ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΕφ (Ακ) Αθ 2576/2019

 

Αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων - Αίτηση ακύρωσης πρακτικού-απόφασης Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.) -.

 

Επαγγελματική ισοδυναμία τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, που έχει χορηγηθεί από εκπαιδευτικό ίδρυμα κράτους μέλους, με αυτόν που απονέμεται από το ημεδαπό εκπαιδευτικό σύστημα. Παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση και να ασκήσει συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος, με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους με αυτούς που ισχύουν για τους κατόχους των συναφών τίτλων των ημεδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, πλην των περιπτώσεων που απαιτούνται αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα. Δικαίωμα κατόχου «διπλώματος», κατά την έννοια της οικείας οδηγίας της ΕΕ, το οποίο του επιτρέπει να ασκεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε ένα κράτος μέλος, να ασκεί το ίδιο επάγγελμα σε οποιοδήποτε κράτος μέλος (Αντίθετη μειοψηφία). Δεκτή αίτηση ακύρωσης κατά πρακτικού απόφασης ΣΑΕΠ. Μη νόμιμη αιτιολογία.

 

 

 

 

 

Αριθμός απόφασης 2576/2019

 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα Η΄

ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

 

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 15 Μαΐου 2019, με την εξής σύνθεση: Μαρία Πατσαρίνου, Πρόεδρος Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, ’ννα Μαυρομουστάκη και Χαρίκλεια Κέκη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων. Γραμματέας η Ελένη Μιχελαράκη, δικαστική υπάλληλος.

 

Για να δικάσει την από 6.10.2017 (ΑΚ./6.10.2017) αίτηση ακύρωσης,

 

τ ο υ ., κατοίκου Περιστερίου Αττικής (οδός .), ο οποίος παραστάθηκε με τη δικηγόρο Σοφία Γκιόκα, που την διόρισε με προφορική δήλωση στο ακροατήριο,

 

κ α τ ά του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ο οποίος παραστάθηκε με την Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Μαρίκα Γερασίμου,

 

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της έκθεσης της εισηγήτριας, ’ννας Μαυρομουστάκη.

 

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξουσία του αιτούντος, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, καθώς και την αντιπρόσωπο του καθ’ ου, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.

 

Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και,

 

 

Α φ ο ύ  μ ε λ έ τ η σ ε  τ α  σ χ ε τ ι κ ά  έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε  κ α τ ά  τ ο  Ν ό μ ο

 

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (σχ. ηλεκτρονικό παράβολο με κωδικό πληρωμής ./23.10.2017 της ΓΓΠΣ).

 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση της σιωπηρής απόρριψης της ./24.2.2017 ενδικοφανούς προσφυγής (άρθρου 57 παρ. 8 του π.δ. 38/2010) του αιτούντος κατά του ./21.12.2016 πρακτικού του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.), με το οποίο απορρίφθηκε το ./19.2.2014 αίτημά του περί αναγνώρισης, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ. 38/2010, της επαγγελματικής ισοδυναμίας του τίτλου Bachelor of Science in Information Technology που έλαβε από το University of Hertfordshire, στις 3.7.2012, προς πτυχίο του Πανεπιστημίου Κρήτης.

 

3. Επειδή, ήδη μετά την άσκηση της υπό κρίση αίτησης εκδόθηκε το ./18.12.2017 πρακτικό-απόφαση του Σ.Α.Ε.Π., με το οποίο απορρίφθηκε και ρητώς η ως άνω ενδικοφανής προσφυγή. Συνεπώς το τελευταίο αυτό πρακτικό  λογίζεται ως συμπροσβαλλόμενο, κατά το άρθρο 45 παρ. 2 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) και είναι το μόνο παραδεκτώς προσβαλλόμενο.

 

4. Επειδή, αρχικώς εκδόθηκε κατ’ επίκληση των άρθρων 49, 57 παρ.1 και 66 της Συνθήκης για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητος (βλ. ήδη άρθρα 40, 47 παρ. 1 και 55 του ενοποιημένου κειμένου της Συνθήκης) η οδηγία 89/48/ΕΟΚ του Συμβουλίου «σχετικά με ένα γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διάρκειας τριών ετών» (ΕΕ L 19). Με την οδηγία αυτή, η οποία τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως με την οδηγία 2001/19/ΕΚ «σχετικά με ένα δεύτερο γενικό σύστημα αναγνώρισης της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το οποίο συμπληρώνει την οδηγία 89/48/ΕΟΚ» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 206), θεσπίσθηκε, με σκοπό τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και των υπηρεσιών, η οποία συγκαταλέγεται μεταξύ των θεμελιωδών στόχων της Ευρωπαϊκής Κοινότητος (βλ. άρθρο 3 εδάφιο γ΄ της Συνθήκης), ένα γενικής εφαρμογής σύστημα αναγνώρισης διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο είχε, τα εξής βασικά χαρακτηριστικά: α) αφορούσε διπλώματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία χορηγήθηκαν σε κοινοτικούς υπηκόους από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, πιστοποιούσαν επαγγελματική εκπαίδευση ελάχιστης διαρκείας τριών (3) ετών και επέτρεπαν στους κατόχους τους την πρόσβαση σε νομοθετικώς κατοχυρωμένο επάγγελμα και την άσκησή του στο ανωτέρω κράτος μέλος (κράτος προέλευσης ή καταγωγής) και β) απέβλεπε στην κτήση, από τους ανωτέρω κοινοτικούς υπηκόους, του δικαιώματος να ασκούν, ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή μισθωτοί, το αντίστοιχο, νομοθετικώς κατοχυρωμένο, επάγγελμα σε άλλο κράτος μέλος (κράτος μέλος υποδοχής) διάφορο εκείνου στο οποίο απέκτησαν το δίπλωμά τους.

 

5. Επειδή, οι ανωτέρω οδηγίες αντικαταστάθηκαν, από 20.10.2007, από την οδηγία 2005/36/ΕΚ «σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων» (ΕΕ L 255/30.9.2005 σελ. 22), με το άρθρο 62 της οποίας καταργήθηκαν ρητώς οι προγενέστερες αυτές οδηγίες, οι ρυθμίσεις των οποίων αναδιαρθρώνονται και συστηματοποιούνται με την εν λόγω νέα οδηγία, με την ενοποίηση των ισχυουσών αρχών, όπως αναφέρεται στην ένατη αιτιολογική έκθεση της οδηγίας. Περαιτέρω και στη δέκατη τέταρτη αιτιολογική έκθεση της εν λόγω οδηγίας προβλέπεται ότι «Ο μηχανισμός αναγνώρισης που καθιερώθηκε με τις οδηγίες 89/48/ΕΟΚ και 92/51/ΕΟΚ παραμένει αμετάβλητος».

 

6. Επειδή, για τη μεταφορά στην ελληνική έννομη τάξη των διατάξεων της ανωτέρω οδηγίας εκδόθηκε το π.δ. 38/2010 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων», (Α΄ 78), το οποίο προέβλεψε στο άρθρο 2 (με το οποίο αποδόθηκε το άρθρο 2 της Οδηγίας) ότι: «1. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους - μέλους ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα έχοντας αποκτήσει τα επαγγελματικά του προσόντα σε άλλο κράτος - μέλος είτε ως αυτοαπασχολούμενος είτε ως μισθωτός, συμπεριλαμβανομένων των ασκούντων ελευθέρια επαγγέλματα», στο άρθρο 3, υπό τον τίτλο «Ορισμοί» ότι: «1. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος νοούνται ως: α) "νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα":  ... β) “επαγγελματικά προσόντα": τα προσόντα που πιστοποιούνται από τίτλο εκπαίδευσης, από βεβαίωση επάρκειας που αναφέρεται στο άρθρο 11, στοιχείο α), εδάφιο (i) ή/και από επαγγελματική πείρα· γ) "τίτλος εκπαίδευσης": τα διπλώματα, πιστοποιητικά και άλλοι τίτλοι που χορηγούνται από αρχή κράτους μέλους, η οποία έχει οριστεί σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις του εν λόγω κράτους, και βεβαιώνουν επιτυχώς περατωθείσα επαγγελματική εκπαίδευση που έχει αποκτηθεί, κατά κύριο λόγο, στην Κοινότητα. ...· δ) "αρμόδια αρχή": οποιαδήποτε αρχή ή οργανισμός που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τα κράτη μέλη να χορηγεί ή να παραλαμβάνει τους τίτλους εκπαίδευσης και άλλα έγγραφα ή πληροφορίες, καθώς και να παραλαμβάνει τις αιτήσεις και να λαμβάνει τις αποφάσεις που αναφέρονται στο παρόν διάταγμα. ε) ...· ...», στο άρθρο 4 ότι: «1. Η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση στο ίδιο επάγγελμα, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, και να το ασκεί στην Ελλάδα υπό τις ίδιες προϋποθέσεις με τους Έλληνες υπηκόους. 2. Για τους σκοπούς του παρόντος διατάγματος, το επάγγελμα που επιθυμεί να ασκήσει ο αιτών στην Ελλάδα είναι το ίδιο με εκείνο, για το οποίο διαθέτει τα προσόντα στο κράτος μέλος καταγωγής, εφόσον οι καλυπτόμενες δραστηριότητες είναι συγκρίσιμες», στο άρθρο 11 υπό τον τίτλο «επίπεδα προσόντων» ότι: «Για την εφαρμογή του άρθρου 13, ορίζονται τα ακόλουθα επίπεδα επαγγελματικών προσόντων: α) ... β) .... γ) ... δ) δίπλωμα που βεβαιώνει επιτυχή ολοκλήρωση της εκπαίδευσης μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, διάρκειας τουλάχιστον τριών και όχι άνω των τεσσάρων ετών ή ισοδύναμης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ίδρυμα ανώτατης εκπαίδευσης ή άλλο ίδρυμα του αυτού εκπαιδευτικού επιπέδου, καθώς και την ενδεχομένως απαιτούμενη επιπλέον αυτού του κύκλου μεταδευτεροβάθμιων σπουδών επαγγελματική κατάρτιση· ...».

 

7. Επειδή, με τους επακολουθήσαντες νόμους 4093/2012 (Α΄ 222/12.11.2012) «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 - Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» και 4111/2013 (Α΄ 18) τροποποιήθηκε το π.δ. 38/2010 και προβλέφθηκε η αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης ενώ με την παρ. 40 του άρθρου 30 του ν. 4111/2013 προστέθηκε στον τίτλο του π.δ. 38/2010 η φράση «και άλλες διατάξεις».  Ειδικότερα ο ν. 4093/2012 προέβλεψε στο άρθρο πρώτο παρ. Θ.16 υπό τον τίτλο «Τροποποίηση του π.δ. 38/2010» ότι: «Το προεδρικό διάταγμα 38/2010 ... τροποποιείται ως εξής: 1) Το άρθρο 1 αντικαθίσταται ως εξής: «.... 2. Ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία της αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, άλλων κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων». 2) Το άρθρο 2 αντικαθίσταται ως εξής: 1. ... 2. ... 3. Οι διατάξεις περί αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του παρόντος διατάγματος εφαρμόζονται σε κάθε υπήκοο κράτους - μέλους ο οποίος, έχοντας αποκτήσει τίτλο τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης άλλου κράτους μέλους, δεν πληροί τις προϋποθέσεις εφαρμογής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. ...». 3) ... 4) Στο άρθρο 3 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής: «Για τους σκοπούς της παραγράφου 3 του άρθρου 2 νοείται ως «τίτλος τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης» ο αναγνωρισμένος τίτλος τουλάχιστον τριετούς διάρκειας σπουδών και φοίτησης, όταν πρόκειται για πτυχίο πρώτου κύκλου σπουδών, .... που απονέμεται από ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 28α του άρθρου 30 του ν. 4111/2013). 5) Στο άρθρο 4 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής: «Η αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης με αυτόν που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος, παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση και να ασκήσει συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους με τους κατόχους συγκρίσιμων τίτλων του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, εκτός των περιπτώσεων που απαιτούνται αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα και ιδίως για θέσεις καθηγητών Α.Ε.Ι., ερευνητών και ειδικού επιστημονικού προσωπικού» (όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 29 α του άρθρου 30 του ν. 4111/2013) 6) ... 7) ... 8) ... 9) ... 10) Στο άρθρο 14 {που φέρει τίτλο αντισταθμιστικά μέτρα} προστίθεται παρ. 8 ως εξής: Οι παράγραφοι 1 έως 7 δεν έχουν εφαρμογή στις περιπτώσεις που υπάγονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 2». 11) ... 20) Το άρθρο 55 αντικαθίσταται ως εξής: 1. ... 2. Στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου ανήκουν ιδίως: γ) Η έκδοση απόφασης: ί) ... και ιι) για την αναγνώριση ή μη της επαγγελματικής ισοδυναμίας των γνώσεων και των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλο κράτους - μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης προς τα πιστοποιούμενα με τίτλο που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2». 21) ... 24) Προστίθεται άρθρο 57Α ως εξής: «1. Στο πλαίσιο της διαδικασίας της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του παρόντος το Συμβούλιο δύναται να απαιτεί την υποβολή του αιτούντος σε γραπτή δοκιμασία εφόσον η εκπαίδευση που έχει λάβει αφορά ουσιωδώς διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα από εκείνα που καλύπτονται από τους τίτλους που απονέμονται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος ή/και εφόσον η διάρκεια της εκπαίδευσης του υπολείπεται χρονικά από εκείνη που απαιτείται στην Ελλάδα».

 

8. Επειδή, στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4093/2012 αναφέρεται σχετικώς με την τροποποίηση του π.δ. 38/2010 ότι «Ο σκοπός της ρύθμισης είναι η σύσταση ενιαίας αρμόδιας αρχής και ο καθορισμός διαδικασίας για την, κατ’ εφαρμογή της νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) (π.χ. υπόθεση Βλασσοπούλου), των σχετικών συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς και σε συμμόρφωση με τις συναφείς υποχρεώσεις που απορρέουν από το Μνημόνιο, εξέταση της επαγγελματικής ισοδυναμίας μεταξύ των γνώσεων και των προσόντων που πιστοποιούνται από τίτλους τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκείνων που πιστοποιούνται από τίτλους του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος, όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ περί αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, προκειμένου για την ανάληψη και άσκηση οικονομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα από τους κατόχους των εν λόγω τίτλων». Σημειώθηκε μάλιστα ότι για τη διευθέτηση του εν θέματι ζητήματος έχει κινηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαδικασία Παράβασης κατά της χώρας μας κατόπιν της 7598/2012 Προειδοποιητικής Επιστολής και ότι με τις ανωτέρω διατάξεις επιχειρήθηκε να καλυφθεί το θεσμικό κενό στις περιπτώσεις που σύμφωνα με το νομολογία του ΔΕΕ θα πρέπει να εξασφαλίζεται η απρόσκοπτη εφαρμογή των άρθρων των Ευρωπαϊκών Συνθηκών που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της ΕΕ για άσκηση στην Ελλάδα οικονομικής δραστηριότητας όταν δεν υφίσταται συναφές παράγωγο κοινοτικό δίκαιο. Αναφέρθηκε επίσης ότι ο ορισμός του τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης προστέθηκε βάσει των αντίστοιχων ορισμών του ενωσιακού δικαίου.

 

9. Επειδή, σύμφωνα λοιπόν με τις διατάξεις που εισήγαγε ο εθνικός νομοθέτης και που εκτέθηκαν στην έβδομη σκέψη της παρούσας, η αναγνώριση, κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 2 και 4 παρ. 3 του π.δ. 38/2010, επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλου τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, που έχει χορηγηθεί από εκπαιδευτικό ίδρυμα κράτους μέλους, με αυτόν που απονέμεται από το ημεδαπό εκπαιδευτικό σύστημα, παρέχει στο δικαιούχο τη δυνατότητα να αποκτήσει στην Ελλάδα πρόσβαση και να ασκήσει συγκεκριμένη οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος, με τις ίδιες προϋποθέσεις και όρους με αυτούς που ισχύουν για τους κατόχους των συναφών τίτλων των ημεδαπών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, πλην των περιπτώσεων που απαιτούνται αυξημένα ακαδημαϊκά προσόντα (πρβλ. ΣτΕ 1803/2017, 2904/2016).

 

10. Επειδή, περαιτέρω κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, η οποία απετέλεσε κατά την, εκτεθείσα στην όγδοη σκέψη, αιτιολογική έκθεση του ν. 4093/2012, το έρεισμα ρύθμισης με το νόμο αυτό της ισοτιμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, κρίθηκε ότι όπου λείπουν σχετικές διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, η επίτευξη των στόχων της Συνθήκης και ειδικότερα η ελευθερία της εγκατάστασης μπορεί να γίνει με μέτρα θεσπιζόμενα από τα κράτη μέλη τα οποία κατά το άρθρο 5 της Συνθήκης υποχρεούνται να λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη Συνθήκη (απόφαση 28ης Απριλίου 1977, 71/76, Tieffry σκέψη 16 και απόφαση της 7ης Μαΐου 1991, C-340/89 Ειρήνης Βλασσοπούλου). Συνεπώς, ναι μεν αρχικώς με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, όπως αυτές μεταφέρθηκαν στην ελληνική έννομη τάξη με το π.δ. 38/2010, ρυθμίστηκε η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, στη συνέχεια όμως ο εθνικός νομοθέτης με τις διατάξεις του ν. 4093/2012 (και ν. 4111/2013) εισήγαγε την κατά τα ως άνω ρύθμιση της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, για τις περιπτώσεις που δεν εμπίπτουν στην οδηγία, οριοθετώντας (κατά την αιτιολογική έκθεση) τις περιπτώσεις που υπάγονται στην οδηγία και αυτών που θα υπαχθούν στη διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας, εξυπηρετώντας την επιταγή για διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας και για ελευθερία εγκατάστασης. Συνακόλουθα των παραπάνω, κατά την άποψη που επικράτησε στο Δικαστήριο, για το ζήτημα εάν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής υποχρεούνται να αναγνωρίζουν, με την επιφύλαξη του άρθρου 57Α του π.δ. 38/2010, τον τίτλο τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης που έχει χορηγηθεί από ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πιστοποιεί την ολοκλήρωση σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί εν όλω ή εν μέρει σε φορέα εγκατεστημένο στο κράτος μέλος υποδοχής ο οποίος δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού κράτους μέλους δεν αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα, θα εφαρμοστούν αναλογικώς, όσα νομολογιακώς έχουν κριθεί από το ΔΕΚ για το ομοίως χορηγηθέν «δίπλωμα» από αρμόδια αρχή κράτους μέλους στο πλαίσιο αναγνώρισης επαγγελματικών δικαιωμάτων. Αν και κατά τη άποψη του μέλους, Χαρίκλειας Κέκη, όσα ισχύουν για τους αποφοίτους των Κολλεγίων δεν έχουν εφαρμογή, κατά τη ρητή βούληση του νομοθέτη (άρθρο 1 περ. γ του ν. 3696/2008, Α΄177, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 23α του άρθρου 30 του ν. 4111/2013) και στους αποφοίτους των ΙΙΕΚ, τα οποία διατηρούν το χαρακτήρα τους ως ιδιωτικά ιδρύματα που παρέχουν υπηρεσίες επαγγελματικής κατάρτισης, οι σχετικές σπουδές δεν υπάγονται σε οποιαδήποτε εκπαιδευτική βαθμίδα (αδιαβάθμητα), πολλώ δε μάλλον, σε βαθμίδα ανώτατης πανεπιστημιακής ή τεχνολογικής κατεύθυνσης, και, ως εκ τούτου, δεν θεωρούνται εκπαιδευτήρια. Τέτοιες, επομένως, σπουδές δεν μπορούν να αξιολογηθούν και να συνυπολογισθούν, κατά την άποψη αυτή, ως σπουδές τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης που οδηγούν σε αναγνώριση επαγγελματικής ισοδυναμίας προς αντίστοιχους τίτλους.

 

11. Επειδή, από την αναλογικώς εφαρμοζόμενη επί «επαγγελματικών προσόντων» νομολογία του ΔΕΚ επί του ανωτέρω ζητήματος προκύπτει ότι (απόφαση της 23.10.2008, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας C-274/05, σκέψεις 26 έως 41), κατά την έννοιαν των διατάξεων της Οδηγίας 89/48/ΕΚ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 4 της οδηγίας 89/48, το άρθρο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α΄ της οδηγίας αυτής -οι ρυθμίσεις της οποίας, όπως προεκτέθηκε, αναδιαρθρώθηκαν και συστηματοποιήθηκαν με την οδηγία 2005/36/ΕΚ- παρέχει σε κάθε αιτούντα που είναι κάτοχος «διπλώματος», κατά την έννοια της οδηγίας αυτής, το οποίο του επιτρέπει να ασκεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε ένα κράτος μέλος, το δικαίωμα να ασκεί το ίδιο επάγγελμα σε οποιοδήποτε κράτος μέλος. Αντιθέτως, ουδεμία διάταξη της οδηγίας επιβάλλει περιορισμό όσον αφορά το κράτος μέλος στο οποίο ο αιτών πρέπει να έχει αποκτήσει τα επαγγελματικά προσόντα του, αρκεί η εκπαίδευση να έχει πραγματοποιηθεί «κατά κύριο λόγο στην Κοινότητα». Το ΔΕΚ έχει κρίνει ότι η φράση αυτή καλύπτει τόσο την εκπαίδευση που πραγματοποιήθηκε στο κράτος μέλος που χορήγησε τον οικείο τίτλο σπουδών όσο και αυτήν που πραγματοποιήθηκε εν μέρει ή εξ ολοκλήρου σε άλλο κράτος μέλος (απόφαση της 29.4.2004, C-102/02, Beuttenmüller, Συλλογή 2004, σ. I-5405, σκέψη 41) και ότι ένα δίπλωμα αναγνωρίζεται όχι λόγω της ουσιαστικής αξίας της εκπαίδευσης που πιστοποιεί, αλλά διότι καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα εντός του κράτους μέλους στο οποίο αυτό αποκτήθηκε ή αναγνωρίστηκε (ΔΕΚ απόφαση της 23.10.2008, Επιτροπή κατά Βασιλείου της Ισπανίας C-286/06 σκ. 64). Ως εκ τούτου, τυχόν διαφορές ως προς τη διάρκεια ή το περιεχόμενο μεταξύ της εκπαίδευσης σε άλλο κράτος μέλος και της εκπαίδευσης στο κράτος μέλος υποδοχής δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν άρνηση της αναγνώρισης των οικείων επαγγελματικών προσόντων (απόφαση Beuttenmüller, σκέψη 52, και απόφαση της 19.1.2006, C-330/03, Colegio, Συλλογή 2006, σ. I-801, σκέψη 19). Περαιτέρω, όπως επίσης έχει κριθεί από το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με την ίδια ως άνω απόφαση (της 23.10.2008, C-274/05), το γενικό σύστημα αναγνώρισης των διπλωμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που καθιερώθηκε με την οδηγία 89/48 στηρίζεται, συγκεκριμένα, στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τα επαγγελματικά προσόντα που αναγνωρίζουν. Το σύστημα αυτό θέτει, κατ’ ουσίαν, τεκμήριο περί του ότι τα προσόντα αιτούντος ο οποίος έχει δικαίωμα να ασκεί νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα σε ένα κράτος μέλος είναι επαρκή για την άσκηση του ιδίου αυτού επαγγέλματος στα λοιπά κράτη μέλη. Εγγενές στοιχείο του συστήματος αυτού, το οποίο δεν προβαίνει σε καμία εναρμόνιση των σπουδών που παρέχουν πρόσβαση στα νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα, είναι ότι εναπόκειται αποκλειστικά στις αρμόδιες αρχές οι οποίες χορηγούν τα διπλώματα που παρέχουν πρόσβαση στα επαγγέλματα αυτά να ελέγχουν, βάσει των κανόνων που διέπουν το σύστημά τους επαγγελματικής εκπαίδευσης, αν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση των διπλωμάτων αυτών, μεταξύ των οποίων καταλέγονται οι προϋποθέσεις οι σχετικές με το εκπαιδευτικό Ίδρυμα στο οποίο σπούδασε ο κάτοχος του διπλώματος (προπαρατεθείσα απόφαση της Επιτροπής, σκέψεις 28, 31 και 32, ΔΕΚ απόφαση της 4.12.2008 Θεολόγος-Γρηγόριος Χατζηθανάσης κατά Υπουργού Υγείας, σκ. 30).

 

12. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο αιτών με την ./19.2.2014  αίτηση στο Σ.Α.Ε.Π. ζήτησε την αναγνώριση της επαγγελματικής ισοδυναμίας του τίτλου σπουδών «Bachelor of Science in Information Technology», που του απονεμήθηκε από το University of Hertfordshire στις 3.7.2012. Το Πανεπιστήμιο αυτό είναι αναγνωρισμένο ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης του Ηνωμένου Βασιλείου. Ο αιτών εισήχθη στο 2ο έτος του Bachelor και έτσι οι σπουδές του για την απόκτηση του εν λόγω τίτλου διήρκεσαν δύο έτη και έλαβαν χώρα στην Ελλάδα, στο IST College, το οποίο την περίοδο εκείνη λειτουργούσε υπό καθεστώς συμφωνίας πιστοποίησης (validation) με το University of Hertfordshire. Σύμφωνα με σχετική βεβαίωση (Νοεμβρίου 2013) του Πανεπιστημίου του Hertfordshire, είχε γίνει δεκτός «με απευθείας εισαγωγή (με αναγνώριση διδακτικών μονάδων)» στο επίπεδο 5 του Προγράμματος, «σύμφωνα με τις Πολιτικές και Κανονισμούς του Πανεπιστημίου», κατόπιν αναγνώρισης της προηγούμενης διετούς φοίτησής του στο ΙΙΕΚ ΑΚΜΗ, στην ειδικότητα τεχνικός δικτύων υπολογιστών, διότι η προηγούμενη γνώση του θεωρήθηκε αντίστοιχη με το Επίπεδο 4 του προπτυχιακού προγράμματος του Πανεπιστημίου του Hertfordshire. Το Σ.Α.Ε.Π., με το ./21.12.2016 πρακτικό-απόφαση, αφού έλαβε υπόψη ότι η διάρκεια σπουδών στο πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης είναι τετραετής, ότι ο αιτών φοίτησε δύο έτη στο πρόγραμμα σπουδών που οδήγησε στον ως άνω τίτλο και ότι τα δύο προηγούμενα έτη φοίτησης έλαβαν χώρα στο ΙΙΕΚ ΑΚΜΗ που δεν είναι αναγνωρισμένο ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης με το ειδικότερο σκεπτικό ότι ο αιτών «μη πραγματοποιώντας τρία έτη φοίτησης σε ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υπάγεται στις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 5 του π.δ. 38/2010, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει». Η ./24.2.2017 ενδικοφανής προσφυγή που άσκησε ο αιτών κατά του παραπάνω πρακτικού απορρίφθηκε με το ./18.12.2017 πρακτικό-απόφαση του Σ.Α.Ε.Π. που λογίζεται ως συμπροσβαλλόμενο, με το σκεπτικό ότι «δεν πληροί τις προϋποθέσεις του π.δ. 38/2010», αφού λήφθηκε ειδικότερα υπόψη α) ότι ως τίτλος σπουδών, ορίζεται εκείνος που περιλαμβάνει τουλάχιστον τρία έτη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, β) ότι «η αναγνώριση ετών σπουδών σε ΙΕΚ της ημεδαπής, σε πρόγραμμα σπουδών αποκλειστικά ΙΕΚ που δεν εντασσόταν σε πρόγραμμα που ήταν υπό την εποπτεία Ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της αλλοδαπής, κράτους μέλους της Ε.Ε. με συμφωνία πιστοποίησης δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία περί αναγνώρισης επαγγελματικής ισοδυναμίας» και γ) ότι η αναφορά στο σύστημα μεταφοράς διδακτικών μονάδων (ECTS) αποτελεί μέτρο προώθησης της κινητικότητας.

 

13. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης του ΣΑΕΠ προκύπτει, ότι τούτο προέβη σε έλεγχο των προϋποθέσεων, βάσει των οποίων απονεμήθηκε ο τίτλος σπουδών του αιτούντος «Bachelor of Science in Information Technology», από ίδρυμα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης του Ηνωμένου Βασιλείου. Σύμφωνα όμως με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, κατά την κρατήσασα άποψη, το Σ.Α.Ε.Π. δεν μπορούσε να ελέγξει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες χορηγήθηκε ο τίτλος τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης από το εκπαιδευτικό ίδρυμα του Ηνωμένου Βασιλείου, δεδομένου ότι αυτό εμπίπτει αποκλειστικώς στην αρμοδιότητα του εν λόγω κράτους, βάσει της δικής του νομοθεσίας που διέπει το εκπαιδευτικό του σύστημα. Εξάλλου, το Σ.Α.Ε.Π. έπρεπε να ελέγξει εάν ο τίτλος αυτός είναι συγκρίσιμος, βάσει της εκπαίδευσης και του περιεχομένου των γνώσεων που πιστοποιεί, με αντίστοιχο τίτλο, που απονέμεται στην Ελλάδα, κατά το αίτημα του αιτούντος, από το Πανεπιστήμιο Κρήτης. Σε περίπτωση δε που έκρινε, ότι υπάρχει δυνατότητα σύγκρισης των τίτλων σπουδών, αλλά η εκπαίδευση που έχει λάβει ο αιτών αφορά ουσιωδώς διαφορετικά γνωστικά αντικείμενα από εκείνα που καλύπτονται από τον αντίστοιχο τίτλο που απονέμεται στο πλαίσιο του ημεδαπού εκπαιδευτικού συστήματος ή η διάρκεια της εκπαίδευσής του υπολείπεται χρονικά από εκείνη που απαιτείται στην Ελλάδα, το Σ.Α.Ε.Π. μπορούσε, κατά το άρθρο 57Α του π.δ. 38/2010 να απαιτήσει την υποβολή του αιτούντος σε γραπτή δοκιμασία. Συνεπώς, με μη νόμιμη αιτιολογία απορρίφθηκε το αίτημά του σύμφωνα με το βασίμως προβαλλόμενο λόγο της υπό κρίση αίτησης που επανέλαβε όσα υποστήριξε και με την ενδικοφανή προσφυγή του ενώπιον του Σ.Α.Ε.Π. Κατόπιν τούτων, κατά την πλειοψηφήσασα άποψη, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, να ακυρωθεί το προσβαλλόμενο πρακτικό-απόφαση ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η έρευνα των λοιπών λόγων της αίτησης ακύρωσης και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση για νέα νόμιμη κρίση σύμφωνα με το αιτιολογικό.

 

 

Δ ι ά   τ α ύ τ α

 

 

Δέχεται την αίτηση.

 

Ακυρώνει το ./18.12.2017 πρακτικό-απόφαση του Συμβουλίου Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.).

 

Αναπέμπει την υπόθεση στην Διοίκηση για νέα κρίση, σύμφωνα με το αιτιολογικό.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στον αιτούντα.

 

Επιβάλλει σε βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος, που ανέρχεται στο ποσό των πεντακοσίων εβδομήντα έξι (576) ευρώ. 

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 25 Οκτωβρίου 2019 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στις 11 Νοεμβρίου 2019.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΑΡΙΝΟΥ                   ΕΛΕΝΗ ΜΙΧΕΛΑΡΑΚΗ

 

Θεωρήθηκε στις

 

Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

 

ΑΝΝΑ ΜΑΥΡΟΜΟΥΣΤΑΚΗ