ΤρΕφΠατρ 95/2016

 

Αναγνώριση κυριότητας - Έκτακτη χρησικτησία - Χρησικτησία κατά Δημοσίου - Κτηματική Ομάδα Ληξουρίου Κεφαλονιάς - Παθητική νομιμοποίηση έφεσης κατά κυρίως

παρεμβαίνοντος -.

 

Ο κυρίως παρεμβαίνων καθίσταται μεν αυτός κύριος διάδικος και αντίδικος των αρχικών διαδίκων, δεν δημιουργείται όμως και σχέση απλής ή αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ αυτού και των αρχικών διαδίκων. Κατά συνέπεια, αν η κύρια παρέμβαση απορρίφθηκε, δεν μπορεί να είναι εφεσίβλητος στην έφεση του κυρίως διαδίκου που ηττήθηκε, αφού ως προς αυτόν δεν είναι δυνατό να εξαφανιστεί η απόφαση, έστω και αν ευδοκιμήσει κάποιος από τους λόγους της και κατά τούτο αυτή (έφεση) πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Κτηματική Ομάδα Ληξουρίου Κεφαλονιάς. Οι ιδιοκτήτες παλαιών οικοπέδων που έχουν περιληφθεί στην Κτηματική Ομάδα λαμβάνουν αυτούσια (φυσική) αποζημίωση για την αναγκαστική απαλλοτρίωση του παλαιού οικοπέδου τους και την καταβολή ενδεχομένως συμπληρωματικής αποζημιώσεως στην περίπτωση που η συνολική αξία του παλαιού ακινήτου τους είναι μεγαλύτερη απ' αυτήν του νέου παραχωρουμένου ακινήτου. Τα ακίνητα που απαλλοτριώθηκαν από τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης περιέρχονται κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και είναι έκτοτε ανεπίδεκτα χρησικτησίας εκ μέρους τρίτου προσώπου για όσο χρονικό διάστημα ανήκουν στην κυριότητα του δημοσίου) δηλαδή από το χρόνο συντέλεσης της απαλλοτρίωσης μέχρι της παραχωρήσεως των απαλλοτριωθεντων ακινήτων στους δικαιούχους. Εν προκειμένω αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα, αφότου παρέλαβε στη νομή της το επίδικο ακίνητο το έτος 1985, ασκεί αδιαλείπτως επ' αυτού διακατοχικές πράξεις, εκδηλώνοντας τη διάνοια της να νέμεται τούτο ως αποκλειστική κυρία. Συγκεκριμένα, αυτή επιμελείται των ορίων του, το καθαρίζει, περιποιείται τα εντός αυτού οπωροφόρα δέντρα, τις κληματαριές και τα καλλωπιστικά φυτά, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω τρίτων, που κατ' εντολή της ενεργούν διακατοχικές πράξεις επ' αυτού. Επομένως, εφόσον η ενάγουσα νέμεται το επίδικο αδιαλείπτως για χρονικό διάστημα πάνω από 30 χρόνια, επιπλέον δε νέμεται τούτο και με τα προσόντα του άρθ. 4 Ν. 3127/2003, για το ίδιο χρονικό διάστημα, ενόψει του ότι το Ληξούρι Κεφαλληνίας είναι οικισμός προϋπάρχων του έτους 1923 και το επίδικο υπολείπεται των 2.000 τετραγωνικών μέτρων, έχει καταστεί αποκλειστική κυρία αυτού. Αποδείχθηκε επίσης ότι η εναγομένη, χωρίς να έχει οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα στο επίδικο ακίνητο, διατείνεται αναληθώς ότι ένα τμήμα του της ανήκει κατά συγκυριότητα και συγκεκριμένα κατά ποσοστό 1/5 εξ αδιαιρέτου, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό σύγχυση και αμφιβολία.

 

 

Aριθμός  95/2016

ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αλέξανδρο Σάββα, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Γαϊτάνη, Γεώργιο Βερούση, Εισηγητή, Εφέτες, και από τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  15 Οκτωβρίου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:                    

 

Α΄Εφεση:        

                                                                                   

Της εκκαλούσας:  ,  κατοίκου  Αθηνών, την οποία εκπροσώπησε στο Δικαστήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος  της Χρήστος Λαγανάς, ΔΣ Αθηνών, ο οποίος παρίσταται δια δηλώσεως, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει.            

 

Των εφεσιβλήτων: 1) και  5)  οι οποίες  δεν  παρουσιάσθηκαν στο Δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.           

 

Β΄Εφεση:        

                                                                                               

Των εκκαλουσών: 1) και  4)  , τις  οποίες εκπροσώπησε στο Δικαστήριο η πληρεξούσια δικηγόρος τους Δήμητρα Μπακοπάνου (Δ.Σ. Αθηνών), η οποία παρίσταται δια δηλώσεως, κατά το άρθρο 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ., όπως ισχύει.     

 

Των εφεσιβλήτων: 1)    και   3)   , οι οποίοι δεν παρουσιάσθηκαν στο Δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.                       

 

Η αρχικώς ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη (Α΄ και Β΄ Εφεση), , με την από 28-7-2008 αγωγή της, οι αρχικώς  κυρίως παρεμβαίνουσες και ήδη  εκκαλούσες (Β΄Εφεση),  , με την από 21-12-2009 κύρια παρέμβασή τους και οι αρχικώς  κυρίως παρεμβαίνουσες και ήδη εκκαλούσες (Β΄ Εφεση), , με την από 11-3-2010 κύρια παρέμβασή τους, προς το Πολυμελές Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σ αυτές.  

 

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας, αφού συνεκδίκασε  την πιο πάνω αγωγή και τις δύο κύριες παρεμβάσεις, εξέδωσε την υπ αριθμ.  134/2011 οριστική απόφασή του, με την οποία έκανε δεκτή την από 28-7-2008 αγωγή και απέρριψε τις από 21-12-2009 και 11-3-2010 κύριες παρεμβάσεις.                   

 

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν προς το Δικαστήριο τούτο οι διάδικοι: α) η εκκαλούσα (Α΄ Εφεση), με την από 2-1-2012 έφεσή της (αριθμ. εκθ. καταθέσεως 4/2012) και β) οι εκκαλούσες (Β΄ Εφεση), με την από  2-1-2012 έφεσή τους (αριθμ. εκθ. καταθέσεως 5/2012), ζητώντας να γίνουν δεκτές για τους λόγους που αναφέρονται σ αυτές.                

 

Οι πληρεξούσιοι των  παρόντων διαδίκων   κατέθεσαν έγγραφες προτάσεις. Οι 2η, 3η, 4η και 5η των εφεσιβλήτων (Α΄ Εφεση) και οι 2η και 3ος των εφεσιβλήτων (Β΄ Εφεση),  δεν παρουσιάσθηκαν στο Δικαστήριο, ούτε εκπροσωπήθηκαν από πληρεξούσιο δικηγόρο.    

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

Η κυρία παρέμβαση, η οποία κατά περιεχόμενο, σκοπό, συνέπειες και δύναμη εξομοιώνεται με την κυρία αγωγή, από την οποία τυπικώς διαφέρει γιατί δεν είναι εισαγωγικό δικόγραφο της δίκης αλλά παρεμπίπτουσα αγωγή τρίτου κατά των αρχικών διαδίκων ή των υπεισελθόντων στη θέση τους, αποτελεί διαδικαστική πράξη με την οποία τρίτος συμμετέχει σε εκκρεμή μεταξύ άλλων δίκη και έχει αυτοτέλεια έναντι της αγωγής, καθόσον ο κυρίως παρεμβαίνων υποβάλλει αίτημα παροχής έννομης προστασίας με την μορφή της διαγνώσεως ότι δικαιούχος του επίδικου αντικειμένου είναι αυτός. Η κυρία παρέμβαση στηρίζεται στο ίδιο δικαίωμα ή στην ίδια έννομη σχέση ως προς όλους τους κυρίους διαδίκους, το επικαλούμενο δε δικαίωμα είναι τέτοιο που να μπορεί να στραφεί εναντίον όλων των αρχικών διαδίκων, χωρίς να απαιτείται να στηρίζεται η αξίωση του παρεμβαίνοντος στην ίδια ιστορική και νομική αιτία που στηρίζεται και η αγωγή του κυρίου διαδίκου. Έτσι η κυρία παρέμβαση, με την οποία εισάγεται αυτοτελής έναντι της αγωγής αίτηση παροχής έννομης προστασίας για το αντικείμενο της αγωγής, αποτελεί παρεμπίπτουσα αγωγή που απλώς συνεκδικάζεται λόγω συνάφειας με την αγωγή, για την οποία δημιουργείται νέα παρεμπίπτουσα δίκη, αυτοτελής έναντι της αρχικής, με αντιδίκους του παρεμβαίνοντος τους αρχικούς διαδίκους, χωρίς την δημιουργία σχέσεως ομοδικίας απλής ή αναγκαστικής των τελευταίων έναντι του παρεμβαίνοντος (ΑΠ 1417/2010, ΑΠ 847/2007). Ο παρεμβαίνων πρέπει κατά τον χρόνο ασκήσεως της παρεμβάσεως να είναι τρίτο πρόσωπο, το οποίο δεν έχει προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στην αρχική δίκη, ούτε να ταυτίζεται με τους αρχικούς διαδίκους και γιʼ αυτό αν ασκήθηκε κυρία παρέμβαση στην πρωτόδικη δίκη, αποκλείεται η άσκηση νέας παρέμβασης στην κατ' έφεση δίκη από τον πρωτοδίκως παρεμβάντα και αν ακόμη απορρίφθηκε αυτή, γιατί είχε καταστεί αυτός διάδικος. Έτσι αν απορρίφθηκε πρωτοδίκως η κυρία παρέμβαση αποκλείεται και είναι απαράδεκτη η επανάληψη της στον δεύτερο βαθμό. Χωρεί μόνον έφεση από τον έχοντα προς τούτο έννομο συμφέρον κυρίως παρεμβαίνοντα κατά της πρωτόδικης αποφάσεως που απέρριψε την κυρία παρέμβαση του (ΑΠ 611/2013 αδημ.). Περαιτέρω από τις διατάξεις των άρθρων 68, 73, 76, 79, 516 και 517 του ΚΠολΔικ, προκύπτει ότι με την άσκηση της κύριας παρέμβασης, με την οποία ο παρεμβαίνων αντιποιείται ολόκληρο ή κατά ένα μέρος το αντικείμενο της μεταξύ άλλων εκκρεμούς δίκης, καθίσταται μεν αυτός κύριος διάδικος και αντίδικος των αρχικών διάδικων, δεν δημιουργείται όμως και σχέση απλής ή αναγκαστικής ομοδικίας μεταξύ αυτού και των αρχικών διαδίκων. Κατά συνέπεια ο κυρίως παρεμβαίνων, του οποίου η κυρία παρέμβαση απορρίφθηκε δεν μπορεί να είναι εφεσίβλητος στην έφεση του κυρίως διαδίκου που ηττήθηκε, αφού ως προς αυτόν δεν είναι δυνατό να εξαφανιστεί η απόφαση, έστω και αν ευδοκιμήσει κάποιος από τους λόγους της και κατά τούτο αυτή (έφεση) πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη (πρβλ. ΑΠ 40/2014 ΝοΒ 2014.1421).

 

Στην προκειμένη περίπτωση η από 2-1-2012 (αριθ. εκθ. καταθ. 4/2012) έφεση της εναγομένης της από 28-7-2008 (αριθ. Εκθ. καταθ. 251/2008) αγωγής κατά της με αριθμό 134/2011 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας που δίκασε την υπόθεση αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 12-12-2011 (βλ. υπ' αριθμ. 3/12-12-2011 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας ... που επικαλείται η εκκαλούσα) και κατατέθηκε στην γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 9-1-2012 (άρθρα 19, 495 επ., 511. 513 παρ. 1 περ. β. 516, 517. 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 και 524 παρ 1 και 2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω η παραπάνω έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά των κυρίως παρεμβαινόντων στην ως άνω αγωγή, των οποίων η κυρία παρέμβαση απορρίφθηκε, είναι σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην αρχή της παρούσας απαράδεκτη ως παθητικά ανομιμοποίητη, αφού, ως προς αυτούς, δεν είναι δυνατόν να εξαφανισθεί η απόφαση και αν ακόμη ευδοκιμήσει κάποιος από τόσα λόγους της έφεσης. Επομένως, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει εν μέρει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια τακτική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.).

 

Περαιτέρω με την 2-1-2011 (αριθ. εκθ. καταθ. 5/2012) έφεση των κυρίως παρεμβαινόντων των από 21-12-2009 (αριθ. εκθ. καταθ.1/2010) και από 11-3-2010 (αριθ. εκθ. καταθ. 33/2010) κυρίων παρεμβάσεων κατά της ενάγουσας της από 28-7-2008 (αριθ. εκθ. καταθ. 251/2008) αγωγής και κατά της με αριθμό 134/2011 οριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας που δίκασε την υπόθεση αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα καθόσον η εκκαλουμένη επιδόθηκε στις εκκαλούσες στις 12-12-2011 (βλ. υπ. αριθμ. 4/12-12-2011 και 2/12-12-2011 εκθέσεις επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας ……… που επικαλείται η εφεσίβλητη) και κατατέθηκε στην γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 9-1-2012 (άρθρα 19 495 επ., 511, 513 παρ. 1 περ. β, 516, 517, 518 παρ. 2, 520 παρ. 1 και 524 παρ. 1 και 2 του Κ.Πολ.Δ.). Περαιτέρω η παραπάνω κατά το μέρος που στρέφεται κατά των εναγομένων της κυρίας αγωγής είναι απαράδεκτη ως παθητικά ανομιμοποίητη αφού στρέφεται κατά ηττηθέντων διαδίκων και ως προς αυτούς, δεν είναι δυνατόν να εξαφανισθεί η απόφαση και αν ακόμη ευδοκιμήσει κάποιος από τους λόγους της έφεσης.

 

Επομένως, η κρινόμενη έφεση, πρέπει να γίνει εν μέρει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια τακτική διαδικασία (άρθρο 533 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.). Σε βάρος των εκκαλούντων των ως άνω εφέσεων δεν θα επιβληθούν έξοδα, διότι οι καθ' ων στις ως άνω εφέσεις δεν παρέστησαν και δεν υποβλήθηκαν σε δαπάνες για τη διεξαγωγή της δίκης (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη ΚΠολΔ άρθρο 176 σημ. 37).

 

Με την από 28-7-2008 (αριθ. εκθ. καταθ. 251/2008) αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, μετά την παραίτηση της ως προς το δικόγραφο για τον δεύτερο εναγόμενο ως προς τον οποίο κηρύχθηκε ματαιωθείσα η συζήτηση με την εκκαλουμένη, η ενάγουσα ισχυρίστηκε ότι είναι αποκλειστική νομέας, κυρία και κάτοχος ενός ακινήτου (οικοπέδου), συνολικού εμβαδού 890,66 τ.μ. στο οποίο βρίσκεται ισόγειος ημιτελής οικία εμβαδού 60 τ.μ. όπως το παραπάνω ακίνητο περιγράφεται κατ' ακριβή θέση, έκταση και όρια στην αγωγή, του οποίου την κυριότητα απέκτησε με πρωτότυπο τρόπο και συγκεκριμένα με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά και ότι η εναγομένη αμφισβήτησε την κυριότητα της κατά τον αναφερόμενο στην αγωγή τρόπο. Ζητούσε δε να της αναγνωρισθεί η κυριότητα της έναντι της εναγομένης και να καταδικαστεί η τελευταία στην δικαστική της δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε την αγωγή νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1045 του ΑΚ και 70 του Κ.Πολ.Δ. και στη συνέχεια δέχθηκε την αγωγή, αναγνώρισε την ενάγουσα αποκλειστική κυρία του επίδικου ακινήτου και επέβαλε στην εναγομένη την δικαστική της δαπάνη την οποία όρισε στο ποσό των 1.200 ευρώ. Περαιτέρω με τις από 21-12-2009 (αριθ. εκθ. καταθ. 1/2010) και από 11-3-2010 (αριθ. εκθ. καταθ. 33/2010) κύριες παρεμβάσεις τους κατά της ενάγουσας της παραπάνω αγωγής οι κυρίως παρεμβαίνουσες ισχυρίστηκαν ότι στα ειδικότερα περιγραφόμενα στα δικόγραφα των κυρίων παρεμβάσεων τους τμήματα του επιδίκου ακινήτου απέκτησαν την κυριότητα με τον ειδικότερα αναφερόμενο στα παραπάνω δικόγραφα παράγωγο  τρόπο  και αντιποιούμενες την επικαλούμενη κυριότητα των διαδίκων της κυρίας αγωγής ζητούσαν να αναγνωριστούν κυρίες και συγκυρίες των ως άνω τμημάτων του επιδίκου ακινήτου καθώς και να καταδικαστούν οι διάδικοι της κυρίας αγωγής στην δικαστική τους δαπάνη. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την  εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε τις παραπάνω κύριες παρεμβάσεις παραδεκτές και νόμιμες στηριζόμενες στις διατάξεις των άρθρων 1193, 1194, 1198, 1199, 1710 παρ. 1, 1712, 1724, 1813, του ΑΚ και 70 του Κ.Πολ.Δ. και στη συνέχεια απέρριψε τις ως άνω κύριες παρεμβάσεις ως κατʼ ουσίαν αβάσιμες και επέβαλλε σε βάρος των κυρίως παρεμβαινουσών τα δικαστικά έξοδα των καθών τα οποία όρισε στο ποσό των 3.000 ευρώ για κάθε κύρια παρέμβαση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με τις κρινόμενες εφέσεις οι εκκαλούντες για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητούν δε να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση, να απορριφθεί η αγωγή και οι κυρίως παρεμβαίνουσες ζητούν να γίνουν δεκτές ως κατ' ουσίαν βάσιμες οι ασκηθείσες κύριες παρεμβάσεις τους, καθώς και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητοι στην καταβολή της δικαστικής τους δαπάνης. Πρέπει επομένως να εξεταστούν οι κρινόμενες εφέσεις περαιτέρω ως προς τη βασιμότητα των λόγων τους με την ίδια διαδικασία κατά την οποία εκδόθηκε η εκκαλουμένη απόφαση (άρθρο 533 παρ 1 ΚΠολΔ).

 

Από τις διατάξεις των άρθρων 49-51 του ν.δ. της 17.7/16.8.1923 «περί σχεδίων πόλεων κλ.π.» όπως αντικαταστάθηκαν και κυρίως εξολοκλήρου, το τελευταίο άρθρο 51 με το ν δ. 2934/1954 «περί τροποποιήσεως των περί σχεδίων πόλεων κλ.π. διατάξεων σχετικών προς την ανοικοδόμηση των σεισμοπλήκτων Ιονίων Νήσων» συνάγεται ότι, όταν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος ταυτόχρονης τακτοποιήσεως πολλών παρακειμένων οικοπέδων, συνιστάται με απόφαση της Αρχής «Κτηματική Ομάς». η οποία προβαίνει σε παραχώρηση των τακτοποιηθέντων οικοπέδων στους δικαιούχους. Σε εξαιρετικές δε περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται η επείγουσα εφαρμογή του σχεδίου, ολόκληρη η καταλαμβανόμενη από την ομάδα έκταση, θεωρείται απαλλοτριούμενη σαν ενιαίο σύνολο υπέρ των ιδιοκτήτων ακινήτων που έχουν περιληφθεί στην ομάδα για διανομή μεταξύ αυτών των οικοδομήσιμων χώρων, που έχουν ορισθεί στην έκταση αυτή για την εφαρμογή του σχεδίου. Ότι μετά την έκδοση και δημοσίευση της υπουργικής αποφάσεως περί συστάσεως "κτηματικής ομάδας" δημιουργείται νομική κατάσταση που επηρεάζει τα πρώην περιουσιακά δικαιώματα των ιδιοκτητών και κατ' ακολουθίαν και τη νομή αυτών στις περιλαμβανόμενες στην ομάδα αυτή ιδιοκτησίες. Στη νέα αυτή  κατάσταση, ανεξάρτητα από τη βούληση του ιδιοκτήτη, όλα τα τακτοποιητέα και προσκυρωτέα κτήματα που αποτελούν την κτηματική ομάδα που συστάθηκε με την υπουργική απόφαση, θεωρούνται απαλλοτριούμενα σαν ενιαίο σύνολο υπέρ των άνω ιδιοκτητών και κάθε έννομη σχέση που προϋπάρχει σ' αυτά αποσβέννυται σύμφωνα με το νόμο η δε προσποριζόμενη κυριότητα στο σύνολο των ιδιοκτήτων και του νομικού προσώπου της Κτηματικής Ομάδος και μέσω αυτής σε καθένα από τους δικαιούχους, μετά τη μεταγραφή του παραχωρητηρίου φέρει τον χαρακτήρα της πρωτοτύπου και είναι ανεξάρτητη κάθε κυριότητας δικαιοπαρόχου και αν ακόμη δόθηκε στον δικαιούχο το δικό του κτήμα, καταργούμενης της προ της απαλλοτριώσεως σχέσεως νομής του προς το πράγμα. Έτσι οι ιδιοκτήτες παλαιών οικοπέδων που έχουν περιληφθεί στην Κτηματική Ομάδα λαμβάνουν αυτούσια (φυσική) αποζημίωση για την αναγκαστική απαλλοτρίωση του παλαιού οικοπέδου  τους και την καταβολή ενδεχομένως συμπληρωματικής αποζημιώσεως στην περίπτωση που η συνολική αξία του παλαιού ακινήτου τους είναι μεγαλύτερη απ' αυτήν του νέου παραχωρουμένου ακινήτου (ΑΠ 1007/1993 ΕΕΝ 1999 σελ. 84-9, ΑΠ 689/1992 ΕλλΔνη  35 99,ΕφΠατρ 1019/2001 ΑχΝομ 2002.55, ΕφΠατρ 271/2002 ΑχΝομ 2003.155). Το εν λόγω οικόπεδο μέχρι την οριστική παραχώρηση στο δικαιούχο παραμένει στην κυριότητα και νομή του νομικού προσώπου της κτηματικής ομάδας αφού η κυριότητα από αυτό στον τρίτο μετατίθεται αποκαθαιρόμενη από οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος και αυτό της νομής. Χρονικό σημείο μετάθεσης της κυριότητας δεν είναι αυτό της κυρώσεως της πράξης αναδασμού και των σχετικών κτηματολογικών πινάκων και διαγραμμάτων  αλλά εκείνο της  μεταγραφής του παραχωρητηρίου (ΕφΠατρ 271/2002 οπ). Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι τα ακίνητα που απαλλοτριώθηκαν από τη συντέλεση της απαλλοτρίωσης περιέρχονται κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο και είναι έκτοτε ανεπίδεκτα χρησικτησίας εκ μέρους τρίτου προσώπου για όσο χρονικό διάστημα ανήκουν στην κυριότητα του δημοσίου) δηλαδή από το χρόνο συντέλεσης της απαλλοτρίωσης μέχρι της παραχωρήσεως των απαλλοτριωθέντων ακινήτων στους δικαιούχους κατά τα ανωτέρω. Περαιτέρω, με το άρθρο 4 παρ. 1 και 2 του Ν. 3127/2003 ορίζονται τα εξής "1. Σε ακίνητο που βρίσκεται μέσα σε σχέδιο πόλεως ή μέσα σε οικισμό που προϋφίσταται του έτους 1923 ή μέσα σε οικισμό κάτω των 2.000 κατοίκων, που έχει οριοθετηθεί ο νομέας του θεωρείται κύριος έναντι του Δημοσίου εφόσον α) νέμεται, μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, αδιαταράκτως για δέκα (10) έτη το ακίνητο, με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία, υπέρ του ιδίου ή του δικαιοπαρόχου του, που έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-2-1945, εκτός εάν κατά τη κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη, ή β) νέμεται μέχρι τη έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, το ακίνητο αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ετών. εκτός εάν κατά την κτήση της νομής βρισκόταν σε κακή πίστη. Στο χρόνο νομής που ορίζεται στις περιπτώσεις στις α' και β' προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπαρόχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σε κακή πίστη βρίσκεται ο νομέας, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 του ΑΚ 2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται για ακίνητο εμβαδού μέχρι 2.000 τ.μ. Για  ενιαίο ακίνητο εμβαδού  μεγαλύτερου των  2.000 τ.μ.  οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται μόνο εφόσον στο ακίνητο υφίσταται κατά την 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τοις εκατό (30%) του ισχύοντος συντελεστή δόμησης στην περιοχή". Από την ως άνω σαφή διατύπωση των προπαρατεθεισών διατάξεων προκύπτει ότι οι απαιτούμενες προϋποθέσεις εφαρμογής του είναι αθροιστικώς, οι ακόλουθες: Α) Να πρόκειται για ακίνητο που βρίσκεται εντός σχεδίου  πόλεως ή εντός προϋφισταμένου  του έτους 1923 οικισμού ή εντός οριοθετηθέντος οικισμού, ο πληθυσμός του οποίου συμφώνως με την τελευταία (προ της ενάρξεως εφαρμογής του ως άνω νόμου) απογραφή δεν υπερβαίνει τους 2.000 κατοίκους. Β) Να πρόκειται για ακίνητο εμβαδού α) μέχρι 2.000 τετρ. μέτρων, ή β) μείζονος των 2.000 τετρ. μέτρων εφόσον στο ακίνητο αυτό υπήρχε στις 31-12-2002 κτίσμα που καλύπτει ποσοστό τουλάχιστον 30% του ισχύοντος στην περιοχή συντελεστή δόμησης, Γ) Να έχει καταστεί το ακίνητο αντικείμενο αδιατάρακτης νομής μέχρις ενάρξεως ισχύος του ως άνω νόμου α) επί δέκα έτη με νόμιμο τίτλο από επαχθή αιτία υπέρ του ιδίου του νεμομένου ή νεμηθέντος ή υπέρ των δικαιοπάροχων του, εφόσον ο νόμιμος αυτός τίτλος έχει καταρτισθεί και μεταγραφεί μετά την 23-2-1945, εκτός εάν κατά την κτήση της νομής ο επικαλούμενος κυριότητα ή οιοσδήποτε από τους δικαιοπαρόχους του ήταν κακής πίστεως, ή β) επί τριάντα έτη. εκτός εάν κατά την κτήση της νομής ο επιληφθείς της νομής του ακινήτου ήταν κακής πίστεως, δηλαδή εφόσον δεν συνέτρεχαν κατα τον χρόνο κτήσεως της νομής οι προϋποθέσεις του άρθρου 1042 ΑΚ. Εξάλλου, στο χρόνο νομής των ως άνω περιπτώσεων α' και β' προσμετράται και ο χρόνος νομής των δικαιοπάροχων που διανύθηκε με τις ίδιες προϋποθέσεις (ΑΠ 1120/2008 αδημ).

 

Στην προκείμενη περίπτωση από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχοντα, στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, την με αριθμό ...2009 ένορκη βεβαίωση ενώπιον της συμβολαιογράφου Αργοστολίου …... που λήφθηκε με επιμέλεια της ενάγουσας κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της εναγομένης, τις με αριθμό ...... ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Αργοστολίου …... που λήφθηκαν με επιμέλεια των κυρίως παρεμβαινουσών …... μετά από νόμιμη κλήτευση της ενάγουσας και όλων ανεξαιρέτως των εγγράφων που οι διάδικοι επικαλούνται και επαναπροσκομίζουν είτε ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά. Το επίδικο ακίνητο (οικόπεδο) έχει εμβαδό 890.66 τ.μ. εντός του οποίου βρίσκεται ημιτελής οικία επιφανείας 60 τ.μ και βρίσκεται στη θέση "Στρατώνα" εντός της πόλης του Ληξουρίου και εμφαίνεται στα κτηματολογικά βιβλία του Κτηματολογικού Γραφείου Ληξουρίου Κεφαλονιάς με τον αποκλειστικό κωδικό εθνικού κτηματολογίου [ΚΑΕΚ] ...... και συνορεύει γύρωθεν, βόρεια εν μέρει με ιδιοκτησία ......, εν μέρει με ιδιοκτησία ......, εν μέρει με ιδιοκτησία …… και εν μέρει με παρακείμενη πλατεία, ανατολικά με την οδό Μακαρίου, νότια κατά ένα μέρος με ιδιοκτησία ...... κατά άλλο μέρος με ιδιοκτησία άγνωστου προσώπου και τέλος δυτικά με πεζοδρόμιο, πέραν δε αυτού με την οδό ....... Επί του ακινήτου αυτού υφίστατο πριν το έτος 1954 αγροληπτική σχέση, διεπόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 1627-1650 του Ιονίου Αστικού Κώδικα, με αγροδότες τους ...... και αγρολήπτη αντίστοιχα τον ......, πατέρα της ενάγουσας. Ο ...... αποβίωσε το έτος 1949 χωρίς να αφήσει διαθήκη, καταλείποντας πλησιέστερο συγγενή και μόνο εξ αδιαθέτου κληρονόμο του τον αδερφό του ...... Στη συνέχεια το έτος 1953 και συγκεκριμένα το μήνα Αύγουστο απεβίωσε ο παραπάνω αγρολήπτης ......, καταλείποντας πλησιέστερους συγγενείς και μόνους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του αφενός μεν τη σύζυγο του ......, και αφετέρου τα τέσσερα νόμιμα τέκνα του, μεταξύ των οποίων και την ενάγουσα. Κατόπιν, δυνάμει του άρθρου 2 § 1 του Ν. 3096/1954, διαλύθηκε η προαναφερόμενη στο επίδικο ακίνητο αγροληψία και η δικαιοπάροχος της ενάγουσας αφενός και ο ...... αφετέρου κατέστησαν συγκύριοι κατ' ισομοιρία του επιδίκου, συμφωνά με τα οριζόμενα ειδικότερα στην 3η παράγραφο του ως άνω άρθρου 2 του ως άνω …… Ακολούθως, το ίδιο άνω έτος  εκδόθηκε επίσης η απόφαση αριθμός Δ.8018/07.08.1954 του Υφυπουργού Α.Σ.Ν. περί συστάσεως κτηματικής ομάδας στην πόλη του Ληξουρίου Κεφαλληνίας [Φ.Ε.Κ. 173 Β] βάσει των διατάξεων του ν.δ. 2934/1954 "περί τροποποιήσεως των περί σχεδίου πόλεων κλ.π. διατάξεων και ειδικών τινών διατάξεων σχετικών με την ανοικοδόμηση των Σεισμόπληκτων Ιονίων Νήσων". Επακολούθησε η συνταχθείσα την 30.09.1954 πράξη αναδασμού αριθμός ... των οικοπέδων της πόλης του Ληξουρίου, που κυρώθηκε με την υπ' αριθμό Ε.3969 "περί κυρώσεως της υπ' αριθμό 8438/1954 πράξεως αναδασμού οικοπέδων πόλεως Ληξουρίου" απόφαση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων, δυνάμει της οποίας προέκυψε νέο οικόπεδο εντός της πόλεως του Ληξουρίου, που έφερε τον αριθμό 36 και το οποίο ταυτιζόταν με το ακίνητο, του οποίου συγκύριοι κατά τα προαναφερθέντα ήταν οι ως άνω ... και αυτό παραχωρήθηκε στους τελευταίους κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου στον καθένα τους, ενώ αργότερα και συγκεκριμένα στις 2802.1974 εκδόθηκε το σχετικό παραχωρητήριο από την Υπηρεσία Οικισμού του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Δημοσίων Έργων Στις 24-2-1956 αποβίωσε ο ……, άγαμος και δίχως κατιόντες και δυνάμει της από 2-1-1948 ιδιόγραφης διαθήκης του, που δημοσιεύτηκε με το με αριθμό ....../1956 πρακτικό του Πρωτοδικείου Αθηνών και η οποία κηρύχθηκε κυρία με την με αριθμό ....../1956 του ιδίου ως άνω Δικαστηρίου εγκατέστησε κληρονόμο του σε ολόκληρη την περιουσία του στο Ληξούρι Κεφαλονιάς τον αδερφό του ......, ο οποίος ενώ ζούσε κατά το χρόνο σύνταξης της εν λόγω διαθήκης, είχε αποβιώσει πριν το χρόνο της επαγωγής. Την περιουσία που κατέλειπε στην Αθήνα ο διαθέτης την άφηνε στη …… Παρόλο που από το θάνατο του αδερφού του [το έτος 1949] μέχρι το χρόνο του δικού του θανάτου [το έτος 1956] μεσολάβησε χρονικό διάστημα έξι (6) και πλέον χρόνων, ο ως άνω κληρονομούμενος δεν μερίμνησε να αλλάξει την πιο πάνω διάταξη της διαθήκης του, με την οποία εγκαθιστούσε κληρονόμο τον αδερφό του καθόσον όπως αποδεικνύεται για την τύχη της περιουσίας του στο Ληξούρι είχε ήδη μεριμνήσει ο ...... Συγκεκριμένα, όσον άφορα το επίδικο ακίνητο το είχε δωρίσει τούτο ατύπως στη ......, προς υλική αλλά και ηθική στήριξη της, ενόψει του ότι εξαιτίας του θανάσιμου τραυματισμού του συζύγου της κατά τους σεισμούς του μηνός Αυγούστου του έτους 1953, αυτή είχε μείνει μόνη με τέσσερα τέκνα. Η τελευταία, αφού παρέλαβε στη νομή της ολόκληρο το επίδικο ακίνητο, ασκούσε επ' αυτού διακατοχικές πράξεις με διάνοια αποκλειστικής κυρίας. Ειδικότερα, η …... αμέσως μετά τους σεισμούς του μηνός Αυγούστου του έτους 1953 ανήγειρε εντός του επίδικου ακινήτου παράγκα, επιπλέον δε έδωσε την άδεια και στους ... να ανεγείρουν στον ίδιο χώρο κι αυτοί παράγκες, προκειμένου να καλύψουν τις στεγαστικές τους ανάγκες, που ανέκυψαν εξαιτίας του σεισμού. Οι πιο πάνω …... παρέμειναν μέσα στο επίδικο για χρονικό διάστημα 5-6 χρόνων με την ανοχή της δικαιοπαρόχου της ενάγουσας, έως ότου δηλαδή τούτο δόθηκε από την ως άνω ... για ανοικοδόμηση, οπότε και ανεγέρθηκε το οικοδόμημα, που κείται ακόμα ημιτελές [γιαπί] στο εσωτερικό του. Περαιτέρω η ...... φύτεψε στο επίδικο οπωροφόρα δέντρα, κλιματαριές και άλλα καλλωπιστικά φυτά και όταν στις 28-2-1974 εκδόθηκε το παραχωρητήριο αριθμός 920 της Κτηματικής Ομάδας Ληξουρίου, η …. παρέλαβε αυτό και το μετέγραψε νόμιμα στις 07.03.1974 στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου του Δήμου Παλικής, στον τόμο ... με αύξοντα αριθμό ... [βλ. σχετικά το προσκομιζόμενο από 14.09 2009 πιστοποιητικό της μεταγραφοφύλακος του ως άνω Υποθηκοφυλακείου]. Η τελευταία αυτή ενέργεια της, όπως άλλωστε και οι προαναφερθείσες υλικές πράξεις, τις οποίες ασκούσε στο επίδικο αμέσως μετά τους σεισμούς του έτους 1953, αποδεικνύουν ότι η δικαιοπάροχος της ενάγουσας ..., είχε αυτό στην αποκλειστική κατοχή της τουλάχιστον από το έτος 1954. Με την παραλαβή δε και κατόπιν μεταγραφή του ως άνω παραχωρητηρίου απέκτησε - σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, τη συγκυριότητα στο επίδικο κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, ήτοι κατά το μέρος που η ίδια αναφερόταν στο παραχωρητήριο, ενώ έκτοτε άρχισε να νέμεται το επίδικο με τα προσόντα της έκτακτης χρησικτησίας όσον αφορά το εμπράγματο δικαίωμα του έτερου αναγραφόμενου στο παραχωρητήριο προσώπου, ήτοι του ......, ο οποίος είχε πεθάνει 18 περίπου χρόνια πριν την έκδοση του παραχωρητηρίου αυτού. ʼλλωστε και το χρονικό διάστημα μετά το έτος 1974 νομέας του επιδίκου αποδεικνύεται ότι ήταν η …... σύμφωνα και με τη με αριθμό 893/1982 απόφαση του Εφετείου Πατρών που σύμφωνα με αυτή (την απόφαση) η …… την οποία - όπως ήδη αναφέρθηκε προηγουμένως - ο ως άνω ... είχε εγκαταστήσει κληρονόμο του μόνο στην περιουσία που κατέλιπε στην Αθήνα, άσκησε τις από 1-10-1978 δύο αγωγές της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, στρεφόμενες σε βάρος της …... καθώς και του ...... φερόμενου ως δικαιοπαρόχου   της εναγομένης αλλά και όλων των κυρίως παρεμβαινουσών, ζητώντας τη δικαστική διανομή του ακινήτου της κτηματικής ομάδας Ληξουρίου αριθμός ..., δηλαδή του επιδίκου, όπως επίσης και του ομόρου αυτού ακινήτου αριθμός …, το οποίο ανήκε στον …..., διατεινόμενη ότι η ίδια τυγχάνει συγκύρια σε αμφότερα τα ακίνητα αυτά κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου. Επ' αυτής εκδόθηκε η οριστική απόφαση αριθμός 96/1980 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας . η οποία έκανε δεκτές αμφότερες τις αγωγές χωρίς όμως να αποδεικνύεται τελεσιδικία. Στις παραπάνω δίκες εκείνες, πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια, η εναγόμενη …... εμφανίστηκε ως αποκλειστική κυρία του ήδη επίδικου ακινήτου, αντίστοιχα δε ο …... ως αποκλειστικός κύριος του όμορου ακινήτου με αριθμό ... και όχι του επίδικου. Επίσης κατά το χρονικό διάστημα μετά τα ως άνω έτη 1978-1982 νομέας ολόκληρου του επιδίκου ακινήτου εξακολουθούσε να είναι μόνη η ... η οποία το έτος 1985, επιθυμώντας να διανείμει την περιουσία της μεταξύ των τεσσάρων παιδιών της, παρέδωσε με τη βούληση της τη νομή του επιδίκου στην ενάγουσα αιτία σύμβασης δωρεάς, η οποία καταρτίστηκε ατύπως. Η τελευταία δε παρέλαβε στη νομή της ολόκληρο το επίδικο ομοίως με τη βούληση της και έκτοτε το κατέχει αυτό σε ολόκληρη του την έκταση με διάνοια αποκλειστικής κυρίας. Τα παραπάνω αποδεικνύονται και από το συμβόλαιο γονικής παροχής αστικού ακινήτου αριθμός ….../18.09.1992 της συμβολαιογράφου Αργοστολίου …... δυνάμει του οποίου ο …... μεταβιβάζει αιτία γονικής παροχής την ψιλή κυριότητα του όμορου ακινήτου αριθμός … στο γιο του …... ενώ στη γενόμενη περιγραφή του ακινήτου, το οποίο αφορά η γονική παροχή, αναφέρεται ότι τούτο συνορεύει με το οικόπεδο αριθμός … του ίδιου οικοδομικού τετράγωνου [επίδικο] και ως συγκυρία αυτού ο ίδιος ο παρέχων …..., αναφέρει τους κληρονόμους της …..., μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η ενάγουσα [βλ. σχετικά στο 20 φύλλο τελευταίος στίχος της 1 ης σελίδας και 10ς στίχος της επομένης του πιο πάνω συμβολαίου]. Από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδεικνύεται επίσης ότι η ενάγουσα, αφότου παρέλαβε στη νομή της το επίδικο ακίνητο το έτος 1985. ασκεί αδιαλείπτως επ' αυτού διακατοχικές πράξεις, εκδηλώνοντας τη διάνοια της να νέμεται τούτο ως αποκλειστική κυρία. Συγκεκριμένα, αυτή επιμελείται των ορίων του. το καθαρίζει, περιποιείται τα εντός αυτού οπωροφόρα δέντρα, τις κληματαριές και τα καλλωπιστικά φυτά, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω τρίτων, που κατ' εντολή της ενεργούν διακατοχικές πράξεις επ' αυτού. Επομένως, εφόσον η ενάγουσα νέμεται το επίδικο αδιαλείπτως για χρονικό διάστημα πάνω από 30 χρόνια [άρθρο 1045 ΑΚ], επιπλέον δε νέμεται τούτο και με τα προσόντα του άρθρου 4 του Ν. 3127/2003. όπως αυτά αναλυτικά αναφέρθηκαν στην μείζονα σκέψη για το ίδιο χρονικό διάστημα, ενόψει του ότι το Ληξούρι Κεφαλληνίας είναι οικισμός προϋπάρχων του έτους 1923 και το επίδικο υπολείπεται των 2.000 τετραγωνικών μέτρων, έχει καταστεί αποκλειστική κυρία αυτού. Αποδεικνύεται επίσης ότι η εναγομένη, χωρίς να έχει οποιοδήποτε εμπράγματο δικαίωμα στο επίδικο ακίνητο, διατείνεται αναληθώς ότι ένα τμήμα του της ανήκει κατά συγκυριότητα και συγκεκριμένα κατά ποσοστό 1/5 εξ αδιαιρέτου, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό σύγχυση και αμφιβολία. Συνεπώς κρίνοντας κατά τον ίδιο τρόπο και η εκκαλούμενη απόφαση, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε με το να δεχτεί, με την ίδια κατά βάση αιτιολογία, τα αυτά σε σχέση με ανωτέρω.

 

Γι' αυτό και οι τα αντίθετα υποστηρίζοντες σχετικοί λόγοι των κρινόμενων εφέσεων, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι από ουσιαστική άποψη. Κατά ακολουθίαν των ανωτέρω αποδειχθέντων και εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκανε δεκτή την από 28-7-2008 (αριθ. εκθ. καταθ. 251/2008) αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας και απέρριψε ως αβάσιμες τις ασκηθείσες κυρίες παρεμβάσεις, δεν έσφαλε ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις, είναι δε αβάσιμοι και απορριπτέοι οι λόγοι των εφέσεων καθώς και οι εφέσεις στο σύνολο τους ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Τέλος, η δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων κάθε συνεκδικαζόμενης έφεσης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των εκκαλούντων κάθε συνεκδικαζόμενης έφεσης λόγω της ήττας τους (άρθρο 183 του Κ.Πολ.Δ., ΑΠ 1382/2005 αδημ., ΑΠ 1617/1999), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

Κηρύσσει απαράδεκτη α) την από 2/1/2012 (αριθ. εκθ. κατάθ. 4/2012) έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά των κυρίως παρεμβαινόντων στην από 28/7/2008 αγωγή και β) την από 2/1/2011 (αριθ. εκθ. κατάθ. 5/2012) έφεση κατά το μέρος που στρέφεται κατά των εναγομένων της κυρίας αγωγής.

 

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων τις από 2-1-2012 (αριθ. Εκθ. καταθ. 4/2012) και από 2-1-2011 (αριθ. εκθ. καταθ 5/2012) εφέσεις

 

Δέχεται εν μέρει τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν τις παραπάνω εφέσεις

 

Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων κάθε συνεκδικαζόμενης έφεσης, τη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων κάθε συνεκδικαζόμενης έφεσης του παρόντος βαθμού δικαιοδοσία την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Πάτρα στις 20 Ιουλίου 2016 έτους με την παραπάνω σύνθεση. Eπειδή το μέλος της σύνθεσης Αλέξανδρος Σάββας, μετετέθη, η παρούσα δημοσιεύθηκε σε  έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του  στις 31 Αυγούστου  2016 έτους με την παρακάτω  σύνθεση  αποτελουμένη από τους Καλλιόπη Πανά, Πρόεδρο Εφετών, Μαρία Γαϊτάνη, Γεώργιο Βερούση, Εφέτες, χωρίς την παρουσία των παρόντων διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.

 

         Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                              Η  ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Και  τούτου    μετατεθέντος  και

αποχωρήσαντος   προς   της  κα-

θαρογραφής  της   παρούσας,  η

αρχαιότερη  Δικαστής   της  συν-         

θέσεως  Εφέτης,  Μαρία  Γαϊτάνη,

κατ’ άρθρο 306 § 2 Κ.Πολ.Δ.