ΠΠρΑθ 21/2015

 

Ασφαλιστικά μέτρα - Αίτηση αναστολής εκτέλεσης - Έφεση κατά απόφασης προσωρινά εκτελεστής - Ερημοδικία εκκαλούντος - Υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη - Σοβαρός κλονισμός επιχειρηματικής δραστηριότητας - Οικονομική κρίση -.

 

Αίτηση με την οποία ζητείται η αναστολή της εκτέλεσης της απόφασης που εξεδόθη ερήμην της αιτούσας κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία υποχρεώθηκε η τελευταία να καταβάλει στην καθ' ης η αίτηση το χρηματικό ποσό των 217.500 ευρώ και η οποία κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της έφεσης που η αιτούσα έχει ασκήσει ενώπιον του Εφετείου Αθηνών. Κρίθηκε ότι ήδη η ερημοδικασθείσα αιτούσα, με την έφεση της, προβάλλει, μεταξύ άλλων, λόγους έφεσης που πλήττουν την ουσιαστική βασιμότητα της αξίωσης της καθ' ης η αίτηση, αρνούμενη τα πραγματικά περιστατικά της βάσης της αγωγής, τούτο συνεπάγεται αναγκαίως εξαφάνιση της εκκαλουμένης σε όλη την έκταση. Πιθανολογήθηκε ότι από την προσωρινή εκτέλεση της εκκληθείσας πρωτοβάθμιας εν όλω προσωρινώς εκτελεστής αποφάσεως σε βάρος της, η αιτούσα εταιρεία θα υποστεί αυτόθροη ανεπανόρθωτη βλάβη, δεδομένου ότι η προειρημένη έφεση της θα γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, οπότε η εκκαλουμένη θα εξαφανισθεί, επιπλέον, δε, θα έχει ως συνέπεια την υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση της αιτούσας, που υπό τις συνθήκες της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, μπορεί να επιφέρει σοβαρό κλονισμό της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, ενώ η καθ' ης η αίτηση δεν θα υποστεί βλάβη αφού πρόκειται για επιχείρηση με πολύ μεγαλύτερο κύκλο εργασιών σε σχέση με την αιτούσα.

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

 

 

Αριθμός αποφάσεως 21/2015

 

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

(Διαδικασία Ασφαλιστικών μέτρων)

 

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Χαρίκλεια Κ. Ηλιοπούλου, Πρόεδρο Πρωτοδικών-Εισηγητρια (η οποία ορίσθηκε κατόπιν κληρώσεως σύμφωνα με το νόμο από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών) και τους Παναγιώτη Γκιόκα και Στυλιανή Αργύρη, Πρωτοδίκες (οι οποίοι ορίσθηκαν από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου της Διοικήσεως του Πρωτοδικείου Αθηνών) και από τη Γραμματέα Γεωργία Μιχοπούλου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 12 Νοεμβρίου 2014, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της αιτούσας: της εταιρείας με την επωνυμία «Τ. ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον διακριτικό τίτλο «Τ. ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ Α.Ε.Β.Ε.» (πρώην Σ. ΕΛΛΑΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ) που εδρεύει στη Μεταμόρφωση Αττικής, … χλμ. Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίας, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τις πληρεξούσιες δικηγόρους της, Αικατερίνη Γαλανοπούλου και Ειρήνη Ζήση.

 

Της καθ'ης η αίτηση: της εταιρείας με την επωνυμία «Τ. E.» που εδρεύει στο Μόναχο Γερμανίας (…………. Munchen), νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Διονύσιο Σκαλτσά και Δήμο Παπαδήμο.

 

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 30.9.2014 αίτηση της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αύξοντα αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 110985/245/2014 και προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.

 

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 528 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 44 § 2 ν. 3994/2011, εάν ασκηθεί έφεση από τον διάδικο που δικάσθηκε ερήμην, η εκκαλουμένη απόφαση εξαφανίζεται μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, ανεξάρτητα από τη διαδικασία που τηρήθηκε. Από την αντιπαραβολή της διατάξεως αυτής «αν ασκηθεί έφεση ... η απόφαση εξαφανίζεται» προς το άρθρο 535 παρ. του ίδιου Κώδικα «αν ο λόγος της έφεσης κριθεί βάσιμος, η απόφαση ... εξαφανίζεται», προκύπτει ότι η εξαφάνιση της ερήμην αποφάσεως επέρχεται με μόνη την άσκηση νομότυπης και εμπρόθεσμης εφέσεως, ανεξαρτήτως αν οι λόγοι αυτής είναι και βάσιμοι κατ' ουσίαν. Πραγματικά, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 271 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 29 ν. 3994/2011, αν ο εναγόμενος δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σε αυτήν κανονικά, οι περιεχόμενοι στην αγωγή πραγματικοί ισχυρισμοί του ενάγοντος θεωρούνται ομολογημένοι, εκτός αν πρόκειται για γεγονότα για τα οποία δεν επιτρέπεται ομολογία και η αγωγή γίνεται δεκτή, εφόσον κρίνεται νομικά αβάσιμη και δεν υπάρχει ένσταση που εξετάζεται αυτεπαγγέλτως. Εκ του λόγου αυτού ακριβώς, παρέχεται στο διάδικο, που δεν εμφανίσθηκε στον πρώτο βαθμό, το δικαίωμα να αναστρέψει με μόνη την άσκηση του ένδικου μέσου της εφέσεως την εν απουσία αυτού εκδοθείσα πρωτόδικη απόφαση, ώστε, μετά την εξαφάνιση αυτής, να ερευνηθεί εκ νέου η ουσία της υποθέσεως στον δεύτερο βαθμό με τη συμμετοχή όλων των διαδίκων μερών και να μη στερηθεί ο διάδικος αυτός της δυνατότητας προβολής των πραγματικών ισχυρισμών, τους οποίους κάθε διάδικος έχει δικαίωμα να προτείνει πρωτοδίκως. Περαιτέρω, η αυτή ως άνω διάταξη του άρθρου 528 του ΚΠολΔ, ορίζει ότι η εξαφάνιση επέρχεται «μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους». Η διάταξη αυτή, κατά το μέρος με το οποίο προσδιορίζει τα όρια της εξαφανίσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως, δεν εισάγει νεωτερισμό, αλλά είναι ταυτόσημη με το περιεχόμενο του άρθρου 522 του ΚΠολΔ, με το οποίο εκφράζεται η από μακρού χρόνου ισχύουσα γενική δικονομική αρχή, ότι με την έφεση δεν μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο η υπόθεση στο σύνολο της, αλλά μόνον ως προς τα κεφάλαια εκείνα της πρωτόδικης αποφάσεως που πλήττονται με το εφετήριο και τους πρόσθετους λόγους. Επομένως: α) αν με την έφεση ο εναγόμενος που δικάστηκε πρωτοδίκως ερήμην, προβάλλει ότι η αγωγή είναι νόμω αβάσιμη, αόριστη και απαράδεκτη, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο ερευνά τις ως άνω ελλείψεις, χωρίς να εξαφανίσει προηγουμένως την προσβαλλόμενη απόφαση, β) αν ο ενάγων ή ο εναγόμενος, που δικάσθηκαν πρωτοδίκως ερήμην, προβάλλουν ως λόγο έφεσης, την εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής, η απόφαση πλήττεται στο σύνολο της και πρέπει να εξαφανισθεί ως προς όλες τις διατάξεις της, γ) επί αγωγής, η οποία έγινε δεκτή ως προς το κεφάλαιο και τους τόκους, αν ο εναγόμενος παραπονείται μόνο κατά του κεφαλαίου επί του οποίου επιδικάστηκαν τόκοι, η απόφαση εξαφανίζεται μόνο κατά το κεφάλαιο αυτό, δ) αν με την έφεση ο εναγόμενος προβάλει μόνο καταλυτικές της αγωγής ενστάσεις, όπως είναι η ένσταση εξοφλήσεως ή παραγραφής ή εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς την απόρριψη των ενστάσεων αυτών, η απόφαση δεν εξαφανίζεται κατά το μέρος με το οποίο κρίθηκε ως βάσιμη η απαίτηση, αλλά μόνο κατά το διατακτικό της. Έτσι, αν ο λόγος εφέσεως συνίσταται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων ως προς τη βάση της αγωγής, ο συλλογισμός καταστρώσεως της πρωτόδικης αποφάσεως ανακόπτεται εξ υπαρχής και η απόφαση εξαφανίζεται ολοσχερώς. Περαιτέρω, πρέπει να τονισθεί ότι για να επέλθει το αποτέλεσμα της εξαφανίσεως της αποφάσεως, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δεν ερευνά αν ο λόγος εφέσεως είναι βάσιμος, αν όμως ο λόγος αυτός είναι μη νόμιμος, αόριστος ή αλυσιτελής απορρίπτεται και η απόφαση δεν εξαφανίζεται. Μετά την εξαφάνιση της αποφάσεως, χωρεί ενώπιον του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου νέα συζήτηση της υποθέσεως, κατά την οποία ο εκκαλών μπορεί να προτείνει όλους τους πραγματικούς ισχυρισμούς, τους οποίους και πρωτοδίκως είχε δικαίωμα να προτείνει, χωρίς να υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 527 ΚΠολΔ (Σ. Σαμουήλ «Η έφεση», έκδοση 2003. αρ. 228 δ, σ. 99, Κεραμέα - Κονδύλη - Νίκα, ΚΠολΔ, συμπλήρωμα 2003, άρθρο 528, σ. 68). Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 912 ΚΠολΔ «Αν ασκηθεί εμπρόθεσμο ανακοπή ή έφεση κατά της απόφασης που κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή σύμφωνα με το άρθρο 908 ή 910, μπορεί έως την συζήτηση στο ακροατήριο της ανακοπής ή της έφεσης, να διαταχθεί, αν το ζητήσει ο διάδικος που νικήθηκε, να ανασταλεί οριστικά ή εν μέρει η εκτέλεση ώσπου να εκδοθεί οριστική απόφαση, με τον όρο να δοθεί εγγύηση η οποία ορίζεται από την απόφαση που διατάζει την αναστολή ή και χωρίς εγγύηση, εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση της ανακοπής ή της έφεσης» (παρ. 1). «Την αναστολή της παρ. 1 διατάζει το Δικαστήριο το οποίο εξέδωσε την απόφαση που προσβάλλεται. Η αίτηση συζητείται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ....» (παρ. 2). Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, εάν μια δικαστική απόφαση κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, ο διάδικος που ηττήθηκε δικαιούται να ζητήσει από το Δικαστήριο που την εξέδωσε την αναστολή της εκτελέσεως της, (είτε απειλείται είτε άρχισε η αναγκαστική εκτέλεση), με σχετική αίτηση του, αφού η ως άνω διάταξη δεν προϋποθέτει έναρξη εκτελέσεως, αλλά απλώς εκτελεστότητα. Προϋπόθεση χορηγήσεως της αναστολής είναι να έχει ασκηθεί, από τον ηττηθέντα διάδικο, παραδεκτώς ανακοπή ή έφεση κατά της αποφάσεως και να πιθανολογείται η ευδοκίμηση ενός τουλάχιστον λόγου αυτών, οπότε τότε μόνο το Δικαστήριο, για τη χορήγηση ή μη της αναστολής, ερευνά αθροιστικώς και τη συνδρομή του στοιχείου της βλάβης από την εκτέλεση της αποφάσεως στο πρόσωπο του αιτούντος, η οποία (βλάβη) άλλως (δηλ. αν το ένδικο μέσο ασκήθηκε απαραδέκτως ή αν δεν πιθανολογείται η ευδοκίμηση του), δεν ερευνάται. Ειδικότερα, επί ασκηθείσης εφέσεως κατά προσωρινώς εκτελεστής αποφάσεως, η ουσιαστική βασιμότητα της αιτήσεως εξαρτάται από την πιθανολόγηση βλάβης στο πρόσωπο του αιτούντος σε περίπτωση παραδοχής της εφέσεως και λόγω της εξαφανίσεως της αποφάσεως που πρόκειται να εκτελεσθεί. Το επιλαμβανόμενο Δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Για το λόγο αυτό απαιτείται επιπροσθέτως η πιθανολόγηση της συνδρομής επείγουσας περιπτώσεως ή της αποτροπής επικειμένου κινδύνου.

 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση, επιδιώκεται να διαταχθεί η αναστολή της εκτελέσεως της υπ' αριθμ. 1812/2014 αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου, που εξεδόθη ερήμην της ήδη αιτούσας κατά την τακτική διαδικασία, με την οποία υποχρεώθηκε η τελευταία να καταβάλει στην ήδη καθ' ης η αίτηση το χρηματικό ποσό των 217.500 ευρώ και η οποία κηρύχθηκε εν όλω προσωρινώς εκτελεστή, έως ότου εκδοθεί απόφαση επί της από 22.9.2014 εφέσεως που η αιτούσα έχει ασκήσει νομότυπα και εμπρόθεσμα ενώπιον του Εφετείου Αθηνών, για το λόγο ότι η έφεση έχει μεγάλες πιθανότητες να ευδοκιμήσει, ενώ η τυχόν καταβολή του επιδικασθέντος ποσού θα επιφέρει στην αιτούσα υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη. Ζητεί, τέλος, να επιβληθούν εις βάρος της καθ' ης η αίτηση τα δικαστικά της έξοδα.

 

 

Η αίτηση αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. και 912 παρ. 2 του ΚΠΟΛΔ), έχει, δε, το παρόν Δικαστήριο διεθνή δικαιοδοσία να τη δικάσει, εφόσον και η καθ' ης δεν αντιλέγει (άρθρο 3 του ΚΠΟΛΔ), εφαρμοστέο, δε, δίκαιο είναι το ελληνικό, εφόσον τις διατάξεις αυτού επικαλείται η αιτούσα και δεν αντιλέγει η καθ' ης η αίτηση, υφισταμένης έτσι σιωπηρής μετασυμβατικής συμφωνίας σχετικά με την εφαρμογή του (άρθρο 3 παρ. 2 και 10 παρ. 2 του ν. 1792/1988). Σημειώνεται ότι οι πληρεξούσιες δικηγόροι της αιτούσας, ..., έχουν καταθέσει τα υπ' αριθμ. Π0363643 και Π0373608 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών στον ΔΣΑ αντίστοιχα, οι δε πληρεξούσιοι δικηγόροι της καθ' ης η αίτηση, Διονύσιος Σκαλτσάς και Δήμος Παπαδήμος, έχουν καταθέσει τα υπ' αριθμ. Π0360683 και Π0360678 γραμμάτια προκαταβολής εισφορών στον ΔΣΑ αντίστοιχα (άρθρα 61 παρ. 1 και 4 του ν. 4194/2013). Είναι δε επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενου του αντίθετου ισχυρισμού της καθ' ης η αίτηση και νόμιμη, στηριζομένη στη διάταξη του άρθρου 912 του ΚΠΟΛΔ, πλην του αιτήματος περί επιδικάσεως των δικαστικών εξόδων εις βάρος της καθ' ης η αίτηση, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθώς, επί αιτήσεως αναστολής εκτελεστότητας, τα δικαστικά έξοδα επιβάλλονται πάντοτε εις βάρος του αιτούντος (άρθρο 84 παρ. 2 του ν. 4194/2013 όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ.3 του ν. 4236/2014). Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν.

 

 

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ... και … που εξετάσθηκαν νομότυπα στο ακροατήριο με επιμέλεια της αιτούσας και της καθ 'ης η αίτηση αντίστοιχα, από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν, από τις υπ'αριθμ. 51950/7.11.2014 και 51953/10.11.2014 ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζει η αιτούσα, οι οποίες έχουν δοθεί ενώπιον του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., μετά από κλήτευση της καθ' ης η αίτηση (όπως προκύπτει από το προσκομιζόμενο σε ελληνική μετάφραση με ημερομηνία 28.10.2014 αποδεικτικό επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Ειρηνοδικείο Μονάχου ....), από την υπ' αριθμ. 9527/11.11.2014 ένορκη βεβαίωση που προσκομίζει η καθ 'ης η αίτηση, η οποία έχει δοθεί ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ..., μετά από κλήτευση της αιτούσας (όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 7297/6.11.2014 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιώς ...), από τα προφορικώς αναπτυχθέντα στο ακροατήριο από τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, καθώς και από όλους τους εμπεριεχόμενους στα έγγραφα σημειώματα που οι διάδικοι κατέθεσαν ισχυρισμούς, πιθανολογούνται τα ακόλουθα: Στις 24.7.2006, η αιτούσα και η καθ' ης η αίτηση υπέγραψαν στην Αθήνα, σύμβαση, με βάση την οποία η τελευταία ανέλαβε την εκτέλεση του έργου της μηχανολογικής σχεδιάσεως, κατασκευής και τοποθετήσεως κινητών στεγάστρων, επί βάσης υποδομής για τη στέγαση των τριών υπαίθριων χώρων του εμπορικού κέντρου AVENUE που βρίσκεται επί της ... στο Μαρούσι Αττικής. Στις 28.9.2011, η ήδη καθ' ης η αίτηση κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (Τακτική Διαδικασία) την από 27.9.2011 (αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. 162183/9212/2011) αγωγή της κατά της ήδη αιτούσας, η οποία προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 4ης Δεκεμβρίου 2013, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί η τελευταία να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 217.500 ευρώ, νομιμοτόκως κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή ως υπόλοιπο εργολαβικού ανταλλάγματος. Στις 18.11.2013, η ήδη αιτούσα κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (Τακτική διαδικασία) την από 14.11.2013 (αυξ. αριθμ. εκθ. καταθ. 152913/4413/2013) αγωγή της, που προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 20ής Ιανουαρίου 2016, με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί η ήδη καθ ης η αίτηση να της καταβάλει το ποσό των 787.800 ευρώ ως αχρεωστήτως καταβληθέν λόγω μειώσεως τιμήματος, το ποσό των 314.751,43 ευρώ ως ζημία λόγω ελλείψεως συμφωνηθείσας ιδιότητας του έργου και το ποσό των 75.000 ευρώ ως συμφωνηθείσα ποινική ρήτρα. Κατά τη δικάσιμο της 4ης Δεκεμβρίου 2013, κατά την οποία είχε ορισθεί να συζητηθεί η πρώτη εκ των ως άνω δύο αγωγών, εμφανίσθηκε η πληρεξούσια δικηγόρος της ήδη αιτούσας, Ειρήνη Ζήση, μόνον για την υποβολή αιτήματος αναβολής προς συνεκδίκαση με την δεύτερη εκ των ως άνω δύο αγωγών. Το αίτημα αυτό απερρίφθη από το Δικαστήριο, η ως άνω πληρεξούσια δικηγόρος της ήδη αιτούσας δεν έλαβε μέρος στην αποδεικτική διαδικασία και, ως εκ τούτου, η ήδη αιτούσα (και τότε εναγομένη) εταιρεία δικάσθηκε ερήμην, κατ' εφαρμογή του άρθρου 280 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Επί της αγωγής της ήδη καθ' ης η αίτηση εξεδόθη η υπ' αριθμ. 1812/2014 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, με την οποία έγινε δεκτή την αγωγή της τότε ενάγουσας (και ήδη καθ' ης η αίτηση) ως και κατ' ουσίαν βάσιμη κατ' εφαρμογή του τεκμηρίου ομολογίας λόγω ερημοδικίας της τότε εναγομένης (και ήδη αιτούσας). Ειδικότερα, με την ως άνω απόφαση υποχρεώθηκε η ήδη αιτούσα να καταβάλει στην ήδη καθ' ης η αίτηση το συνολικό ποσό των 217.500 ευρώ, με το νόμιμο τόκο α) από την 18.12.2007 για το ποσό των 144.050 ευρώ και β) από την 4.12.2008, για το ποσό των 73.450 ευρώ, μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, κηρύχθηκε, δε, εν όλω προσωρινώς εκτελεστή. Ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της παραπάνω αποφάσεως επεδόθη στην ήδη αιτούσα στις 22.9.2014 (όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση της δικαστικής επιμελήτριας ... επί του προσκομιζομένου από την αιτούσα αντιγράφου της υπ' αριθμ. 1812/2014 αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου). Ήδη, η αιτούσα έχει καταθέσει στις 24.9.2014 στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου την από 24.9.2014 (αυξ. αριθ. εκθ. καταθ. 6192/2014) έφεση της κατά της παραπάνω αποφάσεως, η οποία έφεση έχει προσδιορισθεί για τη δικάσιμο της 17ης Σεπτεμβρίου 2015, έχοντας καταβάλει προς τούτο το προβλεπόμενο από το άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠΟΛΔ παράβολο υπέρ του Δημοσίου και ΤΑΧΔΙΚ. Με δεδομένο ότι ήδη η ερημοδικασθείσα αιτούσα, με την έφεση της, προβάλλει - μεταξύ άλλων - λόγους έφεσης που πλήττουν την ουσιαστική βασιμότητα της αξίωσης της καθ' ης η αίτηση, αρνούμενη τα πραγματικά περιστατικά της βάσης της αγωγής, τούτο συνεπάγεται αναγκαίως, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν, εξαφάνιση της εκκαλουμένης σε όλη την έκταση. Από την προσωρινή εκτέλεση της ανωτέρω εκκληθείσας πρωτοβάθμιας εν όλω προσωρινώς εκτελεστής αποφάσεως εις βάρος της, η αιτούσα εταιρεία πιθανολογείται ότι θα υποστεί αυτόθροη ανεπανόρθωτη βλάβη, δεδομένου ότι η προειρημένη έφεση της θα γίνει τυπικά και ουσιαστικά δεκτή, οπότε η εκκαλουμένη θα εξαφανισθεί, επιπλέον, δε, θα έχει ως συνέπεια την υπέρμετρη οικονομική επιβάρυνση της αιτούσας, που υπό τις συνθήκες της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, μπορεί να επιφέρει σοβαρό κλονισμό της επιχειρηματικής της δραστηριότητας, ενώ η καθ' ης η αίτηση δεν θα υποστεί βλάβη αφού πρόκειται για επιχείρηση με πολύ μεγαλύτερο κύκλο εργασιών σε σχέση με την αιτούσα.

 

 

Κατόπιν τούτων, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να χορηγηθεί η αιτούμενη ολική αναστολή της εκτέλεσης μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της ασκηθείσας εφέσεως, πρέπει, δε, η αιτούσα να υποχρεωθεί, κατά μερική παραδοχή του σχετικού αιτήματος της καθ' ης η αίτηση, σε εγγυοδοσία (άρθρο 912 παρ. 1 του ΚΠΟΛΔ) υπέρ της τελευταίας, με τη μορφή καταθέσεως εκ μέρους της αιτούσας εγγυητικής επιστολής αξιόχρεης Τράπεζας, ποσού εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, η οποία θα κατατεθεί στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθ' ης η αίτηση πρέπει να επιβληθούν εις βάρος της αιτούσας (άρθρο 84 παρ. 2 του ν. 4194/2013 όπως τροποποιήθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ.3 του ν. 4236/2014).

 

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.

 

ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΙ την εκτέλεση της υπ' αριθ. 1812/2014 αποφάσεως του Δικαστηρίου τούτου που εξεδόθη κατά την τακτική διαδικασία και κηρύχθηκε προσωρινώς εκτελεστή, μέχρι την έκδοση οριστικής αποφάσεως επί της εφέσεως που έχει ασκήσει η αιτούσα, υπό τους όρους: α) ότι η ασκηθείσα έφεση θα συζητηθεί κατά την προσδιορισθείσα γι αυτήν δικάσιμο και β) ότι θα κατατεθεί από την αιτούσα εγγυοδοσία υπό τη μορφή εγγυητικής επιστολής αξιόχρεης Τράπεζας ποσού εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ υπέρ της καθ' ης η αίτηση. Η παραπάνω εγγυητική επιστολή θα πρέπει να κατατεθεί στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας.

 

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ εις βάρος της αιτούσας τα δικαστικά έξοδα της καθ' ης η αίτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων πενήντα (350) ευρώ.

 

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 28-1-2015

 

            Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

 

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στην Αθήνα, στις

 

            Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ          Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ