ΤρΔΠρΠειρ 490/2010

 

Φορολογία κληρονομιών-δωρεών και γονικών παροχών - Έννοια γονικής παροχής - Νόμιμη και συμβατική ανάκληση γονικής παροχής -.

 

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1509 του Αστικού Κώδικα, η γονική παροχή αποτελεί δωρεά μόνο ως προς το ποσό που υπερβαίνει το μέτρο το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις, το οποίο, με το άρθρο 34 παρ. 5 του Ν. 2961/2001, ορίστηκε στο ποσό των 28.000.000 δραχμών, και, ως εκ τούτου, μόνο ως προς το υπερβάλλον εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 496 και επ. ΑΚ περί δωρεάς, μεταξύ των οποίων και τα άρθρα 505-508 ΑΚ περί ανακλήσεως της δωρεάς λόγω αχαριστίας, μη τήρησης του τρόπου υπό τον οποίο έγινε η δωρεά, συνεπώς δε ανάκληση της γονικής παροχής μέχρι του ύψους του ανωτέρω ποσού δεν είναι δυνατή, εκτός εάν αυτό συμφωνηθεί με διαλυτική αίρεση, οπότε θα πρόκειται για συμβατική ανάκληση κατά την έννοια της περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 42 του Ν.Δ. 118/1973 και για τη σύσταση της δωρεάς θα οφείλεται φόρος και όχι για νόμιμη ανάκληση της, κατά την έννοια της περ. α’ του ανωτέρω άρθρου, που προβλέπει ότι δωρεές ψιλής κυριότητας, που ακυρώνονται ή αναγνωρίζονται ως άκυρες ή ανακληθείσες, δεν υπόκεινται σε φόρο και ότι ο βεβαιωθείς φόρος εκπίπτεται και ο καταβληθείς επιστρέφεται. Με το σκεπτικό αυτό κρίθηκε ότι στην περίπτωση συμφωνηθείσας (συμβατικής) ανάκλησης γονικής παροχής διαμερίσματος, αξίας 12.960.649 δραχμών, από μητέρα σε κόρη, η οποία έλαβε χώρα λόγω αχαριστίας της τελευταίας, οφείλεται φόρος γονικής παροχής από αυτήν και, για το λόγο αυτό, απορρίφθηκε έφεση της με την οποία ισχυρίστηκε ότι ο καταβληθείς για την ανωτέρω γονική παροχή φόρος έπρεπε να επιστραφεί, κατ εφαρμογή της διάταξης της περ. α’ της παρ. 3 του παραπάνω Ν.Δ/τος.

 

 

Aριθμός απόφασης α 490/2010

 

ΤΟ  ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τμήμα

6ο  ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 14 Δεκεμβρίου 2009, με δικαστές τους: Παναγιώτη Τσεβά, Πρόεδρο Πρωτοδικών Διοικητικών Δικαστηρίων, Ανδρέα Σταυρόπουλο, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων και Αναστασία Δασκαγιάννη, Πάρεδρο Διοικητικών Δικαστηρίων (εισηγήτρια) και γραμματέα την Βασιλεία Μαργαρώνη, δικαστική υπάλληλο.

 

Για να δικάσει την έφεση με χρονολογία 31.12.2007.

 

Της ..., κατοίκου Αλίμου Αττικής, ..., η οποία εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως και νομιμοποίησε τον υπογράφοντα την έφεση δικηγόρο.

 

Κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Παλ. Φαλήρου και δεν παραστάθηκε.

 

Και κατά της υπ΄ αριθ. 712/2007 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά με μονομελή σύνθεση.

 

Κατά τη συζήτηση ο διάδικος που παραστάθηκε ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

 

 

Αφού μελέτησε τη δικογραφία.

 

Σκέφτηκε κατά το νόμο.          

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ’ αριθμ. 1092687 και 2648444/31-12-2007 σειράς Α΄ ειδικά έντυπα παραβόλου) η εκκαλούσα ζητά να εξαφανιστεί η 712/2007 οριστική απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της κατά της υπ’ αριθμ. πρωτ. 12222/25-5-2000 (Ζ-1053/95 και Ζ-1853/97) αρνητικής απάντησης της Προϊσταμένης της Δ.Ο.Υ. Παλαιού Φαλήρου, με την οποία είχε απορριφθεί η από 25-5-2000 αίτηση της εκκαλούσας να της επιστραφεί ο καταβληθείς φόρος γονικής παροχής, ύψους 2.220,39 ευρώ (756.598 δρχ.), λόγω ανάκλησής της.

 

 

2. Επειδή, η συζήτηση της κρινόμενης έφεσης χωρεί νόμιμα και κανονικά, κατ’ άρθρο 34 του Ν.2717/1999 (ΦΕΚ Α΄97/1999), παρά τη μη παράσταση του εφεσίβλητου, αφού αυτό κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα για να παραστεί κατά τη δικάσιμο της 14ης -12-2009 (βλ. το από 22-10-2009 αποδεικτικό επίδοσης του επιμελητή δικαστηρίων ...).

 

 

3. Επειδή, με το ανωτέρω περιεχόμενο η έφεση έχει ασκηθεί στο αρμόδιο δικαστήριο νομότυπα και εμπρόθεσμα, πρέπει δε να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στην ουσία.

 

 

4. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο δεύτερο παρ. 1 του Ν. 1329/1983 (ΦΕΚ 25 Α), όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, περιουσιακές παροχές γονέων προς τα τέκνα τους, που γίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1509 Α.Κ., όπως αυτό θεσπίζεται με τον παραπάνω νόμο, υπόκεινται στο μισό του φόρου δωρεών, μέχρι το ποσό των δώδεκα εκατομμυρίων (12.000.000) δραχμών, αυτοτελώς για κάθε γονέα. Για την φορολογία αυτή, κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις περί δωρεών του Ν.Δ.118/1973 "περί κώδικος φορολογίας κληρονομιών, δωρεών, προικών και κερδών εκ λαχείων", όπως κάθε φορά ισχύουν. Στο δε άρθρο 42 του τελευταίου νομοθετήματος ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Δωρεαί εν ζωή κατά πλήρη κυριότητα: Α) ...Β) ...Γ)...2...3.. Δωρεαί ψιλής κυριότητος, φορολογηθείσαι κατ' εφαρμογήν της περιπτώσεως ε' της παραγράφου 5 του άρθρου 16 - στην περίπτωση δηλαδή άμεσης φορολόγησης- : Α) Ακυρούμεναι ή αναγνωριζόμενοι, δια τελεσιδίκου αποφάσεως, ως άκυροι ή νομίμως ανακληθείσαι, δεν υπόκεινται εις φόρον, ο δε βεβαιωθείς φόρος εκπίπτεται και ο καταβληθείς επιστρέφεται. Επίσης δεν φορολογούνται ως δωρεαί του τέως δωρεοδόχου προς τον εις ον επανέρχονται τα δωρηθέντα αρχικόν δωρητήν. Β) Ανακαλούμενοι συμφωνίαι των μερών φορολογούνται δια την σύστασιν αυτών, κατ' εφαρμογήν της περιπτώσεως ε' της παραγράφου 5 του άρθρου 16, ουχί όμως και ως δωρεαί του δωρεοδόχου προς τον εις ον επανέρχονται τα δωρηθέντα αρχικόν δωρητήν. 4.,. 5)...».

 

 

5. Επειδή, εξάλλου, κατά το άρθρο 1509 εδ. α' ΑΚ, η παροχή περιουσίας στο τέκνο από οποιονδήποτε γονέα του, είτε για δημιουργία ή τη διατήρηση οικονομικής η οικογενειακής αυτοτέλειας, είτε για την έναρξη η εξακολούθηση επαγγέλματος, αποτελεί δωρεά μόνο ως προς το ποσό που υπερβαίνει το μέτρο το οποίο επιβάλλουν οι περιστάσεις και, ως εκ τούτου, μόνο ως προς το υπερβάλλον αυτό εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των αρθρ. 496 επ. ΑΚ περί δωρεάς, μεταξύ των οποίων και τα άρθρα 505 -508 ΑΚ περί ανακλήσεως της δωρεάς λόγω αχαριστίας, μη τήρησης του τρόπου υπό τον οποίο έγινε η δωρεά κ.λ.π. Επομένως, στη γονική παροχή, κατά το μέτρο που δεν ξεπερνά τις περιστάσεις και δεν χαρακτηρίζεται δωρεά, δεν εφαρμόζονται οι παραπάνω διατάξεις ανάκλησης και δεν δύναται να ανακληθεί για τους λόγους αυτούς, παρά μόνο εάν συμφωνηθεί με διαλυτική αίρεση, όπου στην τελευταία αυτή περίπτωση θα πρόκειται όχι για νόμιμη κατά την έννοια του άρθρου 42 του ν.δ. 118/1973 ανάκληση, αλλά για συμβατική (πρβλ., ΑΠ 1687/2002, 638/2004, 1778/2006, 1567/2008, και 1800/2008).

 

 

6. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, που τέθηκαν υπ` όψη και του δικαστηρίου που δίκασε σε πρώτο βαθμό, προκύπτουν τα εξής: Με το 8.847/17-7-1995 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., μεταβιβάσθηκε στην ήδη εκκαλούσα ως γονική παροχή, κατ' εφαρμογή του άρθρου 1509 του Αστικού Κώδικα, από την μητέρα της ..., η ψιλή κυριότητα των αναφερόμενων ειδικότερα στο παραπάνω συμβόλαιο ακινήτων συνολικής αξίας 12.960.649 δραχμών, υπό τον όρο της μη μεταβίβασης ή επιβάρυνσης αυτής χωρίς γραπτή συναίνεση της ίδιας, με οποιονδήποτε τρόπο. Ακολούθως για την γενομένη ως άνω μεταβίβαση η εκκαλούσα κατέβαλε φόρο γονικής παροχής ύψους 756.598 δρχ. στην αρμοδία Δ.Ο.Υ. Παλαιού Φαλήρου. Όμως, στις 31-10-1997, η μητέρα της εκκαλούσας επέδωσε σε αυτήν δήλωση ανάκλησης της γονικής παροχής, επικαλούμενη γενικότερα λόγους αχαριστίας και ανάρμοστης συμπεριφοράς, καθώς και τη μη τήρηση από μέρους της του όρου που είχε τεθεί για την μη επιβάρυνση του μεταβιβασθέντος δικαιώματος, αφού η τελευταία επιβάρυνε τα ακίνητα με προσημειώσεις και αναγκαστικές κατασχέσεις, οπότε συντάχθηκε η 9215/11-11-1997 πράξη ανάκλησης του ίδιου ως άνω συμβολαιογράφου Αθηνών με την οποία η πρώτη απέκτησε ξανά την ψιλή κυριότητα των μεταβιβασθέντων ακινήτων, την οποία (πράξη) υπέγραψαν αμφότερες (μητέρα και κόρη). Ακολούθως, με την από 25-5-2000 αίτηση της προς τη Δ.Ο.Υ. Π. Φαλήρου, η εκκαλούσα ζήτησε να της επιστραφεί ο καταβληθείς φόρος γονικής παροχής επικαλούμενη την ως άνω ανάκληση. Η Προϊσταμένη της Δ.Ο.Υ., με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 12222/25-5-2000 (Ζ-1053/95 και Ζ-1853/97) πράξη της, απέρριψε την αίτηση με την αιτιολογία ότι κατ' εφαρμογή του άρθρου 42 παρ. 3 περ. β του ν.δ. 118/1973, η οποία αναφέρεται στις περιπτώσεις ανάκλησης της δωρεάς κατόπιν συμφωνίας των μερών, δεν επιστρέφεται ο καταβληθείς φόρος. Κατά της απορριπτικής αυτής πράξης η εκκαλούσα άσκησε προσφυγή και ζήτησε την ακύρωσή της. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με την εκκαλούμενη απόφασή του, δέχθηκε ότι στην προκείμενη περίπτωση της γονικής παροχής, στο μέτρο που αυτή δεν ξεπερνά τις περιστάσεις, γεγονός που δεν αμφισβητήθηκε από την εκκαλούσα, δεν αποτελεί δωρεά και δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 496 επ. ΑΚ περί δωρεάς και ότι, κατά συνέπεια, νομίμως η φορολογική αρχή δεν εφάρμοσε τη διάταξη της περ. Α του άρθρου 42 παρ. 3 του ν.δ. 118/1973 και απέρριψε με την ως άνω πράξη της το αίτημα της εκκαλούσας να της επιστραφεί ο καταβληθείς φόρος γονικής παροχής. Ήδη, η εκκαλούσα, με την κρινόμενη έφεση, ζητά την εξαφάνιση της εκκαλούμενης απόφασης, ισχυριζόμενη ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή και ερμηνεία του νόμου, το πρωτόδικο δικαστήριο δέχτηκε ότι νομίμως η φορολογική αρχή εφάρμοσε εν προκειμένω τη διάταξη της περ. Β του άρθρου 42 παρ. 3 του ν.δ. 118/1973 και όχι την περ. Α αυτού.

 

 

7. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι η προαναφερόμενη μεταβίβαση στην εκκαλούσα, από την μητέρα της, της ψιλής κυριότητας των εν λόγω ακινήτων, στο μέτρο που αυτή δεν υπερβαίνει τις περιστάσεις, γεγονός που δεν αμφισβητήθηκε από την εκκαλούσα, δεν αποτελεί δωρεά και, επομένως, δεν δύναται να ανακληθεί βάσει των διατάξεων των άρθρων 505 έως 508 του ΑΚ περί ανακλήσεως της δωρεάς λόγω αχαριστίας (νόμιμη ανάκληση) αλλά λόγω παραβίασης του συμφωνηθέντος μεταξύ των μερών όρου της μη επιβάρυνσης της ψιλής κυριότητας των ακινήτων χωρίς γραπτή συναίνεση της μητέρας της εκκαλούσας (συμβατική ανάκληση), κρίνει ότι η ανάκληση της εν λόγω γονικής παροχής δεν υπάγεται στην περίπτωση Α αλλά στην περίπτωση Β της παρ. 3 του άρθρου 42 του ν.δ. 118/1973, η οποία αναφέρεται στις περιπτώσεις ανάκλησης της δωρεάς κατόπιν συμφωνίας των μερών, όπως νόμιμα και ορθά έκρινε η εκκαλούμενη απόφαση, απορριπτομένου ως νόμω αβασίμου του αντιθέτου λόγου της έφεσης.

 

 

8. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, και εφόσον δεν προβάλλεται άλλη αιτίαση κατά της εκκαλούμενης απόφασης, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί, και, να διαταχθεί η κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (αρ. 277 παρ. 9 ΚΔΔ).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την έφεση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στον Πειραιά στις 18-1-2010 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 29-1-2010.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                     Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΤΣΕΒΑΣ          ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΔΑΣΚΑΓΙΑΝΝΗ

                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΜΑΡΓΑΡΩΝΗ