ΜΔΠρΠειρ 48/2010

 

Φορολογία - Φόρος μεταβίβασης ακινήτων - Απαλλαγή για την αγορά α’ κατοικίας -.

 

 

Η διάταξη του άρθρου 1 του Ν. 1078/1980, που προβλέπει ότι δικαιούνται απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου όσοι αγοράζουν ακίνητο (α κατοικία), εφόσον δεν έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας, επικαρπίας ή οίκησης σε άλλη οικία ή διαμέρισμα, που πληρεί τις στεγαστικές τους ανάγκες κλπ, εφαρμόζεται αδιακρίτως σε όλους όσους κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένεια τους και ότι η υπ αριθμό 1080792/1428/0013/ΠΟΛ1162/10-7-1989 Α.Υ.Ο, που εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση της διατάξεως της παρ. 12 του άρθρου 1 του παραπάνω νόμου, η οποία προβλέπει ότι η ανωτέρω απαλλαγή ισχύει μόνο για τους Έλληνες υπηκόους, καθώς και τους ομογενείς από την Τουρκία, τη Β. Ήπειρο και την Κύπρο, που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα, κείται εκτός της νομοθετικής εξουσιοδότησης, που παρέχεται με την παραπάνω διάταξη, καθότι αυτή προβλέπει ότι με Α.Υ.Ο. καθορίζεται μόνον ο τρόπος διαπιστώσεως των προϋποθέσεων της απαλλαγής, τα απαραίτητα δικαιολογητικά και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Επίσης με την προαναφερόμενη απόφαση κρίθηκε ότι από τις διατάξεις των άρθρων 23 και 29 παρ. 1 της Σύμβασης της Γενεύης του έτους 1951 για τη Νομική Κατάσταση των Προσφύγων, οι οποίες έχουν κυρωθεί με το Ν.Δ. 3989/1959 και υπερισχύουν, για το λόγο αυτό, κάθε αντίθετης διάταξης νόμου, προκύπτει ότι οι φιλοξενούσες αυτούς χώρες, που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να μην επιβάλλουν σε αυτούς φορολογικές επιβαρύνσεις μεγαλύτερες από αυτές, που επιβάλλουν στους υπηκόους τους. Με το σκεπτικό αυτό κρίθηκε ότι δικαιούνται απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης για την αγορά α κατοικίας οι προσφεύγοντες, Βιετναμικής καταγωγής, οι οποίοι διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα από το έτος 1980, καθότι έχουν παντρευτεί και αποκτήσει τέκνα και εργάζονται στη Χώρα, και, συνεπώς, πληρούν τις προϋποθέσεις του Ν. 1078/1980, ανεξαρτήτως του εάν διαθέτουν και την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα.

 

 

Αριθμός απόφασης A 48/2010

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τμήμα

5ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

 

       

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 22 Μαίου 2009, με δικαστή την Χρυσάνθη Φρατζόγλου, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα τη Νίκη Ευαγγελάκου, δικαστική υπάλληλο,

 

γ ι α να δικάσει την από 15 Νοεμβρίου 2005 προσφυγή.

 

Τ ω ν:  1) ... και 2) ... , κατοίκων Νέας Σμύρνης, ..., οι οποίοι παραστάθηκαν με την πληρεξούσια δικηγόρο Κυριακή Καλαντζή με δήλωση κατ΄ άρθρο 29 παρ. 1 του Ν. 2915/01.

 

Κ α τ ά  του Ελληνικού Δημοσίου που εκπροσωπείται από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης, με δήλωση κατ΄ άρθρο 29 παρ. 1 του Ν. 2915/01.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο μελέτησε τα σχετικά έγγραφα. Και    

Σκέφτηκε κατά το νόμο.

 

 

Με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ. τα με αριθμ. 860557 και 184/974/15-11-2005 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄), ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση της με αριθμ. 16944/14-10-2005 πράξης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης, με την οποία απορρίφθηκε η με αριθμ. 16944/29-9-2005 αίτηση των προσφευγόντων περί φορολογικής τους απαλλαγής λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας καθώς και της με αριθμ. 2073/25-11-2004 πράξης βεβαίωσης φόρου μεταβίβασης ακινήτου, συνολικού ποσού 4.134,47 ευρώ, που διενεργήθηκε από το αρμόδιο όργανο της αυτής ως άνω Δ.Ο.Υ. επί της σχετικής δήλωσης που υποβλήθηκε από τους προσφεύγοντες στην ως άνω αρχή και η επιστροφή του ποσού αυτού ως αχρεωστήτως καταβληθέντος.

 

 

Στο άρθρο 1 του ν. 1078/1980 (ΦΕΚ Α΄ 238) «Φοροαπαλλαγή πρώτης κατοικίας και άλλες διατάξεις», όπως αυτό είχε αντικατασταθεί διαδοχικά με την παρ. 4 του άρθρου 45 του ν. 2214/1994 (ΦΕΚ Α΄ 75), την παρ. 13 του άρθρου 10 του ν. 2386/1996 (ΦΕΚ Α΄ 43) και τέλος με την παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 2892/2001 (ΦΕΚ Α΄ 46/9-3-2001), ορίζονται τα εξής: «1. Συμβάσεις αγοράς εξ ολοκλήρου και κατά πλήρη κυριότητα ακινήτου από έγγαμο, απαλλάσσονται από το φόρο μεταβίβασης, εφόσον ο αγοραστής ή ο σύζυγος ή οποιοδήποτε από τα ανήλικα τέκνα αυτού δεν έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης ή σε άλλη οικία ή διαμέρισμα που πληρεί τις στεγαστικές ανάγκες της οικογένειάς του ή δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί οικοπέδου οικοδομήσιμου ή επί ιδανικού μεριδίου οικοπέδου, στο οποίο αντιστοιχεί εμβαδόν κτίσματος που πληρεί τις στεγαστικές ανάγκες και βρίσκονται σε δήμο ή κοινότητα με πληθυσμό άνω των τριών χιλιάδων (3.000) κατοίκων. Η περιοχή της τέως Διοικήσεως Πρωτεύουσας θεωρείται ως ένας Δήμος (όπως το εδ. αυτό προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 2892/2001). Η απαλλαγή αυτή, υπό τας προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, παρέχεται και επί αγοράς κατά πλήρη κυριότητα ολοκλήρου του ακινήτου υπό αμφοτέρων των συζύγων. Εν περιπτώσει καθ΄ ην έχει λυθεί ο γάμος θανάτω ή διαζυγίω η απαλλαγή παρέχεται εις τον έχοντα την επιμέλειαν των περί ων το πρώτον εδάφιον τέκνων επιζώντα ή διαζευγμένον σύζυγον. Σε περίπτωση που δεν έχει τελεσθεί γάμος και υπάρχουν τέκνα, η απαλλαγή αυτή παρέχεται με τις ίδιες προϋποθέσεις στην άγαμη μητέρα ή στον εξ αναγνωρίσεως πατέρα, εφόσον του έχει ανατεθεί η επιμέλεια των τέκνων. Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται και όταν ο αγοραστής είναι άγαμος ενήλικος, αλλά παρουσιάζει αναπηρία τουλάχιστον 67% … 2. Η απαλλαγή που προβλέπεται από την προηγούμενη παράγραφο παρέχεται: α) για αγορά κατοικίας από άγαμο μέχρι ποσού εξήντα πέντε χιλιάδων (65.000) ευρώ, β) για αγορά κατοικίας από έγγαμο ή διαζευγμένο ή χήρα ή άγαμο γονέα, που έχουν την επιμέλεια των τέκνων τους μέχρι ποσού αξίας εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ … 3 (όπως η παρ. αυτή προστέθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 2 του ν. 2892/2001). Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, εφόσον ο αγοραστής δεν κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα. Κατ΄ εξαίρεση παρέχεται απαλλαγή κατά την αγορά οικίας, διαμερίσματος ή οικοπέδου από Έλληνες ή ομογενείς που εργάστηκαν στο εξωτερικό για έξι (6) τουλάχιστον χρόνια και είναι εγγεγραμμένοι σε δημοτολόγια της χώρας έστω και αν δεν κατοικούν κατά το χρόνο της αγοράς μόνιμα στην Ελλάδα. 4. … 12. Δι΄ αποφάσεων του Υπουργού των Οικονομικών δημοσιευμένων δια της εφημερίδος της Κυβερνήσεως, καθορίζονται ο τρόπος διαπιστώσεως των προϋποθέσεων της κατά το παρόν άρθρον απαλλαγής και τα αναγκαιούντα προς τούτο δικαιολογητικά, ως και πάσα άλλη αναγκαία δια την εφαρμογήν αυτού λεπτομέρεια. 13. …». Με βάση την εξουσιοδοτική αυτή διάταξη της παρ. 12 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980, εξεδόθη, μεταξύ άλλων, και η με αριθμ. 1080792/1428/0013/ΠΟΛ 1162/10-7-89 απόφαση του Υπουργού των Οικονομικών, στην οποία ορίζεται, σχετικά με τους δικαιούχους της απαλλαγής ότι: «2. Η απαλλαγή παρέχεται μόνον σε Έλληνες υπηκόους. Συνεπώς, οι αλλοδαποί δεν μπορούν να τύχουν απαλλαγής. 3. Κατ΄ εξαίρεση η απαλλαγή αυτή παρέχεται και στους ομογενείς από την Τουρκία, την Β. Ήπειρο και την Κύπρο εφόσον αυτοί έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην Ελλάδα. Η μόνιμη διαμονή της κατηγορίας αυτής των δικαιούχων αποδεικνύεται με κάθε νόμιμο μέσον, όπως η έναρξη άσκησης επαγγέλματος, η πρόσληψη για την παροχή υπηρεσιών εξαρτημένης εργασίας (μισθωτός), η ενοικίαση κατοικίας, η φοίτηση σε σχολές κλπ. 4. Η απαλλαγή αυτή παρέχεται μόνον στους Έλληνες που κατοικούν στην Ελλάδα».

 

 

Η ανωτέρω υπουργική απόφαση, κατά το μέρος που με αυτήν θεσπίζονται πρόσθετες προϋποθέσεις απαλλαγής από τον επίμαχο φόρο μεταβίβασης ακινήτου λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας και δη αυτή της ιθαγένειας του αγοραστή, κείται εκτός νομοθετικής εξουσιοδότησης και είναι ως εκ τούτου μη νόμιμη, δεδομένου ότι με την προαναφερόμενη διάταξη της παρ. 12 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 παρασχέθηκε εξουσιοδότηση την διοίκηση μόνον για τον καθορισμό του τρόπου διαπίστωσης της συνδρομής των προϋποθέσεων απαλλαγής που θέτουν οι διατάξεις του νόμου αυτού στο πρόσωπο του αγοραστή και όχι η θέσπιση νέων προϋποθέσεων (βλ.Δ.Π.Αθ. 1507/2005). Περαιτέρω, από το σύνολο των ανωτέρω διατάξεων, οι οποίες θεσπίστηκαν με επάλληλες νομοθετικές επεμβάσεις και από τον αποκλεισμό οποιουδήποτε στοιχείου ημεδαπότητας από τις προϋποθέσεις χορήγησης της πιο πάνω απαλλαγής, οι οποίες καθορίζονται από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι σταθερή βούληση του νομοθέτη ήταν η παροχή της προδιαληφθείσας απαλλαγής όχι μόνο σε έλληνες υπηκόους, αλλά γενικά σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους (πρβλ. Δ.Π.Πειρ. 2648/1989).

 

 

Εξάλλου, στο άρθρο 51 του Αστικού Κώδικα, ορίζεται ότι: «Το πρόσωπο έχει κατοικία τον τόπο της κύριας και μόνιμης εγκατάστασής του. Κανένας δεν μπορεί να έχει συγχρόνως περισσότερες από μία κατοικίες. Για τις υποθέσεις που αναφέρονται στην άσκηση του επαγγέλματος λογίζεται ως ειδική κατοικία του προσώπου ο τόπος όπου ασκεί το επάγγελμά του», στο άρθρο 52, ότι: «Η κατοικία διατηρείται εωσότου αποκτηθεί νέα» και στο άρθρο 53, ότι: «Αν δεν μπορεί να αποδειχθεί η τελευταία κατοικία του προσώπου, ως κατοικία θεωρείται ο τόπος της διαμονής του». Κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων, κατοικία έχει κάποιος στον τόπο, ο οποίος είναι το κύριο και μόνιμο κέντρο των οικιακών και κοινωνικών αυτού σχέσεων και ενεργειών, προς θεμελίωση δε αυτού απαιτούνται δύο στοιχεία, ήτοι πρώτον πραγματική εγκατάσταση και δεύτερον, η εγκατάσταση να γίνει με σκοπό μονιμότητας. Η θέληση της σύστασης κατοικίας ή μεταβολής αυτής προκύπτει κυρίως από τη δήλωση στα οικεία Δημαρχεία, ελλείψει δε αυτής, δύναται να προκύπτει από οποιοδήποτε σαφές και αναμφισβήτητο γεγονός, εμφαίνοντας την πρόθεση της σε κάποιο τόπο κύριας και μόνιμης εγκατάστασης, όπως από την αγορά ακινήτων σε κάποιο τόπο, τη μακρά διαμονή σ΄ αυτόν και την άσκηση επαγγέλματος (ΣτΕ 2114/2003, 3870/2002).

 

 

Εξάλλου, από την πολυμερή Σύμβαση περί της Νομικής Καταστάσεως των Προσφύγων, που συνήφθη στη Γενεύη την 28-7-1951 και κυρώθηκε από την Ελλάδα με το ν.δ. 3989/1959 (ΦΕΚ Α΄ 2001), προβλέπονται τα εξής: «Α. Εν τη εννοία της παρούσης συμβάσεως ο όρος «πρόσφυξ» εφαρμόζεται επί: 1. … 2. Παντός προσώπου όπερ συνεπεία γεγονότων επελθόντων προ της 1ης Ιανουαρίου 1951 και δικαιολογημένου φόβου διώξεις λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων ευρίσκεται εκτός της χώρας της οποίας έχει την υπηκοότητα και δεν δύναται ή, λόγω του φόβου τούτου, δεν επιθυμεί να απολαύει της προστασίας της χώρας ταύτης … (άρθρο 1). (Σημειώνεται ότι ήδη στο Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31-1-1967, που κυρώθηκε με τον α.ν. 389/1968 (ΦΕΚ Α΄ 125), ορίζεται ότι: «Κρίνεται ότι είναι επιθυμητόν, όπως το αυτό καθεστώς εφαρμόζεται εις άπαντας τους πρόσφυγας, οι οποίοι καλύπτονται υπό του ορισμού, όστις εδόθη εις την Σύμβασιν μη υπολογισμένης της περιοριστικής ημερομηνίας της 1ης Ιανουαρίου 1951»). Μετά τριετή διαμονήν οι εις το έδαφος των Συμβαλλομένων Κρατών ευρισκόμενοι πρόσφυγες θα απολαύουν απαλλαγής από των διατάξεων περί νομοθετικής αμοιβαιότητος (άρθρ. 7 παρ. 2). Όσον αφορά την στέγασιν, αι Συμβαλλόμεναι Χώραι, εν ω μέτρω το πρόβλημα τούτο διέπεται υπό νόμων ή κανονισμών ή υπόκειται εις τον έλεγχον των δημοσίων αρχών, θα επιφυλάσσουν εις τους νομίμως διαμένοντας επί του εδάφους αυτών πρόσφυγας μεταχείρισιν όσον ένεστι ευνοϊκήν, οπωσδήποτε ουχί ολιγώτερον ευνοϊκήν της υπό τας ιδίας συνθήκας εις τους αλλοδαπούς εν γένει επιφυλασσομένως (άρθρο 21). Αι Συμβαλλόμεναι Χώραι θα επιφυλάσσουν εις τους νομίμως διαμένοντας επί του εδάφους αυτών πρόσφυγας μεταχείρισιν οίαν και στους υπηκόους αυτών, όσον αφορά των υπό του Δημοσίου παρεχομένων πρόνοιαν και συνδρομήν (άρθρο 23). Αι Συμβαλλόμεναι Χώραι δεν θα επιβάλλουν επί των προσφύγων φόρους ή τέλη οιασδήποτε φύσεως, πέραν εκείνων ους, εις παρόμοιας περιπτώσεις, επιβάλλουν εις τους υπηκόους αυτών» (άρθρο 29 παρ. 1). Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται ότι εν όψει του ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 23 και 29 παρ. 1 της πιο πάνω σύμβασης για τα δικαιώματα των προσφύγων, οι φιλοξενούσες αυτούς χώρες υποχρεούνται να τους παρέχουν πρόνοια και συνδρομή όμοια με αυτή των πολιτών τους, καθώς και να μην επιβάλλουν σε αυτούς φορολογικές επιβαρύνσεις μεγαλύτερες από αυτές που επιβάλλουν στους υπηκόους τους και ενόψει του ότι οι κανόνες αυτοί ως κυρωθέντες με το ν.δ. 3989/1959 υπερισχύουν κάθε αντίθετης διατάξεως του εσωτερικού ελληνικού δικαίου (σχετ. ΣτΕ 3103/1997), ώστε να έχουν άμεση ισχύ στην ελληνική έννομη τάξη και όχι την έννοια της απλής προτροπής προς το νομοθέτη, οι διατάξεις περί απαλλαγής από το φόρο κατά την απόκτηση πρώτης κατοικίας, εφαρμόζονται και στους πρόσφυγες που κατοικούν στην Ελλάδα.

 

 

Στην προκειμένη περίπτωση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα ακόλουθα:  Οι προσφεύγοντες (σύζυγοι), Βιετναμικής καταγωγής, με το με αριθμ. 10706/26-11-2004 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Καλλιθέας ..., αγόρασαν κατά πλήρη κυριότητα και σε ποσοστό 50% ο καθένας εξ αδιαιρέτου ένα διαμέρισμα  στην οδό Κασαμπά αρ. 3 στη Νέα Σμύρνη, έναντι τιμήματος 41.945,90 ευρώ. Για την μεταβίβαση αυτή υπέβαλαν από κοινού τη με αριθμ. 2073/25-11-2004 δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτου προς τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης και βάσει αυτής υπολογίσθηκε και καταβλήθηκε ο αναλογών φόρος ποσού για τον καθένα 2.067,24 ευρώ και συνολικά 4.134,47 ευρώ, (σχετικό το με αριθμ. 18611/25-11-2004 διπλότυπο είσπραξης). Στη συνέχεια, υπέβαλαν προς τον Προϊστάμενο της πιο πάνω Δ.Ο.Υ. τη με αριθμ. πρωτ. 16944/29-9-2005 αίτησή τους, με την οποία ζήτησαν την απαλλαγή τους από το φόρο μεταβίβασης, βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 1078/1980, λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι είναι πολιτικοί πρόσφυγες και κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα. Το αίτημά τους αυτό απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη με αριθμ. πρωτ. 16944/14-10-2005 απάντηση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης, με την αιτιολογία ότι δεν μπορούν να τύχουν της αιτούμενης απαλλαγής διότι «η υπόχρεη αγοράστρια  και αιτούσα ... (με Α.Φ.Μ. ...) δεν μπορεί να τύχει της απαλλαγής πρώτης κατοικίας δεδομένου ότι στερείται της ελληνικής υπηκοότητας, καθότι είναι βιετναμέζικης υπηκοότητας και διαμένει στην Ελλάδα βάσει της με αριθμ. 477955 άδειας παραμονής αλλοδαπού του Τμήματος Αλλοδαπών Αθηνών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ενώ ο αγοραστής και αιτών ... (Α.Φ.Μ. ...) έχει αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια».

 

 

Ήδη, με την κρινόμενη προσφυγή τους, όπως αυτή αναπτύσσεται με το υπόμνημα που κατέθεσαν νόμιμα, οι προσφεύγοντες ζητούν την ακύρωση της πιο πάνω αρνητικής απάντησης, καθώς και της πράξης βεβαίωσης του φόρου που διενεργήθηκε επί της προαναφερόμενης δήλωσης ΦΜΑ, ισχυριζόμενοι ότι τυγχάνουν πολιτικοί πρόσφυγες που διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα από το έτος 1980 και συγκεντρώνουν όλες τις νόμιμες προϋποθέσεις προκειμένου να τύχουν της απαλλαγής από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου, λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας αφού προστατεύονται από τις διατάξεις της πολυμερούς Σύμβασης περί της νομικής κατάστασης των προσφύγων της Γενεύης, οι οποίες προβλέπουν την μη επιβολή στους πολιτικούς πρόσφυγες φορολογικών επιβαρύνσεων μεγαλύτερων αυτών που επιβάλλονται στους υπηκόους του φιλοξενούντος κράτους. Εξάλλου, ισχυρίζονται ότι διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα έχοντας δημιουργήσει οικογένεια, η οποία (χώρα) είναι το κύριο και μόνιμο κέντρο των οικιακών και κοινωνικών τους σχέσεων, ενώ η εγκατάστασή τους αυτή έχει γίνει με σκοπό μονιμότητας, ενόψει και του ότι ο πρώτος από αυτούς έχει ήδη αποκτήσει την Ελληνική ιθαγένεια. Προς απόδειξη, δε, των ισχυρισμών τους αυτών, επικαλούνται και προσκομίζουν, μεταξύ άλλων, τα εξής στοιχεία: α) τη με αριθμ. πρωτ. 1/632285/238805/14-12-2005 βεβαίωση της Διεύθυνσης Αλλοδαπών του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, σύμφωνα με την οποία οι προσφεύγοντες εισήλθαν στην Ελλάδα στις 14-4-1980 στα πλαίσια υλοποίησης της σχετικής δέσμευσης του Ελληνικού Κράτους κατά τη Διεθνή Διάσκεψη της 21-7-1979 για τους πρόσφυγες της Νοτιοανατολικής Ασίας, να δεχθεί για μόνιμη εγκατάσταση βιετναμέζους πρόσφυγες, β) τη με αριθμ. 149/Γ/83 ληξιαρχική πράξη γάμου, που τέλεσαν οι προσφεύγοντες στις 27-7-1983 στο Δήμο Καλλιθέας, καθώς και το με αριθμ. πρωτ. 18167/7-5-2009 πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του Δημάρχου Νέας Σμύρνης, από το οποίο προκύπτει ότι οι προσφεύγοντες έχουν αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια ο μεν πρώτος από 21-11-2002 η, δε, δεύτερη από 2-7-2008, επίσης ότι έχουν τρία παιδιά, γ) εκκαθαριστικά σημειώματα φορολογίας εισοδήματος του πρώτου προσφεύγοντος οικονομικών ετών 1990, 1991 και 1992 και εκκαθαριστικά σημειώματα φορολογίας εισοδήματος και των δύο προσφευγόντων οικονομικών ετών 1994 έως 2008.

 

 

Από τα παραπάνω έγγραφα στοιχεία προκύπτει ότι οι προσφεύγοντες που εισήλθαν στην Ελλάδα το έτος 1980, τέλεσαν γάμο στο Δήμο Καλλιθέας το έτος 1983 και απέκτησαν τρία τέκνα, διατηρώντας έκτοτε μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα. Εργάζονται, δε, στην Ελλάδα ο μεν πρώτος από το έτος 1990 η, δε, δεύτερη από το έτος 1994 και υποβάλλουν δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. Από όλα τα παραπάνω προκύπτει τόσο το αντικειμενικό γεγονός της πραγματικής τους εγκατάστασης στην Ελλάδα, όσο και η πρόθεσή τους για σταθερή και μόνιμη εγκατάσταση στον τόπο αυτό, η οποία τελικά επιβεβαιώθηκε με την απόκτηση της Ελληνικής ιθαγένειας από αυτούς. Με τα δεδομένα αυτά και ανεξάρτητα του αν οι προσφεύγοντες, ως πολιτικοί πρόσφυγες, εμπίπτουν στο πεδίο προστασίας των διατάξεων της πολυμερούς Σύμβασης περί της Νομικής Κατάστασης των Προσφύγων της Γενεύης, (οι οποίες κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύουν από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου), το δικαστήριο λαμβάνοντας προεχόντων υπόψη του ότι οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1078/1980 περί απαλλαγής από τα φόρο κατά την απόκτηση πρώτης κατοικίας, εφαρμόζονται γενικά σε φυσικά πρόσωπα που κατοικούν μόνιμα στην Ελλάδα ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους, κρίνει ότι οι προσφεύγοντες, κατά το χρόνο της εν λόγω αγοράς, πληρούσαν την πιο πάνω προϋπόθεση και συνεπώς, οι εν λόγω διατάξεις είναι εν προκειμένω εφαρμοστέες. Η, δε, προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά τους σχετικά με την απαλλαγή τους από το φόρο μεταβίβασης ακινήτου, για το λόγο ότι είναι βιετναμικής καταγωγής και δεν υπάγονται στις εν λόγω διατάξεις είναι, σύμφωνα με όσα έγιναν ανωτέρω δεκτά, μη νόμιμη και ακυρωτέα. Ενόψει, όμως, του ότι δεν προκύπτει αν συντρέχουν και οι λοιπές απαιτούμενες από τις διατάξεις του ν. 1078/1980 προϋποθέσε3ις για να τύχουν οι προσφεύγοντες της εν λόγω απαλλαγής, πρέπει να αναπεμφθεί η υπόθεση κατά το μέρος αυτό στη Διοίκηση προς περαιτέρω εξέταση.

 

 

Κατ΄ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει μερικά δεκτή η κρινόμενη προσφυγή, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απορριπτική επί του αιτήματος των προσφευγόντων απάντηση του ως άνω Προϊσταμένου και να αναπεμφθεί η υπόθεση ενώπιόν του, για την εξέταση των λοιπών προϋποθέσεων που απαιτούνται για την χορήγηση της πιο πάνω απαλλαγής, προκειμένου περαιτέρω να επιστραφεί ο τυχόν αχρεωστήτως καταβληθείς φόρος μεταβίβασης ακινήτου. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί στους προσφεύγοντες μέρος του καταβληθέντος παραβόλου (άρθρ. 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ.), τα, δε, δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της μερικής νίκης και μερικής ήττας τους (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. γ΄ του αυτού Κώδικα).

 

 

         ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δέχεται μερικά την προσφυγή.

 

Ακυρώνει τη με αριθμ. πρωτ. 16944/14-10-2005 πράξη του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης.

 

Αναγνωρίζει ότι οι προσφεύγοντες υπάγονται στο καθεστώς των διατάξεων του ν. 1078/1980 περί φοροαπαλλαγής πρώτης κατοικίας.

 

Αναπέμπει την υπόθεση ενώπιον του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Νέας Σμύρνης προκειμένου αυτός να εξετάσει αν πληρούνται και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις για την απαλλαγή των προσφευγόντων από το φόρο μεταβίβασης λόγω αγοράς πρώτης κατοικίας.

 

Διατάσσει την απόδοση στους προσφεύγοντες μέρους του καταβληθέντος παραβόλου, ποσού δύο (2) ευρώ.

 

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.

 

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά στις 29-12-2009.

 

               Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ

 

           ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΦΡΑΤΖΟΓΛΟΥ

 

Η απόφαση δημοσιεύτηκε στις 8-1-2010 στον Πειραιά, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του δικαστηρίου από την Πρόεδρο του τμήματος, λόγω προαγωγής της Πρωτοδίκου Χρυσάνθης Φρατζόγλου.

 

    Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

        ΕΙΡΗΝΗ ΔΑΣΚΑ               ΝΙΚΗ ΕΥΑΓΓΕΛΑΚΟΥ