ΜΠρΑθ 3008/2014

Σχολικοί φύλακες - Θέση σε διαθεσιμότητα - Κατάργηση οργανικών θέσεων - Αρχή αναλογικότητας - Αντισυνταγματικότητα ρύθμισης - ΟΤΑ - Διοικητική αυτοτέλεια - Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου - Δικαίωμα για δίκαιη αμοιβή - Ασφαλιστικά μέτρα - Επείγουσα περίπτωση -.

 

Θέση σχολικών φυλάκων που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε Δήμο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Κατάργηση των θέσεων της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων. Μείωση αποδοχών κατά 25%. Αντίθεση με το άρθρο 102 παρ. 1 Συντ. Η κατάργηση του συνόλου των θέσεων των σχολικών φυλάκων χωρίς να έχει προηγηθεί αξιολόγηση και χωρίς να ζητηθεί καν η γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης θίγει την διοικητική αυτοτέλεια των ΟΤΑ. Η οριζόντια και καθολική κατάργηση του συνόλου των θέσεων προσωπικού χωρίς να έχει προηγηθεί αξιολόγηση έρχεται σε αντίκειται προς την αρχή της αναλογικότητας. Δεκτή η αίτηση για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων υπό τη μορφή προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης. Επείγουσα περίπτωση. Η μείωση των αποδοχών των καλούντων-αιτούντων κατά 25% έχει ως συνέπεια την διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβίωσης των ιδίων και των προσώπων που εξαρτώνται από αυτούς αλλά και την επισφάλεια της φερεγγυότητάς τους στις συναλλαγές. Καταδίκη του καθ ού Δήμου να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες των καλούντων-αιτούντων υπό το ίδιο νομικό και εργασιακό καθεστώς που ίσχυε πριν από τις 23.07.2013 καταβάλλοντάς τους τις πλήρεις μηνιαίες αποδοχές όπως αυτές τους καταβάλλονταν πριν από τη θέση τους σε καθεστώς διαθεσιμότητας προσωρινά μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της τακτικής αγωγής που οι πρώτοι θα ασκήσουν.

 

 

 

ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

 

Αριθμός Αποφάσεως 3008/2014

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

 

Αποτελούμενο από τη Δικαστή, Αναστασία Πρίφτη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, η οποία ορίστηκε κατόπιν κληρώσεως σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3327/2005.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 13 Δεκεμβρίου 2013, χωρίς τη σύμπραξη Γραμματέα.

 

Για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

Των καλούντων - αιτούντων : 1) ... 36) ... οι οποίοι εμφανίστηκαν στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, Δημήτριο Βερβεσό.

 

ΚΑΤΑ

 

Του καθ' ου η κλήση - καθ' ου η αίτηση : ………

 

Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΙΛΙΟΥ», που εδρεύει στο Ίλιον Αττικής, οδός Κάλχου αριθμ. 48-50, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, το οποίο εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του, Χαράλαμπος Μιχάλης.

 

Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 21/10/2013 αίτηση τους που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό 140702/16969/2013, προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο της 13/11/2013 και μετά από αναβολή για τη δικάσιμο της 22/11/2013 όπου και ματαιώθηκε.

 

Ήδη η υπόθεση επαναφέρεται προς συζήτηση με την από 25/11/2013 κλήση των αιτούντων που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό 158175/18744/2013, προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο που αναφέρεται  στην αρχή της

 

Κατά τη συζήτηση της ανωτέρω υποθέσεως, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί και όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 102 του Συντάγματος : «1. Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού. Υπέρ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης συντρέχει τεκμήριο αρμοδιότητας για τη διοίκηση των τοπικών υποθέσεων. Νόμος καθορίζει το εύρος και τις κατηγορίες των τοπικών υποθέσεων, καθώς και την κατανομή τους στους επί μέρους βαθμούς. Με νόμο μπορεί να ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης η άσκηση αρμοδιοτήτων που συνιστούν αποστολή του Κράτους. 2. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια. Οι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως νόμος ορίζει. 3. Με νόμο μπορεί να προβλέπονται για την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών ή την άσκηση αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης αναγκαστικοί ή εκούσιοι σύνδεσμοι οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης που διοικούνται από αιρετά όργανα. 4. Το Κράτος ασκεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης εποπτεία που συνίσταται αποκλειστικά στον έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους. Ο έλεγχος νομιμότητας ασκείται, όπως νόμος ορίζει. (....). 5. Το Κράτος λαμβάνει τα νομοθετικά, κανονιστικά και δημοσιονομικά μέτρα που απαιτούνται για την εξασφάλιση της οικονομικής αυτοτέλειας και των πόρων που είναι αναγκαίοι για την εκπλήρωση της αποστολής και την άσκηση των αρμοδιοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης με ταυτόχρονη διασφάλιση της διαφάνειας κατά τη διαχείριση των πόρων αυτών. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την απόδοση και κατανομή, μεταξύ των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, των φόρων ή τελών που καθορίζονται υπέρ αυτών και εισπράττονται από το Κράτος. Κάθε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από κεντρικά ή περιφερειακά όργανα του Κράτους προς την τοπική αυτοδιοίκηση συνεπάγεται και τη μεταφορά των αντίστοιχων πόρων. Νόμος ορίζει τα σχετικά με τον καθορισμό και την είσπραξη τοπικών εσόδων απευθείας από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης». Το Σύνταγμα καθιερώνει ένα οργανωτικό σχήμα κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ του Κράτους και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), σύμφωνα με το οποίο το Κράτος έχει κατ' αρχήν γενική αρμοδιότητα διοίκησης των υποθέσεων της χώρας, ενώ οι Ο.Τ.Α. έχουν αρμοδιότητα διοίκησης των υποθέσεων που έχουν τοπικό χαρακτήρα. Γενικές κρατικές υποθέσεις είναι εκείνες οι οποίες συνάπτονται αμέσως προε τη γενική κρατική πολιτική και αφορούν, με βάση το αντικείμενο και τη σπουδαιότητα που παρουσιάζουν, σε ολόκληρο το Κράτος (βλ. ΣτΕ 888/1997, ΣτΕ 2116/2000). Τοπικές υποθέσεις είναι εκείνες που έχουν τοπικό χαρακτήρα, ανακύπτουν, δηλαδή, στα χωρικά πλαίσια των Ο.Τ.Α. και δεν έχουν επιρροή στη λοιπή χώρα ή στα εθνικά συμφέροντα (βλ. ΟλΣτΕ 739/1998, ΟλΣτΕ 3415/2001, ΣτΕ 2309/1992, 2041/1997, ΣτΕ 2116/2000). Κατά το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος η παιδεία ανάγεται σε βασική αποστολή του Κράτους, δεν εμπίπτουν, όμως, στην αποστολή αυτή αρμοδιότητες παρεπόμενες και υποστηρικτικού χαρακτήρα καθώς και τοπικού ενδιαφέροντος (βλ. ΣτΕ 3502/2004 α' δημοσίευση σε ΤΝΠ Νόμος, ΣτΕ 3415/2001 ο.π.) Σύμφωνα με το άρθρο 75 του ν. 3463/2006 (Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων) όπως αυτός ισχύει : «I. Οι δημοτικές και κοινοτικές αρχές διευθύνουν και ρυθμίζουν όλες τις τοπικές υποθέσεις, σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της εγγύτητας, με στόχο την προστασία, την ανάπτυξη και τη συνεχή βελτίωση των συμφερόντων και της ποιότητας ζωής της τοπικής κοινωνίας. Οι αρμοδιότητες των Δήμων και Κοινοτήτων αφορούν, κυρίως, τους τομείς : (α) (....), (στ) Παιδείας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, στον οποίο περιλαμβάνεται ιδίως: (1) Η κατασκευή, διαχείριση και  βελτίωση των υλικοτεχνικών υποδομών του εθνικού συστήματος της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας Παιδείας και ιδιαίτερα η συντήρηση, η καθαριότητα και η φύλαξη των σχολικών κτιρίων (....)». Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ευρωπαϊκού Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας (Προσαρμογή των διοικητικών δομών και μέσων στην αποστολή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης), που αποτελεί διεθνή σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε και υιοθετήθηκε από τα κράτη - μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης το 1985 και κυρώθηκε με το ν. 1850/1989 από την Ελλάδα, υπερισχύοντας από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος : «1. Με την επιφύλαξη διατάξεων που έχουν θεσπισθεί δια νόμου, οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να δύναται να καθορίζουν αυτοί οι ίδιοι τις εσωτερικές διοικητικές δομές τις οποίες επιθυμούν να έχουν ώστε να τις προσαρμόζουν στις ειδικές ανάγκες τους και να επιτυγχάνεται αποτελεσματική διαχείριση. 2. Το καταστατικό του προσωπικού των ΟργανισμώνΤοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να επιτρέψει μια ποιοτική στελέχωση, που να βασίζεται στις αρχές της αξίας και της ικανότητας προς το σκοπό αυτόν πρέπει να περιλαμβάνει κατάλληλους όρους εκπαίδευσης, αμοιβής και προοπτικών σταδιοδρομίας». Εξάλλου, σε αντίθεση με την έννομη σχέση των απασχολουμένων στο Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους Ο.Τ.Α., η οποία είναι σχέση δημοσίου δικαίου, η έννομη σχέση που συνδέει τους ίδιους ως άνω φορείς με το επί συμβάσει εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσλαμβανόμενο προσωπικό τους είναι, όπως άλλωστε και η ίδια η φράση αναφέρει, σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, στην οποία το δημόσιο κ.λ.π. συμμετέχει όχι ως φορέας δημόσιας εξουσίας, αλλά ως ιδιώτης εργοδότης (βλ. Σ. Βλαστού, Ατομικές Εργασιακές Σχέσεις ουσιαστικά και δικονομικά ζητήματα, έκδ. 2005, παρ. 168, σελ. 171 όπου και νομολογιακή παραπομπή σε ΜΠρΑΘ 2503/1972 ΕΕργΔ 31.1307). Ο Θεσμός της διαθεσιμότητας των εργαζομένων προβλέπεται από την διάταξη του άρθρου 10 παρ. 1 του ν. 3198/1955, η οποία ορίζει ότι, οι επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις μπορούν, σε περίπτωση περιορισμού της οικονομικής τους δραστηριότητας, αντί να καταγγείλουν τη σύμβαση εργασίας, να θέτουν εγγράφως σε διαθεσιμότητα τους εργαζομένους τους, με καταβολή του ημίσεως από τον μέσο όρο των τακτικών αποδοχών τους των δύο τελευταίων μηνών υπό καθεστώς πλήρους απασχολήσεως, για χρονικό διάστημα το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει συνολικώς τους 3 μήνες ετησίως. (•••) Το πεδίο εφαρμογής του προκειμένου θεσμού είναι γενικό, καλύπτει δηλαδή όλους τους εργαζομένους, ασφαλισμένους ή όχι κατά της ανεργίας (....). Καλύπτει επίσης και τους επί συμβάσει εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου εργαζομένους του δημοσίου κ.λ.π., οι οποίοι μπορούν ομοίως να τεθούν σε κατάσταση διαθεσιμότητας, εφ' όσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις και τηρηθούν οι κατά νόμο διατυπώσεις. Και τούτο, παρ' όλο που η καταγγελία των συμβάσεων των ως άνω κατηγοριών εργαζομένων εξαρτάται από ειδικές προϋποθέσεις και περιβάλλεται με εγγυήσεις, οι οποίες, όμως, δεν ισχύουν εδώ (βλ. Σ. Βλαστού, ο.π., όπου και νομολογιακή παραπομπή σε ΜΠρΘεσ 503/1988 ΕΕργΔ 48.761). Ήδη με το άρθρο 80 του ν. 4172/2013 «φορολογία εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις» προβλέπεται ότι: «Από την έναρξη της ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται στους δήμους οι θέσεις της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Οι υπάλληλοι, των οποίων οι θέσεις καταργούνται και εφόσον κατείχαν τις θέσεις αυτές την 9η Ιουλτσττ^Ο 13, τίθενται σε διαθεσιμότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 του ν. 4093/2012 (Α' 222), όπως ισχύει. Οποιαδήποτε μετάταξη των ανωτέρω υπαλλήλων που τίθενται σε διαθεσιμότητα έλαβε χώρα μετά την 9η Ιουλίου 2013 είναι αυτοδικαίως άκυρη. 2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δεν καταλαμβάνει : α) τον υπάλληλο που είναι ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67% ή πολύτεκνος, κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α' 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α' 75), εφόσον τα τέκνα, που ορίζονται στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 1910/1944, συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., β) τον υπάλληλο του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο που ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα  με  τον  Κ.Φ.Ε.,  όπως ισχύει, και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ και συνοικεί με αυτόν, έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%, γ) τον υπάλληλο, ο οποίος δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί κατ' αποκλειστικότητα τη γονική μέριμνα τέκνου, που συνοικεί με αυτόν και ανήκει στην κατηγοριών των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ, δ) τον υπάλληλο του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται σε διαθεσιμότητα δυνάμει του παρόντος νόμου, ε) τον υπάλληλο, ο οποίος έχει ορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης δυνάμει δικαστικής αποφάσεως και συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο, ο οποίος έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ. Οι υπάλληλοι που πληρούν τις προϋποθέσεις των περιπτώσεων α' έως ε' καθώς και οι κάτοχοι μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος εκ των υπαλλήλων της παραγράφου 1 που τίθενται σε διαθεσιμότητα, μετατάσσονται αυτοδικαίως από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου σε συνιστώμενες προσωποπαγείς θέσεις ειδικότητας Διοικητικού με το βασικό τίτλο σπουδών που κατέχουν στο δήμο στον οποίο ανήκε η θέση τους πριν την κατάργηση της με την παράγραφο 1. () 3. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των υποπαραγράφων Ζ1 και Ζ2 του ν. 4093/2012 (Α' 222)». Με το άρθρο 90 του ν. 4172/2013 συμπληρώθηκαν και εμπλουτίσθηκαν οι διατάξεις του θεσμού της διαθεσιμότητας λόγω κατάργησης θέσης προσωπικού ανά κατηγορία, κλάδο ή ειδικότητα. Η διαδικασία της διαθεσιμότητας προβλέφθηκε αρχικώς στην υποπαράγραφο Ζ.2 του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 «Έγκριση Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 - Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4θ4ό/2θ Γ2 και του "Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016» και αποτέλεσε τη θεσμική συνέχεια της εργασιακής εφεδρείας. (••••) Πρόκειται για μια διαδικασία προσωρινής διατήρησης των μισθολογικών απολαβών του προσωπικού του Δημοσίου των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. σε περίπτωση κατάργησης των θέσεων τους - σημαντικά μειωμένων πάντως, κατά 25% - έως την ενδεχόμενη μεταφορά τους σε άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα. Σε περίπτωση που η μεταφορά δεν πραγματοποιηθεί εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος (αρχικά, με βάση το ν. 4093/2012, το διάστημα ορίστηκε σε 12 μήνες για να μειωθεί, με το ν. 4172/2013, σε οκτώ μήνες), τότε το προσωπικό αυτό απολύεται. (....) Σύμφωνα με το άρθρο 102 παρ. 1 του Συντάγματος, ο συνταγματικός νομοθέτης εξασφάλισε για τους οργανισμούς τοπικής   αυτοδιοίκησης την αποκλειστική εξουσία διαχείρισης των τοπικών υποθέσεων. (....) Περαιτέρω εγγύηση της ομαλής και αποτελεσματικής διαχείρισης των τοπικών υποθέσεων αποτελεί η αρχή της διοικητικής αυτοτέλειας των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης η οποία κατοχυρώνεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 102 του Συντάγματος αλλά και τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας. Η αρχή αυτή εγγυάται την άσκηση της διοίκησης των τοπικών υποθέσεων με οργανωτικές δομές προσαρμοσμένες στις ειδικές τοπικές συνθήκες, προκειμένου να καθίσταται δυνατή η πραγμάτωση των πολιτικών στόχων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως αυτοί καθορίζονται με τις τοπικές εκλογές για την ανάδειξη των αιρετών αρχών των Ο.Τ.Α. Με δεδομένα τα ανωτέρω, στην έννοια της διοικητικής αυτοτέλειας εμπεριέχεται η αρμοδιότητα των Ο.Τ.Α. να προσαρμόζουν κατ' αρχήν οι ίδιοι τις οργανωτικές δομές και λειτουργίες τους στις ιδιαίτερες τοπικές και οργανωτικές συνθήκες, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη απόδοση των υπηρεσιών τους. Η εξουσία αυτή συντελεί καθοριστικά στην πραγμάτωση τη συνταγματικής αποστολής των Ο.Τ.Α., διότι ενισχύει και καθιστά ουσιαστική την διοίκηση των τοπικών υποθέσεων προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος. (....) Στην ελληνική έννομη τάξη η αρχή της οργανωτικής προσαρμογής βρίσκει εφαρμογή στην εξουσία των Ο.Τ.Α. να οργανώνουν τις υπηρεσίες τους με τη θέσπιση του Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας. Με τους Οργανισμούς αυτούς καθορίζεται η εσωτερική διάρθρωση των υπηρεσιών των Ο.Τ.Α. και παράλληλα συνιστώνται θέσεις προσωπικού, κατά κατηγορίες, κλάδους και ειδικότητες. Για τους Ο.Τ.Α. πρώτου βαθμού η σύσταση θέσεων γίνεται σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 3584/2007 με απόφαση των δημοτικών συμβουλίων και μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών, υπό την προϋπόθεση ότι επαρκούν οι απαραίτητοι πόροι. Στην προκειμένη περίπτωση, η εξουσιοδότηση προς τον Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης και τον Υπουργό Εσωτερικών, ως αρμόδιο για την άσκηση εποπτείας των Ο.Τ.Α. και για την κατάργηση και τη σύσταση θέσεων στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, χωρίς να αναγνωρίζεται ρητά και με τρόπο συγκεκριμένο ότι θα λαμβάνονται υπ' όψιν τυχόν τοπικές ιδιαιτερότητες και υπηρεσιακές ανάγκες εκάστου Ο.Τ.Α., θίγει την αρχή της διοικητικής αυτοτέλειας και αμβλύνει την ικανότητα των Ο.Τ.Α. να διαχειρίζονται με τρόπο αποτελεσματικό τις τοπικές υποθέσεις. Η ευρύτατη αυτή εξουσιοδότηση (....) δίδει την εξουσία σε όργανο της Κεντρικής Διοίκησης να προβεί σε οριζόντιες δραστικές και ουσιαστικές αλλαγές στο οργανόγραμμα των Ο.Τ.Α. με αξιολογήσεις οι οποίες θα γίνονται κεντρικά, χωρίς τη γνώμη του θιγόμενου Ο.Τ.Α. και στη βάση αποφάσεων του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης, χωρίς ρητώς αποτυπωμένα στο νόμο κριτήρια αξιολόγησης των οργανωτικών δομών των Ο.Τ.Α. στους οποίους καταργούνται οι σχετικές θέσεις προσωπικού. Η εν λόγω μάλιστα διάταξη φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με μεταγενέστερη σχετική ρύθμιση, και συγκεκριμένα αυτήν του άρθρου 54 του ν. 4178/2013, με την οποία προβλέπεται ότι η οργάνωση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης οποιουδήποτε βαθμού διέπεται από τους Οργανισμούς τους. Αυτοί καταρτίζονται, τροποποιούνται και αντικαθίστανται σύμφωνα με τις κείμενες ειδικές για αυτούς διατάξεις και τις διατάξεις της παραγράφου 2 και 3 του ίδιου άρθρου, οι οποίες προβλέπουν τη δυνατότητα σύστασης θέσεων προσωπικού κατά κλάδους και ειδικότητες καθώς και την κατάργηση, κατά περίπτωση, σε περίπτωση διαπίστωσης για την ύπαρξη πλεονάζοντος προσωπικού. Αν μάλιστα ήθελε θεωρηθεί ότι οι διατάξεις των άρθρων 90 παρ. 1 του ν. 4172/2013 και 54 του ν. 4178/2013 ισχύουν παραλλήλως, τότε δημιουργείται το εξής παράδοξο: από τη μία πλευρά προβλέπεται διαδικασία κατάρτισης οργανογραμμάτων με βάση μελέτες και αξιολογήσεις προερχόμενες από τους ίδιους τους Ο.Τ.Α. και με κριτήρια οριζόμενα στην ειδική για αυτούς νομοθεσία και από την άλλη ο Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης μπορεί να αλλοιώνει τα εν λόγω οργανογράμματα με βάση αποφάσεις που θα λαμβάνει σε εκτέλεση αποφάσεων του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης και σύμφωνα με μελέτες και εκθέσεις αξιολόγησης για τις οποίες ουδέν προβλέπεται στο νόμο παρά μόνο η γενική ρήτρα της «τεκμηρίωσης δομών και σχεδίων στελέχωσης». Είναι Ί5ε προφανές ότι με τον τρόπο αυτό περιορίζεται η ευχέρεια των Ο.Τ.Α. να αποφασίσουν για τον τρόπο με τον οποίο θα προσαρμοσθούν στη νέα δημοσιονομική και θεσμική πραγματικότητα με σεβασμό της διαφορετικότητας των αναγκών των τοπικών κοινωνιών και χωρίς οριζόντιες και εν τέλει αναποτελεσματικές περικοπές. Κατά τούτο οι εν λόγω διατάξεις του άρθρου 90 οδηγούν σε αθέμιτη κάμψη της διοικητικής αυτοτέλειας των Ο.Τ.Α. και δεν περιέχουν τις ουσιαστικές και διαδικαστικές ρυθμίσεις οι οποίες θα καθιστούσαν την εν λόγω επέμβαση συνταγματικώς θεμιτή. Και αυτό διότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν προβλέπονται ούτε η διαδικασία ούτε τα κριτήρια της αξιολόγησης των οργανωτικών δομών τους, με έμφαση στις ιδιαιτερότητες των τοπικών κοινωνιών, δεν ρυθμίζεται το ζήτημα της άσκησης των αρμοδιοτήτων του$ σε περίπτωση κατάργησης θέσεων αλλά ούτε και η συμμετοχή στη διαδικασία αυτή των οικείων οργανισμών ή έστω εκπροσώπων των αντιπροσωπευτικών τους οργάνων για τη διατύπωση γνώμης επί της καταργήσεως και της συστάσεως θέσεων. (....) Με το άρθρο 90 του ν. 4172/2013, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τροποποιείται και συμπληρώνεται το θεσμικό πλαίσιο που αφορά στο θεσμό της διαθεσιμότητας των υπαλλήλων του δημοσίου των οποίων καταργείται η θέση εργασίας. Η διαθεσιμότητα, παρά το γεγονός ότι εμφανίζεται ως ηπιότερο μέτρο και για το εργασιακό καθεστώς των υπαλλήλων των οποίων καταργούνται οι θέσεις εργασίας, καθώς με τον τρόπο αυτό προσωρινά τουλάχιστον αποφεύγεται η άμεση απόλυση τους, δεν στερείται συνταγματικών προβλημάτων. Και τούτο διότι η κατάργηση της θέσης της εργασίας εκ της φύσεως της αποτελεί περιορισμό του δικαιώματος του εργαζομένου στην εργασία καθώς και στην περιουσία δεδομένης της δραστικής μείωσης των αποδοχών του. Πιο συγκεκριμένα, η ελευθερία της εργασίας υπό την αποθετική της εκδοχή, της απαγόρευσης δηλαδή θέσπισης περιορισμών στην επαγγελματική ελευθερία, συνδέεται άρρηκτα με το δικαίωμα στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας αλλά και με την αρχή της ισότητας ως προς την κατάληψη και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Η ελευθερία της εργασίας δεν θα είχε ουσιαστικό περιεχόμενο αν δεν υπήρχε η πραγματική δυνατότητα εξασφάλισης εργασίας. Η ελευθερία της εργασίας και το δικαίωμα στην εργασία, αν και διακριτά μεταξύ τους για λόγους μεθοδολογικούς, συνιστούν στην πραγματικότητα όψεις του ίδιου δικαιώματος, η αποτελεσματική προστασία του οποίου απαιτεί την κατοχύρωση τόσο των αρνητικών όσο και των θετικών αξιώσεων των εργαζομένων έναντι του Κράτους. Υπό την αποθετική του εκδοχή το δικαίωμα στην εργασία θέτει περιορισμούς στη ρυθμιστική εξουσία του νομοθέτη αναφορικά με την ελευθερία των συμβαλλομένων μερών, υπό την θετική του εκδοχή απαιτεί από τον νομοθέτη τη λήψη μέτρων για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και τη βελτίωση των εργασιακών σχέσεων. Κατά τούτο ο νομοθέτης υποχρεούται να επεμβαίνει στην αγορά εργασίας, με σκοπό την εφαρμογή πολιτικών πλήρους απασχόλησης, την κατά το δυνατόν εξασφάλιση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας αλλά και των εργασιακών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Από το δικαίωμα στην εργασία, πάντως, δεν κατοχυρώνεται ένα απόλυτο και ανελαστικό κεκτημένο κοινωνικής προστασίας, ανεξάρτητο σε κάθε περίπτωση από τις οικονομικές συνθήκες, τους διαθέσιμους πόρους και την    ανάγκη αναδιάρθρωσης των δημοσίων υπηρεσιών προς όφελος της εύρυθμης λειτουργίας τους και της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος. Η υποχρέωση προστασίας του δικαιώματος εργασίας δεν πρέπει όμως να σχετικοποιείται με γνώμονα τα συμφέροντα των δανειστών της χώρας ούτε να συναρτάται με καθυστερήσεις και παραλείψεις του νομοθέτη αναφορικά με την αξιολόγηση του προσωπικού των δημοσίων υπηρεσιών. Αντιθέτως, η ομαλή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης σε ένα κοινωνικό κράτος δικαίου επιβάλλει την διατήρηση των θέσεων προσωπικού, όπου αυτό επιβάλλεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος και με γνώμονα την εύρυθμη λειτουργία της, η οποία διασφαλίζεται τόσο με την εξυπηρέτηση των συναλλασσομένων με τη δημόσια διοίκηση όσο και με την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε αυτήν. Το Κράτος από την πλευρά του είναι υποχρεωμένο να μεριμνά κατά προτεραιότητα για την εξεύρεση πόρων που θα καταστήσουν εφικτή την υλοποίηση των δικαιωμάτων αυτών. Στην βάση αυτή πράγματι γίνεται δεκτό, και ευλόγως, ότι από το δικαίωμα στην εργασία δεν απορρέουν απόλυτα δικαιώματα από τα οποία να προκύπτει είτε η αξίωση του εργαζόμενου στην εξασφάλιση συγκεκριμένης αμειβόμενης θέσης εργασίας, στον ιδιωτικό ή στον δημόσιο τομέα, εφόσον καταργηθεί η θέση εργασίας του, είτε η διατήρηση, σε κάθε περίπτωση, του ύψους των καταβαλλόμενων αποδοχών σε δεδομένη χρονική περίοδο. Στο πλαίσιο αυτό το Κράτος είναι υποχρεωμένο να λαμβάνει μέτρα που θα εγγυώνται αφενός μεν την μη υποβάθμιση του περιεχομένου των υφιστάμενων θέσεων εργασίας, και ειδικότερα την κατάργηση θέσεων εργασίας μόνο κατόπιν αξιολόγησης των οργανωτικών δομών και αξιολόγηση του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτές, και αφετέρου την προστασία των ώριμων συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, τα οποία δεν πρέπει να υποβαθμίζονται σε τρόπο τέτοιο ώστε να παραβιάζεται η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των εργαζομένων απέναντι στο Κράτος. Συμπερασματικά, από το δικαίωμα στην εργασία δεν απαγορεύονται οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης των δημοσίων υπηρεσιών. Οι μεταβολές όμως αυτές πρέπει να είναι αποτέλεσμα πολλαπλών σταθμίσεων υπό το πρίσμα της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της

αναλογικότητας και δεν επιτρέπεται να οδηγούν σε αδικαιολόγητη κατάργηση των θέσεων εργασίας με τρόπο μάλιστα οριζόντιο χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση αφενός των οργανωτικών δομών των υπηρεσιών αφετέρου του προσωπικού το οποίο τίθεται σε διαθεσιμότητα. (...) [βλ. Γνωμοδότηση Γιώργου Χ. Σωτηρέλη, σε ερώτημα της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), από 21-08-2013].

 

 

Η ένδικη διαφορά ξεκίνησε με την από 21-10-2013 και με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης 140702/16969/2013 αίτηση, δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η 13-11-2013, οπότε αναβλήθηκε για τη μεταγενέστερη δικάσιμο της 22-11-2013. Κατά την τελευταία δικάσιμο η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώθηκε. Ήδη η υπόθεση νομίμως επαναφέρθηκε προς περαιτέρω συζήτηση και ουσιαστική έρευνα με την από 25-11-2013 και με αριθμούς έκθεσης κατάθεσης 158,175/18744/2013 κλήση των καλούντων - ατιούντων. Με την προαναφερόμενη αίτηση τους, οι τελευταίοι εκθέτουν ότι προσλήφθηκαν με συμβάσεις που καταρτίστηκαν μεταξύ αυτών και του καθού η κλήση - αίτηση Δήμου Ιλίου, με αντικείμενο τη φύλαξη σχολικών συγκροτημάτων του τελευταίου, δυνάμει προγραμματικών συμβάσεων που υπεγράφησαν μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου, του Ο.Α.Ε.Δ., της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. και της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης Α.Ε.». Ότι από την πρόσληψη τους η απασχόληση τους πραγματοποιήθηκε στην πραγματικότητα με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες, κατ' επίφαση μόνον, χαρακτηρίζονταν ως τέτοιες, καθώς η έννομη σχέση που συνέδεε τους διαδίκους ήταν μία ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου. Ότι λόγω της αληθούς φύσης των καταρτισθεισών μεταξύ των διαδίκων συμβάσεων, αυτές μετατράπηκαν σε συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, κατόπιν υποβολής σχετικών αιτήσεων τους και μετά την έκδοση συναφών αποφάσεων του αρμόδιου Β' Υπηρεσιακού Συμβουλίου Νομαρχίας Αθηνών και της Ανεξάρτητης Αρχής του Α.Σ.Ε.Π., σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 829/2006 απόφαση του Α.Σ.Ε.Π., με την οποία κρίθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής των καλούντων - αιτούντων στις διατάξεις του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2004. Ότι εν συνεχεία, μετά την ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας ενώπιον του Α.Σ.Ε.Π. και δυνάμει της υπ' αριθμ. 24863/2006 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης & Αποκέντρωσης και Οικονομίας & Οικονομικών, που δημοσιεύθηκε στο με αριθμό 1241/Β706-09-2006 ΦΕΚ, με την οποία συστάθηκαν οργανικές θέσεις με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε Ο.Τ.Α. α' βαθμού, εντάχθηκαν στο τακτικό προσωπικό του καθού Δήμου από τις 13-09-2006 στην κατηγορία ΔΕ, ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων. Ότι, όμως, με το άρθρο 80 του ν. 4172/2013, οι θέσεις όπου υπηρετούσαν ο καθένας των καλούντων - αιτούντων καταργήθηκαν και οι ίδιοι τέθηκαν σε καθεστώς διαθεσιμότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο Ζ2 του ν. 4093/2012, με μείωση των μικτών μηνιαίων αποδοχών τους σε ποσοστό 25%, οι οποίες (μηνιαίες αποδοχές τους) είχαν ήδη περικοπεί με τις διατάξεις των ν. 3833/2010, 3845/2010, 3986/2011 και 4024/2011. Ότι κατόπιν αυτών στον καθένα των καλούντων - αιτούντων επιδόθηκε διαπιστωτική πράξη με την οποία όλοι τους τέθηκαν σε διαθεσιμότητα από τις 23-07-2013 και για χρονικό διάστημα οκτώ (8) μηνών, σύμφωνα με τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην ένδικη αίτηση τους. Ότι η θέση τους σε διαθεσιμότητα είναι παράνομη και άκυρη ως αντικείμενη στο Σύνταγμα και το κοινοτικό διεθνές δίκαιο, για τους αναλυτικά εκτιθέμενους στο οικείο δικόγραφο λόγους. Επικαλούμενοι δε επείγουσα περίπτωση και επικείμενο κίνδυνο οι καλούντες - αιτούντες ζητούν να ρυθμιστεί η εργασιακή τους σχέση με τον καθού Δήμο με τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων και (α) να ανασταλεί προσωρινώς η θέση τους σε καθεστώς διαθεσιμότητας του άρθρου 80 του ν. 4172/2013, (β) να υποχρεωθεί ο καθού η κλήση - αίτηση Δήμος να αποδέχεται προσωρινώς τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες τους με το ίδιο νομικό και εργασιακό καθεστώς που ίσχυε πριν από τις 23-07-2013, καταβάλλοντας τους τις πλήρεις μηνιαίες αποδοχές τους (χωρίς δηλαδή την επιβληθείσα περικοπή ποσοστού 25% αυτών) μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της ασκηθησόμενης τακτικής αγωγής τους, (γ) να καταδικαστεί ο καθού η κλήση - αίτηση Δήμος να καταβάλει σε καθέναν αυτών (καλούντων -αιτούντων) χρηματική ποινή για κάθε ημέρα που δεν θα συμμορφώνεται στις διατάξεις της εκδοθησόμενης απόφασης και, τέλος, (δ) να καταδικαστεί ο καθού η κλήση - αίτηση Δήμος στην δικαστική τους δαπάνη.

 

 

Έχοντας το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα η ένδικη αίτηση παραδεκτώς φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο είναι καθ' ύλην και κατά τόπον αρμόδιο (άρθρο 683 του ΚΠολΔ), δικάζοντας κατά την προκειμένη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 και επ. του ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις που αναφέρονται στη μείζονα σκέψη της παρούσας καθώς και στις διατάξεις των άρθρων 176, 191, 731, 732 και 946 του ΚΠολΔ. Πρέπει, επομένως, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την άποψη της ουσιαστικής της βασιμότητας, δεδομένου ότι, κατά την άποψη την οποία το παρόν Δικαστήριο ακολουθεί κρίνοντας την ορθότερη, το να υποχρεωθεί ο εργοδότης να αποδέχεται προσωρινώς την εργασία εκείνου που ακύρως απολύθηκε ή του οποίου υπήρξε βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας του, που επιφέρει επαχθείς γι' αυτόν συνέπειες, όπως οι καλούντες - αιτούντες ζητούν, δεν συνιστά απαγορευμένη από τη διάταξη του άρθρου 692 παρ. 4 του ΚΠολΔ πλήρη ικανοποίηση του ασφαλιστέου δικαιώματος, αλλά αποσκοπεί στο να εξασφαλίσει προσωρινά τη συνέχιση της λειτουργίας της εριζόμενης εργασιακής σχέσης, μέχρι την οριστική κρίση της, χωρίς τον κίνδυνο της δημιουργίας μέχρι τότε αμετάκλητων

καταστάσεων.

 

 

Από την κατάθεση του μάρτυρα των καλούντων αιτούντων, ο οποίος εξετάστηκε ενόρκως στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου, από όσα ο Δήμαρχος του καθού Δήμου Ιλίου ανέφερε διευκρινιστικά εξεταζόμενος ως διάδικος, από τα έγγραφα τα οποία προσκομίζονται και των οποίων γίνεται επίκληση, από όσα διαλαμβάνονται στα σημειώματα που οι διάδικοι κατέθεσαν εκουσίως στα πλαίσια της παρούσας δίκης καθώς και από την εν γένει διαδικασία πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα : Με την υπ' αριθμ. 34100/1999 (ΦΕΚ 2131Β71999) απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδόθηκε μετά την υπ' αριθμ. 2701/16-11-1999 απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ. και σε εφαρμογή των όσων προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 σε συνδυασμό με την παρ. 15 του ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205/Α/02-09-1998) για την «ρύθμιση εργασιακών σχέσεων, σύσταση Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και άλλες  διατάξεις», καταρτίστηκε  πρόγραμμα για την   

απόκτηση εργασιακής εμπειρίας στη φύλαξη σχολείων 2.700 ανέργων, αποφοίτων Λυκείου, ηλικίας 25-64 ετών (προοίμιο και άρθρο 3 της παραπάνω Υ.Α.), συνολικής διάρκειας, όπως προκύπτει από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 4 και 10 της ως άνω Υ.Α., είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, διαιρούμενο σε δύο φάσεις, διαρκείας, της μεν πρώτης αυτών έντεκα (11) μηνών, από τους οποίους ο ένας μπορούσε να αφορά θεωρητική και πρακτική ενημέρωση και οι υπόλοιποι αφορούσαν την τοποθέτηση σε θέσεις για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας, κατά την οποία η χρηματοδότηση του προγράμματος με το ποσό των 8,650 δις δραχμών θα γινόταν από τον Ο.Α.Ε.Δ., της δε δεύτερης αυτών (φάσης) (διαρκείας) δεκατριών (13) μηνών, με αντικείμενο την απασχόληση των καταρτισθέντων στη φύλαξη σχολικών κτιρίων, κατά την οποία η χρηματοδότηση του προγράμματος με ποσό 8,650 δις δραχμών θα γινόταν από το Υ.Π.Ε.Σ.Δ.Δ.Α. Με βάση την ανωτέρω αναφερόμενη Υ.Α. ορίστηκαν μεταξύ άλλων, ότι : (α) το πρόγραμμα θα υλοποιούνταν με τη συνεργασία των Υπουργείων Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Εθνικής Παιδείας και

Θρησκευμάτων, Δημόσιας Τάξης, του Ο.Α.Ε.Δ., της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) και της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Ε.Τ.Α.Α.), οι οποίοι θα συμβάλλονταν με προγραμματική σύμβαση, αντικείμενο της οποίας θα αποτελούσε η συνεργασία τους, ώστε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την υλοποίηση προγράμματος για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ανέργων που πλήττονται ιδιαίτερα από την ανεργία με πιθανότητα μόνιμης απασχόλησης στη φύλαξη σχολικών κτιρίων, του εξοπλισμού τους, της προστασίας του περιβάλλοντος χώρου και της προστασίας των μαθητών, (β) το έργο περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, τη δημοσίευση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος προς τους Ο.Τ.Α. και επιλογή των Ο.Τ.Α. που θα εντάσσονταν στο πρόγραμμα, (γ) ο συντονισμός όλων των ενεργειών που απαιτούνταν για την επίτευξη του σκοπού του προγράμματος θα ανατίθετο στην επιτροπή παρακολούθησης, που θα αποτελούνταν από έναν εκπρόσωπο καθενός των ανωτέρω επτά εμπλεκομένων φορέων και (δ) ρυθμίστηκαν οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα καθενός από τους επτά συνεργαζόμενους φορείς για την υλοποίηση του έργου. Οι ίδιοι, ως άνω, φορείς εκπόνησαν κανονιστικό πλαίσιο εφαρμογής του προγράμματος, στο οποίο, μεταξύ άλλων, όρισαν ότι τα σχολεία που θα επέλεγαν οι δικαιούχοι Ο.Τ.Α. έπρεπε να είναι Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και ότι η φύλαξη των σχολείων θα γινόταν σε εικοσιτετράωρη βάση σε τρεις βάρδιες και σαββατοκύριακα και αργίες, ορίζοντας ταυτόχρονα ότι η α' βάρδια θα διαρκούσε από τις 07:00-15:00, η β' βάρδια από τις 15:00-23:00 και η γ' βάρδια από τις 23:00 έως τις 07:00 και ότι ο κάθε ασκούμενος ήταν υποχρεωμένος σε καθημερινή οκτάωρη παρουσία στο σχολικό κτίριο, στο οποίο θα τοποθετούνταν, σύμφωνα με το πρόγραμμα που θα του δινόταν από τον οικείο Ο.Τ.Α. Προβλέφθηκε επίσης όπως και στην ως άνω Υ.Α. το ύψος της ημερήσιας αποζημίωσης των δικαιούχων ανέργων που θα συμμετείχαν στο πρόγραμμα και η καταβολή της για είκοσι δύο ημέρες το μήνα. Μετά από αυτά, αφού επιλέχθηκαν οι δικαιούχοι άνεργοι, στους οποίους περιλαμβάνονταν και οι καλούντες - αιτούντες και δυνάμει απόφασης της Επιτροπής Επιλογής των δικαιούχων Ο.Τ.Α., ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο καθού η κλήση - αίτηση Δήμος Ιλίου, μεταξύ του τελευταίου, της Ε.Ε.Τ.Α.Α. και των καλούντων - αιτούντων συνάφθηκαν σχετικές συμβάσεις, διάρκειας 11 μηνών, οι οποίες τιτλοφορούνταν ως «συμφωνητικά συνεργασίας για την απόκτηση εργασιακής εμπειρίας ανέργων στη φύλαξη σχολικών κτιρίων». Με βάση τις ανωτέρω συμβάσεις οι καλούντες - αιτούντες ανέλαβαν την υποχρέωση να παρακολουθήσουν μία επιμορφωτική συνάντηση αναφορικά με τα ζητήματα φύλαξης σχολικών κτιρίων και στη συνέχεια ορίστηκε ότι η απόκτηση της εργασιακής εμπειρίας επρόκειτο να αποκτηθεί με την απασχόληση τους σε καθημερινή βάση, αργίες και σαββατοκύριακα, σε τρεις βάρδιες, των 8 ωρών η καθεμία, επί 22 ημέρες το μήνα.

 

Στα πλαίσια των αυτών, ως άνω, συμβάσεων, ο εκ των συμβληθέντων καθού η κλήση -αίτηση Δήμος Ιλίου ανέλαβε, μεταξύ άλλων, να προβεί στην επιλογή των σχολικών κτιρίων ι και να ορίσει ένα μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου και ένα στέλεχος αυτού, που θα επιφορτίζονταν εκτός των άλλων με τη σύνταξη μηνιαίου δελτίου παρουσίας ασκουμένων καθώς και με την τακτική επικοινωνία με τους Διευθυντές των σχολείων για την ορθή εφαρμογή του προγράμματος αλλά και με τους ασκούμενους. Μετά τη λήξη των αρχικών καταρτισθεισών συμβάσεων, αυτές ανανεώθηκαν διαδοχικώς και οι καλούντες - αιτούντες, αφού τοποθετήθηκαν στα επιμέρους σχολικά συγκροτήματα, παρείχαν αδιάλειπτα τις υπηρεσίες τους σύμφωνα με το προεκτεθέν ημερήσιο και εβδομαδιαίο πρόγραμμα, με φορέα της εργασιακής τους σχέσης τον καθού η κλήση - αίτηση Δήμο Ιλίου, στον οποίο προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, τελώντας υπό τις εντολές και την εποπτεία των ορισθέντων από τον τελευταίο οργάνων του για τον συντονισμό και την παρακολούθηση της εργασίας τους, συνδεόμενοι, έτσι με τον καθού η κλήση - αίτηση με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας. Συναφώς αποφάνθηκε και το Α.Σ.Ε.Π. με την υπ' αριθμ. 829/22-03-2006 απόφαση του (Δ' Τμήματος), κρίνοντας ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την υπαγωγή καθενός των καλούντων - αιτούντων στις διατάξεις του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2004 (ΦΕΚ 134/Α719-07-2004) «Ρυθμίσεις για τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου στο δημόσιο τομέα». Αναφορικά δε με τους τελευταίους ολοκληρώθηκε η σχετική διαδικασία και δυνάμει της υπ' αριθμ. 24863/06-09-2006 Κ.Υ.Α. των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 1241/Β 706-09-2006), με την οποία συστάθηκαν οργανικές θέσεις με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου σε Ο.Τ.Α. α' βαθμού, σε συνδυασμό με την υπ' αριθμ. 315/13-09-2006 απόφαση του Δημάρχου Ιλίου, οι καλούντες -αιτούντες εντάχθηκαν στο τακτικό προσωπικό του καθού η κλήση - αίτηση Δήμου Ιλίου, στην κατηγορία ΔΕ, ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων. Στις 23-07-2013 δημοσιεύθηκε   στην   Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος 4172/2013 σύμφωνα με το άρθρο 80 του οποίου οι θέσεις της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας και εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου καταργήθηκαν και οι καλούντες - αιτούντες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Κατόπιν αυτών σε καθέναν αυτών (καλούντων -αιτούντων) επιδόθηκαν οι υπ' αριθμ. πρωτ. 42685/12-08-2013, 42686/12-08-2013, 42687/12-08-2013, 42689/12-08-2013, 42690/12-08-2013, 42692/12-08-2013, 42696/12-08-2013, 42697/12-08-2013, 42698/12-08-2013, 42700/12-08-2013, 42701/12-08-2013, 42705/12,-08-2013, , 42707/12-08-2013, 42711/12-08-2013, 42712/12-08-2013, 42713/12-08-2013, 42714/12-08-2013, 42715/12-08-2013, 42716/12-08-2013, 42717/12-08-2013, 42718/12-08-2013, 42719/12-08-2013, 42738/12-08-2013, 42721/12-08-2013, 42723/12-08-2013, 42724/12-08-2013, 42725/12-08-2013, 42728/12-08-2013, 42727/12-08-2013, 42729/12-08-2013, 42730/12-08-2013, 42732/12-08-2013, 42734/12-08-2013, 42708/12-08-2013, 42736/12-08-2013, 42737/12-08-2013 διαπιστωτικές πράξεις, με τις οποίες διαπιστωνόταν ότι οι εν λόγω διάδικοι (καλούντες -αιτούντες) τίθενται σε διαθεσιμότητα από τις 23-07-2013 και για οκτώ (8) μήνες, λόγω κατάργησης της αντίστοιχης θέσης με την περαιτέρω αναφορά ότι από την κοινοποίηση των ως άνω πράξεων και για όσο χρόνο διαρκεί η διαθεσιμότητα, παύει η άσκηση των καθηκόντων των υπαλλήλων αυτών, κύριων και παρεπόμενων. Οι εν λόγω διαπιστωτικές πράξεις κοινοποιήθηκαν την 05-09-2013 στην 33η, στις 13-09-2013 στην 3η και στις 16-09-2013 στους 1η, 2η, 4ο, 5η, 6ο, 7η, 8η, 9ο, 10η, 11η, 12η, 13η, 14η,15η, 16η, 17η, 18η, 20η, 21η, 22η, 23η, 24η, 25η, 26ο, 27η, 28η, 29η, 30ο, 31η, 32η, 34η, 35η και 36η των καλούντων - αιτούντων. Επιπλέον, οι αποδοχές των τελευταίων τους καταβάλλονται πλέον σε ποσοστό 75% και όχι πλήρεις, όπως προκύπτει από τη σύγκριση των προσκομιζόμενων μισθοδοσιών τους, πριν και μετά την θέση των καλούντων - αιτούντων σε καθεστώς διαθεσιμότητας. Πλην όμως, στο μέτρο που η φύλαξη και η συντήρηση των σχολείων αποτελεί τοπική υπόθεση, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η κατάργηση των θέσεων του προσωπικού που εκτελούσε τα εν λόγω καθήκοντα αποδυναμώνει την ομαλή διαχείριση των τοπικών υποθέσεων και έρχεται, κατ' αρχήν, σε αντίθεση με το άρθρο 102 παρ. 1 του Συντάγματος, κι αυτό διότι, ακόμη και αν δεν μεταφέρεται η σχετική αρμοδιότητα σε φορείς της κεντρικής ή αποκεντρωμένης διοίκησης, παρά το γεγονός ότι αποτελεί τοπική υπόθεση, είναι προφανές ότι αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί από τους Ο.Τ.Α. χωρίς να προβλέπεται και να διατίθεται σε αυτούς το απαιτούμενο προσωπικό. Παράλληλα, η κατάργηση του συνόλου των θέσεων των σχολικών φυλάκων σε οριζόντιο επίπεδο, χωρίς να έχει προηγηθεί αξιολόγηση του θεσμού, η οποία να προκύπτει από εκθέσεις τεκμηρίωσης και χωρίς να ζητηθεί καν η γνώμη της τοπικής αυτοδιοίκησης θίγει, κατά τα προεκτεθέντα, την διοικητική αυτοτέλεια των Ο.Τ.Α., υπό την ειδικότερη εκδοχή της εξουσίας οργανωτικής τους προσαρμογής, του δικαιώματος τους δηλαδή, να οργανώνουν με τρόπο τέτοιο τις υπηρεσίες τους ώστε να εξυπηρετούνται οι τοπικές ανάγκες με βάση την ιδιαιτερότητα κάθε περιοχής και τις ανάγκες της στο πλαίσιο των πολιτικών στοχοθεσιών, όπως αυτές οριοθετούνται από την κείμενη νομοθεσία. Η οριζόντια δε και καθολική κατάργηση του συνόλου των θέσεων προσωπικού, στο μέτρο που δεν προηγήθηκε αξιολόγηση, θίγει κατά τρόπο δυσανάλογο το δικαίωμα των εργαζομένων στην εργασία, χωρίς τούτο να δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Όπως δε υποστηρίχθηκε παραπάνω η οριζόντια και καθολική κατάργηση των θέσεων εργασίας θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα πολλαπλών σταθμίσεων υπό το πρίσμα της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της αναλογικότητας και να μην οδηγεί σε ριζική επέμβαση στο συμβατικό δεσμό χωρίς να προηγηθεί αξιολόγηση αφενός των οργανωτικών δομών των υπηρεσιών και αφετέρου του προσωπικού το οποίο   τίθεται σε νόμος 4172/2013 σύμφωνα με το άρθρο 80 του οποίου οι θέσεις της ειδικότητας Σχολικών Φυλάκων ανεξαρτήτως κατηγορίας και εκπαίδευσης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου καταργήθηκαν και οι καλούντες - αιτούντες τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Κατόπιν αυτών σε καθέναν αυτών (καλούντων -αιτούντων) επιδόθηκαν οι υπ' αριθμ. πρωτ. 42685/12-08-2013, 42686/12-08-2013, 42687/12-08-2013, 42689/12-08-2013, 42690/12-08-2013, 42692/12-08-2013, 42696/12-08-2013, 42697/12-08-2013, 42698/12-08-2013, 42700/12-08-2013, 42701/12-08-2013, 42705/12,-08-2013, < 42707/12Γ08-2013, 42711/12-08-2013, 42712/12-08-2013, 42713/12-08-2013, 42714/12-08-2013, 42715/12-08-2013, 42716/12-08-2013, 42717/12-08-2013, 42718/12-08-2013, 42719/12-08-2013, 42738/12-08-2013, 42721/12-08-2013, 42723/12-08-2013, 42724/12-08-2013, 42725/12-08-2013, 42728/12-08-2013, 42727/12-08-2013, 42729/12-08-2013, 42730/12-08-2013, 42732/12-08-2013, 42734/12-08-2013, 42708/12-08-2013, 42736/12-08-2013, 42737/12-08-2013 διαπιστωτικές πράξεις, με τις οποίες διαπιστωνόταν ότι οι εν λόγω διάδικοι (καλούντες - αιτούντες) τίθενται σε διαθεσιμότητα από τις 23-07-2013 και για οκτώ (8) μήνες, λόγω κατάργησης της αντίστοιχης θέσης με την περαιτέρω αναφορά ότι από την κοινοποίηση των ως άνω πράξεων και για όσο χρόνο διαρκεί η διαθεσιμότητα, παύει η άσκηση των καθηκόντων των υπαλλήλων αυτών, κύριων και διαθεσιμότητα (βλ. Γνωμοδότηση Γιώργου Χ. Σωτηρέλη, ο.π.). Εξάλλου, η καταβολή του 75% των αποδοχών τους στους καλούντες - αιτούντες, που, ούτως ή άλλως υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης είχαν υποστεί δραματικές μειώσεις, σε συνδυασμό με την αλλεπάλληλη επιβολή νέων φόρων και «εισφορών» έχει ως συνέπεια τη διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβιώσεως των ιδίων και των οικογενειών τους, η οποία έχει τεθεί ως συνταγματικό όριο των μειώσεων των μισθών και των συντάξεων (βλ. ΟλΣτΕ 668/2012 δημοσίευση σε ΤΝΠ Νόμος, ΟλΣτΕ 1285/2012 δημοσίευση σε ΤΝΠ Νόμος, σκέψη). Οι καλούντες - αιτούντες, δηλαδή, εκτός των μειώσεων του εισοδήματος τους, που έχουν υποστεί ήδη, όπως όλοι οι μισθωτοί, και των άμεσων, έμμεσων φόρων και λοιπών «εισφορών», που έχουν επιβληθεί, τους επιβλήθηκε επιπροσθέτως και το ειδικό μέτρο της διαθεσιμότητας, με συνέπεια, πέραν της αρχικής μείωσης των εισοδημάτων τους, να υφίσταται περαιτέρω μείωση κατά 25%, όλα αυτά δε συνδυαστικά συνεπάγονται σωρευτική επιβάρυνση, η οποία είναι δυσανάλογη σε βάρος τους, με μοναδικό κριτήριο την ειδικότητα τους και το αντικείμενο της εργασίας τους. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κοινωνικών Δικαιωμάτων έκρινε προσφάτως, με αφορμή ορισμένα από από τα προηγουμένως επιβληθέντα μέτρα, ότι ο προσδιορισμός αποδοχών σε ύψος που απολείπεται του ορίου της φτώχειας, το οποίο για την Ελλάδα έχει οριστεί, βάσει στατιστικών στοιχείων της EUROSTAT, στο ποσό των 580 ευρώ μηνιαίως, παραβιάζει το δικαίωμα για δίκαιη αμοιβή κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη (Απόφαση της 23-05-2012, ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ και ΑΔΕΔΥ κατά Ελλάδας, Προσφυγή Νο 66/2011, σκέψεις 57-65 - για όλα δε τα αμέσως προηγούμενα βλ. ΜΠρΠατρ 494/2013 α' δημοσίευση στ ΤΝΠ Νόμος).

 

Στην προκείμενη περίπτωση, από τις περικοπές των αποδοχών των καλούντων - αιτούντων καταλείπεται διαθέσιμο εισόδημα σε ύψος που εγγίζει ή υπολείπεται του ορίου της φτώχειας. Περαιτέρω πιθανολογήθηκε ότι συντρέχει επείγουσα περίπτωση για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων υπό τη μορφή προσωρινής ρύθμισης κατάστασης, δεδομένου ότι, αφενός, η μείωση των αποδοχών των καλούντων - αιτούντων έχει ως συνέπεια την διακινδύνευση της αξιοπρεπούς διαβίωσης των ιδίων και των προσώπων που εξαρτώνται από αυτούς αλλά και την επισφάλεια της φερεγγυότητας τους στις συναλλαγές τους με τρίτους όσον αφορά στην κάλυψη των απορρεουσών από δάνεια υποχρεώσεων τους προς τους τελευταίους, αφετέρου, η αποξένωση τους από τις θέσεις εργασίας τους θα οδηγήσει σε τετελεσμένες καταστάσεις, που θα είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ανατραπούν. Συνακόλουθα, η ένδικη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη και από ουσιαστικής άποψης κατά την οικεία βάση της ένδικης αίτησης και να καταδικαστεί ο καθού η κλήση - αίτηση Δήμος Ιλίου στην δικαστική  δαπάνη των αιτούντων, λόγω της ήττας του (άρθρα 176 και 191 του ΚΠολΔ), συμφώνα με τά ειδικότερα εκτιθέμενα στο διατακτικό της παρούσας.

 

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει κατ' αντιμολίαν των διαδίκων.

 

Δέχεται την αίτηση.

 

Υποχρεώνει το καθού η κλήση - αίτηση ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Δήμος Ιλίου» να αποδέχεται τις προσηκόντως προσφερόμενες υπηρεσίες των καλούντων αιτούντων, υπό το ίδιο νομικό και εργασιακό καθεστώς που ίσχυε πριν από τις 23-07-2013, καταβάλλοντος τους τις πλήρεις μηνιαίες αποδοχές (ποσοστό 100%), όπως αυτές καταβάλλονταν σ' αυτούς κατά το χρονικό διάστημα πριν από την θέση τους σε καθεστώς διαθεσιμότητας, προσωρινώς, μέχρι την έκδοση τελεσίδικης απόφασης επί της ασκηθησόμενης τακτικής αγωγής των πρώτων.

 

Καταδικάζει το καθού η κλήση - αίτηση ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Δήμος Ιλίου» σε χρηματική ποινή ύψους εκατό (100) ευρώ υπέρ του καθενός των καλούντων - αιτούντων για κάθε ημέρα άρνησης του πρώτου να αποδέχεται τις υπηρεσίες των τελευταίων, κατά παράβαση των διατάξεων της παρούσας απόφασης.

 

Καταδικάζει το καθού η κλήση - αίτηση ν.π.δ.δ. στα δικαστικά έξοδα των καλούντων - αιτούντων, τα οποία προσδιορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα

(250) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του στην Αθήνα με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξουσίους τους δικηγόρους στις 13 Μαρτίου 2014.

 

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

 

                                              Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ