ΣτΕ.ΕπΑν 180/2012

 

Αυθαίρετη δόμηση - Τακτοποίηση αυθαίρετων κατασκευών - Απαιτούμενα δικαιολογητικά - Αναστολή εκτέλεσης -.

 

 

Τροποποίηση των αρχικών διαδικαστικών προϋποθέσεων για την απόδειξη της κατασκευής των αυθαιρέτων. Κρίθηκε ότι πρέπει να διαταχθεί ως πρόσφορο μέτρο μέχρι την έκδοση της σχετικής οριστικής απόφασης επί της αιτήσεως ακύρωσης η απαγόρευση υποβολής αιτήσεων βάσει δικαιολογητικών πέραν των προβλεπόμενων στον αρχικό νόμο (άρθρο 24 παρ. 2 περ. β’ του ν. 4014/2011) και η διακοπή της επεξεργασίας εκείνων από τις ήδη υποβληθείσες αιτήσεις που δεν στηρίζονται στα δικαιολογητικά αυτά (δηλ. αεροφωτογραφίες ή δημόσια έγγραφα), για την απόδειξη του χρόνου ολοκλήρωσης της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως.

 

Αριθμός 180/2012

Η Επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας

   (άρθρο 52 του π.δ/τος 18/1989, όπως ισχύει)

___________________

 

 

  Συνεδρίασε σε συμβούλιο στις 21 Μαρτίου και 2 Απριλίου 2012, με την εξής σύνθεση : Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος, Ν. Ρόζος, Μ. Καραμανώφ, Α. Σακελλαροπούλου, Δ. Σκαλτσούνης, Σύμβουλοι. Ως Γραμματέας έλαβε μέρος η Μ. Παπασαράντη.

 

  Για να αποφασίσει σχετικά με την από 5 Οκτωβρίου 2011 αίτηση:

 

  των : 1) … και 3) …

 

  κατά των Υπουργών : 1) Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, 2) Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, 3) Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και 4) Οικονομικών.

 

  Με την αίτηση αυτή οι αιτούντες επιδιώκουν να ανασταλεί η εκτέλεση της υπ’ αριθμ. 41498/26.9.2011 Κοινής Υπουργικής Αποφάσεως των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Δικαιοσύνης Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

  Κατά τη συνεδρίασή της η Επιτροπή άκουσε την Εισηγήτρια, Σύμβουλο Αικ. Σακελλαροπούλου.

 

 

Α φ ο ύ   μ ε λ έ τ η σ ε    τ α   σ χ ε τ ι κ ά    έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε    κ α τ ά   τ ο    Ν ό μ ο

 

 

  1. Επειδή, για την άσκηση της υπό κρίση αιτήσεως, καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (ειδικά έντυπα παραβόλου Α΄ 3088565-6).

 

 

  2. Επειδή, η αίτηση εισάγεται, λόγω της σπουδαιότητας των ζητημάτων που ανακύπτουν, ενώπιον της αυξημένης συνθέσεως της Επιτροπής Αναστολών, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 52 παρ. 2 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 10 του ν. 3900/2011(Α΄ 213).

 

 

  3. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναστολή εκτελέσεως α) της 41498/26.9.2011 αποφάσεως των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης - Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής - Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με τίτλο «Διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής των απαραίτητων δικαιολογητικών για την υπαγωγή στο άρθρο 24 του νόμου 4014/2011 “Περιβαλλοντική αδειοδότηση έργων και δραστηριοτήτων, ρύθμιση αυθαιρέτων σε συνάρτηση με δημιουργία περιβαλλοντικού ισοζυγίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας ΥΠΕΚΑ” (ΦΕΚ 209/Α')» (Β΄ 2167/27.9.2011) και β) της 41525/27.9.2011 αποφάσεως των Υπουργών Οικονομικών -Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής με τίτλο «Διαδικασία είσπραξης και απόδοσης στο Ελληνικό Δημόσιο του παραβόλου και στο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την ονομασία «Πράσινο Ταμείο» του ενιαίου ειδικού προστίμου του άρθρου 24 του νόμου 4014/2011 … και καθορισμός των δόσεων καταβολής του παραπάνω ενιαίου ειδικού προστίμου …» (Β΄ 2167/27.9.2011), οι οποίες εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση, αφενός, της παρ. 23 του άρθρου 24 του ν. 4014/2011 (Α΄ 209)  και, αφετέρου, των παρ. 2 περ. γ και 8 περ. ε του ίδιου άρθρου.  

 

 

  4. Επειδή, οι αιτούντες, οι οποίοι φέρονται ως κάτοικοι Αμαρουσίου Αττικής, επικαλούνται για να θεμελιώσουν το έννομο συμφέρον τους το ενδιαφέρον τους για το οικιστικό περιβάλλον της περιοχής τους, την ποιότητα της καθημερινής ζωής των ίδιων αλλά και του κοινωνικού συνόλου, καθώς και το ενδιαφέρον τους για τη σύμφωνη προς τις αρχές του ορθολογικού χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και της προστασίας του οικιστικού περιβάλλοντος ανάπτυξη της χώρας, που θίγονται από τις προβλέψεις του ν. 4014/2011 σχετικά με τη ρύθμιση των αυθαιρέτων, καθώς και των προσβαλλόμενων Κ.Υ.Α. Ενόψει των ανωτέρω ισχυρισμών των αιτούντων, η κρινόμενη αίτηση δεν είναι προδήλως απαράδεκτη λόγω ελλείψεως εννόμου συμφέροντος αυτών και πρέπει να εξεταστεί κατ’ ουσία.

 

 

  5. Επειδή, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 20 παρ. 1 και 95 του Συντάγματος, οι οποίες κατοχυρώνουν αντιστοίχως το δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας και το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως, συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης υποχρεούται να εξασφαλίζει τη δυνατότητα εννόμου προστασίας έναντι των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών. Η προστασία αυτή, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, δεν αφορά μόνο στην οριστική επίλυση της ενδίκου διαφοράς, δηλαδή στην έκδοση οριστικής αποφάσεως επί του κυρίου ενδίκου βοηθήματος, αλλά περιλαμβάνει και την προσωρινή δικαστική προστασία, δηλαδή την λήψη του μέτρου, το οποίο κρίνεται κατάλληλο για να αποσοβηθεί η ματαίωση του σκοπού, για τον οποίο παρέχεται το ένδικο βοήθημα της αιτήσεως ακυρώσεως (ΕΑ 496/2011, 141/2010, 57/2009, 718/1993).

 

 

  6. Επειδή, στις παραγράφους 2, 6, 7 και 8 του άρθρου 52 του π.δ./τος 18/1989 ορίζεται ότι «Επιτροπή που συγκροτείται κάθε φορά από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου ή του αρμόδιου τμήματος […], μπορεί, μετά από αίτηση εκείνου που άσκησε αίτηση ακυρώσεως, να αναστείλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση η οποία εκδίδεται σε συμβούλιο. Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου … μπορεί να εισάγει αίτηση λόγω της σπουδαιότητας των ζητημάτων που ανακύπτουν, στην Επιτροπή υπό πενταμελή σύνθεση» (παρ. 2), ότι «Η αίτηση αναστολής εκτέλεσης γίνεται δεκτή, όταν κρίνεται ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης ακυρώσεως. Η αίτηση όμως μπορεί να απορριφθεί, αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημοσίου συμφέροντος κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος» (παρ. 6), ότι «Εάν η Επιτροπή εκτιμά ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως βάσιμη, μπορεί να δεχθεί την αίτηση αναστολής, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης δεν κρίνεται ως ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. Αντίθετα, η αίτηση αναστολής μπορεί να απορριφθεί ακόμη και σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης, αν η Επιτροπή εκτιμά ότι η αίτηση ακυρώσεως είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη» (παρ. 7) και ότι «Η Επιτροπή, εκτός από την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, μπορεί να διατάξει και κάθε άλλο, κατά περίπτωση, κατάλληλο μέτρο, χωρίς να δεσμεύεται από τις προτάσεις των διαδίκων» (παρ. 8). Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι αναστολή εκτελέσεως διοικητικής πράξεως που έχει προσβληθεί με αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας διατάσσεται από την Επιτροπή Αναστολών του Δικαστηρίου, ύστερα από σχετική αίτηση του διαδίκου που άσκησε το κύριο ένδικο βοήθημα, στις περιπτώσεις, κατά τις οποίες είτε πιθανολογείται ότι η εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξεως θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη, η οποία θα είναι αδύνατον ή, τουλάχιστον, δυσχερές να επανορθωθεί σε περίπτωση αποδοχής της ασκηθείσης κατά της πράξεως αυτής αιτήσεως ακυρώσεως, είτε κρίνεται ότι η εν λόγω αίτηση ακυρώσεως παρίσταται ως προδήλως βάσιμη (ΕΑ 227/2010, 60/2007).

 

 

  7. Επειδή, με τους προβαλλόμενους με το δικόγραφο της αιτήσεως λόγους ακυρώσεως αμφισβητείται η συνταγματικότητα των προβλέψεων των άρθρων 23 επ. του ν. 4014/2011, με τις οποίες επιχειρείται η ρύθμιση της αυθαίρετης δομήσεως. Οι λόγοι αυτοί, αν και δεν αφορούν το κύρος συγκεκριμένων διατάξεων των προσβαλλόμενων υπουργικών αποφάσεων, δεν είναι προδήλως απαράδεκτοι, διότι τυχόν ανίσχυρο, λόγω αντισυνταγματικότητας του συστήματος, εν γένει, ρυθμίσεως της αυθαίρετης δομήσεως, που εισάγεται με τις ρυθμίσεις του ως άνω νόμου, συνεπάγεται την ακύρωση και των προσβαλλόμενων αποφάσεων, οι οποίες πάντως έχουν ως προϋπόθεση ότι το σύστημα αυτό είναι, από συνταγματική άποψη, έγκυρο (πρβλ. ΕΑ 820/2006, 567/2006, 969/2005, 569/2004˙ βλ. ΣτΕ 3266/2008 7μ., 2471/2008 Ολ., 2366/2007 Ολ., 372/2005 7μ., 1095/2001, 1792/1997 Ολ., 2112/1984). Συνεπώς, όσα περί του αντιθέτου ισχυρίζεται στο έγγραφο των απόψεών του το Δημόσιο είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

 

 

  8. Επειδή, με τις 3500/2009 και 3921/2010 αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 3044/2002 (Α΄ 197), με την οποία επετράπη η εξαίρεση από την κατεδάφιση αυθαίρετων κατασκευών εντός ή εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων ή οικισμών, καθώς και η κατ’ εξαίρεση διατήρηση ανεπίτρεπτων χρήσεων, που ανεγέρθηκαν ή εγκαταστάθηκαν μετά τις 31.1.1983, αλλά και θα ανεγείρονται ή θα εγκαθίστανται χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό στο μέλλον, εφόσον έχουν ανεγερθεί ή εγκατασταθεί βάσει οικοδομικής άδειας, η οποία εκδόθηκε ύστερα από έλεγχο της πολεοδομικής αρχής και μεταγενέστερα ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε για λόγο που δεν σχετίζεται με την υποβολή ανακριβών στοιχείων για την έκδοσή της, αντίκειται: α) στο άρθρο 24 παρ. 2 του Συντάγματος, για το λόγο ότι με τη ρύθμιση αυτή ανατρέπεται ή επηρεάζεται δυσμενώς ο ορθολογικός σχεδιασμός, αποδυναμώνεται η εφαρμογή των όρων δομήσεως και των περιορισμών χρήσεως και επέρχεται επιδείνωση των όρων διαβιώσεως, στην εξασφάλιση των οποίων αποβλέπει το πολεοδομικό σχέδιο, β) στις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου (άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος) και του σεβασμού και προστασίας της αξίας του ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος), εφόσον θεμελιώδης επιδίωξη του Κράτους δικαίου είναι η πραγμάτωση του Δικαίου στην Πολιτεία, που πρωτίστως επιτυγχάνεται με τη διαφύλαξη του κύρους του νόμου, και γ) στη συνταγματική αρχή της ισότητας, διότι θέτει σε μειονεκτική μοίρα, έναντι εκείνων των οποίων οι ανεγερθείσες ή διαρρυθμισθείσες οικοδομές είναι αυθαίρετες λόγω παραβιάσεως των ισχυόντων όρων δομήσεως και χρήσεων γης αλλά εν τούτοις εξαιρούνται από την κατεδάφιση, τους νομοταγείς πολίτες που έχουν ιδιοκτησία στην ίδια περιοχή.

 

 

  9. Επειδή, το άρθρο 23 ν. 4014/2011 προβλέπει, με ορισμένες εξαιρέσεις, ότι από τη δημοσίευση του νόμου αυτού απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητα, στα οποία έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή ή αυθαίρετη αλλαγή χρήσεως (παρ. 1 και 2), και ορίζει τις περιπτώσεις, που εξαιρούνται από την εισαγόμενη με τον ως άνω νόμο ρύθμιση της αυθαίρετης δομήσεως (παρ. 3). Περαιτέρω, με το άρθρο 24 του ίδιου νόμου αναστέλλεται - υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις και μετά την τήρηση της διαδικασίας, που περιγράφονται στο άρθρο αυτό - για τριάντα (30) χρόνια η επιβολή κυρώσεων μετά την καταβολή ενιαίου ειδικού προστίμου για κτίρια, των οποίων έχει ολοκληρωθεί ο φέρων οργανισμός, και χρήσεις, που έχουν εγκατασταθεί, μέχρι τις 28.7.2011 (ημερομηνία καταθέσεως του σχεδίου του ν. 4014/2011 στη Βουλή) και έχουν ανεγερθεί καθ’ υπέρβαση είτε της οικοδομικής αδείας είτε των όρων ή περιορισμών δομήσεως του ακινήτου είτε χωρίς οικοδομική άδεια, εφόσον η χρήση τους δεν απαγορεύεται από τις πολεοδομικές διατάξεις για τις χρήσεις γης που ισχύουν στην περιοχή του ακινήτου ή δεν απαγορευόταν κατά το χρόνο εκδόσεως της οικοδομικής αδείας ή κατά το χρόνο κατασκευής ή εγκαταστάσεως της αυθαίρετης χρήσεως. Με το ίδιο άρθρο (παρ. 3) ετέθη προθεσμία από 1.10.2011 μέχρι 30.11.2011 για την υποβολή της αιτήσεως του ενδιαφερομένου για την υπαγωγή της αυθαίρετης κατασκευής ή αλλαγής χρήσεως στην επίδικη ρύθμιση, την καταβολή του παραβόλου, καθώς και την υποβολή του εντύπου υπολογισμού του ειδικού προστίμου της δηλούμενης κατασκευής, καθώς και προθεσμία τεσσάρων μηνών από τις 30.11.2011 για την υποβολή της υπεύθυνης δηλώσεως του φερόμενου ιδιοκτήτη, της τεχνικής εκθέσεως του αρμόδιου μηχανικού και των λοιπών δικαιολογητικών της παρ. 2 περ. β του ως άνω άρθρου. Ακόμη, ορίστηκε (παρ. 2 περ. β προτελευταίο εδάφιο) ότι για την απόδειξη του χρόνου ολοκληρώσεως της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως απαιτείται, μαζί με την υπεύθυνη δήλωση του φερόμενου ιδιοκτήτη με την ημερομηνία ολοκληρώσεως της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως, και η υποβολή δημόσιων εγγράφων ή αεροφωτογραφιών, από τα οποία αποδεικνύεται ο χρόνος ολοκληρώσεως της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως. Εξάλλου, στο άρθρο 25 του ίδιου νόμου προβλέπεται η απόδοση του ενιαίου ειδικού προστίμου υπέρ του Πράσινου Ταμείου και η διάθεση αυτού στο πλαίσιο των στόχων και των αρχών του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής ιδίως για την αντιστάθμιση των δυσμενών συνεπειών για το χρόνο αναστολής του άρθρου 24 παρ. 1, την εξισορρόπηση του ελλείμματος γης, την αύξηση των κοινόχρηστων και ελεύθερων χώρων, για την κατεδάφιση αυθαιρέτων και τον καθορισμό ζωνών πολεοδομικής εξισορροπήσεως εντός του πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α., στη διοικητική περιφέρεια του οποίου  βρίσκονται οι κατασκευές και χρήσεις που δηλώνονται, ή και, κατ’ εξαίρεση, σε όμορους Ο.Τ.Α. που παρουσιάζουν έλλειμμα γης ή χρήζουν πολεοδομικής εξυγιάνσεως και περιβαλλοντικής αποκαταστάσεως (παρ. 1), καθώς και ο καθορισμός ειδικών ζωνών εξισορροπήσεως των πολεοδομικών και εν γένει περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων, που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του ως άνω νόμου, κατά την έγκριση ή αναθεώρηση Γ.Π.Σ. και Σ.Χ.Ο.Ο.Α.Π. και την αναθεώρηση του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως, όπου απαιτείται, σε όλους τους Δήμους, στους οποίους δηλώνονται αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις, ώστε να αποκαθίσταται το πολεοδομικό ισοζύγιο εντός εκάστου πρωτοβάθμιου Ο.Τ.Α. (παρ. 2). Ακόμη, στο άρθρο 26 παρ. 1 του ν. 4014/2011 προβλέπεται η σύσταση στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής Μητρώου Κατασκευών, στο οποίο καταγράφονται όλες οι κατασκευές, ενώ στο άρθρο 27 του νόμου αυτού καθορίζονται τα πρόστιμα ανεγέρσεως και διατηρήσεως για τις μη δηλούμενες αυθαίρετες κατασκευές και αλλαγές χρήσεως. Τέλος, με το άρθρο 28 του ως άνω νόμου προβλέπεται η κατεδάφιση όλων των αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων, οι οποίες δεν θα υπαχθούν στις διατάξεις του νόμου αυτού (παρ. 1), η Ειδική Υπηρεσία Κατεδαφίσεων, που συστάθηκε με το ν. 3818/2010, μετονομάζεται σε Ειδική Υπηρεσία Επιθεώρησης και Κατεδάφισης Αυθαιρέτων (ΕΥΕΚΑ), υπάγεται απευθείας στο Γενικό Επιθεωρητή της Ειδικής Υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (παρ. 2) και καθορίζονται οι αρμοδιότητές της (παρ. 3), ενώ τίθενται και ρυθμίσεις που αφορούν τον τρόπο υλοποιήσεως της κατεδαφίσεως των αυθαίρετων κατασκευών (παρ. 2-5). Τέλος, σε πίνακα του Παραρτήματος ΙΙ του ως άνω νόμου προσδιορίζονται οι συντελεστές, που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό του ενιαίου ειδικού προστίμου.

 

 

  10. Επειδή, στην πρώτη από τις προσβαλλόμενες πράξεις διαγράφεται η διαδικασία ηλεκτρονικής υποβολής, μέσω του πληροφορικού συστήματος που διαχειρίζεται το Τ.Ε.Ε., των απαραίτητων δικαιολογητικών αφενός για την ένταξη της αυθαίρετης κατασκευής στη ρύθμιση του άρθρου 24 του ν. 4014/2011 (άρθρο 1) και αφετέρου για την περαίωση της διαδικασίας (άρθρο 2). Μετά τον έλεγχο της πληρότητας του φακέλου και την εξόφληση του ενιαίου ειδικού προστίμου, εκδίδεται, σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 εδ. β της ως άνω Κ.Υ.Α., από το πληροφοριακό σύστημα βεβαίωση περαιώσεως της διαδικασίας, ενώ, σύμφωνα με την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, μέχρι την ενεργοποίηση της δυνατότητας του πληροφοριακού συστήματος να υποδεχθεί το σύνολο των δικαιολογητικών και μελετών, που προβλέπονται στο άρθρο 24 παρ. 2 περ. β του ν. 4014/2011, είναι δυνατή η περαίωση της διαδικασίας, εφόσον εξοφληθεί το ενιαίο ειδικό πρόστιμο και υποβληθεί ηλεκτρονικά δήλωση του εξουσιοδοτημένου μηχανικού ότι έχει στη διάθεσή του όλα τα δικαιολογητικά και τις μελέτες και θα τις υποβάλει ηλεκτρονικά έως τις 31.3.2012. Περαιτέρω, στο άρθρο 5 παρ. 2 της ίδιας Κ.Υ.Α. ορίζεται ότι από την έναρξη ισχύος αυτής η συνολική διαδικασία υπαγωγής (ένταξη, περαίωση) στο άρθρο 24 του ν. 4014/2011 διεκπεραιώνεται αποκλειστικά ηλεκτρονικά και παύουν να ισχύουν οι αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 24 του νόμου, που προβλέπουν την έντυπη υποβολή τους καθώς και κάθε άλλο διαδικαστικό ζήτημα, που ρυθμίζεται διαφορετικά. Εξάλλου, η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη ορίζει ότι η είσπραξη του παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου και του ενιαίου ειδικού προστίμου υπέρ του Πράσινου Ταμείου του άρθρου 24 του ν. 4014/2011 γίνεται από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ) Α.Ε. και τις απαριθμούμενες στο άρθρο αυτό Τράπεζες (άρθρο 1) και, περαιτέρω, ότι τα εισπραττό΅ενα ποσά του παραβόλου αποδίδονται στην Τράπεζα της Ελλάδος και πιστώνονται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ενώ τα εισπραττό΅ενα ποσά του ενιαίου ειδικού προστίμου αποδίδονται στην Τράπεζα της Ελλάδος και πιστώνονται υπέρ του Πράσινου Ταμείου (άρθρο 2).

 

 

  11. Επειδή, μετά τις προσβαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις δημοσιεύθηκε ο ν. 4030/2011 (Α΄ 249, 25.11.2011), με τα άρθρα 49 και 51 του οποίου τροποποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, οι διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 4014/2011 για τη ρύθμιση των αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων. Ειδικότερα, με το άρθρο 49 παρ. 5 του νόμου αυτού παρεσχέθη η δυνατότητα αποδείξεως του χρόνου ολοκληρώσεως της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως, σε περίπτωση μη υπάρξεως δημόσιων εγγράφων ή αεροφωτογραφιών, και με ιδιωτικά έγγραφα βέβαιης χρονολογίας, κατά την έννοια του άρθρου 446 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προ της 31.1.1983, ενώ με το άρθρο 49 παρ. 10 αυτού προβλέφθηκε η δυνατότητα να εκτελούνται στις υπαχθείσες σε ρύθμιση αυθαίρετες κατασκευές ή αλλαγές χρήσεως, υπό τις προβλεπόμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις, εκτός από τις προβλεπόμενες στην αρχική ρύθμιση του άρθρου 24 παρ. 17 του ν. 4014/2011 εργασίες επισκευής, και εργασίες αποπερατώσεως.

 

 

  12. Επειδή, ακολούθησε και νέα τροποποίηση των διατάξεων των άρθρων 24 του ν. 4014/2011 και 49 του ν. 4030/2011 με τα άρθρα 50 και 49, αντίστοιχα, του ν. 4042/2012 (Α΄ 24/13.2.2012). Με την παρ. 1 του άρθρου 50 του τελευταίου αυτού νόμου απαλείφθηκε η ημερομηνία «προ της 31.1.1983», που προβλεπόταν στο προτελευταίο εδάφιο της περ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 24 του ν. 4014/2011, όπως είχε αντικατασταθεί με την παρ. 5 του άρθρου 49 του ν. 4030/2011, και προβλέφθηκε η δυνατότητα αποδείξεως του χρόνου ολοκληρώσεως της δηλούμενης αυθαίρετης κατασκευής ή εγκαταστάσεως της αυθαίρετης χρήσεως, σε περίπτωση μη υπάρξεως ούτε ιδιωτικών εγγράφων βέβαιης χρονολογίας, με υπεύθυνη δήλωση του ιδιοκτήτη, συνοδευόμενη από τεχνική έκθεση μηχανικού, η οποία υποστηρίζει το περιεχόμενο της υπεύθυνης δηλώσεως. Ακόμη, στο άρθρο 51 παρ. 11 περ. δ) του ν. 4042/2012 προβλέφθηκε η δυνατότητα υποβολής αιτήσεως υπαγωγής στο άρθρο 24 του ν. 4014/2011 και για χώρους, για τους οποίους έχει υποβληθεί φάκελος για την υπαγωγή στο άρθρο 5 του ν. 3843/2010 (Α΄ 62).

 

 

  13. Επειδή, περαιτέρω, με το άρθρο 4 παρ. 1 α. της από 31.12.2011 πράξεως νομοθετικού περιεχομένου (Α΄ 268), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν. 4047/2012 (Α΄ 31/23.2.2012), παρατάθηκε μέχρι τις 28.2.2012 η προβλεπόμενη από το άρθρο 24 παρ. 3 του ν. 4014/2011 ως λήγουσα στις 30.11.2011 προθεσμία για την υποβολή της αιτήσεως για την υπαγωγή των αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων σε ρύθμιση, του εντύπου υπολογισμού του ενιαίου ειδικού προστίμου της δηλούμενης κατασκευής και την καταβολή του παραβόλου. Ακολούθως, με το άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 4051/2012 (Α΄ 40/29.2.2012) η ως άνω προθεσμία παρατάθηκε μέχρι τις 30.6.2012, ενώ η προθεσμία υποβολής των λοιπών δικαιολογητικών για τις υποβαλλόμενες μετά τις 28.2.2012 αιτήσεις έως τις 30.9.2012, παρασχέθηκε δε εξουσιοδότηση στους Υπουργούς Οικονομικών και Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και για νέα παράταση των ως άνω προθεσμιών.

 

 

  14. Επειδή, το ανωτέρω περιγραφόμενο σύστημα ρυθμίσεως των αυθαίρετων κατασκευών και χρήσεων του ν. 4014/2011 περιέχει νέες προβλέψεις σε σχέση με την κριθείσα με τις 3500/2009 και 3921/2010 αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου ως ευρισκόμενη σε αντίθεση με το Σύνταγμα διάταξη του άρθρου 8 παρ. 5 του ν. 3044/2002. Συνεπώς, οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους αμφισβητείται η συμφωνία με το  Σύνταγμα του ν. 4014/2011, δεν είναι προδήλως βάσιμοι.

 

 

  15. Επειδή, με τις νεώτερες του ν. 4014/2011 διαδοχικές νομοθετικές ρυθμίσεις, που παρατίθενται στις σκέψεις 11-13, με τις οποίες ορίσθηκε νέος τρόπος αποδείξεως του χρόνου ολοκληρώσεως της αυθαίρετης κατασκευής ή εγκαταστάσεως της αυθαίρετης χρήσεως, σε συνδυασμό με τις επακολουθήσασες παρατάσεις των προθεσμιών υποβολής των δικαιολογητικών για την υπαγωγή στην επίδικη ρύθμιση, μεταβάλλεται κατά τρόπο ουσιώδη το αρχικό σύστημα του νόμου, το οποίο κατά την εισηγητική έκθεση έθετε ως όριο («κόκκινη γραμμή») την τακτοποίηση της αυθαίρετης δομήσεως που πραγματοποιήθηκε μέχρι την ημερομηνία καταθέσεως του σχεδίου του νόμου (28.7.2011). Τούτο, διότι με τις νέες αυτές ρυθμίσεις, τροποποιούνται οι διαδικαστικές προϋποθέσεις που είχαν καθοριστεί αρχικώς για την απόδειξη της κατασκευής των αυθαιρέτων έως την ως άνω κρίσιμη ημερομηνία της 28.7.2011 και εισάγεται νομοθετικό πλαίσιο, με το οποίο δεν εξασφαλίζεται ο αποκλεισμός της υπαγωγής στη ρύθμιση του νόμου κατασκευών που ανεγείρονται ή χρήσεων που εγκαθίστανται μετά την ανωτέρω ημερομηνία, αλλά αντιθέτως παρέχεται εν τοις πράγμασι η δυνατότητα να ενταχθούν στη ρύθμιση και κατασκευές που ανεγείρονται ή χρήσεις που εγκαθίστανται μεταγενεστέρως και έως τη λήξη των νέων προθεσμιών, οι οποίες ορίσθηκαν με τις νεότερες διατάξεις για την υποβολή σχετικής αιτήσεως και δικαιολογητικών, και ως προς τις οποίες μάλιστα παρέχεται εξουσιοδότηση για την παράτασή τους. Ενόψει αυτών, υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω βλάβης του φυσικού και οικιστικού περιβάλλοντος και δημιουργίας τετελεσμένων καταστάσεων με την πραγματοποίηση και νέας αυθαίρετης δομήσεως. Υπό τα δεδομένα αυτά, συντρέχει, κατά την κρίση της Επιτροπής, περίπτωση να διαταχθεί, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 52 του π.δ./τος 18/1989, ως πρόσφορο μέτρο, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως, η απαγόρευση υποβολής αιτήσεων βάσει δικαιολογητικών πέραν των προβλεπομένων στον αρχικό νόμο (άρθρο 24 παρ. 2 περ. β του ν. 4014/2011) και η διακοπή της επεξεργασίας εκείνων από τις ήδη υποβληθείσες αιτήσεις που δεν στηρίζονται στα ως άνω δικαιολογητικά του ν. 4014/2011 (δηλαδή αεροφωτογραφίες ή δημόσια έγγραφα), για την απόδειξη του χρόνου ολοκληρώσεως της κατασκευής ή εγκαταστάσεως της χρήσεως.

 

 

Δ ι ά   τ α ύ τ α

 

 

  Δέχεται την αίτηση.

 

  Διατάσσει τα κατά το σκεπτικό πρόσφορα μέτρα.

 

  Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.

 

  Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 21 Μαρτίου και στις 2 Απριλίου 2012 και εκδόθηκε στις 3 Απριλίου 2012.

 

  Ο Πρόεδρος    Η Γραμματέας

 

 

  Π. Πικραμμένος         Μ. Παπασαράντη