Συνήγ. Καταναλωτή 23/2009

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Σύσταση - Πόρισμα προς εταιρία εξυπηρέτησης πολυκατοικιών -.

 

Παράνομη και αντισυμβατική άρνηση της εταιρίας να αναγνωρίσει ευθύνη της για πταίσμα του βοηθού εκπλήρωσης. Δημιουργία και ενίσχυση της ψευδούς εντύπωσης στους συναλλασσόμενους με την εταιρία ότι ο τρίτος «συνεργάτης» της είναι υπάλληλος της. Παραπλανητική Εμπορική Πρακτική.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΑΤΑΧΩΡΕΙΤΑΙ ΩΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 23.

 

   ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

   ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

 

   Αρμόδια: Δρ. Βασιλική Μπώλου

   Βοηθός Συνήγορος του Καταναλωτή

   Εισηγήτρια: Ελένη Αθανασίου

   Ειδική Επιστήμονας

   Τηλ.: 210- 6460276, 210-6460458

   Ηλεκτρον. Δ/νση: elathanasiou@synigoroskatanaloti.gr

 

   Αθήνα, 23 Δεκεμβρίου 2009

   Αριθ. Πρωτ.: ****

 

   ΠΡΟΣ:

   1.(***) εταιρία εξυπηρέτησης πολυκατοικιών

   2. κ. (***) Διαχειριστή Πολυκατοικίας

 

   ΕΓΓΡΑΦΗ   ΣΥΣΤΑΣΗ - ΠΟΡΙΣΜΑ

   (’ρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004)

 

   Στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων μας, κατ' άρθρο 4 παρ. 5 ν. 3297/2004 (ΦΕΚ 259 Α'), με σκοπό την συναινετική επίλυση της διαφοράς που ανέκυψε, κατόπιν της από 18.03.2008 αναφοράς του κ. (***), ως διαχειριστή και εκπροσώπου της πολυκατοικίας επί της οδού (***) στο Μαρούσι (αριθμ. πρωτ. εισερχ. ***Α/18.03.2008), σας αποστέλλουμε την παρούσα, για να σας γνωρίσουμε τα κάτωθι:

   Κατόπιν ενδελεχούς ελέγχου του φακέλου της υπό κρίση διαφοράς και μετά την συνάντηση προς επίτευξη συμβιβασμού που έλαβε χώρα στα γραφεία της Αρχής στις 25.06.2009, διαπιστώνουμε τα ακόλουθα:

 

   Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

   Η Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» δέχθηκε, την αναφορά του κ. (***), στην οποία δόθηκε αριθμ. πρωτ ***Α.

   Στην ως άνω έγγραφη αναφορά του, ο καταναλωτής καταγγέλλει την εταιρία εξυπηρέτησης πολυκατοικιών με το διακριτικό τίτλο « *** » για πλημμελή εκπλήρωση της παροχής της, καθώς και για άρνηση της να αναγνωρίσει την ευθύνη της για πταίσμα του βοηθού εκπλήρωσης. Ειδικότερα, μεταξύ του καταγγέλλοντας, ως διαχειριστή και εκπροσώπου της πολυκατοικίας, και της εταιρίας εξυπηρέτησης πολυκατοικιών συνήφθη σύμβαση έργου με αντικείμενο τη μόνωση της ταράτσας της πολυκατοικίας, αντί τιμήματος 1.000 ευρώ. Η επιλογή της εργολήπτριας εταιρίας έγινε, όπως αναφέρει ο καταγγέλλων, λόγω της παρεχόμενης από αυτήν επταετούς εγγύησης και της διαφημιζόμενης πολυετούς πείρας της στο χώρο των μονώσεων. Ο καταγγέλλων αναφέρει ότι, παρά τις εργασίες στεγανοποίησης της ταράτσας, η κατάσταση παρέμεινε η ίδια, με αποτέλεσμα μάλιστα η υγρασία να έχει εισχωρήσει προκαλώντας ζημιές και στις οροφές των διαμερισμάτων του πέμπτου ορόφου, που είναι ο τελευταίος και σε αίτημα του προς την εταιρία για επιδιόρθωση των κακοτεχνιών και αποκατάσταση του προβλήματος, στο πλαίσιο της εγγύησης, η εταιρία δεν ανταποκρίθηκε.

   Με το υπ' αριθμ. πρωτ. Β/ *** /06.05.2008 έγγραφο του, ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» διαβίβασε στην καταγγελλόμενη εταιρία την παραπάνω αναφορά και ζήτησε να εκθέσει τις απόψεις της.

   Επί της ανωτέρω αναφοράς, η εταιρία απέστειλε την υπ' αριθμ. πρωτ. εισερχομένου Β/ *** /27.05.2008 απάντηση της. Ειδικότερα, η εταιρία στην απάντηση της αναφέρει ότι στο πλαίσιο εκτέλεσης των εργασιών της συνεργάζεται με διάφορα 'συνεργεία και ελεύθερους επαγγελματίες, τους οποίους υποδεικνύει στους πελάτες της και ότι εν προκειμένω, συνέστησε στην πολυκατοικία τον κ. Χ, ο οποίος και εκτέλεσε τις εργασίες με δικό του συνεργείο και εκδίδοντας δικό του παραστατικό. Συμπληρωματικά, αναφέρει ότι, δυνάμει του από 31.01.2006 ιδιωτικού συμφωνητικού συνεργασίας μεταξύ αυτής και του κ. Χ, αντίγραφο του οποίου επισυνάπτει, η εταιρία δεν φέρει καμία ευθύνη για την αποκατάσταση πάσης ζημίας που προκαλείται κατά την εκτέλεση των εργασιών, για την οποία αποκλειστικά υπεύθυνος είναι ο κ. Χ και ότι η ίδια αμείβεται μόνο με το ποσό των 20 ευρώ για κάθε κλήση από πελάτη.

   Κατόπιν, με το υπ' αριθμ. πρωτ. Β/ *** /08.09.2008 έγγραφο, με το οποίο ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» προέβη σε επισημάνσεις προς την εταιρία, ζητήθηκε από την τελευταία να επανεξετάσει την εν θέματι υπόθεση.

   Σε συνέχεια του ανωτέρω εγγράφου, η εταιρία κοινοποίησε στον «Συνήγορο του Καταναλωτή» το από 23.10.2008 εξώδικο προς τον καταγγέλλοντα κ. ***, με το οποίο, ενώ τόνιζε ότι η εταιρία απλώς συνέστησε τον κ. Χ, ο οποίος ενεργεί ατομικά ως ελεύθερος επαγγελματίας, ζητούσε από τον καταγγέλλοντα να ορίσει ημέρα και ώρα, προκειμένου να στείλει τεχνικό σύμβουλο της εταιρίας στην πολυκατοικία να διαπιστώσει τις εργασίες που εκτέλεσε ο κ. Χ και τυχόν κακοτεχνίες, για να ειδοποιήσει τον τελευταίο να τις αποκαταστήσει. Στην απάντηση της μάλιστα αναφέρει ότι η ενέργεια της αυτή γίνεται, για να δείξει καλή πρόθεση. Σε συνέχεια του ανωτέρω εξωδίκου, ο καταγγέλλων έστειλε προς την εταιρία επιστολή, με την οποία ενημέρωνε ότι είναι στη διάθεση της για την πραγματοποίηση επίσκεψης στην πολυκατοικία και ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» έστειλε το με α.π. εξερχόμενου Β/ *** /29.12.2008 έγγραφο του προς τον κ ***, με το οποίο τον καλούσε να ορίσει προς την εταιρία ημερομηνία και ώρα επίσκεψης στην πολυκατοικία.

   Κατόπιν των ανωτέρω, ο καταγγέλλων μας έστειλε το από 23.01.2009 έγγραφο του, με το οποίο μας ενημέρωσε ότι την 21η Ιανουαρίου 2009 παρουσιάστηκαν στην πολυκατοικία δύο άτομα, προκειμένου να διενεργήσουν έλεγχο κακοτεχνιών, αλλά αποχώρησαν χωρίς να προβούν στο σχετικό έλεγχο, καθώς αρνήθηκαν, κατά δήλωση του καταγγέλλοντας, αφενός να δηλώσουν τα ονόματα τους και να επιδείξουν κάποιο έγγραφο από το οποίο να προέκυπτε ότι εκπροσωπούν την εταιρία και αφετέρου οποιαδήποτε υποχρέωση της εταιρίας από την επταετή εγγύηση.

   Με το με α.π. εξερχόμενου Β/ *** /28.05.2009 έγγραφο μας εκλήθησαν τα εμπλεκόμενα μέρη για την επίτευξη συμβιβασμού στις 25 Ιουνίου 2009, ημέρα Πέμπτη και ώρα 11.00 π.μ. στα γραφεία της Αρχής.

   Κατά την ανωτέρω ημερομηνία, η εταιρία εκπροσωπήθηκε από τον κ. *** και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της κ. ***. Ο καταγγέλλων, ο οποίας παρέστη αυτοπροσώπως, προσκόμισε το από ***.2008 πρακτικό Γενικής Συνέλευσης της πολυκατοικίας, από το οποίο προκύπτει αφενός ότι έχει οριστεί διαχειριστής της πολυκατοικίας ο ίδιος και αφετέρου ότι ένα εκ των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης της Συνέλευσης ήταν και το πρόβλημα της υγρασίας σε διαμέρισμα. Ειδικότερα, από τα πρακτικά που τηρήθηκαν φαίνεται ότι η ιδιοκτήτρια του διαμερίσματος, που παρουσίασε πρόβλημα υγρασίας εξαιτίας της κακής μόνωσης της ταράτσας, επικοινώνησε με την εταιρία, από την οποία έλαβε, κατά δήλωση της, την απάντηση ότι ο κ. Χ έφυγε στο εξωτερικό και ότι η εταιρία δεν φέρει καμία ευθύνη. Αποφασίστηκε δε ο διαχειριστής της πολυκατοικίας αφενός να έλθει σε επικοινωνία με την εταιρία, προκειμένου να αναλάβει η τελευταία τις ευθύνες της και αφετέρου να πάρει προσφορές, για να ξαναγίνει η μόνωση της ταράτσας. Τέλος, ανέφερε ότι, λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε και της συνεχούς άρνησης της εταιρίας να ανταποκριθεί και να αναγνωρίσει την ευθύνη της από το πταίσμα του βοηθού εκπλήρωσης, οι ένοικοι της πολυκατοικίας ήδη προέβησαν στην ανάθεση της εκ νέου μόνωσης της ταράτσας σε άλλον εργολάβο, ο οποίος πραγματοποίησε και τις εργασίες, προσκομίζοντας το σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό και απόδειξη.

   Μετά την ανταλλαγή απόψεων, υπεγράφη μεταξύ των εμπλεκομένων μερών το με αρ. πρωτ. Β/ *** /25.06.2009 πρακτικό συνάντησης για την επίτευξη συμβιβασμού, με το οποίο συμφωνήθηκε να επισκεφθεί την ίδια ημέρα ο ανωτέρω εκπρόσωπος της εταιρίας την πολυκατοικία, για να διενεργήσει αυτοψία και να διαπιστώσει την κατάσταση της ταράτσας και των διαμερισμάτων του 5ου ορόφου, προκειμένου η εταιρία να διατυπώσει έγγραφη πρόταση προς τον καταγγέλλοντα και τον «Συνήγορο του Καταναλωτή» μέχρι την 13'1 Ιουλίου 2009 για την επίλυση της διαφοράς.

   Σε συνέχεια του ανωτέρω πρακτικού, η εταιρία απέστειλε την από 13.07.2009 απάντηση της, με την οποία ενημερώνει, κατόπιν της επίσκεψης του τεχνικού της, ότι η ζημία του διαμερίσματος προϋπήρχε της μόνωσης της ταράτσας από τον κ. Χ, χωρίς να αναφέρει τίποτα σχετικά με τη μόνωση της ταράτσας και ότι αρνείται την καταβολή προς τη διαχείριση της πολυκατοικίας οποιουδήποτε ποσού.

 

   Β. ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

 

   1. Σύμφωνα με τη διάταξη της ΑΚ 334 παρ. 1 «Ο οφειλέτης ευθύνεται για το πταίσμα των προσώπων που χρησιμοποιεί για να εκπληρώσει την παροχή, όπως για δικό του πταίσμα».

   Βοηθός εκπλήρωσης είναι το (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο, το οποίο ο οφειλέτης χρησιμοποιεί για να  εκπληρώσει την  παροχή. Έτσι, ο βοηθός εκπλήρωσης εντάσσεται στο πεδίο δράσης και ευθύνης του οφειλέτη (ως «κυρίου της υπόθεσης»).

   Η σχέση βοηθού εκπλήρωσης είναι η σχέση μεταξύ οφειλέτη και του προσώπου, που αυτός χρησιμοποιεί για να εκπληρώσει την παροχή. Γίνεται δεκτό, ότι η σχέση βοηθού εκπλήρωσης ιδρύεται με την κατά ΑΚ 334 παρ. 1 χρησιμοποίηση τρίτοι) από τον οφειλέτη και αποτελεί πραγματική κατάσταση, ανεξάρτητη από την εσωτερική σχέση μεταξύ βοηθού και οφειλέτη.

   Προϋποθέσεις της ευθύνης για τον βοηθό εκπλήρωσης είναι:

   α) Σχέση βοηθού εκπλήρωσης.

   β) Συμπεριφορά του βοηθού κατά την εκπλήραιση της παροχής.

   γ) Πρόκληση ανωμαλίας στην εξέλιξη της ενοχής.

   Για την πρώτη δε προϋπόθεση της σχέσης βοηθού εκπλήρωσης απαιτείται:

   α) Ύπαρξη ενοχικής σχέσης μεταξύ κυρίου της υπόθεσης και τρίτου.

   β) Χρησιμοποίηση του βοηθού για την εκπλήρωση της παροχής.

   γ) Δικαίωμα του οφειλέτη κυρίου της υπόθεσης να χρησιμοποιήσει το βοηθό.

   δ) «Εξάρτηση» του βοηθού από τον οφειλέτη κύριο της υπόθεσης.

   Για την εφαρμογή της ΑΚ 334 παρ. 1 απαιτείται να υπάρχει ενοχική σχέση (μεταξύ δανειστή και οφειλέτη). Είναι αδιάφορος ο γενεσιουργός λόγος της σχέσης αυτής. Η χρησιμοποίηση του βοηθού για την εκπλήρωση της παροχής του οφειλέτη μπορεί να γίνεται είτε κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες είτε κατά το στάδιο της εκπληρώσεως και να αναφέρεται είτε στην κύρια υποχρέωση (παροχή) είτε στις παρεπόμενες υποχρεώσεις (παροχές).

   Γενικά γίνεται δεκτό, ότι για την ύπαρξη σχέσης βοηθού εκπλήρωσης δεν απαιτείται η ύπαρξη εξαρτήσεως (υπηρεσιακής, οικονομικής, νομικής κ.λπ.) του βοηθού από τον οφειλέτη. Έτσι, όχι μόνο ο υπάλληλος του οφειλέτη, αλλά και ανεξάρτητος επαγγελματίας μπορεί να είναι βοηθός εκπλήρωσης, αν υπάρχει δικαίωμα επιλογής. Κατά την ΑΚ 334 παρ. 1, το πταίσμα του βοηθού θεωρείται «ίδιον» πταίσμα του οφειλέτη, με την έννοια, ότι για το πταίσμα του βοηθού ευθύνεται (απέναντι στον δανειστή) ο οφειλέτης. Η διάταξη, δηλαδή, καθιερώνει αντικειμενική ευθύνη για τον οφειλέτη, ο οποίος και χωρίς δικό του πταίσμα θα ευθύνεται, επειδή «έπταισε» ο βοηθός.

   Η χρησιμοποίηση προσώπου για την εκπλήρωση της παροχής πρέπει να γίνεται με τη βούληση του οφειλέτη. Αν ο βοηθός δεν ενεργεί με τη βούληση του οφειλέτη, δεν θεμελιώνεται ευθύνη του οφειλέτη. Η σχέση βοηθού εκπλήρωσης και οφειλέτη είναι ανεξάρτητη από οποιασδήποτε μορφής συμβατική ή άλλη σχέση, στην οποία στηρίζεται. Δεν απαιτείται εγκυρότητα της σχέσης, στην οποία στηρίζεται η βούληση του οφειλέτη, γιατί η σχέση αυτή συνιστά πραγματική κατάσταση.

   Για την ύπαρξη ευθύνης του οφειλέτη απαιτείται υπαίτια συμπεριφορά (πταίσμα) του βοηθού εκπλήρωσης, η οποία είναι αντίθετη προς την κύρια και τις παρεπόμενες υποχρεώσεις του, οι οποίες απορρέουν από την ενοχή. Τέλος, απαιτείται η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπαίτιας συμπεριφοράς του βοηθού εκπλήρωσης και της υπηρεσίας που έχει αναλάβει για την εκπλήρωση της παροχής.

   2. Με τη διάταξη του άρθρου 9γ του ν. 2251/1994, σύμφωνα με την οποία «Μία εμπορική πρακτική είναι αθέμιτη, όταν είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις επαγγελματικής ευσυνειδησίας και στρεβλώνει ουσιωδώς ή ενδέχεται να στρεβλώσει ουσιωδώς την οικονομική συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή, στον οποίο φθάνει ή στον οποίο απευθύνεται  το προϊόν...  », εισάγεται γενική ρήτρα, με την οποία θεσπίζεται η γενική απαγόρευση της αθέμιτης εμπορικής πρακτικής.

   Ως εμπορική πρακτική νοείται κάθε πράξη ή παράλειψη, τρόπος συμπεριφοράς ενός εμπόρου, η οποία συνδέεται άμεσα με την προώθηση, πώληση ή προμήθεια ενός προϊόντος σε καταναλωτές.

   Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του άρθρου 9γ είναι οι εξής:

   α) Πρέπει να πρόκειται για εμπορική πρακτική, η οποία είναι αντίθετη προς τις απαιτήσεις της επαγγελματικής ευσυνειδησίας. Ο όρος «επαγγελματική ευσυνειδησία» υποδηλώνει το πρότυπο της ιδιαίτερης ικανότητας και επιμέλειας, που δικαιολογημένα μπορεί να αναμένει κανείς ότι θα επιδείξει ένας έμπορος απέναντι στους καταναλωτές στον τομέα δραστηριότητας του κατά τις επιταγές της καλής πίστης και τις έντιμες πρακτικές του εμπορίου. Ορισμός της έννοιας «επαγγελματική ευσυνειδησία» περιέχεται ρητώς στο άρθρο 9α περ. η': πρόκειται για «το μέτρο της ειδικής τεχνικής ικανότητας και μέριμνας που ευλόγως αναμένεται να επιδεικνύει ένας προμηθευτής προς τους καταναλωτές, κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στην έντιμη πρακτική της αγοράς ή και στη γενική αρχή της καλής πίστης στον τομέα των δραστηριοτήτων του προμηθευτή».

   β) Η παραπάνω εμπορική πρακτική πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα να στρεβλώνει ουσιωδώς ή να ενδέχεται να στρεβλώσει ουσιωδώς την οικονομική συμπεριφορά του μέσου καταναλωτή, τον οποίο προσεγγίζει ή προς τον οποίο απευθύνεται.

   Η ουσιώδης στρέβλωση της οικονομικής συμπεριφοράς του καταναλωτή ορίζεται από το άρθρο 9α περ. ε' ως «η χρήση εμπορικής πρακτικής με σκοπό τη σημαντική μείωση της ικανότητας του καταναλωτή να λάβει τεκμηριωμένη απόφαση, με επακόλουθο ο καταναλωτής να λάβει μια απόφαση συναλλαγής που διαφορετικά δεν θα ελάμβανε».

   Ως μέτρο για την κρίση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών καθιερώνεται ο μέσης αντίληψης καταναλωτής στον οποίο φθάνει ή στον οποίο απευθύνεται το προϊόν.

   Μια από τις δύο κατηγορίες εμπορικών πρακτικών, που αποτέλεσαν αντικείμενο ειδικής επεξεργασίας, είναι οι παραπλανητικές εμπορικές πρακτικές. Κάθε πρακτική που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 9δ ως παραπλανητική, θεωρείται αυτόματα αθέμιτη χωρίς να χρειάζεται να διερευνηθεί, αν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις του άρθρου 9γ. Κατά το άρθρο 9δ «Μια εμπορική πρακτική θεωρείται παραπλανητική όταν περιλαμβάνει εσφαλμένες πληροφορίες και είναι, συνεπώς, αναληθής ή, όταν, με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής παρουσίασης της, παραπλανά ή ενδέχεται να παραπλανήσει τον μέσο καταναλωτή, ακόμα και εάν οι πληροφορίες είναι, αντικειμενικά, ορθές, όσον αφορά ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία, τα οποία παρατίθενται κατωτέρω και, ούτως ή άλλως, τον οδηγεί ή ενδέχεται να τον οδηγήσει να λάβει απόφαση συναλλαγής, την οποία διαφορετικά δεν θα ελάμβανε».

   Μεταξύ των στοιχείων αυτών είναι και τα στοιχεία που αναφέρονται στη φύση και στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του προσώπου του προμηθευτή ή του αντιπροσώπου του, όπως είναι η ταυτότητα, η οικονομική επιφάνεια, η ιδιότητα κ.λπ. (άρθρο 9δ, παρ. 1 στοιχ. στ').

   Για να θεωρηθεί μια εμπορική πρακτική παραπλανητική, πρέπει να αποτέλεσε ή να ενδέχεται να αποτελέσει για τον μέσο καταναλωτή την αιτία λήψης απόφασης για συναλλαγή, την οποία δεν θα ελάμβανε, αν δεν είχε προηγηθεί η εν λόγω πρακτική4. Το σημαντικό δεν είναι η φύση της απόφασης αυτή καθεαυτή, αλλά η ικανότητα του καταναλωτή να λάβει απόφαση, για παράδειγμα εάν θα προχωρήσει ή όχι σε κάποια συναλλαγή και με ποιον, πληροφορημένος. Η προϋπόθεση αυτή έχει σχέση με την επίδραση που ασκεί αυτή στην ικανότητα του μέσου καταναλωτή να επιλέξει ελεύθερα (τεκμηριωμένα) και αποτελεσματικά τον τρόπο με τον οποίο θεωρεί ότι θα μεγιστοποιήσει την ωφέλεια του στην αγορά5.

 

   ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΥΠΟ ΚΡΙΣΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ

 

   Μεταξύ των εμπλεκομένων μερών συνήφθη σύμβαση έργου με αντικείμενο τη μόνωση ταράτσας. Προς εκτέλεση της σύμβασης αυτής, η εταιρία εξυπηρέτησης πολυκατοικιών χρησιμοποίησε τον κ. Χ που αναλαμβάνει οικοδομικές εργασίες, δυνάμει του από 31.01.2006 μεταξύ τους ιδιωτικού συμφωνητικού. Σύμφωνα με το συμφωνητικό αυτό, η εταιρία αναθέτει στον κ. Χ την εκτέλεση διαφόρων οικοδομικών εργασιών σε πελάτες που υποδεικνύει η ίδια.

   Ειδικότερα, αξίζει να επισημανθούν οι κατωτέρω όροι του ιδιωτικού συμφωνητικού:

   1. Σύμφωνα με τον υπ' αριθμόν 5 όρο «Ο δεύτερος (κ. Χ), μετά το τέλος των εργασιών, θα εκδίδει προς τους πελάτες δικά του στοιχεία, χωρίς τηλεφωνά του, εκείνα που προβλέπονται από τον ΚΒΣ, τα οποία σε εμφανές μέρος θα φέρουν το λογότυπο, τα τηλέφωνα της εταιρίας και πάνω από αυτά τις λέξεις: ΓΙΑ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ».

   2. Στον υπ' αριθμόν 8 όρο ορίζεται ότι: «Ο δεύτερος συμβαλλόμενος (κ. Χ), υποχρεούται: α)Να  διαφημίζει την εταιρία κατά την επικοινωνία του με τους πελάτες (...) και να τους ευχαριστεί για την προτίμηση στην εταιρία.

   β) Να εμφανίζεται ως υπάλληλος της εταιρίας, για να μην κλονίζεται η αξιοπιστία της και ο πελάτης να μην χάνει την εμπιστοσύνη του προς αυτή, δεδομένου ότι περιμένει υπάλληλος της να τον εξυπηρετήσει και όχι συνεργάτης που ξέρει on δεν του ασκεί την ίδια επιρροή με του υπαλλήλου».

   3. Σύμφωνα δε με τον υπ' αριθμόν 10 όρο του συμφωνητικού: «Απαγορεύεται στον δεύτερο συμβαλλόμενο (κ. Χ) να κάνει χρήση του ονόματος, της διεύθυνσης και του τηλεφώνου των πελατών που εξυπηρετεί, μετά την εκτέλεση της εργασίας (...)», ενώ σύμφωνα με τον υπ' αριθμόν 11 όρο: «Απαγορεύεται στο δεύτερο συμβαλλόμενο (κ. Χ) κατά το διάστημα της συνεργασίας να δίνει στους πελάτες της εταιρίας το προσωπικό του τηλέφωνο ή κάρτα με τα δικά του στοιχεία ή να ζητά το τηλέφωνο των πελατών ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο, το οποίο θα διευκόλυνε αυτόν στην απευθείας επικοινωνία του με τον πελάτη(...) ».

   4. Τέλος, στον υπ' αριθμόν 12 όρο ορίζεται ότι: «(...) ο δεύτερος συμβαλλόμενος (κ. Χ) υποχρεούται να έχει μαζί του επαρκή αριθμό διαφημιστικών εντύπων της πρώτης και άλλο παρόμοιο υλικό, που θα αφήνει σε κάθε πελάτη της, όπως και σε γείτονες τους και σε όποιον άλλον εν δυνάμει πελάτη».

   Στην υπό εξέταση, λοιπόν, υπόθεση, που προέκυψε θέμα αντικειμενικής ευθύνης της εταιρίας για τυχόν πταίσμα του βοηθού εκπλήρωσης, η τελευταία αποποιήθηκε των ευθυνών της, επικαλούμενη το από 31.01.2006 μεταξύ της εταιρίας και του κ. Χ ιδιωτικό συμφωνητικό και υποδεικνύοντας ως αποκλειστικά υπεύθυνο για την αποκατάσταση πάσης ζημίας τον κ. Χ.

   Όπως προέκυψε, η σύμβαση μίσθωσης έργου συνήφθη μεταξύ της εταιρίας και των ενοίκων της πολυκατοικίας, επί της οδού *** στο Μαρούσι, δια του διαχειριστή τους, Ο διαχειριστής και οι ένοικοι της πολυκατοικίας γνώριζαν ως αντισυμβαλλόμενο τους μέρος την εταιρία, το κύρος και τη φήμη της οποίας εμπιστεύτηκαν και στην οποία απευθύνθηκαν και ανέθεσαν την εκτέλεση του έργου.

   Από τους ανωτέρω εκτιθέμενους όρους του μεταξύ της εταιρίας και του κ. Χ ιδιωτικού συμφωνητικού, προκύπτει ότι η εταιρία δημιουργεί και μάλιστα επιδιώκει την ενίσχυση της εντύπωσης ότι ο εκτελών το έργο λειτουργεί ως υπάλληλος της, όταν μάλιστα τον υποχρεώνει να υποδηλώνει κάτι τέτοιο με τη συμπεριφορά του, να μην κοινοποιεί τα στοιχεία του στους πελάτες και οι αποδείξεις που εκδίδει να φέρουν τα στοιχεία της εταιρίας.

   Τη δε συμβατική σχέση μεταξύ της εταιρίας και όσων αναφέρονται σε αυτήν για ανάθεση έργου και η ίδια αναγνωρίζει, όπως φαίνεται από σχετικές αναφορές στους ανωτέρω όρους, καθώς και από τη συνεχή επανάληψη στο ιδιωτικό συμφωνητικό της διατύπωσης «πελάτες της εταιρίας».

   Στο πλαίσιο των εργασιών της η εταιρία συνεργάζεται με διάφορα συνεργεία και ελεύθερους επαγγελματίες, τους οποίους υποδεικνύει στους πελάτες της και όχι μόνο δεν ενημερώνει για αυτή τη συνεργασία, όπως υποστηρίζει, αλλά αντίθετα, όπως προκύπτει από το ανωτέρω ιδιωτικό συμφωνητικό, φροντίζει να δημιουργεί την εντύπωση ότι οι «συνεργάτες της» είναι υπάλληλοι της, εντύπωση, η οποία εδραιώνεται στη συνείδηση των αντισυμβαλλομένων με την εταιρία μερών, το οποίο αποδεικνύεται από το ότι ο καταγγέλλων κ. ***, στη μνεία που κάνει στο έγγραφο της αναφοράς του στο πρόσωπο του κ. Χ, χρησιμοποιεί την έκφραση «υπάλληλος της εταιρίας».

   Η εταιρία είναι ο κύριος της υπόθεσης, ήδη οφειλέτης, υποχρεωμένος να ικανοποιήσει τους πελάτες του, με τους οποίους συνάπτεται η σύμβαση. Οι πελάτες και εν προκειμένω ο καταγγέλλων την εταιρία γνωρίζει ως υπεύθυνο απέναντι του, με την εταιρία προέβη σε σύναψη σύμβασης και αυτήν εμπιστεύεται αδιαφορώντας αν η εταιρία θα εκπληρώσει αυτοπροσώπως ή με τη βοήθεια άλλων προσώπων6. Ο κύριος της υπόθεσης αυξάνει το πεδίο εξουσίας, επιρροής και δραστηριότητας του με τη χρησιμοποίηση βοηθών εκπλήρωσης, αφού χάρη σε αυτούς επεκτείνει τις εργασίες του και επομένως και τη δυνατότητα κερδών7. Ο κ. Χ είναι το ενδιάμεσο πρόσωπο, ο βοηθός εκπλήρωσης, που παρεμβαίνει, για να εξυπηρετήσει τον οφειλέτη και εντάσσεται στο πεδίο δράσεως του τελευταίου, χωρίς να απαιτείται αυτός να τελεί σε σχέση εξαρτήσεως προς τον οφειλέτη, να ενεργεί δηλαδή κάτω από τον έλεγχο και την εποπτεία του τελευταίου. Η ανάμιξη του κ. Χ έγινε με τη βούληση της εταιρίας και τυχόν πταίσμα του ισχύει σαν πταίσμα της εταιρίας, η ευθύνη της οποίας θεμελιώνεται στη διάταξη του άρθρου 334 ΑΚ και είναι αντικειμενική, καθώς ευθύνεται, εάν «έπταισε» ο βοηθός.

   Επιπρόσθετα, συνάγεται ότι η εταιρία ακολουθεί μία πρακτική παραπλανητική για το καταναλωτικό κοινό, καθώς, αφού δημιουργεί την εντύπωση ότι ο εκτελών το έργο είναι υπάλληλος της, κατόπιν σε περίπτωση πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής, αρνείται να αναλάβει οιαδήποτε ευθύνη, αλλά αντίθετα παροτρύνει τους πελάτες της να κινηθούν εναντίον του συνεργάτη της κοινοποιώντας τους για πρώτη φορά τα στοιχεία του, όπως έγινε, εν προκειμένω, με την με α.π. εισερχομένου Β/ *** 727.05.2008 απάντηση της εταιρίας προς τον «Συνήγορο του Καταναλωτή». Πρόκειται για αθέμιτη παραπλανητική πρακτική, καθώς δημιουργεί σύγχυση στον καταναλωτή σε σχέση με τις ιδιότητες του προσώπου του προμηθευτή. Ο καταναλωτής απευθύνεται στην εταιρία για σύναψη σύμβασης με αυτήν και από την όλη συμπεριφορά της δεν είναι δυνατόν να αντιληφθεί ότι τα πρόσωπα που χρησιμοποιεί για την εκπλήρωση της παροχής της δεν είναι υπάλληλοι της, αλλά «συνεργάτες», για τις ενέργειες των οποίων η εταιρία θα αρνηθεί στο μέλλον οιαδήποτε ευθύνη. Η εικόνα που είχε δημιουργηθεί, εν προκειμένω, στον καταγγέλλοντα κ. *** και στους ενοίκους της πολυκατοικίας ήταν ότι συναλλάσσονται με μία γνωστή στο χώρο της εξυπηρέτησης των πολυκατοικιών εταιρία και όχι με «συνεργάτες» αυτής.

   Η παραπάνω συμπεριφορά της εταιρίας διατάραξε ουσιαστικά την οικονομική συμπεριφορά του καταγγέλλοντας, ο οποίος, αν γνώριζε ότι η εταιρία παρέχει τις υπηρεσίες της με εξωτερικούς συνεργάτες και όχι υπαλλήλους, για τις πράξεις ή παραλείψεις των οποίων αρνείται, έστω και παρά το νόμο, οποιαδήποτε ευθύνη, δεν θα λάμβανε απόφαση συναλλαγής μαζί της και θα ανέθετε το έργο σε άλλον προμηθευτή.

 

   Δ. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ - ΣΥΣΤΑΣΗ

 

   Κατόπιν όλων των ανωτέρω και λαμβάνοντας υπόψη τη δυσχέρεια απόδειξης τυχόν πλημμελούς εκπλήρωσης της παροχής από τον κ. Χ, λόγω τόσο της τεχνικής φύσης αυτής, όσο και της αποκατάστασης οιασδήποτε κακοτεχνίας από τον άλλο εργολάβο, που εν τω μεταξύ προέβη στην εκ νέου μόνωση της ταράτσας, αλλά κυρίως τη συμπεριφορά της εταιρίας απέναντι στους ενοίκους της πολυκατοικίας, τη συνεχή άρνηση της να δεχτεί ευθύνη της για τυχόν «πταίσμα» του βοηθού εκπλήρωσης της και ως εκ τούτου να στείλει τεχνικό προς διαπίστωση τυχόν κακοτεχνιών και διόρθωση αυτών, ο «Συνήγορος του Καταναλωτή», με σκοπό τη διατύπωση εύλογης πρότασης για τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς,

   Ι) Απευθύνει σύσταση προς την καταγγελλόμενη εταιρία:

   α) να παύσει και να παραλείπει στο μέλλον την ανωτέρω αθέμιτη εμπορική πρακτική και

   β) να άρει τη ζημία που υπέστησαν οι ένοικοι της πολυκατοικίας από την παράνομη και αντισυμβατική συμπεριφορά της, επιστρέφοντας στον καταγγέλλοντα, ως διαχειριστή της πολυκατοικίας το ποσό των 1.000 ευρώ, που είχαν αυτοί καταβάλει για τις εργασίες στεγανοποίησης της ταράτσας.

   II) Καλεί τα εμπλεκόμενα μέρη να του γνωστοποιήσουν εγγράφως εντός δέκα (10) ημερών από την παραλαβή της παρούσας, εάν αποδέχονται τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα έγγραφη σύσταση. Σε περίπτωση συμφωνίας των μερών, θα καταρτιστεί πρακτικό συμβιβασμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3297/2004, μετά από σχετική πρόσκληση του Συνηγόρου του Καταναλωτή.

   III) Αποφασίζει ότι σε περίπτωση που κάποιο από τα εμπλεκόμενα μέρη δεν αποδεχθεί τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα έγγραφη σύσταση, τότε ο Συνήγορος του Καταναλωτή δύναται να ενεργήσει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Ν. 3297/2004.

 

   Ο ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

   Ευάγγελος Ζερβέας