ΤρΔΠρΠειρ 683/2010

 

Αρχή ισότητας - Αποδοχές - Ειδική αποζημίωση καταβαλλόμενη στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας - Μόνιμοι υπάλληλοι νοσοκομείων -.

 

 

Η εξαίρεση των μονίμων υπαλλήλων νοσοκομείων (νοσηλευτικού προσωπικού) από την καταβολή σε αυτούς της ειδικής αποζημίωσης, που καταβλήθηκε στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας από τον ειδικό λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, ο οποίος συστάθηκε με κοινές αποφάσεις του έτους 1996 των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας και ενοποιήθηκε με κοινή απόφαση των ανωτέρω υπουργών του έτους 2000, για το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 έως 30-6-2001, δυνάμει της υπ’ αριθμό 2/89151/0022/4-12-2000 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος). Τούτο δε, διότι η καταβολή της ανωτέρω αποζημίωσης θεσπίστηκε αφενός για συγκεκριμένο σκοπό, που συνίσταται στη θέσπιση συγκεκριμένων νομοθετημάτων για τη βελτίωση και εκσυγχρονισμό του Ε.Σ.Υ. και τις εξ’ αυτής αυξημένες υπηρεσιακές ανάγκες, που προέκυπταν για τους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, και αφετέρου για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (1-6-2000 έως 30-6-2001), ενώ, εξάλλου, ήταν άνευ νομικής σημασίας το γεγονός ότι και οι μόνιμοι υπάλληλοι των νοσοκομείων συμμετείχαν στους προαναφερόμενο ειδικό λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας.

 

 

Αριθμός απόφασης α 683/2010

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τμήμα

1ο ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 2 Νοεμβρίου 2009, με δικαστές τους: Ιωάννα Καραμπάτσου, Πρόεδρο Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων, Φωτεινή Μουσαμά και Δήμο Χρυσό (εισηγητή), Πρωτοδίκες Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την Ασημίνα Μώρου, δικαστική υπάλληλο,

 

για να δικάσει την αγωγή με ημερομηνία κατάθεσης 23-12-2003

 

των : 1) ... και 50) ..., κατοίκων όλων εκ της εργασίας τους Βούλας Αττικής, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν,

 

κατά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Γενικό Περιφερειακό Νοσοκομείο Αττικής ΑΣΚΛΗΠΙΕΙΟ ΒΟΥΛΑΣ», που εκπροσωπείται από τον Πρόεδρό του και παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Φώτιου Σαρρή, βάσει δήλωσης του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ..

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και αφού

 

μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

 

Σκέφτηκε κατά το Νόμο.

 

 

1. Επειδή με την κρινόμενη αγωγή, το καταψηφιστικό αίτημα της οποίας μετατράπηκε σε αναγνωριστικό με το κατατεθέν στις 18-9-2009 υπόμνημα, ζητείται να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο οφείλει να καταβάλει σε καθέναν των εναγόντων, κατ’ εφαρμογή της αρχής της ισότητας, το ποσό του 1.900.000 δραχμών ή 5.575,94 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, λόγω μη χορήγησης και σε αυτούς της αποζημίωσης που χορηγήθηκε με την απόφαση 2/89151/0022/4-12-2000 των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας (Β΄ 97) στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, για το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 ως 31-12-2001, καθώς και ποσό 300.000 δραχμών ή 880,41 ευρώ, ως αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης από την παραπάνω αιτία.

 

 

2. Επειδή στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Οι Ελληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επιβάλλεται στο νομοθέτη ομοιόμορφη κατά το δυνατό μεταχείριση των υπό τις αυτές ή όμοιες συνθήκες τελούντων Ελλήνων.

 

 

3. Επειδή, εξάλλου, στο άρθρο 13 του ν. 2470/1997 «Ενιαίο μισθολόγιο προσωπικού Δημόσιας Διοίκησης» (Α΄ 40) ορίζεται ότι: «Για την αύξηση της αποδοτικότητας των υπαλλήλων, την ενίσχυση της προσαρμογής στις νέες τεχνολογίες και απαιτήσεις, τη βελτίωση της εξυπηρέτησης του πολίτη, καθώς και για την πρόσθετη αυτών εργασία προς αντιμετώπιση αυξημένων υπηρεσιακών αναγκών, χορηγείται μηνιαίως χρηματικό ποσό, ως κίνητρο απόδοσης, οριζόμενο κατά κατηγορία υπαλλήλων ως εξής: α. Κατηγορία Υ.Ε. τριάντα οκτώ χιλιάδες (38.000) δραχμές. β. Κατηγορία Δ.Ε. 2. ... Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται και ειδικότερα κριτήρια αξιολόγησης και απόδοσης για την καταβολή του ανωτέρω κινήτρου, ανάλογα με τη φύση των αντιμετωπιζόμενων από την υπηρεσία αντικειμένων .... 6. Το ποσό του Κινήτρου Απόδοσης του άρθρου αυτού συνεντέλλεται με τις μηνιαίες αποδοχές των υπαλλήλων υπόκειται στις συνήθεις κρατήσεις των επιδομάτων, πλην ασφαλιστικών εισφορών και βαρύνει τους οικείους λογαριασμούς από τους οποίους καταβάλλονται τα καταργούμενα με την παρ. 4 του άρθρου 10 του παρόντος επιδόματα με μορφή κινήτρου παραγωγικότητας ή αποδοτικότητας ή αυξημένης ευθύνης. 7. Τυχόν απομένοντα υπόλοιπα υπέρ των δικαιούχων σε λογαριασμούς της προηγούμενης παραγράφου ρυθμίζονται από 1.1.1997 με πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν κοινής πρότασης των Υπουργών Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμοδίου ή με κοινές αποφάσεις των ίδιων Υπουργών. Μέχρι την έκδοση των πράξεων του Υπουργικού Συμβουλίου ή των κοινών υπουργικών αποφάσεων, οι προβλεπόμενες εκ των λογαριασμών αυτών αμοιβές και λοιπές παροχές ή αποζημιώσεις εξακολουθούν να καταβάλλονται ως διαφορά, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί αυτών διατάξεις, μειωμένες κατά το ποσό του Κινήτρου Απόδοσης του άρθρου αυτού. Οπου από τις ισχύουσες διατάξεις έχουν συσταθεί λογαριασμοί περισσότεροι του ενός, μπορεί να ενοποιούνται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά και από έκφραση γνώμης των ενδιαφερομένων. 8. Στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου εμπίπτουν τα ποσά που προβλέπονται από τις διατάξεις ...... του άρθρου 8 του ν. 2430/1996 (Φ.Ε.Κ. 156 Α΄) ......».

 

 

4. Επειδή, περαιτέρω, ορίζεται στο άρθρο 8 παρ. 3 του ν. 2430/1996 στο οποίο παραπέμπουν οι ανωτέρω διατάξεις ότι: «3. α. Εκ του συνόλου των εγκεκριμένων πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και των εποπτευόμενων από αυτό νομικών προσώπων, παρακρατείται ποσοστό δύο τοις εκατό (2%), το οποίο κατατίθεται σε ειδικό έντοκο λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «ειδικός έντοκος λογαριασμός προγραμμάτων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας» και διατίθεται για την παροχή επιδόματος αυξημένης ευθύνης ως κίνητρο αποδοτικότητας στους μόνιμους και με σύμβαση αορίστου χρόνου υπαλλήλους, που κατέχουν θέσεις του Οργανισμού του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας (π.δ. 138/1992), όπως ισχύει σήμερα, καθώς και στους υπηρετούντες με τοποθέτηση ή απόσπαση, από 1.4.1996 .... β. Εκ του συνόλου των εγκεκριμένων πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και των εποπτευόμενων από αυτό Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και του ενιαίου προγράμματος προμηθειών των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και ίδιου υπουργείου, παρακρατείται ποσοστό τρία και μισό τοις εκατό (3,5%), το οποίο κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό και διατίθεται από 1.8.1996, για την παροχή επιδόματος αυξημένης ευθύνης ως κίνητρο αποδοτικότητας, στο προσωπικό που υπηρετεί σε νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ/τος 2592/1953 (ΦΕΚ 254 Α`) αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, στο Εθνικό Κέντρο Aμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β.), σε νομικά πρόσωπα του τομέα πρόνοιας αρμοδιότητας του ίδιου Υπουργείου, καθώς και στους ιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.). Ο λογαριασμός αυτός σε περίπτωση ανεπάρκειας των εσόδων του για την παροχή του ανωτέρω επιδόματος, δύναται να ενισχύεται με επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό ...». Κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων εκδόθηκαν οι κοινές αποφάσεις Δ95β/οικ.9970/31.7.1996 (Β΄ 662) και Δ45β/10756/22.8.1996 (Β΄ 721) των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας Πρόνοιας, με τις οποίες συστάθηκαν οι προβλεπόμενοι ειδικοί έντοκοι λογαριασμοί, οι οποίοι μεταγενέστερα ενοποιήθηκαν σε κοινό λογαριασμό με την Δ4α/οικ. 2764/2000 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας (Β΄ 204), εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση της προαναφερθείσης παραγράφου 7 του άρθρου 13 του ν. 2470/1997. Στη συνέχεια, κατ’ εξουσιοδότηση της ιδίας ως άνω διάταξης της παρ. 7 του άρθρ. 13 του ν. 2470/1997 εκδόθηκε και η κοινή απόφαση 2/89151/0022/4.12.2000 (Β97/2001) των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας Πρόνοιας με την οποία ορίσθηκε ότι: «Εχοντας υπόψη: 1. … 4. Το γεγονός ότι είναι αναγκαία η άμεση ενεργοποίηση των υπαλλήλων για την αντιμετώπιση των ιδιαιτέρως αυξημένων υπηρεσιακών αναγκών που απορρέουν από την υλοποίηση των προγραμματισμένων μεταρρυθμίσεων στο χώρο της Υγείας, αποφασίζουμε: 1. Χορηγούμε αποζημίωση ύψους 100.000 δρχ. κατά μήνα στους υπαλλήλους που υπηρετούν στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, για το χρονικό διάστημα από 1.6.2000 έως 30.6.2001 ως εξής: α) Στους μονίμους και με σύμβαση αορίστου χρόνου υπαλλήλους που κατέχουν θέση στον Οργανισμό του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας (Π.Δ. 95/00) όπως ισχύει σήμερα. β) Στους υπαλλήλους με απόσπαση, τοποθέτηση ή διάθεση, καθώς και στους υπαλλήλους που διορίζονται σε θέσεις μετακλητών, ειδικών θέσεων και σε αυτούς υπηρετούν στο γραφείο του Νομικού Συμβούλου. 2. Η καταβολή του ποσού στους δικαιούχους θα γίνεται δεδουλευμένα και η πληρωμή θα διενεργείται στο τέλος κάθε διμήνου με ειδικές μισθοδοτικές καταστάσεις και θα υπόκειται στις νόμιμες κρατήσεις των προσθέτων αμοιβών και σε παρακράτηση φόρου. Για το χρονικό διάστημα μέχρι 31.12.2000 η εν λόγω αποζημίωση θα καταβληθεί εφάπαξ. Η αποζημίωση περικόπτεται για οποιονδήποτε λόγο πλην των περιπτώσεων της χορήγησης της κανονικής άδειας, αναρρωτικής και γονικής άδειας. Στην περίπτωση περικοπής καταβάλλεται στον δικαιούχο μειωμένο ποσό αναλόγως. Για την περικοπή λογίζεται ότι ο μήνας έχει 22 ημέρες. 3. Η αποζημίωση αυτή δεν θα καταβάλλεται στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου, για το χρονικό διάστημα που υπηρετούν με απόσπαση σε άλλες Υπηρεσίες ...». Τέλος, με την κοινή απόφαση 2/65814/0022/12.11.2001 (Β` 1523) των ιδίων ως άνω Υπουργών παρατάθηκε η χορήγηση της επίδικης αποζημιώσεως στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας έως 31.12.2001.

 

 

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Οι ενάγοντες είναι μόνιμοι υπάλληλοι του εναγόμενου Νοσοκομείου, που υπάγεται στον έλεγχο του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, και δεν έλαβαν κατά το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 ως 31-12-2001 την προαναφερόμενη ειδική μηνιαία αποζημίωση των 100.000 δραχμών, όπως συνομολογεί και το εναγόμενο με το από 29-10-2009 υπόμνημά του. Με την κρινόμενη αγωγή ζητούν να αναγνωρισθεί ότι το εναγόμενο οφείλει να τους καταβάλει την επίδικη αποζημίωση κατ’ εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας, ισχυριζόμενοι ότι τελούν υπό τις αυτές συνθήκες με τους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Ειδικότερα ισχυρίζονται ότι ο ίδιος λόγος που δικαιολογεί τη θέσπιση της ως άνω αποζημίωσης ισχύει και ως προς αυτούς, αφού τα Νοσοκομεία είναι οι κύριοι συντελεστές στην παροχή υπηρεσιών στο χώρο της υγείας, οι δε υπηρετούντες σε αυτά βαρύνονται κατά κύριο λόγο, περισσότερο παντός άλλου, με την υλοποίηση των σχετικών προγραμμάτων, με τα οποία επιχειρείται η αναβάθμιση και αναδιάρθρωση των Υπηρεσιών Υγείας, ενώ, επίσης, οι ίδιοι οι ενάγοντες, ενόψει των υπηρεσιακών κενών που υπάρχουν στο εναγόμενο Νοσοκομείο, οφείλουν να εργάζονται με επίταση των προσπαθειών τους για την υλοποίηση αυτών των μεταρρυθμίσεων. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι υφίσταται πλήρης υπηρεσιακή και μισθολογική εξομοίωση τους με τους συναδέλφους τους των κεντρικών υπηρεσιών του Υπουργείου, δεδομένου ότι το εναγόμενο νοσοκομείο, στο οποίο εργάζονται, τελεί υπό τον άμεσο έλεγχο και εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, αποτελώντας κατ’ ουσίαν περιφερειακή υπηρεσία αυτού, οι δε εργαζόμενοι σε αυτό υπάγονται στον Υπαλληλικό Κώδικα, αμείβονται σύμφωνα με το ίδιο ενιαίο μισθολόγιο του ν. 2470/1997 και οι αποδοχές τους πληρώνονται από τον προϋπολογισμό του ανωτέρω Υπουργείου. Τέλος, ισχυρίζονται ότι, κατά ρητή νομοθετική πρόβλεψη, υπάγονται και οι ίδιοι στον ίδιο έντοκο λογαριασμό, από τον οποίο αντλήθηκε η σχετική πίστωση.

 

 

6. Επειδή, όπως προκύπτει από την οικεία υπουργική απόφαση, η ένδικη αποζημίωση χορηγήθηκε στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του ανωτέρω Υπουργείου για συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος συνίσταται στη θέσπιση συγκεκριμένων νομοθετημάτων για τη βελτίωση και εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ (όπως ο ν. 2889/2001), και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (από 1.6.2000 έως 30.6.2001 και κατόπιν παρατάσεως μέχρι 31.12.2001), στοιχεία τα οποία δικαιολογούν τη χορήγησή της στους εν λόγω υπαλλήλους, ενόψει και του ότι δόθηκε μόνο στους εργαζόμενους στην υπηρεσία αυτή στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα υπαλλήλους, είτε μονίμους είτε με απόσπαση, τοποθέτηση ή διάθεση κ.λπ., αποκλειομένων αυτών που είχαν αποσπασθεί σε άλλες υπηρεσίες, και συνεπώς δεν παραβιάσθηκε η αρχή της ισότητος λόγω της μη χορηγήσεως της αποζημίωσης αυτής και στο νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων, οι οποίοι δεν επικαλούνται ούτε αποδεικνύεται ούτε εκ της φύσεως των καθηκόντων τους προκύπτει ότι μετείχαν στο συγκεκριμένο έργο, για το οποίο δόθηκε η αποζημίωση αυτή. Είναι δε απορριπτέα όσα περί του αντιθέτου υποστηρίζουν οι αιτούντες. Ειδικότερα δε είναι απορριπτέοι ως αλυσιτελείς οι ισχυρισμοί ότι η επίδικη αποζημίωση δόθηκε από τον ενοποιημένο λογαριασμό στον οποίο συμμετέχουν και οι ενάγοντες και ότι οι αποδοχές τους όπως και αυτές των υπαλλήλων της Κεντρικής Υπηρεσίας καταβάλλονται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου (ΣτΕ 2241/2009). Επομένως, οι ενάγοντες δεν δικαιούνται να λάβουν την ένδικη αποζημίωση, απορριπτομένων των ισχυρισμών τους.

 

 

7. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμη, ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, οι ενάγοντες πρέπει να απαλλαγούν από τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 275 του Κ.Δ.Δ..

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την αγωγή.

 

Απαλλάσσει τους ενάγοντες από τα δικαστικά έξοδα του εναγομένου.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στις 7-12-2009 και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 16-2-2010.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ

 

ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΜΠΑΤΣΟΥ            ΔΗΜΟΣ ΧΡΥΣΟΣ

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΑΣΗΜΙΝΑ ΜΩΡΟΥ