ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΜονΕφΠατρών 395/2019

 

Αποβολή μέλους σωματείου - Φορτοεκφορτωτές - Μη είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων -.

 

Στο καταστατικό του σωματείου μπορεί να υπάρχει πρόβλεψη για τους λόγους αποβολής μέλους αυτού, το αρμόδιο για την επιβολή της όργανο, καθώς και τη διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί και ότι, εάν η περί αποβολής απόφαση είναι ελαττωματική, μπορεί να ασκηθεί κατ’ αυτής προσφυγή από το μέλος που αποβλήθηκε, εάν η αποβολή έγινε εναντίον των όρων του καταστατικού ή χωρίς να συντρέχει προς τούτο σπουδαίος λόγος. Ακύρωση αποφάσεως ΔΣ σωματείου φορτοεκφορτωτών περί διαγραφής-αποβολής μελών του λόγω μη είσπραξης αχθοφορικών δικαιωμάτων από τους επιβάτες εσωτερικού. Δικαστική επιδίωξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού. Οι προβληθείσες αιτιάσεις δεν συνιστούν λόγους διαγραφής προβλεπόμενες από το καταστατικό του σωματείου.

 

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου,  εκ μέρους του Δικηγορικού Συλλόγου Πατρών).

 

 

 

Αριθμός απόφασης 395/2019

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ

 

Αποτελούμενο από τον Δικαστή Παναγιώτη Κατσικερό, Εφέτη και την Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 10-1-2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :

 

του εκκαλούντος σωματείου με την επωνυμία «ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΤΩΝ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΑΤΡΩΝ "Ο ΗΡΑΚΛΗΣ"», εδρεύοντος στην Πάτρα και νομίμως εκπροσωπούμενου, που παραστάθηκε διά των πληρεξούσιων δικηγόρων του, Γεωργίου Βγενόπουλου (Δ.Σ. Πατρών) και Σπυριδούλας Γεωργοπούλου (Δ.Σ. Αθηνών), με δήλωση τους που καταχωρήθηκε στα πρακτικά

 

των εφεσίβλητων [1] ... και [3] ... οι οποίοι παραστάθηκαν μετά των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, Παναγιώτας Κωνσταντίνου (Δ.Σ. Αιγίου) και Ανδρέα Ρέγκλη (Δ.Σ. Πατρών).

 

Οι αρχικώς αιτούντες και ήδη εφεσίβλητοι άσκησαν την από 22-3-2017 (αρ. κατάθεσης ./22-3-2017) αίτηση - προσφυγή τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών.

 

Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών, δικάζον με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, εξέδωσε την υπ. αρ. 1362/2017 απόφαση του, με την οποία έκανε δεκτή την αίτηση ως προς το πρώτο καθ' ου η αίτηση - εκκαλούν.

 

Την απόφαση αυτή προσβάλλει το πρώτο καθ' ου η αίτηση - εκκαλούν, με την από 11-12-2017 (αρ. κατάθεσης ./11-12-2017) έφεση του ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που προσδιορίστηκε για την παρούσα δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.

 

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Από τη διάταξη του άρθρου 88 Α.Κ., που ορίζει ότι «Αποβολή μέλους (σωματείου) επιτρέπεται 1. στις περιπτώσεις που προβλέπει το καταστατικό 2. αν υπάρχει σπουδαίος λόγος και το αποφασίσει η γενική συνέλευση. Το μέλος που έχει αποβληθεί έχει το δικαίωμα να προσφύγει στον Πρόεδρο των Πρωτοδικών μέσα σε δύο μήνες αφότου του γνωστοποιήθηκε η απόφαση, αν η αποβολή έγινε αντίθετα προς τους όρους του καταστατικού ή αν δεν υπήρχαν σπουδαίοι λόγοι για την αποβολή του», σε συνδυασμό με τα άρθρα 78 και 80 Α.Κ., προκύπτει ότι στο καταστατικό του σωματείου μπορεί να υπάρχει πρόβλεψη για τους λόγους αποβολής μέλους αυτού, το αρμόδιο για την επιβολή της όργανο, καθώς και τη διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί και ότι, εάν η περί αποβολής απόφαση είναι ελαττωματική, μπορεί να ασκηθεί κατ' αυτής προσφυγή από το μέλος που αποβλήθηκε, εάν η αποβολή έγινε εναντίον των όρων του καταστατικού ή χωρίς να συντρέχει προς τούτο σπουδαίος λόγος. Η ως άνω προσφυγή, παρότι δεν αφορά γνήσια υπόθεση ασφαλιστικών μέτρων, αλλά αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας καθόσον στη σχετική δίκη δεν ρυθμίζεται προσωρινά, αλλά τέμνεται οριστικώς η διαφορά, εν τούτοις για λόγους ταχύτητας εκδικάζεται από το Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του σωματείου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τα άρθρα 3 παρ. 2 Ε.σ.Ν.Κ.Πολ.Δ. συνδ. 682 επ. Κ.Πολ.Δ. επομένως για το βαθμό δικανικής πεποίθησης του δικαστηρίου αρκεί πιθανολόγηση των ισχυρισμών των διαδίκων (άρθρο 690 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.), παρέχεται όμως η δυνατότητα άσκησης ενδίκων μέσων (έφεσης και αναίρεσης), μη εφαρμοζόμενης της διάταξης του άρθρου 699 Κ.Πολ.Δ. που αποκλείει τα ένδικα μέσα στις γνήσιες υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων (για όλα τα παραπάνω βλ. σχετ. Α.Π. 1400/2012, δημ. ΝΟΜΟΣ - Α.Π. 490/2001, ΕλλΔνη 2002, σ. 459 - Εφ.ΑΘ. 5589/2000, ΕλλΔνη 2001, σ. 1421 - Κράνης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Νομολ.Κ.Πολ.Δ., εισαγ. παρατ. άρθρων 682 έως 738, αρ. 15 και άρθρο 699 αρ. 4 - Απ. Γεωργιάδης Γενικές αρχές αστικού δικαίου, εκδ. 1996, σ. 114 - Βαθρακοκοίλης ΕΡΝΟΜΑΚ, τ. Α. / Γενικές Αρχές όρθρο 88 αρ. 12 και 24 - Κρητικός σε Γεωργιάδη / Σταθόπουλου Ερμ.Α.Κ., άρθρο 88 αρ. 5). Περαιτέρω, ο καθορισμός των λόγων αποβολής μέλους στο καταστατικό του σωματείου είναι αποκλειστικός και περιοριστικός ενώ η άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας επί των μελών του σωματείου υπόκειται στο δικαστικό έλεγχο και το δικαστήριο έχει εξουσία να κρίνει και ελέγξει, όχι μόνο το τύποις σύμφωνο της αποφάσεως προς τους όρους του νόμου και του καταστατικού, αλλά και το κατ' ουσίαν βάσιμο των προβληθέντων προς αιτιολόγηση της αποβολής λόγων, εκ των οποίων, μη αληθευόντων μερικών ή και μη συγκεντρούντων, κατ' ορθό νομικό χαρακτηρισμό, τα στοιχεία των αντίστοιχων λόγων που προβλέπονται στο καταστατικό, οφείλει να κηρύξει άκυρη τη σχετική πράξη (Α.Π. 814/1973, Νο.Β. 22, σ. 323 - Κρητικός σε Γεωργιάδη / Σταθόπουλου Ερμ,Α.Κ., άρθρο 88 αρ. 2 και 3 -Βλαστός Αστικά σωματεία, συνδικαλιστικές 8ι εργοδοτικές οργανώσεις και συνεταιρισμοί, εκδ. δ' 2002, σ. 192 - Βαθρακοκοίλης ΕΡΝΟΜΑΚ, τ. Α. / Γενικές Αρχές άρθρο 88 αρ. 8 και 16). Πλέον τούτων, η απόφαση του σωματειακού οργάνου περί αποβολής μέλους πρέπει να είναι αιτιολογημένη, ήτοι να μνημονεύει τα γεγονότα εκ των οποίων, κατά τη κρίση του, συνάγεται ο δικαιολογών τον αποκλεισμό κατά το καταστατικό λόγος να εκδοθεί δε μετά προηγούμενη γνωστοποίηση στον αποβληθέντα του συγκεκριμένου λόγου, για τον οποίο πρόκειται να αποβληθεί, με κλήση του προς απολογία, η διατύπωση δε αυτή, ακόμη και εάν το καταστατικό σιωπά, πρέπει να θεωρηθεί πάντοτε υπονοούμενη και απαραίτητη, ως αναγόμενη στη δημόσια τάξη (βλ. Πολ.Πρ.Σπαρτ. 62/1989, Αρμ. 1989, σ. 958). Τέλος αν η απόφαση για την αποβολή μέλους ακυρωθεί τελεσίδικα, επέρχεται αυτοδίκαια αποκατάσταση της ιδιότητας Tou μέλους και των δικαιωμάτων που συνάπτονται με αυτήν (βλ. Βαθρακοίλης ΕΡΝΟΜΑΚ, τ. Α. / Γενικές Αρχές, άρθρο 88 αρ. 17).

 

Η κρινόμενη έφεση, στρεφόμενη κατά της υπ. αρ. 1362/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων), με την οποία έγινε δεκτή αίτηση των εφεσίβλητων κατά του πρώτου καθ' ου η αίτηση - εκκαλούντος σωματείου (απορρίφθηκε δε ως προς τους λοιπούς καθ' ων η αίτηση, μέλη της διοίκησης του), για ακύρωση απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) αυτού, περί αποβολής - διαγραφής των εφεσίβλητων από μέλη του σωματείου, ασκήθηκε νομότυπα (με την καταβολή του προβλεπόμενου από το άρθρο 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. παραβόλου) και εμπρόθεσμα κατ' άρθρα 495 παρ. 1 - 2 και 518 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., με κατάθεση της στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου την 11-12-2017, ήτοι εντός 30 ημερών από την επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης στον εκκαλούντα (βλ. την υπ. αρ. ./14-11-2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Πατρών, ...), εισάγεται αρμοδίως στο παρόν Δικαστήριο (άρθρο 19 Κ.Πολ.Δ.) και εκδικάζεται με την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, που τηρήθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (βλ. σχετ. Μαργαρίτης σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Κ.Πολ.Δ., άρθρο 524 αρ. 4), επομένως πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).

 

Από την χωρίς όρκο εξέταση του προέδρου Δ.Σ. του πρώτου καθ' ου η αίτηση -εκκαλούντος ενώπιων του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και τα έγγραφα που νομίμως επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται [α] οι εκδοθείσες σε άλλες δίκες υπ. αρ. 184/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, υπ. αρ. 283/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πατρών, υπ. αρ. 270/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών (τακτικής διαδικασίας), υπ. αρ. 100/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (ειδικής διαδικασίας), υπ. αρ. 906/2015 και 1029/2018 αποφάσεις του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) και υπ. αρ. 17/2018 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πατρών (τακτικής διαδικασίας), [β] τα υπ. αρ. 100/2008 πρακτικά συνεδρίασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (ειδικής διαδικασίας) με τις εκεί περιεχόμενες ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ... και τα υπ. αρ. 17/2018 πρακτικά συνεδρίασης του Ειρηνοδικείου Πατρών με τις εκεί περιεχόμενες ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων ... και [γ] οι υπ. αρ. ./27-3-2017 και ./2-3-2018 ένορκες βεβαιώσεις του ... ενώπιον της συμβολαιογράφου Πατρών ..., δοθείσες σε παλαιότερες δίκες μεταξύ των ίδιων διαδίκων, που λαμβάνονται υπόψη ως δικαστικά τεκμήρια κατ' άρθρο 339 Κ.Πολ.Δ. : βλ. Φαλτσή, Δίκαιο απόδειξης, σ. 234 και 235 - Βαθρακοκοίλης Κωδ.Πολ.Δικ., άρθρο 321 αρ. 19 και 65, άρθρο 336 αρ. 23, 24, 29 και 68 και άρθρο 339 αρ. 59 - Τεντές σε Κεραμέα / Κονδύλη / Νίκα, Ερμ.Νομολ.Κ.Πολ.Δ., άρθρο 339 αρ. 11), πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα : Οι αιτούντες - εφεσίβλητοι είναι φορτοεκφορτωτές στον λιμένα Πατρών, εφοδιασμένοι με τη νόμιμη άδεια άσκησης επαγγέλματος (βιβλιάριο επαγγελματικής ταυτότητας) από την αρμόδια Επιτροπή Ρύθμισης Φορτοεκφορτώσεων Λιμένος Πατρών (Ε.Ρ.Λ.Φ.Π.), καθώς και μέλη του πρώτου καθ' ου η αίτηση - εκκαλούντος σωματείου με την επωνυμία «ΣΩΜΑΤΕΙΟ ΦΟΡΤΟΕΚΦΟΡΤΩΤΩΝ ΛΙΜΕΝΟΣ ΠΑΤΡΩΝ "Ο ΗΡΑΚΛΗΣ"», που συνεστήθη με την υπ. αρ. 424/1945 απόφαση του Πρωτοδικείου Πατρών. Όπως προβλέπει το ισχύον κατά τον κρίσιμο χρόνο καταστατικό του εν λόγω σωματείου (μετά την τροποποίηση του με την υπ. αρ. 91/2014 διάταξη του Ειρηνοδίκη Πατρών, που καταχωρήθηκε με αυξ. αρ. ./16-10-2014 στα οικεία βιβλία του Πρωτοδικείου Πατρών) σκοποί του είναι «η εκτέλεση πάσης μορφής φορτοεκφορτώσεων σε όλη την έκταση της λιμενικής ζώνης Λιμένος Πατρών, η προάσπιση και επιδίωξη των επαγγελματικών, οικονομικών, ασφαλιστικών και κοινωνικών συμφερόντων των μελών του» (άρθρο 2 καταστατικού), την εκπλήρωση των οποίων σκοπών επιδιώκει, μεταξύ άλλων, «δια της αναπτύξεως στενών δεσμών αλληλεγγύης και συναδελφοσύνης μεταξύ των μελών αυτού» (άρθρο 3 περ. β' καταστατικού) και «δια της αναφοράς στις διοικητικές και άλλες αρχές για κάθε ζήτημα που αφορά τους σκοπούς του και γενικά τα συμφέροντα των μελών του» (άρθρο 3 περ. η' καταστατικού), τα δε μέλη υποχρεούνται «να πειθαρχούν στις διατάξεις του Καταστατικού και στις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και της Διοικήσεως» (άρθρο 6 περ. β' καταστατικού), ενώ τέλος «Διαγράφεται του Σωματείου δι' ητιολογημένης αποφάσεως του Δ.Σ. κάθε μέλος το οποίο ... β) παραβαίνει το Καταστατικόν, απειθαρχεί εις τας αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων και της Διοικήσεως προβαίνει εις πράξεις αντιβαίνουσας εις τον σκοπόν και τα συμφέροντα του Σωματείου και δια της εν γένει διαγωγής του και δράσεως του ..., παραβλάπτει τα συμφέροντα της τάξεως του ...» (άρθρο 9 παρ. 1 β7 καταστατικού). με την από 14-3-2015 απόφαση της έκτακτης Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) του εκκαλούντος σωματείου διαγράφηκαν από μέλη του οι εφεσίβλητοι, απόφαση που ακυρώθηκε τελεσίδικα με την υπ. αρ. 283/2016 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πατρών, η οποία απέρριψε την έφεση του σωματείου κατά της υπ. αρ. 906/2015 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, που είχε δεχθεί σχετική αίτηση των διαγραφέντων μελών. Μετά την δημοσίευση της ως άνω τελεσίδικης δικαστικής απόφασης στις 14-12-2016, το Δ.Σ. του εκκαλούντος συνήλθε εκτάκτως την 19-12-2016 και αποφάσισε ομόφωνα να καλέσει τους εφεσίβλητους σε απολογία για επανειλημμένη παραβίαση του καταστατικού του σωματείου. Στις 29-12-2016 επιδόθηκε με δικαστικό επιμελητή σε έκαστο των εφεσίβλητων η από 27-12-2016 κλήση σε απολογία, που ενσωματώνει την ανωτέρω απόφαση Δ.Σ., με το ακόλουθο περιεχόμενο : «... Επειδή τα μέλη ... παραβίασαν πολλές φορές τις διατάξεις του άρθρου 9 περίπτωση Β σε συνδυασμό με άρθρο 3 και ειδικώς περίπτωση Β και Η και άρθρο 6 περίπτωση Β, πρέπει να κληθούν σε απολογία για τις ακόλουθες πράξεις τους : 1) Ασκησαν αυτοτελώς με αντίθεση των αποφάσεων του Δ.Σ. και χωρίς να ενημερώσουν το Σωματείο, αγωγή το 2006 κατά των ναυτικών πρακτόρων των Πατρών και ζητούσαν την αναγνώριση και καταβολή αμοιβής αχθοφορικών δικαιωμάτων επί των αποσκευών των επιβατών πλοίων, που εκτελούσαν δρομολόγια ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ, επιβαλλόμενο εις τα εισιτήρια που εξέδιδαν οι εναγόμενοι πράκτορες εμπλέκοντας το Σωματείο, το οποίο είχε σαφή αντίθετη θέση και ενεργούντες και για λογαριασμό του Σωματείου ως προς την τυχόν ευδοκίμηση της αγωγής. Οι άνω πράκτορες ως εναγόμενοι προσεπικάλεσαν το σωματείο να παρέμβει στην άνω δίκη προς υποστήριξη των εναγόμενων και το σωματείο απέφυγε να πάρει θέση είτε υπέρ αυτών είτε υπέρ των εναγόντων - μελών. Η εκδοθείσα το έτος 2000 απόφαση (αριθμός 100/09 Μον. Πρωτ. Πατρών) απέρριψε το βασικό αίτημα των εναγόντων - μελών ως αβάσιμο στην ουσία του και παρέπεμψε το αίτημα της αγωγής για αδικοπραξία στο αρμόδιο δικαστήριο. Πραγματοποιήθηκε νέα εκδίκαση και πάλι με την εμπλοκή του Σωματείου, που δεν συμμετείχε. Εξεδόθη το 2014 η με αριθμό 270/2014 απόφαση Πολ. Πρωτ. Πατρών που απέρριψε κατ' ουσία και πάλι την αγωγή. Στην απόφαση αυτή έκαναν έφεση οι ενάγοντες, εμπλέκοντας και πάλι το σωματείο, αλλά γνωρίζουν ότι με τον Ν. 3978/2011 (άρθρο 11 β - παρ. 2-3) επήλθε η κατάργηση των αχθοφορικών δικαιωμάτων γενικώς πράγμα που είχε ως συνέπεια την απώλεια εισοδήματος από το σωματείο αλλά συνέχισαν την δίκη και εξεδόθη η με αριθμό 184/2015 απόφαση του Εφετείου Πατρών τον Ιούνιο 2015 και απέρριψε την ουσία της αγωγής τους. Η ως άνω κατάργηση των αχθοφορικών δικαιωμάτων γενικώς προκλήθηκε από την πλευρά των πλοιοκτητών λόγω της άνω δίκης οι ναυτιλιακοί πράκτορες σχολίαζαν δημοσίως ότι η ενέργεια των μελών - εναγόντων οφείλετο σε "συνεννόηση" των μελών αυτών με το σωματείο και έτσι διαταράχθηκαν οι σχέσεις με ζημία υλική και ηθική του Σωματείου. ... 2) Παρ' όλον ότι η απόφαση του Μον.Πρωτ.Πατρών επί της πρώτης απόφασης για διαγραφή του, είχε εκδοθεί στις 24/8/15 με αριθμό 906/15, τα μέλη χωρίς να αναμείνουν την έκδοση και της πρωτοδίκου και της εφετειακής υπέβαλαν εναντίον των μελών του Δ.Σ. (όλων) μήνυση την 29-5-2015, με δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής για τα αδικήματα της συκοφαντικής δυσφήμησης και εξύβρισης με βάση το κείμενο της κλήσης προς απολογία, ενώ η απόφαση κυρώθηκε κατά την συνεδρίαση της Γ.Σ. με πλειοψηφία 13-1. Έτσι απέδειξαν την εναντίον του Δ.Σ. εχθρική συμπεριφορά τους ως αντεκδίκαση στην εισήγηση του Δ.Σ. για διαγραφή και εκφοβισμό των μελών του, χωρίς να προτείνουν κανένα μάρτυρα ή να προσκομίσουν έγγραφα και γνωρίζοντας ότι η απόφαση του Δ.Σ. τέθηκε υπό δικαστική κρίση, που δεν στοιχειοθετεί τα αδικήματα. Παράλληλα κατέθεσαν προσωπικά στα μέλη του σωματείου (και όχι και στο σωματείο) την από 28-5-15 αγωγή τους για αποζημίωση ποσού 10.000 ευρώ από κάθε έναν των μελών του Δ.Σ., γνωρίζοντας ότι με το αίτημα αυτό βλάπτουν και το ταμείο του Σωματείου εις βάρος των λοιπών συναδέλφων τους αφού τυχόν ευδοκίμηση της αγωγής θα επιβάρυνε το σωματείο μόνο, ενόσω το Δ.Σ. ενεργούσε δια λογαριασμό του σωματείου. 3) Συμμετείχαν στην κατάθεση μηνυτήριας αναφοράς με άλλους συναδέλφους των διαφορετικών σωματείων από το δικό μας στρεφόμενης κατά του Προέδρου ..., ως εκπροσώπου του Σωματείου, του Λιμενάρχη, του εκπροσώπου των Ναυτικών πρακτόρων και ΠΑΝΤΟΣ ΥΠΑΙΤΙΟΥ, με αίτημα της αναφοράς που κατετέθη την 14-4-2016, υποστηρίζοντας ότι είναι μέλη μας χωρίς να έχει κριθεί τελεσίδικα η διαγραφή τους, να ερευνηθεί αν διεπράχθησαν ποινική αδικήματα από τα αναφερόμενα πρόσωπα και κάθε άλλον, με αιτία να προσβάλουν απόφαση του αρμοδίου οργάνου που είναι το Κεφάλαιο Αποζημίωσης Φορτοεκφορτωτών (Κ.Α.Φ.) ως προς τον τρόπο διανομής των αποθεματικών του ταμείου, τα πρόσωπα που έπρεπε να το λάβουν από τους έχοντες δικαίωμα συναδέλφους τους. Με την ενέργεια αυτή, επεχείρησαν να ποινικoποιήσουν μία αστική αμφισβήτηση, προκειμένου να εκβιάσουν τους εμπλεκόμενους να ασπασθούν την δική τους άποψη, που ήταν μειοψηφία και επέδειξαν καταφρόνηση προς συναδέλφους τους. 4) Τα μέλη του Δ.Σ. στις υπ. αριθμ. 3 και 4 περιπτώσεις κλήθηκαν σε παροχή εξηγήσεων άρθρου 31 Κ.Πολ.Δικ. και αρχικώς μάρτυρες στην μηνυτήρια αναφορά, με απώλεια χρόνου εργασίας καταβολής εξόδων για νομική συμβουλή κ.λπ.. Με τις ανωτέρω παραβάσεις και ενέργειες των άνω μελών, καθίσταται πλέον αδύνατη η συνεργασία των μελών με το σωματείο, διασπασθείσας κάθε ψυχικής και συνεργατικής έκφρασης με την Διοίκηση και τα λοιπά μέλη, χωρίς ζημία δική τους αφού το επάγγελμα απελευθερώθηκε ολοσχερώς και ο κάθε ένας φορτοεκφορτωτής δύναται να εργασθεί ελευθέρως χωρίς να είναι μέλος Σωματείου οποιουδήποτε λιμανιού. ...». Αφού έλαβε υπόψη τις από 16-1-2017 απολογίες των εφεσίβλητων, το Δ.Σ. του εκκαλούντος συνεδρίασε εκτάκτως στις 20-1-2017, οπότε, κρίνοντας βάσιμες τις κατηγορίες που περιέχονταν στην από 27-12-2016 κλήση σε απολογία, έλαβε ομόφωνα απόφαση για διαγραφή των εφεσίβλητων από μέλη του σωματείου. Αναφορικά με τις αιτιάσεις του εκκαλούντος σε βάρος των εφεσίβλητων, για τις οποίες οι τελευταίοι κλήθηκαν σε απολογία και διαγράφηκαν από μέλη του σωματείου, διαπιστώνονται τα ακόλουθα : [Α] Όσον αφορά το 1° σκέλος της από 27-12-2017 κλήσης σε απολογία, πράγματι οι εφεσίβλητοι άσκησαν την από 20-12-2006 (αρ. κατάθεσης ./2006) αγωγή τους κατά των ναυτικών πρακτόρων ..., ..., εταιρίας «... Ε.Π.Ε.» και εταιρίας «Πατρικά Ναυτιλιακά Πρακτορεία Α.Ε.», ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, αιτούμενοι να αναγνωρισθεί (α) ότι δικαιούνται αχθοφορικό δικαιώματα, που καθορίζονται με σχετική Κοινή Υπουργική Απόφαση (Κ.Υ.Α.), ήτοι αμοιβή για τις αχθοφορικές εργασίες μεταφοράς συνήθων αποσκευών 1 τεμαχίου βάρους έως 25 κιλών ανά επιβάτη, οι οποίες διενεργούνται εντός λιμένος Πατρών, για τους επιβάτες των Ε/Γ - Ο/Γ πλοίων που εκτελούν δρομολόγια εσωτερικού και (β) ότι οι εναγόμενοι υποχρεούνται i) να εισπράττουν τα αχθοφορικά δικαιώματα για λογαριασμό αυτών (εναγόντων) και ii) να τους καταβάλουν τα ειδικότερα αναφερόμενα στην αγωγή ποσά αχθοφορικών δικαιωμάτων για το διάστημα 1/1/2001 - 31/11/2006 και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης εξ' αδικοπραξίας. Η αγωγή συνεκδικάσθηκε με την από 3-3-2008 (αρ. κατάθεσης 1037/2008) προσεπίκληση - ανακοίνωση δίκης - παρεμπίπτουσα αγωγή των εναγόμενων κατά του εκκαλούντος σωματείου (το οποίο δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο) και των ακτοπλοϊκών εταιριών «ΓΡΑΜΜΕΣ ... ΝΑΥΠΛΙΑΚΗ Α.Ε.», «ΑΝΕΚ LINES Α.Ε.» και «ΜΙΝΟΑΝ LINES Α.Ε.». Επ' αυτών εκδόθηκε η υπ. αρ. 100/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών (ειδικής διαδικασίας), η οποία α) απέρριψε την αγωγή ως προς την κύρια βάση της εκ της σύμβασης εργασίας μεταξύ ενάγοντων (φορτοεκφορτωτών) και εναγόμενων (ναυτικών πρακτόρων), ελλείψει παθητικής νομιμοποίησης των τελευταίων, με το σκεπτικό ότι οι ενάγοντες συνδέονται με (αναγκαστική) σύμβαση εργασίας μόνον με τον κύριο των φορτοεκφορτωνόμενων πραγμάτων, ιδιώτη ή επιχείρηση, κι όχι με τους ναυτικούς πράκτορες και β) παρέπεμψε την αγωγή ως προς την επικουρική βάση της εξ' αδικοπραξίας, καθώς και την προσεπίκληση - ανακοίνωση δίκης - παρεμπίπτουσα αγωγή, για να δικασθούν με την τακτική διαδικασία, σε άλλη συνεδρίαση του ίδιου Δικαστηρίου. Μετά από κλήση των εναγόντων, οι ανωτέρω κύρια αγωγή ως προς την επικουρική βάση της και προσεπίκληση - ανακοίνωση δίκης - παρεμπίπτουσα αγωγή εισήχθησαν για συζήτηση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πατρών, όπου συνεκδικάσθηκαν με τις από 27-9-2011 (αρ. κατάθεσης ./2011) και 17-10-2011 (αρ. κατάθεσης ./2011) πρόσθετες παρεμβάσεις των εταιριών «ΓΡΑΜΜΕΣ ... ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ Α.Ε.» και «ΜΙΝΟΑΝ LINES Α.Ε.» υπέρ των εναγόμενων και κατά των εναγόντων. Επ' αυτών εκδόθηκε η υπ. αρ. 270/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών (τακτικής διαδικασίας), η οποία, δικάζοντας ερήμην του προσεπικαλούμενου - παρεμπιπτόντως εναγόμενου σωματείου και αντιμωλία των λοιπών διαδίκων, απέρριψε την αγωγή ως προς την επικουρική βάση της εξ' αδικοπραξίας, ως μη νόμιμη, κατόπιν δε αυτού, απέρριψε την προσεπίκληση - ανακοίνωση δίκης - παρεμπίπτουσα αγωγή και τις πρόσθετες παρεμβάσεις. Τις ανωτέρω υπ. αρ. 100/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών και υπ. αρ. 270/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών προσέβαλαν οι ενάγοντες με την από 6-10-2014 (αρ. κατάθεσης ./2014) έφεση τους ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, το οποίο με την υπ. αρ. 184/2015 απόφαση του α) απέρριψε ως απαράδεκτη την έφεση κατά του ανωτέρω σωματείου, διότι δεν απέκτησε την ιδιότητα του διαδίκου στην πρωτοβάθμια δίκη, καθώς δεν άσκησε πρόσθετη παρέμβαση, ούτε καν παραστάθηκε σ' αυτήν, β) δέχθηκε τυπικά και εν μέρει (δηλαδή όχι ως προς την διάταξη της υπ. αρ. 100/2009 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών περί απόρριψης της κύριας βάσης της αγωγής εκ συμβάσεως εργασίας) κατ' ουσίαν την έφεση ως προς τους λοιπούς εφεσίβλητους και γ) εξαφάνισε την υπ. αρ. 270/2014 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πατρών, ως προς τη διάταξη της περί απόρριψης της επικουρικής βάσης της αγωγής εξ' αδικοπραξίας, κρίνοντας την ως νόμιμη, απέρριψε όμως αυτήν ως κατ' ουσίαν αβάσιμη.

 

Στην ανωτέρω κρίση της η υπ. αρ. 184/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών κατέληξε με βάση το ακόλουθο, ορθό κατά την κρίση και του παρόντος Δικαστηρίου, σκεπτικό : Η προβλέπουσα τα αχθοφορικά δικαιώματα Κ.Υ.Α. 10234/2000, λόγω της ασάφειας της δημιούργησε όχι μόνον ερμηνευτικά αλλά και πρακτικά προβλήματα, με αποτέλεσμα να εφαρμοσθεί σε ελάχιστους λιμένες της χώρας (Ηράκλειο Κρήτης Μήλος Τήνος), όπου τα αχθοφορικά δικαιώματα ενσωματώνονταν στη τιμή εισιτηρίου των ακτοπλοϊκών δρομολογίων εσωτερικού ανεξαρτήτως του εάν οι επιβάτες κατείχαν ή όχι αποσκευές ενώ η ανωτέρω Κ.Υ.Α. αφορούσε μόνον τους επιβάτες κατόχους αποσκευών, καθορίζοντας βάσει του βάρους αυτών, τα αχθοφορικά δικαιώματα. Περαιτέρω, προέκυπτε και το πρακτικό ζήτημα του χρόνου ζύγισης των αποσκευών, καθόσον η εν λόγω Κ.Υ.Α. καθόριζε την είσπραξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων με την έκδοση του εισιτηρίου, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ότι πολλοί επιβάτες εξέδιδαν τα εισιτήρια σε χρόνο προγενέστερο της ημερομηνίας επιβίβασης τους στα πλοία. Οι ανωτέρω ερμηνευτικές και πρακτικές δυσχέρειες είχαν ως αποτέλεσμα να μην εφαρμόζεται η Κ.Υ.Α. 10234/2000 στο λιμένα Πατρών (όπως και στους περισσότερους λιμένες της χώρας), ενώ την εφαρμογή της δεν είχε ζητήσει ούτε το εκκαλούν σωματείο από τους εναγόμενους και γενικά το σύνολο των ναυτικών πρακτορείων των Πατρών. Και τούτο διότι, το εν λόγω σωματείο αναγνώριζε τις ανωτέρω δυσχέρειες και δεν ήθελε, με τη διεκδίκηση ενός αμφισβητούμενου δικαιώματος να θέσει σε κίνδυνο την επιβληθείσα πρακτική είσπραξης αχθοφορικού δικαιώματος από όλους τους επιβάτες που ταξίδευαν στο εξωτερικό, ανεξαρτήτως αν μετέφεραν ή όχι αποσκευές. Επιπροσθέτως, το εκκαλούν δεν μερίμνησε για τον εφοδιασμό των ναυτικών πρακτόρων με έντυπες αποδείξεις θεωρημένες από την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. (κάτι που έπραξε για πρώτη φορά την 5-1-2006 και μόνο για τους εναγόμενους της προαναφερόμενης αγωγής), οι οποίες κατά την ανωτέρω Κ.Υ.Α. έπρεπε να προσαρτώνται στο εισιτήριο, με αποτέλεσμα και εξ' αυτού του λόγου να είναι αδύνατη η είσπραξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων. Από την πρακτική του σωματείου, για μη διεκδίκηση αχθοφορικών δικαιωμάτων επί των εισιτηρίων επιβατών εσωτερικού, διαφοροποιήθηκαν οι εφεσίβλητοι, το πρώτον με την υπ. αρ. πρωτ. ./16-5-2005 αίτηση - υπόμνημα τους προς την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π., ζητώντας να μεριμνήσει για την είσπραξη, από τους κατά νόμο υπεύθυνους των αχθοφορικών δικαιωμάτων από όλους τους επιβάτες εσωτερικού, ανεξαρτήτως αν μετέφεραν αποσκευές. Το παραπάνω αίτημα διαβίβασε η Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. την 3-6-2005 στο Σύλλογο Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών και την Ένωση Ναυτικών Πρακτόρων, ενώ ακολούθως τους ζήτησε, με το υπ. αρ. πρωτ. ./7-10-2005 έγγραφο της «να φροντίσουν το συντομότερο δυνατόν για την εκτέλεση της υπ. αριθ. ./2000 Κοινής Υπουργικής Αποφάσεως και την είσπραξη και απόδοση στο Σύλλογο Φορτοεκφορτωτών για αχθοφορικές εργασίες των φορτοεκφορτωτικών δικαιωμάτων για τις γραμμές εσωτερικού». Συγχρόνως η Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. απέστειλε το υπ. αρ. ./16-11-2005 έγγραφο της στο εκκαλούν σωματείο, καλώντας το να της γνωρίσει εγγράφως εάν εισπράττει αχθοφορικά δικαιώματα για τις γραμμές εσωτερικού, το δε σωματείο με το από 18-11-2005 έγγραφο του της απάντησε αρνητικά. Ο Σύλλογος Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών απέστειλε το από 28-11-2005 έγγραφα του προς τον Πρόεδρο της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π., Λιμενάρχη Πατρών, ζητώντας «να του γνωρίσει την πλήρη διαδικασία, ώστε να ενημερώσει αντίστοιχα τα μέλη του, για να αρχίσουν την είσπραξη και στη συνέχεια απόδοση των αχθοφορικών δικαιωμάτων στις γραμμές εσωτερικού», εν όψει των προαναφερόμενων δυσχερειών εφαρμογής της Κ.Υ.Α. 10234/2000. Στις 26-1-2006 η εταιρία «. FERRIES» απέστειλε στον Πρόεδρο της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. το από 19-1-2006 έγγραφο της ζητώντας τις απαραίτητες οδηγίες και διευκρινίσεις για την εφαρμογή της προλεχθείσας Κ.Υ.Α. και την είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού, από το ναυτικό πράκτορα της, για το Ε/Γ - Ο/Γ πλοίο «ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ» που αυτή εκμεταλλευόταν. Εξάλλου έγγραφο ιδίου περιεχομένου απέστειλε στον Πρόεδρο της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. και ο Σύλλογος Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών (υπ. αρ. πρωτ. ./26-1-2006), ενώ στις 5-1-2006 και 18-1-2006 η εταιρία «. FERRIES» είχε αποστείλει άλλα έγγραφα στον Πρόεδρο της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π., ενημερώνοντας την ότι στις 5-1-2006 παρέλαβε από την διευθύντρια του Κ.Α.Φ. 10 μπλοκ αποδείξεων αχθοφορικών δικαιωμάτων και ζητούσε σαφείς οδηγίες - εντολές από αυτόν για την έναρξη είσπραξης των αχθοφορικών δικαιωμάτων. Επί των ανωτέρω τεθέντων σε αυτόν ερωτημάτων ο Πρόεδρος της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. απέστειλε προς την εταιρία «. FERRIES» το υπ. αρ. πρωτ. ./19-1-2006 έγγραφο του, κοινοποιώντας το και στο εκκαλούν σωματείο, τον Σύλλογο Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών και την Ένωση Ναυτικών Πρακτόρων, όπου ανέφερε κατά τρόπο γενικό, ότι η Κ.Υ.Α. 10234/2000 καθορίζει τους υπεύθυνους είσπραξης και ρυθμίζει τα θέματα που αφορούν τον τρόπο είσπραξης και απόδοσης των αχθοφορικών δικαιωμάτων. Συγχρόνως όμως, ο Πρόεδρος της Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. απέστειλε το υπ. αρ. πρωτ. ./26-1-2006 έγγραφο του για παροχή διευκρινίσεων επί της ανωτέρω Κ.Υ.Α. στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, το οποίο απάντησε με το υπ. αρ. πρωτ. Φ6/10462/6-2-2006 έγγραφο του, ότι η ανωτέρω Κ.Υ.Α. ισχύει για τις γραμμές εσωτερικού και εξωτερικού - αφού δεν γίνεται σ' αυτήν καμία διάκριση ή εξαίρεση - και ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να εισπραχθεί αμοιβή για αχθοφορικές εργασίες είναι η μεταφορά αποσκευών. Το εκκαλούν σωματείο, με το υπ. αρ. ./21-3-2006 έγγραφό του προς την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. και τον Σύλλογο Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών, εξέθετε την άποψη του, να μην εισπράττουν οι ναυτικοί πράκτορες του λιμένος Πατρών αχθοφορικά δικαιώματα εσωτερικού, μέχρις ότου ευοδωθούν οι ενέργειες της Ομοσπονδίας Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος (της οποίας το σωματείο αυτό ήταν μέλος) για την ένταξη του αχθοφορικού δικαιώματος στην τιμή του εισιτηρίου, ενώ επίσης τους ενημέρωνε ότι ήταν αντίθετο με οποιαδήποτε άλλη ενέργεια πραγματοποιείται επί του ζητήματος αυτού (εννοώντας τους τότε ενάγοντες και ήδη αιτούντες - εφεσίβλητους). Στις 23-3-2006 η Ομοσπονδία Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος απέστειλε στο Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας το υπ. αρ. ./23-3-2006 έγγραφο της, ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με την παρ. 4 του υπ. αρ. Φ6/./6-2-2006 εγγράφου της προς την Ε.Ρ.Λ.Φ.Π. και ειδικότερα με το πότε θεμελιώνεται δικαίωμα είσπραξης των αχθοφορικών δικαιωμάτων. Το ως άνω Υπουργείο, με το υπ. αρ. ./24-3-2006 έγγραφο του, απάντησε στην εν λόγω Ομοσπονδία, ότι για την θεμελίωση είσπραξης αχθοφορικών δικαιωμάτων απαιτείται η κατοχή αποσκευών προς μεταφορά από τους επιβάτες. Οι εφεσίβλητοι, όντες αντίθετοι με την παραπάνω άποψη του Υπουργείου, απέστειλαν σ' αυτό το από 7-4-2006 υπόμνημα - ερώτημα τους διεκδικώντας την καταβολή αχθοφορικών δικαιωμάτων από όλους τους επιβάτες των Ε/Γ - Ο/Γ πλοίων εσωτερικού ανεξαρτήτως εάν αυτοί κατείχαν ή όχι αποσκευές προς μεταφορά. Εξάλλου η Ομοσπονδία Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος η Ομοσπονδία Ναυτικών Πρακτόρων Ελλάδος και ο Σύνδεσμος των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (ΗΑΤΤΑ), με υπόμνημα τους προς το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας είχαν ζητήσει, προκειμένου να ενισχυθεί το εισόδημα των φορτοεκφορτωτών και να απεμπλακούν οι ναυτικοί και τουριστικοί πράκτορες από την υποχρέωση τους να εισπράττουν αχθοφορικά δικαιώματα, να ενσωματωθούν αυτά στο εισιτήριο του επιβάτη. Οι εναγόμενοι ναυτικοί πράκτορες, αφού παρέλαβαν έντυπες αποδείξεις από την Ε.Ρ.Λ.Φ.Π. τον Ιανουάριο 2006, επιχείρησαν να εισπράξουν αχθοφορικά δικαιώματα από τους επιβάτες εσωτερικού, πλην όμως οι τελευταίοι αντιδρούσαν, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτη η είσπραξη, ενώ υπήρχαν και μεμονωμένα παράπονα επιβατών ότι, αν και αναζήτησαν αχθοφόρους για να μεταφέρουν τις αποσκευές τους στα πλοία, δεν βρήκαν τέτοιους στο λιμένα Πατρών. Κατόπιν αυτών, ο Σύνδεσμος των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (ΗΑΤΤΑ) απέστειλε την 27-6-2006 έγγραφο στον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας ζητώντας μέχρι να ενσωματωθούν αχθοφορικά δικαιώματα στα εισιτήρια εσωτερικού, να ανασταλεί άμεσα η εφαρμογή της Κ.Υ.Α. 10234/2000 και να αποσταλεί εκ μέρους του σχετική εγκύκλιος προς όλα τα Λιμεναρχεία της χώρας. Ακολούθως την 25-9-2006 στον Πειραιά, συγκλήθηκε από τον Γενικό Γραμματέα Λ.Λ.Π. του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας σύσκεψη με θέμα «Αχθοφορικά Δικαιώματα Λιμένος Πατρών», στην οποία έλαβαν μέρος εκτός του ανωτέρω Γραμματέως εκπρόσωποι του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας και του Υπουργείου Απασχόλησης ο Λιμενάρχης Πατρών και Πρόεδρος της Ε.Ρ.Λ.Φ.Π., εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος εκπρόσωποι των σωματείων φορτοεκφορτωτών λιμένων Πατρών και θήρας καθώς και οι δύο πρώτοι εναγόμενοι ναυτικοί πράκτορες της εν θέματ. από 20-12-2006 αγωγής. Στη σύσκεψη διαπιστώθηκαν οι ερμηνευτικές και πρακτικές δυσχέρειες εφαρμογής της Κ.Υ.Α. 10234/2000 και συμφωνήθηκε η αναμόρφωση της και η έκδοση ερμηνευτικής εγκυκλίου από το Υπουργείο Απασχόλησης «που θα διευκρινίζει για ποιους επιβάτες θεμελιώνεται το δικαίωμα είσπραξης αχθοφορικών δικαιωμάτων και θα αναφέρει συμπληρωματικά την υποχρέωση των ναυτικών πρακτόρων για υποβολή μηνιαίως στην οικεία Λιμενική Αρχή κατάστασης με τον αριθμό των επιβιβαζόμενων επιβατών καθώς και αριθμό των επιβατών οι οποίοι δήλωσαν κατοχή αποσκευών προς μεταφορά και κατέβαλαν αχθοφορικά δικαιώματα». Σημειωτέον ότι, έγγραφη αίτηση - αναγγελία, που είχαν υποβάλει κατ' άρθρο 37 Κ.Ποιν.Δ. οι εφεσίβλητοι προς τον Λιμενάρχη Πατρών στις 20-2-2006, ανακοινώνοντας ως αξιόποινη πράξη τη μη είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού από τους εναγόμενους ναυτικούς πράκτορες και ζητώντας να προβεί στις νόμιμες ενέργειες κατ' αυτών, τέθηκε στο αρχείο κατ' άρθρο 43 παρ. 2 Κ.Ποιν.Δ. με πράξη του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πατρών, η οποία εγκρίθηκε στις 29-5-2008 από τον Εισαγγελέα Εφετών Πατρών, καθόσον κρίθηκε αιτιολογημένα, ότι η μη εφαρμογή της Κ.Υ.Α. 10234/2000 δεν οφείλονταν σε υπαιτιότητα των ανωτέρω ναυτικών πρακτόρων, αλλά στις ερμηνευτικές και πρακτικές δυσχέρειες εφαρμογής της. Επίσης με την υπ. αρ. ./2008 απόφαση του Κεντρικού Λιμενάρχη Πατρών, απαλλάχθηκε ο ναυτικός πράκτορας ... της επιβολής διοικητικών κυρώσεων, για μη είσπραξη και απόδοση αχθοφορικών δικαιωμάτων του υπό πρακτόρευση αυτού Ε/Γ - Ο/Γ πλοίου «ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ» την 10-7-2006. Κρίνοντας λοιπόν η υπ. αρ. 184/2015 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πατρών, ότι η μη είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων από τους επιβάτες εσωτερικού, οι οποίοι ταξίδευαν με τα αναφερόμενα στην αγωγή Ε/Γ - Ο/Γ πλοία, που πρακτόρευαν οι εναγόμενοι ναυτικοί πράκτορες τα επίδικα χρονικά διαστήματα, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα (πρόθεση ή αμέλεια) αυτών, αλλά α) στις προεκτεθείσες αναλυτικά ερμηνευτικές και πρακτικές δυσχέρειες εφαρμογής της Κ.Υ.Α. 10234/2000, β) στο μη εφοδιασμό μέχρι την 5-1-2006 των εναγόμενων με έντυπες αποδείξεις θεωρημένες από την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π., που να προσαρτώνται στα εκδιδόμενα εισιτήρια και γ) στην μετά  την  ανωτέρω ημεροχρονολογία άρνηση των επιβατών πλοίων να καταβάλουν τέτοια αχθοφορικά δικαιώματα, απέρριψε ως κατ' ουσίαν αβάσιμη την από 20-12-2006 αγωγή κατά την επικουρική της βάση από αδικοπραξία, δεχόμενη επιπλέον ότι ούτε και η εκτιθέμενη στην ως άνω αγωγή ζημία των εναγόντων φορτοεκφορτωτών αποδείχθηκε, καθόσον δεν προέκυψε ο αριθμός επιβατών με αποσκευές, στους οποίους εξέδωσαν εισιτήρια οι εναγόμενοι ναυτικοί πράκτορες το επίδικο χρονικό διάστημα. Με την εν λόγω τελεσίδικη απόφαση επιλύθηκε η επί σειρά ετών αμφισβήτηση, που είχε ανακύψει μεταξύ του εκκαλούντος σωματείου και των εφεσίβλητων μελών του, αναφορικά με την είσπραξη ή μη αχθοφορικών δικαιωμάτων βάσει της Κ.Υ.Α. 10234/2000, αποτελούσε δε, μεταξύ άλλων, επί πολλά έτη σημείο τριβής στις μεταξύ τους σχέσεις. Εν όψει των παραπάνω, από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει, ότι το εκκαλούν σωματείο, δια των αρμοδίων καταστατικών οργάνων του, ήτοι της Γενικής Συνέλευσης (Γ.Σ.) ή του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) αυτού, είχε λάβει απόφαση πριν την άσκηση της από 20-12-2006 αγωγής των εφεσίβλητων μελών του, με την οποία να εκδήλωνε την αντίθεση του σε δικαστική προσφυγή κατά των ναυτικών πρακτόρων για τη μη είσπραξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων από τους επιβάτες Ε/Γ - Ο/Γ πλοίων δρομολογίων εσωτερικού. Η μοναδική, προγενέστερη της ανωτέρω αγωγής, έγγραφη τοποθέτηση του εν λόγω σωματείου για το επίμαχο ζήτημα έλαβε χώρα, όπως προελέχθη, με το υπ. αρ. πρωτ. ./21-3-2006 έγγραφο αυτού (που δεν αποτελεί όμως απόφαση Γ.Σ. ή Δ.Σ. του σωματείου) προς την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π. και τον Σύλλογο Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών, με το οποίο τους ενημέρωνε για την αντίθεση του στις προηγηθείσες εξώδικες ενέργειες των αιτούντων - εφεσίβλητων και εξέθετε την άποψη του να μην εισπράττονται αχθοφορικά δικαιώματα εσωτερικού. Πλην όμως, με το ίδιο έγγραφο, το ανωτέρω σωματείο επιφυλασσόταν σε περίπτωση ευόδωσης των ενεργειών της Ομοσπονδίας Φορτοεκφορτωτών Ελλάδος, της οποίας ήταν μέλος για την ένταξη του αχθοφορικού δικαιώματος στην τιμή του εισιτηρίου. Επίσης το ίδιο σωματείο είχε χορηγήσει την 5-1-2006, στους εναγόμενους της προαναφερόμενης αγωγής ναυτικούς πράκτορες έντυπες αποδείξεις θεωρημένες από την Ε.Ρ.Φ.Λ.Π., οι οποίες κατά την ανωτέρω Κ.Υ.Α. έπρεπε να προσαρτώνται στο εισιτήριο επιβατών εσωτερικού για την είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων. Εξάλλου, οι αιτιάσεις που αποδίδονται στους εφεσίβλητους ότι ενέπλεξαν το εκκαλούν σωματείο και ενεργούσαν για λογαριασμό του στην δίκη επί της 20-12-2006 αγωγής τους δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, καθόσον, όπως προεκτέθηκε, οι εναγόμενοι ναυτικοί πράκτορες προσεπικάλεσαν το λόγω σωματείο, χωρίς μάλιστα το τελευταίο να ασκήσει παρέμβαση ούτε καν να παρασταθεί στη δίκη, επομένως δεν κατέστη διάδικος σ' αυτήν. Αβάσιμα επίσης το ίδιο σωματείο, με την ανωτέρω κλήση σε απολογία, εγκαλεί τους εφεσίβλητους ότι εξ' αιτίας των δικαστικών ενεργειών τους καταργήθηκαν τα αχθοφορικά δικαιώματα γενικώς δηλαδή για τους επιβάτες εσωτερικού και εξωτερικού. Και τούτο επειδή τα αχθοφορικά δικαιώματα καταργήθηκαν δια νομοθετικής πρωτοβουλίας ήτοι με το άρθρο 116 παρ. 3 Ν. 3978/2011, για τον λόγο ότι, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του ίδιου νόμου, δεν συνέτρεχε πλέον ο σκοπός θέσπισης των αχθοφορικών δικαιωμάτων, στερούνται ανταποδοτικότητας και επιβαρύνουν την τιμή των εισιτηρίων με ποσό δυσαναλόγως μεγάλα προς τον αριθμό προσώπων που τα καρπώνονται, ενώ η κατάργηση τους θα συμβάλει στη μείωση των τιμών εισιτηρίων και κατά συνέπεια στην αύξηση της τουριστικής κίνησης την τόνωση του κλάδου της ακτοπλοΐας αλλά και την ενίσχυση της νησιωτικότητας και των τοπικών οικονομιών. Περαιτέρω, η αποδοθείσα μομφή κατά των εφεσίβλητων, ότι η εκ μέρους τους δικαστική επιδίωξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού αποτέλεσε αιτία διατάραξης των σχέσεων μεταξύ εκκαλούντος σωματείου και ναυτιλιακών πρακτόρων, με συνέπεια την υλική και ηθική ζημία του πρώτου, επειδή οι τελευταίοι πίστευαν, ότι οι δικαστικές ενέργειες των εφεσίβλητων έγιναν σε συνεννόηση με το εν λόγω σωματείο τους, δεν συνάγεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Αντιθέτως παρίσταται λογικά αδύνατο να είχαν σχηματίσει οι ναυτιλιακοί πράκτορες τέτοια αντίληψη, περί συνεννόησης σωματείου και εναγόντων μελών του, ενόψει α) της αποστολής από το εκκαλούν, πριν την άσκηση της 20-12-2006 αγωγής του υπ. αρ. 293/21-3-2006 εγγράφου προς τον Σύλλογο Ναυτικών Πρακτόρων Λιμένος Πατρών, όπου εξέφραζε ρητώς την αντίθεση του στις προηγηθείσες εξώδικες ενέργειες των εφεσίβλητων μελών του για είσπραξη αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού  και β) της άρνησης του  ίδιου σωματείου,  παρότι προσεπικλήθηκε, να ασκήσει παρέμβαση ή έστω να παρασταθεί στη δίκη επί της από 20-12-2006 αγωγής κατά των εναγόμενων ναυτικών πρακτόρων. Ως εκ τούτου, η από 20-1-2017 απόφαση Δ.Σ. του εκκαλούντος σωματείου περί διαγραφής των εφεσίβλητων από μέλη του, όσον αφορά το πρώτο σκέλος αυτής εκτός του ότι δεν είναι αιτιολογημένη, όπως απαιτεί ρητώς το άρθρο 9 παρ. 1 του καταστατικού του σωματείου, καθόσον δεν διαλαμβάνει πραγματικά περιστατικά, εκ των οποίων να συνάγεται λόγος που δικαιολογεί την διαγραφή κατά το καταστατικό, επιπλέον, εν όψει των προαναφερθέντων, είναι και ουσιαστικά αβάσιμη. Και τούτο επειδή, η δικαστική επιδίωξη των αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού, δεν αποτελεί λόγο διαγραφής των εφεσίβλητων από μέλη του εκκαλούντος σωματείου, σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 1 περ. β' του καταστατικού αυτού, δεδομένου ότι : [α] δεν παρέβησαν καμία από τις διατάξεις του καταστατικού, που διαλαμβάνονται στην από 27-12-2016 κλήση σε απολογία, [β] δεν υφίσταται ζήτημα μη πειθαρχίας αυτών σε αποφάσεις Γ.Σ. ή Δ.Σ. του σωματείου, αφού τέτοιες δεν υπήρξαν, για το ζήτημα των αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού, [γ] δεν προέβησαν σε ενέργειες που να αντιβαίνουν στο σκοπό και τα συμφέροντα του σωματείου ή να παραβλάπτουν τα συμφέροντα της τάξης των φορτοεκφορτωτών, εν όψει των κατωτέρω : i) η γενική κατάργηση των αχθοφορικών δικαιωμάτων οφείλεται σε νομοθετική επιλογή, κι όχι στις δικαστικές ενέργειες των εφεσίβλητων, ii) οι τελευταίοι ουδέποτε ενέπλεξαν το σωματείο στο δικαστικό αγώνα με τους ναυτιλιακούς πράκτορες, iii) η ανωτέρω δίκη δεν προκάλεσε διάρρηξη στις σχέσεις μεταξύ ναυτιλιακών πρακτόρων και σωματείου, ούτε εντεύθεν υλική και ηθική βλάβη αυτού και iv) οι εφεσίβλητοι διεκδίκησαν, δια της δικαστικής οδού, προβλεπόμενα σε Κ.Υ.Α. αχθοφορικά δικαιώματα, με την αγωγή τους τυχόν δε παραδοχή της θα αποτελούσε πρόκριμα υπέρ των λοιπών μελών του σωματείου. Ο χρόνος δε, που μεσολάβησε, από την άσκηση της αγωγής (20-12-2006), μέχρι τις κλήσεις των εφεσίβλητων σε απολογία, το πρώτον στις 3-3-2015 σχετικά με τις εξώδικες ενέργειες αυτών, ακολούθως δε την 29-12-2016 σχετικά με τις δικαστικές ενέργειες τους για διεκδίκηση αχθοφορικών δικαιωμάτων εσωτερικού, σε συνδυασμό με την ήδη γενόμενη από το έτος 2011 νομοθετική κατάργηση των αχθοφορικών δικαιωμάτων γενικώς καθιστούν καταχρηστική την διαγραφή των εφεσίβλητων από μέλη του σωματείου.

 

[Β] Η προσβαλλόμενη από 20-1-2017 απόφαση Δ.Σ. περί διαγραφής των εφεσίβλητων από μέλη του εκκαλούντος σωματείου, με την οποία κρίθηκε βάσιμη η κατηγορία που διαλαμβάνει το 2° σκέλος της από 27-12-2006 κλήσης σε απολογία, είναι αναιτιολόγητη, καθόσον δεν διαλαμβάνει πραγματικά περιστατικά, εκ των οποίων να συνάγεται ο λόγος που δικαιολογεί την διαγραφή κατά το καταστατικό. Ειδικότερα, δεν αναφέρονται γεγονότα, από τα οποία να προκύπτει ότι η προσφυγή των εφεσίβλητων στη δικαιοσύνη α) με την από 25-5-2015 μήνυση με δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής υποβληθείσα ενώπιον του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Πατρών την 29-5-2015, κατά των μελών του Δ.Σ. του σωματείου για συκοφαντική δυσφήμηση και εξύβριση και β) με την από 23-5-2015 (αρ. κατάθεσης ./28-5-2015) αγωγή ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών με αίτημα χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ποσού 10.000 ευρώ καθ' εκάστου των μελών του Δ.Σ. του σωματείου, καθώς αποτελεί άσκηση νομίμων δικαιωμάτων τους, παραβίασε το άρθρο 3 περ. β' του καταστατικού του σωματείου, που ορίζει ότι η εκπλήρωση των σκοπών του σωματείου επιδιώκεται με την ανάπτυξη στενών δεσμών αλληλεγγύης και συναδελφοσύνης μεταξύ των μελών αυτού. Δηλαδή, δεν αναφέρονται περιστατικά, που να στηρίζουν το συμπέρασμα, ότι η προστασία του δικαιώματος της προσωπικότητας των εφεσίβλητων από το (κατά την άποψη τους δυσφημιστικό και εξυβριστικό) περιεχόμενο της παλαιότερης από 25-2-2015 κλήσης τους σε απολογία από το Δ.Σ. του σωματείου (βάσει της οποίας λήφθηκε η πρώτη απόφαση διαγραφής τους από μέλη αυτού, ήδη τελεσιδίκως ακυρωθείσα με δικαστική απόφαση), θα έπρεπε, εν προκειμένω, να υποχωρήσει έναντι της ανάπτυξης των δεσμών αλληλεγγύης και συναδελφοσύνης μεταξύ των μελών του σωματείου. Τέλος, δεν αναφέρεται στην ίδια από 20-1-2017 απόφαση Δ.Σ. περί διαγραφής των εφεσίβλητων, με βάση ποιο σκεπτικό α) η άσκηση των ανωτέρω αγωγής και μήνυσης αποσκοπεί στον εκφοβισμό των μελών του σωματείου, κι όχι στην προστασία νομίμων δικαιωμάτων των εφεσίβλητων, β) η τυχόν παραδοχή της αγωγής κατά των μελών Δ.Σ., για προσωπική τους αστική ευθύνη από αδικοπραξία, θεμελιώνει αναγωγικό δικαίωμα αυτών έναντι του σωματείου και κατ' ακολουθίαν ζημία του ιδίου και των μελών του.

 

[Γ] Όσον αφορά το 3ο σκέλος της 27-12-2006 κλήσης σε απολογία, επίσης το αποδέχθηκε η απόφαση Δ.Σ. περί διαγραφής των εφεσίβλητων χωρίς καμία αιτιολογία, καθώς δεν αναφέρει, για ποιους λόγους, με μνεία συγκεκριμένης διάταξης του καταστατικού που παραβιάσθηκε εν προκειμένω, η υποβολή της από 14-4-2016 μηνυτήριας αναφοράς εκ μέρους των εφεσίβλητων, έστω μαζί με άλλους συναδέλφους τους διαφορετικών σωματείων, κατά του Προέδρου του Δ.Σ. του εκκαλούντος σωματείου, συνιστά μέσο εκβιασμού των εμπλεκόμενων να ασπασθούν την δική τους άποψη (δεδομένου ότι, πέραν του Προέδρου Δ.Σ., η μήνυση δεν στρέφεται εναντίον κανενός άλλου μέλους Δ.Σ. ή απλού μέλους του σωματείου, είναι αδιάφορο δε, για τον εξεταζόμενο λόγο διαγραφής, ποιοι είναι οι λοιποί - εκτός σωματείου - εμπλεκόμενοι) ή ένδειξη καταφρόνησης προς συναδέλφους τους και ποιοι είναι αυτοί. Αντιθέτως η παραπάνω ενέργεια των εφεσίβλητων δεν αφίσταται των σκοπών του σωματείου, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται η αναφορά στις αρχές για κάθε ζήτημα που αφορά τους σκοπούς και τα συμφέροντα των μελών του (άρθρο 3 περ. η' καταστατικού), αφού εν προκειμένω οι αιτούντες ζητούσαν να ερευνηθούν τυχόν ποινικές ευθύνες προσώπων, που εμπλέκονταν με τη διανομή του αποθεματικού του Κ.Α.Φ. Λιμένος Πατρών μετά τη διάλυση του, δαπάνη η οποία κρίθηκε μη νόμιμη και μη κανονική με τις υπ. αρ. 68/31-2-2015 και 69/31-12-2015 πράξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

 

[Δ] Η κατηγορία που αποδίδεται στους εφεσίβλητους με το 4° σκέλος της από 27-12-2016 κλήσης σε απολογία, ότι τα μέλη Δ.Σ. του σωματείου κλήθηκαν α) για παροχή εξηγήσεων κατ' άρθρο 31 Κ.Ποιν.Δ λόγω της ανωτέρω μήνυσης και β) ως μάρτυρες στη μηνυτήρια αναφορά, δεν συνιστά παράβαση του καταστατικού από τους εφεσίβλητους αφού η εν γένει δικονομική πορεία της μήνυσης και της μηνυτήριας αναφοράς δεν εξαρτάται από την βούληση των εφεσίβλητων - μηνυτών, αλλά απόκειται στην κρίση των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών, ενώ η αιτίαση ότι τα μηνυόμενα μέλη Δ.Σ. του σωματείου υπεβλήθησαν σε έξοδα για την παροχή νομικών συμβουλών και απώλεσαν χρόνο εργασίας πέραν της αοριστίας της επίσης δεν συνιστά παράβαση του καταστατικού, αφού δεν προέκυψε οικονομική ή άλλη ζημία του σωματείου. Τέλος στην ίδια κλήση σε απολογία αναφέρεται ότι «με τις ανωτέρω παραβάσεις και ενέργειες των άνω μελών, καθίσταται πλέον αδύνατη η συνεργασία των μελών με το σωματείο, διασπασθείσας κάθε ψυχικής και συνεργατικής έκφρασης με την Διοίκηση και τα λοιπά μέλη», χωρίς να γίνεται μνεία των περιστατικών που θεμελιώνουν την ανωτέρω άποψη του Δ.Σ., ενώ από κανένα στοιχείο δεν προκύπτει, ότι οι εφεσίβλητοι αδυνατούν να συνεργασθούν με τα μέλη του σωματείου, οι δε λόγοι διαγραφής των εφεσίβλητων αφορούν αποκλειστικά την προάσπιση εννόμων συμφερόντων των ιδίων (με την από 25-5-2015 μήνυση και την από 23-5-2015 αγωγή) και εμμέσως των λοιπών μελών του σωματείου (δικαστική επιδίωξη αχθοφορικών δικαιωμάτων, μηνυτήρια αναφορά για τη διανομή του αποθεματικού του Κ.Α.Φ. Λιμένος Πατρών).

 

Επομένως σύμφωνα με τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά και με βάση όσα προελέχθησαν στη μείζονα σκέψη, η από 20-1-2017 απόφαση Δ.Σ. του εκκαλούντος σωματείου, περί διαγραφής των εφεσίβλητων από μέλη του, είναι παράνομη και ως εκ τούτου άκυρη, τόσο λόγω τυπικών ελαττωμάτων, που αφορούν στην έλλειψη ειδικής αιτιολογίας της όσο και από ουσιαστική άποψη, δεδομένου ότι οι προβληθείσες αιτιάσεις δεν συνιστούν λόγους διαγραφής προβλεπόμενους από το καταστατικό του σωματείου, καθόσον με τις προαναφερόμενες ενέργειες τους οι εφεσίβλητοι δεν παραβίασαν το καταστατικό ή αποφάσεις Γ.Σ. και Δ.Σ. του σωματείου, ούτε προέβησαν σε πράξεις αντιβαίνουσες στον σκοπό και του συμφέροντα του σωματείου ή που παραβλάπτουν τα συμφέροντα της τάξης των φορτοεκφορτωτών. Κατ' ακολουθίαν το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, δεχόμενο, με τις ίδιες κατά βάση αιτιολογίες ως νομικά και ουσιαστικά βάσιμη την κρινόμενη αίτηση - προσφυγή των εφεσίβλητων, περί ακύρωσης της από 20-1-2017 απόφασης Δ.Σ. του εκκαλούντος σωματείου για διαγραφή -αποβολή τους από μέλη αυτού, ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις οι δε λόγοι έφεσης με τους οποίους το εκκαλούν υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, ακολούθως δε, η έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της κατ' ουσίαν. Τέλος λόγω της ήττας του εκκαλούντος πρέπει α) να υποχρεωθεί τούτο στην καταβολή της δικαστικής δαπάνης των εφεσίβλητων για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας κατά παραδοχή του σχετικού αιτήματος αυτών με τις προτάσεις τους (άρθρα 176 και 183 Κ.Πολ.Δ.) και β) να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος από το εκκαλούν με την έφεση παραβόλου (άρθρο 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

 

Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ' ουσίαν την έφεση.

 

Διατάσσει την εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του κατατεθέντος από τον εκκαλούν με την έφεση παραβόλου.

 

Υποχρεώνει τον εκκαλούν να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για το δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας ποσού πεντακοσίων ( 500 ) ευρώ.

 

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                    Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Πάτρα, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους στις 30 Αυγούστου 2019.

 

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                         Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ