ΜΠρΑθ 3697/2018

 

Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής - Αναστολή - Ανώνυμη εταιρία - Συμβάσεις με μέλη ΔΣ κ.λπ. - Σύμβαση παροχής υπηρεσιών -.

 

Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Δυνατότητα του δικαστηρίου να χορηγήσει αναστολή με εγγύηση ή χωρίς εγγύηση ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή. Προϋποθέσεις χορήγησης αναστολής. Η αναστολή χορηγείται μετά από αυτοτελή αίτηση και μόνο μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Ανώνυμες εταιρίες. Απαγόρευση συμβάσεων της εταιρίας με μέλη του ΔΣ κ.λπ. χωρίς ειδική άδεια της ΓΣ. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για πράξεις που δεν εξέρχονται των ορίων των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρίας με τρίτους. Σύμβαση παροχής υπηρεσιών προς ανώνυμη εταιρία από μέτοχο και μέλος της διοίκησής της και χρέωση της ανώνυμης εταιρίας από αυτόν. Κρίθηκε ότι λόγω της σπουδαιότητας της εν λόγω συμβάσεως και του μεγέθους της δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται μέσα στα όρια των τρεχουσών συναλλαγών της ανώνυμης εταιρίας με τους πελάτες της. Για την εγκυρότητά της απαιτείτο άδεια της Γενικής Συνέλευσης. Δεν μπορεί να θεωρηθεί ως έγκριση της ΓΣ η έγκριση του ισολογισμού του έτους κατά τον οποίο έλαβε χώρα η απαγορευμένη σύμβαση αλλά και των μεταγενέστερων ετών.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

 

Αριθμός απόφασης 3697/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Θεοδούλη Οικονόμου, Πρόεδρο Πρωτοδικών, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου κατόπιν νόμιμης κλήρωσης.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20-3-2018, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της αιτούσας: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «TMS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΡΚΩΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΩΝ» και το διακριτικό τίτλο «TMS AUDITORS SA», με έδρα την Αθήνα, επί της οδού Μιχαλακοπούλου αριθ. 91, με ΑΦΜ ..., Δ.Ο.Υ. ΦΑΕ Αθηνών, νομίμως εκπροσωπούμενης, που παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου Νικολάου Σκουλή, με AM ΔΣΑ 20543, που κατέθεσε σημείωμα.

 

Του καθ' ου η αίτηση: ..., κατοίκου Βριλησσίων, οδός ..., με ΑΦΜ ..., Δ.Ο.Υ. Χαλανδρίου, που παραστάθηκε μετά των πληρεξουσίων δικηγόρων Ευαγγέλου Πολίτη, με AM ΔΣΑ 16976 και Νικολάου Αναστόπουλου, με AM ΔΣΑ 24762, που κατέθεσαν κοινό σημείωμα.

 

Η αιτούσα ζητά να γίνει δεκτή η από 1-2-2018 αίτηση της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 10499/1105/2018 και προσδιορίστηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της συζήτησης.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους, ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Κατά τη διάταξη του άρθρου 632 παρ. 2 του ΚΠολΔ η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής. Το Δικαστήριο, όμως, που την εξέδωσε μπορεί, κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., να χορηγήσει αναστολή, με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση, ώσπου να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση για την ανακοπή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι προϋποθέσεις για τη χορήγηση της αναστολής είναι: α) η εμπρόθεσμη άσκηση της, κατ' αυτής, ανακοπής, η οποία ασκείται με κατάθεση στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στο οποίο απευθύνεται και με επίδοση αντιγράφου αυτής προς τον καθ' ου στρέφεται εντός δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών από την επομένη της επίδοσης της διαταγής πληρωμής (ΑΠ 888/2003, ΑΠ 887/2003, και ΑΠ 695/2003, ΤΝΠ Νόμος), β) πιθανολόγηση της ευδοκίμησης ενός τουλάχιστον λόγου της ασκηθείσας ανακοπής (ΜονΠρΛαρ 1021/2000, ΑρχΝ 2000.686) και γ) πιθανολόγηση ότι με την άμεση εκτέλεση της διαταγής πληρωμής δημιουργείται κίνδυνος να υποστεί ο αιτών ανεπανόρθωτη βλάβη (Β. Βαθρακοκοίλη, ΕρμΚΠολΔ άρθρ. 632, αρ. 37, σ. 846, Ποδηματά σε ΕρμΚΠολΔ Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, έκδ 2000, Τομ. II, άρθρ. 632, αρ. 31, ΜΠρΝαξ 117/2014, ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, η πρόσφατη μεταρρύθμιση του Ν. 4335/2015 επέφερε ουσιώδεις νομοθετικές μεταβολές στην ύλη των ειδικών διαδικασιών. Ειδικά για τη δίκη της ανακοπής του άρθρου 632, μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι η αναστολή χορηγείται μετά από αυτοτελή αίτηση (η οποία πλέον δεν συνεκδικάζεται υποχρεωτικά με την κύρια ανακοπή) και μόνον μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Ακόμη και αν γίνει δεκτή δηλαδή η ανακοπή σε πρώτο βαθμό, ο καθ' ου -ανακόπτων θα πρέπει να προσφύγει εκ νέου στο δικαστήριο όπου θα εκκρεμεί ενδεχομένως το ένδικο μέσο του, ώστε να ζητήσει την περαιτέρω αναστολή της εκτέλεσης μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης. Τη δυνατότητα απευθείας προσφυγής θα την έχει ο καθ' ου η εκτέλεση ακόμη και αν δεν είχε προσφύγει κατά τη διάρκεια της πρωτοβάθμιας δίκης (ΜΠρΛαμ 185/2017, δημοσιευμένη στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Π. Γιαννόπουλος, Οι ειδικές διαδικασίες του ΚΠολΔ μετά το Ν. 4335/2015).

 

Με την κρινόμενη αίτηση, η αιτούσα ζητά να ανασταλεί η εκτέλεση της με αριθμό 917/2018 διαταγής πληρωμής του Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου και της από 29-1-2018 επιταγής που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της παραπάνω διαταγής πληρωμής μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί τη από 1-2-2013 ανακοπής, που άσκησε κατά της ως άνω διαταγής πληρωμής με την οποία υποχρεώθηκε η αιτούσα να καταβάλλει στον καθ' ου για αίτησή του, που απορρέει από τις με αρ. .../30-6-2016 και .../12-12-2016 αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, το συνολικό ποσό των 127.920 ευρώ, νομιμότοκα από την επομένη της έκδοσης καθεμίας απόδειξης και μέχρι την εξόφληση, καθώς και 3.913,33 ευρώ ως δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής πληρωμής, για τους λόγους που αναφέρει στην ανακοπή της, για το λόγο ότι η ανακοπή που έχει ασκήσει θα ευδοκιμήσει, ενώ η εξακολούθηση της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της, κατά τον ενδιάμεσο χρόνο, θα προκαλέσει σ' αυτή ανεπανόρθωτη βλάβη.

 

Με το περιεχόμενο αυτό η κρινόμενη αίτηση παραδεκτά εισάγεται για να συζητηθεί κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού που είναι καθ' ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 682. 683 παρ.1. 686 επ ΚΠολΔ). Είναι ορισμένη και νόμιμη, εκτός από το αίτημα για την αναστολή της εκτέλεσης της από 29-1-2018 επιταγής προς πληρωμή που έχει τεθεί κάτω από αντίγραφο του πρώτου εκτελεστού απογράφου της με αρ. 917/2018 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, που είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, καθόσον στις διατάξεις του ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το Ν. 4335/2015, κατά τη διαδικασία της έμμεσης αναγκαστικής εκτέλεσης επί χρηματικών απαιτήσεων δεν προβλέπεται αίτηση αναστολής σε περίπτωση κατάθεσης ανακοπής κατά της εκτέλεσης, αφού το άρθρο 938 ΚΠολΔ έχει καταργηθεί, ενώ περαιτέρω δεν προκύπτει καν ότι έχει εν προκειμένω ασκηθεί ανακοπή κατά της εκτέλεσης παρά μόνο ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 632 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως να εξεταστεί περαιτέρω ως προς το ορισμένο, νόμιμο και ουσιαστικά βάσιμο των προβαλλόμενων λόγων της ασκηθείσας ανακοπής κατά της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής.

 

Το άρθρο 23α του ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιριών» ορίζει ότι: 1. α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων που εκάστοτε διέπουν τις συναλλαγές πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων με πρόσωπα τα οποία έχουν ειδική σχέση με αυτά, καθώς και του άρθρου 16α του παρόντος νόμου, δάνεια της εταιρείας προς τα πρόσωπα της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου απαγορεύονται και είναι απολύτως άκυρα. Η απαγόρευση του προηγούμενου εδαφίου ισχύει και για την παροχή πιστώσεων προς τα πρόσωπα αυτά με οποιονδήποτε τρόπο ή την παροχή εγγυήσεων ή ασφαλειών υπέρ αυτών προς τρίτους, β) Κατ' εξαίρεση, η παροχή εγγύησης ή άλλης ασφάλειας υπέρ των προσώπων της παραγράφου 5 επιτρέπεται μόνο εφόσον: αα) η εγγύηση ή η ασφάλεια υπηρετεί το εταιρικό συμφέρον, ββ) η εταιρεία έχει δικαίωμα αναγωγής κατά rou πρωτοφειλέτη ή του προσώπου υπέρ του οποίου παρέχεται η ασφάλεια, γγ) προβλέπεται ότι οι λαμβάνοντες την εγγύηση ή την ασφάλεια θα ικανοποιούνται μόνο μετά την πλήρη εξόφληση ή τη συναίνεση όλων των πιστωτών με απαιτήσεις που είχαν ήδη γεννηθεί κατά το χρόνο της υποβολής σε δημοσιότητα, σύμφωνα με την επόμενη περίπτωση γ' και δδ) ληφθεί προηγουμένως άδεια της γενικής συνέλευσης, η οποία όμως δεν παρέχεται, εάν στην απόφαση αντιτάχθηκαν μέτοχοι εκπροσωπούντες τουλάχιστον το ένα δέκατο (1/10) του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση μετοχικού κεφαλαίου ή το ένα εικοστό (1/20), εάν πρόκειται για εταιρείες με μετοχές εισηγμένες σε χρηματιστήριο. Το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει στη γενική συνέλευση έκθεση για τη συνδρομή των προϋποθέσεων της παρούσας υποπαραγράφου. γ) Η απόφαση της γενικής συνέλευσης, που λαμβάνεται σύμφωνα με την προηγούμενη υποπερίπτωση δδ', η οποία περιέχει τα βασικά στοιχεία της εγγύησης ή της ασφάλειας, και ιδίως το ύψος και τη διάρκειά τους, καθώς και την έκθεση του διοικητικού συμβουλίου, υπόκειται στη δημοσιότητα του άρθρου 7β. Η ισχύς της εγγύησης ή της ασφάλειας αρχίζει μόνο από τη δημοσιότητα αυτή. 2. Απαγορεύεται και είναι άκυρη η σύναψη οποιωνδήποτε άλλων συμβάσεων της εταιρείας με τα πρόσωπα της παραγράφου 5 χωρίς ειδική άδεια της γενικής συνέλευσης. Η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει προκειμένου για πράξεις που δεν εξέρχονται των ορίων των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρείας με τρίτους. «Επί εταιρείας με κινητές αξίες εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά, η απαγόρευση: α) ισχύει για τα συνδεδεμένα με αυτήν πρόσωπα, όπως αυτά ορίζονται στο ΔΛΠ 24 και β) προκειμένου για πράξεις που αποτιμώνται σε τουλάχιστον 10% του ενεργητικού της, ισχύει ακόμη και αν οι πράξεις αυτές δεν εξέρχονται των ορίων των τρεχουσών συναλλαγών της εταιρίας με τρίτους.». Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 προστέθηκε με την παρ. 8 άρθρου τρίτου Ν. 4156/2013, ΦΕΚ Α 122/31.05.2013. 3. Η άδεια της γενικής συνέλευσης κατά την προηγούμενη παράγραφο 2 δεν παρέχεται, εάν στην απόφαση αντιτάχθηκαν μέτοχοι εκπροσωπούντες τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση μετοχικού κεφαλαίου. 4. Η άδεια της παραγράφου 2 μπορεί να παρασχεθεί και μετά τη σύναψη τις σύμβασης, εκτός εάν στην απόφαση αντιτάχθηκαν μέτοχοι που εκπροσωπούν τουλάχιστον το ένα εικοστό (1/20) του εκπροσωπούμενου στη   συνέλευση μετοχικού κεφαλαίου. 5. Οι απαγορεύσεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, τα πρόσωπα που ασκούν έλεγχο επί της εταιρείας, τους συζύγους και τους συγγενείς των προσώπων αυτών εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι του τρίτου βαθμού, καθώς και τα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τους ανωτέρω. Ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο θεωρείται ασκεί έλεγχο επί της εταιρείας, εάν συντρέχει μια από τις περιπτώσεις της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε. Το καταστατικό μπορεί να επεκτείνει την εφαρμογή του παρόντος άρθρου και σε άλλα πρόσωπα, όπως ιδίως στους γενικούς διευθυντές και  διευθυντές της εταιρείας. «Οι συμβάσεις της παραγράφου 1 επιτρέπονται εφόσον συνάπτονται μεταξύ ή παρέχονται υπέρ νομικών προσώπων που υπόκεινται σε ενοποίηση μεταξύ ους σύμφωνα με τα άρθρα 90 έως 109, υπό τις προϋποθέσεις των παραγράφων 2, 3 και 4». Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 προστέθηκε με το άρθρο 16 παρ. 1 Ν. 4013/2011, ΦΕΚ Α 204/5.9.2011. 6. Οι απαγορεύσεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν και στις συμβάσεις που συνάπτουν τα πρόσωπα της παραγράφου 5 με νομικά πρόσωπα ελεγχόμενα από την εταιρεία κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε ή με ομόρρυθμες ή ετερόρρυθμες εταιρείες, στις οποίες ομόρρυθμο μέλος είναι η εταιρεία, καθώς και στις συμβάσεις εγγυήσεων ή ασφαλειών που παρέχονται από τα πρόσωπα αυτά 7. Συμβάσεις της παραγράφου 2 που συνάπτονται μεταξύ του μοναδικού μετόχου και της εταιρείας, την οποία αυτός εκπροσωπεί, καταχωρίζονται στα πρακτικά της γενικής συνέλευσης ή του διοικητικού   συμβουλίου ή καταρτίζονται εγγράφως επί ποινή ακυρότητας. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στις τρέχουσες συναλλαγές της εταιρείας." Το άρθρο 23α αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρο 33 Ν. 3604/2007, ΦΕΚ Α 189/8.8.2007. Περαιτέρω, το άρθρο 24 του ν. 2190/1920 ορίζει ότι: "1. Πάσα επί των κερδών χορηγούμενη εις μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αμοιβή, δέον να λαμβάνηται εκ του απομένοντος υπολοίπου των καθαρών κερδών μετά την αφαίρεσιν των κρατήσεων διά τακτικόν αποθεματικόν και του απαιτουμένου ποσού προς διανομήν του πρώτου μερίσματος υπέρ των μετόχων, ίσου τουλάχιστον προς 6 % επί του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου. 2. Πάσα ετέρα, μη καθοριζομένη κατά  ποσόν υπό του Καταστατικού, χορηγουμένη δε εξ οιουδήποτε λόγου εις σύμβουλον αμοιβή ή αποζημίωσις, θεωρείται βαρύνουσα την Εταιρείαν, μόνον, εάν εγκριθή δι' ειδικής αποφάσεως της τακτικής Γενικής Συνελεύσεως. Αύτη δύναται να μειωθή υπό του δικαστηρίου εάν κατ' αγαθήν κρίσιν είναι υπέρογκος και αντετάχθησαν κατά της ληφθείσης αποφάσεως μέτοχοι εκπροσωπούντες το 1/10 του εταιρικού κεφαλαίου. 3. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου δεν εφαρμόζεται προκειμένου περί αμοιβών οφειλομένων εις μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δι' υπηρεσίας αυτών παρεχόμενος εις την Εταιρείαν επί τή βάσει ειδικής σχέσεως μισθώσεως εργασίας ή εντολής". Το άρθρον 24 αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρου 11 του ΝΔ 4237/ 1962 (Α 123). Το άρθρο 23α παρ 2 του Ν 2190/1920 ως προεκτέθηκε εξαιρεί από τους ανωτέρω περιορισμούς τις συμβάσεις που δεν εξέρχονται από τα όρια της τρέχουσας συναλ,αγής της εταιρίας με τους πελάτες της (ΕφΑΘ 1591/2013 δημ. ΤΝΠ NOMOS). Στην έννοια της τρέχουσας συναλλαγής της εταιρείας μετά των πελατώ. της, όρος που χρησιμοποιείται στο νόμο όχι κυριολεκτικώς αλλά προς δήλωση του συνήθως συμβαίνοντος, θεωρείται εκείνη που βάσει του αντικειμένου της εμπίπτει στις συμβάσεις που καταρτίζονται στα πλαίσια της καθημερινής δράσης της εταιρείας ήτοι αυτή που οι όροι της είναι οι συνήθεις όροι των συμβάσεων που η εταιρεία συνάπτει με τους λοιπούς συναλλασσόμενους μ' αυτή». Οι ως άνω διατάξεις θεσπίσθηκαν για την πρόληψη ενδεχουένων καταχρήσεων εκ μέρους των ιθυνόντων προσώπων της ανώνυμης εταιρείας τα οποία ασκούν έλεγχο αυτής και διαχειρίζονται τπν περιούσιο της. Εξάλλου, εφόσον η έγκριση που προβλέπεται από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 23α παρ. 1 ν. 2190/1920 χαρακτηρίζεται ως ειδική, είναι πρόδηλο ότι χρειάζεται □ είναι ρητή, δεν μπορεί δε να θεωρηθεί ως έγκριση κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως η έγκριση του ισολογισμού του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η απαγορευμένη σύμβαση (ΑΠ 791/2015 δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Τέλος, η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ απαγορεύει την άσκηση δικαιώματος αν υπερβαίνει, προφανώς, τα όρια που επιβάλλονται από την καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και τον κοινωνικό και οικονομικό σκοπό του δικαιώματος. Όμως, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται, όταν ο σχετικός ισχυρισμός προβ λλεται κατά της ακυρότητας της σύμβασης, η οποία επήλθε λόγω παράβασης του νόμου γιατί η άκυρη σύμβαση δεν καθίσταται έγκυρη, έστω και α η πρόταση της ακυρότητας είναι καταχρηστική (ΑΠ 1791/2006 δημ. στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση ανακοπής η ανακόπτουσα ζητεί την ακύρωση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής ισχυριζόμενη ότι είναι άκυρη η έκδοση των με αρ. .../30-6-2016 και .../12-12-2016 αποδείξεων παροχής υπηρεσιών με βάση τις οποίες εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής ως αντίθετη στο άρθρο 23α του ν. 2190/1910, καθόσον στην προκειμένη περίπτωση η σύμβαση που εμπεριέχεται στα ως άνω παραστατικά, τα οποία εκδόθηκαν για παροχή υπηρεσίας, που εξέρχονται όμως, από τα ορια της τρέχουσας συναλλαγής της ανακόπτουσας-ανώνυμης εταιρίας, προς την τελευταία του καθ' ου, ο οποίος είχε την ιδιότητα του μέτοχοι και μέλους του ΔΣ της ανακόπτουσας - ανώνυμης εταιρίας, γεγονός που απέκρυψε από τον Δικαστή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, έγινε χωρίς να έχει παρασχεθεί είτε πριν τη σύναψη της σύμβασης είτε μετά εδική ρητή άδεια της γενικής συνέλευσης της ανακόπτουσας ανώνυμης εταιρίας ο δε ανωτέρω λόγος ακυρότητας είναι δημόσιας τάξης και δεν μπορεί να ελεγχθεί υπό το πρίσμα της διάταξης του άρθρου 231 ΑΚ, διότι η άορη σύμβαση δεν καθίσταται έγκυρη έστω και αν η πρόταση της (κυρότητας είναι καταχρηστική. Ο συγκεκριμένος λόγος ανακοπής τυγχάνει παραδεκτός και νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις που αναφέρονται στην παραπάνω μείζονα σκέψη και πρέπει επομένως να εξετασθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.

 

Από την εκτίμηση της ανωμοτί εξέτασης του Διευθύνοντος Συμβούλου της αιτούσας ... και την ανωμοτί εξέταση του καθ' ου που δόθηκαν ενώπιον της Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, καθώς οι από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νομίμως, πιθανολογούνται το ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα είναι ανώνυμη ελεγκτική εταιρεία, που συστάθηκε με τη με αριθ. .../2012 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών .... Αρχικοί μέτοχοι υπήρξαν οι .... και ο ... Στις 2-8-2012 εισήλθαν ως μέτοχοι στην αιτούσα οι ... και ο καθ' ου η αίτηση. Μέχρι την 23-2-2015 η μετοχική σύνθεση της αιτούσας είχε ως εξής: Ο καθ' ου η αίτηση 1.800 μετοχές, ο ... 1.800 μετοχές, ο ... 1.830 μετοχές, ο .... 180 μετοχές, η ... 180 μετοχές, ο ... 180 μετοχές, ο ... 30 μετοχές. Μετά την 23-2-2015 και μέχρι την 13-6-2017 η μετοχική σύνθεση της αιτούσας είχε ως εξής: Ο καθ' ου 1980 μετοχές, ο ... 1.800 μετοχές, ο ... 1.830 μετοχές, η ... 180 μετοχές, ο ... 180 μετοχές, ο ... 30 μετοχές. Μετά την 13-6-2017 και την αποχώρηση του καθ' ου από την αιτούσα και εφεξής η μετοχική σύνθεση της απούσας έχει ως εξής. Ο ... 1.800 μετοχές, ο ... 1.830 μετοχές, η ... 180 μετοχές, ο ... 180 μετοχές, ο ... 30 μετοχές. Ο καθ' ου που είχε την ιδιότητα του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνοντος Συμβούλου της αιτούσας αποφάσισε περί τον Ιούνιο 2016 να συνταξιοδοτηθεί με ημερομηνία 31-8-2016 και ν' αποχωρήσει από την αιτούσα. Υπήρξε μέτοχος της αιτούσας μέχρι την ουσιαστική αποχώρησή του στις 31-8-2016 και στη συνέχεια οριστικά και τυπικά μέχρι τη μείωση του μετοχικού κεφαλαίου και τη διαγραφή των μετοχών του στις 13-6-2017 με την με ίδια ημερομηνία απόφαση της Έκτακτης Γενικής Συνέλευσης της αιτούσας, μέχρι δε την 11-11-2016 παρέμεινε ο καθ' ου μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της αιτούσας. Η τελευταία λειτουργεί ως ανώνυμη εταιρία ορκωτών ελεγκτών - λογιστών όσον αφορά τις σχέσεις της με τους τρίτους, ενώ όσον αφορά τις εσωτερικές σχέσεις ως μετόχων με άτυπη μεταξύ τους «Συμφωνία Κυρίων», ισχύουν τα εξής: Για κάθε ορκωτό - μέτοχο που δεν είναι απλώς μισθωτός τηρείται απτό την αιτούσα ένας λογαριασμός (μερίδα), όπου πιστώνονται οι τιμολογηθείσες και παρασχεθείσες από αυτόν αμοιβές και χρεώνουν όλα τα άμεσα συνδεδεμένα με την παροχή των υπηρεσιών αυτών έξοδα (π.χ μισθοδοσία απασχολούμενου προσωπικού σε κάθε ορκωτό μέτοχο). Περαιτέρω, η κάθε μερίδα χρεώνεται με την αναλογία των γενικών εξόδων της εταιρίας (ενοίκια, τηλέφωνα. γραφική ύλη. μισθοδοσία του διοικητικού προσωπικού, καταβολές για υποχρεώσεις κ.α.)   Προσδιοριστικό στοιχείο για τον υπολογισμό της αναλογίας αυτής είναι οι ακαθάριστες αμοιβές του κάθε σηκωτού - μετόχου. Το υπόλοιπο του εν λόγω λογαριασμού (μερίδας) τιμολογείται από τον ορκωτό - μέτοχο στην εταιρία και κάθε ορκωτός μέτοχος αφού οι πελάτες πληρώσουν εισπράττει την αμοιβή του. Τα εκδοθέντα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών του κάθε Ορκωτού προς την αιτούσα μπορεί να μην εισπραχθούν αυτούσια καθώς δύναται να επιβαρυνθούν με δαπάνες και έκτακτες κοινές υποχρεώσεις. Ο καθ' ου λόγω συνταξιοδότησης και διακοπής της επαγγελματικής του δραστηριότητας για παρασχεθείσες υπηρεσίες του προς την αιτούσα για το χρονικό διάστημα από 1-7-2015 έως 30-6-2016 εξέδωσε την 30-6-2016 τη με αρ. 80 απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ποσό 68.200 ευρώ στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και ο αναλογούν ΦΠΑ 24 % και την 12-12-2016 τη με αρ. 81 απόδειξη παροχής υπηρεσιών για ποσό 84.320 ευρώ στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και ο αναλογούν ΦΠΑ 24%, τις οποίες παρέλαβε η αιτούσα και απόδωσε τον αναλογούντα όρο 20 % που παρακρατείται. Εν συνεχεία την 29-1-2018 επιδόθηκε στην αιτούσα η προσβαλλόμενη με αριθμό 917/2018 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου με την οποία η αιτούσα διατάχθηκε να καταβάλλει στον καθ' ου το συνολικό ποσό των 127.920 ευρώ από τις δύο ως άνω αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, νομιμότοκα από την επομένη της δόσης καθεμίας απόδειξης και μέχρι την εξόφληση, καθώς και 3.913,33 ευρώ ως δικαστικά έξοδα έκδοσης της διαταγής πληρωμής. Η παροχή υπηρεσιών όμως, προς την αιτούσα ανώνυμη εταιρία από τον καθ' ου μέτοχο και μέλος της διοίκησης της ως προεκτέθηκε και η χρέωση της αιτούσας από τον καθ' ου διέπεται από τις διατάξεις του ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιριών», που είναι δημόσιας τάξης, η εφαρμογή των οποίων δεν δύναται να παρακαμφθεί με άτυπη ως άνω «Συμφωνία Κυρίων» των μετόχων της. Στην κατηγορία επομένως των «άλλων συμβάσεων» της παρ. 2 του άρθρου 23α του ν. 2190/1920 «περί ανωνύμων εταιριών» περιλαμβάνεται και η σύμβαση που δημιουργείται από την παροχή υπηρεσιών κάποιου από τα πρόσωπα της παρ. 5 του ιδίου άρθρου προς την εταιρία και στην προκειμένη περίπτωση του καθ' ου, ο οποίος ως προαναφέρθηκε είχε την ιδιότητα του μετόχου και μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της αιτούσας ανώνυμης εταιρίας, κάτι που δεν αναφέρεται όμως στην προσβαλλομένη διαταγή πληρωμής. Η ως άνω σύμβαση παροχής υπηρεσιών του καθ' ου προς την  αιτούσα, που εμπεριέχεται στις προσκομισθείσες από τον καθ' ου για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, λόγω της φύσης, της σπουδαιότητας και του μεγέθους της, καθότι για ένα μόλις εξάμηνο ανέρχετο στο ποσό των 127.920 ευρώ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται μέσα στα όρια των τρεχουσών συναλλαγών της αιτούσας ανώνυμης εταιρίας με τους πελάτες της και επομένως απαιτούνταν για την εγκυρότητα της ειδική άδεια της Γενικής Συνέλευσης της αιτούσας, είτε πριν, είτε μετά τη σύναψη της ως άνω σύμβασης, η οποία πρέπει να είναι ρητή, τέτοια όμως, ρητή ειδική άδεια της Γενικής Συνέλευσης της αιτούσας δεν πιθανολογήθηκε ότι έχει υπάρξει στην προκειμένη περίπτωση και επομένως, πιθανολογήθηκε ότι είναι άκυρη η ως άνω σύμβαση παροχής υπηρεσιών του καθ' ου προς την αιτούσα, που εμπεριέχεται στις προσκομισθείσες από τον καθ' ου για την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής αποδείξεις παροχής υπηρεσιών. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην παραπάνω μείζονα σκέψη δεν μπορεί δε να θεωρηθεί ως έγκριση κατά την έννοια της ανωτέρω διατάξεως η έγκριση του ισολογισμού του έτους κατά το οποίο έλαβε χώρα η απαγορευμένη σύσταση, αλλά και των μεταγενέστερων ετών, ενώ η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, όταν ο σχετικός ισχυρισμός προβάλλεται κατά της ακυρότητας της σύμβασης, η οποία επήλθε λόγω παράβασης του νόμου γιατί η άκυρη σύμβαση δεν καθίσταται έγκυρη, έστω και αν η πρόταση της ακυρότητας είναι καταχρηστική, απορριπτόμενων αβάσιμων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών του καθ ου. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, εφόσον πιθανολογείται η ευδοκίμηση ως θυσία βάσιμου του δεύτερου λόγου της από 1-2-2018 ανακοπής και η ανεπανόρθωτη βλάβη της αιτούσας από την πληρωμή αβάσιμων αξιώσεων του καθ' ου η αίτηση, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή και να ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της από 1-2-2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεση 10433/1063/2018 ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ που έχει ασκήσει η α ούσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών σε βάρος του καθ' ου παρελκόμενης της έρευνας των λοιπών λόγων της ανακοπής, διότι από 3 συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 63, 216. 218, 583, 565 και 632 ΚΠολΔ συνάγεται ότι όταν υπάρχουν περισσότεροι λόγοι, νομικοί ή πραγματικά, που όλοι μαζί ή καθένας χωριστά αποβλέπουν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής, τότε αν το δικαστήριο κάνει δεκτό ένα λόγο και ικανοποιώντας το αίτημα της ανακοπής ακυρώσει την διαταγή πληρωμής, δεν πρέπει να προχωρήσει στην έρευνα των λοιπών λόγων καθώς μετά την ακύρωση της διαταγής πληρωμής θεωρείται ότι έχει ικανοποιηθεί πλήρως το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος. Τέλος, πρέπει να επιβληθεί σε βάρος της αιτούσας η δικαστική Δαπάνη του καθ' ου κατόπιν σχετικού αιτήματος του τελευταίου (άρθ. 84 του Κώδικα Δικηγόρων, ως τροποποιήθηκε και ισχύει με το ν. 4194/2013), κατά το ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

- Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

 

- Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο στο σκεπτικό της παρούσας.

 

- Δέχεται εν μέρει την αίτηση.

 

- Αναστέλλει την εκτέλεση της με αριθμό 917/2018 διάταξης πληρωμής της Δικαστή αυτού του Δικαστηρίου μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της από 1-2-2018 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 10433/1063/2018 ανακοπής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών της αιτούσας σε βάρος του καθ' ου η αίτηση.

 

- Επιβάλλει στην αιτούσα τη δικαστική δαπάνη του καθ' ου η αίτηση, το ύψος της οποίας καθορίζει στο ποσό των διακοσίων (200) ευρώ.

 

- Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίασή του με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους, στις 5-6-2018.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ          ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

 

                                (Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ)

 


Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ 
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»