ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΠρΑθ 20228/2018

 

Οικογενειακοί τάφοι - Δικαίωμα ταφής - Ανακομιδή οστών απουσία δικαιούχων - Αστική ευθύνη Δήμου -.

 

Δικαίωμα ταφής στους οικογενειακούς τάφους έχουν, μεταξύ άλλων, εκείνος προς τον οποίο έγινε η παραχώρηση και οι κατ’ ευθείαν γραμμή ανιόντες ή κατιόντες αυτού μετά των συζύγων και κατιόντων αυτών. Απαγόρευση της ανασκαφής των οικογενειακών τάφων και της ανακομιδής των οστών των εντός αυτών ταφέντων σε περίπτωση απουσίας των δικαιούχων των τάφων αυτών. Μη ενημέρωση της υπεύθυνης υπηρεσίας για τέλεση γάμου και απόκτηση τέκνων ταφέντος σε οικογενειακό τάφο. Μη ευθύνη Δήμου για την ανακομιδή οστών ταφέντος σε οικογενειακό τάφο χωρίς την ενημέρωση και πρόσκληση των δικαιούχων. Δεν προέκυψε ότι διενεργήθηκε απουσία των γνωστών στον Δήμο δικαιούχων του οικογενειακού τάφου. Δεν προέκυψε η απώλεια των οστών του ταφέντος. Απόρριψη αγωγής με βάση τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ. Ο εναγόμενος Δήμος δεν οφείλει να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη των εναγόντων.

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης 20228/2018

 

ΓΑ.Κ. ./2013

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ 5°-ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 2 Μαρτίου 2018, με δικαστές τις Αργυρώ Χορευτάκη, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Καλλιόπη Γαλετάκη και Ζωή Ιωσηφίδου (εισηγήτρια), Πρωτοδίκες Δ.Δ., και γραμματέα την Ευδοκία Λεουτσάκου, δικαστική υπάλληλο,

 

γ ι α να δικάσει την αγωγή, με ημερομηνία κατάθεσης 28.3.2013,

 

των 1) ..., 2) ... και 3) ..., κατοίκων όλων Ηλιούπολης Αττικής (...), οι οποίοι δεν εμφανίσθηκαν στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκαν με δήλωση, κατ' άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., της πληρεξούσιας δικηγόρου τους Ειρήνης Δανιηλίδου,

 

κατά του Δήμου Αθηναίων, ο οποίος εκπροσωπείται από το Δήμαρχο του και δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, αλλά παραστάθηκε με δήλωση, κατ' άρθρο 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., του πληρεξούσιου δικηγόρου του Στέλιου Μπεζαντέ.

 

Μετά τη συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

 

 

Αφού μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφθηκε κατά το νόμο

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη αγωγή ζητείται, παραδεκτώς, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου Δήμου να καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, σε καθένα από τους ενάγοντες το ποσό των 70.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν, εξαιτίας των παράνομων, κατά τους ισχυρισμούς τους, πράξεων και παραλείψεων των οργάνων του εναγομένου, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων οργάνωσης και λειτουργίας του Α Κοιμητηρίου Αθηνών.

 

2. Επειδή, στο άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (Εισ.Ν.Α.Κ. -α.ν. 2783/1941, Φ.Ε.Κ. Α' 29), όπως το κείμενο του μεταγλωττίσθηκε στη δημοτική με το π.δ. 456/1984 (Φ.Ε.Κ. Α' 164), ορίζεται ότι: «Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. ...» και στο άρθρο 106 του ιδίου νόμου ότι: «Οι διατάξεις των δύο προηγουμένων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία τους». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.ΤΑ) ή των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) προς αποζημίωση απαιτείται παράνομη πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια ή παράλειψη υλικής ενεργείας οργάνων τους, κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σε αυτά δημόσιας εξουσίας, επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας, καθώς και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ζημιογόνου πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας ή παράλειψης υλικής ενέργειας και της επελθούσας ζημίας (Σ.τ.Ε. 2668/2015, 2429/2014 κ.ά.). Εξάλλου, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, ευθύνη του Δημοσίου, των Ο.ΤΑ ή των ν.π.δ.δ., τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, γεννάται όχι μόνο όταν με πράξη ή παράλειψη ή υλική ενέργεια οργάνου των νομικών αυτών προσώπων παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και όταν παραλείπονται τα ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις που προσιδιάζουν στη συγκεκριμένη υπηρεσία και προσδιορίζονται από την κείμενη εν γένει νομοθεσία και τους οικείους κανονισμούς, τα διδάγματα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστης (Σ.τ.Ε. 710/2016, 3329/2014, 3113/2013 κ.ά.), ενώ, εξάλλου, ο κατά τα ανωτέρω παράνομος χαρακτήρας της ζημιογόνου πράξης, παράλειψης ή υλικής ενέργειας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, των Ο.ΤΑ ή των ν.π.δ.δ., χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου τους (Σ.τ.Ε. 3897/2014, 4133/2011 7μ. κ.ά.). Περαιτέρω, κατ' άρθρο 932 του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.), διάταξη η οποία εφαρμόζεται αναλόγως και στην περίπτωση της ευθύνης του Δημοσίου, των Ο.ΤΑ. ή των ν.π.δ.δ. κατά τα άρθρα 105 - 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει στον αμέσως ζημιωθέντα από την παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων του Δημοσίου, των Ο.ΤΑ ή των ν.π.δ.δ. εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, κατόπιν εκτίμησης των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης και με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής (Σ.τ.Ε. 2209, 167/2014, 3322/2012 7μ.). Επίσης, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, μπορεί να επιδικαστεί σε εκείνον του οποίου έχει προσβληθεί η προσωπικότητα, κατά το άρθρο 57 του ΑΚ., από παράνομη πράξη, παράλειψη ή υλική ενέργεια οργάνων του Δημοσίου, των Ο.ΤΑ. ή τω ν.π.δ.δ. κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, κατ' ανάλογη εφαρμογή των ειδικότερων για την προστασία της προσωπικότητας διατάξεων του άρθρου 59 του ΑΚ. (Σ.τ.Ε. 410/2016, 3372/2010, 1326/2009 κ.ά.).

 

3. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας», ενώ, επίσης, στο άρθρο 5 παρ. 1 ορίζεται ότι: «Έκαστος δικαιούται να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητα του ...». Με τις συνταγματικές αυτές διατάξεις, καθιερώνεται η προστασία της προσωπικότητας του ανθρώπου, όλων δηλαδή εκείνων των ειδικότερων συντελεστών, που συνιστούν την ατομικότητα του και περιλαμβάνει όσα αγαθά συνδέονται με το πρόσωπο (υγεία, δημόσια και ατομική), την τιμή, την ιδιωτική ζωή και τη σφαίρα απορρήτου, όσα στοιχεία συνθέτουν την εξωτερίκευση κάθε ατόμου (όνομα,   εικόνα), τη σωματική και ψυχική ακεραιότητα. Στις προστατευόμενες επιμέρους εκφάνσεις του δικαιώματος στην προσωπικότητα περιλαμβάνονται και τα ειδικότερα ψυχικά αγαθά, στα οποία ανήκουν η ψυχική υγεία και ο συναισθηματικός κόσμος του ατόμου, και απαρτίζουν την προσωπικότητα του (Α.Π. 285/2012, 1187/2009, Δ.Εφ.Πειρ. 2800/2014, Δ.Εφ.ΑΘ. 1570/2012). Ο συναισθηματικός κόσμος προσβάλλεται με την πρόκληση ψυχικού πόνου ή άλλων δυσάρεστων συναισθημάτων, η δυσμενής δε αυτή επέμβαση στην προσωπικότητα του παθόντος, χωρίς να συνιστά παράβαση συγκεκριμένου απαγορευτικού ή επιτακτικού κανόνα δικαίου, είναι αντίθετη στο, απορρέον από τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, γενικότερο πνεύμα του και στις γενικές επιταγές της έννομης τάξης και ενέχει παράβαση των γενικών υποχρεώσεων, που επιβάλλουν να μην προσβάλλει κανείς πέραν των υλικών και τα ηθικά αγαθά άλλου, εκτός αν υπάρχουν γενικοί ή ειδικοί όροι που να αναιρούν το παράνομο της επέμβασης. Η προσωπικότητα, εξάλλου, αναπτύσσεται μέσα σε ένα ζωτικό χώρο, που αποτελείται καταρχήν από εκτός συναλλαγής πράγματα, μεταξύ των οποίων είναι, κατ' άρθρο 966 Α.Κ., και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημοσίων, δημοτικών, κοινοτικών και θρησκευτικών σκοπών και, επομένως, η στέρηση της χρήσης ή της επικοινωνίας με εκτός συναλλαγής πράγμα συνιστά και αυτή προσβολή του δικαιώματος της προσωπικότητας (Δ.Εφ.ΑΘ. 2156/2010).

 

4. Επειδή, εξάλλου, ο α.ν. 582/1968 «περί δημοτικών και κοινοτικών κοιμητηρίων» (Φ.Ε.Κ. Α' 225) ορίζει στο άρθρο 1 παρ. 1 ότι: «Η ίδρυσις και συντήρησις κοιμητηρίων (νεκροταφείων) ανήκει εις την αποκλειστικήν αρμοδιότητα των δήμων και κοινοτήτων», στο άρθρο 2 παρ. 1 ότι: «Κοιμητήρια ιδρύονται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός της διοικητικής περιφερείας αυτών, προτάσει του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, μετά σύμφωνον γνώμην του οικείου νομίατρου. Πάντα τα κοιμητήρια ανήκουν ως προς την διοίκησιν και διαχείρισιν εις τους δήμους και τας κοινότητας», στο άρθρο 3 ότι: «1. Τα κοιμητήρια χαρακτηρίζονται ως πράγματα εκτός συναλλαγής, εφ' ων κατά το άρθρον 970 του Αστικού Κωδικός δύναται να αποκτάται ιδιωτικόν δικαίωμα ιδιαίτερον (ειδικόν δικαίωμα) επί ωρισμένου χώρου ταφής. 2. Η παραχώρησις ιδιαιτέρου δικαιώματος ταφής εκ μέρους του διοικούντος το νεκροταφείον δήμου ή κοινότητος αποτελεί διοικητικής φύσεως παραχώρησιν αδείας χρήσεως δημοτικού πράγματος των σχετικών πράξεων του δήμου ή κοινότητος συνιστασών εκτελεστός διοικητικός πράξεις. Ο εφ' ου παρέχεται δικαίωμα χρήσεως χώρος δεν αποτελεί περιουσιακόν στοιχείον του προς ον η παραχώρησις και δεν είναι επιδεικτικός οιασδήποτε μεταβιβάσεως προς τρίτους δια πράξεων εν ζωή ή αιτία θανάτου. 3. Διά της συστάσεως οικογενειακού τάφου παρέχεται αποκλειστικόν δικαίωμα ταφής εν αυτώ μόνον του προς ον η παραχώρησις, του συζύγου ή της συζύγου αυτού, των κατ' ευθείαν γραμμήν ανιόντων και κατιόντων αυτού νομίμων, θετών, νομιμοποιηθέντων και αναγνωρισθέντων μετά των συζύγων και κατιόντων αυτών, του πατρός ή μητρός του συζύγου ή της συζύγου του προς ον η παραχώρησις, ως και των μη εχόντων ιδίαν οικογένειαν αδελφών αυτού, εφ' όσον συγκατατίθενται εγγράφως ούτος και μη υπάρχοντος αυτού ο σύζυγος ή η σύζυγος και οι κατιόντες αυτού. Κατ' εξαίρεσιν, δΓ αποφάσεως του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου δύναται να επιτροπή η αναγνώρισις δικαιώματος ταφής εις οικογενειακόν τάφον και προσώπων συνδεομένων μετά του αρχικού δικαιούχου και του συζύγου ή της συζύγου αυτού και δι' ετέρου βαθμού συγγενείας εξ αίματος ή αγχιστείας τη προηγουμένη εγγράφω συγκαταθέσει του δικαιούχου ή τούτου μη υπάρχοντος της συζύγου και των κατιόντων αυτού επί τη καταβολή ιδιαιτέρου δικαιώματος ουχί ελάσσονος του ημίσεος του απαιτουμένου δια την παραχώρησιν δικαιώματος συστάσεως οικογενειακού τάφου» και στο άρθρο 4 παρ. 1 ότι: «Τα δικαιώματα ταφής και η εν γένει λειτουργία των δημοτικών και κοινοτικών κοιμητηρίων ρυθμίζονται διά κανονισμού ψηφιζομένου υπό του δημοτικού και κοινοτικού συμβουλίου, κατά τας περί αυτών ισχύουσας ειδικός διατάξεις». Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ισχύοντος, κατά τον κρίσιμο χρόνο, Δημοτικού και Κοινοτικού Κώδικα (π.δ. 323/1989, Φ.Ε.Κ. Α' 146) στην αρμοδιότητα των δήμων και κοινοτήτων ανήκει, μεταξύ άλλων, η αρμοδιότητα για την ίδρυση, συντήρηση και λειτουργία κοιμητηρίων. Εξάλλου, στο άρθρο 4 του ισχύοντος, κατά τον κρίσιμο χρόνο, Κανονισμού Λειτουργίας Δημοτικών Κοιμητηρίων του Δήμου Αθηναίων (πράξη Δημοτικού Συμβουλίου 30/17.1.1979) οριζόταν ότι: «1. Δύναται να παραχωρούνται χώροι στα Δημοτικά Νεκροταφεία προς σύσταση οικογενειακών τάφων υπό τον όρο της καταβολής αναλογούντος δικαιώματος όπως ορίζει το παρακάτω άρθρο και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα γίνεται σε βάρος του αναγκαίου για την ταφή των νεκρών χώρου, (άρθρο 7 Διάταγμα 28-3-1834). 2. ...», ενώ στο άρθρο 5 οριζόταν ότι: «1. Τα κοιμητήρια χαρακτηρίζονται, ως πράγματα εκτός συναλλαγής. Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 966 και 970 του Α. Κώδικα δύναται να αποκτάται ιδιαίτερο ιδιωτικό δικαίωμα (ειδικό δικαίωμα) επί ωρισμένου χώρου ταφής (άρθρο 3 παρ. 1 ΑΝ. 582/2968). 2. Η παραχώρηση ιδιαιτέρου δικαιώματος ταφής εκ μέρους του Διοικούντος το Νεκροταφείο Δήμου, αποτελεί διοικητικής φύσεως παραχώρηση αδείας χρήσεως Δημοτικού πράγματος, οι δε σχετικαί πράξεις του Δήμου συνιστούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις. ... 3. Δικαίωμα ταφής στους οικογενειακούς τάφους έχουν: α) Εκείνος προς τον οποίο έγινε, η παραχώρηση, β) Ο ή η σύζυγος του. γ) Οι κατ' ευθεία γραμμή ανιόντες ή κατιόντες αυτού, δ) Τα νόμιμα, θετά νομιμοποιηθέντα αναγνωρισθέντα δικαστικά και εξώδικα κι υιοθετηθέντα τέκνα του και οι κατιόντες των τέκνων, ε) Ο πατέρας και η μητέρα του και ο πατέρας ή η μητέρα της συζύγου του ή του συζύγου της (πεθερός -πενθερά). στ) Οι αδελφοί ή αδελφαί (άγαμοι) που δεν έχουν δική τους οικογένεια υπό τον όρο της εγγράφου συγκαταθέσεως του και αν δεν υπάρχει αυτός, έγγραφη συγκατάθεση του συζύγου του ή της συζύγου ή των κατιόντων αυτού (άρθρο 3 παρ. 3 του Α.Ν. 582/1968). 4. ... 6. Ο βαθμός συγγενείας προς το αρχικό δικαιούχο των ενταφιαζομένων αποδεικνύεται από έγγραφο Δημοσίας ή Δημοτικής Αρχής, ή από ένορκο βεβαίωση δύο μαρτύρων ενώπιον αρμοδίας αρχής», στο άρθρο 6 οριζόταν ότι: «1. Με απόφαση της Δημαρχικής Επιτροπής δύναται να επιτραπεί η αναγνώριση δικαιώματος ταφής σε οικογενειακό τάφο και προσώπων συνδεομένων με τον αρχικό δικαιούχο και τον σύζυγο ή την σύζυγο αυτού και με άλλο βαθμό συγγενείας εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, ... 2. ... 5. Επιτρέπεται η τριετής ταφή σε οικογενειακό τάφο συγγενών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας του αρχικού δικαιούχου ή τρίτου προσώπου με έγγραφη συγκατάθεση του αρχικού δικαιούχου και αν δεν υπάρχει αυτός, του ή της συζύγου και των κατιόντων υπό τον όρο καταβολής ποσού που ορίζεται από το άρθρο 26 παρ. β1 του παρόντος. 6. ...», στο άρθρο 11 παρ. 1 ότι: «Η ανακομιδή των οστών ενεργείται μετά παρέλευση τριετίας από της ταφής οπωσδήποτε ευθύνη των υπηρεσιών του Νεκροταφείου ...», στο άρθρο 12 ότι: «1. Η ταφή των νεκρών, η ανακομιδή και μετακομιδή των οστών, ενεργείται σύμφωνα προς την κειμένη νομοθεσία περί δημοσίας υγείας. 2. Εάν κατά την ανόρυξη τάφου για την ανακομιδή των οστών νεκρού διαπιστωθή ότι, το πτώμα τούτου δεν είναι διαλυμένο, μεταφέρεται και ενταφιάζεται σε ειδικό χώρο, για την τέλεια διάλυση του. Σε περίπτωση που κατά την ανόρυξη οικογενειακού τάφου, για την ανακομιδή νεκρού ενταφιασθέντος για μία τριετία με την συγκατάθεση των δικαιούχων  βρεθή  το πτώμα  του  νεκρού  αδιάλυτο,   τούτο  παραμένει υποχρεωτικά στον τάφο μέχρι την τελεία διάλυση του. 3. Η διαφύλαξη των ανακομιζομένων οστών ενεργείται με αίτηση των ενδιαφερομένων συγγενών και με την επιμέλεια των Υπηρεσιών των Νεκροταφείων α) στα οστεοφυλάκια β) στους οικογενειακούς τάφους, με την συγκατάθεση των δικαιούχων χρήσεως και με την καταβολή τέλους προβλεπομένου από τον παρόντα κανονισμό», στο άρθρο 13 ότι: «α) Για την ανακομιδή των οστών των σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος, ταφέντων νεκρών, για μια τριετία σε οικογενειακούς τάφους, απαιτείται η παρουσία των δικαιούχων των τάφων, οι οποίοι υποχρεούνται στην εκταφή με την συμπλήρωση τριετίας, άνευ άλλης ειδοποιήσεως, από της ταφής, ως και των συγγενών των ταφέντων νεκρών. Σε περίπτωση αρνήσεως των συγγενών αυτών να προβούν στην εκταφή, αρκεί για αυτήν η παρουσία ενός μόνον εκ των κατά το άρθρο 5 του παρόντος αναφερομένων προσώπων, β) Απαγορεύεται απολύτως η ανασκαφή των οικογενειακών τάφων και η ανακομιδή των οστών των εντός αυτών ταφέντων νεκρών σε περίπτωση απουσίας των δικαιούχων των τάφων τούτων» και στο άρθρο 34 ότι: «α) Η Διεύθυνση Δημοτικών Κοιμητηρίων τυγχάνει υπεύθυνη και αρμοδία για την πιστή εκτέλεση και εφαρμογή του παρόντος, β)...».

 

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την ./9.7.1949 πράξη του Δημάρχου Αθηναίων παραχωρήθηκε στη ... δικαίωμα χρήσης στον υπό στοιχεία ... οικογενειακό τάφο στο Α' Νεκροταφείο (Κοιμητήριο) Αθηνών, με την καταβολή ανάλογου τιμήματος. Σχετικά με τους κατιόντες της αρχικής δικαιούχου περιλαμβανόταν στο φάκελο ... η .../2.8.1961 έκθεση ένορκης βεβαίωσης ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ... των μαρτύρων ..., κατόπιν αίτησης της ..., σύμφωνα με την οποία η τελευταία, της οποίας η μητέρα, ..., βρισκόταν εν ζωή, ήταν έγγαμη με τον ... και από το γάμο της αυτό είχε αποκτήσει τέκνα 1) την ... έγγαμη με το ...., η οποία από το γάμο της με αυτόν είχε αποκτήσει τέκνα α) τη ... και β) τον ..., άγαμα, και 2) το ..., ο οποίος ήταν άγαμος. Ο ... απεβίωσε στις 4.9.1978 και άφησε πλησιέστερους συγγενείς του τη σύζυγο του ... (1η ενάγουσα), τη θυγατέρα ./10.2.1979 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών του Δημάρχου Αθηναίων), ενταφιάστηκε δε στον οικογενειακό τάφο του οποίου η χρήση είχε παραχωρηθεί στη μητέρα του. Στις 29.6.1990 έλαβε χώρα εκταφή του, τα δε οστά του, σύμφωνα με σχετική σημείωση στην καρτέλα ενταφιασμένων του ως άνω κοιμητηρίου, παρέμειναν στον οικογενειακό τάφο. Εξάλλου, σύμφωνα με την ίδια καρτέλα, κατά την ημέρα της εκταφής του ήταν ενταφιασμένοι στον ίδιο τάφο, η μητέρα της ..., ..., η μητέρα του, ..., ο σύζυγος της τελευταίας, ..., ο ..., που είχε ενταφιασθεί στον ως άνω τάφο με τριετή φιλοξενία στις 25.1.1990, ενώ την ίδια ημέρα (29.6.1990) ενταφιάσθηκε η ..., κόρη της αρχικής δικαιούχου. Ο ενάγοντες εκθέτουν ότι στις 27.12.2010, κατά τη διάρκεια της κηδείας του συζύγου της αδελφής του αποβιώσαντος, ..., διαπίστωσαν ότι ο τελευταίος ενταφιάσθηκε στον ανωτέρω εξαθέσιο οικογενειακό τάφο, στη θέση όπου είχε ενταφιασθεί πρωτύτερα ο ..., ο οποίος είχε εκταφεί. Ακολούθως, με την ./14.2.2011 αίτηση τους προς τη Διεύθυνση Κοιμητηρίων του εναγόμενου Δήμου ζήτησαν εξηγήσεις επισυνάπτοντας στην αίτηση τους το ως άνω ./10.2.1979 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών και ληξιαρχική πράξη θανάτου του ..., ο δε Δήμος με το ./11.3.2011 έγγραφο του, τους ενημέρωσε ότι η ανακομιδή των οστών του ... πραγματοποιήθηκε στις 29.6.1990 με βάση όσα προβλέπονταν τότε στον ισχύοντα Κανονισμό Λειτουργίας των Κοιμητηρίων (παρουσία δικαιούχων και συγγενών της θυγατέρας της αρχικής δικαιούχου, ...), προκειμένου να ενταφιασθεί η ίδια στο χώρο αυτό, και ότι τα οστά του συγγενούς τους τοποθετήθηκαν (παρέμειναν) εντός του οικογενειακού τάφου. Περαιτέρω, κατά το ίδιο έγγραφο, από τον έλεγχο της υπηρεσίας διαπιστώθηκε η ύπαρξη πόρτας που παραμένει κλειστή, το κλειδί της οποίας βρισκόταν στα χέρια των δικαιούχων χρήσης. Στη συνέχεια, σε απάντηση της ./20.2.2012 αίτησης των εναγόντων, με την οποία ζητούσαν να ενημερωθούν παρουσία  ποιων  συγγενών της ... πραγματοποιήθηκε η ανακομιδή των οστών του συγγενούς τους και καλούνταν ο Δήμος να παραβρεθεί με αρμόδιο εκπρόσωπο του στις 8.3.2012 και ώρα 10.30 π.μ. στον επίδικο οικογενειακό τάφο, προκειμένου να τους υποδείξει ποια είναι η οστεοθήκη του ..., με το ./2.3.2012 έγγραφο του, ο Δήμος τους ενημέρωσε ότι η ανακομιδή των οστών πραγματοποιήθηκε με βάση όσα προβλέπονται από τον ισχύοντα Κανονισμό, καθ' υπόδειξη και παρουσία δικαιούχων συγγενών του νεκρού, σύμφωνα με τα έως τότε κατατεθειμένα στοιχεία ενημέρωσης των δικαιούχων που βρίσκονταν στο φάκελο. Περαιτέρω, τους ενημέρωσε ότι όσον αφορά στη φύλαξη των οστών, η οικογένεια επιμελείται την τοποθέτηση ή μη των οστών σε ειδικά μεταλλικά κιβώτια, όπου θα φυλαχτούν τα οστά, και ορίζει το χώρο εναπόθεσης τους στον τάφο. Τέλος, αναφερόταν ότι τα οστά του ... βρίσκονταν εντός του τάφου και ότι οι συγγενείς - δικαιούχοι γνώριζαν την ακριβή θέση αυτών, δεδομένου ότι υπάρχει κλειδωμένη πόρτα και το κλειδί βρίσκεται στα χέρια των δικαιούχων και όχι της Υπηρεσίας. Μεταγενέστερα τους απέστειλε τον ισχύοντα κατά τον κρίσιμο χρόνο Κανονισμό Λειτουργίας των Δημοτικών Κοιμητηρίων του Δήμου Αθηναίων.

 

6. Επειδή, ήδη, με την κρινόμενη αγωγή, όπως αναπτύσσεται με το από 1.3.2018 νομίμως κατατεθέν υπόμνημα, οι ενάγοντες ισχυρίζονται ότι, ως πλησιέστεροι συγγενείς του ..., έχοντας το κλειδί του οικογενειακού τάφου, επισκέπτονταν τακτικά τον τάφο του συγγενούς τους και προσεύχονταν, άναβαν καντήλι και περιποιούνταν και φρόντιζαν το χώρο ενταφιασμού του, πλην αυτός ήδη από τις 29.6.1990 είχε εκταφεί, κατά τους ισχυρισμούς τους, παράτυπα, προκειμένου να τοποθετηθεί στο χώρο αυτό η αδελφή του, ..., παρόλο που υπήρχαν κενές θέσεις εντός του εξαθέσιου οικογενειακού τάφου, καθώς και θέσεις κατειλημμένες από προαποβιώσαντες του .... Η δε εκταφή διενεργήθηκε χωρίς την παρουσία τους και τη συναίνεση τους και χωρίς να έχουν ενημερωθεί από τη Διοίκηση του Νεκροταφείου, κατά παράβαση των κανονιστικών διατάξεων του Κανονισμού Λειτουργίας του Δήμου, αντίθετα με το νόμο και τα χρηστά ήθη, προσβάλλοντας βάναυσα την προσωπικότητα τους. Συγκεκριμένα, η εκταφή διενεργήθηκε κατά παράβαση του άρθρου 13 του ως άνω Κανονισμού, με το οποίο απαγορεύεται η ανασκαφή των οικογενειακών τάφων και η ανακομιδή των οστών των εντός αυτών ταφέντων νεκρών σε περίπτωση απουσίας των δικαιούχων των τάφων αυτών, όπως ήταν και αυτοί, ο δε Δήμος θα μπορούσε να απαιτήσει τη χορήγηση πιστοποιητικού πλησιέστερων συγγενών τόσο κατά την ημέρα θανάτου και ταφής του συζύγου και πατέρα τους, αλλά και κατόπιν κατά την εκταφή του. Εξάλλου, κατά τους ισχυρισμούς τους, η ειδοποίηση των συγγενών του νεκρού για την αποκομιδή των οστών προβλέπεται σε όλες τις περιπτώσεις τάφων, ήτοι τριετούς τάφου, φιλοξενούμενου επί τριετία σε οικογενειακό τάφο και οικογενειακού τάφου, όπου οι δικαιούχοι ταυτίζονται με τους συγγενείς του ενταφιασμένου. Λόγω της ως άνω παράνομης συμπεριφοράς των οργάνων του εναγόμενου Δήμου, προσεύχονταν εν αγνοία τους στον τάφο κάποιου άλλου νεκρού, στερήθηκαν τη δυνατότητα να παρίστανται στην ανακομιδή των οστών του συγγενούς τους και να φροντίσουν κατά τη διάρκεια της όσα τους πρόσταζαν η πίστη, τα ήθη και τα έθιμα τους, να επιμεληθούν την τοποθέτηση και φύλαξη των οστών του σε οστεοθήκη της επιλογής τους και να ορίσουν το χώρο εναπόθεσης τους εντός του οικογενειακού τάφου και, περαιτέρω, να γνωρίζουν την ακριβή θέση τους. Συνέπεια των ως άνω είναι και η ενδεχόμενη απώλεια των οστών, καθώς αυτοί, οι οποίοι έπρεπε να επιμεληθούν την τοποθέτηση τους σε ειδικό μεταλλικό κιβώτιο, απουσίαζαν κατά την εκταφή, τα δε όργανα του εναγομένου αρνούνται να τους τα υποδείξουν ή έστω να προσπαθήσουν να τα ανεύρουν και τους τα υποδείξουν. Ως εκ τούτων, τους προκλήθηκε υπερβολικά μεγάλο ψυχικό και ηθικό άλγος από την ημέρα που το έμαθαν, για τη δε ικανοποίηση της ηθικής τους βλάβης ζητούν να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει σε καθένα από αυτούς το ποσό των 70.000,00 ευρώ, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Προς απόδειξη των ισχυρισμών τους επικαλούνται και προσκομίζουν, μεταξύ άλλων: α) τη ./1.3.2018 ένορκη βεβαίωση του ... ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών ..., σύμφωνα με την οποία οι ενάγοντες, έχοντας κλειδί της εξωτερικής πόρτας, επισκέπτονταν προς προσευχή τον τάφο του ... κάθε Σαββατοκύριακο και τον επιμελούνταν, έως την κηδεία του ..., οπότε διαπίστωσαν ότι ο τελευταίος ενταφιαζόταν στη μεσαία δεξιά θέση, όπου ήταν ενταφιασμένος ο ..., ενώ έως τότε δεν είχαν ενημερωθεί για την εκταφή του, ούτε τους είχε ζητηθεί να προσκομίσουν κάποιο έγγραφο. Σύμφωνα με την ίδια κατάθεση, λίγο πριν την εκδίκαση της υπόθεσης, οι ενάγοντες κλήθηκαν από την υπηρεσία του Α' Νεκροταφείου Αθηνών προκειμένου να ανοίξουν τον τάφο και να εντοπίσει η υπηρεσία σε ποιο ακριβώς σημείο βρίσκονταν τα οστά του ... Η αυτοψία διενεργήθηκε στις 5.12.2017, όταν δε οι υπάλληλοι του νεκροταφείου αφαίρεσαν το μάρμαρο της δεξιάς μεσαίας θέσης, η ..., η οποία παρευρισκόταν, του μετέφερε ότι βρέθηκε το φέρετρο του ..., δεξιά από το φέρετρο μία οστεοθήκη όπου αναγραφόταν το όνομα της ... και αριστερά από το φέρετρο οστά στοιβαγμένα χύδην χωρίς οστεοθήκη και όνομα ή κάποια ένδειξη, οι δε υπάλληλοι συμπέραναν ότι ανήκουν σε άνδρα και ότι μάλλον ήταν τα οστά του ..., αφού ήταν ενταφιασμένος στον τάφο αυτό, πλην αυτό μόνο με εξέταση DNA θα μπορούσε να εξακριβωθεί, β) την ./15.2.2018 έκθεση επίδοσης γνωστοποίησης ένορκης βεβαίωσης του ως άνω μάρτυρα και κλήσης του δικαστικού επιμελητή Πειραιά ... προς τον εναγόμενο Δήμο, γ) την ./30.11.2017 πρόσκληση του Δήμου πρός την πρώτη ενάγουσα να προσέλθει στην υπηρεσία στις 5.12.2017, έχοντας μαζί και το κλειδί του οικογενειακού τάφου ... του οποίου ήταν συνδικαιούχος, ώστε η υπηρεσία να εντοπίσει σε ποιο ακριβώς σημείο βρίσκονται τα οστά του ... και δ) έγγραφο της τρίτης ενάγουσας με αριθμό πρωτοκόλλου του Α' Κοιμητηρίου του εναγόμενου Δήμου ./5.12.2017, σύμφωνα με το οποίο παραστάθηκε κατά την αυτοψία του οικογενειακού τάφου στις 5.12.2017 και ενώπιον της ανοίχθηκε η μεσαία δεξιά φερετροθήκη, όπου εκεί βρέθηκαν ένα φέρετρο με τα οστά του ..., ένα μεταλλικό κασελάκι δεξιά του φέρετρου, όπου αναγραφόταν το όνομα της ... και το οποίο περιείχε τα οστά της, και χύμα κόκκαλα αριστερά του φέρετρου, τα οποία κατά τις διαβεβαιώσεις των υπαλλήλων του Δήμου ανήκαν σε άνδρα, ο οποίος είκαζαν ότι ήταν ο πατέρας της, χωρίς, όμως, να προκύπτει αυτό από κάποιο στοιχείο. Από την πλευρά του, ο εναγόμενος Δήμος με την ./31.1.2018 έκθεση απόψεων του προβάλλει ότι η ανακομιδή των οστών του ... πραγματοποιήθηκε στις 29.6.2010 καθ' υπόδειξη και παρουσία δικαιούχων του τάφου κατά το άρθρο 13 παρ. β' του ισχύοντος Κανονισμού σύμφωνα με τα ως τότε κατατεθειμένα στοιχεία ενημέρωσης των κατιόντων - δικαιούχων που βρίσκονταν στο φάκελο, προκειμένου να ενταφιασθεί η ... σύζυγος ..., ενώ τα οστά του παρέμειναν εντός του οικογενειακού τάφου. Τα στοιχεία που έως τότε (29.6.1990) βρίσκονταν στο φάκελο ... και αφορούσαν στους κατιόντες της αρχικής δικαιούχου ήταν η ./1961 ένορκη βεβαίωση, η δε υπηρεσία δεν είχε ενημερωθεί για την οικογενειακή κατάσταση (σύζυγο και τέκνα) του ..., ώστε να τους ειδοποιήσει, δεδομένου ότι η ένορκη βεβαίωση τον ανέφερε ως άγαμο, η δε οικογένεια του δεν είχε προσκομίσει - ως όφειλε - πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης. Στις 27.12.2010, η υπηρεσία ζήτησε από την πρώτη ενάγουσα να προσκομίσει δημόσια έγγραφα με τους κατιόντες του ... για την ενημέρωση της υπηρεσίας, τα οποία κατατέθηκαν από την τρίτη ενάγουσα στις 14.2.2011 (το ./1979 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών και η ληξιαρχική πράξη θανάτου του πατερά της). Εξάλλου, όσοι δικαιούχοι έχουν ενταφιασθεί σε οικογενειακό τάφο παραμένουν ενταφιασμένοι μέχρι οι εν ζωή δικαιούχοι συγγενείς τους αποφασίσουν να προβούν είτε στην ανακομιδή των οστών τους, προκειμένου να πραγματοποιηθεί άλλη ταφή, είτε για την τακτοποίηση των οστών τους στο οστεοφυλάκιο, για τη δε εκταφή του … τεκμαίρεται ότι η εντολή δόθηκε από δικαιούχο πρόσωπο (σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. β' του τότε Κανονισμού ΠΔΣ 1979) και παρουσία αυτού έγινε η ανακομιδή των οστών του, ενόψει και του ότι ο τάφος έχει πόρτα που κλειδώνει και το κλειδί το έχουν μόνο οι δικαιούχοι του τάφου και όχι η υπηρεσία. Εντούτοις, η υπηρεσία δε γνωρίζει ποιος δικαιούχος ήταν παρών, γιατί δε γινόταν κάποια σημείωση για αυτό. Περαιτέρω, σύμφωνα με την ως άνω έκθεση απόψεων, η οικογένεια επιμελείται την τοποθέτηση ή μη των ανακομιζόμενων οστών σε ειδικά μεταλλικά κιβώτια και ορίζει το χώρο εναπόθεσης τους στον τάφο, τα δε οστά του ..., σύμφωνα με την καρτέλα ενταφιασμένων, βρίσκονται εντός του τάφου και οι συγγενείς υποδεικνύουν την ακριβή θέση τους, δεδομένου ότι, κατά τα ανωτέρω, η πόρτα του τάφου είναι κλειδωμένη, όπως διαπίστωσε υπάλληλος του Κοιμητηρίου, που πραγματοποίησε στις 3.11.2017 αυτοψία. Εξάλλου, κατά την αυτοψία της 5.12.2017 βρέθηκαν τρεις σοροί στη μεσαία δεξιά φερετροθήκη, στην οποία είναι καταγεγραμμένες στα βιβλία - αρχεία της υπηρεσίας οι ταφές του ..., της ... και του ..., οπότε δεν έχει γίνει εκταφή των οστών του πρώτου και τα οστά του βρίσκονται εκεί όπου εξ αρχής είχαν ενταφιασθεί. Τέλος, μεταξύ των στοιχείων του φακέλου που προσκομίζει ο εναγόμενος Δήμος, περιλαμβάνεται η από 5.12.2017 έκθεση της υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία κατά την αυτοψία την ίδια ημέρα η τρίτη ενάγουσα έδωσε το κλειδί του τάφου στον υπάλληλο ..., ο οποίος ξεκλείδωσε την πόρτα του εν λόγω οικογενειακού τάφου, μπήκε μέσα και κοίταξε τις οστεοθήκες που βρίσκονταν στο οστεοφυλάκιο του τάφου, όπου δε βρέθηκαν τα οστά του ..., και, στη συνέχεια, άνοιξε τη μεσαία δεξιά φερετροθήκη, όπου βρέθηκαν: α) ένα φέρετρο με τα οστά του ..., β) ένα μεταλλικό κασελάκι στο κάτω μέρος της φερετροθήκης δεξιά, στο οποίο αναγραφόταν το όνομα ... και γ) τα οστά του ..., στο πάνω μέρος της φερετροθήκης, αριστερά, εκεί όπου είχαν ενταφιασθεί.

 

7. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 του α.ν. 582/1968 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 παρ. 3 του ισχύοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο Κανονισμού Λειτουργίας Δημοτικών Κοιμητηρίων (πράξη ./17.1.1979 Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων), δικαίωμα ταφής στους οικογενειακούς τάφους έχουν, μεταξύ άλλων, εκείνος προς τον οποίο έγινε η παραχώρηση και οι κατ' ευθείαν γραμμή ανιόντες ή κατιόντες αυτού μετά των συζύγων και κατιόντων αυτών, ενώ, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 5 του ως άνω Κανονισμού, ο βαθμός συγγένειας προς τον αρχικό δικαιούχο των ενταφιαζομένων αποδεικνύεται από έγγραφο Δημόσιας ή Δημοτικής Αρχής ή από ένορκη βεβαίωση δύο μαρτύρων ενώπιον αρμόδιας αρχής. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 13 περ. β' του ίδιου Κανονισμού, απαγορεύεται απολύτως η ανασκαφή των οικογενειακών τάφων και η ανακομιδή των οστών των εντός αυτών ταφέντων νεκρών σε περίπτωση απουσίας των δικαιούχων των τάφων αυτών. Περαιτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι εντός του φακέλου που τηρούνταν στο Α' Κοιμητήριο Αθηνών περιλαμβάνονταν έως και τις 14.2.2011, οπότε κατατέθηκε το προαναφερθέν ./10.2.1979 πιστοποιητικό πλησιέστερων συγγενών, μόνο η ./2.8.1961 έκθεση ένορκης βεβαίωσης, σύμφωνα με την οποία ο ... ήταν άγαμος, χωρίς να έχει ενημερωθεί η υπηρεσία για τη μεταγενέστερη τέλεση γάμου από αυτόν και την απόκτηση τέκνων, ούτε να πηγάζει από κάποια διάταξη υποχρέωση της για επικαιροποίηση των στοιχείων των δικαιούχων, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο εναγόμενος Δήμος δεν υπέχει ευθύνη για τη μη ενημέρωση και πρόσκληση των εναγόντων κατά την ανακομιδή των οστών του ..., η οποία από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει ότι διενεργήθηκε απουσία των γνωστών στο Δήμο δικαιούχων του οικογενειακού τάφου, ενόψει και του ότι για την πρόσβαση σε αυτόν απαιτείται κλειδί, το οποίο κατέχουν μόνο οι δικαιούχοι, και ανεξαρτήτως του λόγου που επέλεξαν οι γνωστοί στο Δήμο δικαιούχοι την ανακομιδή των οστών του, παρά την ύπαρξη κενής φερετροθήκης κατά το κρίσιμο διάστημα. Εξάλλου, σύμφωνα με την καρτέλα ενταφιασθέντων στον εν λόγω οικογενειακό τάφο, σε κάθε περίπτωση, μετά την εκταφή, τα οστά του ... παρέμειναν εντός του τάφου και από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει η απώλεια τους, ανεξάρτητα από τον τρόπο φύλαξης τους, ο οποίος γίνεται με τη μέριμνα των δικαιούχων των οικογενειακών τάφων. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι δε στοιχειοθετείται παρανομία πράξεων ή παραλείψεων του εναγόμενου Δήμου, όσα δε προβάλλουν οι ενάγοντες περί του αντιθέτου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Συνεπώς, ο εναγόμενος Δήμος δεν οφείλει να καταβάλει χρηματική ικανοποίηση σε αυτούς για τις επικαλούμενες από αυτούς αιτίες, κατ' αποδοχή ως βάσιμου του ισχυρισμού του.

 

8. Επειδή, κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη. Τέλος, δικαστικά έξοδα υπέρ του εναγομένου δε δύναται να επιδικασθούν ελλείψει σχετικού παραδεκτώς υποβληθέντος αιτήματος αυτού (άρθρο 275 παρ. 7 του Κ.Δ.Δ.), καθόσον το αίτημα για την επιδίκαση αυτών μπορούσε να υποβληθεί μόνο με την έκθεση απόψεων, κατ' άρθρο 129 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ., απαραδέκτως δε προβλήθηκε το πρώτον με το υπόμνημα του, με το οποίο, κατά τις διατάξεις του άρθρου 138 του Κ.Δ.Δ., επιτρέπεται μόνο η ανάπτυξη ήδη προβληθέντων ισχυρισμών, όχι δε και η υποβολή νέων αιτημάτων (Σ.τ.Ε. ενδ. 596/2017, 1293, 1416, 3260/2015, 3084, 3458/2014).

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την αγωγή.

 

Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα στις 10.7.2018.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

Η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 29.11.2018 με τη σύνθεση που αναγράφεται στα πρακτικά, λόγω προαγωγής της Προέδρου Πρωτοδικών Δ.Δ. Αργυρώς Χορευτάκη σε Εφέτη Δ.Δ. και τοποθέτησης της στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών και του μέλους Καλλιόπης Γαλετάκη, Πρωτοδίκη Δ.Δ., σε Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ. και τοποθέτησης της στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιώς.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ