ΠΠρΑθ 3110/2015

 

Μετατροπή καταψηφιστικής αγωγής σε αναγνωριστική - Τέλος δικαστικού ενσήμου Ερημοδικία -.

 

Οι αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 (πριν από τις 25.7.2011) αλλά στη συνέχεια τράπηκαν σε αναγνωριστικές υπόκεινται σε υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου. Κρίσιμος χρόνος δεν είναι ο χρόνος άσκησής τους, αλλά ο χρόνος τροπής του αιτήματός τους από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό. Παράλειψη προκαταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου. Ο ενάγων θεωρείται ότι δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση και το δικαστήριο, εφόσον η συζήτηση γίνεται με δική του επιμέλεια, απορρίπτει την αγωγή, για ουσιαστικούς λόγους, με αποτέλεσμα, αν δεν θεραπευτεί με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου κατά τη συζήτηση εφέσεως, να επέρχεται ουσιαστικό δεδικασμένο. Πλασματική ερημοδικία.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 3110/2015

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

    ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους δικαστές Δήμητρα Μουχίμογλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννα Αλεξίδου, Πρωτοδίκη, Διονύσιο Χατζή, Δικαστικό Πάρεδρο - Εισηγητή (κωλυομένων των τακτικών Δικαστών) και από τη γραμματέα Ελένη Κρητικού.

 

      ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριο του, την 28η Μαΐου 2015, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

      ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ ..., κατοίκου Λειβαδίων Χίου, επί της οδού ... ο οποίος παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων δικηγόρων του Λουκά Μάμα (AM ΔΣ Χίου 171/03) και Θεοδώρου Λύτρα, που κατέθεσαν προτάσεις, και

 

      ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1. ..., χειρούργου ορθοπεδικού ιατρού, κατοίκου Πειραιά, επί της οδού ..., ο οποίος παραστάθηκε δια των πληρεξουσίων δικηγόρων του Κωνσταντίνου Χασομέρη (AM ΔΣΑ 13145) και Γεωργίου Σιούλα (AM ΔΣΑ 11933), που κατέθεσαν προτάσεις, και

2. Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «ΚΛΙΝΙΚΗ ΛΕΥΚΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΘΗΝΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, επί των οδών Παπαδιαμαντοπούλου, αρ. 16, και Γ. Σισίνη, αρ. 1, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, και παραστάθηκε δια της πληρεξουσίου δικηγόρου της Ιωάννας Σκαργιώτη (AM ΔΣΑ 14262), που κατάθεσε προτάσεις

 

      Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η με γενικό αριθμό κατάθεσης και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου 50942-2393/7-3-2008 αγωγή του, που προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 8ης-10-2009, οπότε ματαιώθηκε, λόγω αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων για τις εθνικές εκλογές της 4ης-10-2009. Ύστερα δε από την από 24-11-2009 κλήση του ενάγοντος προσδιορίστηκε για συζήτηση στη δικάσιμο της 10ης-11-2011, οπότε η συζήτηση της αναβλήθηκε, κατόπιν αιτήματος του πρώτου εναγόμενου, για την 15η-5-2014, οπότε ματαιώθηκε εκ νέου, λόγω αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων για τις εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης της 18ης-5-2014. Εν συνεχεία, βάσει της από 3-7-2014 κλήσης του ενάγοντος, προσδιορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της αγωγής η 19η-2- 2015, οπότε, όμως, αναβλήθηκε εν νέου, αιτήσει του πρώτου εναγόμενου, για την 23η-4-2015, οπότε αναβλήθηκε για την ανωτέρω αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και ανεγράφη στο οικείο πινάκιο με αριθμό ΧΗ3-7, οπότε εκφωνήθηκε και συζητήθηκε με τη σειρά του πινακίου.

 

ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται παραπάνω, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

       Με την κρινόμενη αγωγή του ο ενάγων εκθέτει ότι, εξαιτίας των παρατιθέμενων στην αγωγή σφαλμάτων, στα οποία υπέπεσε ο πρώτος εναγόμενος, χειρούργος ορθοπεδικός ιατρός, τόσο κατά το προεγχειρητικό στάδιο και την εκτέλεση της αναφερόμενης στην αγωγή χειρουργικής επέμβασης, που διενεργήθηκε στις εγκαταστάσεις της δεύτερης εναγόμενης, με την οποία ο πρώτος εναγόμενος συνεργαζόταν σε καθεστώς ελεύθερης συνεργασίας, όσο και κατά το μετεγχειρητικό στάδιο, υπέστη την εκτιθέμενη στην αγωγή περιουσιακή ζημία και ηθική βλάβη, για την αποκατάσταση της οποίας ζητεί, αφότου παραδεκτά (άρθρα 223 εδ. β, 295 παρ. 1 εδ. β και 297 ΚΠολΔ), με τις προτάσεις και με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του, που καταχωρίστηκε στα πρακτικά, έτρεψε το αίτημα από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται να του καταβάλουν εις ολόκληρον το ποσό των 987.881,456, κατά τα ειδικότερα αναλυόμενα στην αγωγή, νομιμοτόκως από 5-5-2005, άλλως από την επόμενη της επίδοσης της αγωγής, άλλως, επικουρικά, το ποσό των 789,623,25c, νομιμοτόκως από 5-5-2005, άλλως από την επόμενη της επιδόσεως της αγωγής και μέχρι την εξόφληση, πλέον των αναλυτικά παρατιθέμενων στην αγωγή τμηματικών παροχών, νομιμοτόκως από την επόμενη της δήλης μέρας καταβολής εκδοθησόμενης απόφασης, η προσωπική κράτηση του πρώτου εναγομένου για ένα έτος, να κηρυχθεί η εκδοθησόμενη απόφαση προσωρινά εκτελεστή, πλην της διάταξης περί προσωπικής κράτησης, και να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην καταβολή της εν γένει δικαστικής του δαπάνης.

 

      Με αυτό το περιεχόμενο και με αυτά τα αιτήματα, η ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου φερόμενη προς συζήτηση υπό κρίση αγωγή δεν μπορεί να εξεταστεί ούτε ως προς το παραδεκτό ούτε ως προς τη νομική και ουσιαστική της βασιμότητα, διότι, μολονότι ο ενάγων κλήθηκε, κατ' άρθρο 227 ΚΠολΔ, να προσκομίσει το αναλογούν τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. τη σχετική συνημμένη στο εσωτερικό του φακέλου της δικογραφίας σημείωση της γραμματέως), δεν το έφερε εντός της ταχθείσης προθεσμίας, με συνέπεια να λογίζεται ότι δικάστηκε ερήμην (ΕφΑΘ. 93/2010, Δ/ΝΗ 2011, 1068). Σε σχέση δε με την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου στην κρινόμενη υπόθεση λεκτέα είναι τα ακόλουθα: Η υπό κρίση αγωγή κατατέθηκε στη γραμματεία του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την 7η-3-2008 και επιδόθηκε στον πρώτο εναγόμενο την 24η-3-2008 (βλ. τη με αριθμό 4514/24-3-2008 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ...) και στη δεύτερη εναγόμενη την 14η-3-2008 (βλ. τη με αριθμό 4502/14-3-2008  δικαστικής επιμελήτριας ...), ενώ, όπως προαναφέρθηκε, το αίτημα της τράπηκε από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό το πρώτον ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με τις νομίμως κατατεθειμένες σε αυτό προτάσεις και τη σχετική ενώπιον του ακροατηρίου προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά. Περαιτέρω, το άρθρο 70 του ν. 3994/2011 αντικατέστησε την παράγραφο 3 του άρθρου 7 του ν. δ. 1544/1942, επιβάλλοντας την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου και για τις αναγνωριστικές αγωγές. Επιπρόσθετα, στην παρ. 14 του άρθρου 72 του ιδίου ως άνω νόμου (3994/2011) ορίστηκε ότι η παράγραφος 3 του άρθρου 7 του νομοθετικού διατάγματος 1544/1942 εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, δηλ. επέβαλλε την υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου για τις αναγνωριστικές αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011, ήτοι μετά την 25η-7-2011. Ακολούθως δε, το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 4055/2012 όρισε ότι «η διάταξη της παραγράφου 14 του άρθρου 72 του ν. 3994/2011 έναρξη εφαρμόζεται στις αγωγές που ασκήθηκαν ισχύος αυτού». Η τελευταία αυτή διάταξη του ν. 4055/2012 ερμηνεύεται από το παρόν Δικαστήριο με την έννοια ότι το ζήτημα της υποχρέωσης ή μη καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου, αναφορικά με όσες αγωγές ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν την 25η-7-2011 και τράπηκαν ύστερα σε αναγνωριστικές, δεν διέπεται από την παρ. 14 του άρθρου 72 του ν. 3994/2011 αλλά από την παρ. 2 του παραπάνω άρθρου (72) του ν. 3994/2011, που ορίζει ότι οι διαδικαστικές πράξεις των κατά την εισαγωγή του ανωτέρω νόμου εκκρεμών στον πρώτο βαθμό δικών ρυθμίζονται από τις διατάξεις του. Συνεπώς, οι αγωγές που ασκήθηκαν μεν ως καταψηφιστικές προ της έναρξης ισχύος του ν. 3994/2011 (δηλ. προ της 25ης - 7 -2011) αλλά τράπηκαν σε αναγνωριστικές ύστερα υπόκεινται σε υποχρέωση καταβολής δικαστικού ενσήμου, διότι κρίσιμος δεν είναι ο χρόνος της άσκησης τους, καθώς το άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 4055/20.12 ρητά τις εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 72 παρ. 14 του ν. 3994/2011, που εισάγει ως κριτήριο για την υποχρέωση καταβολής ενσήμου το αν η αγωγή ασκήθηκε πριν ή μετά την 25η ο χρόνος τροπής του αιτήματος τους απο καταψηφιστικο σε αναγνωριστικό (σύμφωνη η ΜΠρΑΘ. 3242/2013, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, contra η ΜΠρΘεσσ. 1427/2014, Αρμ. 2014, 597, και η ΠΠρΑθ. 4285/2012, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, που έκρινε ότι η διάταξη του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. δ. 1544/1992, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 και δεν εξαιρεί πλέον από την υποχρέωση καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου τις αναγνωριστικές αγωγές, εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο 72 παρ. 14 του ίδιου νόμου, στις αγωγές που ασκούνται μετά την έναρξη ισχύος του (25 - 7 - 2011) και δεν καταλαμβάνει εκείνες που ασκήθηκαν προηγουμένως, ακόμη και εάν ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές και κατά την εκδίκαση τους, υπό την ισχύ του ανωτέρω νόμου, τράπηκαν σε αναγνωριστικές). Εξάλλου, όταν ο ενάγων παραλείψει να προκαταβάλει το τέλος δικαστικού ενσήμου, που απαιτείται για το αντικείμενο της αγωγής του, θεωρείται ότι δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση και το δικαστήριο, εφόσον η συζήτηση γίνεται με δική του επιμέλεια, απορρίπτει την αγωγή, για ουσιαστικούς λόγους, με αποτέλεσμα, αν δεν θεραπευτεί με την καταβολή του δικαστικού ενσήμου κατά τη συζήτηση εφέσεως, να επέρχεται ουσιαστικό δεδικασμένο (ΑΠ 818/1994 Ελλ.Δ/νη 1997, 585, ΑΠ 804/1993 Ελλ.Δ/νη 1995, 133, ΕφΠειρ. 1392/1989 Ελλ.Δ/νη 28, 660, ΕφΑΘ. 7473/1987 Ελλ.Δ/νη 29, 1685, ΕφΑΘ. 5262/1983 ΝοΒ 1984, 307). Ας σημειωθεί ότι η διάταξη του άρθρου 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, με την οποία καθιερώνεται το ως άνω σύστημα ειδικών συνεπειών της ερημοδικίας του ενάγοντος, όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 30 του ν. 3994/2011 και ισχύει από τη δημοσίευση της στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ήτοι από 25 - 7 - 2011, καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς δίκες (άρθρα 72 παρ. 2 και 77 του ν. 3994/2011, βλ. σχετικά την ΠΠρΘεσσ. 25328/2013, ΝΟΜΟΣ), δηλ. δίκες επί αγωγών, οι οποίες ασκήθηκαν μεν πριν από την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου, αλλά, όμως, η συζήτηση τους λαμβάνει χώρα μετά την έναρξη ισχύος του (ΠΠρΘεσσ, 6152/2013, ΝΟΜΟΣ, βλ. Χ. Απαλλαγάκη, «Η διαγνωστική δίκη και η αναγκαστική εκτέλεση κατά τον ΚΠολΔ - συμπλήρωμα ερμηνείας του ΚΠολΔ μετά τις τροποποιήσεις του Ν. 3994/2011», 2011, σελ. 41). Επιπρόσθετα, πρέπει να επισημανθεί ότι η πλασματική αυτή ερημοδικία, που είχε αρχικά προβλεφθεί από το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. δ. 1544/1942, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την κατά τα ανωτέρω τροποποίηση από το άρθρο 30 του ν. 3994/2011 του άρθρου 272 παρ. 1 ΚΠολΔ, που ορίζει τα σχετικά με την ερημοδικία του ενάγοντος, διότι η συγκεκριμένη κύρωση του άρθρου 7 παρ. 1 του ν. δ, 1544/1942 δεν έχει θιγεί ως προς το συγκεκριμένο θέμα (πλασματική ερημοδικία του ενάγοντος) από τις διατάξεις του ν. 3994/2011, δεδομένου ότι από το νεότερο γενικό νόμο (ν. 3994/2011) δεν προκύπτει βούληση του νομοθέτη να καταργήσει τον παλαιότερο ειδικό νόμο (ν .δ. 1544/1942), που έχει, άλλωστε, διατηρηθεί σε ισχύ με το άρθρο 1 ΕισΝΚΠολΔ και δεν θεωρείται ασυμβίβαστος, λόγω της ειδικότητας του, προς το ισχύον σύστημα της ερημοδικίας και διατηρείται, συνεπώς, σε ισχύ (πρβλ. την ΜΠρΑθ. 2445/2013, δημοσιευθείσα στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «Ισοκράτης» του ΔΣΑ, που έκρινε τα ίδια, σε σχέση με τη μη κατάργηση από τον προϊσχύσαντα ν. 2915/2001 των προβλεπόμενων από το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. δ. 1544/1942 συνεπειών ερημοδικίας του ενάγοντος, σε περίπτωση μη καταβολής του δικαστικού ενσήμου). Εξάλλου, στην περίπτωση της ερημοδικίας του ενάγοντος (αντίθετα με τα ισχύοντα επί ερημοδικίας εναγόμενου), η αγωγή απορρίπτεται ως αβάσιμη, χωρίς να προηγηθεί έρευνα του παραδεκτού και του νομίμου, διότι η έρευνα της παράστασης των διαδίκων αποτελεί προϋπόθεση για την έρευνα της υπόθεσης και, για το λόγο αυτό, προηγείται της διερεύνησης της τελευταίας, ως προς το παραδεκτό και νόμιμο αυτής (πρβλ. ΕφΑΘ 11628/1995, ΑρχΝ 1996, 85, ΜΠρΡοδ. 35/2013, ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑγρ 87/1991, ΑρχΝ 1991, 459, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα - Μακρίδου. «Ερμηνεία ΚΠολΔ», 2000, σε άρ. 272, σελ. 563, για τις συνέπειες ερημοδικίας υπό το προϊσχύσαν δίκαιο, προ των μεταβολών που είχε επιφέρει ο ν. 2915/2001, συνέπειες ταυτόσημες με τις νυν ισχύουσες). Επομένως, σε συνέχεια των ανωτέρω, ο ενάγων πρέπει να δικαστεί ερήμην και η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί, χωρίς να προηγηθεί έρευνα του παραδεκτού και του νομίμου της. Πρέπει, επίσης, να ορισθεί, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο διατακτικό της αποφάσεως, το προκαταβλητέο παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση που ο ενάγων ασκήσει ανακοπή ερημοδικίας κατά της παρούσας αποφάσεως (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ). Τέλος, καθώς ο εφαρμοστέος κανόνας του άρθρου 21 παρ. 2 του ν. 4055/2012, αναφορικά με την υποχρέωση ή μη καταβολής τέλους δικαστικού ενσήμου για τις αγωγές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν την έναρξη ισχύος του ν. 3994/2011 και τράπηκαν ύστερα αναγνωριστικές, ήταν ιδιαίτερα δυσχερής και υπάρχει επ' αυτού του ζητήματος αντικρουόμενη νομολογία, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφισθούν μεταξύ των διαδίκων κατ' άρθρο 179 ΚΠολΔ.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ ερήμην του ενάγοντος.

 

ΟΡΙΖΕΙ το νόμιμο παράβολο ερημοδικίας για την περίπτωση της ασκήσεως εκ μέρους του ενάγοντος ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων ευρώ (200€).

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.

 

ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 24η Σεπτεμβρίου 2015.

 

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα την 30η Σεπτεμβρίου 2015, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ