ΠΠρΑθ 1990/2017

 

Επικοινωνία γονέα-τέκνου - Πρακτικό συμβιβασμού - Ακυρότητα - Δικαστικό ένσημο -.

 

Το δικαίωμα επικοινωνίας είναι αναφαίρετο και σε περίπτωση απειλής κινδύνου για το τέκνο λόγω ψυχοσωματικής ασθένειας του γονέα ή του χαρακτήρα του ή για άλλο λόγο δεν μπορεί να απαγορευτεί τελείως, αλλά να περιορισθεί ως προς τον το χρόνο, τον τόπο και τη συχνότητά της ή κατ’ άλλο τρόπο, όπως η παρουσία τρίτου προσώπου. Το δικαίωμα δεν είναι δεκτικό διαθέσεως από τους γονείς κι αν ο συμβιβασμός περιέχεται σε πρακτικό δημόσια συνεδριάζοντος δικαστηρίου, είναι άκυρος και η ακυρότητά του μπορεί να αναγνωρισθεί με αναγνωστική αγωγή του γονέα που έχει έννομο συμφέρον. Αντίθετη εκδοχή δεν μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρο 1441 ΑΚ, που προβλέπει συμφωνία των συζύγων για την επιμέλεια και επικοινωνία των τέκνων κατά την έκδοση συναινετικού διαζυγίου. Σε περίπτωση μεταβολής των συνθηκών η ρυθμισμένη με το πρακτικό συμβιβασμού επικοινωνία των τέκνων με τον γονέα που δεν ασκεί την επιμέλεια δεν μπορεί να μεταρρυθμισθεί με αίτημα του γονέα που ασκεί την επιμέλεια, διότι δεν νομιμοποιείται ενεργητικά, ούτε να ανακληθεί ή μεταρρυθμισθεί με βάση το άρθρο 696 § 3 ΚΠολΔ, αφού σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση υπόκεινται μόνο δικαστικές αποφάσεις και όχι δικαστικός συμβιβασμός. Μπορεί να ανατραπεί μόνο με την έκδοση αναγνωριστικής απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, με την οποία θα αναγνωρισθεί η ακυρότητα του πρακτικού συμβιβασμού ή με ανακοπή κατά του κύρους της εκτέλεσής του, εφόσον αποτελεί εκτελεστό τίτλο. Το δικαστικό ένσημο καταργήθηκε στις αναγνωριστικές αγωγές με το άρθρο 33 του ν. 4446/2016, που καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς κατά τη δημοσίευση του νόμου αγωγές.

 

 

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ: 1090/2017

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩN

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μαγδαληνή Φαχουρίδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ρηγίνα Αλεξίου, Πρωτοδίκη και Ελένη Καραγιάννη, Πρωτοδίκη - Εισηγήτρια, καθώς και από τη γραμματέα Αικατερίνη Αλεξοπούλου.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ, δημόσια, στο ακροατήριο του, στις 02 Φεβρουαρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: ..., κατοίκου Δροσιάς Αττικής, οδός ..., με ΑΦΜ ..., η οποία προκατέθεσε προτάσεις, δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Έλενας Βασιλικού και την οποία δεν εκπροσώπησε, στο ακροατήριο, πληρεξούσιος δικηγόρος.

 

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ: ..., κατοίκου Νέας Χαλκηδόνας, οδός ..., ΑΦΜ 04195197, ο οποίος, προκατέθεσε προτάσεις, δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Ανδρέα Τσώκου και τον οποίο δεν εκπροσώπησε, στο ακροατήριο, πληρεξούσιος δικηγόρος.

 

Η συνεδρίαση έγινε δημόσια στο ακροατήριο. Η Πρόεδρος, που είχε τη διεύθυνση της συζήτησης, εκφώνησε από τη σειρά του πινακίου την από 18.07.2016 και με αριθμό κατάθεσης 42957/1052/2016, αγωγή, η οποία συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, εφόσον προκατέθεσαν προτάσεις.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Επειδή το άρθρο 1520 ΑΚ, όπως ισχύει μετά το Ν. 1329/1983, ορίζει ότι ο γονέας, μετά του οποίου δεν διαμένει το ανήλικο τέκνο, διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής μετ' αυτού επικοινωνίας και ότι στην περίπτωση αυτή τα σχετικά με την επικοινωνία κανονίζονται ειδικότερα από το δικαστήριο. Από τη διάταξη αυτή, συνδυαζόμενη προς το όλο πλέγμα των διατάξεων του οικείου κεφαλαίου του ΑΚ και ιδία προς τα άρθρα 1510 παρ. 1, 1511, 1512, 1513, 1514, 1515 παρ. 2-3, 1518 και 1519 ΑΚ, προκύπτει ότι στις ρυθμιζόμενες αυτές προσωπικές σχέσεις γονέων και τέκνων, στις οποίες περιλαμβάνεται και το αναφαίρετο προσωπικό δικαίωμα του γονέως να διατηρεί μετά του ανηλίκου τέκνου του, που δεν διαμένει μαζί του, προσωπική επικοινωνία, προέχει πάντοτε το καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Στην εξυπηρέτηση δε κυρίως αυτού του συμφέροντος του τελευταίου αποβλέπει τόσο η προσωπική επικοινωνία του ανηλίκου τέκνου με το γονέα του όσο η, θεσπιζόμενη, πλέον, ρητώς, από το νόμο (άρθρο 1520 παρ. 2 ΑΚ όπως αυτό ισχύει μετά το Ν. 1329/1993), υποχρέωση των γονέων να μη παρεμποδίζουν την προσωπική επικοινωνία του τέκνου των με τους απωτέρους ανιόντες του τελευταίου, εκτός αν υπάρχει σοβαρός περί του αντιθέτου λόγος, αφού και στις δύο περιπτώσεις η επικοινωνία αυτή αποβλέπει και συμβάλλει στην καλή ψυχοπνευματική ανάπτυξη και σωματική διάπλαση του ανήλικου τέκνου. Στη περίπτωση, όμως, που υπάρχει απειλή κινδύνου, δια το τέκνο, από τη προσωπική αυτή επικοινωνία με το γονέα, ένεκα τυχόν υφισταμένης ψυχοσωματικής ασθένειας του γονέως του ανηλίκου ή του χαρακτήρος του τελευταίου ή από άλλο σχετικό λόγο, δεν δύναται μεν να απαγορευθεί τελείως η προσωπική αυτή επικοινωνία, δύναται όμως να περιορισθεί, είτε ως προς το χρόνο, το τόπο και τη συχνότητα της, είτε και κατ' άλλο τρόπο (λχ. δια της παρουσίας και τρίτου προσώπου κατά την προσωπική επικοινωνία κλπ). Η προσωπική αυτή επικοινωνία ρυθμίζεται μέσα στα πλαίσια του συμφέροντος του ανηλίκου τέκνου ανάλογα με τη ψυχοπνευματική και σωματική κατάσταση του τέκνου και των τυχόν υφισταμένων άλλων αναγκών του, ώστε να ικανοποιείται και η ανάγκη της μη αποξενώσεώς του από τυχόν υπάρχοντα άλλα αδέλφια του, της μη διαταράξεως της εκπαιδεύσεως του κλπ., ενώ σε δεύτερο στάδιο λαμβάνεται υπ' όψιν και το εκ του δεσμού του αίματος απορρέον αίσθημα στοργής του δικαιούμενου να ασκήσει το δικαίωμα της επικοινωνίας αυτής γονέως. Τη στάθμιση όλων αυτών των παραγόντων ο νόμος (άρθρο 1520 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. όπως ισχύει μετά το Ν. 1329/1983) έχει αναθέσει στο αρμόδιο δικαστήριο, το οποίο τελικώς με την απόφαση του παρεμβαίνει αποφασιστικώς και κανονίζει ειδικότερα τα της προσωπικής αυτής επικοινωνίας. Η απόφαση αυτή είναι πάντως δυνατόν να τροποποιηθεί, οποτεδήποτε, εφόσον τούτο επιβάλλεται από το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου τέκνου, το οποίο προσδιορίζουν οι παραπάνω όροι, καταστάσεις και οι συντρέχουσες περιπτώσεις. Η σχετική δικαστική κρίση περί της προσωπικής επικοινωνίας στην απόφαση είναι δεσμευτική δια τους γονείς και τους ανιόντες του ανηλίκου και δύναται να εκτελεσθεί αναγκαστικώς, κατά τις οικείες διατάξεις του ΚΠολΔ με τη παρέμβαση των αρμοδίων οργάνων της Πολιτείας. Για τη συνδρομή των ως άνω αποφασιστικών κριτηρίων ρύθμισης ενός δικαιώματος, που έχει έντονο τον προσωπικό και ηθικό χαρακτήρα, όπως είναι το περιλαμβανόμενο στις προσωπικές σχέσεις γονέων και τέκνων δικαίωμα της επικοινωνίας του γονέως μετά του ανηλίκου τέκνου του (άρθρο 1520 ΑΚ), κύριο ζήτημα αποτελεί και ερευνάται από το δικαστήριο κυρίως το καλώς εννοούμενο συμφέρον του ανηλίκου και όχι η βούληση των γονέων του. Διότι, ναι μεν κατά τεκμήριο οι γονείς πάντοτε ενδιαφέρονται δια τα τέκνα τους, χωρίς όμως να είναι και βέβαιο ότι, αντικειμενικώς ερευνωμένη, η βούληση αυτή των γονέων ταυτίζεται με το πραγματικό συμφέρον του τέκνου. Κατά συνέπειαν, το δικαίωμα αυτό δεν είναι δεκτικό δικαστικού συμβιβασμού (άρθρ. 293 παρ. 1 ΚΠολΔ), που αποτελεί σύμβαση διφυούς χαρακτήρος, δηλαδή συμφωνία ιδιωτικού δικαίου, αλλά συγχρόνως και δικονομική σύμβαση συναπτόμενη κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, και αφορά το επίδικο δικαίωμα. ’ρα η σύμβαση των γονέων του ανηλίκου τέκνου, έστω και αν ο συμβιβασμός αυτός περιέχεται σε πρακτικό δημοσία συνεδριάζοντος δικαστηρίου, αφού αφορά το ανεπίδεκτο διαθέσεως δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του γονέως μετά του ανηλίκου τέκνου του, δεν είναι έγκυρος και δεν συνεπάγεται ούτε την αυτοδίκαια κατάργηση της δίκης, στην οποία αναφέρεται. Η ακυρότητα δε αυτή δύναται να αναγνωριστεί και με αναγνωριστική αγωγή του έχοντος έννομο συμφέρον, για την αναγνώρισή της, ετέρου γονέως. Αντίθετη προς τα ανωτέρω εκδοχή, δεν μπορεί να θεμελιωθεί στη ρύθμιση της διατάξεως του άρθρου 1441 ΑΚ, που αναφέρεται στην έκδοση, μετά από κοινή αίτηση αμφοτέρων των συζύγων και κατά ειδική διαδικασία, συναινετικού διαζυγίου, αφού η προβλεπομένη στη διάταξη αυτή συμφωνία των διαδίκων και περί των προσωπικών σχέσεων μετά των εκ του γάμου των τέκνων των κλπ. πρέπει να εγκριθεί και από το δικαστήριο έχει δε όλως προσωρινή ισχύ και σε άλλο σκοπό αποβλέπει (ΑΠ 941/1996, ΑΠ 1461/1997, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).

 

 

Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα, με την κρινόμενη αγωγή της, εκθέτει ότι, με τον εναγόμενο είχε τελέσει, το έτος 2007, γάμο, από τον οποίο απέκτησε δυο τέκνα, ηλικίας, σήμερα, εννέα και επτά ετών. Ότι, το έτος 2012, ο γάμος της αυτός λύθηκε, αμετάκλητα, με τρόπο συναινετικό, στο πλαίσιο του οποίου, ήλθε σε συμφωνία με τον εναγόμενο, ως προς την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους, την οποία ανέλαβε η ίδια και την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας του εναγόμενου με αυτά, συμφωνία, η οποία επικυρώθηκε από το δικαστήριο. Ότι ένα χρόνο μετά, ο εναγόμενος κατέθεσε, εναντίον της, αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζητούσε να οριστεί νέος τρόπος επικοινωνίας του, με τα παιδιά, κατά την ημέρα συζήτησης, της οποίας, τελικά, κατατέθηκε πρακτικό συμβιβασμού, που υπογράφτηκε από τους διαδίκους και δημοσιεύτηκε από το δικαστήριο, το, με αριθμό 425Π/2013, πρακτικό συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, χωρίς να λάβει χώρα συζήτηση της υπόθεσης. Ότι, έκτοτε, ο εναγόμενος στηρίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του, με τα ανήλικα, στο ως άνω πρακτικό συμβιβασμού, το οποίο όμως είναι άκυρο, αφού το δικαίωμα επικοινωνίας του εναγόμενου-γονέα με τα ανήλικα τέκνα του, δεν επιδέχεται συμβιβασμό, ως προσωποπαγές και ανεπίδεκτο διαθέσεως.

 

 

Με βάση το παραπάνω ιστορικό, η ενάγουσα, ζητεί να αναγνωριστεί η ακυρότητα του, με αριθμό 425Π/2013 πρακτικού συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, που συνίσταται, αφενός στο γεγονός ότι δεν επιτρέπεται συμβιβασμός, αναφορικά με το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας του εναγόμενου μετά των ανηλίκων τέκνων του, αφετέρου ότι, ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με τον ως άνω δικαστικό συμβιβασμό, δεν είναι πλέον προς όφελος των ανηλίκων τέκνων, δεδομένου ότι προέκυψαν νέα δεδομένα και περιστατικά, κατά τα λεπτομερώς εκτιθέμενα στην αγωγή, ο οποίος, δεν μπορεί να ανατραπεί, από μέρους της, με κανένα άλλο τρόπο, παρά μόνο με την έκδοση της παρούσας αναγνωριστικής απόφασης, δεδομένου ότι, ο εναγόμενος, δε συναινεί στην τροποποίηση του συμβιβασμού με νέα συμφωνία. Τέλος, ζητεί να καταδικαστεί ο εναγόμενος στην καταβολή της δικαστικής της δαπάνης.

 

 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αγωγή, παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση, ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου (άρθρα 18 και 22 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία (άρθρο 215 επ. ΚΠολΔ) διότι, η αναγνωριστική αγωγή, υπάγεται στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου, αφού το αντικείμενό της δεν είναι επιδεκτικό χρηματικής αποτίμησης.

Είναι επαρκώς ορισμένη, εφόσον περιέχει όλα τα αναγκαία, για το παραδεκτό του δικογράφου της, στοιχεία, σύμφωνα με τα άρθρα 216 παρ. 1, 117, 118 ΚΠολΔ, απορριπτόμενου του, περί του αντιθέτου ισχυρισμού, του εναγομένου και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1520 ΑΚ, 70, 293 παρ. 1, 176 ΚΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, η αγωγή, να ερευνηθεί, περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, μη απαιτουμένης της καταβολής του προσήκοντος τέλους δικαστικού ενσήμου, καθόσον το δικαστικό ένσημο καταργήθηκε στις αναγνωριστικές αγωγές, με το άρθρο 33 του ν. 4446/2016 (ΦΕΚ Α' 240/22.12.2016), που εφαρμόζεται και στις αναγνωριστικές αγωγές, που εκκρεμούν, κατά τη δημοσίευση του, όπως, εν προκειμένω, η επίδικη.

 

 

Ο εναγόμενος, με τις νομίμως και εμπροθέσμως, κατατεθείσες, έγγραφες προτάσεις του, αρνείται τη συνδρομή των πραγματικών περιστατικών, που συγκροτούν την ιστορική βάση της κρινόμενης αγωγής, διατείνεται, δε, ότι η άσκηση του αγωγικού δικαιώματος της ενάγουσας, είναι καταχρηστική, πρώτον διότι έγινε από λόγους εκδίκησης στο πρόσωπό του, δεύτερον, από λόγους αντιπερισπασμού, εξαιτίας της καταδίκης της ενάγουσας, από ποινικό δικαστήριο, σε πρώτο βαθμό, για παραβίαση δικαστικής απόφασης και τέλος διότι, αν και, κατά τους ισχυρισμούς του, η ενάγουσα θα μπορούσε να αιτηθεί, στο πλαίσιο των ασφαλιστικών μέτρων την απαγόρευση ή των περιορισμό της επικοινωνίας του με τα ανήλικα, δεν το έπραξε, αλλά επέλεξε να ασκήσει την παρούσα αγωγή, γεγονότα, που υπερβαίνουν προφανώς τα όρια, που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο κοινωνικός και οικονομικός του σκοπός. Πλην όμως οι ισχυρισμοί, αυτοί κρίνονται απορριπτέοι, ως μη νόμιμοι, διότι, ακόμη κι αν ήθελε, υποτεθούν, αληθή, τα πραγματικά περιστατικά, που, κατ' επίκληση, του εναγομένου, συνθέτουν την έννοια του, αυτά, δεν εμπίπτουν στο πραγματικό του, κατ' άρθρο 281 ΑΚ, κανόνα δικαίου (ΟλΑΠ 5/2011, ΑΠ 16/2017, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ).

 

 

Από την υπ' αριθμ. 463/07.11.2016 ένορκη βεβαίωση της μάρτυρος ... ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αμαρουσίου, ..., η οποία λήφθηκε, με επιμέλεια της ενάγουσας, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση του εναγόμενου (βλ. την υπ' αριθμ. 1002/01.11.2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ...), τις υπ' αριθμ. 7622/24.11.2016, 7623/24.11.2016, 7624/24.11.2016 ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων ..., ..., ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών, ..., οι οποίες λήφθηκαν, με επιμέλεια του εναγόμενου, μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της ενάγουσας (βλ. την υπ' αριθμ. 111Β/21.11.2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών, ...), από όλα έγγραφα, που οι διάδικοι, νομίμως, επικαλούνται και προσκομίζουν, για κάποια, από τα οποία, γίνεται ιδιαίτερη μνεία κατωτέρω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα, κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης και τα οποία λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ, ΑΠ 1286/2003, ΕλλΔ/νη 2005, σελ. 406), αλλά και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη, αυτεπαγγέλτως, από το δικαστήριο (άρθρα 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), [να σημειωθεί ότι οι από 16.7.2013, 17.07.2013 και 19.07.2013 υπεύθυνες δηλώσεις του ν. 1599/1986, λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εφόσον προκύπτει, τόσο από το περιεχόμενό τους όσο και από το χρόνο βεβαίωσης του γνησίου της υπογραφής των υπευθύνως δηλούντων, ότι δόθηκαν, σε ανύποπτο χρόνο και όχι για να χρησιμοποιηθούν, ως αποδεικτικό μέσο, στο πλαίσιο της παρούσας δίκης, ενώ, αντίθετα, η από 01.06.2016 υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, δεν λαμβάνεται υπόψη, ως μαρτυρία τρίτου, που δόθηκε, κατά τρόπο μη προβλεπόμενο στο νόμο, διότι, δόθηκε, κατά την κρίση του δικαστηρίου, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο στο πλαίσιο της παρούσας δίκης (ΟλΑΠ 8/1987, ΕλλΔνη/1987.628)] αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι, τέλεσαν νόμιμο πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Παπάγου Απικής, στις 09.06.2007, από τον οποίο απέκτησαν δυο ανήλικα τέκνα, τον …, ο οποίος γεννήθηκε στις 27.07.2007, ηλικίας, σήμερα, 10 ετών, μαθητή Ε' δημοτικού και τον …, ο οποίος γεννήθηκε στις 29.07.2009, ηλικίας, σήμερα, 8 ετών, μαθητή Γ' δημοτικού. Το έτος 2012, ο γάμος αυτός λύθηκε, με τη με αριθμό 832/2012 απόφαση, συναινετικού διαζυγίου του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία έχει καταστεί, πλέον, αμετάκλητη, στο πλαίσιο της οποίας, επικυρώθηκαν οι από 14.04.2011 και 24.01.2012 συμφωνίες των διαδίκων, μεταξύ άλλων και ως προς την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους, η οποία ανατέθηκε στην ενάγουσα μητέρα τους, ψυχολόγο στο επάγγελμα, 38 ετών, με την οποία και διαμένουν, με το νέο της σύζυγο, …, στη Δροσιά Αττικής και την άσκηση του δικαιώματος επικοινωνίας από τον εναγόμενο πατέρα τους, 50 ετών, μελισσοκόμο στο επάγγελμα, ο οποίος διαμένει με τη σύντροφο του, το δυο ετών μωρό τους και το δεκάχρονο παιδί της συντρόφου του, στη Νέα Χαλκηδόνα Αττικής. Μετά από ένα χρόνο περίπου και κατόπιν προστριβών των διαδίκων, κατά την εφαρμογή των ως άνω συμφωνητικών, ως προς την επικοινωνία του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του, αλλά και της αλλαγής των συνθηκών στη ζωή του, ο εναγόμενος κατέθεσε την από 05.04.2013 και με αριθμό κατάθεσης 55367/6200/19.04.2013 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία ζητούσε να οριστεί νέος τρόπος επικοινωνίας του με αυτά και η ενάγουσα την από 04.07.2013 ανταίτησή της. Κατά την ορισθείσα ημέρα συζήτησης, ήτοι την 24η.07.2013, δεν έλαβε χώρα συζήτηση της υπόθεσης, αλλά οι διάδικοι συνήψαν συμφωνία συμβιβασμού περί του δικαιώματος του εναγόμενου προς επικοινωνία με τα ανήλικα τέκνα. Η συμφωνία αυτή καταχωρίστηκε στο υπ' αριθμ. 425Π/24.07.2013 πρακτικό του ως άνω δικαστηρίου, όπου αναγράφονται τα ακόλουθα: «Πρακτικό Συμβιβασμού Το παρόν κατατίθεται σήμερα, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων-επιμέλεια τέκνων και διατροφής) στο ακροατήριο, κατόπιν κοινής συμφωνίας των διαδίκων, οι οποίοι, παρισταμένων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους Ευριδίκης Παπαδοπούλου και Έλενας Βασιλικού, συμφωνούν και συναποδέχονται τα εξής: Επικοινωνία Η επικοινωνία του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του συμφωνείται ως εξής: Κάθε πρώτο και τρίτο Σαββατοκύριακο του μήνα, τα παιδιά θα διαμένουν με τον πατέρα τους από Πέμπτη μέχρι Δευτέρα και θα παραλαμβάνονται από τα σχολεία τους 15:45 και θα παραδίδονται στα σχολεία τους το πρωί της Δευτέρας. Κάθε δεύτερο και τέταρτο Σαββατοκύριακο του μήνα τα παιδιά θα μένουν με τη μητέρα τους, ενώ τα αντίστοιχα Σαββατοκύριακα του επόμενου έτους θα μένουν με τον πατέρα τους. Κάθε δεύτερη και τέταρτη Τετάρτη του μήνα, τα παιδιά θα παραμένουν με τον πατέρα τους και θα παραλαμβάνονται από τα σχολεία τους μέχρι την Παρασκευή το πρωί, που παραδίδονται στα σχολεία τους. Κατά την περίοδο των σχολικών διακοπών, η παραλαβή και η παράδοση των παιδιών θα γίνεται από το σπίτι της μητέρας τους στις 15:45. Τις εορτές των Χριστουγέννων και του νέου έτους, εναλλάξ κατ' έτος, ήτοι τα μονά έτη από τις 23 Δεκεμβρίου και ώρα 10.00 έως 30 Δεκεμβρίου ώρα 10.00 τα παιδιά θα μένουν με τη μητέρα τους και από τις 30 Δεκεμβρίου ώρα 10.00 έως τις 6 Ιανουαρίου του επόμενου έτους και ώρα 20.00 με τον πατέρα τους. Τα ζυγά έτη, κατά το ίδιο πρόγραμμα, αρχής γενομένης από τον πατέρα. Τις εορτές του Πάσχα, εναλλάξ κατ' έτος, ήτοι τα μονά έτη από τη Μεγάλη Δευτέρα και ώρα 10.00 έως το Μεγάλο Σάββατο και ώρα 10.00 τα παιδιά θα μένουν με τη μητέρα τους και από το Μεγάλο Σάββατο και ώρα 10.00 έως την Πέμπτη του Πάσχα και ώρα 20.00 με τον πατέρα τους. Τα ζυγά έτη κατά το ίδιο πρόγραμμα, η έναρξη γίνεται από τον πατέρα. Όλως εξαιρετικά το Πάσχα του 2014, συμφωνείται ότι τα παιδιά θα είναι με τον πατέρα τους, από τη Μεγάλη Δευτέρα και ώρα 10.00 έως τη Δευτέρα του Πάσχα και ώρα 10.00. Η επικοινωνία του πατέρα με τα ανήλικα τέκνα του κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών, θα είναι είτε 15 ημέρες τον Ιούλιο και 15 ημέρες τον Αύγουστο είτε συνεχόμενος ένας μήνας είτε το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου και το πρώτο του Αυγούστου, κατόπιν συνεννοήσεως και έγκαιρης ενημέρωσης τουλάχιστον δεκαημέρου πριν από την έναρξη των διακοπών, ώστε να υπάρχει σωστός προγραμματισμός. Λόγω της εργασίας του πατέρα επιθυμητός χρόνος έναρξης των διακοπών είναι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου και μετά. Κατά τη διάρκεια των θερινών διακοπών, θα υπάρχει τηλεφωνική επικοινωνία των τέκνων μία φορά την εβδομάδα κατόπιν συνεννόησης για την ώρα. Όλως εξαιρετικά για τις φετινές θερινές διακοπές και για την παρούσα χρονική περίοδο που διανύουμε, το πρόγραμμα επικοινωνίας του πατέρα, συμφωνείται ότι θα έχει ως εξής: Τα παιδιά θα είναι με τον πατέρα τους από 01 Αυγούστου του 2013 ώρα 10.00 έως τις 19 Αυγούστου 2013 ώρα 10.00, οπότε θα τα παραδώσει στην οικία της μητέρας τους. Στη συνέχεια ο πατέρας θα παραλάβει τα παιδιά στις 29 Αυγούστου 2013 ώρα 15.45 από τη μητέρα τους, στο σχολείο του ... και θα τα παραδώσει στη μητέρα τους την 2η Σεπτεμβρίου 2013 και ώρα 8.00 στο σχολείο του .... Εν συνεχεία, η επικοινωνία του πατέρα, θα λαμβάνει χώρα κανονικά, κατά τα συμφωνηθέντα στο παρόν συμφωνητικό». Έκτοτε, ο εναγόμενος, στηρίζει το δικαίωμα επικοινωνίας του, με τα ανήλικα τέκνα του, στα οριζόμενα στο ως άνω πρακτικό συμβιβασμού. Με την πάροδο, όμως, του χρόνου και τη μεταβολή των συνθηκών της ζωής τόσο των διαδίκων όσο των τέκνων τους, το ως άνω από 24.07.2013 πρόγραμμα επικοινωνίας του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του δεν μπορούσε, ήδη από το Μάρτιο του έτους 2016, να λειτουργήσει, κατά τρόπο ωφέλιμο για τα παιδιά. Ειδικότερα, τα τελευταία, φοιτούν, σε δημοτικό σχολείο στην περιοχή της Δροσιάς Αττικής, όπου κατοικούν με τη μητέρα τους και έχουν, πλέον, αυξημένες σχολικές ανάγκες και υποχρεώσεις, οι οποίες απαιτούν χρόνο για μελέτη, σταθερό περιβάλλον και κανονικότητα στην καθημερινότητά τους. Οι προϋποθέσεις όμως αυτές δεν μπορούν να συντρέξουν όταν, με βάση το επίδικο με αριθμό 425Π/24.07.2013 πρακτικό συμβιβασμού, από τις τέσσερις εβδομάδες του μήνα, τις δυο εβδομάδες, από Τετάρτη μεσημέρι έως Παρασκευή πρωί και τις άλλες δυο από Πέμπτη μεσημέρι έως τη Δευτέρα το πρωί και μάλιστα εναλλάξ, βρίσκονται στη Νέα Χαλκηδόνα με τον πατέρα τους και τις υπόλοιπες στη Δροσιά με τη μητέρα τους. Στο πλαίσιο εύρεσης μίας λύσης, οι διάδικοι, επιχείρησαν να καταλήξουν σε μία νέα συμφωνία ρύθμισης του δικαιώματος επικοινωνίας του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του, προς την κατεύθυνση του περιορισμού του χρόνου επικοινωνίας με τα παιδιά στις ημέρες, που δεν έχουν σχολείο (σαββατοκύριακα), προκειμένου να τα συνδράμουν στη μαθησιακή τους εξέλιξη και στη σχολική τους πρόοδο.

Μάλιστα, είχε κατατεθεί από την ενάγουσα η από 19.05.2016 και με αριθμό κατάθεσης .../2016 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με αίτημα τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας, η οποία, με βάση τις, μεταξύ των διαδίκων, συμφωνίες, θα κατέληγε σε τροποποίηση του υπάρχοντος δικαστικού συμβιβασμού με νέο (δικαστικό συμβιβασμό). Όμως, τελικά, δεν επιτεύχθηκε συμφωνία, αφού ο εναγόμενος αvτιδίκησε, επιδιώκοντας την απόρριψη του ως άνω αιτήματος της ενάγουσας και η προσωρινή διαταγή απερρίφθη, λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, δεδομένου ότι, με βάση το άρθρο 1520 ΑΚ, το δικαίωμα δικαστικής μεταρρύθμισης της επικοινωνίας με τα ανήλικα τέκνα, χορηγείται, από το νόμο, μόνο στο γονέα, που είναι φορέας αυτού, εν προκειμένω τον εναγόμενο και όχι στο γονέα, που έχει την επιμέλεια.

Απορριπτομένης της προσωρινής διαταγής, την 26η.05.2016, ημέρα Πέμπτη, ημέρα, που, σύμφωνα με το αναγραφόμενο πρόγραμμα επικοινωνίας στο επίδικο πρακτικό συμβιβασμού, ο εναγόμενος επικοινωνεί με τα παιδιά, η ενάγουσα δεν του τα παρέδωσε, καθόσον τα παιδιά της ανέφεραν ότι ο εναγόμενος είδε εκδηλώσει βίαιη συμπεριφορά απέναντί τους και της εξέφρασαν την επιθυμία να μην επικοινωνήσουν μαζί του (βλ. την με αριθμό εμπιστ. πρωτ. 60/22.06.2016 έκθεση κοινωνικής έρευνας της κοινωνικής λειτουργού του δήμου Διονύσου, ... και την από 11.07.2016 και με αριθμό πρωτ. 7280/20.07.2016 ιατρική γνωμάτευση του Παιδοψυχιατρικού Τμήματος του Γενικού Νοσοκομείου Παίδων Πεντέλης), με αποτέλεσμα, αυτός να καταθέσει έγκληση για παραβίαση δικαστικής απόφασης σε βάρος της, να οδηγηθεί στο αυτόφωρο και να καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης έξι μηνών. Έκτοτε, το δικαίωμα επικοινωνίας του εναγόμενου συνεχίζει, ως σήμερα, να στηρίζεται, στο με αριθμ. 425Π/2013 πρακτικό συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Πλην, όμως, ο συμβιβασμός αυτός, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω μείζονα σκέψη, είναι άκυρος, διότι, κατά το άρθρο 1520 ΑΚ, η επίδικη διαφορά είναι ανεπίδεκτη συμβιβασμού, αφού το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα με τα ανήλικα τέκνα του, είναι προσωποπαγές και ανεπίδεκτο διαθέσεως. Επιπλέον, η ενάγουσα έχει έννομο συμφέρον, να αναγνωριστεί, με αναγνωριστική αγωγή, η ακυρότητα αυτή, δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, αφενός οι συνθήκες ζωής των διαδίκων και ιδίως των ανηλίκων, μεταβλήθηκαν, κατά τα ως άνω, με αποτέλεσμα ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος αυτού, σύμφωνα με τον ως άνω δικαστικό συμβιβασμό, να μην είναι, πλέον, προς το συμφέρον τους, αφετέρου, η ενάγουσα, να μην μπορεί να τον ανατρέψει, με κανένα άλλο τρόπο (τακτική αγωγή ή ασφαλιστικά μέτρα), παρά μόνο με την έκδοση της παρούσας αναγνωριστικής απόφασης ή με ανακοπή κατά του κύρους εκτέλεσης της εκτέλεσης, εφόσον το πρακτικό δικαστικού συμβιβασμού αποτελεί, κατά το άρθρο 904 παρ. 2 περ. γ' ΚΠολΔ, εκτελεστό τίτλο (Νίκας, Πολιτική Δικονομία II, 2005, σελ. 592-593), δεδομένου ότι, ο εναγόμενος, δεν συναινεί στην τροποποίηση του συμβιβασμού με νέα συμφωνία, ενώ, η ίδια (η ενάγουσα) δεν μπορεί να ζητήσει τη δικαστική μεταρρύθμιση της επικοινωνίας του εναγόμενου, ούτε με βάση το άρθρο 1520 ΑΚ, αφού δεν νομιμοποιείται, ενεργητικά, ούτε με βάση το άρθρο 1513 ΑΚ, στο πλαίσιο της άσκησης της γονικής μέριμνας, αφού, το δικαίωμα επικοινωνίας είναι αυτοτελές δικαίωμα, μη υπαγόμενο στην έννοια της γονικής μέριμνας (βλ. σχετικά ΑΠ 162/1993, ΕλλΔνη 1993.598, Δ. Μακρής, Οι διαφορές του άρθρου 681Β' ΚΠολΔ για τη διατροφή και την επιμέλεια των τέκνων, 2007, § 185, σελ. 171-172), ούτε με αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης της απόφασης, με βάση το άρθρο 696 παρ. 3 ΚΠολΔ, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αφού, σε ανάκληση ή μεταρρύθμιση υπόκεινται μόνο δικαστικές αποφάσεις και όχι ο δικαστικός συμβιβασμός (293 παρ. 1 ΚΠολΔ), που έγινε μεν, ενώπιον του δικαστηρίου, από τους διαδίκους, χωρίς, όμως, τη συμμετοχή του τελευταίου, δηλαδή, χωρίς να μεσολαβεί δικαστική κρίση και να γίνει διαδικασία (Τζίφρας, Ασφαλιστικά Μέτρα, 1985, σελ. 451, αρ. 14). Πρέπει, συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή, να γίνει δεκτή και ως κατ' ουσία βάσιμη, να αναγνωριστεί η ακυρότητα του περιεχόμενου, στο, με αριθμό 425Π/2013 πρακτικό συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, συμβιβασμού, μεταξύ των διαδίκων, σχετικά με την επικοινωνία του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του και να καταδικαστεί ο εναγόμενος, ένεκα της ήττας του, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας (άρθρα 176, 189, 190 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.

 

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ την ακυρότητα του περιεχόμενου, στο, με αριθμό 425Π/2013 πρακτικό συμβιβασμού του τμήματος ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, συμβιβασμού μεταξύ των διαδίκων, σχετικά με την επικοινωνία του εναγόμενου με τα ανήλικα τέκνα του.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εναγόμενο στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.

 

Η Εισηγήτρια