ΣτΕ 2260/2009

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Προσωπικό Υπουργείου Υγείας - Προσωπικό νοσηλευτικών ιδρυμάτων - Αρχή ισότητας - Επίδομα ηυξημένης ευθύνης -.

 

Το επίδομα των 100.000 δρχ. μηνιαίως που χορηγήθηκε με την ΚΥΑ οικ. 2/89151/4-12-2000 από 1-6-2000 έως 30-6-2001 μόνο στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας θα έπρεπε να χορηγηθεί και στους υπαλλήλους των νοσοκομείων, καθώς παρανόμως αυτοί εξαιρέθηκαν από την χορήγησή του.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός 2260/2009

   ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

   ΤΜΗΜΑ ΣΤ'

 

   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 4 Μαΐου 2009, με την εξής σύνθεση: Ε. Γαλανού, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, K. Ευστρατίου, Σπ. Παραμυθιώτης, Σύμβουλοι, Β. Πλαπούτα, Δ. Τομαράς, Πάρεδροι. Γραμματέας ο Ι. Μητροτάσιος.

   Για να δικάσει την από 19 Ιουλίου 2007 αίτηση :

   των: 1) ... και 40) ..., κατοίκων όλων ως εκ της υπηρεσίας τους Αμαρουσίου Αττικής (Νοσοκομείο ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ), οι οποίοι παρέστησαν με τον δικηγόρο Δημήτριο Λαμπρόπουλο (Α.Μ. 2196), που νομιμοποιήθηκε με τη συνυπογραφή του δικηγόρου από τους αναιρεσείοντες,

   κατά του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Γενικό Νοσοκομείο Αττικής ΣΙΣΜΑΝΟΓΛΕΙΟ», που εδρεύει στο Μαρούσι Αττικής, το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο Βασίλειο Καλογερόπουλο (Α.Μ. 7940), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

   Με την αίτηση αυτή οι αναιρεσείοντες επιδιώκουν να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 113/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

   Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Παρέδρου Δ. Τομαρά.

   Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο των αναιρεσειόντων, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του αναιρεσιβλήτου Νοσοκομείου, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

   Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

 

   Α φ ο ύ    μ ε λ έ τ η σ ε    τ α    σ χ ε τ ι κ ά    έ γ γ ρ α φ α

   Σ κ έ φ θ η κ ε    κ α τ ά    τ ο    Ν ό μ ο

 

   1. Επειδή, για την υπό κρίση αίτηση έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (υπ' αρ. 2936661-3/2007 ειδικά έντυπα παραβόλου).

   2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της υπ' αρ. 113/2007 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απερρίφθη έφεση των ήδη αναιρεσειόντων κατά της υπ' αρ. 9891/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε απορρίψει αγωγή των ιδίων, με την οποία ζητούσαν να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του ήδη αναιρεσιβλήτου νοσοκομείου να καταβάλει εις έκαστον εξ αυτών νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής έως εξοφλήσεως ποσό 6.002,50 ευρώ, για το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 έως 30-6-2001, ως αποζημίωση για την αντιμετώπιση ιδιαιτέρως ηυξημένων αναγκών, κατ' επίκλησιν της συνταγματικής αρχής της ισότητος και δυνάμει της κοινής υπουργικής αποφάσεως οικ. 2/89151/4-12-2000 των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Προνοίας, με την οποία είχε χορηγηθεί η εν λόγω αποζημίωση μόνον στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας και περαιτέρω ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη την οποίαν είχαν υποστεί από την άρνηση του αναιρεσιβλήτου νοσοκομείου να τους καταβάλει την επίδικη αποζημίωση.

   3. Επειδή, κατ' άρθρον 8 παρ. 3 του ν. 2430/1996 (Φ.Ε.Κ. Α' 156): «α. Εκ του συνόλου των εγκεκριμένων πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας και των εποπτευομένων από αυτό νομικών προσώπων, παρακρατείται ποσοστό δύο τοις εκατό (2%), το οποίο κατατίθεται σε ειδικό έντοκο λογαριασμό του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος με τίτλο «ειδικός έντοκος λογαριασμός προγραμμάτων του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας» και διατίθεται για την παροχή επιδόματος αυξημένης ευθύνης ως κίνητρο αποδοτικότητας στους μόνιμους και με σύμβαση αορίστου χρόνου υπαλλήλους που κατέχουν θέσεις του Οργανισμού του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας (π.δ. 138/1992), όπως ισχύει σήμερα, καθώς και στους υπηρετούντες με τοποθέτηση ή απόσπαση από 1-4-1996. Η σύσταση του ανωτέρω ειδικού έντοκου λογαριασμού γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας και η διαχείρισή του ανατίθεται στη Διεύθυνση οικονομικού του ίδιου Υπουργείου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται οι δικαιούχοι του ανωτέρω επιδόματος, το ύψος αυτού κατά κλάδο υπαλλήλων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία προς τούτο λεπτομέρεια, αναφορικά με την διαχείριση, διάθεση και λειτουργία του ειδικού αυτού λογαριασμού. β. Εκ του συνόλου των εγκεκριμένων πιστώσεων του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας και των εποπτευόμενων από αυτό Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και του ενιαίου προγράμματος προμηθειών των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του ίδιου Υπουργείου, παρακρατείται ποσοστό τρία και μισό τοις εκατό (3,5%), το οποίο κατατίθεται σε ειδικό λογαριασμό και διατίθεται από 1-8-1996, για την παροχή επιδόματος αυξημένης ευθύνης, ως κίνητρο αποδοτικότητας, στο προσωπικό που υπηρετεί σε νοσηλευτικά ιδρύματα του ν.δ/τος 2592/1953 (Φ.Ε.Κ. Α' 254) αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, στο Εθνικό Κέντρο Αμεσης Βοήθειας (Ε.Κ.Α.Β), σε νομικά πρόσωπα του τομέα πρόνοιας αρμοδιότητας του ίδιου Υπουργείου, καθώς και στους ιατρούς του Εθνικού Συστήματος Υγείας (Ε.Σ.Υ.). Ο λογαριασμός αυτός σε περίπτωση ανεπάρκειας των εσόδων του για την παροχή του ανωτέρω επιδόματος, δύναται να ενισχύεται με επιχορήγηση από τον κρατικό Προϋπολογισμό. Η σύσταση του ειδικού αυτού λογαριασμού, τα υπαγόμενα στην παρούσα παράγραφο νομικά πρόσωπα του τομέα πρόνοιας, το ύψος της παροχής και της τυχόν απαιτουμένης επιχορήγησης από τον κρατικό Προϋπολογισμό, ο τρόπος διανομής του ποσού αυτού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών οικονομικών και Υγείας και Προνοίας». Εις εκτέλεσιν της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 8 παρ. 3α του ν. 2430/1996 εξεδόθη η υπ' αρ. Δ95β/οικ. 9970/31-7-1996 κ.υ.α. των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας (Φ.Ε.Κ. Β' 662/1-8-1996) περί συστάσεως ειδικού εντόκου λογαριασμού του Υπουργείου Υγείας. Εξ άλλου, εις εκτέλεσιν της εξουσιοδοτήσεως του άρθρου 8 παρ. 3β του ν. 2430/1996 εξεδόθη η υπ' αρ. ΔΥ5α/10756/22-8-1996 κ.υ.α. των ιδίων Υπουργών (Φ.Ε.Κ. Β' 721/22-8-1996) περί συστάσεως ειδικού εντόκου λογαριασμού για τα νομικά πρόσωπα που εποπτεύονται από το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας. Ακολούθησε η έκδοση του ν. 2470/1997 (Φ.Ε.Κ. Α' 40), με το άρθρο 10 παρ. 4 του οποίου καταργήθηκαν όλα τα επιδόματα, αμοιβές, αποζημιώσεις κλπ, πλην εκείνων που διατηρήθηκαν με άλλες διατάξεις αυτού. Μεταξύ αυτών είναι και το κίνητρο αποδόσεως του άρθρου 13 του ιδίου νόμου. Κατά την παράγραφο 6 αυτού : «Το ποσό του κινήτρου απόδοσης του άρθρου αυτού ... βαρύνει τους οικείους λογαριασμούς από τους οποίους καταβάλλονται τα καταργούμενα με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του παρόντος επιδόματα με μορφή κινήτρου παραγωγικότητας ή αποδοτικότητας ή αυξημένης ευθύνης. Οι λεπτομέρειες για την διαδικασία και τον τρόπο απόδοσης στον κρατικό προϋπολογισμό ή στους οικείους προϋπολογισμούς των Ν.Π.Δ.Δ., που επιβαρύνονται εξ ολοκλήρου με τη μισθοδοσία του προσωπικού τους, των ποσών του κινήτρου απόδοσης από τους οικείους λογαριασμούς εκτός προϋπολογισμού, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ...». Κατά την παράγραφο 7 του ιδίου άρθρου : «Τυχόν απομένοντα υπόλοιπα υπέρ των δικαιούχων σε λογαριασμούς της προηγουμένης παραγράφου ρυθμίζονται από 1-1-1997 με πράξεις του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν κοινής πρότασης των Υπουργών Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου ή με κοινές αποφάσεις των ίδιων Υπουργών. Μέχρι την έκδοση των πράξεων του υπουργικού Συμβουλίου ή των κοινών υπουργικών αποφάσεων, οι προβλεπόμενες εκ των λογαριασμών αυτών αμοιβές και λοιπές παροχές ή αποζημιώσεις εξακολουθούν να καταβάλλονται ως διαφορά, σύμφωνα με τις ισχύουσες περί αυτών διατάξεις, μειωμένες κατά το ποσό του κινήτρου απόδοσης του άρθρου αυτού. Όπου από τις ισχύουσες διατάξεις έχουν συσταθεί λογαριασμοί περισσότεροι του ενός, μπορεί να ενοποιούνται με κοινή απόφαση του υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από έκφραση γνώμης των ενδιαφερομένων ...». Επίσης, κατά την παράγραφο 8 του ιδίου άρθρου : « Στη ρύθμιση της προηγουμένης παραγράφου εμπίπτουν τα ποσά που προβλέπονται από τις διατάξεις ... του άρθρου 8 του ν. 2430/1996 (Φ.Ε.Κ. Α' 156) ... καθώς και κάθε άλλη παροχή από οποιονδήποτε ειδικό λογαριασμό, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσης των εσόδων του». Κατ' επίκλησιν των διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 13 του ν. 2470/1997 εξεδόθη η υπ' αρ. Δ4α/οικ. 2764/31-1-2000 κ.υ.α. των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Προνοίας (Φ.Ε.Κ. Β' 204) με την οποία οι ανωτέρω ειδικοί έντοκοι λογαριασμοί συνεχωνεύθησαν εις έναν με τίτλο «Σύσταση Ειδικού Έντοκου λογαριασμού στο Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας». Τέλος, με την υπ' αρ. οικ. 2/89151/0022/4-12-2000 κ.υ.α των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Προνοίας (Φ.Ε.Κ. Β' 97/31-1-2001) χορηγήθηκε στους υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας αποζημίωση ύψους 100.000 δραχμών ανά μήνα για το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 έως 30-6-2001 από το προϊόν του ενοποιηθέντος κατά τα ανωτέρω ειδικού εντόκου λογαριασμού.

   4. Επειδή, εν προκειμένω, ως προκύπτει εκ της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, οι αναιρεσείοντες είναι μόνιμοι υπάλληλοι των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών του αναιρεσιβλήτου νοσοκομείου. Κατά το χρονικό διάστημα από 1-6-2000 έως 30-6-2001 δεν τους χορηγήθηκε η υπό της προαναφερομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως προβλεπομένη αποζημίωση, η οποία είχε δοθεί στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας. Με αγωγή τους ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία συμπληρώθηκε με το από 28-2-2005 δικόγραφο προσθέτων λόγων, προέβαλαν ότι η μη χορήγηση εις αυτούς της εν λόγω αποζημιώσεως συνιστά ανεπίτρεπτη νομοθετική διάκριση εις βάρος τους, διότι : α) εκτελούν τα αυτά καθήκοντα και έχουν τις αυτές υποχρεώσεις με τους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας, καθ όσον οι υπάλληλοι που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Προσωπικού (Τμήμα Προσωπικού), Διεύθυνση Οικονομικού (Τμήμα Εκκαθαρίσεως Ελέγχου και Εντολής Πληρωμών Αποδοχών Προσωπικού Νοσοκομείων) και Προσωπικού Νομικών Προσώπων (Τμήμα Επιστημονικού, Νοσηλευτικού και λοιπού προσωπικού) του Υπουργείου Υγείας και Προνοίας και οι ίδιοι ως υπάλληλοι των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών του αναιρεσιβλήτου ασκούν τα αυτά καθήκοντα και β) η χορηγηθείσα αποζημίωση δίδεται από ειδικό έντοκο λογαριασμό, ο οποίος προήλθε από την συγχώνευση δύο άλλων ειδικών λογαριασμών, έναν για τους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου και έναν για τους υπαλλήλους των νομικών προσώπων που εποπτεύονται από το ίδιο Υπουργείο. Για τους λόγους δε αυτούς έπρεπε να χορηγηθεί και εις αυτούς η επίμαχη αποζημίωση, η οποία συνιστά επίδομα ηυξημένης ευθύνης ως κίνητρο αποδοτικότητος, δεδομένου ότι συμμετέχουν και αυτοί στην βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών υγείας δια της εφαρμογής του νέου συστήματος της ενιαίας μηχανοργανώσεως μηχανογραφήσεως όλων των υπηρεσιών του Νοσοκομείου και ότι η χορήγηση της επιδίκου παροχής μόνον στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου από τον ανωτέρω ενιαίο λογαριασμό, του οποίου τυγχάνουν συνδικαιούχοι, παραβιάζει τόσον την αρχή της ισότητος όσον και την διάταξη του άρθρου 1 του προσθέτου πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Προσεκόμισαν δε και επεκαλέσθησαν την υπ αρ. 5468/17-3-2005 βεβαίωση, συμφώνως προς την οποία από τις αρχές του έτους 2001 είχε αρχίσει η διαδικασία της εφαρμογής του διπλογραφικού συστήματος στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή τους. Έφεση κατ' αυτής απερρίφθη δια της αναιρεσιβαλλομένης, με την σκέψη ότι η επίδικη αποζημίωση χορηγήθηκε μόνον στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας, οι οποίοι έχουν το βάρος της εποπτείας και του συντονισμού όλων των φορέων που λειτουργούν στον χώρο της υγείας και ειδικότερα την εφαρμογή του ν. 2889/2001 και, ως εκ τούτου, έχει τον χαρακτήρα αμιγούς αποζημιώσεως παρεχομένης για την πρόσθετη εργασία των υπαλλήλων της κεντρικής υπηρεσίας. Δεν σχετίζεται δε με την τυχόν πρόσθετη εργασία των ήδη αναιρεσειόντων. Παραλλήλως, εκρίθη ότι ακόμη και αν θεωρηθεί ότι η μη χορήγηση εις αυτούς της επιδίκου αποζημιώσεως αποτελεί παραβίαση του άρθρου 1 του προσθέτου πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., δεν δύναται να χωρήσει αποκατάσταση αυτής δια της επεκτάσεως και στους αναιρεσείοντες της επιμάχου ρυθμίσεως.

   5. Επειδή, προβάλλεται ότι εσφαλμένως με την αναιρεσιβαλλομένη έγινε δεκτό ότι η χορήγηση μόνον στους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας του Υπουργείου αποζημιώσεως, λόγω των ιδιαιτέρως ηυξημένων υπηρεσιακών καθηκόντων τους, δυνάμει της κοινής αποφάσεως οικ. 2/89151/0022/4-12-2000 των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Προνοίας, είναι νόμιμη, διότι η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 13 παρ. 7 του ν. 2470/1997 προέβλεπε ότι το ποσό του ενιαίου πλέον λογαριασμού, ο οποίος είχε προέλθει από συγχώνευση δύο άλλων λογαριασμών, έναν για τους υπαλλήλους της κεντρικής υπηρεσίας και έναν για τους υπαλλήλους των νοσοκομείων, υπάρχει υπέρ όλων των δικαιούχων και όχι υπέρ των υπαλλήλων της κεντρικής υπηρεσίας και, κατά συνέπειαν, παρανόμως δια της προαναφερομένης κ.υ.α. είχαν εξαιρεθεί οι υπάλληλοι των νοσοκομείων. Το Διοικητικό Εφετείο έκρινε ότι η επίμαχη αποζημίωση έχει χαρακτήρα αμιγούς αποζημιώσεως καταβαλλομένης για πρόσθετη εργασία των υπαλλήλων της κεντρικής υπηρεσίας και επεσήμανε ότι το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων ελάμβανε κίνητρο αποδοτικότητος βάσει του αυτοτελούς εντόκου λογαριασμού του άρθρου 8 παρ. 3 περ. β' του ν. 2430/1996 και από 1-1-1997 το κίνητρο αποδόσεως του άρθρου 13 του ν. 2470/1997. Η κρίση αυτή του δικάσαντος Εφετείου είναι μη νόμιμη, διότι ο προαναφερόμενος ενοποιημένος λογαριασμός προήλθε από την συγχώνευση του λογαριασμού του άρθρου 8 παρ. 3α και του λογαριασμού του άρθρου 8 παρ. 3β του ν. 2430/1996, οι δε υπογράψαντες την επίμαχη κανονιστική πράξη υπουργοί δεν είχαν εκ του νόμου εξουσιοδότηση να εξαιρέσουν μία κατηγορία υπαλλήλων από την καταβολή της εν λόγω αποζημιώσεως.

   6. Επειδή, υπό τα δεδομένα αυτά, πρέπει να γίνει δεκτή η υπό κρίση αίτηση, παρελκούσης της ερεύνης των λοιπών προβαλλομένων λόγων αναιρέσεως, να αναιρεθεί η υπ' αρ. 113/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η δε υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο Διοικητικό Εφετείο για νέα νόμιμη κρίση.

 

   Διά ταύτα

 

   Δέχεται την υπό κρίση αίτηση.

   Αναιρεί την υπ' αρ. 113/2007 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, εις το οποίο και παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση κατά τα οριζόμενα στο αιτιολογικό.

   Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου και

   Επιβάλλει στο αναιρεσίβλητο νοσοκομείο την δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, που ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.

   Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 11 Μαΐου 2009 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 30ης Ιουνίου 2009.