ΜΠρΒολ 3024/2004

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Διατροφή - Υποχρέωση παππού προς διατροφή εγγονών -.

 

Υποχρέωση παππού (από πατρική γραμμή) για διατροφή εγγονών, λόγω αδυναμίας της μητέρας τους, που ασκεί μόνη τη γονική μέριμνα λόγω θανάτου του πατέρα τους. Για τον καθορισμό του ύψους της διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων λαμβάνονται υπόψη οι ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του (ανάλογη διατροφή), αλλά και την περιουσιακή κατάσταση και τις συνθήκες ζωής του υποχρέου, διότι οι ανάγκες του δικαιούχου ικανοποιούνται από τον υπόχρεο, εφόσον και στο βαθμό που αυτός έχει την οικονομική δυνατότητα.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα (η οποία ασκεί την αίτηση για λογαριασμό των ανηλίκων τέκνων της) ισχυρίζεται, ότι από το νόμιμο γάμο της με τον ήδη αποβιώσαντα Κ. - Δ. Μ., γιό των καθών η αίτηση, απέκτησε τρία ανήλικα τέκνα, τα οποία αδυνατούν να διαθρέψουν τον εαυτό τους, ενώ τόσο η ίδια, όσο και οι γονείς της, αδυνατούν να τα παράσχουν διατροφή, με αποτέλεσμα, η υποχρέωση διατροφής να βαρύνει πλέον τους καθώς (παππού και γιαγιά από την πατρική γραμμή). Επικαλούμενη δε επείγουσα περίπτωση ζητεί, να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα, ώστε να υποχρεωθούν οι καθών να της προκαταβάλλουν μέσα στις πρώτες πέντε ημέρες κάθε μήνα διατροφή για λογαριασμό εκάστου ανηλίκου, 100 ευρώ ισομερώς, από την επίδοση της αίτησης, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε δόσης.

   Η αίτηση παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρ. 22, 683 παρ. 1 ΚΠολΔ) κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρ.686 επ. ΚΠολΔ) και είναι πλήρως ορισμένη, εφόσον εκτίθενται, κατά το άρθρο 216 ΚΠολΔ, η έλλειψη εισοδημάτων των ανηλίκων, η αδυναμία τους να εργασθούν, οι ανάγκες τους, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες ζωής τους και το απαιτούμενο για όλες αυτές συνολικό ποσό, όπως απαιτείται (σχετ. ΕφΘεσ. 2/2000 Αρμ. 2003. 795, ΕφΑθ. 7546/2001 ΕλΔ. 44.996). Είναι δε και νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489, 1490, 1493, 1494, 1496, 1498, 1510, 340, 345, 346 ΑΚ, 928, 929 ΚΠολΔ και πρέπει, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.

   Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων Α. Λ. και Α. Κ. που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο και όλων των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, πιθανολογήθηκαν τα εξής : Η αιτούσα συνήψε στη Ν. Ιωνία Μαγνησίας νόμιμο θρησκευτικό γάμο, στις 14.2.1991, με τον Κ. - Δ. Μ., από τον οποίο απέκτησαν τρία τέκνα, την Ε., την Ι. και τον Δ. - Ν., ηλικίας ήδη δώδεκα, εννιά και επτά ετών αντίστοιχα. Ο πατέρας των ανηλίκων, που ήταν γιός των καθών η αίτηση, απεβίωσε στις 14.2.1998. Από τότε η γονική μέριμνα των ανηλίκων ασκεί μόνη η αιτούσα μητέρα. Τα ανήλικα τέκνα δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία. λόγω δε της ηλικίας τους και της φοίτησης τους στην Α' Γυμνασίου το πρώτο, στη Δ' Δημοτικού το δεύτερο και στην Α' Δημοτικού σχολείου του τρίτο, αδυνατούν να εργασθούν, ώστε είναι ανίκανα προς αυτοδιατροφή. Δικαιούνται επομένως, να αξιώσουν διατροφή από τη μητέρα τους και τους παππούδες τους, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του καθένα (άρθρ. 1489, 1490 ΑΚ).

   Όπως συνάγεται από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1485, 1486 και 1493 ΑΚ, για τον καθορισμό του ποσού της διατροφής μεταξύ ανιόντων και κατιόντων λαμβάνονται υπόψη, οι ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του (ανάλογη διατροφή), αλλά και από την περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου. Προκειμένου δηλαδή, να καθοριστούν οι ανάγκες του δικαιούχου βάσει των συνθηκών της ζωής αυτού πρέπει, να συνεκτιμηθούν και οι συνθήκες της ζωής του υποχρέου, διότι οι ανάγκες του δικαιούχου ικανοποιούνται από τον υπόχρεο, εφόσον αυτός έχει την οικονομική δυνατότητα, διαφορετικά περιορίζονται (ΕφΑθ. 7362/2002 ΕλΔ. 44.323).

   Στην προκειμένη περίπτωση από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία πιθανολογείται, ότι η δεύτερη των καθών δεν έχει εισοδήματα από εργασία ή περιουσία, ούτε διαθέτει οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο. Τις ανάγκες διατροφής της καλύπτει ο πρώτος των καθών σύζυγός της, με τον οποίο και διαμένουν, στην κατοικία του γαμπρού τους Α. Κ., στην Ν. Ιωνία Μ. Επομένως, δεν έχει τη δυνατότητα, να παράσχει διατροφή και πρέπει, η ένδικη αίτηση να απορριφθεί ως προς αυτήν, ως ουσιαστικά αβάσιμη.

   Ο πρώτος των καθών είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ και έχει εισόδημα ύψους 7.002 ευρώ ετησίως, ήτοι 583 ευρώ το μήνα. ’λλα εισοδήματα από εργασία ή περιουσία δεν πιθανολογήθηκε, ότι έχει ο τελευταίος. Η αιτούσα, λόγω του προσφάτου τραυματισμού της σε οδικό τροχαίο ατύχημα, δεν είναι σε θέση να εργασθεί και δεν εργάζεται. Διαμένει με τα ανήλικα τέκνα στην κατοικία των γονέων της στη Ν. Ιωνία Μαγνησίας και έχει εισόδημα 570 ευρώ μηνιαίως ''από σύνταξη'', όπως ομολογείται.

   Με βάση τις προαναφερόμενες οικονομικές δυνατότητες του καθού και τις εν γένει περιστάσεις κατά το δεδομένο κοινωνικό περιβάλλον και χρόνο, η κατά μήνα διατροφή που απαιτείται για έκαστο των ανηλίκων τέκνων πρέπει, να καθοριστεί στο ποσό των 150 ευρώ. Το ποσόν αυτό είναι ανάλογο με τις συνθήκες ζωής τους και ανταποκρίνεται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, συντήρηση και εκπαίδευσή τους. Από το ποσό αυτό ο καθού είναι σε θέση, να καταβάλλει 40 ευρώ για έκαστο ανήλικο, χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή και της συζύγου του, που είναι υποχρεωμένος από το νόμο να διατρέφει. Κατά το υπόλοιπο ποσό που απαιτείται για τη διατροφή εκάστου ανηλίκου, συμμετέχει η αιτούσα, με την προσφορά της προσωπικής της εργασίας και απασχόλησης, για την περιποίηση και φροντίδα τους, η οποία είναι αποτιμητή σε χρήμα αλλά και με χρηματική καταβολή.

   Κατά συνέπειαν, εφόσον πιθανολογήθηκε και η ύπαρξη επείγουσας περίπτωσης, πρέπει να γίνει κατά ένα μέρος δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η κρινόμενη αίτηση ως προς τον πρώτο των καθών, όπως ορίζεται στο διατακτικό. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει, να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της συγγενικής τους σχέσης ως εγγονών και παππούδων (άρθρ. 179 ΚΠολΔ).