ΤρΔΕφ (Ακ) Θεσ 2433/2017

Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. - Αποκλειστική προθεσμία για την άσκηση προσφυγής (ένστασης) εκ μέρους του ασφαλιστικού φορέα - Εξωϊδρυματικό επίδομα παραπληγίας-–τετραπληγίας -.

 

Υποχρέωση της Διοίκησης να ενημερώσει τον ενδιαφερόμενο για την δυνατότητα άσκησης προδικαστικής προσφυγής, άλλως δεν καθίσταται απαράδεκτη η ασκηθείσα προσφυγή ουσίας. Η αναφορά στην προσβαλλόμενη πράξη περί δυνατότητας άσκησης αίτησης θεραπείας ενώπιον της Τ.Δ.Ε., δεν συνιστά πλήρη και προσήκουσα ενημέρωση του ενδιαφερομένου για την άσκηση προδικαστικής προσφυγής. Ασκηση προσφυγής (ένστασης) από το ασφαλιστικό όργανο κατά γνωμάτευσης της Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής, με την οποία εκρίθη ότι η εκκαλούσα εμπίπτει στις διατάξεις περί παραπληγίας. Αποκλειστική προθεσμία αρχόμενη από την έκδοση της γνωμάτευσης και όχι από την κοινοποίηση αυτής στον ασφαλιστικό φορέα. Εκπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής (ένστασης) καθιστά οριστική και δεσμευτική την γνωμάτευση της Πρωτοβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής. Δεκτή η έφεση, εξαφάνιση εκκαλουμένης απόφασης και αποδοχή της προσφυγής ουσίας με συνέπεια την ακύρωση της απόφασης του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου κατά την οποία λήφθηκε υπόψη η γνωμάτευση της Δευτεροβάθμιας Υγειονομικής Επιτροπής.

 

 

 

Αριθμ. αποφ.: 2433/2017

 

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Γ' ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 11 Μαΐου 2017, με σύνθεση τους: Ιωάννη Λαμπρόπουλο, Εφέτη Δ.Δ., Προεδρεύοντα, ελλείποντος Προέδρου του Τμήματος, Μαρία Τσαγκάρη - Εισηγήτρια και Εμμανουήλ Μιχελακάκη, Εφέτες Δ.Δ. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η δικαστική υπάλληλος Ελένη Μηλιοπούλου.

 

Για να δικάσει την έφεση με χρονολογία κατάθεσης 23-10-2015: της .... η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κωνσταντίνου Τρανσβαλίδη του Δ.Σ.Θ.,

 

κατά του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών» (Ι.Κ.Α.- E.T.A.M.) και ήδη του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΕΦΚΑ), συσταθέντος με τα άρθρα 51 επ. του ν.4387/2016 (Α' 85/12.5.2016), που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Αγ. Κωνσταντίνου αρ. 8) και συνεχίζει τη δίκη ως καθολικός του διάδοχος, για το οποίο παραστάθηκε με δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του ν. 2717/1999 ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Στυλιανός Λεμονίδης του Δ.Σ.Θ.

 

Με την έφεση αυτή ζητείται η εξαφάνιση της 1339/2015 απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

 

Κατά τη συζήτηση, η διάδικος που παραστάθηκε ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη,

 

και

 

αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα, σκέφθηκε κατά το Νόμο:

 

 

1. Επειδή, με την κρινομένη έφεση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχετ. τα 1385513 και 4943023/23-10-2015 ειδικά γραμμάτια είσπραξης), ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 1339/2015 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε προσφυγή της εκκαλούσας κατά της …/30-8-2013 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης και το αίτημα της να της χορηγηθεί εξωϊδρυματικό επίδομα παραπληγίας - τετραπληγίας για το χρονικό διάστημα από 1-2-2012 έως 31-1-2015.

 

 

2. Επειδή, στο άρθρο 63 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97), ορίζεται ότι: «Στις περιπτώσεις που από το νόμο προβλέπεται, κατά της πράξης ή της παράλειψης, διοικητική προσφυγή, η οποία ασκείται, μέσα σε ορισμένη προθεσμία, ενώπιον του ίδιου ή ιεραρχικώς προσταμένου ή άλλου ειδικώς κατεστημένου, οργάνου, και συνεπάγεται τον έλεγχο της πράξης ή της παράλειψης κατά το νόμο και την ουσία (ενδικοφανής προσφυγή), το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται παραδεκτώς μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται για την ενδικοφανή προσφυγή. Αν κατά της πράξης ή της παράλειψης προβλέπονται από το νόμο περισσότερες από μια διαδοχικές ενδικοφανείς προσφυγές, το ένδικο βοήθημα της προσφυγής ασκείται παραδεκτώς μόνο κατά της πράξης που εκδίδεται για την τελευταία ενδικοφανή προσφυγή. Το κατά τις προηγούμενες περιόδους απαράδεκτο του ένδικου βοηθήματος της προσφυγής κατά πράξης ή παράλειψης κατά της οποίας προβλέπεται από το νόμο η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, δεν ισχύει αν η αρμόδια διοικητική αρχή παρέλειψε να ενημερώσει πλήρως, κατά οποιονδήποτε τρόπο, τον ενδιαφερόμενο, τόσο για την υποχρέωση, όσο και για τους όρους άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής». Εξάλλου, στο άρθρο 16 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2690/1999 (Α' 45), ορίζεται ότι: «1... Στην ατομική διοικητική πράξη αναφέρεται, επίσης, η τυχόν δυνατότητα άσκησης της, κατ' άρθρο 25, ειδικής διοικητικής, ή ενδικοφανούς, προσφυγής, γίνεται δε μνεία του αρμόδιου για την εξέταση της οργάνου, της προθεσμίας, καθώς και των συνεπειών παράλειψης της άσκησης της. Προσφυγή που ασκείται σύμφωνα με τις προαναφερόμενες πληροφορίες της υπηρεσίας δεν μπορεί να παραγάγει συνέπειες σε βάρος του προσφεύγοντος».

 

 

3. Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, συνδυαστικά ερμηνευομένων, προς διασφάλιση του κατοχυρωμένου δικαιώματος παροχής έννομης προστασίας, η Διοίκηση υποχρεούται να γνωστοποιεί στο πρόσωπο, το οποίο αφορά υποκείμενη σε ενδικοφανή προσφυγή πράξη, ότι κατ' αυτής προβλέπεται ενδικοφανής προσφυγή προσδιορίζοντας συγχρόνως το όργανο ενώπιον του οποίου ασκείται η προσφυγή και την προς τούτο τασσόμενη από το νόμο αποκλειστική προθεσμία, καθώς, επίσης, και τις συνέπειες που επιφέρει η παράλειψη άσκησης της. Η, κατά τα ανωτέρω, γνωστοποίηση πρέπει να γίνεται με σχετική αναφορά είτε στην υποκείμενη σε ενδικοφανή προσφυγή πράξη, είτε στο έγγραφο κοινοποίησης της, το οποίο την συνοδεύει. Κατά ρητή, εξάλλου, πρόβλεψη του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, στην περίπτωση που η Διοίκηση δεν ενημερώσει, κατ' αυτόν τον τρόπο, το πρόσωπο που αφορά η υποκείμενη σε ενδικοφανή προσφυγή πράξη, η παράλειψη άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής, όπως επίσης και η μη προσήκουσα άσκηση της δεν καθιστά εξ αυτού του λόγου απαράδεκτη την προσφυγή ουσίας που ασκείται, στη συνέχεια, από τον ενδιαφερόμενο, η δε υπόθεση εισάγεται, από την άποψη αυτή, παραδεκτώς ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου και εκδικάζεται ως προς την υποκείμενη σε ενδικοφανή προσφυγή διοικητική πράξη (ΣτΕ 2130/2017, 1159/2012 7μ., 1592/2012 7μ., 690/2013 7μ., 86/2015 7μ., 204/2016 7μ.). Εξάλλου, το απαράδεκτο της προσφυγής, λόγω της μη τήρησης ή μη προσήκουσας τήρησης της ενδικοφανούς διαδικασίας, αίρεται σε κάθε περίπτωση που η Διοίκηση δεν τήρησε την ως άνω διαδικαστική υποχρέωση της, χωρίς να ερευνάται από το Δικαστήριο το ζήτημα εάν ο ενδιαφερόμενος έχει λάβει με άλλο τρόπο γνώση της υποχρέωσης προς άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής και των όρων άσκησης της (ΣτΕ 2130/2017, 1592/2012 7μ., 2945/2010, 1515/2006, 2712, 3465/2005 κ.ά).

 

 

4. Επειδή, στο άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 1140/1981 (Α' 68), όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου της ως άνω παραγράφου από το άρθρο 16 παρ. 1 του ν. 2042/1992 (Α' 75), ορίζεται ότι: «Ασφαλισμένοι φορέων κοινωνικής ασφάλισης, αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κρινόμενοι από Ειδική Επιτροπή, ως πάσχοντες εκ τετραπληγίας - παραπληγίας με ποσοστό ιατρικής αναπηρίας 67% και άνω, δικαιούνται μηνιαίου εξωϊδρυματικού επιδόματος. Του αυτού επιδόματος δικαιούνται και τα μέλη της οικογενείας των ησφαλισμένων τα πάσχοντα εκ της αυτής νόσου. Το επίδομα τούτο καταβάλλεται εκ μίας μόνον πηγής. Το ύψος του ως άνω επιδόματος, αι κατηγορίαι δικαιούχων, αι προϋποθέσεις και η διαδικασία χορηγήσεως και αναστολής καταβολής τούτου, ως και πάσα άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, ρυθμίζονται δι' αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, μετά γνώμην του Διοικητικού Συμβουλίου εκάστου φορέως κυρίας ασφαλίσεως». Στη συνέχεια, με το άρθρο 5 παρ. 2 του ν. 3232/2004 (Α' 48), όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 61 παρ. 3 του ν. 3518/2006 (Α' 272), ορίστηκαν τα εξής: «Στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του Ν. 1140/1981 (ΦΕΚ 68 Α), όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά, υπάγονται και οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους, που: α. πάσχουν από μυασθένεια - μυοπάθεια με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, β. έχουν ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω προερχόμενο από ακρωτηριασμό των δύο άνω ή κάτω άκρων ή κατά το ένα άνω και ένα κάτω άκρο, γ. έχουν φωκομέλεια που επιφέρει τον ίδιο βαθμό κινητικής αναπηρίας με την παραπάνω περίπτωση β' της παραγράφου αυτής, δ. πάσχουν από σκλήρυνση κατά πλάκας που επιφέρει παραπληγία - τετραπληγία με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, ε. έχουν ακρωτηριασμό του ενός άνω ή κάτω άκρου με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, που δεν επιδέχεται εφαρμογής τεχνητού μέλους ...», ενώ, με την παράγραφο 5 του ως άνω άρθρου 61 του ν. 3518/2006, προβλέφθηκε ότι: «Στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 42 του ν. 1140/1981, όπως αυτές ισχύουν, υπάγονται οι ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους που πάσχουν από: α. το σύνδρομο κλάματος γαλής β. ατελή οστεογένεση, με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω και γ. οστεοψαθύρωση, με ποσοστό αναπηρίας 80% και άνω».

 

 

5. Επειδή, με βάση την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του ανωτέρω ν. 1140/1981 εκδόθηκε η Φ.7/1104/13.08.1981 (Β' 5110/04.09.1981) απόφαση του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, με την οποία καθορίστηκαν, μεταξύ άλλων, οι ειδικότερες προϋποθέσεις χορήγησης του επιδόματος τούτου και προβλέφθηκε ότι αρμόδιο όργανο, για τη διαπίστωση της πάθησης που δικαιολογεί την παροχή του εν λόγω επιδόματος, είναι η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του οικείου υποκαταστήματος, όπως αυτή καθορίζεται με την Φ.7/οικ.909/03.07.1981 (Β' 414) υπουργική απόφαση. Με την τελευταία απόφαση, ως Ειδικές Επιτροπές, που προβλέπονται από το άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 1140/1981, για την εξέταση των πασχόντων από τις ανωτέρω παθήσεις, ορίσθηκαν οι Πρωτοβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές του Ι.Κ.Α., εφόσον σ' αυτές μετέχει ιατρός με ειδικότητα ορθοπεδικού ή νευρολόγου. Περαιτέρω, με την παρ. 1 της εν λόγω υπουργικής απόφασης, ορίσθηκε ότι, κατά των αποφάσεων των ανωτέρω υγειονομικών επιτροπών, επιτρέπεται στον ασφαλισμένο και σε κάθε αρμόδιο ασφαλιστικό όργανο προσφυγή κατά τις διατάξεις του άρθρου 35 του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του Ι.Κ.Α.. Τέλος, με το άρθρο 6. του ν. 3863/2010 (Α' 115) οι ως άνω υγειονομικές επιτροπές καταργήθηκαν και ο καθορισμός του ποσοστού αναπηρίας για σύνταξη αναπηρίας έχει ανατεθεί στο Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) που υπάγεται στη Διεύθυνση Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας της Διοίκησης Ι.Κ.Α. - Τ.Ε.Α.Μ.,.

 

 

6. Επειδή, περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 6, 14, 29, και 37 του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του Ι.Κ.Α. (Απόφαση Υπουργού Εργασίας 57440/13.1/7.2.1938, Β' 33), συνάγεται ότι οι γνωματεύσεις των υγειονομικών επιτροπών του Ιδρύματος, ήδη δε των υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), εφόσον είναι ειδικώς αιτιολογημένες, δεσμεύουν τα ασφαλιστικά όργανα του Ιδρύματος και τα επιλαμβανόμενα, στη συνέχεια, τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Εξάλλου, στο άρθρο 28 παρ. 8 του ως άνω Κανονισμού, ορίζεται ότι «Κατά των γνωματεύσεων της Πρωτοβαθμίου Υγειον. Επιτροπής επιτρέπεται προσφυγή, κατά τας διατάξεις του άρθρ. 35 του παρόντος Κανονισμού υπό του ησφαλισμένου και παντός αρμοδίου ασφαλιστικού οργάνου. Τοιαύτη προσφυγή επιτρέπεται εις μεν τον ενδιαφερόμενον ησφαλισμένον εντός δέκα ημερών από της κοινοποιήσεως της γνωματεύσεως εις δε τα αρμόδια δια την χορήγησιν της παροχής ασφαλιστικά όργανα εντός 20 ημερών προκειμένου περί χορηγήσεως παροχών κλάδου ασθενείας και 40 ημερών προκειμένου περί χορηγήσεως παροχών κλάδου αναπηρίας, γήρατος και θανάτου (συντάξεως) από της εκδόσεως της γνωματεύσεως υπό της Α/θμίου Υγειονομικής Επιτροπής». Ακόμη, στο άρθρο 36 του ίδιου Κανονισμού ορίζεται ότι «1. ... ’μα τη καταθέσει της προσφυγής, διαβιβάζεται μερίμνη του υποκαταστήματος, εντός 24 ωρών, ολόκληρος ο φάκελλος εις την αρμοδίαν δευτεροβάθμιον υγειονομικήν επιτροπήν, δια του εν τη έδρα αυτής υποκαταστήματος. 2. Ο πρόεδρος της δευτεροβαθμίου υγειονομικής επιτροπής, παραλαμβάνων τον φάκελλον, εξετάζει εάν η προσφυγή ησκήθη εμπροθέσμως και εν καταφατική περιπτώσει, ορίζει ημέραν και ώραν συζητήσεως και εισηγητήν της υποθέσεως.....3. Η δευτεροβάθμιος υγειονομική επιτροπή, κατά την ορισθείσαν ημέραν, αποφαίνεται επί της υποθέσεως, επικυρούσα ή τροποποιούσα την απόφασιν της πρωτοβαθμίου υγειονομικής επιτροπής, ... .4. Μετά την έκδοσιν της τελικής αποφάσεως διαβιβάζεται εκ νέου ο φάκελλος, μερίμνη του οικείου υποκαταστήματος, εις το αρμόδιον ασφαλιστικόν όργανον προς ενέργειαν των δεόντων, επί τη βάσει της αποφάσεως της δευτεροβαθμίου υγειονομικής επιτροπής». Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις συνάγεται ότι η προσφυγή κατά της γνωμάτευσης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής ασκείται ενώπιον της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής τόσο από το αρμόδιο όργανο του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. όσο και από τον ασφαλισμένο μέσα στην οριζόμενη για καθέναν αποκλειστική προθεσμία (βλ. ΣτΕ. 2006/2007). Από τις ίδιες διατάξεις συνάγεται ότι η γνωμάτευση της Α.Υ.Ε. καθίσταται οριστική και υποχρεωτικά ληπτέα υπόψη από τα αρμόδια ασφαλιστικά όργανα και, σε περίπτωση αμφισβήτησης, από τα αρμόδια τακτικά διοικητικά δικαστήρια, στην περίπτωση μη άσκησης προσφυγής στη Β.Υ.Ε. ή εκπρόθεσμης άσκησης της προσφυγής αυτής, ενώ, σε περίπτωση άσκησης εμπρόθεσμης προσφυγής, λαμβάνεται υπόψη υποχρεωτικώς η γνωμάτευση της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, ατονεί δε, κατ' αρχήν, η γνωμάτευση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής που έχει αχθεί σε δευτεροβάθμια κρίση (πρβλ. ΣτΕ 483/2003, 18/2001, 769/1992).

 

 

7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, που τέθηκαν υπόψη και του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, προκύπτουν τα ακόλουθα: Η εκκαλούσα γεννήθηκε στις 17-4-1978 και υπήχθη στην ασφάλιση του Ιδρύματος από 1-3-1998 έως τον Ιούνιο του έτους 2007, πραγματοποιώντας 734 ημέρες εργασίας με την επαγγελματική ειδικότητα της καθαρίστριας. Με αποφάσεις του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης έλαβε σύνταξη αναπηρίας από κοινή νόσο ίση με το 1/2 της πλήρους από 1-7-2007 έως 12-11-2009 και σύνταξη αναπηρίας ίση με τα 3/4 της πλήρους από 13-11-2009 έως 31-1-2012. Στη συνέχεια, η εκκαλούσα με την …/8-12-2011 αίτηση της ζήτησε την παράταση της συνταξιοδότησης της από την ανωτέρω αιτία και με την 155700/8-12-2011 αίτηση της ζήτησε να της χορηγηθεί το προβλεπόμενο από τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 του ν. 1140/81 εξωϊδρυματικό επίδομα παραπληγίας - τετραπληγίας. Προς τούτο παραπέμφθηκε στην Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) του αρμόδιου Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) της Νομαρχιακής Μονάδας Υγείας Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης, η οποία, με την …/27-3-2012 γνωμάτευση της, αποφάνθηκε ότι η εκκαλούσα πάσχει από «μυασθένεια 2-3 σταδίου», με ποσοστό αναπηρίας 67%, κατά ιατρική πρόβλεψη από 1-2-2012 έως 31-1-2015 και ότι εμπίπτει στις διατάξεις του ν. 3232/2004 (Α' 48) περί παραπληγίας για το ίδιο αυτό διάστημα. Κατά της γνωμάτευσης της Α.Υ.Ε. ο Διευθυντής του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Θεσσαλονίκης άσκησε «ένσταση» (προσφυγή) στις 1-6-2012, με αριθμ. πρωτοκόλλου …  (βλ. σχ. το από 9-7-2013 έγγραφο του καθού Υποκαταστήματος, με τον τίτλο «αποδεικτικό υποβολής ένστασης ... κατά απόφασης ΚΕ.Π.Α.»). Η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Β.Υ.Ε.) του ως άνω ΚΕ.Π.Α., η οποία επιλήφθηκε της προσφυγής, με την …/29-3-2013 γνωμάτευση της, αποφάνθηκε ότι η εκκαλούσα πάσχει από «βαριά μυασθένεια II σταδίου», εξαιτίας της οποίας το ποσοστό αναπηρίας της ανέρχεται σε 50%, για το χρονικό διάστημα από 1-2-2012 έως 31-1-2015 και ότι δεν εμπίπτει στις διατάξεις των νόμων 1140/1981 και 3232/2004 περί παραπληγίας - τετραπληγίας. Με βάση τη γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. ο Διευθυντής του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης με την …/30-8-2013 απόφαση του απέρριψε το αίτημα της εκκαλούσας για χορήγηση του επίδικου εξωϊδρυματικού επιδόματος και συγχρόνως την ενημέρωσε, με την ίδια απόφαση, ότι μπορεί να ασκηθεί αίτηση θεραπείας κατ' αυτής στην Τοπική Διοικητική Επιτροπή μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την επίδοση της. Κατά της ανωτέρω απόφασης η εκκαλούσα άσκησε στις 27-9-2013 αίτηση θεραπείας στην Τοπική Διοικητική Επιτροπή του προαναφερόμενου Υποκαταστήματος και στις 22-10-2013 προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με την εκκαλούμενη απόφαση. Ειδικότερα, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, εκτιμώντας ως ενδικοφανή προσφυγή την αίτηση θεραπείας της εκκαλούσας κατά της απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Θεσσαλονίκης, έκρινε ότι αυτή είχε απορριφθεί σιωπηρώς στις 27-12-2013 με την παρέλευση τριμήνου από την υποβολή της σύμφωνα με το άρθρο 63 παρ. 4 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Περαιτέρω, έκρινε ότι η προσφυγή της εκκαλούσας ήταν απαράδεκτη και απορριπτέα σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 63 του ως άνω Κώδικα, με την αιτιολογία ότι στο δικόγραφο της δεν γινόταν μνεία της άσκησης της προαναφερόμενης ενδικοφανούς προσφυγής. Με την κρινόμενη έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της ανωτέρω κρίσης της εκκαλούμενης. Προβάλλεται δε, μεταξύ άλλων, ότι παραδεκτώς ασκήθηκε προσφυγή κατά της 20113/30-8-2013 απόφασης του Διευθυντή διότι η διοίκηση δεν ενημέρωσε πλήρως την εκκαλούσα για την υποχρέωση της να ασκήσει κατ' αυτής ενδικοφανή προσφυγή αφού στην εν λόγω απόφαση σημειώνεται ότι μπορεί να ασκηθεί αίτηση θεραπείας και όχι ενδικοφανής προσφυγή και δεν αναφέρονται οι συνέπειες της μη άσκησης της ενδικοφανούς προσφυγής, ήτοι το απαράδεκτο της προσφυγής στο δικαστήριο.

 

 

8. Επειδή, η κατά τα προεκτεθέντα ενημέρωση της εκκαλούσας ότι κατά της …/30-8-2013 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης μπορεί να ασκηθεί αίτηση θεραπείας ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής εντός τρίμηνης προθεσμίας από την παραλαβή της δεν συνιστούσε την προσήκουσα πλήρη ενημέρωση για την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής. Και τούτο διότι δεν προσδιορίζονταν σ' αυτήν, όπως ήταν αναγκαίο σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 3η σκέψη, οι συνέπειες που επιφέρει η παράλειψη άσκησης της, δεν ενημερώθηκε, δηλαδή, η εκκαλούσα ότι σε περίπτωση που δεν ασκήσει την προσφυγή αυτή ενώπιον της Τ.Δ.Ε., θα είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη ενδεχόμενη απευθείας προσφυγή της ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων (ΣτΕ 2130/2017, πρβλ. και ΣτΕ 690/2013 7μ., 204/2016 7μ.). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, κατ' εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου, απέρριψε με την εκκαλούμενη απόφαση του ως απαράδεκτη την προσφυγή της εκκαλούσας, κατά τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο της υπό κρίση έφεσης. Με τα δεδομένα αυτά, η έφεση πρέπει να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση και να εκδικασθεί κατ' ουσία η από 22-10-2013 προσφυγή της εκκαλούσας κατά της …/30-8-2013 απόφασης του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης.

 

 

9. Επειδή, με την προσφυγή της αυτή η εκκαλούσα-προσφεύγουσα αμφισβητεί την ορθότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι προκειμένου να κριθεί αν δικαιούταν να λάβει το ένδικο επίδομα έπρεπε να ληφθεί υπόψη η γνωμάτευση της Α.Υ.Ε. γιατί η προσφυγή κατ' αυτής στην Β.Υ.Ε. ήταν εκπρόθεσμη.

 

 

10. Επειδή, σύμφωνα με τις διατάξεις που εκτέθηκαν στην 6η σκέψη και την ερμηνεία τους, το ασφαλιστικό όργανο που είναι αρμόδιο για την απονομή παροχής, για την οποία απαιτείται ιατρική γνώμη, σε περίπτωση που αμφισβητεί τη γνωμάτευση της Α.Υ.Ε. δύναται να ασκήσει κατ' αυτής προσφυγή στην αρμόδια Β.Υ.Ε. Η εν λόγω προσφυγή ασκείται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 28 παρ. 8 του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., εντός αποκλειστικής προθεσμίας, η οποία, προκειμένου για τη χορήγηση του εξωϊδρυματικού επιδόματος παραπληγίας - τετραπληγίας, που αποτελεί παροχή αναπηρίας, είναι σαράντα (40) ημέρες και αρχίζει, κατά τη ρητή διατύπωση της ως άνω διάταξης, από την έκδοση της γνωμάτευσης της Α.Υ.Ε. Εξάλλου, η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτής έχει ως συνέπεια να καθίσταται οριστική η γνωμάτευση της Α.Υ.Ε.. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τα εκτεθέντα στην 7η σκέψη, η γνωμάτευση της Α.Υ.Ε. εκδόθηκε στις 27-3-2012 και η προσφυγή του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος ΙΚΑ Θεσσαλονίκης κατ' αυτής στη Β.Υ.Ε. ασκήθηκε την 1-6-2012. Με αυτά τα δεδομένα, όμως, και εφόσον αφετηρία της ως άνω προθεσμίας αποτελεί, κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, η ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της Α.Υ.Ε., και όχι η ημερομηνία κοινοποίησης της στο Ι.Κ.Α., όπως εσφαλμένα υπολαμβάνει το εφεσίβλητο - καθού η προσφυγή Ίδρυμα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η πιο πάνω· προσφυγή του Διευθυντή ασκήθηκε εκπροθέσμως, δηλαδή μετά τη παρέλευση της ως άνω προθεσμίας των σαράντα ημερών, που έληξε στις 7-5-2012 - (καθόσον η τεσσαρακοστή ημέρα, 6-5-2012, ήταν Κυριακή). Συνεπώς, και εφόσον δεν γίνεται από το καθού επίκληση λόγων ανωτέρας βίας που να δικαιολογούν το εκπρόθεσμο της άσκησης της προσφυγής, μη νομίμως για την κρίση του αιτήματος της εκκαλούσας-προσφεύγουσας λήφθηκε υπόψη με την προσβαλλόμενη απόφαση η γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. Κατόπιν τούτου, η απόφαση αυτή πρέπει να ακυρωθεί, κατ' αποδοχή ως βάσιμου του σχετικού λόγου της προσφυγής, απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου προβαλλόμενων από το καθού Ίδρυμα. Ακολούθως, για τη κρίση του ως άνω αιτήματος ληπτέα υπόψη και δεσμευτική για το Δικαστήριο είναι η οριστική γνωμάτευση της Α.Υ.Ε., η οποία παρίσταται πλήρως αιτιολογημένη, δεδομένου άλλωστε ότι κατά του περιεχομένου της δεν προβάλλονται συγκεκριμένες αιτιάσεις από το καθού. Εφόσον δε, σύμφωνα με την εν λόγω γνωμάτευση, η εκκαλούσα-προσφεύγουσα πάσχει από «μυασθένεια 2-3 σταδίου», με ποσοστό αναπηρίας 67%, κατά ιατρική πρόβλεψη από 1-2-2012 έως 31-1-2015 και εμπίπτει στις διατάξεις του ν. 3232/2004 περί παραπληγίας, το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτή δικαιούται να λάβει για το ίδιο χρονικό διάστημα το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 42 παρ. 1 του ν. 1140/1981 εξωϊδρυματικό επίδομα.

 

 

11. Επειδή, μετά από αυτά, πρέπει να γίνει δεκτή η προσφυγή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να αναγνωρισθεί ότι η εκκαλούσα - προσφεύγουσα δικαιούται να λάβει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 1140/1981 εξωϊδρυματικό επίδομα για το χρονικό διάστημα από 1-2-2012 έως 31-1-2015.

 

 

12. Επειδή, μετά την αποδοχή της έφεσης και της προσφυγής πρέπει αποδοθούν στην εκκαλούσα-προσφεύγουσα τα παράβολα που κατέβαλε για την άσκηση τους βάσει των 1385513, 4943023/23-10-2015 και των 5723360, 4410082-83/22-10-2013 ειδικών γραμματίων είσπραξης αντίστοιχα και να επιβληθούν στο καθ’ ού τα δικαστικά της έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που ανέρχονται σε πεντακόσια εβδομήντα έξι (576,00) ευρώ για την κατ' έφεση δίκη και σε διακόσια σαράντα έξι (246,00) ευρώ για την πρωτόδικη.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δέχεται την έφεση.

 

Εξαφανίζει την 1339/2015 οριστική απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

 

Δικάζει την από 22-10-2013 προσφυγή της εκκαλούσας-προσφεύγουσας και δέχεται αυτήν.

 

Ακυρώνει την …/30-8-2013 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. Θεσσαλονίκης.

 

Αναγνωρίζει ότι η εκκαλούσα-προσφεύγουσα δικαιούται να λάβει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρο 42 παρ. 1 του ν. 1140/1981 εξωϊδρυματικό επίδομα για το χρονικό διάστημα από 1-2-2012 έως 31-1-2015.

 

Διατάσσει την απόδοση σ' αυτήν του παραβόλου της έφεσης και του παραβόλου της προσφυγής.

 

Καταλογίζει στον «Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης» (ΕΦΚΑ) τα δικαστικά έξοδα της εκκαλούσας - προσφεύγουσας και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, που ανέρχονται σε πεντακόσια εβδομήντα έξι (576,00) ευρώ για την κατ' έφεση δίκη και σε διακόσια σαράντα έξι (246,00) ευρώ για την πρωτόδικη.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 25-9-2017 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, στις 31-10-2017, με Γραμματέα το δικαστικό υπάλληλο Αθανάσιο Πολυχρονίδη, λόγω κανονικής άδειας της Γραμματέως Ελένης Μηλιοπούλου.

 

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ                               Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ