ΤρΔΠρΠειρ 287/2011

 

Κοινωνική ασφάλιση. Ο.Α.Ε.Ε. Υπαγωγή στην ασφάλιση. Προϋποθέσεις. Έννοια σύμβασης εξαρτημένης εργασίας (μίσθωσης εργασίας ασφαλιστέας στο Ι.Κ.Α.

 

 

7ο Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιώς 

Αριθμός 287/2011

 

 

 

... από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και 3, 2 παρ. 1 και 2, 8 παρ. 1, 2, 3, 4 και 5 και 9 του Π.Δ. 258/2005, καθώς και του άρθρου 9 παρ. 4 του Ν. 3050/2002, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό, συνάγεται ότι στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται όλοι οι, άνω των 18 ετών, αυτοτελώς απασχολούμενοι επαγγελματίες ή βιοτέχνες που διατηρούν επαγγελματική ή βιοτεχνική στέγη είτε στην κατοικία τους είτε σε οποιοδήποτε άλλο χώρο, και οι οποίοι δεν υπάγονται για την απασχόληση τους αυτή σε λειτουργούντα, ιδιαίτερο κατά επαγγελματικό κλάδο, ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης αυτοτελώς απασχολούμενων, όπως είναι οι αναφερόμενοι στο άρθρο 2 του π.δ/τος 258/2005 οργανισμοί  και ότι καίριο ζήτημα, που ερευνάται για την υπαγωγή ενός επαγγελματία στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. είναι η πραγματική κατάσταση που δημιουργείται από την ενάσκηση απασχόλησης υπακτέας στην ασφάλιση του Οργανισμού και δεν ασκεί σχετικώς επιρροή η λήψη ή όχι της απαιτούμενης άδειας της αρχής, η εγγραφή στο οικείο επιμελητήριο ή η υποβολή στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) δήλωσης έναρξης δραστηριότητας. Κρίθηκε επίσης ότι, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648 επ. ΑΚ και 6 επ. του Ν. 765/1943, που κυρώθηκε με την υπ` αριθ. 324/1946 πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου και διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 38 του Εισ. Ν.A.K., προκύπτει ότι για το χαρακτηρισμό κάποιας σύμβασης ως σύμβασης εργασίας απαιτείται εκείνος που παρέχει την εργασία, να τελεί κατά την εκτέλεσή της κάτω από τις οδηγίες και τον έλεγχο του εργοδότη, ο οποίος καθορίζει τον τρόπο, χρόνο, τόπο και έκτασή της μέσα στα συμβατικά και νόμιμα όρια, κατά τρόπο δεσμευτικό για το μισθωτό, που υποχρεούται να ακολουθεί τις οδηγίες που παρέχονται σε αυτόν., ότι η παραπάνω σύμβαση διακρίνεται από τη σύμβαση μισθώσεως έργου, που αποσκοπεί στην επίτευξη του συμφωνηθέντος τελικού αποτελέσματος, η πραγμάτευση του οποίου συνεπάγεται την αυτόματη λύση της σύμβασης και ότι η μίσθωση ανεξαρτήτων υπηρεσιών γίνεται επίδηλη όταν εκείνος που παρέχει την εργασία του διατηρεί ίδια επαγγελματική στέγη και εξυπηρετεί, περισσότερους πελάτες. Με το σκεπτικό αυτό κρίθηκε ότι η προσφεύγουσα, που είχε υπογράψει ετήσια σύμβαση «μίσθωσης έργου παροχής ανεξαρτήτων υπηρεσιών» για τη συντήρηση του οδικού δικτύου συγκεκριμένου νομού και υπέβαλε δήλωση έναρξης επαγγέλματος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ., κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης αυτής εν τοις πράγμασι παρείχε υπηρεσίες υπό συνθήκες υπηρεσιακής εξάρτησης και,  εκ τούτου, υπαγόταν  στην ασφάλιση του ΙΚΑ και όχι του Ο.Α.Ε.Ε. ενόψει της φύσης της συγκεκριμένης εργασίας (εργάτρια) και του είδους των πιο πάνω υπηρεσιών που προσέφερε (περιοδική καταβολή της αμοιβής της, ορισμένο ωράριο κατά βεβαίωση του εργοδότη της), οι οποίες (υπηρεσίες ) δεν προσιδιάζουν στην παροχή ανεξαρτήτων υπηρεσιών στο προαναφερόμενο έργο αλλά στην παροχή εξηρτημένης εργασίας, δεδομένου και του ότι δεν προέκυπτε ότι είχαν εκδοθεί επ’ ονόματί της αποδείξεις παροχής υπηρεσιών (Α.Π.Υ.) ή ότι εξέδωσε για το διάστημα αυτό διπλότυπες αποδείξεις για να εισπράξει την αμοιβή της.