ΕφΑθ 9153/2005

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Διατροφή ενήλικου τέκνου - Οικογενειακή στέγη -.

 

Προϋποθέσεις διατροφής ενήλικου τέκνου. Το δικαστήριο σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης έχει την ευχέρεια να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον έναν από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκιας.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

   ΑΡΙΘΜΟΣ 9153/2005

 

   (Απόσπασμα)... Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, με την εκκαλουμένη απόφασή του, αφού έκρινε ότι η αγωγή ασκήθηκε παραδεκτώς και αρμοδίως, κατά την προσήκουσα ειδική διαδικασία των διαφορών που αφορούν διατροφή και επιμέλεια τέκνων (άρθρα 666 §1, 667, 670, 671 §§1 έως 3, 672 - 676 ΚΠολΔ), με νομικό έρεισμα στις διατάξεις των άρθρων 345, 346, 1485, 1486, 1489, 1493, 1496, 1498, 1510, 1511, 1512, 1513, 1518 ΑΚ, 910 αρ. 4 ΚΠολΔ, στη συνέχεια, απορρίπτοντας το υπό στοιχ. γ΄ αίτημα (παραχώρηση της οικογενειακής στέγης) ως ουσία αβάσιμο, την έκανε εν μέρει δεκτή, ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και α) ανέθεσε την άσκηση της επιμέλειας των δύο ανηλίκων Ε.** και Μ.Β.** στην ενάγουσα, δεδομένου ότι ο Κ.Β.** ενηλικιώθηκε στις 13.9.2003, δηλ. πριν από τη συζήτηση στο ακροατήριο (10.11.2003) του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, επελθούσης βιαίας διακοπής της δίκης (άρθρο 286 στοιχ. α΄ ΚΠολΔ, Βαθρακοκοίλη, ΚΠολΔ, Ερμην. - Νομολ. Ανάλυση, τόμος Β΄, 1994, υπό το εν λόγω άρθρο αρ. 7, 20), πράγμα που εγνωστοποιήθη στον εναγόμενο με προφορική δήλωση στο ακροατήριο του ιδίου (Κ.Β.**), ο οποίος δήλωσε ρητώς ότι συνεχίζει αυτός τη δίκη (άρθρα 287 § 1, 290 ΚΠολΔ), β) υποχρέωσε τον εναγόμενο να καταβάλει ως διατροφή των δύο ανηλίκων μηνιαίως ποσόν 600,00 (350+250, αντιστοίχως) ευρώ συνολικώς, νομιμοτόκως, επί τριετίαν από της επιδόσεως της αγωγής, για δε τον Κ.Β.**, ως ενήλικο, ποσόν 400,00 ευρώ. Η απόφαση κηρύχθηκε, ως προς την καταψηφιστική της διάταξη, προσωρινώς εκτελεστή και κατεδικάσθη ο εναγόμενος στην πληρωμή μέρους των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, εκπιπτομένου του προκαταβληθέντος ποσού. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονούνται, 1) η ενάγουσα και ο ως άνω Κ.Β.**, αποδίδοντας τις αιτιάσεις που αναγράφονται στην έφεση και ανάγονται τόσο σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου όσο και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το Δικαστήριο που την εξέδωσε, αιτούμενοι τη μεταρρύθμισή της, ώστε να γίνει δεκτή εξ ολοκλήρου η αγωγή, 2) ο εναγόμενος, αποδίδοντας τις αιτιάσεις που αναγράφονται στην έφεση και ανάγονται τόσο σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου όσο και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων από το ως άνω Δικαστήριο, ζητώντας την εξαφάνισή της και την απόρριψη της αγωγής ως προς τη διατροφή του ενήλικου υιού του, άλλως τον περιορισμό της επιδικασθείσης εις αυτόν διατροφής κατ’ άρθρο 1495 ΑΚ και τη μείωση του ποσού της διατροφής των δύο ανηλίκων.

   Η αγωγή, όσον αφορά τη διατροφή των δύο ανηλίκων και του Κ.Β.** για το διάστημα μέχρι της ενηλικιώσεώς του (13.9.2003) είναι πλήρως ορισμένη (ΑΠ 884/2003 Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ), κατά το μέρος όμως που αφορά τη διατροφή του Κ.Β.** ως ενηλίκου, αναφέρεται απλώς ότι «προετοιμάζεται για την αρχιτεκτονική...εάν ο Κ.** δεν πετύχει σε κάποια σχολή της Αθήνας τότε θα πρέπει να ξανακάνει φροντιστήρια για να ξαναδώσει διότι δεν υπάρχει δυνατότητα να συντηρήσουμε και δεύτερο σπίτι στην επαρχία», χωρίς να εκτίθεται σε αυτήν ότι οι ανάγκες της εκπαιδεύσεώς του αποκλείουν την άσκηση επαγγέλματος (βλ. Θανάση Παπαχρίστου, Εγχειρίδιο Οικογενειακού Δικαίου, 3η έκδ., 2005, σ. 382, Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, τόμος Δ΄, 2003, Οικογενειακό Δίκαιο, άρθρα 1346 - 1694, υπό το άρθρο 1486, αρ. 11, 21) και επομένως κατά το μέρος αυτό ως μη περιέχουσα τα στοιχεία του άρθρου 1486 § 1 ΑΚ είναι αόριστη και απορριπτέα ως απαράδεκτη.

   Κατά το άρθρο 1393 εδ. α΄ ΑΚ, σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιος από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης του. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο, μέσα στην εξουσία του να προστατεύσει την οικογένεια σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβιώσεως, έχει την ευχέρεια να παραχωρήσει την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει ως οικογενειακή στέγη στον ένα από τους συζύγους. Η εν λόγω παραχώρηση γίνεται με βάση τις ειδικές συνθήκες του καθενός συζύγου, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, οι οποίες είναι δυνατόν να επιβάλλουν κατά περίπτωση η παραχώρηση αυτή να γίνεται και προς τον σύζυγο που δεν έχει εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα στο ακίνητο, όπως επίσης να γίνεται με αντάλλαγμα ή χωρίς αντάλλαγμα, το οποίο είναι δυνατόν να υπολογισθεί ή και να μην υπολογισθεί κατά τον καθορισμό της διατροφής, που οφείλει ο υπόχρεος και κύριος της παραχωρούμενης οικογενειακής στέγης στον άλλο σύζυγο ή στα τέκνα του (ΑΠ 1630/2002 ΕλλΔνη 44. 775).

   Από την εκτίμηση της ένορκης εξετάσεως των μαρτύρων αποδείξεως και ανταποδείξεως, (…) από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα είτε για να ληφθούν αυτοτελώς υπόψη ως αποδεικτικά στοιχεία είτε επικουρικώς ως δικαστικά τεκμήρια, σε συσχέτιση και αλληλουχία με τις πιο πάνω καταθέσεις και ένορκες βεβαιώσεις, αποδεικνύονται πλήρως τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

   Α. Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στις 19.12.1981 στα Π.Α.** , από τον οποίον απέκτησαν τρία τέκνα, τον Κ.**, τον Ε.** και τον Μ.** (γενν. στις 13.9.1985, 19.1.1988 και 20.8.1992 αντιστοίχως), από δε του Οκτωβρίου του έτους 2002 διακόπηκε οριστικά η έγγαμη συμβίωσή τους. Με την υπ’ αριθ. 2002/2003 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων) η επιμέλεια του προσώπου των ανηλίκων ανατέθηκε στη μητέρα τους, η οποία έτσι νομίμως εκπροσωπεί τους ανηλίκους υιούς της στην προκειμένη δίκη. Στην ίδια άλλωστε ανατέθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, η οποία δεν πλήττεται ως προς την κρίση της αυτή με ειδική αιτίαση των εφέσεων και οριστικά η επιμέλεια του προσώπου των δύο ανηλίκων Ε.** και Μ.** Τα ανήλικα τέκνα των διαδίκων (και ο Κ.Β.** μέχρι της ενηλικιώσεώς του) δεν έχουν εισοδήματα από περιουσία και λόγω της ηλικίας τους και του ότι παρακολουθούν μαθήματα στο σχολείο δεν μπορούν να εργασθούν. Διαμένουν με τη μητέρα τους σε διαμέρισμα που της έχει παραχωρήσει κατά χρήση ο πατέρας της Ε.Δ.** , επιφανείας 78 τ.μ. επί (…), ο οποίος εκ του λόγου αυτού μαζί με τη μητέρα της ενάγουσας φιλοξενούνται σε οίκημα ιδιοκτησίας του Ιερού Ναού Α.Α.** στην Κ.**, απολαμβάνουν δε τις παρεχόμενες από αυτήν προσωπικές της υπηρεσίες στην ανατροφή και περιποίησή τους. Ο Κ.Β.** κατά τον επίδικο χρόνο τελείωνε το Λύκειο και έκανε φροντιστήριο για τις Πανελλήνιες εξετάσεις εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, παρακολουθώντας μαθήματα σχεδίου στο Κέντρο Τεχνών Π.** με μηνιαία δίδακτρα 120,00 ευρώ, τα οποία τον Ιούνιο του 2003 ανήλθαν σε 350,00 ευρώ (…). Ο Ε.** μαθητής ήδη της Γ΄ Λυκείου κάνει μαθήματα Αγγλικών και Γερμανικών με ετήσια δαπάνη 756,00 ευρώ και 600,00 ευρώ, αντιστοίχως. Ο Μ.**, μαθητής Γυμνασίου, κάνει μαθήματα Αγγλικών με μηνιαία δίδακτρα 45,00 ευρώ (…). Δεν αποδεικνύεται όμως ότι ο Ε.** παρακολουθεί μαθήματα μουσικής με μηνιαία δαπάνη 75,00 ευρώ, (…). Οι λοιπές δαπάνες διαβίωσής τους (τροφής, ένδυσης, ψυχαγωγίας, αγοράς σχολικών ειδών, κλπ.) είναι οι συνήθεις δαπάνες ανηλίκων τέκνων της ηλικίας τους. Εφόσον αυτά, ως άνω, δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις δαπάνες διατροφής τους από τα εισοδήματα ή την εργασία τους, έχουν αξίωση διατροφής κατά των γονέων τους, δηλαδή του εναγομένου πατέρα τους και κατά της μητέρας τους (που τα εκπροσωπεί στη δίκη), οι οποίοι ενέχονται για τη διατροφή τους ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του. Ο εκκαλών πατέρας τους, διοικητικός υπάλληλος στο ΙΚΑ (…), με μηνιαίο μισθό, κατά το έτος 2003, 1.472,11 ευρώ, διαμένει μόνος του σε ιδιόκτητη διόροφη μεζονέτα 160 τ.μ. στα Π.** επί (…), η οποία αποτελούσε την οικογενειακή στέγη μέχρι τέλους Οκτωβρίου του έτους 2002, οπότε η ενάγουσα αναγκάσθηκε να αποχωρήσει από αυτήν μαζί με τα παιδιά μετά από βίαιο επεισόδιο που προκάλεσε ο εναγόμενος, έχει δύο άλλα διαμερίσματα, εμβαδού 64 και 73 τ.μ., αντίστοιχα και ένα ισόγειο κατάστημα (φαρμακείο) εμβαδού 50 τ.μ., τα οποία εκμισθώνει με συνολικό μίσθωμα ετησίως 11.251,24 ευρώ (…). Βαρύνεται με την πληρωμή δόσεων δανείων, (…). Δυνάμει του υπ’ αριθ. (…)/28.4.2004 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αθηνών Μ.Λ.** νομίμως μεταγεγραμμένου, πώλησε στη Β.** σύζυγο Κ.Ρ.** ένα οικόπεδο, που ευρίσκεται στην θέση «Δ.**» στο Π.Α.**, εκτάσεως 2.473,50 τ.μ., με αγοραία αξία 130.000 ευρώ (…). Είναι κύριος δύο (2) επιβατικών αυτοκινήτων (…). Η ενάγουσα εργάζεται ως υπάλληλος σε βιοτεχνία επεξεργασίας ελαστικών στον Τ.** με μηνιαίες απολαυές 600 ευρώ και διαμένει με τα παιδιά, ως άνω. Πόρους από οποιαδήποτε άλλη πηγή ή περιουσία δεν αποδείχθηκε ότι έχει αυτή. Και οι δύο άλλωστε γονείς των ανηλίκων δεν βαρύνονται με τη διατροφή άλλων προσώπων.

   Β. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι με βάση τις ανάγκες των ανηλίκων τέκνων, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής τους, που προαναφέρθηκαν, στις οποίες συνεκτιμώνται οι συνθήκες της ζωής και οι δυνάμεις των γονέων τους, η ανάλογη διατροφή γι’ αυτά, που περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για την ανατροφή, συντήρηση και εκπαίδευσή τους, ανέρχεται μηνιαίως στο ποσόν των 400,00, 350,00 και 250,00 ευρώ, αντιστοίχως. Στο ποσόν αυτό περιλαμβάνεται η αξία των προσωπικών υπηρεσιών και των παροχών στέγασης, θέρμανσης, ηλεκτροφωτισμού, κλπ., που προσφέρει σε αυτά η μητέρα τους. Ενόψει των δυνάμεων των γονέων τους που αναφέρθηκαν, τον εκκαλούντα πατέρα τους βαρύνει μέρος της διατροφής αυτής, ποσού 330,00 (…), 280,00 και 200,00 ευρώ, αντιστοίχως. Με το υπόλοιπο μέρος της διατροφής τους, ποσού 70,00, 70,00 και 50,00 ευρώ, αντιστοίχως, βαρύνεται η μητέρα τους, η οποία εκπληρώνει την υποχρέωσή της αυτή με τις προσωπικές της υπηρεσίες και φροντίδες, τις λοιπές παροχές και την ανάλωση μέρους από το προαναφερθέν εισόδημά της. Ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι δεν μπορεί να επιδικασθεί διατροφή για τον δεύτερο υιό του Ε.** για το μετά την ενηλικίωσή του (19.1.2006) διάστημα, είναι απορριπτέος διότι η ενηλικίωση δεν σημαίνει και παύση του δικαιώματος διατροφής (Γ. Κουμάντου, Οικογενειακό Δίκαιο, τ. II, 1989, σ. 101), εφόσον όμως υπάρξει μεταβολή συνθηκών θα οδηγήσει σε νέα απόφαση δικαστηρίου, με την οποίαν θα μεταρρυθμίζεται η υπάρχουσα απόφαση ή θα διατάσσεται η παύση της υποχρέωσης διατροφής (άρθρο 1494 ΑΚ).

   Γ. Περαιτέρω με βάση τις ειδικές συνθήκες των συγκεκριμένων διαδίκων, το συμφέρον των τέκνων και τις αρχές της επιείκειας, κρίνεται ότι πρέπει να παραχωρηθεί στην ενάγουσα η αποκλειστική χρήση της ως άνω οικογενειακής στέγης άνευ ανταλλάγματος, γενομένης δεκτής της αγωγής ως προς το κεφάλαιο αυτό, ενόψει κυρίως της ανάγκης των τέκνων για χώρο μελέτης που δεν μπορεί να εξασφαλισθεί στο διαμέρισμα όπου φιλοξενούνται. (..).