ΤρΔΕφΑθ 956/2016

Προσφυγή - Πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα - Βεβαιωτικός κατάλογος Ο.Τ.Α. - Εξαιρετική καθʼ ύλην αρμοδιότητα Διοικητικού Εφετείου - Φορολογικές διαφορές - Δημοτική φορολογία - Πενταετής αποσβεστική προθεσμία - Βάρος απόδειξης -.

 

Κρίθηκε ότι το δικαστήριο είναι αρμόδιο καθ' ύλην να επιλύσει την αναφυόμενη φορολογική εν γένει διαφορά, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της δημοτικής φορολογίας, εφόσον το ύψος της επιβληθείσας εν προκειμένω εισφοράς εκ 1.191.332,25 ευρώ υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ, αφού ο Κ.Δ.Δ. δεν διατηρεί ρητώς την ισχύ της παραπεμπτικής διάταξης της παρ. 4 του άρθ. 9 του ν. 1337/1983, η οποία εν πάση περιπτώσει, είχε καταργηθεί στις 31.12.2003 (αρ. 23 παρ. 13 του ν. 3212/2003), ήτοι οκτώ έτη πριν από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων στις 8.12.2011. Ακολούθως η κρινόμενη προσφυγή έχει ασκηθεί εμπροθέσμως στις 30.1.2013, ήτοι εντός της εξηκονθήμερης νομίμου προθεσμίας από την επίδοση στην προσφεύγουσα των προσβαλλόμενων πράξεων στις 31.12.2012, εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί στις 8.12.2011, ήτοι πριν από την ισχύ του ν. 4093/2012 στις 12.11.2012, ο οποίος καθιέρωσε τριακονθήμερη προθεσμία προς άσκηση προσφυγής στις φορολογικές εν γένει υποθέσεις. Περαιτέρω κρίθηκε ότι, αφού η ένδικη εισφορά εις χρήμα του άρθ. 9 του ν. 1337/1983, που επιβάλλεται εξουσιαστικώς υπό του αρμοδίου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, έχει τον χαρακτήρα εξειδικευμένου οικονομικού βάρους με μελλοντικό αντάλλαγμα και συνιστά έσοδο της αρχής αυτής με στοχευμένο προορισμό, πληροί τα στοιχεία της εντασσόμενης, στο πλαίσιο της δημοτικής φορολογίας, εισφοράς ως αναγκαστική παροχή των βαρυνομένων που κτώνται ωφέλεια εκ του αποτελέσματος της επίτευξης του σκοπού για τον οποίο θεσπίζεται. Ενόψει αυτού, η ένδικη εισφορά υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, τίθεται δε εκ ποδών το επιχείρημα της διάδικης αρχής περί μη ισχύος της προθεσμίας αυτής, εν προκειμένω, λόγω μη επάρκειας της πενταετίας προς ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών και κατά συνέπεια της δημιουργίας δύο κατηγοριών ιδιοκτητών ανάλογα με τη συμμετοχή τους ή μη στις αντίστοιχες δαπάνες. Και τούτο γιατί η εν λόγω αποσβεστική προθεσμία άρχεται από το τέλος του έτους καθ' ο κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής, εναπόκειται δε στην ενεργοποίηση των αρμοδίων οργάνων να περατώσουν τις σχετικές διαδικασίες που διαγράφονται εναργώς στο π.δ. 5/1986, προκειμένου να καταλογιστούν τα σχετικά ποσά. Τέλος κρίθηκε ότι, αφού η διάδικη αρχή, αν και έφερε το σχετικό βάρος, δεν απέδειξε ότι η βαρυνόμενη με την ένδικη εισφορά προσφεύγουσα εταιρεία ήταν άγνωστη και συνεπώς δεν ήταν εφικτή η κατά τα άνω βεβαίωση του σχετικού ποσού της ονόματι της, το δικαίωμα της καθ' ης δημοτικής αρχής να επιβάλει την ένδικη εισφορά και να προβεί στην βεβαίωση του αντιστοίχου ποσού είχε απωλεσθεί την 1.1.2011, ήτοι μετά την εκπνοή της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας στις 31/12/2010, αρχής γενομένης από το τέλος του έτους 2005 καθ' ο κυρώθηκε η οικεία πράξη εφαρμογής με την από 30.5.2005 πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής.

 

Αριθμός απόφασης: 956/2016

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 7ο Τριμελές

 

 

Αποτελούμενο από τους: Αδαμαντία Παπασταμοπούλου Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, που άσκησε καθήκοντα Προέδρου επειδή κωλύονταν οι Πρόεδροι και οι αρχαιότεροι αυτής δικαστές, Αλεξάνδρα Κόζαρη και Ειρήνη Δάσκα (Εισηγήτρια), Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα τη Μαρία Κούτρα-Σφυρή, δικαστική υπάλληλο,

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 4 Ιουνίου 2014 για να δικάσει την από 30 Ιανουαρίου 2013 (αριθμ. καταχ. ΑΒΕΜ ΠΡΦ 110/30-1-2013) προσφυγή

 

της: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «LAMDA ESTATE DEVELOPMENT Ανώνυμη Κτηματική Τεχνική Υπηρεσία και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής (Λεωφ. Κηφισίας αρ. 37 Α), και παραστάθηκε με τους πληρεξούσιους δικηγόρους Σοφία Γρηγοριάδου και Ελευθέριο Ράντο, καταθέτοντας την προβλεπόμενη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ.,

 

κατά του ΝΠΔΔ με την επωνυμία «Δήμος Σπάτων - Αρτέμιδας», που εδρεύει στα Σπάτα Αττικής (Βασ. Παύλου και Φλέμινγκ), εκπροσωπείται νόμιμα και παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο του δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου.

 

Το Δικαστήριο, άκουσε το διάδικο που παραστάθηκε, ο οποίος ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά,

 

 

μελέτησε τη δικογραφία

 

σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.

 

 

1. Με την υπό κρίση προσφυγή, για το παραδεκτό της άσκησης της οποίας καταβλήθηκε παράβολο 3.000 ευρώ (βλ. τα Ζ/7376478/1728/29-1-2013 και Η/6589998/19350/26-5-2014 διπλότυπα είσπραξης της Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων και Φ.Α.Ε. Αθηνών, αντιστοίχως), επιδιώκεται η ακύρωση α) της από 8-12-2011 πράξης επιβολής εισφοράς σε χρήμα κατ' άρθρο 9 του ν, 1337/1983 του Δημάρχου Σπάτων - Αρτέμιδος, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας, υπό την προηγούμενη επωνυμία της «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Ανώνυμος Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», ποσό ύψους 1.191.332,25 ευρώ για ακίνητο ιδιοκτησίας της (Ο.Τ. Ε 31-01) στο Επιχειρηματικό Πάρκο «Πέτρα Γυαλός - Βούλια - Προκαλήσι», εντός των διοικητικών ορίων του ως άνω δήμου, και β) της αντίστοιχης εγγραφής της προσφεύγουσας στον βεβαιωτικό (χρηματικό) κατάλογο του εν λόγω δήμου. Το περιεχόμενο του κρινόμενου ενδίκου βοηθήματος διευρύνθηκε νομίμως με το από 15-5-2014 δικόγραφο προσθέτων λόγων, που κοινοποιήθηκε στον καθού στις 16-5-2014, όπως προκύπτει από την 2007Γʼ/2004 έκθεσης επίδοσης του του δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών ………

 

2. Το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας - 2717/1999 - (φα 99) στις παρ. 1 και 2 ορίζει ότι: «1. Η σε πρώτο βαθμό εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στο τριμελές πρωτοδικείο. 2. Κατ' εξαίρεση η εκδίκαση: α)... β) των φορολογικών και τελωνειακών εν γένει διαφορών, των οποίων το αντικείμενο δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ, ανήκει σε πρώτο βαθμό στο μονομελές πρωτοδικείο. Εάν το αντικείμενο υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, ανήκει στον πρώτο και τελευταίο  βαθμό στο εφετείο γ)  .... δ) ... (όπως η περ.  β' της παρ. 2 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 47 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (φα 51/12.3.2012)». Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 66 Κ.Δ.Δ., «1. Η προσφυγή    ασκείται μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών, η οποία αρχίζει: Α. Σε περίπτωση ρητής πράξης: α) Για εκείνους τους οποίους αφορά: i. από την κατά νόμο επίδοση της σε αυτούς, ii. β)…… Β…… 2.α. Εξαιρετικώς στις φορολογικές και τελωνειακές διαφορές εν γένει η προσφυγή ασκείται εντός τριάντα (30) ημερών και η προθεσμία για την άσκηση της αρχίζει όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, β…… (όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο πρώτο υποπερ. 2 της υποπαρ. ΙΓ. 2 του ν. 4093/2012 - Φ.Ε.Κ. α 222/12-11-2012-, σύμφωνα δε με την υποπερ. 3 της ίδιας υποπαραγράφου του νόμου αυτού «Η ρύθμιση της περίπτωσης α της παραγράφου 2 του άρθρου 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως προστίθεται με την περίπτωση 2 της παρούσας υποπαραγράφου, καταλαμβάνει πράξεις που εκδίδονται ή παραλείψεις που συντελούνται μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου»). Επιπροσθέτως, κατ' άρθρο 285 Κ.Δ.Δ. «1. Από την έναρξη της ισχύος του Κώδικα καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη η οποία αναφέρεται σε θέμα ρυθμιζόμενο από αυτόν. 2. Κατ' εξαίρεση, διατηρούν την ισχύ τους οι δικονομικού περιεχομένου διατάξεις : α) ως προς τις οποίες γίνεται ρητή επιφύλαξη στις επί μέρους διατάξεις του Κώδικα, β) της δημοτικής - κοινοτικής φορολογίας, οι οποίες αφορούν την είσπραξη φόρου ή τέλους μέσω της ΔΕΗ, γ) οι οποίες αναφέρονται στην εκδίκαση των διαφορών ανάμεσα στον φορολογούμενο και τον ενοικιαστή φόρου, δ) οι οποίες προβλέπουν την επιβολή, από τα δικαστήρια, αυτοτελών κυρώσεων για φορολογικές παραβάσεις, ε) του άρθρου 99 του ν.δ. 118/1973, στ) του άρθρου 1 του ν.δ. 4600/1966 και ζ) των παρ. 4 και 7 του άρθρου 28 του ν. 2579/1998. 3......». Τέλος, κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 505/1976 - φ 353 α - «Η επίλυσις των φορολογικών διαφορών και των εν γένει αμφισβητήσεων σχετικά με τη βεβαίωση ή την επιστροφή ή την ανάκληση δηλώσεως ή αναγνώριση φορολογικής απαλλαγής ή μειώσεως οποιουδήποτε αυτοτελούς φόρου, τέλους, δικαιώματος, εισφορών, αντιτίμου προσωπικής εργασίας και προστίμου, μεταξύ δήμου ή κοινότητος ή συνδέσμου δήμων και κοινοτήτων και φορολογουμένων ή ενοικιαστή και φορολογουμένου…… ανατίθεται στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια...».

 

3. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1337/1983 - φα 33 - «Επιτρέπεται, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού του νόμου: α) Η επέκταση εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, καθώς και οικισμών που υπάρχουν πριν από το έτος 1923, β) η ένταξη σε πολεοδομικό σχέδιο και η επέκταση οικισμών μεταγενέστερων του 1923 που στερούνται εγκεκριμένου σχεδίου, γ)....». Επίσης στο άρθρο 9 παρ. 1 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι: «Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλαμβάνονται σε περιοχές ένταξης και επέκτασης κατά το άρθρο 1 του νόμου αυτού και διατηρούνται ή διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα, συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων…..». Εξάλλου, κατά την παρ. 3 του ως άνω άρθρου, όπως τροποποιήθηκε με τα άρθρα 1 παρ. 1 του ν. 1772/1988 - φα 91 -, 98 παρ. 5 του ν. 1882/1990 - φα 101 -, 5 παρ. 3 του ν. 2052/1992 - φα 94 -, 25 παρ. 4 του ν. 2508/1997 - φα 124 -, 10 παρ. 3 του ν. 3044/2002 - φα 197 -, 11 παρ. 2 του ν. 3212/2003 - φα 308 - και 42 παρ. 4 του ν. 4030/2011 - φα 249 - και ισχύει κατά τον κρίσιμο χρόνο, «.... Η εισφορά αυτή εισπράττεται, σύμφωνα με τις διατάξεις περί εισπράξεως δημόσιων εσόδων, ως έσοδο του οικείου δήμου ή κοινότητας και αποδίδεται σ' αυτούς κατά μήνα. Το ποσό της εισφοράς αυτής διατίθεται από τους οικείους Ο.Τ.Α. για την εκτέλεση των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων είτε από τον ίδιο είτε από εξουσιοδοτημένο από αυτόν φορέα, καθώς και για την εκπόνηση πολεοδομικών μελετών και μελετών πράξεων εφαρμογής. Κάθε διάθεση της εισφοράς αυτής για άλλο σκοπό είναι άκυρη……». Επιπλέον, κατά την παρ. 4 του εν λόγω άρθρου 9 του ίδιου ως άνω νομοθετήματος, η οποία όμως καταργήθηκε με την παρ. 13 του άρθρου 23 του ν. 3212/2003 (φα 308 - ισχύς από 31/12/2003) «....Κάθε διαφορά μεταξύ του υπόχρεου για καταβολή εισφοράς και του Δημοσίου ή Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης επιλύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 21 του ν. 947/1979 και του π.δ. 59/1980». Επίσης σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 7 του ν. 947/1979 «Περί οικιστικών περιοχών» - φα 169 - «Πάσα διαφορά μεταξύ του υπόχρεου προς καταβολήν της εισφοράς προσώπου και του Δημοσίου εν σχέσει προς την επιβολήν ή τον υπολογισμόν και το ύψος ταύτης υπάγεται εις την αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου. Τα της διαδικασίας εν γένει προς επίλυσιν των ως άνω διαφορών, τα της ασκήσεως των ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου.... ρυθμίζονται διά προεδρικού διατάγματος....», ενώ κατ' επίκληση της διάταξης αυτής εκδόθηκε το π.δ. 59/1980 «Περί της ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων διαδικασίας επί διαφορών αναφερομένων εις την εισφοράν εις χρήμα κατά το άρθρον 21 του ν. 947/79» - φα 22 -. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 1 του νομοθετήματος αυτού: «Αι πράξεις επιβολής της εισφοράς εις χρήμα κατά το άρθρον 21 του ν. 947/79 "περί οικιστικών περιοχών" υπόκεινται εις προσφυγήν ενώπιον του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου....», ενώ, κατ' άρθρο 3 παρ. 1 του ίδιου π.δ/τος «Η κατά το άρθρον 1 του παρόντος διατάγματος προσφυγή ασκείται εντός προθεσμίας είκοσι ημερών αρχομένη από την επομένην της επιδόσεως της πράξεως».

 

4. Από τις προεκτεθείσες στις προηγούμενες σκέψεις διατάξεις συνάγονται τα εξής: Η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 περ. β του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 παρ. 1 του ν. 3900/2010 και ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, εγκαθιδρύει εξαιρετική αρμοδιότητα καθʼ ύλην του διοικητικού εφετείου για τις εν γένει φορολογικές διαφορές αποσκοπώντας στην ταχύτερη εκκαθάριση αυτών. Στις διαφορές αυτές εντάσσονται και οι υποθέσεις περί επιβολής δημοτικών τελών και συναφών προστίμων τις οποίες ο κοινός νομοθέτης έχει χαρακτηρίσει φορολογικές, σύμφωνα με την προμνημονευόμενη διάταξη του άρθρου 1 του ν. 505/1978, ανεξαρτήτως κατά πόσο το βάρος με χαρακτήρα ανταλλάγματος ή αποζημίωση (πρβλ. ΣτΕ 761/2014). Εκ τούτων παρέπεται ότι και οι υποθέσεις που αφορούν την επιβολή της τακτικής εισφοράς εις χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 υπό του Δήμου σε βάρος των ιδιοκτητών ακινήτων εκτός σχεδίου, τα οποία εντάσσονται σε περιοχή εντός σχεδίου πόλεως, προκειμένου να συμβάλουν στη δαπάνη κατασκευής των βασικών κοινοχρήστων πολεοδομικών έργων (πρβλ. ΣτΕ 1681/2015), περιλαμβάνονται στις εν γένει φορολογικές διαφορές, για τις οποίες επιφυλάσσεται η εν λόγω εξαιρετική καθʼ ύλην αρμοδιότητα του διοικητικού εφετείου. Και τούτο γιατί η εισφορά αυτή λόγω του σκοπού για τον οποίο θεσπίζεται, καθώς και λόγω των βαρυνομένων με αυτή προσώπων, έχει τον χαρακτήρα εξειδικευμένου οικονομικού βάρους με μελλοντική ωφέλεια την πολεοδομική αναβάθμιση της περιοχής του ακινήτου (πρβλ. ΔΕΑ 3053/2004). Περαιτέρω, η προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά της πράξης επιβολής της κρινόμενης εισφοράς και της συναφούς εγγραφής του βαρυνομένου στους σχετικούς χρηματικούς καταλόγους της οικείας δημοτικής αρχής, εφόσον αυτή έχει εκδοθεί από 18-7-1999, ημερομηνία ισχύος του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρο δεύτερο του ν. 2717/1999), έως 11-11-2012 είναι εξηκονθήμερη κατ' άρθρο 66 παρ. 1 του ίδιου κώδικα, και από 12-11-2012 και μετά τριακονθήμερη (ν. 4093/2012) λόγω του φορολογικού, κατά τα ανωτέρω   κριθέντα, χαρακτήρα του επιβαλλόμενου οικονομικού βάρους. Και τούτο γιατί ο δικονομικός νομοθέτης, καταρτίζοντας τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, οι   διατάξεις του οποίου διέπουν την εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας, όπως η κρινόμενη (ad hoc ΣτΕ 1681/2015), δεν επιφυλάχθηκε ρητώς υπέρ της ισχύος της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 και συνεπώς των, κατά παραπομπή αυτής, διατάξεων της παρ. 7 του άρθρου 21 του ν. 947/1979 και του άρθρου 3 παρ. 1 του π.δ. 59/1980, σύμφωνα με τις οποίες η προθεσμίας άσκησης προσφυγής κατά των καταλογιστικών πράξεων της ένδικης εισφοράς ήταν εικοσαήμερη, ανεξαρτήτως αν, ούτως ή άλλως, η ως άνω παραπεμπτική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 καταργήθηκε στις 31/12/2003, με το άρθρο 23 παρ. 13 του ν. 3212/2003.

 

5. Στην προκειμένη περίπτωση η προσβαλλόμενη από 8-12-2011 πράξη επιβολής της ένδικης εισφοράς της καθ' ης δημοτικής αρχής μαζί με το 40496/28-12-2012 έγγραφο της ίδιας αρχής περί κοινοποίησης αποσπάσματος βεβαιωτικού  καταλόγου  ως προς την προσβαλλόμενη, επίσης, σχετική εγγραφή, επιδόθηκαν στην προσφεύγουσα στις 31/12/2012, σύμφωνα με το οικείο αποδεικτικό επίδοσης του ………, όπως δε προκύπτει από το ανωτέρω έγγραφο ρητώς της γνωστοποιήθηκε η δυνατότητα άσκησης προσφυγής κατά των εν λόγω πράξεων «ενώπιον Δικαστηρίου», εντός εξηκονθήμερης προθεσμίας από την κοινοποίηση τους. Ήδη, με το νομίμως υποβληθέν υπόμνημα της η καθ' ης δημοτική αρχή εγείρει καταρχήν θέμα καθ' ύλην αρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου να επιλύσει την αναφυόμενη διαφορά, κατ' επίκληση της διάταξης του άρθρου 21 παρ. 7 του ν. 947/1979 και του άρθρου 1 παρ. 1 του π.δ. 59/1980, ισχυριζόμενη ότι υφίσταται εν προκειμένω εξαιρετική αρμοδιότητα καθ' ύλην του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου, προβάλλοντας περαιτέρω λόγο περί εκπρόθεσμης άσκησης του κρινόμενου ενδίκου βοηθήματος στις 30/1/2013) με την αιτιολογία ότι σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 1 του π.δ. 59/1980, η σχετική προθεσμία είναι εικοσαήμερη από την επομένη της επίδοσης των σχετικών πράξεων η οποία έληξε στις 20/1/2013.

 

6. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα και, ενόψει των όσων έγιναν δεκτά στην τέταρτη σκέψη, το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο είναι αρμόδιο καθ’ ύλην να επιλύσει την αναφυόμενη φορολογική εν γένει διαφορά, η οποία εντάσσεται στο πλαίσιο της δημοτικής φορολογίας, εφόσον το ύψος της επιβληθείσας εν προκειμένω εισφοράς εκ 1.191.332,25 ευρώ υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ, αφού ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας δεν διατηρεί ρητώς την ισχύ της παραπεμπτικής, - προς τις επικαλούμενες υπό της καθ' ης διατάξεις - διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 1337/1983, η οποία εν πάση περιπτώσει, είχε καταργηθεί στις 31/12/2003 (αρ. 23 παρ. 13 του ν. 3212/2003), ήτοι οκτώ έτη πριν από την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων στις 8/12/2011, απορριπτόμενων όλων των αντιθέτων προβαλλομένων ως αβασίμων. Ακολούθως για την ταυτότητα του λόγου η κρινόμενη προσφυγή έχει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ασκηθεί εμπροθέσμως στις 30/1/2013, ήτοι εντός της εξηκονθήμερης νομίμου προθεσμίας από την επίδοση στην προσφεύγουσα των προσβαλλόμενων πράξεων στις 31/12/2012, εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί στις 8/12/2011, ήτοι πριν από την ισχύ του ν. 4093/2012 στις 12/11/2012, ο οποίος καθιέρωσε τριακονθήμερη προθεσμία προς άσκηση προσφυγής στις φορολογικές εν γένει υποθέσεις. ʼλλωστε, ακόμα και αν ίσχυε εν προκειμένω η εικοσαήμερη προθεσμία προς άσκηση της κρινόμενης προσφυγής, ο προβαλλόμενος υπό της καθ1 ης δημοτικής αρχής λόγος προσκρούει στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικούμενου προς την Διοίκηση, λαμβανομένου υπόψη ότι η ίδια η εν λόγω αρχή με το 40496/28-12-2012 έγγραφο της ενημέρωσε την προσφεύγουσα, ρητώς, ότι η προθεσμία προς άσκηση προσφυγής κατά των προσβαλλόμενων πράξεων ήταν εξηκονθήμερη από την κοινοποίηση τους προς αυτήν, όπως βασίμως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, απορριπτόμενων όλων των αντιθέτων ως αβασίμων. Κατ' ακολουθίαν όλων αυτών, εφόσον η κρινόμενη προσφυγή ασκήθηκε σύμφωνα με τις λοιπές νόμιμες διατυπώσεις, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να εξεταστεί κατ' ουσίαν.

 

7. Ακολούθως κατ' άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 1337/1983, όπως κατά τα ανωτέρω ισχύει, «Η εισφορά εις χρήμα υπολογίζεται με βάση το εμβαδόν της ιδιοκτησίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με την πράξη εφαρμογής και την τιμή ζώνης του οικοπέδου κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης εφαρμογής (αρ. 11 παρ. 2 ν.3212/2013 - φα 308). Ως τιμή ζώνης του οικοπέδου για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου νοείται: α)... β)... Για ιδιοκτησίες που στην πράξη εφαρμογής οι ιδιοκτήτες αναγράφονται με ελλιπή στοιχεία ή με την ένδειξη «άγνωστος» ώστε να καθίσταται αδύνατη η βεβαίωση και είσπραξη του ποσού της εισφοράς του άρθρου αυτού, για τον υπολογισμό της εισφοράς, λαμβάνεται υπόψη η οικοπεδική αξία κατά το χρόνο κύρωσης της διορθωτικής πράξης του οικείου νομάρχη (αρ. 5 παρ. 3 του ν.2052/1992 - φα 94). Η εισφορά αυτή βεβαιώνεται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο (Γραφείο Παρακαταθηκών) που εξυπηρετεί τον δήμο ή την κοινότητα, ενώ για τους δήμους που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία, η παραπάνω εισφορά βεβαιώνεται απευθείας στην υπηρεσία αυτή,  μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής……». Επίσης κατά το άρθρο 1 του π.δ. 5/1986 «Προσδιορισμός αξίας ακινήτων για την επιβολή εισφοράς σε χρήμα και τρόπος καταβολής της» (φα 2), που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 9 παρ. 4 και 5 του ν. 1337/1983, 10 του ν. 1221/1981 και 21 παρ. 6 του ν. 947/1979, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο «1. Μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 1337/1983, επιτροπή προβαίνει στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων, που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής.... 2.... 3. Η Επιτροπή... καταρτίζει.... έκθεση στην οποία περιγράφεται η κατάσταση των ακινήτων και των συστατικών τους, καθώς και οι τυχόν ιδιαίτερες συνθήκες αυτών και εκτιμάται αιτιολογημένα η αξία τους, η οποία αναγράφεται στις αντίστοιχες στήλες του πίνακα της πράξης εφαρμογής. Ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής…… 4……», ενώ, κατά το άρθρο 2 του ίδιου π.δ/τος, «1. Μετά την επιστροφή των στοιχείων προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, αυτή εκδίδει πράξεις επιβολής της εισφοράς σε χρήμα, για κάθε κύριο ακινήτου που εμπίπτει στην περιοχή ένταξης ή επέκτασης, όπως φαίνεται στον πίνακα της πράξης εφαρμογής. 2.... 3.... 4... 5... 6. Αν ο κύριος του ακινήτου είναι άγνωστος η σχετική πράξη επιβολής εισφοράς και τα στοιχεία που τη συνοδεύουν κοινοποιούνται στον οικείο  Δήμο ή Κοινότητα, για τη διενέργεια του ακινήτου εκδίδεται νέα πράξη επιβολής εισφοράς». Εξάλλου ο ν. 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας....» (φα 124), στην παρ. 3 του άρθρου 21, ορίζει ότι η εισφορά σε χρήμα μπορεί να βεβαιώνεται απευθείας από τα αρμόδια όργανα του οικείου Ο.Τ.Α. αντί της πολεοδομικής Υπηρεσίας. Τέλος ο α.ν. 344/1968 «Περί διατάξεων τινών αφορωσών εις τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως» (φα 71) ορίζει στο άρθρο 2 παρ. 1, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 61 παρ. 2 του ν. 1416/1984 (φα 18), ότι «Η βεβαίωσις φόρων, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας ενεργείται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, εις ο ανάγονται. Κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας αν: α) είναι άγνωστος ο υπόχρεος, β) έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής, γ) η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν έχει μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και δ) η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση».

8. Κατά την έννοια των προεκτεθεισών διατάξεων, εφόσον ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων προκειμένου να εκδοθεί η προβλεπόμενη πράξη επιβολής εισφοράς εις χρήμα λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής, στον χρόνο αυτό ανάγεται η επιβαλλόμενη εν λόγω εισφορά. Συνεπώς η έκδοση της πράξης επιβολής της εισφοράς αυτής και περαιτέρω η εν ευρεία εννοία βεβαίωση της υπό των αρμοδίων Ο.Τ.Α. υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία από τον χρόνο στον οποίο ανάγεται, και ως εκ τούτου, μετά την πάροδο άπρακτης της πενταετούς αυτής προθεσμίας αποσβέννυται πλήρως το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης ipso iure να επιβάλλει και να βεβαιώσει εν ευρεία εννοία την εισφορά εις χρήμα σε βάρος του υπόχρεου, εκτός αν ο οργανισμός αυτός επικαλεστεί και αποδείξει ότι συντρέχουν οι εξαιρετικές περιπτώσεις του εδαφίου β' της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, εξαιτίας των οποίων δεν ήταν εφικτή η βεβαίωση εντός της εν λόγω προθεσμίας (πρβλ. ΣτΕ 3286/1995).

 

9. Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Η προσφεύγουσα ανώνυμη εταιρεία συνεστήθη υπό την επωνυμία «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Ανώνυμος Κτηματική Τεχνική και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», με την 61904/22-12-1960 απόφαση του Υπουργού Εμπορίου (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε. 14/14-1-1961), με την οποία εγκρίθηκε το συμβολαιογραφικούς καταρτισθέν καταστατικό της (32906 και 32926/1960 πράξεις του συμβ/φου Αθηνών ………). Ακολούθως η επωνυμία της προσφεύγουσας τροποποιήθηκε ως «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Ανώνυμος Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών  Εταιρεία», με την από 1/7/1999 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων, που εγκρίθηκε με την ΕΜ - 8866/25-11-1999 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών (ΦΕΚ Α.Ε. -Ε.Π.Ε. 9528/30-11-1999) και διαμορφώθηκε ήδη ως «LAMDA Estate Development Ανώνυμη Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», σύμφωνα με την 8/11/2002 απόφαση της Γενικής Συνέλευσης, που εγκρίθηκε με την 33702/2002 απόφαση του Νομάρχη Αθηνών (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε. 12285/9-12-2002), εδρεύει δε πλέον επί της Λεωφόρου Κηφισίας 37α στο Μαρούσι Αττικής. Περαιτέρω με την ΠΕΧΩ οικ. 5500/φΕΝΤ. ΕΠΕΚΤ/2003 (φ δ.1274/2003) απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Αττικής εγκρίθηκε η πολεοδομική μελέτη για την ένταξη στο σχέδιο του Επιχειρηματικού Πάρκου «Πέτρα Γυαλού — Βούλια— Προκαλήσι» του Δήμου Σπάτων, και με την 8977/1449/30-5-2005 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής στην περιοχή αυτή, σύμφωνα με τα διαγράμματα και τους πίνακες που είχαν θεωρηθεί από τη Διεύθυνση Πολεοδομίας και Χωροταξίας. Στους πίνακες αυτούς, και ειδικότερα στον πίνακα που αφορά το Ο.Τ. Ε31 (αρ. πρωτ. αντιγράφου .../23.5.2014) αναγράφεται η προσφεύγουσα ως ιδιοκτήτρια οικοπέδου έκτασης 69.538,91 μ2 (αρ. 01), με την επωνυμία «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ» (Λαοδικείας 16 Αθήνα) και με κωδικούς κτηματογράφησης ……, ……, …… έως και ……, …… έως και ……, …… έως και …… έως και …… Κατόπιν αυτών η επιτροπή του π.δ. 5/1986 συνέταξε στις 15-12-2005 έκθεση για τον προσδιορισμό της αξίας των εντασσόμενων στο σχέδιο ως άνω ακινήτων στο ύψος των 73 ευρώ ανά μ2. Τέλος με την από 8-12-2011 πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Τ.Υ. της Δημοτικής Ενότητας Σπάτων του Δήμου Σπάτων - Αρτέμιδος καταλογίστηκε σε βάρος της προσφεύγουσας υπό την προμνησθείσα επωνυμία ποσό ύψους 1.191.332,25 ευρώ.

 

10. Ήδη, με την υπό κρίση προσφυγή και τα νομοτύπως υποβληθέντα στις 6-6-2014 και 10-6-2014 υπομνήματα της, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, εφόσον η πράξη εφαρμογής για την περιοχή «ΠΕΤΡΑ ΓΥΑΛΟΥ - ΒΟΥΛΙΑ - ΠΡΟΚΑΛΗΣΙ», όπου το ακίνητο της (Ο.Τ. Ε31-01), κυρώθηκε στις 30-5-20053 το δικαίωμα του καθ' ου δήμου να επιβάλει την ένδικη εισφορά έχει αποσβεσθεί, λόγω παρέλευσης της πενταετούς σχετικής προθεσμίας του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 από τη λήξη του έτους κύρωσης της ανωτέρω πράξης. Όπως δε διευκρινίζεται στα ως άνω υπομνήματα, η προσφεύγουσα υπό την προηγούμενη επωνυμία της απέκτησε το ως άνω ακίνητο συνολικής έκτασης 69.538,91 μ2 σύμφωνα με τις ……/2000, ……/2000, ……/2000 και ……/2001 συμβολαιογραφικές πράξεις του συμβ/φου Αθηνών ……… που μεταγράφηκαν στο Υποθηκοφυλακείο Σπάτων στις 27-10-2000, 20-7-2001, 12-12-2000 και 21-2-2001, αντιστοίχως, όπως προκύπτει και από την προσκομιζόμενη κυρωμένη φωτοτυπία της μερίδος της προσφεύγουσας υπό την ως άνω επωνυμία στο  οικείο βιβλίο του εν λόγω Υποθηκοφυλακείου, ενώ υπέβαλε στις 11-10-2001 τις 6111 και 6123/2001, επίσης προσκομιζόμενες, δηλώσεις ιδιοκτησίας κατά  το  άρθρο  12 του ν. 1337/1983 για το ως άνω ακίνητο και περιλαμβάνεται στον σχετικό πίνακα της πράξης εφαρμογής, η οποία, όπως κυρώθηκε με την οικ 8977/1449/30-5-2005 απόφαση του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής μεταγράφηκε στην μερίδα της, όπως βεβαιώνεται στο 868/1/23-5-2014 προσαγόμενο πιστοποιητικό μεταγραφής του Υποθηκοφύλακα Σπάτων. Προς επίρρωση του ισχυρισμού της η προσφεύγουσα επικαλείται και προσκομίζει επίσης το 1179/1/10-4-2014 έγγραφο του κτηματολογικού γραφείου Σπάτων και το επισυναπτόμενο σ' αυτό 1179/2/10-4-2014 απόσπασμα κτηματολογικού διαγράμματος, σύμφωνα με τα οποία υπό την επωνυμία «LAMDA ESTATE DEVELOPMENT Α.Κ.Τ.Υ.Α.Ε.» είναι αποκλειστική κυρία του ένδικου ακινήτου επιφανείας 69.540 μ2 με Κωδικό αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου ... βάσει και των προμνημονευομένων τίτλων ιδιοκτησίας που αναγράφονται στην ως άνω μερίδα της στο Υποθηκοφυλακείο Σπάτων. Τέλος σημειώνει ότι η αλλαγή της επωνυμία της το έτος 2002 (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε. 12285/9-12-2002) και της έδρας της το 2009 (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε. 840/2-2-2009), τηρώντας όλες τις νόμιμες διατυπώσεις δημοσιότητας, δεν την  κατέστησαν άγνωστη στο καθ' ου, αφού οι αλλαγές αυτές δεν μεταβάλλουν την υπόσταση του νομικού προσώπου ούτε εμποδίζουν τη Διοίκηση να προβεί στη βεβαίωση σε βάρος της φόρων, τελών, εισφορών και λοιπών οικονομικών βαρών, στην προκειμένη δε περίπτωση ο διάδικος Δήμος μέχρι την 31/12/2012, οπότε της κοινοποίησε την προσβαλλόμενη πράξη, δεν είχε αποστείλει κανένα σχετικό έγγραφο, όπως επιβεβαιώνει ο ..., προϊστάμενος του λογιστηρίου της προσφεύγουσας, με την  5167/3-6-2014 ένορκη βεβαίωση του ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ………, που λήφθηκε κατά τις διατάξεις των άρθρων 184 και 185 Κ.Δ.Δ.

 

11. Αντιθέτως η διάδικη δημοτική αρχή, με το κατατεθέν στις 17-3-2014 υπόμνημα της, αντιτείνει ότι η ένδικη εισφορά εις χρήμα δεν συνιστά εισφορά κατά την έννοια του ως άνω άρθρου 2 παρ.1 του α.ν. 344/1968, ούτε οικονομικό βάρος, αλλά υποχρέωση των ιδιοκτητών να συμμετέχουν στις δαπάνες που απαιτούνται για την εκτέλεση των βασικών  κοινόχρηστων πολεοδομικών  έργων,  πράγμα  που  ευνοεί τελικώς και ουσιαστικώς τον ιδιοκτήτη, αυξάνοντας την αξία του ακινήτου του. Προς επίρρωση του ισχυρισμού της προβάλλει το επιχείρημα ότι η εκτέλεση των κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων που ευνοούν το βαρυνόμενο ακίνητο, εκτελούνται, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, σε χρόνο παντελώς διάφορο της κύρωσης των οικείων πράξεων εφαρμογής, ολοκληρώνονται δε αυτά σε πολύ μεταγενέστερο χρόνο, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα ΔΤΕ/β/οικ 3328/79/20.1.2012 και ΔΤΕ/β/32431/450/31-7-2013 έγγραφα της Γενικής Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και το 32740/29-11-2013 έγγραφο της Διεύθυνσης Οικονομικών  Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών. Επιπλέον ο καθ' ου δήμος σημειώνει ότι η εφαρμογή της ανωτέρω αποσβεστικής προθεσμίας και κατά την επιβολή της ένδικης εισφοράς θα δημιουργούσε δύο κατηγορίες ιδιοκτητών, ήτοι αυτών που συμμετέχουν στις εν λόγω δαπάνες και αυτών που δεν θα συμμετάσχουν λόγω παρόδου της κρίσιμης ως άνω προθεσμίας, με αποτέλεσμα την αδυναμία κάλυψης τους. Τέλος η διάδικη δημοτική αρχή με το υπόμνημα της υποστηρίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, η προσφεύγουσα ήταν άγνωστη μέχρι το έτος 2011, αφού δεν περιλαμβάνεται ως ιδιοκτήτρια στον κτηματολογικό πίνακα της αρχικής πράξης εφαρμογής, ενώ δεν δήλωσε την ιδιοκτησία της αυτή στον δήμο ούτε υπέβαλε τις προβλεπόμενες ενστάσεις μετά τη σύνταξη της πράξης εφαρμογής και πριν την κύρωση της από τον Νομάρχη, ούτε προκύπτει πότε έγινε ιδιοκτήτρια του συγκεκριμένου ακινήτου. Ειδικότερα με την έκθεση του άρθρου 129 ΚΔΔ προς το Δικαστήριο η διάδικη δημοτική αρχή σημειώνει ότι εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα με υπόχρεο τον ιδιοκτήτη που αναγράφεται με πλήρη στοιχεία στην πράξη εφαρμογής, ήτοι «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Ανώνυμος Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών Εταιρεία» η οποία, σύμφωνα με έλεγχο της Διεύθυνσης Οικονομικών, δεν στεγάζεται στην αναγραφόμενη στον πίνακα της πράξης εφαρμογής διεύθυνση (Λαοδικείας 16 - Αθήνα), ενώ, κατόπιν ελέγχου στο Κτηματολογικό Γραφείο Σπάτων, το συγκεκριμένο ακίνητο είχε καταχωρηθεί στην προσφεύγουσα εταιρεία, η οποία συνεπώς δεν περιλαμβάνεται ως ιδιοκτήτρια στον κτηματολογικό πίνακα της αρχικής πράξης εφαρμογής και δεν έχει αποκτήσει την ιδιότητα του οφειλέτη της ένδικης εισφοράς, και όφειλε να προβεί στην διόρθωση της πράξης εφαρμογής.

 

12. Σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην τέταρτη σκέψη, αφού η ένδικη εισφορά εις χρήμα του άρθρου 9 του ν. 1337/1983, που επιβάλλεται εξουσιαστικώς υπό του αρμοδίου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης, έχει τον χαρακτήρα εξειδικευμένου οικονομικού βάρους με μελλοντικό αντάλλαγμα και συνιστά έσοδο της αρχής αυτής με στοχευμένο προορισμό, πληροί τα στοιχεία της εντασσόμενης, στο πλαίσιο της δημοτικής φορολογίας, εισφοράς ως αναγκαστική παροχή των βαρυνομένων που κτώνται ωφέλεια εκ του αποτελέσματος της επίτευξης του σκοπού για τον οποίο θεσπίζεται. Ενόψει αυτού η ένδικη εισφορά υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, τίθεται δε εκ ποδών το επιχείρημα της διάδικης αρχής περί μη ισχύος της προθεσμίας αυτής, εν προκειμένω, λόγω μη επάρκειας της πενταετίας προς ολοκλήρωση των σχετικών διαδικασιών και κατά συνέπεια της δημιουργίας δύο κατηγοριών ιδιοκτητών ανάλογα με τη συμμετοχή τους ή μη στις αντίστοιχες δαπάνες. Και τούτο γιατί η εν λόγω αποσβεστική προθεσμία, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην όγδοη σκέψη, άρχεται από το τέλος του έτους καθ' ο κυρώθηκε η πράξη εφαρμογής, εναπόκειται δε στην ενεργοποίηση των αρμοδίων οργάνων να περατώσουν τις σχετικές διαδικασίες που διαγράφονται εναργώς στο π.δ. 5/1986, προκειμένου να καταλογιστούν τα σχετικά ποσά, λαμβανομένου υπόψη ότι ο νομοθέτης σύμφωνα με τη διάταξη του εδαφίου β της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968 επιφυλάχθηκε ρητώς και ορισμένως για συγκεκριμένες περιπτώσεις, η συνδρομητών οποίων επιτρέπει την εν ευρεία εννοία βεβαίωση  και της ένδικης εισφοράς   καθ' υπέρβαση της αποσβεστικής αυτής προθεσμίας, απορριπτόμενων όλων των αντιθέτων ως αβασίμων. Περαιτέρω  η προσφεύγουσα ανώνυμη εταιρεία,  αποκλειστική  κυρία του ένδικου ακινήτου, σύμφωνα με τους προμνημονευόμενους μεταγραφέντες νομίμως, συμβολαιογραφικούς τίτλους, υπέβαλε κατά την σύνταξη του κτηματολογικού διαγράμματος της πολεοδομικής μελέτης τις από 11/10/2001  δηλώσεις ιδιοκτησίας υπό την ισχύουσα τότε επωνυμία «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Ανώνυμος    Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», αναγράφεται δε ως ιδιοκτήτρια του ακινήτου αυτού στον οικείο πίνακα που επισυνάπτεται στην κυρωθείσα στις 30-5-2005 πράξη εφαρμογής με την απόφαση 8977/1449/30-5-2005 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής, με την ως άνω επωνυμία, μη απαιτουμένης της διόρθωσης αυτής, διότι η αλλαγή της επωνυμίας της το 2002 (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε.  12285/9-12-2002) όπως ισχύει ήδη «LAMDA ESTATE DEVELOPMENT Ανώνυμη Κτηματική Τεχνική Υπηρεσιών και Αντιπροσωπειών Εταιρεία», υπό την οποία μάλιστα το ένδικο ακίνητο εντάχθηκε στο ΚΑΕΚ ……… γεωτεμάχιο του κτηματολογικού διαγράμματος του Κτηματολογικού Γραφείου Σπάτων, δεν κλόνισε την ύπαρξη του νομικού αυτού προσώπου στον νομικό κόσμο ώστε να διαφοροποιηθεί το ιδιοκτησιακό του καθεστώς. Εξάλλου εξ ουδενός στοιχείου αποδεικνύονται οι επικαλούμενες υπό της καθ' ης δημοτικής αρχής ατελέσφορες προσπάθειες των οργάνων της προς ανεύρεση της προσφεύγουσας από το τέλος του 2005, καθ' ο κυρώθηκε η οικεία πράξη εφαρμογής, μέχρι την 8/12/2011 κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής της ένδικης εισφοράς και συναφώς έλαβε χώρα η σχετική εγγραφή αυτής στον οικείο βεβαιωτικό κατάλογο, λαμβανομένου υπόψη ότι η αλλαγή της έδρας της προσφεύγουσας έλαβε χώρα το 2009 (ΦΕΚ Α.Ε. - Ε.Π.Ε. 840/2-2-2009). Επομένως, αφού η διάδικη αρχή, αν και έφερε το σχετικό βάρος, δεν απέδειξε ότι η βαρυνόμενη με την ένδικη εισφορά προσφεύγουσα εταιρεία ήταν άγνωστη και συνεπώς δεν ήταν εφικτή η κατά τα άνω βεβαίωση του σχετικού ποσού της ονόματι της, το Δικαστήριο σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην όγδοη σκέψη, κρίνει ότι το δικαίωμα της καθ' ης δημοτικής αρχής να επιβάλει την ένδικη εισφορά και να προβεί στην βεβαίωση του αντιστοίχου ποσού είχε απωλεσθεί την 1/1/2011, ήτοι μετά την εκπνοή της πενταετούς αποσβεστικής προθεσμίας στις 31/12/2010, αρχής γενομένης από το τέλος του έτους 2005 καθ' ο κυρώθηκε η οικεία πράξη εφαρμογής με την από 30-5-2005 πράξη του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής. Συνεπώς παρά το νόμο εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής της ένδικης εισφοράς και βεβαιώθηκε εν ευρεία εννοία το σχετικό ποσό στον οικείο βεβαιωτικό κατάλογο, όπως βασίμως υποστηρίζει η προσφεύγουσα, απορριπτόμενων των αντιθέτων ως αβασίμων.

 

13. Κατ' ακολουθίαν αυτών, παρελκούσης της εξέτασης των λοιπών αιτιάσεων που προβάλλονται με την κρινόμενη προσφυγή και το δικόγραφο προσθέτων λόγων, πρέπει να γίνει δεκτό το ένδικο αυτό βοήθημα και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Επίσης πρέπει να αποδοθεί στην προσφεύγουσα το καταβληθέν υπ' αυτής παράβολο κατ' άρθρο 277 παρ. 9 Κ.Δ.Δ. και να απαλλαγεί ο καθ' ού από τα δικαστικά της έξοδα, κατ' εκτίμηση των περιστάσεων κατ' άρθρο 275 παρ. 1 Κ.Δ.Δ.

 

 

ΜΕ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΥΤΕΣ

 

 

Δέχεται την προσφυγή.

 

Ακυρώνει την από 8-12-2011 πράξη επιβολής εισφοράς του άρθρου 9 του ν. 1337/1983 του Δημάρχου Σπάτων και ήδη Σπάτων - Αρτέμιδος, ύψους 1.191.332,25 ευρώ, καθώς και την βεβαίωση του καταλογισθέντος ποσού στον οικείο βεβαιωτικό κατάλογο του έτους 2011 του αντίστοιχου δήμου.

 

Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στην προσφεύγουσα.

 

Απαλλάσσει τον καθ' ού δήμο από τα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας.

 

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 4 Μαρτίου 2015 και 2 Δεκεμβρίου 2015.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ                                             Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

       

ΑΔΑΜΑΝΤΙΑ ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΠΟΥΛΟΥ                      ΕΙΡΗΝΗ ΔΑΣΚΑ

 

 

Η απόφαση δημοσιεύτηκε στην Αθήνα στις 23 Μαρτίου 2016 σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση απόντων των διαδίκων στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού υπό την προεδρία της προέδρου Εφετών Μαρίας Μπάζμπα, λόγω προαγωγής και μετάθεσης της Εφέτου Δ.Δ.. Αδαμαντίας Παπασταμοπούλου.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΜΑΡΙΑ ΜΠΑΖΜΠΑ                                              ΜΑΡΙΑ ΚΟΥΤΡΑ-ΣΦΥΡΗ