ΕιρΑθ 269/2008

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

 

Προστασία καταναλωτή - Γενικοί Όροι Συναλλαγών (ΓΟΣ) - Καταχρηστικότητα Γ.Ο.Σ. - Σύμβαση στεγαστικού δανείου -Έξοδα δανείου - Αποζημίωση για πρόωρη εξόφληση δανείου - Αδικαιολόγητος πλουτισμός -.

 

Συμβάσεις στεγαστικού δανείου κατά την κατάρτιση των οποίων η εναγομένη αξίωσε και έλαβε ποσά ως έξοδα δανείου και ως αποζημίωση για την πρόωρη εξόφληση δανείου. Οι ως άνω πρόσθετες επιβαρύνσεις συνιστούν απαγορευμένες από το νόμο προμήθειες της εναγομένης χορήγησης στεγαστικών δανείων, διότι φέρουν όλα τα στοιχεία των προμηθειών αφού συνίστανται σε προκαθορισμένο ποσοστό επί των ποσών των δανείων, προκαταβάλλονται εφάπαξ από τους δανειολήπτες κατά τη σύναψη των συμβάσεων και μερικές από αυτές πριν από τη χορήγηση του ποσού των δανείων και είναι ανεξάρτητες από τα συμφωνηθέντα με κάθε δανειολήπτη επιτόκια και τα υπόλοιπα έξοδα για τη χορήγηση των δανείων. Εξάλλου, το ποσό των επιβαρύνσεων αυτών κλιμακώνεται ανάλογα με το ποσό του δανείου, η δε επιβολή του στους δανειολήπτες συνιστά γενικό όρο συναλλαγών, αφού δεν περιλαμβάνεται στους έντυπους γενικούς όρους συναλλαγών των ειδικών συμβάσεων στεγαστικών δανείων, αλλά οι δανειολήπτες - καταναλωτές ενημερώνονται προφορικά γι' αυτές, οι οποίες ισχύουν για απροσδιόριστο αριθμό καταναλωτών, έχουν αποφασιστεί να επιβληθούν στους καταναλωτές εκ των προτέρων και συνεπώς δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων. Η επιβολή των ως άνω επιβαρύνσεων είναι παράνομη και καταχρηστική, διότι παραβιάζει την αρχή της διαφάνειας και διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων εις βάρος του καταναλωτή.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

   Αριθμός 269/2008

   ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

   ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

 

   Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Μπαλαμπάνη Μαρία, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως Αλεξάνδρας Πολυκρέτη.

   Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στις 1 Οκτωβρίου 2007 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

   Του ενάγοντος σωματείου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ» (Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ), εδρεύοντος στην Αθήνα, νομίμως εκπροσωπουμένου, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ανδρομάχη Δεληκωστοπούλου.

   Της εναγομένης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός Α. αριθμ. ** και εκπροσωπείται νόμιμα και η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Αντωνοπούλου.

   Το ενάγον σωματείο ζητεί να γίνει δεκτή η από 10.10.2006 αγωγή του, διαδικασία τακτική, που κατατέθηκε με αύξοντα αριθμό 07661 και προσδιορίστηκε για την παραπάνω δικάσιμο.

   Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης μετά την εκφώνηση της από το οικείο πινάκιο στη σειρά της, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί. Το Δικαστήριο αφού άκουσε προσεκτικά τα όσα περιέχονται στα πρακτικά

 

   ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

   ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ

 

   Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1 της 1969/8-8-1991 ΠΔ/ΤΕ, που εκδόθηκε κατά εξουσιοδότηση του Ν. 1266/1982, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΔ/ΤΕ/1979/25-9-1991 και την απόφαση ΕΝΠΘ/ΓΕ 524/8-9-93 απαγορεύεται η είσπραξη προμήθειας στα δάνεια, των οποίων το επιτόκιο ορίζεται ελεύθερα από τα πιστωτικά ιδρύματα. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 2 §6 του Ν.2251/1994, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 § 24β του Ν. 2741/1999 «γενικοί όροι των συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα τη διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή, απαγορεύονται και είναι άκυροι. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας γενικού όρου ενσωματωμένου στη σύμβαση κρίνεται, αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σύμβαση, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψη της και όλες οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται». Κατά δε την §7 του ίδιου άρθρου, όπως αντικαταστάθηκε επίσης με το άρθρο 10 § 24γ του Ν. 2741/1999, σε κάθε περίπτωση καταχρηστικοί, κατά την ενδεικτική απαρίθμηση αυτής είναι οι γενικοί όροι των συναλλαγών, που μεταξύ άλλων: α) ..., β) ..., ια) χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή ...

   Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, που αποτελούν εξειδίκευση του γενικού κανόνα του άρθρου 281 ΑΚ, με τα αναφερόμενα σε αυτές κριτήρια, για την κρίση της ακυρότητας ή μη ως καταχρηστικών των όρων αυτών λαμβάνεται υπόψη κατά κύριο λόγο το συμφέρον του καταναλωτή, με συνεκτίμηση όμως της φύσης των αγαθών ή υπηρεσιών που αφορά η σχετική σύμβαση, καθώς και του σκοπού της, πάντοτε δε στα πλαίσια της επίτευξης ισορροπίας των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των συμβαλλομένων. Μετά δε την αντικατάσταση της §6 του άρθρου 2 Ν. 2251/1994 με το άρθρο 10 § 24β του Ν. 2741/1999, αρκεί να επέρχεται απλή και όχι «υπέρμετρη» διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων από τη ρύθμιση του γενικού όρου (ΕφΑθ 6291/2000 ΔΕΕ 11.1122). Καταχρηστικός και, συνεπώς, άκυρος είναι κάθε ΓΟΣ, ο οποίος χωρίς επαρκή και εύλογη αιτιολογία αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του ενδοτικού δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη. Περαιτέρω, όσον αφορά την ενδεικτική απαρίθμηση συγκεκριμένων ΓΟΣ, που θεωρούνται σύμφωνα με την §7 του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994, άνευ ετέρου καταχρηστικοί, δηλαδή χωρίς να απαιτείται ως προς αυτούς η συνδρομή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας και, άρα, απαγορευτέοι και άκυροι, θα πρέπει να λεχθεί ότι οι όροι αυτοί αποτελούν ενδεικτικές (μεμονωμένες) νομοθετικές εξειδικεύσεις της γενικής ρήτρας της §6 του άρθρου 2, πρακτικά χρησιμότατες, διότι υπηρετούν αφενός τη νομική σαφήνεια στο βαθμό που παρέχουν ένα ασφαλέστερο προσανατολισμό και αφετέρου τη νομική ασφάλεια στο βαθμό που τα αποτελέσματα του άμεσου ελέγχου ενός ΓΟΣ γίνονται έτσι διαγνωστικά και προβλέψιμα. Εν τέλει κατά τον έλεγχο του κύρους του περιεχομένου ενός ΓΟΣ εξετάζεται σε πρώτη φάση αν αντίκειται σε απαγορευτική ρήτρα που συγκαταλέγεται στην ενδεικτική απαρίθμηση του άρθρου 2 §7 του Ν. 2251/1994, ο οποίος περιέχει 31 περιπτώσεις γενικών όρων που θεωρούνται αυτοδίκαια καταχρηστικοί χωρίς να είναι αναγκαία οποιαδήποτε άλλη στάθμιση. Σε περίπτωση δε αρνητικού αποτελέσματος ελέγχεται κατά πόσο ο συγκεκριμένος ΓΟΣ περιέχει απόκλιση από ουσιώδεις αξιολογήσεις καθοδηγητικού χαρακτήρα του ενδοτικού δικαίου, δηλαδή η καταχρηστικότητα θα κριθεί με βάση τα κριτήρια της §6 του άρθρου 2 του Ν.2251/1994, χωρίς να αποκλείεται ο αναγκαίος συσχετισμός των ειδικών ρυθμίσεων που περιέχονται στην §7 με το θεμελιώδες γενικό αξιολογικό κριτήριο της καταχρηστικότητας, που είναι «η διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή» και αποτελεί τον κατά την §6 βασικό άξονα της όλης ρύθμισης για την ακυρότητα των καταχρηστικών όρων, εφόσον απαιτείται για την εξειδίκευση αορίστων νομικών εννοιών και αορίστων αξιολογικών κριτηρίων που εμπεριέχονται στο νομοθετικό κείμενο επί μέρους περιπτώσεων του ενδεικτικού καταλόγου καταχρηστικών όρων της §7. Επομένως, αφού διαπιστωθεί η καταχρηστικότητα του συγκεκριμένου ΓΟΣ, έννομη συνέπεια της καταχρηστικότητας είναι η ακυρότητα. Τέλος, οι ΓΟΣ πρέπει σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας να παρουσιάζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή. Ειδικότερα δε, στις καταναλωτικές συμβάσεις ο Ν. 2251/1994 αξιώνει τα κριτήρια, με τα οποία καθορίζονται οι όροι αυτών να αναφέρονται στη σύμβαση, διότι ο Ν. 2251/1994 (άρθρο 2 §7 εδ. ια) δεν ανέχεται την αοριστία του τιμήματος, παρά μόνο αν υπάρχει σπουδαίος λόγος, οπότε πρέπει να αναφέρονται ειδικώς καθορισμένα και εύλογα κριτήρια (ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42.1321, ΑΠ 1030/2001 ΔΕΕ 11.1125, ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 11.1128).

   Στην υπό κρίση αγωγή το ενάγον «ΕΝΩΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ (ΕΚΠΟΙΖΩ)» εκθέτει, όπως παραδεκτός διόρθωσε αυτή με προφορική του δήλωση στο ακροατήριο και με τις εμπροθέσμως κατατεθειμένες προτάσεις του, ότι δυνάμει των αναφερδμενων σε αυτή συμβάσεων στεγαστικού δανείου που συνήφθησαν μεταξύ, των μελών του που αναγράφονται στο δικόγραφο και της εναγομένης, η οποία είναι καθολική διάδοχος δια συγχωνεύσεως της Ανώνυμης Εταιρείας Εθνικής Κτηματικής Τράπεζας της Ελλάδος, η τελευταία τους χορήγησε τα δάνεια, όπως λεπτομερώς αναπτύσσει σε αυτό. Ότι κατά την κατάρτιση των συμβάσεων αυτών η εναγομένη αξίωσε και έλαβε τα ποσά που αναφέρονται στην αγωγή, ως έξοδα δανείου και ως αποζημίωση για την πρόωρη εξόφληση δανείου. Ότι η είσπραξη των ποσών αυτών για έξοδα δεν τελούσε σε κάποια αντιστοιχία με δαπάνες ή έξοδα που επικαλείται ότι προέβη η εναγομένη, αλλά αποτελεί προμήθεια για τη χορήγηση των δανείων, η οποία είναι παράνομη κατά την ΠΔ/ΤΕ 1969/8-8-91, όπως τροποποιήθηκε με την ΠΔ/ΤΕ 1979/25-9-91 και την απόφαση της ΕΝΠΘ/ΤΕ 524/8-9-93 και ως εκ τούτου άκυρη κατ' άρθρο 174 ΑΚ. Περαιτέρω, ότι οι όροι που έθεσε η εναγομένη για την καταβολή των ως άνω ποσών παραβιάζουν την αρχή της διαφάνειας, τις αρχές της καλής πίστης και τη διάταξη του άρθρου 2 §§ 6 και 7 εδ. ε και ια' Ν. 2251/1994, καθώς η σχετική πρόβλεψη είχε γίνει εκ των προτέρων, δεν αποτελούσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης και ίσχυε για απροσδιόριστο αριθμό καταναλωτών, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται η ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων εις βάρος του καταναλωτή, οι οποίοι χρεώθηκαν αχρεωστήτως και για μη νόμιμη αιτία με αποτέλεσμα να γίνει η εναγομένη και πλουσιότερη εις βάρος της περιουσίας των μελών του.

   Ζητά δε να υποχρεωθεί να καταβολή τα εξής ποσά: Στον Τ. Α. και Ν. συζ. Α. Τ. κατ' ισομοιρία 849,38ευρώ, στο Λ. Ε., όπως παραδεκτός περιόρισε το αιτούμενο ποσό σε αυτό των 864,77 ευρώ , στο Μ. Α. 2.737,51 ευρώ, στον Α. Θ. 906,24ευρώ, στο Φ. Τ. και στη Β. συζ. Φ. Τ. κατ' ισομοιρία 681,06 ευρώ , στον Σ. Κ. 1940,24 ευρώ, στη Σ. Κ. 322,81 ευρώ, στη M. S. 955,20 ευρώ, στον Α. Μ. Κ. και στην Ε. Τ. κατ' ισομοιρία 2.712,54 ευρώ, στην Π. Α. 1649,30 ευρώ και στον Σ. Κ. και Μ. Π. κατ' ισομοιρία 984,84 ευρώ νομιμοτόκως σε καθένα από την ημερομηνία καταβολής κάθε ποσού άλλως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφλησή τους. Παραιτείται δε παραδεκτώς με προφορική του δήλωση που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του δικογράφου της αγωγής από τον Α. Δ., κατ' άρθρο 294εδ.α ΚΠολΔ, ως προς τον οποίο καταργείται η δίκη, κατ' άρθρο 295§ 1 ΚΠολΔ. Τέλος ζητά να κηρυχθεί η παρούσα προσωρινώς εκτελεστή και να καταδικαστεί η εναγομένη στη δικαστική του δαπάνη. Η υπόθεση δικάζεται κατά την τακτική διαδικασία και θα ερευνηθεί για να κριθεί εάν οι αγωγές που ασκήθηκαν κατ' άρθρο 74 ΚΠολΔ στο υλικά και τοπικά αρμόδιο Δικαστήριο (άρθρο 14 § 1α και 25 §2 ΚΠολΔ), είναι νομικά και ουσιαστικά βάσιμες, εφόσον έχει πληρωθεί το τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. τα σειράς Α 151632, 220672 και 093567 αγωγόσημα) και έχουν επικολληθεί τα νόμιμα τέλη για το παραδεκτό αυτών.

   Οι αγωγές είναι νόμιμες και στηρίζονται στις διατάξεις των άρθρων 914, 297, 298, 174, 180, 480, 346 ΑΚ και στις προαναφερθείσες διατάξεις των άρθρων 2 §§ 1, 6, 7, 10 Ν. 2251/1994 (ως προς την κυρία βάση) απορριπτόμενου του αιτήματος της επιδίκασης τόκων από το χρόνο καταβολής των επίδικων ποσών ως μη νόμιμο, αφού πρόκειται περί αδικοπραξίας και δε γίνεται μνεία στην αγωγή ότι εχώρησε όχληση της εναγομένης πριν από την επίδοση της και δη κατά το χρόνο της καταβολής των ποσών αυτών, όπως επίσης και σε αυτές των άρθρων 907, 908 και 176 ΚΠολΔ. Τέλος, η επικουρική βάση της αγωγής στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 904 επ. ΑΚ.

   Από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που λαμβάνονται υπόψη ανάλογα με το βαθμό γνώσης και αξιοπιστίας τους, τα έγγραφα, που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι και τους εν γένει ισχυρισμούς τους αποδείχθηκαν τα εξής κρίσιμα πραγματικά γεγονότα: Το ενάγον σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που λειτουργεί από το έτος 1988, νομιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 10 § 7 εδ. β του Ν. 2251/1994 να ζητήσει οποιασδήποτε μορφής προστασία για τα δικαιώματα των μελών του, ως καταναλωτών. Κατ' ακολουθία τα α' και β' μέλη, Τ. Α. του Δ. και Ν. συζ. Α. Τ. το γένος Μ. Μ., που είναι μέλη αυτού από τις 13.2.2006, συνήψαν με την εναγομένη την υπ' αριθμό 275/2000 σύμβαση στεγαστικού δανείου με την οποία η τελευταία τους χορήγησε τοκοχρεωλυτικό δάνειο ύψους 22.000.000 δρχ (64.563,46 ευρώ) διάρκειας είκοσι (20) ετών. Η εξόφληση συμφωνήθηκε να γίνει σε 240 μηνιαίες δόσεις και το επιτόκιο σταθερό για τις εξήντα (60) πρώτες δόσεις προς 7,20% ετησίως και στη συνέχεια κυμαινόμενο (βλ. έγγραφο αυτό). Την 3.1.2000 οι δανειολήπτες κατέβαλαν στην εναγομένη 10.300 δρχ. (30,22 ευρώ ) ως έξοδα αίτησης προέγκρισης του στεγαστικού δανείου (βλ. σχετικό γραμμάτιο) την 10.1.2000 όπως προκύπτει από το γραμμάτιο είσπραξης, της κατέβαλαν 1030 δρχ. ( 3,02 ευρώ ) ως έξοδα αίτησης και την 28.1.2000 (βλ. αντίστοιχο γραμμάτιο) 278.100 δρχ (816,14 ευρώ ) ως αίτηση στεγαστικού δανείου. Δηλαδή της κατέβαλαν προμήθεια το συνολικό ποσό των 849,38 ευρώ (30,22+3,02+816,14=849,38). Το γ' μέλος του ενάγοντος σωματείου, Ε. Λ., την 31.01. 1997 συνήψε με την εναγομένη τη με αριθμό 206603-3/35072 761-9 σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου, ύψους 4.500.000 δρχ. (13.206,16 ευρώ ) και την 29-11-2001 τη με αριθμό 4000999389 σύμβαση Τοκοχρεολυτικού δανείου, ύψους 29.347,03 ευρώ, τα οποία ποσά έλαβε. Το πρώτο δάνειο ήταν διαρκείας δεκαπέντε (15) ετών και συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε 180 μηνιαίες δόσεις με σταθερό επιτόκιο για τις δώδεκα (12) πρώτες δόσεις, ύψους 16,50% ετησίως και στη συνέχεια κυμαινόμενο. Το δεύτερο δάνειο, διαρκείας είκοσι (20) ετών συμφωνήθηκε να εξοφληθεί σε 240 - μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 3,87% ετησίως για τις πρώτες (12) δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο (βλ. ως άνω συμβάσεις). Βάσει του 9255 από 26-10-01 γραμματίου είσπραξης κατέβαλε στην εναγομένη ως έξοδα αίτησης δανείου, 208.000 δρχ. ή 610,41ευρώ  και του από 14-2-03 γραμματίου είσπραξης 254,36ευρώ , ως προμήθεια, δηλαδή συνολικά το ποσό των 864,77 ευρώ (610,41 + 254,36 = 864,77). Το ε' μέλος του ενάγοντος σωματείου, Α. Μ. συνήψε με την εναγομένη τις εξής συμβάσεις στεγαστικού δανείου: α) τη 296/26-102000 σύμβαση, ύψους 14.000.000 δρχ. ή 41.085,84 ευρώ  διαρκείας δεκαπέντε (15) ετών, με εξόφληση σε 180 μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, σταθερό επιτόκιο 8,65% ετησίως για τις πρώτες δώδεκα (12) δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο β) τη 297/26-10-2000 σύμβαση, ύψους 4.600.000 δρχ. ή 13.499,63 ευρώ , διαρκείας δεκαπέντε (15) ετών, με εξόφληση σε 180 μηνιαίες δόσεις, σταθερό επιτόκιο για τις πρώτες δώδεκα (12) δόσεις 7,90% ετησίως και στη συνέχεια κυμαινόμενο, γ) την 467/16-5-01 σύμβαση, ύψους 10.000.000 δρχ. ή 29.347,03ευρώ , διαρκείας δέκα (10) ετών, με εξόφληση σε 120 μηνιαίες δόσεις και κυμαινόμενο επιτόκιο ελεύθερα καθοριζόμενο από την εναγόμένη και δ) την 4030104584/11-7-03 σύμβαση, ύψους 45.000 ευρώ, διαρκείας τριάντα (30) ετών, με εξόφληση σε τριακόσιες εξήντα (360) μηνιαίες δόσεις, σταθερό επιτόκιο για τις πρώτες δώδεκα (12) δόσεις 3,72% ετησίως και στη συνέχεια κυμαινόμενο (βλ. προαναφερόμενες συμβάσεις), ποσά τα οποία έλαβε. Με το από 03.01.05 γραμμάτιο είσπραξης κατέβαλε στην εναγομένη 183,79ευρώ  ως αποζημίωση (προμήθεια πρόωρης εξόφλησης), με το από 08.02.05 κατέβαλε 90,74ευρώ, το 03.01.05 1097,95 ευρώ, 03.01.05 523,08 ευρώ  και 03.01.05 841,95ευρώ  για τον ίδιο λόγο, δηλαδή συνολικά το ποσό των 2.737,51 ευρώ (183,79 + 90,74 + 1097,95 + 523,08 + 841, 95 =2.737,51) (βλ. προαναφερθέντα γραμμάτια είσπραξης). Το στ μέλος του ενάγοντος σωματείου, Α. Θ., συνήψε την 09.07.99, σύμβαση, και όχι του έτους 2001, όπως εκ παραδρομής αναγράφεται στην υπό κρίση αγωγή, όπως εξάλλου προέκυψε από την προσκομισθείσα σύμβαση τοκοχρεολυτικού δανείου και έλαβε 12.000.000 δρχ. ή 35.216,43ευρώ , διάρκειας δέκα πέντε (15) ετών, με εξόφληση σε εκατόν ογδόντα (180) μηνιαίες δόσεις, σταθερό επιτόκιο 12,75% για τις πρώτες δώδεκα (12) δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο. Βάσει του από 31.10.01 γραμματίου είσπραξης κατέβαλε ως προμήθεια στην εναγομένη 37.500 δρχ. ή 110,05ευρώ , του από 23.5.02 ως προμήθεια 100ευρώ, του από 27.9.02, ως προμήθεια 150 ευρώ, του από 17.12.02,   82,50ευρώ, ως προμήθεια, του από 29.4.03 ως προμήθεια 90,10ευρώ  και του από 27.6.03 ως προμήθεια 239,28ευρώ  και ως έξοδα, φόρους 134,31 ευρώ, δηλαδή κατέβαλε το συνολικό ποσό των 906,24ευρώ  (110,05 + 100+ 150+ 82,50 + 90,10 +239,28 + 134,31 =906,24) (βλ. τα ως άνω γραμμάτια είσπραξης). Τα ζ' και η' μέλη του ενάγοντος σωματείου Τ. Φ. και Β. σύζ. Φ. Τ. έλαβαν από την εναγομένη λόγω δανείου, βάσει της από 4.11.99 σύμβασης 12.000.000 δρχ. ή 35.216,43 ευρώ, διάρκειας δέκα πέντε (15) ετών, με εξόφληση σε εκατόν ογδόντα (180) μηνιαίες δόσεις, σταθερό επιτόκιο 12,75% για τις δώδεκα (12) πρώτες δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο (βλ. άνω σύμβαση). Με το από 3.2.05 γραμμάτιο είσπραξης κατέβαλαν στην εναγομένη, ως αποζημίωση πρόωρης εξόφλησης 681,06ευρώ  (βλ. το εν λόγω γραμμάτιο). Το θ μέλος του ενάγοντος, Κ Σ, έλαβε από την εναγόμενη λόγω δανείου, βάσει της από 15.3.94 σύμβασης 4.000.000 δρχ. ή 11.738,81 ευρώ, διάρκειας δέκα πέντε (15) ετών, με εξόφληση σε τριάντα (30) συνεχείς εξαμηνιαίες δόσεις και σταθερό επιτόκιο για τις πρώτες τέσσερις (4) δόσεις: 23% ετησίως και εν συνεχεία κυμαινόμενο (βλ. τη με αριθμό 2195-4/1550816-1/15.3.94 σύμβαση). Με το από 5.3.97 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη εισέπραξε από αυτόν 4.559.778 δρχ. ποσό στο οποίο περιλαμβάνεται και αυτό των 661.260 δρχ., ως επιβάρυνση και όχι 661.600 δρχ. όπως εκ παραδρομής αναγράφεται στην υπό κρίση αγωγή δηλ. 1940,60 ενώ αιτείται το  ενάγον σωματείο 1.940,24 ευρώ (βλ. τα άνω έγγραφα). Το υπό στοιχεία ι' μέλος του ενάγοντος Κ. Σ., με την από 28.5.99 σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου που συνήψε με την εναγομένη, έλαβε από αυτήν 7.000.000 δρχ. ή 20.542,92 ευρώ, διαρκείας πέντε (5) ετών, με εξόφληση σε εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις, επιτόκιο ελεύθερα καθοριζόμενο από την εναγομένη συμφωνήθηκε σταθερό καθ' όλη τη διάρκεια του δανείου. Με το με αριθμό 292 από 15.2.99 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη έλαβε από την παραπάνω δανειολήπτρια 10.300 δρχ. ή 30,22 ευρώ ως προμήθεια για προέγκριση αιτήματος-δανείου με αριθμό 582/062813-1 473/073473-0 και με το με αριθμό 599 από 26.4.99 γραμμάτιο είσπραξης έλαβε από την ίδια 103.000 δρχ. ή 302,27 ευρώ εκ των οποίων το ενάγον ζητά 100.000 δρχ. ή 293,47 ευρώ , δηλ. συνολικά το ποσό των 322,81 ευρώ. Το υπό στοιχεία ια' μέλος, M. Σ., συνήψε με την εναγομένη την από 6.2.2000 σύμβαση δανείου, με αριθμό 9348 και έλαβε για το λόγο αυτό από την τελευταία 15.800.000 δρχ. ή 46.368,31 ευρώ, με διάρκεια δανείου δέκα πέντε (15) ετών, εξόφληση σε εκατόν ογδόντα (180) μηνιαίες δόσεις, επιτόκιο 6,87% ετησίως για τις πρώτες 36 δόσεις και εν συνεχεία κυμαινόμενο (βλ. την άνω σύμβαση). Με το από 477/11.2.05 γραμμάτιο είσπραξης, η εναγομένη έλαβε από την προαναφερθείσα 955,20 ευρώ, ως αποζημίωση πρόωρης εξόφλησης (βλ. το προαναφερθέν γραμμάτιο). Τα ιβ' και ιγ' μέλη του ενάγοντος Α. Μ. Κ. και Τ. Ε. συνήψαν με την εναγομένη τις ακόλουθες συμβάσεις στεγαστικού δανείου α) τη με αριθμό 4000256386/9.10.01 σύμβαση, με την οποία τους χορηγήθηκε δάνειο 5.000.000 δρχ. ή 14.673, 51 ευρώ, διάρκειας δέκα πέντε (15) ετών, εξοφλητέο σε εκατόν ογδόντα (180) μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 3,87% ετησίως για τις δώδεκα πρώτες δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο β) τη με αριθμό 4044836787/27.4.04 σύμβαση δανείου, με την οποία τους χορηγήθηκε δάνειο 170.000,00 ευρώ, διάρκειας είκοσι πέντε (25) ετών, εξοφλητέο σε τριακόσιες (300) μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 3,87% ετησίως για τις πρώτες δώδεκα (12) δόσεις και εν συνεχεία κυμαινόμενο και γ) τη με αριθμό 4082858083/13.4.05 σύμβαση δανείου με την οποία τους χορηγήθηκε δάνειο 50.000C, διάρκειας είκοσι πέντε (25) ετών, εξοφλητέο σε τριακόσιες (300) μηνιαίες δόσεις με σταθερό επιτόκιο 3,72% ετησίως για τις δώδεκα (12) πρώτες δόσεις και κυμαινόμενο για τις υπόλοιπες (βλ. προαναφερθείσες συμβάσεις). Με το από 26.6.01 γραμμάτιο είσπραξης η εναγόμενη εισέπραξε από τους αντισυμβαλλομένους της το ποσό των 12.000 δρχ. ή 35,21 ευρώ, ως έξοδα προέγκρισης για το πρώτο δάνειο και 50.000 δρχ. ή 146,73 ευρώ δυνάμει του από 8.8.01 γραμματίου είσπραξης, ως δικαιολογητικό προεκτίμησης για το ίδιο δάνειο, ενώ με το από 10.5.04 γραμμάτιο είσπραξης έλαβε το ποσό των 1.905,30 ευρώ, ως εφάπαξ δαπάνες του δεύτερου δανείου και 625,30 ευρώ, ως εφάπαξ δαπάνη του τρίτου δανείου δυνάμει του από 27.4.05 γραμματίου είσπραξης αυτής. Δηλαδή οι ως δανειολήπτες της κατέβαλαν για τους προαναφερθέντες λόγους το συνολικό ποσό των 2.712,54ευρώ  (35,21+ 146,73+1905,30+625,30=2712,54) (βλ. τα προαναφερθέντα έγγραφα). Το υπό στοιχεία ιδ' μέλος του ενάγοντος σωματείου Π. Α. συνήψε με την εναγομένη δύο (2) συμβάσεις στεγαστικού δανείου: α) τη με αριθμό 4001622483/13.11.01, με την οποία της χορήγησε δάνειο ύψους 38.000.000 δρχ. ή 111.518,71 ευρώ , διάρκειας είκοσι πέντε (25) ετών, εξοφλητέο σε τριακόσιες (300) μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 3,87% ετησίως για τις δώδεκα (12) πρώτες δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο και β) τη με αριθμό 4001603683/14.11.01 σύμβαση, με την οποία της χορήγησε δάνειο ύψους 51.842,791 δρχ. ή 152.143,19 ευρώ  σε τριακόσιες (300) μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 3,87% ετησίως για τις δώδεκα (12) πρώτες δόσεις και στη συνέχεια κυμαινόμενο (βλ. προαναφερθείσες συμβάσεις). Με το από 14.9.2001 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη έλαβε από την προαναφερθείσα δανειολήπτρια 62.000 δρχ. ή 181,95 ευρώ, ως προμήθεια εξέτασης του αιτήματος της περί στεγαστικού δανείου και για προεκτίμηση ακινήτου και με το από 1.11.01 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη έλαβε από την ίδια 500.000 δρχ. ή 1467,35 ευρώ ως προμήθεια τεχνικού και νομικού ελέγχου, δηλαδή συνολικά 1,649,30 ευρώ (βλ. τα γραμμάτια αυτά). Τέλος τα υπό στοιχεία ιε' και ιστ' μέλη του ενάγοντος Σ. Κ. και Μ. Π. συνήψαν με την εναγομένη την από 5.3.1996 σύμβαση στεγαστικού δανείου, με την οποία τους χορηγήθηκε δάνειο, ύψους 10.000.000 δρχ. ή 29.347,02 ευρώ, διάρκειας δέκα πέντε (15) ετών, εξοφλητέο σε εκατόν ογδόντα (180) μηνιαίες δόσεις, με σταθερό επιτόκιο 17% ετησίως και με την από 28.1.99 τροποποιητική σύμβαση συμφωνήθηκε κυμαινόμενο, κατόπιν της σχετικής από 27.1.99 αιτήσεως των δανειοληπτών (βλ. σχετικές συμβάσεις). Με το από 14.12 1995 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη έλαβε από τους ανωτέρω 130.000 δρχ. ή 381,51ευρώ  ως δικαιώματα δανείου και με το από 01.11.01 γραμμάτιο είσπραξης η εναγομένη έλαβε ως προμήθεια» 205.586 δρχ. ή 603,33 ευρώ , δηλαδή συνολικά το ποσό των 984,84ευρώ  (381,51+ 603,33= 984,84 βλ. τα ως άνω γραμμάτια είσπραξης).

   Οι ως άνω πρόσθετες επιβαρύνσεις συνιστούν απαγορευμένες από το νόμο προμήθειες της εναγομένης χορήγησης στεγαστικών δανείων, διότι φέρουν όλα τα στοιχεία των προμηθειών αφού συνίστανται σε προκαθορισμένο ποσοστό επί των ποσών των δανείων, προκαταβάλλονται εφάπαξ από τους δανειολήπτες κατά τη σύναψη των συμβάσεων και μερικές από αυτές πριν από τη χορήγηση του ποσού των δανείων και είναι ανεξάρτητες από τα συμφωνηθέντα με κάθε δανειολήπτη επιτόκια και τα υπόλοιπα έξοδα για τη χορήγηση των δανείων. Ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι τα ποσά αυτά αποτελούν την αμοιβή των νομικών και τεχνικών συμβούλων της για τη μελέτη των σχετικών φακέλων για κάθε δάνειο θα πρέπει να μη ληφθεί υπόψη διότι οι επιβαρύνσεις αυτές δεν έχουν καμία σχέση με τα επικαλούμενα από την εναγομένη αορίστως έξοδα, αμοιβές δικηγόρων και μηχανικών κλπ., τα οποία δεν αποδεικνύει ούτε αν αποδόθησαν ούτε σε τι ποσά έχουν αποδοθεί στους κατ' αυτή δικαιούχους τους. Εξάλλου, το ποσό των επιβαρύνσεων αυτών κλιμακώνεται ανάλογα με το ποσό του δανείου, η δε επιβολή του στους δανειολήπτες συνιστά γενικό όρο συναλλαγών, αφού δεν περιλαμβάνεται στους έντυπους γενικούς όρους συναλλαγών των ειδικών συμβάσεων στεγαστικών δανείων, αλλά οι δανειολήπτες -καταναλωτές ενημερώνονται προφορικά γι' αυτές, οι οποίες ισχύουν για απροσδιόριστο αριθμό καταναλωτών, έχουν αποφασιστεί να επιβληθούν στους καταναλωτές εκ των προτέρων και συνεπώς δεν αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων. Κατ' ακολουθία αυτών, η εγκυρότητα των επιβαρύνσεων αυτών - προμηθειών ελέγχεται βάσει της διάταξης του άρθρου 2 του ν. 2251/1994 και της ΠΔ/ΤΕ 1969/8-8-1991 και 174 και 180 ΑΚ και συνεπώς, η επιβολή των ως άνω επιβαρύνσεων είναι παράνομη και καταχρηστική, διότι παραβιάζει την αρχή της διαφάνειας και διαταράσσει την ισορροπία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων εις βάρος του καταναλωτή. Ειδικότερα, δημιουργείται σύγχυση στους καταναλωτές για τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και μάλιστα για τις οικονομικές τους τοιαύτες, που αναλαμβάνουν έναντι της Τράπεζας με τη σύναψη των συμβάσεων των στεγαστικών δανείων. Ετσι, δημιουργείται αδιαφάνεια που δεν οδηγεί σε ομαλή λειτουργία του ανταγωνισμού, σε βάρος των καταναλωτών. Τέλος, οι προαναφερόμενοι χαρακτηρισμοί της εναγομένης, με σκοπό να δικαιολογήσει τις πρόσθετες αυτές επιβαρύνσεις είναι αόριστοι και παραπλανητικοί, διότι με το γενικό χαρακτηρισμό που χρησιμοποιεί σε κάθε περίπτωση δανείου, δεν εξειδικεύει τα διάφορα έξοδα, στα οποία υποβλήθηκε και δημιουργεί απαράδεκτη αδιαφάνεια στην αμοιβή του προμηθευτή, πράγμα που απαγορεύεται. Συνεπώς, η είσπραξη των προαναφερθέντων ποσών δεν στηρίζεται στις συμβάσεις που υπέγραψε κάθε μέλος του ενάγοντος σωματείου με την εναγομένη, διότι ο σχετικός όρος που προέβλεπε τις ένδικες επιβαρύνσεις ήταν άκυρος (ΑΚ 174) και καταχρηστικός (ΑΚ 281) και τα προαναφερθέντα ποσά που κατέβαλε ο κάθε καταναλωτής έχουν εισπραχθεί παρανόμως από την εναγομένη. Κατά συνέπεια, θα γίνει δεκτή η αγωγή και ως ουσιαστικά βάσιμη. Θα υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει τα επί μέρους ποσά που αιτείται το ενάγον σωματείο σε κάθε μέλος του, όπως θα ορισθεί ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας. Τέλος, θα κηρυχθεί η απόφαση αυτή προσωρινώς εκτελεστή, κατ' άρθρο 907 και 908 ΚΠολΔ και θα επιβληθεί η δικαστική δαπάνη του ενάγοντος εις βάρος της αντιδίκου του λόγω της ήττας της, κατ' άρθρο 176 ΚΠολΔ.

 

   ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

 

   Το Δικαστήριο

   Δικάζει κατ' αντιμωλία των διαδίκων Καταργεί τη δίκη ως προς τον Α. Δ.

   Δέχεται την αγωγή ως προς τους λοιπούς-μέλη του ενάγοντος σωματείου.

   Υποχρεώνει την εναγομένη να καταβάλει τα εξής χρηματικά ποσά στα παρακάτω μέλη: 1) στον Α. Τ. και στη Ν. σύζ. Α. Τ. κατ' ισομοιρία οκτακόσια σαράντα εννέα ευρώ και τριάντα οκτώ λεπτά (849,38 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση τους 2) στον Ε. Λ. οκτακόσια εξήντα τέσσερα ευρώ και εβδομήντα επτά λεπτά (864,77 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση του 3) στον Α. Μ. δύο χιλιάδες επτακόσια τριάντα επτά ευρώ και πενήντα ένα λεπτά (2.737,61 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση τους 4) στον Θ. Α. εννιακόσια έξι ευρώ και είκοσι τέσσερα λεπτά (906,24 ευρώ ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση του 5) στο Φ. Τ. και στη Β. σύζ. Φ. Τ. κατ' ισομοιρία εξακόσια ογδόντα ένα ευρώ και έξι λεπτά (681,06 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση τους 6) στο Σ. Κ. χίλια εννιακόσια σαράντα ευρώ και είκοσι τέσσερα λεπτά (1.940,24 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση του 7) στη Σ. Κ. τριακόσια είκοσι δύο ευρώ και ογδόντα ένα λεπτά (322,81 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση της 8) στη Σ. M. εννιακόσια πενήντα πέντε ευρώ και είκοσι λεπτά (955,20 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφλησή του 9) στον Κ. Α. Μ. και στην Ε. Τ. και' ισομοιρία δύο χιλιάδες επτακόσια δώδεκα ευρώ και πενήντα τέσσερα λεπτά (2.712,54 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφλησή τους 10) στην Α. Π. χίλια εξακόσια σαράντα εννέα ευρώ και τριάντα λεπτά (1.649,30 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως της εξόφλησή τους και 11) στον Κ. Σ. και Π. Μ. κατ' ισομοιρία εννιακόσια ογδόντα τέσσερα ευρώ και ογδόντα τέσσερα λεπτά (984,84 ευρώ) νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφλησή τους.

   Κηρύσσει την παρούσα προσωρινώς εκτελεστή

   Επιβάλλει στην εναγομένη τη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος, που ορίζει στα διακόσια πενήντα (250) ευρώ.

   Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη, δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του.