ΠΠρΑθ 1446/2018

 

Ασφαλιστήριο ζωής - Πρόσθετη κάλυψη απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων σε περίπτωση Διαρκούς Ολικής Ανικανότητας (ΑΠΑ2) -.

 

Οι σοβαρές ασθένειες που ορίζονται στην κάλυψη, όπως αυτή του καρκίνου, αποτελούν περίπτωση Διαρκούς Ολικής Ανικανότητας, και ναι μεν επέρχεται άμεση αναγνώριση της απαλλαγής, χωρίς την ετήσια αναμονή που προβλέπεται για τις άλλες περιπτώσεις, πλην όμως εν συνεχεία κάθε έτος, ο ασφαλισμένος οφείλει να προσκομίζει στην ασφαλιστική εταιρία ιατρικά δικαιολογητικά, από τα οποία να αποδεικνύεται ότι εξακολουθεί να υφίσταται η ανικανότητα του να εκτελέσει την εργασία που έκανε ή άλλη, για την οποία έχει την απαιτούμενη μόρφωση, εκπαίδευση και πείρα. Η τοιαύτη υποχρέωση υπάρχει, σε κάθε περίπτωση Διαρκούς Ολικής Ανικανότητας είτε αυτή αναγνωρίζεται άμεσα, είτε αναγνωρίζεται μετά ένα χρόνο από τη γνωστοποίησή της στην ασφαλιστική εταιρεία. Σε περίπτωση αποκατάστασης της ικανότητας του ασφαλισμένου πρέπει να επαναληφθεί η καταβολή των ασφαλίστρων.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

ΤΜΗΜΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

TΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1446/2018

ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Γεωργία Ασσυχίδου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Καλλιόπη Σμπυρούνια, Πρωτοδίκη και Ελισσάβετ Σπυροπούλου, Πρωτοδίκη - Εισηγήτρια και από τη Γραμματέα Σταυρούλα Γαλάνη.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 13 Δεκεμβρίου 2017, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: του ... κατοίκου Αττικής, οδός ..., η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά του πληρεξουσίου δικηγόρου Πειραιώς Γεωργίου Παυλή με ΑΜΔΣΠ ....

 

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Της Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρείας με την επωνυμία ..., η οποία εδρεύει στην Αθήνα .... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά των πληρεξουσίων δικηγόρων Αθηνών Δέσποινας Γρυσμπολάκη με ΑΜΔΣΑ 19893 και Βασιλικής Μπερσίμη με ΑΜΔΣΑ 11583.

 

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από ... αγωγή της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με γενικό αριθμό κατάθεσης ... και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ... και προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 13-04-2016 και κατόπιν αναβολής για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και στις προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Με την υπό κρίση αγωγή της εκθέτει η ενάγουσα, ότι κατόπιν της υπ' αριθμ. ... αιτήσεώς της συνήψε με την εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία την υπ' αριθμ. σύμβαση ασφάλισης ζωής, η έναρξη της οποίας ορίσθηκε την 12η-06-1996. Ότι στο Παράρτημα Β' της ως άνω ασφαλιστήριας σύμβασης προβλέφθηκε συμβατικώς η παροχή πρόσθετης ασφάλισης απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων σε περίπτωση διαρκούς ολικής ανικανότητας ή σε περιπτώσεις σοβαρών ασθενειών, μεταξύ των οποίων απαριθμείτο ρητώς και ο καρκίνος. Ότι με βάση το παραπάνω Παράρτημα Β' της προαναφερθείσας συμβάσεως ασφάλισης, η εναγομένη ανέλαβε τη συμβατική υποχρέωση να την απαλλάξει από την περαιτέρω καταβολή ασφαλίστρων, σε περίπτωση που υποστεί διαρκή ολική ανικανότητα και εφόσον η ασφάλεια βρίσκεται σε πλήρη ισχύ κατά το χρόνο που θα καθίστατο ανίκανη ή που θα έπασχε από «σοβαρή ασθένεια», αντίστοιχα, χωρίς με κανέναν τρόπο να μειώνονται τα δικαιώματα που πηγάζουν από τους όρους της βασικής ασφάλισης ζωής. Ότι η ίδια νόσησε το έτος 2010 από καρκίνο του μαστού και υπεβλήθη σε μαστεκτομή. Ότι ακολούθως υπέβαλε προς την εναγομένη όλα τα δικαιολογητικά και την 23η-03-2010 η εναγομένη της κατέβαλε το προβλεπόμενο για την περίπτωση αυτή ασφαλιζόμενο ποσό των 9.973 ευρώ και με την ιδίας ημερομηνίας δήλωση της αναγνώρισε ότι αυτή (η ενάγουσα) πάσχει από σοβαρή ασθένεια και ακολούθως από την 12η-06-2010 και μετέπειτα την απάλλαξε από την καταβολή των ασφαλίστρων της βασικής κάλυψης ζωής και των εν ισχύ Παραρτημάτων. Ότι αίφνης, τρία περίπου χρόνια αργότερα, η εναγομένη της ζήτησε δι' επιστολών της να προσκομίσει ιατρικά δικαιολογητικά σχετικά με την ολική ανικανότητα της, άλλως θα εξέπιπτε του δικαιώματος της απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων. Ότι η ίδια θεώρησε, ότι από την ημέρα ενεργοποίησης της κάλυψης απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων λόγω σοβαρής ασθένειας και μέχρι τη λήξη του ασφαλιστηρίου συμβολαίου την 12η-06-2026, δεν θα είχε καμία υποχρέωση καταβολής ασφαλίστρων για το σύνολο των καλύψεων του ασφαλιστηρίου συμβολαίου, παραταύτα η εναγομένη, δια του αρμοδίου υπαλλήλου της ..., στον οποίο ο σύζυγος της εξέφρασε τη διαμαρτυρία του για τα ανωτέρω, ενέμεινε στην θέση της, ότι πρέπει να της προσκομισθούν ιατρική έκθεση και πρόσφατες εξετάσεις, από τις οποίες να προκύπτει ο βαθμός ανικανότητας της προς εργασία. Ότι την 11η-02-2014 επέδωσε στην εναγομένη εξώδικη διαμαρτυρία, πρόσκληση και δήλωση, με την οποία την κάλεσε, όπως εντός 10 ημερών από την επίδοση αυτής, της βεβαιώσει εγγράφως, ότι το ασφαλιστήριο της είναι σε πλήρη ισχύ μαζί με τα Παραρτήματά του, ενώ σε περίπτωση αρνητικής απάντησης της, της δήλωσε, ότι θα καταβάλει άμεσα τα ασφάλιστρα για την περίοδο από 12-12-2013 μέχρι 12-06-2014, προκειμένου αυτή (η εναγομένη) να μην ακυρώσει μονομερώς το ασφαλιστήριο της, επιφυλασσόμενη ωστόσο ρητώς του δικαιώματος να αναζητήσει δικαστικά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα. Ότι προκειμένου να μην ακυρωθεί η ασφαλιστήρια σύμβαση και μετά από την από 11-03-2014 επιστολή της εναγομένης, με την οποία η τελευταία ενέμεινε στις ως άνω απόψεις της, η ίδια κατέβαλε αχρεωστήτως (στην εναγομένη) ως ασφάλιστρα για το χρονικό διάστημα από 12-12-2013 έως 12-12-2014 το συνολικό ποσό των 2,277,42 ευρώ. Ότι επικουρικά η συμπεριφορά της εναγομένης είναι καταχρηστική, ως αντικείμενη στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ, αλλά και στις διατάξεις του Ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών. Με βάση τα εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά η ενάγουσα ζητεί, α) να αναγνωρισθεί ότι το μεταξύ αυτής και της εναγομένης συναφθέν υπ' αριθμ.  ... ασφαλιστήριο ζωής μαζί με όλες τις πρόσθετες καλύψεις αυτού, πλην του Παραρτήματος Ζ', διατηρούνται σε πλήρη ισχύ μέχρι 12 Ιουνίου 2026, χωρίς να έχει η ίδια την υποχρέωση να καταβάλει στην εναγομένη ασφάλιστρα για την περίοδο από 12-06-2010 μέχρι 12-06-2026, για το λόγο ότι έχει απαλλαγεί από αυτά, β) να υποχρεωθεί η εναγομένη να της καταβάλει το ποσό των 2.272,42 ευρώ που αντιστοιχεί στα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά ασφαλίστρων, νομιμοτόκως από την ημέρα καταβολής κάθε εξαμηνιαίου ασφαλίστρου, άλλως από της επιδόσεως της υπό κρίση αγωγής της μέχρις εξοφλήσεως, καθώς και ποσό 10.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που υπέστη από τη συμπεριφορά της εναγομένης, από την επίδοση της αγωγής, γ) να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη υποχρεούται να της αποδώσει τα ασφάλιστρα που θα της έχει η ίδια καταβάλει για τη μετά τη 12η-12-2014 περίοδο, νομιμοτόκως από την ημέρα καταβολής εκάστου εξαμηνιαίου ασφαλίστρου μέχρι την απόδοση αυτών και να επιβληθεί σε βάρος της εναγομένης η δικαστική δαπάνη της.

 

 

Με αυτό το ιστορικό και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρα 8, 9, 10, 18, 25 §2 και 33 ΚΠολΔ), για να δικασθεί κατά την τακτική διαδικασία και είναι ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στα άρθρα 361, 346 ΑΚ, 1§1, 2§§1, 2, 5, 6§1, 7§1, 8§1. 28 Ν. 2496/1997, 70, 176, 169§1, 191§2, 904, 907 και 908 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, που υπέστη η ενάγουσα από τη συμπεριφορά της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, το οποίο είναι μη νόμιμο. Και τούτο διότι, η επικαλούμενη παράνομη ενέργεια της εναγομένης συνιστά αθέτηση της αναφερόμενης στην αγωγή συμβάσεως ασφάλισης και όχι αδικοπραξία, η οποία θα είχε τελεστεί και χωρίς την ύπαρξη της επίδικης συμβατικής σχέσης και κατά συνέπεια, η παραπάνω ένδικη απαίτηση της ενάγουσας δεν θεμελιώνεται νόμιμα στις περί αδικοπραξίας διατάξεις. Νόμιμη είναι επίσης η κατάθεση των προτάσεων της ενάγουσας, η οποία έλαβε χώρα παραδεκτά κατ' άρθρο 237 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυε κατά το χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής, απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών της εναγομένης. Επομένως, πρέπει η υπό κρίση αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να εξετασθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το ανάλογο τέλος δικαστικού ενσήμου για το καταψηφιστικό αγωγικό αίτημα (βλ. αντίστοιχη βεβαίωση πληρωμής αυτού).

 

Η εναγόμενη με τις προτάσεις της, συνομολογεί, ότι καταρτίσθηκε ασφαλιστική σύμβαση με την ενάγουσα και ότι συνέτρεξε περίπτωση ενεργοποίησης του παραρτήματος Β της ασφαλιστικής σύμβασης, γεγονός για το οποίο ενημέρωσε την ενάγουσα με την από 22-03-2010 δήλωση της, αναγνωρίζοντας την σοβαρή ασθένεια της και απαλλάσσοντας την από καταβολή ασφαλίστρων από την 12η-06-2010. Ωστόσο αρνείται περαιτέρω αιτιολογημένα την υπό κρίση αγωγή ισχυριζόμενη, πως η ως άνω από 22-03-2010 δήλωση της προς την ενάγουσα περί απαλλαγής της από την υποχρέωση καταβολής ασφαλίστρων λόγω σοβαρής ασθένειας σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει, σύμφωνα με τους όρους του παραρτήματος, ότι η απαλλαγή αυτή θα συνεχίζεται εσαεί, ανεξάρτητα από την εξακολούθηση ή μη του παραπάνω λόγου απαλλαγής, καθόσον στο άρθρο 5 του Παραρτήματος Β' ορίζεται, ότι σε περίπτωση, που έχει αποκατασταθεί η ικανότητα του ασφαλισμένου πρέπει να επαναληφθεί η καταβολή ασφαλίστρων, ενώ στο άρθρο 4 του σχετικού Παραρτήματος προβλέπεται ρητά η υποχρέωση του απαλλαγέντος ασφαλισμένου να παρέχει μέσα σε 2 μήνες πριν από κάθε ετήσια επέτειο της αναγνώρισης με δικά του έξοδα ιατρική έκθεση σχετικά με την ανικανότητά του.

 

 

Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων, ενός για έκαστη αμφοτέρων των διάδικων πλευρών, που εξετάσθηκαν νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου και περιέχονται στα ταυτάριθμα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικότερα στη συνέχεια, μολονότι δεν παραλείπεται κανένα κατά την ουσιαστική εκτίμηση της υπόθεσης, αποδεικνύονται τα κάτωθι: Την 20η-06-1996 η εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία σύναψε με την ενάγουσα την υπ' αριθμ. ασφαλιστική σύμβαση με τους αναγραφόμενους σε αυτήν όρους και συμφωνίες. Ειδικότερα, το παραπάνω ασφαλιστήριο αφορούσε ασφάλεια ισόβιας σύνταξης με επιστροφή ασφαλίστρων και με συμμετοχή στα κέρδη, με ημερομηνία έναρξης ασφάλισης την 12η-06-1996 και ημερομηνία έναρξης συνταξιοδότησης την 12η-06-2026. Η εν λόγω κάλυψη αφορούσε την πληρωμή ποσού βασικής ασφάλισης ζωής, με ασφαλιζόμενο ποσό μηνιαίας σύνταξης 30.000 δρχ, πληρωτέο στην ενάγουσα την πρώτη ημέρα κάθε μήνα, με έναρξη πληρωμής την 12η-06-2026, εφόσον βρίσκεται εν ζωή κατά την ανωτέρω ημερομηνία και μέχρι το θάνατό της (ισόβια σύνταξη) ή μέχρι την 12-06-2036, αν επέλθει θάνατος πριν από την ημερομηνία αυτή (εγγυημένη περίοδος 10 ετών). Με την εν λόγω ασφαλιστική σύμβαση συμφωνήθηκε, ότι τόσο Συμβαλλόμενος όσο και Ασφαλισμένος θα ήταν η ενάγουσα, ότι δικαιούχος για απαιτήσεις εν ζωή θα ήταν η ίδια και, σε περίπτωση θανάτου της, ο σύζυγός της ... και ότι το καθαρό εξαμηνιαίο ασφάλιστρο θα ανερχόταν στο ποσό των 101.715 δρχ (300,813 ευρώ) αυξανόμενο κατά τον εκάστοτε ισχύοντα φόρο και το χαρτόσημο, πληρωτέο κάθε 12η Ιουνίου και 12η,Δεκεμβρίου εκάστου έτους και μέχρι το θάνατο της ενάγουσας, με ημερομηνία έναρξης καταβολής την 12η Ιουνίου 1996. Περαιτέρω στην αυτή ως άνω ασφαλιστήρια σύμβαση περιελήφθησαν και πρόσθετες καλύψεις εκ μέρους της εναγομένης και συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων, Πρόσθετη Ασφάλιση Απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων σε περίπτωση διαρκούς ολικής ανικανότητας (Παράρτημα Β' του ασφαλιστηρίου). Ειδικότερα, στο Παράρτημα Β', που περιλήφθηκε στο ανωτέρω ασφαλιστήριο συμβόλαιο προβλέπεται, πως ο συμβαλλόμενος θα απαλλάσσεται από παραπέρα καταβολή ασφαλίστρων της βασικής ασφάλισης ζωής και των παραρτημάτων της πλην των παραρτημάτων Ζ και Κ σε περίπτωση, που ο ασφαλισμένος πάθει διαρκή ολική ανικανότητα από ασθένεια ή ατύχημα ή μια εκ των σοβαρών ασθενειών. Στο άρθρο 1° του εν λόγω Παραρτήματος προσδιοριζόταν η έννοια της διαρκούς ολικής ανικανότητας και δη ως τέτοια θεωρείται η για ένα (1) τουλάχιστον χρόνο από τότε που θα γνωστοποιηθεί εγγράφως στην εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία διαρκής και ολοκληρωτική ανικανότητα του Ασφαλιζόμενου (ενάγουσας) είτε από ασθένεια είτε από ατύχημα, να εκτελέσει την εργασία που έκανε πριν πάθει την ανικανότητα ή κάθε άλλη εργασία για την οποία έχει την απαιτούμενη μόρφωση, εκπαίδευση και πείρα. Πάντως διαρκής ολική ανικανότητα θα θεωρούντο οπωσδήποτε οι περιπτώσεις σοβαρών ασθενειών, μεταξύ των οποίων απαριθμείται ρητώς και ο καρκίνος, ήτοι κάθε ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και επέκταση κακοηθών κυττάρων και διήθηση των ιστών (άρθρο 2 του Παραρτήματος Β' της σύμβασης). Στις περιπτώσεις, μάλιστα, των σοβαρών ασθενειών, η διαρκής ολική ανικανότητα θα αναγνωριζόταν αμέσως. Σύμφωνα με το άρθρο 5° του Παραρτήματος B' της ως άνω ασφαλιστικής σύμβασης, αν ο ασφαλιζόμενος πάθει διαρκή ολική ανικανότητα, όπως αυτή ορίσθηκε ως ανωτέρω στο άρθρο 1° του ιδίου Παραρτήματος, η εναγόμενη εταιρεία απαλλάσσει από την παραπέρα καταβολή ασφαλίστρων το συμβαλλόμενο (ενάγουσα) και εφόσον η ασφάλεια βρίσκεται σε πλήρη ισχύ. Μέχρι να αναγνωρισθεί από την εταιρεία η διαρκής ολική ανικανότητα του ασφαλιζομένου, ο συμβαλλόμενος είναι υποχρεωμένος να συνεχίσει να πληρώνει τα ασφάλιστρα. Σε περίπτωση που η εταιρεία έχει λόγους να πιστεύει, ότι έχει αποκατασταθεί η ικανότητα του ασφαλιζομένου, πρέπει να επαναληφθεί η καταβολή των ασφαλίστρων, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 4° του ιδίου Παραρτήματος της σύμβασης, ο ασφαλιζόμενος, όταν συμβεί η κατά τα ανωτέρω ανικανότητα, οφείλει δύο μήνες πριν από κάθε επέτειο της σύναψης της ασφάλειας, να παρέχει με δικά του έξοδα ιατρική έκθεση σχετική με την ανικανότητα του. Από τους όρους αυτούς του Παραρτήματος του ασφαλιστηρίου προκύπτει, ότι η ασφαλιστική εταιρεία ναι μεν υποχρεούται να απαλλάξει τον ασφαλισμένο από τα ασφάλιστρα σε περίπτωση μίας εκ των σοβαρών ασθενειών του άρθρου 1, όπως είναι ο καρκίνος, πλην όμως αν η ασφαλιστική περίπτωση για την οποία επήλθε η απαλλαγή παρέλθει και συγκεκριμένα αν δεν διαπιστώνεται πλέον ενεργός νόσος, πράγμα το οποίο οφείλει ο ασφαλισμένος να γνωστοποιήσει στην εταιρεία μέσω προσκομιδής σχετικής ιατρικής έκθεσης (άρθρο 4), τότε επαναλαμβάνεται η καταβολή ασφαλίστρων (βλ. ΠΠΑΘ, 482/2016 αδημ.). Περαιτέρω αποδείχθηκε, ότι επήλθε στο πρόσωπο της ενάγουσας η ασφαλιστική περίπτωση της απαλλαγής από τα ασφάλιστρα λόγω σοβαρής ασθένειας. Ειδικότερα προέκυψε, ότι η ενάγουσα την 26η-01-2010 υπεβλήθη σε μαστεκτομή. Από την ιστολογική διάγνωση προέκυψε, ότι επρόκειτο για όγκο αριστερού μαστού μεγαλύτερης διαμέτρου 2,5 εκ., με μορφολογικά χαρακτηριστικά πολύμορφου λοβιακού καρκινώματος μαστού, βαθμού κακοήθειας - grade 3, με παζετοειδή διασπορά σε παρακείμενους πόρους (βλ. την από 26-01-2010 ιστολογική εξέταση της Ιατρού Παθολογοανατόμου της Κλινικής). Ακολούθως η ενάγουσα έλαβε από την εναγομένη το ασφαλιζόμενο ποσό των 9.973 ευρώ για τα έξοδα νοσηλείας της και εν συνεχεία ζήτησε από την εναγόμενη την ενεργοποίηση της κάλυψης απαλλαγής της από την πληρωμή των ασφαλίστρων κατά τα προβλεπόμενα στο ως άνω παράρτημα Β λόγω σοβαρής ασθένειας συνυποβάλλοντας τα απαραίτητα ιατρικά δικαιολογητικά. Η εναγομένη, πράγματι, ως είχε υποχρέωση από τους όρους της μεταξύ τους ασφαλιστικής συμβάσεως, αναγνώρισε με την από 22-03-2010 δήλωση της προς την ενάγουσα, την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου και ακολούθως απάλλαξε αυτήν από την πληρωμή ασφαλίστρων της βασικής ασφαλιστικής κάλυψης ζωής και των εν ισχύ παραρτημάτων της από 12-06-2010 και μετέπειτα. Περαιτέρω αποδείχθηκε, ότι η ενάγουσα έλαβε από την εναγομένη κατά τον μήνα Δεκέμβριο του 2013 ειδοποίηση πληρωμής ασφαλίστρων ποσού 1.103,55 ευρώ για την περίοδο από 12-12-2013 μέχρι 12-06-2014. Σε διαμαρτυρία της ενάγουσας για την αποστολή του ως άνω ειδοποιητηρίου, η εναγομένη της απάντησε, ότι είχε προηγηθεί η αποστολή της από 16-04-2013 επιστολής της (την οποία η ενάγουσα ουδέποτε έλαβε και για το λόγο αυτό η εναγομένη της χορήγησε αντίγραφο της την 31η-01-2014), με την οποία η εναγομένη ζήτησε από την ενάγουσα, στο πλαίσιο της εφαρμογής των όρων της πρόσθετης ασφάλισης και συγκεκριμένα στο Παράρτημα Β, να προσκομίσει τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, δηλαδή πιστοποιητικά και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την διαρκή ολική ανικανότητα της εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της επιστολής. Η ενάγουσα με την από 07-02-2014 εξώδικη διαμαρτυρία, πρόσκληση και δήλωση της προς την εναγόμενη, επιδοθείσα την 11η-02-2014, διαμαρτυρήθηκε για το περιεχόμενο της παραπάνω επιστολής, εφόσον, όπως αναφέρει, έλαβε την απαλλαγή από την πληρωμή ασφαλίστρων λόγω σοβαρής ασθένειας και όχι λόγω διαρκούς ολικής ανικανότητας και ζήτησε από την εναγόμενη να βεβαιώσει ότι το υπ' αριθμ. ... ασφαλιστήριο συμβόλαιο της βρίσκεται σε πλήρη ισχύ και να ανακαλέσει την από 16-04-2014 επιστολή της. Η εναγόμενη σε απάντηση της απέστειλε την από 11-03-2014 επιστολή, με την οποία ενημέρωνε την ενάγουσα, ότι το άρθρο 4 του Παραρτήματος Β, με το οποίο ο ασφαλισμένος υποχρεούται δύο (2) μήνες πριν από κάθε ετήσια επέτειο της αναγνώρισης να παρέχει με δικά του έξοδα ιατρική έκθεση σχετική με την ανικανότητα του, εφαρμόζεται και στην περίπτωση διαρκούς ολικής ανικανότητας και στην περίπτωση σοβαρής ασθένειας, και, για το λόγο αυτό την καλούσε να προσκομίσει τα ως άνω πρόσφατα ιατρικά πιστοποιητικά, ώστε να εξεταστεί εκ νέου η περίπτωση της και εάν συντρέχει λόγος να προβεί εκ νέου στην ενεργοποίηση του Παραρτήματος Β'. Η ενάγουσα αρνήθηκε να προσκομίσει τα ως άνω ιατρικά πιστοποιητικά, ωστόσο την 07η-03-2014 κατέβαλε στην ενάγουσα το ποσό των 1.103,55 ευρώ για πληρωμή ασφαλίστρων περιόδου από 12-12-2013 έως 12-06-2014 και την 10η-06-2014 κατέβαλε στην ενάγουσα το ποσό των 1.173,87 ευρώ για πληρωμή ασφαλίστρων περιόδου από 12-06-2014 έως 12-12-2014, προκειμένου να μην προβεί η εναγομένη σε καταγγελία της ασφαλιστικής της σύμβασης, ήτοι συνολικά για το εν λόγω ασφαλιστήριο κατέβαλε το ποσό των 2.277,42, γεγονός που δεν αρνείται η εναγομένη, επιφυλασσόμενη ωστόσο του δικαιώματος της να αναζητήσει τα ως άνω καταβληθέντα, αχρεωστήτως κατά τους ισχυρισμούς της, ποσά. Όπως όμως αναπτύχθηκε παραπάνω, η σοβαρή ασθένεια του καρκίνου, ήτοι η εξεταζόμενη περίπτωση, αποτελεί περίπτωση Διαρκούς Ολικής Ανικανότητας, υπάγεται στα άρθρα 1° και 2° του Παραρτήματος Β' της υπ' αριθμόν σύμβασης και σύμφωνα με αυτό,  ναι μεν επέρχεται άμεση αναγνώριση αυτής χωρίς την ετήσια αναμονή, πλην όμως εν συνεχεία κάθε έτος, δύο (2) μήνες πριν από κάθε επέτειο της σύναψης της ασφάλειας, η ενάγουσα όφειλε, σύμφωνα με το άρθρο 4° του εν λόγω Παραρτήματος να προσκομίζει στην εναγομένη ιατρικά δικαιολογητικά, από τα οποία να αποδεικνύεται ότι εξακολουθεί να υφίσταται η ανικανότητα της να εκτελέσει την εργασία που έκανε ή άλλη, για την οποία έχει την απαιτούμενη μόρφωση, εκπαίδευση και πείρα. Δηλαδή, εν προκειμένω η ενάγουσα όφειλε μετά το έτος 2011, αφού η ανικανότητα της επήλθε εντός του έτους 2010, να προσκομίζει στην εναγομένη ιατρικά δικαιολογητικά (ιατρική έκθεση κ.λπ.), από τα οποία να προκύπτει ότι η ανικανότητα της προς εργασία εξακολουθεί να υφίσταται. Η τοιαύτη υποχρέωση υπάρχει, βάσει του Παραρτήματος Β', σε κάθε περίπτωση Διαρκούς Ολικής Ανικανότητας είτε αυτή αναγνωρίζεται άμεσα, όπως στην ένδικη περίπτωση, είτε αναγνωρίζεται μετά ένα χρόνο από τη γνωστοποίηση της στην εναγόμενη εταιρεία. Η ανάγκη συνεχούς επανελέγχου εκ μέρους της εναγομένης του αν συνεχίζει να συντρέχει ο λόγος απαλλαγής από τα ασφάλιστρα (Διαρκής Ολική Ανικανότητα), ο οποίος (έλεγχος) θα πραγματοποιείτο με την κατ' έτος προσκόμιση από την ενάγουσα πρόσφατων ιατρικών πιστοποιητικών, προκύπτει και από τα συμφωνηθέντα στο άρθρο 5° του Παραρτήματος Β' της υπ' αριθμ. σύμβασης, στο οποίο προβλέφθηκε ότι: «Σε περίπτωση που η εταιρία έχει λόγους να πιστεύει ότι έχει αποκατασταθεί η ικανότητα του ασφαλισμένου πρέπει να επαναληφθεί η καταβολή των ασφαλίστρων και σε αντίθετη περίπτωση εφαρμόζονται οι Γενικοί Όροι του ασφαλιστηρίου ζωής». Τα ανωτέρω μάλιστα, δεν έρχονται σε αντίθεση με την από 14-06-1996 αίτηση της ενάγουσας προς την εναγομένη για σύναψη ασφαλιστικής σύμβασης, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η ενάγουσα, καθώς στην εν λόγω αίτηση, μόνο επιγραμματικά αναφέρονται οι ασφαλιστικές καλύψεις, χωρίς να γίνεται εκτενής μνεία του περιεχομένου εκάστου όρου και χωρίς να δύναται να συναχθεί η συνομολόγηση της εναγομένης για την απαλλαγή από την καταβολή ασφαλίστρων σε περίπτωση σοβαρής ασθένειας άνευ άλλου τινός. Ωστόσο, η ενάγουσα δεν ανταποκρίθηκε στη συμβατική υποχρέωση της να προσκομίσει προ διμήνου από κάθε ετήσια επέτειο της σύναψης της ασφάλειας (άρθρο 4°) κάποια ιατρική έκθεση σχετική με την ανικανότητα της. Από όλα τα ανωτέρω αναφερθέντα και αποδειχθέντα προκύπτει, ότι η ενάγουσα, προκειμένου να εξακολουθεί να τυγχάνει απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής ασφαλίστρων, είχε τη συμβατική υποχρέωση έναντι της εναγομένης να προσκομίζει σε ετήσια βάση (αρχής γενομένης από το έτος 2011) δύο μήνες πριν από κάθε επέτειο της σύναψης της σύμβασης ασφάλισης ιατρική έκθεση σχετικά με την ανικανότητα της. Η ενάγουσα, ωστόσο, δεν συμμορφώθηκε προς αυτή τη συμβατική υποχρέωση της, η οποία ευθέως προκύπτει από το περιεχόμενο της προαναφερθείσας ένδικης συμβάσεως. Μολονότι, λοιπόν, έφερε το σχετικό δικονομικό βάρος απόδειξης των πραγματικών ισχυρισμών της αγωγής της, δεν ανταποκρίθηκε εν γένει σε αυτό. Αφενός, δηλαδή, αποδείχθηκε ότι η απαλλαγή της από τα ασφάλιστρα συναρτόταν από την εκ μέρους της προσκόμιση ιατρικών πιστοποιητικών κάθε έτος και αφετέρου δεν αποδείχθηκε, ότι συνέτρεχαν στο πρόσωπο της διαρκής ολική ανικανότητα ή ενεργός σοβαρή ασθένεια εν έτει 2013. Κατά συνέπεια, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εναγομένη δεν ενήργησε παράνομα και αντισυμβατικά όταν προέβη σε παύση της απαλλαγής ασφαλίστρων και έθεσε την ένδικη ασφαλιστήρια σύμβαση σε κατάσταση πληρωμής ασφαλίστρων από την 12η-12-2013 και κατ' επέκταση ότι η ενάγουσα δεν κατέβαλε αχρεωστήτως στην εναγομένη το συνολικό ποσό των 2.277,42 ευρώ ως ασφάλιστρα, που αναλογούσαν στο προαναφερθέν χρονικό διάστημα από 12-12-2013 έως 12-12-2014. Κατ' ακολουθία όλων των ανωτέρω, με βάση τα προεκτεθέντα πραγματικά περιστατικά, πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμο το αγωγικό αίτημα να αναγνωρισθεί ότι η ενάγουσα, λόγω των όσων συμφωνήθηκαν στο Παραρτήματα Β' της ένδικης σύμβασης (πρόσθετη ασφάλιση απαλλαγής από την πληρωμή ασφαλίστρων), δεν υποχρεούται σε περαιτέρω καταβολή ασφαλίστρων, καθώς το περιεχόμενο των συμβατικών άρθρων 4ου και 3ου των εν λόγω Παραρτημάτων προβλέπουν ως υποχρέωση της ασφαλισμένης (ενάγουσας), προκειμένου να εξακολουθήσει να απαλλάσσεται από την πληρωμή ασφαλίστρων, την ετήσια προσκόμιση από αυτήν ιατρικής έκθεσης σχετικής με την ανικανότητα της, ενώ δεν αρκεί η άπαξ εμφάνιση στο πρόσωπο της διαρκούς ολικής ανικανότητας ή σοβαρής ασθένειας για την απαλλαγή της από την καταβολή ασφαλίστρων μέχρι το χρόνο λήξης των συμβάσεων, όπως αβασίμως ισχυρίζεται η ενάγουσα. Κατ' επέκταση, δεδομένου ότι η ενάγουσα δεν ανταποκρίθηκε στις συμβατικές υποχρεώσεις της περί προσκόμισης της ιατρικής έκθεσης, ούτε απέδειξε ότι συντρέχουν στην πραγματικότητα οι προϋποθέσεις απαλλαγής της από την καταβολή ασφαλίστρων, πρέπει να απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμο και το καταψηφιστικό αίτημα να υποχρεωθεί η εναγομένη να της αποδώσει ασφάλιστρα συνολικού ποσού 2.277,42 ευρώ. Τέλος, σε βάρος της ενάγουσας, λόγω της ήττας της, πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, κατόπιν σχετικού αιτήματος της τελευταίας, όπως αυτά ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας (άρθρα 176, 178 και 191 §2 ΚΠολΔ).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει κατ' αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την αγωγή.

 

Επιβάλλει  σε  βάρος της ενάγουσας τα δικαστικά έξοδα της εναγομένης, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα την 14-3-2018.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                           Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι ή οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, με την παρουσία και της γραμματέα της έδρας την 26η-4-2018,

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ  

 

Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»