ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΠατρών 216/2020

 

Περιοδεύων πωλητής - Αποζημίωση απόλυσης - Πρόσθετη αμοιβή (bonus) -.

 

Εν μέρει δεκτή αγωγή εργαζομένου που απολύθηκε. Αξιώσεις για αποζημίωση απόλυσης, από την πρόσθετη αμοιβή (bonus) από δεδουλευμένες αποδοχές και από έξοδα επαγγελματικών ταξιδιών. Τροπή αγωγικού αιτήματος από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό και παραίτηση από το αίτημα αποζημίωσης απόλυσης. Μετά την τροπή του αγωγικού αιτήματος σε αναγνωριστικό καθίσταται μη νόμιμο το αίτημα να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου,  εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

[ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ]

 

Αριθμός: 216/2020

 

Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής: ./2013

Αριθμός έκθεσης κατάθεσης κλήσης: ./2019

 

TO MONOMEΛEΣ ΠPΩTOΔIKEIO ΠΑΤΡΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Συγκροτήθηκε από τoν Δικαστή Αθανάσιο Τζιούμη, Πρωτοδίκη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο του Πρωτοδικείου και από τη Γραμματέα Ευγενία Τσιντώνη.

 

Συνεδρίασε δημοσίως στο ακροατήριό του στις 23 Ιανουαρίου 2020, για να δικάσει την υπόθεση:

 

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ - ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Δ. Σ. του Σ. και της Σ., κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Κωνσταντίνου Ασημακόπουλου (Δ.Σ. Αθηνών).

 

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ ΚΑΘ ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ: Της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Πατρών «ΠΑΤΡΑΪΚΗ», που εδρεύει στην Πάτρα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε.

 

Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 4-3-2013 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 776/2013 αγωγή του, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε αρχικά για τη δικάσιμο της 16-1-2014, οπότε και μετά από δύο διαδοχικές αναβολές (16-1-2014 και 4-12-2014) για τη δικάσιμο της 22-10-2015, κατά την οποία η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε. Ήδη ο ενάγων με την από 15-4-2019 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 1038/2019 κλήση του, επανάφερε προς συζήτηση την υπόθεση, η οποία προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις της.

 

 

Μελέτησε τη Δικογραφία

Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο

 

 

Από την υπ αριθ. ./19-4-2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Πατρών ., που επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της υπό κρίση κλήσης, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη παρούσα δικάσιμο, επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στην εναγόμενη. Η τελευταία, όμως, δεν εμφανίστηκε κατά τη δικάσιμο, στην οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου, και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην, η συζήτηση όμως να προχωρήσει σαν να είναι παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρ. 672 KΠολΔ, όπως η σχετική διάταξη ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο που μας ενδιαφέρει στην υπό κρίση υπόθεση).

 

Με την υπό κρίση αγωγή του, και όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε και συμπληρώθηκε, ο ενάγων εκθέτει ότι στις αρχές του μηνός Νοεμβρίου του έτους 2003, προσλήφθηκε από την εναγόμενη με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου που καταρτίστηκε στην Πάτρα, προκειμένου να εργαστεί ως περιοδεύων πωλητής στην περιοχή της Αθήνας καθώς και σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδας, ενώ από την 1η Ιανουαρίου 2007 συμφωνήθηκε να έχει την αποκλειστική ευθύνη των πωλήσεων σε όλη την Ελλάδα, πλην των νομών της Πελοποννήσου (εκτός από το Νομό Κορινθίας), της Ηπείρου και των Ιονίων Νήσων. Ότι από την εργασιακή του αυτή σχέση, που διήρκησε έως την 6-9-2012, οπότε και απολύθηκε από την εναγομένη, έχει σε βάρος της τελευταίας αξιώσεις, που προέρχονται: α) από την αποζημίωση απόλυσης, β) από την πρόσθετη αμοιβή που είχαν συμφωνήσει να λαμβάνει ως bonus σε ποσοστό 2,5% επί των πωλήσεων που πραγματοποιούνταν στις περιοχές ευθύνης του, συνολικού ποσού 54.299,70 ευρώ γ) από τις δεδουλευμένες αποδοχές του για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο 2012, συνολικού ποσού 5.592,00 ευρώ και γ) από τα έξοδα που έκανε σε δύο (2) επαγγελματικά ταξίδια που πραγματοποίησε για λογαριασμό της εναγομένης στην Θεσσαλονίκη στα μέσα του μηνός Ιανουαρίου των ετών 2011 και 2012, ποσού 1.200,00 ευρώ για το πρώτο ταξίδι και 500,00 ευρώ για το δεύτερο, ήτοι συνολικά 1.700,00 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό, και αφού παραδεκτά έτρεψε εξ ολοκλήρου το αγωγικό αίτημα από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό και παραιτήθηκε από το αίτημα της αποζημίωσης απόλυσης (βλ. πρακτικά όπου και η σχετική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του), ζητεί να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να του καταβάλει για τις ανωτέρω αιτίες το συνολικό ποσό των 61.591,70 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από τότε που το κάθε επιμέρους κονδύλιο κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό, άλλως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, ζητεί να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινά εκτελεστή, αίτημα που μετά την τροπή του αιτήματος σε αναγνωριστικό καθίσταται μη νόμιμο και να καταδικαστεί η εναγόμενη στα δικαστικά του έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος αρμοδίου υλικά και τοπικά Δικαστηρίου, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθ. 14 παρ.2, 16 αρ.2, 2 παρ. 2, 663 επ., όπως το τελευταίο άρθρο ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο που μας ενδιαφέρει στην υπό κρίση υπόθεση) και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρ. 341, 345, 648 επ., 655 του AK και 176 του KΠολΔ. Πρέπει, συνεπώς, η αγωγή να εξεταστεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα.

 

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα, που εξετάσθηκε νομότυπα στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου με πρόταση του ενάγοντος, καθώς επίσης και απ όλα τα έγγραφα, που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει ο τελευταίος, αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στις 5-11-2003 υπεγράφη μεταξύ των διαδίκων το με την ίδια ημερομηνία ιδιωτικό συμφωνητικό, δυνάμει του οποίου ο ενάγων προσλήφθηκε από την εναγομένη με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως περιοδεύων πωλητής στο πρατήριο οίνων Αθηνών. Ειδικότερα, ο ενάγων ανέλαβε την υποχρέωση να πωλεί τα οινικά προϊόντα της εναγομένης χύμα και εμφιαλωμένων στην περιοχή του Νομού Αττικής, ενώ ως προς την αμοιβή του συμφωνήθηκε αυτή να αποτελείται, αφενός από ένα σταθερό ποσό που θα προκύπτει από την Σ.Σ.Ε. περιοδευόντων πωλητών, αφετέρου από ειδικώς συμφωνούμενη πρόσθετη αμοιβή συνισταμένη σε ποσοστά επί των εισπράξεων που θα πραγματοποιούνταν από πωλήσεις οίνων σε νέους πελάτες (3% πωλήσεις σε μικρές ποσότητες και 1,5% πωλήσεις σε μεγάλες ποσότητες). Επίσης συμφωνήθηκε ότι σε περίπτωση αποστολής και διανυκτέρευσης εκτός Νομού Αττικής για την διάθεση των οινικών προϊόντων της εναγομένης, ο ενάγων θα δικαιούται τα έξοδα φαγητού, ξενοδοχείου και το αντίτιμο των εισιτηρίων των συνήθων συγκοινωνιακών μέσων (βλ. σχετικό ιδιωτικό συμφωνητικό, το οποίο επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων). Ακολούθως, οι διάδικοι στις 15-10-20007 υπέγραψαν το με την ίδια ημερομηνία ιδιωτικό συμφωνητικό (συμπληρωματικό, όπως οι διάδικοι χαρακτήρισαν, του ήδη υπογραφέντος ως άνω από 5-11-2003 συμφωνητικού), με το οποίο η σύμβαση εργασίας του ενάγοντος μετατράπηκε σε σύμβαση αορίστου χρόνου και επίσης συμφωνήθηκε ο ενάγων να πραγματοποιεί πωλήσεις εκτός από τον Νομό Αττικής και στους Νομούς Κορινθίας, Ευβοίας, Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Θράκης, στα νησιά του Αιγαίου, στις Σποράδες, Δωδεκάνησα και Κυκλάδες. Επίσης, συμφωνήθηκε ότι η πρόσθετη αμοιβή θα ανέρχεται σε ποσοστό 2,5% επί του τζίρου του πρατηρίου, ήτοι επί της εισπραχθείσας αξίας των τιμολογίων των πελατών του πρατηρίου οίνου Αθηνών και ότι από 15-10-2007 θα αυξάνεται κατά ποσοστό 10% ο βασικός μισθός του εναγομένου, όπως αυτός προσδιορίζεται από την εκάστοτε ισχύουσα Σ.Σ.Ε. αμοιβής και εργασίας των περιοδευόντων πωλητών, ενώ ορίστηκε ότι σε περίπτωση που ο ενάγων για τη διάθεση των προϊόντων χρησιμοποιεί αυτοκίνητο της δικής του ιδιοκτησίας θα δικαιούται να εισπράττει το 12% της αξίας του λίτρου της βενζίνης ανά διανυόμενο χιλιόμετρο και σε περίπτωση αποστολής και διανυκτέρευσης αυτού στις περιοχές ευθύνης του θα εισπράττει για έξοδα φαγητού 30/ημέρα, ξενοδοχείου έως β κατηγορίας και το αντίστοιχο αντίτιμο του εισιτηρίου των συνήθων συγκοινωνιακών μέσων (βλ. σχετικό συμπληρωματικό ιδιωτικό συμφωνητικό).

 

Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων εκθέτει ότι η εναγομένη δεν του κατέβαλε ως πρόσθετη αμοιβή (bonus) το ποσοστό 2,5% επί των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν για τα χρονικά διαστήματα και για τους πελάτες που αναφέρει στην αγωγή, ήτοι: α) για την πελάτισσα Μ. Μ. Μ. Ποτοποιία στη Ξάνθη, της οποίας ο ετήσιος τζίρος ανερχόταν σε 200.000,00 ευρώ και ο μηνιαίος σε 16.666,00 ευρώ, ήτοι για την επίδικη περίοδο (2007 έως 2012), που ο  τζίρος της ανερχόταν στο ποσό του 1.133.328,00 ευρώ (5 έτη Χ 200.000,00 ευρώ ανά έτος + 16.666,00 μηνιαίο τζίρο Χ 8 μήνες για το έτος 2012), η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει το ποσό των 28.333,20 ευρώ (1.133,328,00 ευρώ Χ 2,5%), πλην όμως δεν του το κατέβαλε, β) για τον πελάτη Χ. Μ. στη Θεσσαλονίκη, του οποίου ο ετήσιος τζίρος ανερχόταν σε 80.000,00 ευρώ και ο μηνιαίος σε 6.666,00 ευρώ, ήτοι για την επίδικη περίοδο (2007 έως 2012), που ο  τζίρος του ανερχόταν στο ποσό των 453.328,00 ευρώ (5 έτη Χ 80.000,00 ευρώ ανά έτος + 6.666,00 μηνιαίο τζίρο Χ 8 μήνες για το έτος 2012), η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει το ποσό των 11.333,20 ευρώ (453.328,00 ευρώ Χ 2,5%), πλην όμως δεν του το κατέβαλε, γ) για την πελάτισσα Α. στην Καβάλα, της οποίας ο ετήσιος τζίρος ανερχόταν σε 40.000,00 ευρώ και ο μηνιαίος σε 3.333,00 ευρώ, ήτοι για την επίδικη περίοδο (2007 έως 2012), που ο  τζίρος της ανερχόταν στο ποσό του 226.664,00 ευρώ (5 έτη Χ 40.000,00 ευρώ ανά έτος + 3.333,00 μηνιαίο τζίρο Χ 8 μήνες για το έτος 2012), η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει το ποσό των 5.666,60 ευρώ (226.664,00 ευρώ Χ 2,5%), πλην όμως δεν του το κατέβαλε και δ) η πελάτισσα εταιρεία Δ. Ο. ΑΒΕΕ στην Αθήνα είχε ετήσιο τζίρο ανερχόμενο στο ποσό των 80.000,00 ευρώ το έτος 2010, τον ίδιο δε τζίρο είχε και το έτος 2011, ενώ ο πελάτης Τ. στην Θεσσαλονίκη, είχε ετήσιο τζίρο 6.000,00 το έτος 2010 και τον ίδιο τζίρο είχε το έτος 2011, ήτοι και οι δύο ως άνω πελάτες είχαν για το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα συνολικό τζίρο 172.000,00 ευρώ και άρα η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει το ποσό των 4.300,00 ευρώ (172,000,00 ευρώ Χ 2,5%), πλην όμως δεν του το κατέβαλε. Με βάση λοιπόν τα ανωτέρω, ο ενάγων ισχυρίζεται ότι η εναγομένη όφειλε να του καταβάλει ως πρόσθετη αμοιβή (bonus) το συνολικό ποσό των 49.633,00 ευρώ, το οποίο ωστόσο δεν του το έχει καταβάλει μέχρι σήμερα και γι αυτό ζητεί να του επιδικαστεί το σχετικό ως άνω ποσό με την κρινόμενη αγωγή. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι στις 13-1-2011 και στις 14-1-2012 πραγματοποίησε για λογαριασμό της εναγομένης δύο ταξίδια στη Θεσσαλονίκη, και για τα οποία δαπάνησε, για το πρώτο, που είχε διάρκεια 6 ημέρων, το ποσό των 1.200,00 ευρώ, και για το δεύτερο, που είχε διάρκεια 3 ημερών, το ποσό των 500,00 ευρώ, ήτοι συνολικά και για τα δύο ταξίδια το ποσό των 1.700,00 ευρώ, το οποίο όμως ποσό, η εναγομένη, παρά το γεγονός ότι με βάση τα συμφωνηθέντα όφειλε να του το αποδώσει, δεν του το κατέβαλε. Όμως τα σχετικά ως άνω δύο (2) κονδύλια κρίνονται απορριπτέα ως κατ ουσίαν αβάσιμα, αφού ο ενάγων, παρά το γεγονός ότι είχε το σχετικό βάρος απόδειξης, δεν κατάφερε από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά του μέσα να αποδείξει τους ως άνω ισχυρισμούς του, ήτοι, όσον αφορά το πρώτο κονδύλιο δεν απέδειξε τις συνολικές πωλήσεις που πραγματοποίησε η εναγομένη προς τους ως άνω πελάτες της και όσον αφορά το δεύτερο κονδύλιο δεν απέδειξε τα σχετικά έξοδα που έκανε στα δύο προαναφερόμενα ταξίδια του (δεν προσκόμισε κάποιο σχετικό έγγραφο αλλά ούτε και ο μάρτυράς του κατέθεσε κάτι σχετικό με τα ανωτέρω ζητήματα). Αποδείχθηκε περαιτέρω ότι η εναγομένη δεν κατέβαλε στον ενάγοντα τους μισθούς των μηνών Ιουλίου και Αυγούστου 2012, όπως τούτο αποδεικνύεται από την κατάθεση του μάρτυρα του ενάγοντος (βλ. στα πρακτικά την σχετική του κατάθεση). Με βάση λοιπόν την σχετική Σ.Σ.Ε. (29.11.2010 που κηρύχθηκε υποχρεωτική από 27.1.2011 με την ΥΑ 11332/678/2011 ΦΕΚ Β 1449/17.6.2011), σε συνδυασμό με το χρόνο προϋπηρεσίας (από το έτος 2003), την προσωπική του κατάσταση (έγγαμος με δύο τέκνα) και την αύξηση κατά ποσοστό 10% του βασικού μισθού που είχαν συμφωνήσει με το προαναφερόμενο ιδιωτικό συμφωνητικό, ο μηνιαίος μισθός του ενάγοντος για καθένα τους ως άνω μήνες, ανερχόταν στο ποσό των 1.213,11 ευρώ, ήτοι και για τους δύο μήνες στο συνολικό ποσό των 2.426,22 ευρώ. Ο ενάγων στην υπό κρίση αγωγή του αναφέρει ότι ο μηνιαίος του μισθός κατά τον επίδικο ως άνω χρόνο ανερχόταν στο ποσό των 2.796,00 ευρώ (1.566,00 ευρώ μηνιαίο μισθό + 1.231,00 ευρώ πρόσθετη αμοιβή bonus), πλην όμως, όσον αφορά τον βασικό μηνιαίο μισθό, αυτός είναι αυτός που αναφέρεται παραπάνω (1.213,11 ευρώ), ενώ ως προς την πρόσθετη αμοιβή από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε ποιο ήταν το ύψος της κατά τον κρίσιμο ως άνω χρόνο.

 

Κατόπιν όλων των ανωτέρω πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα κα να αναγνωριστεί η υποχρέωση της εναγομένης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 2.426,22 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τέλος, ένα μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εναγομένης, κατά το λόγο της ήττας της (άρθρο 178 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να ορισθεί και παράβολο για την περίπτωση ασκήσεως ανακοπής ερημοδικίας ύψους 200 ευρώ κατ άρθρο 505 παρ. 2 του ΚΠολΔ.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει ερήμην της εναγομένης.

 

Ορίζει το παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας στο ποσό των διακοσίων (200 ) ευρώ.

 

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

 

Αναγνωρίζει την υποχρέωση της εναγόμενης να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των δύο χιλιάδων τετρακοσίων είκοσι έξι ευρώ και είκοσι δύο λεπτών (2.426,22), με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

 

Καταδικάζει την εναγόμενη να πληρώσει μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος, τα οποία ορίζει στο ποσό των 150,00 ευρώ.

 

ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις 23 Μαρτίου 2020.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ