ΕιρΑμαρουσίου (ΑσφΜ) 821/2014

 

Ασφαλιστικά μέτρα νομής αυτοκινήτου - Πρόταση συμβιβασμού από την πλευρά της τράπεζας προς τον οφειλέτη για καταβολή δόσεων -.

 

Δεν είναι επιτρεπτή η μετακύλιση απρόοπτου γεγονότος, όπως ο φόρος υπεραξίας, εις βάρος του οφειλέτη και η σύναψη σύμβασης με επαχθέστερους όρους. Έλλειψη επικείμενου κινδύνου. Μη ύπαρξη στοιχείου αντιποίησης της νομής.

 

 

 

Αριθμός απόφασης 821/2014

 

ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΜΑΡΟΥΣΙΟΥ

(Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

 

 

            Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Βασιλική Μπαλάσκα και τη Γραμματέα Μαγδαληνή Πάσιου.

 

            Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 26 Μαρτίου 2014 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

 

            ΤΗΣ ΑΙΤΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «M-B B ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το δ.τ. «MB B P S.A.» που εδρεύει στην Π, οδός G D, αριθμός .., Β, η οποία έχει νόμιμα εγκατασταθεί στην Ελλάδα, μέσω του υποκαταστήματος της, στην Κ Α, οδός Θ αρ. ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Κούτα (AM ΔΣΑ 17359).

 

            ΤΟΥ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ: ΣΑ του Κ, κατοίκου Κ, οδός .....αρ. ... (Τ.Κ. .....), ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ευγενία Φωτοπούλου (AM ΔΣΑ 26559).

 

Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 17/10/2013 αίτηση της, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό .........../2013 και με ταυτάριθμη πράξη της Ειρηνοδίκου προσδιορίστηκε να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της 27/11/2013, οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 18/12/2013. Κατά τη δικάσιμο αυτή η συζήτηση της υπόθεσης αναβλήθηκε για τη δικάσιμο της 4/2/2014, οπότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.

 

            Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, η οποία εκφωνήθηκε από τη σειρά του σχετικού εκθέματος, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί.

 

 

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

 

 

            Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα, επικαλούμενη επικείμενο κίνδυνο, ζητεί να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα προκειμένου να προστατευθεί η νομή δικαιώματος ενεχύρου της επί του περιγραφόμενου στην αίτηση οχήματος, το οποίο ο καθ' ου κατέχει παράνομα, αντιποιούμενος την οιονεί νομή της επ' αυτού, κατά τα διαλαμβανόμενα λεπτομερώς στην αίτηση, και συγκεκριμένα ζητεί να αναγνωριστεί προσωρινά οιονεί νομέας του εν λόγω οχήματος, να υποχρεωθεί ο καθ' ου και κάθε τρίτος που έλκει από αυτόν τα δικαιώματά του ή το κατέχει επ' ονόματι του να της αποδώσει το όχημα με τον εξοπλισμό του, και σε περίπτωση άρνησής τους να διαταχθεί η βίαιη αφαίρεση του από αυτούς, να απαγορευτεί στο μέλλον κάθε πράξη διατάραξης της νομής της, να της χορηγηθεί εξάμηνη προθεσμία από την έκδοση απόφασης επί της αίτησης για την άσκηση της τακτικής αγωγής, και να καταδικαστεί ο καθ' ου στη δικαστική της δαπάνη.

 

 

            Η αίτηση με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα παραδεκτώς και αρμοδίως καθ' ύλη και κατά τόπον εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 43, 44 και 733 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με τον υπό στοιχείο Δ.7 εδ. β' όρο της υπ' αριθμ. 01006293-210-001/8-7-2010 σύμβασης πώλησης αυτοκινήτου με παρακράτηση της κυριότητας και σύμβασης δανείου) κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ.). Είναι δε επαρκώς ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 361, 513, 532, 974, 975, 984, 987, 996, 998, 1209, 1211, 1212 ΑΚ, 35 επ. του ν.δ. 17-7/13-8-1923 «περί ειδικών διατάξεων περί ανωνύμων εταιρειών» και 176, 734 παρ. 2 ΚΠολΔ, πλην των ακόλουθων αιτημάτων τα οποία κρίνονται απορριπτέα ως μη νόμιμα: α) του αιτήματος περί αναγνώρισης της αιτούσας ως προσωρινής νομέως δικαιώματος ενεχύρου επί του επίδικου αυτοκινήτου, διότι το αίτημα αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο δίκης ασφαλιστικών μέτρων αφού, από τις διατάξεις των άρθρων 70, 284, 682 παρ. 1, 695 και 734 παρ. 2 ΚΠολΔ συνάγεται με σαφήνεια ότι η αναγνώριση του "προσώπου ως προσωρινού νομέα ή κατόχου αποτελεί παρεμπιπτόντως μόνο εξεταζόμενο προδικαστικό ζήτημα και επομένως το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο, για την προσωρινή ρύθμιση της νομής ή κατοχής, την αναγνώριση του αιτούντος ως προσωρινού νομέα ή κατόχου του πράγματος (Κράνης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα ΕρμΚΠολΔ υπό άρθρο 734 αρ. 5, Β. Βαθρακοκοίλη ΕρμΚΠολΔ υπό άρθρο 70 αρ. 2, Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2010 σελ.289, Δ. Κονδύλη, Δεδικασμένο 2007 σελ. 706-707, Κ. Παναγόπουλου, Δέσμευση και επανάληψη στα ασφαλιστικά μέτρα, 1985, σελ. 88), β) του αιτήματος να υποχρεωθεί να αποδώσει στην αιτούσα το επίδικο αυτοκίνητο κάθε τρίτος, που έλκει δικαιώματα από τον καθ' ου ή κατέχει αυτό στο όνομά του, διότι κατά τις διατάξεις των άρθρων 225 παρ. 3 εδ. τελ., 325 αρ. 3 εδ. τελ., 692 παρ. 5 και 919 ΚΠολΔ, εάν ο τρίτος απέκτησε καλόπιστα, κατά τους όρους του άρθρου 1036 ΑΚ, γίνεται κύριος αυτού και ουδεμία εναντίον του χωρεί προστασία του απωλέσαντος τη νομή και κυριότητα του πράγματος, εάν δε ο τρίτος κατέχει το πράγμα επ' ονόματι του καθ' ου το δεδικασμένο της απόφασης ισχύει και κατ' αυτού, έτσι ώστε να είναι εκτελεστή εναντίον του η απόφαση χωρίς ειδική διάταξη (Δ. Κονδύλης, Δεδικασμένο 2007 σελ. 531), ενώ στην ένδικη αίτησή της η αιτούσα εταιρεία δεν αναφέρει ορισμένη έννομη σχέση που να θεμελιώνει τέτοιου είδους δικαίωμα, γ) του αιτήματος να διαταχθεί η βίαιη αφαίρεση του επίδικου αυτοκινήτου από τα χέρια του καθ' ου ή από κάθε τρίτο που το κατέχει παράνομα επ' ονόματι του ή έλκει δικαιώματα από αυτόν, καθόσον το εν λόγω αίτημα έχει ως περιεχόμενο τις ενέργειες στις οποίες θα προβεί το όργανο της εκτέλεσης ασκώντας τα νόμιμα καθήκοντά του σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 941 παρ. 1 ΚΠολΔ, για τα οποία δεν απαιτείται δικαστική επιταγή, δ) του αιτήματος να χορηγηθεί στην αιτούσα εξάμηνη προθεσμία από την έκδοση απόφασης επί της υπό κρίση αίτησης για την άσκηση τακτικής αγωγής, καθώς, κατά ρητή πρόβλεψη της διάταξης του άρθρου 693 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 105 παρ. 3 Ν. 4172/2013 (ΦΕΚ Α' 167/23.7,2013), οι οριζόμενες σε αυτήν προθεσμίες για την άσκηση αγωγής για την κύρια υπόθεση δεν εφαρμόζονται στις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής, και ε) του αιτήματος περί απαγόρευσης στο μέλλον κάθε πράξης διατάραξης της νομής της αιτούσας, διότι, κατά τις διατάξεις των άρθρων 987 και 989 ΑΚ, δικαίωμα να ζητήσει την παράλειψη της διατάραξης νομής στο μέλλον έχει αποκλειστικά ο νομέας που διαταράχθηκε παράνομα και ουχί εκείνος που αποβλήθηκε από τη νομή του πράγματος, όπως ισχυρίζεται εν προκειμένω η αιτούσα. ʼλλωστε, ο ισχυρισμός του καθ' ου περί καταχρηστικής άσκησης της υπό κρίση αίτησης, ο οποίος αποτελεί την κατά το άρθρο 281 ΑΚ ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, αν και προβάλλεται παραδεκτώς, κρίνεται απορριπτέος ως μη νόμιμος, αφού η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ είναι ανεφάρμοστη στο πεδίο του δικονομικού δικαίου, διότι δεν αναφέρεται σε δικονομικά δικαιώματα (Ράμμος, Εγχειρ. 1, (1980), παρ. 228, σελ. 624 επ. Μπέης, ό.π., άρθρο 116 III, σελ. 595, ΑΠ 224/1986, ΕλλΔνη 27.1109, ΑΠ 13/1981, Δ 12.289, ΑΠ 892/1980, ΝοΒ 29.284), στη δε δίκη των ασφαλιστικών μέτρων, επίδικο δεν είναι το ουσιαστικό δικαίωμα, δηλαδή η ασφαλιστέα αξίωση, αλλά το διαπλαστικό δικονομικό δικαίωμα του δικαιούχου για παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, το οποίο είναι δημοσίου και όχι ιδιωτικού χαρακτήρα (Μπέης, ΕρμΚΠολΔ, άρθρο 686 παρ. 1.1, σελ. 83 επ.), επομένως ισχυρισμοί που επιδρούν καταλυτικά στο ασφαλιστέο δικαίωμα, όπως η εν λόγω ένσταση, δεν έχουν έννομη επιρροή (Παμπούκης - Κεραμέας, Γνμδ, Δ 4.574, 576, παρ. 1113, ΜΠρΧαλκ 139/1992, ΕλλΔνη 34.1397 επ.). Επομένως, η υπό κρίση αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

 

 

            Από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρα της αιτούσας, ΠΛ, που εξετάστηκε νόμιμα στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά συνεδριάσεως (ο καθ' ου δεν επιμελήθηκε της εξέτασης μάρτυρα), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι μετ' επικλήσεως προσκομίζουν, και από όσα ανέπτυξαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο και με τα σημειώματα που κατέθεσαν, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Με την υπ' αριθμ. ....... σύμβαση πώλησης αυτοκινήτου με παρακράτηση της κυριότητας και σύμβαση δανείου που καταρτίστηκε στην Αθήνα μεταξύ της αιτούσας, του καθ' ου και της εταιρείας με την επωνυμία «Α Α.Ε.», η τελευταία πώλησε, παραχώρησε και μεταβίβασε στον καθ' ου ένα επαγγελματικό αυτοκίνητο με τον εξοπλισμό του, εργοστασίου κατασκευής MB, μοντέλο .........., με αριθμό πλαισίου .........., αντί συνολικού τιμήματος 43.934 ευρώ, εκ των οποίων ο καθ' ου κατέβαλε στην πωλήτρια εξ ιδίων κεφαλαίων το ποσό των 12.000 ευρώ και το υπόλοιπο μέρος του τιμήματος ποσού 31.934 ευρώ χορήγησε η αιτούσα, δυνάμει της ανωτέρω σύμβασης δανείου. Η αποπληρωμή του δανείου συμφωνήθηκε να πραγματοποιηθεί από τον καθ' ου σε εβδομήντα δύο (72) διαδοχικές μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, ποσού 567,73 ευρώ η πρώτη (1η) έως και η δέκατη έβδομη (17η), ποσού 567,74 ευρώ η δέκατη όγδοη (18η) έως και η εικοστή τρίτη (23η), ποσού 567,73 ευρώ η εικοστή τέταρτη (24η), ποσού 567,74 ευρώ η εικοστή πέμπτη (25η), ποσού 567,73 ευρώ η εικοστή έκτη (26η) έως και η εικοστή όγδοη (28η), ποσού 567,74 ευρώ η εικοστή ένατη (29η) έως και η τριακοστή πέμπτη (35η), ποσού 567,73 ευρώ η τριακοστή έκτη (36η) έως και η πεντηκοστή όγδοη (58η), ποσού 567,74 ευρώ η πεντηκοστή ένατη (59η) έως και η εξηκοστή τέταρτη (64η), ποσού 567,73 ευρώ η εξηκοστή πέμπτη (65η) και εξηκοστή έκτη (66η) δόση, ποσού 567,74 ευρώ η εξηκοστή έβδομη (67η), ποσού 567,73 ευρώ η εξηκοστή όγδοη (68η), ποσού 567,74 ευρώ η εξηκοστή ένατη (69η), ποσού 567,73 ευρώ η εβδομηκοστή (70η), ποσού 567,74 ευρώ η εβδομηκοστή πρώτη (71η) και ποσού 567,85 ευρώ η εβδομηκοστή δεύτερη (72η), πληρωτέων την 14η ημέρα κάθε ημερολογιακού μήνα, από 14-8-2010 έως και 14-7-2016, σύμφωνα με το οριστικό χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής. Με την ως άνω σύμβαση η πωλήτρια του αυτοκινήτου «Α Α.Ε.» παρακράτησε την κυριότητα του πωληθέντος οχήματος μέχρι την αποπληρωμή του δανείου και συνέστησε υπέρ της αιτούσας, προς εξασφάλιση των απαιτήσεών της κατά του αγοραστή εκ του δανείου, ειδικό τραπεζικό ενέχυρο κατά τις διατάξεις του Ν.Δ. 17.7/13.8.1923, σύμφωνα με τους υπό στοιχεία Β.1 και Γ.10.1 όρους της ανωτέρω σύμβασης. Το δε βεβαρημένο με το ως άνω ενέχυρο αυτοκίνητο παραδόθηκε στον καθ' ου μόνο κατά κατοχή και χρήση, με ενεχυροφύλακα τον ίδιο. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο μολονότι καθ' ου παρέλαβε το επίδικο όχημα και το έχει στην κατοχή του χρησιμοποιώντας το, υπήρξε ασυνεπής στην εκπλήρωση των συμβατικών του υποχρεώσεων, και δεν είχε εξοφλήσει μέχρι τις 2-10-2012 μέρος της ληξιπρόθεσμης δόσης του μηνός Αυγούστου του 2012 ποσού 367 ευρώ και ολόκληρη τη ληξιπρόθεσμη δόση του μηνός Σεπτεμβρίου του 2012 ποσού 567,73 ευρώ, ήτοι συνολικά όφειλε στην αιτούσα ποσό 934,73 ευρώ. Με την από 2-10-2012 εξώδικη όχλησή της που επιδόθηκε στον καθ' ου στις 5-10-2012, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. ....../5-10-2012 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ευρυτανίας ......, η αιτούσα κάλεσε τον καθ' ου να εξοφλήσει εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό, άλλως θα ασκούσε τα δικαιώματά της από την επίδικη σύμβαση δανείου. Ο αιτών εξόφλησε τα ανωτέρω ποσά, στη συνέχεια όμως υπήρξε και πάλι ασυνεπής στην εκπλήρωση των συμβατικών του υποχρεώσεων, και δεν είχε εξοφλήσει μέχρι τις 18-1-2013 μέρος της ληξιπρόθεσμης δόσης του μηνός Νοεμβρίου του 2012 ποσού 199 ευρώ και ολόκληρες τις ληξιπρόθεσμες δόσεις των μηνών Δεκεμβρίου του 2012 και Ιανουαρίου του 2013 ποσού 567,74 ευρώ εκάστη, ήτοι συνολικά όφειλε στην αιτούσα ποσό 1.334,48 ευρώ. Με την από 18-1-2013 εξώδικη όχλησή της που επιδόθηκε στον καθ' ου στις 31-1-2013, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 195/31-1-2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ευρυτανίας Αντώνιου Γούλα, η αιτούσα κάλεσε τον καθ' ου να εξοφλήσει εντός προθεσμίας τριών (3) εργάσιμων ημερών το ανωτέρω οφειλόμενο ποσό, άλλως θα ασκούσε τα δικαιώματά της από την επίδικη σύμβαση δανείου. Ακολούθως, ο καθ' ου κατέβαλε στην αιτούσα μόνο το οφειλόμενο υπόλοιπο της δόσης του Νοεμβρίου του 2012, την οφειλόμενη δόση του Δεκεμβρίου του 2012 και μέρος της οφειλόμενης δόσης του Ιανουαρίου του 2013 ποσού 30,84 ευρώ, υπολειπομένου ποσού 536,90 ευρώ, ενώ κατέστη υπερήμερος και ως προς την καταβολή των ληξιπρόθεσμων δόσεων των μηνών Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου του 2013 ποσού. 567,74 ευρώ εκάστη, οφείλοντας συνολικά στην αιτούσα ποσού 2.240,12 ευρώ, με αποτέλεσμα η τελευταία, με την από 16-4-2013 καταγγελία σύμβασης δανείου που επιδόθηκε στον καθ' ου την 18-4-2013, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 2677Β'/18-4- 2013 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Ευρυτανίας Νικόλαου Γέρνα, ασκώντας το συμβατικό της δικαίωμα, να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση δανείου, καθισταμένου όλου του ποσού του δανείου ληξιπρόθεσμου και απαιτητού, βάσει των υπό στοιχεία Γ.9.1.α και Γ.10.1.4 όρων της επίδικης σύμβασης, και κάλεσε τον καθ' ου να καταβάλλει άμεσα το οφειλόμενο ποσό των 21.527,47 ευρώ, άλλως θα ασκούσε όλα της τα δικαιώματα από τη σύμβαση δανείου, και ιδίως από τη νομή του δικαιώματος ενεχύρου. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι προτού η αιτούσα υπαναχωρήσει από την επίδικη σύμβαση, ο καθ' ου είχε πολλές φορές καταστεί υπερήμερος ως προς την εξόφληση των οφειλών του. Παρότι δε η αιτούσα θα μπορούσε να έχει υπαναχωρήσει ήδη με την πρώτη καθυστέρηση του αιτούντος στην πληρωμή των ληξιπρόθεσμων δόσεών του, τελικά προέβη στην ως άνω υπαναχώρηση από την επίδικη σύμβαση δανείου στις 16-4-2013, και ενώ είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο μέρος της ληξιπρόθεσμης δόσης του Ιανουαρίου του 2013 και οι δόσεις των μηνών Φεβρουαρίου, Μαρτίου και Απριλίου του 2013 συνολικού ποσού 2.240,12 ευρώ, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα. Με βάση τα παραπάνω προκύπτει ότι η άσκηση του δικαιώματος υπαναχώρησης της αιτούσας από την επίδικη σύμβαση δεν υπήρξε καταχρηστική, και ως εκ τούτου η ερειδόμενη στο άρθρο 281 ΑΚ ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που ο καθ' ου προέβαλε θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Σημειώνεται δε ότι τα πραγματικά περιστατικά που ο καθ' ου επικαλείται για τη θεμελίωση του ισχυρισμού του ότι η υπαναχώρηση της αιτούσας από την επίδικη σύμβαση είναι καταχρηστική, και ειδικότερα η ατελέσφορη προσπάθεια διακανονισμού της ανωτέρω οφειλής του προς την αιτούσα, όπως αποτυπώνεται στις από 18-12-2013, 10-1-2014 και 22-1-2014 επιστολές της αιτούσας προς αυτόν, είναι μεταγενέστερα της υπαναχώρησης της αιτούσας, με αποτέλεσμα να μη δύνανται να θεμελιώσουν τον ισχυρισμό περί καταχρηστικότητάς της. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι ο καθ' ου παρά την υπαναχώρηση της αιτούσας από την επίδικη σύμβαση, δεν της απέδωσε το επίδικο αυτοκίνητο. Ωστόσο, από την όλη συμπεριφορά του καθ' ου δεν πιθανολογήθηκε ότι προέβη σε αντιποίηση της οιονεί νομής του, και ειδικότερα ότι άσκησε επ' αυτού φυσική εξουσίαση με διάνοια δικαιούχου ενεχύρου. Ειδικότερα, μετά την υπαναχώρηση της αιτούσας από τη σύμβαση εξακολούθησε να πραγματοποιεί συνεχείς καταβολές διάφορων ποσών προς αυτήν (βλ. το προσκομισθέν αντίγραφο του υπ' αριθμ. ........ λογαριασμού μέσω του οποίου εξυπηρετείτο η επίδικη σύμβαση), ενώ επέδειξε σοβαρή και ειλικρινή προσπάθεια να προβεί σε διακανονισμό της ως άνω οφειλής του, απευθύνοντας σχετικό αίτημα με την από 22-11-2013 επιστολή του προς την αιτούσα, η οποία αποδέχθηκε τη ρύθμιση της οφειλής του με μεταφορά του δανείου στην ανήκουσα στον ίδιο όμιλο με την αυτήν εταιρεία με την επωνυμία «MBFSΕ Α.Ε.» και την εξόφλησή της σε 30 ισόποσες μηνιαίες δόσεις ύψους 487,17 ευρώ εκάστη, υπό τον όρο καταβολής ποσού 3.400 ευρώ, ήτοι του 20,30% του υπολειπόμενου κεφαλαίου, έως τις 24-12- 2013 (βλ. την από 18-12-2013 επιστολή της «MBFSΕ Α.Ε.» προς τον καθ' ου). Ακολούθως, ο καθ' ου πράγματι κατέβαλε στην αιτούσα το ποσό των 3.400 ευρώ (βλ. το από 20-12-2013 αποδεικτικό μεταφοράς ποσού της AB), πλην όμως η αιτούσα δεν τον κάλεσε να υπογράψει τη σύμβαση εντός του μηνός Δεκεμβρίου του 2013, με αποτέλεσμα, επειδή προϋπόθεση για τη μεταφορά του δανείου από την αιτούσα στην εταιρεία με την επωνυμία «MBFSΕ Α.Ε.» ήταν η πραγματοποίηση διαδοχικών μεταβιβάσεων της κυριότητας του' οχήματος, ο αιτών, με βάσει τις διατάξεις του νέου Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 4172/2013) που τέθηκε σε ισχύ από 1-1-2014, κατέστη πλέον υπόχρεος σε καταβολή φόρου υπεραξίας ποσού 6.000-7.000 ευρώ περίπου σε περίπτωση υλοποίησης της ανωτέρω συμφωνίας. Κατόπιν αυτού η αιτούσα του πρότεινε δύο εναλλακτικές δυνατότητες διακανονισμού της οφειλής του, με επαχθέστερους όμως για αυτόν όρους (βλ. την από 22-1-2014 επιστολή της αιτούσας προς τον καθ' ου), ενώ με την από 17-2-2014 επιστολή της του έδωσε χρονικό περιθώριο μέχρι τις 28-2-2014 προκειμένου να της απαντήσει. Με το από 27-2-2014 ηλεκτρονικό μήνυμά του ο καθ' ου ενημέρωσε την αιτούσα σχετικά με την αδυναμία του να ανταποκριθεί στους επαχθέστερους οικονομικά όρους των εναλλακτικών προτάσεων που του παρουσίασε και επέμεινε στο διακανονισμό του δανείου με μηνιαίες δόσεις ποσού 487,17 ευρώ εκάστη, εκδηλώνοντας την πρόθεσή του να καταβάλει άμεσα τις δόσεις των μηνών Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου του 2014, προκειμένου να εξοφλήσει την οφειλή του. Την ίδια άλλωστε πρόθεσή του να προβεί σε καταβολές προς την αιτούσα εκδήλωσε και στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με δήλωση της πληρεξούσιας δικηγόρου του. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι ο καθ' ου αναγνωρίζει την αιτούσα ως δικαιούχο ενεχύρου επί του αυτοκινήτου και έχει εκδηλώσει τη βούληση του να την εξοφλήσει ολοσχερώς, η δε τελευταία έχει αποδεχθεί τις περιοδικές καταβολές του έναντι του συνολικού ποσού της οφειλής του. Εξάλλου, δεν πιθανολογήθηκε ούτε η συνδρομή του στοιχείου του κατεπείγοντος, δεδομένου ότι η συζήτηση της υπό κρίση αίτησης αναβλήθηκε τρεις φορές, εκ των οποίων η δεύτερη αναβολή δόθηκε κατά τη δικάσιμο της 18/12/2013 με αίτημα της αιτούσας, ερήμην μάλιστα του καθ' ου, η δε τρίτη αναβολή δόθηκε κατά τη δικάσιμο της 4/2//2014 με κοινό αίτημα των διαδίκων. Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη. Τέλος, θα πρέπει να επιβληθεί στην αιτούσα, η οποία ηττήθηκε, η πληρωμή της δικαστικής δαπάνης του αιτούντος (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), ο οποίος υπέβαλε σχετικό αίτημα, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

 

 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

 

            ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.

 

            ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.

 

            ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της αιτούσας τη δικαστική δαπάνη του καθ' ου, την οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων σαράντα (240) ευρώ.

 

            ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 28 Απριλίου του έτους 2014.

 

 

Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ                                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΠΑΛΑΣΚΑ