ΕιρΑθ 1343/2018

 

Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής - Ανακοπή - Έννομο συμφέρον - Ενεργητική νομιμοποίηση -.

 

Ανακοπή για την ακύρωση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής. Ο ισχυρισμός ιδίας κυριότητας του ανακόπτοντα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για το νόμω βάσιμο της ανακοπής, η δε απόδειξή του οδηγεί στο δεκτό της ανακοπής που ασκήθηκε ως ουσιαστικά βάσιμης. Αντικείμενο της δίκης ενώπιον του ειρηνοδικείου δεν είναι η αναγνώριση της κυριότητας αλλά η κρίση για τη συνδρομή των νόμιμων προϋποθέσεων του κύρους του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου. Απόρριψη ανακοπής για την ακύρωση πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος και ενεργητικής νομιμοποίησης. Ο ανακόπτων ουδέποτε απέκτησε κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία επί του επίδικου ακινήτου, εφόσον βρισκόταν στην κατοχή του δυνάμει μισθωτικής σχέσης που είχε συνάψει με τον αρχικό ιδιοκτήτη του.

 

 

 

 

 

Αριθμός 1343/2018

 

Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

 

 

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Αθηνών Σπυριδούλα Τσίγκα την οποία όρισε να δικάσει η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Κατερίνα Μαλινδρέτου.

 

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 19 Οκτωβρίου 2018 για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

 

Του καλούντος - ανακόπτοντος : ..., κατοίκου Αθηνών, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Δημητρίου Χριστόπουλου.

 

Του καθ' ου κλήση - ανακοπή : Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' Βαθμού, με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ», που εδρεύει στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου από τον Δήμαρχο αυτού, ο οποίος παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Στυλιανού Μπεζαντέ.

 

Ο καλών - ανακόπτων με την από 6-9-2018 κλήση του που κατατέθηκε νόμιμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 77.173/2018 και ΕΑΚ 1.547/2018, νομότυπα επαναφέρει προς συζήτηση την από 9-1-2018 ανακοπή του, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, με αριθμό κατάθεσης ΓΑΚ 2.767/2018 και ΕΑΚ 310/2018, με την οποία ζητούσε να γίνει δεκτή για όσους λόγους αναφέρονται σ' αυτή, μετά την έκδοση της υπ' αριθμ. 8.358/2018 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο αφού έκρινε εαυτό καθ' ύλη αναρμόδιο για την εκδίκαση αυτής παρέπεμψε την υπόθεση στο Ειρηνοδικείο Αθηνών. Η δε συζήτηση της ανακοπής αυτής προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.

 

Για την προκειμένη συζήτηση και μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο έκθεμα και κατά τη σειρά εγγραφής της σ' αυτό, το Δικαστήριο αφού άκουσε όσα περιέχονται στα πρακτικά:

 

 

Μελέτησε τη δικογραφία

Σκέφτηκε σύμφωνα με το Νόμο

 

 

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 και 4 του α.ν. 263/68 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως των διατάξεων περί δημοσίων κτημάτων», κατά εκείνου που επιλαμβάνεται αυτογνωμόνως οιουδήποτε δημοσίου κτήματος συντάσσεται πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής που κοινοποιείται προς αυτόν κατά του οποίου απευθύνεται. Από τις διατάξεις αυτές που αποβλέπουν στη δραστικότερη προστασία της περιουσίας του Κράτους, δημόσιας και ιδιωτικής σε συνδυασμό προς τη διάταξη του άρθρου 15 ν. 719/1977 προκύπτει με σαφήνεια, ότι για το κύρος του πρωτοκόλλου απαραίτητες προϋποθέσεις, που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά είναι: α) να πρόκειται για δημόσιο κτήμα, δηλαδή για κτήμα που ανήκει στη δημόσια ή ιδιωτική περιουσία του κράτους, β) να βρίσκεται αυτό αναμφισβήτητα στην κατοχή του Δημοσίου και όχι απλά το Ελληνικό Δημόσιο να διεκδικεί κυριότητα ή νομή σ' αυτό και γ) να έλαβε χώρα αυθαίρετη κατάληψη χωρίς τη θέληση του κράτους με σκοπό την απόκτηση δικαιωμάτων αδιάφορα με το χρόνο που έγινε αυτή (κατάληψη). Επομένως εάν λείπει έστω και μία από τις προϋποθέσεις αυτές δεν μπορεί να συνταχθεί πρωτόκολλο, εάν τυχόν εκδόθηκε ακυρώνεται μετά την ανακοπή του καθ' ου (βλ. σχ. ΚΠολΔ 583 επ. Κ. Μπέη ΝοΒ 16, 983, ΑΠ 105/1971 ΝοΒ 19, 594, Μ. Πρωτ. Θηβ. 14/1975 Δνη 1975,201). Κατ' ακολουθία, ο μεν ισχυρισμός ιδίας κυριότητας του ανακόπτοντα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για το νόμω βάσιμο της ανακοπής, η δε απόδειξη του οδηγεί στο δεκτό της ανακοπής που ασκήθηκε σαν ουσιαστικά βάσιμης, εφόσον αίρεται μία από τις αναγκαίες προϋποθέσεις, για την έγκυρη έκδοση του πρωτοκόλλου που αναφέρθηκαν παραπάνω, δηλαδή η κυριότητα του δημοσίου στην επίδικη έκταση. Λόγοι που στηρίζουν αυτή την ανακοπή μπορεί να είναι: α) ελαττώματα που υπάγονται στην τυπική νομιμότητα του πρωτοκόλλου (βλ. σχ. και ΣτΕ 1478/73 ΝοΒ 22, 110), β) η μη συνδρομή των προϋποθέσεων για την έκδοση του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής και γ) λόγοι ακυροτήτων από το δικονομικό δίκαιο (λ.χ. αοριστία του περιεχομένου του πρωτοκόλλου που προσβάλλεται, έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας κλπ.). Αντικείμενο δηλαδή της δίκης που ανοίγεται στο Ειρηνοδικείο δεν είναι η αναγνώριση της κυριότητας ή έστω η προσωρινή ρύθμιση της νομής στην παραπάνω έκταση, αλλά η κρίση για τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων του κύρους του πρωτοκόλλου που προσβάλλεται (βλ. σχ. Τζίφρα Ασφ. Μέτρα έκδ. Γ' σελ. 546-548, ΕΑ 6802/89 Αρχ.Ν. 41/778, Πολ. Πρωτ. Αθ. 13414/68 ΝοΒ 16.1184). Εξάλλου ο νομοθέτης προκειμένου να προστατεύσει πληρέστερα τα συμφέροντα του Δημοσίου επιτρέπει πλέον την άσκηση της ανακοπής που προαναφέρεται σ' αυτόν που ισχυρίζεται ότι είναι κύριος της εκτάσεως που αποβλήθηκε ο οποίος και φέρει το βάρος αποδείξεως του ισχυρισμού του, κατά τρόπον ώστε η έρευνα του δικαστηρίου να περιορίζεται στην πιθανολόγηση ή μη της κυριότητας του ανακόπτοντα στην έκταση από την οποία αποβλήθηκε, αφού και στην περίπτωση ακόμα που η επίδικη έκταση δεν είναι δημόσια, δημοτική ή κοινοτική η ανακοπή πρέπει ν' απορριφθεί εφόσον δεν πιθανολογείται κυριότητα του ανακόπτοντα σ' αυτή (βλ. Β. Βαθρακοκοίλη Κωδ. Πολ. Δικ. άρθρο 734, αριθ. 84, Ειρ. Κοζ. 357/90 Αρχ. Νομ. ΜΔ 115, Ειρ. Πειρ. 222/1998 δημ. Νόμος).

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 68 Κ.Πολ.Δ δικαστική προστασία έχει δικαίωμα να ζητήσει όποιος έχει άμεσο έννομο συμφέρον, δηλαδή για την παροχή έννομης προστασίας απαιτείται από το νόμο η συνδρομή δύο προϋποθέσεων, η νομιμοποίηση και το έννομο συμφέρον. Νομιμοποίηση των διαδίκων είναι η εξουσία διεξαγωγής συγκεκριμένης δίκης για συγκεκριμένη έννομη σχέση, καθοριζόμενη κατά κανόνα ως προς το αντικείμενο της και τους φορείς της από το ουσιαστικό δίκαιο (βλ.σχ. Ολ.ΑΠ 18/2005 ΝοΒ 2006.1075). Το υποκείμενο που εμφανίζεται κατά το δίκαιο ως δικαιούχος του επίδικου δικαιώματος ή της έννομης σχέσης, νομιμοποιείται ενεργητικά για την άσκηση του συγκεκριμένου ένδικου βοηθήματος, ενώ ο φερόμενος ως υπόχρεος νομιμοποιείται παθητικά ( βλ.σχ. ΑΠ 665/2008 δημ. Νόμος, Νίκας «ΠολΔικ I», σελ. 330). Η νομιμοποίηση αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση και πρέπει να υπάρχει γενικώς κατά την έναρξη της δίκης και καθ' όλη τη διάρκεια της, προκειμένου να είναι δυνατή η έκδοση απόφασης από το δικαστήριο, η έλλειψη της οποίας συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης και αυτεπαγγέλτως (βλ. σχ. ΑΠ 994/2007 ΧρΙΔ 2008, 140, ΑΠ 45/2007 Δ 2007, 583, ΑΠ 1016/2005 Ελ.Δνη 2005, 1088, Εφ. Αθ. 5685/1999 Ελ.Δνη 2000,  527, Μπέης «Πολιτική  Δικονομία», άρθρο 68,  σελ. 360, Βαθρακοκοίλης «ΚΠολΔ», άρθρο 68, αρ. 6). Για τη νομιμοποίηση του διαδίκου αρκεί μόνον ο ισχυρισμός του ενάγοντος ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς κατ' αρχή να ασκεί επιρροή, αν ο ισχυρισμός αυτός είναι αληθής ή αναληθής (βλ. σχ. ΑΠ 2102/2007 Δ 2007, 428, ΑΠ 351/1979 ΝοΒ 1979, 1427, Εφ.ΑΘ. 8511/2005 Ελ.Δνη 2006, 534). Αν στην αίτηση δικαστικής προστασίας δεν εκτίθενται στοιχεία ενεργητικής και παθητικής νομιμοποίησης, πράγμα που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, τότε αυτή απορρίπτεται, ως απαράδεκτη για έλλειψη διαδικαστικής προϋπόθεσης της δίκης ( βλ. σχ. Εφ.ΑΘ. 851 1/2005 Ελ.Δνη 2006,534, Εφ. Θεσ. 1857/2003 Αρμ 2005, 372), ενώ αν εκτίθενται, αλλά δεν αποδειχθούν τα θεμελιωτικά της νομιμοποίησης περιστατικά, η αίτηση δικαστικής προστασίας απορρίπτεται ως κατ' ουσία αβάσιμη (βλ.σχ. ΑΠ 351/1979 ΝοΒ 1979, 1427, Εφ.ΑΘ. 8107/2001 Ελ.Δνη 2003,225, Εφ. Αθ. 9586/1998 Ελ.Δνη 1999,1179).

 

Στην προκειμένη περίπτωση με την κρινόμενη ανακοπή ο ανακόπτων ζητεί για όσους λόγους αναφέρονται σ' αυτή, να ακυρωθεί το με αριθμό 004970/8-1-2018 πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής του Δημάρχου Αθηναίων, με το οποίο αποβλήθηκε από την επίδικη έκταση εμβαδού 2.030,83 τ.μ. πλέον εμβαδού ρυμοτομούμενης έκτασης 470 τ.μ, που βρίσκεται στην οδό ..., στην περιοχή του Βοτανικού του Δήμου Αθηναίων και η οποία περιγράφεται λεπτομερώς κατά ακριβή θέση, έκταση και όρια στο δικόγραφο της ανακοπής και να καταδικασθεί ο καθ' ου στη δικαστική του δαπάνη.

 

Η ανακοπή αυτή αρμόδια καθ' ύλη και κατά τόπο εισάγεται στο Δικαστήριο τούτο στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται το ακίνητο από το οποίο αποβλήθηκε ο ανακόπτων, για να δικαστεί κατά την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 3 του A.N. 263/1968, 733, 29 και 686 επ. Κ.Πολ.Δ. και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 2 του Α.Ν. 263/1968, άρθρου 1 παρ.12 του ΝΧ 2307/1995 σε συνδυασμό με τα άρθρα 583, 176 και 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ. Πρέπει, επομένως να εξετασθεί και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

 

Από την ένορκη κατάθεση στο ακροατήριο του μάρτυρα του ανακόπτοντα (ο καθ' ου εξέτασε μάρτυρα), το σύνολο των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, όσα ανέπτυξαν προφορικά και με τα σημειώματα τους οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, σε συνδυασμό και με όλη γενικά τη διαδικασία, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει του υπ' αριθμ. .../8-1-2018 πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής του Δημάρχου Αθηναίων, ο ανακόπτων αποβλήθηκε από μία οικοπεδική έκταση που βρίσκεται στην οδό ... και Στρατού (μη διανοιγμένη) στον Βοτανικό του Δήμου Αθηναίων, Ο.Τ 84, περιοχή 63, εμβαδού 2.030,83 τ.μ., όπως αυτή αποτυπώνεται στο συγκοινοποιούμενο μ' αυτό ... Οκτωβρίου 2017 τοπογραφικό διάγραμμα των τοπογράφων μηχανικών ... της Διεύθυνσης Δόμησης του Δήμου Αθηναίων και συνορεύει βόρεια επί τεθλασμένης πλευράς Α-Β-Γ-Δ-Ε-Ζ συνολικού μήκους 46,65 μέτρων με ιδιοκτησία αγνώστων, ανατολικά επί τεθλασμένης πλευράς Ζ-Η-Θ-Ι-Κ-Α συνολικού μήκους 39,97 μέτρων με ιδιωτική οδό, νότια επί τεθλασμένης πλευράς Λ-Τ1 συνολικού μήκους 48,39 μέτρων με οδό Εδέσσης και δυτικά επί τεθλασμένης πλευράς Τ1-Α συνολικού μήκους 46,24 μέτρων με οδό Στράτου (μη διανοιγείσα). Ο ανακόπτων άσκησε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 20-11-2008 και με αριθμό κατάθεσης .../2008 αγωγή του κατά του καθ' ου με την οποία ζήτησε να αναγνωριστεί κύριος ενός οικοπέδου εκτάσεως 1.983,30 τ.μ., με την υπάρχουσα εντός αυτού πεπαλαιωμένη οικία, που βρίσκεται στην οδό ... στην περιοχή του Βοτανικού και εντός σχεδίου πόλεως του Δήμου Αθηναίων, ισχυριζόμενος ότι έχει καταστεί κύριος αυτού με πρωτότυπο τρόπο και δη με έκτακτη χρησικτησία, με άτυπη παραχώρηση από το έτος 1975 του προηγούμενου κυρίου αυτού, ..., ασκώντας από τότε όλες εκείνες τις διακατοχικές πράξεις που προσιδιάζουν στη φύση και στο προορισμό του. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 1237/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, το οποίο έκρινε ότι ο ... από το έτος 1975 παραχώρησε στον ανακόπτοντα το εν λόγω οικόπεδο στα πλαίσια προφορικής σύμβασης μίσθωσης αορίστου χρόνου, στη συνέχεια δε δυνάμει του από 2-12-1986 ιδιωτικού συμφωνητικού και ότι ο τελευταίος άρχισε να ασκεί διάνοια κυρίου πράξεις νομής και κατοχής πάνω σ' αυτό μετά το θάνατο του ..., ήτοι από τον Ιανουάριο του 1998 και εντεύθεν και ως εκ τούτου δεν πληρούνται στο πρόσωπο οι προϋποθέσεις της έκτακτης χρησικτησίας, δηλαδή η συνεχής άσκηση πράξεων νομής και κατοχής επ' αυτού για μια εικοσαετία, απορρίπτοντας έτσι την αγωγή ως ουσία αβάσιμη. Στη συνέχεια, ο ίδιος ως άνω ανακόπτων άσκησε ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών έφεση κατά της παραπάνω απόφασης. Το τελευταίο με την υπ' αριθμ. 68/2014 απόφαση του και σύμφωνα με τις ίδιες με το πρωτοβάθμιο δικαστήριο/παραδοχές και αιτιάσεις απέρριψε την ασκηθείσα έφεση. Ακολούθως, το Γ' Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, το οποίο επιλήφθηκε της 19-3-2014 αίτησης αναίρεσης που άσκησε ο ανακόπτων κατά της παραπάνω απόφασης του Εφετείου Αθηνών, με την υπ' αριθμ. 696/2018 απόφαση του, απέρριψε την ως άνω αίτηση αναίρεσης και τους πρόσθετους λόγους αυτής, δεχόμενο ότι το τελευταίο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τις περί κτήσεως της κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 974 και 1045 ΑΚ. Έτσι και σύμφωνα με τα άρθρα 321, 322 και 331 Κ.Πολ.Δ, από το συνδυασμό των οποίων συνάγεται ότι οι οριστικές αποφάσεις των πολιτικών δικαστηρίων που δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση είναι τελεσίδικες και αποτελούν δεδικασμένο, το οποίο εκτείνεται τόσο στο ουσιαστικό ζήτημα που κρίθηκε για την έννομη σχέση που έχει προβληθεί με αγωγή, όσο και στα ζητήματα που κρίθηκαν παρεμπιπτόντως και αποτελούν αναγκαία προϋπόθεση του κυρίου ζητήματος, αν το δικαστήριο ήταν καθ' ύλη αρμόδιο να  αποφασίσει για τα παρεμπίπτοντα αυτά ζητήματα, κρίθηκε με ισχύ δεδικασμένου ότι ο ανακόπτων, ..., ουδέποτε απέκτησε κυριότητα με έκτακτη χρησικτησία επί του προαναφερομένου ακινήτου, εφόσον βρισκόταν στην κατοχή του, τουλάχιστον  μέχρι τον Ιανουάριο του έτους 1998 δυνάμει μισθωτικής σχέσης που είχε συναφθεί μεταξύ αυτού και του ..., αρχικού ιδιοκτήτη του. Εξάλλου, για το ανωτέρω ακίνητο, ο καθ' ου Δήμος Αθηναίων έχει ασκήσει ήδη ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 21-12-2017 και με αριθμό  κατάθεσης  ΓΑΚ .../2017  και ΕΑΚ .../2017 διεκδικητική αγωγή κυριότητας κατά του ανακόπτοντα, με αίτημα να αναγνωρισθεί κύριος της ως άνω έκτασης και να υποχρεωθεί ο ανακόπτων να του την αποδώσει, ως τμήμα μείζονος εκτάσεως οικοπέδου εμβαδού 7.251,66 τ.μ., το οποίο κατέχει και νέμεται  ως εκ διαθήκης κληρονόμος του ..., την κληρονομιά του οποίου αποδέχθηκε με την υπ' αριθμ. .../2006 πράξη αποδοχής κληρονομιάς του συμβολαιογράφου Αθηνών ..., νομίμως μεταγραμμένης. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην αρχή της παρούσας μείζονα σκέψη, γενομένου δεκτού του σχετικού ισχυρισμού του καθ' ου, ο ανακόπτων δεν έχει έννομο συμφέρον και  δεν νομιμοποιείται  ενεργητικά για  την  άσκηση  ανακοπής για  την ακύρωση του προσβαλλόμενου πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής με το οποίο αποβλήθηκε από την αναφερόμενη σ' αυτό οικοπεδική έκταση, η οποία σε κάθε περίπτωση αφορά το ίδιο ως άνω προαναφερόμενο ακίνητο, γεγονός που συνομολογείται από τους διαδίκους. Επομένως, εφόσον το προσβαλλόμενο πρωτόκολλο είναι καθ' όλα νόμιμο και έγκυρο γιατί πληροί τις προαναφερόμενες στην αρχή της παρούσας τυπικές και ουσιαστικές προϋποθέσεις εκδόσεως του και περιγράφεται σ' αυτό κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μην γεννάται καμία αμφιβολία ως προς την ταυτότητα του, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη ανακοπή ως ουσιαστικά αβάσιμη και τα δικαστικά έξοδα του καθ' ου να επιβληθούν σε βάρος του ανακόπτοντα, λόγω της ήττας του στη δίκη αυτή, κατ' άρθρο 176 Κ.Πολ.Δ., όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

 

Απορρίπτει την ανακοπή.

 

Επικυρώνει το με αριθμό .../8-1-2018 Πρωτόκολλο Διοικητικής Αποβολής του Δημάρχου Αθηναίων.

 

Επιβάλλει τη δικαστική δαπάνη του καθ' ου σε βάρος του ανακόπτοντα, το ύψος της οποίας ορίζει στα εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

 

Κρίθηκε, αποφασίστηκε στην Αθήνα και δημοσιεύτηκε στο ακροατήριό του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους στις 30-11-2018.

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ