Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Δ.Σ.Α. «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΤρΔΕφΑθ 3678/2018

 

Σύνταξη λόγω απόλυτης αναπηρίας - Υγειονομικές Επιτροπές ΙΚΑ-ΕΤΑΜ - Υποχρέωση προσήκουσας και πλήρους αιτιολογίας - Προδικαστικές αποφάσεις - Αοριστία λόγων έφεσης -.

 

Όταν τα διοικητικά δικαστήρια, τα οποία επιλαμβάνονται αιτήματος ασφαλιστικής παροχής που θεμελιώνεται σε αναπηρία του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, υποχρεώνουν με προδικαστική απόφασή τους τα υγειονομικά όργανα του Ιδρύματος να αποφανθούν επί ορισμένων από τα ιατρικής φύσης θέματα, όπως είναι και το ζήτημα αν ο ανάπηρος βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλεψη, περιποίηση και συμπαράσταση άλλου προσώπου, τα υγειονομικά όμως όργανα παραλείπουν την υποχρέωση αυτή, εμμένοντας σε ελλιπώς αιτιολογημένες γνωματεύσεις, τα ως άνω δικαστήρια έχουν δύο δυνατότητες: είτε να αναπέμψουν για μία ακόμη φορά την υπόθεση στα αρμόδια υγειονομικά όργανα, είτε να κρίνουν τα ίδια επί του αιτήματος του ασφαλισμένου, αφού προηγουμένως εκφέρουν κρίση επί των ως άνω ιατρικής φύσης θεμάτων, χρησιμοποιώντας τα προς τούτο πρόσφορα αποδεικτικά μέσα. Αόριστοι λόγοι εφέσεως, με τους οποίους ο διάδικος προβάλλει ότι είναι εσφαλμένη, αυθαίρετη ή μη νόμιμη η σχετική με ορισμένο ζήτημα κρίση του εκδώσαντος την εκκαλούμενη απόφαση δικαστηρίου, χωρίς να εξειδικεύει την πλημμέλεια, από την οποία πάσχει, κατά την άποψη του, η σχετική αιτιολογία της εκκαλουμένης αποφάσεως. Μη αιτιολογημένη γνωμάτευση Επιτροπής. Μη προσήκουσα αιτιολογία της κρίσης της ότι ο ανάπηρος δεν χρήζει βοηθείας και συμπαράστασης άλλου προσώπου για το κρίσιμο χρονικό διάστημα. Συνέχιση από τους κληρονόμους της δίκης του αποβιώσαντος ασφαλισμένου.

 

 

Αριθμός απόφασης: 3678/2018

 

TO ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα 10° Τριμελές

 

Αποτελούμενο από τις: Ζαφειρούλα Βασιλάτη, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Βρυσηίδα Μακρή και Ελευθερία - Μαρία Λούστα (Εισηγήτρια), Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και Γραμματέα την Ελένη Μιγλάκη, δικαστική υπάλληλο,

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 11 Ιουνίου 2018, για να δικάσει τη με χρονολογία καταθέσεως 11.8.2017 (ΑΒΕΜ ΕΦ 2487/5.9.2017) έφεση,

 

του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΙ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.), που εδρεύει στην Αθήνα και παραστάθηκε με την πληρεξούσια του δικηγόρο Φωτεινή Καραμίντζιου-Νίκα, σύμφωνα με την από 1.6.2018 έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., την οποία κατέθεσε στη γραμματεία του.

 

κατά των α) ..., β) ... και γ) ..., κατοίκων Ασπροπύργου Αττικής, περιοχή Νεόκτιστα (...), οι οποίοι παραστάθηκαν με την πληρεξούσια τους δικηγόρο Αικατερίνη Τούλια, σύμφωνα με την από 8.6.2018 έγγραφη δήλωση του άρθρου 133 παρ. 2 του Κ.Δ.Δ., την οποία κατέθεσε στη γραμματεία του.

 

Το Δικαστήριο, μετά τη δημόσια συνεδρίαση συνήλθε σε διάσκεψη

 

και,

 

 

αφού μελέτησε τη δικογραφία,

σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο:

 

 

1. Επειδή, με την κρινόμενη έφεση, για την οποία για την οποία δεν απαιτείται καταβολή παραβόλου, ζητείται παραδεκτώς η εξαφάνιση της 1070/2017 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την εκκαλούμενη απόφαση απορρίφθηκε η με ημερομηνία κατάθεσης 23.11.2006 προσφυγή του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών» (Ι.Κ.Α. -Ε.ΤΑ.Μ.), καθολικός διάδοχος του οποίου είναι το εκκαλούν, κατά της η …./15.9.2006 απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ελευσίνας. Με την απόφαση της Τ.Δ.Ε. έγινε δεκτή ένσταση του ..., ο οποίος απεβίωσε μετά την άσκηση της προσφυγής, τη δίκη δε ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου συνέχισαν οι εφεσίβλητοι ως νόμιμοι κληρονόμοι του, κατά της …/1.7.2004 απόφασης του Διευθυντή του ίδιου Υποκαταστήματος. Με την τελευταία απόφαση απορρίφθηκε αίτηση του αποβιώσαντος για τη χορήγηση επιδόματος απόλυτης αναπηρίας, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005.

 

2. Επειδή, οι διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, Α' 179, (όπως συμπληρώθηκαν από την παράγραφο 20 του άρθρου 16 του ν. 4497/1966 και την παράγραφο 12 του άρθρου 5 του ν. 825/1978), οι οποίες διατηρήθηκαν σε ισχύ, δυνάμει του άρθρου 42 παρ. 3 του ν. 1140/1981, έως 21.12.2006, δηλαδή μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 3518/2006, το άρθρο 60 του οποίου προέβλεψε ρητώς την κατάργηση τους και οι οποίες ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της αίτησης του αποβιώσαντος ασφαλισμένου για τη χορήγηση του επιδόματος απόλυτης αναπηρίας, προβλέπουν ότι: «Το ποσόν των υπό του ΙΚΑ καταβαλλομένων βασικών συντάξεων λόγω αναπηρίας προσαυξάνεται κατά 50%, εφ' όσον ο ανάπηρος ευρίσκεται διαρκώς εις κατάστασιν απαιτούσαν συνεχή επίβλεψιν, περιποίησιν και συμπαράστασιν ετέρου προσώπου (απόλυτος αναπηρία) ...». Εξάλλου, στο άρθρο 29 του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του ΙΚΑ (Α.Υ.Ε. 57440/13.1/7.2.38, Β' 37) ορίζεται ότι: «Αι Υγειονομικαί Επιτροπαί έχουν ως έργον την τη αιτήσει της αρμοδίας υπηρεσίας του Ιδρύματος από ιατρικής απόψεως διαπίστωσιν της φύσεως, των αιτίων, της εκτάσεως και της διαρκείας της σωματικής ή πνευματικής παθήσεως ή βλάβης ή εξασθενήσεως του αιτούντος, είτε πρωτοτύπους είτε παραγώγως, σύνταξιν αναπηρίας ή επίδομα ασθενείας και ερευνώσι την επίδρασιν τούτων επί της καθόλου ικανότητος του ησφαλισμένου προς άσκησιν του συνήθους βιοποριστικού επαγγέλματος αυτού ως και την ανάκτησιν αυτής. Επίσης, διαπιστώνουν την ανάγκην ιδιαιτέρας προνοίας υπέρ των συνταξιούχων, την ανάγκην παροχής προσθέτου περιθάλψεως ... Αι υγειονομικοί επιτροπαί δύνανται, πρός υποβοήθησιν του έργου των, να παραγγείλωσιν την ενέργειαν πάσης φύσεως κλινικής η εργαστηριακής εξετάσεως και να υποβάλωσιν εις παρατήρησιν, επί τον υπʼ αυτών καθοριζόμενον χρόνον, τον υπό εξέτασιν».

 

3. Επειδή, από τις παραπάνω διατάξεις συνάγεται ότι η κρίση αν ο ανάπηρος βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλεψη, περιποίηση και συμπαράσταση άλλου προσώπου (απόλυτη αναπηρία) ανήκει στην αρμοδιότητα των Υγειονομικών Επιτροπών του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., αφού αναφέρεται στην ανάγκη ιδιαίτερης πρόνοιας για τον ανάπηρο συνταξιούχο και παροχής σε αυτόν πρόσθετης περίθαλψης. Τη διαπίστωση δε της ανάγκης της πρόσθετης αυτής ασφαλιστικής προστασίας, που συνάπτεται στενά με την κατάσταση της υγείας του συνταξιούχου, ανέθεσε ο Κανονισμός Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας στην οικεία Υγειονομική Επιτροπή, η κρίση της οποίας για τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου (άρθρο 29 παρ. 10 α.ν. 1846/1951), δηλαδή για τα ως άνω ιατρικής φύσης ζητήματα που ανήκουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα τους, είναι δεσμευτική τόσο για τα ασφαλιστικά όργανα όσο και για τα διοικητικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται της υπόθεσης μετά την άσκηση προσφυγής, εφόσον είναι προσηκόντως και πλήρως αιτιολογημένη (Σ.τ.Ε. 873/2011, 749/2010, 3455/2003).

 

4. Επειδή, περαιτέρω, από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας του Ι.Κ.Α. (άρθρο 29) με τις διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 4 του ιδίου Κανονισμού, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 7 παρ. 1 και 2 του ν. 702/1977 (Α΄268) και 79 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο 5 του ν. 2717/1999 (Αʼ 97), συνάγεται ότι ειδικώς όταν τα διοικητικά δικαστήρια, τα οποία επιλαμβάνονται αιτήματος ασφαλιστικής παροχής που θεμελιώνεται σε αναπηρία του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, υποχρεώνουν με προδικαστική απόφασή τους τα υγειονομικά όργανα του Ιδρύματος να αποφανθούν επί ορισμένων από τα ως άνω ιατρικής φύσης θέματα, όπως είναι και το ζήτημα αν ο ανάπηρος βρίσκεται διαρκώς σε κατάσταση που απαιτεί συνεχή επίβλεψη, περιποίηση και συμπαράσταση άλλου προσώπου, τα υγειονομικά όμως όργανα παραλείπουν την υποχρέωση αυτή, εμμένοντας σε ελλιπώς αιτιολογημένες γνωματεύσεις, τα ως άνω δικαστήρια έχουν δύο δυνατότητες είτε να αναπέμψουν για μία ακόμη φορά την υπόθεση στα αρμόδια υγειονομικά όργανα, είτε να κρίνουν τα ίδια επί του αιτήματος του ασφαλισμένου, αφού προηγουμένως εκφέρουν κρίση επί των ως άνω ιατρικής φύσης θεμάτων, χρησιμοποιώντας τα προς τούτο πρόσφορα αποδεικτικά μέσα. Και αυτό γιατί η παράλειψη των υγειονομικών οργάνων του Ι.Κ.Α. να γνωματεύσουν ύστερα μάλιστα από την έκδοση σχετικών προδικαστικών αποφάσεων από τα δικαστήρια της ουσίας, δεν είναι δυνατό να αποβεί τελικώς σε βάρος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου (Σ.τ.Ε. 194/2016, 4077,2013, 873/2011, 749/2010, 3455/2003).

 

5. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την επανεξέταση των στοιχείων της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο ήδη αποβιώσας, ασφαλισμένος του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., γεννήθηκε το έτος 1932 και πραγματοποίησε στην ασφάλιση του Ιδρύματος 3.714 ημέρες εργασίας από το 1949 έως το 1974. Με αποφάσεις του Ιδρύματος έλαβε: α) επίδομα αναπροσαρμογής λόγω εργατικού ατυχήματος για το χρονικό διάστημα από 6.9.1974 έως 30.9.1976, β) σύνταξη μερική αναπηρίας από εργατικό ατύχημα για το χρονικό διάστημα από 1.10.1976 έως 31.5.1982, γ) σύνταξη μερικής αναπηρίας από κοινή νόσο για το χρονικό διάστημα από 1.6.1982 έως 31.12.1993, δ) σύνταξη βαριάς αναπηρίας από κοινή νόσο για το χρονικό διάστημα από 1.1.1994 έως 31.1.1995 και ε) σύνταξη βαριάς αναπηρίας από κοινή νόσο από 1.2.1995 και εφ' όρου ζωής. Ακολούθως, υπέβαλε την .../19.2.2004 αίτηση προς το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., με την οποία ζήτησε να του χορηγηθεί προσαύξηση στη σύνταξη του λόγω απόλυτης αναπηρίας. Προκειμένου να εξετασθεί αν συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις της παρ. 10 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, παραπέμφθηκε για εξέταση στην Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ελευσίνας. Η εν λόγω Επιτροπή, ύστερα από κλινική εξέταση του αποβιώσαντος, κατά την οποία διαπίστωσε ότι: «προσέρχεται μόνος του, κινείται ελευθέρα στο χώρο, αναγνωρίζει τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, ενδύεται και εκδύεται ευχερώς, επικοινωνία καλή. Διαπιστώνεται μέτρια βαρηκοΐα», αποφάνθηκε, με την 267/2.6.2004 γνωμάτευση της, ότι αυτός παρουσιάζει «ΔΑΟ υψηλή μυωπία - μυωπικές αλλοιώσεις, καταρράκτης μυωπικός, αμβλυωπία. VΔΑΟ 1/20. Παλαιό κάταγμα ΑΡ μηριαίου - βαρηκοΐα άμφω μετρίου προς σοβαρού βαθμού» και καθόρισε το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής του βλάβης σε 80%, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, κρίνοντας συγχρόνως ότι δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το ίδιο χρονικό διάστημα. Στη συνέχεια, η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Β.Υ.Ε.) του ιδίου Υποκαταστήματος, στην οποία προσέφυγε ο αποβιώσας ασφαλισμένος, ύστερα από κλινική εξέταση του, κατά την οποία διαπίστωσε, όπως και η Α.Υ.Ε., ότι: «προσέρχεται μόνος του, κινείται ελευθέρα στο χώρο, αναγνωρίζει τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, ενδύεται και εκδύεται ευχερώς, επικοινωνία καλή. Μέτρια βαρηκοΐα», με την .../23.6.2004 γνωμάτευση της, αποφάνθηκε ότι αυτός παρουσιάζει: «ΔΑΟ υψηλή μυωπία - μυωπικές αλλοιώσεις εκ του βυθού άμφω. VΔΑΟ 1/10. Δεν είναι πρακτικά τυφλός. Παλαιό κάταγμα ΑΡ μηριαίου - βαρηκοΐα άμφω μετρίου προς σοβαρού βαθμού» και γνωμάτευσε ότι το ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ανέρχεται σε 80%, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, καθώς και ότι δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το ίδιο χρονικό διάστημα. Με βάση την τελευταία αυτή γνωμάτευση ο Διευθυντής του παραπάνω Υποκαταστήματος, με την .../1.7.2004 απόφασή του, έκρινε ότι ο ασφαλισμένος δεν δικαιούται το επίδομα απόλυτης αναπηρίας και απέρριψε τη σχετική αίτηση του. Ωστόσο, η .../19.7.2004 ένσταση του αποβιώσαντος κατά της απόφασης αυτής του Διευθυντή έγινε δεκτή με την 573/συν.53/15.9.2006 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του ίδιου Υποκαταστήματος. Το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., με την προσφυγή του ζήτησε την ακύρωση της απόφασης αυτής της Τ.Δ.Ε., προβάλλοντας ότι αυτή είναι εσφαλμένη, καθώς με βάση την .../23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. ο αποβιώσας δεν δικαιούται του επιδόματος απόλυτης αναπηρίας, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005.

 

6. Επειδή, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την 2967/2012 προδικαστική απόφαση του δέχθηκε ότι η εν λόγω Επιτροπή δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση της ότι ο ασφαλισμένος δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005. Τούτο διότι η κρίση της, ότι αυτός δεν είναι πρακτικά τυφλός, η οποία προφανώς συνήχθη από το γεγονός ότι κατά την κλινική εξέταση του διαπιστώθηκε ότι αναγνώριζε τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, δεν ήταν επαρκής αφού δεν γίνεται με αυτή καμία αναφορά στις συνέπειες που έχει η διαπιστωθείσα αναπηρία στις μετακινήσεις του ασφαλισμένου και στη δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης του. Κατόπιν αυτών, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η .../23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. δεν ήταν αιτιολογημένη, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής του Υποκαταστήματος Ι.K.A. Ελευσίνας, προκειμένου αυτή να αποφανθεί με νέα αιτιολογημένη γνωμάτευση, εάν ο αποβιώσας, ενόψει των σοβαρών παθήσεων του, όπως αυτές περιγράφονται στην προαναφερόμενη γνωμάτευση και οι οποίες του προσέδιδαν ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό ιατρικής αναπηρίας (80%), μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, δηλαδή να εκτελεί μόνος του τις στοιχειώδεις λειτουργίες, να ικανοποιεί μόνος του τις καθημερινές ανάγκες του και να μετακινείται εντός και εκτός οικίας ή για την εκτέλεση και το χρονικό διάστημα από 1.1.1994 έως 31.1.1995 και ε) σύνταξη βαριάς αναπηρίας από κοινή νόσο από 1.2.1995 και εφ' όρου ζωής. Ακολούθως, υπέβαλε την …/19.2.2004 αίτηση προς το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., με την οποία ζήτησε να του χορηγηθεί προσαύξηση στη σύνταξη του λόγω απόλυτης αναπηρίας. Προκειμένου να εξετασθεί αν συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις της παρ. 10 του άρθρου 29 του α.ν. 1846/1951, παραπέμφθηκε για εξέταση στην Πρωτοβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Α.Υ.Ε.) του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ελευσίνας. Η εν λόγω Επιτροπή, ύστερα από κλινική εξέταση του αποβιώσαντος, κατά την οποία διαπίστωσε ότι: «προσέρχεται μόνος του, κινείται ελευθέρα στο χώρο, αναγνωρίζει τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, ενδύεται και εκδύεται ευχερώς, επικοινωνία καλή. Διαπιστώνεται μέτρια βαρηκοΐα», αποφάνθηκε, με την 267/2.6.2004 γνωμάτευση της, ότι αυτός παρουσιάζει «ΔΑΟ υψηλή μυωπία - μυωπικές αλλοιώσεις, καταρράκτης μυωπικός, αμβλυωπία. VΔΑΟ 1/20. Παλαιό κάταγμα ΑΡ μηριαίου - βαρηκοΐα άμφω μετρίου προς σοβαρού βαθμού» και καθόρισε το ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής του βλάβης σε 80%, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, κρίνοντας συγχρόνως ότι δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το ίδιο χρονικό διάστημα. Στη συνέχεια, η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή (Β.Υ Ε.) του ιδίου Υποκαταστήματος, στην οποία προσέφυγε ο αποβιώσας ασφαλισμένος, ύστερα από κλινική εξέταση του, κατά την οποία διαπίστωσε, όπως και η Α.Υ.Ε., ότι: «προσέρχεται μόνος του, κινείται ελευθέρα στο χώρο, αναγνωρίζει τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, ενδύεται και εκδύεται ευχερώς, επικοινωνία καλή. Μέτρια βαρηκοΐα», με την 143/23.6.2004 γνωμάτευση της, αποφάνθηκε ότι αυτός παρουσιάζει: «ΔΑΟ υψηλή μυωπία - μυωπικές αλλοιώσεις εκ του βυθού άμφω. VΔΑΟ 1/10. Δεν είναι πρακτικά τυφλός. Παλαιό κάταγμα ΑΡ μηριαίου - βαρηκοΐα άμφω μετρίου προς σοβαρού βαθμού» και γνωμάτευσε ότι το ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ανέρχεται σε 80%, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, καθώς και ότι δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το ίδιο χρονικό διάστημα. Με βάση την τελευταία αυτή γνωμάτευση ο Διευθυντής του παραπάνω Υποκαταστήματος, με την 818/1.7.2004 απόφαση του, έκρινε ότι ο ασφαλισμένος δεν δικαιούται το επίδομα απόλυτης αναπηρίας και απέρριψε τη σχετική αίτηση του. Ωστόσο, η …/19.7.2004 ένσταση του αποβιώσαντος κατά της απόφασης αυτής του Διευθυντή έγινε δεκτή με την …./15.9.2006 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του ίδιου Υποκαταστήματος. Το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., με την προσφυγή του ζήτησε την ακύρωση της απόφασης αυτής της Τ.Δ.Ε., προβάλλοντας ότι αυτή είναι εσφαλμένη, καθώς με βάση την …/23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. ο αποβιώσας δεν δικαιούται του επιδόματος απόλυτης αναπηρίας, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005.

 

6. Επειδή, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την 2967/2012 προδικαστική απόφαση του δέχθηκε ότι η εν λόγω Επιτροπή δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση της ότι ο ασφαλισμένος δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005. Τούτο διότι η κρίση της, ότι αυτός δεν είναι πρακτικά τυφλός, η οποία προφανώς συνήχθη από το γεγονός ότι κατά την κλινική εξέταση του διαπιστώθηκε ότι αναγνώριζε τα επιδεικνυόμενα αντικείμενα, δεν ήταν επαρκής αφού δεν γίνεται με αυτή καμία αναφορά στις συνέπειες που έχει η διαπιστωθείσα αναπηρία στις μετακινήσεις του ασφαλισμένου και στη δυνατότητα αυτοεξυπηρέτησης του. Κατόπιν αυτών, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η …/23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. δεν ήταν αιτιολογημένη, ανέβαλε την έκδοση οριστικής απόφασης και ανέπεμψε την υπόθεση ενώπιον της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής του Υποκαταστήματος Ι.K.A. Ελευσίνας, προκειμένου αυτή να αποφανθεί με νέα αιτιολογημένη γνωμάτευση, εάν ο αποβιώσας, ενόψει των σοβαρών παθήσεων του, όπως αυτές περιγράφονται στην προαναφερόμενη γνωμάτευση και οι οποίες του προσέδιδαν ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό ιατρικής αναπηρίας (80%), μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, δηλαδή να εκτελεί μόνος του τις στοιχειώδεις λειτουργίες, να ικανοποιεί μόνος του τις καθημερινές ανάγκες του και να μετακινείται εντός και εκτός οικίας ή για την εκτέλεση και ικανοποίησή τους είχε την ανάγκη βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, κατά το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005. Ωστόσο, το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. δεν προσκόμισε, εντός της προθεσμίας που τάχθηκε για το σκοπό αυτό, νέα αιτιολογημένη γνωμάτευση της Β.Υ.Ε.. Για το λόγο αυτό, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 2.3.2015, ανέβαλε αυτεπαγγέλτως τη συζήτηση της υπόθεσης και όρισε νέα δικάσιμο (8 Ιουνίου 2015), προκειμένου το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. να προσκομίσει όσα ζητήθηκαν με την προαναφερόμενη προδικαστική απόφαση. Ενόψει, όμως, του ότι το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. και πάλι δεν ανταποκρίθηκε στην ως άνω υποχρέωση του και δεν προσκόμισε όσα ζητούνταν με την ως άνω προδικαστική απόφαση, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, με την 18813/2015 απόφαση του, προκειμένου να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση για το αν ο αποβιώσας ασφαλισμένος δικαιούνταν ή όχι κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα το επίδομα απόλυτης αναπηρίας, έκρινε αναγκαίο να αναβάλει εκ νέου την έκδοση οριστικής απόφασης και να αναπέμψει για μία ακόμα φορά την κρινόμενη υπόθεση ενώπιον του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ., προκειμένου η αρμόδια Β.Υ.Ε., αφού λάβει υπόψη και εκτιμήσει όλα τα ιατρικά έγγραφα που περιλαμβάνονται στο φάκελο και αφορούν το κρίσιμο χρονικό διάστημα, ιδίως την .../20.9.2011 ιατρική βεβαίωση νοσηλείας του ...…, χειρουργού - ουρολόγου, Διευθυντή της Ουρολογικής Κλινικής του «ΘΡΙΑΣΙΟΥ» Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας και την .../28.7.2004 ιατρική βεβαίωση της …..., Επιμελήτριας Α' Οφθαλμολογίας του ίδιου ως άνω Νοσοκομείου, να αποφανθεί εμπεριστατωμένα και με σαφήνεια, με νέα αιτιολογημένη γνωμάτευση, εάν ο ασφαλισμένος, ενόψει των σοβαρών παθήσεων του, οι οποίες του προσέδιδαν υψηλό ποσοστό ιατρικής αναπηρίας (80%), μπορούσε μόνος του να εκτελεί τις στοιχειώδεις λειτουργίες και να ικανοποιεί τις καθημερινές ανάγκες του εντός και εκτός της οικίας του και ειδικότερα εάν ήταν σε θέση: α) να ασχοληθεί με την ατομική καθαριότητα του, την ένδυση, την προετοιμασία φαγητού, β) να κυκλοφορεί ελεύθερα και να χρησιμοποιεί τα μέσα μαζικής μεταφοράς, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητά του, προκειμένου να καλύψει και τις εκτός οικίας ανάγκες του ή αν, αντίθετα, αυτός για την εκτέλεση και ικανοποίηση τους είχε ανάγκη από τη συνεχή παρακολούθηση και συμπαράσταση άλλου προσώπου, κατά το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005.

 

7. Επειδή, και πάλι όμως το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. δεν ανταποκρίθηκε στην ως άνω υποχρέωση του και δεν προσκόμισε νέα, αιτιολογημένη, γνωμάτευση, όπως ζητήθηκε με την ως άνω 18813/2015 προδικαστική απόφαση. Κατόπιν τούτου, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δέχθηκε ότι παράλειψη των υγειονομικών οργάνων του να γνωματεύσουν, κατόπιν μάλιστα της έκδοσης δύο σχετικών προδικαστικών αποφάσεων, δεν ήταν δυνατό να αποβεί τελικώς σε βάρος του συνταξιούχου. Ενόψει δε του ότι, κατά τα προεκτεθέντα, η .../23.6.2004 γνωμάτευση της αρμόδιας Β.Υ.Ε. δεν ήταν αιτιολογημένη, γιατί η εν λόγω Επιτροπή δεν αιτιολόγησε προσηκόντως την κρίση της ότι ο αποβιώσας δεν χρήζει βοήθειας και συμπαράστασης άλλου προσώπου, για το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι δε δεσμεύεται από αυτή και πρέπει να αποφανθεί επί του αιτήματος του αποβιώσαντος, αφού προηγουμένως εκφέρει κρίση για τα τεθέντα ιατρικής φύσης θέματα, με βάση τα στοιχεία του φακέλου και το αποδεικτικό υλικό, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην τέταρτη (4η) σκέψη. Ακολούθως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη: α) την προχωρημένη ηλικία του αποβιώσαντος, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (72 ετών), β) το υψηλό ποσοστό της ανατομοφυσιολογικής του βλάβης (80%), γ) την σοβαρή οφθαλμολογική του πάθηση, σύμφωνα τόσο με την …/23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε., όσο και με την …/28.7.2004 ιατρική βεβαίωση της …, Επιμελήτριας Α' Οφθαλμολογίας του Νομαρχιακού Γενικού Νοσοκομείου Ελευσίνας «ΘΡΙΑΣΙΟ», σε συνδυασμό με τη βαρηκοΐα άμφω μετρίου προς σοβαρού βαθμού, που διαπίστωσε, επίσης, η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή, δ) ότι, σύμφωνα με την ...../20.9.2011 ιατρική βεβαίωση νοσηλείας του ..., χειρουργού - ουρολόγου, Διευθυντή της Ουρολογικής Κλινικής του ως άνω Νοσοκομείου, ο αποβιώσας έπασχε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, από Ca κύστεως και νοσηλεύτηκε στην εν λόγω Κλινική από 23.11.2004 έως 8.12.2004, όπου και υποβλήθηκε σε διουρηθική αφαίρεση μορφώματος στην ουροδόχο κύστη και ε) ότι λάμβανε συνεχώς από το Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ. σύνταξη αναπηρίας από το έτος 1976 και μάλιστα σύνταξη βαριάς αναπηρίας από κοινή νόσο για το χρονικό διάστημα από 1.1.1994 έως 31.1.1995 και από 1.2.1995 και εφ' όρου ζωής, έκρινε ότι ο αποβιώσας, κατά το χρονικό διάστημα από 19.2.2004 έως 28.2.2005, δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί και είχε την ανάγκη συνεχούς επίβλεψης, περιποίησης και συμπαράστασης ετέρου προσώπου και, συνεπώς, δικαιούνταν, κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, του επιδόματος απόλυτης αναπηρίας, κατ' άρθρο 29 παρ. 10 του α.ν. 1846/1951, όπως έκρινε η Τ.Δ.Ε. του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Ελευσίνας με την .../συν..../15.9.2006 απόφασή της, απορρίπτοντας ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με τη προσφυγή του Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ..

 

8. Επειδή, με το μοναδικό λόγο της κρινόμενης έφεσης προβάλλεται ότι η εκκαλούμενη έσφαλε διότι η κρίση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής, περί της συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 29 παρ. 10 του α.ν. 1846/1952, είναι δεσμευτική για τα ασφαλιστικά όργανα.

 

9. Επειδή, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α' 97), ορίζει στο άρθρο 87 ότι: «Τα δικόγραφα των ένδικων μέσων, εκτός από τα στοιχεία που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 45, πρέπει να περιέχουν και: α) μνεία της προσβαλλόμενης απόφασης, β) τους ειδικούς για κάθε ένδικο μέσο λόγους και γ) σαφώς καθορισμένο αίτημα», στο άρθρο 95 ότι: «Λόγο έφεσης μπορεί να θεμελιώσει κάθε νομικό ή πραγματικό σφάλμα της απόφασης και κάθε παράλειψη του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως όσα είχε υποχρέωση» και στο άρθρο 97 ότι: «1. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο περιορίζεται να κρίνει την υπόθεση μέσα στα όρια των αιτιάσεων που προβάλλονται κατά της πρωτόδικης απόφασης. Μέσα στα όρια αυτά, το δικαστήριο εξετάζει και αυτεπαγγέλτως όσα το πρωτοβάθμιο έπρεπε να εξετάσει, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη δεύτερη περίοδο της παρ. 1 του άρθρου 79, αλλά δεν τα εξέτασε. 2 ...». Από το συνδυασμό των προαναφερθεισών διατάξεων προκύπτει ότι το δικόγραφο της εφέσεως πρέπει να περιέχει σαφείς και συγκεκριμένους λόγους. Για να θεωρηθεί δε ότι οι λόγοι εφέσεως πληρούν την ανωτέρω προϋπόθεση, πρέπει να αποδίδεται με αυτούς σαφής και συγκεκριμένη πλημμέλεια στις αιτιολογίες της εκκαλούμενης αποφάσεως. Είναι, κατά συνέπεια, αόριστοι λόγοι εφέσεως, με τους οποίους ο διάδικος προβάλλει ότι είναι εσφαλμένη, αυθαίρετη ή μη νόμιμη η σχετική με ορισμένο ζήτημα κρίση του εκδώσαντος την εκκαλούμενη απόφαση δικαστηρίου, χωρίς να εξειδικεύει την πλημμέλεια, από την οποία πάσχει, κατά την άποψη του, η σχετική αιτιολογία της εκκαλουμένης αποφάσεως (πρβλ. ΣτΕ 944/2011, 1058/2005 κ.α.).

 

10. Επειδή, ο λόγος εφέσεως του εκκαλούντος, υπό το εκτεθέν περιεχόμενο του, δεν πλήττει ειδικώς την πρωτόδικη απόφαση, η οποία περιέχει σαφείς αιτιολογίες, συγκεκριμένα δε ότι η .../23.6.2004 γνωμάτευση της Β.Υ.Ε. δεν ήταν αιτιολογημένη, λόγω δε της μη προσκόμισης νέας αιτιολογημένης, όφειλε αυτό (το πρωτοβάθμιο δικαστήριο) να εκφέρει ιατρική κρίση, στην οποία και προχώρησε. Επομένως, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως, κατά τα γενόμενα ανωτέρω ερμηνευτικώς δεκτά.

 

11. Επειδή, κατ' ακολουθία, πρέπει ν' απορριφθεί η κρινόμενη έφεση, κατ' εκτίμηση δε των περιστάσεων, ν' απαλλαγεί το εκκαλούν από τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων.

 

 

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

 

 

Απορρίπτει την έφεση.

 

Απαλλάσσει το εκκαλούν από τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Σεπτεμβρίου 2018 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 26 Σεπτεμβρίου 2018 με την ακόλουθη σύνθεση: Ζαφειρούλα Βασιλάτη, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Οδυσσέα Σπαχή και Ελευθερία-Μαρία Λούστα, Εφέτες Δ.Δ. λόγω προαγωγής και αναχώρησης της Εφέτου Βρυσηίδας Μακρή.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                           Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ

ΖΑΦΕΙΡΟΥΛΑ ΒΑΣΙΛΑΤΗ            ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ-ΜΑΡΙΑ ΛΟΥΣΤΑ

 

ΕΛΕΝΗ ΜΙΓΛΑΚΗ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ