ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»

 

ΕιρΑθ 5642/2018

 

Ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων - Δραστηριότητα - υπηρεσίες τήρησης λογιστικών βιβλίων με προσωπική εργασία - Ελευθέριο επάγγελμα -.

 

Δεκτή η αίτηση υπαγωγής αιτούσας, πρώην ομορρύθμου εταίρου ομόρρυθμης εταιρίας, στο ν. 3869/2010. Έλλειψη οργάνωσης, απασχόλησης προσωπικού και απουσία επιχειρηματικού κινδύνου. Μη πλήρωση της έννοιας της εμπόρου. Λύση εταιρίας. Αποπληρωμή του επίδικου στεγαστικού δανείου (και) μετά την απώλεια της ιδιότητας του ομόρρυθμου εταίρου. Προηγήθηκε η παύση εργασιών της αιτούσας και εν συνεχεία περιήλθε σε αδυναμία πληρωμής, όπως προκύπτει από την συγκριτική επισκόπηση της επικαλούμενης διακοπής εργασιών και της προσκομιζόμενης αναλυτικής κατάστασης οφειλών. Απόρριψη ενστάσεως περί εμπορικής ιδιότητας της αιτούσας, ως ουσιαστικά αβάσιμης, ανεξαρτήτως του χρόνου περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμής. Οι ασκούντες ελευθέρια επαγγέλματα δεν εμπίπτουν στην έννοια του εμπόρου. Έννοια μικρέμπορου. Δεν αποδείχτηκε από την καθ’ ης ότι η αιτούσα ασκούσε οργανωμένη οικονομική επιχείρηση, ενέχουσα οργάνωση κεφαλαίου και εργασίας τρίτων προσώπων σε έκταση που να δημιουργεί συνθήκες αβεβαιότητας και κινδύνου, ώστε να υφίσταται δυνατότητα κτήσης εμπορικής ιδιότητας. Απόρριψη ένστασης αοριστίας, ένστασης καταχρηστικής ασκήσεως του προτεινόμενου σχεδίου διευθέτησης, ένστασης μη μόνιμης αδυναμίας πληρωμής και ένστασης δόλιας αδυναμίας πληρωμής. Έννοια μη συνεργάσιμου δανειολήπτη βάσει του ν. 3869/2010 και του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών (ν. 4224/2013). Δεν αποδείχτηκε από την καθ’ ης ο εν λόγω ισχυρισμός, μολονότι είχε το σχετικό δικονομικό βάρος (άρθρο 338 ΚΠολΔ). Μη προσκόμιση από την καθ’ ης εκτίμησης για την εμπορική αξία του ακινήτου της αιτούσας. Απουσία αναφοράς εκτιμώμενου ποσοστού απομείωσης της αξίας του ακινήτου, λόγω τυχόν αναγκαστικής εκποίησης και των τυχόν εξόδων που συνδέονται με τον πλειστηριασμό. Ρύθμιση της οφειλής βάσει της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου. Εξαίρεση από εκποίηση της δυνητικής πρώτης και κύριας κατοικίας της αιτούσας, μετά των παραρτημάτων και παρακολουθημάτων της.

 

(Η απόφαση δημοσιεύεται επιμελεία του δικηγόρου Αθηνών, Σωκράτη Οδ. Τσαχιρίδη, Μεταπτυχιακού Διπλωματούχου Πάντειου Πανεπιστημίου)

 

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ Αριθμός: 5642/2018

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ)

 

 

 

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Ειρηνοδίκη Χρήστο Ντόκα, τον οποίο όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών και από τη Γραμματέα.   

 

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια και στο ακροατήριό του την 18 Ιανουαρίου 2018, για να δικάσει την υπόθεση:

 

Της αιτούσας: ... κατοίκου Αττικής, οδός ... με Α.Φ.Μ. η οποία παραστάθηκε στη δίκη μετά της πληρεξούσιας της δικηγόρου Ελένης Μπατσούλη (γραμ. προκαταβολής επί πολιτικών υποθέσεων υπ' αριθ. .../18-01-2018 Δ.Σ.Α.).

 

Της μετέχουσας στη δίκη πιστώτριας, η οποία κατέστη διάδικος μετά τη νόμιμη κλήτευση της (άρθρο 5 Ν.3869/2010), Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία ...., που εδρεύει στην Αθήνα ... οδός ... αρ. ... με Α.Φ.Μ. ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε στη δίκη δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Κωνσταντίνος Γιαννακά (γραμ. προκαταβολής επί πολιτικών υποθέσεων υπ' αριθ. /19-01-2018 Δ.Σ.Α.).

 

Των μετεχόντων στη δίκη, οι οποίοι έχουν καταστεί διάδικοι μετά τη νόμιμη κλήτευση τους (άρθρο 5 Ν.3869/2010) : 1) του εγγυητή, ... του ... ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως και 2) της εγγυήτριας, ..., η οποία δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, αμφοτέρων κατοίκων ... Αττικής, οδός αρ. ...

 

Η αιτούσα με την από .... 2017 αίτησή της, εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ... 07-2017, ζητεί όσα αναφέρονται σ' αυτή. Για τη συζήτηση της αίτησης ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας, κατά την οποία, αφού εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, συζητήθηκε. Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα προφορικά στο ακροατήριο και με τις προτάσεις τους ανέπτυξαν. Το δικαστήριο αφού άκουσε όσα αναφέρθηκαν κατά τη συζήτηση,

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

Από την υπ' αριθ. .../04-08-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ... που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η αιτούσα, προκύπτει ότι ακριβές αντίγραφο της από ... -2017 αίτησης, με πράξη κατάθεσης και ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την παρούσα δικάσιμο επιδόθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα στη δεύτερη εκ των εγγυητών, η οποία δεν παρέστη στη δικάσιμο, κατά την οποία η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του πινακίου και συνεπώς πρέπει να δικαστεί ερήμην. Το δικαστήριο ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθ. 754 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

 

Κατά το άρθρο 94 ΚΠολΔ (όπως ισχύει από 01-01-2016 μετά την τροποποίηση του με το άρθρο 1 άρθρο πρώτο παρ. 2 Ν. 435/2015) η παράσταση με δικηγόρο είναι υποχρεωτική και δεν επιτρέπεται πλέον η παράσταση του διαδίκου αυτοπροσώπως, πλην στο ειρηνοδικείο, εφόσον πρόκειται για μικροδιαφορές και για να αποτραπεί επικείμενος κίνδυνος. Η μη πρόσληψη δικηγόρου, όπου είναι υποχρεωτική, έχει ως συνέπεια ότι ο διάδικος θεωρείται (δικονομικά) απών (ΑΠ 173/1990, ΕλλΔνη 1991. 971, Εφ. Πατρ. 48/2008 Αχ.Νομ 2009, 284). Επομένως, ο μετέχων εγγυητής, ... που κατέστη διάδικος με την επίδοση της υπό κρίση αιτήσεως, με πράξη κατάθεσης και ορισμού δικασίμου και κλήση προς συζήτηση για την παρούσα δικάσιμο, όπως προκύπτει από την υπ' αριθ. ... 08-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ..., αν και παραστάθηκε αυτοπροσώπως, θεωρείται δικονομικά απών. Το δικαστήριο ωστόσο, πρέπει να προχωρήσει στη συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι (άρθ. 754 παρ. 2 του ΚΠολΔ).

 

Η αιτούσα, επικαλούμενη με την αίτησή της ότι έχει περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής της ληξιπρόθεσμης χρηματικής οφειλής της προς την καθ' ης πιστώτρια, όπως αυτή (οφειλή) αναφέρεται στην περιεχόμενη στην αίτηση αναλυτική κατάσταση, ζητεί, αφού ληφθεί υπόψη η περιουσιακή και οικογενειακή της κατάσταση, να γίνει διευθέτηση της από το δικαστήριο, ώστε να επέλθει μερική απαλλαγή αυτής από κάθε τυχόν υφιστάμενο υπόλοιπο του χρέους της έναντι της καθ' ης πιστώτριας, όπως τούτο σαφώς συνάγεται από το όλο περιεχόμενο της αίτησης, υποβάλλοντας και αίτημα εξαίρεσης από τη ρευστοποίηση της δυνητικής κύριας κατοικίας της, άλλως ζητεί τη δικαστική ρύθμιση του χρέους της. Έχοντας αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η αίτηση, η οποία παραδεκτά συμπληρώνεται και διευκρινίζεται προφορικά στο ακροατήριο και με τις προτάσεις (άρθρ. 744, 745 και 751 του ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 1131/87 Νοβ 36. 1601 έως 1602 πλειοψηφία, Εφ.ΑΘ 2735/2000, 4462/02, 2188/08 ΤΝΠ Νόμος  «Εφαρμογή του Ν.3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα» Ι.Βενιέρη-Θ.Κατσά, 2η έκδοση, σελ.186-187), αρμοδίως και παραδεκτώς φέρεται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθ. 3 του Ν.3869/2010 σε συνδυασμό με τα άρθ. 739 επ. ΚΠολΔ), καθόσον από την αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου στα τηρούμενα αρχεία προέκυψε ότι δεν εκκρεμεί άλλη όμοια αίτηση της αιτούσας, ούτε έχει εκδοθεί απόφαση για ρύθμιση και απαλλαγή από την οφειλή της κατ' άρθρο 13 παρ. 2 του Ν. 3869/2010 (βλ. την υπ' αριθ. ...-2018 βεβαίωση της Γραμματείας του Ειρηνοδικείου Αθηνών, του τμήματος ρύθμισης οφειλών). Είναι δε η αίτηση νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1, 4, 5, 8 και 9 του Ν.3869/2010, καθόσον με βάση τα εκτιθέμενα σ' αυτή περιστατικά συντρέχουν οι προϋποθέσεις υπαγωγής της αιτούσας στη ρύθμιση του νόμου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, στερούμενο πτωχευτικής ικανότητας, το δε χρέος της δεν περιλαμβάνεται στα εξαιρούμενα της ρύθμισης και έχει ήδη περιέλθει αυτή σε κατάσταση μόνιμης αδυναμίας πληρωμής του ληξιπρόθεσμου χρέους της. Το αίτημα όμως να αναγνωρισθεί ότι η αιτούσα απαλλάσσεται από το υπόλοιπο του χρέους της μετά την τήρηση και την προσήκουσα εκτέλεση της δικαστικής ρυθμίσεώς του, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο, διότι ασκείται πρόωρα και χωρίς να πληρούνται οι προς τούτο προϋποθέσεις. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 11 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, το αίτημα απαλλαγής από κάθε υπόλοιπο οφειλής αποτελεί αντικείμενο μεταγενέστερης αιτήσεως του οφειλέτη-αιτούντος, η οποία υποβάλλεται στο Δικαστήριο μετά την κανονική εκτέλεση από αυτόν όλων των υποχρεώσεων που επιβάλλονται με την απόφαση που εκδίδεται επί της αιτήσεως του άρθ. 4 παρ. 1 του Ν. 3869/2010. Η αίτηση για απαλλαγή από τα υπόλοιπα χρεών κοινοποιείται στους πιστωτές (αρθρ. 11 παρ. 1 του Ν.3869/2010) και επ' αυτής το Δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία πιστοποιεί την απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των οφειλών. ’λλωστε, στην παρούσα περίπτωση δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθ. 69 ΚΠολΔ, ώστε να θεωρηθεί ότι η πρόωρη δικαστική προστασία ζητείται επιτρεπτά (Ειρ. Κορινθ 258/2016, Ειρ. Ρόδου 19/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Επομένως, κατά το μέρος που η αίτηση είναι νόμιμη, πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω για να κριθεί εάν είναι βάσιμη και κατ' ουσία, δεδομένου ότι έχουν κατατεθεί τα γραμμάτια προείσπραξης  δικηγορικής  αμοιβής   και δεν έχει επιτευχθεί  προδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ της αιτούσας και της πιστώτριάς της.

 

Η καθ' ης πιστώτρια, με προφορική δήλωση της πληρεξούσιας της δικηγόρου που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά και με τις προτάσεις, που κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα, αρνείται την αίτηση και προβάλλει τους ακόλουθους ισχυρισμούς και ενστάσεις. Προβάλλει αρχικά την αοριστία της αίτησης, όμως με το πιο πάνω προεκτεθέν περιεχόμενο, αυτή είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενου ως αβασίμου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της, καθόσον η υπό κρίση αίτηση περιέχει κατάσταση των εισοδημάτων της αιτούσας και του συζύγου της, της περιουσίας τους, κατάσταση tojv πιστωτών της και των απαιτήσεων τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 4 παρ.1 του Ν. 3869/2010. ’λλωστε, για την πληρότητα της αίτησης δεν απαιτείται αναφορά των λόγων που οδήγησαν τον οφειλέτη σε οικονομική αδυναμία, ούτε αναφορά των οικονομικών δυνατοτήτων που είχε ο οφειλέτης παλαιότερα κατά τον χρόνο ανάληψης των χρεών του, αλλά ούτε και αναφορά του χρόνου (ημερομηνίας) ανάληψης εκάστης οφειλής από τον αιτούντα, απορριπτόμενης ως αβάσιμης της περί του αντιθέτου ένστασης της καθ' ης πιστώτριας (βλ. και ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ, ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΩΝ ΥΠΕΡΧΡΕΩΜΕΝΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ Ν.3869/2010 ΟΠΩΣ ΙΣΧΥΕΙ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΠΕΛΘΟΥΣΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ, 2Η ΕΚΔΟΣΗ, σελ. 106 παρ. 43). Επίσης, η αιτούσα προσδιορίζει στην υπό κρίση αίτηση της τις μηνιαίες βιοτικές δαπάνες διαβίωσης της, χωρίς να υπάρχει ανάγκη εξειδίκευσης τους, ήτοι αναφοράς του εκτιμώμενου κόστους εκάστης δαπάνης, απορριπτόμενης ως αβάσιμης της περί του αντιθέτου αιτίασης της καθ' ης, καθώς το πραγματικό ύψος των προαναφερόμενων δαπανών θα αποτελέσει αντικείμενο απόδειξης (βλ. και Ειρ. Πατρών 127/2012, Εΐρ.Ηρακλ. 590/2011, δημοσίευση Νόμος). Επίσης, η καθ' ης προβάλλει την ένσταση απαραδέκτου, λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, για το λόγο ότι η αιτούσα εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας, με την ιδιότητα της λογίστριας. Επί της ενστάσεως αυτής πρέπει να λεχθούν τα εξής: Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 3869/2010, «φυσικά πρόσωπα που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους (εφεξής οφειλέτες) δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο την αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 για τη ρύθμιση των οφειλών τους και απαλλαγή». Η προϋπόθεση της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας διατυπώνεται από τον νομοθέτη -αρνητικά. Το σχετικό αρνητικό γεγονός δεν είναι κατ' αρχήν απαραίτητο να διαλαμβάνεται στην αίτηση ως στοιχείο ενεργητικής νομιμοποίησης. Σύμφωνα με τον σκοπό του νόμου, στη ρύθμιση του νόμου υπάγονται μόνο φυσικά πρόσωπα, και μάλιστα πρόσωπα που δεν ασκούν αυτοτελή οικονομική δραστηριότητα, που να τους προσδίδει την ιδιότητα του εμπόρου. Προσθέτως, υπάγονται και όσοι ήταν έμποροι, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους (2 παρ. 3 ΠτΚ) (εντάσσονται στο Ν. 3869/2010, αν έπαυσαν να έχουν εμπορική ιδιότητα, συνέχισαν τις πληρωμές και έπειτα περιήλθαν σε αδυναμία πληρωμών βλ. ΕιρΑΘ 142/2011, ΕιρΑΘ 127/2011, ΕιρΘεσ 6759/2011). Υπάγονται, επίσης, και οι «μικρέμποροι», δηλαδή αυτοί για τους οποίους το κέρδος από την άσκηση εμπορικών πράξεων αποτελεί αμοιβή του σωματικού τους κόπου και όχι κερδοσκοπικών συνδυασμών, όπως είναι π.χ. η μοδίστρα, ο υπαίθριος μικροπωλητής σε πάγκους, αγορές και πανηγύρια κ.λπ., καθώς αυτοί είναι βιοπαλαιστές έτοιμοι να τραπούν εις άλλα βιοποριστικά επαγγέλματα από εποχής εις εποχήν και επομένως δεν έχουν κατά τα ισχύοντα στον ΠτΚ πτωχευτική ικανότητα (ΑΠ 947/1995 ΕΕμπΔ 1996.62 ΑΠ 463/1991 ΕλλΔνη 1991.1216, ΕφΑθ 11433/1995 ΔΕΕ 1996.490, ΕφΑΘ 11982/1989 ΑρχΝ 1991341, ΕιρΑΘ 5074/2011 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΓνωμΟλΝΣΚ 90/2008, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Αθανάσιος Κρητικός, ο.π., σελ. 47, Βενιέρης - Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικό πρόσωπα, 2η έκδοση σελ. 67-71). Αντιθέτως, δεν υπάγονται στη ρύθμιση τον Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα (αν έπαυσαν τις πληρωμές, όταν ήταν ακόμα έμποροι τότε απορρίπτεται η αίτηση βλ. ΕιρΑΘ 43/2011, ΕιρΑΘ 55/2011, Ειρθεσ 6372/2011, Βενιέρης - Κατσάς, Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 2η έκδοση σελ. 72, Αθανάσιος Κρητικός σελ. 47). Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου £ιρΑΘ 43/2011, ΕιρΑΘ 55/2011, ΕιρΘεσ 6372/2011, αδημ., απορρίπτονται σε αυτές τις περιπτώσεις οι αιτήσεις υπαγωγής στο Ν. 3869/2010). Κατά τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ΠτΚ (Ν. 3588/2007) πτωχευτική ικανότητα έχουν οι έμποροι. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ΕμπΝ και τη διδασκαλία του εμπορικού δικαίου, έμπορος είναι ο κατά σύνηθες επάγγελμα ασκών εμπορικές πράξεις (βλ. ΓνωμΝΣΚ 200/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, που παραπέμπει σε βιβλιογραφία για την ορθή επισήμανση ότι σημασία έχει το σύνηθες και όχι το κύριο επάγγελμα). Επίσης σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 2 του Β.Δ. της  2/14.5.1835  "Περί  της  αρμοδιότητος  των  εμποροδικείων"  στην οποία απαριθμούνται οι αντικειμενικώς εμπορικές πράξεις και όπως έχει ερμηνευθεί η συγκεκριμένη διάταξη, στις εμπορικές πράξεις περιλαμβάνονται, πλην άλλων, η αγορά κινητών πραγμάτων με σκοπό την μεταπώληση τους καθώς και η επιχείρηση πρακτορείας, δηλαδή η παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών στο ευρύ κοινό έναντι ανταλλάγματος (ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΕΜΜ.ΠΕΡΑΚΗΣ, ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, ΕΚΔΟΣΗ 2000, σελ. 174 επ. και 187επ). Οι έμποροι επομένως, για τους οποίους μάλιστα βάσει του άρθρου 8 παρ. 2 του Διατάγματος περί αρμοδιότητας των εμποροδικείων ισχύει το τεκμήριο της εμπορικότητας, σύμφωνα με το οποίο όλες οι συναλλαγές που γίνονται από τον έμπορο τεκμαίρεται ότι γίνονται χάριν της εμπορίας του, αποκλείονται από την εφαρμογή του νόμου (ΟλΑΠ 488/1968 ΝοΒ 16.1159, ΑΠ 1261/1979 ΕΕμπΔ ΛΑ.580, Βενιέρης - Κατσάς, 2η έκδοση, ο.π. σελ. 46). Γι' αυτούς, σε περίπτωση αδυναμίας εκπληρώσεως των ληξιπρόθεσμων   χρηματικών υποχρεώσεων τους κατά τρόπο γενικό και μόνιμο (παύση πληρωμών), ισχύουν οι ρυθμίσεις του Ν. 3588/2007 (ΠτΚ) και όχι αυτές του Ν. 3869/2010. Ο προσδιορισμός με βάση τα προαναφερόμενα όσων δε υπάγονται στην έννοια των εμπόρων, οδηγεί στην ένταξη εντός του ρυθμιστικού πλαισίου του ν. 3869/2010 των συνταξιούχων, των ιδιωτικών υπαλλήλων, των εργατών, των δημοσίων υπαλλήλων,  των εισοδηματιών, των ελευθέρου επαγγελματιών κ.λπ. Σημειώνεται ωστόσο ότι εξαίρεση σε αυτά  τα παραδείγματα εισάγεται  εάν  η  δραστηριότητα γίνεται  υπό τις προϋποθέσεις οργανωμένης οικονομικής επιχείρησης, δηλαδή με προσωπικό, με διαμεσολάβηση στην εργασία τρίτων, εγκαταστάσεις και εξοπλισμό, στοιχεία που προσδίδουν την εμπορική ιδιότητα σε ένα πρόσωπο (Βενιέρη-Κατσά, Εφαρμογή του ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 3η έκδοση, σελ. 119-120). Συχνά η πτωχευτική ικανότητα, υπό τη θετική της εκδοχή, προβάλλεται από τους παριστάμενους πιστωτές του αιτούντος κατ' ένσταση, πλην όμως μπορεί να ληφθεί υπ' όψιν και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Η απόδειξη τον σχετικών ισχυρισμών τους θα έχει ως συνέπεια την απόρριψη της αίτησης, όχι πλέον λόγω ελλείψεως ενεργητικής νομιμοποίησης, αλλά κατ' ουσία λόγω μη συνδρομής ουσιαστικής προϋποθέσεως (ΕιρΑΘ 17/2011, ΕιρΑΘ 43/2011, ΕιρΑΘ 55/2011, αδημ., Αθ. Κρητικός, ο.π., σ. 50). Κατόπιν όλων αυτών η πιο πάνω ένσταση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων που αναφέρονται στην αμέσως προηγηθείσα νομική σκέψη και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.  Απορριπτέα  είναι και  η  ένσταση  καταχρηστικής  άσκησης  του δικαιώματος που προβάλλει η πιστώτρια σχετικά με δικαίωμα της αιτούσας που αφορά την κατάρτιση του σχεδίου διευθέτησης της οφειλής της και τούτο διότι ο αιτών δεν υπόκειται σε περιορισμό κατά τη διαμόρφωση του περιεχομένου του σχεδίου διευθέτησης των οφειλών του, το οποίο αποτελεί υποχρεωτικό περιεχόμενο της αίτησης του και το οποίο ενδέχεται να τύχει αποδοχής στο δικαστικό συμβιβασμό, αφού ο δικαστής είναι αυτός που θα προβεί στην τελική διαμόρφωση της ρύθμισης των οφειλών. Δεν σημαίνει, επομένως, ότι απορρίπτεται η αίτηση, αν το δικαστήριο κρίνει μη εύλογο και αποδεκτό το σχέδιο αποπληρωμής του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, ο δικαστής επεμβαίνει και διαμορφώνει το τελικό πλάνο πληρωμών προς τους πιστωτές αποκλίνοντας από όσα ζητεί ο οφειλέτης (Βλ. και Εφαρμογή του  Ν. 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, I. Βενιέρης-Θ. Κατσά, 2η έκδοση, σελ. 174 επ. υπό 4. Επίσης βλ. και Ειρ. Αχαρνών 3/2011, δημοσίευση Νόμος). Τέλος, η καθ' ης προβάλλει την ένσταση νόμω και ουσία αβασίμου της αίτησης λόγω μη μόνιμης αδυναμίας της αιτούσας και την ένσταση δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμής της ληξιπρόθεσμης οφειλής της. Οι ενστάσεις αφορούν στην πραγματικότητα σε ζητήματα ουσίας, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο της αποδεικτικής διαδικασίας και θα κριθούν κατωτέρω.

 

Από τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, από την ανωμοτί κατάθεση της αιτούσας, που εξετάστηκε στο ακροατήριο του παρόντος δικαστηρίου και καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, από την με αρ. ... -2018 ένορκη βεβαίωση του ... του ... ενώπιον της Ειρηνοδίκου Αθηνών, από τα διδάγματα της κοινής πείρας, τα οποία λαμβάνονται αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ) και από την εν γένει διαδικασία αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα ουσιώδη για την έκβαση της δίκης πραγματικά περιστατικά: Η αιτούσα, ηλικίας 33 ετών σήμερα, είναι έγγαμη, έχοντας αποκτήσει ένα τέκνο, το οποίο είναι ανήλικο και κατοικεί, με την οικογένεια της, σε οικία που της έχει παραχωρηθεί από την πεθερά της (βλ. την από ...-2017 βεβαίωση του Τμήματος Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών, τη δήλωση φορολογικού έτους 2016, πίνακας 5, περ. 1 και όσα κατέθεσε η ίδια). Κατά το χρόνο λήψης του παρακάτω δανείου εργαζόταν ως ιδιωτική υπάλληλος με μηνιαίες αποδοχές 830 ευρώ περίπου και μετά την απόλυση της στο τέλος τους έτους 2011 συμμετείχε ως ομόρρυθμο μέλος στην εταιρεία με την επωνυμία ... ΟΜOPPYΘMOΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», η οποία είχε κύρια δραστηριότητα τις υπηρεσίες τήρησης λογιστικών βιβλίων με προσωπική εργασία και λύθηκε στις 24-10-2016 (βλ. δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 2011, 2012 και την από 25-10-2016 βεβαίωση διακοπής εργασιών μη φυσικού προσώπου της Δ.Ο.Υ.

 

Στη συνέχεια, εργάστηκε ως βοηθός λογιστηρίου στην ... από την οποία απολύθηκε την 09-10-2017 και πλέον είναι άνεργη, λαμβάνοντας μηνιαίο επίδομα ανεργίας ύψους 270 ευρώ έως την 29-06-2018 (βλ. την υπ' αρ. πρωτ.... καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου και την υπ' αρ. πρωτ. ...  απόφαση ένταξης στην επιδότηση). Ωστόσο και μετά την απώλεια της ιδιότητάς της ως ομόρρυθμο μέλος, η αιτούσα εξακολουθούσε να είναι συνεπής στην οφειλή της, χωρίς να έχει περιέλθει κατά το χρόνο που συμμετείχε στην ομόρρυθμη εταιρεία σε παύση πληρωμών κατά τρόπο γενικό και μόνιμο. Τούτο προκύπτει και από την από ...-2016 κατάσταση οφειλών, από την οποία προκύπτει ότιτο δάνειο εξυπηρετούνταν κανονικά, καθώς εμφάνιζε τόκους ύψους μόλις 0,36 ευρώ. Συνεπώς, αποδεικνύεται ότι η αιτούσα δεν είχε περιέλθει σε κατάσταση παύσης πληρωμών, η οποία μάλιστα θα πρέπει να είναι γενική και μόνιμη, προτού διακόψει τη δραστηριότητά της. Νομιμοποιείται, έτσι, η αιτούσα, σύμφωνα με τα αναπτυχθέντα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη, να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010. ’λλωστε, η καθ' ης ουδέν προσεκόμισε προκειμένου να αντιλέξει στα ανωτέρω, απορριπτομένης ....τρόπως της ενστάσεως αυτής περί εμπορικής ιδιότητας της αιτούσας. Επίσης, ο ισχυρισμός της μετέχουσας πιστώτριας περί συνδρομής εμπορικής ιδιότητας στο πρόσωπο της αιτούσας λόγω της εργασίας της ως λογίστριας κρίνεται ουσιαστικά αβάσιμος, ανεξαρτήτως του χρόνου περιελεύσεώς της σε αδυναμία πληρωμών, καθόσον οι ασκούντες ελεύθερα επαγγέλματα δεν εμπίπτουν στην έννοια των εμπόρων, ενώ δεν αποδείχθηκε στην προκειμένη περίπτωση ότι η αιτούσα ασκούσε οργανωμένη οικονομική επιχείρηση, ενέχουσα οργάνωση κεφαλαίου και εργασίας τρίτων προσώπων σε τέτοια έκταση ώστε να φέρει η δραστηριότητα της αυτή τα στοιχεία της αβεβαιότητας και του κινδύνου και να δύναται με τα παραπάνω κριτήρια να του αποδοθεί η εμπορική ιδιότητα, αλλά αντιθέτως το τελευταίο έτος πριν την κατάθεση της υπό κρίση αίτησης εργαζόταν ως ιδιωτικός υπάλληλος με την ιδιότητα της βοηθού λογιστή. Στην περιουσία της ανήκει κατά ψιλή κυριότητα ένα ημιτελές διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου, εμβαδού ... τ.μ., με υπόγεια αποθήκη, εμβαδού ... τ.μ., Με υπόγεια θέση στάθμευσης, εμβαδού ... τ.μ. και ως παράρτημα και παρακολούθημα κατά το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσεως μία θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ακαλύπτου χώρου, εμβαδού ..., κατασκευής έτους 2005, το οποίο βρίσκεται σε πολυκατοικία επί της οδού ... αρ. ... στο Δήμο και αποτελεί τη δυνητική κύρια κατοικία της, συνολικής αντικειμενικής αξίας κατά το είδος του εμπράγματου δικαιώματος της 38.693.26 ευρώ (βλ.  δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων έτους 2017), ποσό το οποίο δεν υπερβαίνει το όριο του αφορολογήτου ποσού Α' κατοικίας για φορολογούμενο προσαυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό. Ο σύζυγός της, εργάζεται στην εταιρεία με την επωνυμία «...», με την ειδικότητα του περιοδεύοντος πωλητή και με μηνιαίες αποδοχές 1.491,75 ευρώ (βλ. απόδειξη πληρωμής αποδοχών Δεκεμβρίου 2017). Μοναδικό περιουσιακό του στοιχείο είναι μία αποθήκη, εμβαδού 39,83 τ.μ., κατασκευής έτους 1923, η οποία βρίσκεται εντός οικισμού ... του Δήμου ... και αντικειμενικής αξίας 3.574,72 ευρώ (βλ. δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων έτους 2017). Οι μηνιαίες βιοτικές ανάγκες της αιτούσας, ενόψει ότι φιλοξενείται με την οικογένειά της σε οικία ιδιοκτησία της πεθεράς της, μη επιβαρυνόμενη με την καταβολή μηνιαίου μισθώματος, περιορίζονται κατά την κρίση του δικαστηρίου μόνο στην κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών (διατροφή, απαραίτητος ρουχισμός, ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, τηλεφωνία, θέρμανση), οι οποίες κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας και σύμφωνα με όσα εκθέτει και η ίδια στην αίτηση της ανέρχονται στο ποσό των 1.700,00 ευρώ.

 

Σε χρόνο προγενέστερο του έτους από την κατάθεση της ένδικης αίτησης, η αιτούσα είχε αναλάβει το παρακάτω χρέος, ο εκτοκισμός του οποίου, συνεχίζεται με το επιτόκιο ενήμερης οφειλής μέχρι το χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης (άρθρο 6 παρ. 3 του Ν. 3869/2010). Ειδικότερα, προς την πιστώτρια με την επωνυμία... έχει, σύμφωνα με την από ... 2017 βεβαίωση οφειλών, που προσκομίζει η καθ' ης, οφειλή 142.742,95 ευρώ, προερχόμενη από την υπ' αρ. ... σύμβαση στεγαστικού δανείου. Η αιτούσα προέβη στη λήψη του ανωτέρω δανείου, για το οποίο είχαν συμβληθεί σ' αυτό και οι γονείς της, ... και .... ως εγγυητές και η αδερφή της, ..., ως συνοφειλέτιδα, έχοντας την πεποίθηση ότι θα αποπληρώσει την υποχρέωση της, καθώς ουσιαστικά το δάνειο το εξυπηρετούσαν οι γονείς της, οι οποίοι κατά το χρόνο λήψεως του είχαν επαρκές εισόδημα από την εργασία τους, αλλά και με την προοπτική ότι μελλοντικά θα απασχολούνταν και η αδερφή της και ότι παράλληλα τα δικά της εισοδήματα θα ακολουθούσαν ανοδική πορεία (βλ. δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 2010-2012 των γονέων της). Όμως στη συνέχεια, συνεπεία της προαναφερόμενης περιέλευσης σε καθεστώς ανεργίας τόσο της αιτούσας όσο και της αδερφής της, αλλά κυρίως της αδυναμίας των εγγυητών γονέων της, να εξυπηρετήσουν το ανωτέρω χρέος, οι οποίοι σημειωτέον έχουν καταθέσει τις με αριθμό κατάθεσης ...-08-2017 και ...-08-2017 αιτήσεις αντίστοιχα, ενώπιον του Ειρηνοδικείου ... για την υπαγωγή των οφειλών τους στο Ν. 3869/2010, περιήλθε σε μόνιμη και διαρκή αδυναμία αποπληρωμής του χρέους της, μη έχοντας την απαιτούμενη ρευστότητα προς εξυπηρέτηση του (βλ. ενιαίο εκκαθαριστικό σημείωμα φυσικών προσώπων οικονομικών έτους 2016 των γονέων της και της αδελφής της). Επομένως, η ένσταση της καθ' ης περί δόλιας περιέλευσης της αιτούσας σε αδυναμία πληρωμής της οφειλής της θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη, καθώς η αδυναμία της αυτή δεν οφείλεται σε δόλο, αλλά στα ανωτέρω γεγονότα, τα οποία ήταν έκτακτα και απρόβλεπτα. Κατόπιν όλων αυτών συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή της στη ρύθμιση του Ν.3869/10 και ειδικότερα σε αυτή του άρθρου 8 παρ. 2 και παρ. 5, όπως τροποποιήθηκε από τον Ν.4336/2015. Η ρύθμιση του χρέους της θα γίνει με μηνιαίες καταβολές απευθείας στην πιο πάνω τράπεζα από το εισόδημα της, επί τριετία, που θα αρχίζουν τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Όσον αφορά το ειδικότερο περιεχόμενο της ρύθμισης αυτής, το προς διάθεση προς την πιστώτρια της αιτούσας ποσό, λαμβανομένων υπόψη των βασικών προσωπικών και οικογενειακών της αναγκών και της δυνατότητας συμβολής του συζύγου της δια της συνεισφοράς του βάσει των άρθρων 1389 και 1390 του ΑΚ, ανέρχεται στη ποσό των 100,00 ευρώ μηνιαίως, ποσό το οποίο ανταποκρίνεται στις οικονομικές της δυνατότητες. Μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος των τριών ετών η ανωτέρω πιστώτρια θα έχει λάβει το ποσό των 3.600,00 ευρώ (100,00 Χ 36 μήνες).

 

Σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 2 του v. 38S9/2010, όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρθρο 14 παρ. 1 ν. 4346/2015 «Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018 ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει στο δικαστήριο πρόταση εκκαθάρισης και σχέδιο διευθέτησης οφειλών ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, εφόσον, στο πρόσωπο του οφειλέτη, πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται 3 του άρθρου 5 του παρόντος, προσαυξημένες κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%), γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν ογδόντα χιλιάδες (180.000) ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες ευρώ (40.000) ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία (3) τέκνα και δ) ο οφειλέτης είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται. Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπει ότι ο οφειλέτης θα καταβάλλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι καταβάλλει ποσό τέτοιο ώστε οι πιστωτές του δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεσή τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος η οποία θα εκδοθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος ορίζονται η διαδικασία και τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό της  μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη και τον προσδιορισμό του ποσού το οποίο θα ελάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς και για τον προσδιορισμό της ενδεχόμενης ζημίας των πιστωτών. Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες στο πρόσωπο του οφειλέτη πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις: α) το συγκεκριμένο ..... συνορεύει ως κύρια κατοικία του, β) το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 5 του παρόντος, γ) η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησης δεν υπερβαίνει τις εκατόν είκοσι χιλιάδες (120.000) ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά σαράντα χιλιάδες (40.000) ευρώ για τον έγγαμο οφειλέτη και κατά είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ ανά τέκνο και μέχρι τρία τέκνα, δ) είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται και ε) βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών,   όπως αυτές ορίζονται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών της προηγούμενης παραγράφου, διασφαλίζεται, ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεση τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, με τον ακόλουθο τρόπο...». Σύμφωνα με το άρθρο 1J του ανωτέρω τροποποιητικού νόμου (4346/2015), η εφαρμογή του τροποποιημένου άρθρου 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 αρχίζει από 01-01-2016 και δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις, καθώς και αιτήσεις που έχουν κατατεθεί έως και 31-12-2015. Επομένως, στην υπό κρίση αίτηση, με ημερομηνία κατάθεσης 28-07-2017, έχει εφαρμογή το ανωτέρω τροποποιημένο άρθρο και συγκεκριμένα υπάγεται στην πρώτη κατηγορία περιπτώσεων, ήτοι η αιτούσα πληροί σωρευτικά τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο, ήτοι το συγκεκριμένο ακίνητο, του οποίου ζητεί την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση χρησιμεύει ως δυνητική κύρια κατοικία της, το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό της εισόδημα δεν υπερβαίνει τις δαπάνες διαβίωσης, προσαυξημένες κατά εβδομήντα τοις εκατό (70%) και η αντικειμενική αξία της δυνητικής κύριας κατοικίας δεν υπερβαίνει το ποσό των 240.000,00 ευρώ, καθώς η αιτούσα είναι έγγαμη με ένα ανήλικο τέκνο. Επίσης, η πιστώτρια της στα πλαίσια του αρθρ. 338 ΚΠολΔ δεν επικαλέστηκε, ούτε απέδειξε ως όφειλε, ότι η αιτούσα δεν ήταν συνεργάσιμος δανειολήπτης βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών. Ωστόσο, δεδομένου ότι η καθ' ης πιστώτρια δεν προσκόμισε εκτίμηση σχετικά με την τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου και μνεία του εκτιμώμενου ποσοστού απομείωσης αυτής λόγω της αναγκαστικής εκποίησης του ακινήτου καθώς και των εξόδων που συνδέονται με τον πλειστηριασμό, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην υπ' αρ. 54/15-12-2015 απόφαση της ΤτΕ, το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις ρυθμίσεις των άρθρων 974 επ. ΚΠολΔ και 1 εσωτερικό άρθρο 9 παρ. 12 έως 15 Ν. 4335/2015, τη δήλωση ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων έτους 2017 και τα διδάγματα της κοινής πείρας, ορίζει, για την ικανοποίηση των απαιτήσεων της πιστώτριας της αιτούσας, ποσό 35.000,00 ευρώ. Το ποσό αυτό είναι μικρότερο του χρέους της, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 142.742,95 ευρώ και συνεπώς η υποχρέωση της εξαντλείται με την καταβολή του ποσού των 35.000,00 ευρώ. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα γίνει εντός δέκα ετών, εντόκως, χωρίς ανατοκισμό με το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου με σταθερό επιτόκιο, που θα ισχύει κατά τον χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος. Έτσι θα πρέπει να οριστεί μηνιαία καταβολή προς την πιστώτρια για τη διάσωση της δυνητικής κυρίας κατοικίας της αιτούσας, η οποία ανέρχεται σε 291,56 (12 μήνες Χ 10 έτη=120 μήνες, 35.000,00 : 120 μήνες=291,66 ευρώ).

 

Όσον αφορά το ζήτημα της περιόδου χάριτος, στη νέα διάταξη του άρθ. 9 παρ. 2 μετά το ν. 4336/15, αλλά και στο ν. 4346/15 έχει παραληφθεί η πρόβλεψη της δυνατότητας για χορήγηση περιόδου χάριτος. Αυτό, προφανώς,  οφείλεται σε παραδρομή αφού έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το όλο πνεύμα και το σκοπό των ρυθμίσεων του νόμου και ειδικά αυτής της διάταξης του άρθ. 8 παρ. 2, που προβλέπει τον ορισμό μηνιαίων καταβολών με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του οφειλέτη, με σκοπό την ελάφρυνσή του ώστε να εξυπηρετήσει μέρος των χρεών του και να απαλλαγή του υπολοίπου διαφυλάσσοντας ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης του. Και αυτό γιατί, εφόσον συντρέχουν οι δύο ρυθμίσεις για μηνιαίες καταβολές, αυτές δηλαδή των άρθ. 8 παρ. 2 κα· 9 παρ. 2, ο οφειλέτης θα κληθεί να καταβάλει κατά την πρώτη 3ετία, που θα λειτουργήσουν παράλληλα, ποσά σημαντικά μεγαλύτερα αυτών που δύναται με βάση τα εισοδήματα και τις ανάγκες του, που αποτελούν και τα κριτήρια νια τον ορισμό του ποσού των καταβολών της ρύθμισης της 8 παρ. 2, γεγονός που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην έκπτωση του, αντί της επιδιωκόμενης απαλλαγής του. Γι' αυτό, η παράλειψη θα πρέπει να καλυφθεί ερμηνευτικά με βάση το πνεύμα των ρυθμίσεων του νόμου για την πραγμάτωση του επιδιωκόμενου μέσω αυτών πιο πάνω σκοπού του. Εφόσον η εκπλήρωση της ρύθμισης του άρθ. 8 παρ. 2 εξαρτάται κατά το νόμο από τα εισοδηματικά κριτήρια που θεσπίζει η διάταξη αυτή, η  δε πραγμάτωσή της είναι αδύνατη   εφόσον λειτουργήσει παοάλληλα με τη ρύθμιση του άρθ. 9 παρ. 2, αφού ανατρέπεται πλήρως η βάση της για τον ορισμό των δόσεων, δηλαδή η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής τοπ οφειλέτη, όπως αυτή κρίθηκε με βάση τα εισοδηματικά κριτήρια της διάταξης, θα πρέπει κατά λογική ακολουθία η δεύτερη ρύθμιση να έπεται της πρώτης πράγμα που μπορεί να συμβεί με τη χορήγηση ισόχρονης της πρώτης ρύθμισης περιόδου χάριτος ώστε να μη συμπέσουν οι δύο ρυθμίσεις, όπως ρητά προβλεπόταν από το προγενέστερο δίκαιο και έγινε δεκτό υπό την ισχύ του από τη νομολογία. Εξάλλου η χορήγηση περιόδου χάριτος δεν προβλέπεται μεν από τη διάταξη του αρθ. 9 παρ. 2, όμως δεν απαγορεύεται, αφού δεν προβλέπει χρόνο έναρξης των καταβολών, ούτε άμεσα π.χ. με την έκδοση της απόφασης, ούτε έμμεσα με την απαγόρευση της δικαστικής αναστολής της όπως γίνεται μέσω της διάταξης του άρθ. 8 παρ. 5 στη ρύθμιση του άρθρου αυτού (Ειρ. Πατρ. 350/2016, δημοσίευση ΝΟΜΟΣ). Με βάση λοιπόν τα προλεχθέντα, θα πρέπει να χορηγηθεί στην αιτούσα περίοδος χάριτος τριών ετών, ώστε να μη συμπέσει η τελευταία αυτή ρύθμιση με αυτήν των τυχόν καταβολών της επί τρία έτη. Η καταβολή, λοιπόν, των δόσεων για τη διάσωση της δυνητικής κύριας κατοικίας της αιτούσας θα αρχίσει την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα, τρία έτη μετά το χρονικό διάστημα που προβλέπει το άρθρο 8 παρ. 2 Ν. 3869/2010.

 

Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η κρινόμενη αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή ως βάσιμη κατά την ουσιαστική της πλευρά και να ρυθμιστεί η αναφερόμενη στην αίτηση οφειλή της αιτούσας, όπως ειδικότερα αναφέρεται στο διατακτικό. Η απαλλαγή της από κάθε υφιστάμενο υπόλοιπο οφειλής έναντι της πιστώτριας της θα επέλθει σύμφωνα με το νόμο (άρθρ. 11 παρ. 1 Ν. 3869/2010) μετά την κανονική εκτέλεση των υποχρεώσεων, που της επιβάλλονται με την απόφαση αυτή και με την επιφύλαξη της τυχόν τροποποιήσεως της παρούσας ρύθμισης. Δικαστική δαπάνη δεν επιδικάζεται σύμφωνα με το άρθρ. 8 παρ 6 του Ν. 3869/2010.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει ερήμην των εγγυητών, ... του ... και ... αντιμωλία των λοιπών διαδίκων.

 

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

 

Δέχεται εν μέρει την αίτηση.

 

Ρυθμίζει τα χρέη της αιτούσας, με μηνιαία καταβολή ποσού εκατό (100,00) ευρώ, προς την πιστώτρια της, με την επωνυμία ..... επί τρία έτη, η οποία θα γίνεται εντός του πρώτου πενθημέρου κάθε μήνα, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης.

 

Εξαιρεί της εκποίησης την κύρια κατοικία της αιτούσας, ήτοι ένα ημιτελές διαμέρισμα του δευτέρου ορόφου, εμβαδού ... τ.μ., με υπόγεια αποθήκη, εμβαδού ... τ.μ., με υπόγεια θέση στάθμευσης, εμβαδού ... τ. μ. και ως παράρτημα και παρακολούθημα κατά το δικαίωμα της αποκλειστικής χρήσεως μία θέση στάθμευσης αυτοκινήτου του ακαλύπτου χώρου, εμβαδού ... τ.μ., το οποίο βρίσκεται σε πολυκατοικία επί της οδού ... αρ. ... στο Δήμο ...

 

Επιβάλλει στην αιτούσα την υποχρέωση να καταβάλει στην πιστώτρια της για τη διάσωση της ως άνω δυνητικής κύριας κατοικίας της, το ποσό των τριάντα πέντε χιλιάδων ευρώ (35.000,00) μέσα σε χρονικό διάστημα δέκα ετών, με μηνιαία καταβολή, ανερχόμενη στο ποσό των διακοσίων ενενήντα ενός ευρώ και εξήντα έξι λεπτών (291,66). Η καταβολή της ανωτέρω μηνιαίας δόσης θα αρχίσει να γίνεται τρία έτη μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης. Οι πληρωμές αυτές θα γίνονται έντοκα όπως ανωτέρω στο .........

 

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, την 26 Ιουλίου 2018, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

 

Ο ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ              Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ