ΤρΔΕφΑθ 209/2015

 

Αστική ευθύνη Δημοσίου - Ο.Τ.Α. - Παράλειψη έκδοσης οικοδομικής άδειας - Ακυρωθείσα διοικητική πράξη - Ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης και ζημίας -.

 

Η ακύρωση διοικητικής πράξης με την οποία απορρίπτεται αίτηση εκδόσεως οικοδομικής αδείας, για μη νόμιμη αιτιολογία ή η παράλειψη συμμορφώσεως προς τις αποφάσεις αυτές δεν εκτείνεται στην υποχρέωση της Διοικήσεως να εκδώσει οικοδομική άδεια, αλλά στην υποχρέωση της να εκδώσει αιτιολογημένη πράξη. Στην προκειμένη περίπτωση κρίθηκε ότι αφού με την ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών δεν διετάχθη η Διοίκηση να προβεί σε έκδοση οικοδομικής άδειας, οι τυπικές παρανομίες των πράξεων τούτων δεν τελούσαν σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη ζημία που η εκκαλούσα υποστήριξε ότι υπέστη. Επομένως ορθώς κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ότι η εκκαλούσα δεν δικαιούται την αιτηθείσα κατά τα άρθρα 105 και 106 Εισ. Ν.Α.Κ αποζημίωση.

 

 

 

Αριθμός απόφασης 209/2015

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΤΜΗΜΑ 10o ΤΡΙΜΕΛΕΣ

 

 

Αποτελούμενο από τους: Γεωργία Δούρου, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Βρυσηίδα Μακρή (Εισηγήτρια) και Σταυρούλα Μιχαλοπούλου Εφέτες Δ.Δ. και γραμματέα την Ελισσάβετ Ανδρέου, δικαστική υπάλληλο

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 29 Σεπτεμβρίου 2014

 

για να δικάσει την με χρονολογία καταθέσεως 20 Δεκεμβρίου 2013 έφεση (ABEΜ 224/23.1.2014)

 

της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (Δ.Ε.Η.) Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Χαλκοκονδύλη αρ. 30) και παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο Φίλοθέη-’λκηστη Μουρατιάν, σύμφωνα με την από 24.9.2014 έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του ΚΔΔ,

 

κατά του ν.π.δ.δ. Δήμου Αθηναίων, που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Στέλιο Μπεζαντέ, σύμφωνα με την από 26.9.2014 έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του ΚΔΔ

 

Το Δικαστήριο μετά τη συνεδρίαση συνήλθε σε διάσκεψη

 

 

Μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφτηκε σύμφωνα με το νόμο.

 

Η κρίση του είναι η εξής:

 

 

1. Με την κρινόμενη έφεση, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα 2543913 και 1306732/2013 έντυπα παραβόλου), παραδεκτώς ζητείται η εξαφάνιση της 11046/2013 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, με την οποία απορρίφθηκε η από 20.11.2006 αγωγή της εκκαλούσας εταιρείας. Με την αγωγή της, η εκκαλούσα ζητούσε να υποχρεωθούν, μεταξύ άλλων, ο εφεσίβλητος Δήμος και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών-Πειραιώς, να της καταβάλουν νομιμοτόκως, βάσει των διατάξεων των άρθρων 105 και 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., το ποσό των 27.970.682,30 ευρώ, πλέον της απωλεσθείσας ετήσιας αποσβέσεως, καθώς και της απωλεσθείσας υπεραξίας της επενδύσεως της επιχειρήσεως αυτής, ως αποζημίωση για την αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστη, από την παράνομη, κατά τους ισχυρισμούς της, παράλειψη των αρμοδίων πολεοδομικών οργάνων του Δήμου Αθηναίων και της Νομαρχίας Αθηνών να προβούν στην έκδοση οικοδομικής άδειας.

 

 

2. Από τις διατάξεις των άρθρων 95 παρ. 5 του Συντάγματος, 198 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α'97) και 50 παρ. 4 και 5 του Π.Δ/τος 18/1989 (Α'8) συνάγεται ότι η Διοίκηση, μετά την έκδοση ακυρωτικής απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Διοικητικού Εφετείου, υποχρεούται να συμμορφωθεί προς αυτή και μάλιστα όχι μόνον να θεωρήσει ως ανίσχυρη και μη υφιστάμενη στο νομικό κόσμο την ακυρωθείσα διοικητική πράξη, αλλά να προβεί σε θετικές ενέργειες για την αναμόρφωση της νομικής κατάστασης που προέκυψε αμέσως ή εμμέσως από την ακυρωθείσα πράξη, ανακαλώντας ή τροποποιώντας τις εν τω μεταξύ εκδοθείσες πράξεις ή εκδίδοντας αυτές με αναδρομική ισχύ, προκειμένου να επαναφέρει τα πράγματα στην θέση στην οποία θα βρίσκονταν, αν από την αρχή δεν είχε εκδοθεί η ακυρωθείσα πράξη. Το ειδικότερο δε περιεχόμενο και η έκταση των υποχρεώσεων της Διοίκησης προσδιορίζονται από το αντικείμενο της ακυρώσεως, δηλαδή από το είδος και τη φύση της ακυρωθείσας πράξης, καθώς και από την κρίση ή τις κρίσεις επί των διοικητικής φύσεως ζητημάτων που περιέχονται στην απόφαση του Δικαστηρίου και δημιουργούν δεδικασμένο ως προς την συγκεκριμένη περίπτωση (ΣΤΕ 4775/2012). Επομένως, η ακύρωση διοικητικής πράξης, με την οποία απορρίπτεται αίτηση εκδόσεως οικοδομικής αδείας για μη νόμιμη αιτιολογία ή η παράλειψη συμμορφώσεως προς τις αποφάσεις αυτές, δεν εκτείνεται στην υποχρέωση της Διοικήσεως να εκδόσει οικοδομική άδεια, αλλά στην υποχρέωση της να εκδόσει σχετικά αιτιολογημένη πράξη.

 

 

3. Εξάλλου, κατά τα άρθρα 105 και 106 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα, το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ενέχονται σε αποζημίωση ένεκα παρανόμων πράξεων ή παραλείψεων των οργάνων τους κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ' αυτά εξουσίας. Κατά την έννοια δε των διατάξεων αυτών για να στοιχειοθετηθεί ευθύνη του Δημοσίου και των λοιπών νομικών προσώπων προς αποζημίωση απαιτείται παράνομη πράξη ή παράλειψη των οργάνων τους κατά την άσκηση της ανατεθειμένης σ' αυτά δημοσίας εξουσίας καθώς και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης αυτής πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσης ζημίας. Αιτιώδης δε σύνδεσμος υπάρχει όταν, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει ζημία.

 

 

4. Στην προκειμένη περίπτωση,  από την επανεξέταση των στοιχείων της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Η εκκαλούσα ανώνυμη εταιρεία, με την από 20.11.2006 αγωγή της ιστορούσε ότι είναι κυρία εκτάσεως 20.276,10 τ.μ., στη θέση «Γηροκομείο», επί των οδών Γεωργουλά, Φλώρου και Λάμψα, εκτός των εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων. Η ανωτέρω έκταση περιήλθε στην κυριότητα  της: α) με αναγκαστική απαλλοτρίωση ( βλ. τις 52884/22!2.1962 και 18208/11.3.1966 αποφάσεις του Υπουργού Βιομηχανίας, φ. 82 Kaf 39 Δ'), υπέρ και με δαπάνες της εκκαλούσας, έκτασης 9.749,50 και 11.206 τ.μ., προς εγκατάσταση υποσταθμού 150/22ΚΝ/ Ψυχικού σε εκτός σχεδίου περιοχή, καθώς και προς επέκταση των εγκαταστάσεων του ιδίου υποσταθμού και β) την αγορά έκτασης 742,90 τ.μ στην ίδια περιοχή, απομειωθείσας στη συνέχεια λόγω ρυμοτόμησης. Στην ως άνω έκταση οικοδομήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1970, δύο κτίρια υποσταθμών, συνολικού εμβαδού 7.060 τ.μ., για τη λειτουργία Κέντρου Διανομής Ηλεκτρικής ενέργειας. Ακολούθως, εκδόθηκε το από 29.12.1980 Π.Δ. «περί καθορισμού όρων και περιορισμών δομήσεως και εγκρίσεως θέσεως και διατάξεως κτιρίων ανεγερθησομένων επί εκτάσεως κειμένης εκτός σχεδίου εις θέσιν Γηροκομείον Αθηνών» (φ. 36/27.1.1981 τ. Δ'), με το οποίο εγκρίθηκαν η θέση και η διάταξη των κτιρίων εντός τμήματος της ως άνω εκτάσεως, καθώς και κοινόχρηστοι χώροι συνολικού εμβαδού 4.050 τ.μ., ενώ με το από 4.8.1994 Π.Δ. (φ. 1036/6.10.1994 τ. Δ") εγκρίθηκε τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο στην εκτός εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου περιοχή του Δήμου Αθηναίων για τον καθορισμό χώρου ανεγέρσεως κτιρίων της Δ.Ε.Η. και καθορίσθηκαν ειδικοί όροι και περιορισμοί δομήσεως αυτού. Υποστήριξε δε η εκκαλούσα ότι, βάσει των ανωτέρω Διαταγμάτων συνέταξε σχετικές μελέτες, τις οποίες υπέβαλε στις αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων, προκειμένου να εκδοθεί οικοδομική άδεια. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι, με την 18328/1995 αίτηση της, ζήτησε από την αρμόδια Πολεοδομική Διεύθυνση του Δήμου Αθηναίων τη χορήγηση οικοδομικής άδειας προς ανέγερση κτιρίου γραφείων κεντρικών υπηρεσιών σε οικόπεδο, εμβαδού 16.192 τ.μ., επί των οδών Φλώρου, Λάμψα και Γεωργούλα στην περιοχή «Γηροκομείο». Επί της αιτήσεως αυτής, εκδόθηκε η 18328/95/44655/25.4.1996 απορριπτική απόφαση του Τμήματος Αδειών της Διευθύνσεως του Σχεδίου Πόλεως του εφεσιβλήτου Δήμου, κατʼ επίκληση της 681/19.3.1996 αποφάσεως του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία αποφασίστηκε η μη χορήγηση οικοδομικών αδειών στα δύο οικόπεδα ΚΑΠΑΨ και ΔΕΗ Αμπελοκήπων, καθώς και η δέσμευση των οικοπέδων προς ανέγερση διδακτηρίου του 58ου Γυμνασίου-Λυκείου και δημιουργία χώρου πρασίνου. Διοικητική προσφυγή κατά της εν λόγω αποφάσεως, έγινε δεκτή με την 78060/4066/26.7.1996 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με την αιτιολογία ότι μόνη αρμόδια αρχή για την έκδοση της οικοδομικής άδειας είναι η τεχνική υπηρεσία του Δήμου και όχι το Δημοτικό Συμβούλιο, από την εντολή του οποίου αυτή θεώρησε ότι δεσμευόταν, αναπέμφθηκε δε η υπόθεση στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου για τη διενέργεια των νόμιμων. Ακολούθως, η 5860/1.11.1996 αίτηση της εκκαλούσας απορρίφθηκε εκ νέου με την 8390/16600/3.12.1996 απόφαση του Τμήματος Αδειών της Διευθύνσεως του Σχεδίου Πόλεως του Δήμου Αθηναίων, κατ' επίκληση της 2578/1996 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία  αποφασίστηκε η κίνηση της διαδικασίας χαρακτηρισμού των δύο χώρων για τους οποίους ζητείται η έκδοση οικοδομικής άδειας ως χώρο πρασίνου. Διοικητική   προσφυγή   της "εκκαλούσας, κατά της ως άνω δεύτερης απορριπτικής πράξεως, έγινε δεκτή με την 53/1/28.2.19.97 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με την αιτιολογία ότι, στην προκειμένη περίπτωση, η απόρριψη της αιτήσεως χορηγήσεως οικοδομικής, άδειας στην εκκαλούσα στηρίζεται και υιοθετεί απόψεις της 2578/1996 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, η απόρριψη δε του ως άνω αιτήματος με την ανωτέρω αιτιολογία είναι ανεπαρκής, και τούτο διότι το ενδεχόμενο τροποποιήσεως του ισχύοντος νομοθετικού καθεστώτος δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο λόγο αρνήσεως χορηγήσεως οικοδομικής άδειας, διότι τούτο θα αποτελούσε ανεπίτρεπτη αναστολή της εφαρμογής των κειμένων διατάξεων.   Κατόπιν αυτών, η εκκαλούσα υπέβαλε την 2568/23.5.1997 αίτηση και το ΔΥΣ/3710/3.7.1997 έγγραφο με το οποίο συνυπέβαλε τους σχετικούς φακέλους μελετών. Στη συνέχεια υπέβαλε εκ νέου τις.13334/11.7.1997 και 22885/2100/27.11.1997 αιτήσεις χορηγήσεως οικοδομικής άδειας προς τη Διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών. Οι εν λόγω αιτήσεις απορρίφθηκαν με την 22885/2100/28.11.1997 απόφαση της ανωτέρω Διευθύνσεως, με την αιτιολογία ότι η Διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών δεν έχει αρμοδιότητα για έκδοση άδειας στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων. Κατά της απορριπτικής αυτής αποφάσεως, η εκκαλούσα άσκησε την από 8.12.1997 αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, το οποίο την παρέπεμψε, λόγω μεταβολής της αρμοδιότητας, στο Διοικητικό Εφετείο Αθηνών. Με την 978/2004 απόφαση του τελευταίου αυτού δικαστηρίου έγινε δεκτό ότι, η ανωτέρω απόφαση δεν είναι νομίμως αιτιολογημένη καθόσον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 2052/1992 και της 3772/639/28.1.1993 αποφάσεως του Υφυπουργοί ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., όταν με απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ακυρώνεται πράξη δημοτικής υπηρεσίας, η οποία αναφέρεται στη χορήγηση ή την άρνηση χορηγήσεως οικοδομικής άδειας, η  απόφαση αυτή κοινοποιείται αμέσως στην εκδούσα την πράξη υπηρεσία, η οποία οφείλει να εκτελέσει τη σχετική απόφαση, εάν, όμως, αυτή παραλείψει την εκτέλεση, τότε επιλαμβάνεται η αρμόδια κατά τόπο πολεοδομική υπηρεσία της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως, στην προκειμένη δε περίπτωση, αρμόδια να αποφανθεί επί του αιτήματος χορήγησης ή μη οικοδομικής άδειας στην εκκαλούσα είναι η διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών. Ενόψει τούτων, με την εν λόγω απόφαση ακυρώθηκε η ως άνω απόφαση και αναπέμφθηκε η υπόθεση στη Διεύθυνση πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, προκειμένου να αποφανθεί, με νέα αιτιολογημένη κρίση της, ως έχουσα αρμοδιότητα προς τούτο. Σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική αυτή απόφαση, η Διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών της Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως Αθηνών - Πειραιώς, απέστειλε στην εκκαλούσα το 4547/904/26.7.2004 έγγραφο της, προκειμένου να προσκομίσει θεωρημένο τοπογραφικό διάγραμμα με τους ισχύοντες όρους δομήσεως, το οποίο, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο 102/32/24.1.2007 έγγραφο της Διεύθυνσης Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών προς το πρωτόδικο δικαστήριο, ουδέποτε προσκομίστηκε. Εν τω μεταξύ, διαρκούσης της ως άνω δίκης εκδόθηκε η 1131849/9198/0010/8.1.1998 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (φ. 45 Δ') περί απαλλοτριώσεως εκτάσεως 6.000 τ μ επί της οδού Λάμψα, υπέρ και με δαπάνη του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων (Ο.Σ.Κ.) προς ανέγερση διδακτηρίου του 58ου Γυμνασίου - Λυκείου Αθηνών. Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε με την 3475/2002 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι όσο διαρκεί ο προορισμός του ως άνω χώρου για κτίρια της Δ.Ε.Η. βάσει του από 4.8.1994 Π.Δ., δεν είναι επιτρεπτή η απαλλοτρίωση του για σχολείο. Μετά τη δημοσίευση της ως άνω απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας εκδόθηκε η 1705/16.1.2003 απόφαση της Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (φ. 46/30.1.2003 τ. Δ'), «Τροποποίηση του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου του Δήμου Αθηναίων και καθορισμός όρων και περιορισμών δόμησης» με την οποία, χώρος ανεγέρσεως των κτιρίων των γραφείων των Κεντρικών Υπηρεσιών της Δ.Ε.Η. στο Ο.Τ. 85 (περιοχή 82 του Γηροκομείου Αθηνών) του Δήμου Αθηναίων χαρακτηρίζεται ως χώρος σχολείου και χώρος κοινόχρηστου πρασίνου, καθώς και η 1072768/6665/0010/22.9.2004 κοινή απόφαση της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (φ. 884/4.10.2004 τ. Δ') περί κηρύξεως αναγκαστικής απαλλοτριώσεως υπέρ και με δαπάνη του Ο.Σ.Κ. Α.Ε., εκτάσεως 6.000 τ.μ., επί της οδού Λάμψα (Ο.Τ. 85), για την ανέγερση διδακτηρίου του 58ου Γυμνασίου-Λυκείου Αθηνών, κατά των οποίων η αιτούσα άσκησε αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εξάλλου, μετά την άσκηση της αγωγής της εκκαλούσας, η αίτηση της εκκαλούσας ..περί ακυρώσεως της 1705/1.6.1.2003 απόφασης της Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.'Δ.Ε., απορρίφθηκε με την 2407/2009 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι η προσβαλλόμενη απόφαση τροποποιήσεως του σχεδίου αιτιολογείται επαρκώς ως προς την αναγκαιότητα ανεγέρσεως σχολείου και δημιουργίας χώρου πρασίνου στην επίδικη περιοχή, ακολούθως δε, με την 4430/2011 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας απορρίφθηκε και η αίτηση   ακυρώσεως της εκκαλούσας κατά της 1072768/6665/0010/22.9.2004 κοινής αποφάσεως της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του. Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (φ. 884/4.10.2004 τ. Δ'). Με την αγωγή της η εκκαλούσα, υποστήριξε ότι η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία του Δήμου αλλά και η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών-Πειραιώς παραβίασαν αφενός τις διατάξεις του  ΠΔ της 8/13.7.1993 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του ΠΔ. 255/91 και του άρθρου 8 του ν. 3200/1955, αφετέρου τις συνταγματικές διατάξεις που επιβάλλουν στη διοίκηση να συμμορφώνεται στους νόμους του κράτους και στις αποφάσεις των δικαστηρίων, αλλά και των συνταγματικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί χάριν της προστασίας της περιουσίας του προσώπου, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του ιδιώτη απέναντι στη διοίκηση. Ειδικότερα, υποστήριξε ότι οι πολεοδομικές υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων και της Νομαρχίας Αθηνών παραβίασαν: α) την κείμενη νομοθεσία περί εκδόσεως οικοδομικών αδειών, σύμφωνα με την οποία η Διοίκηση οφείλει να εκδώσει την οικοδομική άδεια, όταν προσκομισθεί πλήρης φάκελος, με τα πλήρη στοιχεία και δικαιολογητικά έγγραφα β) το άρθρο 17 του Συντάγματος, που επιβάλλει την προστασία της ιδιοκτησίας, γ) την αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικούμενου, καθόσον η εκκαλούσα είχε παραιτηθεί, βάσει της .../1980 συμβολαιογραφικής πράξεως, από τα δικαιώματα αποζημιώσεως της και είχε παραχωρήσει έκταση 4.050 τ.μ. για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων, προκειμένου να καθορισθούν όροι και περιορισμοί δομήσεως στο εν λόγω ακίνητο, δ) την αρχή της συνέχειας και της ενότητας των δημοσίων υπηρεσιών, καθόσον αγνοήθηκαν αφενός οι διατάξεις των Π.Δ. περί καθορισμού χρήσεων γης, αφετέρου οι αποφάσεις του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. επί των προσφυγών της, ε) την υποχρέωση της Διοικήσεως να συμμορφώνεται στις αποφάσεις των δικαστηρίων και στους νόμους του κράτους. Πέραν των ανωτέρω, υποστήριξε η εκκαλούσα, η παρανομία των πολεοδομικών υπηρεσιών τόσο του Δήμου όσο και της Νομαρχίας Αθηνών έχει κριθεί από την 978/2004 απόφαση του Εφετείου Αθηνών. Κατά συνέπεια, υποστήριξε η εκκαλούσα, οι ανωτέρω πολεοδομικές υπηρεσίες παρέλειψαν, να προβούν, ως όφειλαν, στην έκδοση οικοδομικής άδειας, με αποτέλεσμα να ζημιωθεί η επιχείρηση αυτής, διότι, σύμφωνα με το στεγαστικό της πρόγραμμα, εάν είχε, εξαρχής, εκδοθεί η οικοδομική άδεια, η κατασκευή του κτιρίου θα είχε ολοκληρωθεί έως 31.12.1999. Περαιτέρω, προς αποκατάσταση της ζημίας της, η εκκαλούσα ισχυρίστηκε ότι δικαιούται να λάβει, νομιμοτόκως, από τότε που κατέστη απαιτητό κάθε επιμέρους κονδύλιο, άλλως από την επίδοση της αγωγής, το συνολικό ποσό των 27.970.682,30 ευρώ, πλέον της απωλεσθείσας ετήσιας αποσβέσεως, καθώς και της απωλεσθείσας υπεραξίας της επενδύσεως της επιχειρήσεως αυτής, το οποίο αναλύεται ως εξής: α) 2.616.136 ευρώ για τη σύνταξη μελετών για την κατασκευή του κτιρίου, β) 13.183.352,30 ευρώ για καταβληθέντα μισθώματα, χρονικού διαστήματος από 1.9.2001 έως 31.8.2006, για μισθωμένα ακίνητα, τα οποία, λόγω μη εκδόσεως της επίμαχης οικοδομικής άδειας, διατηρήθηκαν προς κάλυψη των στεγαστικών αναγκών της επιχειρήσεως, καθώς και 15.678.097,27 ευρώ για μελλοντικά μισθώματα, τα οποία πρόκειται να καταβληθούν επί μία πενταετία από τη σύνταξη της αγωγής, γ) 3.000.000 ευρώ για τη δαπάνη συντηρήσεως και βελτιώσεως των μισθωμένων ακινήτων, χρονικής περιόδου από 1.9.2001 ως 31.8.2006, καθώς και 3.000.000 ευρώ ως μελλοντική δαπάνη, που πρόκειται να καταβληθεί επί μία πενταετία από τη σύνταξη της αγωγής, δ) 58.694 ευρώ για τη δαπάνη νομοτεχνικού συμβούλου προς υποστήριξη των προσφυγών της, ε) 9.112.500 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην αξία του οικοπέδου, εκτάσεως 4.050 τ.μ., που παραχωρήθηκε, κατά τα ανωτέρω, από τη Δ.Ε.Η. για τη δημιουργία κοινοχρήστων χώρων. Με την εκκαλουμένη απόφαση, κρίθηκε κατ' αρχήν, ότι στην προκειμένη περίπτωση, νομιμοποιείται παθητικώς μόνο η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Αθηνών - Πειραιώς και ο Δήμος Αθηναίων, από τον οποίο συνεχίζεται αυτοδικαίως η δίκη, καθ' ο μέρος η αγωγή στρέφεται κατά της ανωτέρω Νομαρχιακής Αυτοδιοικήσεως. Περαιτέρω, με την εκκαλουμένη κρίθηκε ότι, τόσο η άρνηση του Τμήματος Αδειών της Διευθύνσεως του Σχεδίου Πόλεως του Δήμου Αθηναίων να χορηγήσει στην εκκαλούσα οικοδομική άδεια κατά το έτος 1995, όσο και η μεταγενέστερη άρνηση της Διευθύνσεως Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, δεν ήταν νόμιμη, όπως τούτο διαπιστώθηκε με την 978/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία ακυρώθηκε η 22885/2100/28.11.1997 πράξη της ανωτέρω Διευθύνσεως. Η τελευταία, σε συμμόρφωση προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα της εν λόγω αποφάσεως, κάλεσε την εκκαλούσα να προσκομίσει τα σχετικά έγγραφα και τοπογραφικό διάγραμμα, τα οποία, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας και δεν αμφισβητείται από την εκκαλούσα, δεν προσκομίσθηκαν, καθόσον εν τω μεταξύ, είχαν εκδοθεί η 1705/16.1.2003 απόφαση της Υφυπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και η 1072768/6665/0010/22.9.2004 κοινή απόφαση της Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η νομιμότητα των οποίων κρίθηκε με τις 2407/2009 και 4430/2011 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Κατά συνέπεια, κατά την κρίση της εκκαλουμένης, η έκδοση των νεότερων, νομίμων πράξεων της Διοικήσεως επέφερε στην εκκαλούσα το ίδιο, με τις παράνομες ως άνω παραλείψεις, ζημιογόνο αποτέλεσμα, ειδικότερα δε την αδυναμία της να λάβει πλέον οικοδομική άδεια στην εν λόγω έκταση, με αποτέλεσμα να διασπάται, έτσι, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της διαπιστωθείσας, κατά τα ανωτέρω, παρανομίας και της επελθούσας ζημίας. Με τις σκέψεις αυτές απορρίφθηκε η αγωγή της εκκαλούσας. Ήδη, με την κρινόμενη έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της κατά τα ανωτέρω κρίσης του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, περί διάσπασης του αιτιώδους συνδέσμου.

 

 

5. Με βάση τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα εξής: 1) η εκκαλούσα στήριξε την αξίωση της προς αποζημίωση, για τη ζημία την οποία ισχυρίστηκε ότι υπέστη, στην παράνομη παράλειψη των αρμοδίων οργάνων τόσο του Δήμου όσο και της Νομαρχίας Αθηνών να προβούν, ως όφειλαν, στην έκδοση οικοδομικής άδειας, υποστήριξε δε η εκκαλούσα, ότι η παρανομία των πολεοδομικών υπηρεσιών τόσο του Δήμου όσο και της Νομαρχίας Αθηνών έχει κριθεί από την 978/2004 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, 2) όλες οι αιτήσεις της εκκαλούσας απορρίφθηκαν με αποφάσεις, μη νομίμως αιτιολογημένες, ειδικότερα δε: α) με την 18328/95/44655/25.4.1996. απόφαση του Τμήματος Αδειών της Διευθύνσεως του Σχεδίου Πόλεως του εφεσίβλητου Δήμου, απορρίφθηκε η 18328/1995 αίτηση της εκκαλούσας, κατ' επίκληση της 681/19.3.1996 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία αποφασίστηκε η μη χορήγηση οικοδομικών αδειών στα δύο οικόπεδα ΚΑΠΑΨ Αμπελοκήπων, καθώς και τη δέσμευση των οικοπέδων προς ανέγερση διδακτηρίου του 58ου Γυμνασίου-Λυκείου και δημιουργία χώρου πρασίνου. Η εν λόγω απόφαση ακυρώθηκε με την 78060/4066/26.7.1996 απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., αναπέμφθηκε δε η υπόθεση στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου για τη διενέργεια των νόμιμων, β) με την 8390/16600/3.12.1996 απόφαση του Τμήματος Αδειών της Διευθύνσεως του Σχεδίου Πόλεως του Δήμου Αθηναίων, απορρίφθηκε η 5860/1.11.1996 αίτηση της εκκαλούσας, κατ' επίκληση της 2578/1996 αποφάσεως του Δημοτικού Συμβουλίου. Η εν λόγω απόφαση ακυρώθηκε με την 53/1/28.2.1997 απόφαση του Υπουργού ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., με την αιτιολογία ότι η απόρριψη του αιτήματος της, με την σ' αυτήν αναφερόμενη αιτιολογία είναι ανεπαρκής και, γ) με την 22885/2100/28.11.1997 απόφαση της Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών Διευθύνσεως, απορρίφθηκαν οι νεότερες 13334/11.7.1997 και 22885/2100/ 27.11.1997 αιτήσεις χορηγήσεως οικοδομικής άδειας, με την αιτιολογία ότι η Διεύθυνση Πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών δεν έχει αρμοδιότητα για έκδοση άδειας στην περιοχή του Δήμου Αθηναίων. Η τελευταία αυτή απόφαση ακυρώθηκε με την 978/2004 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, ως μη νομίμως αιτιολογημένη, αναπέμφθηκε δε η υπόθεση στη Διεύθυνση πολεοδομίας της Νομαρχίας Αθηνών, προκειμένου να αποφανθεί, με νέα αιτιολογημένη κρίση της ως έχουσα αρμοδιότητα προς τούτο, και 3) σε συμμόρφωση προς την ως άνω ακυρωτική απόφαση η εκκαλούσα κλήθηκε με το 4547/904/26.7.2004, προκειμένου να προσκομίσει θεωρημένο τοπογραφικό διάγραμμα με τους ισχύοντες όρους δομήσεως, το οποίο ουδέποτε προσκομίστηκε. Κατόπιν τούτων και ενόψει του ότι όπως έγινε ανωτέρω δεκτό, η ακύρωση διοικητικής πράξης με την οποία απορρίπτεται αίτηση εκδόσεως οικοδομικής αδείας, για μη νόμιμη αιτιολογία ή η παράλειψη συμμορφώσεως προς τις αποφάσεις αυτές δεν εκτείνεται στην υποχρέωση της Διοικήσεως να εκδόσει οικοδομική άδεια αλλά στην υποχρέωση της να εκδόσει αιτιολογημένη πράξη, στην προκειμένη δε περίπτωση, με την ως άνω ακυρωτική απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, δεν διετάχθη η Διοίκηση να προβεί σε έκδοση οικοδομικής άδειας, το Δικαστήριο κρίνει ότι οι τυπικές παρανομίες των πράξεων τούτων δεν τελούσαν σε αιτιώδη σύνδεσμο με τη ζημία που η εκκαλούσα υποστήριξε ότι υπέστη (πρβλ. ΣΤΕ 16/2006, 274/2006, 4775/2012). Επομένως ορθώς, αν και με άλλη αιτιολογία, κρίθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ότι ή εκκαλούσα δεν δικαιούται την αιτηθείσα κατά τα άρθρα 105 και 106 Εισ. Ν.Α.Κ αποζημίωση, όλα δε τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

 

 

3. Κατ' ακολουθία, η κρινόμενη έφεση πρέπει ν' απορριφθεί ως αβάσιμη, να διαταχθεί η κατάπτωση του παραβόλου που καταβλήθηκε, εκτιμώμενων δε των περιστάσεων ν' απαλλαγεί η εκκαλούσα από τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου Δήμου.

 

 

ΓΙ’ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ

 

 

Απορρίπτει την έφεση.

 

Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.

 

Απαλλάσσει την εκκαλούσα από τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου Δήμου.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2015 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 27 Ιανουαρίου 2015.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                        Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

ΓΕΩΡΓΙΑ ΔΟΥΡΟΥ                                              ΒΡΥΣΙΗΣ ΜΑΚΡΗ

 

 

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΕΛΙΣΣΑΒΕΤ ΑΝΔΡΕΟΥ