ΜΠρΑθ (ΑσφΜ) 9774/2014

Ασφαλιστικά μέτρα - Συντηρητική κατάσχεση - Επικείμενος κίνδυνος - Σύμβαση ελευθερώσεως - Εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη εταιρία - Κυπριακή εταιρία - Κίνδυνος μη ικανοποίησης απαίτησης - Απόρριψη αίτησης -.

 

Πραγματικη έδρα αλλοδαπής εταιρείας και εγγυήτρια και υποχρέωση εταίρων έναντι χρέους. Αίτηση με την οποία ζητείται να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, για την εξασφάλιση της δυνατότητας ικανοποίησης με αναγκαστική εκτέλεση της απαίτησής της αιτούσας, η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των καθʼ ων. Μεταξύ της αιτούσας και της καθʼ ης εταιρείας είχε συνήφθη σύμβαση, με την οποία η καθʼ ης ανέλαβε την υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να ελευθερώσει την αιτούσα εντός συγκεκριμένης προθεσμίας από προσωπικές εγγυήσεις που είχε αυτή δώσει σε τράπεζες με σκοπό την εξασφάλιση απαιτήσεων των τραπεζών από δάνεια που είχαν χορηγήσει σε τρίτη ανώνυμη εταιρεία της συνιδιοκτησίας της, το 75% περίπου των μετοχών του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας αγόρασε η καθʼ ης εταιρεία με την ίδια σύμβαση. Η πρώτη των καθʼ ων δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση που είχε αναλάβει έναντι της αιτούσας εντός της προθεσμίας και η απαίτησή της κινδυνεύει, λόγω, αφενός των απαιτήσεων άλλων δανειστών κατά της καθʼ ης, που αθροίζονται στα 15 εκατομμύρια ευρώ και είναι ασφαλισμένες με υπό αίρεση εμπράγματες εξασφαλίσεις, αφετέρου της προσπάθειας των καθʼ ων εκποίησης περιουσιακών τους στοιχείων. Ισχυρίζεται η αιτούσα ότι η αντισυμβαλλόμενη καθʼ ης εταιρεία, παρότι μία κυπριακή εταιρεία με καταστατική έδρα στη Λευκωσία της Κύπρου, είχε πάντοτε και εξακολουθεί να έχει την πραγματική έδρα της στην Αθήνα και είναι άκυρη ως ελληνική εμπορική εταιρεία, λειτουργεί στην Ελλάδα ως εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη εταιρεία, οι καθʼ ων είναι οι εν τοις πράγματι ομόρρυθμοι εταίροι της και ενέχονται αλληλεγγύως για τα χρέη της. Δεν πιθανολογήθηκε επικείμενος κίνδυνος ματαίωσης της δυνατότητας ικανοποίησης της απαίτησης της αιτούσας από την περιουσία των καθʼ ων με αναγκαστική εκτέλεση. Παρότι οι καθʼ ων χρησιμοποίησαν για την αγορά της πρωτοφειλέτριας εταιρείας την πρώτη καθʼ ης εταιρεία, που είναι μία εταιρεία χωρίς εμπορική δραστηριότητα στον τόπο της καταστατικής έδρας της στην Κύπρο, μία εταιρεία-φάντασμα, εντούτοις η ατομική περιουσία των καθʼ ων φυσικών προσώπων είναι μεγάλη και δεν είναι βεβαρημένη. Επομένως, η απαίτηση της αιτούσας από τη σύμβαση ελευθερώσεως κατά της πρώτης καθʼ ης και εις ολόκληρον κατά των εν τοις πράγμασι ομόρρυθμων εταίρων της δεν κινδυνεύει και δεν συντρέχει περίπτωση λήψης ασφαλιστικών μέτρων. Απόρριψη της αίτησης στην ουσία.

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

 

Αριθμός: 9774/2014

 

 

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Συγκροτούμενο από τον Δικαστή, Νικόλαο Παπαδάτο, Πρωτόδικη,

 

συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 27 Αυγούστου 2014, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 682 έως 703 του Κ.Πολ.Δ. επί της υπʼ άρίθμ. καταθέσεως 62225/7038/2014 από 15 Μαίου 2014 αίτησης

 

της αιτούσας ....., χήρας ............, κατοίκου Νέας Σμύρνης (........ ...), η οποία παραστάθηκε διά των δικηγόρων Αθηνών Γεωργίου Αντωνόπουλου και Ειρήνης Παπαχρήστου, κατά

 

των καθʼ ων η αίτηση 1) της εταιρείας υπό την επωνυμία «R.H.L.», που εδρεύει στη Λευκωσία Κύπρου (.......... ....), 2) .......... του ..., 3) ....., χήρας ........., 4) .......... του ...., 5) ........ του ....., κατοίκων Ελληνικού (........ ...), οι οποίοι παραστάθηκαν, ο δεύτερος διά των δικηγόρων Αθηνών Δημητρίου Χριστόπουλου, Ελευθερίου Γκέλη και Κωνσταντίνου Κουλούρη, οι δε λοιποί διά των δικηγόρων Αθηνών Ελένης Γουλή και Ιωάννη Μαυρωνά και Πειραιώς Ιωάννη Βρέλλου.

 

Κατά τη συζήτηση, οι δικαστικοί πληρεξούσιοι ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

 

 

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Σύμφωνα με το ιστορικό, μεταξύ της αιτούσας και της καθʼ ης εταιρείας συνήφθη σύμβαση, με την οποία η καθʼ ης ανέλαβε την υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να ελευθερώσει την αιτούσα εντός συγκεκριμένης προθεσμίας από προσωπικές εγγυήσεις που είχε αυτή δώσει σε τράπεζες με σκοπό την εξασφάλιση απαιτήσεων των τραπεζών από δάνεια που είχαν χορηγήσει σε τρίτη ανώνυμη εταιρεία της συνιδιοκτησίας της, το 75% περίπου των μετοχών του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας αγόρασε η καθʼ ης εταιρεία με την ίδια σύμβαση. Η πρώτη των καθʼ ων δεν εκπλήρωσε την υποχρέωση που είχε αναλάβει έναντι της αιτούσας εντός της προθεσμίας και η απαίτησή της κινδυνεύει, λόγω, αφενός των απαιτήσεων άλλων δανειστών κατά της καθʼ ης, που αθροίζονται στα 15 εκατομμύρια ευρώ και είναι ασφαλισμένες με υπό αίρεση εμπράγματες εξασφαλίσεις, αφετέρου προσπάθειας των καθʼ ων εκποίησης περιουσιακών τους στοιχείων. Υποστηρίζει ότι η αντισυμβαλλόμενη καθʼ ης εταιρεία, παρότι μία κυπριακή εταιρεία με καταστατική έδρα στη Λευκωσία της Κύπρου, είχε πάντοτε και εξακολουθεί να έχει την πραγματική έδρα της στην Αθήνα και είναι άκυρη ως ελληνική εμπορική εταιρεία, λειτουργεί στην Ελλάδα ως εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη εταιρεία, οι καθʼ ων είναι οι εν τοις πράγματι ομόρρυθμοι εταίροι της και ενέχονται αλληλεγγύως για τα χρέη της. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητεί η αιτούσα να διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, για την εξασφάλιση της δυνατότητας ικανοποίησης με αναγκαστική εκτέλεση της απαίτησής της, η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των καθʼ ων.

 

 

Η αίτηση, με το περιεχόμενο που εν περιλήψει παρατίθεται, πρέπει να ερευνηθεί στην ουσία, με πρώτο αντικείμενο έρευνας αν η πραγματική έδρα της πρώτης των καθʼ ων εταιρείας ήταν ανέκαθεν και εξακολουθεί να βρίσκεται στην Ελλάδα. Αν το ερώτημα απαντηθεί θετικά, θα θεμελιωθεί αρμοδιότητα του Δικαστηρίου για την αίτηση έναντι της πρώτης καθʼ ης, δοθέντος ότι δεν μπορεί να θεμελιωθεί εκ των προτέρων με βάση την αρμοδιότητά του έναντι των καθʼ ων φυσικών προσώπων (άρθρα 3 παρ. 1 και 37 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.), αφού η ευθύνη αυτών για τα χρέη της πρώτης και συνεπώς η συνδρομή περίπτωσης ομοδικίας εξαρτάται από το νομικό καθεστώς της καθʼ ης εταιρείας στην Ελλάδα. Η απάντηση στο ερώτημα, ότι η πραγματική έδρα της καθʼ ης εταιρείας ήταν πάντοτε στην Ελλάδα, θα έχει ως συνέπεια αυτή να θεωρηθεί ως μία εν τοις πράγμασι εταιρεία, αν δεν έχει συσταθεί και λειτουργεί στην Ελλάδα με βάση το ελληνικό εταιρικό δίκαιο (πρβλ. Ολομ.Α.Π. 2/2003), όπως η αιτούσα ισχυρίζεται. Αν δηλαδή πιθανολογηθεί, ότι η καθʼ ης εταιρεία έχει την πραγματική έδρα της στην Ελλάδα και ότι αυτό συνέβαινε από την ίδρυσή της στην Κύπρο, δεν θα μπορεί να θεωρηθεί ως μία έγκυρη αλλοδαπή (κυπριακή) εμπορική εταιρεία, που έχει απλώς την πραγματική έδρα της στην Ελλάδα. Αυτό θα ίσχυε αν η εταιρεία είχε την πραγματική έδρα της στην Κύπρο και κάποια στιγμή την είχε μεταφέρει στην Ελλάδα. Τότε θα έπρεπε να θεωρηθεί μία έγκυρη κυπριακή (αλλοδαπή) εταιρεία, με την καταστατική έδρα της στην Κύπρο αλλά την πραγματική έδρα στην Ελλάδα και δεν θα μπορούσε το Κράτος ούτε οι ιδιώτες να τη θεωρήσουν άκυρη λόγω του γεγονότος αυτού, να αμφισβητήσουν τη νομική της προσωπικότητα, την ικανότητα δικαίου στο συναλλακτικό κόσμο. Αυτά προκύπτουν από την ερμηνεία της απόφασης C208/00 της 5ης Νοεμβρίου 2002 της Ολομέλειας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε.Ε.) στην υπόθεση Ueberseering BV κατά NGC GmbM. Το Δ.Ε.Ε. (πρώην Δ.Ε.Κ.), ερμηνεύοντας τα άρθρα 43 και 48 της Συνθήκης ΕΕ (πρώην ΕΚ), που κυρώθηκε με το ν. 945/1979 και έχει την ισχύ του άρθρου 28 παρ. 1 του Συντάγματος, καταλήγει στην απόφασή του, ότι «.. .κρίνοντας επί τον ερωτήματος που τον υπέβαλε με διάταξη της 30ής Μαρτίου 2000 το Bundesgmchtshof, αποφαίνεται: 1) Τα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ απαγορεύουν, όταν μια εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους στο έδαφος του οποίον έχει την καταστατική έδρα της θεωρείται, σύμφωνα με το δίκαιο άλλον κράτους μέλους, ότι έχει μεταφέρει την πραγματική έδρα της εντός του κράτους αυτού, στο εν λόγω κράτος να αρνείται στην εταιρία αυτή την ικανότητα δικαίου και, συνεπώς, την ικανότητα να είναι διάδικος ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων του για να προβάλλει τα δικαιώματα που αντλεί από σύμβαση συναφθείσα με εταιρία εγκατεστημένη εντός τον εν λόγω κράτους μέλους. 2) Όταν μια εταιρία συσταθείσα σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχει την καταστατική της έδρα ασκεί την ελευθερία εγκαταστάσεως σε άλλο κράτος μέλος, τα άρθρα 43 ΕΚ και 48 ΕΚ επιβάλλουν στο κράτος αυτό να αναγνωρίζει την ικανότητα δικαίου και, ως εκ τούτου, την ικανότητα διαδίκου που η εν λόγω εταιρία έχει βάσει του δικαίου τον κράτονς στο οποίο αυτή έχει σνσταθεί». Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κρίνει ότι τα άρθρα 43 και 48 ΕΕ, αφενός απαγορεύουν σε κράτος μέλος να αρνείται σε εταιρεία, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το νομοθεσία άλλου κράτους μέλους και έχει εκεί στο άλλο κράτος μέλος την καταστατική έδρα της, την ικανότητα δικαίου και την ικανότητα διαδίκου όταν θεωρεί ότι η εταιρεία έχει μεταφέρει στο έδαφος του την πραγματική έδρα της, αφετέρου ότι επιβάλλεται στο κράτος μέλος να αναγνωρίζει ικανότητα δικαίου και διαδίκου στην εταιρεία που έχει συσταθεί και έχει την καταστατική έδρα της σε άλλο κράτος μέλος και εγκαθίσταται στο έδαφος του υπόχρεου κράτους μέλους ασκώντας την ελευθερία εγκατάστασης. Ο λόγος είναι για εταιρείες που μεταφέρουν την πραγματική έδρα τους εντός κράτους μέλους [όπως η ολλανδική εταιρεία της υπόθεσης υπό τον διακριτικό τίτλο «Ueberseering BV» είχε μεταφέρει την πραγματική έδρα της από την Ολλανδία όπου ήταν και η καταστατική της έδρα στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, κατά το σκεπτικό μάλιστα του Oberlandesgericht Dusseldorf, το οποίο επικύρωσε την απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου του Ντίσελντορφ, ως μεταφορά της πραγματικής έδρας της εταιρείας θεωρήθηκε η απόκτηση των εταιρικών μεριδίων της ολλανδικής εταιρείας από δύο Γερμανούς κατοίκους Ντίσελντορφ], όχι για εταιρείες που πάντοτε ήταν πραγματικά εγκατεστημένες σε ένα κράτος μέλος αλλά είχαν συσταθεί και είχαν την καταστατική έδρα τους σε άλλο κράτος μέλος (πρβλ. Εφ.Πειρ. 586/2012, εφόσον δεν διακρίνει). Αυτό σημαίνει ελευθερία εγκατάστασης, να είναι κάπου ένα πρόσωπο εγκατεστημένο και να είναι ελεύθερο να εγκατασταθεί κάπου αλλού εντός του χώρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό να αναπτύξει την προσωπικότητά του καλύτερα, τις δεξιότητες που έχει κ.λπ.. Αν το πρόσωπο παραμένει στον ίδιο τόπο εγκατεστημένο, δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την ελευθερία εγκατάστασης, διότι την ελευθερία (- δικαίωμα) δεν την ασκεί το πρόσωπο αυτό.

 

 

Από τις ένορκες στο ακροατήριο καταθέσεις των μαρτύρων και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που προσκομίζουν οι διάδικοι, πιθανολογήθηκαν τα εξής: Η καθʼ ης εταιρεία ιδρύθηκε ως ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης διά μετοχών, εταιρική μορφή προβλεπόμενη από το δίκαιο εταιρειών της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπό την επωνυμία «R.H.L.» και έδρα στην Κύπρο. Για την ίδρυση της εταιρείας τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος και το σχετικό ιδρυτικό έγγραφο φέρει χρονολογία 20 Οκτωβρίου 2006. Η εταιρεία ιδρύθηκε για την εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της οικογένειας ..... στην Ελλάδα και οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, ίσως για φορολογικούς λόγους. Πρόκειται για μία εταιρεία - φάντασμα, χωρίς δηλαδή εμπορική δραστηριότητα στην Κύπρο, απολύτως καμία δραστηριότητα στην Κύπρο για την επίτευξη των σκοπών της στον τομέα της παροχής υπηρεσιών, που είναι τόσο αόριστοι αλλά και τόσοι πολλοί, ώστε κάθε δραστηριότητα και δικαιοπραξία με αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών να μπορεί να ενταχθεί στους εταιρικούς σκοπούς. Ισχυρίζεται στην προσπάθειά της να πείσει για την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας στην Κύπρο, για την υπόστασή της ως αλλοδαπής εταιρείας, ότι ιδρύθηκε σε ανύποπτο χρόνο, ότι ο διευθυντής της είναι ο Κύπριος και κάτοικος Λευκωσίας ....... και ότι αυτός έστειλε από την Κύπρο εξουσιοδότηση στη δικαστική πληρεξούσια ...... για την εκπροσώπηση της εταιρείας ενώπιον του Δικαστηρίου στη δίκη των ασφαλιστικών μέτρων. Οι ισχυρισμοί της πρώτης καθʼ ης κρίνονται ιδιαίτερα ελλιπείς για το κρίσιμο ζήτημα, σημαντική θα ήταν η προσκομιδή απτών αποδείξεων για την άσκηση εμπορικής δραστηριότητας της εταιρείας στην Κύπρο, τι ακριβώς εμπορικές πράξεις έκανε από την ίδρυσή της το έτος 2006, τι εμφανή εμπορία άσκησε στην Κύπρο που να δικαιολογεί την ίδρυσή της εκεί. Τίποτε απολύτως, το εγγεγραμμένο γραφείο της, κατά την ορολογία του άρθρου 2 του ιδρυτικού της εγγράφου, η καταστατική έδρα της δηλαδή, βρίσκεται στην οδό ......... ... στη Λευκωσία, όπου - σημειώνει η αιτούσα - βρίσκεται η έδρα της δικηγορικής εταιρείας «Π. Λ. και Σία», η οποία συνέταξε και υπογράφει το ιδρυτικό έγγραφο.

 

 

Η εταιρεία αυτή επιτέλεσε, ωστόσο, τον πραγματικό σκοπό για τον οποίο ιδρύθηκε, που ήταν, όπως αναφέρεται αμέσως παραπάνω, η διευκόλυνση της εμπορικής δραστηριότητας της οικογένειας Ρέστη στην Ελλάδα κυρίως, αντισυμβαλλόμενη με την αιτούσα και τους ......, ......., ........, ....... και την εταιρεία «S. A.G.» (με έδρα στη Ζυρίχη Ελβετίας), με βασικό σκοπό την αγορά των μετοχών του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας υπό την επωνυμία «Ακτή Π. - Μεσογειακοί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.». Η σύμβαση καταρτίσθηκε στην Αθήνα, όπως αναφέρεται στο από 20 Απριλίου 2011 (συμφωνητικό) έγγραφο, όπου ήταν πάντοτε η πραγματική έδρα της πρώτης καθʼ ης εταιρείας, εξ ου και η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου για την αίτηση έναντι της καθʼ ης αυτής. Στο κεφάλαιο Δ παρ. 5 υποπαρ. 6 (Δ.5.6.) του εγγράφου της σύμβασης αναφέρεται ότι η αγοράστρια εταιρεία, δηλαδή η πρώτη καθʼ ης, αναλαμβάνει την υποχρέωση να προβεί στις κατάλληλες ενέργειες, ώστε, μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την ημερομηνία του εγγράφου (20.4.2011) η αιτούσα και ο υιός της .............. να απαλλαγούν από τις προσωπικές εγγυήσεις που έχουν χορηγήσει, η μεν αιτούσα στην Τράπεζα Πειραιώς και στην τράπεζα First Business Bank, ο δε υιός της στην τράπεζα First Business Bank, για δάνεια που είχε λάβει η εταιρεία «Ακτή Π. - Μεσογειακοί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.». Σε περίπτωση μη τήρησης της αναληφθείσας από την πρώτη καθʼ ης υποχρέωσης, ως κύρωση ορίσθηκε η υποχρέωσή της να αποκαταστήσει κάθε θετική και αποθετική ζημία, που θα υποστούν η αιτούσα και ο υιός της αιτιωδώς από την παράβαση. Οι εγγυήσεις που είχε δώσει η αιτούσα, από τις οποίες υποσχέθηκε η καθʼ ης εταιρεία ότι θα την απαλλάξει εντός τριών μηνών, είναι α) μία προς εξασφάλιση απαίτησης δανείου 6.500.000 ευρώ, που είχε δώσει η Τράπεζα Πειραιώς στην εταιρεία «Ακτή Π. - Μεσογειακοί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.» σε εκτέλεση της υπʼ αρίθμ. ......3/27.5.2008 σύμβασης πίστωσης ανοικτού λογαριασμού, όπως η πίστωση αυξήθηκε και έφτασε στο ποσό των 6.500.000 ευρώ, διαδοχικά, μέχρι το Νοέμβριο του 2009, β) μία δεύτερη προς εξασφάλιση απαίτησης δανείου 500.000 ευρώ, που είχε δώσει η τράπεζα First Business Bank στην ίδια εταιρεία σε εκτέλεση της υπʼ αρίθμ. ...0/...0/05.01.2011 σύμβασης πίστωσης ανοικτού λογαριασμού, όπως η πίστωση αυξήθηκε και έφτασε στο ποσό των 500.000 ευρώ στις 5 Ιανουαρίου 2011.

 

 

Εμφανιζόμενη η πρώτη καθʼ ης στη συναλλαγή υπό την εταιρική επωνυμία της, αλλά χωρίς να έχει ιδρυθεί ως εταιρεία με βάση το ελληνικό δίκαιο για τις εμπορικές εταιρείες, συναλλάχθηκε ως «εν τοις πράγμασι ομόρρυθμη (ημεδαπή) εταιρεία», με ομόρρυθμους εταίρους της τους δεύτερο έως πέμπτη των καθʼ ων, δοθέντος ότι αυτοί κατείχαν κατʼ ίσα μέρη έκαστος τις 1.000 μετοχές του μετοχικού της κεφαλαίου συνολικής αξίας 1.000 κυπριακών λιρών. Ενέχονται γιʼ αυτό αλληλεγγύως με την πρώτη, που εδρεύει στην οδό ........ ... του Δήμου Αμαρουσίου, στο κτήριο E., όπου τα γραφεία των εταιρειών του ομίλου της οικογένειας ...., για τις υποχρεώσεις της (άρθρο 22 του Εμπ.Ν.) από τη σύμβαση αγοράς της πλειοψηφίας των μετοχών του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «Ακτή Π. - Μεσογειακαί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.».

 

 

Η πρώτη καθʼ ης εταιρεία δεν τήρησε την υπόσχεσή της και δεν ενήργησε με σκοπό την ελευθέρωση της αιτούσας από τις δύο εγγυήσεις εντός της προθεσμίας των τριών μηνών, ούτε το έκανε αργότερα, μολονότι αυτή απέκτησε αιτία της από 20 Απριλίου 2011 αγοράς το 74,91% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας «Ακτή Π. - Μεσογειακοί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.», στην οποία ανήκει το ξενοδοχειακό συγκρότημα «Porto Hydra», που βρίσκεται στην Ερμιονίδα του Νομού Αργολίδος. Ερωτηθείς ο μάρτυρας, που κατά πρότασή της εξετάσθηκε, από το Δικαστήριο για την αντισυμβατική συμπεριφορά της, ισχυρίσθηκε ακυρότητα της συμφωνίας ελευθερώσεως, πράγμα που οι δικαστικοί της πληρεξούσιοι δεν υποστηρίζουν. Έχει η πρώτη καθʼ ης συμβατική ευθύνη και θα πρέπει να αποζημιώσει την αιτούσα για ό,τι καταβάλει λόγω της ενοχικής της ευθύνης από τις συμβάσεις εγγύησης προς τις τράπεζες Πειραιώς και Εθνική, η οποία έχει κληρονομήσει τις απαιτήσεις της τράπεζας. Ήδη, η Τράπεζα Πειραιώς κοινοποίησε με δικαστικό επιμελητή στην αιτούσα στις 13 Αυγούστου και στις 14 Νοεμβρίου 2013 επιστολές προς την πρωτοφειλέτρια εταιρεία «Ακτή Π. - Μεσογειακαί Τουριστικοί και Ξενοδοχειακοί Επιχειρήσεις Α.Ε.», με τις οποίες την καλεί να εξοφλήσει το δάνειο, που έχει ανέλθει με τους τόκους και τα έξοδα στο ποσό των 6.795.246,03 ευρώ και στο ποσό των 6.984.702,55 ευρώ κατά τη δεύτερη επιστολή. Για το χρέος αυτό, που ενδέχεται να προκύψει αν η αιτούσα καταβάλει με νόμιμη αιτία τις συμβάσεις προσωπικής εγγύησης, θα ενέχονται η πρώτη καθʼ ης και αλληλεγγύως οι λοιποί, καθότι εν τοις πράγμασι ομόρρυθμοι εταίροι της.

 

 

Περαιτέρω, δεν πιθανολογήθηκε επικείμενος κίνδυνος ματαίωσης της δυνατότητας ικανοποίησης της απαίτησης της αιτούσας από την περιουσία των καθʼ ων με αναγκαστική εκτέλεση. Παρότι αυτοί χρησιμοποίησαν για την αγορά της πρωτοφειλέτριας εταιρείας την πρώτη καθʼ ης εταιρεία, που είναι μία εταιρεία χωρίς εμπορική δραστηριότητα στον τόπο της καταστατικής έδρας της στην Κύπρο, μία εταιρεία - φάντασμα, εντούτοις η ατομική περιουσία των καθʼ ων φυσικών προσώπων είναι μεγάλη και δεν είναι βεβαρημένη. Από τις δηλώσεις Ε9 των καθʼ ων προκύπτει ότι αυτοί διαθέτουν πολύ μεγάλο αριθμό σημαντικών ακινήτων στην Αττική και σε διάφορα άλλα μέρη της Ελλάδος. Δεν προσπαθούν να αποκρύψουν τα εμπράγματα δικαιώματά τους επί των ακινήτων ούτε να τα διαθέσουν χαριστικά ή εικονικά. Διαθέτουν πολλά άλλα περιουσιακά στοιχεία, όπως εμπορικά πλοία μεταφοράς φορτίων πολύ μεγάλης αξίας. Ειδικά ο δεύτερος των καθʼ ων, έχει δηλώσει έσοδα τα έτη 2005 έως 2009 από 4.000.000 ευρώ περίπου έως 8.800.000 ευρώ το έτος 2009 και αντίστοιχες είναι οι δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος. Ο μάρτυρας, βέβαια, που εξετάσθηκε κατά πρόταση της αιτούσας, κατέθεσε για εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων και διαπραγματεύσεις για την πώληση άλλων, για εκποίηση πλοίων του ομίλου και άλλες ενέργειες με χαρακτηριστικά καταδολίευσης, δεν μπόρεσε ωστόσο να είναι συγκεκριμένος σχετικά με την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων των καθʼ ων, ούτε να προσδιορίσει την αξία των όποιων πωληθέντων ή των υπό διαπραγμάτευση να πωληθούν πραγμάτων σε σχέση με την όλη αξία της περιουσίας τους. Έτσι, ακόμη και αν οι δανείστριες τράπεζες Πειραιώς και Εθνική δεν εξοφληθούν από την πρωτοφειλέτρια εταιρεία, η οποία προσπαθεί να εξασφαλίσει υπέρ της δανείστριας τράπεζας Πειραιώς τραπεζική εγγύηση ευρωπαϊκής τράπεζας διαβάθμισης 3Α Top European Bank και έχει προτείνει προς την ίδια τράπεζα να δεχθεί να αντικατασταθεί η αιτούσα με την τέταρτη των καθʼ ων ........ στη θέση της εγγυήτριας, που θα αποτελέσει μερική εκπλήρωση - καθυστερημένη βέβαια - της ενοχής από τη σύμβαση ελευθερώσεως, ακόμη λοιπόν και αν τα παραπάνω δεν γίνουν και οι πιστώτριες δεν ικανοποιηθούν από την πώληση των ακινήτων της ιδιοκτησίας της πρωτοφειλέτριας εταιρείας, που πράγματι βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση και τα περιουσιακά της στοιχεία, αποτελούμενα, εκτός από το ξενοδοχειακό συγκρότημα «Porto Hydra», από δύο παρακείμενα ακίνητα, ήτοι μία οικοπεδική έκταση 322.000 τετραγωνικών μέτρων περίπου και ένα ιδιωτικό δάσος έκτασης 1.827.000 τετραγωνικών μέτρων περίπου, είναι και τα τρία πολλαπλώς επιβαρυμένα με προσημειώσεις υποθήκης από διάφορους δανειστές για το συνολικό ποσό των 15.948.941,43 ευρώ, μεταξύ των οποίων (α) με προσημείωση για απαίτηση της τράπεζας Πειραιώς ποσού 10.000.000 ευρώ και (β) με δύο προσημειώσεις για απαιτήσεις της Εθνικής τράπεζας αθροίσματος 4.600.000 ευρώ, η απαίτηση της αιτούσας από τη σύμβαση ελευθερώσεως κατά της πρώτης καθʼ ης και εις ολόκληρον κατά των εν τοις πράγμασι ομόρρυθμων εταίρων της δεν κινδυνεύει επί του παρόντος και δεν συντρέχει περίπτωση λήψης ασφαλιστικών μέτρων. Αν κάποια στιγμή κινδυνεύσει στο μέλλον, με συγκεκριμένες ενέργειες καταδολίευσης από την πλευρά των καθʼ ων, ασφαλώς μπορεί η αιτούσα να επανέλθει με το ίδιο αίτημα, εφόσον δεν έχει εν τω μεταξύ αποκτήσει τίτλο εκτελεστό για την απαίτησή της, χωρίς να εμποδίζεται από την αναβλητική αίρεση υπό την οποία μπορεί να τελεί ακόμη η απαίτηση, αφού ασφαλιστικά μέτρα επιτρέπεται να διατάσσονται για την εξασφάλιση ή διατήρηση δικαιώματος σε επείγουσες περιπτώσεις ή για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος και ο νόμος (άρθρο 682 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ.) δεν διακρίνει αν το δικαίωμα τελεί ή δεν τελεί υπό οποιαδήποτε αίρεση, αρκεί ότι υπάρχει κατά το χρόνο διαταγής του ασφαλιστικού μέτρου, ότι έχει δηλαδή συμφωνηθεί (ενοχή από σύμβαση) ή ότι προβλέπεται από το νόμο (ενοχή εκ του νόμου).

 

 

Η αίτηση πρέπει να απορριφθεί στην ουσία, έναντι της πρώτης των καθʼ ων να απορριφθεί στην ουσία επίσης, αφού εναντίον της προέκυψε από τις αποδείξεις ότι έχει ήδη διαταχθεί με απόφαση του Δικαστηρίου η συντηρητική κατάσχεση από την αιτούσα για την ίδια οφειλή (αλλά με άλλη ιστορική βάση) της περιουσίας της, να σημειωθεί δε εδώ ότι η άποψη της αιτούσας, ότι έπρεπε να στραφεί και εναντίον αυτής ώστε να μπορεί να στραφεί και κατά των ομόρρυθμων εταίρων, δεν είναι σωστή. Η παθητική νομιμοποίηση της αίτησης με αντικείμενο τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είναι έναντι του προσώπου μόνο κατά του οποίου ζητείται να ληφθεί ασφαλιστικό μέτρο. Τέλος, πρέπει η αιτούσα να καταδικασθεί στα αιτούμενα δικαστικά έξοδα των καθʼ ων, λόγω της ήττας της (άρθρα 176 και 189 παρ. 1 του Κ.Πολ,Δ.).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων των άρθρων 682 έως 703 του Κ.Πολ.Δ. παρόντων των διαδίκων,

 

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση και

 

ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αιτούσα στα δικαστικά έξοδα των καθʼ ων ποσού τριακοσίων εξήντα (360) ευρώ.

 

Δημοσιεύθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2014, σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση χωρίς την παρουσία των διαδίκων, και εκδόθηκε αυθημερόν.

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ