ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΠατρών 6/2020

 

Δημόσια τεχνικά έργα - Εκτέλεση εργασιών - Τύπος σύμβασης -Αξίωση από αδικαιολόγητο πλουτισμό - Δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων - Απευθείας ανάθεση -.

 

Έγγραφος τύπος σύμβασης που καταρτίζεται για λογαριασμό ΝΠΔΔ. Η έλλειψή του καθιστά τη σύμβαση άκυρη. Αξιώσεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό. Δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων. Δεν προκύπτει ότι η σύμβαση διέπεται από εξαιρετικό νομοθετικό καθεστώς, ούτε από συμβατικές ρήτρες που αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο και εξασφαλίζουν στον Δήμο άσκηση δημόσιας εξουσίας και υπερέχουσα θέση έναντι του αντισυμβαλλομένου. Διάκριση δημόσιων τεχνικών έργων και εκτέλεσης εργασιών. Εκτέλεση εργασιών. Δεν απαιτείται ιδιαίτερη τεχνική γνώση. Εφαρμοστέες διατάξεις. Απόλυτη ακυρότητα σύμβασης με την οποία ανατέθηκε απευθείας από Δήμαρχο η εκτέλεση εργασιών, στο πλαίσιο αποκατάστασης απρόβλεπτων ζημιών ύστερα από θεομηνία, χωρίς να προηγηθεί αιτιολογημένη απόφαση της οικονομικής επιτροπής του Δήμου, ούτε και να ακολουθήσει εγκριτική απόφαση της εν λόγω επιτροπής.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου,  εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

 

 

ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αριθμός 6/2020

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

 

 

Συγκροτήθηκε τη Δικαστή Αγγελική Καγιούλη, Εφέτη, που όρισε η Πρόεδρος Εφετών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

Συνεδρίασε δημόσια και στο ακροατήριο του στις 19 Σεπτεμβρίου 2019, για να δικάσει τη με αριθμ. κατάθεσης ./2017 έφεση κατά της με αριθμό 26/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας (τακτική διαδικασία), που δίκασε τη με αριθ. κατάθεσης ΜΤ./2013 αγωγή, μεταξύ:

 

Του εκκαλούντος: Του Νομικού Προσώπου Δημόσιου Δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Δήμος Αργοστολίου», που εδρεύει στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας, όπως νόμιμα εκπροσωπείται, ως καθολικού διαδόχου του ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Δήμος Κεφαλλονιάς», ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά δηλώσεως, κατ' άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, της πληρεξούσιας δικηγόρου του, Νίκης Χριστοφοράτου, που προκατέθεσε προτάσεις,

 

Του εφεσίβλητου: ..., κατοίκου Σιμωτάτων Κεφαλληνίας, ο οποίος παραστάθηκε στο Δικαστήριο διά δηλώσεως, κατ' άρθρ. 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, του πληρεξουσίου δικηγόρου του, Ιωάννη Λυκούδη, που προκατέθεσε προτάσεις.

 

Ο εφεσίβλητος-ενάγων κατέθεσε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας τη με αριθμό κατάθεσης ΜΤ./2013 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ' αριθμ. 26/2017 απόφαση, κατά της οποίας παραπονείται  ο εκκαλών, με την υπ' αριθμ. καταθέσεως ./2017 έφεση του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Εφετείου Πατρών με αριθμ. καταθ. ./2018.

 

Κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το σχετικό πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, οι οποίοι είχαν υποβάλλει την προβλεπόμενη από το άρθρο 242 § 2 ΚΠολΔ δήλωση, δεν παραστάθηκαν, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις.

 

 

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Η κρινόμενη από 10/5/2017, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ./2017 και αριθμό προσδιορισμού δικασίμου στο παρόν Δικαστήριο ./2018 έφεση, του πρωτοδίκως ηττηθέντος εναγομένου και ήδη εκκαλούντος, κατά της υπ' αριθμ. 26/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, η οποία εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων, κατά την τακτική διαδικασία, επί της από 17/9/2013 και με αριθμό κατάθεσης ΜΤ./2013 αγωγής, ασκήθηκε νομότυπα ενώπιον του δικαστηρίου τούτου και εντός της προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 2 ΚΠολΔ, εφόσον κανείς από τους διαδίκους δεν επικαλείται ούτε αποδεικνύει προηγούμενη επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης (άρθρα 495 παρ. 1, 498 παρ. 1, 2, 511, 513, 516, 517, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), για την άσκηση δε της έφεσης αυτής προσκομίζεται η με αριθμό 99/2017 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής του εκκαλούντος Δήμου, κατ' άρθρο 72 παρ. 1 περ. 1γν και Ιε' του Ν. 3852/2010, (Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων). Η ως άνω έφεση, αφού ασκήθηκε μετά την 25.7.2011, αρμοδίως εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Μονομελούς Εφετείου Πατρών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 19 ΚΠολΔ και 72 παρ. 13 του ν. 3994/2011 (ΦΕΚ ΑΊ65/25.7.2011), ενώ για το παραδεκτό της άσκησης αυτής δεν απαιτείται η κατάθεση από τον εκκαλούντα Δήμο του παραβόλου των 100 ευρώ, που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 495 του ΚΠολΔ (όπως ισχύει μετά τον ισχύοντα από 1-1-2016, για τα ένδικα μέσα που ασκούνται έκτοτε, Ν 4335/2015) για την άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης κατά απόφασης Μονομελούς Πρωτοδικείου, καθόσον το εκκαλούν απολαμβάνει των προνομίων που προβλέπονται για το Δημόσιο, μεταξύ των οποίων και η απαλλαγή από την καταβολή παράβολου για την άσκηση των ενδίκων μέσων, κατά τη ρητή διάταξη του άρθρου 276 παρ. 1 εδ. β' του Ν 3463/2006 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων, ως ισχύει (ΑΠ 1337/2014 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω, κατά την ίδια ως άνω τακτική διαδικασία, ως προς το παραδεκτό, νόμω και ουσία βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).

 

Ο ενάγων με την από 17/9/2013 και με αριθμό κατάθεσης ΜΤ./2013 αγωγή του, ασκηθείσα ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, εξέθετε ότι λόγω των έκτακτων καιρικών φαινομένων, προέκυψε κατά το χειμώνα του έτους 2011 η επείγουσα ανάγκη άμεσης απομάκρυνσης των φερτών υλικών από το οδικό δίκτυο της περιοχής Ομαλών Κεφαλληνίας και για το λόγο αυτό του δόθηκε προφορική εντολή ανάθεσης του έργου αυτού από τον τότε αντιδήμαρχο του δήμου Αργοστολίου κατ' εντολή και εξουσιοδότηση του τότε Δημάρχου στον ίδιο. Ότι κατόπιν τούτου ανέλαβε την εκτέλεση του έργου της απομάκρυνσης φερτών υλικών από το οδικό δίκτυο της περιοχής Ομαλών Κεφαλληνίας, την οποία θα πραγματοποιούσε με τη χρήση μηχανημάτων και προσωπικού του ιδίου, αντί αμοιβής, συνολικού ποσού με το ΦΠΑ, 21.832,50 ευρώ. Ότι το έργο αυτό εκτελέσθηκε προσηκόντως και εμπροθέσμως και το συνολικό κόστος ανήλθε στο ποσό των 21.832,50 ευρώ, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ, σύμφωνα με το τιμολόγιο που εξέδωσε ο ίδιος. Ότι παρά το γεγονός ότι ο ίδιος εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις του και ο εναγόμενος παρέλαβε ανεπιφύλακτα το έργο, εντούτοις ο τελευταίος δεν του κατέβαλε το αντάλλαγμα που αντιστοιχεί στις αναλυτικώς περιγραφόμενες στην αγωγή εργασίες. Με βάση το ιστορικό αυτό, η ενάγουσα ζήτησε να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσόν των 21.832,50, συμπεριλαμβανομένου ΦΠΑ 23%, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της παρόδου των τριάντα ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του τιμολογίου, άλλως από την επίδοση της αγωγής, με βάση τη σύμβαση έργου, άλλως και επικουρικώς τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού, λόγω της μη τήρησης του έγγραφου τύπου και της διαδικασίας που προβλέπεται από το Δημοτικό και κοινοτικό Κώδικα, δεδομένου ότι ο εναγόμενος σε οποιονδήποτε άλλο και αν ανέθετε νόμιμα να εκτελέσει το ως άνω έργο θα ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει την αντίστοιχη ως άνω αμοιβή, ως προς την οποία έχει καταστεί πλουσιότερος σε βάρος της περιουσίας του, κατά το ως άνω ποσό και να καταδικαστεί στα δικαστικά του έξοδα. Επί της αγωγής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 26/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, με την οποία έγινε δεκτή εν μέρει η αγωγή, ως προς την επικουρική της βάση και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 21.832,50 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται με την έφεση του, ο εκκαλών-εναγόμένος, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί, την εξαφάνιση της, και την απόρριψη της αγωγής στο σύνολο της.

 

Σύμφωνα την παράγραφο 1 του το άρθρου 94 του Συντάγματος, η εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας ανήκει στα υφιστάμενα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, ενώ σύμφωνα με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται όλες οι ιδιωτικές διαφορές. Σε εφαρμογή των παραπάνω, συνταγματικών ορισμών, υπήχθησαν από 11.6.1985. σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 9 του ν. 1409/1983, όλες οι διοικητικές διαφορές ουσίας στη δικαιοδοσία το)ν τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 του ΚΠολΔ, οι διαφορές του ιδιωτικού δικαίου, ανήκουν στη δικαιοδοσία των τακτικών πολιτικών δικαστηρίων. Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι, προκειμένου για έννομη σχέση δημόσιου δικαίου, ως προς την οποία έχει καθιερωθεί από το νόμο δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων αποκλείουσα την ανάμειξη των πολιτικών δικαστηρίων, δεν είναι δυνατή η έγερση ενώπιον των τελευταίων αγωγής. Αυτό ισχύει για όλες τις αξιώσεις που πηγάζουν από την έννομη σχέση, ακόμη και για την αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού, όταν η υποκείμενη σχέση, η οποία προκάλεσε τον πλουτισμό είναι δημόσιου δικαίου (βλ. ΑΕΔ 2/1993 ΤΝΠ Νόμος). Αντίθετα, υπάρχει δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, όταν υπάρχει σχέση ιδιωτικού δικαίου και με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (βλ. ΑΕΔ 2/1993, ΟλΑΠ 5/1995. ΤΝΠ Νόμος). Με το άρθρο 1 παρ. 2 του νόμου 1406/1983, υπήχθησαν στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, εκτός των άλλων, και οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας των διοικητικών συμβάσεων (εδ. 1), δηλαδή εκείνες οι διαφορές που προέρχονται από διοικητική σύμβαση και ανάγονται στο κύρος, την ερμηνεία και την εκτέλεση αυτής ή σε οποιαδήποτε παρεπόμενη από τη σύμβαση αυτή αξίωση. Είναι δε η σύμβαση διοικητική, αν ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Ελληνικό Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. και με τη σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η ικανοποίηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος ανάγει σε δημόσιο σκοπό, το δε Ελληνικό Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ., είτε με βάση το κανονιστικό καθεστώς που διέπει τη σύμβαση, είτε με βάση ρήτρες που προβλέπονται κανονιστικά και έχουν περιληφθεί στη σύμβαση και αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο, βρίσκεται, χάριν του εν λόγω σκοπού, σε υπερέχουσα θέση απέναντι στο αντισυμβαλλόμενο μέρος, δηλαδή σε θέση μη προσιδιάζουσα στο συναπτόμενο με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου συμβατικό δεσμό. Συμβάσεις, οι οποίες δεν συγκεντρώνουν τα γνωρίσματα αυτά, είναι ιδιωτικές και οι διαφορές από αυτές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια (βλ. ΑΕΔ 3/1999, ΑΕΔ 3/2012, ΑΕΔ 12/2013, ΟλΑΠ 7/2001, ΟλΑΠ 8/2000, ΑΠ 1462/ 2012 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos). Επίσης, κατά το άρθρο 904 παρ. 1 ΑΚ, όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η υποχρέωση αυτή γεννιέται ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή παροχής για αιτία που δεν επακολούθησε ή έληξε ή αιτία παράνομη ή ανήθικη. Κατά δε το άρθρο 908 εδ. α' του ιδίου Κώδικα, ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε από αυτό. Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει, ότι, σε περίπτο)ση που εκτελείται και παραδίδεται έργο ή παρέχονται υπηρεσίες ή εργασίες με άκυρη σύμβαση, «ο αντισυμβαλλόμενος» του παρέχοντος, που δέχεται το έργο ή τις υπηρεσίες στο πλαίσιο της άκυρης σύμβασης, η οποία συνιστά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια την οποία απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται, σε περίπτωση αδυναμίας  αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χώρα χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχεθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες. Ο παραπάνω γενικός κανόνας του άρθρου 904 ΑΚ, που απορρέει από τις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας, έχει εφαρμογή και για το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., αφού για αυτά δεν καθιερώνεται εξαίρεση με τη διάταξη αυτή ή με κάποια άλλη διάταξη (βλ. ΑΠ 1442/2014, ΑΠ 1462/2012, ΑΠ 1387/2011,ΤΝΠ Νόμος).

Ακολούθως, με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3669/2008 «Κύρωση της κωδικοποίησης της νομοθεσίας κατασκευής δημοσίων έργων» (ΦΕΚ Α' 116), ορίζεται ότι: «Από τεχνική άποψη δημόσια έργα είναι όλα τα έργα που εκτελούν οι φορείς της παρ. 1 και συνδέονται με οποιονδήποτε τρόπο με το έδαφος το υπέδαφος ή τον υποθαλάσσιο χώρο, όπως και τα πλωτά τμήματα των τεχνικών έργων. Ως έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή ή επέκταση ή ανακαίνιση ή επισκευή ή συντήρηση και η οικονομικά ή τεχνικά αυτοτελής λειτουργία, καθώς και κάθε σχετική ερευνητική εργασία, που απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση». Περαιτέρω, ο Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν.3463/2006 (ΦΕΚ Α\ 1 14) και όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ορίζει στο άρθρο 209 παρ. 2 ότι: «2. Η παροχή των κάθε είδους υπηρεσιών (...), πλην αυτών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ν.3316/2005 (ΦΕΚ 42, Α'), ρυθμίζεται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών» και στο άρθρο 273 παρ.1  ότι: «Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παραγράφου 2 του άρθρου 209 οι κάθε είδους υπηρεσίες (...) διενεργούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ.28/1980 (ΦΕΚ 11. Α'), με την επιφύλαξη των ειδικών ρυθμίσεων του π.δ.346/1998 (ΦΕΚ 230, Α'), ως ισχύει». Από τις ανωτέρω διατάξεις συνάγεται ότι ως δημόσιο τεχνικό έργο νοείται κάθε νέα κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, που εκτελείται από δημόσιους φορείς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), και απαιτεί τεχνική γνώση και επέμβαση και το αποτέλεσμα της οποίας συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή το υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατά την έννοια του άρθρου 953 Α.Κ. και δεν μπορεί να αποχωριστεί απ' αυτό χωρίς βλάβη ή αλλοίωση της ουσίας ή του προορισμού του. Αντιθέτως, πρόκειται για εκτέλεση εργασιών και όχι για δημόσιο τεχνικό έργο, όταν το αποτέλεσμα των εργασιών δεν καθίσταται συστατικό του εδάφους, καθώς και όταν για την επίτευξη του αποτελέσματος δεν απαιτείται η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού και ανάλογων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων (ΕφΕυβ 37/2015, ΕΣ (ΠΡΑΞΗ-Τμ. VII) 42/2010 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos).

 

Περαιτέρω, με το άρθρο 41 του ν.δ. 496/1974 "Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου", ορίζεται ότι "πάσα σύμβασις δια λογαριασμόν του ν.π., έχουσα αντικείμενον άνω των 10.000 δρχ. ή δημιουργούσα υποχρεώσεις διαρκείας, εφόσον δεν ορίζεται άλλως, υποβάλλεται εις τον τύπον του ιδιωτικού εγγράφου. Το ποσόν τούτο δύναται να αυξομειούται δι' αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών, δημοσιευομένων εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πρότασις καταρτίσεως συμβάσεως και η αποδοχή αυτής, δύναται να γίνουν και δι' ιδιαιτέρων εγγράφων. Η εκ της μη τηρήσεως του τύπου της εγγράφου αποδοχής ακυρότης, αίρεται εν περιπτώσει εκπληρώσεως της συμβάσεως". Το παραπάνω ποσό των 10.000 δρχ. αυξήθηκε από 9-7-1992 σε 150.000 δρχ. με την υπ' αριθμ. 2054839/452/0026/3/9-7-1992 Υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β'447) και σε 2.500 ευρώ από 7-8-2002 με την υπ' αριθμ. 2/42053/0094/7-8-2002 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚΒ 1033/7-8-2002). Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών σαφώς προκύπτει ότι κάθε σύμβαση που καταρτίζεται από ν.π.δ.δ και έχει αντικείμενο πάνω από 10.000 δρχ. αρχικά, από 150.000 δρχ. στη συνέχεια και ήδη 2.500 ευρώ κατά τις ανωτέρω διακρίσεις, υποβάλλεται σε έγγραφο τύπο, απαιτούμενο από το νόμο, χωρίς τήρηση του οποίου η δικαιοπραξία είναι άκυρη, η δε ακυρότητα στην περίπτωση αυτή είναι απόλυτη. Εξάλλου, η με την τελευταία παράγραφο του παραπάνω άρθρου 41 νδ.496/74 διαλαμβανόμενη περίπτωση άρσης της ακυρότητας από την μη τήρηση του τύπου της έγγραφης αποδοχής, με την εκπλήρωση της σύμβασης, αναφέρεται στην τρίτη παράγραφο του άρθρου αυτού, κατά την οποία "Ή πρότασις καταρτίσεως συμβάσεως και η αποδοχή αυτής δύναται να γίνουν και δι' ιδιαιτέρων εγγράφων". Δηλαδή, η παραπάνω ακυρότητα από τη μη τήρηση του τύπου, καλύπτεται, σε περίπτωση εκτέλεσης της σύμβασης, εφόσον όμως είχε προηγηθεί έγγραφη πρόταση για την κατάρτιση της, χωρίς να επακολουθήσει και έγγραφη αποδοχή, όχι όμως και όταν δεν τηρήθηκε καθόλου τύπος για την πρόταση, η οποία επειδή είναι μονομερής και απευθυντέα σε τρίτον δήλωση βούλησης και αποτελεί ουσιώδες κατά το άρθρο 192 ΑΚ στοιχείο της σύμβασης, πρέπει να είναι πλήρης κατά περιεχόμενο και ωρισμένη, οπότε δεν καταρτίζεται και σύμβαση, αφού δεν νοείται αποδοχή χωρίς πρόταση (ολΑΠ 862/1984 ΕΕΔ 43.627). Από τις διατάξεις αυτές, συνάγεται ότι ο τύπος του ιδιωτικού εγγράφου, που απαιτείται για τις καταρτιζόμενες για λογαριασμό ΝΠΔΔ ως άνω συμβάσεις, είναι συστατικός και όχι αποδεικτικός, και για το λόγο αυτό η έλλειψη του καθιστά, κατά τα άρθρα 158 και 159 παρ. 1 του Α.Κ. άκυρη τη σύμβαση (ΑΠ 1160/2013, ΑΠ 1057/2011, ΑΠ 1135/2010, ΑΠ 1694/2009, ΑΠ 1161/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Στην περίπτωση αυτή τα συμβαλλόμενα μέρη δε μπορούν να προβάλλουν αξιώσεις στηριζόμενες στη σύμβαση αλλά μόνο στηριζόμενες στις αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού και ειδικότερα στο άρθρο 904 ΑΚ, που ορίζει ότι "όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η υποχρέωση αυτή γεννιέται ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή παροχής για αιτία που δεν επακολούθησε ή έληξε ή αιτία παράνομη ή ανήθικη". Κατά δε το άρθρο 908 εδ. α του ιδίου Κώδικα "ο λήπτης οφείλει να αποδώσει το πράγμα που έλαβε ή το αντάλλαγμα που τυχόν έλαβε από αυτό". Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει, ότι, σε περίπτωση που εκτελείται και παραδίδεται έργο ή παρέχονται υπηρεσίες ή εργασίες με άκυρη σύμβαση, "ο αντισυμβαλλόμενος" του παρέχοντος, που δέχεται το έργο ή τις υπηρεσίες στο πλαίσιο της άκυρης σύμβασης, η οποία συνιστά απλά τη βασική προϋπόθεση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, υποχρεούται να αποδώσει την ωφέλεια την οποία απέκτησε χωρίς νόμιμη αιτία και που συνίσταται, σε περίπτωση αδυναμίας αυτούσιας απόδοσης της παροχής που έλαβε χώρα χωρίς νόμιμη αιτία, στη χρηματική αποτίμηση του παρασχεθέντος έργου ή της παρασχεθείσας εργασίας ή υπηρεσίας και στη δαπάνη που εξοικονόμησε, στην οποία θα υποβαλλόταν, αν την εκτέλεση του ίδιου έργου ή της εργασίας ανέθετε, με έγκυρη σύμβαση, σε άλλο πρόσωπο, το οποίο θα διέθετε τα ίδια επαγγελματικά προσόντα και ικανότητες (ΑΠ 1225/2008). Ο παραπάνω γενικός κανόνας του άρθρου 904 ΑΚ, που απορρέει από τις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας, έχει εφαρμογή και για το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., αφού γι' αυτά δεν καθιερώνεται εξαίρεση με τη διάταξη αυτή ή με άλλη (Ολ. ΑΠ 218/1977, ΑΠ 1462/2012, ΑΠ 1225/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Μάλιστα, την ακυρότητα από την έλλειψη του τύπου μπορεί να προτείνει και αυτός που ενώ γνώριζε ότι απαιτείται τύπος, προέβη στη σύναψη παράτυπης σύμβασης, αλλά και το Δικαστήριο λαμβάνει αυτήν υπόψη αυτεπάγγελτα, γιατί οι διατάξεις περί τύπου είναι δημόσιας τάξης (ΑΠ 379/1975 ΝοΒ 23.1154, Μπαλής, Γεν.Αρχ. §53, Καυκάς, Ενοχ. έκδ.1957 σελ.638-639). Στην περίπτωση αυτή, η αγωγή με την οποία ο εργολάβος ζητά τον πλουτισμό (ωφέλεια) του εναγομένου ΟΤΑ εξαιτίας της ακυρότητας της σύμβασης έργου, για να είναι ορισμένη θα πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο της, σύμφωνα με το άρθρο 216§ 1α ΚΠολΔ, α) η περιουσιακή ωφέλεια του εναγομένου σε βάρος της περιουσίας του ενάγοντος, β) η ανυπαρξία νόμιμης αιτίας. Ειδικότερα σε περίπτωση ανυπαρξίας νόμιμης αιτίας εξ αιτίας της ακυρότητας της σύμβασης πρέπει να αναφέρονται τα περιστατικά που συνεπάγονται την ακυρότητα της σύμβασης και συνιστούν το λόγο για τον οποίο η αιτία της εντεύθεν ωφέλειας του Ο.Τ.Α. δεν είναι νόμιμη. Αν όμως η βάση της αγωγής από αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται κατά δικονομική επικουρικότητα (αρθρ. 219 ΚΠολΔ) υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απόρριψης της κύριας βάσης της από τη σύμβαση έργου, αρκεί για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσης να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης, χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα (ΟλΑΠ 22/03 Δνη 44. 1261, ολΑΠ 23/03 ΝοΒ 2004. 1179, ΑΠ 1693/07). Η αγωγή αυτή υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών Δικαστηρίων, έστω και αν η εκτέλεση του έργου απέβλεψε στην εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, διότι αφού η συμφωνία είναι προφορική, για τη διάγνωση του χαρακτήρα της, ως συμφωνίας διεπομένης από το διοικητικό ή ιδιωτικό δίκαιο, ο δικαστής δεν μπορεί προδήλως να αναζητήσει στην ίδια τη συμφωνία ρήτρες αποκλίνουσες από το κοινό δίκαιο (ΑΕΔ 3/2012, ΑΕΔ 12/2013 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos).

 

Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 58 του ν. 3852/2010, με τον τίτλο «Αρμοδιότητες του δημάρχου» : 1. Ο δήμαρχος προασπίζει τα τοπικά συμφέροντα, κατευθύνει τις δράσεις του δήμου για την υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης, διασφαλίζει την ενότητα της τοπικής κοινωνίας και ασκεί τα καθήκοντα του με γνώμονα τις αρχές της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας. Ειδικότερα, ο δήμαρχος: α)..., β)..., ε) Αποφασίζει για την έγκριση των δαπανών και τη διάθεση όλων των εγγεγραμμένων στον προϋπολογισμό πιστώσεων, συμπεριλαμβανομένων των πιστώσεων που εγγράφονται σε αυτόν με αναμόρφωση, με την έκδοση της σχετικής απόφασης ανάληψης υποχρέωσης. Για την άσκηση της αρμοδιότητας αυτής δεν απαιτείται προηγούμενη απόφαση συλλογικού οργάνου, εκτός αν αυτή είναι απαραίτητη, προκειμένου να επιτευχθεί η απαιτούμενη εξειδίκευση της πίστωσης. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, πριν από την απόφαση του δημάρχου, προηγείται απόφαση της οικονομικής επιτροπής για μέρος ή το σύνολο των πιστώσεων που χρήζουν εξειδίκευσης. Εξειδικευμένη θεωρείται η πίστωση, όταν κατονομάζεται ρητά η συγκεκριμένη δαπάνη για την οποία προορίζεται και προσδιορίζεται στο αναλυτικότερο δυνατό επίπεδο κωδικοποίησης του προϋπολογισμού...., 2) Όταν δημιουργείται άμεσος και προφανής κίνδυνος ή απειλείται άμεση ζημία των δημοτικών συμφερόντων από την αναβολή λήψης απόφασης, ο δήμαρχος μπορεί να αποφασίσει για θέματα που ανήκουν στην αρμοδιότητα της οικονομικής ή της επιτροπής ποιότητας ζωής. Στην περίπτωση αυτή οφείλει να υποβάλει προς έγκριση τη σχετική απόφαση του κατά την επόμενη συνεδρίαση της αντίστοιχης επιτροπής. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 72 του ν. 3852/2010 και τον τίτλο «Αρμοδιότητες οικονομικής επιτροπής δήμων»: 1. Η οικονομική επιτροπή είναι συλλογικό όργανο, αρμόδιο για τον έλεγχο και την παρακολούθηση της οικονομικής λειτουργίας του δήμου. Ειδικότερα, έχει τις ακόλουθες αποφασιστικές, ελεγκτικές και γνωμοδοτικές αρμοδιότητες: α)..., β) ..., ιδ) Ασκεί καθήκοντα αναθέτουσας αρχής για τις συμβάσεις έργου, μελετών, υπηρεσιών και προμηθειών, ανεξαρτήτως προϋπολογισμού πλην των περιπτώσεων που υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δημάρχου για την απευθείας ανάθεση.

 

Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα του ενάγοντος, ..., που εξετάσθηκε νόμιμα στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά, (ο εναγόμενος δεν εξέτασε μάρτυρα), από όλα τα έγγραφα που νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, για να χρησιμεύσουν είτε για άμεση, είτε για έμμεση απόδειξη, χωρίς όμως η ρητή αναφορά ορισμένων εξ αυτών να προσδίδει σ' αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δε γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που όμως όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό της δικανικής κρίσης, που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της παρούσας δίκης (ΑΠ 1068/02 ΑρχΝομ 2004.70, ΑΠ 1628/03 ΕλλΔνη 2004.723), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

 

Τον Οκτώβριο του έτους 2011 και συγκεκριμένα στις 8/10/2011 και στις 9/10/2011 ακραία καιρικά φαινόμενα έπληξαν την περιοχή της δημοτικής κοινότητας Ομαλών του πρώην Δήμου Κεφαλλονιάς, ειδικότερα δε, σημειώθηκαν βροχοπτώσεις μεγάλης διάρκειας και έντασης, με αποτέλεσμα να προκληθούν προβλήματα σε αγροτικούς δρόμους, εξαιτίας των μεγάλων κλίσεων και σαθρότητας του εδάφους, που οδήγησαν ακόμη και σε διακοπή της κυκλοφορίας μέσω αυτών, υπερπλήρωση της κοίτης χειμάρρων από φερτά υλικά με άμεσο κίνδυνο υπερχείλισης τους και πρόκλησης ζημιών σε παρακείμενες καλλιεργούμενες εκτάσεις, αλλά και καταστροφή των αντλιών ύδρευσης της γεώτρησης Ραζάτων από τους κεραυνούς. Ο πρόεδρος της δημοτικής κοινότητας Ομαλών με το από αριθμ. πρωτ. ./10-10-2011 έγγραφο του, απευθυνόμενο προς τον Δήμαρχο, τον Αντιδήμαρχο και την Προϊσταμένη της τεχνικής υπηρεσίας του Δήμου Κεφαλονιάς, ανέφερε τα ανωτέρω σοβαρά προβλήματα που είχαν προκύψει από την κακοκαιρία και ζητούσε την αποκατάσταση των ζημιών, που είχαν προκληθεί, λόγω του ότι, αφενός επρόκειτο για κάλυψη ζωτικών και κατεπειγόντων αναγκών των κατοίκων της προαναφερόμενης δημοτικής ενότητας, αφετέρου ότι από ο μοναδικός ελαστικοφόρος φορτωτής του Δήμου ήταν ακινητοποιημένος, εξαιτίας βλάβης στο ηλεκτρικό του σύστημα. Τέλος, δε στο ως άνω έγγραφο, επισημαινόταν ότι σε τρία σημεία επί της κεντρικής οδού από Φραγκάτα προς ’γιο Γεράσιμο, υπήρξε έντονη συγκέντρωση όμβριων υδάτων με αποτέλεσμα να ακινητοποιηθούν τα διερχόμενα οχήματα. Κατόπιν αυτού και προς το σκοπό της επίλυσης των ως άνω προβλημάτων, στις 10/10/2011 συνήφθη μεταξύ του εφεσίβλητου και του Δημάρχου Κεφαλληνίας έγγραφη σύμβαση παροχής υπηρεσιών για την αποκατάσταση απρόβλεπτων ζημιών από τη θεομηνία στη Δημοτική Ενότητα Ομαλών, ποσού 17.750 ευρώ, πλέον ΦΠΑ, ήτοι συνολικού ποσού 21.832,50 ευρώ, σύμφωνα με την οποία ο ενάγων-εφεσίβλητος θα προέβαινε α) σε απομάκρυνση φερτών υλών από τα πρανή των ρεμάτων (Βασιλάτου, Μαραγεβάτα, Συκιές και Αρχαγγέλου), στον οικισμό Βαλσαμάτων, β) σε απομάκρυνση φερτών υλών και άρση καταπτώσεων στον οικισμό Επανοχώρι, θέσεις Κολυβάτα και Μινετάτα, γ) καθαρισμούς αγροτικών δρόμων δημοτικής ενότητας Ομαλών σε μήκος 11 χλμ. Τις ως άνω εργασίες συμφώνησαν όπως ο ενάγων εκτελέσει πραγματοποιώντας α) 18 ημερομίσθια jcb, αντί ημερομισθίου 300 ευρώ, β) 13 ημερομίσθια φορτηγού, αντί ημερομισθίου 325 ευρώ, γ) 9 ημερομίσθια ερπυστριοφόρου φορτωτή, αντί ημερομισθίου 325 ευρώ, δ) 16 ημερομίσθια λαστιχοφόρου τσάπας αντί ημερομισθίου 325 ευρώ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 2 της σύμβασης, η διάρκεια αυτής ορίζεται ότι αρχίζει από την 10/10/2011 και λήγει με τη βεβαίωση της αρμόδιας επιτροπής, με το άρθρο 3 αυτής συμφωνήθηκε ως αμοιβή η ανωτέρω αναφερόμενη και με το άρθρο 4 αυτής ορίσθηκε ότι η καταβολή της αμοιβής θα γίνει μετά την κατάθεση στο λογιστήριο του Δήμου των απαιτουμένων δικαιολογητικών (τιμολόγιο, ασφαλιστική, φορολογική ενημερότητα) και την έγκριση του σχετικού εντάλματος από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου Κεφαλληνίας και ότι η αμοιβή του ενάγοντος-εφεσιβλήτου υπόκειται στις κατά νόμο κρατήσεις (φόρος εισοδήματος κ.λπ.). Μετά την εκτέλεση των ως άνω εργασιών ο ενάγων-εφεσίβλητος εξέδωσε το υπ' αριθμ. 42/20-12-2011 τιμολόγιο, συνολικού ποσού 21.832,50 ευρώ (17.750 ευρώ + 4.082,50 ευρώ ΦΠΑ), στο οποίο αναφέρονται τα πραγματοποιηθέντα ημερομίσθια, το είδος των χρησιμοποιηθέντων μηχανημάτων, οι ημέρες που χρησιμοποίησε κάθε μηχάνημα, οι εργασίες που πραγματοποίησε με κάθε μηχάνημα και το ύψος της αμοιβής για κάθε ημέρα εργασίας που πραγματοποίησε με κάθε μηχάνημα, όπως άλλωστε, είχε συμφωνηθεί με την ανωτέρω έγγραφη σύμβαση, ενώ η αρμόδια επιτροπή του Δήμου Κεφαλληνίας παρέλαβε τα παραπάνω έργα, εκδοθείσης προς τούτο της από 29/12/2011 βεβαίωσης καλής εκτέλεσης εργασιών, στην οποία αναφέρεται το ως άνω τιμολόγιο του ενάγοντος και το γεγονός ότι η εν λόγω επιτροπή παρέλαβε τα έργα, αφού βεβαιώθηκε ότι αυτά εκτελέσθηκαν καλώς και ανταποκρίνονται στη γενομένη (και συμφωνηθείσα) δαπάνη των 21.832,50 ευρώ. Ο εναγόμενος, όμως, Δήμος αν και παρέλαβε τα έργα αυτά δεν κατάβαλε στον ενάγοντα την αμοιβή του που ανέρχεται στο ως άνω συνολικό ποσό των 21.832,50 ευρώ, το οποίο ο ενάγων ζήτησε να του επιδικαστεί με την αγωγή του.

 

Ο εναγόμενος-εκκαλών με τις έγγραφες προτάσεις του, αλλά και με την υπό κρίση έφεση προβάλλει 1) την ένταση ελλείψεως δικαιοδοσίας, ισχυριζόμενος ότι με την επίδικη σύμβαση επιδιώχθηκε η εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, με συνέπεια η διαφορά να υπάγεται στη δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων, δεδομένου ότι συνήφθη εγγράφως και διέπεται από ιδιαίτερο νομικό καθεστώς, 2) επικουρικά, την ένσταση καθ'ύλην και κατά τόπο αναρμοδιότητας, καθώς οι επίδικες εργασίες αφορούν κατασκευή δημόσιου έργου, με συνέπεια, αρμόδιο δικαστήριο, να είναι το δικαστήριο της περιφέρειας, όπου εκτελείται το έργο (Περιφέρεια Ιονίων Νήσων), κατ' άρθρο 77 του ν. 3669/2008, ήτοι το Πενταμελές Εφετείο Κέρκυρας, 3) τον ισχυρισμό περί αοριστίας της υπό κρίση αγωγής, λόγω του ότι δε γίνεται σαφής και ακριβής επίκληση της παροχής και της αιτίας που προκάλεσε αυτήν, καθώς και του εξαιτίας αυτής πλουτισμού του εναγομένου, 4) ένσταση ακυρότητας της διαδικασίας, καθώς, α) με την υπ' αριθμ. ./2011 απόφαση της οικονομικής επιτροπής του Δήμου Κεφαλληνίας εγκρίθηκαν δαπάνες και πιστώσεις για το 2011, μεταξύ των οποίων και για την απομάκρυνση φερτών υλών και μπαζών από δρόμους (που εγκρίθηκε με απόφαση του Α/Δημάρχου), η οποία όμως δε φέρει ημερομηνία, ούτε αριθμό πρωτοκόλλου, παρόλο που είναι αναρτητέα στο διαδίκτυο, β) η προαναφερόμενη από 29/12/2011 βεβαίωση καλής εκτέλεσης των έργων από την αρμόδια επιτροπή του Δήμου Κεφαλληνίας είναι αόριστη, καθώς δεν αναφέρεται ο τόπος και οι εκτελεσθείσες εργασίες κανονικά, ενώ αυτή αφενός δε φέρει αριθμό πρώτοκόλλου, αφετέρου σε αυτήν γίνεται αναφορά στο από 29/12/2011 συμφωνητικό, αν και η υπογραφείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση φέρει ημερομηνία 10/10/2011.

 

Με βάση όσα εκτέθηκαν ανωτέρω, η κρινόμενη αγωγή υπάγεται στην αρμοδιότητα των πολιτικών Δικαστηρίων, δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα αναφερόμενα σε αυτήν, αλλά και από το περιεχόμενο της έγγραφης σύμβασης μεταξύ των διαδίκων, η τελευταία δεν διέπεται από εξαιρετικό νομοθετικό καθεστώς, ούτε από συμβατικές ρήτρες που αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο και εξασφαλίζουν στο Δήμο άσκηση δημόσιας εξουσίας και υπερέχουσα θέση έναντι του εφεσίβλητου, όπως απαιτείται για τον χαρακτηρισμό της ως διοικητικής και τη συνακόλουθη στοιχειοθέτηση αρμοδιότητας των διοικητικών Δικαστηρίων. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε την ένσταση έλλειψης δικαιοδοσίας των πολιτικών δικαστηρίων που παραδεκτά πρότεινε ο εναγόμενος Δήμος, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και συνεπώς, πρέπει ο σχετικός λόγος της έφεσης να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

Ακολούθως, στην προκειμένη περίπτωση, με δεδομένα τα πραγματικά περιστατικά που ιστορούνται ως άνω στην κρινόμενη αγωγή, και σύμφωνα με τις προεκτεθείσες νομικές σκέψεις, το Δικαστήριο κρίνει ότι το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αναλυτικώς παρατέθηκε ανωτέρω και ειδικότερα, η δια ανάθεση στον ενάγοντα των επίδικων εργασιών, όπως αυτές αναλυτικά εκτέθηκαν, δεν αφορά στην εκτέλεση δημόσιου έργου, καθόσον οι εκτελούμενες εργασίες, δεν συνίστανται σε κατασκευή, επέκταση, ανακαίνιση, επισκευή, συντήρηση ή ερευνητική εργασία, το αποτέλεσμα των οποίων συνδέεται άμεσα με το έδαφος ή υπέδαφος κατά τρόπο διαρκή και σταθερό, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί συστατικό του κατ' άρθρο 953 Α.Κ., αλλά αντιθέτως εμπίπτουν στην έννοια της εκτέλεσης εργασιών των διατάξεων του Π. Δ. 28/1980 και του Ν. 3463/2006, και τούτο διότι δεν εκτίθενται στην αγωγή περιστατικά, τα οποία να προσδίδουν στις εκτιθέμενες στην αγωγή πρόσθετες εργασίες το χαρακτήρα του δημοσίου έργου, ούτε αποδείχθηκε τούτο. Εξάλλου, για την εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών δεν απαιτείται ιδιαίτερη τεχνική γνώση, αφού είναι δυνατόν να εκτελεστούν προσηκόντως από επαγγελματίες που διαθέτουν τα κατάλληλα μηχανήματα, όπως ο ενάγων-εφεσίβλητος και τη σχετική εμπειρία και συνεπώς δεν επρόκειτο στην προκειμένη περίπτωση για εκτέλεση δημοσίου έργου, ούτε άλλωστε ο ενάγων ισχυρίζεται ότι για την εκτέλεση των ως άνω εργασιών, απαιτήθηκε ιδιαίτερη τεχνική γνώση και επέμβαση ή ότι για την επίτευξη του αποτελέσματος απαιτήθηκε η χρήση ειδικών τεχνικών γνώσεων και μεθόδων και η χρησιμοποίηση εξειδικευμένου επιστημονικού ή τεχνικού προσωπικού εκ μέρους του και ανάλογων τεχνικών μέσων και εγκαταστάσεων. Με βάση τα ανωτέρω, για τον καθορισμό της υλικής αρμοδιότητας του Δικαστηρίου προς εκδίκαση της αγωγής δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής οι ειδικότερες δικονομικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 13 του Ν. 1418/1984 και ήδη αρθρ. 77 του Ν. 3669/2008 υπό τον τίτλο «Δικαστική επίλυση διαφορών», και με τις οποίες καθιερώθηκε εξαιρετική αρμοδιότητα του Εφετείου και ειδική διαδικασία για την επίλυση των διαφορών από τη σύμβαση κατασκευής δημόσιου έργου, δηλαδή έργου κατά την έννοια των διατάξεων του νόμου αυτού. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε την ως άνω ένσταση, που παραδεκτά πρότεινε ο εναγόμενος Δήμος, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και συνεπώς, πρέπει ο σχετικός λόγος της έφεσης να απορριφθεί ως αβάσιμος.

 

Περαιτέρω, βάσει των παραπάνω αποδειχθέντων, η σύμβαση, η οποία καταρτίστηκε εγγράφως μεν μεταξύ του ενάγοντος εφεσίβλητου και του εναγομένου-εκκαλούντος εκπροσωπούμενου από το Δήμαρχο του, είναι άκυρη, για το λόγο ότι αφενός δεν έχει προηγηθεί αιτιολογημένη απόφαση της οικονομικής επιτροπής του Δήμου, σύμφωνα μα το άρθρο 72 παρ. 1 του ν. 3852/2010, για απευθείας ανάθεση «σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις», όπως είναι η αποκατάσταση ζημιών ύστερα από θεομηνία, αφετέρου, λόγω του ότι αν και ο Δήμαρχος αποφάσισε για θέματα της οικονομικής επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 58 παρ. 2 του ως άνω νόμου, δεν ακολούθησε η εγκριτική απόφαση της Επιτροπής, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας. Η ακυρότητα της συμβάσεως είναι απόλυτη, καθώς αντιβαίνει στις αναφερόμενες στη μείζονα σκέψη, απαγορευτικού και επιτακτικού χαρακτήρα, διατάξεις, οι οποίες, ενόψει του σκοπού εξασφάλισης της διαφάνειας και της χρηστής διοίκησης, είναι αναγκαστικού δικαίου και με αυτές αποδοκιμάζονται οι δικαιοπραξίες που συνάπτονται με καταστρατήγηση του νόμου. Επομένως, από την εκτέλεση των παραπάνω εργασιών, ο εναγόμενος Δήμος ωφελήθηκε με την αντίστοιχη δαπάνη που εξοικονόμησε και την οποία θα κατέβαλε για την εκτέλεση των εν λόγω έργων σε τρίτον εργολάβο, με τον οποίο θα κατήρτιζε έγκυρη σύμβαση, όπως αναλυτικά αναπτύσσεται παραπάνω. Και συγκεκριμένα, ο εναγόμενος ωφελήθηκε το κατωτέρω ποσό, το οποίο απέφυγε να καταβάλει σε τρίτο εργολάβο ως αμοιβή μετά από την κατάρτιση έγκυρης σύμβασης έργου, έγινε αδικαιολογήτως πλουσιότερος σε βάρος του, κατά το προαναφερόμενο συνολικό ανεξόφλητο ποσό της αμοιβής της, δηλαδή, κατά το ποσό των 21.832,50 ευρώ, κατά το οποίο αυτός ωφελήθηκε εξοικονομώντας ισόποση δαπάνη, καθώς δεν το έχει καταβάλει στον ενάγοντα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, δεχόμενο την ακυρότητα της επίδικης σύμβασης, έκρινε νόμιμη και ορισμένη την αγωγής ως προς την επικουρική της βάση, ορθά εφάρμοσε το νόμο, καθώς σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στη νομική σκέψη της παρούσας, αν η βάση της αγωγής από αδικαιολόγητο πλουτισμό σωρεύεται κατά δικονομική επικουρικότητα (αρθρ. 219 ΚΠολΔ) υπό την ενδοδιαδικαστική αίρεση της απόρριψης της κύριας βάσης της από τη σύμβαση έργου, όπως στην προκειμένη περίπτωση, αρκεί για την πληρότητα της πιο πάνω επικουρικής βάσης να γίνεται απλή επίκληση της ακυρότητας της σύμβασης, χωρίς να απαιτείται να αναφέρονται και οι λόγοι στους οποίους οφείλεται η ακυρότητα (ΟλΑΠ 22/03 Δνη 44. 1261, ΟλΑΠ 23/03 ΝοΒ 2004. 1179, ΑΠ 1693/07), με συνέπεια ο σχετικός λόγος της έφεσης να τυγχάνει απορριπτέος, ως αβάσιμος. Τέλος, ο λόγος της έφεσης, με τον οποίο ο εναγόμενος-εκκαλών επικαλείται ένσταση ακυρότητας της διαδικασίας, λόγω του ότι α) με την υπ' αριθμ. 155/2011 απόφαση της οικονομικής επιτροπής του Δήμου Κεφαλληνίας εγκρίθηκαν δαπάνες και πιστώσεις για το 2011, μεταξύ των οποίων και για την απομάκρυνση φερτών υλών και μπαζών από δρόμους (η οποία εγκρίθηκε με απόφαση του Α/Δημάρχου εγκρίθηκε), η οποία όμως δε φέρει ημερομηνία, ούτε αριθμό πρωτοκόλλου, παρόλο που είναι αναρτητέα στο διαδίκτυο, β) η προαναφερόμενη από 29/12/2011 βεβαίωση καλής εκτέλεσης των έργων από την αρμόδια επιτροπή του Δήμου Κεφαλληνίας είναι αόριστη, καθώς δεν αναφέρεται ο τόπος και οι εκτελεσθείσες εργασίες κανονικά, ενώ αυτή αφενός δε φέρει αριθμό πρωτοκόλλου, αφετέρου σε αυτήν γίνεται αναφορά στο από 29/12/2011 συμφωνητικό, αν και η υπογραφείσα μεταξύ των διαδίκων σύμβαση φέρει ημερομηνία 10/10/2011, τυγχάνει επίσης απορριπτέος, διότι η ως άνω αξίωση του ενάγοντος-εφεσίβλητου δεν έχει νομικό έρεισμα έγκυρη σύμβαση έργου με ν.π.δ.δ, αλλά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, με συνέπεια αλυσιτελώς να προβάλλεται ο σχετικός ισχυρισμός.

 

Επομένως, και εφόσον δεν υφίστανται άλλοι λόγοι έφεσης, με τους οποίους να πλήττονται άλλα κεφάλαια της προσβαλλόμενης απόφασης, πρέπει η υπό κρίση έφεση ν' απορριφθεί ως κατ' ουσίαν αβάσιμη στο σύνολο της. Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος (δεύτερου) βαθμού δικαιοδοσίας του εφεσίβλητου (ενάγοντος) πρέπει, κατόπιν του σχετικού νόμιμου αιτήματος του, να επιβληθούν σε βάρος του ηττώμενου εκκαλούντος (εναγομένου) σύμφωνα με τα άρθρα 183 ημιπ. α' περ. α' και 191 § 2 ΚΠολΔ, τα οποία όμως, θα επιβληθούν μειωμένα, κατά το άρθρο 281 παρ. 2 του Ν 3463/2006 (ΑΠ 590/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.

 

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την από 10/5/2017 (αριθ. εκθ. καταθ. ./2017) έφεση.

 

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ποσό της οποίας ορίζει σε τετρακόσια (450) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στην Πάτρα, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 9-1-2020.

 

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ                  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ