Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜΠρΑθ 246/2018

 

Ανάκληση άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης - Ασφαλιστική εκκαθάριση - Αγωγές ασφαλιστικού εκκαθαριστή -.

 

Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης επακολουθεί το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Αρμόδιο δικαστήριο για την άσκηση των αγωγών του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών, καθώς και για τη συνέχιση εκκρεμών δικών, είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξαρτήτως ποσού.

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

 

 

Αριθμός απόφασης 246/2018

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Μαρία Κατέχη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, που ορίστηκε κατόπιν κληρώσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3327/2005.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 10 Οκτωβρίου 2017 χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

Της αιτούσας-καλούσας-ενάγουσας: Της ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία «ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΩΣΙΣ Α.Α.Ε.», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια της δικηγόρος Ελένη Γκίνη.

 

Του καθού η αίτηση-κλήση - εναγομένου: …, κατοίκου Θεσσαλονίκης, ο οποίος δεν παραστάθηκε.

 

Η ενάγουσα ζήτησε να γίνει δεκτή η από 15 Ιανουαρίου 2015 αγωγή της, που κατατέθηκε στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης 33/2015, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 26/5/2015, κατά την οποία αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 20/1/2016, κατ' αυτήν για τη δικάσιμο της 16/5/2016 και κατ' αυτήν για τη δικάσιμο της 24/2/2017, οπότε και ματαιώθηκε.

 

Ήδη, η ενάγουσα επαναφέρει προς συζήτηση την ως άνω αγωγή της ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, με την από 9 Μαίου 2017 αίτηση-κλήση της, που κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης 534109/5367/2017, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εκφωνήθηκε από τη σειρά του εκθέματος.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης η πληρεξούσια δικηγόρος της ενάγουσας, αφού ανέπτυξε τους ισχυρισμούς της, ζήτησε να γίνουν αυτοί δεκτοί και όσα αναφέρονται στο έγγραφο σημείωμά της.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Νομίμως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου με την από 9/5/2017 (αρ. κατ. 534109/5367/2017) κλήση της ενάγουσας, κατ' άρθρο 239 παρ. 4 και 5 ν. 4364/2016, η από 15/1/2015 (αρ. κατ. 33/2015) αγωγή που αυτή άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 26/5/2015 και κατόπιν αναβολών για τη δικάσιμο της 24/2/2017, οπότε και ματαιώθηκε.

 

Από το αντίγραφο της υπ' αριθ. 1.610 Στ'/27-1 -2015 έκθεσης επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης …, που προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της κρινόμενης αγωγής με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 26/5/2015, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο. Επίσης, από τα αντίγραφα των υπ' αριθ. 8.115/29-2-2016 και 8.223/10-6-2016 εκθέσεων επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Θεσσαλονίκης με έδρα στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης …, που προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο των υπ' αριθ. 51/2016 και 485/2016 πρακτικών του Ειρηνοδικείου Αθηνών, περί αναβολής της συζήτησης της υπόθεσης για τις δικάσιμους της 16/5/2016 και 24/2/2017, αντίστοιχα, επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο. Ακολούθως, όπως προκύπτει από το αντίγραφο της υπ' αριθ. 9.319/26-5-2017 έκθεσης επίδοσης του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, που προσκομίζει η ενάγουσα, προκύπτει ότι ακριβές επικυρωμένο αντίγραφο της από 9/5/2017 (αρ. κατ. 534109/5367/2017) αίτησης-κλήσης της ενάγουσας με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο. Ο τελευταίος, όμως, δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στη σειρά της από το οικείο έκθεμα κατά την ως άνω δικάσιμο και συνεπώς αυτός πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το Δικαστήριο, ωστόσο, λόγω της ισχύος του ανακριτικού συστήματος στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, θα προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες (άρθρα 691 παρ. 1, 696 και 699 ΚΠολΔ, ΠΠρΑΘ 6961/1990 Αρμ 45. 63, βλ. και Π.Τζίφρα, Ασφαλιστικά Μέτρα, έκδοση 1980, σελ. 43, Ι. Χαμηλοθώρη, ό.π., σελ. 45).

 

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 12 του ν.δ/τος 400/1970 οριζόταν μεταξύ άλλων ότι: «1. Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης για παράβαση νόμου, καθώς και σε κάθε περίπτωση λύσης του νομικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης στην οποία έχει απαγορευθεί η ελεύθερη διάθεση περιουσιακών στοιχείων, ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης. Η απόφαση περί ασφαλιστικής εκκαθάρισης που ορίζει τον επόπτη και το εφαρμοστέο δίκαιο καταχωρείται στο Μητρώο ασφαλιστικών ανωνύμων εταιριών και περίληψη αυτής δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως καθώς και στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων...». Ήδη, σύμφωνα με το ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ' «ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ» άρθρο 235 «Έναρξη διαδικασιών εκκαθάρισης» (άρθρο 273 και παράγραφος 2 του άρθρου 284 της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ) του ν. 4364/2016 «Προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2009/138/ΕΚ και του Συμβουλίου της 25.11.2009 κτλ.» (ΦΕΚ Α' 13/05-02-2016), ο οποίος κατήργησε με το άρθρο 278 παρ. 1 το ν.δ. 400/1970, οι δε διατάξεις του (νέου ως άνω νόμου), κατ' άρθρο 284 αυτού, ισχύουν από 1/1/2016, εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 144, 221 έως και 248 και 272, που ισχύουν από τη δημοσίευση του νόμου, ορίζεται μεταξύ άλλων ότι: «1. Η Εποπτική Αρχή είναι η μόνη αρμόδια να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης του άρθρο 220 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή ακολουθεί το στάδιο ασφαλιστικής εκκαθάρισης, εκτός αν άλλως ορίζεται στην απόφαση...3. Στην περίπτωση ασφαλιστικής εκκαθάρισης εφαρμόζονται συμπληρωματικά οι διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα, οι διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και του ΚΠολΔ.,.4. Τριάντα (30) ημέρες μετά την ανάκληση της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης θεωρούνται αυτοδίκαια λυμένες όλες οι ασφαλιστικές συμβάσεις της. Η Εποπτική Αρχή μπορεί με απόφαση της να παρατείνει για ένα ή περισσότερα ασφαλιστικά χαρτοφυλάκια, το χρονικό διάστημα του πρώτου εδαφίου της παρούσας, για όσο χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία του άρθρο 228 του παρόντος...7. Ασφαλιστική επιχείρηση δεν κηρύσσεται σε πτώχευση ούτε είναι δυνατόν να ανοίξει επ' αυτής προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης. Λύση, για οποιονδήποτε λόγο, του νομικού προσώπου ασφαλιστικής επιχείρησης δεν μπορεί να επέλθει εφόσον η Εποπτική Αρχή δεν έχει προηγουμένως ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας της επιχείρησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου». Περαιτέρω, στο άρθρο 239 του ν. 4364/2016, που αφορά τη διαδικασία ασφαλιστικής εκκαθάρισης ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Η έναρξη της ασφαλιστικής εκκαθάρισης δεν εμποδίζει τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή να συνεχίζει ορισμένες δραστηριότητες της ασφαλιστικής επιχείρησης, εφόσον αυτό απαιτείται ή ενδείκνυται για τους σκοπούς της εκκαθάρισης με την άδεια και υπό την εποπτεία της Εποπτικής Αρχής, ενδεικτικά να διαχειρίζεται την περιουσία της επιχείρησης και να συνάπτει δάνεια με πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό να εξοφλεί δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση. Οι απαιτήσεις από τα δάνεια αυτά έχουν το προνόμιο της παραγράφου 1 του άρθρου 240 του παρόντος. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής καθορίζονται ειδικότερα οι όροι εφαρμογής της παρούσας παραγράφου και οι προϋποθέσεις της συνέχισης των κατά τα ανωτέρω δραστηριοτήτων της ασφαλιστικής επιχείρησης από τον ασφαλιστικό εκκαθαριστή. 2. Ο ασφαλιστικός εκκαθαριστής ενημερώνει τακτικά με τον πλέον πρόσφορο τρόπο τους δικαιούχους απαιτήσεων από ασφάλιση και λοιπούς πιστωτές σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης. Προς τούτο ενημερώνει την ιστοσελίδα της υπό εκκαθάρισης επιχείρησης τουλάχιστον μηνιαίως σχετικά με την πορεία της εκκαθάρισης. 3. Κατά το χρονικό διάστημα που η ασφαλιστική επιχείρηση βρίσκεται σε ασφαλιστική εκκαθάριση αναστέλλεται κάθε αναγκαστική εκτέλεση σε βάρος της και σε βάρος των ασφαλισμένων της για ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, μέχρι το ποσό για το οποίο ευθύνεται εις ολόκληρο η ασφαλιστική επιχείρηση. Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των δικαιούχων απαιτήσεων από ασφάλιση κατά της ασφαλιστικής επιχείρησης. 4. Αγωγές του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών εισάγονται και εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. 5. Εκκρεμείς διαφορές στον πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας εισάγονται, με κλήση οποιοσδήποτε νομιμοποιούμενου, στο μονομελές πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης ανεξάρτητα από το ποσό...». Τέλος στις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 248 ν. 4364/20]6 περί υφιστάμενων εκκαθαρίσεων προβλέπεται ότι : «1. Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου διέπονται οι υφιστάμενες κατά την 31A2.2Q15 ασφαλιστικές εκκαθαρίσεις. 2. Στις εκκαθαρίσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή τα άρθρα 235 παράγραφοι 1,2, 3, 5 και 6, 236 έως 239, 242 παράγραφοι 1 και 4, 243 παράγραφοι 1, 2 και 4, 246 και 247 του παρόντος...». Από τις προαναφερόμενες διατάξεις σαφώς συνάγεται, ότι σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας ασφαλιστικής επιχείρησης επακολουθεί το στάδιο της ασφαλιστικής εκκαθάρισης, ενόψει δε των ειδικών περιστάσεων που ανακύπτουν με τη θέση της επιχείρησης σε ασφαλιστική εκκαθάριση καθορίζεται εφεξής, αλλά και επί των υφιστάμενων κατά την 31/12/2015 ασφαλιστικών εκκαθαρίσεων, ως αρμόδιο δικαστήριο για την άσκηση αγωγών του ασφαλιστικού εκκαθαριστή κατά οφειλετών, καθώς και για τη συνέχιση εκκρεμών δικών το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας της επιχείρησης, ανεξαρτήτως ποσού (το οποίο είναι πιο ευέλικτο, απαλλαγμένο από τη χρονοτριβή που θα υπήρχε ενδεχόμενα, αν η υπόθεση δικαζόταν από το Πολυμελές Δικαστήριο), ενώ ως διαδικασία καθορίζεται εκείνη των ασφαλιστικών μέτρων, που είναι ταχύτερη, χωρίς ωστόσο να στερεί από τα διάδικα μέρη το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων, κατά της απόφασης που θα εκδοθεί, εφόσον με την απόφαση αυτή τέμνεται οριστικά η διαφορά και δεν διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα με την έννοια του άρθρου 682 του ΚΠολΔ (βλ. σχετ. ΠΠΑΘ 2812/2010 ΝΟΜΟΣ, βλ. και ΕφΑΘ 1716/2011 Αρμ. 2012. 1282, ΕφΘεσ 1038/2009 ΕπισκΕμπΔ 2009. 730, και για τη δυνατότητα προσβολής με ένδικα μέσα των αποφάσεων που κρίνουν οριστικά κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ΟλΑΠ 21-22/2002 ΕλλΔνη 2002. 1016, ΟλΑΠ 754/1986 ΝοΒ 1987. 380, ΑΠ 1071/1996 ΕλλΔνη 1997. 1109). Σημειωτέον ότι οι παραπάνω διατάξεις δεν προσκρούουν στο άρθρο 8 του Συντάγματος ως προς τις εκκρεμείς διαφορές, αφού με τις διατάξεις αυτές δεν στερούνται οι διάδικοι του φυσικού τους δικαστή, αλλά απλώς ορίζεται η υλική και τοπική αρμοδιότητα του δικαστηρίου που δικάζει αυτές (βλ. σχετ. ΕφΑθ 10111 /2002 αδημ., ΠΠΑΘ 2812/2010 ΝΟΜΟΣ).

 

Με την κρινόμενη αγωγή της η ενάγουσα ασφαλιστική εταιρία εκθέτει ότι δυνάμει της υπ' αριθ. 84/16-7-2013 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (Ε.Π.Α.Θ.) της Τράπεζας της Ελλάδος ανακλήθηκε οριστικά η άδεια λειτουργίας της και τέθηκε αυτή σε ασφαλιστική εκκαθάριση, όπου και παραμένει. Ότι δυνάμει της από 24/8/1993 έγγραφης σύμβασης πρακτόρευσης, που συνήφθη μεταξύ αυτής και του εναγομένου στην Αθήνα (καθό χρόνο η ίδια λειτουργούσε νόμιμα, ως ασφαλιστική εταιρία), ο τελευταίος (εναγόμενος) ανέλαβε την υποχρέωση να διαμεσολαβεί για τη σύναψη ως εκ της έδρας της ενάγουσας εταιρίας, κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 239 παρ. 4, 5 και 248 ν. 4364/2016). Είναι δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στη μείζονα σκέψη και σε αυτές των άρθρων 1, 2, 4, 16 ν. 1569/1985, 1, 2, 3 π.δ/τος 298/1996 (το οποίο εφαρμόζεται, λόγω του χρόνου γέννησης του δικαιώματος της ενάγουσας αντί της μεταγενέστερης υπ' αριθ. 31/30.09.2013 Πράξης της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, αλλά και της μεταγενέστερης Πράξης 86/5.4.2016 (ΦΕΚ Β' 1109/19.4.2016) της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος, κατ' άρθρο 2 ΑΚ-ΑΠ 223/2002, ΕλλΔνη 2003.185), 1, 2, 3, 4, 5, 9, 21, 25, 26, 27, 28, 48, 53 ν. 5325/1932, 297, 298, 340, 341, 345 (ΟλΑΠ 13/1994, ΝοΒ 1996. 33, σύμφωνα με την οποία μετά τη μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό εξακολουθούν να οφείλονται τόκοι λόγω υπερημερίας του οφειλέτη), 361, 713 επ., 822 επ., 873 ΑΚ, πλην του αιτήματος για την κήρυξη της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινώς εκτελεστής, το οποίο δεν είναι νόμιμο μετά τη μετατροπή του αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, αφού το αίτημα αυτό δεν προσιδιάζει σε αναγνωριστικές (όπως η προκείμενη) ή διαπλαστικές αγωγές, αλλά μόνο σε καταψηφιστικές, δηλαδή σε αγωγές για τις οποίες εκδίδονται αποφάσεις, που μετά την τελεσιδικία τους μπορούν να αποτελέσουν εκτελεστούς τίτλους, κατά το άρθρο 904 ΚΠολΔ (ΕφΑΘ 628/2003 ΕλλΔνη 2004. 1470, ΕφΑΘ 292/2001 ΕλλΔνη 2001. 163, ΕφΑΘ 3702/1986, ΕλλΔνη 1986. 706, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 907, σελ. 1721, Β. Βαθρακοκοίλης ΚΠολΔ, άρθρο 907, αρ. 6 και 19). Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, μη απαιτουμένης (μετά την τροπή του αιτήματος της σε αναγνωριστικό) της καταβολής δικαστικού ενσήμου [άρθρο 7 παρ. 3 ν.δ/τος 1544/1942, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 33 ν. 4446/2016 (ΦΕΚ 240/τ. Α 722-12-2016), σύμφωνα δε με την παρ. 2 αυτού εφαρμόζεται και στις εκκρεμείς αναγνωριστικές αγωγές, καθώς και σε αυτές που ασκήθηκαν ως καταψηφιστικές πριν από τη δημοσίευση του νόμου, εφόσον μετατραπούν σε αναγνωριστικές μετά τη δημοσίευσή του].

 

Από τα έγγραφα που προσκομίζει η ενάγουσα και από την εν γένει διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα: Η ενάγουσα είναι ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία, της οποίας η άδεια λειτουργίας ανακλήθηκε οριστικά την 6/7/2013, δυνάμει της υπ' αριθ. 84/16-7-2013 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων (Ε.Π.Α.Θ.) της Τράπεζας της Ελλάδος (Θέμα 1° του σχετικού πρακτικού της Επιτροπής), που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (τεύχος Α.Ε.-Ε.Π.Ε. και ΓΕ.ΜΗ./αρ. φύλλου 5126/16-8-2013), και, έκτοτε, τελεί υπό ασφαλιστική εκκαθάριση, διορίστηκε δε επόπτης ασφαλιστικής εκκαθάρισης η …, δικηγόρος Αθηνών και χαρακτηρίστηκε το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρείας ως ασφαλιστική τοποθέτηση. Ακολούθως, δυνάμει της από 24/7/2013 προσωρινής διαταγής, που διατηρήθηκε σε ισχύ μέχρι την έκδοση της υπ' αριθ. 790/4-10-2013 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών (διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας), διορίστηκε ως προσωρινός εκκαθαριστής της υπό ασφαλιστική εκκαθάριση ενάγουσας ασφαλιστικής εταιρίας η …, ορκωτή ελέγκτρια-λογίστρια (βλ. ΦΕΚ 4242/τ. Α.Ε.-Ε.Π.Ε. και ΓΕ.ΜΗ./2-5-2014), ενώ με την προαναφερόμενη υπ' αριθ. 790/2013 απόφαση, που δημοσιεύτηκε στο ίδιο ως άνω φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, η ίδια ελέγκτρια-λογίστρια διορίστηκε ως οριστικός εκκαθαριστής αυτής, η οποία και εκπροσωπεί την ενάγουσα μέχρι σήμερα, κατόπιν της σχετικής υπ' αριθ. 190/34/29-6-2016 απόφασης της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ 2116/τ. ΠΡΑ.Δ.Ι.Τ./1-7-2016). Δυνάμει της από 24/8/1993 έγγραφης σύμβασης ασφαλιστικής πρακτόρευσης, που συνήφθη στην Αθήνα μεταξύ της ενάγουσας (καθό χρόνο αυτή τελούσε ακόμη σε πλήρη και νόμιμη λειτουργία, με ασφαλιστική-επιχειρηματική δραστηριότητα στον τομέα ασφαλίσεως διαφόρων κλάδων του εμπορίου) και του εναγομένου, ο τελευταίος ανέλαβε την υποχρέωση να διαμεσολαβεί για τη σύναψη ασφαλιστικών συμβάσεων με τρίτους (υπό ασφάλιση κοινό) για λογαριασμό της ενάγουσας έναντι προμήθειας (αμοιβής), να εισπράττει τα αντίστοιχα ασφάλιστρα και να αποδίδει αυτά στην ενάγουσα, αφού πρώτα θα ελάμβανε τη συμπεφωνημένη προμήθεια του. Κατά την εκτέλεση της ως άνω σύμβασης και κατά το χρονικό διάστημα της συνεργασίας τους μέχρι την 28/2/2013, δημιουργήθηκε χρεωστικό υπόλοιπο του εναγομένου από εισπραχθέντα και μη αποδοθέντα στην ενάγουσα ασφάλιστρα παραγωγής του, συνολικού ύψους 64.500 ευρώ. Ακολούθως, συνήφθη μεταξύ των διαδίκων το από 20/3/2013 ιδιωτικό συμφωνητικό, δυνάμει του οποίου ο εναγόμενος αναγνώρισε, ομολόγησε και αποδέχθηκε ότι από την έναρξη της συνεργασίας του με την ενάγουσα μέχρι και την 28/2/2013 οφείλει σ' αυτήν από ασφάλιστρα ασφαλιστηρίων συμβολαίων που είχαν συναφθεί με τη διαμεσολάβηση του το συνολικό ποσό των 64.500 ευρώ και δη ότι στο ποσό αυτό δεν αντιστοιχούν προμήθειες, γιατί αυτές έχουν συνυπολογιστεί και αφαιρεθεί. Με το ίδιο ως άνω συμφωνητικό, συμφωνήθηκε ο εναγόμενος να εξοφλήσει το προαναφερθέν υπόλοιπο σε 33 δόσεις, εκδόθηκαν δε για το σκοπό αυτό αντίστοιχες συναλλαγματικές, κατά τα ειδικότερα μεταξύ τους συμφωνηθέντα. Έτσι, η ενάγουσα εξέδωσε, μεταξύ άλλων, στην Αθήνα στις 19/3/2013, πέντε συναλλαγματικές, πληρωτέες εις διαταγήν της, ποσού 750 ευρώ εκάστης, λήξεως 30/11/2013, 30/12/2013, 30/1/2014, 28/2/2014 και 30/3/2014, αντιστοίχως, τις οποίες αποδέχθηκε ο εναγόμενος αυθημερόν, ήτοι στις 19/3/2013, στην Αθήνα, πλην όμως αυτές δεν πληρώθηκαν, παρά τις επανειλημμένες οχλήσεις της και βρίσκονται στα χέρια της ενάγουσας. Με βάση τα παραπάνω, ο εναγόμενος οφείλει στην ενάγουσα τα ποσά των συναλλαγματικών, τούτα δε νομιμοτόκως από την επομένη της λήξεως εκάστης συναλλαγματικής (δήλη ημέρα).

 

Κατ' ακολουθίαν, πρέπει η αγωγή να γίνει δεκτή ως και κατ' ουσίαν βάσιμη και να αναγνωριστεί η υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 3.750 (750 ευρώ Χ 5 συν/κές) ευρώ, κάθε δε επιμέρους ποσό των 750 ευρώ νομιμοτόκως από την επομένη της λήξεως εκάστης ως άνω συναλλαγματικής, κατά τα ως άνω αναφερόμενα. Η δικαστική δαπάνη της ενάγουσας θα επιβληθεί σε βάρος του εναγομένου, λόγω της ήττας του (άρθρα 106,176,189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρο 84 παρ. 2 ν. 4193/2014 «Κώδικας Δικηγόρων»), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να οριστεί το νόμιμο παράβολο για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας εκ μέρους του εναγομένου κατά της παρούσας απόφασης (άρθρα 501, 502 παρ. 1 και 505 παρ. 2 ΚΠολΔ).

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει ερήμην του εναγομένου.

 

Ορίζει παράβολο ερημοδικίας, για την περίπτωση άσκησης ανακοπής ερημοδικίας από τον εναγόμενο, ποσού διακοσίων (200) ευρώ.

 

Δέχεται την αγωγή.

 

Αναγνωρίζει την υποχρέωση του εναγομένου να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων επτακοσίων πενήντα (3.750) ευρώ, κάθε δε επιμέρους ποσό των επτακοσίων πενήντα (750) ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της λήξεως εκάστης συναλλαγματικής, που αναφέρεται στο διατακτικό της παρούσας, και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση.

 

Επιβάλλει σε βάρος του εναγομένου τα δικαστικά έξοδα της ενάγουσας, τα οποία ορίζει σε διακόσια εξήντα (260) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 2018.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                            Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

                                            (Για τη δημοσίευση)