ΤρΔΕφΑθ 2891/2004

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Κοινωνική ασφάλιση - Σύνταξη αναπηρίας - Σύνταξη γήρατος - Συμπλήρωση χρόνου ασφάλισης -.

 

Καθιερώνεται  υπέρ των τυφλών, παραπληγικών και τετραπληγικών, οι οποίοι είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικούς οργανισμούς που υπάγονται στο Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το δικαίωμα να λάβουν σύνταξη λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφόσον έχουν συμπληρώσει χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον 15 ετών ή 4.050 ημερών, εάν η ασφάλιση υπολογίζεται κατά τη νομοθεσία του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού σε ημέρες. Για τη συμπλήρωση δε του χρόνου  ασφάλισης αυτού συνυπολογίζεται και ο  χρόνος κατά τον οποίο ο ασφαλισμένος που ανήκει σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες έλαβε σύνταξη αναπηρίας. Τούτο συνάγεται, τόσο από το σκοπό που επιδιώκεται με τη θέσπιση των σχετικών ευεργετικών διατάξεων για τις κατηγορίες των προσώπων στις οποίες αναφέρονται, ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της συνταξιοδότησης τους εξαιτίας της βαρύτατης αναπηρίας αυτών, όσο και από το γεγονός ότι με καμμία από τις διατάξεις αυτές, ούτε με τη διάταξη του άρθρου  40 παρ. 3 του ν. 2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 1 του ν.2335/1995, δεν γίνεται  διάκριση σχετικά με το αν η τελευταία αυτή διάταξη, έχει εφαρμογή μόνο για τον υπολογισμό του χρόνου ασφάλισης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος σε ασφαλισμένους  που συνταξιοδοτούνται με βάση τις γενικές (κοινές) διατάξεις και όχι και σε ασφαλισμένους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 του ν. 612/1977 και 40 παρ. 8 του ν. 1902/1990.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

   Τμήμα  13ο Τριμελές

 

   Αποτελούμενο από τους: Γεωργία Πετράκη-Γιαννοπούλου, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Φώτη Θ. Κατσίγιαννη και Βασιλική Δημητροπούλου- Εισηγήτρια, Εφέτες Δ.Δ. και γραμματέα την Ελένη Κόλτσιου, δικαστική υπάλληλο,

   συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 18 Μαΐου 2004, για να δικάσει την από 7 Φεβρουαρίου 2003 (αριθμ. καταχ. ΑΒΕΜ 110/ 20-2-2003) έφεση,

   του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ" (ΙΚΑ ΕΤΑΜ), που εδρεύει στην Αθήνα (οδός Αγίου Κωνσταντίνου, αριθμ. 8) και παραστάθηκε με το Δικαστικό Αντιπρόσωπο του Ν.Σ.Κ. Νικόλαο Κουφογιάννη, με δήλωση στη γραμματεία ότι συμφωνεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς να εμφανισθεί στο ακροατήριο κατά την εκφώνησή της (άρθρ. 29  ν. 2915/2001),

   κατά του Γ Α του Α, κατοίκου Πετρούπολης Αττικής (οδός Θ, αριθμ. *), που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Αλέξανδρο Στρίμπερη, με δήλωση στη γραμματεία ότι συμφωνεί να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς να εμφανισθεί στο ακροατήριο κατά την εκφώνησή της (άρθρ. 29 ν. 2915/2001).

   Το Δικαστήριο, μελέτησε τη δικογραφία και σκέφθηκε σύμφωνα με το νόμο.

   Με την κρινόμενη έφεση επιδιώκεται, παραδεκτώς, η εξαφάνιση της 8004/2002 οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή προσφυγή του εφεσιβλήτου, ασφαλισμένου του εκκαλούντος ν.π.δ.δ, με την επωνυμία "Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων-Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών" (Ι.Κ.Α-Ε.Τ.Α.Μ) , κατά της 446/37/5.4.2001 απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του Τοπικού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α Αγίων Αναργύρων Αττικής, και αναγνωρίστηκε ότι ο χρόνος κατά τον οποίο αυτός είχε λάβει σύνταξη αναπηρίας  πρέπει να συνυπολογιστεί στο χρόνο ασφάλισης αυτού για τη συνταξιοδότηση του λόγω γήρατος. Η έφεση με το παραπάνω περιεχόμενο είναι τυπικά δεκτή.

   Στο άρθρο 1 παρ. 1 και 2 του ν. 612/1977 "Περί συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των τυφλών των ησφαλισμένων εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών" (φ. 164), οι διατάξεις του οποίου, σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ.8 του ν.1902/1990 (φ.138), εφαρμόζονται και στους παραπληγικούς και τετραπληγικούς ασφαλισμένους σε ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ορίζεται ότι: "1. Τυφλοί εξ αμφοτέρων των οφθαλμών ησφαλισμένοι εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, δικαιούνται συντάξεως λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφ' όσον συνεπλήρωσαν χρόνον ασφαλίσεως δεκαπέντε (15) ετών, ή προκειμένης ασφαλίσεως υπολογιζομένης κατά την νομοθεσίαν του οικείου φορέως εις ημέρας, 4.050 ημέρας ασφαλίσεως. 2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της διεπούσης έκαστον οργανισμόν νομοθεσίας περί των τυχόν λαμβανομένων υπ' όψιν δια τον υπολογισμόν της συντάξεως αποδοχών, το ποσόν της συντάξεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον προσώπων, καθορίζεται ίσον προς το αντιστοιχούν εις 35 έτη ασφαλίσεως ή εις 10.500 ημέρας ασφαλίσεως". Εξάλλου, στο άρθρο 40 παρ.3 του ν.2084/1992 "Αναμόρφωση της Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις" (φ.165), όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995 (φ.185), ορίζεται ότι: "Ο χρόνος κατά τον οποίο ο ασφαλισμένος έλαβε σύνταξη αναπηρίας συνυπολογίζεται για τη συμπλήρωση των ελάχιστων προϋποθέσεων που απαιτούνται για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος". 

   Με τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990, που παρατέθηκαν, καθιερώνεται  υπέρ των τυφλών, παραπληγικών και τετραπληγικών, οι οποίοι είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικούς οργανισμούς που υπάγονται στο Υπουργείο Υγείας Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το δικαίωμα να λάβουν σύνταξη λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφόσον έχουν συμπληρώσει χρόνο ασφάλισης τουλάχιστον 15 ετών ή 4.050 ημερών, εάν η ασφάλιση υπολογίζεται κατά τη νομοθεσία του οικείου ασφαλιστικού οργανισμού σε ημέρες. Για τη συμπλήρωση δε του χρόνου  ασφάλισης αυτού συνυπολογίζεται, κατ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου  40 παρ.3 του ν.2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995, που παρατέθηκε, και ο  χρόνος κατά τον οποίο ο ασφαλισμένος που ανήκει σε μία από τις παραπάνω κατηγορίες έλαβε σύνταξη αναπηρίας. Τούτο συνάγεται, τόσο από το σκοπό που επιδιώκεται με τη θέσπιση των πιο πάνω ευεργετικών διατάξεων για τις κατηγορίες των προσώπων στις οποίες αναφέρονται, ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της συνταξιοδότησης τους εξαιτίας της βαρύτατης αναπηρίας αυτών, όσο και από το γεγονός ότι με καμμία από τις διατάξεις αυτές, ούτε με τη διάταξη του άρθρου  40 παρ.3 του ν. 2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995, δεν γίνεται  διάκριση σχετικά με το αν η τελευταία αυτή διάταξη, έχει εφαρμογή μόνο για τον υπολογισμό του χρόνου ασφάλισης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος σε ασφαλισμένους  που συνταξιοδοτούνται με βάση τις γενικές (κοινές) διατάξεις και όχι και σε ασφαλισμένους που συνταξιοδοτούνται με βάση τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990 .(π.ρ.β.λ Σ.τ.Ε 2177/1997).

   Στην προκείμενη περίπτωση από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: O εφεσίβλητος, ασφαλισμένος του εκκαλούντος ν.π.δ.δ, πραγματοποίησε στην ασφάλιση αυτού 3.421 ημέρες εργασίας κατά τη χρονική περίοδο 1980 έως 29.3.1985 και 1994 έως 31.1.2000,  ενώ κατά τη χρονική περίοδο  22.5.1986 έως 30.6.1989 χορηγήθηκε  σ αυτόν πλήρης σύνταξη αναπηρίας από κοινή νόσο  και κατά τη χρονική περίοδο 1.7.1989 έως 30.6.1991 σύνταξη μερικής αναπηρίας από κοινή νόσο. Με την από 26.1.2000 αίτηση που υπέβαλε στο Τοπικό Υποκατάστημα Ι.Κ.Α Αγίων Αναργύρων Αττικής, ζήτησε τη χορήγηση σύνταξης γήρατος, κατ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990, ως παραπληγικός. Ο Διευθυντής του Υποκαταστήματος, με την 3186/27.7.2000 απόφαση του, απέρριψε το αίτημα του, με την αιτιολογία ότι δεν είχε συμπληρώσει τις χρονικές προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ.1 του  ν. 612/1977, και συγκεκριμένα 4.050 ημέρες ασφάλισης. Κατά της εν λόγω απόφασης του Διευθυντή αυτός άσκησε ένσταση ενώπιον της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής του ίδιου Υποκαταστήματος, υποστηρίζοντας ότι στο χρόνο ασφάλισης του έπρεπε να συνυπολογιστεί και ο χρόνος κατά τον οποίο είχε λάβει σύνταξη αναπηρίας, κατ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου  40 παρ.3 του ν.2084/1992,  όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995. Η Τοπική Διοικητική Επιτροπή, με την 446/5.4.2001 απόφαση της, απέρριψε την ένσταση του, με την αιτιολογία ότι η εν λόγω διάταξη  έχει εφαρμογή μόνο στην περίπτωση υπολογισμού του χρόνου ασφάλισης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος με βάση τις γενικές διατάξεις και όχι με βάση τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990.Κατά της παραπάνω απόφασης της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής ο εφεσίβλητος άσκησε προσφυγή ενώπιον του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, η οποία έγινε δεκτή, με την εκκαλούμενη απόφαση αυτού, με την αιτιολογία ότι η διάταξη του άρθρου 40 παρ.3 του ν.2084/1992,  όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995, έχει εφαρμογή και για τον υπολογισμό του χρόνου ασφάλισης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος στις κατηγορίες των ασφαλισμένων που αναφέρονται στις διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990.

   Το εκκαλούν ν.π.δ.δ υποστηρίζει, με την έφεση του, ότι η εκκαλούμενη απόφαση είναι εσφαλμένη, γιατί η διάταξη του άρθρου 40 παρ.3 του ν.2084/1992,  όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ. 1 του ν.2335/ 1995, έχει εφαρμογή μόνο για τον υπολογισμό του χρόνου ασφάλισης των  ασφαλισμένων οι οποίοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις γενικές διατάξεις και όχι και για τον υπολογισμό του χρόνου ασφάλισης των  ασφαλισμένων οι οποίοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις ειδικές και ευνοϊκές διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990, οι οποίες απαιτούν για τη χορήγηση σύνταξη γήρατος στις κατηγορίες των ασφαλισμένων που αφορούν την πραγματοποίηση πραγματικού χρόνου ασφάλισης 4.050 ημερών. Ο λόγος αυτός της έφεσης, ενόψει των όσων έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά σε προηγούμενη σκέψη, σύμφωνα με τα οποία η διάταξη του άρθρου 40 παρ.3 του ν.2084/1992, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 5 παρ.1 του ν.2335/1995, έχει εφαρμογή και στην περίπτωση υπολογισμού του χρόνου ασφάλισης για τη χορήγηση σύνταξης γήρατος με βάση τις ειδικές διατάξεις των άρθρων 1 παρ.1 του  ν. 612/1977 και 40 παρ.8 του ν.1902/1990, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

   Κατά συνέπεια, πρέπει να απορριφθεί η έφεση. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις, κατ άρθρο 275 παρ.1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, απαλλάσσει το εκκαλούν ν.π.δ.δ από τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου.

   Με τις σκέψεις αυτές

   Απορρίπτει την έφεση.

   Απαλλάσσει το εκκαλούν ν.π.δ.δ από τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου.

   Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 14 Σεπτεμβρίου 2004 και δημοσιεύτηκε στην ίδια πόλη σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου στις 20 Σεπτεμβρίου 2004.