ΜΠρΘεσ 4281/2018

 

Διάκριση υπαλλήλου από εργάτη - Συνοδός χρηματοποστολών -.

 

Περιγραφή καθηκόντων του. Κριτήρια για τον χαρακτηρισμό του ως υπαλλήλου και όχι εργάτη η ανάπτυξη πρωτοβουλίας και η ανάληψη ευθύνης κατά την παροχή της εργασίας του. Καταχρηστική η επίκληση συμφωνίας παρέκτασης της αρμοδιότητας των δικαστηρίων της έδρας από εργοδότη που διατηρεί υποκατάστημα στην πόλη όπου ο μισθωτός παρέχει την εργασία του.

 

 

 

Αριθμός απόφασης: 4281/2018

 

(Αριθμ. κατάθ. κλήσης: 7084/2016)

(Αριθμ. κατάθ. έφεσης: 10352/2015)

(Αριθμ. καταθ. αγ. Ειρηνοδικείου Θεσ/νίκης: 18454/2014)

 

 

                   ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

                             ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από την Δικαστή Δέσποινα Σχοινοποιού, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και από τη Γραμματέα Αναστασία Τσερτσόγλου.

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια και στο ακροατήριο του στις 24 Απριλίου 2017, για να δικάσει τη με αριθμ. κατάθεσης 7084/2016 έφεση, η οποία επαναφέρεται προς συζήτηση δυνάμει της με αριθμ. καταθ. 7084/14-7-2016 κλήσης, κατά της με αριθμό 2185/2015 απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών), που δίκασε τη με αριθ. κατάθεσης 18454/2014 αγωγή:

 

ΚΑΛΟΥΣΑ-ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ-ΕΝΑΓΟΜΕΝΗ: Ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «... ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΞΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και τον δ.τ. «... S.A.», που εδρεύει στη Μεταμόρφωση Αττικής και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά δηλώσεως κατ' άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ του πληρεξουσίου της δικηγόρου Αναστασίου Πασσά (AM ΔΣΑ 14016), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

 

ΚΑΘ'ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ-ΕΝΑΓΩΝ: ..., κάτοικος Σταυρούπολης Θεσσαλονίκης, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά δηλώσεως, κατ' άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χρήστου Μηλιόπουλου (AM 1634), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

 

Ο καθ'ου η κλήση-εφεσίβλητος-ενάγων κατέθεσε στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης τη με αριθμό κατάθεσης 18454/2014 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων, η υπ' αριθμ. 2185/2015 απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης (ειδική διαδικασία εργατικών διαφορών), κατά της οποίας παραπονείται η εναγομένη και ήδη καλούσα-εκκαλούσα με την υπ' αριθμ. καταθέσεως 10352/13.5.2015 έφεση της, την οποία κατέθεσε στη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης με αριθμ. καταθ. 312/13-5-2015 και επαναφέρει προς συζήτηση δυνάμει της με αριθμ. καταθ. 7084/14-7-2016 κλήσης.

 

ΚΑΤΑ ΤΉ ΣΥΖΗΤΗΣΗ στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το σχετικό πινάκιο οι διάδικοι παραστάθηκαν κατά τα ανωτέρω.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Νομίμως επαναφέρεται προς συζήτηση, δυνάμει της με αριθμ. καταθ. 7084/14-7-2016 κλήσης, η με αριθμ. καταθ. 10352/13.5.2015 έφεση, της οποίας η συζήτηση είχε ματαιωθεί κατά τη τελευταία συζήτηση της, στη δικάσιμο της 9ης Μαΐου 2016.

 

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ' αριθμ. 2185/2015 οριστικής αποφάσεως (άρθρο 513 παρ. 1 β ΚΠολΔ) του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, και με την οποία έγινε δεκτή ως ουσία βάσιμη η αγωγή του ενάγοντος και νυν εφεσίβλητου, ασκήθηκε εμπροθέσμως (άρθρα 499, 518 ΚΠολΔ) και κατά τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρο 495 παρ. 1 ΚΠολΔ), εφόσον από τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται τέτοια επίδοση, από τη δημοσίευση δε αυτής μέχρι την άσκηση της κρινόμενης έφεσης δεν έχει παρέλθει τριετία (άρθρα 495 επ., 511, 513 παρ. 1β, 516, 517, 518 παρ. 2 και 520 ΚΠολΔ). Πρέπει, επομένως, να γίνει τυπικά δεκτή (532 ΚΠολΔ) και να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της κατά την ίδια διαδικασία (533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Με την αγωγή του ο ενάγων εκθέτει ότι ο ενάγων εκθέτει ότι στις 24-3-2003 προσελήφθη από τον νόμιμο εκπρόσωπο της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «... ΣΕΚΙΟΥΡΓΤΥ ΤΡΑΝΣΠΟΡΤ Α.Ε. ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΞΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», η οποία διατηρούσε με έδρα της την Μεταμόρφωση Αττικής, υποκατάστημα της επιχείρησης της στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως συνοδός χρηματαποστολών. Ότι από τον χρόνο της πρόσληψης του προσέφερε συνεχώς και προσηκόντως την εργασία του στην επιχείρηση της εργοδότριας του στο άνω υποκατάστημα της. Ότι δυνάμει της με αριθμ. .../1.2-12-2006, σύμβασης συγχώνευσης, που συνέταξε η συμβολαιογράφος Αθηνών ...και της με αριθμ. ΕΜ-.../2006 εγκριτικής απόφασης του Νομάρχη Αθηνών, που δημοσιεύτηκε στο με αριθμ. ... ΦΕΚ/5-1-2007, η εναγόμενη ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «... ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΞΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», υπεισήλθε μετά την συγχώνευση της με απορρόφηση της εργοδότριας του ως άνω εταιρίας, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της σύμβασης εργασίας του. Ότι έκτοτε αυτός προσέφερε πλέον συνεχώς και προσηκόντως την εργασία του στην επιχείρηση της εναγομένης έως και τις 1-7-2014, οπότε και ο νόμιμος εκπρόσωπος της κατήγγειλε χωρίς προειδοποίηση την σύμβαση εργασίας του. Ότι η εναγόμενη του κατέβαλε ως αποζημίωση απόλυσης το ποσό των 2.486,99 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε αποζημίωση εργατοτεχνίτη, αντί του ποσού των 7.253,71 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην αποζημίωση υπαλλήλου, υπολογιζόμενο με βάση τις μικτές μηνιαίες αποδοχές του, ύψους, κατά το χρόνο της απόλυσης του, 888,21 ευρώ, που δικαιούται κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά. Ότι η εναγόμενη του οφείλει το ποσό των 4.766,72 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στην διαφορά μεταξύ της καταβληθείσης και της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης του. Ζητεί δε για τους λόγους αυτού να υποχρεωθεί η εναγόμενη, με προσωρινά εκτελεστή απόφαση, να του καταβάλει το ποσό των 4.766,72 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ημέρα, ήτοι από τις 2-7-2014, άλλως από την επίδοση της αγωγής και μέχρι την εξόφληση του και να επιβληθεί σε βάρος της εναγόμενης η δικαστική του δαπάνη.

 

Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη 2185/2015 οριστική απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, η οποία δέχθηκε την αγωγή ως βάσιμη κατ' ουσίαν και υποχρέωσε την εναγομένη, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 4.766,72 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ήτοι από τις 2-7-2014 και μέχρι την εξόφληση του. Κατά της αποφάσεως αυτής η ηττημένη εναγομένη άσκησε την κρινόμενη από 11-5-2015 έφεση της, η οποία απευθύνεται κατά του ενάγοντος, παραπονούμενη για τους λόγους που διαλαμβάνονται σ' αυτή και ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων, ζητεί δε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, να απορριφθεί η αγωγή εν όλω και να καταδικασθεί ο εφεσίβλητος στη δικαστική της δαπάνη.

 

Η εναγόμενη-εκκαλούσα με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα οικεία πρακτικά της συζήτησης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καθώς και με τις νομότυπες προτάσεις της, προέβαλε την ένσταση της κατά τόπο αναρμοδιότητας του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, την οποία επαναφέρει με τον 1° λόγο της κρινομένης εφέσεως της, καθόσον η μεν έδρα της βρίσκεται στην Αθήνα, υφίσταται δε παρέκταση της αρμοδιότητας κατά το άρθρο 43 του Κ.Πολ.Δικ., η οποία συνάγεται από την έγγραφη σύμβαση εργασίας του ενάγοντα, όπου αναγράφεται ότι αρμόδιο για την επίλυση της κρινόμενης διαφοράς είναι τα Δικαστήρια Αθηνών. Πράγματι στον με αριθμ. 13 όρο της προσκομιζόμενης από τους διαδίκους εν λόγω σύμβασης ορίζεται ότι για οποιαδήποτε διαφορά από την παρούσα σύμβαση αποκλειστικά αρμόδια είναι τα Δικαστήρια Αθηνών. Γίνεται όμως δεκτό ότι σε κάθε περίπτωση η συνομολόγηση της παρέκτασης δεν θα πρέπει να αποτελεί το προϊόν εκμετάλλευσης της ανάγκης ή απειρίας του αντισυμβαλλομένου, διότι στην περίπτωση αυτήν η συμφωνία 281 του ΑΚ, που απαγορεύει την κατάχρηση των δικαιωμάτων του ιδιωτικού δικαίου. Μεταξύ των περιπτώσεων αυτών συγκαταλέγεται και εκείνη που λαμβάνει χώρα με προφανή σκοπό την παρέλκυση της δίκης. Εν προκειμένω, ο ανωτέρω όρος της σύμβασης θα είχε την έννοια που της αποδίδει στην παρούσα δίκη η εναγόμενη, μόνο στην περίπτωση που ο ενάγων ήταν κάτοικος πόλης στην οποία αυτή δεν έχει υποκατάστημα. Όμως στην υπό κρίση περίπτωση ο ενάγων, ως ασθενές μέρος της άνω σύμβασης κατοικεί στην Θεσσαλονίκη, όπου η εναγομένη διατηρεί υποκατάστημα, στον Δήμο Πυλαίας - Χορτιάτη Θεσσαλονίκης, στην οδό ..., και στο οποίο αυτός παρείχε την εργασία του και ευχερώς δύναται να εκπροσωπηθεί δικαστικά στην πόλη αυτή. Συνεπώς, ο επίμαχος όρος καταχρηστικά αναγράφεται στην εν λόγω σύμβαση και ως εκ τούτου η προβληθείσα ένσταση έχει παρελκυστικό χαρακτήρα, αφού δεν θα καταστεί δυσχερέστερη η δικονομική θέση της εναγομένης από την εκπροσώπηση της στο παρόν Δικαστήριο, ούτε θα υποβληθεί εξαιτίας της εκπροσώπησης της σε επιπλέον έξοδα, σε αντίθεση με τον ενάγοντα, η θέση του οποίου θα απέβαινε υπέρμετρα δυσχερέστερη πρωτίστως οικονομικά από την υπαγωγή της διαφοράς αποκλειστικά στα Δικαστήρια Αθηνών. Συνακόλουθα η ένσταση της κατά τόπο αναρμοδιότητας και ο αντίστοιχος λόγος έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη κατ' ουσίαν.

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 10 του Ν. 3514/1928, ο οποίος κωδικοποιήθηκε με το από 8/13.12.1928 Π.Δ., όπως το όρθρο αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το αρθρ. 7 του Ν. 4558/1930 και αντικαταστάθηκε με το άρθρ. 1 του Ν.Δ. 2655/1953, «ιδιωτικός υπάλληλος κατά την έννοιαν του παρόντος νόμου θεωρείται παν πρόσωπο κατά κύριον επάγγελμα ασχολούμενον επ' αντιμισθία, ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής, εις υπηρεσίαν ιδιωτικού καταστήματος, γραφείου ή εν γένει επιχειρήσεως ή οιασδήποτε εργασίας και παρέχον εργασίαν αποκλειστικής ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν. Δεν θεωρούνται ιδιωτικοί υπάλληλοι οι υπηρέται πάσης κατηγορίας, καθώς και πάν εν γένει πρόσωπον, το οποίον χρησιμοποιείται εν τη παραγωγή αμέσως ως βιομηχανικός, βιοτεχνικός, μεταλλευτικός ή γεωργικός εργάτης ή ως βοηθός ή μαθητευόμενος των εν λόγω κατηγοριών ή παρέχει υπηρετικός εν γένει υπηρεσίας». Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχόμενης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση χαρακτηρισμό αυτού ή τον τρόπο της αμοιβής του. Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ, όταν η εργασία εΐναι προϊόν πνευματικής καταβολής, τότε, και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται γι' αυτήν και την εκτελεί με υπευθυνότητα, θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων. Έτσι, για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου απαιτείται και εξειδικευμένη εμπειρία και ιδίως η ανάπτυξη πρωτοβουλίας και η ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, διότι μόνο όταν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία κατά την εκτέλεση της εργασίας το πνευματικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού (ΑΠ 1405/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Η εναγόμενη-εκκαλούσα με δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της, που καταχωρήθηκε στα οικεία πρακτικά της συζήτησης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καθώς και με τις νομότυπες προτάσεις της, προέβαλε την ένσταση αοριστίας της επίδικης αγωγής, την οποία επαναφέρει με τον 2° λόγο της κρινομένης εφέσεως της, ως προς τα στοιχεία που αφορούν στον χαρακτηρισμό του ενάγοντα-εφεσίβλητου ως εργάτη ή υπαλλήλου. Πλην, όμως από την απλή επισκόπηση του αγωγικού δικογράφου συνάγεται ότι αυτή περιλαμβάνει, ποσοτικά και ποιοτικά, όλα εκείνα τα στοιχεία και, ιδιαίτερα, την επαρκώς λεπτομερή και αναλυτική περιγραφή των καθηκόντων του ενάγοντος-εφεσίβλητου κατά την παροχή της εργασίας του (βλ. σελ. 2-3 αυτής), κατά τρόπο ώστε η εναγόμενη-εκκαλούσα να μπορέσει να απαντήσει και το Δικαστήριο να ερευνήσει επί της ουσίας τους αγωγικούς ισχυρισμούς, από την απόδειξη των οποίων είναι καθόλα δυνατόν να κριθεί και ο χαρακτηρισμός της ένδικης εργασιακής σχέσης ως εργατικής ή υπαλληλικής (ΜονΠρΑθ 3081/2007, ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ). Μετά ταύτα απορριπτέα κρίνεται ως αβάσιμη κατ'ουσίαν η σχετική ως άνω ένσταση και ο αντίστοιχος 2ος λόγος έφεσης.

 

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που περιλαμβάνονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα προσκομιζόμενα με επίκληση έγγραφα από τους διαδίκους, από τις ομολογίες πού συνάγονται από τους περιεχόμενους στα δικόγραφα των διαδίκων ισχυρισμούς, από τα διδάγματα της κοινής πείρας που αυτεπαγγέλτως λαμβάνει υπόψη το Δικαστήριο (άρθρ. 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από όλα εν γένει τα αποδεικτικά μέσα που νομίμως έλαβε υπόψη το Δικαστήριο, ακόμη και των μη πληρούντων τους όρους του νόμου (άρθρ. 671 παρ. 1 ΚΠολΔ), μηδενός εξαιρουμένου και παρά την ενδεχομένως μεμονωμένη αναφορά σε ορισμένα εξ αυτών, και τα προσκομιζόμενα με επίκληση έγγραφα αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 24-3-2003 ο ενάγων-εφεσίβλητος προσελήφθη από τον νόμιμο εκπρόσωπο της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «... ΣΕΚΙΟΥΡΠΥ ΤΡΑΝΣΠΟΡΤ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ), οποία διατηρούσε, με έδρα της την Μεταμόρφωση Αττικής, υποκατάστημα της επιχείρησης της στην πόλη της Θεσσαλονίκης, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ως συνοδός χρηματαποστολών. Ο ενάγων-εφεσίβλητος από τον χρόνο της πρόσληψης του προσέφερε συνεχώς και προσηκόντως την εργασία του στην επιχείρηση της εργοδότριας του στο άνω υποκατάστημα της. Στη συνέχεια δυνάμει της με αριθμ. .../12-12-2006 σύμβασης συγχώνευσης, που συνέταξε ή συμβολαιογράφος Αθηνών ... και της με αριθμ. .../2006 εγκριτικής απόφασης του Νομάρχη Αθηνών, που δημοσιεύτηκε στο με αριθμ. 106 ΦΕΚ/5-1-2007, η εναγόμενη ανώνυμη εταιρία-εκκαλούσα, με την επωνυμία «... ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΞΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ», υπεισήλθε μετά την συγχώνευση της με απορρόφηση της εργοδότριας του άνω εταιρίας, στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της σύμβασης εργασίας του, καθόσον τα πραγματικά αυτά περιστατικά δεν αμφισβητούνται ειδικότερα από την εναγόμενη-εκκαλούσα. Ο ενάγων-εκκαλών, έκτοτε, έχοντας την νόμιμη προς τούτο άδεια (βλ. την προσκομιζόμενη από τον ίδιο με αριθμ. πρωτ. .../4 β πράξη ανανέωσης από την Ελληνική Αστυνομία της με αριθμ. .../3-β/12-1-2007 άδειας), προσέφερε πλέον συνεχώς και προσηκόντως την εργασία του στην επιχείρηση της εναγόμενης-εκκαλούσας, έως και τις 1-7-2014, οπότε και ο νόμιμος εκπρόσωπος της κατήγγειλε χωρίς προειδοποίηση την σύμβαση εργασίας του. Η παροχή της εργασίας του ενάγοντα-εφεσίβλητου περιελάμβανε την μεταφορά χρηματικών ποσών πελατών της εναγομένης-εκκαλούσας, όπως εταιριών, τραπεζικών καταστημάτων και ΔΟΥ. Συγκεκριμένα, ο ενάγων-εφεσίβλητος μετέβαινε με όχημα της εναγόμενής-εκκαλούσας, που οδηγούσε έτερος υπάλληλος της, στον χώρο του πελάτη της, όπου και λάμβανε τον σάκο με την μοναδική σφραγίδα ασφαλείας. Ο σάκος είχε ετοιμασθεί από το προσωπικό του πελάτη της εναγομένης-εκκαλούσας, το οποίο και του δήλωνε το χρηματικό ποσό που θα μετέφερε. Ο ενάγων-εφεσίβλητος παραλάμβανε το σάκο, έλεγχε την σφραγίδα ασφαλείας του, ανέγραφε το δηλωθέν χρηματικό ποσό στο δελτίο παραλαβής και τοποθετούσε το σάκο σε ειδικό κουτί της εναγομένης-εκκαλούσας, το οποίο και μετέφερε στο, άνω όχημα της. Ο ενάγων-εφεσίβλητος δεν προέβαινε στην καταμέτρηση των χρημάτων, που παραλάμβανε από τους πελάτες της εναγομένης, εξαιρουμένης της παραλαβής χρημάτων από τις ΔΟΥ, όπου όφειλε να προβεί σε αυτήν (καταμέτρηση), έχοντας και την σχετική ευθύνη ως προς το ακριβές ύψος του χρηματικού ποσού που παραλάμβανε. Κατά την διάρκεια της μεταφοράς του κουτιού ο ενάγων-εφεσίβλητος το κρατούσε συνεχώς από την χειρολαβή του, όπου βρισκόταν μία σκανδάλη, την οποία κρατούσε για λόγους ασφαλείας συνεχώς πιεσμένη με τα δάκτυλα του. Στην περίπτωση που αναγκαστικά θα άφηνε την σκανδάλη, όπως σε περίπτωση απόπειρα ληστείας, θα άφηνε τό κουτί στο έδαφος, οπότε και θα προκαλείτο, κατά την ειδικά ρυθμισμένη λειτουργία του, έκρηξη, που θα κατέστρεφε αυτό, χωρίς όμως να επέλθει τραυματισμός του μεταφορέα του και θα βάφονταν τα χρήματα με μπογιά, έτσι ώστε να καθίσταται αδύνατη η χρήση τους. Τέτοιου είδους περιστατικά συμβαίνουν συχνά, γεγονός που επιβεβαιώνει και ο δεύτερος των μαρτύρων ως επιχειρησιακός διευθυντής της εναγομένης-εκκαλούσας. Ως εκ τούτου ο ενάγων-εφεσίβλητός, ως συνοδός της χρηματαποστολής, ήταν εκτεθειμένος, λόγω της φύσης της εργασίας του, που περιελάμβανε την μεταφορά μεγάλων χρηματικών ποσών, σε συνεχή κίνδυνο διάπραξης σε βάρος της ζωής του και της ομαλής παροχής της εργασίας εγκληματικών πράξεων, οπότε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, έπρεπε να βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση, επιδεικνύοντας ιδιαίτερα αυξημένη προσοχή, ψυχραιμία και αυτοέλεγχο και να είναι σε θέση, εκτιμώντας τους πιθανούς κινδύνους που τυχόν είχε να αντιμετωπίσει, να προσαρμοσθεί κάθε φορά στις, κατά τα ανωτέρω, απρόβλεπτες και ιδιαίτερα επικίνδυνες για την ζωή του δυσάρεστες καταστάσεις. Για την προαναφερθείσα διαδικασία μεταφοράς ο ενάγων-εφεσίβλητος ακολουθούσε τις οδηγίες των αρμοδίων οργάνων της εργοδότριας του-εκκαλούσας οδηγίες για τις οποίες είχε ενημερωθεί κατά την παρακολούθηση, τόσο κατά τον χρόνο της πρόσληψης του, όσο και κατά την διάρκεια του χρόνου της σύμβασης εργασίας του, σχετικών εκπαιδευτικών σεμιναρίων. Ως προς την διαδικασία της εκπαίδευσης που ακολουθούσε η εναγόμενη-εκκαλούσας, κατά τον χρόνο της πρόσληψης του προσωπικού των οχημάτων της και δή τόσο του οδηγού όσο και του συνοδού των χρηματαποστολών, πρέπει να παρατηρηθεί ότι αυτή περιελάμβανε δύο στάδια. Το πρώτο γινόταν από ειδικό επόπτη υπάλληλο της εναγομένης-εκκαλούσας στους χώρους της και το δεύτερο λάμβανε χώρα σε «αληθινό χρόνο» και δή η εναγομένη-εκκαλούσα ανέθετε σε έμπειρα και υπεύθυνα, κατά την κρίση της, άτομα του ήδη υπάρχοντος προσωπικού της την εκπαίδευση των νεοπροσληφθέντων, κατά την διάρκεια της εκτέλεσης των καθηκόντων τους. Για το δεύτερο αυτό τμήμα της εκπαίδευσης συντασσόταν σχετικό δελτίο από τους επιβαίνοντες στο ανάλογο όχημα εκπαιδευτές. Στην εν λόγω διαδικασία της εκπαίδευσης συμμετείχε, όπως καταθέτουν χαρακτηριστικά αμφότεροι οι μάρτυρες ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, και ο ενάγων-εφεσίβλητος, λόγω της πολυετούς εμπειρίας του. Με βάση τα προεκτεθέντα για το είδος και την φύση της εργασίας που προσέφερε ο ενάγων-εφεσίβλητος στην επιχείρηση της εναγομένης-εκκαλούσας, αποδεικνύεται ότι αυτός διέθετε ιδιάζουσα εμπειρία και αναλάμβανε εν γένει πρωτοβουλία και ευθύνη κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, συνεπώς στην παροχή της εργασία του υπερείχε το πνευματικό σε σύγκριση με το σωματικό στοιχείο, προσδίδοντας στον ενόγοντα-εφεσίβλητο την επαγγελματική ιδιότητα του ιδιωτικού υπαλλήλου, χωρίς να είναι αναγκαία προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό αυτό η θεωρητική μόρφωση του. ’λλωστε και η ίδια εναγομένη-εκκάλούσα δια των αρμοδίων οργάνων της, εκτιμώντας την προαναφερθείσα παροχή εργασίας των παλαιοτέρων ατόμων του προσωπικού των οχημάτων της, είχε αποδεχθεί, με την υπογραφή στις 31-5-2012 των προσκομιζομένων από τους διαδίκους εγγράφων   διευκρινήσεων της από 11-5-2012 ετήσιας διάρκειας, επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, να χορηγείται, μεταξύ άλλων, και στους συνοδούς χρηματαποστολών που είχαν συμπληρώσει 5 έτη προϋπηρεσίας, σε περίπτωση απόλυσης τους αποζημίωση υπολογιζόμενη κατά τον τρόπο υπολογισμού της αποζημίωσης απόλυσης του ιδιωτικού υπαλλήλου. Συνεπώς, αποδείχθηκε ότι η εργασία που παρείχε ο ενάγων-εφεσίβλητος στην εναγομένη -εκκαλούσα ήταν κατά κύριο λόγο εργασία πνευματικού μόχθου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 10 του Ν. 3514/1928, και επομένως ήταν υπάλληλος αυτής και όχι εργατοτεχνίτης, όπως εσφαλμένως ισχυρίζεται η τελευταία, καθ' όσον διέθετε κατάρτιση, την οποία απέκτησε μέσω της συμμετοχής του σε διαρκή σεμινάρια εκπαίδευσης και τεστ αξιολόγησης της εναγομένης-εκκαλούσας, ενώ επιπροσθέτως διέθετε εμπειρία, την οποία απέκτησε με την πολυετή ενασχόληση του στη συγκεκριμένη εργασία και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που η εναγομένη του ανέθετε καθήκοντα εκπαιδευτή των  νεοπροσλαμβανόμενων  συνοδών χρηματαποστολών, αναλάμβανε πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και επιδείκνυε υπευθυνότητα, αφού έπρεπε να βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση, με τεταμένη προσοχή, ψυχραιμία και αυτοέλεγχο για να είναι σε θέση, ενόψει των πιθανών κινδύνων, να προσαρμοσθεί σε απρόβλεπτες και επικίνδυνες για τη ζωή του και τη ζωή των συναδέλφων του καταστάσεις. Κατά συνέπεια, στην παροχή της εργασίας του ενάγοντος-εφεσιβλήτου υπερείχε το πνευματικό σε σύγκριση με το σωματικό στοιχείο, προσδίδοντας του έτσι την ιδιότητα του ιδιωτικού υπαλλήλου, χωρίς να απαιτείται ως πρόσθετη προϋπόθεση για τον χαρακτηρισμό του ως υπαλλήλου η θεωρητική του μόρφωση, απορριπτόμενου μετά ταύτα και του σχετικού 3ου λόγου της κρινομένης εφέσεως ως αβάσιμου κατ' ουσίαν. Επομένως, ο ενάγων-εφεσίβλητος δικαιούτο κατά το χρόνο της χωρίς προειδοποίηση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του ως αποζημίωση, με βάση τον μηνιαίο μισθό των 888,2.1 ευρώ, το ποσό των 7.253,71 ευρώ (888,21χ7 μισθούς για τα 11 συμπληρωμένα έτη πλήρους απασχόλησης του = 6.217,47, 6.217,47χ1/6=1.036,24, 6.217,47+1.036,24=7.253,71 ευρώ). Ο ενάγων-εφεσιβλητοε έλαβε από την εναγομένη-εκκαλούσα έναντι του ως άνω ποσού το ποσό των 2.486,99 ευρώ, οπότε πλέον του οφείλει το υπόλοιπο αυτού, ήτοι ποσό 4.766,72 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του, ήτοι από τις 2-7-2014 και μέχρι την εξόφληση του.

 

Μετά ταύτα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την εκκαλουμένη απόφαση του έκρινε ότι πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή του ενάγοντος (εφεσίβλητου) ως ουσία βάσιμη, και να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, στην ενάγουσα το ποσό των 4.766,72ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη ημέρα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, ήτοι από τις 2-7-2014 και μέχρι την εξόφληση του, ορθώς τις αποδείξεις εξετίμησε και το νόμο εφήρμοσε, συνεπώς πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι οι λόγοι της έφεσης και αυτή στο σύνολο της και να καταδικασθεί η εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ) κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

 

 

ΠΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την κρινόμενη έφεση.

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ αυτήν στην ουσία της.

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού της δίκης, την οποία ορίζει σε τριακόσια πενήντα (350) Ευρώ.

 

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στη Θεσσαλονίκη σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 16 Μαρτίου 2018.

Κάι θεωρήθηκε αυθημερόν

 

 

Η  ΔΙΚΑΣΤΗΣ                      Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»