιες Αρχές μεριμνούν για την υπαγωγή των εταιρειών διαχείρισης:

   α. στο πεδίο εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων και των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) ή στο πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής εποπτείας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε έναν ασφαλιστικό όμιλο,

   β. στην περίπτωση που ο όμιλος είναι Ο.Ε.Χ.Δ., στο πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής εποπτείας κατά την έννοια του παρόντος νόμου και

   γ. στη διαδικασία προσδιορισμού σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου.»

 

’ρθρο 72

Διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (άρθρο 2 παρ. 23 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο ν. 3455/2006 μετά το άρθρο 24 προστίθεται άρθρο 24Α ως εξής:

 

«Aρθρο 24Α

Διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων

 

   1. Έως ότου επιτευχθεί περαιτέρω συντονισμός των τομεακών κανόνων, οι Αρμόδιες Αρχές μεριμνούν για την υπαγωγή των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων:

   α) στο πεδίο εφαρμογής της ενοποιημένης εποπτείας των πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων ή στο πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής εποπτείας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων στο πλαίσιο ασφαλιστικού ομίλου,

   β) στην περίπτωση που ο όμιλος είναι Ο.Ε.Χ.Δ., στο πεδίο εφαρμογής της συμπληρωματικής εποπτείας κατά την έννοια του παρόντος νόμου και

   γ) στη διαδικασία προσδιορισμού, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 του παρόντος νόμου.

 

   2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, οι Αρμόδιες Αρχές αποφασίζουν βάσει ποίων τομεακών κανόνων (τραπεζικός τομέας, ασφαλιστικός τομέας ή τομέας επενδυτικών υπηρεσιών) οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων συμπεριλαμβάνονται στην ενοποιημένη ή συμπληρωματική εποπτεία που αναφέρεται στο στοιχείο α' της παραγράφου 1. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οι σχετικοί τομεακοί κανόνες που αφορούν τη μορφή και το βαθμό υπαγωγής των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων. Για τους σκοπούς της συμπληρωματικής εποπτείας που αναφέρεται στο στοιχείο β' της παραγράφου 1, ο διαχειριστής οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων θεωρείται ότι αποτελεί μέρος του τομέα, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται δυνάμει του στοιχείου α' της παραγράφου 1.

 

   Στην περίπτωση που ο διαχειριστής οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων αποτελεί μέρος ενός Ο.Ε.Χ.Δ., αναφορές σε ρυθμιζόμενες επιχειρήσεις και σε Αρμόδιες και Σχετικές Αρμόδιες Αρχές θεωρούνται, για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ότι συμπεριλαμβάνουν, αντίστοιχα, τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και τις Αρμόδιες Αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων. Τούτο ισχύει, κατ' αναλογία, και όσον αφορά τους ομίλους που αναφέρονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1.»

 

’ρθρο 73

Τροποποίηση του άρθρου 25 του ν. 3455/2006 (άρθρο 2, παρ. 24 και Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο άρθρο 25 του ν. 3455/2006 το κείμενο που αναφέρεται στη Μέθοδο 3 και στη Μέθοδο 4, καθώς και το καταληκτικό εδάφιο του άρθρου αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

 

   «Μέθοδος 3: «Συνδυαστική Μέθοδος»

 

   Οι Αρμόδιες Αρχές δύνανται να επιτρέπουν το συνδυασμό των Μεθόδων 1 και 2.»

 

’ρθρο 74

Κατ' εξουσιοδότηση πράξεις (άρθρο 2 παρ. 20γ της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Στο ν. 3455/2006 μετά το άρθρο 25 προστίθεται άρθρο 25Α ως εξής:

 

«Aρθρο 25Α

Κατ' εξουσιοδότηση πράξεις

 

   Εντός δύο ετών από την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οποιωνδήποτε τεχνικών προτύπων εφαρμογής σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α' της Οδηγίας 2002/87/ΕΕ, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με κοινή τους απόφαση, θεσπίζουν ενιαίο μορφότυπο και καθορίζουν τη συχνότητα υπολογισμών και τις ημερομηνίες για τη διαβίβαση των υπολογισμών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου.»

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 3601/2007

 

’ρθρο 75

Τροποποίηση του άρθρου 3 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 1 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3601/2007 (Α' 178) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) Οι διατάξεις των άρθρων 34 έως 49 και 66 του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, στις μικτές εταιρείες συμμετοχών, καθώς και στις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών κατά την έννοια των παραγράφων 7, 8 και 11 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου αντίστοιχα, που εδρεύουν στην Ελλάδα ή σε άλλα κράτη-μέλη.»

 

’ρθρο 76

Τροποποίηση του άρθρου 29 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 26 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Μετά την παρ. 3 του άρθρου 29 του ν. 3601/2007 προστίθεται παράγραφος 4 ως εξής:

 

   «4. Τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν να δημοσιοποιούν σε ετήσια βάση την περιγραφή της νομικής τους δομής, καθώς και τη διάρθρωση της διακυβέρνησης και της οργάνωσής τους σε επίπεδο τραπεζικού ομίλου είτε πλήρως είτε με παραπομπή σε ισοδύναμη πληροφόρηση.»

 

’ρθρο 77

Τροποποίηση του άρθρου 31 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 5 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) Που αποτελεί θυγατρική επιχείρηση χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, εφόσον η εν λόγω μητρική επιχείρηση έχει συσταθεί στην Ελλάδα και υπόκειται στο ίδιο καθεστώς εποπτείας με τα πιστωτικά ιδρύματα με βάση ιδίως τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35 του παρόντος νόμου.»

 

’ρθρο 78

Τροποποίηση του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 2 (α) και (β) της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ελλάδα: Πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο διαθέτει θυγατρικό πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή το οποίο κατέχει συμμετοχή σε τέτοιο ίδρυμα και το οποίο δεν αποτελεί το ίδιο θυγατρική άλλου πιστωτικού ιδρύματος με άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα ή χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα στην Ελλάδα.»

 

   2. Η παρ. 4 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος :

Χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών, η οποία δεν αποτελεί η ίδια θυγατρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος με άδεια λειτουργίας στο ίδιο κράτος-μέλος ή άλλης χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα στο ίδιο κράτος-μέλος.»

 

   3. Η παρ. 5 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ε.Ε.:

 

   «Μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος -μέλος», το οποίο δεν αποτελεί θυγατρική επιχείρηση άλλου πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος ή χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος.»

 

   4. Η παρ. 6 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «6. Μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.:

Μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος, η οποία δεν αποτελεί θυγατρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος ή άλλης χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που έχει ιδρυθεί σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος.»

 

   5. Μετά την παρ. 10 του άρθρου 33 του ν. 3601/2007 προστίθενται παράγραφοι 11, 12 και 13 ως εξής:

 

   «11. Μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών: Μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών κατά την έννοια της παρ. 15 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α' 84).

 

   12. Μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος: Μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η οποία δεν αποτελεί η ίδια θυγατρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος με άδεια λειτουργίας στο ίδιο κράτος-μέλος ή χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα στο ίδιο κράτος-μέλος .

 

   13. Μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.: Μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος, η οποία δεν αποτελεί θυγατρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος ή άλλης χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών με έδρα σε οποιοδήποτε κράτος-μέλος.»

 

’ρθρο 79

Τροποποίηση του άρθρου 34 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 2γ παράγραφοι 15, 16, 17 και 23 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Στην παρ. 1 του άρθρου 34 του ν. 3601/2007 προστίθεται περίπτωση γ' ως εξής:

 

   «γ) έχουν ως μητρική επιχείρηση μία «μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος» ή μία «μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.», εφόσον αυτές έχουν συσταθεί στην Ελλάδα ή, στην περίπτωση που έχουν συσταθεί σε άλλο κράτος-μέλος, δεν διαθέτουν θυγατρικό πιστωτικό ίδρυμα στο κράτος αυτό ή σε άλλο κράτος-μέλος εκτός της Ελλάδας.»

 

   2. Η παρ. 2 του άρθρου 34 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Στις περιπτώσεις που:

   α) πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα έχει ως μητρικές επιχειρήσεις περισσότερες της μίας χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών με κεντρικά γραφεία σε διαφορετικά κράτη - μέλη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας και υπάρχουν και άλλα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα σε περισσότερα από ένα από τα εν λόγω κράτη-μέλη ή

   β) πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα έχει ως μητρική επιχείρηση την ίδια χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή την ίδια μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών με θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα που εδρεύουν σε άλλα κράτη-μέλη σε κανένα από τα οποία όμως δεν έχει την καταστατική της έδρα η χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος, εφόσον το πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα διαθέτει το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού σε σχέση με τα λοιπά θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα ή σε διαφορετική περίπτωση, ασκείται από την αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδεια λειτουργίας στο πιστωτικό ίδρυμα με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, το οποίο, για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, θεωρείται ως το πιστωτικό ίδρυμα το ελεγχόμενο από «μητρική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.» ή από «μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε..»»

 

   3. Η παρ. 3 του άρθρου 34 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Η Τράπεζα της Ελλάδος ως αρμόδια αρχή για την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση καταρτίζει κατάλογο των χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών και των μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών, που αναφέρονται στο άρθρο 35 του παρόντος νόμου, ο οποίος κοινοποιείται στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών-μελών, στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.»

 

   4. Η παρ. 4 του άρθρου 34 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Η εποπτεία της χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών σε ενοποιημένη βάση δεν συνεπάγεται την υποχρέωση της Τράπεζας της Ελλάδος να ασκεί επί των εταιρειών αυτών εποπτεία σε ατομική βάση.»

 

’ρθρο 80

Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 9 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 35 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. α. Με την επιφύλαξη των άρθρων 30, 31 και 32 του παρόντος νόμου, τα πιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται στην εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος σε ενοποιημένη βάση, δυνάμει του παρόντος νόμου, συμμορφώνονται, στο βαθμό και με τον τρόπο που ορίζει το άρθρο 40, με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα άρθρα 23, 27, 28 και στις αποφάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος περί μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, βάσει της ενοποιημένης οικονομικής κατάστασης του μητρικού πιστωτικού ιδρύματος ή της μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, κατά περίπτωση.

 

   β. Όταν μια «μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος» ή μία «μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος-μέλος» ελέγχει περισσότερα του ενός πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα, η περίπτωση α' της παρούσας παραγράφου ισχύει μόνο για το πιστωτικό ίδρυμα στο οποίο ασκείται εποπτεία σε ενοποιημένη βάση δυνάμει του παρόντος νόμου.»

 

   2. Η παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Τα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα τηρούν τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και σε υποενοποιημένη βάση όταν αυτά τα πιστωτικά ιδρύματα ή η μητρική επιχείρηση, εφόσον πρόκειται για χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, διαθέτουν σε τρίτη χώρα, θυγατρική επιχείρηση που αποτελεί πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή εταιρεία διαχείρισης, κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 3455/ 2006 (Α' 84) ή διαθέτουν συμμετοχή σε τέτοια επιχείρηση.»

 

’ρθρο 81

Τροποποίηση του άρθρου 36 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 7 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 36 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Τα «Εγκατεστημένα στην Ε.Ε. μητρικά πιστωτικά ιδρύματα», καθώς και τα πιστωτικά ιδρύματα που ελέγχονται από «Μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.» ή από «Μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε.», που υπόκεινται στην εποπτεία που ασκείται από την Τράπεζα της Ελλάδος σε ενοποιημένη βάση, δυνάμει του παρόντος νόμου, συμμορφώνονται εκτός από τις υποχρεώσεις του άρθρου 35 και με τις υποχρεώσεις που θεσπίζει το άρθρο 29 του παρόντος νόμου, βάσει της ενοποιημένης οικονομικής κατάστασης του πιστωτικού ιδρύματος ή της χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, κατά περίπτωση.»

 

   2. Προστίθεται υποπερίπτωση iii) στην περίπτωση α' της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 3601/2007 ως εξής:

 

   οι σημαντικές θυγατρικές «μητρικών μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών εγκατεστημένων στην Ε.Ε.».»

 

’ρθρο 82

Τροποποίηση του άρθρου 38 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παράγραφοι 21, 22 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Τα πρόσωπα που πράγματι διευθύνουν τις δραστηριότητες μίας χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μίας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών πρέπει να διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα ήθους και την αναγκαία πείρα για την άσκηση των καθηκόντων τους, κατ' αντιστοιχία με τα προβλεπόμενα για τα πιστωτικά ιδρύματα με βάση την περίπτωση γ' της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου.»

 

   2. Η περίπτωση β' της παρ. 4 του άρθρου 38 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β. Η συγκέντρωση και κατοχή πληροφοριών από την Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς και η ανταλλαγή πληροφοριών με τις άλλες εποπτικές αρχές, στο πλαίσιο εφαρμογής του παρόντος νόμου, που αφορούν τα χρηματοδοτικά ιδρύματα, τις χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, τις μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών, τις επιχειρήσεις παροχής επικουρικών υπηρεσιών, τις μικτές εταιρείες συμμετοχών και των θυγατρικών των προαναφερόμενων επιχειρήσεων ή των επιχειρήσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 39 του παρόντος νόμου, δεν δημιουργεί υποχρέωση της Τράπεζας της Ελλάδος να ασκεί εποπτεία σε ατομική βάση επί των επιχειρήσεων αυτών αν δεν προβλέπεται από ειδικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας.»

 

’ρθρο 83

Τροποποίηση του άρθρου 39 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 17 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί επίσης να ζητά από τις θυγατρικές επιχειρήσεις ενός πιστωτικού ιδρύματος ή μίας χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μίας μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, οι οποίες δεν υπόκεινται σε εποπτεία σε ενοποιημένη βάση, κάθε χρήσιμη σχετική πληροφορία. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες στο εδάφιο α' της παραγράφου 4 του άρθρου 38 και στην παράγραφο 2 του άρθρου 48 του παρόντος νόμου διαδικασίες διαβίβασης και επαλήθευσης των πληροφοριών.»

 

’ρθρο 84

Προσθήκη άρθρου 40Α στο ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 8 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Μετά το άρθρο 40 του ν. 3601/2007 προστίθεται άρθρο 40Α ως εξής:

 

«Aρθρο 40Α

Ισοδυναμία εποπτικών διατάξεων

 

   1. Όταν μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος νόμου και του ν. 3455/2006, ειδικότερα όσον αφορά την εποπτεία με βάση τον κίνδυνο, η Τράπεζα της Ελλάδος ως αρμόδια αρχή για την εποπτεία σε ενοποιημένη βάση δύναται, ύστερα από διαβούλευση με τις άλλες αρμόδιες αρχές για την εποπτεία των θυγατρικών επιχειρήσεων, να εφαρμόζει στη μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών αποκλειστικά τη σχετική διάταξη του ν. 3455/2006.

 

   2. Όταν μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών υπόκειται σε ισοδύναμες διατάξεις δυνάμει του παρόντος νόμου και της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ (ΕΕ L 335/17.12.2009), ειδικότερα όσον αφορά την εποπτεία με βάση τον κίνδυνο, η Τράπεζα της Ελλάδος ως αρμόδια αρχή για την εποπτεία σε ενοποιημένη βάση, κατόπιν συμφωνίας με τον επόπτη ομίλου στον ασφαλιστικό τομέα εφόσον πρόκειται για άλλη αρχή, δύναται να εφαρμόζει στη μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών αποκλειστικά τη διάταξη του νόμου που έχει σχέση με τον πιο σημαντικό χρηματοοικονομικό τομέα όπως ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 3455/2006.

 

   3. Η Τράπεζα της Ελλάδος ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων για τις αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει των παραγράφων 1 και 2.»

 

’ρθρο 85

Τροποποίηση του άρθρου 41 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 18α της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 41 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Η Τράπεζα της Ελλάδος, ενεργώντας με την ιδιότητα της αρμόδιας αρχής για την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση επί των «μητρικών πιστωτικών ιδρυμάτων εγκατεστημένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση», υπό την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 33 ή και επί των πιστωτικών ιδρυμάτων που ελέγχονται από «μητρικές χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση» ή από «μητρικές μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση», υπό την έννοια της παραγράφου 6 και 13 αντίστοιχα του άρθρου 33, με βάση τον παρόντα νόμο, υποχρεούται:».

 

’ρθρο 86

Τροποποίηση του άρθρου 42 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παράγραφοι 3 και 20β της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η υποπερίπτωση i) της περίπτωσης β' της παρ. 1, του άρθρου 42 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «i) τον προσδιορισμό της νομικής δομής, της εταιρικής διακυβέρνησης και της οργανωτικής δομής των επιχειρήσεων του ομίλου, περιλαμβανομένων όλων των ρυθμιζόμενων επιχειρήσεων, των μη ρυθμιζόμενων θυγατρικών τους, των σημαντικών υποκαταστημάτων που ανήκουν στον όμιλο, καθώς και κάθε μητρικής επιχείρησης σύμφωνα με την περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7, την παράγραφο 1 του άρθρου 26 και την παράγραφο 3 του άρθρου 35 του παρόντος νόμου, καθώς και τον προσδιορισμό των αρμοδίων αρχών για τις ρυθμιζόμενες οντότητες στον όμιλο.»

 

   2. Μετά την παρ. 4 του άρθρου 42 του ν. 3601/2007 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:

 

   «5. Η Τράπεζα της Ελλάδος ενεργώντας υπό την ιδιότητα της αρμοδίας αρχής για την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση διαβιβάζει στις σχετικές αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών-μελών και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών όλες τις πληροφορίες που αφορούν τον τραπεζικό όμιλο, σύμφωνα με την περίπτωση στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 7, την παράγραφο 1 του άρθρου 26 και την παράγραφο 3 του άρθρου 35 του παρόντος νόμου, και ιδίως εκείνες τις πληροφορίες που αφορούν τη νομική δομή, το πλαίσιο εταιρικής διακυβέρνησης και την οργανωτική δομή του ομίλου.»

 

’ρθρο 87

Τροποποίηση του άρθρου 43Α του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παρ. 19 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 4 του άρθρου 43Α του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Στα Σώματα εποπτών επιτρέπεται να συμμετέχουν οι αρμόδιες αρχές που ευθύνονται για την εποπτεία θυγατρικών επιχειρήσεων ενός μητρικού πιστωτικού ιδρύματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή μιας μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή μίας μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αρμόδιες αρχές μιας χώρας υποδοχής όπου έχουν ιδρυθεί σημαντικά υποκαταστήματα όπως αναφέρονται στις παραγράφους 5, 6 και 7 του άρθρου 22, οι κεντρικές τράπεζες κατά περίπτωση, καθώς και αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, αν συντρέχει λόγος και υπό την επιφύλαξη απαιτήσεων εμπιστευτικότητας που, κατά τη γνώμη όλων των αρμόδιων αρχών, είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις κατά το Τμήμα 1 του Κεφαλαίου 2 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ.»

 

’ρθρο 88

Τροποποίηση του άρθρου 44 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παράγραφοι 11β, 13 και 18β της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Η Τράπεζα της Ελλάδος συνεργάζεται στενά με τις λοιπές εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών, προκειμένου:

   α) να αποφασισθεί, από κοινού, αν θα εγκριθεί η αίτηση που υποβάλλεται από «μητρικό πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ε.Ε.» και τις θυγατρικές του ή από κοινού από τις θυγατρικές επιχειρήσεις μίας «μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην Ε.Ε.» ή μίας «μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών» για τη χορήγηση της έγκρισης που απαιτείται σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του παρόντος νόμου και

   β) να προσδιοριστούν με την πιο πάνω απόφαση οι όροι και προϋποθέσεις που πρέπει ενδεχομένως να πληρούνται για τη χορήγησή της.»

 

’ρθρο 89

Τροποποίηση του άρθρου 44Α του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 18γ της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 44Α του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Η Τράπεζα της Ελλάδος ενεργώντας με την ιδιότητα της αρμόδιας αρχής για την ενοποιημένη εποπτεία ή ως αρμόδια αρχή για την εποπτεία θυγατρικών επιχειρήσεων ενός «μητρικού πιστωτικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην Ευρωπαϊκή Ένωση» ή μιας «μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ενωση» ή μίας «μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην Ευρωπαϊκή Ένωση», καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια από κοινού με τις αρμόδιες αρχές που έχουν τις προαναφερόμενες αρμοδιότητες προκειμένου να καταλήξουν σε κοινή απόφαση όσον αφορά:

 

   α) την εφαρμογή της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 25, του άρθρου 28 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 62 για να καθοριστεί η επάρκεια του ύψους των ιδίων κεφαλαίων σε ενοποιημένη βάση που βρίσκονται στην κατοχή του ομίλου και

   β) την οικονομική κατάστασή του, τα χαρακτηριστικά κινδύνου και το απαιτούμενο ύψος ιδίων κεφαλαίων για την εφαρμογή του άρθρου 62 παράγραφος 3 σε ατομική βάση για κάθε επιχείρηση του τραπεζικού ομίλου και σε ενοποιημένη βάση.»

 

   2. Τα πέμπτο έως και ένατο εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 44Α του ν. 3601/2007 αντικαθίστανται ως εξής:

 

   «Η απόφαση για την εφαρμογή της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 25, του άρθρου 28 και της παραγράφου 3 και της περίπτωσης α' της παραγράφου 5 του άρθρου 62, λαμβάνεται από τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των θυγατρικών επιχειρήσεων ενός μητρικού πιστωτικού ιδρύματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή μίας μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή μίας μητρικής μικτής εταιρείας συμμετοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ατομική βάση ή σε υποενοποιημένη βάση, έπειτα από δέουσα εξέταση των απόψεων και επιφυλάξεων που έχει εκφράσει η αρχή ενοποιημένης εποπτείας. Αν, κατά τη διάρκεια της προθεσμίας των τεσσάρων μηνών, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρμόδιες αρχές έχει παραπέμψει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 1093/2010, οι αρμόδιες αρχές αναβάλλουν την απόφασή τους, αναμένουν την όποια απόφαση λάβει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και λαμβάνουν την απόφασή τους λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Η προθεσμία τεσσάρων μηνών νοείται ως η προθεσμία συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού. Το θέμα δεν παραπέμπεται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μετά τη λήξη της τετράμηνης προθεσμίας ή μετά τη λήψη κοινής απόφασης.»

 

   3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 44Α του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Η κοινή απόφαση της παραγράφου 1 και οι αποφάσεις της παραγράφου 3, προσαρμόζονται στα πρόσφατα δεδομένα σε ετήσια βάση ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία των θυγατρικών επιχειρήσεων μητρικού πιστωτικού ιδρύματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποβάλλει γραπτό και πλήρως αιτιολογημένο αίτημα προς την αρμόδια αρχή για την ενοποιημένη εποπτεία, προκειμένου να προσαρμόσει στα πρόσφατα δεδομένα την απόφαση για την εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 62.»

 

’ρθρο 90

Τροποποίηση του άρθρου 46 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 16 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 46 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Στις περιπτώσεις αυτές, προτού ληφθεί τέτοια απόφαση, παρέχεται στο εγκατεστημένο στην Ε.Ε. μητρικό πιστωτικό ίδρυμα ή στην εγκατεστημένη στην Ε.Ε. μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή στην εγκατεστημένη στην Ε.Ε. μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ή στο πιστωτικό ίδρυμα με το μεγαλύτερο ισολογισμό η δυνατότητα να εκφέρει γνώμη σχετικά με την απόφαση αυτή.»

 

   2. Η παρ. 4 του άρθρου 46 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Η Τράπεζα της Ελλάδος κοινοποιεί τις συμφωνίες που υπάγονται στις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών.»

 

’ρθρο 91

Τροποποίηση του άρθρου 47 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 23 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 1 του άρθρου 47 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Όταν πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών, μικτή εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών ελέγχει μία ή περισσότερες θυγατρικές επιχειρήσεις που είναι ασφαλιστικές εταιρείες ή επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή άλλου είδους επιχειρήσεις υποκείμενες σε καθεστώς παροχής άδειας, η Τράπεζα της Ελλάδος, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και οι αρχές που, κατά περίπτωση, εκάστοτε ασκούν την εποπτεία των λοιπών προαναφερόμενων επιχειρήσεων, συνεργάζονται στενά. Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, οι αρχές αυτές κοινοποιούν αμοιβαία όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που μπορούν να διευκολύνουν την εκπλήρωση της αποστολής τους και να εξασφαλίσουν τον έλεγχο της δραστηριότητας και της χρηματοοικονομικής κατάστασης του συνόλου των επιχειρήσεων που ευρίσκονται υπό την εποπτεία τους.»

 

’ρθρο 92

Τροποποίηση του άρθρου 48 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 24 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α' της παρ. 1 του άρθρου 48 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. α) Όταν, στο πλαίσιο του παρόντος νόμου και των σχετικών διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, οι αρμόδιες αρχές άλλου κράτους-μέλους επιθυμούν να επαληθεύσουν πληροφορίες σχετικά με πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοδοτικό ίδρυμα, χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών, επιχείρηση παροχής επικουρικών υπηρεσιών, μικτή εταιρεία συμμετοχών, μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών και θυγατρικές τους ή θυγατρικές που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 39 του παρόντος νόμου που είναι εγκατεστημένες στην Ελλάδα, η Τράπεζα της Ελλάδος οφείλει να ανταποκριθεί στο αίτημα των εν λόγω αρχών είτε διενεργώντας η ίδια το σχετικό έλεγχο είτε επιτρέποντας στις αρμόδιες αρχές που υπέβαλαν την αίτηση να τον διενεργήσουν οι ίδιες ή εξουσιοδοτημένος από αυτές εμπειρογνώμονας ή ελεγκτής.»

 

’ρθρο 93

Τροποποίηση του άρθρου 49 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 25 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Σε περίπτωση πιστωτικού ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, η μητρική επιχείρηση του οποίου είναι πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η έδρα της οποίας βρίσκεται σε τρίτη χώρα και δεν υπόκειται σε εποπτεία σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η Τράπεζα της Ελλάδος ελέγχει εάν το πιστωτικό ίδρυμα υπόκειται σε εποπτεία σε ενοποιημένη βάση από αρμόδιες αρχές τρίτης χώρας και αν η εποπτεία αυτή είναι τουλάχιστον ισοδύναμη και υπόκειται στις αρχές που καθορίζονται με βάση τον παρόντα νόμο.»

 

   2. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Η Τράπεζα της Ελλάδος διαβουλεύεται με τις άλλες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, της οποίας τις γενικές εκτιμήσεις λαμβάνει υπόψη.»

 

   3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 49 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί ιδίως να ζητά τη δημιουργία χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών που να έχει την έδρα της σε κράτος-μέλος της Ε.Ε. και να εφαρμόζει τις διατάξεις για την εποπτεία σε ενοποιημένη βάση επί της ενοποιημένης οικονομικής κατάστασης της εν λόγω χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών.»

 

’ρθρο 94

Τροποποίηση του άρθρου 66 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 24 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων της ποινικής νομοθεσίας, η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει κατά των χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών ή μικτών εταιρειών συμμετοχών ή μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών των παραγράφων 7, 8 και 11 του άρθρου 33 του παρόντος νόμου και κατά των υπευθύνων στελεχών τους, κυρώσεις ή μέτρα, κατά τα προβλεπόμενα στις επόμενες παραγράφους του παρόντος άρθρου, με σκοπό είτε την παύση των διαπιστωθεισών παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των σχετικών με την εφαρμογή του αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος είτε την άρση των αιτίων που προκαλούν τις παραβάσεις αυτές.»

 

   2. Η παρ. 4 του άρθρου 66 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Η Τράπεζα της Ελλάδος συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών στην περίπτωση, ιδίως, που η καταστατική έδρα χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών ευρίσκεται εκτός του τόπου στον οποίο είναι εγκατεστημένη η κεντρική της διοίκηση ή το κύριο κατάστημα της προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι κυρώσεις ή τα μέτρα που επιβάλλονται βάσει των διατάξεων του παρόντος νόμου, παράγουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.»

 

’ρθρο 95

Τροποποίηση του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παράγραφοι 2α και β' της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η υποπερίπτωση ββ' της περίπτωσης γ' της παρ. 1 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «ββ) κατέχει συμμετοχή, κατά την έννοια της παραγράφου 10 του άρθρου 33, σε ίδρυμα ή χρηματοδοτικό ίδρυμα, αν δεν είναι η ίδια θυγατρική άλλου ιδρύματος, το οποίο κατέχει άδεια λειτουργίας στο ίδιο κράτος -μέλος, ούτε χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, η οποία έχει συσταθεί στην Ελλάδα.»

 

   2. Η περίπτωση δ' της παρ. 1 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «δ) Ως μητρική επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών εγκατεστημένη στην Ε.Ε. νοείται η μητρική επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών εγκατεστημένη σε κράτος - μέλος η οποία δεν είναι θυγατρική άλλου ιδρύματος το οποίο κατέχει άδεια λειτουργίας σε κράτος - μέλος ή χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, η οποία έχει συσταθεί σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος.»

 

   3. Η παρ. 2 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Με τους όρους χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών, μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος - μέλος, μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος - μέλος, μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε., μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ε.Ε. και επιχείρηση παροχής επικουρικών υπηρεσιών νοούνται οι επιχειρήσεις που ορίζονται στο άρθρο 33 του παρόντος νόμου, με τη διαφορά ότι κάθε αναφορά σε πιστωτικά ιδρύματα λογίζεται ως αναφορά σε ιδρύματα.»

 

   4. Η παρ. 3 του άρθρου 70 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος νόμου σε ομίλους επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, οι οποίοι δεν περιλαμβάνουν πιστωτικό ίδρυμα, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

 

   α) Ως χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών νοείται το χρηματοδοτικό ίδρυμα του οποίου:

   αα) οι θυγατρικές είναι είτε αποκλειστικά είτε κυρίως, επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα, αν τουλάχιστον μια από τις επιχειρήσεις αυτές είναι επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και

   ββ) το οποίο δεν είναι μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών κατά την έννοια του στοιχείου γ' της παρούσας παραγράφου.

   β) Ως μικτή εταιρεία συμμετοχών νοείται η μητρική επιχείρηση, η οποία δεν είναι χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών κατά την έννοια του στοιχείου γ' της παρούσας παραγράφου, αν τουλάχιστον μία από τις θυγατρικές της είναι επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.

   γ) Ως μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών νοείται η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια της παρ. 15 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α' 84) και

   δ) ως αρμόδια Αρχή νοείται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή, κατά περίπτωση, οι εθνικές αρχές άλλων χωρών οι οποίες είναι αρμόδιες να εποπτεύουν τις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών.»

 

’ρθρο 96

Τροποποίηση του άρθρου 76 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 5 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η περίπτωση β' της παρ. 1 του άρθρου 76 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «β) Η οποία αποτελεί θυγατρική χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, αν η εν λόγω μητρική επιχείρηση έχει συσταθεί στην Ελλάδα και υπόκειται στο ίδιο καθεστώς εποπτείας με τις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών με βάση ιδίως τα προβλεπόμενα στο άρθρο 77.»

 

’ρθρο 97

Τροποποίηση του άρθρου 77 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3, παράγραφοι 6, 7, 9 και 26 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   1. Η παρ. 1 του άρθρου 77 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 75, 76 και 79, οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών συμμορφώνονται, σε ενοποιημένη βάση, στο βαθμό και με τον τρόπο που ορίζει το άρθρο 40, με τις υποχρεώσεις που θεσπίζουν τα άρθρα 23, 72 και 73 και οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που προβλέπονται στα άρθρα 72 και 81, περιλαμβανομένων και των αποφάσεων περί μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, όσον αφορά την ενοποιημένη οικονομική κατάσταση της μητρικής επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή της μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, κατά περίπτωση. Αν μια μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος - μέλος ή μια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, εγκατεστημένη σε άλλο κράτος - μέλος ελέγχει επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, το προηγούμενο εδάφιο ισχύει μόνο για τις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στις οποίες ασκείται εποπτεία σε ενοποιημένη βάση δυνάμει του παρόντος νόμου.»

 

   2. Η παρ. 2 του άρθρου 77 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «2. Οι θυγατρικές επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών τηρούν τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και σε υπο-ενοποιημένη βάση αν αυτές οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή η μητρική επιχείρηση, αν πρόκειται για χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, διαθέτουν σε τρίτη χώρα θυγατρική που αποτελεί επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή χρηματοδοτικό ίδρυμα ή εταιρεία διαχείρισης, σύμφωνα με τον ορισμό της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 ή διαθέτουν συμμετοχή σε τέτοια επιχείρηση.»

 

   3. Η παρ. 4 του άρθρου 77 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «4. Οι εγκατεστημένες στην Ευρωπαϊκή Ένωση μητρικές επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που ελέγχονται από μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες υπόκεινται στην εποπτεία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε ενοποιημένη βάση, δυνάμει του παρόντος νόμου, συμμορφώνονται εκτός από τις υποχρεώσεις των προηγούμενων παραγράφων του παρόντος άρθρου και με τις υποχρεώσεις που θεσπίζει το άρθρο 74, όσον αφορά τη δημοσιοποίηση των οικονομικών καταστάσεων των επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή της χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή της μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών, κατά περίπτωση.»

 

   4. Μετά την παρ. 7 του άρθρου 77 του ν. 3601/2007 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:

 

   «8. Οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών δημοσιεύουν τουλάχιστον ετησίως την περιγραφή της νομικής τους δομής, καθώς και τη διάρθρωση της διακυβέρνησης και της οργάνωσής τους σε ενοποιημένη βάση είτε πλήρως είτε με παραπομπή σε ισοδύναμη πληροφόρηση.»

 

’ρθρο 98

Τροποποίηση του άρθρου 81 του ν. 3601/2007 (άρθρο 3 παρ. 7 της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ)

 

   Η παρ. 3 του άρθρου 81 του ν. 3601/2007 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «3. H Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου δύναται, στο πλαίσιο άσκησης εποπτείας σε ενοποιημένη βάση να καθορίζει τις πληροφορίες που δημοσιοποιούν σε ατομική ή σε υποενοποιημένη βάση, σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινοτικές διατάξεις οι σημαντικές θυγατρικές μητρικών επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών εγκατεστημένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και οι σημαντικές θυγατρικές μητρικών χρηματοδοτικών εταιρειών συμμετοχών εγκατεστημένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή μητρικών μικτών χρηματοοικονομικών εταιρειών συμμετοχών εγκατεστημένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.»

 

ΜΕΡΟΣ Γ'

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 648/2012, ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΑΕΕΧ ΚΑΙ ΕΚΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1 ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) 648/2012

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΑΡΜΟΔΙΑ ΑΡΧΗ

 

’ρθρο 99

Αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζεται ως αρμόδια αρχή, για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των Ανώνυμων Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (ΑΕΠΕΥ), των Ανώνυμων Εταιρειών Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ) και των Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Κινητών Αξιών (ΟΣΕΚΑ) με έδρα την Ελλάδα, καθώς και των Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ) που τους διαχειρίζονται Διαχειριστές Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ) οι οποίοι έχουν άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα ή είναι εγγεγραμμένοι σύμφωνα με την Οδηγία 2011/61/ΕΕ, προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 (Ε.Ε. L 201).

 

   2. Η Τράπεζα της Ελλάδος ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των Πιστωτικών Ιδρυμάτων με έδρα την Ελλάδα, των Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων με έδρα την Ελλάδα και των Αντασφαλιστικών Επιχειρήσεων με έδρα την Ελλάδα προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012.

 

   3. Το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ορίζεται ως αρμόδια αρχή για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, προς τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012.

 

   4. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται προκειμένου να διασφαλίσουν την τήρηση των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδομένων κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων και παρέχει η μία στην άλλη κάθε αναγκαία συνδρομή για την εκτέλεση των καθηκόντων της. Επιτρέπεται η αμοιβαία ανταλλαγή πληροφοριών σχετικών με την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

 

’ρθρο 100

Αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 22 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζεται ως αρμόδια αρχή υπεύθυνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 όσον αφορά την άδεια λειτουργίας και την εποπτεία των κεντρικών αντισυμβαλλομένων με έδρα την Ελλάδα. Από την αδειοδότηση κεντρικού αντισυμβαλλόμενου με έδρα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδομένων κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων παύει να ισχύει κάθε αντίθετη διάταξη των άρθρων 72 έως 85 του ν. 3606/2007 (Α' 195). Τα εντεταλμένα όργανα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς έχουν τις εξουσίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και στις περιπτώσεις α' έως γ', στ' και ζ' της παρ. 4 του άρθρου 59 του ν. 3606/2007. Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υποβάλλει τουλάχιστον ετησίως τις εκθέσεις των ορκωτών ελεγκτών- λογιστών (ΟΕΛ) από τους τακτικούς και έκτακτους ελέγχους σχετικά με την ύπαρξη επαρκών διαδικασιών για τη συμμόρφωσή του με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον Κανονισμό, των κατ' εξουσιοδότησή του κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων. Επιπρόσθετα, ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος οφείλει να υποβάλλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις αναφορές που υποβάλλουν στο Διοικητικό του Συμβούλιο οι υπηρεσίες συμμόρφωσης και εσωτερικού ελέγχου του κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

 

   2. Για την αδειοδότηση και την εποπτεία κεντρικού αντισυμβαλλομένου, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 648/2012, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδομένων κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, ισχύουν τα τέλη και οι περιοδικές εισφορές που προβλέπει η νομοθεσία για την αδειοδότηση και την εποπτεία των συστημάτων του ν. 3606/2007.

 

’ρθρο 101

Αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012

 

   Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ορίζεται ως αρμόδια αρχή υπεύθυνη να διασφαλίζει την τήρηση της υποχρέωσης του άρθρου 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 για τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλόμενους του Κανονισμού αυτού. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς με απόφασή της μπορεί να προσδιορίζει τα μέσα, τον τρόπο, το χρόνο τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διατάξεις του ανωτέρω άρθρου 10, καθώς και κάθε άλλη τεχνική λεπτομέρεια για την εφαρμογή του.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β

ΚΥΡΩΣΕΙΣ

 

’ρθρο 102

Κυρώσεις σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 22 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012

 

   1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, επιβάλλει:

 

   α) σε όποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο της παραγράφου 1 του άρθρου 99 ή του άρθρου 101 παραβιάζει τις διατάξεις του Κανονισμού αριθμ. 648/2012, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων ή των κατ' εξουσιοδότηση αποφάσεων του παρόντος νόμου, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους: από χίλια (1.000) ευρώ έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ, και

   β) σε όποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο του άρθρου 100 παραβιάζει τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων Κανονισμών και των εκτελεστικών Κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ, και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ.

 

   Για την επιμέτρηση των ανωτέρω προστίμων εφαρμόζεται η παράγραφος 3.

 

   2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλει πρόστιμο έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ σε περίπτωση μη συνεργασίας, άρνησης χορήγησης ή πλημμελούς παροχής στοιχείων ή μη επαρκούς συνεργασίας σε έρευνα που καλύπτεται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ. 648/2012. Για την επιμέτρηση του προστίμου εφαρμόζεται η παράγραφος 3.

 

   3. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη το είδος και η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της προκληθείσας ζημίας σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων για την αποτροπή της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ' υποτροπή τέλεση παραβάσεων του νόμου αυτού ή της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.

 

   4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του υπ' αριθμ. 648/2012 Κανονισμού (ΕΕ), των κατ' εξουσιοδότησή του Κανονισμού και των εκτελεστικών Κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, εκτός αν η δημοσιοποίηση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

’ρθρο 103

Κυρώσεις λοιπών αρμοδίων αρχών

 

   1. Αν παραβιασθούν τα άρθρα 4, 5 και 7 έως 9 και 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012, συμπεριλαμβανομένων των οικείων κατ' εξουσιοδότησή του εκδοθέντων Κανονισμών και των εκτελεστικών Κανονισμών για τον καθορισμό τεχνικών προτύπων, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλει επί Πιστωτικών Ιδρυμάτων με έδρα την Ελλάδα, Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων με έδρα την Ελλάδα και Αντασφαλιστικών Επιχειρήσεων με έδρα την Ελλάδα, με Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένου από αυτή οργάνου του άρθρου 55Α του Καταστατικού της, χρηματικό πρόστιμο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ. Τα ποσά των ανωτέρω προστίμων αποτελούν δημόσιο έσοδο, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, Α' 90) και αναπροσαρμόζονται με Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος ή εξουσιοδοτημένου από αυτή οργάνου του άρθρου 55Α του Καταστατικού της.

 

   Πλημμελής συνεργασία, άρνηση χορήγησης ή πλημμελής παροχή στοιχείων στο πλαίσιο άσκησης των προβλεπόμενων από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθμ 648/2012 αρμοδιοτήτων, τιμωρείται κατ' εφαρμογή των άρθρων 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος. Κατά την επιμέτρηση των ως άνω κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 του άρθρου 102.

 

   2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας επιβάλλονται σε βάρος των Ιδρυμάτων Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών τα οποία δεν τηρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 7 έως 9 και 11 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012 οι κυρώσεις που προβλέπονται από την υ.α. Φ51010/1821/16 (Β' 370). Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο του προστίμου διπλασιάζεται. Κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ιδίως υπόψη και συνεκτιμώνται: α) η βαρύτητα της παράβασης, β) η συχνότητα αυτής, γ) η διάρκειά της, δ) οι ειδικές συνθήκες τέλεσής της, ε) ο βαθμός υπαιτιότητας και στ) ο κύκλος εργασιών του παραβάτη.

 

   3. Για την επιμέτρηση των ανωτέρω προστίμων εφαρμόζεται η παράγραφος 3 του άρθρου 102.

 

   4. Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ανακοινώνουν δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθμ. 648/2012, των κατ' εξουσιοδότησή του εκδοθέντων Κανονισμών και των εκτελεστικών Κανονισμών για τον καθορισμό τεχνικών προτύπων, εκτός αν η δημοσιοποίηση αυτή ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

ΤΜΗΜΑ 2

ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΑΕΕΧ ΚΑΙ ΕΚΕΣ

 

’ρθρο 104

Ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου του ν. 3371/2005

 

   1. Το άρθρο 30 του ν. 3371/2005 (Α' 178) τροποποιείται ως εξής:

 

   α. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «δ) κινητές αξίες που δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) που εδρεύει ή λειτουργεί σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι όροι έκδοσης ή διάθεσής τους περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής αίτησης εισαγωγής σε οργανωμένη αγορά ή ένταξής τους σε ΠΜΔ και αν η εισαγωγή ή η ένταξη σε διαπραγμάτευση πραγματοποιείται εντός πέντε (5) ετών από την έκδοση ή διάθεση.»

 

   β. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 30 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

   «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, δύναται να μεταβάλλεται το χρονικό όριο της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1.»

 

   2. Το άρθρο 31 του ν. 3371/2005 τροποποιείται ως εξής:

 

   α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Επιτρέπεται η τοποθέτηση μέχρι είκοσι τοις εκατό (20%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου της ΑΕΕΧ σε κινητές αξίες ή σε μέσα χρηματαγοράς του ίδιου εκδότη.»

 

   β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Οι επενδύσεις της ΑΕΕΧ των περιπτώσεων ε' και στ' της παραγράφου 1 του άρθρου 30 δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν το είκοσι τοις εκατό (20%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου της.»

 

   γ. Προστίθεται παράγραφος 6α ως εξής:

 

   «6α. Η ΑΕΕΧ δεν επιτρέπεται να αποκτά ποσοστό μεγαλύτερο του τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) ανά εκδότη για τις επενδύσεις της σε κινητές αξίες της περίπτωσης δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 30.»

 

   δ. Στην παράγραφο 11 του άρθρου 31 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

 

   «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, δύναται να αναπροσαρμόζονται τα επενδυτικά όρια του άρθρου αυτού.»

 

’ρθρο 105

Εταιρείες κεφαλαίου επιχειρηματικών συμμετοχών του ν. 2367/1995

 

   1. Το άρθρο 5 του ν. 2367/1995 (Α' 261) τροποποιείται ως εξής:

 

   α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 καταργείται.

 

   β. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Να επενδύει σε συμμετοχές (μετοχές Α.Ε. ή εταιρικά μερίδια Ε.Π.Ε.) στο κεφάλαιο επιχειρήσεων, των οποίων οι μετοχές δεν είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο ή δεν διαπραγματεύονται σε ΠΜΔ, καθώς και σε τίτλους που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των μετοχών αυτών.»

 

   γ. Η περίπτωση β' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Να επενδύει σε ομολογίες που εκδίδονται από επιχειρήσεις οι μετοχές των οποίων δεν είναι εισηγμένες σε χρηματιστήριο ή δεν διαπραγματεύονται σε ΠΜΔ.»

 

   δ. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Να τοποθετεί τα διαθέσιμά της σε καταθέσεις, σε μέσα χρηματαγοράς και σε τοποθετήσεις σε οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.»

 

   2. Το άρθρο 6 του ν. 2367/1995 τροποποιείται ως εξής: α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να μεταβάλλεται το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Κ.Ε.Σ..»

 

   β. Η παράγραφος 7 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «7. Τα στοιχεία του ενεργητικού της Ε.Κ.Ε.Σ. αποτιμώνται σύμφωνα με τις αρχές των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς. Η Ε.Κ.Ε.Σ. αναθέτει τη φύλαξη των στοιχείων του χαρτοφυλακίου επενδύσεών της, σε θεματοφύλακα του άρθρου 21 του νόμου «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις για τροποποίηση των Οδηγιών 2011/61/ΕΕ σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και 2011/89/ΕΕ σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012/ΕΕ περί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, κεντρικών αντισυμβαλλόμενων και αρχείων καταγραφής συναλλαγών και άλλες διατάξεις.»

 

ΜΕΡΟΣ Δ'

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

’ρθρο 106

Ρυθμίσεις σχετικά με τα τυχερά παίγνια μέσω ραδιοτηλεοπτικών και τηλεπικοινωνιακών μέσων

 

   Το άρθρο 53 του ν. 4002/2011 (Α' 180) αντικαθίσταται ως εξής:

 

«Αρθρο 53

 

   1. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων μέσω ραδιοτηλεοπτικών μέσων, ανεξάρτητα από τον τρόπο συμμετοχής των παικτών σε αυτά, επιτρέπεται μόνο μετά από ειδική άδεια, ανά παίγνιο, η οποία χορηγείται από την Ε.Ε.Ε.Π., μετά από σύμφωνη γνώμη του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης (Ε.Σ.Ρ.), στον πάροχο των υπηρεσιών των παιγνίων αυτών, που ασκεί την εκμετάλλευσή τους. Η άδεια περιλαμβάνει τους όρους διεξαγωγής του παιγνίου. Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, με απόφασή του, καθορίζει το μέγιστο ανά εικοσιτετράωρο και ανά μέσο, χρόνο κατά τον οποίο επιτρέπεται να διεξάγονται τυχερά παίγνια μέσω των ραδιοτηλεοπτικών μέσων.

 

   2. Η διεξαγωγή τυχερών παιγνίων δια των τηλεπικοινωνιακών μέσων επιτρέπεται μόνο μετά από ειδική άδεια, ανά παίγνιο, η οποία χορηγείται από την Ε.Ε.Ε.Π. στον πάροχο των υπηρεσιών των παιγνίων αυτών, που ασκεί την εκμετάλλευσή τους. Η άδεια περιλαμβάνει τους όρους διεξαγωγής του παιγνίου.

 

   3. Για τα τυχερά παίγνια που αδειοδοτούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 και προκειμένου να αδειοδοτηθούν πρέπει, πέραν των προϋποθέσεων του ορισμού της περίπτωσης β' του άρθρου 25, να συντρέχουν επιπλέον σωρευτικά και οι εξής προϋποθέσεις:

 

   α) Η δομή του παιγνίου να διαθέτει τουλάχιστον δύο φάσεις, εκ των οποίων τουλάχιστον της μιας το αποτέλεσμα να εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τις γνώσεις των συμμετεχόντων ενώ μίας το πολύ, έστω και εν μέρει από την τύχη, η δε τυχαιότητα να παράγεται αποκλειστικά και μόνο μέσω κλήρωσης.

  β) Αν το παίγνιο διεξάγεται μέσω ραδιοτηλεοπτικών μέσων, η διεξαγωγή πρέπει να συμβαίνει σε πραγματικό χρόνο, με τη συμμετοχή φυσικού προσώπου ως παρουσιαστή.

 

   4. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ρυθμίζεται επιπλέον κάθε σχετικό θέμα για την εφαρμογή του άρθρου αυτού, περιλαμβανομένων των χαρακτηριστικών, των υποχρεώσεων, των δεσμεύσεων, των περιορισμών και των απαγορεύσεων που αφορούν τους κατόχους άδειας, του ελάχιστα αποδιδόμενου στους συμμετέχοντες ποσοστού κέρδους, καθώς και των αναγκαίων πιστοποιήσεων και των υποχρεώσεων και κυρώσεων που επιβάλλονται σε τρίτους που, με οποιονδήποτε τρόπο, εμπλέκονται στη διεξαγωγή και μετάδοση των παιγνίων του άρθρου αυτού, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του Συντάγματος.

 

   5. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσδιορίζεται το ύψος των καταβαλλόμενων τελών και παραβόλων για τη χορήγηση και διατήρηση των αδειών του άρθρου αυτού, το είδος και το ύψος των απαιτούμενων εγγυήσεων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

 

   6. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων επιτρέπεται η διεξαγωγή των τυχερών παιγνίων του άρθρου αυτού, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

 

   α) Αποδοχή εκ μέρους του παρόχου των γενικών αρχών και κανόνων διεξαγωγής των παιγνίων αυτών, όπως αυτές ορίζονται με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π.. Οι αρχές και οι κανόνες αυτοί πρέπει να διασφαλίζουν, εκτός των άλλων, την προστασία εκείνων που συμμετέχουν στα παίγνια, των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού και των ανηλίκων.

   β) Απόδοση των δικαιωμάτων του Δημοσίου, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 50 και του φόρου στα κέρδη των παικτών, σύμφωνα με τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις.

   γ) Η μη τήρηση των παραπάνω προϋποθέσεων επισύρει τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις των άρθρων 51 και 52.

 

   7. Η συμμετοχή των παικτών στα τυχερά παίγνια του άρθρου αυτού μέσω χρέωσης του τηλεφωνικού τους λογαριασμού, δεν εμπίπτει στην έννοια της πίστωσης της παραγράφου 3 του άρθρου 32 του νόμου αυτού.»

 

’ρθρο 107

Τροποποίηση των άρθρων 22 και 23 του ν. 2778/1999

 

   1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999 (Α' 295 ) αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «α) Ακίνητη περιουσία, καθώς και δικαιώματα, μετοχές ή μερίδια σε ακίνητη περιουσία, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου σε ποσοστό τουλάχιστον 80% του ενεργητικού της.»

 

   2. Η περίπτωση γ' της παραγράφου 1 του άρθρου 22 καταργείται και η περίπτωση δ' της ίδιας παραγράφου αναριθμείται σε γ'.

 

   3. Μετά την περίπτωση γ' της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999 προστίθεται περίπτωση δ' ως εξής:

 

   «δ) Οικόπεδα εντός και εκτός σχεδίου στα οποία δύνανται να ανεγερθούν κτίσματα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς που αναγράφονται στην περίπτωση α' ανωτέρω και για τα οποία δύναται να εκδοθεί άδεια οικοδομής μετά την απόκτησή τους από την ΑΕΕΑΠ, η οποία υποχρεούται να υποβάλει αίτηση για την έκδοση της εν λόγω άδειας εντός πέντε (5) ετών από την απόκτηση του οικοπέδου. Ειδικότερα, η αξία του συνόλου των οικοπέδων αυτών δεν μπορεί να είναι ανώτερη, κατά το χρόνο κτήσεως, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ. Μετά την ολοκλήρωση της ανέγερσης των ακινήτων αυτών, τα εν λόγω ακίνητα εντάσσονται στην περίπτωση α' της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.»

 

   4. Η περίπτωση δ' της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «δ) τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των μετοχών ή μεριδίων εταιρίας, εξαιρουμένων των προσωπικών εταιριών, με αποκλειστικό σκοπό την εκμετάλλευση ακινήτων, το σύνολο του παγίου κεφαλαίου της οποίας είναι επενδεδυμένο σε ακίνητα των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου ή εταιρίας χαρτοφυλακίου ή και».

 

   5. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999, προστίθεται περίπτωση ζ', ως εξής:

 

   «ζ) Τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των μετοχών ή μεριδίων: (αα) ΟΣΕΚΑ του ν. 4099/2012 (Α' 250) ή της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, με την προϋπόθεση ότι οι ΟΣΕΚΑ επενδύουν το ενεργητικό τους, αποκλειστικά ή κυρίως, σε κινητές αξίες εταιριών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία ή εταιριών διαχείρισης και εκμετάλλευσης ακινήτων, (ββ) ανωνύμων εταιριών επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ) ή αμοιβαίων κεφαλαίων ακίνητης περιουσίας του ν. 2778/1999 (Α' 295) ή σε αντίστοιχες εταιρίες ή αμοιβαία ή άλλα επενδυτικά κεφάλαια κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και (γγ) οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) του νόμου «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2011/61/ΕΕ σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και την Οδηγία 2011/89/ΕΕ σχετικά με τη συμπληρωματική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών οντοτήτων που ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους ετερογενών δραστηριοτήτων, μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (EE) 648/2012/ΕΕ περί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, κεντρικών αντισυμβαλλόμενων και αρχείων καταγραφής συναλλαγών και άλλες διατάξεις» ή της Οδηγίας 2011/61/ ΕΕ, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

 

   (i) έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

   (ii) διέπονται από το δίκαιο κράτους - μέλους και εποπτεύονται από την αρμόδια εποπτική αρχή κράτους - μέλους και

   (iii) τα διαθέσιμά τους επενδύονται αποκλειστικά ή κυρίως σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.»

 

   6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 22 του ν. 2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «5. Η αξία κάθε ακινήτου κατά την έννοια της παραγράφου 2 και των περιπτώσεων α' έως γ' της παραγράφου 3, το οποίο περιλαμβάνεται στις επενδύσεις της εταιρίας, πρέπει να είναι κατώτερη, κατά το χρόνο της απόκτησης ή της ολοκλήρωσης των εργασιών, βάσει του σχετικώς καταρτιζόμενου προγράμματος, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της αξίας του συνόλου των επενδύσεών της. Προκειμένου για επενδύσεις σε μετοχές θυγατρικών εταιριών, κατά την έννοια της περίπτωσης δ' της παραγράφου 3 ή σε επενδυτικά κεφάλαια, κατά την έννοια της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 3, ο ανωτέρω περιορισμός ισχύει ως προς την αξία του κάθε ακινήτου που αποκτάται. Η επένδυση της ΑΕΕΑΠ σε εταιρία της περίπτωσης ε' της παραγράφου 3 πρέπει να είναι κατώτερη σε αξία ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ.»

 

   7. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν. 2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Η ΑΕΕΑΠ εισάγει υποχρεωτικά τις μετοχές της σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 που λειτουργεί στην Ελλάδα εντός δύο (2) ετών από τη σύστασή της.»

 

   8. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 2778/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

 

   «Παράταση που είχε χορηγηθεί κατά τις προϊσχύσασες διατάξεις εξακολουθεί ισχύουσα για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από την έναρξη ισχύος του ν. 4141/2013 (Α' 81).»

 

’ρθρο 108

Τροποποίηση του άρθρου 76 του ν. 3606/2007

 

   Το άρθρο 76 του ν. 3606/2007 (Α' 195) αντικαθίσταται ως εξής:

 

«Αρθρο 76

Κεφάλαιο ασφαλειοδοτικού χαρακτήρα

 

   1. Ο διαχειριστής Συστήματος μπορεί να διαχειρίζεται Κεφάλαιο με σκοπό την προστασία του Συστήματος από καταστάσεις υπερημερίας των μελών του, ως προς τις υποχρεώσεις τους, εκκαθάρισης και διακανονισμού. Το Κεφάλαιο αποτελεί σύνολο περιουσίας που σχηματίζεται προς εξυπηρέτηση του σκοπού του από τις εισφορές των μελών στο Σύστημα ή και των προσώπων που δύνανται να συμμετέχουν στο Κεφάλαιο σύμφωνα με την παράγραφο 4.

 

   2. Ως προς το σύνολο των εννόμων σχέσεών του το Κεφάλαιο εκπροσωπείται από τον διαχειριστή του. Ο διαχειριστής μπορεί να διορίζει τρίτα πρόσωπα για την άσκηση καθηκόντων θεματοφύλακα. Ο διαχειριστής ευθύνεται για τις πράξεις ή παραλείψεις του θεματοφύλακα και των οργάνων του.

 

   3. Η συμμετοχή του μέλους και των προσώπων της παραγράφου 4 σε Κεφάλαιο προσδιορίζεται από τη μερίδα τους. Η μερίδα αποτελείται από το σύνολο των πάσης φύσεως εισφορών του μέλους και των προσώπων της παραγράφου 4 στο Κεφάλαιο, περιλαμβανομένων και των τυχόν προσόδων που προκύπτουν με βάση τους κανόνες διαχείρισης και επένδυσης των διαθεσίμων του.

 

   4. Το Κεφάλαιο, σε περίπτωση μη επάρκειας της μερίδας μέλους για την κάλυψη της ζημίας που προκύπτει από υπερημερία του μέλους, καλύπτει το εναπομείναν μέρος της ζημίας επιβαρύνοντας συμμέτρως τις μερίδες των λοιπών μελών που συμμετέχουν σε αυτό και μειώνοντας αναλόγως τη συμμετοχή τους. Στο Κεφάλαιο Συστήματος Εκκαθάρισης, μπορεί να συμμετέχουν με εισφορές σε μερίδες, πέραν των μελών, ο διαχειριστής Συστήματος Εκκαθάρισης, οι διαχειριστές αγοράς, καθώς και τα πιστωτικά ιδρύματα ή οι ΕΠΕΥ που διαχειρίζονται οργανωμένες αγορές ή ΠΜΔ κατά περίπτωση, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό Λειτουργίας του Συστήματος και τους Κανονισμούς Λειτουργίας των οργανωμένων αγορών και των ΠΜΔ αντίστοιχα, προκειμένου να μπορούν να καλύπτουν το μέρος της ζημίας το οποίο δεν καλύπτεται από τις μερίδες των μελών.

 

   5. Ο διαχειριστής συστήματος ενεργοποιεί το Κεφάλαιο σε περίπτωση υπερημερίας μέλους σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας του Συστήματος.

 

   6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να ρυθμίζει θέματα αναφορικά με την απόδοση μερίδας σε περίπτωση λύσης του νομικού προσώπου του μέλους ή των προσώπων της παραγράφου 4 ή ανάκλησης της αδείας λειτουργίας τους.

 

   7. Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος τεθεί σε ειδική εκκαθάριση, το χρηματικό ποσό της μερίδας που του επιστρέφεται, μετά την πλήρη εξόφληση των υποχρε-ώσεών του εκκαθάρισης και διακανονισμού στο Σύστημα, χρησιμοποιείται για την ικανοποίηση κατ' απόλυτη προτεραιότητα των απαιτήσεων των πελατών του από παροχή σε αυτούς επενδυτικών υπηρεσιών. Οι απαιτήσεις των πελατών κατατάσσονται ως προνομιούχες πριν από τη σειρά των απαιτήσεων της περίπτωσης 3 του άρθρου 975 του Κ.Πολ.Δ. και πριν από τη διαίρεση κατά το άρθρο 977 του Κ.Πολ.Δ.. »

 

’ρθρο 109

Έναρξη ισχύος (άρθρο 66 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ)

 

   1. Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 

   2. Τα άρθρα 35 και 37 έως 41 ισχύουν μετά την έναρξη ισχύος της πράξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναφέρεται στην παρ. 6 του άρθρου 67 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

 

   3. Το άρθρο 36 ισχύει έως την έναρξη ισχύος της πράξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αναφέρεται στην παρ. 6 του άρθρου 68 της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ.

 

   Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους