ΜΔΠρΠειρ 124/2010

 

Κ.Ε.Δ.Ε. - Έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης - Αποστολή ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη -.

 

Η μη έγκαιρη αποστολή ατομικής ειδοποίησης σε οφειλέτη, πριν την επιβολή σε βάρος της κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας της, για την είσπραξη οφειλών της ως κληρονόμου του συζύγου της, που είχε διατελέσει διαχειριστής εταιρείας, καθιστά άκυρη την επιβληθείσα σε βάρος της κατάσχεση, διότι, κατά παράβαση του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια εκ μέρους της σταδίου δικονομικής προστασίας πριν την επιβολή της κατάσχεσης αυτής. Τέτοια δε μη έγκαιρη περιέλευση, σύμφωνα με την προαναφερόμενη απόφαση, συνάγεται ότι έλαβε χώρα όταν δεν προκύπτει ο ακριβής χρόνος, κατά τον οποίο αυτή περιήλθε στον οφειλέτη σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μεταξύ της ημερομηνίας, που φέρει η ατομική ειδοποίηση, και εκείνης της κατασχετήριας έκθεσης μεσολάβησε διάστημα 40 περίπου ημερών.

 

 

Αριθμός απόφασης A 124/2010

 

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Τμήμα

6ο ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

 

       

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 14 Δεκεμβρίου 2009, με δικαστή τον Ανδρέα Σταυρόπουλο, Πρωτοδίκη Διοικητικών Δικαστηρίων, και γραμματέα την ʼννα Μπατσάκη, δικαστική υπάλληλο,

 

γ ι α να δικάσει την από 15 Ιουνίου 2009 ανακοπή.

 

Τ η ς  ..., κατοίκου Αθηνών, ..., η οποία παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο Σφυρή.

 

Κ α τ ά  του Ελληνικού Δημοσίου, που εκπροσωπήθηκε από τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) Μοσχάτου, ο οποίος παραστάθηκε με την Δικαστική Αντιπρόσωπο του Ν.Σ.Κ. Αικατερίνη Μαγριππή με δήλωση κατ΄ άρθρο 29 παρ. 1 του Ν. 2915/01.

 

Κατά τη συζήτηση ο διάδικος που παραστάθηκε στο ακροατήριο ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση, το Δικαστήριο μελέτησε τα σχετικά έγγραφα. Και    

Σκέφτηκε κατά το νόμο.

 

 

Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:

 

 

1. Επειδή με την κρινόμενη ανακοπή, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. τα υπ αριθμούς 2354747 και 4881074, σειρά Α, ειδικά έντυπα), επιδιώκεται η ακύρωση της υπ αριθμό 2001Β/14-5-2009 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, Κ.Φ., με την οποία κατασχέθηκε ακίνητο της ανακόπτουσας για την αναγκαστική είσπραξη οφειλών του συζύγου της, Νικολάου Λυμπερόπουλου, του οποίου η ανακόπτουσα είναι κληρονόμος, με την ιδιότητα του ως διαχειριστή των εταιρειών «ΕΛΒΥΝ Ε.Π.Ε.» και «ΕΛΛ.ΒΙΟΜ.ΕΜ.ΕΤ. ΥΠΟΛ.ΝΑΦΘ»,  συνολικού ύψους 221.969,98 ευρώ, ειδικότερα δε οφειλών, ύψους 58.477,91 ευρώ, προερχόμενων από τέλη κυκλοφορίας, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης, δικαστικά έξοδα, φόρο εισοδήματος και λοιπούς φόρους και πρόστιμα, που βεβαιώθηκαν σε βάρος των εταιρειών αυτών, πλέον των νόμιμων προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, ύψους 163.492,07 ευρώ. Με τέτοιο αντικείμενο, η ανακοπή αυτή αρμοδίως φέρεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, για το λόγο δε ότι ασκήθηκε εμπρόθεσμα και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί στην ουσία της.

 

 

2.  Επειδή, με τις διατάξεις του άρθρου 2 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Ν.Δ. 356/1974, ΦΕΚ 90 Α), ορίζεται ότι:«1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα Δημόσια Ταμεία, .... ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου. 2. Νόμιμος τίτλος είναι : α) Η κατά τους κειμένους νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι` ην οφείλεται. β) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών αποδεικνυομένη οφειλή. γ) » και με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ίδιου Κώδικα ότι : «1. ΄Αμα τη βεβαιώσει ποσού τινος εις το Δημόσιον Ταμείον ως δημοσίου εσόδου ο Διευθυντής του Δημοσίου Ταμείου υποχρεούται επί πειθαρχική αυτού ευθύνη να αποστείλη προς τον οφειλέτην ατομικήν ειδοποίησιν, δυνάμενος και να κοινοποιήση τούτην, περιέχουσαν τα στοιχεία του οφειλέτου, το είδος και το ποσόν του χρέους, το οικονομικόν έτος εις ο ανήκει τούτο, τον αριθμόν και την χρονολογίαν του τριπλοτύπου βεβαιώσεως και την χρονολογίαν πληρωμής του χρέους ή εκάστης δόσεως εις περίπτωσιν καταβολής εις δόσεις. Η ειδοποίησις αυτή αποστέλλεται προς τον οφειλέτην δια της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας ή δι` υπαλλήλων του Δημοσίου Ταμείου. 2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον κοινοποιουμένη ατομική ειδοποίησις δεν εξομοιούται προς την επιταγήν προς πληρωμήν. 3. Η παράλειψις αποστολής της κατά την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου ειδοποιήσεως ουδεμίαν ασκεί επίδρασιν επί του κύρους των κατά του οφειλέτου λαμβανομένων αναγκαστικών μέτρων». Περαιτέρω, ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας (Ν.  2717/1999, ΦΕΚ 97 Α), ορίζει στο άρθρο 217 ότι «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) της κατασχετήριας έκθεσης, γ) »., στο άρθρο 224 ότι «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. », στο άρθρο 225 ότι «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής» και στο άρθρο 228 ότι «1. Η προθεσμία άσκησης, καθώς και η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης. Στις περιπτώσεις α΄, β΄, δ΄ και ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 217, ενόσω εκκρεμεί η ανακοπή, μπορεί να υποβληθεί, από τον ανακόπτοντα, αίτηση αναστολής της εκτέλεσης των προσβαλλόμενων πράξεων. 2. ..». Τέλος, το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι «καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ` αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως ο νόμος ορίζει». Κατά την έννοια των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, η ατομική ειδοποίηση ακολουθεί τη νομότυπη ταμειακή βεβαίωση του ποσού του χρέους του οφειλέτη του Δημοσίου και αποσκοπεί στο να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη το χρέος του και η αιτία του, ούτως ώστε να δυνηθεί αυτός να στραφεί με τα ένδικα μέσα που προβλέπει ο Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, (ανακοπή και αναστολή εκτελέσεως), κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή να προβεί σε ρύθμιση του χρέους του. Ενόψει αυτού και του ότι η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του Κ.Ε.Δ.Ε., (Ν.Δ. 356/1974), πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, η μη περιέλευση ή η καθυστερημένη περιέλευση της ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να απωλέσει ο τελευταίος στάδιο δικονομικής προστασίας πριν από τη λήψη συγκεκριμένου μέτρου εκτέλεσης όπως η κατάσχεση κινητών ή ακινήτων του, οδηγεί σε ακύρωση της πράξεως αυτής εκτέλεσης, εφόσον ο οφειλέτης επικαλεσθεί το γεγονός αυτό της μη περιέλευσης ή της μη έγκαιρης περιέλευσης σ` αυτόν της ατομικής ειδοποίησης, (ΣτΕ 1705/2008 πρβλ. ΣτΕ 1639, 1642-4/2003).

 

 

3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Σε βάρος των εταιρειών με τις επωνυμίες «ΕΛΒΥΝ Ε.Π.Ε.» και «ΕΛΛ.ΒΙΟΜ.ΕΜ.ΕΤ. ΥΠΟΛ.ΝΑΦΘ» φέρονται ότι βεβαιώθηκαν ταμειακά από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Μοσχάτου ποσά, ύψους 58.477,91 ευρώ, προερχόμενων από τέλη κυκλοφορίας, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης, δικαστικά έξοδα, φόρο εισοδήματος και λοιπούς φόρους και πρόστιμα. Η βεβαίωση των ποσών αυτών έγινε με σχετικές πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του ανωτέρω Προϊσταμένου, που εκδόθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1983 έως και το έτος 2004, για τη δε γνωστοποίηση των ταμειακών αυτών βεβαιώσεων απεστάλη στην ανακόπτουσα η υπ αριθμό 144/1-4-2009 ατομική ειδοποίηση, με την οποία κλήθηκε αυτή,  ως κληρονόμος του συζύγου της, ..., που φέρεται ότι είχε την ιδιότητα του διαχειριστή των ανωτέρω εταιρειών, να καταβάλει στο ταμείο της προαναφερόμενης Δ.Ο.Υ. εντός 15 ημερών από την έκδοση της το συνολικό ποσό των 155.585,88 ευρώ, που αντιστοιχεί σε κεφάλαιο, ύψους 40.23,62 ευρώ, καθώς και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, ύψους 115.352,26 ευρώ. Κατόπιν τούτου, συντάχθηκε η υπ αριθμό 6968/199/2009 έγγραφη παραγγελία του προαναφερόμενου Προϊσταμένου για αναγκαστική κατάσχεση ακίνητης ή κινητής περιουσίας της ανακόπτουσας για την ικανοποίηση της προαναφερόμενης απαίτησης του Δημοσίου κατ αυτής, συνολικού ποσού 221.969,98 ευρώ, που αντιστοιχεί σε κεφάλαιο 58.477,91 ευρώ και σε προσαυξήσεις 163.492,07 ευρώ). Σε εκτέλεση της εν λόγω έγγραφης παραγγελίας, συντάχθηκε από το δικαστικό επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ..., η προσβαλλόμενη υπ αριθμό 2001Β/14-5-2009 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, με την οποία επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση επί του με τα στοιχεία Ύψιλον Πι ένα (ΥΠ-1) διαμερίσματος του υπογείου ορόφου μίας οικοδομής, κτισμένης σε οικόπεδο του Δήμου Νίκαιας, εντός του εγκεκριμένου σχεδίού, εντός του υπ αριθμόν .. Ο.Τ. και επί της ..., επί του με τα στοιχεία Κ-1 καταστήματος του ισογείου ορόφου της ίδιας ως άνω οικοδομής και επί του διαμρίσματς του δώματος της ως άνω οικοδομής, που είχε περιέλθει σ` αυτήν με την υπ αριθμό ..../12-1-2001 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Αθηνών, ..., νόμιμα μεταγραμμένη στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Νϊκαιας, στον τόμο 302 και με αριθμό 210, των οποίων η αξία εκτιμήθηκε στα ποσά των 28.000, 28.000 και 28.000 ευρώ αντίστοιχα, ορίσθηκαν δε ως τιμές πρώτης προσφοράς τα ποσά των 22.400, 22.400 και 22.400 ευρώ αντίστοιχα.

 

 

4. Επειδή η ανακόπτουσα με την κρινόμενη ανακοπή της και το επ αυτής υπόμνημα, αμφισβητεί τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης και επιδιώκει την ακύρωση της. Ισχυρίζεται δε σχετικά, μεταξύ άλλων, ότι δεν περιήλθε σε αυτήν, πριν την έκδοσης της προσβαλλόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, ατομική ειδοποίηση, με την οποία να γνωστοποιείται σε αυτήν η ύπαρξη οφειλών σε βάρος της, ως κληρονόμου του συζύγου της,  με αποτέλεσμα να στερηθεί τη δυνατότητα που είχε να ζητήσει προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία εγκαίρως, δηλαδή πριν από την επιβολή της κατάσχεσης σε βάρος της ακίνητης περιουσίας της, αφού δεν άσκησε κατά των οικείων ταμειακών βεβαιώσεων τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα της ανακοπής και της αίτησης αναστολής. Τον ισχυρισμό αυτό αντικρούει το καθού η ανακοπή Ελληνικό Δημόσιο με το υπόμνημα του, ισχυριζόμενο ότι, πριν την διενέργεια της αναγκαστικής κατάσχεσης σε βάρος της ανακόπτουσας, που έλαβε χώρα δυνάμει της προσβαλλόμενης έκθεση, είχε αποσταλεί σε αυτήν η υπ αριθμό 144/1-4-2009 ατομική ειδοποίηση, την οποία προσκομίζει και με την οποία κλήθηκε η ανακόπτουσα να καταβάλει εντός 15 ημερών από την έκδοση της, τις οφειλές, για την αναγκαστική είσπραξη των οποίων διενεργήθηκε σε βάρος της η επίδικη κατάσχεση.

 

 

5.  Επειδή με τα δεδομένα αυτά και ειδικότερα εφόσον, όπως αναφέρθηκε στην δεύτερη σκέψη, κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 2 και 4 του Κ.Ε.Δ.Ε., (Ν.Δ. 356/1974), ερμηνευόμενων σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 217, 224 και 225 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η μη περιέλευση ή η καθυστερημένη περιέλευση της ατομικής ειδοποίησης στον οφειλέτη, η οποία θα είχε ως αποτέλεσμα να απωλέσει ο τελευταίος στάδιο δικονομικής προστασίας πριν από τη λήψη συγκεκριμένου μέτρου εκτέλεσης όπως η κατάσχεση κινητών ή ακινήτων του, οδηγεί σε ακύρωση της πράξεως αυτής εκτέλεσης, εφόσον ο οφειλέτης επικαλεσθεί το γεγονός αυτό της μη περιέλευσης ή της μη έγκαιρης περιέλευσης σ` αυτόν της ατομικής ειδοποίησης, στη δε προκείμενη περίπτωση δεν προκύπτει εάν και πότε ακριβώς περιήλθε στην ανακόπτουσα η αποσταλείσα σ` αυτήν ταχυδρομικά 144/1-4-2009 ατομική ειδοποίηση, περαιτέρω δε από την έκδοση της ανωτέρω ατομικής ειδοποίησης μέχρι την επιβολή της προσβαλλόμενης κατάσχεσης στις 14-5-2009 μεσολάβησε μικρό χρονικό διάστημα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η ανακόπτουσα δεν ειδοποιήθηκε εγκαίρως για την ύπαρξη οφειλών σε βάρος της, με αποτέλεσμα να στερηθεί τη δυνατότητα, που είχε να ζητήσει προσωρινή και οριστική δικαστική προστασία εγκαίρως, δηλαδή πριν από την επιβολή της κατάσχεσης σε βάρος της ακίνητης περιουσίας της, αφού δεν άσκησε κατά των οικείων ταμειακών βεβαιώσεων τα προβλεπόμενα ένδικα βοηθήματα της ανακοπής και της αίτησης αναστολής και, συνεπώς, μη νόμιμα εκδόθηκε σε βάρος της η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης και πρέπει, για το λόγο αυτό, να ακυρωθεί, κατά το βάσιμο σχετικό ισχυρισμό της.

 

 

6. Επειδή, κατ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη ανακοπή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, .... Περαιτέρω, ενόψει της έκβασης της δίκης, πρέπει να αποδοθεί στην ανακόπτουσα το καταβληθέν παράβολο, ποσού 25 ευρώ (άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Δ.Δ) και να καταδικαστεί το καθού η ανακοπή Ελληνικό Δημόσιο στα δικαστικά της έξοδα, που ανέρχονται στο ποσό των 234 ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1 του Κ.Δ.Δ.).

 

 

        ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δέχεται την ανακοπή.

 

Ακυρώνει την υπ αριθμό 2001Β/14-5-2009 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου του Δικαστικού Επιμελητή του Πρωτοδικείου Πειραιώς, ....

 

Διατάσσει την απόδοση στην ανακόπτουσα του καταβληθέντος παραβόλου, ποσού 25 ευρώ.

 

Καταδικάζει το καθού η ανακοπή Ελληνικό Δημόσιο στα δικαστικά της έξοδα, που ανέρχονται στο ποσό των 234 ευρώ.

 

Η απόφαση του Δικαστηρίου δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 18 Ιανουαρίου 2010.

 

 

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ          ΑΝΝΑ ΜΠΑΤΣΑΚΗ